Κ.Δ.Π. 160/2001 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ. 3491 της 20ής ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2001 ΑΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις Αριθμός 160 Οι περί Σήμανσης των Προσθέτων Τροφίμων Κανονισμοί του 2001, που εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 29 των περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμων του 1996 έως (Αρ. 2) του 2000, αφού κατατέθηκαν στη Βουλή των Αντιπροσώπων και εγκρίθηκαν από αυτή, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας σύμφωνα με τον περί Καταθέσεως στη Βουλή των Αντιπροσώπων των Κανονισμών που Εκδίδονται με Εξουσιοδότηση Νόμου, Νόμο (Ν.99/89 όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 227/90). ΟΙ ΠΕΡΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΠΩΛΗΣΗ) ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 1996 ΕΩΣ (ΑΡ. 2) ΤΟΥ 2000 Κανονισμοί δυνάμει του άρθρου 29 Το Υπουργικό Συμβούλιο, ασκώντας τις εξουσίες που χορηγούνται σ' αυτό από το άρθρο 29 των περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμων 54(ΐ)του 1996 του 1996 έως (Αρ. 2) του 2000, εκδίδει τους πιο κάτω Κανονισμούς. ΐ22(ΐ)του2000 1. Οι παρόντες Κανονισμοί θα αναφέρονται ως οι περί Σήμανσης των Συνοπτικός Προσθέτων Τροφίμων Κανονισμοί του 2001. τίτλος. 2. (1) Στους παρόντες Κανονισμούς Ερμηνεία, «βοηθητικό μέσο τεχνικής κατεργασίας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία (α) Που δεν καταναλώνεται αυτή καθαυτή ως συστατικό τροφίμων και (β) που σκόπιμα χρησιμοποιείται κατά τη μεταποίηση πρώτων υλών, τροφίμων ή συστατικών τροφίμων, για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου τεχνολογικού σκοπού κατά την κατεργασία ή μεταποίηση τους σε τελικό προϊόν και (1689)
54(1) του 1996 4(1) του 2000 122(1) του 2000. Πεδίο εφαρμογής. Πρώτο. Δεύτερο. Σήμανση των συσκευασιών των προσθέτων τροφίμων. Τρίτο. Τρίτο. Υπερασπίσεις και βάρος απόδειξης. Κ.Δ.Π. 160/2001 1690 (γ) που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μη ηθελημένη αλλά τεχνικά αναπόφευκτη παρουσία καταλοίπων αυτής της ουσίας ή των παραγώγων της στο τελικό προϊόν, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω κατάλοιπα ή παράγωγα δεν αποτελούν κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία και δεν έχουν οποιαδήποτε τεχνολογική επίπτωση επί του τελικού προϊόντος «Νόμος» σημαίνει τους περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμους του 1996 έως (Αρ. 2) του 2000 και οποιουσδήποτε άλλους νόμους τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν «πρόσθετο τροφίμων» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία, με ή χωρίς θρεπτική αξία, που δεν καταναλώνεται συνήθως μόνη της ως τρόφιμο ούτε χρησιμοποιείται συνήθως ως χαρακτηριστικό συστατικό τροφίμων και της οποίας η σκόπιμη προσθήκη σε τρόφιμο, για τεχνολογικούς σκοπούς, κατά τη μεταποίηση, παρασκευή, συσκευασία, μεταφορά ή αποθήκευση του εν λόγω τροφίμου, έχει ως αποτέλεσμα ή αναμένεται λογικά να έχει ως αποτέλεσμα το να αποτελούν η ίδια ή τα παράγωγα της συστατικό στοιχείο του τροφίμου αυτού, άμεσα ή έμμεσα «πώληση» περιλαμβάνει την κατοχή προς πώληση, την προσφορά προς πώληση, την έκθεση προς πώληση και τη διαφήμιση προς πώληση «συσκευασία» περιλαμβάνει δοχείο, κιβώτιο, κουτί ή περιτύλιγμα «τελικός καταναλωτής» σημαίνει πρόσωπο που αγοράζει ή άλλως πως αποκτά πρόσθετο τροφίμων για σκοπό που δεν εμπίπτει στον τομέα της εμπορικής ή βιομηχανικής του δραστηριότητας. (2) Οποιοιδήποτε άλλοι όροι, που περιέχονται στους παρόντες Κανονισμούς και δεν ερμηνεύονται διαφορετικά, έχουν την έννοια που τους αποδίδει ο Νόμος. 3. (1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (2), οι παρόντες Κανονισμοί εφαρμόζονται σε κάθε πρόσθετο τροφίμων (α) Που εμπίπτει σε μια ή περισσότερες κατηγορίες προσθέτων τροφίμων που καθορίζονται στο Πρώτο και (β) που χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως συστατικό κατά την παρασκευή οποιουδήποτε τροφίμου και παραμένει στο τελικό προϊόν έστω και με αλλαγμένη μορφή. (2) Οι παρόντες Κανονισμοί δεν εφαρμόζονται στις κατηγορίες ουσιών που καθορίζονται στο Δεύτερο. 4. (1) Ανεξάρτητα από το άρθρο 22 του Νόμου, απαγορεύεται η πώληση οποιουδήποτε προσθέτου τροφίμων, εκτός εάν περιέχεται σε συσκευασία η οποία φέρει τις ενδείξεις που καθορίζονται στο Τρίτο. (2) Οι περισσότερο λεπτομερείς ή ευρύτερες εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, αναφορικά με τα μέτρα και σταθμά, ή την παρουσίαση, ταξινόμηση, συσκευασία, σήμανση ή μεταφορά των επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων, υπερισχύουν των διατάξεων της παραγράφου (1) και του Τρίτου Παραρτήματος. 5. (1) Στην περίπτωση ποινικής διώξης για αδίκημα κατά παράβαση των παρόντων Κανονισμών, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι το πρόσθετο τροφίμων που σχετίζεται με την ισχυριζόμενη διάπραξη του αδικήματος προοριζόταν για εξαγωγή και πληρούσε τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας της χώρας εισαγωγής.
1691 Κ.Δ.Π. 160/2001 (2) Στην περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα κατά παράβαση των παρόντων Κανονισμών σχετικά με τη δημοσίευση οποιασδήποτε διαφήμισης, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι είναι πρόσωπο που κατ' επάγγελμα δημοσιεύει διαφημίσεις ή διευθετεί τη δημοσίευση διαφημίσεων και ότι παρέλαβε τη διαφήμιση για δημοσίευση κατά τη συνηθισμένη άσκηση του επαγγέλματος του. (3) Στην περίπτωση ποινικής δίωξης του κατασκευαστή, του συσκευαστή ή του εισαγωγέα οποιουδήποτε προσθέτου τροφίμων για αδίκημα κατά παράβαση των παρόντων Κανονισμών σχετικά με τη δημοσίευση οποιασδήποτε διαφήμισης, εναπόκειται στον κατηγορούμενο να αποδείξει ότι δε δημοσίευσε τη διαφήμιση και ούτε συμμετείχε στη δημοσίευση της διαφήμισης. 6. Με τους παρόντες Κανονισμούς καταργούνται (α) Ο Κανονισμός 6(l)(ii) και (2), και το Όγδοο των περί Χρωστικών Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 έως 1995 (β) ο Κανονισμός 7(β) και το Πέμπτο των περί Συντηρητικών στα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 μέχρι 1990 (γ) ο Κανονισμός 5(β) και το Έκτο των περί Αντιοξειδωτικών στα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 έως 1991 (δ) ο Κανονισμός 5 (β) και το Έκτο των περί Γαλακτοματοποιητών, Σταθεροποιητών και Πηκτωματογόνων εις τα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 έως 1988 (ε) ο Κανονισμός 5(β) και το Έκτο των περί Ποικίλων Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 μέχρι 1995 (στ) ο Κανονισμός 5(1 )(β) και (2) και το Δεύτερο των περί Γλυκαντικών Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμών του 1986 μέχρι 1990 (ζ) ο Κανονισμός 4(β) και το Δεύτερο των περί Διαλυτών εις τα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 και 1986.. 7. Οι παρόντες Κανονισμοί τίθενται σε ισχύ με γνωστοποίηση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Κατάργηση. 25.6.1993 14.7.1995. Τρίτο (1): 31.12.1987 16.11.1990. 20.12.1991. 27.10.1988. 27.10.1988 30.6.1989 14.7.1995. 16.11.1990. 21.11.1983. Έναρξη της ισχύος των παρόντων Κανονισμών.
Κ.Δ.Π. 160/2001 1692 ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (Κανονισμός 3(1)) ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΠΑΡΟΝΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ 1. Χρωστικές ουσίες 2. Συντηρητικά 3. Αντιοξειδωτικά 4. Γαλακτωματοποιητές 5. Γαλακτωματοποιητικά άλατα 6. Πηκτωματογόνα 7. Πηκτωματογόνοι παράγοντες 8. Σταθεροποιητές 9. Ενισχυτικά γεύσης 10. Οξέα 11. Ρυθμιστές οξύτητας 12. Αντισυσωματοποιητικοί παράγοντες 13. Τροποποιημένα άμυλα 14. Γλυκαντικές ουσίες 15. Διογκωτικά αρτοποιίας 16. Αντιαφριστικοί παράγοντες 17. Στιλβωτικά μέσα 18. Βελτιωτικά αλεύρων 19. Σκληρυντικοί παράγοντες 20. Υγροσκοπικά μέσα 21. Συμπλεκτικά μέσα 1 22. Ένζυμα' 23. Διογκωτικοί παράγοντες 24. Προωθητικά μέσα 25. Αέρια συσκευασίας 26. Φορείς 27. Αφριστικοί παράγοντες 28. Ποικίλες ουσίες. Για τους σκοπούς του παρόντος Παραρτήματος (α) «Αέριο συσκευασίας», «βάση», «οξύ», «ποικίλη ουσία», «προωθητικό μέσο», «ρυθμιστικό μέσο», «συμπλεκτικό μέσο» και «υγροσκοπική ουσία» έχουν την έννοια που αποδίδουν στους όρους αυτούς οι περί Ποικίλων Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1983 μέχρι 1995 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν (β) «αντιαφριστικός παράγοντας» σημαίνει οποιαδήποτε ποικίλη ουσία, εκτός από αέριο συσκευασίας, αντισυσωματοποιητικό παράγοντα, 1 Το γεγονός ότι οι όροι αυτοί περιλαμβάνονται στον παρόντα κατάλογο δεν προδικάζει ενδεχόμενη απόφαση όσον αφορά την αναφορά τους στη σήμανση τροφίμων που προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή.
1693 Κ.Δ.Π. 160/2001 βάση, διογκωτικό αρτοποιίας, διογκωτικό παράγοντα, οξύ, προωθητικό μέσο, ρυθμιστικό μέσο, στιλβωτικό μέσο, συμπλεκτικό μέσο και υγροσκοπική ουσία (γ) «αντιοξειδωτικό» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι περί Αντιοξειδωτικών στα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1983 έως 1991 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν (δ) «αντισυσωματοποιητικός παράγοντας» σημαίνει οποιαδήποτε ποικίλη ουσία, εκτός από αέριο συσκευασίας, αντιαφριστικό παράγοντα, βάση, διογκωτικό αρτοποιίας, διογκωτικό παράγοντα, οξύ, προωθητικό μέσο, ρυθμιστικό μέσο, στιλβωτικό μέσο, συμπλεκτικό μέσο και υγροσκοπική ουσία (ε) «αφριστικός παράγοντας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που επιτρέπει την ομοιογενή διασπορά αερίου φάσεως σε υγρό ή στερεό τρόφιμο (στ) «βελτιωτικό αλεύρων» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που προστίθεται στο αλεύρι ή τη ζύμη προκειμένου να βελτιώσει την αρτοποιητική ικανότητα τους (ζ) «γαλακτοματοποιητής» και «πηκτωματογόνο» έχουν την έννοια που αποδίδουν στους όρους αυτούς οι περί Γαλακτοματοποιητών, Σταθεροποιητών και Πηκτωματογόνων εις τα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1983 έως 1988 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν (η) «γαλακτοματοποιητικό άλας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που μετατρέπει τις πρωτεΐνες που περιέχονται στο τυρί σε διεσπαρμένη μορφή και, κατ' αυτόν τον τρόπο, επιφέρει ομοιογενή κατανομή των λιπών και των άλλων συστατικών (θ) «γλυκαντική ουσία» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι περί Γλυκαντικών Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1986 μέχρι 1990 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν (ι) «διογκωτικό αρτοποιίας» σημαίνει οποιαδήποτε ποικίλη ουσία, εκτός από αέριο συσκευασίας, αντιαφριστικό παράγοντα, αντισωματοποιητικό παράγοντα, βάση, διογκωτικό παράγοντα, οξύ, προωθητικό μέσο, στιλβωτικό μέσο, συμπλεκτικό μέσο και υγροσκοπική ουσία (ια) «διογκωτικός παράγοντας» σημαίνει οποιαδήποτε ποικίλη ουσία, εκτός από αέριο συσκευασίας, αντιαφριστικό παράγοντα, αντισυσωματοποιητικό παράγοντα, βάση, διογκωτικό αρτοποιίας, οξύ, προωθητικό μέσο, ρυθμιστικό μέσο, στιλβωτικό μέσο, συμπλεκτικό μέσο και υγροσκοπική ουσία (ιβ) «ένζυμο» σημαίνει.οποιοδήποτε ένζυμο που χρησιμοποιείται μόνο ως πρόσθετο τροφίμων.και έχει δράση ως τέτοιο (ιγ) «ενισχυτικό γεύσης» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που ενισχύει την υπάρχουσα γεύση ή/και οσμή τροφίμου (ιδ) «πηκτωματογόνος παράγοντας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που προσδίδει σε ένα τρόφιμο υφή μέσω του σχηματισμού πηκτώματος (ιε) «ρυθμιστής οξύτητας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που είναι ρυθμιστικό μέσο, και περιλαμβάνει οποιαδήποτε ουσία που είναι ικανή να αυξάνει ή να μειώνει την οξύτητα
Κ.Δ.Π. 160/2001 1694 (ιστ) «σκληρυντικός παράγοντας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που καθιστά ή διατηρεί τους ιστούς των φρούτων ή των λαχανικών σκληρούς ή τραγανούς ή που αλληλεπιδρά με τους πηκτωματογόνους παράγοντες για την παρασκευή ή ενίσχυση πηκτώματος (ιζ) «σταθεροποιητής» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι περί Γαλακτοματοποιητών, Σταθεροποιητών και Πηκτωματογόνων εις τα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1983 έως 1988 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν, και περιλαμβάνει σταθεροποιητή αφρού (ιη) «στιλβωτικό μέσο» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι περί Ποικίλων Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1983 μέχρι 1995 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν, και περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσθετο τροφίμων που διευκολύνει την κατάποση (ιθ) «συντηρητικό» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό οι περί Συντηρητικών στα Τρόφιμα Κανονισμοί του 1983 μέχρι 1990 ή οποιοιδήποτε άλλοι κανονισμοί τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν (κ) «τροποποιημένο άμυλο» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που λαμβάνεται με μία ή περισσότερες χημικές επεξεργασίες βρώσιμων αμύλων, τα οποία μπορεί να έχουν υποστεί φυσική ή ενζυματική επεξεργασία, και μπορεί να έχει υποστεί όξινη ή αλκαλική αραίωση ή λεύκανση (κα) «υγροσκοπικό μέσο» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που αποτρέπει την ξήρανση των τροφίμων, αντιδρώντας στην επίδραση μιας ατμόσφαιρας χαμηλού βαθμού υγρασίας, ή που προάγει τη διάλυση μιας σκόνης σε υδατικό μέσο (κβ) «φορέας» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που χρησιμοποιείται για τη διάλυση, αραίωση, διασπορά ή άλλη φυσική τροποποίηση προσθέτου τροφίμων, χωρίς να μεταβάλλει τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά του και χωρίς ο ίδιος φορέας να ασκεί τεχνολογική επίδραση, προκειμένου να διευκολύνει το χειρισμό, την εφαρμογή ή τη χρήση του προσθέτου τροφίμων, και περιλαμβάνει διαλύτη φορέα (κγ) «χρωστική ουσία» σημαίνει οποιαδήποτε ουσία που είναι χρωστική ουσία για τους σκοπούς των περί Χρωστικών Ουσιών στα Τρόφιμα Κανονισμών του 1983 έως 1995 ή οποιωνδήποτε άλλων κανονισμών τους τροποποιούν ή αντικαθιστούν. ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (Κανονισμός 3(2)) ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΟΥΣΙΩΝ ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΠΑΡΟΝΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ^ 1. Βοηθητικά μέσα τεχνικής κατεργασίας. 2. Ουσίες που χρησιμοποιούνται για την προστασία των φυτών και των φυτικών προϊόντων σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες φυτοϋγειονομικές διατάξεις. 3. Αρτύματα που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα. 4. Ουσίες που προστίθενται στα τρόφιμα ως θρεπτικές ύλες, όπως βιταμίνες, ιχνοστοιχεία και ανόργανα άλατα.
1695 Κ.Δ.Π. 160/2001 ΤΡΙΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (Κανονισμός 4) ΣΗΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ 1. Η συσκευασία κάθε προσθέτου τροφίμων που δεν προορίζεται για πώληση στον τελικό καταναλωτή φέρει τις ακόλουθες ενδείξεις, οι οποίες αναγράφονται με ευδιάκριτους, ευανάγνωστους και ανεξίτηλους χαρακτήρες: (α) Το όνομα και τον αριθμό Ε. Κ. του προσθέτου τροφίμων, στην περίπτωση που τα στοιχεία αυτά καθορίζονται από τους εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμούς δυνάμει του Νόμου, ή, σε αντικατάσταση οποιουδήποτε τέτοιου στοιχείου που δεν καθορίζεται, μια επαρκώς ακριβή περιγραφή του προσθέτου τροφίμων που να επιτρέπει τη διάκριση του από άλλα πρόσθετα τροφίμων με τα οποία μπορεί να συγχυσθεί στην περίπτωση που δύο ή περισσότερα πρόσθετα τροφίμων περιέχονται αναμεμιγμένα μεταξύ τους σε μια συσκευασία, το προαναφερόμενο όνομα και ο προαναφερόμενος αριθμός Ε.Κ. ή, ανάλογα με την περίπτωση, η προαναφερόμενη περιγραφή κάθε προσθέτου τροφίμων αναγράφεται κατά σειρά φθίνουσας τάξης βάρους αυτού του προσθέτου τροφίμων στο σύνολο του περιεχομένου της συσκευασίας (β) στην περίπτωση που ενσωματώνονται σε πρόσθετο τροφίμων άλλες ουσίες, ύλες ή συστατικά τροφίμων, για να διευκολύνεται η αποθήκευση, πώληση, τυποποίηση, διάλυση ή αραίωση του προσθέτου τροφίμων, την ένδειξη κάθε τέτοιας ουσίας, ύλης ή συστατικού, κατά σειρά φθίνουσας τάξης αυτής της ουσίας, ύλης ή συστατικού στο σύνολο του προσθέτου τροφίμων (γ) την ένδειξη (i) «κατάλληλο για τρόφιμα», ή (ii) «για τρόφιμα, περιορισμένη χρήση», ή (iii) πιο συγκεκριμένη ένδειξη για τη χρήση του προσθέτου τροφίμων σε τρόφιμο για το οποίο προορίζεται (δ) οποιεσδήποτε ιδιαίτερες συνθήκες διατήρησης ή/και χρήσης του προσθέτου τροφίμων (ε) οδηγίες χρήσης, σε περίπτωση που παράλειψη τους δεν επιτρέπει την ορθή χρήση του προσθέτου τροφίμων (στ) σήμανση για αναγνώριση της παρτίδας παραγωγής του προσθέτου τροφίμων (ζ) το όνομα ή την εταιρική επωνυμία, και τη διεύθυνση (i) του κατασκευαστή, ή (ii) του συσκευαστή, ή (iii) ενός πωλητή, εγκατεστημένου στη Δημοκρατία ή σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του προσθέτου τροφίμων (η) (i) την ένδειξη της εκατοστιαίας αναλογίας κάθε συστατικού στοιχείου του προσθέτου τροφίμων, του οποίου στοιχείου η παρουσία σε τρόφιμο υπόκειται, βάσει των διατάξεων του Νόμου ή των Κανονισμών που εκάστοτε ισχύουν δυνάμει αυτού, σε ποσοτικό περιορισμό, ή (ii) επαρκή στοιχεία για τη σύνθεση του προσθέτου τροφίμων,
Κ.Δ.Π; 160/2001 1696 ούτως ώστε ο αγοραστής να μπορεί να χρησιμοποιεί το πρόσθετο τροφίμων χωρίς να παραβαίνει οποιαδήποτε τέτοια διάταξη αναφορικά με το τρόφιμο αυτό στην περίπτωση που ο ίδιος ποσοτικός περιορισμός εφαρμόζεται σε ομάδα συστατικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, η εκατοστιαία αναλογία του συνδυασμού δύναται να εκφράζεται με μια μόνη τιμή (θ) την καθαρή ποσότητα (ι) οποιεσδήποτε άλλες ενδείξεις που καθορίζονται από τους εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμούς δυνάμει του Νόμου αναφορικά με τις συσκευασίες μιας ή περισσότερων κατηγοριών προσθέτων τροφίμων. 2. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (1), οι ενδείξεις που καθορίζονται στις υποπαραγράφους (β), (ε), (στ), (ζ) και (η) της παραγράφου (1) δύνανται να περιέχονται μόνο στα σχετικά εμπορικά έγγραφα που αφορούν μια παρτίδα προσθέτων τροφίμων, τα οποία έγγραφα προσκομίζονται πριν ή κατά την παράδοση της παρτίδας στον αγοραστή, εφόσον αναγράφεται σε ευκρινές σημείο των συσκευασιών των προσθέτων τροφίμων, που αποτελούν ή συμπεριλαμβάνονται στην παρτίδα, η ένδειξη «για παρασκευή τροφίμων και όχι για λιανική πώληση». 3. Η συσκευασία κάθε προσθέτου τροφίμων που προορίζεται για πώληση στον τελικό καταναλωτή φέρει τις ακόλουθες ενδείξεις, οι οποίες αναγράφονται με ευδιάκριτους, ευανάγνωστους και ανεξίτηλους χαρακτήρες: (α) Το όνομα υπό το οποίο πωλείται το πρόσθετο τροφίμων και το οποίο αποτελείται από το όνομα και τον αριθμό Ε.Κ. του προσθέτου τροφίμων, στην περίπτωση που τα στοιχεία αυτά καθορίζονται από τους εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμούς δυνάμει του Νόμου ή, σε αντικατάσταση οποιουδήποτε τέτοιου στοιχείου που δεν καθορίζεται, μια επαρκώς ακριβής περιγραφή του προσθέτου τροφίμων που να επιτρέπει τη διάκριση του από άλλα προϊόντα με τα οποία μπορεί να συγχυσθεί (β) τις ενδείξεις που καθορίζονται στις υποπαραγράφους (α), (β), (γ), (δ), (ε), (στ), (ζ) και (θ) της παραγράφου (1) (γ) την ημερομηνία λήξεως του προσθέτου τροφίμων (δ) οποιεσδήποτε άλλες ενδείξεις που καθορίζονται από τους εκάστοτε ισχύοντες Κανονισμούς δυνάμει του Νόμου αναφορικά με τις συσκευασίες μιας ή περισσότερων κατηγοριών προσθέτων τροφίμων. 4. Οι ενδείξεις που καθορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 αναγράφονται επί της συσκευασίας στην ελληνική ή σε άλλη γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους αγοραστές, εκτός εάν η πληροφόρηση του αγοραστή διασφαλίζεται με άλλα μέτρα, όπως σχέδια, σύμβολα ή εικονογράμματα, τα οποία φέρονται στη συσκευασία. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εμποδίζουν την αναγραφή των εν λόγω ενδείξεων σε περισσότερες από μια γλώσσες.