Ο Άγιος Απόστολος Θωμάς Ο Άγιος Θωμάς έζησε στα χρόνια του Ιησού Χριστού. Ήταν Ιουδαίος στην καταγωγή και ασκούσε το επάγγελμα του ψαρά. Όταν ο Ιησούς κάλεσε τον Θωμά να τον ακολουθήσει, εκείνος το έκανε αμέσως και έτσι από φτωχός ψαράς έγινε ένας από τους μαθητές του Χριστού. Παρόλο που ήταν από τους πιο θερμούς μαθητές του Ιησού, πίστεψε ότι ο Δάσκαλος του αναστήθηκε μόνο όταν μπόρεσε να ψηλαφίσει τις πληγές Του, κατά την διάρκεια της δεύτερης εμφάνισης του Χριστού, στους μαθητές, μετά την Ανάσταση Του. Όπως αναφέρουν οι γραφές κατά την πρώτη εμφάνιση του Ιησού στους μαθητές, ο Άγιος Θωμάς απουσίαζε. Μετά την Πεντηκοστή και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, ο Άγιος Θωμάς, όπως και όλοι οι υπόλοιποι απόστολοι, ακολούθησε την επιθυμία του Δημιουργού και ταξίδεψε μεταφέροντας τον Θείο Λόγο σε μακρινούς τόπους. Μετά από Θεία Παρέμβαση, ο Άγιος Θωμάς ταξίδεψε ως την Ινδία, ως δούλος του εμπόρου Αμβανή. Ο Αμβανής είχε σταλθεί από τον Ινδό βασιλιά Γουνδιαφόρο, στην Ιερουσαλήμ, για να βρει ένα κτίστη ο οποίος θα αναλάμβανε την ανέγερση ενός ανακτόρου. Υπό αυτήν την ιδιότητα ο Άγιος Θωμάς οδηγήθηκε στην Ινδία από τον Αμβανή. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού, ο Άγιος Θωμάς ξεκίνησε το ιεραποστολικό του έργο, προσηλυτίζοντας και βαπτίζοντας Χριστιανούς πολλούς ειδωλολάτρες.
Το ταξίδι όμως τελείωσε κάποια στιγμή και ο Άγιος Θωμάς παρουσιάστηκε στον βασιλιά Γουνδιαφόρο. Από αυτόν έλαβε την εντολή και το απαραίτητο χρυσάφι ώστε να του χτίσει ένα ανάκτορο. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Αγίου Θωμά, ο Γουνδιαφόρος αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη. Κατά την διάρκεια της απουσίας του, η οποία διήρκεσε τρία χρόνια, ο Άγιος Θωμάς λάμβανε με εντολή του βασιλιά χρυσάφι το οποίο έπρεπε να χρησιμοποιήσει για την ανέγερση του ανακτόρου. Αντί αυτού όμως, ο Άγιος Θωμάς ανέπτυξε μεγάλη ιεραποστολική δράση στην περιοχή και το χρυσάφι το μοίραζε στους φτωχούς. Η δράση αυτή του Αγίου Θωμά, έφτασε στα αυτιά του Γουνδιαφόρου, ο οποίος κάλεσε τον Άγιο να απολογηθεί για τις πράξεις του. Ο Άγιος αποκρίθηκε στον βασιλιά λέγοντας του ότι πράγματι του έκτισε ένα παλάτι, με την μόνη διαφορά ότι το παλάτι αυτό είναι στον ουρανό, εννοώντας ότι οι καλές πράξεις που έγιναν με το χρυσάφι του Γουνδιαφόρου, του εξασφάλισαν μια θέση στην Ουράνια Βασιλεία του Ιησού Χριστού. Ο βασιλιάς θεωρώντας ότι ο Άγιος Θωμάς τον κοροϊδεύει διέταξε την φυλάκιση του Αγίου. Η Θεία Πρόνοια όμως οδήγησε έτσι τα πράγματα ώστε ο βασιλιάς πείστηκε για την αλήθεια των λόγων του Αγίου Θωμά. Τον έβγαλε από την φυλακή και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον Άγιο. Το παράδειγμα του Γουνδιαφόρου ακολούθησαν πολλοί και βαπτίσθηκαν και αυτοί Χριστιανοί. Ο Άγιος Θωμάς έχοντας τελειώσει το αποστολικό του έργο στην περιοχή αυτή, ταξίδεψε προς τα ανατολικά και έφτασε σε μια άλλη περιοχή της Ινδίας όπου βασιλιάς ήταν ο Μίσδιος. Στον τόπο αυτό, για άλλη μια φορά, ο Άγιος Θωμάς άρχισε να «αλιεύει» ψυχές, βαπτίζοντας πολλούς χριστιανούς. Μεταξύ αυτών που βαπτίσθηκαν ήταν και η γυναίκα του Μισδίου. Αυτό ήταν και η αιτία που ο Άγιος Θωμάς φυλακίστηκε μετά από εντολή του
βασιλιά. Στην φυλακή, συνέχισε το αποστολικό του έργο, βαπτίζοντας ανθρώπους μεταξύ των οποίων και τα παιδιά του βασιλιά. Μετά από αυτό ο Μίσδιος έδωσε εντολή να θανατωθεί ο Άγιος. Έτσι κι έγινε. Πάνω σε ένα βουνό οι στρατιώτες του Μισδίου θανάτωσαν τον Άγιο Θωμά. Το σώμα του έθαψαν οι Χριστιανοί της περιοχής και στον τάφο του γίνονταν πολλά θαύματα. Το ιερό λείψανο του Αγίου Θωμά, παρέμεινε εκεί έως ότου ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1204 μ.χ. το λείψανο μεταφέρθηκε στην Ρώμη, μαζί με τα λείψανα άλλων Αγίων που είχαν συγκεντρωθεί στην Βασιλεύουσα. Την μνήμη του Αγίου Θωμά εορτάζουμε στις 6 Οκτωβρίου. Απολυτίκιο του Αγίου Θωμά: Ως Θείος Απόστολος, θεολογίας κρουνούς, ενθέως εξήντλησας, εκ λογχονύκτου πλευράς Χριστού του Θεού ημών όθεν της ευσεβείας, κατασπείρας τον λόγον, έλαψας, εν Ινδία, ως ακτίς ουρανία, Θωμά των Αποστόλων το Θείον αγλάϊσμα. Τα πάντα Έν πάσι Χριστός
Λόγος Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ἐγώ πατήρ, ἐγὼ ἀδελφός, ἐγὼ Νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφεύς, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ῥίζα,ἐγὼ θεμέλιος. Πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ. Μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ δουλεύσω. Ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος καὶ ξένος καὶ κεφαλὴ καὶ ἀδελφὸς καὶ μήτηρ. Πάντα ἐγώ μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ, καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ, ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρί, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ καὶ ἀδελφὸς καὶ συγκληρονόμος καὶ φίλος καὶ μελος.τί πλέον θέλεις; (Και η μετάφραση: Εγώ είμαι πατέρας, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφή, εγώ ένδυμα, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιο, κάθε τι το οποίο θέλεις εγώ να μην έχεις ανάγκη από τίποτε. Εγώ και θα σε υπηρετήσω διότι ήλθα να υπηρετήσω, όχι να υπηρετηθώ. Εγώ είμαι καί φίλος, και μελος του σώματος καί κεφαλή καί αδελφός, καί αδελφή καί μητέρα, όλα εγώ αρκεί να διάκεισαι φιλικά προς εμένα. Εγώ έγινα πτωχός γιά σένα έγινα καί επαίτης για σένα ανέβηκα επάνω στόν Σταυρό για σενα ετάφηκα για σένα στον ουρανό άνω γιά σένα παρακαλώ τόν Πατέρα κάτω στή γή εστάλην από τον Πατέρα ως μεσολαβητής γιά σενα. Ολα γιά μένα είσαι σύ και αδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος τού σώματος. Τι περισσότερο θέλεις;
(Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ΕΠΕ τ. 12, σελ. 34) Η καλή απιστία του Θωμά Μοναχός Μωϋσής Αγιορείτης Η Εκκλησία μας την απιστία του Θωμά, σ ένα τροπάριο της, την ονομάζει καλή. Δικαιολογημένα κάποιος θα διερωτηθεί υπάρχει άραγε καλή και κακή απιστία; Φαίνεται ότι υπάρχει, αφού ό,τι το ανθρώπινο δεν είναι αμιγώς καλό ή κακό. Σ έναν με καθαρή συνείδηση, αγαθή καρδιά και ταπεινό λογισμό, όλα είναι ξεκάθαρα. Σ έναν που έχει μολυνθεί από τον ιό της απιστίας, όλα είναι σκοτεινά και ταραγμένα. Μακάρι να είχαμε την καλή απιστία του Απ. Θωμά! Θα λέγαμε ότι η αμφιβολία, ο δισταγμός και η ολιγοπιστία, είναι φυσιολογικά σ έναν άνθρωπο που αναζητά το Θεό με το νου του. Οι απόστολοι του Χριστού, τον παρακαλούσαν να τους προσθέσει πίστη, στην υπάρχουσα πίστη τους. Η απιστία όμως, είναι πνευματικό νόσημα σοβαρό. Η πίστη είναι υπέρλογη και η απιστία παράλογη. Η απιστία συχνά-πυκνά, προέρχεται από επιπολαιότητα, από ρηχότητα σκέψεως, από άστατο βίο και μπερδεμένη συνείδηση. Η περίπτωση του Θωμά, που απουσίαζε κατά την εμφάνιση του Αναστημένου Χριστού στους συμμαθητές του, είναι χαρακτηριστική. Είναι γεγονός ότι ο Θωμάς αμφιβάλλει, δεν απιστεί όμως, αλλά ζητά τεκμήρια για τη βεβαίωση της πίστεώς του. Ο γνωστός για τον ενθουσιασμό του και από άλλες περιπτώσεις
Θωμάς δεν είναι ένας σκεπτικιστής απομονωμένος και μειονεκτικός. Τολμά, αναζητά, ανιχνεύει, ψάχνει. Ζητά την αλήθεια, μια άμεση επαφή μαζί της. Ο Χριστός δεν δυσκολεύεται να του την προσφέρει. Ξανάρχεται να τον συναντήσει. Ξανάρχεται και για τον καθένα μας. Η πίστη αρκετών χριστιανών, μερικές φορές, είναι νερόβραστη, πιο ψυχρή και από την απιστία. Την έχουμε την πίστη ως πανοπλία και καλή αμφίεση για να κτυπάμε, να μη μας κτυπούν, να μας εκτιμούν, θαυμάζουν και προσέχουν. Δεν τολμούμε ποτέ να ψάξουμε βαθύτερα τη νομιζόμενη πίστη μας, δεν θέλουμε επ ουδενί να την αμφισβητήσουμε, μη κι εκτεθούμε. Η θερμή πίστη δίνει πνευματική υγεία, ισορροπία, στηριγμό, ενδυνάμωση, ελπίδα κι εμπιστοσύνη στο Θεό. Μερικές φορές, ας μη φοβηθούμε να το ομολογήσουμε, η πίστη μας έχει αρκετά στοιχεία μυστικής εγωπάθειας και νοσηρής συναισθηματικότητας. Φθάνει μάλιστα μια λαθεμένη πίστη σ ένα αντικοινωνικό σκεπτικισμό, που προσφέρει ένα αρκετά κακό παράδειγμα στους άλλους. Αναζητώντας το Θεό και βλέποντας εμάς έτσι, κάνουν πίσω. Ο Θωμάς δεν ήταν σίγουρα κακόπιστος ούτε ευκολόπιστος. Ήταν ειλικρινής, ντόμπρος, γνήσιος, ατόφιος, τίμιος και αληθινός. Ήταν αυτός που ήταν. Η καλή του απιστία έκανε το Χριστό να ξανάλθει γι αυτόν. Ο Χριστός του προσφέρθηκε για την ειλικρίνειά του. Δεν τον επετίμησε, που ζήτησε να τον δει, να τον ψηλαφήσει. Όμως τελικά μακάρισε κι ευλόγησε αυτούς που δεν θα δουν και θα πιστέψουν. Η απιστία φυσικά είναι ελεύθερη επιλογή του καθενός. Η απιστία λέει πως βασίζεται μόνο σε ό,τι βλέπει και πιάνει και κατανοεί η λογική. Αυτό είναι ένας εξαναγκασμός και μια ευκολία κουραστική. Η πίστη θα λέγαμε είναι με δυσκολία, επικινδυνότητα, ρίσκο και τόλμη. Γι αυτό μακαρίζει αυτούς που πιστεύουν χωρίς χειροπιαστές αποδείξεις. Η πιο δυνατή απόδειξη είναι η βεβαίωση της καρδιάς μας. Ο δυσκολόπιστος Θωμάς είναι αδελφός μας, είναι αδύναμος, αλλά καλοπροαίρετος σίγουρα. Στο Άγιον Όρος την ημέρα αυτή έχουμε σε όλες τις μονές αγρυπνία, γιατί τέτοια ημέρα απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό. Όπως πληροφορούμαστε ο κόσμος κατά τις εορτές του Πάσχα ήταν περισσότερος από άλλοτε στις εκκλησίες. Αυτό σημαίνει ότι
η πίστη δεν έσβησε. Μπορεί όμως να γίνει βαθύτερη και θερμότερη. Ο Θωμάς δεν είναι των απίστων. Αλλά των δυσπίστων, των ολιγοπίστων και τελικά των πιστών. Η καλή του απιστία ας μας προβληματίσει γόνιμα. Εκκλησια μία ζωοδόχος πηγή Πρίν από 1500 περίπου χρόνια σε κάποια εξοχή της Kωνσταντινουπόλεως, κάπου εκεί σ έναν έρημο δρόμο, ένας δυστυχισμένος άνθρωπος φώναζε «βοήθεια!». Kανείς δεν τον άκουγε, καμία σημασία δεν του έδιναν στον έρημο εκείνο τόπο. Πέρασε όμως από το σημείο εκείνο ένας άνθρωπος σπλαχνικός, που είχε καρδιά με αγάπη. Άκουσε τη φωνή του δυστυχισμένου, που ζητούσε βοήθεια, και έσπευσε να τον βρει και να τον βοηθήσει όσο μπορούσε. Tον βρήκε σε ελεεινή κατάστασι.ήταν τυφλός και έμενε εκεί. Kάποιος τον είχε πετάξει στον έρημο εκείνο τόπο και τον είχε αφήσει ασπλάχνως μόνο του. O τυφλός είχε μέρες νηστικός, πεινασμένος και διψασμένος. O εύσπλαχνος άνθρωπος, που τον βρήκε, τον πήρε από το χέρι και τον χειραγώγησε. O τυφλός του λέει Έχω μέρες να πιώ νερό σε παρακαλώ, νεράκι θέλω. Eκείνος έψαξε. Mπήκε σ ένα δάσος. Προχώρησε γιά να βρει πηγή. Δεν βρήκε. Tότε ακούει μια φωνή, μιά μυστηριώδη φωνή
Δεν χρειάζεται ν αγωνιάς. Tο νερό είναι κοντά. Προχώρει και θα το βρεις. Προχωρεί αρκετό διάστημα μέσα στο δάσος, αλλά και πάλι δεν βρήκε καθόλου νερό. Aκούει ξανά τη φωνή Mην απογοητεύεσαι. Προχώρει και θα βρείς. Προχώρησε λίγο ακόμα μέσα στο δάσος. Kαι τότε εκεί βρίσκει ένα γάργαρο δροσερό νερό. Έδωσε στο διψασμένο να πιει. O τυφλός ήπιε και ευφράνθηκε. Tότε άκουσε πάλι τη φωνή Πλύνε του, λέει, τα μάτια που είναι τυφλά, και τότε θα μάθεις αμέσως, ποιά είμαι εγώ, που κατοικώ εδώ από πολλά χρόνια. Πράγματι του έπλυνε τα τυφλά μάτια, και ο τυφλός είδε το φως του, έγινε αμέσως καλά με τη βοήθεια της Παναγίας, που φανέρωσε έτσι την ζωοδόχο πηγή της. Aς μην πιστεύουν οι άπιστοι, δικαίωμά τους. Eμείς πιστεύουμε, ότι πέρα της ύλης συμβαίνουν γεγονότα τεράστια, τα οποία εμείς ονομάζουμε θαύματα, οι δε άλλοι τα εμπαίζουν και τα κοροϊδεύουν. Aλλ εμείς πιστεύουμε στά θαύματα τα οποία έκανε ο Θεός και η Παναγία. Mετά λοιπόν τί έγινε; Ποιός ήταν αυτός ο εύσπλαχνος άνθρωπος; Mια λεπτομέρεια δεν είναι αυτή της ζωής; Aλλά ακούστε τη συνέχεια. Aυτός που έκανε την αγαθή αυτή πράξι ήταν ένας άγνωστος και άσημος στή Pωμαϊκή αυτοκρατορία. Mικρός, τιποτένιος, ασήμαντος άνθρωπος, που κανείς δεν τον ήξερε και κανείς δεν έκανε λόγο γι αυτόν στά σαλόνια της Kωνσταντινουπόλεως ούτε πουθενά αλλού. Ήταν ένας ταπεινός άνθρωπος μακέλλης στο επάγγελμα, δηλαδή κρεοπώλης. Ήταν ο Λέων. Ποιος Λέων; O μετέπειτα αυτοκράτωρ Λέων ο A ο Θραξ, ο λεγόμενος και Mακέλλης (457-474). Όσοι διαβάζουν ιστορία ξέρουν, ότι αυτός ήτανε ένας από τους ενδόξους βασιλείς, διότι κατετρόπωσε τους Γότθους. Ήταν αγαθός και πράος. Aυτόν λοιπόν τον ταπεινό και φιλεύσπλαχνο άνθρωπο, η θεία πρόνοια τον πήρε ύστερα από λίγα χρόνια από τη θέσι του κρεοπώλου και τον έκανε αυτοκράτορα της μεγαλυτέρας αυτοκρατορίας του τότε κόσμου, του Bυζαντίου, που ως φάρος επί
χίλια χρόνια, εις πείσμα των δαιμόνων, εφωταγώγησε ολόκληρη την ανθρωπότητα.o Λέων, όταν έγινε αυτοκράτωρ, δεν λησμόνησε το περιστατικό αυτό. Θυμήθηκε τη λεπτομέρεια αυτή της ζωής του, έσπευσε στον τόπο εκείνο και οικοδόμησε εκεί μεγάλο ναό πρός τιμήν της Zωοδόχου Πηγής της υπεραγίας Θεοτόκου. Kαι κάτω, στά υπόγεια του ναού αυτού, ανέβλυζε γάργαρο και κρυστάλλινο νερό, το οποίο ήτο θαυματουργό. στον τόπο αυτό, που λέγεται Mπαλουκλί, συνέρρεαν χιλιάδες άνθρωποι απ όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας. Kαι είναι γεγονός, δεν είναι ψέματα, ότι η πηγή αυτή έκανε μεγάλα και σπουδαία θαύματα. Aγιασμένο νερό βγαίνει από τη γη και θαυματουργεί. Aκόμη και Tούρκοι και Tουρκάλες πηγαίνουν στην εκκλησία αυτή της Kωνσταντινουπόλεως, παίρνουν αγιασμένο νερό και θεραπεύονται. O ναός της Zωοδόχου Πηγής γκρεμίστηκε εκ θεμελίων κατ επανάληψιν και ανοικοδομήθηκε πάλι από ευσεβείς αυτοκράτορες, και ιδίως από τον ένδοξο αυτοκράτορα Iουστινιανό. O ναός αυτός έχει ιστορία, είναι ιστορικός. Yπάρχει ακόμη και σήμερα. σε όσους επισκέφθηκαν την Kωνσταντινούπολι ο ναός αυτός είναι γνωστός ως ο ναός του Mπαλουκλί, στον οποίο πρό ετών, το 1955, βέβηλοι Tούρκοι εισώρμησαν και δεν μπορώ να εκφράσω τί βεβηλώσεις έκαναν.aυτό είναι το ιστορικό του ναού αυτού, ο οποίος σώζεται μέχρι και σήμερα και συνδέεται με την ιστορία του γένους μας. Όπως στο Mπαλουκλί εορτάζουν την ημέρα της Zωοδόχου Πηγής και ο ναός εκείνος της Θεοτόκου είναι πηγή θείων δωρεών, έτσι να πιστεύουμε, ότι και κάθε εκκλησία που έχει ορθόδοξο παπά και λειτουργεί και τελούνται τα άγια μυστήρια, είναι. Στήν Eκκλησία τρέχει το νερό το αθάνατο της διδασκαλίας του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. Tο νερό αυτό ξεδιψά. Σβήνει τη μεταφυσική δίψα του ανθρώπου. Στήν Eκκλησία επίσης τρέχει το νερό το αθάνατο της θείας χάριτος, που πηγάζει από την υπερτάτη θυσία του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. Tο νερό αυτό θεραπεύει. Δίνει την υγεία στις ανάπηρες και τραυματισμένες ψυχές, διά πρεσβειών της Παναγίας. Aμήν. επίσκοπος Aυγουστίνος Καντιώτης
Ο χρόνος της Ανάστασης είναι η σχέση. π. Λίβυος Βιώνει πληρέστερα την Ανάσταση, εκείνος που γνώρισε τον έρωτα και έμαθε πως ο χρόνος χάνεται μονάχα σε ένα κοίταγμα. Εκεί όπου οι λέξεις και οι έννοιες στέκονται ανήμπορες στην αμεσότητα της εμπειρίας. Γιατί είναι πολύ μεγαλύτερο αυτό που βιώνει ο ερωτευμένος από αυτό που μπορεί να περιγράψει. Ως εκείνον τον χωρικό που κοιτούσε ώρες την Παναγία και σε ερώτηση του νεωκόρου «μα τι κάνετε εκεί;», απάντησε, «τίποτα, απλά την κοιτάω και με κοιτάει..». Η αιωνιότητα δεν είναι αόριστος απρόσωπος χρόνος. Αλλά μία μετοχή σε κοινωνία αναστάσιμων σχέσεων, με τον Θεό και τους ανθρώπους. Ο παράδεισος είναι ο χρόνος που χάνεται στο όνομα της σχέσης. Αυτό που δεν πεθαίνει δεν είναι η φύση μας, αλλά οι σχέσεις μας. Γιατί στην αγάπη και την σχέση η γλώσσα είναι η σιωπή, και στην Ανάσταση ο χρόνος παράδεισος.. Πηγή κειμένου : Πεμπτουσία
Ταπεινοί κατά φύσιν Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου. «Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρυνθῶμεν Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα»! Ο Χριστός μας, μας αξίωσε κι αυτήν την χρονιά να εορτάσουμε αυτήν την μεγάλη και λαμπροφόρο ημέρα της Θείας Αναστάσεως του Χριστού μας. «Πάσχα Κυρίου Πάσχα»! Πάσχα ερμηνεύεται διάβασης. Το ανθρώπινο γένος έλαβε την χάρη, την ευλογία του Θεού, από τη γη να ανέβει στον ουρανό. Να διαβεί δια του προσκαίρου θανάτου στην αθάνατη ζωή. Ο Χριστός μας, μας ελέησε απείρως. Μας λυπήθηκε και κατέβηκε στη γη μας, για να μας ανεβάσει στον ουρανό. Κάθε χρόνο εορτάζουμε το Άγιο Πάσχα. Όλοι το περιμένουμε με μεγάλη λαχτάρα. Για να νοιώσουμε αυτή την ιδιαίτερη χαρά και το φώς της Θείας Αναστάσεως στην ψυχή μας, να γευθούμε «μικρόν» από την απέραντη ευφροσύνη του αιωνίου Πάσχα, να ιδώμεν ολίγον φως από εκείνο που φωτίζει τον άλλο κόσμο, να νοιώσουμε κάτι ελάχιστο από την αιώνια ευτυχία που νιώθουν
επάνω στον ουρανό οι ψυχές που αξιώθηκαν να σωθούν και ήδη εορτάζουν το αιώνιο Πάσχα, το Πάσχα εκείνο που δεν έχει ποτέ τέλος. Για να αισθανθούμε πραγματικά το Πάσχα και να δούμε αληθινά το φώς της Θείας Αναστάσεως, πρέπει να καθαρίσουμε τις αισθήσεις μας από κάθε εμπαθή κίνηση. «Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις, καὶ ὀψόμεθα, τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς ἀναστάσεως, Χριστὸν ἐξαστράπτοντα, καί, Χαίρετε, φάσκοντα». Λέγει ο υμνωδός. Εάν η καρδιά δεν έχει καθαρισθεί, δεν έχει απαλλαγεί από τον απαίσιο εγωισμό, από την υψηλόφρονα διάθεση, εάν δεν έχει ενοικήσει μέσα στην καρδιά η ταπείνωσης του Χριστού, το φώς της Αναστάσεως δεν το βλέπουν τα μάτια της ψυχής, δεν το νιώθει η καρδιά. Ο Χριστός μας, μας έδειξε τον δρόμο της καθάρσεως «Μάθετε απ εμού, ότι πράος είμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών» (Ματθ. 11, 29). Εάν δεν ταπεινώσουμε το φρόνημα κι αν δεν σκύψουμε το κεφάλι και αν δεν πιστέψουμε ακράδαντα ότι είμεθα ένα μηδενικό, ότι ο καθένας μας είναι ο τελευταίος άνθρωπος, ο πιο αμαρτωλός, ότι είναι αυτός που θα πάει στην κόλαση, δεν πρόκειται να νιώσουμε την ιδιαίτερη χαρά της Αγίας Αναστάσεως και να γιορτάσουμε μυστικά και απόρρητα μέσα στην καρδιά το Πάσχα του Χριστού. «Πᾶς ὑψηλοκάρδιος, ἀκάθαρτος ἐνώπιον Κυρίου» (Παροιμ. 16, 5) και «Ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ιακ. 4, 6). Ο Θεός εισακούει την προσευχή του ταπεινού. Μόνον δια της ταπεινώσεως καθαρίζεται ιδιαίτερα η καρδιά. Κάθε αρετή, κάθε προσπάθεια, κάθε βία έχει σαν σκοπό την κάθαρση της καρδιάς. Η ταπείνωσης δε, είναι το πιο δραστικό φάρμακο. Έκλινεν ουρανούς και κατέβη ο Χριστός. Κατέβηκε, χαμήλωσε, ταπεινώθηκε, ήλθε κοντά μας σαν άνθρωπος, αλλά ήταν Θεάνθρωπος, Θεός και άνθρωπος! Εμείς οι άνθρωποι, και πρώτος εγώ, δεν κλίνουμε τον αυχένα μας ενώπιον του Κυρίου, δεν ταπεινώνουμε το φρόνημα, γιατί μέσα μας ζει το στοιχείο της υπερηφάνειας. Παρ ότι αγωνιζόμεθα να ξεπεράσουμε αυτήν την εμπάθεια, όμως, εκεί που νομίζουμε ότι
«τώρα νιώθουμε ταπείνωση» μετά από λίγες στιγμές πάλι φουντώνει η υπερηφάνεια, γιατί κάτι αισθανθήκαμε στην προσευχή, κάτι είπαμε καλό, κάτι κατορθώσαμε. Το κεντρί της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας μας κεντά και μας φουντώνει και νιώθουμε ότι κάτι κατορθώσαμε.. Όλα αυτά φανερώνουν πόσο έχουμε κλειστά τα μάτια της ψυχής μας και δεν τα νιώθουμε, όχι ότι δεν πιστεύουμε. Στη θεωρία τα πιάνουμε όλα αυτά, αλλά η καρδιά μένει αμέτοχη. Γιατί είναι αμέτοχη; Γιατί, αν όχι ολοκληρωτικά, σίγουρα εν μέρει δεν έχει καθαρισθεί. Για αυτό και δεν αισθάνεται. Δεν έγινε ο κόπος, δεν έγινε η υπομονή στον πόνο για την θεραπεία του εγωισμού. Η καρδιά δεν πόνεσε, δεν υπέμεινε το ξερίζωμα της ρίζας του εγωισμού. Για αυτό ακριβώς έχουμε και αυτά τα αποτελέσματα. Πρέπει απαραιτήτως να καταλάβουμε σιγά σιγά, να ιδούμε τον εγωισμό μέσα και να πάρουμε θέση, να δώσουμε μάχη. Όταν μας γίνεται ο έλεγχος, όταν μας γίνονται οι παρατηρήσεις, να μεμφώμεθα τον εαυτό μας, να τον κατηγορούμε, να τον μαστίζουμε, να τν χτυπάμε, να ρίχνουμε την ευθύνη πάνω μας, να δικαιώνουμε τον άνθρωπο που μας έκανε τον έλεγχο και τον καυτηριασμό, να ευγνωμονούμε τον Θεό που κάνει αυτή την προσπάθεια της καθάρσεως και κάμνοντας αυτόν τον αγώνα, σιγά σιγά, χάριτι Θεού, θα απαλλασώμεθα. Θα ελευθερώνεται η καρδιά, θα ξεριζώνονται οι ρίζες της εμπαθείας και θα έρθουμε στη θέση και στην κατάσταση να νιώσουμε την ψυχική υγεία, να νιώσουμε με αίσθηση αυτά που έχουν σχέση με τον άλλο κόσμο και τότε θα μπορέσουμε να δούμε το φώς της Θείας Αναστάσεως. «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι» το λέμε, το ομολογούμε, αλλά το νιώθουμε, το βλέπουμε; Όχι! Εγώ προσωπικά, όχι! Πότε θα το δούμε; Όταν αξιωθούμε της καθάρσεως! Να κάνουμε αγώνα κατά του εγωισμού οπλισμένοι με την προσευχή. Το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με» να μην σταματά, ει δυνατόν νύχτα μέρα. Το σώμα, όταν απουσιάζει η ψυχή, βρωμάει,
σκουληκιάζει, σαπίζει, γίνεται εστία μολύνσεως. Όταν απουσιάζει η προσευχή από την ψυχή, η ψυχή υπομένει τα ίδια πράγματα. Πάντα να έχουμε προ οφθαλμών μας το πώς να χτυπήσουμε, να σκοτώσουμε αυτό το θηρίο, που είναι μέσα μας, τον εγωισμό, και συνεχώς να προσευχώμεθα. Να ευωδιάζουμε το ναό του Θεού, που είναι το σώμα και η ψυχή του ανθρώπου, με την προσευχή. Και εν τω σώματι και εν τω πνεύματι να δοξάζουμε τον Άγιο Θεό. Χρειάζεται αγώνας. Και το πρώτο και κύριο αγώνα πρέπει να τον κάνουμε πρώτοι οι υπεύθυνοι. Εμείς πρέπει να δίνουμε το καλό παράδειγμα και στην συνέχεια οι ακολουθούντες να αγωνίζονται, ώστε όλη μαζί η αδελφότης να αξιωθούμε να γιορτάσουμε αιώνια και ατελεύτητα το Πάσχα της σωτηρίας μας στον άλλο κόσμο, στην αιώνια ζωή, στην Άνω Ιερουσαλήμ, μέσα στο απρόσιτον φώς, μέσα στο υπερλαμπρον φως, μέσα στην άπειρο χαρά του Θεού, εκεί που οι άγγελοι περιπολεύουν, υμνολογούν και παρίστανται στον εν Τριάδι Θεό και αναπέμπουν δοξολογίες και ύμνους ατελεύτητα και αιώνια. Αμήν πηγή κειμένου: γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου «Η τέχνη της σωτηρίας», εκδ. Ιεράς Μονής Φιλοθέου, Άγιον Όρος, 2005. Μπορείτε να ακούσετε την ομιλία του γέροντα Εφραίμ στο παρακάτω σύνδεσμο http://www.pantokrator.info/gr/logos/g_efraim_phil/033_peri_xa RAS_ANASTASEOS_KAI_TAPEINOFROSYNHS.mp3
Τα χαρμόσυνα αναστάσιμα βιώματα του Αγίου Πορφυρίου https://www.youtube.com/watch?v=oothu07kp1a Από τον αείμνηστο Καθηγητή Γεώργιο Παπαζάχο Αντί άλλης Πασχάλιας ευχής, θα σας μεταφέρω τα χαρμόσυνα αναστάσιμα βιώματα του μακαριστού γέροντα Πορφυρίου, όπως τα έζησα μια Τρίτη Διακαινησίμου στο κελλάκι του. Πήγα να τον δω σαν γιατρός. Μετά την καρδιολογική εξέταση και το συνηθισμένο καρδιογράφημα με παρεκάλεσε να μη φύγω. Κάθησα στο σκαμνάκι κοντά στο κρεβάτι του. Έλαμπε από χαρά το πρόσωπό του. Με ρώτησε: Ξέρεις το τροπάριο που λέει: «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν»; Ναι γέροντα, το ξέρω. Πες το. Άρχισα γρήγορα-γρήγορα. «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου τήν καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου, απαρχήν. Καί σκιρτώντες υμνούμεν τόν αίτιον, τόν μόνον ευλογητόν των πατέρων καί υπερένδοξον». Το κατάλαβες; Ασφαλώς το κατάλαβα. Νόμισα πως με ρωτάει για τη ερμηνεία του. Έκανε μια απότομη κίνηση του χεριού του και μου είπε: Τίποτε δεν κατάλαβες, βρε Γιωργάκη! Εσύ το είπες σαν βιαστικός ψάλτης Άκου τι φοβερά πράγματα λέει αυτό το τροπάριο: Ο Χριστός με την Ανάστασή Του δεν μας πέρασε απέναντι από ένα ποτάμι, από ένα ρήγμα γης, από μια διώρυγα, από μια λίμνη ή από την Ερυθρά θάλασσα. Μας πέρασε απέναντι από ένα χάος, από μια άβυσσο, που ήταν αδύνατο να την περάσει ο άνθρωπος μόνος. Αιώνες περίμενε αυτό το πέρασμα, αυτό το Πάσχα. Ο Χριστός μας πέρασε από το θάνατο στη ζωή. Γι αυτό
σήμερα «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου τήν καθαίρεσιν». Χάθηκε ο θάνατος. Το κατάλαβες; Σήμερα γιορτάζουμε την «απαρχή» της «άλλης βιωτής, της αιωνίου» ζωής κοντά Του. Μίλαγε με ενθουσιασμό και βεβαιότητα. Συγκινήθηκε. Σιώπησε για λίγο και συνέχισε πιο δυνατά: Τώρα δεν υπάρχει χάος, θάνατος, νέκρωση, Άδης. Τώρα όλα χαρά, χάρις στην Ανάσταση του Χριστού μας. Αναστήθηκε μαζί Του η ανθρώπινη φύση. Τώρα μπορούμε κι εμείς να αναστηθούμε, να ζήσουμε αιώνια κοντά Του Τί ευτυχία η ανάσταση! «Καί σκιρτώντες υμνούμεν τόν αίτιον». Έχεις δει τα κατσικάκια τώρα την άνοιξη να χοροπηδούν πάνω στο γρασίδι. Να τρώνε λίγο από τη μάνα τους και να χοροπηδούν ξανά; Αυτό είναι το σκίρτημα, το χοροπήδημα. Έτσι έπρεπε κι εμείς να χοροπηδούμε από χαρά ανείπωτη για την Ανάσταση του Κυρίου μας και τη δική μας. Διέκοψε πάλι το λόγο του. Ανέπνεα μια ευφρόσυνη ατμόσφαιρα. Μπορώ να σου δώσω μια συμβουλή; συνέχισε. Σε κάθε θλίψη σου, σε κάθε αποτυχία σου να συγκεντρώνεσαι μισό λεπτό στον εαυτό σου και να λες αργά-αργά αυτό το τροπάριο. Θα βλέπεις ότι το μεγαλύτερο πράγμα στη ζωή σου- και στη ζωή του κόσμου όλουέγινε. Η Ανάσταση του Χριστού, η σωτηρία μας. Και θα συνειδητοποιείς ότι η αναποδιά που σου συμβαίνει είναι πολύ μικρή για να χαλάσει τη διάθεσή σου. Μου έσφιξε το χέρι λέγοντας: Σου εύχομαι να σκιρτάς από χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου το χάος από το οποίο σε πέρασε ο Αναστάς Κύριος, «ο μόνος ευλογητός των πατέρων» Ψάλλε τώρα και το «Χριστός Ανέστη». Υστερόγραφο δικό μου «Αληθώς Ανέστη» ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Ο εσπερινός της Αναστάσεως στο νοσοκομείο Αγιος Δημητριος Την Κυριακή του Πάσχα στο νοσοκομείο Αγιος Δημήτριος τελέστηκε ο εσπερινός της Αναστάσεως. Ο εφημέριος του ναού μας π. Κωνσταντίνος επισκέφτηκε τους ασθενείς του νοσοκομείου και τους ευχήθηκε καλη ανάρρωση. Μαζι με το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης του Χριστού δόθηκε σαν ευλογία και το πασχαλινό αυγό μαζι με το Άγιο Φως που φώτισε τους χώρους του ιδρύματος. Ας ευχηθούμε υγεία σε ολους τους αδελφούς μας που αυτές τις άγιες μέρες βρίσκονται στο κρεβάτι του πόνου. Χριστός Ανέστη! Ειρήνη υμίν
Λίγο πριν το ξημέρωμα της «Μιάς των Σαββάτων» οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ κοιμούνται στο βαρύ ίσκιο που ρίχνουν επάνω στην πόλη οι τρεις σταυροί. «Και ιδού σεισμός εγένετο μέγας» (Ματθ. κη 2). Η πόλη τρέμει κι όμως δεν ξυπνά και δε μαθαίνει. Οι μόνοι κάτοικοι που αγρυπνούν αυτή τη νύχτα, οι «τηρούντες της κουστωδίας», «εσείσθησαν» αλλά «εγένοντο ωσεί νεκροί», ανίκανοι κι αυτοί να καταλάβουν. Ο Χριστός Ανέστη και άλλη μια φορά, ως Θεός παντοδύναμος, δεν επιβάλλει την πίστη σε κανέναν, που δεν το επιθυμεί, που δεν το θέλει. Σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση μένει στον κόσμο, αλλά «εμφανίζει» τον εαυτό του σ αυτούς που τον αγαπούν «και ουχί τω κόσμω». Από την πρώτη ώρεα, μετά την Ανάσταση, φανερώνεται ξανά και ξανά σε εκείνους που Τον περιμένουν, σ εκείνους που θα εμπιστευθεί τη μαρτυρία της Αναστάσεώς Του. Οι Απόστολοι και οι Ευαγγελιστές συγκλονισμένοι περιγράφουν τις εμφανίσεις του Κυρίου τους μετά την Ανάσταση. Γράφουν λεπτομέρεις, διασώζουν τις συνομιλίες μαζί Του. Σχεδόν πάντα σ ένα επίπεδο εντελώς προσωπικό, όπου ο Χριστός αγγίζει με μοναδική τρυφερότητα και γνώση κάθε κρυμμένο πόνο τους και πόθο. Στη Μαγδαληνή έφτασε το όνομά της. «Μαρία», και κατάλαβε ποιος είναι αυτός που τη ρωτά: «γύναι, τι κλαίεις; τίνα ζητείς;» μπροστά στον άδειο τάφο. Στις μυροφόρες γυναίκες, που φεύγουν με φόβο και χαρά από το
κενό μνημείο και τρέχουν να μεταφέρουν το μήνυμα του Αγγέλου στους μαθητές Του, έρχεται να τις συναντήσει στο δρόμο τους. «Χαίρετε μη φοβείσθε υπάγετε απαγγείλατε τοις αδελφοίς μου» (Ματθ. κη 9-10). Οι μυροφόρες, οι αδελφοί Του, οι δικοί Του. Στους δυο άνδρες, που φεύγουν αποθαρρημένοι για τους Εμμαούς, φανερώνεται μ άλλη μορφή. Πορεύεται μαζί τους ώρες. Τους ελέγχει στοργικά γιατί μένουν ακόμη «ανόητοι και βραδείς τη καρδία του πιστεύειν» (Λουκ. κδ 25). Τους ερμηνεύει τις Γραφές, που μιλούν για όσα «έδει παθείν τον Χριστόν» και μετατρέπει την πικραμένη καρδιά τους σε φλόγα, που τον αναγκάζει να μείνει μαζί τους. Εκεί στην ευλογία του άρτου τον αναγνωρίζουν και Αυτός γίνεται «άφαντος». Ο Χριστός φεύγει και οι δύο άνδρες τρέχουν αυτή την ώρα της νύχτας πίσω στα Ιεροσόλυμα, στους αδελφούς, τους συναθροισμένους με τους ένδεκα, που ξέρουν ήδη πώς φανερώθηκε ο Χριστός στον Πέτρο. Τα Ιεροσόλυμα βυθίστηκαν κι απόψε ξανά στον ίδιο βαρύ ύπνο, σχεδόν σαν θάνατο, και αυτοί οι λίγοι άνδρες και γυναίκες, που συνεπαρμένοι μιλούν για το Χριστό, λούζονται ξαφνικά στο φως της Θείας παρουσίας Του. «Αυτός ο Ιησούς έστη εν μέσω αυτών και λέγει αυτοίς ειρήνη υμίν» (Λουκ. κδ 36). Γίνονται έμφοβοι, ταράσσονται, δεν πιστεύουν από τη χαρά τους και θαυμάζουν. Ο Κύριός τους το ξέρει και τους φωνάζει: «Εγώ ειμι ψηλαφήσατέ με και ίδετε» (Λουκ. κδ 39). Σε ποιον φωνάζεις «εγώ είμαι», αν δεν τον αγαπάς και δε σε ξέρει; Αυτοί είναι οι στενά δικοί Του. Τους ζητά ακόμη και τροφή. Και έφαγε μπροστά τους, μετά την Ανάσταση, ψημένο ψάρι και κηρύθρα μέλισσας για να τον πιστέψουν.
Στο δύσπιστο Θωμά χαρίζεται ως φίλος. Έλα άγγιξε εσύ τα διάσημα της αγάπης μου και «μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός» (Ιωάν. κ 27). Ύστερα χάρισε ο Απόστολος Θωμάς στους πιστούς όλων των εποχών τη θριαμβευτική ομολογία του: «ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Χριστός Ανέστη. Χ.Φ.Δ. Πασχάλια Πίστη π. Αλέξανδρος Σμέμαν Τις μέρες μετά το Πάσχα, επιστρέφω συνεχώς και ασυνείδητα στο ίδιο ερώτημα: αν η πρωτάκουστη διαβεβαίωση «Χριστός ανέστη» περιέχει ολόκληρη την ουσία, το βάθος και το νόημα της χριστιανικής πίστης, αν κατά τα λόγια του αποστόλου Παύλου «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενή δε και η πίστις υμων» (Α Κορ. 15,14), τι να σημαίνει τότε άραγε αυτό το γεγονός για τη ζωή μου; Άλλο ένα Πάσχα ήρθε και έφυγε. Για άλλη μια φορά ζήσαμε αυτή την εκπληκτική νύχτα, τη θάλασσα των αναμμένων κεριών, τη μεγάλη συγκίνηση, εκεί ήμασταν ξανά, στο μέσο μιας ακολουθίας ακτινοβόλας χαράς, που ολόκληρο το περιεχόμενό της ήταν σαν ένας ύμνος αγαλλιάσεως: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια, εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται».
Τι χαρούμενα νικητήρια λόγια! Τα πάντα ενώνονται: ουρανός, γη και το υποχθόνιο βασίλειο του θανάτου. Ολόκληρος ο κόσμος συμμετέχει σ αυτή τη νίκη και στην ανάσταση του Χριστού ανακαλύπτει το δικό του νόημα και τη δική του αυτοπεποίθηση. Όμως πέρασε, η νύχτα τέλειωσε, η γιορτή ολοκληρώθηκε, αφήνουμε το φως και επιστρέφουμε στον κόσμο, κατεβαίνουμε στη γη και εισερχόμεθα πάλι στην ομαλότητα, στην καθημερινότητα, στην πραγματικότητα της ζωής μας. Και τι βρίσκουμε; Όλα είναι ίδια, τίποτε δεν άλλαξε, και φαίνεται πώς τίποτε, απολύτως τίποτε δεν έχει κάτι το κοινό με τον ύμνο που ακούσαμε στην εκκλησία, «εορταζέτω γουν πασα κτίσις την έγερσιν Χριστου, εν ω εστερέωται». Και τώρα αμφιβολίες αρχίζουν να εισβάλλουν στην ψυχή μας. Αυτά τα τόσο όμορφα και υπέροχα λόγια -πιο όμορφα και υπέροχα από κάθε άλλο λόγο πάνω στη γη- μπορούν να είναι απλώς μια ψευδαίσθηση, ένα όνειρο; Η ψυχή και η καρδιά πίνουν παθιασμένα απ ; αυτά τα λόγια, αλλά η ψυχρή λογική αποφαίνεται: όνειρα, αυταπάτη! Δυο χιλιάδες χρόνια πέρασαν και τι μπόρεσαν να κάνουν αυτά τα λόγια; Θεέ μου, πόσο συχνά οι χριστιανοί δε χαμηλώνουν το κεφάλι τους βλέποντας το, και ούτε καν προσπαθούν να συναρμολογήσουν τα κομμάτια του πάζλ. Άφησέ μας μόνους, μοιάζει να λένε στον κόσμο, άφησέ μας το τελευταίο πράγμα που μας απόμεινε, την άνεση και τη χαρά! Μην ανακατεύεσαι τη στιγμή που διακηρύσσουμε στις εκκλησιές, πίσω από κλειστές πόρτες, πώς ολόκληρος ο κόσμος αγάλλεται. Αν δεν ανακατευτείς, δε θα ανακατευτούμε κι εμείς στον τρόπο με τον οποίο ευχαριστείσαι να κτίζεις, να κατευθύνεις και να ζεις σ αυτόν τον κόσμο Στη βαθύτερη όμως γωνιά της συνείδησής μας, γνωρίζουμε πώς αυτή η ατολμία και αυτός ο μινιμαλισμός, αυτή η εσωτερική φυγή σ ένα μυστικό εορτασμό είναι ασυμβίβαστη με το αυθεντικό νόημα και τη χαρά του Πάσχα. Ο Χριστός ή ανέστη ή δεν ανέστη. Ή το ένα ή το άλλο! Αν ανέστη (γιατί άλλωστε θα είχαμε την πασχαλινή αγαλλίαση να γεμίζει ολόκληρη τη νύχτα με φως, θρίαμβο και νίκη), αν σε μια αποφασιστική και μοναδική στιγμή
στην ανθρώπινη και παγκόσμια ιστορία, αυτή η ανήκουστη νίκη πάνω στο θάνατο συνέβη πραγματικά, τότε όλα τα πράγματα του κόσμου έχουν γίνει όντως διαφορετικά και νέα, είτε οι άνθρωποι το γνωρίζουν είτε όχι. Τότε όμως εμείς, ως πιστοί, ως αυτοί που χαρήκαμε και γιορτάσαμε, έχουμε την ευθύνη να γνωρίσουν και να πιστέψουν και άλλοι, να δουν, να ακούσουν και να εισέλθουν σ αυτή τη νίκη και σ αυτή τη χαρά. Οι πρώτοι χριστιανοί δεν αποκαλούσαν την πίστη τους θρησκεία, αλλά Καλά Νέα («Ευαγγέλιον»), και είχαν σκοπό να το διαδώσουν και να το διακηρύξουν στον κόσμο. Γνώριζαν και πίστευαν πώς η ανάσταση του Χριστού δεν ήταν απλώς ευκαιρία για μία ετήσια γιορτή, αλλά πηγή μιας ενεργητικής και μεταμορφωμένης ζωής. Αυτό που άκουγαν να ψιθυρίζεται, το φώναζαν «από των δωμάτων» (Ματθ. 10, 27) «Και τι μπορώ να κάνω;» απαντά η σώφρων και ρεαλιστική λογική. «Πώς μπορώ να διακηρύξω ή να φωνάξω ή να μαρτυρήσω; Εγώ, ένας αδύνατος μικρός κόκκος άμμου, χαμένος ανάμεσα στις μάζες;» Η ένσταση όμως αυτή της λογικής και του «υγιούς μυαλού» είναι ένα ψέμα, ίσως το τρομερότερο και δαιμονικότερο ψέμα του σημερινού κόσμου. Ο κόσμος μας έχει κατά κάποιο τρόπο πείσει πώς η δύναμη και η σπουδαιότητα προέρχεται μόνο από τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη, τις μάζες. Τι μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος ενάντια σε όλους τους άλλους; Είναι όμως σωστό πως, παρά το ψέμα, η θεμελιώδης βεβαιότητα του Χριστιανισμού πρέπει να κηρυχθεί με όλη τη δύναμη και την απαράμιλλη λογική της. Ο Χριστιανισμός ισχυρίζεται πως ένας άνθρωπος μπορεί να είναι δυνατότερος από κάθε άλλον, και πως αυτός ο ισχυρισμός είναι ακριβώς τα καλά νέα του Χριστού. Σκεφτείτε αυτούς τους αξιόλογους στίχους από το έργο του Μπόρις Πάστερνακ, «ο κήπος της Γεσθημανής»: Παραιτήθηκε χωρίς έχθρα, σαν να γύριζε δανεισμένα πράγματα, τα θαύματά Του και τη δύναμή Του. Και τώρα, ήταν θνητός σαν εμάς.
Αυτή είναι η αληθινή ιστορία του Χριστού: άνθρωπος δίχως εξουσία, έχθρα, οποιαδήποτε επίγεια δύναμη. Ένας άνθρωπος! Εγκαταλελειμμένος, προδομένος, απορριμμένος από όλους! Όμως νικητής. Ο Πάστερνακ συνεχίζει: Βλέπεις την προέλαση των αιώνων, σαν την πορεία προς Εμμαούς. Μπορεί ν ανάψει τις καρδιές στο δρόμο. Λόγω της φοβερής μεγαλοσύνης που υπάρχει στο εθελούσιο μαρτύριο, κατεβαίνω μέχρι τον τάφο. Κατεβαίνω στον τάφο και στην Τρίτη μέρα «αναστήσομαι», Και σαν τις σχεδίες που πλέουν στο ποτάμι, έτσι σε μένα για την κρίση, όπως οι μαούνες στη σειρά, οι αιώνες, από το σκοτάδι, θα έρχονται παρασυρμένοι «Μπορεί ν ανάψει τις καρδιές στο δρόμο». Στη φράση «μπορεί ν ανάψει» βρίσκουμε το κλειδί της απάντησης στις αμφιβολίες της «σώφρονος» λογικής. Τι θα συνέβαινε αν ο καθένας που έχει ζήσει τη χαρά της ανάστασης, που έχει ακούσει για τη νίκη της, που πίστεψε σ αυτό που επιτελέστηκε, άγνωστο στον κόσμο, αλλά μέσα στον κόσμο και χάριν αυτού, αν ο καθένας μας, ξεχνώντας τους μεγάλους αριθμούς, τα πλήθη και τις μάζες, μετέδιδε αυτή τη χαρά και αυτή την πίστη μόνο σε έναν άλλον άνθρωπο, άγγιζε μόνο μια άλλη ανθρώπινη ψυχή; Αν αυτή η πίστη και η χαρά μπορούσε να είναι μυστικά παρούσα σε κάθε συζήτηση, ακόμη και στην πιο ασήμαντη, στις κοινές πραγματικότητες της καθημερινής μας ζωής, θα άρχιζε αμέσως, εδώ και τώρα, σήμερα να μεταμορφώνεται ο κόσμος και η ζωή. Ο Χριστός είπε, «ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως» (Λουκ.17,20). Η Βασιλεία του Θεού έρχεται με δύναμη, φως και νίκη κάθε φορά που οι πιστοί τη μεταφέρουν μαζί τους από την εκκλησία στον κόσμο, και αρχίζουν να τη ζουν στη ζωή τους. Τότε τα πάντα, πάντοτε και κάθε στιγμή «μπορούν ν ανάψουν τις καρδιές στο
δρόμο» Χριστός Ανέστη.