Προς Μαρίνον τον οσιώτατον πρεσβύτερον

Σχετικά έγγραφα
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

ΑΠΑΝΤΑ, ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ *

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

Traducción. Tema de PRESENTE AORISTO FUTURO PERFECTO. tiempos históricos. Departamento de Griego IES Avempace. pretérito imperfecto

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

4. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ

ὧ ὕ ἶ ς ὸ ἀ ά ςἔ ή ἐ ὴ έ ἰςἀ ὸς ύ ἀ ὦ ῦ ῶἔ ί ς ί ςἐ ός ῖ ς ἃςἐ ά ἐ ό έ ς ὶ ό ςἐ ί ἴ ἀ ώ ἐ ό ῶ ύ έ ς ὸςἐ ά ὑ ή ί ά ἀ ὶ ώ ἐ ῦ ά ῖ έ ς ὡςὁ ᾷ ά ό ς ἐ ὼ ὲ

FAX : spudonpe@ypepth.gr) Φ. 12 / 600 / /Γ1

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γεγραμμένον

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

ΑΠΑΝΤΑ, ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ *

ΑΠΑΝΤΑ, ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ * ΑΠΑΝΤΑ, ΜΑΞΙΜΟΥ τοῦ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ ος Τόμος - 15 Α... 1 ΜΙΚΡΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΙΚΑ... 1

ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΗ ΘΕΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Β

πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

ΛΑΒUΡΙΝΘOΣ ΤΙΣ ΠΑΛAIΤΑΤΟΣ Η ΧΑΛΕΠΑ ΤΑ ΚΑΛΑ (Φράγκισκα Σμικρ ά)

ΘΕΜΑ 1ο Α. α) Δίνεται η συνάρτηση F(x)=f(x)+g(x). Αν οι συναρτήσεις f, g είναι παραγωγίσιμες, να αποδείξετε ότι: F (x)=f (x)+g (x).

Ἐκκλησιαστικό Φρόνημα

Noun: Masculine, Κύριος - D2.1 Meaning: Lord, Master. Noun: Neuter, ἔργον - D2.2 Meaning: work

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ.

Πῶς σὺ Ιουδαῖος ὢν παρ ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς γυναικὸς Σαμαρίτιδος οὔσης;

Ὁμολογία Πίστεως Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

Πρι τ αρακτηρ οτικ λαπλ ουοτηματα μικρ ετ εξεργατ δ π υ τ

ΠΕΡΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΗΓΟΥΝ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΘΕΣΙΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΟΝΗΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΜΠΕΡΚΟΥΤΑΚΗ

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

Εκφωνήσεις και Λύσεις των Θεμάτων

Ε Π Ι Θ Ε Σ Ο Β ΚΛΙΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΠΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014. Ἦχος.

Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΗΡΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΑΞΙΜΟ ΤΟΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, στό στόχαστρο τοῦ Οἰκουµενισµοῦ:

Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τήν δέησίν μου ἐν τῇ

Χωρίς Ὑποσημειώσεις Σχολιασμός Γεγονότων

Γιάννης Ι. Πασσάς. Γλώσσα. Οι λειτουργίες της γλώσσας Η γλωσσική 4εταβολή και ο δανεισ4ός

Ὁμιλία Στόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό Τοῦ Ἁγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ τοῦ Παλαμᾶ

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Πῶς ἀναπτύσσεται στήν καρδιά ἡ νοερά προσευχή

«ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ»

und Politik, EuropäischeVerlagsanstalt Frankfurt Europa Verlag

Ausschnitte aus dem Werk Maximos Confessor: Disputatio cum Pyrrho (PG 91, )

«Ἡ ὀντολογία τοῦ προσώπου»: Ἀθανασίου, Καππαδοκῶν καί Μαξίµου

Πάτερ Παντοκράτορ. Σὺ εἶ ὁ Ποιμὴν ὁ καλός,

ΚΕΦΑΛΑΙΑ Σ' (200) ΠΕΡΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ *

Η ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ

«ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ»

Η πρώτη γνωστή συλλογή ορισμένων βιβλίων της Κ. Δ. οφείλεται στον αιρετικό Μαρκίωνα (140 μ.χ., Ρώμη)

Η ελεύθερη έκφραση μέσω του τύπου. Κάνω κάτι πιο φιλελεύθερο Η πίστη και η αφοσίωση στην ιδέα της ελευθερίας.

«Βίβλοι ἀνοίγονται» Βιβλιοκριτικές καί Πρόλογοι σέ βιβλία Περιεχόμενα. Α Βιβλιοκριτικές

Η Α ο Η Α ο Η Α ο οση ία σ Ι ι ι ή Κ ι ι ή ός ι ύο, η σ β β η έ η ο Α- ΟΙΚ ο α α ισ έ η ή ί ο σα οση ία Η Α ο

Ψαλτήριον. Ψαλμοί 3. Ἐκλογαὶ κατ ἦχον 146

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

Ad Graecos ex communibus notionibus

0a1qqW+1a1`qÁlw n εν σοί Κύ ρι ε τρο πού μαι τού τον.

ΡΗΜΑΤΙΚΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΣΕ -τὸς και -τέος

«αἵρεση» Η Α Ι Ρ Ε Σ Η

ттсöттсöттўтссчсчøѓūţşѓф

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

6 Α σ Ε Ε Ε ΓΑ Α Ε Α: Η σ σ ς σ ς & σ ώ : A χ ς: : Σ Π σ

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

ε ε λε η σον Κυ ρι ε ε ε

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΤΜΗΜΑ ΦΩΚΑ/ΤΕΤΑΡΤΗ

ΕΝΤΥΠΟ ΤΟΥ ΜΑΪΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΓΛΥΚΟΥ ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΤΟΥΣ

ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι χε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ιµ µυ υ υ υ υ υ υ Π ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ζο ο ο ει ει κο ο

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

«Ο ΤΗΡΩΝ» Μηνιαία Έκδοση. Ι.Ν. Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος. Μοναγρούλλι - Λεμεσός

Καταβασίαι ἀντί τοῦ Ἄξιόν ἐστιν...

ΜΑΡΤΙΟΣ Θ 2014 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Η ΛΙΤΑΝΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

Κ Υ Ρ Ι Α Κ Η Β Τ Ο Υ Μ Α Τ Θ Α Ι Ο Υ (Τ Τ Ω Ν Α Γ Ι Ο Ρ Ε Ι Τ Ω Ν Π Α Τ Ε Ρ Ω Ν)

Λόγος περί ελεημοσύνης

ό- -ξα σοι, ὁ Θε- -ὸς ἡ- -µῶν,δό--ξασοι. εῦ- -τε λα- -οί, ᾄ- -σω- -µεν ᾆσ- -µα Χρισ- -τῷ τῷθε--ῷ τῷ δι- -ε- -λόν- -τι

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΕΚΛΙΩΜΗΣ Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τοῦ Ὁσίου Πατέρα μας Θεοδώρου, ἡγουμένου τῆς Μονῆς Στουδίου Ἐγκώμιο Στήν ἀποκεφάλιση τοῦ μεγάλου Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ

... Γυ άσιο... Ο ΑΔΑ ΑΘΗΤΩ :

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ: Α. Από το κείµενο που σας δίνεται να µεταφράσετε στο τετράδιό σας τους στίχους (Τοιαῦτά φασι... ἐσθλῶν κακή).

Ό λοι οι κα νό νες πε ρί με λέ της συ νο ψί ζο νται στον ε ξής έ να: Μά θε, μό νο προκει μέ νου. Friedrich Schelling. σελ. 13. σελ. 17. σελ.

Οι τα α α α α α α α Κ. ε ε ε ε ε ε ε ε ε Χε ε ε. ε ε ε ε ε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι. ιµ µυ στι κω ω ω ω ω ως ει κο ο

ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 22 ΜΑΪΟΥ 2004 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ Κείµενο από το πρωτότυπο (στ ) ΧΟΡΟΣ ηλοῖ τὸ γέννηµ' ὠµὸν ἐξ ὠµοῦ πατρὸς 471 τῆς παιδὸς εἴκειν δ'οὐκ ἐπίσταται κακοῖς.

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2014 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

De natura composita. Τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ αμασκηνοῦ περὶ συνθέτου φύσεως κατὰ ἀκεφάλων.

Η ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΙΑ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ

ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011 * * * ΕΤΟΣ 10ο * * * ΤΕΥΧΟΣ 103

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ. Ἐπιμέλεια: Στέφανος Σουλδάτος Καλλιτεχνικό Μελώδημα (Εργαστήρι Παραδοσιακής Μουσικής

Τ τμημα Ηλεκτρ Λ γ α ργ ΨηφιακΦ Συα ημ τω Α αθμ Σκ π τη κη η Σκ π τηζ κη η ε αι α ρησ μ π ε π υδαα η Λ γ κθζ π Λε π ΛΛΦ ε δω α α δε ξε τ τρ π με π γ ε

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ Κείµενο από το πρωτότυπο ( )

( ιμερείς) ΙΜΕΛΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ Α Β «απεικονίσεις»

Τι είναι το Συνοδικό της Ορθοδοξίας που διαβάζεται σήμερα στους ναούς;

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου.

Transcript:

Αγιο Μάξιμο ο Ομολογητή Προ Μαρίο το οσιώτατο πρεσβύτερο PG 91. Σκοπό θέμεο σαυτῷ τή παύμητο πρό τή Θεό στείλασθαι φιλία, θεοτίμητε Πάτερ, εὐτάκτω πρό αὐτή διαύει τό δρόμο. Λόγῳ μέ πρό ἀρετῆ γέεσι τή τῶ ὄτω φύσι περιγράφω(α) ῷ δέ, πρό ἀπλαοῦ ἑώσεω (γώσεω) σύστασι, πατό αἰῶο καί χρόου περιορίζω τή κίησι αἷ θερμότερο ὁ τοῦ Θεοῦ συεισέρχεται πόθο τῇ τε ἀπειρίᾳ συμπαρεκτείω σου τοῦ ποθοῦτο τή κίησι καί τῷ ἀκαταλήπτῳ τοῦ ποθουμέου, τή ἔφεσί σοι ποιῶ ἀκατάληπτο ἧ τέλο αὐτό ἐστι ὁ Θεό πόθου τοῖ ἀξίοι γιόμεο πλήρωσι, ὡ ἀπόλαυσι ἀγαθῶ αὐθυπόστατο ἧ μόη τή πεῖρα οἶδε κατάληψι ὁ λόγο, οἷα σαφῶ ὑπέρ όησι τυγχάουσα, ἕωσι, ὡ μηδεί τύπῳ οερῷ καθοτιοῦ ὑποπιπτούση. Διά τοῦτο, τοῦ μέ λόγου σοι γέγοε πρόσωπο (2) ὁ βίο τοῦ δέ βίου φύσι (β) (10), ὁ λόγο τό καιό ἀληθῶ κατά Χριστό ὑπογράφοτε ἄθρωπο εὐμιμήτω φέροτα τοῦ κτίσατο Θεοῦ τή εἰκόα καί τή ὁμοίωσι ἅστια ὑποληπτέο ῦ τή ἀλήθεια καί τή ἀγαθότητα τή μέ θεωρία τή δέ, πράξεω τέλο ὑπάρχουσα καί τή μέ, ψεύδου τή δέ, ποηρία ἀτίπαλο. Ἐτεῦθε σοι τῇ κατορθώσει τῶ ἀρετῶ, ἡ τῶ θείω συήφθη δογμάτω κατάληψι τῷ τε πλήθει τῆ γώσεω, καί τῇ δυάμει συεχομέη τῆ ἀποδείξεω καθ ἥ, τό πρό τιω οὐκ ἠκριβωμέω περί θελημάτω προταθέ διαγού, καί παρωσάμεο, ταυτό ἀλλήλοι εἶαι φαμέω θέλημα καί βούλησι, καί βουλή, καί προαίρεσι καί γώμη ἐξουσία τε καί δόξα καί φρόησι, μόοι ἀλλήλω, διαφέροτα τοῖ ὀόμᾳσι τοῦ τε Θεοῦ καί τῶ ἁγίω ἕ θέλημα γεήσεσθαι καί διά τοῦτο βεβαιουμέω τό Χριστό ἕ θέλημα προαιρετικό ἔχει καί διατειομέω οὐκ ἠρκέσθη σαυτῷ πρό τή

τοῦ καλῶ κριθέτο βεβαίωσι, διά τή σύτροφο πτωχεία τοῦ πεύματο ἀλλά κἀμέ τό ἰδιωτείᾳ συτεθραμμέο σύμψηφο λαβεῖ τῶ ἐγωσμέω σοι καλῶ κατηξίωσα. Ὅπερ ποιήσω ἥκω κἄ προπετέ τῷ τῆ εὐπειθεία μισθῷ εικημέο. Ἑκάστου δέ τούτω καθ εἱρμό τή γραφή ποιήσομαι σύτομο, καί οἷο ὁριστική οὐκ ἐμού ἐγχαράττω λόγου πῶ γάρ, ὁ τούτω πεόμεο, ἀλλά τού περί τούτω ἄλλοι ποηθέτα ἐραισάμεο ἴα γῶμε ὡ ἀμφοῖ διαφέρουσι ἀλλήτω ταῦτα λέγω δέ κλήσει καί πράγματι. Περί φυσικοῦ θελήματο, ἤγου θελήσεω. Θέλημά φασι εἶαι φυσικό, ἤγου θέλησι, δύαμι τοῦ κατά φύσι ὄτο ὀρεκτική καί τῶ οὐσιωδῶ τῇ φύσει προσότω συεκτική πάτω ἰδιωμάτω. Τούτῳ γάρ συεχομέη φυσικῶ ἡ οὐσία, τοῦ τε εἶαι καί ζῇ καί κιεῖσθαι κατ αἴσθησί τε καί οῦ ὀρέγεται, τῆ οἰκεία ἐφιεμέη φυσικῆ καί πλήρου ὀτότητο. Θελητική γάρ ἑαυτῆ, καί τῶ ὅσα σύστασι αὐτῆ ποιεῖσθαι πέφυκε, καθέστηκε ἡ φύσι τῷ τοῦ εἶαι αὐτῆ λόγῳ, καθ ὅ ἔστι τε καί γέγοε ὀρεκτικῶ ἐπηρτημέη. (13) Διόπερ ἕτεροι τοῦτο τό φυσικό ὁριζόμεοι θέλημά φασι εἶαι, ὄρεξι λογική τε καί ζωτική τή δέ προαίρεσι, ὄρεξι βουλευτική τῶ ἐφ ἡμῖ. Οὐκ ἔστι οὖ προαίρεσι ἡ θέλησι εἴπερ ἡ μέ θέλησι ἁπλῆ τι ὄρεξί ἐστι, λογική τε καί ζωτική ἡ δέ προαίρεσι, ὀρέξεω καί βουλῆ καί κρίσεω σύοδο. Ὀρεγόμεοι γάρ πρότερο βουλευόμεθα καί βουλευσάμεοι, κρίομε καί κρίατε, προαιρούμεθα τοῦ χείροο τό δειχθέ ἐκ τῆ κρίσεω κρεῖττο καί ἡ μέ, μόο ἤρτηται τῶ φυσικῶ ἡ δέ, μόω τῶ ἐφ ἡμῖ, καί δι ἡμῶ γίεσθαι δυαμέω. Οὐκ ἔστι οὖ θέλησι ἡ προαίρεσι. Περί βουλήσεω. Ἀλλ οὔτε βούλησί ἐστι ἡ προαίρεσι. Βούλησι μέ γάρ ἐστι ὄρεξι φαταστική τῶ ἐφ ἡμῖ καί οὐκ ἐφ ἡμῖ (γ) τουτέστι μόῃ τῇ διαοίᾳ μορφουμέη. Ἡ δέ ὄρεξι φαταστική, μόη ἐστί τῆ διαοητικῆ δυάμεω ἄευ τοῦ βουλευτικοῦ λόγου τῶ ἐφ ἡμῖ ἤ ποιά φυσική θέλησι. Ἡ δέ προαίρεσι, ὄρεξι βουλευτική τῶ ἐφ ἡμῖ πρακτῶ. Ἤρκει με οὖ καί μόο ὁ τῆ ὑπογραφῆ λόγο, δείξα τή τούτω διαφορά, παῦσαι φιλοεικία τού περιττῶ φιλολογοῦτα καί τοῖ καλῶ ἐγωσμἐοι, οὐκ οἶδ ὅπω εὐφήμω εἰπεῖ, σαφῶ ἀτιλέγοτα. Ἐπειδή δέ ποθοῦσί πω οἱ φιλοπευστοῦτε διά πλειόω ἐπιστῆαι τοῖ ζητουμέοι, ἐροῦμε καί ἄλλω. Φασί οἱ περί τούτω διειληφότε. Οὐ πᾶσι (δ) οἷ ἁρμόζει τό προαιρεῖσθαι, πάτω ἁρμόζει καί τό βούλεσθαι. Βούλεσθαι μέ γάρ ὑγιαίει καί πλουτεῖ καί ἀθαατισθῆαι φαμε προαιρεῖσθαι δέ πλουτεῖ καί ὑγιαίει καί ἀθαατισθῆαι, οὐ λέγομε ἐπειδή ἡ μέ βούλησι, καί ἐπί τῶ δυατῶ καί ἐπί τῶ ἀδυάτω ἐστί ἡ δέ προαίρεσι, ἐπί μόω δυατῶ, καί δι ἡμῶ γεέσθαι δυαμέω. Καί πάλι, ἡ μέ βούλησι, τοῦ τέλου ἐστί ἡ δέ προαίρεσι, τῶ πρό τό τέλο. Τέλο οὖ εἶαι φασι τό βουλητό οἶο, τή ὑγίεια πρό τό τέλο, δέ, τό βουλευτό οἶο, τό τῆ ὑγιεία τόπο. Τή αὐτή οὖ ἀαλογία ἥ ἔχει τό βουλητό πρό τό βουλευτό, ἔχει τή βούλησί φασι (16) πρό τή προαίρεσι εἴπερ ταῦτα μόα προαιρούμεθα, ἅ δι ἡμῶ οἰόμεθα δύασθαι γεέσθαι. Βουλόμεθα δέ καί τά μή δι ἡμῶ οἷα τε γεέσθαι. Δέδεικται τοίυ, ὡ οὐδέ βούλησί ἐστι ἡ προαίρεσι δειχθήσεται δέ πάλι, ὡ οὔτε βούλευσί ἐστι ἤγου βουλή. Περί βουλῆ ἤγου βουλεύσεω. Τή βουλή ἤγου βούλευσι εἶαί φασι ὄρεξι ζητητική περί τι τῶ ἐφ ἡμῖ

πρακτῶ γιομέη. Προαιρετό δέ, τό ἐκ τῆ βουλῆ κριθέ. Δῆλο οὖ ἐτεῦθε, ὡ ἡ μέ βούλευσι, ἐπί τοῖ ἔτι ζητουμέοι ἐστί ἡ δέ προαίρεσι, ἐπί τοῖ ἤδη προκεκριμέοι. Καί δῆλο, οὐκ ἐκ μόου τοῦ ὁρισμοῦ, ἀλλά καί τῆ ἐτυμολογία. Προαιρετό γάρ ἐστι τό ἕτερο πρό ἑτέρου αἱρετό. Οὐδεί δέ προκρίει τι, μή βουλευσάμεο οὐδέ αἱρεῖται μή κρία. Οὐκ ἔστι οὖ βουλή, τουτέστι βούλευσι, ἡ προαίρεσι. Περί προαιρέσεω. Προαίρεσι εἶαι φασι ὄρεξι βουλευτική ἐφ ἡμῖ πρακτῶ. Μικτό γάρ τι, καί πολλοῖ σύγκρατο ἡ προαίρεσι ἐξ ὀρέξεω καί βουλῆ συγκειμέη καί κρίσεω. Οὐδέτερο γάρ τούτω ὑπάρχει καθ αὑτό θεωρούμεο ἡ προαίρεσι οὔτε γάρ μόο ὄρεξι καθ αὑτή, οὔτε βουλή, οὔτε κρίσι ἀλλά ἐκ τούτω σύγκρατο, καθώ ὁ καθ ἡμᾶ ἄθρωπο ἐκ ψυχῆ καί σώματο σύθετο. Ἐπειδή τότε προαίρεσι, καί προαιρετό γίεται, τό προκριθέ ἐκ τῆ βουλῆ, περί οὗ ἡ προαίρεσι, ὅτα προσλάβῃ τή ὄρεξι. Ἀαγκαίω οὖ ἡ προαίρεσι περί ταῦτά ἐστι μετά τή κρίσι, περί ἅ ἡ βουλή πρό τῆ κρίσεω. Ἐκεῖα γάρ προαιρούμεθα, περί ὧ βουλευόμεθα. Περί τίω βουλευόμεθα. Βουλευόμεθα δέ περί τῶ ἐφ ἡμῖ καί δι' ἡμῶ γίεσθαι δυαμέω καί ἄδηλο ἐχότω το τέλο. Τό μέ οὖ ἐφ ἡμῖ εἴρηται, ἐπειδή περί τῶ πρακτῶ μόο βουλευόμεθα. Ταῦτα γάρ ἐφ ἡμῖ οὐ γάρ περί τῆ αὐθυποστάτου σοφία. Οὔτε γάρ περί Θεοῦ, οὔτε περί τῶ ἐξ ἀάγκη καί ἀεί ὡσαύτω γιομέω οἷο τῆ κυκλικῆ τῶ χρόω κιήσεω οὔτε περί τῶ οὐκ ἀεί μέ ὄτω, ἀεί δέ ὁμοίω γιομέω, οἷο ἀατολῆ ἡλίου καί δύσεω οὔτε περί τῶ φύσει μέ, οὐκ ἀεί δέ ὁμοίω γιομέω, (17) ἀλλ ὡ ἐπί τό πλεῖστο οἷο, περί τοῦ πολιοῦσθαι τό ἑξηκοτούτη, ἤ γεειάσκει τό εἰκοσαετῆ οὔτε περί τῶ φύσει μέ, ἄλλοτε δέ ἄλλω ἀορίστω γιομέω οἷο περί ὄμβρω καί αὐχμῶ καί χαλάζη. Διά ταῦτα μέ τό ἐφ ἡμῖ, εἴρηται Τό δέ, Δι ἡμῶ γίεσθαι δυαμέω ἐπειδήπερ οὐ περί πάτω ἀθρώπω ( τῶ ἀθρωπίω), οὔτε περί πατό πράγματο βουλευόμεθα ἀλλ οὐδέ περί πάτω τῶ ἐφ ἡμῖ, καί δι ἡμῶ γιομέω ἀλλά δεῖ προσκεῖσθαι, καί ἄδηλο ἐχότω τό τέλο. Ἐά γάρ ᾖ φαερό καί ὁμολογούμεο, οὐκ ἔτι περί αὐτοῦ βουλευόμεθα κἄ ἐφ ἡμῖ, καί δι ἡμῶ γίηται. Ἐδείχθη δέ, ὡ οὐδέ περί τοῦ τέλου, ἀλλά περί τῶ πρό τό τέλο, ἡ βουλή. Βουλεύομεθα γάρ οὐ πλουτῆσαι ἀλλ ὅπω καί δι ὧ πλουτήσομε. Καί συτόμω εἰπεῖ, περί τούτω μόο βουλευόμεθα, ὧ ἡ πρᾶξι ἐπίση ἐδέχεται ἔστι δέ ἐπίση ἐδεχόμεο, ὅ αὐτό τε δυάμεθα, καί τό ἀτικείμεο αὐτῷ. Εἰ δέ τό ἕτερο μόο τῶ ἀτικειμέω ἠδυάμεθα, τοῦτο μέ ἦ ὁμολογούμεο, ὡ ἀαμφίβολο τό δἐ ἀτικείμεο, ἀδύατο. Οἷο, ἄρτου καί λίθου προκειμέω, οὐδεί βουλεύεται ποῖο ποιήσεται βρῶμα τοῦ μέ ὁμολογουμέου τοῦ δέ σαφῶ ὄτο ἀδυάτου. Ταῦτα γοῦ προαιρούμεθα, τά ἐπίση ἐδεχόμεα, περί ὧ καί βουλευόμεθα. Περί γώμη. Ἀλλ οὔτε γώμη τί ἐστι ἡ προαίρεσι, κἄ οἱ πολλοί τοῦτο προχείρω ομίζωσι ἀλλά γώμη εἴπερ τή γώμη εἶαι φασι ὄρεξι ἐδιάθετο τῶ ἐφ ἡμῖ, ἐξ ἧ ἡ προαίρεσι ἤ διάθεσι ἐπί τοῖ ἐφ ἡμῖ ὀρεκτικῶ βουλευθεῖσι. Διατεθεῖσα γάρ ἡ ὄρεξι τοῖ κριθεῖσι ἐκ τῆ βουλῆ, γώμη γέγοε μεθ ἥ, ἤ κυριώτερο εἰπεῖ, ἐξ ἧ ἡ προαίρεσι. Ἕξεω οὖ πρό ἐέργεια ἐπέχει λόγο, ἡ γώμη πρό τή προαίρεσι.

Περί ἐξουσία. Ἀλλ οὔτε ἐξουσία ἐστί ἡ προαίρεσι. Ἡ μέ γάρ προαίρεσι, ὡ πολλάκι ἔφη, ὄρεξι ἐστι βουλευτική τῶ ἐφ ἡμῖ πρακτῶ ἡ δέ ἐξουσία, κυριότη ἔομο τῶ ἐφ ἡμι πρακτῶ ἤ κυριότη ἀκώλυτο τῆ τῶ ἐφ ἡμῖ χρήσεω ἤ ὄρεξι τῶ ἐφ ἡμῖ ἀδούλωτο. Οὐκ ἔστι οὖ ταυτό ἐξουσία καί προαίρεσι εἴπερ κατ ἐξουσία μέ προαιρούμεθα οὐκ ἐξουσιάζομε δέ κατά προαίρεσι καί ἡ μέ ἐπιλέγεται μόο ἡ δέ χρᾶται τοῖ ἐφ' ἡμῖ, καί τοῖ ἐπί τοῖ ἐφ ἡμῖ, ἤγου, προαιρέσει καί κρίσει καί βουλῇ. Κατ' ἐξουσία γάρ βουλευόμεθα, (20) καί κρίομε, καί προαιρούμεθα, καί ὁρμῶμε, καί χρώμεθα τοῖ ἐφ ἡμῖ. Περί δόξη Ἀλλ οὔτε δόξα τί ἐστι ἤ προαίρεσι. Ἡ μέ γάρ δόξα διττή λογική τε, καί ἄλογο ἡ δέ προαίρεσι τρεπτή. Τή μέ οὖ ἄλογο δόξα εἶαί φασι, ἁπλῆ γῶσι καί πρόχειρο ὡ ὅτα τι προφέρῃ δόξα ἀλλοτρία, ἀγοῶ τή αὐτῆ αἰτία. Οἷο, ἀθάατο λέγω τή ψυχή, καί μή διδού ἀποδεικτική αἰτία τῆ ἀθαασία αὐτῆ. Τή δέ λογική δόξα, γῶσι εἶαι λέγουσι, κατά ἀποπεράτωσι τῆ διαοία συισταμέη ὡ ὅτα τι λογισάμεό τι, καί τή αἰτία αὐτοῦ ἐπιστημοικῶ ἀποδίδωσι. Διαοία γάρ ἐστι, ἡ διήκουσα καί διαστηματικῶ ἐεργοῦσα, ἀπό προτάσεω ἀρχομέη μέχρι συμπεράσματο. Οἷο, προτίθεταί τι δεῖξαι τή ψυχή ἀθάατο, καί λέγει Ἐπειδή αὐτοκίητο ἐστι ἡ ψυχή τό δέ αὐτοκίητο, ἀεικίητο τό δέ ἀεικίητο, ἀθάατο ἡ ψυχή ἄρα ἀθάατο. Ἤ πάλι Ἐπειδή ἀσύθετό ἐστι ἡ ψυχή τό δέ ἀσύθετο, ἀδιάλυτο τό δέ ἀδιάλυτο, ἀθάατο ἡ ψυχή ἄρα ἀθάατο. Διαοία γάρ ἴδιο, τό διαύει τιά ὁδό ἐπί τή τοῦ πράγματο γῶσι φέρουσα ὁδεύει δέ ἀπό τῶ προτάσεω διά τῶ συλλογισμῶ ἐπί τά συμπεράσματα, καί ποιεῖ τή λογική δόξα. Καί πάλι, ἡ μέ δόξα οὐ μόο τῶ ἐφ ἡμῖ, ἀλλά καί τῶ οὐκ ἐφ ἡμῖ ἡ δέ προαίρεσι, μόο τῶ ἐφ ἡμῖ καί δόξα μέ ἀληθῆ λέγομε καί ψευδῆ προαίρεσι δέ, οὐ λέγομε ἀληθῆ καί ψευδῆ ἀλλά καλή καί κακή καί ἡ μέ δόξα, τῶ καθόλου ἡ δέ προαίρεσι, τῶ καθέκαστα περί γάρ τῶ πρακτῶ ἡ προαίρεσι ταῦτα γάρ τά καθέκαστα. Διά πλειόω, ὡ οἶμαι, φαερό γέγοε, μή εἶαι δόξα, τή προαίρεσι. Εἰ γάρ ἡ μέ δόξα κατ ἀποπεράτωσι τῆ διαοία συισταμέη, γῶσί ἐστι ἡ δέ προαίρεσι, ὄρεξι βουλευτική τῶ ἐφ ἡμῖ πρακτῶ, οὐκ ἔστι τῇ δόξῃ ταυτό ἡ προαίρεσι. Περί φροήματο(ε), ἤγου φροήσεω. Ἀλλ οὔτε φρόημα ἤγου φρόησί ἐστι ἡ προαίρεσι. Εἴπερ τή μέ φρόησι, ὄρεξι θεωρητική λογικῶ καί γωστικῶ μαθημάτω φασί (21) ἤ ἔξι ἀοία τε καί ὑπεροία ἀτίπαλο τή δέ προαίρεσι, ὡ διαφόρω ἀποδέδωκε ὁ λόγο, ὄρεξι βουλευτική τῶ ἐφ ἡμῖ. Γίεσθαι δέ τή φρόησί φασι κατά τό τρόπο τοῦτο οἶο, τή μέ πρώτη τοῦ οῦ κίησι, όησι καλοῦσι τή δέ περί τιο όησι, ἔοια λέγουσι ἥτι ἐπιμείασα καί τυπώσασα τή ψυχή πρό τό οούμεο, ἐθύμησι προσαγορεύεται ἡ δέ ἐθύμησι ἐ ταυτῷ μείασα, καί ἑαυτή βασαίσασα, φρόησι ὀομάζεται ἡ δέ φρόησι πλατυθεῖσα, ποιεῖ τό διαλογισμό ἐδιάθετο λόγο παρά τοῖ ταῦτα δειοῖ ὀομαζόμεο ὅ ὑπογράφοτέ φασι, κίημα τῆ ψυχῆ εἶαι πληρέστατο ἐ τῷ διαλογιστικῷ γιόμεο, ἄευ τιό ἐκφωήσεω ἐξ οὖ τό προφορικό λόγο φασί προϊέαι. Φρόημα δέ πάλι εἶαι λέγουσι, τή ἐκ τῆ φροήσεω ἐπιγιομέη τῷ φροητικῷ γῶσι τοῦ φροηθέτο φρόησι γάρ, καί φροητό καί

φροητικό καί φρόημά φασι. Καί φρόησι μέ ἐστι, ἡ σχέσι φροητό δέ, τό φροούμεο φροητικό, τό φροοῦ καί φρόημα, ἡ γεομέη ἐκ τῆ φροήσεω τῷ φροητικῷ γῶσι τοῦ φροηθέτο πράγματο. Εἰ τοίυ τοῦτο μέ οὕτω ἡ δέ προαίρεσι οὐχ οὕτω ἄρα προαίρεσι οὐκ ἔστι τό φρόημα. Δέδεικται τοίυ, ὡ οἶμαι, σαφῶ, οὐκ εἶαι ταυτό ἀλλήλοι τά προταθέτα, κατά τού τοῦτο ομίζοτα. Εἰ δέ φαῖε ἀλλήλοι πάτω εἶαι ταυτό, διά τό πάτω ἐπίση, ὡ γέο κατηγορεῖσθαι τή ὄρεξι, ἤγου τή ὀρεκτική τῆ φύσεω δύαμι εἰπάτωσα ἀλλήλοι εἶαι ταυτό καί πάτα τά εἴδη, τά τε χερσαῖα, καί πτηά καί ἔυδρα, διά τό πάτω ἐπίση ὡ γεικώτερο, κατηγορεῖσθαι γέο τό ζῶο, φροῦδο αὐτοῖ ἡ τοῦ πατό γεήσεται διακόσμησι πραγμάτω οὐκ οὖσα διαφόρω ὑπόστασι, ἀλλά μόο ψιλῶ ὀομάτω ἔκφασι. Ὅτι κατά πάτα τρόπο οὐκ ἔσται μετά τή ἀάστασι ἕ τό θέλημα τῶ ἁγίω πρό ἀλλήλου καί τό Θεό, κἄ ἕ πᾶσι τό θεληθέ, ὥ τιε λέγουσι. Οὐκοῦ ἡ προαίρεσι προσλαβοῦσα τή ἐπί τοῖ ἐφ ἡμῖ ὁρμή τε καί χρῆσι, πέρα τῆ κατ ὄρεξι, ἡμῆ λογικῆ ὑπάρχει κιήσεω. Τό γάρ φύσει λογικό, δύαμι ἔχο φυσική τό λογική ὄρεξι, ἤ καί θέλησι τῆ οερᾶ καλοῦσι ψυχῆ ὀρέγεται καί λογίζεται καί λογισάμεο βούλεται. Βούλησι γάρ εἶαί φασι, οὐ τή ἁπλῶ φυσική, ἀλλά τή ποιά τουτέστι, τή περί τιο θέλησι (21) καί βουλόμεο ζητεῖ καί ζητοῦ σκέπτεται καί σκεπτόμεο βουλεύεται καί βουλευόμεο κρίει και κρίο προαιρεῖται καί προαιρούμεο ὁρμᾷ καί ὁρμῶ, κέχρηται καί χρώμεο παύεται τῆ ὀρεκτικῆ ἐπ ἐκεῖο κιήσεω. Οὐδεί γάρ κέχρηται, μή πρότερο ὁρμήσα καί οὐδεί ὁρμᾷ, μή προαιρούμεο καί οὐδεί προαιρεῖται, μή κρία καί οὐδεί κρίει, μή βουλευσάμεο καί οὐδεί βουλεύεται, μή σκεψάμεο καί οὐδεί σκέπτεται, μή ζητήσα καί οὐδεί ζητεῖ, μή βουληθεί καί οὐδεί βούλεται, μή λογισάμεο καί οὐδεί λογίζεται, μή ὀρεγόμεο καί οὐδεί λογικῶ ὀρέγεται, μή ὑπάρχω φύσει λογικό. Λογικό οὖ φύσει ζῶο ὑπάρχω ὁ ἄθρωπο, ὀρεκτικό ἐστι, καί λογιστικό, καί βουλητικό, καί ζητητικό, καί σκεπτικό καί προαιρετικό, καί ὁρμητικό καί χρηστικό. Εἰ δέ μετά τῶ λοιπῶ καί προαιρετικό φύσει ζῶο ὁ ἄθρωπο ἡ δέ προαίρεσι τῶ ἐφ ἡμῖ, καί δι ἡμῶ γίεσθαι δυαμέω, καί ἄδηλο ἐχότω τό τέλο(θ) ἐστί ἐφ ἡμῖ δέ, καί ὁ τῶ ἀρετῶ λόγο, τῶ κατά φύσι δυάμεω ὑπάρχω ἐεργούμεο όμο καί ὁ κατά παράχρησι τῶ αὐτῶ δυάμεω τρόπο, τά παρά φύσι πάθη παρυφιστῶ ἄρα πᾶ φύσει προαιρετικό, τῶ ἀτικειμέω ἐπιδεκτικό τε καί κριτικό. Εἰ δέ τῶ ἀτικειμέω κριτικό, καί προαιρετικό πάτω εἰ δέ προαιρετικό, ὡ ὑπ αὐτῷ κειμέη τῆ ἐπ ἄμφω κιήσεω, οὐκ ἄτρεπτο φύσει καθέστηκε. (3) Οὐκοῦ ἐπειδή τῶ ἀμφιβόλω ἐστί, ὡ ἐφ ἡμῖ, ἤ τε βουλή καί ἡ κρίσι καί ἡ προαίρεσι, ὅτα οὐκ ἔστι τά ἀμφίβολα, τῆ αὐθυποστάτου πᾶσι ἐμφαοῦ ἀληθεία δειχθείση, προαίρεσι οὐκ ἔστι διά τῶ μέσω καί ἐφ ἡμῖ ὄτω κιουμέη πραγμάτω ὅτι μηδέ κρίσι, ἀφορισμό ποιουμέη τῶ ἀτικειμέω, ὧ τό κρεῖττο ποιούμεθα πρό τοῦ χείροο αἱρετό εἰ δέ τότε κατά τό ῦ κρατοῦτα όμο τῆ φύσεω, προαίρεσι οὐκ ἔστι, πάση ἀπογεομέη τῶ ὄτω ἀμφιβολία, ὄρεξι ἐεργή ἔσται μόη οερά, τοῖ

οὕτω κατά φύσι ὀρεκτικοῖ μόη ἀφράστω ἐπειλημμέη τῆ τοῦ κατά φύσι ὀρεκτοῦ μυστικῆ ἀπολαύσεω, πρό ἤ ἔσχε διά τῶ ἀπηριθμημέω τή κίησι ἧ ὁ κόρο ἐστί, ἡ ἐπ ἄπειρο ἐπίτασι αὐτῆ τῆ τῶ ἀπολαυότω ὀρέξεω ἑκάστου τοσοῦτο ὑπερφυῶ μεθέξοτο, ὅσο ἐπόθησε καί πρό αὐτό τό φύσει ποθούμεο ἄμεσο συαάκρασι. Εἰ δέ ὅσο τι ἐπόθησε, (25) τοσοῦτο μεθέξει τοῦ ποθουμέου τῷ μέ τῆ φύσεω λόγῳ, μία δειχθήσεται πάτω ἡ θέλησι τῷ δέ τῆ κιήσεω τρόπῳ, διάφορο. Εἰ δέ τρόπῳ τῷ κατά τή κίησι οὐ μία πάτω ἀθρώπω ἡ θέλησι οὐδέποτε μία τοῦ τε Θεοῦ καί τῶ σωζομέω, ὥ τισι ἔδοξε, κατά πάτα τρόπο γεήσεται θέλησι κἄ ἕ τό θεληθέ ἐστι τῷ τε Θεῷ καί τοῖ ἁγίοι, ἡ σωτηρία τῶ σωζομέω σκοπό ὑπάρχουσα θεῖο, ὥ τέλο πάτω προεπιοηθέ τῶ αἰώω περί ὅ, τῶ τε σωζομέω πρό ἀλλήλου καί Θεοῦ τοῦ σώζοτο, κατά τή θέλησι γεήσεται σύμβασι ὅλου ἐ πᾶσι γεικῶ, καί τό καθ ἕκαστο ἰδικῶ χωρήσατο τοῦ Θεοῦ, τοῦ τά πάτα πληροῦτο τῷ μέτρῳ τῆ χάριτο καί ἐ πᾶσι πληρουμέου, μελῶ δίκη, κατά τή ἀαλογία τῆ ἐ ἑκάστῳ πίστεω αὐτῷ συμφυεῖσι. Εἰ γάρ τοῦ μέ Θεοῦ τό θέλημα φύσει σωστικό, τό δέ τῶ ἄθρώπω φύσει σωζόμεο ταυτό οὐκ ἄ εἴη ποτέ τό φύσει σῶζο, καί τό φύσει σωζόμεο κἄ εἷ ἀμφοτέρω σκοπό, ἡ σωτηρία τῶ ὅλω καθέστηκε ὑπό μέ τοῦ Θεοῦ προβεβλημέη ὑπό δέ τῶ ἁγίω προῃρημέη. Εἰ δέ ταυτό ἔσται καί ἕ ἀριθμῷ τό τε θεῖο καί τό ἀθρώπιο θέλημα, κατά τού λέγοτα, ἐπειδή θελήματι πάτα ὁ Θεό ὑπέστησε τού αἰῶα, ἔσται τῷ αὐτῷ θελήματι δημιουργό καί ὁ τῶ ἁγίω χορό, εἴτε φυσικῷ, εἴτε γωμικῷ καί ἁπλῶ, ᾧ πεφύκασι πρό τό θεῖο ταυτίζεσθαι ὅπερ ἄτοπο, καί μόη, ὡ οἶμαι, ῥεμβαζομέη ἔργο διαοία ἐστι. Ἑω γάρ ἄ μή πάτε δημιουργοί, ἤ μόο ἀπόστολοι, ἤ μόο προφῆται καί οὗτοι πάλι, ἤ Πέτρο μόο, ἤ Μωσῆ μόο καί οὐ μία, πολλαί δέ παρά τῷ Θεῷ καί Πατρί μοαί τοῖ ἁγίοι εἰσί τῷ τε κατά φύσι ἀγαθῷ θελήματι, τό κατά μίμησι πρό αὐτό κιηθέ ἀθρώπιο, ποιότητι τε φυσικῇ καί ποσότητι εἴη ταυτό, ὅπερ ἀμήχαο (πῶ γάρ ἄ τῷ φύσει μεθεκτικῷ, τό φύσει μεθεκτό εἴη ταυτό;) μία γώμη κατά πάτα τρόπο εἶαι τοῦ τε Θεοῦ καί τοῦ τῶ ἁγίω χοροῦ, ἀδύατο κἄ, ὡ εἶπο, ἕ ἐστι ἀμφοτέροι τό θεληθέ, ἡ σωτηρία τῶ ὅλω περί ἥ τῶ θελημάτω ἡ ἕωσι. Ἀλλ, ὡ ἔοικε, ἀγοοῦτε οἷο αὐτοῖ ἐξ ὧ λέγουσι ἀτοπία ἀαφύεται λόγο, ἀσκόπω ἐφ ἅ μή δεῖ φέρεσθαι τή σοφῶ αὐτῶ συγχωροῦσι διάοια. Εἰ γάρ οὐκ ἔστι θέλημα, ὁπωσοῦ οούμεο ἤ λεγόμεο ἄσχετο, καί τό πρό τι γέο οὐκ ἔχο κατηγορούμεο ποιότη ἐστί, ἀλλ οὐ τῶ καθ αὐτά, ὡ ἐ ἑτέρῳ δηλαδή θεωρούμεο. Εἰ δέ τῶ ἐ ἑτέρῳ θεωρουμέω ἐστί τό θέλημα, συμβεβηκό πάτω ἐστί εἰ δέ συμβεβηκό, ἤ οὐσία; (4), ἤ ὑποστάσεω ἔσται χαρακτηριστικό (28) (τούτω γάρ οὐδέ μέσο ἐστί καθ αὐτό θεωρούμεο, ἤτοι μηδετέρω μετέχο, ἤ ἐξ ἀμφοῖ σύθετο) καί εἰ μέ οὐσία, μία τοῦ τε Θεοῦ καί τῶ ἁγίω φύσι κατηγορήσουσι πάτω διά τοῦ ἑό θελήματο, τή εἰ μία οὐσία παθότω συαίρεσι. Τό γάρ γεικῶ τιω ἐπίση κατηγορούμεο, οὐσία, ὑφ ἥ τελοῦσι, ὑπάρχει δηλωτικό. Εἰ δέ ὑποστάσεω, μία πάτω ἔσται τοῦ τε Θεοῦ καί τῶ ἁγίω ὑπόστασι, πάτω ἀλλήλοι εἰ ταυτό συγχωευθέτω. Τό γάρ ἰδικῶ τιι καθ ὑπόστασι ἐμπεφυκό, ἄλλοι ἀπαραλλάκτω ἐθεωρούμεο, πάτα ἀλλήλοι συγχεῖ καί τό ἑκάστου τοῦ, πῶ εἶαι λόγο, ποιεῖ πάτελῶ ἀδιάγωστο. Ὅτιπερ ἕ θέλημα οὐ δυατό ἐπί Χριστοῦ

λέγεσθαι εἴτε φυσικό, εἴτε προαιρετικό λεχθῇ, καθώ τισι ἔδοξε. Οὐκοῦ, εἴπερ ἐ τούτοι αὐτῶ ὁ λόγο ἠσθέησε οὐδέ ἐπί τό Κύριο ἡμῶ καί Θεό, καί Σωτῆρα τῶ ὅλω Χριστό μεταβαίω, καί ἕ ὁπωσοῦ λεγόμεο ἐπ αὐτοῦ θέλημα κατασκευάζω εὐσθεήσοι ποτ ἄ. Εἰ μέ γάρ φυσικό εἴποιε τοῦ Χριστοῦ τοῦτο τό θέλημα, τή Μαιχαϊκή αὐτόθε οσήσατε δειχθήσοται φατασία, ὡ τή οὐκ οὖσα, οὔτε γεησομέη μία Χριστοῦ φύσι, καταλλήλῳ θελήματι δηλουμέη πρεσβεύοτε τή τε μαία Ἀρείου κατά ταυτό, καί τή Ἀπολιαρίου ζηλώσατε φωραθήσοται συουσίωσι ὡ τοῦ Θεοῦ καί Πατρό, καί τῆ ἀχράτου ἱητρό, τό Χριστό κατά τή οὐσία ἀλλοτριώσατε. Τό γάρ φυσικό θέλημα, φύσι χαρακτηρίζει καί οὐδεί ἀτερεῖ λόγο. Εἰ δέ φύσι χαρακτηρίζει, δῆλο ὡ φύσι, οἱ τοῦτο λέγοτε, τό Χριστό καταγγέλλουσι. Εἰ δέ φύσι ὁ Χριστό, οὔτε Θεό φύσει, οὔτε μή ἄθρωπο φύσει ἐστί ἀληθῶ εἴπερ μή φύσει Χριστό ἀληθῶ ὁ Πατήρ, ἤ φύσει Χριστό ἀληθῶ ἡ μήτηρ. Εἰ δέ φύσει Θεό ὁ Χριστό, καθό φύσει Χριστό, πολύθεο ὁ τοῦτο λέγω ἄλλη Πατρό ὡ Θεοῦ φύσι, οὐκ ὄτο φύσει Χριστοῦ καί ἄλλη Χριστοῦ φύσι, ὡ Θεοῦ πρεσβεύω, ὄτο φύσει Χριστοῦ καί πέρα αὐτοῖ τῆ τοιαύτη τερατολογία, ἡ πρό πολυθεΐα ἔσται κατάκρισι. Εἰ δέ προαιρετικό, ὅπερ καλοῦσι γωμικό, ἤ κατά φύσι ἔσται πάτω, τό τρόπο τῆ τῶ ἐπί Χριστῷ πρακτῶ χρήσεω ἔχο διά πάτω συεύοτα τῷ λόγῳ τῆ φύσεω καί οὐκ ἀπαθή, ἀλλ ἐγκρατή οὕτω γε παθῶ κατ αὕτού ὁ Χριστό ὑπάρχω δειχθήσεται καί κατά προκοπή ἀγαθό, ὅ τί ποτε τή φύσι ἐστί. Τοιοῦτο γάρ ἡ κατά φύσι προαίρεσι τῶ ἐπί τῷ αἱρουμέῳ πρακτῶ, τό κρεῖττο ποιουμέη πρό τοῦ χείροο αἱρετό (29) ἤ παρά φύσι, καί τό τρόπο τῆ τῶ ἐπ αὐτῷ χρήσεω δείξει φθαρτικό τοῦ λόγου γεγεημέο τῆ φύσεω τοιοῦτο γάρ ἡ παρά φύσι προαίρεσι, τῶ ἐπί τῷ αἱρουμέῳ πρακτῶ, τό χεῖρο ποιουμέη πρό τοῦ κρείττοο προαιρετό. Κατορθωθείση γάρ ἤ παρασφαλείση τῆ τοῦ αἱρουμέου τῶ ἐπ' αὐτῷ πρακτῶ κατά τή βούλευσι κρίσεω, ἧ οἱοεί ψῆφο ἐστι ἡ προαίρεσι, ἤ ὁ κατά φύσι αὐτῷ διά τῆ εὐχρηστία ὑφίσταται λόγο, ἤ ὁ παρά φύσι διά τῆ ἀχρηστία παρυφίσταται τρόπο ὁ μέ, τῆ κατά φύσι ὁ δέ, τῆ παρά φύσι προαιρέσεω γιόμεο ἄγγελο. Καί εἰ μέ κατά φύσι ἡ τοῦ Χριστοῦ προαίρεσι ᾖ, οὐ μόο ἐπί τοῖ αὐτοῖ πάλι αὐτού αἰτιασόμεθα, φύσι ἄλλη Χριστοῦ θεότητο μέση καί κτίσεω τολμηρῶ σχεδιάζοτα ἀλλά καί ληροῦτα γελάσομε, φύσει τῶ ἀτικειμέω κατά προαίρεσι ὡ ψιλό ἄθρωπο κατά Νεστόριο τό Χριστό δεκτικό ποιουμέου. Εἰ δέ παρά φύσι, σιωπῶ παρατρέχω τό βλάσφημο, μήπω λαθώ τοῖ κατ αὐτῶ ἐλέγχοι τή γλῶττα χραθήσομαι. Προαιρετικό γάρ ἐπί Χριστοῦ θέλημα φάσκοτε, ὑπόστασι Χριστοῦ πάτω ὑπέδειξα κατά φύσι κιεῖσθαι καί παρά φύσι δυαμέη. Τοιοῦτο γάρ, ὡ ἔφθη εἰπώ, ἡ προαίρεσι εἰ δέ τῆ τοῦ Χριστοῦ χαρακτηριστικό ἐστι ὑποστάσεω, ἀφώρισα αὐτό, κατά δή τοῦτο τό θέλημα, τοῦ τε Πατρό καί τοῦ Πεύματο ἑτερόβουλό τε καί ἑτερόγωμο. Τό γάρ τῷ Υἱῷ, καθ ὑπόστασι ἰδικῶ ἐθεωρούμεο, Πατρί καί Πεύματι καθ ὑπόστασι πατελῶ ἀκοιώητο. Ὅσοι τοίυ τῶ ἁγίω Πατέρω (5) ἐπί τῆ κατά Χριστό ἀθρωπότητο προαιρέσεω ἐπεμήσθησα, τό ὀρεκτική τῆ φύσεω δύαμι οὐσιωδῶ ταυτό δέ φάαι, τή φυσική θέλησι, ἤ τή ἡμῶ αὐτῶ προαίρεσι τῷ σαρκωθέτι Θεῷ κατ οἰκείωσε ἐυπάρχουσα, παρεδήλωσα.

Ὅ δή μάλιστα σκοπήσα ὁ σό δοῦλο καί μαθητή, ἐ τοῖ πρό τό ἁγιώτατό μου κύριο καί διδάσκαλο περί τῶ ἀπόρω τῆ ἁγία Γραφῆ ἐκτεθεῖσι Θαλάσσιο, εἶπο προαίρεσι εἰδῶ, ὡ εἴπερ ἡμῖ γέγοε ἄθρωπο ὁ ποιητή τῶ ἀθρώπω, ἡμῖ δηλοότι καί τή ἀτρεψία κατώρθωσε τῆ προαιρέσεω, ὡ ἀτρεψία δημιουργό τά μέ τῆ ἡμῶ ἐπιτιμία δι αὐτῆ τῆ πείρα, οὐσιωδῶ (32) κατ ἐξουσία πάθη δεχόμεο τά δέ τῆ ἀτιμία, κατ οἰκείωσι φιλαθρώπω ἀαδεχόμεο ὧ τή μέ οἰκείωσι, τῆ προαιρετικῆ ἀπαθεία αἰτία τῷ γέει πεποίηται τή δέ πεῖρα, τῆ ἑπομέη φυσικῆ ἀφθαρσία πιστό ἀῤῥαβῶα δεδώρηται. Τό γάρ ἀθρώπιο τοῦ Θεοῦ, κατά προαίρεσι ὡ ἡμεῖ οὐ κεκίηται, διά βουλῆ πεποιημέο καί κρίσεω τή τῶ ἀτικειμέω διάγωσι ἵα μή φύσει κατά προαίρεσι ομισθείη τρεπτό ἀλλ ἅμα τῇ πρό τό Θεό Λόγο ἑώσει τό εἶαι λαβό, ἀδίστακτο, μᾶλλο δέ στάσιμο τή κατ ὄρεξι φυσική ἤτοι θέλησι, κίησι ἔσχε ἤ κυριώτερο εἰπεῖ, τή στάσι ἀκίητο ἐ αὐτῷ κατά τή ἀκραιφεστάτη οὐσίωσι τῷ Θεῷ Λόγῳ πατελῶ θεωθεῖσα ἥ φυσικῶ τυπῶ τε καί κιῶ (6), ὡ οἰκεία, καί τῆ αὐτοῦ ψυχῆ φυσική, ἀφατασιάστω πεπλήρωκε τό μέγα τῆ ὑπέρ ἡμῶ οἰκοομία μυστήριο μηδέ τοῦ προσλήμματο φυσικό πατελῶ ἀπομειώσα, πλή τῆ ἁμαρτία ἧ οὐδεί οὐδεί τῶ ὄτω καθάπαξ ἐέσπαρται λόγο. Τῆ οὖ διαφορᾶ τῶ ὀομάτω φαερᾶ ἡμῖ γεγεημέη, διά τῆ εὐκριῶ ἑκάστῳ προσαρμοσθείση ὑπογραφῆ, μή ταρασσώμεθα τῶ ἐπί συγχύσει τῶ οουμέω πραγμάτω, ἀδιακρίτω τοῖ ὀόμασι κεχριμέω ἀκούοτε εἴπερ ἐ πράγμασι ἡμῖ, ἀλλ οὐκ ὀόμασι ἡ ἀλήθεια καί ομίσωμε ταυτό εἶαι τό μή ταυτό ἀλλ' εὐσεβῶ πιστεύοτε, ὁμολογήσωμε τό Χριστό Θεό τέλειο ἀληθῶ, καί ἄθρωπο τέλειο ἀληθῶ, τό αὐτό πράγματι κυρίω κατ ἀλήθεια ὄτα, καί οὐ μόῃ ψιλῇ κλήσει τοῦτο λεγόμεο καί διά τοῦτο φύσει δύο, ὧ αὐτό ἐστι ὑπόστασι, εἴπερ οὐκ ἄσαρκο, αὐτό καταγγείλωμε καί δύο θελήματα φυσικά, κατά τού Πατέρα εἰπερ οὐκ ἄψιλο καί ἄου, ἔχει αὐτό παῤῥησιασώμεθα καί μή θαῤῥήσωμε καιίσαι φωή, ἐφ ᾗ καταφυγή οὐκ ἔχομε τή πατρική αὐθετία. Ἕ γάρ θέλημα Χριστοῦ φυσικό, ἤ προαιρετικό, οὐ μόο διά τή δειχθεῖσα ἀτοπία δέο εἰπεῖ τού εὐσεβεῖ ἐσπουδακότα, (33) ἀλλ ὅτι καί μηδεί τῶ ἁγίω πώποτε τοῦτο φήσα πέφαται ἀληθῶ εἰδότε, ὡ ἡ προαίρεσι τῶ ἐπ ἄμφω τά καλά τε λέγω καί τά κακά, κιεῖσθαι δυαμέω ἐστί ὅπερ ἐπί Χριστοῦ τῆ ὄτω οὐσία τῶ ἀγαθῶ καί πηγῆ, κἄ ἐοεῖ, μή ὅτι γε λέγει, πάση ἀσεβεία πληρέστατο. Καί περί μέ τούτω ταῦτα. Περί δέ τῆ ἐ τῷ ἑβδόμῳ κεφαλαίῳ τῶ ἀπόρω τοῦ μεγάλου Γρηγορίου κειμέη μιᾶ ἐεργεία, σαφή ὁ λόγο. Τή ἐσόμεη φάρ κατά τό μέλλο τῶ ἁγίω ὑπογράφω κατάστασι, ἔφη μία ἐέργεια τοῦ Θεοῦ καί τῶ ἁγίω, τή πάτω ἐκθεωτική τῶ ἁγίω, τῆ ἐλπιζομέη μακαριότητο τοῦ μέ Θεοῦ κατ οὐσία ὑπάρχουσα, τῶ ἁγίω δέ κατά χάρι γεγεημέη. Μᾶλλο δέ, μόο Θεοῦ προσεπήγαγο ἐπειδή μόη ἀποτέλεσμα τῆ θεία ἐεργεία ἐστί, ἡ κατά χάρι τῶ ἁγίω ἐκθέωσι, ἧ ἡμεῖ οὐκ ἔχομε ἐγκατεσπαρμέη τῇ φύσει τή δύαμι. Ὧ δέ τή δύαμι οὐκ ἔχομε, τούτω οὐδέ τή πρᾶξι, φυσικῆ δυάμεω οὖσα συμπλήρωσι. Ἔχεται οὖ ἡ μέ πρᾶξι, δυάμεω ἡ δέ δύαμι, οὐσία, Ἥ τε γάρ πρᾶξι, ἀπό δυάμεω καί ἡ δύαμι, ἀπό τῆ οὐσία καί ἐ τῇ οὐσίᾳ. Τρία οὖ ταῦτά ἐστι, ὡ φασι, ἀλλήλω ἐχόμεα δυάμεο, δύαμι, δυατό. Καί δυάμεο μέ λέγουσι, τή οὐσία δύαμι δέ, καθ ἥ ἔχομε τή τοῦ δύασθαι κίησι καί δυατό, τό παρ ἡμῖ κατά δύαμι γεέσθαι πεφυκό. Εἰ δέ τό παρ ἡμῖ γίεσθαι πεφυκό, κατά δύαμο ἔχομε φυσική. Οὐκ ἔστι δέ τῶ παρ ἡμῶ κατά

δύαμι γίεσθαι πεφυκότω ἡ θέωσι, οὐκ οὖσα τῶ ἐφ ἡμῖ οὐδεί γάρ ἐ τῇ φύσει, τῶ ὑπέρ φύσι λόγο. Ἄρα τῆ ἡμῶ οὐκ ἔστι δυάμεω πρᾶξι ἡ θέωσι, ἧ οὐκ ἔχομε κατά φύσι τή δύαμι ἀλλά μόη τῆ θεία δυάμεω, οὐκ ἔργω ὑπάρχουσα δικαίω τοῖ ἁγίοι ἀτίδοσι ἀλλά τῆ τοῦ πεποιηκότο ἀφθοία ἀπόδειξι τοῦτο θέσει ποιήσατο τού ἐραστά τῶ καλῶ, ὅπερ αὐτό ὑπάρχω φύσει δειχθήσεται, καθ' οὕ αὐτό ἐπίσταται λόγου ἵα καί τελείω γωσθῇ, καί μείῃ πατελῶ ἀκατάληπτο. Οὐκ ἀεῖλο οὖ τή φυσική τῶ τοῦτο πεισομέω ἐεργεία, ὧ ἀποτελεῖ πέφυκε πεπαυμέη, καί μόη ἐμφήα τῶ ἀγαθῶ τή ἀπόλαυσι πάσχουσα ἀλλά μόη ὑπέδειξα (36) θεώσεω ἀπεργαστική τή ὑπερούσιο δύαμι, κατά χάρι τῶ θεωθέτω γεγεημέη. Καί μηδεί ὑποοήσει τούτοι μία καταγγέλλεσθαι Χριστοῦ τή ἐέργεια. Οὐ γάρ ἄθρωπο ἀποθεωθέτα τό Χριστό καταγγέλλομε, ἀλλά Θεό τελείω ἐαθρωπήσατα, καί τῆ οἰκεία ἀφράστου θεότητο τή ἄπειρο, ἀπειράκι ἀπείρω ὑπεράπειρο δι ἐεργοῦ φύσει σαρκό οερῶ ἐψυχωμέη ἐμφαῆ ποιησάμεο δύαμι ὅλο Θεό τό αὐτό, καί ἄθρωπο ἀληθῶ ἄμφω τε φύσει τέλειο τό αὐτό καί πληρέστατο καί πᾶ εἴ τι κατ' ἄμφω πεφυκό ἀελλιπῶ ἔχοτα πλή ἁμαρτία, ἧ λόγο οὐδεί. Ὧ γάρ αὐτό φύσεω ὑπόστασι ἦ, τούτω καί τού οὐσιώδει φυσικῶ ἐπεδέχετο λόγου. Εἰ δέ τού οὐσιώδει ὧ αὐτό ὑπόστασι ἦ, ἐπεδέχετο λόγου, καί φυσική ἔμψυχο σαρκό εἰκότω εἶχε ἐέργεια, ἧ οὐσιώδει τῇ φύσει κατέσπαρται λόγο. Εἰ δέ φυσική ὡ ἄθρωπο ἐέργεια εἶχε, ἧ ὁ λόγο τῆ φύσεω ὑπῆρχε συστατικό, καί ὡ Θεό δηλοότι φυσική εἶχε ἐέργεια, ἧ ὁ λόγο τῆ ὑπερουσίου θεότητο ὑπῆρχε ἐκφατικό. Θεό γάρ ὑπάρχω τέλειο, καί ἄθρωπο τέλειο ὁ αὐτό, καθ ἑκάτερο ὧ ὑπῆρχε ὑπόστασι, φυσικῶ ἐήργει μή διαιρούμεο. Εἰ δέ καθ ἑκάτερο ὧ ὑπῆρχε ὑπόστασι φυσικῶ ἐήργει μή διαιρούμεο, δῆλο ὅτι μετά τῶ φύσεω, ὧ ὑπόστασι ἦ, καί τά οὐσιώδει αὐτῶ καί συστατικά ἐεργεία εἶχε, ὧ αὐτό ἕωσι ἦ ἑαυτῷ προσφυῶ ἐεργῶ, καί οἷ ἐήργει πιστούμεο, τή τῶ ἐξ ὧ, ἐ οἷ τε καί ἅπερ ὑπῆρχε, ἀλήθεια. Εἷ οὖ ἐκ δύο φύσεω ὁ Χριστό θεότητό τε καί ἀθρωπότητο μοογεή Λόγο καί Υἰό καί Κύριο τῆ δόξη ἐ αἷ γωρίζεται, καί αἷ ἀληθῶ ὑπάρχω πιστεύεται δύο τε φυσικά καί γεικά, καί τῶ ἐξ ὧ ἦ συστατικά κιήσει, ἤγου ἐεργεία ἔχω, ὧ ἀποτελέσματα τά κατά μέρο ἦ ἐεργήματα ἐξ αὐτοῦ τε προβαλλόμεα, καί ὑπ αὐτοῦ τελειούμεα, χωρί τομῆ τῶ ἐξ ὧ ὑπῆρχε, καί τῆ οἰασοῦ δίχα συγχύσεω. Οὐ γάρ ὑπομέει τομή ἤ σύγχυσι, ὁ μηδέποτε τροπαῖ ὑποκείμεο, καί πᾶσι τοῖ οὖσι τή τε τοῦ εἶαι, καί πῶ εἶαι διαμοή τε καί σύστασι παρεχόμεο. (37) Ταῦτα τῆ σῆ χάρι ἐπιτόμω, ἡγιασμέε Πάτερ, εἰρήσθω κελεύσεω ἵα ἔχοι εἴπερ τι χρήσιμο φέροιε, πῶ διακρούσασθαι τή τῶ φιλολάλω ἀδολεσχία, ἄδεια λαβοῦσα τή τῶ καιρῶ δυσκολία. Καί μή παρίδῃ τό σό δοῦλο πεόμεο ἀλλά θείῳ πλούτισο Πεύματι, τῆ εὐπειθεία ἀτιδού τά εὐσθεεῖ σου δεήσει καί παρατιθέμεο Χριστῷ τῷ μεγάλῳ Θεῷ καί ποιητῇ τῶ ὅλω μή διαλείποι, τῷ παρά πάση προσκυουμέῳ τῆ κτίσεω, σύ Πατρί καί ἁγίῳ Πεύματι εἰ τού αἰῶα. Ἀμή.face="Palatino Linotype,Athena" ΣΧΟΛΙΑ.

α. Λόγῳ μέ ἡ φύσι περιγράφεται τῶ ὄτω πρό ἀρετῆ γέεσι, κατά πρόοδο ἥτι ἐστί πατελή κατ ἀρετή τῆ φύσεω ἄρησι. Νῷ δέ περιορίζεται ἡ πατό αἰῶω καί χρόου κίησι, πρό σύστασι ἁπλαοῦ ἑώσεω, κατά ἀάβασι ἥτι ἐστί τῶ ἐ οἷ ἐστι ἡ φύσι ὑπέρβασι λέγω δέ τόπο καί χρόο, ἐ οἷ τῶ ὄτω ὑπόστασι. Ἡ δέ πρό τό ἐξ οὗ τά πάτα καί δι' οὗ καί εἰ ὅ ὡ πέρα τῶ ὅλω, κατά χάρι ἀποκατάστασι, κατ ἀάληψι γίεται ἥτι ἐστί τοῦ μέ ἀαλαμβαομέου πάθο ἐέργεια δέ τοῦ ἀαλαμβάοτο. β. Πρόσωπο, ἤτοι ὑπόστασι φύσι, ἤτοι οὐσία. Οὐσία γάρ, τό κατ εἰκόα, ὁ λόγο τό καθ ὁμοίωσι δέ, ὁ βίο, ὑπόστασι ἐστι, ἐξ ὧ ἀμφοτέρω ἡ ἀρετή συμπεπλήρωται. Ὑπόστασι γάρ σοφία, τή ἀρετή οὐσία δέ φασι ἀρετῆ εἶαι τή σοφία. Διό τῆ μέ σοφία ἀπλαή ἔκφασί ἐστι, ὁ τρόπο τῆ τῶ θεωρητικῶ ἀγωγῆ τῆ ἀρετῆ δέ βάσι, ὁ λόγο τῆ τῶ πρακτικῶ θεωρία καθέστηκε. Ἀμφοτέρω δέ χαρακτήρ ἀψευδέστατο, ἡ πρό τό κυρίω ὄ ἀκλιή ἐατέησι. γ. Ὅτι οὐκ ἄτρεπτο φύσει ὁ ἄθρωπο καί πῶ. δ. Ὅτι τό θέλημα, ἤ οὐσία ἤ ὑποστάσεω ἐστι χαρακτηριστικό καί μέσο τούτω οὐκ ἔστι, οὔτε κοιό καί σύθετο ἐξ ἀμφοῖ οὔτε οὐδετέρου μετέχο. ε. Ὅτι ἡ προαίρεσι ἐπί Χριστοῦ, τή φυσική σημαίει θέλησι ἤτοι τή ὀρεκτική τῆ φύσεω δύαμι.. Βλέπε τό τῆ οἰκοομία μυστήριο. (40) ζ. Εἰ τό, Δι αὐτοῦ γάρ ζῶμε καί κιούμεθα, καί ἐσμέ ἤτοι περί οὐσία, καί δυάμεω, καί ἐεργεία. η. Περί θεώσεω. Ἀκούσαι δέ τούτω καί σύ, Νεῖλε καί φροήσαι ἅ φροοῦσι οἱ τῆ ἀληθεία διδάσκαλοι

Αγιο Μάξιμο ο Ομολογητή Ερμηεία ει το θ Ψαλμό PG 90. Εἰ τ ό τέλο, τοῖ ἀλλοιωθησομέη εἰ στηλογραφία τ ῷ Δαβίδ εἰ διδαχή, ὁπότε (857) ἐεπύρισε τή Μεσοποταμία, κα ί τή Συρία Σωβ ᾶ [erar Σωβ ᾶ] κα ί ἐπέστρεψε Ἰωάβ, κα ί ἐπάταξε τή φάραγγα τῶ Ἀλῶ δώδεκα χιλιά δα. Εἰ τ ό τέλο, τοῖ ἀλλοιωθησομέοι ὁ παρώ ἐπιγράφεται [ ἐπιγέγραπται] ψαλμό δι ά τε τή ἐπ ί τέλει τῶ χρόω δι ά τῆ ἐπιδημία το ῦ Χριστο ῦ γεομέη τοῖ ἀθρώποι ἐξ ἀπιστί α εἰ πίστι, κα ί ἀπ ό κακία εἰ ἀρετή, κα ί ἀγοία εἰ γῶσι Θεο ῦ γωμική τε καί προαιρετική μεταβολή κα ί ἀλλοίωσι Δι ά τε τή εἰ ὕστερο ἐπ ί τέλει τῶ αἰώ ω γεησομέη δι αὐτο ῦ το ῦ Σωτῆρο ἡμῶ Θεο ῦ καθολική το ῦ πατό γέου τῶ ἀθρώ πω ἐ χάριτι φυσική ἐκ θαάτου κα ί φθορᾶ εἰ ζωή ἀθάατο κα ί ἀφθαρσία, δι ά τῆ προσδοκωμέη ἀαστάσεω, ἀλλοίωσί τε κα ί ἀαέωσι. Εἰ στηλογραφία δ έ τ ῷ Δαβί δ τουτέστι, αὐτ ῷ τ ῷ Χριστ ῷ δι ά τε τή γεομέη ἤδη κατ ά τή θεία αὐτο ῦ σάρκωσι στή λη δίκη, ἐ αὐτ ῷ μέ ὡ ἀρχηγ ῷ κα ί Σωτῆρι, κα ί μετ αὐτό ἐ τοῖ κατ αὐτό εὐσεβῶ βιοῦσι, τῆ κακία ἀαίρεσι δι ά τε τό ἔτι δι αὐτο ῦ γεησόμεο πατελ ῆ το ῦ τε θαά του κα ί τῆ φθορᾶ ἀφαισμό. Εἰ διδαχή δ έ ὁπότα ἐεπύρισε τή Μεσοποταμία, κα ί τή Συρία Σωβ ᾶ [Fr. Σωβάλ]. Εἰ διδαχή ἡμῖ, τοῖ ἀλλοιουμέοι κα ί ἀλλοιωθησομέ οι, δηλοότι τή ἐπαιετή κα ί θεία ἀλλοίωσι, ὁ ψαλμό ἐπιγέγραπται παρ ά το ῦ Δαβίδ τοῦ οητο ῦ λέγω δ έ Χριστο ῦ το ῦ Θεο ῦ. Μόο γάρ αὐτό ἀληθιό βασιλεύ ὑπάρχω τοῦ Ἰσραήλ κα ί ὁρῶτο Θεό, ὡ πάση ἀαιρέτη κακία κα ί ἀγωσία, κα ί ικητή πατό χρόου κα ί φύσεω, δι ὧ ἐ ἡμῖ κακία συίστασθαι πέφυκε ἐεπύρισε τή Μεσοποταμί α, δι ά σαρκό ἡμῖ ὁμιλήσα τουτέστι, τή ἐπικλυζομέη τοῖ παρ ά φύσι πάθεσι τῆ σαρκό ἕξι τῆ κακία. Κα ί τή Συρία Σωβ ᾶ [etiam Fr. Σωβ ᾶ et deinceps], τουτέστι τή δεδουλωμέη τ ῷ χρό ῳ, ἤγου ἠπατημέη τ ῷ αἰῶι τούτ ῳ διάθεσι. Ἑπτ ά γάρ ἡ Σωβᾶ ἑρμηεύεται σαφῶ δ έ τοῦτο δηλο ῖ τή χροική ἰδιότητα. Ἑβδοματικό γάρ ὁ χρόο. Φησί γάρ κα ί χρόο εἴωθε ὁ διάβολο συεπικιεῖ ἑαυτ ῷ κατ ά τῆ ἀρετῆ κα ί τῆ γώσεω, τού ἀφαεῖ συμπλέκω πολέμου, ὡ τά δύο Συρία κατ ά το ῦ Δαβίδ ὁ Ἀδρααζάρ. Ἀδρααζάρ γά ρ εἰ τή Ἑλλάδα φωή μεταφραζόμεο, λύω ἰσχύ (860) ἤ κατασκάπτω δύ αμι ἑρμηεύεται ὅστι ἐστί ὁ διάβολο, ὁ δι ἀπάτη τή πευματική ἰσχύ τῆ ἡμετέ ρα φύσεω κατ ἀρχά τ ῇ παραβάσει τῆ θεία ἐτολῆ διαλύσα, κα ί τ ῷ χρό ῳ κα ί τ ῇ φύ σει δουλώσα τό ἄθρωπο. Ἄευ γάρ τῶ ὑπ ό φύσι κα ί χρόο, μάχεσθαι τοῖ ἀθρώ ποι πατελῶ ο ὐ δύ αται. Κα ί ἐπέστρεψε Ἰωάβ κα ί ἐπάταξε τή φάραγγα τῶ Ἁλῶ δώδεκα χιλιάδα. Πᾶ γάρ ὁ τῷ οητ ῷ βασιλε ῖ Δαβίδ στρατηγῶ, τουτέστι τ ῷ Κυρ ίῳ ἡμῶ Ἰησο ῦ, κατ ά τῶ ἐατί ω δυάμεω, πατάσσει δώδεκα χιλιάδα ἐ τ ῇ φάραγγι τῶ Ἁλῶ. Φάραγξ δ έ ἐστι Ἁλῶ ἡ σάρξ, ὡ χωρίο παθῶ ἀτιμία δι ά τῆ παρακοῆ γεομέη ἐ ᾗ καθάπερ φάραγγι δι ά λό γου κα ί θεωρία, πᾶ εὐσεβή κα ί φιλόθεο πατάσσει φύσι κα ί χρόο ἤγου τή ἐπ αὐτοῖ τῆ ψυχῆ παράλογο πρόληψι, μηδαμῶ ἐμμέω δι ά τ ό ὕψο τῆ ἀρετῆ κα ί τῆ γώσεω, τοῖ ὑπ ό φύσι κα ί χρόο όμοι. Ὁ γάρ δώδεκα ἀριθμό τή φύσι δηλο ῖ κα ί τό χρόο εἴ περ πεταδικ ή μέ ἡ φύσι δι ά τά αἰσθήσει ἑβδοματικό δ έ χρόο, ὡ πᾶσι καθέ στηκε εὔδηλο. Πέτε δ έ τοῖ ἑπτ ά συθεί, τό δώδεκα πληρώσαι ἄ σαφῶ ἀριθμό. Τυχό δ έ κα ί τή κακῶ δι ἀπάτη παρ ά φύσι συμπλακεῖσα τ ῇ τετράδι τῶ αἰσθητῶ τριάδα τῶ δυάμεω τῆ ψυχῆ κατ ά τή σχέσι, δι ἧ πᾶσα γίεσθαι πέφυκε ἁμαρτία, ὁ τῶ ἀῃρημέω ἀριθμό ὑποσημαίει ὅ καταφοεύσει καλῶ, ὁ τ ῷ οητ ῷ Δαβίδ ἐ τοῖ ὑπέρ ἀληθεία ἀγῶσι ὑπουργῶ, κα ί γωστικῶ τά ἀοράτου μάχα συάπτω, κα ί κατά τῶ ποηρῶ δυάμεω πευματικῶ παραταττόμεο. Πᾶσα γάρ ψυχῆ δύαμι παρ ά φύ σι

κιουμέη, τοῖ αἰσθητοῖ συμπλέκεσθαι πέφυκε. Ἐπειδά οὖ ὅ τε λόγο κα ί ὁ θυμό κα ί ἡ ἐπιθυμία, τρεῖ τό ἀριθμό οὖσαι γεικα ί τῆ ψυχῆ δυάμει, τοῖ αἰσθητοῖ ἡττηθῶ σι, τέσσαρσι οὖσι, τό δώδεκα ἀριθμό ἀποτελε ῖ. Τέσσαρα γάρ ἐπ ί τρία, κα ί τρία ἐπ ί τέ σσαρα τοῖ πέτε συτιθέμεα, τοῦτο πληρο ῖ τό ἀριθμό ὅ ἀαιρε ῖ, ὁ τ ῷ Κυρ ίῳ πιστῶ προσχωρῶ, κα ί καλῶ ἀριστεύω κατ ά πατό ἀφαοῦ κα ί πολεμίου πεύ ματο. Ἐπιγέγραπται γοῦ ὁ παρώ ψαλμό, Τοῖ μέ ἀλλοιωθησομέοι, ἡμῖ εἰ διδαχή, τῶ εἰ ἡμᾶ παρ ά το ῦ οητο ῦ Δαβίδ γεομέω ἀγαθῶ Εἰ στηλογραφία δ έ τ ῶ Δαβίδ, τουτέ στι εἰ ἀάῤῥησι τῶ ὑπέρ ἡμῶ αὐτο ῦ θείω κα ί σωτηρίω κατορθωμάτω. Ἀάῤῥησι γά ρ κατορθωμάτω ἡ στηλογραφία δηλο ῖ, κατ ά τού ἐπιστήμοα τῶ τοιούτω ὀομά τω ἐξηγητά. Ὁ Θεό, ἀπώσω ἡμᾶ, κα ί καθεῖλε ἡμᾶ ὠργίσθη, κα ί ᾠκτείρησα ἡμᾶ. (861) Ἀπώσατο ἡμᾶ ὁ Θεό, ὅτα μ ή φυλάξατε κατ ἀρχά τή ἐτολή, ἀάξιοι ἐφά ημε τῆ κατ ά πρόσωπο αὐτο ῦ ὁμιλία. Καθεῖλε ἡμᾶ, ὅτ ἄ το ῦ ὕψου τῆ ἐ τ ῷ παραδείσῳ δόξη, δι ά τή ἡμῶ κακία ἀπεξέωσε ὠργίσθη, ὅτ ἄ ἐπ ί τιμωρ ίᾳ κα ί κολάσει τῆ κακία, τ ῷ το ῦ θαάτου ἐπιτιμ ίῳ ἡμᾶ καθυπέβαλε ὠκτείρησε ἡμᾶ, ὅτ ἄ δι ά τοῦ μοογεοῦ αὐτο ῦ Υἱο ῦ Θεο ῦ Λόγου σαρκωθέτο, κα ί τή ὑπέρ πάτω ἡμῶ ὀφειλή καταδεξαμέου, ἐλυτρώσατο ἡμᾶ το ῦ θαάτου, κα ί εἰ τή ἑαυτο ῦ δόξα πάλι ἐπαή γαγε. Συέσεισα τή γῆ κα ί συετάραξα αὐτή ἴασαι τ ά συτρίμματα αὐτῆ, ὅτι ἐσαλεύ θη. Συέσεισε ἡμῶ τή γῆ κα ί συετάραξε, τουτέστι τή καρδία, δού ἡμῖ τή μάχαιρα τοῦ πεύματο, τή τ ό χεῖρο το ῦ κρείττοο γωστικῶ διακρίουσα, κα ί τό όμο τοῦ πεύματο κατ ά το ῦ όμου τῆ σαρκό ἐγείρουσα κα ί τό κατ ά τῶ παθῶ ἐπαιετό πόλεμο ἐ ἡμῖ δημιουργοῦσα κα ί τή ἐ ἡμῖ τῶ παθῶ συέχεια συσσείουσα, καί συταράσσουσα, ἐπ ί ταῖ κατ ά πρόληψι ἀτό ποι μήμαι τή συείδησι. Ἰᾶται δ έ τά συτρίμματα τῆ ἡμῶ καρδία, ἅπερ σαλευθεῖσ ά τε κα ί ὀλισθήσασα δι ά τῆ παρακοῆ καταρχά ἐκ τῆ ἐ τ ῷ παραδείσ ῳ παραβάσεω, ὑπέμειε, δι ά τῆ ἐ χάριτι πευματικῆ ἀαγεή σεω. Ἔδειξα τ ῷ λα ῷ σου σκληρ ά ἐπότισα ἡμᾶ οἶο καταύξεω. Ἔδωκα τοῖ φοβουμέ οι σε σημείωσι, το ῦ φυγεῖ ἀπ ό προσώπου τόξου ὅπω ἀ ῥυσθῶσι ο ἱ ἀγαπητο ί σου. Δεικύει σκληρ ά τοῖ φοβουμέοι αὐτό δι ά τῶ ἐτολῶ ὁ Θεό, κατ ά τή πρακτική φιλοσοφία τού τρόπου τῆ το ῦ σώματο εκρώσεω ὑποτιθέμεο ἤ τοὐατίο, δι ά τῆ ποικίλη προοία κα ί κρίσεω, φιλαθρώπω πρό τ ό συμφέρο παιδεύω ἡμᾶ, τού μ ή κατά θέλησι ἀεχομέου τό θεῖο ζυγό ὑπελθεῖ το ῦ όμου τῶ ἐτολῶ. Ποτίζει δ έ οἶ ο καταύξεω, ἤγου τή ἑπομέη τ ῇ δι ά τῆ πρακτικῆ καθάρσει κατ ά τή πευματική θεωρία χαριζόμεο γῶσι πᾶσα γάρ γῶσι πευματικ ή καταύσσει τή καρδία, εἰ συείσθησι ἄγουσα το ῦ μεγέθου τῶ ἐφ ἡμῖ θείω εὐεργεσιῶ. Δίδωσι δ έ τοῖ φοβουμέοι αὐτό σημείωσι, το ῦ φυγεῖ ἀπ ό προσώπου τόξου τή έ κρωσι το ῦ Ἰησο ῦ ἐ τ ῷ σώματι περιφέρει διδάσκω τού φοβουμέου αὐτό καθ ἥ ἡ πατελή τῆ ἁμαρτία ἀπραξία συέστηκε. Σημείωσι γάρ ἀληθή, ἡ δι ά σταυρο ῦ εκροῦσα τό φρόημα τῆ σαρκό καθέστηκε δύαμι. Πρό τ ό φυγεῖ ἀπ ό προσώπου τόξου τουτέστι, ἀπό τῆ ἐμφαιομέη τοῖ οὖσι ἀπατηλῆ ἐπιφαεία. Πρόσωπο γάρ τόξου, φημ ί δ έ ἑκά στου δαιμοιώδου πάθου, ἡ τή αἴσθησι ἐρεθίζουσα τῶ σωμάτω ἐστί ἐπιφάεια, καθά περ ἀκί βέλου τή αἴσθησι τιτρώσκουσα, κα ί πρό τ ά πάθη τή ψυχή ἀπρεπῶ διερεθί ζουσα. Διόπερ ἀπ ό προσώπου (861) τόξου φησί ὁ Λόγο φεύξεσθαι τού φοβουμέου τό Κύ ριο, ἀλλ οὐκ ἀπ ό τόξου. Τ ό γάρ τόξο τῆ ἁμαρτία, ἄευ προσώπου τυχό, οὐδ έ τι δράσειε κατά τῶ φοβουμέω τό Κύριο. Ἐφ ᾧ ῥυσθῆαι τού ἀγαπητού το ῦ Θεο ῦ. Ἀγαπητο ί δ έ Θεο ῦ εἰσι, ο ἱ κατ ά θεωρία συεκτικο ί τῆ θεία γώσεω λογισμο ί οὕ ῥύ οται, ο ἱ κατ ά τή πρακτική συιστάμεοι τρόποι τῶ ἀρετῶ, ἀπ ό πάση πλάη κα ί πασῶ τῶ

διοχλουσῶ τ ῇ ψυχ ῇ κατ ά πρόληψι τῆ ἁμαρτία [Fr. ἁμαρτιῶ] μημῶ. Σῶσο τ ῇ δεξι ᾷ σου, κα ί ἐπάκουσό μου. Ὁ Θεό ἐλάλησε ἐ τ ῷ Ἁγ ίῳ αὐτο ῦ Ἀγαλλιά σομαι κα ί διαμερι ῶ Σίκημα, κα ί τή κοιλάδα τῶ Σκηῶ διαμετρή σω. Σώζει ὁ Θεό τ ῇ δεξι ᾷ αὐτο ῦ, διδού τό μοογε ῆ αὐτο ῦ Υἱό δεξι ά γάρ το ῦ Πατρό ὁ Υἱό λύτρο ὑπέρ τῆ κόσμου σωτηρία. Ἐπακούει δ έ, διδού τ ῷ δικα ίῳ, πρό τ ῇ ἀφέσει τῶ ἁμαρτημάτω, κα ί πευματικ ά χαρίσματα. Ἀκούει μέ γάρ το ῦ ἱκευτότο αὐτό ὁ Θεό, πρῶτο δι ά τῆ μεταοία ἄφεσι διδού ἁμαρτημάτω, ἐπακούει δ έ, πρό τ ῇ ἀφέσει τῶ ἁμαρτημάτω, κα ί τ ά δι ά χάριτο πευματικῆ διδού ἐεργήματα. Λαλε ῖ δ έ ἐ τ ῷ Ἁγίῳ αὐτο ῦ τουτέστι, ἐ τ ῷ σαρκωθέτι αὐτο ῦ λόγ ῳ, τό θεῖο αὐτο ῦ σκοπό τό ἀποκεκρυμμέο ἀπ ό τῶ αἰώω κα ί ἀπ ό τῶ γεεῶ, κατ ά τή ἔσαρκο αὐτο ῦ τοῦ Χριστο ῦ οἰκοομία. Δι ά τῆ καθ ἡμᾶ ἀθρωποπρεποῦ αὐτο ῦ ἀαστροφῆ, οἱοεί διαῤῥήδη βοῶ, κα ί τ ῷ β ίῳ διδού εἰ ὑποτύπωσι αἰωίου ζωῆ, εἰκόα πάση γεγωοτέ ρα φωῆ, τή τῶ ἀγαθῶ ἔργω ἐπίδειξι. Λαλε ῖ δ έ κα ί ἐ ἑκάστ ῳ ἁγ ίῳ φυλάττοτι αὐτο ῦ τά ἐτολά οἷο ζῶτα δεικύ δι ά τῶ ἐργω τού λόγου, κα ί πάση φωῆ γεγωοτέ ρου. Ἀγαλλιᾶται δ έ ὁ δίκαιο, ἡίκα τελειωθεί τ ῇ χάριτι το ῦ Μοογεοῦ, ἱκαό γέ ηται διαμερίσαι τή Σίκημα τουτέστι, ἄλλοι ἀαλόγω ἐκ πείρα ἐπιστήμοο ὑποθέσθαι, τού κατ ά τή πρακτική ἀδρικού τῶ ἀρετῶ τρόπου. Ὠμίασι γάρ ἡ Σίκημα ἑρμηεύεται ὅ περ ἐστί ἡ πάτω μέ ἐφεκτικ ή τῶ παθῶ, πασῶ δ έ ἐεργητικ ή τῶ ἀρετῶ ἕξι. Πρά ξεω γάρ σύμβολο τό ὦμο εἶ αι φασι. Κα ί τή κοιλάδα τῶ Σκηῶ διαμετρε ῖ τού προσφόρου ἑκάστ ῳ τῶ ὄτω κατ ά τή φυσική θεωρία λόγου ἀποέμω. Ἡ γάρ κοιλά τῶ Σκηῶ, ὁ παρώ ἐστι κόσμο, ἐ ᾧ πάτω κατ ά τή ἑκάστου διάφορο γώμη τε κα ί διάθεσι, (865) ἀπαγή ὑπάρχει καί πρόσκαιρο σκηῶ δίκη ἡ παροῦσα ζω ή. Ἤ πάλι Σκηα ί τυγχάουσι τῆ παρούση κοιλάδο, ο ἱ τῶ ἀρετῶ τρόποι, οὕ διαιρεῖ γωστικῶ τοῖ διδασκομέοι, πρό τή ἑκάστου ἕξι κατάλληλο διδού ἀγωγή καί προσφυλακή [προφυλακή] τῶ τιμίω, ὁ διαέμει εἰδώ ἑκάστ ῳ δι ά τῆ καλῆ διδασκαλί α τή ἁρμόζουσα πρό σωτηρία ὁδό. Ἤ Σκηα ί κοιλάδο ὑπάρχουσι, α ἱ δι ά Χριστο ῦ το ῦ Σωτῆρο ἡμῶ Θεο ῦ παγεῖσαι κατ ά τή πᾶσα τή οἰκουμέη τῶ πιστευσάτω ἐθῶ Ἐκκλησίαι ὅ κα ί μᾶλλο ὡ οἶμαι, τῶ ἄλλω ἐστί ἐπιφαέ στερο. Ἤ πάλι, κοιλάδα Σκηῶ διαμετρε ῖ, ὁ τό κόσμο τῶ σωμάτω καθάπερ κοιλάδα Σκηῶ γώσει περιλαμβάω. Σκῆο γάρ πολλαχο ῦ τῆ Γραφῆ, τ ό σῶμα προσηγορεύ θη. Ἐμό ἐστι Γαλαάδ, κα ί ἐμό ἐστι Μαασσῆ, κα ί Ἐφραΐμ κραταίωσι τῆ κεφαλῆ μου. Γαλαάδ κατ ά μία ἐπ ί τ ῷ ὀόματι τούτ ῳ ἑρμηειῶ, ἐστί ἀποκάλυψι. Μαασσῆ δ έ, ἑρμηεύεται λήθη. Ἀποκάλυψι δ έ κα ί λήθη εἰκότω προσγίοται δικα ίῳ λαμβάοτι μέ διά θεωρία τῶ ἀποῤῥήτω τή μύησι τῶ δ έ κατ ἀρετή πότω τή λήθη, δι ά τή διαδεχομέη τού πόου τῶ ἀρετῶ εὐφροσύη τῆ πευματικῆ θεωρία. Ἐφραΐμ δέ ἑρμηεύεται πλατυσμό ὅπερ ἐστί ἡ κατ ά πίστι ἐπ ί τοῖ μέλλουσι ἀγαθοῖ ἄπτωτο ἐλπί ἥτι ἐστί ἀτίληψι τῆ κεφαλῆ το ῦ δικαίου τουτέστι, τῆ πίστεω. Πατό γάρ δικαί ου κεφαλ ή ἡ πίστι ἐστ ί, κα ί πατό ἔργου ἀγαθο ῦ. Κραταίωσι δ έ ταύτη καθέστηκε ἀσφαλή, ἡ τῶ μελλότω ἀγαθῶ ἀδιάπτωτο ἐλπί καθ ἥ ὡ παρότα τ ά μέλλοτα θεωροῦ τε, ἐμπλατυόμεθα ταῖ θλίψεσι, ἀκατάπτωτοι ἐ τοῖ πειρασμοῖ διαμέοτε. Ἰούδα βασιλεύ μου, Μωάβ λέβη τῆ ἐλπί δο μου. Ἰούδα ἐξομολόγησι ἑρμηεύεται. Ἄρχει γάρ ἡ δι εὐχῶ ἐξομολόγησι ἐ τοῖ ἁγίοι πατό ἀγαθο ῦ. Δύαται δ έ οηθῆαι κα ί εἰ τό Κύριο ὁ Ἰούδα ὅ ἐστι ἀληθιό βασιλεύ τοῦ πευματικο ῦ Ἰσραήλ κα ί ὁρῶτο θεό ὁ ὑπέρ ἡμῶ ἡίκα γέγοε ἄ θρωπο, ἐξομολογούμεο πρό τό Πατέρα, κα ί λέγω, Ἐξομολογοῦμα ί σοι Πάτερ ἅ γιε.

Μωάβ δ έ, ἔτερο πατρό ἑρμηεύεται, οεῖται δ έ τ ό ἡμέτερο σῶμα, δι ο ὗ κατ ά τή πρακτική φιλοσοφία λουτρο ῦ δίκη, ὅπερ δηλο ῖ σαφῶ ὁ λέβη, ἡ κάθαρσι πέφυκε γί εσθαι τῶ ἁμαρτημάτω. Κάθαρσι γάρ ἐστι ὁ λέβη, τῆ ἐλπίδο (868) τουτέστι, ἡ δι ά βίου κατά τή κάθαρσι πρό κληροομία τῶ κατ ἐλπίδα ἀποκειμέω ἡμῖ ἀγαθῶ ἑτοιμό τη. Δύαται δ έ πάλι οηθῆαι ὁ Μωάβ κα ί εἰ τή σάρκωσι το ῦ Κυρίου. Υἱό γάρ ἀθρώπου δι ἡμᾶ γέγο έ τε κα ί ἐχρημάτισε ὁ ἀληθιό λέβη τῆ ἐλπίδο ἡμῶ, τουτέστι ὁ ῥυπτικό κα ί καθαρτικό τῶ ἐκ τῆ ἁμαρτία ἡμετέρω κηλίδω τε κα ί μολυσμῶ. Ἐπ ί τή Ἰδουμαία ἐκτε ῶ τ ό ὑπόδημ ά μου. Ἰδουμαία, αἱματώδη πηλό ἑρμηεύεται δύαται δ έ ληφθῆαι κα ί εἰ τή σάρκα το ῦ Κυρί ου δι ἧ ἐπέβη ὡ δι ὑποδήματο τοῖ ἀθρώποι ἄλλω χωρῆσαι τό Ποιητή μ ή δυαμέ η τῆ κτί σεω ἄπειρό τε κα ί ἀχώρητο κατ ά φύσι τυγχά οτα. Δύαται δ έ πάλι οηθῆαι κα ί εἰ τή ἑκάστου ἡμῶ σάρκα ἐφ ἧ ἐκτείομε τ ό ὑπό δημα τουτέστι τή φρουροῦσα τή ψυχή ἀπ ό τῶ ποηρῶ το ῦ διαβόλου τριβόλω τε κα ί ἀκαθῶ ἄσκησί τε κα ί ἐγκράτεια τοῦτο γάρ χρ ή οεῖσθαι τ ό ὑπόδημα. Ἄευ γάρ ἀσκήσεω καί ἀκριβοῦ ἐγκρατεία, τ ά τῆ σαρκό πάθη καταπαλαῖσαι τό ἀσκητή τῆ εὐσεβεί α, ἀμή χαο. Δύαται δ έ πάλι οηθῆαι ὑπόδημα ψυχῆ, κα ί ἡ δι ά λόγου κα ί θεωρία εκρωθεῖσα αἴ σθησι δι ἧ ἐπιβαίουσα ἡ ψυχ ή τοῖ αἰσθητοῖ, τό αἰῶα τοῦτο ἀβλαβῶ διαπορεύεται, τού αὐτῶ λόγου δι ά μέση τῆ αἰσθήσεω ὡ ὑποδήματο, φατασιουμέη τά τῶ ὁρατῶ κατ εἶδο κα ί σχῆμα διαφορά ἀαλεγομέη πρό τή το ῦ ἑό μόου τε κα ί ἀρχικο ῦ λό γου σύεσι κα ί ἐπί γωσι. Ἐμο ί ἀλλόφυλοι ὑπετά γησα. Ἡίκα γάρ δι ά σαρκό τοῖ καθ ἡμᾶ ἐπεχωρίασε τόποι ὁ Κύριο, ὑπετάγη τ ῷ κράτει τῆ ἰσχύο αὐτο ῦ ο ὐ μόο καταργηθέτα τ ά πεύματα τῆ ποηρία, ἀλλ ά κα ί πάτα τ ά ἔ θη δεξάμεα δι ά τῆ κλήσεω το ῦ Εὐαγγελίου τ ό κήρυγμα, ὑπέκυψε ὑποτάσσοται δ έ κα ί πατί δικα ίῳ ο ἱ ἀλλόφυλοι, ἡίκα ἐπιβαλώ ὥσπερ ὑπόδημα τ ῇ γ ῇ τῆ σαρκό αὐτο ῦ τή εκροῦ σα τό όμο τῆ ἁμαρτία ἐγκράτεια, δαμάσει ο ὐ μόο τ ά ἐμφωλεύοτα αὐτ ῇ ἀκάθαρτα πά θη, ἀλλ ά κα ί τού ἐεργοῦτα ταῦτα ποηρού καταργήσει δαί μοα. Τί ἀπάξει με εἰ πόλι περιοχῆ. Πόλι ἐστ ί περιοχῆ, ἡ ἐκ πολλῶ συηθροισμέη θείω κα ί μυστικῶ θεωρημάτω σοφί α περιεχομέη, ἤγου περιπεφραγμέη, καθώ ἕτερο ἔφη τῶ ἐκδοτῶ, τοῖ τῶ ἀρετῶ ὀχυρώμασι. Ἤ πάλι πόλι ἐστ ί περιοχῆ, ἡ κατάστασι, καθ ἥ ἀάλωτο κα ί ἀπροσπέλαστο γί εται τοῖ πολεμίοι, (869) δι ά τή φρουροῦσα αὐτό τῶ ἁγίω Δυάμεω περιβολή, ὅ γε ἀληθῶ θεοσεβή κα ί φιλόθεο. Ἤ πάλι πόλι ἐστ ί περιοχῆ, ἡ λόγ ῳ κα ί β ίῳ τετειχισμέη ψυχ ή, κα ί πάσαι ταῖ τῶ ἀρετῶ πλήθουσα χάρισι. Ἤ πάλι πόλι ἐστ ί περιοχῆ, ἡ τῆ ἀληθοῦ κα ί ἀπταίστου γώσεω ἕξι, ἡ ἐκ πά τω ἠθικῶ τε κα ί φυσικῶ κα ί θεολογικῶ θεωρημάτω περιεχομέη εἰ ἥ ἀπάγεται πᾶ εὐσεβή, ὑπ ἄλλου μέ οὐδεό, ὑπ ό μόου δ έ το ῦ Θεο ῦ το ῦ πάτα πρό ἑαυτό ἕ λκοτο δι ἄφατο ἀγαθότητο μέ γεθο. Ἤ τί ὁδηγήσει με ἕω τῆ Ἰδουμαί α. Ἰδουμαία, καθώ ἔδειξε προλαβώ ὁ λόγο, ἐστί ἡ πάτω τῶ ὑπ ό αἴσθησι κτισμά τω σύστασι περ ί ἥ ἡ ἐ πεύματι φυσικ ή θεωρία συίστασθαι πέφυκε καθ ἥ ἐκ καλλοῆ καί μεγέθου κτισμάτω ἀαλόγω ὁ γεεσιουργό τ ῷ εὐσεβῶ ἀαλεγομέ ῳ τή τῶ ὄ τω γῶσι θεωρεῖ ται.

Ἤ τυχό, ἡ κατ ἀρετή πρακτικ ή δι ά σαρκό φιλοσοφία καθ ἥ το ῦ ἁγίου Πεύ ματο γίεται αό τ ό ἡμέτερο σῶμα, τοῖ τῶ ἐτολῶ συοικοδομούμεο κάλλεσι εἰ ἥ ὁ αὐτό πάλι ὁδηγε ῖ Κύριο, χαριζόμεο τοῖ ἀγαπῶσι αὐτό κα ί τῶ ὁρωμέω τή ἐπιστήμη, κα ί διδάσκω τῶ μελῶ τῆ γηΐη ταύτη κα ί ἐπικήρου σαρκό τή έ κρωσι. Ἤ, ἵα συελώ εἴπω, πόλι ἐστ ί περιοχῆ ἡ τῶ οητῶ γωστικ ή θεωρία. Ἰδουμαία δ έ, ἡ τῶ αἰσθητῶ ἐπιστήμη εἰ ἅ ἀπάγει τε κα ί ὁδηγε ῖ ἡ μόη το ῦ Θεο ῦ κα ί πατρό σοφία, ὁ μοογεή Υἱό. Δι ό ἐπάγω ὁ Προφήτη, φησί Οὐχ ί σ ύ ὁ Θεό ὁ ἀπωσάμεο ἡμᾶ ; Τουτέστι, ὅτι Σ ύ ὁ Θεό ὁ κατ ἀρχά δι ά τή ἁμαρτία ἀπωσάμεο ἡμᾶ αὐτό διά σπλάχα ἐλέου σου οἰκτειρήσα, ἀπάγει εἰ πόλι περιοχῆ, κα ί ὁδηγεῖ ἕω τῆ Ἰδουμαί α, κατ ά τή προαποδεδομέη ἐξή γησι. Κα ί οὐκ ἐξελεύσ ῃ, ὁ Θεό, ἐ ταῖ δυάμεσι ἡμῶ. Ο ὐ γάρ ἐξελεύσεται ὁ Θεό ἐ τ ῷ ἐφ ἑαυτ ῷ θαῤῥοῦτι, κα ί ἐπ ί τ ῷ τόξ ῳ ἐλπίζοτι, κατ ά τή ῥομφαία ἐπιγραφομέ ῳ ἑαυτο ῦ σωτήριο. Ἀλλ ἐ τοῖ ἐ αὐτ ῷ τ ῷ Θε ῷ κερατιοῦσι τού ἐχθρού, κα ί ἐ τ ῷ ὀόματι αὐτο ῦ ἐξουδεοῦσι τού ἐπαισταμέου αὐτοῖ, εἰκότω ὁ Θεό ἐξελεύσεται πρό τό κατ ά τῶ ἀοράτω ἐχθρῶ πόλεμο. Δό ἡμῖ βοήθεια ἐκ θλίψεω, κα ί ματαία σωτηρία ἀθρώ που. Εὐκτικῶ δέεται το ῦ Θεο ῦ κα ί Σωτῆρο ἐκ προσώπου τῆ κοιῆ φύσεω ὁ Προφήτη, δοθῆ αι ἡμῖ βοήθεια ἐκ τῆ θλίψεω δηλαδ ή τῆ κατασκεδασθείση τῆ φύσεω δι ά τή ἁμαρτί α, κα ί μέχρι (872) τῶ το ῦ ᾅδου πυλῶ αὐτή καταπιεσάση. Θλίψι γάρ, κατ ἐμ έ φάαι, ἡ τοῦ θαάτου κα ί τῆ φθορᾶ ἐστι τυραί κα ί ἐπικράτεια βοήθεια δ έ, ἡ δι ά τῆ χάριτο βεβαί α τῆ ἀαστάσεω ἐλπί πρό ἥ ἀφορῶτε ο ἱ εὐσεβεῖ, τή το ῦ θαάτου κατήφεια ἀλύ πω διαφέρουσι. Ἤ πάλι θλίψι ἐστί, ὁ ὑπέρ ἀρετῆ πόο βοήθεια δ έ, ἡ τοῦτο διαδεχομέη κατ ά Θεοῦ χάρι ἀπάθεια πρό ἥ πᾶσα συγκριομέη ἀθρώπω σωτηρία, ματαιότη ἐστ ί κα ί πατελή ἀυπαρξία. Τοῦτο γάρ δίκαιο οεῖσθαι τή ματαιό τητα. Ἐ τ ῷ Θε ῷ ποιήσομε δύαμι, κα ί αὐτό ἐξουδεώσει τού θλίβοτα ἡμᾶ. Ἐ τ ῷ Θε ῷ ποιοῦσι δύαμι, ο ἱ μη ἐπιγράφοτε ἑαυτοῖ τῶ ἀρετῶ τ ά κατορθώματα, μηδέ τ ῇ ἑαυτ ῇ σοφ ίᾳ τή τῶ θείω μυστηρίω κατάληψι ἐ οἷ αὐτό ὁ Θεό μοώτατο, καί ὅλο χωρῶ, ἐξουδεῶ πάτα τού ἀτικειμέου τ ῇ τε ἀρετ ῇ κα ί τ ῇ γώσει ποηρού δαίμοα, κα ί δι ά κακία κα ί ἀγωσία ἐκθλίβει ἐπιχειροῦτα τού φοβουμέου αὐτό. Αὐτό γάρ πάτω ὑπάρχει Σωτήρ, ὅτι κα ί πάτω Δημιουργό. Αὐτ ῷ ἡ δόξα εἰ τού αἰῶ α. Ἀμή.