ΕΝΤΥΠΟ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. [MiFID PACK]

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝ ΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4117, 15/3/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ. Για σκοπούς εναρμόνισης:

- Παράγωγα σχετιζόμενα με εμπορεύματα και εκκαθαρίζονται με ρευστά διαθέσιμα.

Risk-disclosure. Magna Trust Risk-disclosure 1

Γενική Περιγραφή Αγοράς Στόχου (Target Market) 1. Γενικά. 2. Ορισμοί

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΚΙΝ ΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝ ΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΙΔΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΜΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ

Επενδυτικοί Κίνδυνοι και προστασία περιουσιακών στοιχείων πελατών


Plus500CY Ltd. Εταιρικές Πληροφορίες

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές).

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

VIE FINANCE Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

5. Περιγραφή Χρηματοοικονομικών Μέσων και Σχετικών Κινδύνων

ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

Γνωστοποίηση Κινδύνων

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟ ΠΑΚΕΤΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ

Χρηματοπιστωτικά μέσα και επενδυτικοί κίνδυνοι

Προσυμβατικό Πληροφοριακό

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΟΡΟΙ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

Τελική ή μέλλουσα αξία (future value) ή τελικό κεφάλαιο

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Ενότητα 7: ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ

Παραδείγματα υπολογισμού κόστους, προμήθειας χρεώσεων: Συναλλαγές Ομολόγων / Παραγώγων / Δικαιωμάτων Προαίρεσης

Χρηματοοικονομικοί Κίνδυνοι Εισαγωγικά Στοιχεία των Παραγώγων. Χρηματοοικονομικών Προϊόντων Χρήση και Σημασία των Παραγώγων...

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΠΕΛΑΤΗ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

Ερωτήσεις και απαντήσεις σε συνέχεια της επαναλειτουργίας της Χρηματιστηριακής Αγοράς

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΠΑΚΕΤΟ MiFID ΤΗΣ «ΠΕΝΤΕΔΕΚΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ» Α.Ε.Π.Ε.Υ

δ Είναι ομάδα περιουσίας που αποτελείται από κινητές αξίες, μέσα χρηματαγοράς και

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΔΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ CONFLICT OF INTEREST POLICY

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ

ΔΗΛΩΣΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Γενικές Περιγραφές Αγοράς Στόχου Χρηματοπιστωτικών Μέσων

Α Π Ο Φ Α Σ Η 3/378/ τoυ ιοικητικού Συµβουλίου

Συχνές Ερωτήσεις. Ομολογιακά Δάνεια & Ομόλογα. Έκδοση 2.0 Αύγουστος 2016

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ

ΚΦΕ Μεταβίβαση τίτλων ΚΦΕ -31 ΚΦΕ Γενικά ΚΦΕ -31 ΚΦΕ Ποιους φορολογούμενους αφορά: Τα φυσικά πρόσωπα ΚΦΕ -31 ΚΦΕ -31.

ΑΠΟΦΑΣΗ 8/335/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα : Απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο αµοιβαίων κεφαλαίων του ν. 3283/2004.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

Πληροφορίες σχετικά με το αρμόδιο ταμείο αποζημίωσης επενδυτών

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΣΕ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΕΣ ΑΓΟΡΕΣ 1 γ Η διάρκεια της ειδικής διαπραγμάτευσης ανά χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατ α Ετήσια και

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΣΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ATTICA BANK

Περιεχόμενα 9. Περιεχόμενα

για περισσότερες πληροφορίες καλέστε στο

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΕΛΤΙΣΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ

Διαχείριση Κινδύνου Risk Management

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 3556/2007 ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ

2. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ

Γενική Περιγραφή της Αγοράς Στόχου για τα Χρηµατοπιστωτικά Μέσα.

Εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων σε οργανωμένες αγορές

α) των άρθρων 2, 55Α και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος,

«GUARDIAN TRUST Χρηματιστηριακή Α.Ε.Π.Ε.Υ.»»

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης

Πολιτική Οικονομία Ι: Μακροθεωρία και Πολιτική Νίκος Κουτσιαράς. Κυριάκος Φιλίνης

Στόχοι και Επενδυτική Πολιτική. Προφίλ Κινδύνου και Απόδοσης

TRIPLE A EXPERTS ΑΕΠΕΥ

GROUPAMA ΦΟΙΝΙΞ Χ.Α. 20

Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Ερωτήσεις

Εταιρικά Ομόλογα στο Χρηματιστήριο Αθηνών. 19 Ιουλίου 2016

Οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων

Αγορές Συναλλάγματος (Foreign exchange markets) Συντάκτης :Σιώπη Ευαγγελία

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.

ΔΙΑΛΕΞΗ 11 η ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΜΕΤΟΧΩΝ & ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

ΔΛΠ 32 ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΕΣΑ: ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Χρήστος Ι. Νεγκάκης Καθηγητής

ATHOS ASSET MANAGEMENT Α.Ε.Δ.Α.Κ. Πολιτική Αποφυγής Σύγκρουσης Συμφερόντων

NBG SECURITIES AΝΩΝΥΜΗ EΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Μιχαλακοπούλου 91. Τηλ Fax Αθήνα

Απόδοση/ Κίνδυνος (Είδη κινδύνου, σχέση κινδύνου- απόδοσης)

Χρηματοοικονομικά Παράγωγα και Χρηματιστήριο

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ (Α1)

Θέμα: Πληροφορίες ως προς την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3606/2007 για τις χρηματοπιστωτικές αγορές

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ. Της Δόκτορος ΔΕΛΗΘΕΟΥ Βασιλικής

ΣΗΜΕΙΩΜΑ για τις Επενδύσεις σε Χρηματοπιστωτικά Μέσα και τους Συναφείς Κινδύνους

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Οι λειτουργίες του. ιδακτικοί στόχοι. χρήµατος. Αναφορά των ιδιοτήτων του. Αναφορά στα είδη του χρήµατος. Κατανόηση της λειτουργίας του

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Liquidity Risk, Swaps, Interest Rate Caps and Stress Testing

ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΑΓΟΡΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. ΔΕΛΤΙΟ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Αγορά Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Ξέρετε ότι ; Φεβρουάριος Athens Exchange

ΔΕΛΤΙΟ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ / ΠΑΚΕΤΟ MIFID

I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. 1 «Εκδότες» νοούνται τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων. 2 Ως «χρηματοπιστωτικά μέσα» νοούνται

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ& ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΥΓΓΚΡΟΥΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

2) μία Επενδυτική Στρατηγική Παραγώγου Χρηματοοικονομικού Μέσου ενεργοποιείται μέσω παραγώγων χρηματοοικονομικών συμβολαίων.

Αγορά Εταιρικών Ομολόγων στο Χρηματιστήριο Αθηνών Ξέρετε ότι ;

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

GROUPAMA ΦΟΙΝΙΞ MONETAIRE

ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΩΝ. Σύναψη σύμβασης παροχής πιστώσεων για χρηματιστηριακές συναλλαγές

Απόστολος Γ. Χριστόπουλος

ΔΕΛΤΙΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ

Transcript:

ΕΝΤΥΠΟ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΠΕΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ [MiFID PACK] ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ «WHITETIP INVESTEMENTS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ» Η Εταιρεία παραθέτει στο Έντυπο Προσυμβατικής Ενημέρωσης / MiFID Pack την βασική πληροφόρηση που αφορά στις ακόλουθες θεματικές ενότητες: (α) Έννοια επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων και έννοια των παρεπόμενων υπηρεσιών: Παράρτημα Α (β) Κίνδυνοι που σχετίζονται με τα υπό επένδυση χρηματοπιστωτικά μέσα: Παράρτημα Β (γ) Πολιτική εκτέλεσης εντολών της Εταιρείας/ τόποι εκτέλεσης και διαμεσολαβητές: Παράρτημα Γ (δ) Πολιτική περί εντοπισμού και διαχείρισης συγκρούσεων συμφερόντων της Εταιρείας: Παράρτημα Δ (ε) Πίνακας ταυτοποίησης δηλωθέντων στοιχείων: Παράρτημα Ε Ο Πελάτης καλείται να διαβάσει προσεκτικά το παρόν Έντυπο και να κατανοήσει το περιεχόμενο του προτού παράσχει οποιαδήποτε συναίνεση στην Εταιρεία. Η συναίνεση του Πελάτη θα δίδεται με την υπογραφή του στο τέλος του παρόντος Εντύπου, το οποίο και στο εξής αποτελεί δεσμευτική σύμβαση μεταξύ της Whitetip Investments ΑΕΠΕΥ και του Πελάτη. Σελίδα 1 από 46

ΓΕΝΙΚΑ 1. Η «WHITETIP INVESTEMENTS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ» και το διακριτικό τίτλο «WHITETIP INVESTMENTS Α.Ε.Π.Ε.Υ.» (στο εξής η «Εταιρεία») νοείται η ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών με την προαναφερθείσα επωνυμία, η οποία εδρεύει στην Αθήνα και τα κεντρικά γραφεία της βρίσκονται στη Λ. Βασιλέως Κωνσταντίνου αρ. 38, όπου και η έδρα της. Η Εταιρεία έχει συσταθεί νόμιμα και έχει αδειοδοτηθεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (με έδρα στην οδό Κολοκοτρώνη και Σταδίου 1, τηλ 210-3377100) δυνάμει της υπ αρίθμ 18/768/27.10.2016 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής. 2. Ο όρος MiFID (Markets in Financial Instruments Directive) συνιστά συντομογραφία της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις Αγορές Χρηματοπιστωτικών Μέσων, η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με τον Ν. 3606/2007 (εφεξής ο Νόμος ), που έχει τεθεί σε ισχύ από την 1.11.2007. 3. Σύμφωνα με το καταστατικό της και την προαναφερόμενη άδεια λειτουργίας της, η Εταιρεία δικαιούται να παρέχει στον Πελάτη τις ακόλουθες επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες (εφεξής οι «επενδυτικές υπηρεσίες» ή «υπηρεσίες»): (α) Λήψη και διαβίβαση εντολών για λογαριασμό Πελατών σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα υπό 3, (β) Παροχή προσωπικών επενδυτικών συμβουλών σε Πελάτη σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα υπό 3, (γ) Παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου τους, την κλαδική στρατηγική και συναφή θέματα, καθώς και παροχή συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα υπό 3, (δ) Παροχή υπηρεσιών ξένου συναλλάγματος εφόσον συνδέονται με την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα υπό 3, (ε) Παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με τα υποκείμενα μέσα των παραγώγων που περιλαμβάνονται στις ανωτέρω περιπτώσεις 4. Ως «χρηματοπιστωτικά μέσα» νοούνται τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 3606/2007 είναι τα ακόλουθα: (α) Οι κινητές αξίες. (β) Τα μέσα χρηματαγοράς. (γ) Τα μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων. (δ) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής, οι προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίων και άλλες παράγωγες συμβάσεις σχετιζόμενες με κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις ή άλλα παράγωγα μέσα, χρηματοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μεγέθη που είναι δεκτικά εκκαθάρισης με φυσική παράδοση ή με ρευστά διαθέσιμα. (ε) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), οι προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη Σελίδα 2 από 46

με εμπορεύματα, που πρέπει να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα ή μπορούν να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα κατ' επιλογή ενός συμβαλλόμενου μέρους (αλλά όχι λόγω αδυναμίας πληρωμής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύμβασης). (στ) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που είναι δεκτικά εκκαθάρισης με φυσική παράδοση, εφόσον είναι διαπραγματεύσιμα σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ. (ζ) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), οι προθεσμιακές συμβάσεις (forwards) και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με εμπορεύματα, που είναι δεκτικά εκκαθάρισης με φυσική παράδοση, εφόσον δεν αναφέρονται άλλως στην περίπτωση στ' του άρθρου αυτού και δεν προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς και που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων. (η) Τα παράγωγα μέσα για τη μετακύληση του πιστωτικού κινδύνου. (θ) Οι χρηματοπιστωτικές συμβάσεις επί διαφορών (contracts for differences). (ι) Τα συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, οι συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), οι προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με κλιματικές μεταβλητές, ναύλους, άδειες εκπομπής ρύπων, ή ποσοστά πληθωρισμού ή άλλες επίσημες οικονομικές στατιστικές, που εκκαθαρίζονται υποχρεωτικά με ρευστά διαθέσιμα ή μπορούν να εκκαθαρισθούν με ρευστά διαθέσιμα κατ' επιλογή ενός συμβαλλόμενου μέρους (αλλά όχι λόγω αδυναμίας πληρωμής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύμβασης, καθώς και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου σχετιζόμενη με περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα, υποχρεώσεις, δείκτες και μέτρα, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, που έχουν τα χαρακτηριστικά άλλων παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, το κατά πόσον είναι διαπραγματεύσιμα σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ, υπόκεινται σε εκκαθάριση ή διακανονισμό μέσω αναγνωρισμένων γραφείων συμψηφισμού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων. 5. Ακολουθούν οι θεματικές ενότητες για τις οποίες παρέχεται αναλυτικότερη πληροφόρηση στο παρόν Έντυπο Προσυμβατικής Ενημέρωσης / MiFID Pack : (α) Έννοια επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων και έννοια των παρεπόμενων υπηρεσιών: Παράρτημα Α (β) Κίνδυνοι που σχετίζονται με τα υπό επένδυση χρηματοπιστωτικά μέσα : Παράρτημα Β (γ) Πολιτική εκτέλεσης εντολών της Εταιρείας/ τόποι εκτέλεσης και διαμεσολαβητές: Παράρτημα Γ (δ) Πολιτική περί εντοπισμού και διαχείρισης συγκρούσεων συμφερόντων της Εταιρείας: Παράρτημα Δ (ε) Πίνακας ταυτοποίησης δηλωθέντων στοιχείων: Παράρτημα Ε Σελίδα 3 από 46

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α Έννοια επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων και έννοια των παρεπόμενων υπηρεσιών (Ν. 3606/2007) Κύριες Επενδυτικές Υπηρεσίες και Δραστηριότητες: (α) Λήψη και διαβίβαση εντολών: Συνίσταται στη λήψη και διαβίβαση εντολών για λογαριασμό Πελατών, για κατάρτιση συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα. (β) Παροχή επενδυτικών συμβουλών: Συνίσταται στην παροχή προσωπικών συμβουλών σε Πελάτη, είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε με πρωτοβουλία της Εταιρείας, σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα. Παρεπόμενες υπηρεσίες: (γ) Παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου τους, την κλαδική στρατηγική και συναφή θέματα, καθώς και παροχή συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων (δ) Παροχή υπηρεσιών ξένου συναλλάγματος εφόσον συνδέονται με την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών. (ε) Παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με τα υποκείμενα μέσα των παραγώγων που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις ε έως ζ και ι χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως περιγράφονται ανωτέρω υπό τον όρο 3, εφόσον σχετίζονται με την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών. Κατά την παροχή των υπηρεσιών αυτών ανακύπτουν, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο, κατά περίσταση, βαθμό οι κίνδυνοι για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που παρατίθενται κατωτέρω. Σελίδα 4 από 46

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΑ ΥΠΟ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΙΚΑ ΜΕΣΑ Το παρόν έχει σκοπό να γνωστοποιήσει στον Πελάτη διάφορες μορφές επενδυτικών κινδύνων που αναλαμβάνει με την συμμετοχή του στις Αγορές Χρήματος και Κεφαλαίου. Ο Πελάτης θα πρέπει να γνωρίζει ότι οι επενδύσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα εν γένει ενέχουν κινδύνους. Οι κίνδυνοι αυτοί, οι οποίοι είναι αδύνατον να προβλεφθούν εκ των προτέρων, μπορεί να συνίστανται σε μείωση της αξίας της επένδυσης, καθώς και σε απώλεια του επενδυόμενου ποσού, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να δημιουργηθεί και υποχρέωση καταβολής από τον Πελάτη και επιπλέον ποσών από αυτά που ο ίδιος επένδυσε, προς κάλυψη περαιτέρω ζημίας που τυχόν προκύψει. Συνεπώς, παρατηρείται ότι δεν είναι δυνατή η προεξόφληση ή η εγγύηση οποιουδήποτε επιπέδου αποδόσεως, ούτε η βέβαιη διαφύλαξη ή η αύξηση του επενδυτικού κεφαλαίου του. Εντούτοις, παρατηρείται πως η έκθεση σε κίνδυνο διαφοροποιείται σε σχέση με διάφορους παράγοντες όπως η φύση των εκάστοτε χρηματοπιστωτικών μέσων, η μόχλευση, καθώς και η εκάστοτε επενδυτική υπηρεσία. Εν συνεχεία παρατίθενται κατωτέρω οι γενικοί επενδυτικοί κίνδυνοι που είναι δυνατόν να παρατηρηθούν στην κεφαλαιαγορά, καθώς και οι ειδικότεροι κίνδυνοι που συνδέονται με τα επιμέρους χρηματοπιστωτικά μέσα. Σε κάθε περίπτωση, ο Πελάτης θα πρέπει να γνωρίζει πως βασική αρχή του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ότι η αναμενόμενη απόδοση είναι αντίστοιχη του επενδυτικού κινδύνου που αναλαμβάνει. Ο Πελάτης οφείλει να μελετήσει πολύ προσεκτικά το παρόν, το οποίο θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της Σύμβασης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και να λαμβάνει υπόψη του το περιεχόμενό του κάθε φορά που προβαίνει στην λήψη οιασδήποτε επενδυτικής απόφασης. Τέλος, σημειώνεται ότι επενδύσεις και συναλλαγές, των οποίων ο Πελάτης δεν διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις και πείρα, πρέπει να αποφεύγονται. Ι. Γενικοί επενδυτικοί κίνδυνοι Όπως σημειώθηκε ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι οι επενδύσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα υπόκεινται σε διάφορους κινδύνους. Σημειώνεται ότι οι πάσης φύσεως κίνδυνοι που ενέχονται στις επενδύσεις οι οποίες πραγματοποιούνται σε αγορές χρήματος και κεφαλαίου, παρότι μπορούν, υπό προϋποθέσεις, να μετριασθούν, δεν μπορούν να εξαλειφθούν πλήρως. Οι κίνδυνοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως γενικοί γιατί είναι σύμφυτοι του τρόπου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς και, εν γένει, του χρηματοοικονομικού συστήματος, αναφύονται δε υπό περιστάσεις που δεν μπορεί κανείς να προβλέψει ή να αποκλείσει. Ειδικότερα, οι εν λόγω κίνδυνοι συνδέονται με τη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος εν γένει, των πιστωτικών ιδρυμάτων, των ΕΠΕΥ και των εκδοτών, που εκδίδουν χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία αποτελούν αντικείμενο της επένδυσης, συνιστούν δε παραμέτρους που επηρεάζουν ένα ή περισσότερα από αυτά τα μεγέθη, η μεταβολή των οποίων επηρεάζει την αξία μιας επένδυσης. Διεθνείς οργανισμοί, οι κεντρικές τράπεζες και πολλοί άλλοι αρμόδιοι φορείς καταβάλλουν σημαντικές και συστηματικές προσπάθειες για τη θωράκιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των αγορών και την προστασία τους από την επέλευση τέτοιων κινδύνων με την εγκαθίδρυση ενός ενιαίου θεσμικού και ρυθμιστικού πλαισίου για την αγορά χρήματος και κεφαλαίου. Πλην όμως, παρά τις προσπάθειες αυτές, δεν αποκλείεται η επέλευσή γενικής φύσεως κινδύνων, η οποία μπορεί να έχει τόσο γενικό, όσο και ειδικό χαρακτήρα, Σελίδα 5 από 46

συνδεόμενη δηλαδή με συγκεκριμένα χρηματοπιστωτικά μέσα ή με ορισμένους χρηματοπιστωτικούς φορείς. Παρατίθενται ενδεικτικά οι ακόλουθοι κίνδυνοι, ώστε οι Πελάτες να είναι σε θέση να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς και τους γενικότερους παράγοντες, που επηρεάζουν την αξία και τιμή μιας επένδυσης. 1. Κίνδυνος αγοράς (market risk) Ο κίνδυνος αγοράς θεωρείται ως ο πλέον σημαντικός παράγοντας κινδύνου για μία επένδυση, καθώς επιδρά στην πιθανή ζημία που δύναται να προκληθεί από μία πιθανή αντίθετη πορεία της αξίας (market value) της επένδυσης αυτής. Η μεταβολή στις τιμές δύναται ενδεικτικά να αφορά την τιμή των τίτλων στους οποίους έχει γίνει η επένδυση, την αυξομείωση των επιτοκίων, τον παράγοντα της προσφοράς και ζήτησης, καθώς και τις τιμές των εμπορευμάτων. Σημειώνεται δε, ότι με τον κίνδυνο αυτό συνδέονται και οι επιμέρους κίνδυνοι, ήτοι ο κίνδυνος ρευστότητας, ο συναλλαγματικός κίνδυνος και ο κίνδυνος επιτοκίου. 2. Πιστωτικός κίνδυνος (credit risk) Ως πιστωτικός κίνδυνος ορίζεται κατ αρχήν, η πιθανότητα επέλευσης ζημιών σε ένα πιστωτικό ίδρυμα ή ΕΠΕΥ είτε από την αδυναμία ενός δανειολήπτη ή επενδυτή να προβεί σε εκπλήρωση των υποχρεώσεών που απορρέουν από την εκάστοτε σύμβαση (πλήττεται η φερεγγυότητά τους), είτε από τη μείωση της πιστοληπτικής του ικανότητας (εάν είναι επιχείρηση) σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τίθεται σε αμφισβήτηση η εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη σημασία έχει ο πιστωτικός κίνδυνος στον οποίο εκτίθενται τα πιστωτικά ιδρύματα ή οι ΕΠΕΥ από κατοχή ανοικτών θέσεων σε διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους, μετοχές και παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα επί αυτών, οι οποίες διακρατούνται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών («ειδικός κίνδυνος θέσης»). 3. Συστημικός κίνδυνος (systemic risk) Σύμφωνα με τον Ν. 4261/2014, ως «Συστημικός κίνδυνος», νοείται ο κίνδυνος αποδιοργάνωσης του χρηματοοικονομικού συστήματος με εν δυνάμει σοβαρές αρνητικές συνέπειες για το χρηματοοικονομικό σύστημα και την πραγματική οικονομία. Δηλαδή θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο συστημικός κίνδυνος συνδέεται με καταστάσεις κατά τις οποίες παρατηρείται εν γένει επηρεασμός της αγοράς. Δημιουργείται έτσι κίνδυνος αλυσιδωτών αντιδράσεων (domino effect) λόγω διαφόρων παραγόντων, όπως μετάδοση της αφερεγγυότητας, ιδίως στο πλαίσιο λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών και εκκαθάρισης συναλλαγών επί τίτλων, σε σειρά χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και άλλων εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα. Τέτοιου είδους κίνδυνοι επομένως μπορεί να έχουν άμεσο αντίκτυπο και στις επενδύσεις των πελατών των εταιρειών αυτών, δηλαδή των ΑΕΠΕΥ στην περίπτωσή μας. 4. Πολιτικός κίνδυνος (political risk) Οι διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικές εξελίξεις σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο επηρεάζουν την πορεία των αγορών χρήματος και κεφαλαίου, με συνέπεια να καθίσταται εφικτός ο επηρεασμός της τιμής μίας ή περισσοτέρων μετοχών καθώς και των λοιπών χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως χαρακτηριστικά του δείκτη. Σελίδα 6 από 46

5. Κίνδυνος πληθωρισμού (inflation risk) Η απώλεια της πραγματικής αγοραστικής αξίας επενδυμένου κεφαλαίου, που προέρχεται από μεγαλύτερη της αναμενόμενης αύξησης του πληθωρισμού. 6. Συναλλαγματικός κίνδυνος (currency risk) Ο συναλλαγματικός κίνδυνος (ή κίνδυνος τιμών συναλλάγματος) αφορά την πιθανότητα να επέλθει μείωση των εισοδημάτων ή/και της αξίας του κεφαλαίου λόγω απρόβλεπτης δυσμενούς μεταβολής στην συναλλαγματική ισοτιμία αλλοδαπών (σε σχέση με το νόμισμα στο οποίο τηρεί τις οικονομικές του καταστάσεις) νομισμάτων, με αποτέλεσμα η αξία μιας επένδυσης που γίνεται σε νόμισμα διαφορετικό από το βασικό νόμισμα του επενδυτή να επηρεασθεί. 7. Κίνδυνος επιτοκίων (interest rate risk) Ο κίνδυνος επιτοκίου σχετίζεται με τον κίνδυνο από δυνητικές μεταβολές επιτοκίων στο μέτρο που επηρεάζουν τις δραστηριότητες των ΑΕΠΕΥ που δε σχετίζονται με το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει οι Πελάτες να κατανοούν την επίδραση που τυχόν έχουν οι μεταβολές αυτές στην κεφαλαιαγορά και στις επιμέρους συναλλαγές καθώς δύναται να επηρεαστεί σημαντικά η διαπραγμάτευση ορισμένων χρηματοπιστωτικών μέσων ή γενικότερα της αγοράς μίας χώρας. 8. Κίνδυνος Θέσης Ως κίνδυνος θέσης νοείται ο κίνδυνος για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών και ειδικότερα, για ένα διαπραγματεύσιμο χρεωστικό τίτλο ή μια μετοχή ή ένα παράγωγο μέσο επί μετοχής ή ένα παράγωγο μέσο επί χρεωστικού τίτλου, διαιρείται σε δύο συνιστώσες, προκειμένου να υπολογιστεί η κεφαλαιακή απαίτηση για την κάλυψή του. α. Η πρώτη συνιστώσα αφορά τον ειδικό κίνδυνο που ενέχει η θέση, δηλαδή τον κίνδυνο μεταβολής της τιμής του σχετικού μέσου λόγω της επίδρασης παραγόντων που σχετίζονται με τον εκδότη του ή, στην περίπτωση ενός παράγωγου μέσου, με τον εκδότη του υποκείμενου μέσου. β. Η δεύτερη συνιστώσα καλύπτει το γενικό κίνδυνο της θέσης, δηλαδή τον κίνδυνο μεταβολής της τιμής του σχετικού μέσου λόγω: i. μιας μεταβολής στο γενικό επίπεδο των επιτοκίων (στην περίπτωση ενός διαπραγματεύσιμου χρεωστικού τίτλου ή παράγωγου μέσου χρεωστικού τίτλου) ή ii. μιας ευρείας μεταβολής στην αγορά μετοχών που δεν σχετίζεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά μεμονωμένων τίτλων (στην περίπτωση μιας μετοχής ή ενός παράγωγου μέσου που βασίζεται σε μετοχή). 9. Κίνδυνος ρευστότητας (liquidity risk) Ως κίνδυνος ρευστότητας ορίζεται το ενδεχόμενο αδυναμίας κάλυψης των ληξιπρόθεσμών υποχρεώσεών με κόστος σε λογικά επίπεδα. Αυτός ο ορισμός συνήθως αναφέρεται ως «κίνδυνος αναχρηματοδότησης» (funding liquidity risk). Μία άλλη διάσταση του κινδύνου ρευστότητας, ο οποίος αναφέρεται συνήθως ως «κίνδυνος Σελίδα 7 από 46

ρευστότητας αγοράς» ( market liquidity risk ), είναι ο κίνδυνος επέλευσης ζημιών από την έλλειψη ικανότητας ρευστοποίησης στοιχείων του ενεργητικού σε τιμές που δεν αποκλίνουν υπερβολικά από την αξία τους, ώστε να καλυφθούν ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις. Η μείωση της αξίας στοιχείων του ενεργητικού λόγω περικοπής των τιμών τους ( haircuts ) ή στην πιο ακραία περίπτωση, η πλήρης αδυναμία ρευστοποίησης τους, η οποία παρατηρήθηκε κατά την διάρκεια της πρόσφατης διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης είναι ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα έκφανσης αυτού του κινδύνου. 10. Λειτουργικός κίνδυνος (operational risk) Ως Λειτουργικός κίνδυνος νοείται ο κίνδυνος ζημιών οφειλόμενων στην ανεπάρκεια ή την αποτυχία εσωτερικών διαδικασιών, ατόμων και συστημάτων ή σε εξωτερικά γεγονότα και περιλαμβάνει τον νομικό κίνδυνο. Στην έννοια του συμπεριλαμβάνεται ο νομικός κίνδυνος, όχι όμως και ο κίνδυνος στρατηγικής και φήμης. Ο λειτουργικός κίνδυνος είναι σημαντικός κίνδυνος για ιδίως για τα πιστωτικά ιδρύματα και απαιτεί κάλυψη με ίδια κεφάλαια. 11. Κανονιστικός και νομικός κίνδυνος (Regulatory and legal risk) Ο εν λόγω κίνδυνος ενδέχεται να επηρεάσει τις συναλλαγές των πελατών και πηγάζει, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά από τα ακόλουθα: α) από αλλαγές στη νομοθεσία και γενικότερα στο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο της κεφαλαιαγοράς που ενδέχεται να επηρεάσει τον τρόπο διαπραγμάτευσης και εκτέλεσης των συναλλαγών καθώς και λοιπά σχετιζόμενα θέματα. β) από μεταβολές στο φορολογικό πλαίσιο, ιδίως ως προς ορισμένα προϊόντα, που ενδέχεται να επηρεάσει άμεσα τις συναλλαγές σε προϊόντα ή γενικότερα μία χώρα. γ) από νομικά ή κανονιστικά ζητήματα κατά την εκτέλεση μίας σύμβασης που ενδέχεται να προκύψουν λόγω επικείμενης αβεβαιότητας δικαίου ή πρακτικής σε ειδικότερα ζητήματα. Σημειώνεται ότι οι αλλαγές αυτές ενδέχεται να διαφοροποιήσουν την αρχική εκτίμηση που είχε δημιουργηθεί σε πελάτες σε σχέση με την επένδυσή τους, τη σχετική απόδοση, το αναλαμβανόμενο κίνδυνο και τυχόν άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την απόφασή τους να προβούν στη σχετική επένδυση. 12. Κίνδυνος τεχνικών προβλημάτων που αφορούν σε διαπραγμάτευση. Οι οργανωμένες αγορές και οι Πολυμερείς Μηχανισμοί διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ), όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του Ν. 3606/20017, διαθέτουν κατάλληλους μηχανισμούς, μέσα και συστήματα για την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς και έγκαιρη οριστικοποίηση των συναλλαγών. Ο κίνδυνος αυτός συνίσταται στην μη δυνάμενη να προβλεφθεί, προσωρινή βλάβη ή διακοπή λειτουργίας, για οποιοδήποτε λόγο, των σχετικών συστημάτων ή μηχανισμών, και συνεπώς στην ενδεχόμενη πρόκληση ζημίας στους πελάτες. 13. Κίνδυνος διακανονισμού - εκκαθάρισης (settlement risk) Σελίδα 8 από 46

Ο κίνδυνος αυτός αφορά τον κίνδυνο να μην ολοκληρωθεί ομαλά ο διακανονισμός των συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων ειδικά εάν ο αντισυμβαλλόμενος δεν καταβάλει χρήματα ή δεν παραδίδει τίτλους έγκαιρα σε εκπλήρωση της υποχρέωσής του για εκκαθάριση συναλλαγών. Κατά την περίπτωση εκείνη που η επένδυση αφορά προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένες αγορές, ο κίνδυνος αυτός είναι περιορισμένος λόγω της αυστηρής μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής εποπτείας των οργανωμένων αγορών. Αντιθέτως, ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται σε περιπτώσεις που η επένδυση αφορά εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. 14. Κίνδυνος συγκέντρωσης (concentration risk) Ο κίνδυνος αυτός αφορά στη συγκέντρωση των επενδύσεων ενός επενδυτή σε ένα μόνο χρηματοπιστωτικό μέσο. Δηλαδή είναι η περίπτωση που ένας επενδυτής αποφασίζει να επενδύσει όλα τα χρηματικά του διαθέσιμα σε μία επενδυτική επιλογή. Τέτοιος είδους κίνδυνος πρέπει να αποφεύγεται ιδιαίτερα δε όταν τα χρηματικά διαθέσιμα που επενδύονται από τον πελάτη αποτελούν και ένα σημαντικό τμήμα της συνολικής του περιουσίας. Αντιθέτως, θεωρείται ασφαλέστερη επιλογή η διασπορά του κινδύνου, ήτοι η τοποθέτηση των διαθεσίμων σε περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα και δη διαφορετικών χαρακτηριστικών. 15. Πιστωτικός κίνδυνος αντισυμβαλλόμενου (counterparty credit risk - CCR) Είναι ο κίνδυνος ζημίας σε περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος σε μια συναλλαγή τις υποχρεώσεις του πριν από τον οριστικό διακανονισμό των χρηματορροών της συναλλαγής και η συναλλαγή έχει θετική αξία. 16. Κίνδυνος απόδοσης Ο κίνδυνος απόδοσης αφορά τη διακύμανση της απόδοσης των στοιχείων του ενεργητικού μίας επένδυσης. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση συναλλαγών σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, είναι δυνατή η υποχρέωση παροχής μίας ελάχιστης ασφάλειας (περιθώριο ασφάλισης «margin») από τον επενδυτή. ΙΙ. Κίνδυνοι ανά κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων Η Εταιρεία μας παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες που οδηγούν σε συναλλαγές επί των ακόλουθων χρηματοπιστωτικών μέσων, τα οποία ενέχουν τους εξής βασικούς κινδύνους: 1. Κινητές Αξίες 1.1. Έννοια κινητών αξιών Οι κινητές αξίες συνιστούν την πλέον συνήθη κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων. Βασικό χαρακτηριστικό αυτών είναι η διαπραγματευσιμότητά τους, ήτοι η δυνατότητα των κινητών αξιών να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην κεφαλαιαγορά. Όπως αναφέρεται στο άρθρο 13 του Ν. 3606/2007 κινητές αξίες είναι: (α) οι μετοχές και οι λοιποί τίτλοι ισοδύναμοι με μετοχές εταιριών, προσωπικών εταιριών και άλλων οντοτήτων καθώς και πιστοποιητικά κατάθεσης αυτών Σελίδα 9 από 46

(β) ομόλογα ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους καθώς και πιστοποιητικά κατάθεσης αυτών (γ) κάθε άλλη κινητή αξία που παρέχει δικαίωμα αγοράς ή πώλησης παρόμοιων μεταβιβάσιμων κινητών αξιών ή που είναι δεκτική διακανονισμού με ρευστά διαθέσιμα και που προσδιορίζεται με αναφορά προς κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις, εμπορεύματα ή άλλους δείκτες ή μεγέθη. 1.2. Μετοχές 1.2.1. Έννοια μετοχής Εκτίθενται κατωτέρω τα βασικά γνωρίσματα των μετοχών, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αποκλίσεις, ιδίως όταν πρόκειται για μετοχές εταιρείας που διέπεται από αλλοδαπό δίκαιο. Το μετοχικό κεφάλαιο μιας Ανώνυμης Εταιρείας διαιρείται σε μετοχές που μπορεί να είναι ανώνυμες ή ονομαστικές και ενσωματώνονται σε τίτλους μιας ή περισσότερων μετοχών. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για συγκεκριμένες κατηγορίες εταιρειών (πχ τραπεζικές) οι μετοχές είναι υποχρεωτικά ονομαστικές. Οι μετοχές μπορούν επίσης να διακριθούν σε κοινές ή προνομιούχες, μετά ψήφου ή χωρίς ψήφο, διαπραγματεύσιμες σε χρηματιστήριο ή μη διαπραγματεύσιμες. Όσον αφορά τη σημαντικότερη διάκριση ήτοι αυτή σε κοινές και προνομιούχες μετοχές, αναφέρεται ότι η πιο συνηθισμένη μορφή μετοχικού τίτλου είναι αυτή των κοινών μετοχών, οι κάτοχοι των οποίων έχουν δικαίωμα ψήφου στις Γενικές Συνελεύσεις της εταιρείας καθώς και στην είσπραξη μερίσματος εφόσον υπάρχει διανομή από την εταιρεία. Αντιθέτως, οι κάτοχοι των προνομιούχων μετοχών έχουν υπό ορισμένες προϋποθέσεις ειδικό προνόμιο στην είσπραξη μερισμάτων πριν από τους κατόχους των κοινών μετοχών, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο καταστατικό της εταιρείας. Επιπρόσθετα σημειώνεται ότι σύμφωνα με τον Κανονισμό του Χρηματιστηρίου Αθηνών οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο μετοχές κατατάσσονται στις κατηγορίες της «Γενική Κατηγορία Διαπραγμάτευσης (Κύρια Αγορά)», και στις ειδικές κατηγορίες «Επιτήρησης», «Χαμηλής Διασποράς», καθώς και την κατηγορία «προς Διαγραφή», με βάση την οικονομική κατάσταση της εταιρείας. Επίσης, σημειώνεται ότι οι Εταιρείες που επιθυμούν την εισαγωγή μετοχών προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά οφείλουν να πληρούν το κριτήριο της διασποράς των μετοχών τους σε έναν μεγάλο αριθμό μετόχων. 1.2.2. Κίνδυνοι Η επένδυση σε μετοχές δύναται να επηρεαστεί κατά περίπτωση από διάφορους κινδύνους όπως ενδεικτικά από τον κίνδυνο αγοράς, τον κίνδυνο ρευστότητας, τον κίνδυνο της Εκδότριας Εταιρείας, το συναλλαγματικό κίνδυνο και το συστημικό κίνδυνο. Ειδικότερα, αναφέρονται τα ακόλουθα: α. Κίνδυνος αγοράς: Οι μετοχές οι οποίες ως χρηματοοικονομικά μέσα υπόκεινται σε διαπραγμάτευση σε Οργανωμένες αγορές εγκυμονούν και τον κίνδυνο που σχετίζεται με την αγορά, ιδίως δε τον κίνδυνο της προσφοράς ζήτησης, ο οποίος μπορεί να αποτελέσει βασικό παράγοντα για την τιμή μίας μετοχής. Εντούτοις, επισημαίνεται ότι η τιμή των μετοχών εξαρτάται κυρίως από την οικονομική κατάσταση της εκδότριας Εταιρείας, αλλά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που μπορεί να την επηρεάσουν δημιουργώντας κλίμα είτε υπέρ είτε εις βάρος της εταιρείας, με συνέπεια η τιμή της μετοχής να υποβάλλεται σε έντονες διακυμάνσεις. Σελίδα 10 από 46

β. Κίνδυνος ρευστότητας: Σχετίζεται με τη δυνατότητα και την ταχύτητα εκτέλεσης μιας δοθείσας εντολής ρευστοποίησης, δίχως ενδεχόμενες απώλειες. γ. Κίνδυνος της εκδότριας Εταιρείας: Οι μετοχές, ως κλάσματα του κεφαλαίου της εκδότριας Εταιρείας, επηρεάζονται από την πορεία και τις προοπτικές της εκδότριας Εταιρείας, της οποίας τυχόν ζημίες ή κέρδη δεν είναι εύκολο να προβλεφθούν. δ. Συναλλαγματικός κίνδυνος: Αφορά την τιμή των μετοχών, που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και σε ξένες οργανωμένες αγορές με διαφορετικό νόμισμα, ήτοι την περίπτωση απώλειας λόγω διαφοράς στην ισοτιμία. 1.2.3. Γενική επισήμανση - σύσταση Εφιστάται η προσοχή στον Πελάτη ο οποίος οφείλει πριν τη διενέργεια οιασδήποτε συναλλαγής επί μετοχής να μελετά τις ετήσιες, εξαμηνιαίες ή και τυχόν τρίμηνες κατά περίπτωση οικονομικές καταστάσεις καθώς και τις εκθέσεις που δημοσιεύει η Εκδότρια Εταιρεία ώστε να είναι ενήμερος για την χρηματοοικονομική της κατάσταση, καθώς επίσης και να προβαίνει σε έρευνα για τυχόν δημοσιεύσεις / ανακοινώσεις σημαντικών γεγονότων, στις οποίες έχει προβεί η εκδότρια Εταιρεία προς έκτακτη ενημέρωση του επενδυτικού κοινού, κυρίως μέσω του διαδικτυακού τόπου του χρηματιστηρίου στο οποίο οι μετοχές είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση ή και στον διαδικτυακό τόπο της ίδιας της εκδότριας Εταιρείας. 1.3. Ομόλογα 1.3.1. Έννοια Ομολόγων Ομόλογο είναι το αξιόγραφο που ενσωματώνει υπόσχεση χρηματικής παροχής, ήτοι υποχρεώνει τον εκδότη (issuer/borrower) να κάνει συγκεκριμένες πληρωμές στον κάτοχό του (holder/lender), ως αντίτιμο για το ποσό που κατέβαλε για την αγορά του. Είναι ένα μέσο δανεισμού από επιχειρήσεις (εταιρικά ομόλογα -corporate bonds) και κυβερνήσεις (ομόλογα δημοσίου - government bonds). Ο κάτοχος λαμβάνει από τον δανειζόμενο σταθερές πληρωμές τόκων μέχρι τη λήξη του ομολόγου. Οι τόκοι αυτοί είναι το λεγόμενο τοκομερίδιο ή κουπόνι (coupon). Στην περίοδο λήξης του ομολόγου ο εκδότης το επαναγοράζει, καταβάλλοντας την ονομαστική του αξία (face value ή maturity value). Η βασική κατηγοριοποίηση αφορά την απόδοση, και είναι ως εξής: α) Ομόλογα Σταθερού Επιτοκίου (Fixed Coupon Bonds): Στα ομόλογα σταθερού επιτοκίου το επιτόκιο (κουπόνι), καθορίζεται κατά την έκδοση του ομολόγου σταθερό μέχρι την ημερομηνία λήξης των ομολόγων. β) Ομόλογα Κυμαινόμενου Επιτοκίου (Floating Rate Bonds/ Notes - FRNs): Στα ομόλογα κυμαινομένου επιτοκίου η πληρωμή του τόκου κάθε περιόδου, αναπροσαρμόζεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα με βάση το επιτόκιο αναφοράς (π.χ. Euribor ή Libor). Το επιτόκιο αναφοράς καθώς επίσης και τυχόν περιθώριο (spread), το οποίο προστίθεται ή αφαιρείται από το επιτόκιο αναφοράς, ορίζονται κατά την έκδοση του ομολόγου. O τόκος που λαμβάνει ο επενδυτής σε κάθε περίοδο εξαρτάται από τις διακυμάνσεις του επιτοκίου αναφοράς. Αν ο δείκτης μειωθεί την ημερομηνία αναπροσαρμογής του επιτοκίου, μειώνεται και το επιτόκιο και το αντίστροφο. Άλλες μορφές κατηγορίες ομολόγων είναι οι κάτωθι: α) Ως ομόλογα άνευ εξασφαλίσεως: Οι ομολογιούχοι έχουν απαίτηση κατά του εκδότη όπως και οι λοιποί πιστωτές του, επί του συνόλου του ενεργητικού του. Σελίδα 11 από 46

β) Ως ομόλογα που συνδέονται με ασφάλεια που παρέχεται υπέρ των ομολογιούχων: Η απαίτηση των ομολογιούχων ασφαλίζεται στην περίπτωση αυτή i) με εμπράγματη ασφάλεια υπέρ αυτών, που παρέχεται επί συγκεκριμένων στοιχείων του ενεργητικού του εκδότη, ii) με εγγυήσεις τρίτων, iii) με εκχώρηση απαιτήσεων κλπ. Περαιτέρω, οι ομολογιούχοι μπορεί να απολαμβάνουν επιπρόσθετης προστασίας λόγω ειδικών συμφωνιών με τον εκδότη ή λόγω προνομιακής τους τοποθέτησης έναντι λοιπών ομολογιούχων ή πιστωτών. γ) Ομόλογα/ομολογίες μειωμένης εξασφάλισης: Σε περίπτωση πτώχευσης του εκδότη ο ομολογιούχος ικανοποιείται ύστερα από όλους τους άλλους πιστωτές του εκδότη αν υπάρχει, εννοείται, ακόμη περιουσία, όπως ειδικότερα ορίζεται στο ομολογιακό δάνειο. δ) Μετατρέψιμες ομολογίες (convertible bonds): Τα μετατρέψιμα ομόλογα προσφέρουν στον επενδυτή το δικαίωμα να μετατρέψει τα ομόλογα σε άλλου τύπου αξιόγραφα του ίδιου εκδότη, συνήθως μετοχές. Το δικαίωμα αυτό παρέχεται στον επενδυτή σε καθορισμένα χρονικά διαστήματα και σχέση μετατροπής μεταξύ του ομολόγου και του εκάστοτε άλλου υποκείμενου αξιόγραφου και σύμφωνα με προκαθορισμένες διαδικασίες. ε) Ομολογίες με πιστοποιητικά αγοράς μετοχών (warrants). Τα warrants δίδουν το δικαίωμα στους κατόχους να αγοράσουν κοινές μετοχές σε συγκεκριμένη τιμή και συνήθως πωλούνται ξεχωριστά από τις ομολογίες. στ) Μηδενικού επιτοκίου (zero coupon bonds): Τα ομόλογα αυτά εκδίδονται υπό το άρτιο και δεν προβλέπουν ενδιάμεσες πληρωμές τόκου, αλλά μόνο την αποπληρωμή της ονομαστικής αξίας/ κεφαλαίου στη λήξη τους. 1.3.2. Κίνδυνοι Η επένδυση σε ομόλογα, πέραν των γενικών κινδύνων που αφορούν το σύνολο των χρηματοπιστωτικών μέσων, εγκυμονεί περαιτέρω τους κάτωθι κινδύνους: α. Κίνδυνος πτώχευσης (Insolvency risk): Ο εκδότης των ομολόγων (ομολογιών) μπορεί να πτωχεύσει, με συνέπεια να μην δύναται να καταβάλλει στους δανειστές του τον τόκο ή, ακόμα, και το κεφάλαιο που αντιστοιχεί στα ομόλογα. Ειδικώς στα ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης θα πρέπει ο επενδυτής να ερευνά την κατάταξη του ομολόγου, στο οποίο εξετάζει το ενδεχόμενο επένδυσης, σε σχέση με άλλα ομόλογα του εκδότη, καθώς, όπως εκτέθηκε, σε περίπτωση πτώχευσης του εκδότη ο επενδυτής διατρέχει τον κίνδυνο να απολέσει όλη του την επένδυση. β. Κίνδυνος επιτοκίου (interest rate risk): Ορίζεται ως ο κίνδυνος της μεταβολής των αποδόσεων και των τιμών των ομολόγων που σχετίζεται με τις μεταβολές των επιτοκίων. Οι ομολογιούχοι κερδίζουν από την πτώση των επιτοκίων (οι τιμές ανεβαίνουν) και χάνουν από την άνοδο (οι τιμές πέφτουν). Τα μακροπρόθεσμα ομόλογα έχουν μεγαλύτερο επιτοκιακό κίνδυνο από τα βραχυπρόθεσμα, αλλά και μεγαλύτερες αποδόσεις (όταν τα επιτόκια μειώνονται οι τιμές τους ανεβαίνουν περισσότερο). Όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκεια ενός ομολογιακού δανείου, τόσο ευπαθέστερο είναι και το ομολογιακό δάνειο έναντι τυχόν ανόδου των επιτοκίων στην αγορά, ιδίως σε περίπτωση που έχει χαμηλό επιτόκιο (ιδίως σταθερού επιτοκίου ή ομολόγου με προεξοφλημένο επιτόκιο / ενσωματωμένο τόκο / zero coupon). Υπογραμμίζεται ότι μεταβολές στο επιτόκιο μπορεί να επιδράσουν σημαντικά στην αγοραία τιμή του ομολόγου. γ. Πιστωτικός Κίνδυνος (credit risk): Η αξία του ομολόγου φθίνει σε περίπτωση που μειωθεί η πιστοληπτική αξιολόγηση του εκδότη. Σελίδα 12 από 46

δ. Κίνδυνος Πρώιμης Εξόφλησης: Είναι πιθανόν, εκδότες ομολόγων να προβλέπουν στο πρόγραμμα του ομολογιακού δανείου τη δυνατότητα πρώιμης εξόφλησης σε περίπτωση πτώσης των επιτοκίων, οπότε υφίσταται μεταβολή του προσδοκώμενου κέρδους από τα ομόλογα και πρέπει να υπολογίζεται η απόδοση μέχρι την πιθανή πρώιμη εξόφληση (yield to call). ε. Κίνδυνος ρευστότητας αγοράς: Ο κίνδυνος αυτός σημαίνει ότι δεν μπορεί να ρευστοποιηθεί εύκολα ένα ομόλογο σε μία εύλογη αξία. Αυτό συμβαίνει, λόγω (α) χαμηλής εμπορευσιμότητας των μικρών εκδόσεων ομολογιών, ή (β) χαμηλής αποτελεσματικότητας ή ανυπαρξίας δευτερογενούς αγοράς ομολόγων. Γι αυτό, η ρευστότητα (liquidity premium) σχετίζεται αρνητικά με τo επιτόκιο/απόδοση. στ. Κίνδυνος επανεπένδυσης (re-investment risk): O κίνδυνος που σχετίζεται με την επανεπένδυση των τόκων με χαμηλότερες αποδόσεις που προκύπτει από πτωτική πορεία των επιτοκίων. Τα μακροπρόθεσμα ομόλογα είναι κυρίως εκτεθειμένα στον κίνδυνο αυτό. Τα ομολόγα μηδενικού κουπονιού δεν υπόκεινται σε αυτόν τον κίνδυνο, καθώς καταβάλλουν τους τόκους στη λήξη τους. 1.3.3. Γενική επισήμανση - Σύσταση Εφιστάται η προσοχή στον Πελάτη ο οποίος οφείλει πριν τη διενέργεια οιασδήποτε συναλλαγής επί εταιρικών ομολόγων να μελετά τις ετήσιες, εξαμηνιαίες ή και τυχόν τρίμηνες κατά περίπτωση οικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις που δημοσιεύει η Εταιρεία που εκδίδει τα εταιρικά ομόλογα, ώστε να είναι ενήμερος για την χρηματοοικονομική της κατάσταση, καθώς επίσης και να προβαίνει σε έρευνα για τυχόν δημοσιεύσεις / ανακοινώσεις σημαντικών γεγονότων, στις οποίες έχει προβεί η εκδότρια Εταιρεία προς έκτακτη ενημέρωση του επενδυτικού κοινού, κυρίως μέσω του διαδικτυακού τόπου του χρηματιστηρίου στο οποίο οι μετοχές είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση ή και στον διαδικτυακό τόπο της ίδιας της εκδότριας Εταιρείας. 2. Αμοιβαία Κεφάλαια 2.1. Γενικά Το αμοιβαίο κεφάλαιο είναι ομάδα περιουσίας, που αποτελείται από κινητές αξίες, μέσα χρηματαγοράς και μετρητά και της οποίας τα επί μέρους στοιχεία (μερίδια) ανήκουν εξ αδιαιρέτου σε περισσότερους του ενός μεριδιούχους. Τα αμοιβαία κεφάλαια είναι ομάδα περιουσίας και άρα δεν είναι Νομικά Πρόσωπα, έχουν αόριστη διάρκεια και οι μεριδιούχοι εκπροσωπούνται δικαστικώς και εξωδίκως ως προς τις έννομες σχέσεις από τη διαχείρισή τους και τα δικαιώματά τους επί του ενεργητικού τους από την εταιρεία διαχείρισης (Α.Ε.Δ.Α.Κ.). Την ευθύνη για τη διαχείριση των κεφαλαίων των Α/Κ έχει η διαχειρίστρια εταιρία (Α.Ε.Δ.Α.Κ.), η οποία έχει την ευθύνη να διαχειρίζεται το ενεργητικό των Α/Κ ανάλογα με το σκοπό και την επενδυτική τους πολιτική. Η αξία του ενεργητικού κάθε Α/Κ αυξομειώνεται, αφού εξαρτάται άμεσα τόσο από τα χαρακτηριστικά των αγορών και τις ανάλογες διακυμάνσεις που αυτές εμφανίζουν, όσο και από τις τρέχουσες συγκυρίες που παρουσιάζονται. Η οικονομική σημασία του αμοιβαίου κεφαλαίου βασίζεται στην αρχή της διασποράς - καταμερισμού των κινδύνων, κατά τρόπο που να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος που συνεπάγεται κάθε φορά η επένδυση, και εξαρτάται κάθε φορά Σελίδα 13 από 46

από τον τύπο του αμοιβαίου κεφαλαίου και επιβάλλεται από το νόμο τυχόν διαφοροποίηση ως προς τη σύνθεση του ενεργητικού του. 2.2. Κίνδυνοι Η επένδυση σε αμοιβαία κεφάλαια ενδέχεται να περιλαμβάνει τους κινδύνους που παρατίθενται στη συνέχεια ενδεικτικώς: α. Κίνδυνος απώλειας κεφαλαίου: Η αξία μεριδίου του αμοιβαίου κεφαλαίου εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την αξία των χρηματοπιστωτικών μέσων που συνθέτουν το ενεργητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου. Περαιτέρω, όταν είναι εισηγμένο σε οργανωμένη αγορά η χρηματιστηριακή του τιμή μπορεί να μην αντικατοπτρίζει την πραγματική του αξία. Δημιουργείται έτσι κίνδυνος απώλειας μέρους ή και - υπό περιστάσεις - του συνόλου του κεφαλαίου που έχει επενδυθεί. β. Κίνδυνος αγοράς: Υπάρχουν περιπτώσεις που η διαπραγμάτευση των μεριδίων στην οργανωμένη αγορά μπορεί να ανασταλεί ή να διακοπεί (π.χ., λόγω έντονων διακυμάνσεων της τιμής για λόγους προστασίας του επενδυτικού κοινού και της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς, λόγω γεγονότων ανωτέρας βίας κ.λ.π., λόγω των οριζομένων στους κανόνες λειτουργίας της οικείας αγοράς). Επίσης είναι δυνατόν, υπό προϋποθέσεις, να διαγραφεί το σύνολο των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων κατόπιν απόφασης του διαχειριστή της οικείας αγοράς ή της εποπτεύουσας αρχής της αγοράς ή του αμοιβαίου κεφαλαίου. γ. Κίνδυνος ρευστότητας: Είναι δυνατόν να ανασταλεί με απόφαση του διαχειριστή του αμοιβαίου κεφαλαίου η εξαγορά μεριδίων για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η ρευστοποίηση των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων την εν λόγω περίοδο. δ. Μη Συστημικός Κίνδυνος (ειδικός κίνδυνος): Είναι ο κίνδυνος μείωσης των τιμών των κινητών αξιών λόγω της συσχέτισης τους με την γενικότερη πορεία των αγορών. Οι αγορές παρουσιάζουν ανοδικούς και καθοδικούς κύκλους η διάρκεια των οποίων είναι δύσκολο να προβλεφθεί. 2.3. Γενική επισήμανση - Σύσταση Εφιστάται η προσοχή στον Πελάτη ο οποίος οφείλει πριν τη διενέργεια οιασδήποτε συναλλαγής επί αμοιβαίων κεφαλαίων να μελετά προσεκτικά τον Κανονισμό του εκάστοτε αμοιβαίου κεφαλαίου και να λαμβάνει υπ όψη του ότι οποιαδήποτε προγενέστερη απόδοση του αμοιβαίου κεφαλαίου δεν δύναται να εγγυηθεί την μελλοντική απόδοση του. 3. Παράγωγα 3.1. Εισαγωγή Οι συμβάσεις παραγώγων όπως χαρακτηριστικά αποτυπώνει ο οικονομικός τους ορισμός, αποτελούν τις συμβάσεις εκείνες των οποίων η αξία εξαρτάται ή «παράγεται» από την αξία ενός ή περισσοτέρων υποκείμενων στοιχείων στα οποία αφορούν, δηλαδή γεννούν «ενδεχόμενα» δικαιώματα και υποχρεώσεις αναλόγως των διακυμάνσεων των τιμών των υποκειμένων στοιχείων τους. Ειδικότερα, η πορεία και εξέλιξη άνοδος ή μείωση- των τιμών αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ύπαρξη και έκταση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις Σελίδα 14 από 46

συμβάσεις παραγώγων, και κατ επέκταση, ως προς την ύπαρξη και έκταση των εγγενών σε αυτές κινδύνων. Συνεπώς, καθίσταται εμφανές ότι οι συμβάσεις αυτές γεννούν υποχρεώσεις παροχής ασφαλειών, ήτοι «υποχρεώσεις παροχής περιθωρίου», ως παρεπόμενες υποχρεώσεις, οι οποίες αποσκοπούν στην εξασφάλιση της ομαλής εκπλήρωσης των συμβάσεων. Η οικονομική σημασία των συμβάσεων παραγώγων έγκειται ιδίως στην χρήση αυτών ως μέσα χρηματοδότησης, μέσα αντιστάθμισης κινδύνου, αλλά και ως μέσα κερδοσκοπίας, όταν ο επενδυτής εκτίθεται με την κατάρτιση της σύμβασης σε κίνδυνο αγοράς αποβλέποντας στην επίτευξη του κέρδους. Ανάλογα με τη μορφή της ειδικότερης συμφωνίας που περιέχεται στη σύμβαση, οι συμβάσεις παραγώγων διακρίνονται κατά κύριο λόγο σε προθεσμιακές συμβάσεις (futures ή forwards), συμβάσεις προαίρεσης (options) και συμβάσεις ανταλλαγής (swaps), όπως αναλυτικά παρατίθενται κάτωθι. 3.2. Βασικές Μορφές Συμβάσεων Παραγώγων α. Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης / προθεσμιακές συμβάσεις (futures): Αποτελούν τυποποιημένα συμβόλαια με τα οποία ο ένας συμβαλλόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να πωλήσει και ο άλλος να αγοράσει προθεσμιακά και συγκεκριμένα κατά την τυποποιημένη ορισμένη ημερομηνία λήξης του συμβολαίου, την τυποποιημένη ορισμένη υποκείμενη αξία αυτού έναντι τιμήματος, που προκαθορίζεται βάσει της χρηματιστηριακής τιμής στην οποί καταρτίζεται η σύμβαση. Ειδικότερα, καθίσταται σαφές ότι οι αντισυμβαλλόμενοι δεσμεύονται κατά την προκαθορισμένη ημερομηνία λήξης της σύμβασης και έναντι προκαθορισμένου τιμήματος, το ένα μέρος (ο πωλητής) να πωλήσει και να παραδώσει την υποκείμενη αξία και το άλλο μέρος (αγοραστής) αν την αποδεχθεί και να καταβάλει το προκαθορισμένο τίμημα. Η οικονομική σημασία μίας τέτοιας σύμβασης έγκειται στο γεγονός ότι επιδιώκεται η αποκόμιση κέρδους που προκύπτει από τις μεταβολές των τιμών σε σχέση με την υποκείμενη αξία της σύμβαση. Συνεπώς, ουσιώδες στοιχείο της σύμβασης είναι ο όρος της προθεσμίας, καθώς δεν συνομολογείται ελεύθερα αλλά έχει τυποποιημένο χαρακτήρα ως συνέπεια της χρηματιστηριακής φύσης της προθεσμιακής σύμβασης, δηλαδή πρόκειται για προθεσμία που καθορίζεται σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά εισαγωγής προς διαπραγμάτευση του αναφερόμενου παραγώγου στη χρηματιστηριακή αγορά.. Στην χρηματιστηριακή πρακτική, είναι σύνηθες οι τιμές των προθεσμιακών συμβολαίων να καθορίζονται, βάσει της τιμής δύο ημερών (spot rate), ήτοι την ημέρα της κατάρτισης του προθεσμιακού συμβολαίου και την ημερομηνία λήξης αυτού ενώ η τιμή που προκύπτει προσαρμόζεται (premium ή discount) βάσει προβλέψεων της εξέλιξης της μελλοντικής τιμής στην κεφαλαιαγορά. Τέτοιες συμβάσεις παραγώγων έχουν συνήθως υποκείμενη αξία ορισμένο χρηματοπιστωτικό μέσο (πχ μετοχές, ομόλογα ή άλλα επενδυτικά αξιόγραφα), καθώς και εμπορικά αγαθά, συνάλλαγμα και άλλα. β. Συμβόλαια δικαιώματος προαίρεσης (option): Τα συμβόλαια δικαιώματος προαίρεσης παρέχουν στον αγοραστή σε προκαθορισμένη στη σύμβαση ημερομηνία έναντι προκαθορισμένου τιμήματος (premium), το δικαίωμα αγοράς (call option) ή πώλησης (put option) της υποκείμενης αξίας. Έστω ότι παραχωρείται στο πλαίσιο σύμβασης προαίρεσης στον αντισυμβαλλόμενο δικαίωμα αγοράς μετοχών από άλλον σε ορισμένη ημερομηνία και τιμή. Αν η τιμή των μετοχών είναι υψηλότερη κατά την ημερομηνία που έχει ορισθεί, ασκείται το δικαίωμα προαιρέσεως και ο αντισυμβαλλόμενος καρπώνεται τη διαφορά. Αν η τιμή είναι μικρότερη, το δικαίωμα δεν ασκείται, ο δε αντισυμβαλλόμενος το μόνο που χάνει είναι Σελίδα 15 από 46

το ποσό (premium) που έχει καταβάλει για το δικαίωμα αγοράς, το οποίο καρπώνεται ο άλλος. Σε αντίθετη περίπτωση, ο κάτοχος μετοχών εξασφαλίζεται έναντι του κινδύνου πτώσης της τιμής τους με την απόκτηση δικαιώματος πώλησης τους (put option) σε προκαθορισμένη τιμή. Αν η τιμή των μετοχών πέσει, μπορεί να πωλήσει τις μετοχές του ασκώντας το δικαίωμά του. γ. Συμβόλαια χρηματοοικονομικών ανταλλαγών (swaps): Συνιστούν συμβάσεις με τις οποίες ο ένας συμβαλλόμενος αναλαμβάνει έναντι άλλου την υποχρέωση ανταλλαγής δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων επί ορισμένης υποκείμενης αξίας σε προκαθορισμένη περιοδική βάση και προκαθορισμένη τιμή. Με τη σύμβαση αυτή επιδιώκεται συγκεκριμένα η ανταλλαγή χρηματοοικονομικών στοιχείων σε προκαθορισμένους χρόνους μεταξύ προσώπων που έχουν αντίθετα και αμοιβαία συμφέροντα στην ίδια ή σε διαφορετικές αγορές χρήματος ή κεφαλαίου, η οποία συνεπάγεται την οικονομική υποκατάσταση του ενός στη θέση του άλλου. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τέτοιων συμβολαίων αποτελούν οι συμβάσεις ανταλλαγής επιτοκίων (interest rate swap). Στην περίπτωση αυτή το κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει στο άλλο για ορισμένο χρονικό διάστημα σε περιοδική (π.χ. μηνιαία) βάση χρηματικά ποσά που αντιστοιχούν σε ποσά τόκων υπολογιζόμενων επί ορισμένου κεφαλαίου σε διαφορετική βάση επιτοκίων πχ σταθερό προς κυμαινόμενο επιτόκιο. 3.3. Κίνδυνοι Τα παράγωγα προϊόντα μπορεί να διαπραγματεύονται είτε σε οργανωμένες αγορές είτε εκτός αυτών (έξωχρηματιστηριακά παράγωγα/otc), ενώ παράλληλα εμφανίζουν ιδιαίτερα τεχνικά χαρακτηριστικά, οι δε συναλλαγές επ' αυτών ενέχουν αυξημένους κινδύνους μειώσεως ή απώλειας του αρχικώς επενδεδυμένου κεφαλαίου ή και πολλαπλασίου αυτού. Για το λόγο αυτό οι συναλλαγές επί παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων είναι κατάλληλες μόνον για ορισμένες κατηγορίες επενδυτών, οι οποίοι διαθέτουν ανάλογη εμπειρία και κατανοούν την λειτουργία των μέσων αυτών καθώς και το περιεχόμενο των αναλαμβανόμενων κάθε φορά κινδύνων. Οι κυριότεροι κίνδυνοι που συνδέονται με τις συναλλαγές σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα είναι οι ακόλουθοι: α. Κίνδυνοι συνδεόμενοι με το επενδυτικό προϊόν (Product risk) Προθεσμιακά Συμβόλαια (future) - Μόχλευση Οι συναλλαγές σε Συμβόλαια Μελλοντικής εκπλήρωσης ενέχουν υψηλό βαθμό κινδύνου, απόρροια του φαινομένου της μόχλευσης (leverage, gearing) το χαρακτηριστικό τους, δηλαδή, είναι ότι με αυτά επιχειρείται όπως, με την επένδυση ενός συγκεκριμένου ποσού, επιτευχθούν αποτελέσματα τα οποία, στην αγορά αξιών, θα επιτυγχάνονταν με πολλαπλάσια ποσά. Δεδομένου δηλαδή του ότι το ποσό της ασφάλειας (περιθώριο ασφάλισης) που απαιτείται να καταβληθεί από τον Πελάτη για να συμμετάσχει αυτός σε συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης (future) ανοίγοντας μία «θέση» είναι μικρό σε σχέση με την συνολική αξία του συμβολαίου, μία μικρή σε μέγεθος μεταβολή της αξίας του συμβολαίου θα έχει μία αναλογικά πολύ μεγαλύτερη επίδραση στο κεφάλαιο που έχει επενδυθεί (υπό μορφή ασφαλείας) ή και θα απαιτηθεί να επενδυθεί και άλλο κεφάλαιο για την διατήρηση της θέσεως. Ειδικότερα, σε περίπτωση δυσμενούς μεταβολής της αξίας του συμβολαίου ο Πελάτης υποχρεούται να καταβάλλει πρόσθετο ποσό, που απαιτείται για τον ημερήσιο διακανονισμό, και να συμπληρώσει την απαιτούμενη ασφάλεια (περιθώριο ασφάλισης), για να μην κλείσει η θέση του Πελάτη και χάσει αυτός όλο το επενδυθέν ποσό. Σημειώνεται ότι δεν αποκλείεται να απωλεσθεί ποσό και μεγαλύτερο του αρχικώς επενδυθέντος ποσού. Περαιτέρω, Σελίδα 16 από 46

είναι δυνατό να ορισθεί από τον Κεντρικό Αντισυμβαλλόμενο (π.χ., το τμήμα Εκκαθάρισης και Διακανονισμού των συναλλαγών στην Αγορά Παραγώγων του Χ.Α) ή τον εκάστοτε εκκαθαριστή/διακανονιστή της αγοράς παραγώγων μεγαλύτερη ασφάλεια (υψηλότερο περιθώριο ασφάλισης) ως προϋπόθεση για να διατηρούνται ανοικτές θέσεις. Στην περίπτωση αυτή ο Πελάτης υποχρεούται να καταβάλλει το επιπλέον ποσό για να μην κλείσει η θέση του και χάσει όλο το επενδυθέν ποσό. Εάν ο Πελάτης δεν εκπληρώσει εμπροθέσμως τις υποχρεώσεις αυτές, κλείνει η θέση του και ευθύνεται για την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων του από την εκκαθάριση των συναλλαγών που έχει διενεργήσει επί παραγώγων. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να χάσει όχι μόνον το επενδυθέν ποσό και να χάσει κατ αυτόν τον τρόπο και την προσδοκία του κέρδους, αν στο μέλλον αντιστραφούν τα πράγματα στην αγορά και στο τέλος του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης η θέση που έχει πάρει είναι κερδοφόρα γι αυτόν αλλά και ότι μπορεί να υποχρεωθεί να πληρώσει και επιπλέον ποσά για να καλύψει τη ζημία του. Εντολές του Πελάτη που αποσκοπούν στον περιορισμό πιθανών ζημιών, όπως η «εντολή ορίου» («stop-limit» order) ή η «εντολή ορίου ζημιών» («stop-loss» order), είναι δυνατόν να αποδειχθούν αναποτελεσματικές εξαιτίας συνθηκών της αγοράς οι οποίες δεν θα επιτρέπουν την εκτέλεση τους. Στρατηγικές συνδυασμένων θέσεων (π.χ «straddle», ή «strangle») ενδέχεται να εμπεριέχουν τον ίδιο κίνδυνο με τις απλές θέσεις «αγοράς» ή «πώλησης». ii) Δικαιώματα προαιρέσεως: Διαφοροποίηση κινδύνων Οι συναλλαγές σε Δικαιώματα Προαιρέσεως ενέχουν υψηλό βαθμό κινδύνου, ο οποίος είναι σε κάθε περίπτωση συνάρτηση του είδους των δικαιωμάτων. Ιδιαίτερη σημασία έχει η διάκριση μεταξύ «δικαιωμάτων κλήσης» («call») και «δικαιωμάτων επίδοσης» («put») καθώς και η διάκριση μεταξύ δικαιωμάτων «αμερικανικού τύπου», των οποίων η άσκηση επιτρέπεται οποτεδήποτε εντός της καθορισμένης προθεσμίας και δικαιωμάτων «ευρωπαϊκού τύπου», των οποίων η άσκηση επιτρέπεται μόνον κατά την ημερομηνία λήξης της ορισμένης προθεσμίας. Για την εκτίμηση της κερδοφορίας ορισμένης θέσης θα πρέπει να συνυπολογίζονται όχι μόνον τα πάσης φύσεως τέλη και προμήθειες που βαρύνουν τις σχετικές συναλλαγές, αλλά και το τίμημα των δικαιωμάτων που έχει καταβληθεί στον πωλητή. Ο αγοραστής του Δικαιώματος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει το Δικαίωμα ή να το αφήσει να εκπνεύσει. Σε περίπτωση που τα Δικαιώματα Προαιρέσεως ασκηθούν, εκκαθαρίζονται είτε χρηματικά είτε με την φυσική παράδοση (επί δικαιωμάτων επίδοσης) / παραλαβή (επί δικαιωμάτων κλήσης) της υποκείμενης αξίας των δικαιωμάτων. Εάν η υποκείμενη αξία είναι Συμβόλαιο Μελλοντικής Εκπλήρωσης, ο αγοραστής θα αποκτήσει, αν ασκήσει το δικαίωμα, θέση σε Συμβόλαιο Μελλοντικής Εκπλήρωσης με όλες τις συνακόλουθες υποχρεώσεις για την καταβολή ή συμπλήρωση του περιθωρίου ασφάλισης και τον ημερήσιο ή τελικό διακανονισμό της θέσης αυτής, οπότε ισχύουν τα ανωτέρω υπό α. i. εκτεθέντα. Σε περίπτωση εκπνοής του δικαιώματος προαίρεσης χωρίς αυτό να ασκηθεί, ο Πελάτης υφίσταται την ολική απώλεια του επενδεδυμένου κεφαλαίου, το οποίο αποτελείται από το τίμημα του δικαιώματος, τα πάσης φύσεως τέλη και τις προμήθειες. Ο πωλητής δικαιώματος προαιρέσεως είναι εκτεθειμένος σε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο από τον αγοραστή. Ενώ το τίμημα που καταβάλλεται στον πωλητή του Δικαιώματος είναι ορισμένο, το μέγεθος της ζημίας που μπορεί να υποστεί ο πωλητής είναι πολύ μεγαλύτερο αυτού του ποσού. Ειδικότερα, σε περίπτωση δυσμενούς μεταβολής της αξίας του Δικαιώματος ο πωλητής υποχρεούται να συμπληρώσει το απαιτούμενο περιθώριο ασφάλισης. Περαιτέρω, σε περίπτωση που ορισθεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο (π.χ., το τμήμα Εκκαθάρισης και Διακανονισμού των συναλλαγών στην Αγορά Παραγώγων του Χ.Α) ή τον εκάστοτε εκκαθαριστή και διακανονιστή της αγοράς παραγώγων υψηλότερο περιθώριο ασφάλισης, ο πωλητής υποχρεούται να καταβάλλει το επιπλέον ποσό. Εάν ο πωλητής δεν εκπληρώσει εμπροθέσμως τις υποχρεώσεις αυτές, η Εταιρεία ή ο Κεντρικός Σελίδα 17 από 46

Αντισυμβαλλόμενος ή ο Εκκαθαριστής/Διακανονιστής κλείνουν τη θέση του Πελάτη / πωλητή, ο οποίος ευθύνεται για την εκπλήρωση όλων των τυχόν πρόσθετων υποχρεώσεων του από την εκκαθάριση των συναλλαγών αυτών. Περαιτέρω, ο πωλητής είναι εκτεθειμένος στον κίνδυνο άσκησης του δικαιώματος από τον αγοραστή. Ο κίνδυνος ζημίας του πωλητή δικαιώματος μπορεί να είναι απεριόριστος, αν δεν έχει διενεργήσει πράξεις για την αντιστάθμιση και κάλυψή του. iii) Ανοικτή πώληση (short selling) Σε περίπτωση πώλησης χρηματοπιστωτικών μέσων που ο Πελάτης δεν διαθέτει και υποχρεούται να έχει στη διάθεσή του κατά την ημέρα διακανονισμού της συναλλαγής (π.χ., προθεσμιακή πώληση), προς παράδοση, ο κίνδυνος του Πελάτη είναι απεριόριστος. Τούτο μπορεί, ενδεικτικώς, να συμβεί σε περίπτωση ανόδου της τιμής του χρηματοπιστωτικού μέσου, οπότε ο Πελάτης εκτίθεται σε σημαντικό κίνδυνο, αφού υποχρεούται να αγοράσει τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα που οφείλει να παραδώσει στην οποιαδήποτε τιμή έχει διαμορφωθεί κατά τον χρόνο οφειλόμενης παράδοσης iv) Παράγωγα επί εμπορευμάτων Τα παράγωγα επί εμπορευμάτων έχουν ιδιαίτερα τεχνικά χαρακτηριστικά, οι δε συναλλαγές επ αυτών ενέχουν αυξημένους κινδύνους μειώσεως ή απώλειας του αρχικώς επενδεδυμένου κεφαλαίου η και πολλαπλάσιου αυτού. Ο Πελάτης αναγνωρίζει ότι οι συναλλαγές σε παράγωγα επί εμπορευμάτων είναι κατάλληλες μόνο για ορισμένες κατηγορίες επενδυτών οι οποίοι διαθέτουν ανάλογη εμπειρία και αντιλαμβάνονται πλήρως την λειτουργία των μέσων αυτών καθώς και των αναλαμβανόμενων κάθε φορά κινδύνων. Ο Πελάτης δηλώνει ότι κάθε μια και όλες οι συναλλαγές του σε παράγωγα επί εμπορευμάτων θα διενεργηθούν με δική του ευθύνη. Ο Πελάτης δηλώνει και βεβαιώνει την Εταιρεία ότι, πέραν των αναφερομένων στην παρούσα ενότητα κινδύνων που αφορούν στις συναλλαγές επί παραγώγων χρηματοπιστωτικών μέσων, έχει λάβει γνώση και αποδέχεται τους ακόλουθους επιπρόσθετους κινδύνους που ενέχουν οι συναλλαγές επί παραγώγων σε εμπορεύματα: Οι συναλλαγές σε παράγωγα επί εμπορευμάτων ενέχουν υψηλό βαθμό κινδύνου, απόρροια του φαινομένου της μόχλευσης (leverage, gearing). Δεδομένου του ότι η αξία του απαιτούμενου περιθωρίου ασφάλισης για το άνοιγμα μίας θέσης υπολείπεται κατά πολύ της συνολικής αξίας του σχετικώς καταρτιζόμενου συμβολαίου, μία μικρή σε μέγεθος μεταβολή της αξίας του συμβολαίου θα προκαλέσει μία αναλογικά πολύ μεγαλύτερη μεταβολή στο κεφάλαιο που έχει επενδυθεί ή θα απαιτηθεί να επενδυθεί για την διατήρηση της θέσης. Οι διακυμάνσεις των τιμών των παραγώγων επί εμπορευμάτων είναι κατά κανόνα αρκετά μεγαλύτερες από τις συνήθεις διακυμάνσεις των τιμών των λοιπών χρηματοπιστωτικών μέσων. Επιπλέον, οι τιμές των παραγώγων επί εμπορευμάτων επηρεάζονται και καθορίζονται από πλήθος αστάθμητων παραγόντων όπως, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά: προσφορά και ζήτηση, καιρικές συνθήκες, κυβερνητικές πολιτικές σχετικά με το εμπόριο και την γεωργία, μεταβολές επιτοκίων, ειδικοί γεωπολιτικοί κίνδυνοι, τιμές πληθωρισμού, υποτιμήσεις ή ανατιμήσεις νομισμάτων κ.τ.λ.. Εφίσταται η προσοχή του Πελάτη στις επιπτώσεις των προαναφερθέντων παραγόντων σε σχέση με περιοχές / χώρες όπου εντοπίζονται μεγάλες παραγωγές των εμπορευμάτων που συνιστούν την υποκείμενη αξία των σχετικών παραγώγων. Οι οικονομικές συνθήκες της εκάστοτε αγοράς παραγώγων επί εμπορευμάτων (π.χ., ύπαρξη ή έλλειψη ρευστότητας) και οι κανόνες λειτουργίας της (π.χ., ύπαρξη και αυστηρότητα θεσμικού πλαισίου και εποπτείας της αγοράς, δικλείδες ασφαλείας της ομαλής λειτουργίας της, προσωρινή διακοπή συνεδριάσεων, αναστολή Σελίδα 18 από 46