K. Γ. ΚαΡΥωΤαΚησ. νηπενθη. αιωνια ποιηση



Σχετικά έγγραφα
ΚΩΣΤΗΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Κώστας Καρυωτάκης «Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων» (ανάλυση)

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

ΕΚΕΙΝΗ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥ Ι ΓΙΑ ΤΟΝ Γ


ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Μαρία Ψωμᾶ - Πετρίδου ΔΕΥΤΕΡΟ ΖΕΥΓΑΡΙ ΦΤΕΡΑ. Ποιήματα

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Παραγωγή γραπτού λόγου Ε - Στ τάξη Σύνθεση ποιήµατος

ΑΤΤΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΣΚΗΝΗ ΠΕΜΠΤΗ Λούρας, Μποζίκης, Πετρού, Θόδωρος, Μισὲρ Γιαννοῦτσος

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Tα έργα ζωγραφικής που συνοδεύουν την έκδοση είναι της Ευδοκίας Σταυρακούκα. Copyright: E. Σταυρακούκα, Eκδόσεις ZHTH, Θεσσαλονίκη, 2013

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Ένα και δυο: τη μοίρα μας δεν θα την πει κανένας Ένα και δυο: τη μοίρα του ήλιου θα την πούμ εμείς.

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

1 ο ΓενικόΛύκειοΚοζάνης Σχολική Βιβλιοθήκη. Υπεύθυνη Βιβλιοθήκης Ελπίδα Ματιάκη

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Νέα Ελληνική Λογοτεχνία Α Λυκείου Κωδικός 4528 Ενότητα: «Παράδοση και μοντερνισμός στη νεοελληνική ποίηση»

ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Η ΑΓΑΠΗ

ΠΟΙΟΝ ΑΓΑΠΑΣ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΑΥΤΗ ΤΗ ΦΟΡΑ;

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ 1 ΠΟΙΗΜΑ από κάθε συλλογή του Η ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΗ (1945)

Κατάλογος τῶν Συγκερασµῶν ὅλων τῶν Βυζαντινῶν ιατονικῶν Κλιµάκων µέχρι καὶ σὲ 1200 µουσικὰ διαστήµατα (κόµµατα)

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών Γυµνασίου - Λυκείου

Ιωάννα Μουσελιμίδου. Ανοίκειος νόστος. Ποίηση

ΦΥΛΑΚΗ ΥΨΙΣΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ


Νικηφόρος Βρεττάκος

Η δικη μου μαργαριτα 1

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

«ΝΗΠΕΝΘΗ» ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ schooltime.gr-ποίηση

Κι ὡς μ εἴδασιν οἱ ἔρωτες κοντά τως μὲ προθυμιὰν ἁπλῶσα στ ἄρματά τως καὶ πιάνουσι σαΐττες καὶ βερτόνια

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΧΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΤΡΑΓΟΥ ΙΑ

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Μά ρθεν ἐκείν ἡ ὥρα ἡ πρικαμένη, τὸ γέροντα τὸν κύρη τζη ἀνιμένει καὶ λέγει μου ἀποσπέρας ἡ κερά μου:

ΠΊΝΑΚΕς ΖΩΓΡΑΦΙΚΉς ΚΑΙ ΠΑΡΟΙΜΊΕς

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Κατερίνα Κατράκη. Παράθυρο. Ποίηση

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ για ΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ εξετάσεις Γ λυκείου ΕΠΑ.Λ.

Κάιν καί Ἄβελ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Γένεσις 4,1-15

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Β Περίοδος

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301.

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών Γυµνασίου - Λυκείου

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Είσαι ένας φάρος φωτεινός

Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων (1919)

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

Θεοδόσης Βολκὼφ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

ODBC Install and Use. Κατεβάζετε καὶ ἐγκαθιστᾶτε εἴτε τήν ἔκδοση 32bit εἴτε 64 bit

Παιχνίδια στην Ακροθαλασσιά

ΑΤΤΟ ΤΡΙΤΟ ΣΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΗ Νικολέτος μοναχός.

Σιδερένιες γροθιές, χάρτινες άγκυρες

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Ταξίδι σε αχαρτογράφητα νερά

Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός

ΠΟΙΗΜΑΤΑ. Ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων

ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΠΡΩΤΟΙ Αριστοτέλης Νικόλαος Ραψομανίκης


ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

w w w. s t i x o i. i n f o

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Σοφία Κολοτούρου ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ ΤΟ 200 π.χ.

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

Νεφελώματα του χρόνου

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

ICAMLaw Application Server Χειροκίνηση Ἀναβάθμιση

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ...

ΤΟ ΡΟΛΟΪ ΣΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ


Transcript:

K. Γ. ΚαΡΥωΤαΚησ νηπενθη αιωνια ποιηση

ΝΗΠΕΝΘΗ Κ. Γ. Καρυωτάκης Σελιδοποίηση: Ζωὴ Ἰωακειμίδου Ἐπιμέλεια: Γιάννης Κορίδης Σχεδιασμὸς ἐξωφύλλου: Δημήτρης Κουρκούτης Εἰκονογράφηση ἐξωφύλλου: Πανδώρα Γιαμαλίδου ΣΕΙΡΑ ΑΙΩΝΙΑ ΠΟΙΗΣΗ Ὑπεύθυνος σειρᾶς: Κωνσταντῖνος Ἰ. Κορίδης Copyright Ἔκδοσης: Ἐκδόσεις «Ἰωλκὸς» - Κωνσταντῖνος Ἰ. Κορίδης, 2011 Νοέμβριος 2011 Α Ἔκδοση ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΩΛΚΟΣ Ἀνδρέου Μεταξᾶ 12 & Ζ. Πηγῆς, 106 81 Ἀθήνα Τηλ.: 210-3304111, 210-3618684, Fax: 210-3304211 E-mail: iolkos@otenet.gr www.iolcos.gr ISBN 978-960-426-613-5

ΝΗΠΕΝΘΗ

Κ. Γ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΝΗΠΕΝΘΗ ΙΩΛΚΟΣ

ΣΑΝ ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ἡ κούνια μου ἀκουμποῦσε στὴ βιβλιοθήκη, Βαβὴλ σκοτεινόν, ὅπου μυθιστόρημα, ἐπιστήμη, μυθολογία, τὰ πάντα, ἡ λατινικὴ τέφρα καὶ ἡ ἑλληνικὴ σκόνη, ἀνακατευόσαντε. Δὲν ἤμουν μεγαλύτερος ἀπὸ ἕνα βιβλίο. Δυὸ φωνὲς μοῦ μιλοῦσαν. Ἡ πρώτη, ὕπουλη καὶ σταθερή, ἔλεγε: «Ἡ Γῆ εἶναι ἕνα γλύκισμα ὡραῖο μπορῶ (καὶ ἡ εὐχαρίστησή σου θά ναι τότε χωρίς τέλος!) νὰ σοῦ δώσω μιὰν ὄρεξη παρόμοια μεγάλη.» Καὶ ἡ δεύτερη: «Ἔλα! ὤ, ἔλα στὸ ταξίδι τῶν ὀνείρων, πέρα ἀπὸ τὸ δυνατό, πέρα ἀπὸ τὸ γνωρισμένο!» Καὶ ἡ φωνὴ αὐτὴ ἐτραγουδοῦσε ὅπως ὁ ἄνεμος στὶς ἀκρογιαλιές, φάντασμα ποὺ κλαυθμυρίζει καὶ κανεὶς δὲν ξέρει ποῦθε ἦρθε, ποὺ χαϊδεύει τὸ αὐτὶ κι ὅμως τὸ τρομάζει. Σοῦ ἀπάντησα: «Ναί! γλυκιὰ φωνή!» Ἀπὸ τότε κρατάει αὐτὸ ποὺ μπορεῖ, ἀλίμονο! νὰ εἰπωθεῖ πληγή μου καὶ πεπρωμένο μου. Πίσω ἀπὸ τὶς σκηνοθεσίες τῆς ἀπεράντου ὑπάρξεως, στὸ μελανότερο τῆς ἀβύσσου, βλέπω καθαρὰ κόσμους παράξενους, καί, θύμα ἐκστατικὸ τῆς ὀξυδέρκειάς μου, σέρνω φίδια ποὺ μοῦ δαγκάνουν τὰ πόδια. Κι ἀπὸ ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἀγαπῶ τόσο τρυφερά, καθὼς οἱ προφῆτες, τὴν ἔρημο καὶ τὴ θάλασσα, γελῶ στὰ πένθη καὶ κλαίω στὶς γιορτές, βρίσκω μιὰ γεύση γλυκιὰ στὸ πιὸ πικρὸ κρασί, νομίζω πολλὲς φορὲς γιὰ ψέματα

τὶς ἀλήθειες, καί, μὲ τὰ μάτια στὸν οὐρανό, πέφτω σὲ γκρεμούς. Ἀλλὰ ἡ Φωνὴ μὲ παρηγορεῖ καὶ λέει: «Κράτησε τὰ ὄνειρά σου οἱ συνετοὶ δὲν ἔχουν ἔτσι ὡραῖα σὰν τοὺς τρελούς!» CHARLES BAUDELAIRE

Π Λ Η Γ Ω Μ Ε Ν Ο Ι Θ Ε Ο Ι

ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΜΟΥ Δικά μου οἱ Στίχοι, ἀπ τὸ αἷμα μου, παιδιά. Μιλοῦνε, μὰ τὰ λόγια σὰν κομμάτια τὰ δίνω ἀπὸ τὴν ἴδια μου καρδιά, σὰ δάκρυα τοὺς τὰ δίνω ἀπὸ τὰ μάτια. Πηγαίνουν μὲ χαμόγελο πικρό, ἀφοῦ τὴ ζωὴν ἀνιστορίζω τόσο. Ἥλιο καὶ μέρα καὶ ἥλιο τοὺς φορῶ, ζώνη νὰν τά χουν ὅταν θὰ νυχτώσω. Τὸν οὐρανὸν ὁρίζουνε, τὴ γῆ. Ὅμως ρωτιοῦνται ἀκόμα σὰν τί λείπει καὶ πλήττουνε καὶ λιώνουν πάντα οἱ γιοὶ μητέρα ποὺ γνωρίσανε τὴ Λύπη. Τὸ γέλιο τοῦ ἁπαλότερου σκοποῦ, τὸ πάθος μάταια χύνω τοῦ φλαούτου εἶμαι γι αὐτοὺς ἀνίδεος ρήγας ποὺ ἔχασε τὴν ἀγάπη τοῦ λαοῦ του. Καὶ ρεύουνε καὶ σβήνουν καὶ ποτὲ δὲν παύουνε σιγὰ σιγὰ νὰ κλαῖνε. Ἀλλοῦ κοιτώντας διάβαινε, Θνητέ Λήθη, τὸ πλοῖο σου φέρε μου νὰ πλένε. 11

ΓΥΡΙΣΜΟΣ Γέλιο τῶν θεῶν, Σαρωνικέ, πάντα μεγάλε, ποὺ δρομεῖς, τοῦ πλοίου μας εὐλογία, ὅμοια ἡ γαλήνη σου βαθιὰ κι ὅμοια βαθιὰ θ ἀκούαμε μεῖς ἐδῶ τὴν τρικυμία. Κάτου ἀπ τὴν πάχνη ἀναρριγᾶ, μὲ τοῦ κορμιοῦ της τὴν ὀγρὴ νωχέλεια, περιστέρα ἡ Ἀθήνα, κι ἡδονεύεται καὶ σὰ νυμφίον ἀκαρτερεῖ τὸν ἥλιον ἀπὸ πέρα. Εἶναι, ποὺ αἰθρίασεν, ὁ οὐρανὸς χήτη τοῦ Πήγασου, ξανθὴ τοῦ Παρθενώνα μοίρα, ποτήρι καὶ ξανάστροφα τὸ κρέμει ὁ Δίας γιὰ νὰ χυθεῖ τ ὀνειροφῶς πλημμύρα. Ἄσωτο φτάνω ἐγὼ παιδὶ πάλι σὲ σᾶς, νὰ λυγιστῶ στὴν αὔρα σὰ λουλούδι, χῶμα, οὐρανὲ καὶ θάλασσα τῆς Ἀττικῆς, ποὺ σᾶς χρωστῶ τὰ πάντα, τὸ Τραγούδι! 12

ΕΥΓΕΝΕΙΑ Κάνε τὸν πόνο σου ἅρπα. Καὶ γίνε σὰν ἀηδόνι, καὶ γίνε σὰ λουλούδι. Πικροὶ ὅταν ἔλθουν χρόνοι, κάνε τὸν πόνο σου ἅρπα καὶ πέ τονε τραγούδι. Μὴ δέσεις τὴν πληγή σου παρὰ μὲ ροδοκλώνια. Λάγνα σοῦ δίνω μύρα γιὰ μπάλσαμο καὶ ἀφιόνια. Μὴ δέσεις τὴν πληγή σου, καὶ τὸ αἷμα σου, πορφύρα. Λέγε στοὺς θεοὺς «νὰ σβήσω!» μὰ κράτα τὸ ποτήρι. Κλότσα τὶς μέρες σου ὅντας θὰ σοῦ ναι πανηγύρι. Λέγε στοὺς θεοὺς «νὰ σβήσω!» μὰ λέγε το γελώντας. Κάνε τὸν πόνο σου ἅρπα. Καὶ δρόσισε τὰ χείλη στὰ χείλη τῆς πληγῆς σου. Ἕνα πρωί, ἕνα δείλι, κάνε τὸν πόνο σου ἅρπα καὶ γέλασε καὶ σβήσου. 13

ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΕΣ Οἱ Δὸν Κιχῶτες πᾶνε ὀμπρὸς καὶ βλέπουνε ὣς τὴν ἄκρη τοῦ κονταριοῦ ποὺ ἐκρέμασαν σημαία τους τὴν Ἰδέα. Κοντόφθαλμοι ὁραματιστές, ἕνα δὲν ἔχουν δάκρυ γιὰ νὰ δεχτοῦν ἀνθρώπινα κάθε βρισιὰ χυδαία. Σκοντάφτουνε στὴ Λογικὴ καὶ στὰ ραβδιὰ τῶν ἄλλων, ἀστεῖα δαρμένοι σέρνονται καταμεσὶς τοῦ δρόμου, ὁ Σάντσος λέει «δὲ σ τό λεγα;» μὰ ἐκεῖνοι τῶν μεγάλων σχεδίων ἀντάξιοι μένουνε καί: «Σάντσο, τ ἄλογό μου!» Ἔτσι ἂν τὸ θέλει ὁ Θερβαντές, ἐγὼ τοὺς εἶδα, μέσα στὴν μίαν ἀνάλγητη Ζωή, τοῦ Ὀνείρου τοὺς ἱππότες ἄναντρα νὰ πεζέψουνε καί, μὲ πικρὴν ἀνέσα, μὲ μάτια ὀγρά, τὶς χίμαιρες ν ἀπαρνηθοῦν τὶς πρῶτες. Τοὺς εἶδα πίσω νά ρθουνε παράφρονες, ὡραῖοι ρηγάδες ποὺ ἐπολέμησαν γι ἀνύπαρχτο βασίλειο καὶ σὰν πορφύρα νιώθοντας χλευαστικιὰ πὼς ρέει, τὴν ἀνοιχτὴ νὰ δείξουνε μάταιη πληγὴ στὸν ἥλιο! 14

ΠΟΛΥΜΝΙΑ Ψεύτικα αἰσθήματα ψεύτη τοῦ κόσμου! Μὰ τὸ παράξενο φῶς τοῦ ἔρωτός μου φέγγει στοῦ σκότεινου δρόμου τὴν ἄκρη: Μὲ τὸ παράπονο καὶ μὲ τὸ δάκρυ, κόρη χλωμόθωρη, μαυροντυμένη. Κι εἶναι σὰν αἴνιγμα, καὶ περιμένει. Λάμπει τὸ βλέμμα της ἀπ τὴν ἀσθένεια. Σάμπως νὰ λιώνουνε χέρια κερένια. Στ ἄσαρκα μάγουλα πῶς ἔχει μείνει πίκρα τὸ νόημα γέλιου ποὺ σβήνει! Εἶναι τὸ ἀξήγητο τὸ μικροστόμα δίχως τὸ μίλημα, δίχως τὸ χρῶμα. Κάποια μεσάνυχτα θὰ σὲ ἀγαπήσω, Μούσα. Τὰ μάτια σου θὰν τὰ φιλήσω, νά βρω γυρεύοντας μὲς στὰ νερά τους τὰ χρυσονείρατα καὶ τοὺς θανάτους, 15

καὶ τὴ βασίλισσα λέξη τοῦ κόσμου, καὶ τὸ παράξενο φῶς τοῦ ἔρωτός μου. 16

ΠΟΙΗΤΕΣ Πῶς σβήνετε, πικροὶ ξενιτεμένοι! Ἀνθάκια μου χλωμά, ποὺ σᾶς ἐπῆραν σὲ κήπους μακρινοὺς νὰ σᾶς φυτέψουν Βιολέτες κι ἀνεμῶνες, ξεχασμένες στὰ ξένα ποὺ πεθαίνετε παρτέρια, κρατώντας, ἀργυρὴ δροσοσταλίδα, βαθιά σας τὴν ἐλπίδα τῆς πατρίδας Χτυπιοῦνται, πληγωμένες πεταλοῦδες, στὸ χῶμα σας οἱ θύμησες κι οἱ πόθοι. Τὸ φῶς, ποὺ κατεβαίνει, τῆς ἡμέρας, κι ἁπλώνεται γλυκύτατο καὶ παίζει μ ὅλα τριγύρω τ ἄλλα λουλουδάκια, περνάει ἀπὸ κοντά σας καὶ δὲ βλέπει τὸν πόνο σας ὡραῖο, γιὰ νὰ χαϊδέψει τὰ πορφυρὰ θρηνητικὰ μαλλιά σας. Εἰδυλλιακὲς οἱ νύχτες σᾶς σκεπάζουν, κι ἡ καλοσύνη ἂν χύνεται τῶν ἄστρων, ταπεινοὶ καθὼς εἶστε, δὲ σᾶς φτάνει. Ὁλοῦθε πνέει, σὰ λίβας, τῶν ἀνθρώπων ἡ τόση μοχθηρία καὶ σᾶς μαραίνει, ἀνθάκια μου χλωμά, ποὺ σᾶς ἐπῆραν σὲ κήπους μακρινοὺς νὰ σᾶς φυτέψουν. 17

ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΣΤΟΥΣ ΑΔΟΞΟΥΣ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ Ἀπὸ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους μισημένοι, σὰν ἄρχοντες ποὺ ἐξέπεσαν πικροί, μαραίνονται οἱ Βερλαίν τοὺς ἀπομένει πλοῦτος ἡ ρίμα πλούσια καὶ ἀργυρή. Οἱ Οὐγκὸ μὲ «Τιμωρίες» τὴν τρομερὴ τῶν Ὀλυμπίων ἐκδίκηση μεθοῦνε. Μὰ ἐγὼ θὰ γράψω μιὰ λυπητερὴ μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ναι. Ἂν ἔζησαν οἱ Πόε δυστυχισμένοι, καὶ ἂν οἱ Μπωντλαὶρ ἐζήσανε νεκροί, ἡ Ἀθανασία τοὺς εἶναι χαρισμένη. Κανένας ὅμως δὲν ἀνιστορεῖ καὶ τὸ ἔρεβος ἐσκέπασε βαρὺ τοὺς στιχουργοὺς ποὺ ἀνάξια στιχουργοῦνε. Μὰ ἐγὼ σὰν προσφορὰ κάνω ἱερὴ μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ναι. Τοῦ κόσμου ἡ καταφρόνια τοὺς βαραίνει κι αὐτοὶ περνοῦνε ἀλύγιστοι καὶ ὠχροί, στὴν τραγικὴν ἀπάτη τους δομένοι πὼς κάπου πέρα ἡ Δόξα καρτερεῖ, παρθένα βαθυστόχαστα ἱλαρή. Μὰ ξέροντας πὼς ὅλοι τοὺς ξεχνοῦνε, νοσταλγικὰ ἐγὼ κλαίω τὴ θλιβερὴ μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ναι. Καὶ κάποτε οἱ μελλούμενοι καιροί: «Ποιὸς ἄδοξος ποιητής» θέλω νὰ ποῦνε «τὴν ἔγραψε μιὰν ἔτσι πενιχρὴ μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ναι;» 18

Η Σ Κ Ι Α Τ Ω Ν Ω Ρ Ω Ν

ΔΕΝΤΡΟ Μὲ ἀδιάφορο τὸ μέτωπο καὶ πράο, τὰ δείλια, τὶς αὐγὲς θὰ χαιρετάω. Δέντρο θὰ στέκομαι, ὅμοια νὰ κοιτάζω τὴ θύελλαν ἢ τὸν οὐρανὸ γαλάζο. Εἶναι ζωή, θὰ λέω, τὸ φέρετρο ὅπου λύπη, χαρὰ τελειώνουνε τοῦ ἀνθρώπου. 21