Διδαγμένο κείμενο ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ 2016 Α.1. Κατ αναλογία δε και οι οικοδόμοι και όλοι οι υπόλοιποι δηλαδή χτίζοντας με καλό τρόπο σπίτια θα γίνουν καλοί οικοδόμοι, όμως χτίζοντας με κακό τρόπο, κακοί (οικοδόμοι). Διότι αν δε συνέβαιναν έτσι τα πράγματα, καθόλου δε θα χρειαζόταν ο δάσκαλος, αλλά όλοι θα γίνονταν καλοί ή κακοί εκ γενετής. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με τις αρετές. διότι κάνοντας όσα συμβαίνουν στις συναλλαγές μας με τους άλλους ανθρώπους, γινόμαστε οι μεν δίκαιοι οι δε άδικοι και κάνοντας όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου και συνηθίζοντας στο φόβο ή το θάρρος άλλοι γινόμαστε ανδρείοι και άλλοι δειλοί. Το ίδιο συμβαίνει και με όσα έχουν σχέση με τις επιθυμίες και την οργή. άλλοι δηλαδή γίνονται σώφρονες και πράοι, ενώ άλλοι ασυγκράτητοι και οξύθυμοι, άλλοι με το να συμπεριφέρονται για τα ίδια πράγματα με αυτόν το συγκεκριμένο τρόπο και άλλοι (με το να συμπεριφέρονται) με τον αντίθετο τρόπο. Με λίγα λοιπόν λόγια, τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας διαμορφώνονται από τις όμοιες ενέργειες. Γι αυτό πρέπει να προσδίδουμε μια ορισμένη ποιότητα στις ενέργειές μας. γιατί τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας προσαρμόζονται στις διαφορές αυτών [των ενεργειών]. Β.1. «φαύλης»: Η λέξη φαῦλος δηλώνει τον κακό, τον αχρείο, αυτόν που παρεκκλίνει από την ορθή συμπεριφορά. Στο συγκεκριμένο χωρίο ο φιλόσοφος χαρακτηρίζει με το επίθετο αυτό ποιοτικά το πολίτευμα (πολιτείας φαύλης) χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να χαρακτηριστεί «κακό» το χαρακτηρίζουμε απλώς ως «λιγότερο καλό». Βέβαια, ο Αριστοτέλης συνήθως κάνει διάκριση ανάμεσα στα ορθά πολιτεύματα και τις παρεκβάσεις τους, δηλαδή τις εκτροπές από αυτά. Αυτή τη διάκριση τη συναντάμε σε ενότητές του από τα Πολιτικά. Εδώ όμως δεν αναφέρεται σε αυτό θεωρεί ο φιλόσοφος ότι ο νομοθέτης επιδιώκει σε κάθε περίπτωση το καλό των πολιτών, απλώς μπορεί να μην έχει πάντοτε επιτυχία στον στόχο του αυτόν. Παρόμοια, σε άλλο χωρίο των Ηθικών Νικομαχείων, ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για νόμο που είναι κείμενος ὀρθῶς και έχει επιτυχία, και για νόμο ἀπεσχεδιασμένον (δηλαδή προχειροφτιαγμένο), που δεν έχει επιτυχία. Το γεγονός εξάλλου ότι το επίθετο φαύλης βρίσκεται στο τέλος της περιόδου δηλώνει την πρόθεση του Αριστοτέλη να επανασυνδεθεί με το θέμα της ηθικής αρετής με το οποίο ασχολείται, αποσοβώντας έτσι την εντύπωση ότι ασχολείται εδώ με τα πολιτεύματα. «καί γίνεται καί φθείρεται»: Στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης επισημαίνει ότι με τα ίδια μέσα με τα οποία μπορεί κάποιος να γίνει κάτοχος μιας οποιασδήποτε αρετής (γίνεται ) με τα ίδια ακριβώς μέσα μπορεί να απομακρυνθεί εντελώς από την απόκτηση αυτής (φθείρεται ), υιοθετώντας την αντίθετή της ιδιότητα. Το μέσο αυτό όπως εξηγεί ο ίδιος ο φιλόσοφος δεν είναι άλλο από τον εθισμό. Αυτό σημαίνει ότι ένας άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να γίνει ηθικά σπουδαίος μέσω του σωστού εθισμού (εὖ ἐθίζεσθαι) ή να βρεθεί στο εκ διαμέτρου αντίθετο άκρο της ηθικής φθοράς (κακῶς ἐθίζεσθαι).τη συγκεκριμένη θέση ο Σταγειρίτης τη στηρίζει στο θεμελιώδες αντιθετικό ζεύγος «γένεσις» και «φθορά» του οποίου η αξία έχει ήδη επισημανθεί από τις απαρχές της φιλοσοφικής σκέψης (κι ένα έργο του Αριστοτέλη έχει τον τίτλο Περί γενέσεως καί φθορᾶς.). Άλλωστε για τον Αριστοτέλη 1
η διαδικασία γένεση - αύξηση τελείωση παρακμή φθορά είναι φυσική και μονόδρομη. Εδώ όμως το «φθείρεται» δεν αποτελεί την κατάληξη της παραπάνω διαδικασίας, αλλά έχει την έννοια της καταστροφής. «αἱ ἕξεις» : Ο όρος ἕξις, από τους πλέον βασικούς της αριστοτελικής φιλοσοφίας, παράγεται από τον μέλλοντα του ρήματος ἔχω με την έννοια του κατέχω, δηλ. έχω κάτι ως κτήμα μου. Βασισμένος στην ετυμολογία της λέξης ο φιλόσοφος δίνει στον όρο αυτό ένα συγκεκριμένο, δικό του περιεχόμενο. Αἱ ἕξεις λοιπόν, κατά το δάσκαλο του Αλεξάνδρου, είναι τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας. Αυτά βέβαια έχουν διαμορφωθεί με ορισμένο τρόπο, με την επανάληψη δηλαδή όμοιων ενεργειών. Ωστόσο η διαδικασία αυτή του εθισμού μπορεί να οδηγήσει στη διαμόρφωση τόσο θετικών (δίκαιοι, ἀνδρεῖοι, σώφρονες, πρᾶοι) όσο και αρνητικών (ἄδικοι, δειλοί, ἀκόλαστοι, ὀργίλοι) χαρακτηριστικών, κάτι που εξαρτάται από την ποιότητα των πράξεων. Όπως διαβάζουμε αλλού στα Ηθικά Νικομάχεια, συμβαίνει και το αντίστροφο: οι έξεις γίνονται η πηγή των αντίστοιχων ενεργειών, και έτσι δημιουργείται ένας κύκλος. Ας πάρουμε για παράδειγμα την ανδρεία: συνηθίζοντας να περιφρονούμε τους κινδύνους γινόμαστε ανδρείοι, και, αφού γίνουμε ανδρείοι, μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ακόμη καλύτερα αυτά που προκαλούν φόβο. Β2.α. Ο Αριστοτέλης στο χωρίο αυτό με το τροπικό επίρρημα «οὕτω» ολοκληρώνει τα προηγούμενα υποδηλώνοντας και αναλογία, ενώ το καθαρά συμπερασματικό «δή» ανακεφαλαιώνει. Τέλος ο προσθετικός σύνδεσμος «καί» εισάγει την προσθήκη ενός νέου επιχειρήματος. Άρα η συλλογιστική πορεία που ακολουθεί ο Αριστοτέλης είναι η αναλογία. β. Για να τεκμηριώσει την άποψη ότι οι έξεις αποκτώνται όπως και οι τέχνες επικαλείται παραδείγματα από την καθημερινή ζωή άλλωστε πρόκειται για προσφιλή μέθοδο του Αριστοτέλη, ως εμπειρικού φιλοσόφου να βασίζεται σε περιστατικά παρμένα από την καθημερινότητα. Συγκεκριμένα, μέσα από τις συναλλαγές μας με τους άλλους ανθρώπους διακρίνει τη δυνατότητα δημιουργίας δίκαιων και άδικων (πράττοντες γάρ ἄδικοι) ενώ από τον τρόπο αντιμετώπισης των κινδύνων μπορούν να προκύψουν και οι ανδρείοι και οι δειλοί (πράττοντες δέ δειλοί ). Κατ αναλογία περνά στο χώρο των επιθυμιών και της οργής, για να διαπιστώσει την ύπαρξη επιπλέον ανθρώπινων χαρακτήρων. Έτσι κάποιοι που συνηθίζουν να ελέγχουν τις επιθυμίες και την οργή τους αποκαλούνται από τον Σταγειρίτη «σώφρονες» και «πρᾶοι» αντίστοιχα, ενώ όσοι συνηθίζουν να παρασύρονται και να παραδίνονται σε αυτές είναι οι ασυγκράτητοι και οι οξύθυμοι (ὁμοίως δέ καί τά περί τάς ἐπιθυμίας οἵ δ ἀκόλαστοι καί ὀργίλοι). Όλες αυτές οι περιπτώσεις πιστοποιούν τον κοινωνικό χαρακτήρα της αρετής καθώς οι συμπεριφορές μας θεωρούνται σε συνάρτηση με τους άλλους αντανακλούν δηλαδή στον κοινωνικό περίγυρο διαμορφώνοντας τις μεταξύ μας σχέσεις. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό πως η ποιότητα εθισμού διαμορφώνει κάθε στοιχείο του χαρακτήρα μας και σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει κάποιο από αυτά εκ φύσεως στον άνθρωπο (οἵ μέν ἐκ τοῦ οὑτωσί οἵ δέ ἐκ τοῦ οὑτωσί ). Έτσι δικαιολογείται και η χρήση των ρηματικών τύπων που αναφέρονται στην πράξη (π.χ. πράττοντες ) και την επανάληψη που οδηγεί στον εθισμό (π.χ. ἐθιζόμενοι) καθώς και στη βαθμιαία απόκτηση της αρετής (π.χ. γενόμενοι). Τα ρήματα και οι μετοχές βρίσκονται σε χρόνο ενεστώτα αυτό δηλώνει τη συχνή επανάληψη μιας ενέργειας που βρίσκεται σε εξέλιξη καθώς ο ενεστώτας εδώ είναι εξακολουθητικός και επαναληπτικός. Εν 2
κατακλείδι εξαίρεται η σημασία του εθισμού από τον Αριστοτέλη προκειμένου να αποκρυσταλλωθεί ο ανθρώπινος χαρακτήρας. Β.3. Μία από τις προσωπικότητες που είχε την τύχη να συναντήσει ο Αριστοτέλης στην Ακαδημία, όταν ήρθε να σπουδάσει σε αυτήν και που επέδρασαν θετικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, ήταν σίγουρα ο Εύδοξος από την Κνίδο. Ο νεαρός, τότε, αυτός επιστήμονας ήταν μια από τις πιο προικισμένες προσωπικότητες της αρχαιότητας. Ήταν μαθηματικός, αστρονόμος και γεωγράφος, και ο Πλάτωνας δε δίστασε καθόλου να του εμπιστευθεί, κατά τη διάρκεια της απουσίας του, τη διεύθυνση της σχολής του. Δεν ήταν λοιπόν μόνο τυχερός ο νεαρός Σταγειρίτης που «βρέθηκε», όπως είπε ένας αριστοτελιστής των ημερών μας, «την πιο κατάλληλη στιγμή στον πιο σωστό τόπο, εκεί δηλαδή όπου υπήρχαν οι κατάλληλοι άνθρωποι που θα μπορούσαν να γονιμοποιήσουν με έναν εντελώς ξεχωριστό τρόπο τη σκέψη του βοηθώντας την να απλώσει μέσα σε σύντομο χρόνο τα δικά της φτερά» πιο σημαντικό θα πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι με την απουσία του Πλάτωνα ο Αριστοτέλης είχε, από την πρώτη στιγμή, την ευκαιρία να δεχτεί εκείνη ακριβώς την επίδραση που πρέπει να ανταποκρινόταν πολύ αμεσότερα στη δική του ψυχοσύνθεση, την απόλυτα σχεδόν θετική κι επιστημονική, την ελάχιστα οπωσδήποτε ποιητική (τέτοια ήταν κατά βάση η ψυχοσύνθεση του Πλάτωνα). Β.4. γηγενής: γινόμενον, γίνεται, γίνονται, ἐγίνοντο, γινόμεθα εσθλός: ἐστίν, ἔσονται μισαλλοδοξία: συναλλάγμασι, ἀλλά δέος: δεινοῖς, δειλοί στρεβλός: ἀναστρέφεσθαι 3
Αδίδακτο κείμενο Γ1. Μου φαίνεται ότι αναφέρεις μια επαρκή απόδειξη, είπα εγώ, ότι δεν είναι αυτή η τέχνη των λογογράφων, την οποία, αν αποκτήσει κάποιος, θα μπορούσε να γίνει ευτυχισμένος. Κι όμως εγώ θεωρούσα ότι κάπου σ αυτό το σημείο θα φανεί η επιστημονική γνώση την οποία βέβαια από πριν αναζητούμε. Και πράγματι μου φαίνεται ότι είναι πάρα πολύ σοφοί και οι ίδιοι οι λογογράφοι, κάθε φορά που τους συναναστρέφομαι, Κλεινία, και η ίδια η τέχνη αυτών (μου φαίνεται ότι είναι) κάποια τέχνη θαυμαστή και σημαντική. Και όμως καθόλου παράξενο δεν είναι. γιατί είναι (αυτή η τέχνη) ένα μέρος της τέχνης των μάγων, και (είναι) λίγο κατώτερη από εκείνη. Γιατί απ τη μια η (τέχνη) των μάγων σαγηνεύει και οχιές και αράχνες και σκορπιούς και τα άλλα άγρια ζώα και ασθένειες, όμως η άλλη (τέχνη) τυχαίνει και να σαγηνεύει και να παροτρύνει και τους δικαστές και τα μέλη της συνέλευσης του λαού και τα άλλα πλήθη λαού. Γ2. φην: φάτε κτη μενος: ἐκτῶ τις: τινῶν ε δαίμ ν: εὒδαιμον μην: ᾠήθη φαν ε θαι: πεφάνθω/ πεφηνώς, πεφηνυῖα, πεφηνός ἔστω λαι: παλαίτερον κ λη ις: κήλησι τ γ νει: τύχοιεν ο α: ἐσομέναις Γ3.α. μοι: δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου στο ρήμα δοκεῖς ε δαίμ ν: κατηγορούμενο στο υποκείμενο τις μέσω του συνδετικού ρήματος ἂν εἴη 4
ν: αντικείμενο του ρήματος ζητοῦμεν κείνης: ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός, γενική συγκριτική στο ὑποδεεστέρα ο α: κατηγορηματική μετοχή, αναφέρεται στο υποκείμενο ἡ δέ του ρήματος τυγχάνει Γ3.β. κτη μενος: επιρρηματική υποθετική μετοχή συνημμένη στο υποκείμενο τις του ρήματος ἂν εἲη ανάλυση μετοχής: εἰ κτήσαιτο αναλύεται σε δευτερεύουσα υποθετική πρόταση εκφερόμενη με ευκτική, γιατί σχηματίζει υποθετικό λόγο της απλής σκέψης του λέγοντος, με απόδοση το ἂν εἲη 5