Nεανικά Aγκυροβολή- δὲν ὠφελοῦνται πραγματικὰ οἱ ἄνθρωποι καὶ δὲν οἰκοδομεῖται ἡ μεταξύ μας ἀγάπη.



Σχετικά έγγραφα
Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο


Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Κάιν καί Ἄβελ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Γένεσις 4,1-15

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Ἡ παραβολή τοῦ Σποριᾶ

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

Το παραμύθι της αγάπης

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

Ευλογημένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ημοτικού

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ).

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Να λες στη γυναίκα. σου ότι την αγαπάς και να της το δείχνεις.

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

Συνέντευξη από τη. ηµοσιογράφοι. κα Τατιάνα Στεφανίδου. Είµαι πολλά χρόνια δηµοσιογράφος, από το 1992.

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Η πορεία προς την Ανάσταση...

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν


Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Το κυνηγί της φώκιας νέο index Το κυνήγι της φώκιας...2 Λεξιλόγιο...2 Ερωτήσεις...4 Κείμενο...5 Το κυνήγι της φώκιας...5

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

μονόλογος. του γιώργου αθανασίου.

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. ΟΟυρανός, το Υπέροχο Σπίτι του Θεού

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

ια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολύ μακρινή χώρα, τόσο μακρινή

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Η κλέφτρα των ονείρων Ο δράκος που άρπαξε την αγάπη Το ελιξίριο της ευτυχίας... 47

Transcript:

δὲν ὠφελοῦνται πραγματικὰ οἱ ἄνθρωποι καὶ δὲν οἰκοδομεῖται ἡ μεταξύ μας ἀγάπη. Ἄς ξεκαθαρίσουμε πρῶτα ἀπ ὅλα δύο ἐρωτήματα: α. στὰ ἔργα τῆς ἀγάπης ὑπάρχει πάντα ἀγάπη; καὶ β. ποιά σχέση ἔχει ἡ θυσιαστικὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴ θυσιαστικὴ ἀγάπη ποὺ καλεῖται νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος; α. Τὸ ὅτι κάθε τι ποὺ φαίνεται καλὸ δὲν εἶναι πάντα καλὸ γίνεται σαφὲς ἀπὸ αὐτὰ ποὺ γράφει στοὺς Κορινθίους ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «...ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἤ κύμβαλον ἀλαλάζον...καὶ ἐάν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῷ τὸ σῶμα μου ἵνα καυ- Nεανικά Ἀγκυροβολήματα Aγκυροβολή- Δ I M H N I A I O Φ Y Λ Λ A Δ I O T H Σ I E P A Σ M H T P O Π O Λ E Ω Σ I E P A Π Y T N H Σ K A I Σ H T E I A Σ Γ I A T O Y Σ N E O Y Σ T E Y X O Σ 5 2 ο Σ Ε Π Τ Ε Μ Β Ρ Ι Ο Σ - Ο Κ Τ Ω Β Ρ Ι Ο Σ 2 0 0 9 Ὁ ἄνθρωπος, ἡ ζωή του, καί... οἱ «διορθωτικές» µας παρεµβάσεις. Ἐπιλογικό σηµείωµα γιά τίς µεταµοσχεύσεις ζωτικῶν ὀργάνων. (. Τά ρια τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης). Κλείνομε μὲ τὸ τεῦχος αὐτὸ τὴν ἑνότητα ποὺ εἶχε ὡς κεντρικὸ θέμα της τὴν ἀνθρώπινη ζωὴ καὶ τὶς ποικίλες παρεμβάσεις μας σ αὐτήν. Στὸ προηγούμενο τεῦχος κάναμε λόγο γιὰ τὶς μεταμοσχεύσεις ζωτικῶν ὀργάνων (καρδιᾶς) καὶ παραθέσαμε τὴν κατηγορηματικὴ θέση τοῦ γέροντος Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ γι αὐτές 1. Εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ ἡ μαρτυρία ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ ἔχοντας ἐμπειρία θεώσεως ξέρει ἀπὸ τὴν προσωπική του πείρα ἄν μιὰ ἐνέργεια ποὺ φαίνεται καλὴ συντελεῖ ἤ ὄχι στὴ σωτηρία μας. Ἄν ἡ μεταμόσχευση μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Χριστὸ μέσα ἀπὸ τὴ θυσιαστικὴ προσφορὰ ζωτικῶν ὀργάνων τοῦ σώματός μας τότε εἶναι καλὴ καὶ εὐλογημένη. Ἄν ὅμως δὲν ἐπιτυγχάνεται ἡ ἕνωση μὲ τὸν Χριστὸ τότε

θήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι...» 2. Μπορεῖ λοιπόν, νὰ κάνουμε πράξεις ἀγάπης χωρὶς ἀγάπη. Αὐτὸ συμβαίνει ὅταν λείπει ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὶς πράξεις μας καὶ στὴ θέση Του βάζομε τὸν φίλαυτο ἑαυτό μας. Στὸ γεροντικὸ γράφει ὅτι κάποτε ἐπαίνεσαν οἱ ἀδελφοὶ ἕναν μοναχὸ στὸν Ἅγιο Ἀ ν τ ώ ν ι ο. Ὅταν ὁ μοναχὸς αὐτὸς ἐπισκέφτηκε τὸν Γέροντα αὐτὸς τὸν δοκίμασε νὰ δεῖ ἄν ἀντέχει «ἀτιμίαν». Καὶ διαπιστώνοντας ὅτι δὲν ἀντέχει τοῦ εἶπε: μοιάζεις μὲ χωριὸ ποὺ ἀπὸ ἐμπρὸς εἶναι στολισμένο ἀπὸ πίσω ὅμως τὸ κλέβουν οἱ ληστές ( ἡ κενοδοξία δηλ.). Κάπως ἔτσι μᾶς κλέβουν τὰ πάθη καὶ νομίζομε ὅτι κάνοντας πράξεις ἀγάπης ἔχομε τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Πολλὲς φορὲς ὅμως αὐτὲς οἱ πράξεις τὶς ὁποῖες ἐμπιστευόμαστε ἀντὶ νὰ γίνουν γέφυρα ποὺ θὰ μᾶς πάει στὸ Θεὸ γίνονται τεῖχος ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπ Αὐτόν. β. Ὅσο ἀφορᾶ τώρα τὸ δεύτερο ἐρώτημα ἔχει μεγάλη σημασία ἡ σωστὴ κατανόηση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου μὲ τὸν ὁποῖο μᾶς προτρέπει ὁ Χριστὸς νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἀγάπη Του: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐμὴ ἐντολὴ ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς. Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τὶς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ...» 3. Τί ζητάει ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Χριστὸς; Βρίσκει ἐφαρμογὴ ὁ λόγος αὐτὸς στὶς μεταμοσχεύσεις ζωτικῶν ὀργάνων; Κατ ἀρχὴν πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ὑπάρχει μιὰ καίρια διαφορὰ ἀνάμεσα σὲ ἐμᾶς καὶ στὸν Χριστό. Ὁ Χριστὸς εἶναι φύσει θεάνθρωπος ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος μετέχει στὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ (κατὰ χάρη). «Ἀνῃρέθης ἀλλ οὐ διῃρέθης, Λόγε ἧς μετέσχες σαρκός, Εἰ γὰρ καὶ λέλυταί σου ὁ ναὸς ἐν τῷ καιρῷ τοῦ πάθους, ἀλλὰ καὶ οὕτω μία ἦν ὑπόστασις, τῆς θεότητος καὶ τῆς σαρκός σου, ἐν ἀμφοτέροις γὰρ εἷς ὑπάρχεις Υἱός, Λόγος τοῦ Θεοῦ, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος. Ἡ φυσικὴ ἕνωση θεότητος καὶ ἀνθρωπότητος στὸν Χριστὸ καθιστᾶ ἀδύνατη τὴν ἁμαρτία στὸ Θεανθρώπινο πρόσωπό Του 5 γιατὶ ἁμαρτία σημαίνει χωρισμὸς τῆς ἑνιαίας ὑποστάσεως τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ ὅμως ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει στὸν Χριστὸ μπορεῖ νὰ γίνει στὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μετέχει στὴ θεότητα καὶ θεώνεται, δὲν εἶναι ἀπὸ τὴ φύση του Θεός. Κινδυνεύει λοιπὸν νὰ ἀστοχήσει (ἁμαρτήσει), νὰ ἀπατηθεῖ καὶ νὰ βρεθεῖ ἔξω ἀπὸ τὴ σχέση ποὺ σώζει Ἄς δοῦμε ὅμως πῶς ἑρμηνεύει τὸ παραπάνω χωρίο ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης: «Ἐν τούτῳ ἐγνώκαμεν τὴν ἀγάπην, ὅτι ἐκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε,

καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι. Ὅς δ ἄν ἔχῃ τὸν βίον τοῦ κόσμου καὶ θεωρῇ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ χρείαν ἔχοντα καὶ κλείσῃ τὰ σπλάχνα αὐτοῦ ἀπ αὐτοῦ, πῶς ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μένει ἐν αὐτῷ; Τεκνία μου, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ μηδὲ τῇ γλώσσῃ, ἀλλ ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ» 6. Στὸ ἴδιο πνεῦμα κινεῖται καὶ ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν στὸ Γεροντικό: «Εἶπε πάλιν. Μείζονα ταύτης τῆς ἀγάπης οὐκ ἔστιν εὑρεῖν τινα, τοῦ θεῖναι τὴν ψυχῆν αὐτοῦ ὑπὲρ τοῦ πλησίον αὐτοῦ. Εἰ γάρ τις ἀκούσῃ λόγον πονηρὸν τουτέστι λυπηρόν, δυνάμενος καὶ αὐτὸς τὸν ὅμοιον εἰπεῖν καὶ ἀγωνίσηται μὴ εἰπεῖν, ἤ ἐὰν πλεονεκτηθῇ καὶ βαστάζῃ καὶ μὴ ἀνταποδώσῃ αὐτῷ, ὁ τοιοῦτος τίθησι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τοῦ πλησίον» 7. Μὲ τὶς σκέψεις αὐτὲς κλείνομε τὴν ἑνότητα αὐτὴ ξέροντας ὅτι δὲν εἰπώθηκαν ὅλα. Ὅ,τι εἰπώθηκε, εἰπώθηκε γιὰ γόνιμο προβληματισμὸ καὶ εἶναι καρπὸς ἀγάπης καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. παπα-νικόλας Ἀλεξάκης Ὑποσημειώσεις 1. Νεανικὰ ἀγκυροβολήματα τ. 51. 2. Α Κορ.13,1-3. 3. Ἰω. 15,12-13. 4. στ ὠδὴ κανόνος Μ. Σαββάτου. 5. «τίς...ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας»; 6. Α Ἰω. 3,16-18. 7. Γεροντικό, ἐκδ. Ἀστέρος, σελ. 96. Ἡ δική µου ἀνάπαυση γεννιέται ἀπό τήν ἀνάπαυση τοῦ ἄλλου! [...] στήν πνευματική ζωή ὅλη ἡ βάση εἶναι στή θυσία. Καί ξέρεις τί χαρά νιώθει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν θυσιάζεται; έν μπορεῖ νά ἐκφράση τή χαρά πού νιώθει. Ἡ ἀνώτερη χαρά βγαίνει ἀπό τήν θυσία. Μόνο ὅταν θυσιάζεται, συγγενεύει μέ τόν Χριστό, γιατί ὁ Χριστός εἶναι θυσία. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό δῶ ζῆ τόν Παράδεισο ἤ τήν κόλαση. Ὅποιος κάνει τό καλό, ἀγάλλεται, διότι ἀμείβεται μέ θεϊκή παρηγοριά. Ὅποιος κάνει τό κακό, ὑποφέρει. -Ἄν, Γέροντα, κάποιος δέν ἔχη γευθῆ τήν χαρά τῆς θυσίας, πῶς μπορεῖ νά φθάση στήν θυσία; - Ἄν ἔρθη στήν θέση τοῦ ἄλλου. Ὅταν ἤμουν στόν στρατό, συχνά τό πολυβολεῖο ἦταν γεμάτο νερό στόν ἀσύρματο οἱ μπαταρίες ἤθελαν ἀλλαγή - καί ἦταν πολύ δύσκολο, γιατί ἦταν φορτωμένη ἡ γραμμή. Βρεχόμουν μέχρι τήν μέση ἡ χλαίνη ἔσταζε. Προτιμοῦσα ὅμως νά κάνω μόνος μου τήν δουλειά, γιά νά μήν ταλαιπωρηθοῦν οἱ ἄλλοι, καί χαιρόμουν πού τό ἔκανα. Ὁ διοικητής μοῦ ἔλεγε: «Εἶμαι ἀναπαυμένος καί ἥσυχος, ὅταν κάνης ἐσύ τήν δουλειά, ἀλλά σέ λυπᾶμαι. Πές σέ κάποιον ἄλλον νά πάη». «Ὄχι, χαίρομαι, κύριε διοικητά», τοῦ ἔλεγα. Στήν διλοχία ἦταν ἀκόμη ἕνας ἀσυρματιστής, ἀλλά δέν τόν ἄφηνα στίς ἐπιχειρήσεις νά κουβαλήση οὔτε τήν μπαταρία οὔτε τόν ἀσύρματο, ἄν καί ἦταν βαριά, γιά νά μή βρεθῆ σέ κίνδυνο. Μέ παρακαλοῦσε ἐκεῖνος: «Γιατί δέν μοῦ τά δίνεις;». «Ἐσύ ἔχεις γυναίκα καί παιδιά, τοῦ ἔλεγα. Ἄν σκοτώσουν ἐσένα, θά δώσω λόγο στόν Θεό». Ἔτσι ὁ Θεός μᾶς

φύλαξε καί τούς δύο δέν ἄφησε νά σκοτωθῆ οὔτε ἐκεῖνος οὔτε ἐγώ. Προτιμότερο εἶναι γιά ἕναν εὐαίσθητο ἄνθρωπο νά σκοτωθῆ ὁ ἴδιος μιά φορά ἀπό ἀγάπη, γιά νά προστατέψη τόν πλησίον του, παρά νά ἀμελήση ἤ νά δειλιάση, καί ὕστερα νά σφάζεται συνέχεια ἀπό τήν συνείδησή του σ ὅλη του τήν ζωή. Μιά φορά, στόν ἀνταρτοπόλεμο, τότε μέ τίς ἐπιχειρήσεις, οἱ ἀντάρτες μᾶς εἶχαν ἀποκλείσει ἔξω ἀπό ἕνα χωριό καί οἱ στρατιῶτες θά ἔρριχναν κλῆρο, ποιός θά πάη στό χωριό γιά ἐφόδια. «Θά πάω ἐγώ», εἶπα. Ἄν πήγαινε κάποιος ἄπειρος ἤ ἀπρόσεκτος, μπορεῖ καί νά σκοτωνόταν καί θά μέ ἔτυπτε μετά ἡ συνείδηση. «Καλύτερα, σκέφτηκα, νά σκοτωθῶ ἐγώ, παρά νά σκοτωθῆ ὁ ἄλλος καί νά μέ σκοτώνη ἡ συνείδησή μου σέ ὅλη μου τήν ζωή. Πῶς θ ἀντέξω μετά; Θά μοῦ λέη ἡ συνείδησή μου: «Μποροῦσες νά τόν γλυτώσης γιατί δέν τόν γλύτωσες;». Νήστευα κιόλας καί ἤμουν νηστικός..., τέλος πάντων. Ὁπότε μοῦ λέει ὁ διοικητής: «Καί ἐγώ προτιμῶ νά πᾶς ἐσύ πού πιάνεις πουλιά στόν ἀέρα, ἀλλά νά τρῶς, γιά νά ἔχης ἀντοχή». Πῆρα τό ὅπλο καί ξεκίνησα. Οἱ ἀντάρτες μέ πέρασαν γιά δικό τους καί μέ ἄφησαν νά περάσω. Πῆγα στό χωριό, ἀνέβηκα σέ ἕνα διώροφο σπίτι. Μιά γριά πού ἦταν ἐκεῖ μοῦ ἔδωσε ἐφόδια καί γύρισα πίσω στήν διλοχία. Τήν μεγαλύτερη χαρά τήν ἔνιωθα τόν χειμώνα, ἐκεῖ μέσα στά χιόνια. Θυμᾶμαι, ξύπνησα ἕνα βράδυ οἱ ἄλλοι κοιμόνταν. Τό χιόνι εἶχε σκεπάσει τίς σκηνές. Πάω, πιάνω τόν ἀσύρματο καί βγάζω τό χιόνι ἀπό τίς τρύπες τοῦ ἀσυρμάτου βλέπω δούλευε. Τρέχω στόν διοικητή καί τοῦ τό λέω. Ἐκεῖνο τό βράδυ εἴκοσι ἕξι κρυοπαγημένους ἔβγαλα μέσα ἀπό τό χιόνι μέ τόν κασμᾶ. Μιά φορά, ἕνα ἀπόγευμα, εἶχε κοπῆ ἡ ἕρπουσα γραμμή. Ἦταν εκέμβρης μήνας τοῦ 1948. Τό χιόνι πολύ. Στίς 4 ἡ ὥρα τό ἀπόγευμα ἔρχεται διαταγή νά πᾶμε στό χωριό, δυό ὧρες μακριά, νά φτιάξουμε τήν γραμμή καί νά γυρίσουμε πίσω. Ἐν τῷ μεταξύ δέν εἶχε ἀκόμη οὔτε δυό ὧρες μέρα. Οἱ στρατιῶτες ἦταν σκοτωμένοι στήν κούραση καί δέν εἶχαν κουράγιο νά ξεκινήσουν. Καί ποῦ νά βρῆς τήν γραμμή μέ τόσο χιόνι! - έν ξέρατε, Γέροντα, τόν δρόμο καί ποῦ ἦταν ἡ γραμμή; - Ἔ, περίπου τόν δρόμο τόν ἤξερα, ἀλλά θά μᾶς ἔπιανε καί ἡ νύχτα. Τέλος πάντων, μοῦ ἔδωσαν μία ὁμάδα καί ξεκινήσαμε. Στήν ἀρχή ἀνοίξαμε μέσα στό στρατόπεδο μέ τό φτυάρι τόν δρόμο ἀπό τό χιόνι,

καί ἔτσι προχωρήσαμε λίγο, γιά νά ἀναπαύσουμε τόν διοικητή. Μετά λέω: «Προχωρᾶμε, γιατί πρέπει καί νά γυρίσουμε». Πήγαινα μπροστά, γιατί οἱ ἄλλοι ἦταν ὅλο ἀντίδραση. «Ἡ Ἑλλάδα ποτέ δέν πεθαίνει, ἀλλά πεθαίνουμε ἐμεῖς», μοῦ ἔλεγαν. Συνέχεια αὐτό! Προχωροῦσα, βούλιαζα μέσα στό χιόνι, μέ τραβοῦσαν ἐπάνωξαναβούλιαζα, μέ ξανατραβοῦσαν. Εἶχα καί ἕνα ξίφος καί τό κάρφωνα κάτω, γιά νά κάνω γείωση. Συνέχεια ἔπρεπε νά ἐλέγχω. Ἔμπαινα μπροστά. «Προχωρῆστε, τούς ἔλεγα ἀπό δῶ δέν περνοῦν ζῶα, γιά νά κόψουν τήν γραμμή. Μόνο σέ κανένα λάκκο πού ἡ γραμμή εἶναι ἐναέριος, ἐκεῖ νά ἐλέγξουμε». Τελικά φθάσαμε σέ ἕνα χωριό πού εἶχε πεζούλια καί, καθώς τό χιόνι εἶχε στοιβαχθῆ ἀπό τόν ἀέρα, δέν ξεχώριζες τίποτε. Ὅταν φθάσαμε στά πεζούλια, πέφτω μέσα στό χιόνι. Τρόμαξαν νά μέ βγάλουν οἱ ἄλλοι. Ὕστερα σιγά-σιγά ἀπό τό ἕνα πεζούλι στό ἄλλο κατεβήκαμε ὅλοι - μήν τά ρωτᾶς πῶς! - ἀργά τό βράδυ στό χωριό. Θεσσαλονίκη 2 2000. «Τετέλεσται!» Ἀπό τό βιβλίο «Γέροντος Παϊσίου Λόγοι τόμ. Β» Πνευματική ἀφύπνιση, σσ. 196-201, ἐκδ. Ἱερόν Ἡ σ υ χ α σ τ ή ρ ι ο ν «Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, Καί πάλι ξαφνικά μόνος. Μέ μιά ἀξίνα σ ἕνα βραχότοπο ἀνοίγει δρόμο. Βάζει σημάδια. Στόν οὐρανό ἕνα ἀστέρι, τό ἀπέναντι νησί στό πέλαγο, ἕνα ψηλό βουνό καί ἕνα χαμηλό λόφο. Καί τί μ αὐτά; Μιά μπουλντόζα ἰσοπεδώνει τά βουνά. Μιά παλίρροια σκεπάζει τό νησί. Μιά συννεφιά θολώνει τόν οὐρανό. Βάζει σημάδια καινούργια σύγχρονα. Σ ἕνα κῦμα. Ἔσκασε! Πάνω σ ἕνα σύννεφο. ιαλύθηκε! Σ ἕνα ἀστέρι. Ἔπεσε! Κι ἐκεῖ πού ἄρχισαν νά χάνονται τά σημάδια φάνηκαν κάτι τάφοι πού δέν ἔκλεισαν ἀκόμα, πού ὅμως κατοικοῦνται. Μοιράζουν ἐλπίδες. Μοιράζουν ὑποσχέσεις γιά μιά «καλύτερη ζωή», γιά «ποιότητα ζωῆς», μέσα σέ ὡραίους τάφους, παραδεισένιους. Κόπος! Μιά μέρα μισό βῆμα. Κοιτάζει πίσω. Ἀγωνία. Σχεδόν καμία πρόοδος. Εἶναι κι αὐτές οἱ φωνές. Ἀπό παντοῦ. Τηλεόραση, ραδιόφωνα, ἐφημερίδες, σχολεῖα, ἐκκλησίες, ὑπουργεῖα. «Τάφοι ἀνεῳγμένοι». Ἀκόμη χειρότερα. υσωδία (ὄχι παντοῦ καί πάντα).

Ποῦ εἶναι οἱ πηγές τῆς ἀγαθότητας; Ποιός θά δείξει τούς θησαυρούς καί τόν πλοῦτο τῆς ἀγάπης; Ἀνοίγει τό ραδιόφωνό του. Μιά ξύλινη φωνή μέ σάλτσα εὐσυγκινησίας (τά δάκρυα στήν ἐποχή μας γιά τούς συνανθρώπους μας, γιά τή φτώχεια, για τίς κάμερες, γιά τό κοινό, τρέχουν ἀνησυχητικά εὔκολα). Κάνει ἀπολογισμό-διαφήμιση τοῦ φιλανθρωπικοῦ τους ἔργου. Σκοπός νά ζητήσει κι ἄλλα. Εὐχαριστίες πρός ἐπώνυμους γιά τούς ἀγῶνες τους κατά τῆς φτώχειας. Μεγάλες συγκινήσεις. Πολλές κάμερες, πολλά μικκρόφωνα. Εὐτυχῶς ὑπάρχουν καί οἱ πεινασμένοι. Σπάει τήν πέτρα. Ἐκεῖ πού εἶχε πορεία πρός τό βουνό, πῶς, οὔτε καί αὐτός κατάλαβε, ἔβαλε πλώρη πρός τή θάλασσα. Τόν ξεγέλασε ἐκεῖνο τό νησί πού μέχρι πρίν λίγο ὑπῆρχε. Τώρα τραβάει κουπί πρός ἐκεῖνο τό ἀστέρι. Πρέπει νά βιαστεῖ, προτοῦ πέσει. Κουράστηκε. Ἀνοίγει τήν τηλεόραση (ναί! μέσα στή βάρκα. έν τό ἔχετε ξαναδεῖ; έν νομίζω!). Ἀκούγονται ἄτακτα, «αὐθόρμητα» γέλια καί φωνές ἐνθουσιασμοῦ χωρίς ντροπή καί ὅρια, ἀπό γυναῖκες πού οἰκονομοῦνται τά ὑφάσματα τῶν ρούχων τους (πῶς θ ἀνέβει ἡ τηλεθέαση;). Ὑπόσχονται παραδεισένιους προορισμούς γιά δύο. Ὅλα πληρωμένα. Παράλληλα μαζεύουν χρήματα γιά τό δύστυχο φτωχό Γιαννάκη, πού πρέπει νά ἐγχειριστεῖ ἐπειγόντως (κοινωνική προσφορά τοῦ καναλιοῦ). Κλείνει τήν τηλεόραση. Τουλάχιστον ἐκεῖ ἔχει τήν ἐξουσία! Ξεκινάει πάλι κουπί. Ὁ χρόνος τελειώνει. Ξαφνικά φωνές. Ἕνας «πνιγμένος» ζητάει βοήθεια. Νά καθυστερήσει; Τρέχει πρός τίς φωνές. Ἡ βάρκα ἕτοιμη νά τουμπάρει. Τόν ἁρπάζει. Τόν ἔσωσε. Ἔγινε τό πρόσωπο τῆς ἡμέρας. Ὅλοι μιλοῦν γι αὐτόν στό ἀπέναντι χωριό. Γιά τή «σωτηρία»! Γράψανε καί σ ἕνα site «Σωτήρας: μιά ἱστορία ἀνθρωπιᾶς». Ἕνα φούσκωμα ἱκανοποίησης. «Χμ, ἐγώ»! Ἔκανε κουπί σέ πελάγη εὐτυχίας. Ἄρχισε νά ξεχνᾶ τό χάος τοῦ βυθοῦ, τοῦ ἄνομου βίου. Πλάνη. -Θά σώσω κι ἄλλους, εἶναι ὡραῖο (σκέφτηκε). Ὅλοι θά λέν γιά μένα (κρυφή σκέψη, κρυφή κι ἀπό τόν ἴδιο). Ὅμως ἕνας κυματισμός τόν ἔκανε νά χάσει τό χρῶμα του. Ἀπ τό τίποτα. -Βυθίζομαι! (φώναξε). Σῶστέ με!! Ἡ σωτηρία ἦρθε. Πῶς; ἀπό ποῦ; οὔτε αὐτός δέν κατάλαβε. «Τελικά, ποιός εἶναι αὐτός πού σώζει;».

Τραβάει κουπί. Ἡ βάρκα συνεχίζει νά ταράζεται ἀπό κλυδωνισμούς ἀκατάπαυστων παθῶν. Τό βάρος τῶν ἀνομιῶν του, φλερτάρουν μέ τό βυθό τοῦ χαμοῦ. Τραβοῦσε κουπί καί σκεφτόταν: «Ποιός θά σώσει ποιόν;». «Πῶς θά γινόταν σωτήρας;» (ἄγχος). Βεβαρυμένος μέ χίλια βάσανα βγαίνει σ ἕνα ψαροχώρι νά πάρει ἀνάσες. Σ ἕνα internet-cafe διαβάζει: Μεγάλη συνέντευξη κάποιων ἀπό τήν Ἐκκλησία. «ῶσε, σῶσε καί σώσου». Πρέπει νά δώσεις. Ἄν δώσεις ὑπόσχονται σωτηρία. Σωτηρία καί ὁ δότης καί ὁ λήπτης. Ὁ ἕνας σώζει τήν ζωή του καί ὁ ἄλλος τήν ψυχή του. Μ ἕνα σμπάρο δυό ὀφέλη. -Νά δώσω; (σκέφτεται). Εἶναι δικό μου αὐτό πού ζητᾶνε; Ἐγώ ἀποφασίζω; έν σηκώνει ἡ βάρκα μου ἄλλες ἀνομίες. Ποῦ εἶναι τά σύνορα; Ἔχω τό δικαίωμα; Πρέπει νά βρῶ ἀπάντηση. Ἡ βάρκα μου βουλιάζει! Νά τῆς δώσω μιά καί νά πάει στόν πάτο; Τραβάει κουπί. Τό διάλειμμα τοῦ ἔκανε ζημιά. Βαρύνανε τά χέρια του. «Πρέπει νά βρῶ ἀπάντηση». Θά συνεχίσω γιά τ ἀστέρι. Ὅλα ἦταν ἥσυχα. Ὅταν ξαφνικά ἄκουσε καθαρά ἕνα μεταλικό ἦχο. Στόν ἀπέναντι λόφο. Τό πρῶτο καρφί μπιγόταν στήν παλάμη. Τό αἷμα ἔτρεξε καί στάλαξε στήν ἄγονη γῆ. Μιά γῆ μαύρη κι ἀφιλόξενη ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε νά καρποφορήσει, ἀλλά διότι ἡ σκληρότητα καί τά πάθη εἶχαν κατακαθήσει στήν ἐπιφάνειά της καί τήν εἶχαν πετρώσει. Κι ἐκεῖ πού ἡ μέρα ἔχανε τό φῶς της (μεσημέρι ἦταν) κι ἐκεῖ πού ὁ γαλανός οὐρανός μαύρισε, κι ἐκεῖ πού ἡ ἀκλόνητη γῆ ἄρχισε νά κυμαίνεται σάν θάλασσα, κι ἐκεῖ πού ἡ ἐλπίδα χανόταν σ ἕνα ἀδιέξοδο πού ἔμοιαζε χωρίς καρκόπορτες φυγῆς, ἀκούστηκε ἡ πονεμένη καί ξέψυχη φωνή πού συντάραξε τό σύμπαν: «Τετέλεσται!». Μιά φωνή πάνω στό ξύλο. Ἡ τελευταία λέξη: «Τετέλεσται!». «Τετέλεσται» καί τό ἀστέρι ἔπεσε. Μαζί μέ τό σημεῖο προορισμοῦ του ἔπεσε κι αὐτός. -Τί εἶπε»; μέ κόπο ρώτησε μέσα στό χαλασμό ἕναν πού κρατοῦσε μιά λόγχη. -Τετέλεσται! λές καί δέν τό βλέπουμε. (Πιάνει τή λόγχη πού τοῦ πεσε ἀπ τήν τρομάρα). Χάθηκε αὐτός βλέπω νά χανόμαστε κι ἐμεῖς. Ἔχω καί δουλειές στή μέση (ψιθυριστά καί τρεμάμενα ὁ λογχευτής). -Ξέρεις, χτίζω σπίτι στήν κόρη μου, ἐξηγεῖ. Ἄντε νά τελειώνουμε! (ξεθάρρεψε)

ἔχω καί δουλειές! (κάτι ἔβρισε). Ἐκεῖ πού στάλαξε καί σταλάζει τό αἷμα στήν πετρώδη καί ἄγονη γῆ - πῶς;- ξεπετάχτηκαν μικρά πράσινα κοτσανάκια. Στήν κορυφή τους κατάλευκα πέταλα. Μέσα στή μαυρίλα! Κι ὅσα μαύριζε ὁ οὐρανός τόσο λεύκαιναν τά πέταλά τους, κι ὅσο κυμαίνονταν ἡ γῆ, τόσο αὐτά ρίζωναν, κι ὅσο τό αἶμα πλήθαινε, τόσο αὐτά δυνάμωναν. -Κάτι γίνεται ἐδῶ! (πίσω ἀπό ἕνα βράχο γιά προστασία, κοιτάζει). Μέ τό «τετέλεσται» κάτι ἀρχίζει! Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ τό ἔδειξαν. Ὁ λογχευτής ἔχει δουλειές βιάζεται. Ἐγώ ὅμως πρέπει νά μάθω. έν τέλειωσε! μᾶλλον τώρα ἀρχίζει! «Πῆρε μάτι» τά ἀνθάκια. Μέσα στή μαυρίλα καί τή σκόνη! Ἕρποντας ἔφτασε. Κάτι ἄρχισε νά παίρνει μυρωδιά. Μέ τό πρόσωπο στή γῆ καί τά γόνατα νά ματώνουν στίς πέτρες τοῦ ἀφιλόξενου λόφου (ἀξίζει), ἄρχισε κάτι νά γεύεται. Πῆρε ἕνα αἱματοθρεμμένο ἀνθάκι μαζί του. Τό ἔβαλε στήν καρδιά του. Μετάλαβε ἀπό τήν εὐωδία του. Μετάλαβε ἀπό τόν Ἄνθρωπο τοῦ ξύλου! -μόνο Ἄνθρωπος; ἀποκλείεται. Μέ τό αἷμα Του ἔδωσε ζωή στήν πέτρα. Ἔσπασε τήν πέτρα. Λεύκανε τό μαύρο. Εὐωδίασε τή δυσοσμία. Ἀλάφρυνε τή βάρκα! Ἕνα φῶς μακρυνό καινούργιο φῶς καινούργιο σημάδι. Ἀπ αύτόν τόν Ἄνθρωπο! (μόνο ἄνθρωπος;). Κάθε στιγμή, κάθε βῆμα, αἰτία καί ἀφορμή νά καταλάβει κάτι περισσότερο ἀπ αὐτό πού ἔγινε. Ἀνάλαφρη βάρκα. υνατό κουπί. υνατά χέρια. Πορεία γιά τό φῶς. Ὅλα γιά τόν Ἄνθρωπο. -Τέρμα τό θέατρο, τέρμα «ὁ καραγκιόζης», τέρμα οἱ «Σωτῆρες». Μή μοῦ ζητᾶτε νά σώσω. έν εἶναι ὅτι δέ θέλω ἁπλῶς δέν μπορῶ. Σωτηρία ὑπάρχει γιατί ὑπάρχει Σωτήρας. Θά μέ βρεῖτε στό μακρυνό δρόμο γιά τό Σωτήρα. Μή μοῦ ζητᾶτε νά δώσω αὐτά πού δέν ἐξουσιάζω, αὐτά πού δέν εἶναι δικά μου. Ρωτῆστε Αὐτόν στόν ὁποῖο ἀνήκουν, θά κάνω ὅ,τι σᾶς πεῖ! Μή μοῦ τάζετε «παραδείσους» πού δέν σᾶς ἀνήκουν. Εἶμαι ἀδύναμος καί συμφεροντολόγος. Μπορεῖ νά δεχτῶ. Τότε ἴσως ἀλίμονό σας. Τό κουπί ἄρχισε πάλι νά βαραίνει. Μιά εὔκολα, μιά δύσκολα. Μιά φορτωμένη ἡ βάρκα, χείλη μέ χείλη μέ τή θάλασσα, μιά ξεφόρτωτη κι ἀνάλαφρη. Τό μακρινό φῶς μιά φαινόταν, μιά χανόταν, ἀλλά πάντα στό ἴδιο σημεῖο. Ἀκλόνητο. Κανείς δέν μποροῦσε νά τό πειράξει. Ἡ ἀρχή εἶχε γίνει. Τά χέρια ἁπλώθηκαν, καρφώθηκαν κι ὅλα «τετέλεσται». Τέλεια, ξεκάθαρα. Στέλιος Χατζάκης, Γυμναστής