656 15. ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 6/2009 (Πρόεδρος: Χρήστος Χασιώτης, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός-Εισηγητής, Στεφανία Καρατζά, Εφέτες). (Δικηγόροι: Νικόλαος Παπαϊωάννου, Χρυσόστομος Γασπαράτος). «Κτηματική ομάδα» που συνίσταται από την αρχή για την τακτοποίηση πολλών παρακειμένων οικοπέδων, η οποία προβαίνει σε παραχώρηση των τακτοποιηθέντων οικοπέδων στους δικαιούχους. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, που επιβάλλεται επείγουσα εφαρμογή του σχεδίου, ολόκληρη η καταλαμβανόμενη από την ομάδα έκταση, θεωρείται απαλλοτριούμενη σαν ενιαίο σύνολο υπέρ των ιδιοκτήτων ακινήτων που έχουν περιληφθεί στην ομάδα για τη διανομή μεταξύ αυτών των οικοδομήσιμων χώρων που έχουν οριστεί στην έκταση αυτή για εφαρμογή του σχεδίου πόλεως. Αποτελέσματα της έκδοσης της υπουργικής απόφασης για σύσταση «κτηματικής ομάδας». Παραχωρητήριο. Μετά τη μεταγραφή του συνεπάγεται κτήση της κυριότητας κατά τρόπο πρωτότυπο. Περιστατικά. Από τις διατάξεις των άρθρων 49-51 του Ν.Δ. της 17-7/16.8.1923 «περί σχεδίων πόλεων κ.λπ., όπως αντικαταστάθηκαν και κυρίως εξολοκλήρου το τελευταίο άρθρο (51) με το Ν.Δ.2934/1954 «περί τροποποιήσεως των περί σχεδίων πόλεων κ.λπ. διατάξεων και ειδικών τινών διατάξεων σχετικών με την ανοικοδόμηση των σεισμόπληκτων Ιονίων Νήσων» συνάγεται ότι, όταν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος ταυτόχρονης τακτοποιήσεως πολλών παρακείμενων οικοπέδων, συνίσταται με απόφαση της Αρχής «Κτηματική Ομάδα», η οποία προβαίνει σε παραχώρηση των τακτοποιηθέντων οικοπέδων στους δικαιούχους. Σε εξαιρετικές δε περιπτώσεις, κατά τις οποίες επιβάλλεται επείγουσα εφαρμογή του σχεδίου, ολόκληρη η καταλαμβανόμενη από την ομάδα έκταση θεωρείται απαλλοτριούμενη σαν ενιαίο σύνολο υπέρ των ιδιοκτητών ακινήτων που έχουν περιληφθεί στην ομάδα για διανομή μεταξύ αυτών οικοδομήσιμων χώρων που έχουν οριστεί στην έκταση αυτή για την εφαρμογή του σχεδίου. Ότι μετά την έκδοση και τη δημοσίευση της υπουργικής αποφάσεως περί συστάσεως «Κτηματικής ομάδας» δημιουργείται νομική κατάσταση που επηρεάζει τα πρώην περιουσιακά δικαιώματα των ιδιοκτητών και κατ ακολουθίαν και τη νομή αυτών στις περιλαμβανόμενες στην ομάδα αυτή περιουσίες. Στην νέα αυτή κατάσταση, ανεξάρτητα από τη βούληση του ιδιοκτήτη, όλα τα τακτοποιητέα και προσκυρωτέα κτήματα που αποτελούν την κτηματική ομάδα που συστάθηκε με την υπουργική απόφαση θεωρούνται απαλλοτριούμενα σαν ενιαίο σύνολο υπέρ των παραπάνω ιδιοκτητών και κάθε έννομη σχέση που προϋπάρχει σ αυτά αποσβήνεται σύμφωνα με το νόμο, η δε κυριότητα που προσπορίζεται στο σύνολο των ιδιοκτητών και του νομικού προσώπου της Κτηματικής Ομάδας και μέσω αυτής σε καθέναν από τους δικαιούχους, μετά τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου, φέρει το χαρακτήρα της πρωτότυπης και είναι ανεξάρτητη κάθε κυριότητα δικαιοπαρόχου και αν ακόμη
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 657 δόθηκε στο δικαιούχο το δικό του κτήμα, καταργουμένης της προ της απαλλοτριώσεως σχέσεως νομής του προς το πράγμα. Ότι οι εκδιδόμενοι από την Κτηματική Ομάδα υπέρ των προς ους παραχωρούνται τα νέα ακίνητα τίτλοι ιδιοκτησίας (παραχωρητήρια) μεταγράφονται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων, της Κτηματικής Ομάδας ή της αρμόδιας επί της εφαρμογής του σχεδίου υπηρεσίας (άρθρο 51 παρ.8). Επομένως, από και με τη μεταγραφή του τίτλου ιδιοκτησίας που εκδόθηκε (παραχωρητηρίου) προσπορίζεται στο δικαιούχο κυριότητα, η κτήση της οποίας είναι πρωτότυπη και ισχύει έναντι κάθε άλλου που αξιώνει κυριότητα στο ακίνητο που απαλλοτριώθηκε και το ακίνητο που παραχωρήθηκε, μέχρι τη μεταγραφή του τίτλου ιδιοκτησίας (παραχωρητηρίου) ανήκει κατά κυριότητα στην Κτηματική Ομάδα που αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που υποκαθιστά τους ιδιοκτήτες των ακινήτων που περιλήφθηκαν σ αυτήν, υποχρεωτικά μάλιστα, όταν τούτο έχει επιβληθεί με την απόφαση του Υπουργού και δεν είναι μέχρι τότε, δηλαδή μέχρι τη μεταγραφή του τίτλου δεκτικό νομής και χρησικτησίας από μέρους άλλου και μάλιστα τέως κυρίου, διότι διαφορετικά θα μπορούσε να ματαιωθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός με την καθιερούμενη από τις παραπάνω διατάξεις ρύθμιση, που είναι η από και με τη μεταγραφή του τίτλου κτήση από το δικαιούχο κατά πρωτότυπο τρόπο της κυριότητας στο ακίνητο που παραχωρήθηκε σ αυτόν κατ ανάλογη εφαρμογή και του άρθρου 4 του ΑΝ 1539/1936 «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων», ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 53 του ΕισΝΑΚ και με το άρθρο 21 του ΝΔ, 22 Απριλίου/16 Μαΐου 1926 «περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της αεροπορικής αμύνης κ.λπ» (ΟλΑΠ 7/2003 ΝοΒ 51, 1405, ΑΠ 689/1592 ΕλλΔνη 35, 99). Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και οι οποίες περιέχονται στα υπ αριθμ. 576/2001 πρακτικά συνεδριάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι φωτογραφίες που προσκομίζουν και επικαλούνται οι εκκαλούντες και θεωρούνται ιδιωτικά έγγραφα (άρθρο 444 αριθμ.3 του ΚΠολΔ), από την υπ αριθμ. 341/2004 πραγματογνωμοσύνη του τοπογράφου μηχανικού Β.Π που διατάχθηκε με την υπ αριθμ. 811/2003 μη οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας και από την από 28.2.2003 γνωμάτευση της πολιτικής μηχανικού Ε.Μ που προσκομίζεται από τους εκκαλούντες και η οποία εκτιμάται ελεύθερα από το παρόν Δικαστήριο κατ άρθρο 390 του ΚΠολΔ. Τμήμα εμβαδού 27,84 τ.μ. από το παραπάνω οικόπεδο αποτελεί το επίδικο και βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του οικοπέδου αυτού. Σύμφωνα με το τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού Β.Π το επίδικο συνορεύει νοτιοανατολικά κ.λπ Το παραπάνω οικόπεδο περιήλθε στη συγκυριότητα των εναγόντων κατά τα παραπάνω ποσοστά δυνάμει του υπ αριθμ. 1075/8.12.1999 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Σάμης Δ.Ζ που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αργοστολίου στον τόμο 356 και με αύξοντα αριθμό 34 από αγορά από τους συγκυρίους αυτού, δηλαδή : 1) Γερασιμοαργύριο Σ.Μ κ.λπ.. δυνάμει της υπ αριθμ. 1074/8.12.1999 πράξεως απο-
658 δοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Σάμης Δ.Ζ που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αργοστολίου στον τόμο 356 και με αύξοντα αριθμό 33 κατά ποσοστό 1/28 ή 20/560 εξ αδιαιρέτου σε καθένα από τους πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τετάρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη απ αυτούς, κατά ποσοστό 1/16 ή 35/560 εξ αδιαιρέτου στην ογδόη απ αυτούς, κατά ποσοστό 3/80 ή 21/560 εξ αδιαιρέτου σε καθένα από τους ένατο, δέκατο, ενδέκατο, δωδέκατη και δέκατη τρίτη απ αυτούς, κατά ποσοστό 1/16 ή 35/560 εξ αδιαιρέτου σε καθένα από τους δέκατη τετάρτη, δέκατη πέμπτη, δέκατη έκτη και δέκατη εβδόμη απ αυτούς και κατά ποσοστό ¼ ή 140/560 στη δεκάτη ογδόη απ αυτούς. Το οικόπεδο αυτό προέκυψε από τις υπ αριθμ. 9203/1954, 9204/1954, 513/1955 και 2132/1955 πράξεις αναδασμού για την τακτοποίηση των οικοπέδων της πόλεως του Αργοστολίου, οι οποίες κυρώθηκαν με την υπ αριθμ. Ε 42766/1954 απόφαση του Υφυπουργού Οικισμού και Σεισμοπλήκτων Νήσων και με τις υπ αριθμ. Ε2187/1955 και Ε21183/1955 αποφάσεις του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων και την υπ αριθμ. Ε16370/1955 απόφαση του ίδιου παραπάνω Προϊσταμένου. Στη συνέχεια, το παραπάνω οικόπεδο παραχωρήθηκε στην αρχική δικαιοπάροχο των εναγόντων Β. χήρα Γ.Μ δυνάμει του υπ αριθμ. 1685/8.7.1994 παραχωρητηρίου της Κτηματικής Ομάδας Αργοστολίου. Έτσι, αυτή κατέστη κυρία του οικοπέδου αυτού κατά πρωτότυπο τρόπο από τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου αυτού στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αργοστολίου στις 25.7.1994 στον τόμο 269 και με αύξοντα αριθμό 41. Πλην όμως μέχρι την οριστική παραχώρηση του οικοπέδου αυτού στην παραπάνω δικαιοπάροχο των εναγόντων Β. χήρα Γ.Μ ανήκε στην αποκλειστική κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου κατά το άρθρο 21 του Ν.Δ. 22 Απριλίου/16 Μαΐου 1926 «περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της αεροπορικής αμύνης κ.λπ» και αυτό μέχρι τη μεταγραφή του παραπάνω παραχωρητηρίου που έλαβε χώρα στις 25.7.1994 ήταν ανεπίδεκτο νομής και χρησικτησίας σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην παραπάνω νομική σκέψη. Παρά ταύτα ο αρχικός δικαιοπάροχος του δεύτερου εναγομένου Α.Μ του Δ. κατασκεύασε στο νοτιοδυτικό μέρος του όλου ακινήτου των εναγόντων ένα μανδρότοιχο και κατέλαβε αυθαίρετα και χωρίς τη θέληση των δικαιοπαρόχων των εναγόντων το παραπάνω επίδικο τμήμα, αποβάλλοντας αυτούς από τη νομή τους στο παραπάνω τμήμα μέχρι το χρόνο του θανάτου του το 1976. Μετά το θάνατο του εξακολούθησαν να κατέχουν παράνομα και αυθαίρετα το επίδικο τμήμα οι κληρονόμοι του, δηλαδή η σύζυγος του Ε. χήρα Α.Μ και τα αδέλφια του Α., Ν-Π και Β.Μ μέχρι το 1985 και μέχρι το θάνατο της το 1994 μόνη της η παραπάνω σύζυγος του. Μετά το θάνατο της τελευταίας συνέχισε να το κατέχει ο κληρονόμος της, πρώτος εναγόμενος, μέχρι τις 28.2.2001 που αυτός το πούλησε μαζί με το όμορο προς τα νοτιοδυτικά με το επίδικο τμήμα ακίνητο του στο δεύτερο εναγόμενο δυνάμει του υπ αριθμ. 6563/28.2.2001 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αργοστολίου Ε.-Α.Π-Ν που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αργοστολίου στον τόμο 376 και με αύξοντα αριθμό 70. Έκτοτε ο δεύτερος εναγόμενος κατέχει παράνομα και αυθαίρετα το επίδικο εδαφικό τμήμα και αρνείται να το
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 659 αποδώσει στους ενάγοντες, ισχυριζόμενος ότι το απέκτησε δυνάμει του παραπάνω συμβολαίου. Αλλά ο δεύτερος εναγόμενος δεν κατέστη κύριος του επίδικου τμήματος, διότι οι δικαιοπάροχοι του δεν απέκτησαν την κυριότητα σ αυτό με χρησικτησία, αφού στο επίδικο αυτό δεν μπορούσε να χωρήσει χρησικτησία, δεδομένου ότι ο χρόνος της χρησικτησίας σ αυτό αρχίζει από τη μεταγραφή του παραπάνω παραχωρητηρίου το 1994 και μέχρι τότε το επίδικο ανήκε στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου σε βάρος του οποίου δεν χωρεί χρησικτησία. Επομένως, η ένσταση ιδίας κυριότητας που προτείνεται από το δεύτερο εναγόμενο σύμφωνα με την οποία οι απώτεροι δικαιοπάροχοι του νέμονταν συνεχώς το επίδικο τμήμα που περιλαμβάνεται στο παραπάνω οικόπεδο από το έτος 1970 μέχρι το έτος 2001 που έγινε η πώληση στο δεύτερο εναγόμενο του όμορου με τους ενάγοντες ακινήτου υπ αριθμ.3 του ίδιου υπ αριθμ. 216 οικοδομικού τετραγώνου, στο οποίο κατά τους ισχυρισμούς του δεύτερου εναγομένου συμπεριλαμβάνεται και το επίδικο τμήμα και ότι αυτοί κατέστησαν συγκύριοι του επίδικου πράγματος με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη. Εξάλλου, τα δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου και στη συγκεκριμένη περίπτωση της Κτηματικής Ομάδας Αργοστολίου επί του παραπάνω οικοπέδου μέχρι τη μεταγραφή του παραπάνω παραχωρητηρίου το έτος 1994 δεν υπόκεινται σε καμία παραγραφή και το επίδικο τμήμα ήταν ανεπίδεκτο νομής και χρησικτησίας από μέρους των εναγομένων, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από τη μεταγραφή του παραπάνω παραχωρητηρίου και μετά, δηλαδή από το 1944 έως το 2001 δε συμπληρώνεται ο απαραίτητος χρόνος κτήσεως της κυριότητας είτε με τα προσόντα της τακτικής χρησικτησίας (10 έτη) είτε με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας (20 έτη). Επομένως, η ένσταση παραγραφής που προτείνεται από το δεύτερο εναγόμενο σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα των εναγόντων στο επίδικο τμήμα έχει υποπέσει στην εικοσαετή παραγραφή πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, η ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος των δικαιοπαρόχων των εναγόντων που προτείνεται από το δεύτερο εναγόμενο πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, καθόσον οι δικαιοπάροχοι των εναγόντων κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα από το 1970 μέχρι το 1994 δεν ήταν συγκύριοι του επιδίκου, αφού αυτό ανήκε στο Ελληνικό Δημόσιο και συγκεκριμένα στην Κτηματική Ομάδα Αργοστολίου και ως εκ τούτου δεν είχαν τη δυνατότητα να ασκήσουν το δικαίωμα τους σ αυτό. Ενόψει όσων εκτέθηκαν παραπάνω πρέπει να γίνει δεκτή η από 21.8.2002 αγωγή ως κατ ουσίαν βάσιμη, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό και να καταδικαστεί ο δεύτερος εναγόμενος στα δικαστικά έξοδα των εναγόντων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας κατά τα άρθρα 176 και 183 του ΚΠολΔ. 259/2009 (Πρόεδρος: Χρήστος Χασιώτης, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός, Δημήτριος Ρέκκας-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Ιάκωβος Μπαλτάς, Χρήστος Σιαμαντάς, Κωνσταντίνος Ζαμπετάκης).
660 Κώδικας Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (π.δ. 14/27-7-1999). Θεσμοθετήθηκε νέα διαδικασία (διαφορετική από τη ρυμοτομία των ν.δ. της 17/7/1923 και 797/1971). Προβλέπεται υποχρέωση των ιδιοκτητών να διαθέσουν χωρίς αποζημίωση μέρος του ακινήτου τους της οικιστικής περιοχής και προβλέπεται ο τρόπος υλοποίησης της διαχείρισης με την έκδοση Πράξης Εφαρμογής, όπου καθορίζεται το ποσοστό εισφοράς σε γη, που αναλογεί για καθεμία ιδιοκτησία και ο τρόπος διάθεσης χωρίς αποζημίωση σε τμήματα, είτε απευθείας για τη δημιουργία κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων, είτε με άλλους τρόπους. Πράξη εφαρμογής. Εκδίδεται και κυρώνεται με απόφαση του Νομάρχη και μεταγράφεται οπότε από τη μεταγραφή επέρχονται όλες οι αναφερόμενες στην πράξη μεταβολές στις ιδιοκτησίες. Εξαιρέσεις. Σχέδιο πόλης του Μεσολογγίου. Κατάθεση της αποζημίωσης από τις αιτούσες και άρνηση της ιδιοκτήτριας (καθ ης η αίτηση) να παραδώσει το ακίνητο της. Αίτημα να διαταχθεί η αποβολή. Περιστατικά. Από τις διατάξεις των άρθρων 45-48 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (Π.Δ 14/27.7.1999 - Φ.Ε.Κ Δ 580) προκύπτει ότι με αυτόν θεσμοθετήθηκε νέα διαδικασία (διαφορετική από τη ρυμοτομία των ν.δ. της 17.7.1923 και 797/1971) συνολικής διαχείρισης των ακινήτων της οικιστικής περιοχής, με την υποχρέωση των ιδιοκτητών να διαθέσουν χωρίς αποζημίωση μέρος του ακινήτου τους και προβλέπεται ο τρόπος υλοποίησης της διαχείρισης με την έκδοση Πράξης Εφαρμογής, στην οποία καθορίζεται αφενός μεν το ποσοστό εισφοράς σε γη, που αναλογεί για καθεμία ιδιοκτησία και ο τρόπος διάθεσης χωρίς αποζημίωση σε τμήματα, είτε απευθείας για τη δημιουργία κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων, είτε για μετατροπή τους σε χρηματική εισφορά, είτε για αποκατάσταση άλλων ιδιοκτησιών που δεσμεύθηκαν για τον ίδιο σκοπό για την καλύτερη αξιοποίηση της γης, αφετέρου δε τα προσκυρωτέα τμήματα σε γειτονικά οικόπεδα. Ειδικότερα, με τη διάταξη του άρθρου 48 7 ορίζεται ότι η πράξη εφαρμογής κυρώνεται με απόφαση του νομάρχη και αποτελεί ταυτόχρονα πράξη βεβαίωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εισφοράς σε γη όπως και κάθε μεταβολής που επέρχεται στα ακίνητα, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου και μεταγράφεται στο οικείο υποθηκοφυλακείο, ότι με τη μεταγραφή επέρχονται όλες οι αναφερόμενες στην πράξη εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίες, εκτός από αυτές που οφείλεται αποζημίωση για τη συντέλεση των οποίων πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του ν.δ. από 17.7.1923 και του ν.δ. 797/1971 και ότι αμέσως μετά την κύρωση και μεταγραφή των πράξεων εφαρμογής, ο οικείος Ο.Τ.Α., το Δημόσιο ή τα ν.π.δ.δ., καθώς και κάθε ενδιαφερόμενος, μπορούν να καταλάβουν τα νέα ακίνητα που διαμορφώθηκαν με την πράξη εφαρμογής και περιέχονται σ αυτούς, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αποζημιώσεις της προηγούμενης περίπτωσης α. Από την ως άνω διάταξη, η οποία εντάσσεται στα πλαίσια του νέου θεσμού της υποχρεωτικής και χωρίς αποζημίωση εισφοράς σε γη, από τους συμμετέχοντες ιδιοκτήτες περιοχής που εντάσσεται στο σχέδιο πόλης ή όπου εκτείνεται το σχέδιο πόλης, προκύπτει ότι οι εν λόγω εδαφικές μεταβολές που προβλέπονται στην οικεία πράξη εφαρμογής διακρίνονται: α) σ εκείνες που αφορούν αφαίρεση εδαφικών τμημάτων ιδιοκτησιών και διάθεση αυτών για τη δημιουργία κοινοχρήστων και κοινοφελών χώρων, την
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ παραχώρηση οικοπέδων για την αποκατάσταση άλλων ιδιοκτησιών της πολεοδομικής μελέτης και την μετακίνηση των τμημάτων αυτών για την καλύτερη αξιοποίηση της εισφοράς σε γη και β) σ εκείνες που αφορούν κάθε ακίνητο χωριστά και αφορούν προσκυρώσεις, τακτοποιήσεις και ρυμοτομήσεις ή και δεσμεύσεις ακινήτων για την ανέγερση κοινωφελών κτιρίων, πέραν της οφειλόμενης εισφοράς σε γη. Με τη μεταγραφή της πράξης εφαρμογής επέρχονται οι εμπράγματες μεταβολές της παραπάνω πρώτης κατηγορίας χωρίς να χρειάζεται άλλη διαδικασία το δε δικαίωμα κτήσης κυριότητας επί των εν λόγω εκτάσεων, από τον οικείο Ο.Τ.Α, το Δημόσιο ή τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη, αποκτάται πρωτοτύπως. Αντίθετα, οι μεταβολές των ιδιοκτησιών της δεύτερης κατηγορίας θα επέλθουν σύμφωνα με το άρθρο 17 2 του ισχύοντος Συντάγματος, όταν ολοκληρωθούν οι σχετικές διαδικασίες (προσδιορισμός αποζημίωσης, συντέλεση απαλλοτρίωσης) και όχι από την μεταγραφή της ως άνω πράξης εφαρμογής (ΑΠ 563/2006 ΕλΔνη 47.823, ΑΠ 1175/2005 ΕλΔνη 46.1119, ΕφΘράκης 111/2004 ΕλΔνη 46.271, ΣτΕ 3500/2004 Intracom NOMOΣ, ΕφΠατρ 39/2004 ΔΔΝ,1369). Εν προκειμένω, με την αίτηση τους, οι αιτούσες ισχυρίζονται ότι η καθεμία είναι κυρία ενός λεπτομερώς περιγραφομένου κατά θέση, έκταση και όρια οικοπέδου, το οποίο εντάχθηκε στο σχέδιο της Ιεράς Πόλεως του Δήμου Μεσολογγίου, σύμφωνα με την υπ αριθμ. 1/2001 πράξη εφαρμογής, που κυρώθηκε με την υπ αριθμ. 1426/16.9.2002 απόφαση του Νομάρχη Αιτωλοακαρνανίας και μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Δήμου Μεσολογγίου. Ότι τμήμα του οικοπέδου της πρώτης, εμβαδού 32,90 τετραγωνικών μέτρων και τμήμα του οικοπέδου 661 της δεύτερης, εμβαδού 42,73 τετραγωνικών μέτρων, τα οποία περιγράφονται επαρκώς κατά θέση και όρια, προσκυρώθηκαν στα οικόπεδα τους από την όμορη ιδιοκτησία της καθ ης. Ότι αν και παρά κατατέθηκε στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο όνομα της τελευταίας το ποσό της αποζημίωσης, που καθόρισε για τα παραπάνω τμήματα η Επιτροπή του άρθρου 1 του ΠΔ 5/1985 και παρόλο που εκάλεσαν, με τις από 28.8.2006 εξώδικες δηλώσεις τους, την καθ ης να τους τα παραδώσει, η τελευταία αρνείται. Ζητούν δε να διαταχθεί η αποβολή της καθ ης από τα επίδικα, να απειληθεί κατ αυτής χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση και να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση του, απέρριψε την αίτηση, κρίνονται ότι η προσκύρωση των συγκεκριμένων ακινήτων συνιστά μεταβολή στην ιδιοκτησία της καθ ης για την οποία έπρεπε να τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 17 2 του Συντάγματος. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται οι εκκαλούσες, με τους λόγους της κρινομένης εφέσεως τους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως με το σκοπό να γίνει δεκτή η αίτηση τους. Προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ αριθμ. 44313/23.5.1989 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 406Δ, όπως αυτή επαναδημοσιεύθηκε με την υπ αριθμ. 80854/5438/1.9.1992 απόφαση του Υφυπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ, κινήθηκε η διαδικασία σύνταξης του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου της Ιεράς Πόλεως του
662 Δήμου Μεσολογγίου. Στη συνέχεια, με το από 3.4.1998 Π.Δ., που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. 294Δ /7.5.1998, εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη των πολεοδομικών ενοτήτων «ΒΙΓΛΑ» (ΠΕ 4), «ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗ- ΤΡΙΟΣ» (ΠΕ 5), και «ΚΑΛΛΟΝΗ» (ΠΕ 6), του ανωτέρω Δήμου. Περαιτέρω, με την υπ αριθμ. 1426/2002 απόφαση του Νομάρχη Αιτωλοακαρνανίας, κυρώθηκε η υπ αριθμ. 1/2001 Πράξη Εφαρμογής της μελέτης αυτής, με την οποία, από το οικόπεδο της καθ ης, που βρίσκεται στη θέση «ΚΑΛΛΟΝΗ» και στο οικοδομικό τετράγωνο 45 (κωδικός κτηματογράφησης 0115010), αρχικής έκτασης 1.226,20 τετραγωνικών μέτρων, προσκυρώθηκαν, σε ιδιοκτησίες άλλων ιδιοκτητών: α) τμήμα 23,76 τ.μ. στο οικόπεδο 02 του Ο.Τ. Σ57, ιδιοκτησίας Α.Σ κ.τ.λ Οι αιτούσες ισχυρίζονται, με τον πρώτο λόγο της εφέσεως τους, ότι η καθ ης είχε το δικαίωμα, μέσα στην εξάμηνη αποκλειστική προθεσμία του άρθρου 12 3εδ.β ν. 1337/1983, να προσφύγει στα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια, ώστε να χωρήσει προσωρινός καθορισμός της αποζημιώσεως, πλην όμως δεν το άσκησε με αποτέλεσμα να έχει αποδεχθεί την τιμή που καθορίσθηκε διοικητικά από την Επιτροπή του άρθρου 1 του Π.Δ. 5/1986 και να οφείλει να αποδώσει τα ως άνω προσκυρωθέντα ακίνητα. Πλην όμως στην επικαλούμενη από τις αιτούσες, προς επίρρωση του ισχυρισμού τους, υπ αρ. 5367/3.4.2004 αίτηση της καθ ης, η τελευταία ζητεί να μάθει «ποία είναι η χρηματική αποζημίωση και πότε μπορεί να της καταβληθεί».επομένως, εφόσον δεν γνώριζε το ύψος της συγκεκριμένης αποζημιώσεως, δεν είναι δυνατόν να γίνει εμφρόνως αποδεκτό ότι την αποδέχτηκε εκ των προτέρων. Σημειωτέον ότι η καθ ης έχει ήδη αιτηθεί την ακύρωση της υπ αρ. 1/2001 Πράξης Εφαρμογής, που κυρώθηκε από τον Νομάρχη Αιτωλ/νίας με την υπ αρ. 1426/2002 απόφαση του, που εκκρεμεί ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πατρών. Μάλιστα, επί αιτήσεως της, για αναστολή εκτέλεσης της παραπάνω 194/2006 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής του Δήμου Μεσολογγίου, το Διοικητικό Εφετείο Πατρών, με την υπ αρ. 57/2006 απόφαση του, απέρριψε μεν την αίτηση αυτή, κρίνοντας ότι δεν συντρέχει κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης της, δέχθηκε όμως σαφώς ότι «η παρακατάθεση της αποζημίωσης προηγείται της κατάληψης των προσκυρουμένων τμημάτων και η αιτούσα (Α.Τ) δύναται, εφόσον, όπως υποστηρίζει δεν έχει υπάρξει νόμιμη αποζημίωση της κ.λ.π., να αρνηθεί την παράδοση των τμημάτων του ακινήτου της, που της αφαιρούνται με την πράξη εφαρμογής, στα πλαίσια της διαδικασίας του άρθρου 48 7 εδ.β του Κ.Β.Π.Ν. ενώπιον των αρμοδίων Πολιτικών Δικαστηρίων και να προστατευθεί στην περίπτωση που δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις της κατάληψης». Κατόπιν των προεκτεθέντων η καθ ης, που αρνήθηκε να παραδώσει στις αιτούσες τα προσκυρωθέντα από την ιδιοκτησία της τμήματα, νομίμως ενήργησε καθόσον η προσκύρωση αυτών, ενόψει και όσων εκτίθενται στην νομική σκέψη, συνιστά μεταβολή στην ιδιοκτησία της για την οποία όντως όφειλε να τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 17 2 του Συντάγματος.
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ 663 647/2009 (Πρόεδρος: Νικόλαος Τρούσας, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νίττας, Ελένη Κούφη-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Θεόδωρος Αχείμαστος, Μιχαήλ Τσουμάνης). Πέργκολα. Για την κατασκευή της δεν απαιτείται οικοδομική άδεια. Περιφραγμένο οικόπεδο. Απαγορεύεται το ύψος να είναι μεγαλύτερο από 2,5μ. Αυτός ο περιορισμός όμως δεν ισχύει προκειμένου περί ειδικών κτιρίων των οποίων ο κύριος περιορισμός δεν είναι η κατοικία.(ξενοδοχεία). Περιστατικά. Οι εναγόμενοι είχαν κατασκευάσει από ετών προς την πλευρά του οικοπέδου τους που συνορεύει με το οικόπεδο των εναγόντων, τσιμεντένιο τοιχείο μήκους 18 μ. και ύψους 1 μ. περίπου προς το δυτικό μέρος του και 2μ. περίπου προς τα βορειοανατολικά, για επιστήριξη στο σημείο εκείνο του υπερυψωμένου οικοπέδου τους. Το έτος 2005 οι εναγόμενοι μερίμνησαν και εκδόθηκε από το Τμήμα Πολεοδομίας και Πολ/κων Εφαρμογών της Ν.Α. Λευκάδας, επ ονόματι της δεύτερης των εναγομένων η υπ αριθμ. 1758/17-6-2005 άδεια εργασιών μικρής κλίμακας προκειμένου να κατασκευάσουν προς την πλευρά του ακινήτου τους που συνορεύει με το ακίνητο των εναγόντων, περίφραξη ύψους 2 μ., αποτελούμενη από συμπαγές τοιχείο κατά το ένα μέτρο της και σιδερένιους στύλους και ξύλινη εγκατάσταση για στήριξη φυτών (πέργολα) στο υπόλοιπο ύψος της. Δυνάμει της άδειας αυτής οι εναγόμενοι τοποθέτησαν στις αρχές Ιουνίου του έτους 2006 επί του τσιμεντένιου τοιχείου, που είχαν, όπως προαναφέρθηκε, κατασκευάσει από ετών, σιδερένιους στύλους, οι οποίοι έφθαναν το ύψος των 5 μ. περίπου προς το βορειοανατολικό μόνο μέρος του τοιχείου και όχι σε όλο το μήκος του, λόγω του επικλινούς του εδάφους, τους οποίους συνέδεσαν οριζοντίως με σιδερένιες βέργες. Επί του δημιουργηθέντος αυτού μεταλλικού πλέγματος τοποθέτησαν προς την δική τους πλευρά ξύλινη πέργκολα, στην οποία και έχουν αναρριχηθεί φυτά και προς την πλευρά των εναγόντων ελαιόπανα σκούρου χρώματος. Μετά από καταγγελία εκ μέρους του πρώτου ενάγοντος, στις 22-8-2006 έγινε αυτοψία στο οικόπεδο των εναγόμενων από αρμοδίους υπαλλήλους του Τμήματος Πολεοδομίας και Πολ/κων Εφαρμογών της Ν.Α Λευκάδας, οι οποίοι διαπίστωσαν ότι είχε κατασκευαστεί υπερυψωμένη περίφραξη, κατά παράβαση της προαναφερόμενης άδειας του άρθρου 18 παρ. 2 του Γ.Ο.Κ. Οι εναγόμενοι υπέβαλαν στην Επιτροπή Αυθαιρέτων Ν. Λευκάδας ένσταση κατά της έκθεσης αυτοψίας, η οποία ένσταση έγινε δεκτή, γιατί κρίθηκε ότι η κατασκευή των εναγόμενων δεν αποτελεί περίφραξη και δεν αποτελεί αντικείμενο οικοδομικής άδειας. Πράγματι η κατασκευή των εναγομένων δεν αποτελεί περίφραξη και δεν αποτελεί αντικείμενο οικοδομικής άδειας. Πράγματι η κατασκευή της πέργκολας δεν ήταν παράνομη, γιατί δεν ήταν απαραίτητη η λήψη της οικοδομικής άδειας εκ μέρους των εναγόμενων (άρθρο 17 του ν.1577/1985 (Γ.Ο.Κ.)) ούτε ήταν απαγορευτικό το ύψος της από τη διάταξη του άρθρου 18 του ίδιου νόμου που ορίζει ότι τα περιφράγματα του οικο-
664 πέδου σε κανένα σημείο δεν επιτρέπεται να έχουν ύψος μεγαλύτερο από 2, 50 μ. Και τούτο γιατί ο ανωτέρω περιορισμός δεν ισχύει προκειμένου περί ειδικών κτιρίων, δηλαδή κτιρίων των οποίων ο κύριος προορισμός δεν είναι η κατοικία (άρθρο 21 του ν. 1577/1985), όπως στην προκειμένη περίπτωση.