Σηµεία εισήγησης του Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συµβουλίου την Πέµπτη 29.9.2011 Έχουµε πολλά θέµατα σήµερα και παράλληλα πίεση χρόνου, γιατί όπως ξέρετε, αυτή την εποχή, έχουµε και πολλές διεθνείς επαφές. Αναχωρώ αργότερα για τη Σύνοδο Κορυφής της Ανατολικής Συνεργασίας, στη Βαρσοβία, και βεβαίως, είχαµε τις τελευταίες ηµέρες σηµαντικές διεθνείς επαφές, τόσο ο Αντιπρόεδρος Βαγγέλης Βενιζέλος, στις Ηνωµένες Πολιτείες - θα σας µιλήσει γι αυτές όσο και εγώ προχθές στη Γερµανία, µε την Καγκελάριο Μέρκελ και οικονοµικούς παράγοντες της Γερµανίας. Οι συναντήσεις αυτές ήταν παραγωγικές, επιβεβαίωσαν τη βούληση όλων των εµπλεκοµένων να δοθεί λύση στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, µια κρίση που αφορά βεβαίως, πρώτα απ όλα, την ίδια τη χώρα µας. Εγώ τόνισα, όπως θα είδατε, για άλλη µια φορά, τη βούλησή µας να φανούµε συνεπείς στις υποχρεώσεις µας, στις δεσµεύσεις µας, γιατί πρώτα απ όλα εµείς θέλουµε να αλλάξουµε τη χώρα και να µπούµε σε µια τροχιά σιγουριάς και ασφάλειας. Υπογράµµισα µε έµφαση την ανάγκη σεβασµού στις προσπάθειες ενός ολόκληρου λαού, που δοκιµάζεται σκληρά και έχει δείξει µεγάλη και αξιοσηµείωτη ωριµότητα σε συνθήκες πρωτοφανούς δυσκολίας. Οι συναντήσεις αυτές, λοιπόν, ήταν ένα θετικό βήµα, µε την εκδήλωση παράλληλα και ενός πραγµατικού και συγκεκριµένου ενδιαφέροντος για τη στήριξη και την ανάκαµψη της οικονοµίας µας, όπως βέβαια και για επενδύσεις στη χώρα µας. Όλοι κατανοούν ότι η αναπτυξιακή τροχιά είναι σηµαντική για τη χώρα µας, αλλά και για την αντιµετώπιση του χρέους. Είµαι σίγουρος πως, όταν λύσουµε το πρόβληµα της χρηµατοδότησης της χώρας µας για τα επόµενα χρόνια, µε την εφαρµογή της συµφωνίας του Ιουλίου, που θα σηµάνει για εµάς αλλά και για την παγκόσµια κοινότητα την άρση της αβεβαιότητας για το µέλλον µας, όταν κάνουµε κινήσεις και πρόσθετα βήµατα, σε αυτά που έχουµε ήδη ξεκινήσει, µε τη ριζική απλοποίηση του επενδυτικού περιβάλλοντος και την κατάργηση της
γραφειοκρατίας, τότε πολύ γρήγορα το ενδιαφέρον αυτό θα µετατραπεί σε ποιοτικές επενδύσεις, σε νέες θέσεις εργασίας, σε ανάπτυξη και σε νέες δυνατότητες για τη χώρα µας. Και επειδή γνωρίζω την έντονη «σεναριολογία», φηµολογία και υπερβολή, που υπάρχει και στα Μέσα Ενηµέρωσης, εντός και εκτός Ελλάδας, θέλω να τονίσω δύο πράγµατα: Πρώτα απ όλα, αυτή η «σεναριολογία», η προσµονή, αν θέλετε, κάποιων διεθνών ή ευρωπαϊκών εξελίξεων, για πολλούς παράγοντες - φορείς στην ελληνική κοινωνία, λειτουργεί συχνά ως άλλοθι για αδράνεια ή ακόµα και για αντίσταση σε µεγάλες αλλαγές. Γίνεται επίσης εύκολα ένα θέµα, µε βάση το οποίο εµείς φαίνεται να είµαστε απλώς οι θεατές. Αυτό πρέπει να το ανατρέψουµε και στην ελληνική κοινωνία, αλλά και, σαφώς, σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να επηρεάσει τη δική µας δουλειά, τη δουλειά της Κυβέρνησης. Το ότι προχωρούν µε θετικές αποφάσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, στα Κοινοβούλια στην Ευρώπη, αυτό οφείλεται στις δικές µας αποφάσεις, στη δική µας αποφασιστικότητα. Σε κάθε περίπτωση, η αναµόρφωση της Ελλάδας δεν πρόκειται να έρθει απ έξω, θα έρθει από εµάς τους ιδίους. Από όλους µας, από την Κυβέρνηση και από το λαό, µέσα από µια πλατειά - έστω και σιωπηλή - πλειοψηφία, από µια συµµαχία, που απαιτεί ακριβώς αυτές τις µεγάλες αλλαγές. εύτερον και προς επιβεβαίωση του πρώτου, δηλαδή της ανάγκης αλλαγών, µιλώντας µε πολλούς από την ηγεσία των Γερµανών βιοµηχάνων, τα θέµατα που µου έθεσαν ήταν πολύ απλά, όσο και αποκαλυπτικά. Πρώτα απ όλα, την αδράνεια και τις καθυστερήσεις λόγω της ελληνικής γραφειοκρατίας. εύτερον, την έλλειψη διαφάνειας και το πρόβληµα της διαφθοράς, παρά τις προσπάθειες που κάνουµε. Και τρίτον, τον πατριωτισµό που χρειάζεται να επιδείξουν οι Έλληνες συνάδελφοί τους. Χαρακτηριστικά, µου είπε κάποιος, «δεν γίνεται Έλληνες επιχειρηµατίες να βγάζουν τα λεφτά τους έξω, αντί να τα επενδύουν στην Ελλάδα, και να ζητούν από εµάς να επενδύουµε στην Ελλάδα. Πρέπει να δείξουν το παράδειγµα και εµείς είµαστε έτοιµοι να ακολουθήσουµε». 2
Γι αυτό και είναι έωλη όλη αυτή η γενική συζήτηση περί ανάπτυξης, εάν δεν δούµε τα εµπόδια που υπάρχουν για ανάπτυξη στη χώρα µας. Και τα εµπόδια, όπως βλέπετε, δεν αφορούν άµεσα το χρήµα, αλλά στη θεσµική λειτουργία του κράτους, στις πρακτικές και τις αντιλήψεις. Πράγµατι, αυτά δεν κοστίζουν, όµως, σίγουρα εµποδίζουν. Τρίτον, θεώρησα αναγκαίο, όπως και η Άνγκελα Μέρκελ, να ενισχύσουµε σε πολλούς τοµείς τη διµερή µας συνεργασία µε τη Γερµανία. Ζήτησα από τον Ηλία Μόσιαλο, που συµµετείχε στη συνάντηση, να έρθει σε επαφή µε τους αρµόδιους Υπουργούς για την προώθηση αυτών των ιδεών που τέθηκαν στο τραπέζι και, βέβαια, υπάρχει και µεγάλο πεδίο συνεργασίας σε πολλούς τοµείς που δεν αναφέραµε. Σταχυολογώ µερικούς τοµείς που αναφέραµε: το θέµα της ενέργειας, µε ένα µεγάλο σχέδιο, το «ΗΛΙΟΣ», το Κτηµατολόγιο, τη φορολογία, την πυρόσβεση. Ένα ενδιαφέρον ζήτηµα ήταν και η Αυτοδιοίκηση, διότι για εµάς στρατηγικός στόχος είναι η ουσιαστική αποκέντρωση και σε αρµοδιότητες και σε πόρους. Έχουµε κάνει µια πολύ σηµαντική µεταρρύθµιση µε τον «Καλλικράτη», όµως, υπάρχει ακόµα τεράστιο έργο που πρέπει να γίνει για την πλήρη υλοποίησή του και εξακολουθούµε να παραµένουµε ίσως η πιο συγκεντρωτική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακόµα και σε σύγκριση µε τα πρώην κοµµουνιστικά καθεστώτα της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης. Είπαµε, λοιπόν, ότι η Γερµανία, που έχει µία σηµαντική εµπειρία αποκεντρωµένων θεσµών, ακόµα και φορολογικών µηχανισµών, θα µπορούσε να ξεκινήσει µια συζήτηση µε τους αρµόδιους φορείς της Αυτοδιοίκησης, της Περιφέρειας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για να δούµε στρατηγικά πώς αλλάζει το σύστηµα, ώστε να γίνει πιο αποκεντρωµένο. Αυτό δεν σηµαίνει ότι αναγκαστικά θα πρέπει να ακολουθήσουµε το γερµανικό µοντέλο, γιατί έχει τις ιδιαιτερότητές του, αλλά ότι πρέπει να δούµε κι άλλα πρότυπα, όπως είναι και η Ιταλία και η Αυστρία. Και βεβαίως, να δούµε και το θέµα ενός αποκεντρωµένου φορολογικού συστήµατος. ηλαδή, πέρα από την ουσία των µεγάλων ζητηµάτων του φορολογικού συστήµατος, πρέπει να δούµε - σε στρατηγική βάση, γιατί αυτό δεν µπορεί να γίνει από τη µια µέρα στην άλλη πώς ένα σηµαντικό µέρος 3
των πόρων θα συγκεντρώνεται και θα αξιοποιείται σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο. Αγαπητοί συνάδελφοι, διαχειριζόµαστε µια µεγάλη κρίση, τις δοκιµασίες που αυτή συνεπάγεται καθώς και τις διακυµάνσεις ακόµα σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Όµως, η δική µας στόχευση δεν πρέπει ούτε στιγµή να φύγει από τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης, αυτές που έχουµε θέσει σε κάθε τοµέα. Και επίσης, επειδή υπάρχουν διάφορα σενάρια σε διεθνή και εγχώρια Μέσα Ενηµέρωσης, θέλω να επισηµάνω για άλλη µια φορά ότι η συµφωνία του Ιουλίου και µόνον αυτή καθορίζει το πλαίσιο µέσα στο οποίο κινούµαστε. Περιττό να τονίσω για άλλη µια φορά το πόσο ζωτική είναι αυτή η συµφωνία για τη χώρα µας. Πρόκειται για αποφάσεις που πήραµε µετά από µήνες διαπραγµάτευσης, που διεκδικήσαµε και πετύχαµε, στηριζόµενοι στις θυσίες του Ελληνικού λαού. Είναι αποφάσεις που όταν εφαρµοστούν, θα αλλάξουν δεδοµένα, θα διασφαλίσουν χρηµατοδότηση µε ευνοϊκούς όρους για τα επόµενα χρόνια, θα µειώσουν το βάρος του χρέους για τους πολίτες µας, θα µειώσουν την ανασφάλεια που πνίγει κάθε Έλληνα, θα δώσουν ανάσα στη χώρα, θα µας επιτρέψουν να προχωρήσουµε χωρίς προσκόµµατα και µε ηρεµία για τους Έλληνες πολίτες, επιτρέποντας παράλληλα στην οικονοµία µας να επανέλθει σε φυσιολογικούς ρυθµούς και σε ένα νέο µοντέλο ανάπτυξης. Αυτή ήταν και είναι η στρατηγική µας επιλογή. Και ο δρόµος για την ολοκλήρωση της εφαρµογής της συµφωνίας είναι βέβαια µακρύς και έχει πολλούς εξωγενείς παράγοντες, όµως, οι αλλαγές που αφορούν στο πλαίσιο λειτουργίας του νέου µηχανισµού στήριξης, του EFSF, έχουν ήδη επικυρωθεί από αρκετά Κοινοβούλια. Σήµερα, συζητείται και ψηφίζεται - ελπίζουµε ότι θα πάει καλά - και στο Γερµανικό Κοινοβούλιο. Από τη δική µας πλευρά, όµως, αυτό σηµαίνει να είµαστε απόλυτα συνεπείς. Και αυτό κάνουµε, διορθώνοντας ακόµα και αποκλίσεις που είναι ωστόσο µικρές. Σκεφτείτε ότι όταν δεν υπήρχε ουσιαστικά κανένας έλεγχος το 2009 από την Ευρωπαϊκή Ένωση -γεγονός που δείχνει τις αδυναµίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης- οι αποκλίσεις αυτές κατέληξαν σε ένα έλλειµµα 36 δις - µιλάµε δηλαδή για πάνω από 30 δις απόκλιση. Ενώ τώρα ελεγχόµαστε για απόκλιση, το πολύ ενός ή δύο δις ευρώ για τις οποίες και πρέπει να 4
παίρνουµε επιπρόσθετες αποφάσεις. Είναι δύσκολες αποφάσεις, πολλές φορές επώδυνες, αλλά απαραίτητες για να µη βάλουµε τη χώρα σε περιπέτεια και για να «ξεκλειδώσουµε» τις προοπτικές που ανοίγουν µε τη συµφωνία του Ιουλίου. Θα ήθελα µε την ευκαιρία να χαιρετίσω και τη γενναία στάση όλων των βουλευτών µας, που έλαβαν προχθές µία απόφαση δύσκολη µεν, αλλά αναγκαία, καθώς διασφαλίζει το εθνικό συµφέρον. Έκαναν και αυτοί, όπως όλοι µας, το καθήκον τους απέναντι στην πατρίδα και το κοινό συµφέρον, µια έννοια που είχε χαθεί στη χώρα µας. Το καθήκον µας απέναντι σε κάθε ελληνική οικογένεια, που δοκιµάζεται σκληρά από τις θυσίες που κάνει, θυσίες τις οποίες εµείς πρέπει να προστατεύσουµε, ανοίγοντας το δρόµο για να επιστρέψει η ασφάλεια µε τη συµφωνία του Ιουλίου, αλλά και µε την εφαρµογή άλλων πρωτοβουλιών όπως µε το σχέδιο «Ήλιος». Μακάρι και άλλες πολιτικές δυνάµεις να είχαν αυτό το θάρρος, να είχαν την ίδια υπευθυνότητα απέναντι στις ιστορικές - πράγµατι - προκλήσεις, αντί να κρύβονται πίσω από τη δική µας στάση ευθύνης. Μάλιστα, η δική µας στάση ευθύνης, η δική µας αρραγής ενότητα, η δική µας ισχυρή ψήφος, τους επιτρέπει δυστυχώς κατά µίαν έννοια- να θεωρούν ότι µπορούν ανενόχλητα να λαϊκίζουν, να µην αναλαµβάνουν τις ευθύνες τους και να ακολουθούν συµπεριφορές καιροσκοπικές. Όµως, και αυτοί κρίνονται. Κρίνονται από την ιστορία και κρίνονται και από τον Ελληνικό λαό. Και ο Ελληνικός λαός ξέρει ότι, ανέξοδες κουβέντες και µαγικές λύσεις, δεν είναι αυτά τα οποία θα πάνε τη χώρα µπροστά. Εµείς προχωρούµε το ταχύτερο δυνατόν για να κλείσουµε τις εκκρεµότητες. Και εσείς, δεν πρέπει να αφήσετε τις εκκρεµότητες που έχετε να χρονίζουν. Ο καθένας έχει τις δεσµεύσεις του. Πριν δώσω το λόγο στον Βαγγέλη Βενιζέλο, για να δούµε τα θέµατα της ηµερήσιας διάταξης, θέλω να τονίσω για άλλη µια φορά την ανάγκη εθνικής ενότητας, γιατί είµαστε σε κοµβικό σηµείο, σε µια κρίσιµη µάχη. Οι κραυγές και οι κορόνες δεν ωφελούν κανέναν, ούτε από τα άλλα κόµµατα, ούτε από τα Μέσα Ενηµέρωσης. εν πρέπει να καπηλεύεται κανένας τον πόνο του Ελληνικού λαού, τον οποίο εµείς γνωρίζουµε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον. Και τον αισθανόµαστε 5
περισσότερο από όσους φωνάζουν, γιατί εµείς υπεύθυνα παίρνουµε τις δύσκολες αποφάσεις, που απαιτούν µέγιστη ψυχική δύναµη και όχι την ευκολία της φυγόπονης µεγαλοστοµίας. εν χρειάζεται κανένας να αναµοχλεύει τα πάθη. Είναι ώρα να δείξουµε όλοι σταθερή πορεία υπέρ της πατρίδας, έχοντας πολύ συγκεκριµένο και ορατό στόχο. Να συµβάλουν όλοι, λοιπόν, στην οµαλή οικονοµική και κοινωνική ζωή, αλλιώς, µόνο τον εαυτό µας πληγώνουµε. Και αυτό πρέπει να κάνουµε ως καθήκον όλοι, και Κυβέρνηση, και κόµµατα, και κοινωνικοί εταίροι, και ικαιοσύνη, και πολίτες. Θέλω να τονίσω ότι καµία ανεξαρτησία, καµία αυτονοµία δεν κατακτούµε, µε το να κλείνουµε τα Πανεπιστήµιά µας. Μόνον οι νέοι τιµωρούνται. Ούτε φεύγει η Τρόικα, µε το να καταστρέφουµε τα σχολεία µας, τη δική µας δηµόσια περιουσία. Αντίθετα, υπονοµεύεται η υπόσταση της χώρας, υπονοµεύεται η οικονοµία µας, η συνοχή µας και, αυτά, τα πληρώνει µόνο ο Έλληνας φορολογούµενος, κανένας άλλος. Η επίκληση της βίας ή της ανοµίας υπονοµεύει και τα βασικά δικαιώµατα του πολίτη και, βεβαίως, την προοπτική του. Γι' αυτό, όλοι µας πρέπει να κάνουµε το καθήκον µας απέναντι στην κοινωνία, φτιάχνοντας µια Πολιτεία δικαιοσύνης και ευνοµίας. 6