Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Articles 2013 þÿ ¹Â ½ÄµÅ¾ ¼ ½ ¹Â µá Ä þÿµ¹ ¹ºÎĵÁ  ÃÇ Ã Â Ä Å ½¹º þÿ Å½Ä ³¼±Ä  º±¹ ¹º± Å Ä Â Athanasopoulos, Constantinos GE. þÿš ½ÄÁ À¹¼ÌÁÆÉà  œµ»µäî½ ˆÁµÅ½±Â º±¹ ½ ÀÄž  http://hdl.handle.net/11728/6386 Downloaded from HEPHAESTUS Repository, Neapolis University institutional repository
Τοις Εντευξομένοις ή Περί της ειδικώτερης σχέσης του Εθνικού Συντάγματος και δικαίου της Ε.Ε. Του κ. Κωνστ. ΓΕ. ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ Καθηγητού Μετ. Πρ. Σπ. Παντείου Πανεπιστ. Κοιν. Πολιτ. Επιστ., Μετ. Πρ. Σπ. Πανεπ. Αθηνών και Μετ. Πρ. Σπ. Νομικής Πανεπ. ΝΕΑΠΟΛΙΣ, Πάφος, Ex Ch. L., U.L. Bruxelles, Ex Int. I.I.A.P., Paris Α. Σχέσεις εθνικού Συντάγµατος και δικαίου της E.E. Eπ αυτών σηµειώνονται τα εξής, λόγω του ιδιάζοντος του ζητή- µατος: Mε δεδοµένο το στοιχείο, ότι οι αρχικές τρεις Kοινότητες (EKAX, EOK, EKAE), η µετέπειτα E.E., εδράζονται σε σειρά αξιών (όπως εκείνες των θεµελιωδών ελευθεριών, της αλληλεγγύης, των θεµελιωδών ατοµικών δικαιωµάτων κ.ά.), πρέπει να θεωρηθεί ως αναγκαίο παρεπόµενο, ότι αυτές (οι τρεις Kοινότητες δηλαδή, η E.E.), επεδίωκαν και επιδιώκουν την υλοποίηση των ιδρυτικών (και µεταγενέστερων) στόχων και σκοπών τους µόνον µέσω κανόνων δικαίου 1 και όχι µέσω µηχανισµών ισχύος και βιαίας επιβολής. Eάν δε, πέραν του ως άνω συστήµατος αξιών, ληφθεί υπ όψει, ότι οι τρείς Kοινότητες, η E.E., είναι «προϊόντα» ελεύθερης επιλογής των ενδιαφεροµένων Mερών υπό καθεστώς ειρήνης, µακράν «βιαίων άνωθεν επιταγών» και µακράν πολεµικών συγκρούσεων, τότε η ανάγκη για ένα ίδιο και «ιδιάζον» σύστηµα κανόνων δικαίου, το 1. Bλ. ενδεικτικώς: Yπόθεση Schrader, Συλλογή 1989, σ. 2263.Yπόθεση C-97/91, Borelli, Aπόφαση της 3/12/1992. 39 43 1
οποίο θα διέπει την εν γένει λειτουργία τους παρίσταται ως κατεπείγουσα και επιβεβληµένη. Tο «ιδιάζον» του δικαιϊκού συστήµατος της Eυρωπαϊκής Ένωσης δικαιολογείται εκ του γεγονότος, ότι τούτο περιλαµβάνει, ως εκ του ποικίλου εύρους των θεµάτων, τα οποία καλείται να καλύψει και να ρυθµίσει, όλα τα πεδία του ικαίου 2 : ηµόσιο ιεθνές ίκαιο, Iδιωτικό ιεθνές ίκαιο, ηµόσιο ίκαιο ( ίκαιο Aνταγωνισµού, Eργατικό ίκαιο κ.λ.), Iδιωτικό ίκαιο (Γενικές Aρχές, Eνοχικό, Eµπράγµατο) κ.λ.. H ευρύτητα όµως αυτή τόσον των υπό ρύθ- µιση θεµάτων, όσον και των επ αυτών ρυθµίσεων, δηµιουργεί σειρά σηµαντικών προβληµάτων καταγραφής, ερµηνείας και εφαρµογής και λειτουργεί «αποτρεπτικώς» επί συγγραφικού συστηµατικού επιπέδου. Aπόδειξη δε του τελευταίου τούτου στοιχείου αποτελεί το γεγονός, ότι το εγχείρηµα των εβδοµήκοντα συγγραφέων οι οποίοι συνέταξαν το έτος 1969 µ.x. την πρώτη Έκθεση επί του Droit des Communautés Européennes δεν έχει επαναληφθεί µέχρι τούδε, υπό την αυτή τουλάχιστον «οπτική». Bεβαίως, επί µέρους µονογραφίες (λίαν αξιόλογες ενίοτε...) καλύπτουν σειρά σηµαντικών θεµάτων, και ιδίως εκείνων τα οποία είτε η πολιτική «σκοπιµότητα» προτάσσει έναντι άλλων, είτε η τρέχουσα δραστηριότητα και πρακτική εντός του ευρωπαϊκού χώρου «αναδεικνύει» ως επείγοντα, ως επίκαιρα, ως κύρια. Προς όλα αυτά συναρτάται σειρά σηµαντικών άλλων θεµάτων, όπως η πληθώρα των γλωσσών, στις οποίες πρέπει να διατυπώνωνται οι ρυθµίσεις και οι κανόνες, οι ετερόκλητες και ενδεχοµένως αλληλοαναιρούµενες εθνικές νοµοθεσίες, οι πολιτικές επιλογές των επί µέρους Eθνικών Kυβερνήσεων, (οι οποίες πιθανόν να «συγκρούωνται» µε την «άλλη» πορεία 2 των ευρωπαϊκών µηχανισµών), οι γεωγραφικές ιδιαιτερότητες των Eταίρων, οι οποίες (πιθανόν) να «κατευθύνουν» προς διάφορες θεωρήσεις την κοινή πολιτική κ.λ.. 2. Bλ. σχετικώς: Yπόθεση 6/64, Costa κατά Enel, Συλλογή 1954-1964, σ. 1191. Yπόθεση 14/68, Walt Wilhelm κ.ά., Συλλογή 1969-1971, σ.1. Yπόθεση 106/77, Simmenthal, Συλλογή 1978, σ. 239.Yπόθεση 826/79, Mireco, Συλλογή 1980, σ. 643. Yπόθεση 170/88, Ford Espana, Συλλογή 1989, σ. 2339. Yπόθεση C-13/91, υπόθεση C-113/91, Debus, Aπόφ. της 4/6/1992. 2 44 40
Β. Το πρωτογενές δίκαιο της Ε.Ε. Tο πρωτογενές, λοιπόν, δίκαιο της E.E. συγκροτούν ενδεικτικώς: H Συνθήκη για την ίδρυση της Eυρωπαϊκής Kοινότητας Άνθρακα και Xάλυβα (EKAX), 1951 µ.x. H Συνθήκη για την ίδρυση της Eυρωπαϊκής Oικονοµικής Kοινότητας (EOK), 1957 µ.x.. H Συνθήκη για την ίδρυση της Eυρωπαϊκής Kοινότητας Aτοµικής Eνέργειας (EKAE), 1957 µ.x.. H Σύµβαση τροποποίησης διατάξεων του προϋπολογισµού και η Σύµβαση συγχώνευσης, 1979 µ.x.. H Συνθήκη και η Πράξη προσχώρησης της ανίας, της Iρλανδίας και του Hνωµένου Bασιλείου, 1972 µ.x.. H Συνθήκη και η Πράξη προσχώρησης της Eλλάδος, 1979 µ.x.. H Συνθήκη για την Γροιλανδία, 1984 µ.x.. H Συνθήκη και η Πράξη προσχώρησης της Iσπανίας και της Πορτογαλλίας, 1985 µ.x.. H Eνιαία Eυρωπαϊκή Πράξη, 1986 µ.x.. H Συνθήκη του Mάαστριχτ, 1992 µ.x.. H Συνθήκη και η Πράξη προσχώρησης της Aυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας, 1995 µ.x.. H Συνθήκη του Άµστερνταµ, 1997 µ.x. H Συνθήκη της Nίκαιας, 2001 µ.x. H Συνθήκη της Λισσαβώνας ή Mεταρρυθµιστική Συνθήκη, 2007 µ.x. 3 H Συµφωνία «Ένωση για την Mεσόγειο», 2008 4. Oι Πράξεις των Mονίµων Aντιπροσώπων των Kυβερνήσεων των Kρατών Mελών ως Mελών του Συµβουλίου κ.ά. Tα εν λόγω κείµενα περιλαµβάνουν, ως εικός, τις βασικές αρχές για τους στόχους, τους σκοπούς, την εν γένει οργάνωση, την λειτουργία και ωρισµένα θέµατα οικονοµικού δικαίου, διαγράφοντα τα (οιονεί) συνταγµατικά πλαίσια του όλου ενιαίου ευρωπαϊκού οικοδοµήµατος. 3. Bλ. Kωνστ. ΓE. AΘANAΣOΠOYΛOΣ: Eυρωπαϊκή Ένωση: ορά- µατα και προσδοκίες. EΠIΘEΩPHΣH AΠOKENTPΩΣHΣ, TOΠIKHΣ AYTO IOIKHΣHΣ KAI ΠEPIΦEPEIAKHΣ ANAΠTYΞHΣ. Aθήναι, 2008, τ.52, σ.1 επόµ. 4. Bλ. λεπτοµέρειες στο ανωτέρω αναφερόµενο κείµενο. 41 45 3
Aναλυτική αναφορά και λεπτοµερείς ρυθµίσεις επί παντός θέµατος ενδιαφέροντος πιθανόν την Eυρωπαϊκή Ένωση δεν ήταν δυνατόν να περιλαµβάνωνται στις ως άνω Συνθήκες και Πράξεις, δεδοµένου, ότι η νοµική συστατική κατασκευή των Kοινοτήτων αρχικώς και της Ένωσης µετέπειτα ήταν αναγκαίο να στηριχθεί σε «αρχές» και «ρυθ- µίσεις» µονίµου και διαρκούς χαρακτήρα, µακράν του κινδύνου συχνών αλλαγών και τροποποιήσεων επιβληθησοµένων εξ οίας δήποτε εξωγενούς αιτίας, (πολιτικές επιλογές των Kυβερνήσεων των Xωρών Mελών, τρέχουσες σκοπιµότητες, πολιτικές και οικονοµικές συγκυρίες, «άτυπες» συµµαχίες εντός των κόλπων των Kοινοτήτων και της Ένωσης κ.ά.). Oι λεπτοµερείς ρυθµίσεις και η συχνή αλλαγή στρατηγικών, πολιτικών, µέτρων και ρυθµίσεων έχει εναποτεθεί από τους εµπνευστές και ιδρυτές του ευρωπαϊκού οικοδοµήµατος στο λεγόµενο «παράγωγο» δίκαιο, λόγω της ευελιξίας και της ευχέρειας κατάργησης, ανάκλησης, ή τροποποίησης, την οποία αυτό ως εκ της φύσης του «εµπεριέχει». Πάντως, περί το πρωτογενές εν γένει δίκαιο, των Kοινοτήτων αρχικώς και της Ένωσης µετέπειτα, ανακύπτει σειρά θεµάτων, τινά των οποίων επισηµαίνονται διά βραχέων εν συνεχεία. Tο πρώτο ζήτηµα που ανακύπτει είναι ο επακριβής καθορισµός του χρόνου έναρξης της ισχύος ενός κανόνα δικαίου εκ των λεγοµένων κανόνων πρωτογενούς χαρακτήρα. H τρέχουσα κοινοτική πρακτική ταυτίζει τον χρόνο έναρξης µε το χρονικό σηµείο κατάθεσης των εγγράφων κύρωσης µίας Συνθήκης κ.λ. υπό του τελευταίου συµβαλλοµένου Kράτους Mέλους στα αρµόδια για την εν λόγω κατάθεση Όργανα. Eξυπακούεται, ότι η κύρωση Συνθήκης κ.λ. υπό Kράτους Mέλους συντελείται κατά τους κανόνες του εσωτερικού του δικαίου, οι οποίοι δυνατόν να είναι και εντελώς διάφοροι προς τους αντίστοιχους άλλου Kράτους προσεπικυρούντος ή προσχωρούντος στην ίδια Συνθήκη. Eπ αυτού είναι χαρακτηριστική η περίπτωση κύρωσης της Συνθήκης του Mάαστριχτ: η Eλλάδα εκύρωσε την Συνθήκη µε νόµο (N.2077/1992), η ανία µε δηµοψήφισµα κ.λ.. O διάφορος τρόπος κύρωσης δεν οδηγεί βεβαίως σε διαφοροποιήσεις εγκυρότητας της ιδρυτικής συµµετοχής ή της εκ των υστέρων προσχώρησης σε Συνθήκη κ.λ.. 4 46 42
Σε αντίθεση µε το θέµα έναρξης της ισχύος των Συνθηκών κ.λ., το θέµα λήξης της ισχύος είναι εξ αρχής διευθετηµένο: η ισχύς της Σύµβασης της EKAX εξέπνεε τον Σεπτέµβριο του έτους 2002 µ.x., ενώ δεν προεβλέπετο καταληκτική ηµεροµηνία για την EOK και την EKAE και η Συνθήκη του Mάαστριχτ έχει συναφθεί για απεριόριστο χρονικό διάστηµα (Tίτλος VII, Tελικές διατάξεις, άρθρο O της Συνθήκης). Έτερο θέµα συνιστά η «συνάρτηση» των Συνθηκών κ.λ. προς άλληλες: οι Συνθήκες δεν «συµπληρώνουν ερµηνευτικώς» άλληλες, η δε µεταξύ αυτών σχέση ισχύος, σε περίπτωση ρυθµίσεων της αυτής τυπικής µορφής, διέπεται υπό του στοιχείου «χρόνος», όπως άλλως τε και στα εθνικά δικαιϊκά συστήµατα: η προηγηθείσα κατά χρόνο ρύθµιση υποχωρεί στην επόµενη κατά χρόνο, ενώ προσθέτως λαµβάνεται υπ όψει το (ενδεχοµένως) υπάρχον στοιχείο της lex specialis στην υπό εφαρµογή ρύθµιση. Σχετικώς µε το ζήτηµα της ιεραρχικής σχέσης των περιλαµβανοµένων στο πρωτογενές δίκαιο κανόνων, σηµειώνεται, ότι σε περίπτωση αντιθέτων ρυθµίσεων µεταξύ Συνθηκών π.χ., η χρονικώς µεταγενέστερη κατισχύει της χρονικώς προηγηθείσης. Γ. Το παράγωγο ή δευτερογενές δίκαιο της Ε.Ε. Eξ άλλου, το λεγόµενο παράγωγο ή δευτερογενές δίκαιο των τριών Kοινοτήτων αρχικώς και της Eυρωπαϊκής Ένωσης µετέπειται συγκροτούν: Oι Kανονισµοί 5. Oι Oδηγίες 6. Oι Aποφάσεις. Oι Συστάσεις, οι Γνώµες. Tο ως άνω δίκαιο «παράγεται» από τα διάφορα Όργανα των Kοινοτήτων, της Ένωσης, κατά την άσκηση των ανατεθεισών υπό των 5. Bλ. Yπόθεση 31/78, Bussone. Συλλογή 1978, σ. 775. Yπόθεση 177/78, Pigs and Bacon. Συλλογή 1979/II, σ. 77. 6. Bλ. Yπόθεση 103/88, Costanzo. Συλλογή 1989, σ. 1861. Yπόθεση C- 221/88, Busseni. Συλλογή 1990, σ. I.-519. Άλλα θέµατα βλ. στα: Kωνστ. ΓE. AΘANAΣOΠOYΛOΣ: Tο ίκαιο της Eυρωπαϊκής Ένωσης. Nέα έκδοση, Aθήναι, 2008, και Kωνστ. ΓE. AΘANAΣOΠOYΛOΣ: H Συνθήκη για την θέσπιση του Συντάγµατος της E.E. Pώµη/Aθήναι, Oκτώβριος 2004. 43 47 5
Συνθηκών σε αυτά αρµοδιοτήτων, επί σκοπώ υλοποίησης των στόχων και σκοπών των Συνθηκών αφ ενός και επί σκοπώ οµοιογενούς και ενιαίας εφαρµογής των στρατηγικών, των πολιτικών, των µέτρων, των ρυθµίσεων υπό των συµµετεχόντων Kρατών αφ ετέρου. Eξυπακούεται, ότι όπου δεν παρίσταται ανάγκη ενιαίας ρύθµισης ισχύουν και εφαρµόζονται οι διατάξεις οι ισχύουσες εν προκειµένω στα κατ ιδίαν εθνικά δικαιϊκά συστήµατα. Σε σχέση µε το παράγωγο δίκαιο των τριών Kοινοτήτων παρατίθεται το ακόλουθο σχήµα: Συνθήκη EKAX: Άρθρο 14: Γενικές Aποφάσεις. Συστάσεις. Aποφάσεις (ατοµικές). Γνώµες. Συνθήκη EOK, Συνθήκη EKAE. Άρθρο 189: Άρθρο 161: Kανονισµοί. Oδηγίες. Aποφάσεις. Συστάσεις. Γνώµες. Oι Kανονισµοί έχουν γενική ισχύ, δεσµευτικό χαρακτήρα και ισχύουν ευθύς ως εκδοθούν (εκτός εάν άλλως προβλέπεται) εντός όλων των Kρατών-Mελών. Oι Oδηγίες δεσµεύουν εκείνους προς τους οποίους απευθύνονται σε συνάρτηση µε το επιδιωκόµενο από πλευράς Kοινοτήτων/E.E. να παραχθεί αποτέλεσµα, καταλείπουσες την επιλογή των προς εφαρµογή µέτρων και µέσων στην διακριτική ευχέρεια των Aρχών των Kρατών- Mελών. Oι Aποφάσεις εφαρµόζονται επί «συγκεκριµένων» αποδεκτών. Oι Συστάσεις και οι Γνώµες υποδηλούν νοµικώς ό,τι και ως όροι εννοιολογικώς, στερούµενες a priori δεσµευτικού χαρακτήρα. Πέραν αυτών, παρατίθενται και τα εξής: 6 48 44
. Η «υπεροχή» του Κοινοτικούν δικαίου έναντι του Εθνικού Mε βάση τις Συνθήκες για τις τρεις Kοινότητες και την E.E. πρέπει να σηµειωθεί, ότι το εν γένει κοινοτικό δίκαιο κατισχύει άνευ άλλου τινός του εθνικού, ανεξαρτήτως συνόρων και άνευ δυνατότητας του Kράτους-Mέλους να «επιλέξει» κατά το δοκούν και κατά περίπτωση ποίες διατάξεις και πότε θα τις εφαρµόσει εντός των γεωγραφικών και διοικητικών ορίων του, ακόµη και εάν κατά την φάση «παραγωγής» αυτών των ρυθµίσεων είχε διατυπώσει αντίθετη άποψη ή διεφώνησε ριζικώς. Aυτή η σχέση κοινοτικού - εθνικού δικαίου, εξ άλλης πλευράς, παρέχει, κατ αρχάς, την ευχέρεια στους Πολίτες των επί µέρους Kρατών-Mελών να επικαλούνται το πρώτο και ενώπιον των εθνικών ικαστηρίων, τα οποία είναι υποχρεωµένα να τον εφαρµόσουν. Kράτη προσχωρούντα στις Συνθήκες ως νέα Mέλη, αυτοµάτως, πλην αντιθέτων ρητών ρυθµίσεων για επί µέρους θέµατα, (για τα οποία µπορεί να προβλεφθεί µεταβατική περίοδος), υπάγονται στο ήδη διαµορφωθέν προγενέστερο νοµικό καθεστώς. H παραγόµενη σε οίο δήποτε επίπεδο νοµολογία βάσει των Συνθηκών για τις τρεις Kοινότητες και την E.E. δεν συνιστά «αυτοµάτως» πηγή του δικαίου της Ένωσης, παρά το γεγονός, ότι ενίοτε επηρεάζει αναντιλέκτως προς την κατεύθυνση νέων ρυθµίσεων. Πλην των γενικών αρχών του εν γένει ικαίου, των διεθνώς παραδεδεγµένων, τόσο το λεγόµενο πρωτογενές, όσο και το χαρακτηριζόµενο ως παράγωγο δίκαιο, εντός του πλαισίου των Συνθηκών για τις τρεις Kοινότητες και την E.E., είναι γραπτό δίκαιο και δηµοσιεύεται υποχρεωτικώς στην επίσηµη εφηµερίδα της Ένωσης. H δηµοσίευση αυτή, συνιστώσα condicio sine qua non για την ισχύ των διατάξεων, εξυπηρετεί τις αρχές της δηµοσιότητας, της βεβαίας χρονολογίας, του συγκεκριµένου περιεχοµένου κ.λ., γίνεται δε σε όλες τις γλώσσες της Ένωσης. H Eπίσηµη Eφηµερίδα περιλαµβάνει δύο τεύχη: το τεύχος L (Legislation) για την νοµοθεσία που παράγεται βάσει των Συνθηκών των Kοινοτήτων, της Ένωσης και το τεύχος C (Communication) για τις ανακοινώσεις κειµένων που πρέπει να έχουν ευρεία δηµοσιότητα. 45 49 7