ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ «ΔΙΚΑΙΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΥΛΩΝ ΑΓΑΘΩΝ - ΔΙΚΑΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ» ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΜΕΣΩ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ» ΤΣΙΝΑΣΛΑΝΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ Α.Μ.: 400669 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2015
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ Σελ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ...7 1.1. Τα είδη του ηλεκτρονικού εμπορίου...11 1.2. Η σημασία του διαδικτύου για το ηλεκτρονικό εμπόριο...13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ...15 2.1. Η Οδηγία 2000/31/ΕΚ «σχετικά με ορισμένες πτυχές του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά»...15 2.2. Σκοπός και πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ...15 2.3. Οι σχετικές με τη σύναψη των ηλεκτρονικών συμβάσεων διατάξεις της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ...20 2.4. Η συσχέτιση της Οδηγίας 2011/83/ΕΚ «Για τα δικαιώματα των καταναλωτών» με την Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο...21 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ...23 3.1. Το ΠΔ 131/2003 για το ηλεκτρονικό εμπόριο και το πεδίο εφαρμογής της...23 3.2. Τομείς που εξαιρούνται από την εφαρμογή του Π.Δ. 131/2003...24 3.3. Τα υποκειμενικά όρια του πεδίου εφαρμογής του Π.Δ. 131/2003. Ο φορέας και ο αποδέκτης των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας...25 3.4. Ο κανόνας της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας.26 3.5. Ο κανόνας της εφαρμογής του δικαίου του κράτους προέλευσης. Εξαιρέσεις...29 2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΜΕΣΩ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ...31 4.1. Η ηλεκτρονική δήλωση βούλησης...31 4.2. Η συντέλεση και η περιέλευση της ηλεκτρονικής δήλωσης βούλησης...32 4.3. Η διαδικτυακή παρουσίαση, ως πρόταση για τη σύναψη σύμβασης, ή ως πρόσκληση για την υποβολή πρότασης...34 4.4. Η ανάκληση της ηλεκτρονικής δήλωσης βούλησης...35 4.5. Η δικαιοπρακτική ικανότητα ως προϋπόθεση κύρους της ηλεκτρονικά καταρτιζόμενης σύμβασης...36 4.6. Η παροχή πληροφοριών σε προσυμβατικό στάδιο...37 4.7. Η υποχρέωση παροχής γενικών πληροφοριών...40 4.8. H διαδικασία κατάρτισης της σύμβασης. Η παραγγελία...41 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΚΑΤΑΡΤΙΖΟΜΕΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΜΕΣΩ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ...44 5.1. Η εγκυρότητα της κατάρτισης των συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα. Τα ηλεκτρονικά έγγραφα...44 5.2. Η ηλεκτρονική υπογραφή. Οι ρυθμίσεις του ΠΔ 150/2001 για την ηλεκτρονική υπογραφή και οι επικείμενες αλλαγές μετά την ισχύ του Kανονισμού (ΕΕ) 910/2014...48 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ H ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΣΤΙΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΚΑΤΑΡΤΙΖΟΜΕΝΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ...53 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ...53 6.1. Η εφαρμογή του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994 για τους Γενικούς Όρους Συναλλαγών (ΓΟΣ)...56 3
6.2. Η εφαρμογή των άρθρων 3 και 4 του Ν. 2251/1994 στις συμβάσεις από απόσταση σύμφωνα με την Οδηγία 2011/83/ΕΚ...59 6.3. Το πεδίο εφαρμογής των νέων ρυθμίσεων...59 6.4. Η γενική υποχρέωση προσυμβατικής ενημέρωσης του καταναλωτή...61 6.5. Οι τυπικές προϋποθέσεις στο προσυμβατικό στάδιο ενημέρωσης του καταναλωτή...62 6.6. To δικαίωμα υπαναχώρησης στις ηλεκτρονικά καταρτιζόμενες συμβάσεις...65 6.7. Άλλα δικαιώματα των καταναλωτών στις συμβάσεις από απόσταση...68 6.8. Λοιπές υποχρεώσεις του προμηθευτή στις ηλεκτρονικά καταρτιζόμενες συμβάσεις.69 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΘΕΜΑΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ..71 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ...71 7.1. H διεθνής δικαιοδοσία σε ενοχές από συμβάσεις. Οι ειδικότερες ρυθμίσεις στο πλαίσιο των ηλεκτρονικών καταναλωτικών συμβάσεων...72 7.2. To εφαρμοστέο δίκαιο σε ενοχές από συμβάσεις. O κανόνας της χώρας προέλευσης του φορέα παροχής υπηρεσιών...74 KΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ...78 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ...78 8.1. Το φορολογικό πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα. Η άμεση και η έμμεση φορολογία στο ηλεκτρονικό εμπόριο...81 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ Η ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ...84 9.1. Ο εξωδικαστικός διακανονισμός των διαφορών σύμφωνα με την Οδηγία 2000/31 και το ΠΔ 131/2003...84 9.2.Η ηλεκτρονική επίλυση των διαφορών...87 ΤΕΛΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ...91 4
ΑΚ ΑΠ άρθ. αριθ. Αρμ ΑΤΜ βλ. ΓΟΣ ΓενΑρχΑστΔ ΔΕΕ ΔΕΕ ΔΕΚ ΔιΜΕΕ ΕΕ ΕΕμπΔ ΕΕΤΤ εδ. έκδ. ΕλλΔνη επ. επιμ. ΕπισκΕΔ ΕΣΗΔΗΣ Εφ Η/Υ Κεφ ΚΠολΔ ΚΥΑ ΚΦΕ ΚΦΠΑ λ.χ. MονΠρ ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ Αστικός Κώδικας Άρειος Πάγος άρθρο αριθμός Αρμενόπουλος (περιοδικό) Αυτόματη Ταμειολογιστική Μηχανή βλέπε Γενικοί Όροι Συναλλαγών Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου Δίκαιο Εταιρειών και Επιχειρήσεων (περιοδικό) Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Δίκαιο Μέσων Ενημέρωσης και Επικοινωνίας (περιοδικό) Ευρωπαϊκή Ένωση Επιθεώρηση Εμπορικού Δικαίου (περιοδικό) Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων εδάφιο έκδοση Ελληνική Δικαιοσύνη (περιοδικό) επόμενα επιμέλεια Επισκόπηση Εμπορικού Δικαίου (περιοδικό) Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων» Εφετείο Ηλεκτρονικός Υπολογιστής Κεφάλαιο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Κοινή Υπουργική Απόφαση Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος Κώδικας Φόρου Προστιθέμενης Αξίας λόγου χάρη Μονομελές Πρωτοδικείο 5
Ν ΝοΒ ΝομΕπ ΝΠΔΔ ΝΠΙΔ Ολ. ΟΤΑ όπ.παρ. παρ. ΠΔ πρβλ. Σ σελ. στοιχ. ΣυνθΕΚ ΣΛΕΕ σχετ. τευχ. ΥΑ ΦΕΚ ΦΠΑ ΧρΙΔ ADR B2A Β2Β Β2C ECODIR ΕΕJ NET EDI FIN NET ICANN ODR νόμος Νομικό Βήμα (περιοδικό) Νομική Επιθεώρηση (περιοδικό) Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου Ολομέλεια Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης όπως παραπάνω παράγραφος Προεδρικό Διάταγμα παράβαλε Σύνταγμα σελίδα στοιχείο Συνθήκη Ευρωπαϊκής Κοινότητας Συνθήκη Λειτουργίας Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά Τεύχος Υπουργική Απόφαση Φύλλο Εφημερίδας Κυβέρνησης Φόρος Προστιθέμενης Αξίας Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου (περιοδικό) Alternative Dispute Resolution Business to Administration Business to Business Business to Consumers Electronic Consumer Dispute Resolution European Extra Juridicial Network Electronic Data Interchange Financial Network Internet Corporation for Assigned Names and Numbers Online Dispute Resolution 6
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ EIΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ Αναμφισβήτητα, ένα από τα χαρακτηριστικότερα αποτελέσματα των τεράστιων δυνατοτήτων των τεχνικών εφαρμογών της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών είναι η δυνατότητα διαβίβασης δεδομένων μέσω δικτύων ηλεκτρονικών υπολογιστών. Καθώς τα δεδομένα αυτά συνίσταται σε δήλωση βούλησης, αποτελούν δηλαδή πρόταση για κατάρτιση σύμβασης και αποδοχή της, είναι δυνατή η μέσω δικτύων ηλεκτρονικών υπολογιστών κατάρτιση συμβάσεων, των λεγόμενων ηλεκτρονικών συμβάσεων 1. Το σύνολο των ηλεκτρονικών συμβάσεων που πραγματοποιούνται μέσω του διαδικτύου και αποτελούν επί της ουσίας το αποτέλεσμα μία συνεχώς εξελισσόμενης τεχνολογικής επανάστασης, συνιστά το ηλεκτρονικό εμπόριο (e commerce). Ειδικότερα, ως ηλεκτρονικό νοείται το εμπόριο που αφορά στην ηλεκτρονική διεξαγωγή συναλλαγών, δηλαδή στην παροχή προϊόντων και υπηρεσιών, συνήθως έναντι αμοιβής και με τη χρήση εξοπλισμών ηλεκτρονικής επεξεργασίας για την επικοινωνία από απόσταση, ήτοι την ηλεκτρονική επεξεργασία και μεταφορά δεδομένων που περιλαμβάνουν κείμενα, ήχο, και εικόνα 2. Έχει παρατηρηθεί πολύ εύστοχα πως το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη της Κοινωνίας των Πληροφοριών 3 και συνακόλουθα συνιστά το πιο χαρακτηριστικό δείγμα μίας «νέας οικονομίας» 4. Η άποψη αυτή δικαιολογείται απολύτως αν αναλογιστεί κανείς το ευρύ πεδίο συναλλαγών και δραστηριοτήτων οικονομικής φύσεως που συνθέτουν την έννοια του ηλεκτρονικού εμπορίου. Πιο συγκεκριμένα, στο πεδίο του περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων, το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών, η παράδοση ψηφιακού περιεχομένου μέσω δικτύου (online), η ηλεκτρονική μεταφορά κεφαλαίων, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές με αντικείμενο μετοχές και γενικά η διεκπεραίωση χρηματιστηριακών 1 Βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, «Το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εμπορίου, Ελληνικό και Κοινοτικό, Επιμέλεια Γιοβαννόπουλος Ρ.»,Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη, Β Έκδοση, 2010, σελ.1. 2 Βλ. Ι. Ιγγλεζάκη, «Το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εμπορίου Επιτομή», Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη (2009), σελ.2, πρβλ. «European Commission, A. European Initiative in Electronic Commerce, COM» (97), 157 τελ., σελ.8. 3 Αξίζει να σημειωθεί πως ενώ ο όρος «Κοινωνία των Πληροφοριών» χρησιμοποιείται ευρύτατα, δεν υπάρχει ακόμη μίας σαφής οριοθέτηση του περιεχομένου του. Στη γενικότερη εκδοχή του, ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη νέα μορφή κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης όπου οι τεχνολογίες της πληροφορικής και επικοινωνίας έχουν κεντρική σημασία για την παραγωγή, την οικονομία αλλά και την κοινωνία γενικότερα, βλ. αναλυτικότερα Κ. Δελούκα Ιγγλέση, «Νομικά Θέματα Ηλεκτρονικού Εμπορίου», Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη, Β Έκδοση (2015), σελ. 1 επ. 4 Με τον όρο «νέα οικονομία» νοούνται οι μεταρρυθμίσεις των οικονομικών δραστηριοτήτων που επέρχονται στην οικονομία από τη χρήση και διαχείρηση των τεχνολογιών της πληροφορικής, βλ.. Κ. Δελούκα Ιγγλέση, όπ.παρ. σελ.1. 7
συναλλαγών 5, η διαφήμιση και οι λοιπές μέθοδοι εμπορικών επικοινωνιών, η παραχώρηση βάσεων δεδομένων, η πρόσβαση σε αρχεία 6, οι ηλεκτρονικές φορτωτικές, ο ψηφιακός σχεδιασμός, οι ηλεκτρονικές δημοπρασίες, οι δημόσιες προμήθειες, η απευθείας εμπορική προώθηση προϊόντων, η εξυπηρέτηση μετά την πώληση κ.λπ. 7. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως η κατάρτιση συμβάσεων μέσω της χρήσης των ηλεκτρονικών υπολογιστών και δη μέσω των διαδικτυακών τόπων, έχουν περιορίσει σημαντικά το παραδοσιακό εμπόριο, ήτοι τις συναλλαγές που δεν πραγματοποιούνται με αυτοματοποιημένο τρόπο, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την επικράτηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών σε αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης καθημερινής συναλλακτικής και οικονομικής ζωής. Άλλωστε, το ηλεκτρονικό εμπόριο αποδεικνύει συνεχώς πως ανταποκρίνεται πιο ικανοποιητικά στο σύγχρονο τεχνολογικό περιβάλλον των ημερών μας, μέσω των πολυάριθμων πλεονεκτημάτων της εφαρμογής του. Ενδεικτικά, μπορούμε να αναφέρουμε μεταξύ άλλων πλεονεκτημάτων, τις αμέτρητες δυνατότητες επιλογής προϊόντων και υπηρεσιών που εκτείνονται έξω από την περιορισμένη εθνική αγορά, τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές ως αποτέλεσμα του διασυνοριακού ανταγωνισμού μεταξύ των φορέων των υπηρεσιών - επιχειρηματιών, την ευελιξία των τρόπων πληρωμής και εν γένει την κατά κοινή ομολογία απλούστευση της διαδικασίας των ηλεκτρονικών αγορών. Επιπροσθέτως, πρέπει να σημειωθεί πως τα πλεονεκτήματα είναι εμφανή τόσο για τις μεγάλες όσο και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αφού ειδικά οι τελευταίες αποκτούν μέσω της ανάπτυξης του ηλεκτρονικού εμπορίου, τη δυνατότητα διεύρυνσης των συναλλαγών του και επίτευξης σημαντικών κερδών, χωρίς το γεγονός αυτό να προϋποθέτει την επένδυση σημαντικών κεφαλαίων και πολύπλοκων οργανωτικών διαδικασιών. Το σύνολο των προαναφερθέντων πλεονεκτημάτων δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας καινοτόμων επιχειρήσεων, με φθηνότερα προϊόντα, μεγαλύτερη ευελιξία στο καταναλωτικό κοινό με άμεσο αποτέλεσμα τον υγιή ανταγωνισμό. Ενδεικτικά, πρέπει να αναφερθεί πως στην Ευρώπη τα συνολικά έσοδα από τις online πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών πολλαπλασιάζονται συνεχώς, ενώ είναι αξιοσημείωτο πως και στην Ελλάδα η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου παρουσιάζει αυξητική τάση 8. Σύμφωνα με πρόσφατα στατιστικά 5 Βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, «Το δίκαιο του ηλεκτρονικού εμπορίου» όπ.παρ., σελ. 2, Κ. Χριστοδούλου, «Επιτομή Ηλεκτρονικού Αστικού Δικαίου», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα Αθήνα Κομοτηνή (2008), σελ. 133 επ. 6 Βλ. Ι. Καράκωστα, «Δίκαιο και Internet, Nομικά Ζητήματα του Διαδικτύου», 3 η Έκδοση, (2009), σελ. 179 επ. 7 Βλ. Ι. Ιγγλεζάκη, «Το νομικό πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου», Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα- Θεσσαλονίκη (2003), σελ. 17. 8 Αξίζει να σημειωθεί πως στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου στη χώρας μας, έχει συμβάλλει και η αναγνώριση του δικαιώματος συμμετοχής στην «Κοινωνία της Πληροφορίας», όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 Α παρ. 2 Σ. μετά την αναθεώρηση του έτους 2001. Το εν λόγω άρθρο ορίζει ότι: «Καθένας έχει δικαίωμα 8
στοιχεία 9, για το έτος 2014 οι πωλήσεις με ηλεκτρονικά μέσα στη χώρα μας έφτασαν τα 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 20,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Aκόμη, η Ελλάδα καταλαμβάνει σύμφωνα με τις πρόσφατες έρευνες τη δεύτερη θέση ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης με την πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη αγορά προϊόντων και υπηρεσιών μέσω του διαδικτύου, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ! Βεβαίως, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι με την πάροδο του χρόνου και τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει χάσει σε σημαντικό βαθμό τον αμιγώς εμπορικό του προσανατολισμό και πλέον είναι άμεσα συνυφασμένο με την ψηφιακή ζωή των ατόμων. Προς την κατεύθυνση αυτή συνέβαλε η ανάπτυξη του «συμμετοχικού διαδικτύου» ή όπως έχει επικρατήσει Web 2.0 10, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου είναι η διαδραστικότητα και η δυνατότητα που δίνει σε κάθε χρήστη να δημοσιεύει ο ίδιος στο διαδίκτυο και όχι μόνο ο κατασκευαστής της ιστοσελίδας, να μοιράζεται πληροφορίες και να συνεργάζεται με άλλους χρήστες online. Σε γενικές γραμμές πάντως, η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων του διαδικτύου στον τομέα των ηλεκτρονικών συναλλαγών δύναται να επιφέρει μία πληθώρα θετικών αποτελεσμάτων τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές, μόνο όμως εφόσον διασφαλιστεί η απαιτούμενη ασφάλεια στις συναλλαγές και δοθεί λύση στα πολύπλοκα νομικά ζητήματα που προκύπτουν. Είναι κοινός τόπος πως το δίκαιο δεν μπορεί να συμβαδίσει με τους ταχύτατους ρυθμούς με τους οποίους εξελίσσεται η τεχνολογία και γι αυτό προκύπτουν ποικίλα νομικά ζητήματα. συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσης τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων του άρθρου 9 Α και 19». 9 Βλ. http://www.ecommerce-europe.eu/greece (τελευταία επίσκεψη 15.07.2015). 10 Ο όρος «web 2.0» (ιστός 2.0), χρησιμοποιείται για να εκφράσει τη νέα γενιά του Παγκόσμιου Ιστού, η οποία βασίζεται στην ολοένα πιο μεγάλη δυνατότητα των χρηστών του διαδικτύου να μοιράζονται πληροφορίες και να συνεργάζονται online. O όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου μεταξύ της O'Reilly Media και της MediaLive International, όπου προτείνονταν ιδέες για την ανάπτυξη του Παγκόσμιου Ιστού. Έχοντας όλα αυτά ως δεδομένα στο συνέδριο, εξέτασαν το Web 2.0 ως μια δεύτερη γενιά υπηρεσιών βασισμένων στο διαδίκτυο. Χρησιμοποίησαν αυτή την φράση σαν τίτλο για μια σειρά από συνέδρια με τον τίτλο Web 2.0 Summit. Τα συνέδρια αυτά συνεχίζονται μέχρι και σήμερα για να αποσαφηνιστεί ο όρος και να προωθηθεί η ιδέα που ξεπερνά τα όρια της περιορισμένης πλατφόρμας ενός υπολογιστή. Ο χρήστης θα μπορεί να δρα στον Παγκόσμιο Ιστό όπως δρούσε μέχρι τώρα στον υπολογιστή του. Οι πιο ειδικοί μιλούν για έναν νέο τρόπο σχεδίασης των ιστοσελίδων, ο οποίος θα βασίζεται στην διάδραση του χρήστη. Θα επιτρέπει στον χρήστη να αλλάξει τόσο το περιβάλλον της σελίδας όσο και να παρέμβει στο περιεχόμενό της. Χαρακτηριστικές εφαρμογές του Web 2.0 είναι τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης (social media), τα wiki και τα blogs. Πολλές από τις εντολές διάδρασης που χαρακτηρίζουν την λειτουργία του Web 2.0 μάς είναι ήδη γνωστές από διάφορες ιστοσελίδες social media όπως λ.χ. το facebook ή το youtube. Τέτοιες εκφράσεις είναι η αναζήτηση (search), η επισήμανση (tag), η παράθεση links ή το authoring όπως λειτουργεί σε πολλά wiki όπου οι χρήστες μπορούν να δημιουργήσουν άρθρα αλλά και να ανανεώσουν ή να διαγράψουν ήδη υπάρχοντα. Βλ. https://el.wikipedia.org/wiki/web_2.0 (τελευταία επίσκεψη 15.07.2015). 9
Το κυριότερο νομικό πρόβλημα που ανακύπτει οφείλεται στη φύση της σύμβασης μέσω διαδικτύου, καθώς ο διασυνοριακός χαρακτήρας που μπορεί να λάβει, εμπλέκει περισσότερες εθνικές έννομες τάξεις ταυτόχρονα και συνακόλουθα περισσότερους κλάδους δικαίου. Τα ερωτήματα που έχουν απασχολήσει τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, είναι ο προσδιορισμός των προσυμβατικών ευθυνών των προμηθευτών των προϊόντων και των υπηρεσιών, οι προϋποθέσεις και το τελικό χρονικό σημείο κατάρτισης της ηλεκτρονικής σύμβασης, ο τρόπος ασφαλούς διεκπεραίωσης των online πληρωμών, τα δικαιώματα των χρηστών και ιδιαιτέρως των «καταναλωτών» έναντι του αλλοδαπού προμηθευτή, αλλά και η ανεύρεση του εφαρμοστέου δικαίου στις περιπτώσεις της ανάγκης δικαστικής επίλυσης των «διεθνών» διαφορών που θα προκύψουν 11. Στην παρούσα διπλωματική εργασία η γράφουσα θα επιχειρήσει να αναλύσει τα κυριότερα από τα ανωτέρω ζητήματα. Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας θα παρουσιαστούν τα είδη του ηλεκτρονικού εμπορίου, ενώ θα επισημανθεί η σημαντική συμβολή του διαδικτύου στη εξελικτική του πορεία. Εν συνεχεία, στα δύο επόμενα κεφάλαια, θα παρουσιάσουμε εκτενώς το νομοθετικό πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου τόσο στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη με την καθιέρωση της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ «Για ορισμένες νομικές νομικές πτυχές του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά», όσο και στην ελληνική έννομη τάξη με την ενσωμάτωση της Οδηγίας από τον Έλληνα νομοθέτη μέσω του ΠΔ 131/2003 12. Στο τέταρτο κεφάλαιο, ακολούθως, θα μας απασχολήσουν ζητήματα νομικού αλλά και τεχνικού χαρακτήρα αναφορικά με τη διαδικασία σύναψης της ηλεκτρονικής σύμβασης. Ουσιώδη είναι και τα θέματα τήρησης τύπου στις συμβάσεις μέσω διαδικτύου, όπως θα αναλυθούν στο πέμπτο κεφάλαιο, με κυριότερο εξ αυτών το ζήτημα των ηλεκτρονικών εγγράφων και της αποδεικτικής δύναμης τους σε άμεση συνάρτηση με τα είδη των ηλεκτρονικών υπογραφών στις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Συνεχίζοντας στο έκτο κεφάλαιο, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε την αναφορά στις διατάξεις περί προστασίας του καταναλωτή, επισημαίνοντας τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο πεδίο εφαρμογής τους και παρουσιάζοντας τις κυριότερες προστατευτικές ρυθμίσεις για τον ηλεκτρονικά συναλλασσόμενο καταναλωτή. Περαιτέρω, στο έβδομο κεφάλαιο θα αναλύσουμε και θα ερμηνεύσουμε τα μείζονα ζητήματα αναζήτησης της διεθνούς δικαιοδοσίας και του εφαρμοστέου δικαίου στις συμβάσεις 11 Βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, «Το δίκαιο του ηλεκτρονικού εμπορίου», όπ. παρ. σελ. 16 επ. 12 Ο ακριβής τίτλος του ΠΔ 131/2003 είναι ο εξής: «Προσαρμογή στην Οδηγία 2000/31 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά (ΦΕΚ Α 116/16.5.2003»). 10
που συνάπτονται μέσω του διαδικτύου, τονίζοντας τις δυσχερείς εντοπισμού της μόνιμης εγκατάστασης των παρόχων προϊόντων και υπηρεσιών που χρησιμοποιούν τους διαδικτυακούς τόπους για την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Στο προτελευταίο κεφάλαιο εν συνεχεία, θα επιχειρήσουμε να αναφερθούμε συνοπτικά στις φορολογικές ρυθμίσεις που αφορούν στο ηλεκτρονικό εμπόριο, επισημαίνοντας και πάλι τα προβλήματα που πολύ συχνά προκύπτουν κατά τον προσδιορισμό της έδρας των διαδικτυακών επιχειρήσεων, ώστε να διαπιστωθεί η ακριβής φορολογική ύλη σε κάθε περίπτωση. Τέλος, στο ένατο κεφάλαιο, θα γίνει λόγος στα μέσα έννομης προστασίας των ηλεκτρονικά συναλλασσόμενων μερών, δίνοντας ξεχωριστή έμφαση στους εξωδικαστικούς μηχανισμούς επίλυσης των διαφορών και κυρίως στις πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ηλεκτρονική επίλυση των διαφορών. Να υπογραμμίσουμε πως η θεματική του ηλεκτρονικού εμπορίου καλύπτει ένα μεγάλο εύρος ζητημάτων που όπως εύλογα γίνεται αντιληπτό δεν θα μπορούσε να εξαντληθεί στο πλαίσιο μίας διπλωματικής εργασίας. Ως κεντρικό πυρήνα της παρούσας θέτουμε τις διατάξεις της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο που αφορούν στις ηλεκτρονικά καταρτιζόμενες συμβάσεις μέσω διαδικτύου καθώς και στις διατάξεις του δικαίου περί προστασίας του καταναλωτή που έχουν άμεση συμπληρωματική εφαρμογή και χρήζουν ιδιαίτερης μελέτης. 1.1. Τα είδη του ηλεκτρονικού εμπορίου. Είναι αναμφίβολο πως το πεδίο των οικονομικών δραστηριοτήτων που περικλείονται στο περιεχόμενο της έννοιας του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι ευρύτατο. Για το λόγο αυτό, είναι αναγκαία η συστηματική διάκριση ορισμένων κατηγοριών του ηλεκτρονικού εμπορίου. Mε κριτήριο τα συμβαλλόμενα στις ηλεκτρονικές συναλλαγές μέρη, οι συναλλαγές διακρίνονται σε: Α. Συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων (Business to Business, «B2B»). To είδος αυτό αναφέρεται στις συναλλαγές των επιχειρήσεων κυρίως με τους προμηθευτές τους, στο πλαίσιο των οποίων η μία επιχείρηση χρησιμοποιεί το δίκτυο μιας άλλης προκειμένου να έρθει σε επαφή με τους πελάτες της ή να αυξήσει τον αριθμό των πελατών της. Β. Συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών (Business to Consumers, «Β2C»). Εδώ περιλαμβάνονται οι συναλλαγές λιανικού εμπορίου προϊόντων ή υπηρεσιών μεταξύ των 11
επιχειρήσεων και των μεμονωμένων καταναλωτών 13. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί πως η διάκριση ανάμεσα στις δύο πρώτες κατηγορίες είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς τούτο μπορεί να επηρεάσει την εφαρμογή των κανόνων προστασίας του καταναλωτή, όπως θα αναλυθεί στο οικείο κεφάλαιο της εργασίας. Γ. Συναλλαγές μεταξύ των καταναλωτών (Consumers to Consumers, «C2C»). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν για παράδειγμα οι ηλεκτρονικές δημοπρασίες όταν αυτές πραγματοποιούνται ανάμεσα στους χρήστες του διαδικτύου. Με τις ηλεκτρονικές δημοπρασίες καθίσταται δυνατή η δυναμική διαμόρφωση των τιμών των προϊόντων (dynamic pricing), σε αντίθεση με τις τιμές καταλόγου που είναι σταθερές στα περισσότερα ηλεκτρονικά καταστήματα 14 (λ.χ. E-bay). Δ. Συναλλαγές μεταξύ των επιχειρήσεων και της Διοικήσεως και αντιστρόφως (Business to Administration/Administration to Business «B2A»/«A2B»), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι δημόσιες προμήθειες και άλλες συμβάσεις μεταξύ του δημοσίου και των επιχειρήσεων 15. Ε. Τέλος, στο ευρύτερο πεδίο των συναλλαγών που συνιστούν την έννοια του ηλεκτρονικού εμπορίου περιλαμβάνονται και οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ των ίδιων των καταναλωτών και της Διοικήσεως και αντιστρόφως (Consumers to Administration/Administration to Consumers «C2A»/«A2C»). Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του είδους των ηλεκτρονικών συναλλαγών είναι το πρόγραμμα TAXIS, οι υπηρεσίες ΚΕΠ, οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες ΙΚΑ κ.ο.κ. Περαιτέρω, με δεδομένο ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο περιλαμβάνει την πραγματοποίηση συμβάσεων που πραγματοποιούνται από απόσταση, διακρίνεται με κριτήριο τον τρόπο παράδοσης των αγαθών και των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου αγοραστή σε: Α. Άμεσο ηλεκτρονικό εμπόριο, με την έννοια ότι τόσο η κατάρτιση όσο και η εκτέλεση της ηλεκτρονικής σύμβασης πραγματοποιείται σε απευθείας σύνδεση (online). Οι πιο διαδεδομένες μορφές άμεσου ηλεκτρονικού εμπορίου είναι η αγορά λογισμικού (software), τα ψηφιακά βιβλία (e-books) και περιοδικά, οι ηλεκτρονικές εφημερίδες, τα κινηματογραφικά έργα (video on demand), καθώς και μία σειρά ηλεκτρονικών υπηρεσιών όπως η παροχή οnline 13 Βλ. Κ. Δελούκα Ιγγλέση, «Νομικά Θέματα Ηλεκτρονικού Εμπορίου», όπ.παρ. σελ. 6. 14 Bλ. Ι. Ιγγλεζάκη, «Το νομικό πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου», όπ.παρ. σελ. 21-22. 15 Αξίζει να σημειωθεί πως με τον Ν. 4155/2013 (ΦΕΚ 120/29.05.2013) σε συνδυασμό με την ΥΑ 2390/2013 (ΦΕΚ 2677/21.10.2013), θεσμοθετήθηκε το «Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων» (ΕΣΗΔΗΣ), με σκοπό τη διεκπεραίωση της συνολικής διαδικασίας κατάρτισης μίας δημόσιας σύμβασης (με προϋπολογισμό ανώτερο των 60.000 ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.) μέσω της νέας ηλεκτρονικής πλατφόρμας του συστήματος, βλ. αναλυτικότερα Ελ. Κυρατσού/Ταστσίδου, «Το Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Σ.Η.Δ.Η.Σ.) Συγκριτική Θεώρηση με ευρωπαϊκές πρακτικές Κριτικής Αξιολόγηση». ΔΕΕ/2014, σελ. 947 επ. 12
τραπεζικών υπηρεσιών (web-banking), νομικών, ιατρικών υπηρεσιών, υπηρεσιών μικρών αγγελιών, ψυχαγωγίας κ.ο.κ. Β. Έμμεσο ηλεκτρονικό εμπόριο, με την έννοια ότι η παραγγελία υλικών αγαθών (όπως λ.χ. βιβλίων, ενδυμάτων, cd) πραγματοποιείται ηλεκτρονικά, αποκλειστικά μέσω του διαδικτυακού τόπου ενώ η παροχή - παράδοση τους πραγματοποιείται με τους παραδοσιακούς τρόπους μεταφοράς, όπως π.χ. με το ταχυδρομείο ή courier. Στην πραγματικότητα πρόκειται για συμβάσεις που καταρτίζονται online και εκτελούνται offline 16. Σε αυτήν την περίπτωση είναι φανερό, ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο συναρτάται και από ορισμένους εξωγενείς παράγοντες, όπως π.χ. την αποτελεσματικότητα ή και το κόστος του χρησιμοποιούμενου συστήματος μεταφοράς 17. 1.2. H σημασία του Διαδικτύου για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Είναι γεγονός πως οι ηλεκτρονικές συναλλαγές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το μέσο που χρησιμοποιείται για την πραγματοποίηση τους. Αναπόφευκτα, η εξέλιξη και διάδοση του διαδικτύου έχει οδηγήσει σε μία «πληροφορική επανάσταση», απόρροια της οποίας ήταν το πέρασμα από τη βιομηχανική στη ψηφιακή κοινωνία, ή άλλως «Κοινωνία των Υπηρεσιών της Πληροφορίας». Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί πως το ηλεκτρονικό εμπόριο δεν αποτελεί ένα νέο φαινόμενο, που αναπτύχθηκε αποκλειστικά μετά την εμφάνιση και καθιέρωση του διαδικτύου. Το σύστημα της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων (Electronic Data Interchange, εφεξής: EDI) είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια, ιδίως στις συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ των επιχειρήσεων (B2B). Πιο συγκεκριμένα, το πλαίσιο επικοινωνίας ΕDI περιλαμβάνει την ηλεκτρονική κατάρτιση συμβάσεων μέσω κλειστών τηλεπικοινωνιακών δικτύων ή πιο συγκεκριμένα την αμφίδρομη ηλεκτρονική μεταφορά και επεξεργασία συναλλακτικών δεδομένων δύο ή περισσότερων συναλλασσομένων στη βάση αναγνωρισμένων τεχνικών κανόνων 18. Η ηλεκτρονική κατάρτιση των συμβάσεων αυτών στο 16 Αναλυτικότερα σχετικά με τη διάκριση και τη σημασία της μεταξύ online και οffline συμβάσεων βλ. Γ. Γεωργιάδη, «Η σύναψη της σύμβασης μέσω του διαδικτύου», Έκδόσεις Αντ.Σάκκουλα (2003), σελ. 26 επ. 17 Βλ. Κ. Δελούκα Ιγγλέση, «Νομικά Θέματα Ηλεκτρονικού Εμπορίου», όπ. παρ. σελ. 8. 18 Βλ. Ι. Ιγγλεζάκη, «Το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εμπορίου...» όπ.παρ., σελ. 4. Πρβλ. Γ. Γεωργιάδη, «Η σύναψη συμβάσεως μέσω διαδικτύου», Έκδόσεις Αντ.Σάκκουλα (2003), σελ. 22-25. Σύμφωνα με την ακολουθητέα διαδικασία διαβίβασης των δεδομένων μέσω του συστήματος EDI, τα συμβαλλόμενα μέρη (πωλητής και αγοραστής) συμφωνούν εκ των προτέρων τη μορφή του μηνύματος που μπορεί να διαβιβαστεί. Έτσι, το μήνυμα αυτό συνήθως αποτελείται από μία σειρά αριθμών για τα οποία τα μέρη έχουν συμφωνήσει ότι αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένα προϊόντα, αλλά και περαιτέρω δεδομένα όπως λ.χ. τον τόπο παράδοσης των προϊόντων. Με βάση λοιπόν τους προσυμφωνημένους κωδικούς αριθμούς δημιουργείται μία σειρά δεδομένων 13
πλαίσιο αυτό προϋποθέτει προηγούμενη συμφωνία των μερών σχετικά με μία σειρά τεχνικών, οργανωτικών και νομικών θεμάτων 19. Οι συμφωνίες αυτές ονομάζονται συμβάσεις ηλεκτρονικής επικοινωνίας (EDI Agreements) και έχουν ως αντικείμενο τον τρόπο κατάρτισης άλλων συμβάσεων που αφορούν στις συναλλαγές μεταξύ των μερών που συμμετέχουν στην ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων 20. Η ευρεία χρησιμοποίηση των μεθόδων ΕDI (ιδιαιτέρως πριν την εμφάνιση και εξάπλωση των υπηρεσιών του διαδικτύου), οφείλεται με βεβαιότητα στο μεγάλο αριθμό πλεονεκτημάτων που προσφέρει, όπως λ.χ. η άμεση διαθεσιμότητα των παραστατικών σε επιχειρήσεις, η ορθολογικοποίηση της διαδικασίας παραγγελιών, η διευκόλυνση του ελέγχου των αποθεμάτων κ.α. 21 Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να παραληφθούν και ορισμένα από τα μειονεκτήματα της χρήσης της μεθόδου αυτής, όπως λ.χ. το υψηλό κόστος λειτουργίας, η πρόκληση σοβαρών προβλημάτων στην επικοινωνία των συμβαλλόμενων μερών μετά από εσφαλμένη εισαγωγή δεδομένων στον υπολογιστή κ.ο.κ. Σήμερα, με την εξέλιξη του διαδικτύου, το κλειστό αυτό δίκτυο παραγκωνίστηκε και το ηλεκτρονικό εμπόριο απέκτησε ευρύτερες διαστάσεις, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί σε έναν νέο οικονομικό κλάδο, παρέχοντας έναν τεράστιο αριθμό πλεονεκτημάτων για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Όσον αφορά στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο και καταρτίζουν πλήθος συμβάσεων, τα πλεονεκτήματα των ηλεκτρονικών συναλλαγών μέσω του Παγκόσμιου Ιστού είναι πολλά, μεταξύ των οποίων η μείωση του κόστους κατάρτισης και εκτέλεσης των συμβάσεων, η εξοικονόμηση των δαπανών διαφήμισης, ενώ ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις απαλλάσσονται από την καταβολή τελών για τη λειτουργία τους. Ακόμη, οι επιχειρήσεις έχουν αποκτήσει τη δυνατότητα να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους και έξω από την εθνική τους αγορά, με αποτέλεσμα τη μεγέθυνση τους, ενώ ελαχιστοποιούνται τα προβλήματα στην αλυσίδα προμηθειών, μειώνοντας ταυτόχρονα τις καθυστερήσεις στην παράδοση των προϊόντων 22. που διαβιβάζεται ηλεκτρονικά στο έτερο συμβαλλόμενο μέρος και αποκρυπτογραφείται. Καθίσταται σαφές πως το παραμικρό λάθος στη διαμόρφωση το μηνύματος μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένη κατάρτιση της σύμβασης EDI. 19 Σύμφωνα με τον ορισμό που δόθηκε στο άρθρο 1 του Ευρωπαϊκού Προτύπου Σύμβασης EDI, ως ΕDI oρίζεται «η διαβίβαση δεδομένων δομημένων με προσυμφωνημένο τύπο μηνύματος μεταξύ συστημάτων πληροφόρησης με τη βοήθεια ηλεκτρονικών μέσων». 20 Βλ. Ι.Ιγγλεζάκη, «Τα νομικά ζητήματα της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων. Η σύμβαση ΕDI», ΕΕμπΔ 1997, σελ. 238 επ., βλ. επίσης σχετικά τις συμβάσεις EDI τη Μελέτη του Νικόλαου Δημαρά, «Εμπορικές Συμβάσεις μέσω Διαδικτύου», ΔΕΕ 2/2008, σελ. 165-166. 21 Βλ. Ι. Ιγγλεζάκη, «Τα νομικά ζητήματα της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων. Η σύμβαση ΕDI.» όπ. παρ. ΕΕμπΔ 1997, σελ. 239-240. 22 Βλ. Ι. Ιγγλεζάκη, «Το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εμπορίου», όπ.παρ., σελ. 5. 14
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 2.1. Η Οδηγία 2000/31/ΕΚ «Σχετικά με ορισμένες πτυχές του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά». Σημαντικό βήμα για τη ρύθμιση και επίλυση των νομικών ζητημάτων που προκύπτουν στο πεδίο του ηλεκτρονικού εμπορίου στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, ήταν η ψήφιση της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ «Για ορισμένες πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά» (στο εξής : η Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο, ή η «Οδηγία»). Η ανάγκη διαμόρφωσης ενός ενιαίου νομοθετικού πλαισίου στον ευρωπαϊκό χώρο για το ηλεκτρονικό εμπόριο ήταν επιβεβλημένη, καθώς η ωφέλεια των σημαντικών πλεονεκτημάτων, όπως ανωτέρω αναφέρθηκαν, για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, είναι άμεσα συνυφασμένη με την ύπαρξη ενός επιπέδου ασφάλειας στις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Με την Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο επιχειρήθηκε η προσπάθεια για την εναρμόνιση των δικαίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εγκαθίδρυση ενός χώρου χωρίς εθνικά σύνορα για τις υπηρεσίες του ηλεκτρονικού εμπορίου, με απώτερο σκοπό τη διαμόρφωση του αισθήματος της ασφάλειας δικαίου στις διασυνοριακές εμπορικές συναλλαγές. 2.2. Σκοπός και πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Μετά από δύο προτάσεις για την τελική διαμόρφωση των νομικού πλαισίου του ηλεκτρονικού εμπορίου, στις 8 Ιουνίου 2000, τέθηκε σε ισχύ από το Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η Οδηγία, με ακριβές αντικείμενο ρύθμισης «Ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά 23». Ήδη από τον τίτλο, γίνεται αντιληπτό πως η Οδηγία δεν στοχεύει στην πλήρη εναρμόνιση αλλά μόνο στην προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών, ώστε να καταστεί δυνατή, στην έκταση που είναι απαραίτητη, για την πραγματοποίηση του 23 Βλ..Ι.Καράκωστας, «Δίκαιο και Ίντερνετ, Νομικά ζητήματα του Διαδικτύου», Εκδόσεις Αντ.Ν.Σάκκουλα (2009), σελ 183, βλ. επίσης Μελέτη της Χρ. Σαμαρά «Η οδηγία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με το ηλεκτρονικό εμπόριο (e-commerce) στην εσωτερική αγορά», ΔΕΕ 12/2000, σελ. 1200 επ. Με τον όρο «υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας σύμφωνα με το αρθ.1 παρ.2 της Οδηγίας 98/48/ΕΚ ορίζεται κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται έναντι αμοιβής, με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας ενός αποδέκτη υπηρεσιών». Ο ορισμός αυτός εισήχθη και στην ελληνική έννομη τάξη με την παρ. 2 του άρθ. 2 του ΠΔ 39/2001 (Α 28) «Για την καθιέρωση μίας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας σε συμμόρφωση προς τις Οδηγίες 98/34/ΕΟΚ και 98/48/ΕΚ». 15
ηλεκτρονικού εμπορίου σε διασυνοριακό επίπεδο, τηρουμένων των αρχών της αναλογικότητας και της επικουρικότητας 24. Πρέπει εκ προοιμίων βέβαια να σημειωθεί πως η Οδηγία έχει προορισμό να εφαρμόζεται αποκλειστικά στις συναλλαγές ηλεκτρονικού εμπορίου, στις οποίες οι φορείς παροχής υπηρεσιών είναι εγκατεστημένοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρωταρχικός σκοπός της εν λόγω Οδηγίας είναι η εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών (άρθρο 1 παρ.1 της Οδηγίας), με απώτερο στόχο την επίτευξη ενός υψηλού επιπέδου κοινοτικής ολοκλήρωσης 25. Με την παρούσα Οδηγία, ο κοινοτικός νομοθέτης επεδίωξε να διαμορφώσει ένα ενιαίο για τα κράτη μέλη της Ε.Ε. νομικό πλαίσιο, ώστε να επιλυθούν τα ζητήματα που προκύπτουν από τις διαφορετικές εθνικές νομοθεσίες στις διασυνοριακές συναλλαγές και ως εκ τούτου να βρουν εφαρμογή τα πλεονεκτήματα της ανάπτυξης της τεχνολογίας και της ελεύθερης αγοράς, όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Για την επίτευξη των σκοπών της κοινοτικής Οδηγίας, τέθηκαν δύο θεμελιώδεις υποχρεώσεις 26 : Η πρώτη από αυτές, (θετική υποχρέωση) όριζε πως τα κράτη μέλη όφειλαν να προχωρήσουν στη νομοθετική ρύθμιση ορισμένων ζητημάτων (ειδικά αυτών που περιλαμβάνονται στο περιεχόμενο της Οδηγίας) με στόχο την εναρμόνιση της κοινοτικής Οδηγίας στην εκάστοτε εθνική έννομη τάξη (άρθρο 1 παρ. 2) και την αποτελεσματικότερη επίλυση των τιθέμενων σ αυτήν νομικών ζητημάτων στις διασυνοριακές συναλλαγές. Μερικά από αυτά τα νομικά προβλήματα που πραγματεύεται η κοινοτική Οδηγία και εν τέλει επιλύει, είναι ο τομέας της εγκατάστασης των φορέων παροχής υπηρεσιών, η υποχρέωση παροχής πληροφοριών στους χρήστες που ηλεκτρονικά συναλλάσσονται μέσω του διαδικτύου, οι εμπορικές επικοινωνίες, η online κατάρτιση συμβάσεων, η ευθύνη των μεσαζόντων παροχής υπηρεσιών στο Διαδίκτυο, τα μέτρα έννομης προστασίας και οι τρόποι εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών, οι κώδικες δεοντολογίας κ.ο.κ. Η δεύτερη, εξίσου σημαντική, υποχρέωση (αρνητική υποχρέωση) έγκειται στην υποχρέωση των κρατών μελών να απέχουν από κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να δημιουργήσει εμπόδια στην ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθ. 9 της Οδηγίας). Με άλλα λόγια, επιδίωξη 24 Σύμφωνα άλλωστε με την αιτιολογική σκέψή 6 και 10 του προοιμίου της Οδηγίας, «Τα μέτρα που προβλέπει η παρούσα Οδηγία περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς». 25 Βλ. Αιτιολογική σκέψη (4α) του προοιμίου της Οδηγίας. 26 Βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, «Δίκαιο Προστασίας του Καταναλωτή» (Επιμέλεια Ελ. Αλεξανδρίδου), Νομική Βιβλιοθήκη, Έκδοση 2008, (Κεφ.: Συμβάσεις από απόσταση μέσω του διαδικτύου),σελ. 230 επ. 16
του κοινοτικού νομοθέτη ήταν να διασφαλιστεί το γεγονός πως οι προϋποθέσεις της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους για την κατάρτιση έγκυρης σύμβασης (προφανώς αναφορικά με τον απαιτούμενο τύπο ή άλλες διατυπώσεις που προϋποθέτουν υλική διευθέτηση) δεν θα παρακωλύσουν την ελεύθερη σύναψη συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα και με τον τρόπο αυτό δεν θα τίθενται εμπόδια στη γενικότερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, που αποτελεί και το βασικό σκοπό της θέσπισης της κοινοτικής Οδηγίας. Ωστόσο, τα ίδια τα κράτη μέλη δύνανται να παρεκκλίνουν από την εφαρμογή του κανόνα αυτού για ορισμένες ειδικές περιπτώσεις που σχετίζονται με την προστασία της δημόσιας τάξης (πρόληψη, έρευνα, διαπίστωση και δίωξη εγκλημάτων σχετικά με την προστασία της ανηλικότητας και την καταπολέμηση της πρόκλησης μίσους λόγω φυλής, φύλου, θρησκείας ή εθνικότητας, παραβιάσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας), την προστασία της δημόσιας υγείας, τη δημόσια ασφάλεια καθώς και την προστασία του καταναλωτή και του επενδυτή (άρθ. 3,4,5,6 της Οδηγίας αντίστοιχα). Η δυνατότητα μη εφαρμογής της Οδηγίας αφορά ορισμένες υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας των οποίων η ελεύθερη κυκλοφορία βλάπτει τους παραπάνω τομείς και συνιστά σοβαρό κίνδυνο για την παραβίαση τους 27. Aπόλυτο περιορισμό στη βασική αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και επομένως εξαίρεση απ την εφαρμογή των ρυθμίσεων της Οδηγίας, αποτελούν οι συμβάσεις που απαιτούν εκ του νόμου προσφυγή στο δικαστήριο, σε δημόσιες αρχές ή σε επαγγέλματα που ασκούν δημόσια εξουσία (λ.χ. συμβάσεις που μεταβιβάζουν εμπράγματα δικαιώματα και απαιτούν την τήρηση συμβολαιογραφικού τύπου, συμβάσεις που εμπίπτουν στο οικογενειακό ή κληρονομικό δίκαιο). Λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα των κρατών μελών να εισάγουν τις ανωτέρω παρεκκλίσεις και απαγορεύσεις γίνεται αντιληπτό πως η Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο δεν στοχεύει σε συνολική εναρμόνιση, αλλά μόνη στην προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών στην έκταση που αυτό είναι απαραίτητο ώστε να καταστεί δυνατή η πραγματοποίηση διασυνοριακών ηλεκτρονικών συναλλαγών 28 Περαιτέρω, ένας επιπρόσθετος σκοπός που επιδιώκεται με την Οδηγία είναι η διατήρηση του κοινοτικού κεκτημένου της προστασίας του καταναλωτή (aquis communautaire) 29. Παρά 27 Βλ. Ι.Καράκωστας, «Δίκαιο και Ίντερνετ, Νομικά ζητήματα του Διαδικτύου», Εκδόσεις Αντ.Ν.Σάκκουλας (2009), σελ 188 και επ. 28 Βλ. Δίκαιο Προστασίας του Καταναλωτή (επιμ. Ελίζα Αλεξανδρίδου),Νομική Βιβλιοθήκη 2015, σελ 263-295, ιδίως σελ. 278. 29 Ειδικότερα, στο κοινοτικό κεκτημένο σε θέματα προστασίας του καταναλωτή υπάγονται ιδίως οι Οδηγίες: 93/13/EOK σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με τους καταναλωτές, η 17
το γεγονός ότι η Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο δεν συμπεριλαμβάνεται στον μεγάλο αριθμό Οδηγιών που αποσκοπούν στην προστασία του καταναλωτή, ο κοινοτικός νομοθέτης έκρινε πως η διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή είναι επιβεβλημένη, εφόσον το ηλεκτρονικό εμπόριο αφορά στην πραγματοποίηση διασυνοριακών συναλλαγών μεταξύ απόντων προσώπων, οι οποίες εκ των πραγμάτων, εγκυμονούν ποικίλους κινδύνους για τα συμφέροντα των καταναλωτών. Πιο συγκεκριμένα στο άρθ. 1 παρ. 3 προβλέπεται ότι η Οδηγία «δεν θίγει το επίπεδο προστασίας, ιδίως της δημόσιας υγείας και των συμφερόντων του καταναλωτή, όπως θεσπίζεται σε κοινοτικές πράξεις και στις εθνικές νομοθετικές πράξεις, που εκδόθηκαν για την εφαρμογή τους, στο μέτρο που δεν περιορίζεται έτσι η ελευθερία παροχής των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας». Με τη διάταξη αυτή, επαναλαμβάνεται η ανάγκη προάσπισης των συμφερόντων του καταναλωτή τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, με την επιφύλαξη της διατήρησης της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και την απαγόρευση οποιουδήποτε περιορισμού στις αρχές που κατοχυρώνει η κοινοτική Οδηγία 30. Αξίζει να σημειωθεί πως από τον εν λόγω κανόνα γίνεται αντιληπτό πως σε περίπτωση σύγκρουσης των δύο βασικών κανόνων, ήτοι της ελεύθερης και ακώλυτης κυκλοφορίας των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και της προστασίας των καταναλωτών, φαίνεται να υπερισχύει η πρώτη 31. Αναφορικά με θέματα εφαρμοστέου δικαίου στις διασυνοριακές διαφορές, ζήτημα που θα αναλυθεί εκτενώς σε επόμενο κεφάλαιο της εισήγησης, το άρθ. 1 παρ. 4 της Οδηγίας, ορίζει ρητά πως δεν προβλέπονται πρόσθετοι κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου καθώς και δικαιοδοσίας των δικαστηρίων. Με άλλα λόγια, οι διαφορές που θα προκύψουν σε Οδηγία 84/450/ΕΟΚ (όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 97/55/ΕΚ) για την παραπλανητική και συγκριτική διαφήμιση, η Οδηγία 90/314/ΕΟΚ για τα οργανωμένα ταξίδια, η Οδηγία 85/374/ΕΟΚ για την ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά προϊόντα, η Οδηγία 99/44/ΕΚ για τις εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών, η Οδηγία 02/65/ΕΚ για την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, η Οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, η Οδηγία 2008/48/ΕΕ για τις συμβάσεις πιστώσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, η Οδηγία 2011/83/ΕΕ για τα δικαιώματα των καταναλωτών (με την οποία καταργήθηκε η Οδηγία 97/7/ΕΚ για τις συμβάσεις από απόσταση) και τέλος η Οδηγίας 2013 /11/ΕΕ για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών, βλ. Κ. Δελούκα Ιγγλέση, «Νομικά Θέματα Ηλεκτρονικού Εμπορίου», όπ.παρ. σελ. 91. 30 Πρέπει να σημειωθεί πως η επιφύλαξη που τίθεται στον κανόνα αυτόν, ήτοι ότι η υποχρέωση διατήρησης ενός υψηλού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή ισχύει «στο μέτρο που δεν περιορίζεται έτσι η ελευθερία παροχής της κοινωνίας της πληροφορίας», δεν υπήρχε στην τελευταία (πριν την ψήφιση της) πρόταση της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Προφανώς, την τελευταία στιγμή επικράτησαν άλλα συμφέροντα και στο τελικό κείμενο τέθηκε η παρούσα επιφύλαξη, βλ. σχετικά Ελ. Αλεξανδρίδου, «Το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εμπορίου» όπ.παρ., σελ. 25. 31 Βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, Μελέτη «Η πρόταση της Οδηγίας της Ε.Ε για το ηλεκτρονικό εμπόριο και η προστασία του καταναλωτή», ΔΕΕ 2/2000, 113 επ. 18
ενδοκοινοτικό επίπεδο μεταξύ των ηλεκτρονικά συναλλασσομένων μερών θα επιλύονται με βάση τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, δηλαδή κυρίως τους Κανονισμούς Ρώμη Ι για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές και Ρώμη ΙΙ στις εξωσυμβατικές ενοχές και τέλος τον Κανονισμό 44/2001/ΕΚ «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις 32». Βεβαίως, ιδιαίτερη συζήτηση έχει προκαλέσει η καθιέρωση μέσω του άρθ. 3 παρ. 1 της Οδηγίας της αρχής της χώρας προέλευσης, ως αρχής που πρέπει να διέπει τις διασυνοριακές συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου. Πρόκειται, όπως πολύ εύστοχα έχει παρατηρηθεί για έναν κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου ή άλλως μια «ιδιότυπη κατασκευή ανάμεσα στο ιδιωτικό διεθνές δίκαιο και στο ουσιαστικό δίκαιο 33. Σύμφωνα με τον κανόνα αυτό, το δίκαιο που θα διέπει τις διασυνοριακές συναλλαγές που συνάπτονται με ηλεκτρονικά μέσα, θα είναι το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη μόνιμη εγκατάσταση του ο φορέας παροχής των υπηρεσιών. Για την προβληματική που έχει αναπτυχθεί αναφορικά με την αρχή της χώρας προέλευσης του φορέα παροχής υπηρεσιών στο ηλεκτρονικό εμπόριο και τον τρόπο εφαρμογής της θα γίνει περαιτέρω ανάλυση στο έβδομο κεφάλαιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Όσον αφορά στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας, ορίζεται ρητά πως τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθ. 2 Α και την αιτιολογική σκέψη 17 του προοιμίου της Οδηγίας, οι εν λόγω κοινοτικές ρυθμίσεις εφαρμόζονται σε κάθε υπηρεσία που παρέχεται με ηλεκτρονικά μέσα, κατά κανόνα έναντι αμοιβής, από απόσταση, και μετά από προσωπική αίτηση του αποδέκτη των υπηρεσιών. Ακόμη, γίνεται δεκτό πως οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας περιλαμβάνουν ένα φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται σε απευθείας σύνδεση (online). Υπό αυτή την έννοια στο σύνηθες μοντέλο ηλεκτρονικών συναλλαγών που πραγματοποιούνται online ανήκουν οι συμβάσεις πώλησης αγαθών (λογισμικού, βιβλίων, μουσικής, hardware) και υπηρεσιών 34 (χρηματοοικονομικών, ψυχαγωγικών, συνδρομητικές 32 Βλ. Κ. Δελούκα Ιγγλέση, «Νομικά Θέματα Ηλεκτρονικού Εμπορίου» όπ.παρ., σελ. 92. 33 Βλ. Χ.Αποστολόπουλος, Μελέτη «Η ερμηνεία της αρχής της χώρας προέλευσης στην Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο ως κανόνας σύγκρουσης του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου», ΔΕΕ3/2004, σελ. 269, όπως παραπέμπει σε Ο Ahrens, CR 2000,835 (841), όπου μιλάει για «διαμόρφωση της διάταξης για την αρχή της χώρας προέλευσης ως κανόνα σύγκρουσης του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, που δεν θίγει όμως στην πραγματικότητα το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο». 34 Η πιο συνηθισμένη μορφή παροχής υπηρεσιών στο διαδίκτυο είναι εκείνη όπου παροχέας αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει στον αποδέκτη της υπηρσίας τη δυνατότητα απλής πρόσβασης στο διαδίκτυο. Συνηθισμένη είναι ακόμη η περίπτωση όπου ο παροχέας διαθέτει στον αποδέκτη της υπηρεσίαςχώρο αποθήκευσης δεδομένων και πληροφοριών, βλ. Π. Κορνηλάκη, «Διαδίκτυο και Αστικό Δίκαιο», Αρμ. 2007, σελ. 993 998, ιδίως σελ. 996. 19
υπηρεσίες σε βάσεις δεδομένων και εφημερίδες, λογαριασμοί ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κ.ο.κ.). Εξ αντιδιαστολής, πρέπει να σημειωθεί πως από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας αποκλείονται οι συμβάσεις που δεν πραγματοποιούνται σε απευθείας σύνδεση (offline), ήτοι αυτές οι συμβάσεις που ομοιάζουν με τις απλές συμβάσεις από απόσταση και ολοκληρώνονται με την αποστολή των αγαθών με τον παραδοσιακό τρόπο. Η εξαίρεση της δραστηριότητας αυτής από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγία περιορίζει ακόμη περισσότερο την έννοια των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας 35. Tέλος, από το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας έχουν εξαιρεθεί ορισμένα νομικά ζητήματα που επηρεάζουν μεν άμεσα το ηλεκτρονικό εμπόριο, υπάρχουν δε ήδη ειδικότερες νομοθετικές πρωτοβουλίες που τα ρυθμίζουν, όπως στην περίπτωση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων 36, των θεμάτων φορολογικού τομέα 37 ή των ζητημάτων που αφορούν στο δίκαιο των καρτέλ κ.ο.κ. 2.3 Οι σχετικές με τη σύναψη των ηλεκτρονικών συμβάσεων διατάξεις της Οδηγίας 2000/31/ΕΚ Tα άρθρα 9 έως 11 της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο, ρυθμίζουν το ζήτημα της σύναψης ηλεκτρονικών συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα (και δη μέσω του διαδικτύου), αντικείμενο που αποτελεί τον πυρήνα της διπλωματικής εργασίας. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, με δεδομένο ότι πρόκειται για μία Οδηγία ελάχιστης εναρμόνισης, βασικός σκοπός του κοινοτικού νομοθέτη δεν είναι η ριζική αλλαγή του εθνικών δικαιικών ρυθμίσεων που αφορούν στις ηλεκτρονικές συμβάσεις, αλλά μόνο η άρση όλων εκείνων των νομικών προβλημάτων που ενδέχεται να παρεμποδίσουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας μέσω της ελεύθερης και ακώλυτης κατάρτισης των online συμβάσεων. Παράλληλα, η Οδηγία υποχρεώνει τους παρόχους των υπηρεσιών της κοινωνίας 35 Βλ.Γ.Γεωργιάδη, «Η σύναψη συμβάσεως μέσω διαδικτύου», όπ.παρ., σελ. 219. Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η γενικότερη πρόθεση του κοινοτικού νομοθέτη διαφαίνεται να είναι εν τέλει η θέσπιση ενός συνεκτικού συνόλου κανόνων για την εσωτερική αγορά που να εφαρμόζονται σε όλες τις μορφές συναλλαγών τόσο online όσο και offline. 36 Ειδικότερα, πρέπει να αναφερθούν η Οδηγία 95/46/ΕΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, η Οδηγία 2002/58/ΕΚ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της από τις Οδηγίες 2006/26/ΕΚ και 2009/136/ΕΚ. 37 Αναλυτικότερα βλ. Ι.Ιγγλεζάκη «Το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εμπορίου» όπ.παρ., σελ. 185 192. 20
της πληροφορίας να ενισχύσουν τη διαφάνεια των συναλλαγών και προβλέπει την ειδική προστασία των διαδικτυακά συναλλασσομένων καταναλωτών 38. Ταυτόχρονα, η Οδηγία προβλέπει την υποχρέωση των κρατών μελών να μεριμνούν ώστε το εθνικό τους δικαιικό σύστημα να καθιστά εφικτή τη σύναψη των συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα, παραγνωρίζοντας την ύπαρξη τυπικών εμποδίων όπως λ.χ. την έλλειψη αποτύπωσης της σύμβασης σε χαρτί. Ειδικότερα, η παρ. 1 του άρθ. 9 προβλέπει ότι τα μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι νομικές προϋποθέσεις που ισχύουν για τη διαδικασία σύναψης των συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα να μην εμποδίζουν την ουσιαστική κατάρτιση συμβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς επίσης και να μην οδηγούν σε στέρηση της ισχύος των εννόμων αποτελεσμάτων επειδή έχουν συναφθεί ηλεκτρονικά. Προς την επίτευξη του σκοπού αυτού, κομβικό ρόλο διαδραματίζει η Οδηγία 1999/93/ΕΚ «σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές υπογραφές». Η Οδηγία αυτή ρυθμίζει το σπουδαίο ζήτημα της πλήρους αναγνώρισης των ασφαλών προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών ως νομικά ισοδύναμων προς τις ιδιόχειρες υπογραφές, θεσπίζοντας παράλληλα το νομικό πλαίσιο των αρχών πιστοποίησης και των παρόχων υπηρεσιών πιστοποίησης. Οι ρυθμίσεις της Οδηγίας για τις ηλεκτρονικές υπογραφές ενσωματώθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη με το ΠΔ 130/2001, με το οποίο θα ασχοληθούμε αναλυτικότερα στο πέμπτο κεφάλαιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας. 2.4. Η συσχέτιση της Οδηγίας 2011/83/ΕΚ «Για τα δικαιώματα των καταναλωτών» με την Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Η Οδηγία 2000/31/ΕΚ για το ηλεκτρονικό εμπόριο συσχετίζεται άμεσα με τις κοινοτικές και εθνικές διατάξεις για την προστασία του καταναλωτή, καθώς ως αναφέρθηκε ανωτέρω, βασική επιδίωξη του συντάκτη της Οδηγίας ήταν η διατήρηση του κοινοτικού κεκτημένου της προστασίας του καταναλωτή και στο ηλεκτρονικό εμπόριο. Υπό αυτό το πρίσμα, έχει γίνει κατά κανόνα δεκτό από τη θεωρία 39, πως στις συμβάσεις πώλησης που συνάπτονται μέσω διαδικτυακών τόπων άμεσης εφαρμογής τυγχάνει και η Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Για τα δικαιώματα των καταναλωτών», όπως αυτή τροποποίησε την Οδηγία 97/7/ΕΚ «Για τις συμβάσεις από 38 Βλ. Κ. Δελούκα Ιγγλέση, «Νομικά Θέματα Ηλεκτρονικού Εμπορίου», όπ. παρ. σελ. 99. 39 Βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, «Το δίκαιο του ηλεκτρονικού εμπορίου», όπ. παρ., σελ. 62 επ, Ι. Καράκωστα «Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή», Νομική Βιβλιοθήκη (2004), σελ. 183 επ. 21
απόσταση 40». Ο συσχετισμός της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο και της νέας Οδηγίας για τα δικαιώματα των καταναλωτών είναι εύλογος, καθώς οι συμβάσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών, αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα συμβάσεων από απόσταση. Άλλωστε, ο ορισμός που δίνεται στο τροποποιημένο άρθρο 3 αριθ. 7 του Ν.2251/1994 για τις εξ αποστάσεως συμβάσεις περιλαμβάνει ρητά στα επιτρεπόμενα μέσα επικοινωνίας τόσο το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (εδώ, όπως έχει αναφερθεί δεν τυγχάνουν συμπληρωματικής εφαρμογής οι διατάξεις της Οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο) όσο και το διαδίκτυο 41. Ακόμη, και στον αριθ. 11 του ίδιου άρθρου δίνεται ο ορισμός του ψηφιακού περιεχομένου επιβεβαιώνοντας ρητά την πρωτοβουλία το Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να συμπεριλάβει στη νέα Οδηγία και τις συμβάσεις ψηφιακού περιεχομένου, ήτοι τις συμβάσεις μέσω διαδικτύου με τις οποίες διατίθενται δεδομένα που παράγονται σε ψηφιακή μορφή 42 από τον ιστότοπο του φορέα παροχής υπηρεσιών στην κεντρική μνήμη του υπολογιστή του καταναλωτή 43. Με την εφαρμογή των νέων διατάξεων για τις συμβάσεις πώλησης εξ αποστάσεως και στις ηλεκτρονικές συμβάσεις που καταρτίζονται μέσω διαδικτύου, επαυξάνεται η προστασία του καταναλωτή ως ασθενέστερο συμβαλλόμενο μέρος και συνακόλουθα ενισχύεται η εμπιστοσύνη στον τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου. Άλλωστε απώτερος στόχος της Οδηγίας ήταν η δημιουργία ενός ομοιόμορφου πλαισίου στο πεδίο της προστασίας των καταναλωτών, μέσω του οποίου θα μπορούσε να ενισχυθεί η ασφάλεια στις διασυνοριακές συναλλαγές εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους 40 Σχετικά με την Οδηγία αυτή βλ. Ελ. Αλεξανδρίδου, Μελέτη, «Οδηγία για τα δικαιώματα των καταναλωτών και ΥΑ Ζ1-891. Κατά πόσο επετεύχθησαν οι στόχοι βελτίωσης του κοινοτικού κεκτημένου και της κοινοτικής συνοχής», ΔΕΕ/2014, σελ. 193. 41 Ωστόσο, πριν τη ρητή αναφορά του διαδικτύου στα μέσα επικοινωνίας εξ αποστάσεως, υπήρχαν απόψεις που σε αντίθεση με τη θεωρία, υποστήριζαν τη μη δυνατότητα υπαγωγής της ηλεκτρονικής σύμβασης πώλησης μέσω του διαδικτύου στις εξ αποστάσεως συμβάσεις πώλησης. Ειδικότερα, υποστηρίχθηκε πως ο νόμος για την προστασία του καταναλωτή (ήτοι η εφαρμογή του προγενέστερου άρθρου 4 του Ν.2251/1994) εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις που συνάπτονται με «ατομικά μέσα επικοινωνίας» και όχι σε εκείνες που συνάπτονται μέσω διαδικτυακών τόπων. Τέτοιου είδους μέσα επικοινωνίας είναι τα έντυπα με ή χωρίς παραλήπτη, το τηλέφωνο με ή χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, η τηλεομοιοτυπία, η τηλεόραση κ.ο.κ. Ωστόσο, έγινε δεκτό πως η τυπική γραμματική ερμηνεία της προγενέστερου άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2251/1994, έπρεπε να παραμεριστεί δεδομένου του σκοπού του νομικού πλαισίου του ηλεκτρονικού εμπορίου για τη μη μείωση της προστασίας του καταναλωτή και έτσι τελικά να γίνει δεκτό πως και οι συμβάσεις πώλησης μέσω διαδικτυακών ιστότοπων θεωρούνται συμβάσεις πώλησης εξ αποστάσεως κατά την έννοια του δικαίου του καταναλωτή, βλ. σχετ. Ευ. Παπακωνσταντίνου, «Νομικά Θέματα Πληροφορικής», Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη, (2006), σελ. 361-363. 42 Η αιτιολογική έκθεση της Οδηγίας διευκρινίζει ότι ο παραπάνω ορισμός έχει εφαρμογή ανεξάρτητα από το αν η πρόσβαση στα δεδομένα παρέχεται με μεταφόρτωση (downloading) ή με ροή δεδομένων (streaming) σε υλικό μέσο ή άλλα μέσα. Απαριθμούνται μάλιστα οι εξής μορφές ψηφιακού περιεχομένου όπως: προγράμματα υπολογιστών, εφαρμογές (applications) παιχνίδια, μουσική, βίντεο και κείμενα. 43 Βλ. Ν. Ζαπράνο, Μελέτη «Συμβάσεις ψηφιακού περιεχομένου από απόσταση», Αρμ.2014, (Τευχ. 7 ο ), σελ. 1100 1101. 22