ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3068 (ΦΕΚ Α 274/14-11-2002) Συµµόρφωση της ιοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις, προαγωγή των δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων στο βαθµό του συµβούλου Επικρατείας και άλλες διατάξεις. Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝIΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή: ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ Άρθρο 1 Το ηµόσιο, οι οργανισµοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου έχουν υποχρέωση να συµµορφώνονται χωρίς καθυστέρηση προς τις δικαστικές αποφάσεις και να προβαίνουν σε όλες τις ενέργειες που επιβάλλονται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής και για την εκτέλεση των αποφάσεων. ικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια του προηγούµενου εδαφίου είναι όλες οι αποφάσεις των διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και ειδικών δικαστηρίων που παράγουν υποχρέωση συµµόρφωσης ή είναι εκτελεστές κατά τις οικείες δικονοµικές διατάξεις και τους όρους που κάθε απόφαση τάσσει. " εν είναι δικαστικές αποφάσεις κατά την έννοια του παρόντος και δεν εκτελούνται οι εκτελεστοί τίτλοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις των εδαφίων γ'-ζ' της παρ.2 του άρθρου 904 Κ.ΠΟΛ.. πλην των κηρυχθεισών εκτελεστών αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων" *** Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 1 προστέθηκε µε το άρθρο 20 Ν.3301/2004, ΦΕΚ Α' 263/23.12.2004. Άρθρο 2 1. Η αρµοδιότητα για τη λήψη των προβλεπόµενων στο άρθρο 3 µέτρων για τη συµµόρφωση της διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις ανατίθεται σε τριµελές συµβούλιο: α) του Ανώτατου Ειδικού ικαστηρίου, αν πρόκειται για αποφάσεις αυτού, β) του Συµβουλίου της Επικρατείας, αν πρόκειται για αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και των λοιπών ειδικών δικαστηρίων, γ) του Αρείου Πάγου, αν πρόκειται για αποφάσεις των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων όλων των βαθµίδων και δ) του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αν πρόκειται για αποφάσεις του δικαστηρίου
αυτού. 2. Το τριµελές συµβούλιο απαρτίζεται από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου και αντιστοίχως από δύο µέλη του Ανώτατου Ειδικού ικαστηρίου, δύο συµβούλους της Επικρατείας, δύο αρεοπαγίτες και δύο συµβούλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 3. Με εξαίρεση τις αποφάσεις του Ανώτατου Ειδικού ικαστηρίου και της Ολοµέλειας του οικείου ανώτατου δικαστηρίου, στο τριµελές συµβούλιο δεν µετέχουν οι δικαστές που εξέδωσαν την απόφαση, για την οποία κινείται η διαδικασία συµµόρφωσης της διοίκησης, εκτός αν είναι αδύνατη η συγκρότησή του από άλλους δικαστές. Άρθρο 3 1. Το αρµόδιο τριµελές συµβούλιο, εάν µετά από αίτηση του ενδιαφεροµένου διαπιστώσει καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συµµόρφωσης ή πληµµελή συµµόρφωση προς τα κριθέντα µε δικαστική απόφαση, καλεί την αρχή που υποχρεούται σε συµµόρφωση να εκθέσει µέσα σε ένα µήνα τις απόψεις της και να υποβάλει τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της. Ακολούθως, αν µετά τη σχετική έρευνα, διαγνώσει ότι η καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συµµόρφωσης ή η πληµµελής συµµόρφωση προς τη δικαστική απόφαση είναι αδικαιολόγητη, καλεί την υπόχρεη προς συµµόρφωση αρχή να συµµορφωθεί προς την απόφαση µέσα σε εύλογη προθεσµία που το ίδιο ορίζει και η οποία δεν µπορεί να υπερβεί το τρίµηνο. Η προθεσµία αυτή, αν κατά την κρίση του συµβουλίου συντρέχει σπουδαίος λόγος, µπορεί να παραταθεί µία µόνο φορά. 2. Το τριµελές συµβούλιο µπορεί να ορίσει έναν δικαστή µε βαθµό τουλάχιστον εφέτη ή αντίστοιχο, ως εντεταλµένο για να διατυπώνει και αυτεπαγγέλτως γνώµη και να παρέχει την αναγκαία συνδροµή, ως προς τον ενδεικνυόµενο τρόπο συµµόρφωσης προς την απόφαση, στην αρχή που υποχρεούται σε συµµόρφωση. Η υπόχρεη προς συµµόρφωση διοικητική αρχή µπορεί πάντοτε να ζητεί από τον εντεταλµένο δικαστή οδηγίες για τον προσήκοντα τρόπο συµµόρφωσης προς την απόφαση. 3. Αν η αρχή που υποχρεούται σε συµµόρφωση δεν συµµορφωθεί προς την απόφαση µέσα στην ταχθείσα προθεσµία, το τριµελές συµβούλιο βεβαιώνει τη µη συµµόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση και προσδιορίζει ένα χρηµατικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον ενδιαφερόµενο, ως κύρωση για τη µη συµµόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση. Κριτήρια για τον καθορισµό του ποσού αυτού είναι η φύση και η σηµασία της διαφοράς για την οποία εκδόθηκε η µη εκτελούµενη απόφαση, οι συνθήκες της µη συµµόρφωσης και οι συνέπειές της για το πρόσωπο του θιγοµένου, η χρονική της διάρκεια και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της κύρωσης. Εάν µετά την επιβολή της χρηµατικής κύρωσης η διοίκηση εξακολουθεί να µην συµµορφώνεται προς τη δικαστική απόφαση, µπορεί µετά από επανάληψη της οριζόµενης στο άρθρο αυτό διαδικασίας να επιβληθεί από το τριµελές συµβούλιο και νέα χρηµατική κύρωση. 4. Η απόφαση του τριµελούς συµβουλίου µε την οποία προσδιορίζεται το χρηµατικό ποσό ως κύρωση σε βάρος της διοίκησης εκτελείται κατά τις οικείες περί εντάλµατος πληρωµής διατάξεις. Η είσπραξη του ποσού αυτού
µπορεί να επιτευχθεί και µε αναγκαστική εκτέλεση κατά το άρθρο 4. 5. Το ποσό καταλογίζεται στο Υπουργείο, τον οργανισµό τοπικής αυτοδιοίκησης ή το νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου στο οποίο υπάγεται η αρχή που δεν συµµορφώθηκε. Για την κάλυψη της κατά το άρθρο αυτό δαπάνης εγγράφεται κατ' έτος ειδική πίστωση στον κρατικό προϋπολογισµό και τον προϋπολογισµό των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου. Σε περίπτωση που δεν έχει εγγραφεί σχετική πίστωση στον προϋπολογισµό ή η εγγεγραµµένη είναι ανεπαρκής ή έχει εξαντληθεί, τηρείται η κατά τις οικείες διατάξεις διαδικασία εγγραφής ή µεταφοράς πίστωσης. 6. Σε περίπτωση καταψηφιστικής απόφασης µε αντικείµενο χρηµατική παροχή, η αίτηση της πρώτης παραγράφου υποβάλλεται µόνο όταν η αναγκαστική εκτέλεση που επιχείρησε ο δικαιούχος απέβη άκαρπη ή είναι φανερό ότι θα απέβαινε άκαρπη. 7. Το τριµελές συµβούλιο συντάσσει στο τέλος κάθε έτους για τις εισαχθείσες σε αυτό υποθέσεις µη συµµόρφωσης της διοίκησης σε δικαστικές αποφάσεις ιδιαίτερο πρακτικό, το οποίο υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπουργό ικαιοσύνης και τον Υπουργό Εσωτερικών, ηµόσιας ιοίκησης και Αποκέντρωσης. 8. Με προεδρικό διάταγµα, που εκδίδεται µε πρόταση των Υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και ικαιοσύνης, ρυθµίζεται κάθε άλλο ζήτηµα που αφορά τη λειτουργία του τριµελούς συµβουλίου και τον τρόπο και τη διαδικασία διαπίστωσης της µη συµµόρφωσης της διοίκησης, καθώς και επιβολής και είσπραξης του χρηµατικού ποσού. Άρθρο 4 1. Η αναγκαστική εκτέλεση για να ικανοποιηθεί χρηµατική απαίτηση κατά του ηµοσίου, των οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης και των λοιπών Ν.Π... γίνεται µε κατάσχεση της ιδιωτικής περιουσίας αυτών. Αποκλείεται η κατάσχεση απαιτήσεων που πηγάζουν από έννοµη σχέση δηµοσίου δικαίου ή απαιτήσεων χρηµατικού ή µη αντικειµένου το οποίο έχει ταχθεί για την άµεση εξυπηρέτηση ειδικού δηµόσιου σκοπού. 2. Αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του ηµοσίου ή Ν.Π... επιτρέπεται µετά την παρέλευση εξήντα ηµερών από την επίδοση της απόφασης στον Υπουργό που είναι αρµόδιος για την πληρωµή ή στον εκπρόσωπο του Ν.Π... 3. Κατά τα λοιπά εφαρµόζονται οι διατάξεις του όγδοου βιβλίου του Κώδικα Πολιτικής ικονοµίας. Άρθρο 5
1. Η µη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Α του νόµου αυτού ή η προτροπή σε µη εκπλήρωση συνιστά ιδιαίτερο πειθαρχικό παράπτωµα για κάθε αρµόδιο υπάλληλο. Αν η παράλειψη συµµόρφωσης έγινε µε σκοπό να προσπορίσει ο υπάλληλος στον εαυτό του ή σε άλλον παράνοµο όφελος, τιµωρείται µε την πειθαρχική ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης. 2. Η άσκηση της κατά το άρθρο αυτό πειθαρχικής δίωξης προκαλείται και µε τη διαβίβαση στο αρµόδιο πειθαρχικό όργανο των σχετικών στοιχείων από τον πρόεδρο του τριµελούς συµβουλίου, ο οποίος, στην περίπτωση αυτή, ενηµερώνεται υποχρεωτικά για την πρόοδο της πειθαρχικής διαδικασίας µέχρι την έκδοση της τελικής απόφασης. "3. Σε περίπτωση επιβολής οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής, κατά τις προβλέψεις των προηγούµενων παραγράφων, οι υπάλληλοι υπέχουν και αστική ευθύνη, σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόµου του Αστικού Κώδικα." *** Η παρ.3 προστέθηκε µε το άρθρο 11 Ν.3242/2004,ΦΕΚ Α 102/24.5.2004 Άρθρο 6 Οι διατάξεις του άρθρου 3 του νόµου αυτού εφαρµόζονται για τις εκδιδόµενες µετά την έναρξη της ισχύος του δικαστικές αποφάσεις. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΙΚΑΣΤΩΝ ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΙΟΙΚΗΤΙΚΏΝ ΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΣΤΟ ΒΑΘΜΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ Άρθρο 7 Οι θέσεις των συµβούλων της Επικρατείας καλύπτονται κατά το ένα πέµπτο µε προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στα επόµενα άρθρα. Άρθρο 8 Σε σύµβουλο της Επικρατείας προάγεται, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 10 του παρόντος, ύστερα από αίτησή του, και εφόσον δεν συµπληρώνει το εξηκοστό δεύτερο έτος της ηλικίας του µέχρι την 31η εκεµβρίου του έτους κενώσεως ή συστάσεως της θέσεως, πρόεδρος εφετών διοικητικών δικαστηρίων ή εφέτης διοικητικών δικαστηρίων µε εmά έτη υπηρεσίας στο βαθµό του εφέτη.
Άρθρο 9 1. Η διαδικασία πλήρωσης θέσεως Συµβούλου της Επικρατείας µε προαγωγή δικαστή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων κινείται µε πρόσκληση του Υπουργού ικαιοσύνης, η οποία αποστέλλεται σε όλα τα διοικητικά εφετεία της χώρας και αναρτάται αµέσως από τον Γραµµατέα του κάθε Εφετείου στο οικείο δικαστικό κατάστηµα. Για την ανάρτηση συντάσσεται έκθεση που υποβάλλεται στον Υπουργό ικαιοσύνης. Με την πρόσκληση καλούνται οι ενδιαφερόµενοι που έχουν τα νόµιµα προσόντα να υποβάλουν αίτηση στο Υπουργείο ικαιοσύνης µέσα σε αποκλειστική προθεσµία τριάντα (30) ηµερών από την εποµένη της αναρτήσεως της προσκλήσεως. Η πρόσκληση απευθύνεται το ταχύτερο δυνατόν µετά την κένωση ή τη σύσταση νέων θέσεων. Ειδικά για την πλήρωση των κενών θέσεων που προβλέπεται ότι θα προκύψουν στις 30 Ιουνίου κάθε έτους η πρόσκληση αποστέλλεται το αργότερο εντός του µηνός Φεβρουαρίου. 2. Μετά τη λήξη της προθεσµίας της προηγούµενης παραγράφου ο Υπουργός ικαιοσύνης διαβιβάζει προς τον Πρόεδρο του Ανώτατου ικαστικού Συµβουλίου της ιοικητικής ικαιοσύνης σχετικό ερώτηµα µε τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν. Άρθρο 10 1. Η προαγωγή γίνεται κατ' απόλυτη εκλογή, ύστερα από σύγκριση των ουσιαστικών προσόντων των κρινοµένων. Επιλέγεται ο δικαστικός λειτουργός που συγκεντρώνει εξαιρετικά ουσιαστικά προσόντα, ιδίως ως προς το ήθος, την επιστηµονική κατάρτιση, την υπηρεσιακή (ποιοτική και ποσοτική) απόδοση, την εργατικότητα, την ικανότητα διατύπωσης αποφάσεων και την κοινωνική παράσταση. 2. Ο πρόεδρος του Ανώτατου ικαστικού Συµβουλίου της ιοικητικής ικαιοσύνης ορίζει έναν αντιπρόεδρο του Συµβουλίου Επικρατείας ή σύµβουλο επικρατείας από τα µέλη αυτού ως εισηγητή, ο οποίος συντάσσει για τους κρινοµένους αιτιολογηµένη εισήγηση και την ανακηρύσσει προφορικά κατά τη σχετική συνεδρίαση. Ο εισηγητής λαµβάνει υπόψη για την εκτίµηση των ουσιαστικών προσόντων των κρινοµένων τις εκθέσεις επιθεώρησης, τον ατοµικό φάκελο και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο. Μπορεί ακόµη να σχηµατίσει και προσωπική αντίληψη ως προς την ικανότητα των κρινοµένων για την απονοµή της δικαιοσύνης και εν γένει τα προσόντα τους.
Άρθρο 11 Η απόφαση του Ανώτατου ικαστικού Συµβουλίου διαβιβάζεται στον Υπουργό ικαιοσύνης και στα διοικητικά εφετεία όπου υπηρετούν οι δικαστικοί λειτουργοί που είχαν υποβάλει σχετική αίτηση. Ο δικαστικός λειτουργός που δεν κρίθηκε προακτέος έχει δικαίωµα να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης στην Ολοµέλεια του Συµβουλίου της Επικρατείας, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 68 του Κώδικα Οργανισµού ικαστηρίων και Κατάστασης ικαστικών Λειτουργών (Ν. 1756/1988), όπως ισχύουν κάθε φορά. Άρθρο 12 1. Οι θέσεις των συµβούλων της Επικρατείας αυξάνονται ως εξής: α) από 1.6.2002 κατά δύο θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε σαράντα τέσσερις, β) από 1.6.2003 κατά δύο θέσεις και συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε σαράντα έξι, γ) από 1.6.2004 κατά δύο θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε σαράντα οκτώ, δ) από 1.6.2005 κατά δύο θέσεις και ο συνολικός αριθµός τους ορίζεται σε πενήντα. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Βλ.άρ.3 παρ.1 εδ.α.α του Ν.3258/2004 (ΦΕΚ Α 144), περί αυξήσεως των οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών από 1ης Ιουλίου 2004. "2. Οι πιο πάνω θέσεις πληρώνονται µε προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Κατά την πρώτη πλήρωση των θέσεων αυτών δεν ισχύει η προϋπόθεση της µη συµπλήρωσης του εξηκοστού δεύτερου έτους της ηλικίας που προβλέπεται από το άρθρο 8 του νόµου αυτού. Οι θέσεις Συµβούλων της Επικρατείας, που κενώνονται στη συνέχεια και µέχρι να συµπληρωθεί το ποσοστό του ενός πέµπτου που κατά το Σύνταγµα καλύπτεται µε προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, πληρώνονται εκ περιτροπής µε προαγωγή παρέδρων του Συµβουλίου της Επικρατείας και δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων." ***Η εντός " " παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω µε την παρ.2 του άρθρου 3 του Ν.3258/2004 (ΦΕΚ Α 144).
Άρθρο 13 Για την προαγωγή των διοικητικών δικαστών σε συµβούλους επικρατείας και τη διαδικασία ενώπιον του Ανώτατου ικαστικού Συµβουλίου ιοικητικής ικαιοσύνης εφαρµόζονται, κατά τα λοιπά, οι διατάξεις του Κώδικα Οργανισµού ικαστηρίων και Κατάστασης ικαστικών Λειτουργών (Ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α ), όπως ισχύουν κάθε φορά. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΛΟΙΠΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 14 Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α ) "Προστασία του ατόµου από την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα" προστίθεται το εξής εδάφιο: "Στα µέλη της Αρχής Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Α.ΠΡΟ..) επιτρέπεται η άσκηση καθηκόντων µέλους διδακτικού προσωπικού Α.Ε.Ι. µε καθεστώς πλήρους ή µερικής απασχόλησης." Άρθρο 16 Οι διατάξεις του νόµου αυτού ισχύουν από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί µέρους διατάξεις του. Παραγγέλλοµε τη δηµοσίευση του παρόντος στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόµου του Κράτους. Αθήνα, 12 Νοεµβρίου 2002 Ο ΠΡΟΕ PΟΣ ΤHΣ HMΟKPAΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΟI ΥΠΟΥΡΓΟI ΟIΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟIΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟ ΟΥΛΑΚΗΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΣΚΑΝ ΑΛΙ ΗΣ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους Αθήνα, 12 Νοεµβρίου 2002
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ