ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ Κράτος Πρόνοιας
Κράτος Πρόνοιας: Πλέγμα επιδοματικών πολιτικών και πολιτικών παροχής υπηρεσιών από το κράτος με στόχο την εγγύηση ενός ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης του πολίτη, αλλά και την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών. Η ιδέα στην σύγχρονη εποχή πρώτο-ακούστηκε κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, ωστόσο άρχισε να υλοποιείται συστηματικά κυρίως μετά τα μέσα του 19 ου αιώνα, ενισχυμένο ως αίτημα λόγω των κοινωνικών προβλημάτων που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα της βιομηχανικής επανάστασης, αλλά κυρίως στην αρχική τους έκφανση σε πολλές χώρες, ως αντίδοτο στην αυξανόμενη επιρροή και ελκυστικότητα για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού των εργατικών και σοσιαλιστικών κομμάτων.
Για τον λόγο αυτό είναι ίσως παράδοξο, αλλά τα πρώτα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας δημιουργήθηκαν στο τέλος του 19 ου αιώνα και στις αρχές του 20 ου από συντηρητικά, ή και φασιστικά καθεστώτα. Πράγματι, το πρώτο σύγχρονο και ευρύ και συστηματικό κρατικό πλαίσιο κράτους πρόνοιας (συντάξεις και υγειονομική ασφάλιση) δημιουργήθηκε από τον Βίσμαρκ με στόχο να ανακόψει την πορεία του σοσιαλιστικού κόμματος, να αποτρέψει κοινωνικές αναταραχές και να ενισχύσει την πίστη της εργατικής τάξης στην νέα ενωμένη Γερμανία και το κράτος. Βρετανία πρώτες δομές στις αρχές του 20 ου αιώνα αλλά βασικό ορόσημο οι μεταρρυθμίσεις του Beveridge, μετά τον 2 ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε άλλες χώρες οι μεγαλύτερες τομές έγιναν την δεκαετία του 1930 (ΗΠΑ, Γαλλία, Σκανδιναβικές χώρες).
Τυπολογίες: α) Οι τρείς κόσμοι του καπιταλισμού της ευημερίας (Three Worlds of Welfare Capitalism, Gøsta Esping-Andersen, 1990). Είναι το μοντέλο που έχει ασκήσει την μεγαλύτερη επιρροή στην ανάλυση των διαφορετικών κρατών πρόνοιας. Βασική αφετηρία είναι η διαφοροποίηση του από μια στενή θεώρηση του κράτους πρόνοιας, ως ενός κρατικού προγράμματος «βοήθειας» που μπορούμε να το μετρήσουμε, καταγράφοντας τις σχετικές δαπάνες. Αντίθετα, η προσέγγιση που υιοθετεί είναι «ολιστική» με την έννοια ότι βλέπει το κράτος πρόνοιας σαν ένα σημαντικό τμήμα της πολιτικής οικονομίας μιας χώρας, το οποίο είναι αποτέλεσμα οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών, αλλά και το οποίο επηρεάζει με την σειρά του αυτές τις διεργασίες και τον χαρακτήρα της εθνικής πολιτικής οικονομίας.
Με αυτό το σκεπτικό διαχωρίζει την θέση του από τις παραδοσιακές εξηγήσεις για την ανάδυση του κράτους πρόνοιας που έχουν να κάνουν με την πορεία του καπιταλισμού και της βιομηχανοποίησης της παραγωγής, αλλά και από τις πιο «θεσμικές» προσεγγίσεις, ξεκινώντας από την «διπλή κίνηση» του Polanyi, ή τις θεωρίες που συνδέουν το κράτος πρόνοιας με την δημοκρατία. Αντίθετα, εδώ έχουμε την υιοθέτηση και περαιτέρω ανάπτυξη της λεγόμενης «θεωρίας των πηγών της ισχύος» (Power Resource Theory PRT), η οποία εστιάζει την προσοχή της στο ρόλο των κοινωνικών τάξεων ως τον καθοριστικό καταλύτη αλλαγής. Σύμφωνα με την θεωρία αυτή το ίδιο το κράτος πρόνοιας είναι μια πηγή ισχύος για την εργατική τάξη, καθώς επιτρέπει στους εργαζόμενους, οι οποίοι είναι κατά τα άλλα απομονωμένοι και αδύνατοι (σε ατομικό επίπεδο) μέσα στο σύστημα της αγοράς, να οργανωθούν και να διεκδικήσουν μεγαλύτερες και ευρύτερες αλλαγές.
Παλαιότερες εκδοχές της θεωρίας έθεταν στο επίκεντρο ειδικότερα την εργατική τάξη και της εκλογική δύναμη της αριστεράς και του συνδικαλιστικού κινήματος. Ο Esping-Andersen όμως δίνει έμφαση στην δυνατότητα δημιουργίας συνασπισμών/ συμμαχιών μεταξύ διαφορετικών τάξεων. Υιοθετεί την λογική του Marshall (1950), που τοποθετεί την έννοια της κοινωνικής «ιθαγένειας» - δηλαδή της παραδοχής ότι όλα τα μέλη μιας κοινωνίας πρέπει να έχουν κάποια μίνιμουμ κονωνικά δικαιώματα, τα οποία τα αποκτούν επειδή είναι μέλη της κοινωνίας αυτής και όχι για παράδειγμα γιατί δουλεύουν, ή κάνουν παιδιά. Αυτά τα κοινωνικά δικαιώματα δεν είναι ανταποδοτικά. Στο πλαίσιο αυτό, η εξήγηση της διαμόρφωσης κάθε διαφορετικού συστήματος εξαρτάται από την φύση της κινητοποίησης της εργατικής τάξης, την δομή των συνασπισμών των κοινωνικών τάξεων και την ιστορική θεσμική κληρονομιά.
Στο πλαίσιο αυτό το κράτος πρόνοιας σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή έχει σημασία και επιπτώσεις πάνω σε τρια βασικά στοιχεία της «κοινωνικής ιθαγένειας»: «Απο-εμπορευματοποίηση» (De-commodification) των εργαζομένων ο βαθμός στον οποίο οι παροχές του κράτους πρόνοιας θεωρούνται κοινωνικό δικαίωμα και επιτρέπουν στα άτομα να ζήσουν εκτός του συστήματος της αγοράς. Κοινωνική διαστρωμάτωση social stratification το ίδιο το κράτος πρόνοιας είναι ένα σύστημα διαστρωμάτωσης, για παράδειγμα καθολικά /universalist υπολειματικά /residual συστήματα. Σχέση με εναλλακτικούς παρόχους κοινωνικών υπηρεσιών: το κράτος αλλά και την οικογένεια.
Ανάλογα με το πως διαφορετικά συστήματα επιδρούν σε αυτά τα χαρακτηριστικά δημιουργείται μια τυπολογία 3 βασικών/ ιδεατών κρατών πρόνοιας: 1) το φιλελεύθερο κράτος πρόνοιας, το οποίο χαρακτηρίζεται από σημαντικό ρόλο της αγοράς και εμπορευματοποίηση των κοινωνικών παροχών, είναι κατά βάση υπολειματικό και οδηγεί σε δυισμό και κατά συνέπεια δεν προάγει την ισότητα των τάξεων. 2) Συντηρητικό κράτος πρόνοιας, το οποίο χαρακτηρίζεται από καθολικότητα και περιθωριακό ρόλο της αγοράς, ωστόσο και από την ενίσχυση ιστορικών κοινωνικών διαχωρισμών, την ενίσχυση του ρόλου του κράτους, διατήρηση του ρόλου της Εκκλησίας και της οικογένειας. 3) Σοσιαλδημοκρατικό κράτος πρόνοιας, το οποίο χαρακτηρίζεται από καθολικότητα, προωθεί συνεπώς την απο-εμπορευματοποίηση και περιορίζει τον ρόλο της αγοράς, ενώ ενισχύει και την «ανεξαρτησία» της οικογένειας, δίνοντας της την επιλογή για την εργασία.
Με την ανάπτυξη της προσέγγισης των μοντέλων του καπιταλισμού, αναπτύσσεται σταδιακά μια διαφορετική θεώρηση για τα συστήματα κρατών πρόνοιας: β) Προνοιακά παραγωγικά συστήματα (welfare production regimes WPR). Η θεώρηση αυτή συνδέει το μοντέλο καπιταλισμού μιας χώρας και άρα το παραγωγικό πρότυπο, τις εργασιακές σχέσεις, τις εταιρικές στρατηγικές, το σύστημα επαγγελματική κατάρτισης, κοκ, με το σύστημα πρόνοιας. Συνεπώς σε αντίθεση με το προηγούμενο μοντέλο δεν επικεντρώνεται στον ρόλο των τάξεων και μάλιστα της εργατικής τάξης και των κομμάτων που τις εκφράζουν, αλλά στην οργάνωση της οικονομίας και στον βαθμό που στην προσέγγιση των μοντέλων καπιταλισμού κεντρικό ρόλο παίζουν οι επιχειρήσεις, στον ρόλο των τελευταίων στην διαμόρφωση του κράτους πρόνοιας.
Στο πλαίσιο αυτό, συχνά η ανάλυση επικεντρώνεται στα συμφέροντα των εργοδοτών και των επιχειρήσεων σχετικά με την διαμόρφωση του κράτους πρόνοιας, καθώς διαφορετικοί τύποι κράτους πρόνοιας μπορεί να έχουν διαφορετικές επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις. Για παράδειγμα η Mares (2001), δείχνει ότι χαρακτηριστικά του κράτους πρόνοιας όπως ο βαθμός εμπλοκής (ελέγχου) των εργοδοτών στην διαχείριση του κράτους πρόνοιας και το εύρος της διασποράς του κινδύνου, έχουν μεγάλη σημασία για τις επιχειρήσεις και μάλιστα η σημασία αυτή και άρα οι προτιμήσεις τους διαφοροποιούνται ανάλογα με τα δικά τους χαρακτηριστικά ιδιαίτερα όσον αφορά τον βαθμό επικινδυνότητας και τον βαθμό εξειδίκευσης του προσωπικού. Από μια άποψη παρά την διαφοροποίηση των 2 μοντέλων, τα συνδέει η αντίληψη ότι το κράτος πρόνοιας είναι ένα σημαντικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου κράτους με σημαντικές αναδιανεμητικές επιπτώσεις αλλά και άλλες ευρύτερες επιπτώσεις και ότι χρειάζεται προσεκτική ανάλυση των επιμέρους χαρακτηριστικών του και όχι απλή επισκόπηση π.χ. των συνολικών δαπανών για πρόνοια.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση γύρω από τις πιέσεις για αναμόρφωση των συστημάτων πρόνοιας, ιδιαίτερα υπό την πίεση της παγκοσμιοποίησης. Στο πλαίσιο της συζήτησης αυτής έχουν αναπτυχθεί δύο βασικές προσεγγίσεις η υπόθεση της αποτελεσματικότητας (efficiency hypothesis) και η υπόθεση της αποζημίωσης (compensation hypothesis). Η υπόθεση της αποτελεσματικότητας προέρχεται από ερευνητές που μελετούν την παγκοσμιοποίηση και στην ουσία υποστηρίζει ότι το κράτος πρόνοιας των ανεπτυγμένων χωρών και ειδικά των χωρών της Ευρώπης, δεν είναι βιώσιμο σε συνθήκες οικονομικής παγκοσμιοποίησης.
Η αιτία είναι το υψηλό κόστος συντήρησης του, το οποίο δημιουργεί δημοσιονομικό πρόβλημα στα κράτη με αποτέλεσμα να υφίστανται την πίεση των αγορών και ενδεχομένως υψηλότερο κόστος δανεισμού. Πέρα από το δημοσιονομικό κόστος, η πίεση για αλλαγή προέρχεται και από τις ευρύτερες πιέσεις που συνδέονται με την ελευθερία κίνησης κεφαλαίων και οδηγούν σε πολιτικές απορρύθμισης στην αγορά εργασίας και αλλού, προς διευκόλυνση της προσέλκυσης επενδύσεων. Στο πλαίσιο αυτό καθολικά συστήματα πρόνοιας δεν είναι εύκολο να συντηρηθούν και το κράτος πρόνοιας θα τείνει να μετατραπεί σε υπολειμματικό.
Η υπόθεση της αποζημίωσης αντίθετα, διατείνεται ότι η δημόσια δαπάνη μπορεί να αυξηθεί για να αποζημιώσει τους εργαζόμενους για το κόστος και τους κινδύνους της παγκοσμιοποίησης. Ακόμα, το κράτος πρόνοιας μπορεί να αποκτήσει ενισχυμένο ρόλο, καθώς μπορεί να αναλάβει να βελτιώσει την ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου ώστε οι εθνικές οικονομίες να μείνουν ανταγωνιστικές πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Πράγματι βλέπουμε χώρες που είναι ιδιαίτερα ανοιχτές προς την παγκόσμια οικονομία (Ολλανδία, Δανία, Σουηδία, Αυστρία, κλπ.) να έχουν ιδιαίτερα μεγάλο και ανεπτυγμένο κράτος πρόνοιας, το οποίο, τουλάχιστον σε όρους δαπανών δεν φαίνεται να έχει επηρεαστεί από την παγκοσμιοποίηση. Γενικότερα, όμως δεν διαφαίνεται κάποια σημαντική επίδραση λόγω παγκοσμιοποίησης στο επίπεδο δαπανών για το κράτος πρόνοιας (βλ. σχήμα 1).
Σχήμα 1. Κοινωνικές Δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ (ΟΟΣΑ) Έτος 2000 2005 2010 2012 2013 Χώρα Αυστραλία 17.3 16.5 17.9 18.8 19.5 Αυστρία 26.6 27.1 28.9 28 28.3 Βέλγιο 25.3 26.5 29.5 30.5 30.7 Καναδάς 16.5 16.9 18.7 18.1 18.2 Τσεχία 19.1 18.7 20.8 21 21.8 Δανία 26.4 27.7 30.6 30.8 30.8 Εσθονία 13.9 13.1 20.1 17.6 17.7 Φινλανδία 24.2 26.2 29.5 30 30.5 Γαλλία 28.6 30.1 32.4 32.5 33 Γερμανία 26.6 27.3 27.1 25.9 26.2 Ελλάδα 19.3 21.1 23.3 24.1 22 Ουγγαρία 20.7 22.5 22.9 21.6 21.6 Ισλανδία 15.2 16.3 18 17.6 17.2 Ιρλανδία 13.4 16 23.7 22.4 21.6 Ισραήλ 17.2 16.3 16 15.8 15.8 Ιταλία 23.1 24.9 27.7 28 28.4 Λουξεμβούργο 20.9 22.8 23 23.2 23.4 Ολλανδία 19.8 20.7 23.4 24 24.3 Νέα Ζηλανδία 19 18.1 21.3 22 22.4 Νορβηγία 21.3 21.6 23 22.2 22.9 Πολωνία 20.5 21 21.8 20.6 21 Πορτογαλία 18.9 23 25.4 25 26.4 Σλοβακία 17.9 16.3 19.1 18.3 17.9 Σλοβενία 21.8 21.1 23.6 23.7 23.8 Ισπανία 20.2 21.1 26.7 26.8 27.4 Σουηδία 28.4 29.1 28.3 28.1 28.6 Ελβετία 17.8 20.3 20.6 18.8 19.1 Αγγλία 18.6 20.5 23.8 23.9 23.8
Μια εξήγηση που δίνεται είναι ότι οι ψηφοφόροι για να προστατευθούν / αποζημιωθούν από τους κινδύνους της παγκοσμιοποίησης ψηφίζουν αριστερά κόμματα, τα οποία διατηρούν υψηλές τις δαπάνες για το κράτος πρόνοιας. Άλλα επιχειρήματα αφορούν το γεγονός ότι οι αγορές σε καλές συνθήκες δεν ελέγχουν τόσο διεξοδικά τα δημόσια οικονομικά, ότι οι πιέσεις για φορολογικό ανταγωνισμό δεν οδηγούν απαραίτητα σε μείωση του κράτους πρόνοιας, καθώς υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι χρηματοδότησης του.
Στο ζήτημα αυτό το μοντέλο WPR, σε συνέπεια με την προσέγγιση των μοντέλων του καπιταλισμού δεν αποδέχεται την σύγκλιση προς το φιλελεύθερο μοντέλο πρόνοιας, αλλά όπως και στα υπόλοιπα στοιχεία μιας πολιτικής οικονομίας τονίζει τις θεσμικές συμπληρωματικότητες και την δυνατότητα διαφορετικών συστημάτων να συντηρηθούν. Το μοντέλο PRT, από την άλλη πλευρά, τονίζει τις αλλαγές στα χαρακτηριστικά του κράτους πρόνοιας που συχνά είναι προς την κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης, ωστόσο θεωρεί πως συχνά οι αλλαγές αυτές δεν είναι αποτέλεσμα πιέσεων της παγκοσμιοποίησης, αλλά πιέσεων για αποκατάσταση της αποτελεσματικότητας και κυρίως της νομιμοποίησης αυτών των συστημάτων μέσω της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των πολιτών σε αυτά, ώστε να επιβιώσουν.
Μια ενδιαφέρουσα επισήμανση: η διάκριση μεταξύ των μελών της κοινωνίας που βρίσκονται «εντός των τειχών» και αυτών που βρίσκονται «εκτός των τειχών», έχει σημασία τόσο για την «γενναιοδωρία» του κοινωνικού κράτους, όσο και για τον τύπο των παροχών στον οποίο εστιάζει. Ο κατακερματισμός της αγοράς εργασίας τις τελευταίες δεκαετίες σε κάποιες χώρες μπορεί να αποτελέσει ένα διαφορετικό παράγοντα που εν μέρει να εξηγεί την εξέλιξη του κράτους πρόνοιας σε διαφορετικές χώρες.