Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών Όνομα : Κάραλης Νικόλας Α/Μ: 9144 Εργαστηριακή Άσκηση 8 Εξάρτηση της αντίστασης αγωγού από τη θερμοκρασία. Συνεργάτες: Ιντζέογλου Χρήστος Καλαμαρά Αντιγόνη Υπεύθυνος Εργαστηρίου: Ημερομηνία Διεξαγωγής : 1/1/5 Ημερομηνία Παράδοσης : 8/1/5
Εισαγωγή Σκοπός της άσκησης αυτής είναι ο προσδιορισμός της καμπύλης εξάρτησης της αντίστασης του βολφραμίου από τη θερμοκρασία και ο υπολογισμός του θερμικού συντελεστή αντίστασης του βολφραμίου στις υψηλές θερμοκρασίες. Ακόμα, μελετάται ποιοτικά το φαινόμενο της εξάρτησης της ακτινοβολούμενης ισχύος ενός στερεού από την θερμοκρασία του. Στοιχεία Θεωρίας Η αντίσταση ενός αγωγού εξαρτάται από τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του αγωγού L και δίνεται από τη σχέση R = ρ. Η αντίσταση συνδέεται με την θερμοκρασία του S αγωγού με μία σχέση της μορφής R = R (1 + a ) όπου α είναι ο θερμικός θ θ συντελεστής αντίστασης, θ η θερμοκρασία και R η τιμή της αντίστασης για θ= C. Η σχέση που συνδέει την αντίσταση με την τάση και την ένταση του ρεύματος είναι ο γνωστός νόμος του Ohm V = R I. E λ πhc = λ Ο νόμος του Planck για το μέλαν σώμα 5 hc 1 περιέχει τους e 1 ktλ νόμους της ακτινοβολίας σωμάτων με υψηλές θερμοκρασίες. Η γραφική της παράσταση φαίνεται στο Σχήμα 5. Το γινόμενο E i dλ εκφράζει την ακτινοβολούμενη ισχύ ανά μονάδα επιφάνειας στα μήκη κύματος μεταξύ λ και λ+dλ σε κάθε θερμοκρασία και ισούται με το εμβαδόν που περικλείεται από την αντίστοιχη καμπύλη και τον άξονα των λ. Για το πείραμα αυτό χρησιμοποιούμε ένα κύκλωμα στο οποίο έχουμε συνδέσει μια λυχνία βολφραμίου. Μεταβάλλοντας το ρεύμα που διαρρέει το κύκλωμα, μεταβάλουμε τη θερμοκρασία και την αντίσταση του νήματος βολφραμίου που υπάρχει μέσα στη λυχνία. Για το νήμα βολφραμίου, υπάρχει μια εμπειρική σχέση που δείχνει τη σχέση μεταξύ της θερμοκρασίας του νήματος, του ρεύματος και της διαμέτρου του σύρματος.
Πειραματική διάταξη Για την διεξαγωγή του πειράματος χρησιμοποιούμε το παρακάτω κύκλωμα (Σχήμα 1) το οποίο αποτελείται από : μια λυχνία με νήμα βολφραμίου για την οποία R =,5 Ω και η διάμετρος του σύρματος d =,17mm, μια πηγή εναλλασσόμενης τάσης 1V, μια ρυθμιζόμενη αντίσταση R, ένα ψηφιακό βολτόμετρο ακρίβειας,1 V και ένα ψηφιακό αμπερόμετρο ακρίβειας,1 Α. Σχήμα 1 Μετρήσεις Πίνακας 1 I(A) V(V),87,39,94,46 1,1,58 1,3 1, 1,5 1,65 1,73,3,35 4,8,78 5,95 3,1 7,6 3,85 11,1 Πίνακας T(K) I(A) V(V) Χαρακτηρισμός 15 1, 1,5 Ελάχιστο φως,4 4,5 Αρκετό φως 5 3,3 8,5 Πολύ φως
Επεξεργασία των μετρήσεων 1. Με βάση τον Πίνακα 1 και το Σχήμα (βλ. Εργαστηριακές Ασκήσεις Φυσικής, σελ.13, σχ.8.3) συμπληρώνουμε τον παρακάτω Πίνακα : Πίνακας I (A) V (V) R (Ω) δr (Ω) Τ (Κ) θ ( C ),87,39,45,8 115 877,94,46,49,4 1 97 1,1,58,57, 13 17 1,3 1,,9,11 15 17 1,5 1,65 1,1,9 16 137 1,73,3 1,33,7 18 157,35 4,8 1,8,5 1 187,78 5,95,14,4 3 7 3,1 7,6,44,3 4 17 3,85 11,1,88,3 7 47,3. Για τον υπολογισμό της αντίστασης καθώς και του σφάλματος της V V δι δv χρησιμοποιήθηκε η σχέση : R = ± +, ενώ ισχύει ακόμα ότι I I Ι V δv =,1 V και δι =,1 Α. Για τον υπολογισμό της θερμοκρασίας σε βαθμούς Κελσίου χρησιμοποιήθηκε η σχέση : θ = Τ -73Κ Χρησιμοποιώντας την μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων, σχηματίζουμε τον παρακάτω Πίνακα 3 και κατασκευάζουμε την γραφική παράσταση (Σχήμα 3) που αποτελεί την καμπύλη διαφοράς δυναμικού Ω συναρτήσει του ρεύματος Ι. Πίνακας 3 Ι V lni lnv I I.V,87,39 -,139 -,94 1,939 1,131,94,46 -,6 -,777,383 1,48 1,1,58,1 -,545,1 1 -,5 1,3 1,,78,199 7,78 1,55 1,5 1,65,45,51 16,44 1,3 1,73,3,548,833 3,44 1,457,35 4,8,854 1,454 73,3 1 1,4,78 5,95 1, 1,783 14,541 1 1,83 3,1 7,6 1,138,8 19,466 1,38 3,85 11,1 1,348,47 181,73 1 3,45 Προκύπτει η σχέση : V=,5867 I,719
Σχήμα 3 V=f(I) 14 1 1 8 6 4,5 1 1,5,5 3 3,5 4 4,5 4. Χρησιμοποιώντας την μέθοδο των ελαχίστων τετραγώνων, σχηματίζουμε τον παρακάτω Πίνακα 4 και κατασκευάζουμε την γραφική παράσταση (Σχήμα 4) που αποτελεί την καμπύλη της αντίστασης της λυχνίας R συναρτήσει της θερμοκρασίας του νήματος θ. Πίνακας 4 θ ( C ) θ θ.r d d^ R (Ω) 877,45 76919 394,65,74,544 1 97,49 85939 454,3,35,119 1 17,57 15479 585,39 -,44,193 1 17,9 15559 118,84 -,11,1 1 137 1,1 17699 1459,7,11,1 1 157 1,33 33179 3,91 -,76,579 1 187 1,8 333799 335,14 -,61,377 1 7,14 41879 4337,78 -,58,339 1 17,44 45419 5189,88,83,694 1 47,88 58939 6989,76,48,3 1 Προκύπτει η σχέση : R =1,51 3 θ - 1,1 Αφού έχουμε y = αx + β με β = -1,134 και α =,1584
Σχήμα 4 R = f(θ) 5. Από τη θεωρία γνωρίζουμε ότι η εξίσωση αυτή είναι της μορφής R θ R + a, οπότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι =,5 Ω ( ) θ = R,1584 και a = =,6336 = 6,336 1 R -3 1 C Άρα ο θερμικός συντελεστής αντίστασης του βολφραμίου στις θερμοκρασίες -3 1 (1 C,5 C ) είναι α = 6,336 1 C Η τιμή αυτή διαφέρει σημαντικά από τη θεωρητικά αναμενόμενη για τις -3 1 θερμοκρασίες ( C,1 C ) α=3,9 1 C. Αυτό συμβαίνει μεταξύ άλλων για του παρακάτω λόγους : 1. Η θεωρητική τιμή αναφέρεται στις θερμοκρασίες ( C,1 C ) που είναι κατά πολύ χαμηλότερες από τις (1 C,5 C ). Πλέον των σφαλμάτων των μετρήσεων υπάρχει και πολύ σημαντικό σφάλμα κατά την ανάγνωση των τιμών της θερμοκρασίας από το Σχήμα. 3. Ο θερμικός συντελεστής αντίστασης είναι μεταβλητός στο εύρος των θερμοκρασιών για τις οποίες υπολογίσαμε την τιμή του, οπότε και η ευθεία που υπολογίσαμε κατά προσέγγιση και μόνο είναι ευθεία. Αυτό γίνεται σαφές και από τη διαφορά ανάμεσα στην θεωρητική / πραγματική και τη μετρούμενη τιμή της αντίστασης R R
6. Από τον Πίνακα σχηματίζουμε τον παρακάτω Πίνακα 5 Πίνακας 5 T(K) I(A) V(V) P(W) Χαρακτηρισμός 15 1, 1,5 1,6 Ελάχιστο φως,4 4,5 1,8 Αρκετό φως 5 3,3 8,5 7, Πολύ φως 7. Σύμφωνα με τη θεωρία και το παρακάτω Σχήμα 4, το γινόμενο E d λ λ εκφράζει την ισχύ που ακτινοβολείται ανά μονάδα επιφάνειας. Καθώς αυξάνεται η θερμοκρασία, αυξάνεται και το περιεχόμενο εμβαδόν μεταξύ της καμπύλης και των αξόνων, οπότε επαληθεύεται και θεωρητικά το γεγονός που παρατηρήσαμε και υπολογίσαμε από τις μετρήσεις μας, ότι δηλ. αυξάνεται η ακτινοβολούμενη ισχύς με την αύξηση της θερμοκρασίας. Σχήμα 5 Αναλυτικότερα, κατά την εκτέλεση του πειράματος παρατηρήσαμε και καταγράψαμε τις αλλαγές στην ένταση του εκπεμπόμενου φωτός και κατά συνέπεια της παραγόμενης ισχύος. Έτσι, για Ι 1,14 Α και V,9 παρουσιάστηκε η πρώτη ισχνή λάμψη και καθώς η ένταση του ρεύματος αυξάνει, διατηρείται ένα αυξανόμενο πορτοκαλί χρώμα μέχρι Ι 1,95 A και V,9 V. Τότε αρχίζει να γίνεται έντονο το φως, ώσπου για Ι έχουμε αρκετά έντονο φως και για Ι 3, A και V 8, V δεν είναι ανεκτό για τα μάτια. Τέλος, φτάνουμε στην τιμή Ι 3,75 A που είναι και η μέγιστη που μπορέσαμε να επιτύχουμε και σε αυτή την περίπτωση το φως ήταν εκτυφλωτικό.