18 Μαΐου 2016 ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Εσπερινών Γενικών Λυκείων (Νέο & Παλιό Σύστημα) Α.1 [ ] Kαι με ανάλογο τρόπο και οι οικοδόμοι και όλοι οι άλλοι τεχνίτες. Δηλαδή χτίζοντας με καλό τρόπο σπίτια θα γίνουν καλοί οικοδόμοι, όμως χτίζοντας με κακό τρόπο, κακοί. Γιατί, αν δε συνέβαιναν έτσι τα πράγματα, καθόλου δε θα χρειαζόταν ο άνθρωπος που θα δίδασκε, αλλά όλοι οι τεχνίτες θα ήταν καλοί ή κακοί από τη γέννηση τους. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με τις αρετές κάνοντας όσα συμβαίνουν στη συναλλαγή μας με τους άλλους ανθρώπους γινόμαστε άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι, ενώ κάνοντας όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου και συνηθίζοντας να φοβόμαστε ή να έχουμε θάρρος γινόμαστε άλλοι ανδρείοι και άλλοι δειλοί. Το ίδιο συμβαίνει και με τις επιθυμίες και την οργή δηλαδή άλλοι γίνονται σώφρονες (συνετοί) και πράοι (ήπιοι), ενώ άλλοι ακόλαστοι (ακρατείς) και οργίλοι (οξύθυμοι), με το να συμπεριφέρονται σ' αυτά άλλοι με αυτόν το συγκεκριμένο τρόπο και άλλοι με τον άλλο. Με δυο λόγια, λοιπόν, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας διαμορφώνονται με τις όμοιες ενέργειες. Γι' αυτό πρέπει να προσδίδουμε μιαν ορισμένη ποιότητα στις ενέργειές μας σύμφωνα με τις διαφορές αυτών (των ενεργειών) ακολουθούν και τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας. B.1 «διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης» : Ο Αριστοτέλης κάνει σαφή διάκριση ανάμεσα στα ορθά πολιτεύματα και τις παρεκβάσεις τους, δηλαδή τις εκτροπές από αυτά. Αυτή η διάκριση συναντάται στα Πολιτικά. Εδώ όμως δεν αναφέρεται σ αυτό, εδώ προϋποτίθεται ότι ο νομοθέτης επιδιώκει σε κάθε περίπτωση το καλό των πολιτών. Απλώς μπορεί να μην έχει επιτυχία πάντοτε στον στόχο του αυτόν (ερμηνευτικό σχόλιο σχολικού βιβλίου). Στη φράση «διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης», η άποψη που καταθέτει ο Αριστοτέλης για τη διαφορά που υπάρχει από πολίτευμα σε πολίτευμα δεν μπορεί, ασφαλώς, να ενταχθεί οργανικά στο θέμα που αναλύεται στις ενότητες αυτές. Γιατί όμως προχωρεί σ' αυτή την αναφορά ο Αριστοτέλης; Είναι φανερό πως το κάνει, γιατί λίγο πριν έκανε λόγο για την ευθύνη που έχουν οι νομοθέτες σχετικά με το αν οι πολίτες θα 1
ασκηθούν επιτυχημένα ή όχι τόσο επιτυχημένα στην αρετή. Υποστήριξε δηλαδή ότι, πέρα από οποιουσδήποτε άλλους παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν τη συμπεριφορά των πολιτών, σε σημαντικό βαθμό η ευθύνη βρίσκεται στους ίδιους τους νομοθέτες, οι οποίοι δεν έχουν πάντα την κατάλληλη γνώση - παρά τις αγαθές προθέσεις τους - για να βοηθήσουν τους πολίτες να ασκηθούν στην αρετή. Σ' αυτό το σημείο λοιπόν εντοπίζει ο Αριστοτέλης και τη διαφορά ανάμεσα σε ένα πολίτευμα καλό και σε ένα πολίτευμα λιγότερο καλό (φαῦλος εδώ δε σημαίνει κακός, ευτελής, ασήμαντος, αλλά κατώτερος, λιγότερο καλός), στο αν δηλαδή οι πολίτες ασκήθηκαν στην αρετή περισσότερο με το ένα και λιγότερο με το άλλο πολίτευμα. Κριτήριο, επομένως, για να χαρακτηρίσουμε ένα πολίτευμα ανώτερο ή κατώτερο είναι το αν βοήθησαν λιγότερο ή περισσότερο οι νομοθέτες τον πολίτη να κατακτήσει με τη δική τους καθοδήγηση την αρετή. Και κατά τούτο διαφέρει ένα ορθό πολίτευμα από ένα άλλο ευτελές πολίτευμα: σε μια ευνομούμενη πολιτεία οι νομοθέτες θεωρούν ως πρωταρχικό καθήκον τους να θεσπίσουν αρχές δικαίου που θα είναι υγιείς και θα στρέψουν τους πολίτες στην ηθική πράξη έτσι η πολιτεία που θα συγκροτείται από «ἀγαθούς πολίτας» θα γίνει «ἀγαθή πολιτεία». Αντίθετα τώρα μια πολιτεία όπου οι νομοθέτες δεν αναδέχονται αυτή την υψηλή ευθύνη και δεν έχουν συναίσθηση του υπέρτατου χρέους τους, αποτυγχάνουν αυτό συμβαίνει γιατί οι πολίτες δεν έχουν εθιστεί στην άσκηση της αρετής, αφού δεν έχουν υπόψη τους τις θεμελιακές αρχές του δικαίου έτσι σ' αυτή την κοινωνία σπανίζουν οι «ἀγαθοί πολῖται» και δημιουργείται μια «φαύλη πολιτεία» μια πόλη «κυρίων» και «δούλων», από τους οποίους οι πρώτοι καταφρονούν τους δεύτερους, ενώ οι δεύτεροι φθονούν τους πρώτους. Όσοι έχουν πάρα πολλά αγαθά τείνουν προς τη βία όσοι έχουν λίγα στρέφονται στην ευτέλεια και στην απάτη. Οι πρώτοι δεν μαθαίνουν να εθίζονται στη δικαιοσύνη, και γι' αυτό δεν υπακούουν στους νόμους οι άλλοι δεν μπορούν ποτέ να κυβερνήσουν και πρέπει να κυβερνώνται σαν δούλοι. «διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται»: Η «γένεση» και η «φθορά» αποτελούν θεμελιώδες αντιθετικό ζεύγος ήδη από τις απαρχές της φιλοσοφικής σκέψης του Αριστοτέλη. Υπάρχει άλλωστε και το έργο του «Περί γενέσεως φθορᾶς». Και τα δύο αυτά μέλη της αντίθεσης έχουν στην ενότητα αυτή άμεση σχέση τόσο με τον εθισμό όσο και με την ηθική πράξη. Ο Αριστοτέλης τόνισε ήδη ότι τις ηθικές αρετές τις αποκτούμε, αφού ενεργήσουμε πρώτα, δηλαδή με την άσκηση και τον εθισμό, όπως μαθαίνουμε μια τέχνη. Στην ενότητα αυτή, κάνοντας χρήση του αντιθετικού ζεύγους «γίνεται-φθείρεται», θέλει να υπογραμμίσει ότι τόσο η «γένεση» όσο και η «φθορά» κάθε αρετής (και τέχνης) έχουν την ίδια αρχή και γίνονται με τα ίδια μέσα. Εκείνο δηλαδή που έχει κυρίως σημασία είναι η άσκηση και ο εθισμός, η ποιότητα των ενεργειών του ανθρώπου, οι καλοί ή κακοί τρόποι δράσης και 2
18 Μαΐου 2016 συμπεριφοράς. Ανάλογα μ' αυτούς δημιουργούνται οι καλές ή κακές συνήθειες, που διαμορφώνουν και τις ηθικές αρετές. Γι' αυτό ακριβώς και έχει μεγάλη σημασία ο τρόπος με τον οποίο θα συνηθίσουμε να ενεργούμε από τη νεανική ηλικία. Επομένως, οι αρετές αναπτύσσονται και καλλιεργούνται εφόσον υπάρχουν οι προϋποθέσεις, εφόσον δηλαδή οι άνθρωποι ασκηθούν στα ηθικά έργα από μικρή ηλικία. Με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζουν την αξία της ηθικής πράξης και θέτουν τα θεμέλια για την πραγμάτωση της ηθικής αρετή. Αντίθετα, η ηθική φθορά, ο ηθικός ξεπεσμός είναι αποτέλεσμα της ηθικής, πλημμελούς εκπαίδευσης. Εφόσον ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να αναζητήσει μέσα στους κόλπους της πολιτείας τα γνήσια πρότυπα αρετής, βαδίζει στα τυφλά, έρμαιο των ορέξεων και των παθών του. Αξίζει να τονιστεί πως η αντίθεση ανάμεσα στα δύο ρήματα τονίζεται στη συνέχεια της ενότητας και με τη χρήση των επιρρημάτων «εὖ -κακῶς». Μ' αυτά τονίζεται πως ο καλός ή κακός τρόπος δράσης (π.χ. τοῦ οἰκοδομεῖν ἤ κιθαρίζειν) κάνει τον καλό ή κακό οικοδόμο ή κιθαριστή. Με την ίδια λογική και ο καλός ή κακός τρόπος δράσης και συμπεριφοράς στο θέμα των αρετών θα κάνει τον άνθρωπο καλό ή κακό, περισσότερο ή λιγότερο συνετό ή ανδρείο. «ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται»: Η ετυμολογία και η σημασία της λέξης έξις (έχ-σις) < ἔχ-ω: Η δασεία (όπως και στο μέλλοντα «ἕξω») προήλθε από το δασύ πνεύμα h που υπήρχε κατά την προφορά και το οποίο αποβλήθηκε από το ενεστωτικό θέμα, επειδή υπήρχε το επίσης δασύ χ (στο μέλλοντα η δασεία επανέρχεται, επειδή δεν υπάρχει στο θέμα χ αλλά ξ): σεχ- > hεχ- > ἑχ-σις. Η λέξη «ἕξις» αρχικά δήλωνε: κατοχή, απόκτηση, ενέργεια για απόκτηση και κατοχή. Αργότερα δήλωνε μια ιδιότητα που την απόκτησε ο άνθρωπος με την επανάληψη μιας πράξης ή με τη συνεχή επίδραση του ίδιου παράγοντα. Η ετυμολογική συγγένεια με τη λέξη «σχήμα» <σχήσω <ἔχω εξηγεί και τη σημασία που αποδίδει ο Αριστοτέλης στη λέξη «ἕξις»: η μόνιμη μορφή του χαρακτήρα ενός ατόμου, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα του, αυτά που αποκτιούνται με την επίμονη άσκηση. Οι «ἕξεις» είναι ένα από τα «γινόμενα ἐν τῇ ψυχῇ». Τα άλλα δύο είναι τα πάθη και οι δυνάμεις. Πάθη (π.χ. επιθυμία, οργή, φόβος, χαρά, φιλία, μίσος) είναι όσα έχουν ως αποτέλεσμα την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια. Οι δυνάμεις είναι οι δυνατότητες συμμετοχής στα πάθη, οι οποίες δεν αρκούν από μόνες τους για να χαρακτηριστεί κανείς καλός ή κακός, αλλά πρέπει να γίνουν μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα του. Τα μόνιμα αυτά στοιχεία αποκτιούνται με την επανάληψη μιας πράξης, που συνιστά την «ἕξιν». Ακριβώς ότι η «ἕξις» απορρέει από εθισμό και δεν είναι κάτι έμφυτο φαίνεται και από τη χρήση του 3
ρήματος «γίνονται», το οποίο δείχνει ότι η «ἕξις» προκύπτει μέσα από μία διαδικασία, από ένα βαθμιαίο τρόπο διαμόρφωσής της και κατάκτησής της από τον άνθρωπο. Με τη φράση του αυτή ο Αριστοτέλης συνοψίζει όσα ανέφερε λίγο πριν με τα αντιθετικά ζεύγη των αρετών και των «κακιών»: Η καθημερινή, συνεχής και αδιάλειπτη συναλλαγή μας με τους ανθρώπους είναι που μας κάνει δίκαιους, όπως η αδιάλειπτη άσκησή μας να μένουμε θαρραλέοι μπροστά στους κινδύνους μάς κάνει ανδρείους. Φυσικά, με τον ίδιο τρόπο γινόμαστε και άδικοι ή δειλοί. Επιπροσθέτως, εκείνα που αξίζει να επισημανθούν σχετικά με τη δημιουργία των έξεων είναι: α) Οι έξεις «γίνονται», δηλαδή βρίσκονται σε διαρκή επανάληψη και εξέλιξη, άρα δεν είναι εκ φύσεως. β) Δεν αρκεί να κάνει κάποιος πολλές φορές μια πράξη, για να αποκτήσει μια αρετή πρέπει επιπλέον να φροντίζει να δίνει και κάποια ποιότητα στις ενέργειες του αυτές: οι πράξεις και οι ενέργειες που θα μας οδηγήσουν στην αρετή πρέπει να είναι ίδιες μ' αυτές που θα κάνουμε, όταν θα γίνουμε ήδη κάτοχοι της αρετής. γ) Μπορεί η επανάληψη των «όμοιων ενεργειών» να προκαλούν τις έξεις, στη συνέχεια όμως συμβαίνει και το αντίστροφο, δηλαδή οι έξεις να γίνονται πηγή των αντίστοιχων ενεργειών και έτσι να δημιουργείται ένας κύκλος συνηθίζοντας π.χ. να περιφρονούμε τους κινδύνους γινόμαστε ανδρείοι, και, αφού γίνουμε ανδρείοι, αντιμετωπίζουμε καλύτερα ό,τι μας προκαλεί φόβο. Σ αυτή την περίπτωση, βέβαια, οι πράξεις του ανθρώπου είναι πολύ πιο εύκολες και ποιοτικά πολύ ανώτερες. Β.2 α) Συλλογιστική πορεία: Ο Αριστοτέλης σε αυτή την ενότητα ακολουθεί την αναλογική συλλογιστική μέθοδο, δηλαδή όπως για την εκμάθηση των τεχνών είναι απαραίτητος ο εθισμός σε κατάλληλες ενέργειες, έτσι και για την κατάκτηση των ηθικών αρετών έχει σημασία η επανάληψη ίδιων ενεργειών. Παρουσιάζει τις διάφορες περιπτώσεις της καθημερινής ζωής στις οποίες αποκτούμε ή όχι τις ηθικές αρετές. Ανάλογα λοιπόν με τη συμπεριφορά μας στις διάφορες περιπτώσεις της καθημερινής ζωής, οι άνθρωποι γινόμαστε: 1. στις σχέσεις μας: α) δίκαιοι ή β) άδικοι (πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι), 2. στα φοβερά: α) ανδρείοι ή β) δειλοί (πράττοντες δὲ τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς καὶ ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοί). 4
18 Μαΐου 2016 3. στις επιθυμίες: α) σώφρονες ή β) ακόλαστοι (Ὁμοίως δὲ καὶ τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας οἳ μὲν γὰρ σώφρονες, οἳ δ ἀκόλαστοι) 4. στις οργές: α) πράοι ή β) οργίλοι (καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς οἳ μὲν γὰρ πρᾶοι γίνονται, οἳ δ ὀργίλοι). β) Συγκεκριμένα, στην ενότητα αυτή επισημαίνει πόσο μεγάλη είναι η σημασία της ηθικής πράξης στις διαπροσωπικές σχέσεις, για να αποκτήσει κάποιος την ηθική αρετή: «κάνοντας αυτά που κάνουμε στην καθημερινή μας συναναστροφή με τους άλλους ανθρώπους, άλλοι γινόμαστε δίκαιοι και άλλοι άδικοι...». Η καθημερινή αυτή συνάφεια είναι βέβαια η ζωή μέσα στην κοινωνία και μάλιστα στην πολιτικά οργανωμένη κοινωνία. Η στάση, η συμπεριφορά, η ποιότητα των ενεργειών μέσα στην κοινωνία συντελούν αποφασιστικά στο αν ο άνθρωπος θα αποκτήσει ή όχι τις ηθικές αρετές. Είναι, επομένως, σαφής η κοινωνική διάσταση της ηθικής αρετής πέρα από την πολιτική που έθιξε στην προηγούμενη ενότητα. Το αν έχουμε τη διάθεση να γίνουμε αγαθοί ή κακοί εκδηλώνεται στην καθημερινή μας συμπεριφορά: «πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι» ο τρόπος με τον οποίο ρυθμίζουμε τις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους στις καθημερινές συναλλαγές προδιαγράφει ασφαλέστατα τη δυνατότητα μας να γίνουμε δίκαιοι. Όσοι δηλαδή προσαρμόζουν την κοινωνική συμπεριφορά τους στον «ὀρθόν κανόνα», στις αρχές του ισχύοντος δικαίου, θα ενδυθούν την αρετή της δικαιοσύνης όσοι συστηματικά παρανομούν, θα γίνουν άδικοι. Η δικαιοσύνη λοιπόν, με την έννοια της υπακοής στο νόμο είναι επάλληλη νοηματικά προς την αρετή. Ο Αριστοτέλης επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη «μερική» δικαιοσύνη ο άνθρωπος δηλαδή γίνεται δίκαιος εφόσον με τις πράξεις του επιδιώκει να λαμβάνει το μερίδιο που του αναλογεί από τα κοινωνικά αγαθά. Συγκεκριμένα, δίκαιος είναι αυτός που παίρνει αυτό που του ανήκει από την κατανομή της τιμής και του πλούτου στους πολίτες. Επίσης, σώφρονες είναι αυτοί που αντιστέκονται στις επιθυμίες τους και τις χαλιναγωγούν, ενώ κρατιούνται συστηματικά μακριά από τις σωματικές ηδονές, ενώ ακόλαστοι, εκείνοι που ενδίδουν αλόγιστα στις επιθυμίες και αφήνονται στις σωματικές ηδονές Για να φανεί εναργέστερη η στάση των ανθρώπων απέναντι στα συναισθήματα και κυρίως στις εκδηλώσεις τους, επιλέγεται ένα από τα πιο έντονα συναισθήματα, η οργή και αυτοί που αντιδρούν απέναντι στην οργή ήρεμα και συγκρατημένα είναι οι πράοι, ενώ εκείνοι που αντιδρούν με βίαιο τρόπο, εκρηκτικά και παράφορα, είναι οι οργίλοι. Παρατηρούμε μάλιστα το χιαστό σχήμα που υπάρχει στην τρίτη σειρά του κειμένου: 5
φοβεῖσθαι ἀνδρεῖοι θαρρεῖν δειλοί Στο χωρίο «ἐν αὐτοῖς» βέβαια, το «αὐτοῖς» αναφέρεται στα πράγματα μέσα στα οποία «ἀναστρεφόμενα» τα πρόσωπα αποκτούν τις ιδιότητες που δηλώνονται με τα συγκεκριμένα επίθετα. Το συμπέρασμα από αυτά τα παραδείγματα είναι ότι οι ιδιότητες που αποκτούμε (οι έξεις), και οι καλές και οι κακές, είναι αποτέλεσμα της επανάληψης όμοιων ενεργειών, είναι απότοκες του ότι πολλές φορές ενεργούμε οὕτως ἤ οὕτως. Με τις επανειλημμένες πράξεις σωφροσύνης και με τη συστηματική μας αποχή από τις ηδονές γινόμαστε σώφρονες και αποκτώντας σιγά σιγά τη συνήθεια να περιφρονούμε τα πράγματα που προκαλούν φόβο και να τα αντιμετωπίζουμε, γινόμαστε ανδρείοι. Η επιλογή της ηθικής πράξης και αρετής είναι στην ουσία επιλογή κοινωνικού ρόλου και θετικής παρέμβασης στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Οι δυο τρόποι συμπεριφοράς (οἱ μέν ἐκ τοῦ οὑτωσί... οἱ δέ ἐκ τοῦ οὑτωσί) εκφράζονται στο κείμενο χαρακτηριστικά με τα πολλά αντιθετικά ζεύγη. Φυσικά, βασική προϋπόθεση είναι αυτός που κάνει τις πράξεις να έχει ορισμένα χαρακτηριστικά: να έχει συνείδηση του τι πράττει, να έχει επιλέξει ενσυνείδητα τις πράξεις του και να κάνει αυτές τις πράξεις μόνιμο, σταθερό και αμετάβλητο τρόπο συμπεριφοράς. B.3 Ένας τέτοιος λόγιος τον οποίο είχε την τύχη να συναντήσει ο Αριστοτέλης στην Ακαδημία, όταν ήρθε να σπουδάσει σ αυτήν, ήταν ο Εύδοξος από την Κνίδο. Ο νεαρός, τότε, αυτός επιστήμονας ήταν μια από τις πιο προικισμένες προσωπικότητες της αρχαιότητας. Ήταν μαθηματικός, αστρονόμος και γεωγράφος, και ο Πλάτωνας δεν δίστασε καθόλου να του εμπιστευθεί, κατά τη διάρκεια της απουσίας του, τη διεύθυνση της σχολής του. Δεν ήταν λοιπόν μόνο τυχερός ο νεαρός Σταγειρίτης που «βρέθηκε», όπως είπε ένας αριστοτελιστής των ημερών μας, «την πιο κατάλληλη στιγμή στον πιο σωστό τόπο, εκεί δηλαδή όπου υπήρχαν οι κατάλληλοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να γονιμοποιήσουν με έναν εντελώς ξεχωριστό τρόπο τη σκέψη του βοηθώντας την να απλώσει μέσα σε σύντομο χρόνο τα δικά της φτερά» πιο σημαντικό θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι με την απουσία του Πλάτωνα ο Αριστοτέλης είχε, από την πρώτη στιγμή, την ευκαιρία να δεχτεί εκείνην ακριβώς την επίδραση που πρέπει να ανταποκρινόταν πολύ αμεσότερα στη δική του ψυχοσύνθεση, την απόλυτα σχεδόν θετική και επιστημονική, την ελάχιστα οπωσδήποτε ποιητική (τέτοια ήταν κατά βάση η ψυχοσύνθεση του Πλάτωνα). 6
18 Μαΐου 2016 Β.4 γηγενής: γινόμενον ἐσθλός: ἔσονται μισαλλοδοξία: συναλλάγμασι δέος: δεινοῖς στρεβλός: ἀναστρέφεσθαι Γ.1 Μου φαίνεται ικανοποιητική, είπα εγώ, απόδειξη να αναφέρεις, ότι δεν είναι αυτή η τέχνη των λογοποιών, την οποία κάποιος, εφόσον απέκτησε, θα μπορούσε να γίνει ευτυχής/ευδαίμων. Και βέβαια εγώ νόμιζα κάπου εδώ ότι θα φανεί η επιστήμη/τέχνη, την οποία βέβαια από παλιά αναζητούμε. Και γιατί και οι άνδρες οι ίδιοι οι λογοποιοί, όταν συναναστρέφομαι μ αυτούς, υπέρσοφοι, Κλεινία, μου δίνουν την εντύπωση ότι είναι, και η ίδια η τέχνη τους (ότι είναι) κάπως θεϊκή και υψηλή. Και βέβαια αυτό δεν είναι παράδοξο (η τέχνη των λογοποιών) δηλαδή είναι μέρος της τέχνης των μάγων μικρό και κατώτερη από εκείνη. Αφενός η γοητεία των μάγων βρίσκεται στις έχιδνες, και στις αράχνες και στους σκορπιούς και στα άλλα ζώα και στις ασθένειες, αφετέρου η γοητεία και η παρηγοριά των δικαστών και των μελών της εκκλησίας του δήμου και των άλλων πληθών αυτή τυχαίνει να είναι. Γ 2. ἔφην: φάτε κτησάμενος: ἐκτῶ τις: τινῶν εὐδαίμων: εὔδαιμον ᾤμην: ᾠήθη φανήσεσθαι: πεφάνθω πάλαι: παλαίτερον κήλησις: κήλησι τυγχάνει: τύχοιεν οὖσα: ἐσομέναις 7
Γ3.α. μοι (το πρώτο του κειμένου): δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου εξαιτίας του δοξαστικού ρήματος δοκεῖς εὐδαίμων: κατηγορούμενο στο υποκείμενο τις εξαιτίας του ἄν εἴη ἥν (το δεύτερο του κειμένου): αντικείμενο του ρήματος ζητοῦμεν ἐκείνης: ονοματικός ετερόπτωτος προσδιορισμός, γενική συγκριτική από τη συγκριτική λέξη ὑποδεεστέρα (β όρος σύγκρισης). οὖσα: κατηγορηματική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο (ἡ κήλησίς τε καὶ παραμυθία) του ρήματος τυγχάνει. Γ3.β. ὅτι οὐχ αὕτη ἐστὶν ἡ τῶν λογοποιῶν τέχνη: δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση, εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο «ὅτι» και εκφράζει την αντικειμενική γνώμη, εκφέρεται με οριστική «ἐστὶν», γιατί δηλώνει το πραγματικό και συντακτικά λειτουργεί ως επεξήγηση της λέξης «τεκμήριον». ὅταν συγγένωμαι αὐτοῖς: δευτερεύουσα επιρρηματική χρονικοϋποθετική πρόταση, εισάγεται με τον χρονικοϋποθετικό σύνδεσμο «ὅταν», εκφέρεται με επαναληπτική υποτακτική «συγγένωμαι» και συντακτικά λειτουργεί ως επιρρηματικής προσδιορισμός της προϋπόθεσης. 8