ΣΟΡΤΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 11 Πρόλογος ΘΑ ΘΥΜΑΣΤΕ τον ήρωα στη Χαμένη λεωφόρο του Lynch. Λέει, λοιπόν, σε ένα σημείο: «Δε μ αρέσουν οι φωτογραφίες... προτιμώ να θυμάμαι τις καταστάσεις με το δικό μου τρόπο και όχι απαραίτητα όπως συνέβησαν». Δεν ξέρω αν αυτό ισχύει για τον τρόπο που ο σερ Γιώργος Σιδέρης προτιμούσε να θυμάται τις καταστάσεις και να τις κάνει ιστορίες. Εγώ πάντως θέλω να τον θυμάμαι με το δικό του τρόπο: με το ενδιαφέρον δηλαδή όχι για όσα έζησε αλλά για όσα επινοή θηκαν πως έζησε. Τον γνώρισα σε ένα σαφάρι στη Μομπάσα το 1969. Ήμασταν μαζί με άλλους καλεσμένοι του συνταγματάρχη Άρμπαθνοτ, που είχε διατελέσει υψηλό στέλεχος της βρετανικής στρατιωτικής διοίκησης στην Κένια. Ήταν ολοφάνερο από την πρώτη στιγμή πως ο Γιώργος Σιδέρης ήταν μια πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα, πληθωρικός και χειμαρρώδης, με άποψη για όλα τα φλέγοντα ζητήματα, με πρώτο πρώτο βέβαια το ζήτημα της Χούντας στην Ελλάδα. Πολλές από εκείνες τις ξέγνοιαστες νύχτες στη Μομπάσα τις περάσαμε κουβεντιάζοντας, παρότι ήμασταν ξεθεωμένοι από το πρωινό σαφάρι, την πεζοπορία και την γκρίνια της γυναίκας του. Η Μπετίνα Χαρχαλάκη, αν και αρχαιολόγος, βαριόταν φριχτά την ιστορία και την πολιτική. Έτσι αποσυρόταν από νωρίς για να λύσει σταυρόλεξα και μας άφηνε μόνους στη βεράντα να κουβεντιάζουμε κάποιες βραδιές είχαμε και την παρέα του συνταγματάρχη Άρμπαθνοτ και των φίλων του. Αλληλογραφούσαμε ασταμάτητα μέχρι το 1974 που επέστρεψε στην Ελλάδα. Από τότε και ύστερα ιδιαίτερα τη δεκαετία του 80 κάναμε πολ-
12 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ λή παρέα. Αν και διένυε την όγδοη δεκαετία της ζωής του, η σκέψη του ήταν τρομακτικά διαυγής και οι ιστορίες του, μερικές από τις οποίες θα διαβάσετε στο βιβλίο αυτό, ήταν πολύ δημοφιλείς στις παρέες μας. Δεν ήταν μόνο η πλοκή τους, δεν ήταν η περιέργειά μας για το πού σταματούσε το ψέμα και πού άρχιζε η αλήθεια, περισσότερο ήταν ο τρόπος που τις διηγούνταν. Κατάφερνε να μας παρασύρει μέσα σε αυτές, στον αλλόφρονα εκείνο αλμοδοβαρικό κόσμο, στον οποίο πάντα πίσω από κάποια κλειστή πόρτα εμφανιζόταν ένας ήρωας του Φεϊντό και απορύθμιζε την ιστορία και εμάς, στολίζοντας ενίοτε το κωμικό με μερικές σταγόνες δακρύων. Κάποια μέρα μού τηλεφώνησε συντετριμμένος για να μου πει πως το φίλο μας συνταγματάρχη Άρμπαθνοτ τον κατασπάραξε ένα λιοντάρι την ώρα του σαφάρι κάπου έξω από την πόλη Κακαμέγκα. Υποδύθηκα τη συντετριμμένη από ευγένεια. Οι λεπτομέρειες του τραγικού συμβάντος ήταν τόσο αστείες, που δεν ήξερα αν μου λέει αλήθεια ή ψέματα. Τελευταία φορά συναντηθήκαμε το 1996 στο θέατρο Αθηνών. Ήταν η πρεμιέρα του έργου Τρεις ψηλές γυναίκες. Καθίσαμε στο καμαρίνι μου για πολλή ώρα. Ήταν ενενήντα έξι χρονών και όμως έλαμπε από φρεσκάδα, υγεία και ζωντάνια. Εκεί μου διηγήθηκε για πρώτη φορά την ιστορία της Τζένης Τζουμέρκα. Γέλασα με την ψυχή μου, και ύστερα εκείνος έκλεισε τα μάτια και αποκοιμήθηκε εκεί στον καναπέ. Τον σκέπασα με ένα σάλι που είχα στην γκαρνταρόμπα μου, δώρο της Τσιγγάνας Ντόινα Μαρινέσκου όταν είχα πάει ταξίδι στη Ρουμανία. Ακόμα έχω μπροστά μου την υπέροχη εκείνη εικόνα του: κοιμάται γαλήνια, σαν καλοταϊσμένο μωρό, στην άκρη του καναπέ και μουρμουρίζει ονόματα, τόπους, αντικείμενα από τις θεότρελες ιστορίες του. Κάπου μέσα σε αυτές νομίζω πως θα βρείτε ξεχασμένο κάτι δικό σας. Καλό ταξίδι Ζωή Λάσκαρη
ΣΟΡΤΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 13 1 Τι απέγινε η Μπόμπι Τζιν; ΠΑΙΔΑΚΙ ΜΟΥ, για να καταλάβεις καλά πως η Μπόμπι Τζιν ήταν κορίτσι από σπίτι και για σπίτι (έξω που η μοίρα τής έπαιξε ύπουλα παιχνίδια), θα σου πω μονάχα πως από πάντα όλοι τη θυμόνταν να φοράει το θρυλικό τζιν σορτσάκι της Κάθριν Μπαχ στους Ντιουκς. Όπως ακριβώς σου το λέω. Τα κρέμα καραμελέ κωλομέρια της υπήρξαν τόσο διάσημα στο Γκάλβεστον του Τέξας όσο και τα θορυβώδη ροντέο και, τώρα που το σκέφτομαι κάπως καλύτερα, αν εξαιρέσεις το πλατινέ μαλλί και τον ελαφρύ μα εξόχως υπαινικτικό αλληθωρισμό της, δε διέφερε σε τίποτα από την ποθητή και θρυλική Ντέζι των Ντιουκς. Η Μπόμπι Τζιν δε θα κατέληγε ποτέ μπεκρού αν δεν είχε γνωρίσει τον Στιβ Γκέιμπλ τον επονομαζόμενο και Σφάχτη. Στο Ιλινόις τον φώναζαν και Ξάδερφο, ένεκα μιας κάποιας μακρινής και απροσδιόριστης συγγένειάς του με το μεγάλο σταρ του Χόλιγουντ Κλαρκ Γκέιμπλ. Ωστόσο, ύστερα από την αναπάντεχη επιτυχία του Όσα παίρνει ο άνεμος και αφού η καριέρα του απογειώθηκε, ο σταρ δεν ήθελε να δει το φτωχό συγγενή του ούτε ζωγραφιστό: μα και πώς να μη νερώσει το αίμα όταν είσαι ο Κλαρκ Γκέιμπλ και έχεις ξάδερφο έναν αλκοολικό νταβατζή; Το θέμα μας όμως δεν είναι ούτε ο Στιβ ούτε ο Κλαρκ Γκέιμπλ
14 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ συγχωρεμένοι πλέον και οι δύο ούτε κανείς από την οικογένεια δαύτη. Το θέμα μας είναι η περιλάλητη Μπόμπι Τζιν, που στα δεκαεφτά της ήταν κιόλας ορφανή, βιασμένη, χήρα, αλκοολική και πόρνη. Χρήματα δεν υπάρχουν ποτέ αρκετά και, όπως γνωρίζουν όλοι οι αλκοολικοί της οικουμένης, για να μπορέσεις να κάνεις μια σωστή και τίμια αποτοξίνωση, η λύση είναι μία και μονόδρομος: η κλινική Μπέτι Φορντ. Μα η Μπόμπι δεν ήταν ούτε Ελίζαμπεθ Τέιλορ ούτε Λάιζα Μινέλι. Το μοναδικό κοινό της σημείο με τις λαμπερές σταρ ήταν πως, όπως κι εκείνες, έτσι και αυτή κάποια αποφράδα μέρα έφτασε «... στον πάτο, εκεί που δεν πάει πιο κάτω...», όπως έλεγε και ο Ζακ Στεφάνου. Μα πόσο πιο πάτο θα έπιανε η ήδη πατωμένη ζωή της δύστυχης Μπόμπι; Στα δώδεκα έχασε τους γονείς της σε ένα φριχτό ατύχημα στη γέφυρα του Μπρούκλιν. Οι ανάλγητοι, σπορτίβ γονείς πίστεψαν πως θα καταφέρουν να κάνουν bungee jumping δεμένοι πακέτο στη θρυλική γέφυρα ήταν και στα ντουζένια τους ακόμα, δεν τους χώριζε κανείς και τίποτα. Κανείς δε σκέφτηκε ωστόσο, ούτε καν ο υπεύθυνος που έτυχε την ημέρα εκείνη να είναι ελαφρώς πιωμένος, ασχέτως που το άθλημα ήταν στα σπάργανά του τότε, πως το λάστιχο, αν και χοντρό, δε θα άντεχε τα διακόσια σαράντα κιλά καθαρό βάρος του ζεύγους Τζιν. Στην κηδεία των άτυχων γονέων της η Μπόμπι, παραδόξως, δεν έκλαψε καθόλου. Έφτυσε την τσιχλόφουσκά της με τη γευστική φρουτοσταγόνα πάνω στα φέρετρα, έπιασε τρυφερά το χέρι του θείου της του Νόρμαν και χάθηκε μαζί του στο βάθος του νεκροταφείου χοροπηδώντας χαριτωμένα στο ρυθμό του «American Pie» που από σύμπτωση σιγοσφύριζε ο πορνόγερος. Στα δεκατέσσερα τη βίασε ο καθηγητής της γυμναστικής που τώρα εκτίει ποινή στις φυλακές Parkers Island. Για λίγο καιρό η
ΣΟΡΤΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 15 Μπόμπι αισθάνθηκε να διακατέχεται από ένα σαρωτικό συναίσθημα μίσους για τους άντρες, που ευτυχώς σύντομα μεταλλάχθηκε σε ένα σαρωτικό συναίσθημα μίσους για τους άντρες γυμναστές ειδικότερα. Στα δεκαεφτά της γνώρισε τον Στιβ Γκέιμπλ, που λέγαμε, ο οποίος τότε έβγαζε πολλά χρήματα ως νταβατζής στην περίφημη Πάιν Στριτ στο Σιάτλ. Η Μπόμπι Τζιν βάδιζε κουνάμενη σεινάμενη για το σχολείο φορώντας το θρυλικό τζιν σορτσάκι, το δωδεκάποντο τακούνι και το μαύρο γυαλί Ray Ban, έχοντας λησμονήσει όμως να φορέσει βρακί και να πάρει μαζί της τη σχολική τσάντα της ολοφάνερο μήνυμα προς κάθε «ενδιαφερόμενο» πως είναι μαθήτρια και όχι πόρνη. Ο Στιβ, από το απέναντι πεζοδρόμιο, κοιτώντας την να περπατάει με τον «αέρα της παλιάς», δε σκέφτηκε καθόλου την πιθανότητα να μπορείς με το κορίτσι αυτό «να ανοίξεις σπίτι». Ήταν πεπεισμένος πως το κορίτσι εκείνο «κλείνοντας σπίτια», από τη μια, θα έκανε μια πολύ άνετη ζωή, από την άλλη, θα έκανε ακόμα πιο πλούσιο τον ίδιο, που είχε έτσι κι αλλιώς μάστερ στο να εκμεταλλεύεται τα βίτσια κάθε πορνόγερου: ήταν οι εποχές που οι ανήλικες έκαναν θραύση. Παντρεύτηκαν ένα μήνα μετά την επεισοδιακή γνωριμία τους σε μια μικρή τελετή στον καθεδρικό ναό του Νόρφολκ στη Βιρτζίνια. Μικρή τελετή πράγματι, μα, όπως διεδόθη, διόλου σεμνή. Ο πάστορας αυτοπροσώπως διαμαρτυρήθηκε έντονα για την παρουσία «όλου εκείνου του συρφετού» εντός του ιερού ναού και απείλησε πως δεν πρόκειται να τελέσει το μυστήριο αν δεν «... περάσουν πάραυτα όλοι έξω, πλην της νύφης και του γαμπρού φυσικά...». Ιδιαίτερη παρατήρηση έκανε ο πάστορας στην Τζούντι Λου, την πιο διάσημη τραβεστί του Μανχάταν, που είχε το θράσος η αθεόφοβη να εισβάλει στο προαύλιο του ναού οδηγώντας ένα τριαξονικό, κορνάροντας αφηνιασμένα και φωνάζοντας
16 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ υστερικά «I ll take Manhattan»!!! Μερικά εκατοσταδόλαρα στη δεξιά τσέπη του ράσου έκαμψαν τις ηθικές και θεολογικές επιφυλάξεις του κατάξανθου πάστορα, ο οποίος όχι μόνο τέλεσε την επίμαχη λειτουργία, αλλά παρευρέθη και στο γαμήλιο πάρτι που ακολούθησε στο μικρό μπαρ Ωχρό Άλογο μόλις δυο δρόμους πιο κάτω από την εκκλησία. Προτίμησε να πιει παγωμένη μπίρα απωθημένο από την εποχή της εφηβείας του και έγινε ο καλύτερος φίλος της Τζούντι Λου, με την οποία κουβέντιασαν το πώς είναι να είσαι άντρας και να αισθάνεσαι γυναίκα, το πού γίνονται τα καλύτερα πριβέ πάρτι στο Λος Άντζελες, και χόρεψε αδιαμαρτύρητα όλες τις επιτυχίες του Έλβις και των ανερχόμενων τότε Abba. Το ίδιο τριαξονικό εκείνης της επεισοδιακής ημέρας ήταν που έξι μήνες μετά παρέσυρε και σκότωσε τον άτυχο Στιβ λίγο έξω από το βενζινάδικο του Τζακ Λέμον στην 72η εθνική οδό. Πηγαίνοντας στην πατρίδα του, το Ιλινόις, ο Στιβ σταμάτησε να κατουρήσει είχε πιει κιόλας οχτώ μπίρες. Η Τζούντι Λου έβγαινε μεθυσμένη από το βενζινάδικο οδηγώντας το τεράστιο όχημα. Είχε μόλις καβγαδίσει με τον ξάδερφο και γκόμενό της. Πάτησε ξέφρενα γκάζι και έπεσε πάνω στον Στιβ σκοτώνοντάς τον ακαριαία. Ύστερα το όχημα έκανε τρελές σβούρες και συγκρούστηκε με τις αντλίες της βενζίνης μετατρέποντας την περιοχή σε παρανάλωμα του πυρός. Από την έκρηξη σκοτώθηκε ο ξάδερφος-γκόμενος Τζακ Λέμον, δύο φορτηγατζήδες, ένα σκυλάκι πιτ μπουλ και ένα γέρικο ιγκουάνα. Η Τζούντι Λου γλίτωσε με μερικά ελαφριά εγκαύματα στο πρόσωπό της το παραμορφωμένο έτσι κι αλλιώς από τις πλαστικές και στα πλούσια στήθη της. Εις μνήμην των αδικοχαμένων ανθρώπων της άνοιξε μπαρ στο ίδιο ακριβώς σημείο που βρισκόταν κάποτε το βενζινάδικο και αποφάσισε πως δε θα ξαναντυθεί ποτέ γυναίκα εκτός αν της το ζητήσουν. Αν κά-
ΣΟΡΤΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 17 ποτε βρεθείτε στην 72η εθνική οδό για το Ιλινόις, σταματήστε για μια μπίρα στο Μακελειό. Η γριά Τζούντι θα έχει πολλές ιστορίες να σας πει. H Μπόμπι Τζιν, χήρα πλέον, ξεκίνησε μόνη για το Ιλινόις φορώντας δυο παλτά, το ένα καλά, το άλλο ριχτά ήταν ο χειρότερος χειμώνας της τελευταίας δεκαετίας, φορτωμένη μια μικρή κανελί βαλίτσα με δύο αλλαξιές και μερικά καλλυντικά, τη μοναδική της περιουσία. Ο θρήνος για την απώλεια του Στιβ ήταν τόσο σπαρακτικός, ώστε η νεαρή χήρα δε βάσταξε και βρήκε μοναδική παρηγοριά στο ποτό. Τι περίεργοι συνειρμοί έλαβαν χώρα στο παρθένο της υποσυνείδητο ώστε να αλλάξει μια συνήθεια χρόνων και αντί βότκας να πίνει πια τζιν κανείς δεν ξέρει και ούτε ποτέ θα μάθει. Ο εντυπωσιακός «κύκλος» των τζιν φαίνεται πως έκλεινε πια: ποτό τζιν, σορτσάκι τζιν, Μπόμπι Τζιν. Άλλο τζιν δεν υπήρχε. Και τι σήμαιναν άραγε τα τρία αυτά μοιραία τζιν; Ο παράξενος θάνατος του θείου Νόρμαν βρέθηκε πνιγμένος στην πορσελάνινη μπανιέρα του διαμερίσματός του στο Μανχάταν με ένα φελλό από γαλλικό κρασί Chateau Latif του 59 στον οισοφάγο υπήρξε το τελειωτικό χτύπημα στη δυστυχισμένη ζωή της Μπόμπι, που μόνη και άφραγκη καθώς ο πορνόγερος ο Νόρμαν άφησε ολόκληρη την περιουσία του στην Τανζανή γκόμενά του αναγκάστηκε να δουλέψει στην καντίνα του περίφημου ντράιβ ιν Καμ Ινσάιντ στο Τέξας. Λίγο καιρό μετά το θάνατο του θείου της η Μπόμπι θα πληροφορούνταν από τους δικηγόρους του πως με μια μεταγενέστερη μυστική διαθήκη τής κληροδοτούσε το διαμέρισμά του στο Μανχάταν. Ωστόσο, οι φόροι κληρονομιάς ήταν εξουθενωτικοί για την τσέπη της και η Μπόμπι αναγκάστηκε να γυρίσει την πλάτη στην όψιμη μεγαλοψυχία του θείου της. Γιόρτασε τα εικοστά όγδοα γενέθλιά της στο Τέξας. Εκείνο τον καιρό δούλευε στο μπαρ Revolution στην 64η εθνική οδό. Σύσ-
18 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ σωμο το σωματείο των νταλικέρηδων, αλλά και ο σύνδεσμος μελών των τοπικών ροντέο παρευρέθη σε εκείνο το αλησμόνητο πάρτι. Η Μπόμπι Τζιν έκανε μια εντυπωσιακή έξοδο μέσα από μια τεράστια τιραμισού τούρτα τριών ολόκληρων μέτρων, φορώντας φυσικά το τζιν σορτσάκι της και ένα μπουστάκι φορτωμένο φο κρύσταλλα, τύπου ντισκομπάλα. Αυτό όμως που προκάλεσε το αληθινό παραλήρημα των θεόρατων τριχωτών αρσενικών ήταν τα κοτσίδια της. Ένας από δαύτους μάλιστα απαίτησε και το πέτυχε να λούσει εκείνους τους καλοχτενισμένους κότσους με ένα μπουκάλι σαμπάνια. Τη στιγμή εκείνου του πρωτοφανούς ντους σαμπάνιας, όπου οι πιθηκάνθρωποι χτυπούσαν λυσσασμένα τα πλαδαρά τους χέρια αποθεώνοντας το ερωτικό αντικείμενο του πόθου τους, ένα κρυστάλλινο δάκρυ κύλησε στο βελούδινο μάγουλο της Μπόμπι Τζιν «χαράζοντας» ανώδυνα το φούξια ρουζ της. Σε λίγη ώρα το πρόσωπό της ήταν μια παλέτα από νερομπογιές. Έμαθε για τη Μύκονο ξεφυλλίζοντας το περιοδικό Cosmopolitan. Κάπου ανάμεσα σε εκείνο το άρθρο της Πάτι Κόλινς «Γυναίκα ή θηλυκό; Το δίλημμα συνεχίζεται» και σε διαφημίσεις εσωρούχων η Μπόμπι Τζιν είδε ένα καυτό ενσταντανέ της Αμάντα Λιρ από τη βεράντα του γκέι κλαμπ Pierro s. Η φώτο συνοδευόταν από μια λεζάντα γεμάτη υποσχέσεις για τη «διαφορετική» ζωή του νησιού, για το αναζωογονητικό κλίμα του και για την «ενεργειακή του δύναμη που διαγράφει από τις μνήμες των ανθρώπων, έστω και προς στιγμήν, τα προβλήματα, τα άγχη και το στρες». Πέρασε μόλις μία εβδομάδα από εκείνο το «μοιραίο» ξεφύλλισμα. Την όγδοη μέρα η Μπόμπι Τζιν δεν εμφανίστηκε στο Revolution. Είχε φροντίσει να ετοιμάσει το ταξίδι στην κάθε του λεπτομέρεια, δίχως να αποκαλύψει τίποτα και σε κανέναν. Δε θα την ξανάβλεπε ποτέ και κανείς στο Τέξας. Άφησε πίσω της τη μνήμη μιας γλυκιάς αύρας, τη γεύση κεράσι από το κραγιόν των χει-
ΣΟΡΤΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ 19 λιών της και την αγέραστη εικόνα ενός σαμπανιζέ ποπού χωμένου ασφυκτικά στο τζιν σορτσάκι της. Τι Σίρλεϊ Βαλεντάιν, τι Μπόμπι Τζιν. Και οι δυο τους ονειρεύτηκαν ένα καλοκαίρι σε κάποιο ελληνικό νησί σαν υπόσχεση μιας «άλλης ζωής», διαφορετικής, μιας ζωής πλημμυρισμένης από τον έρωτα που ποτέ δεν έζησαν, μακριά από την αστική απελπισία των δυτικών μεγαλουπόλεων. Μονάχα που η Σίρλεϊ είχε αφήσει πίσω της κάτι, έστω και εκείνο το μικρό, αποπνικτικό διαμερισματάκι της «... μοναξιάς, της ανίας και της ζωής που περνάει...». Η Μπόμπι Τζιν τι άφησε πίσω; Τίποτα. Και για να πούμε την αλήθεια, κανείς δε ρώτησε και δε νοιάστηκε για την παράξενη εξαφάνισή της. Έως και η Τζούντι Λου, όταν έμαθε τα σχετικά, δεν είχε να νοσταλγήσει απολύτως τίποτα. Μονάχα είπε: «Εξαφανίστηκε η καριόλα και, να πάρει ο διάολος, μου έχει κρατήσει δύο περούκες, η μία εκ των οποίων συλλεκτική κιόλας: χτένισμα αλά Τζόαν Κόλινς στη Δυναστεία...» Τι κρίμα οι αλλοτινές δυνατές φιλίες να σβήνουν άδοξα για χάρη μιας περούκας με χτένισμα ρετρό. Τα δυο μικρά μεταλλικά τσιμπιδάκια-πεταλούδες δώρο από το μακαρίτη τον Στιβ εκείνο το κρύο πρωινό του Δεκεμβρίου που είχαν αναστατώσει το Tiffany s στόλιζαν πομπωδώς την περούκα Τζόαν Κόλινς και ήταν αυτά που αναστάτωσαν το αεροδρόμιο της Μυκόνου. Το σύστημα άρχισε να στριγκλίζει εκκωφαντικά την ώρα που η Μπόμπι Τζιν διέσχιζε το διάδρομο ελέγχου. Η παρεξήγηση λύθηκε πάραυτα. Ο νεαρός αστυνομικός τής χάρισε το πιο «πεινασμένο» χαμόγελό του και τον υπαινικτικό αριθμό του κινητού του με τα δύο εξηνταεννιάρια, έστω και αν «... η βλαχοαμερικάνα θα μπορούσε να ήταν μαμά μου». Ή μήπως γιαγιά του; Τι μεταφυσικές συμπτώσεις συνέβαιναν πάλι; Την ημέρα εκείνη, από το αεροδρόμιο μέχρι το δωμάτιο του
20 ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΔΕΡΗΣ ξενοδοχείου, ένα τσιγάρο δρόμος και ούτε, η Μπόμπι Τζιν κράτησε το κινητό του φιλόδοξου αστυνομικού, του ταξιτζή Τάσου, του οδοκαθαριστή έξω από το ξενοδοχείο, κάποιου τεχνικού Χρήστου, που καθώς προσπαθούσε να παρκάρει το τζιπ του στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου τής υποσχέθηκε να τη διδάξει αεροβική (αν και το σώμα του υποσχόταν άλλου είδους διδαχές), του Πολωνού ρεσεψιονίστ στο ξενοδοχείο και του Αλβανού καθαριστή της πισίνας με το πλημμυρισμένο υποσχέσεις όνομα Βασίλι (με γιώτα στο τέλος και χωρίς σίγμα τελικό). Ο Τάσος, ο ταξιτζής, δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ψηλά καπούλια της (ίσως επειδή ήταν παντρεμένος ή μάλλον επειδή είχε μια τουρκόσπορη κλίση προς τις παχουλές), της υποσχέθηκε όμως πως λίαν συντόμως θα μπορούσε να της ετοιμάσει, αν είχε το χρόνο να του ποζάρει, ένα βυζαντινού τύπου πορτρέτο, καθότι εκτός από ταξιτζής ήταν και αγιογράφος (και παρεμπιπτόντως πολύ καλός μάγειρας). Η Μπόμπι Τζιν, αν και δεν ήξερε τι ακριβώς ήταν το Βυζάντιο, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δει τον εαυτό της ζωγραφισμένο σαν Θεανώ, η λύκαινα της Πόλης, αν και δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον να μάθει ποια ακριβώς ήταν αυτή. Ο Βασίλι ομιλούσε μονάχα την αλβανική και την ελληνική, αγγλικά γρυ, και έτσι το σεξ στις αποθήκες ανεφοδιασμού του ξενοδοχείου, δίπλα στις μπίρες Μythos και στα λουκάνικα Μονάχου, θύμιζε ελαφρώς ταινίες του βωβού με την Γκλόρια Σουάνσον. Αν εξαιρέσεις τις άναρθρες κραυγές και μερικά αλβανικά βρισίδια του Βασίλι τύπου «Θα σ τις ξεσκίσω τις κωλοπολιτείες σου και ας είναι Ηνωμένες», η σκηνή δεν είχε κανένα σεξουαλικό ενδιαφέρον και η Μπόμπι Τζιν εγκατέλειψε την αποθήκη κρατώντας μια μπίρα Μythos την οποία άνοιξε με τα δόντια της μαθημένη από τις εποχές του Revolution, πράγμα που ο μικρός εξέλαβε πολύ ανταγωνιστικά και έτσι ψιθύρισε: