Η ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΥΔΑΤΟΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΕΣ ΕΩΣ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΣΤΡΟΦΥΣΙΚΗ Περίληψη Ήρεμο ή ορμητικό, στάσιμο ή γάργαρο, το νερό θεωρείται το «αίμα» της Γης, που με το δίκτυο των ποταμών διατρέχει τις φλέβες της χαρίζοντάς της ζωή. Το νερό είναι το πολυτιμότερο υγρό του πλανήτη μας, ευεργετικό για τον άνθρωπο, τα ζώα και τα φυτά. Είναι το κύριο συστατικό του ανθρώπινου οργανισμού, η βάση των αρχαίων ελληνικών κοσμογονικών μύθων, ένα από τα κυρίαρχα «στοιχεία» του κόσμου, απαραίτητο για τη δημιουργία και τη συνέχιση της ζωής. Είναι άχρωμο, άοσμο, άγευστο κι όμως πολύτιμο και αναντικατάστατο, ενώ μέχρι σήμερα η Φυσική δεν κατόρθωσε να αποκαλύψει όλα τα μυστικά του. Πάντοτε στο επίκεντρο των επιστημονικών, θρησκευτικών, μυθολογικών και φιλοσοφικών αναζητήσεων του ανθρώπου. Εισαγωγή Από τα πανάρχαια χρόνια οι άνθρωποι είχαν αντιληφθεί πόσο σημαντικό είναι το νερό για την ύπαρξη της ζωής, αλλά και ολόκληρου του Κόσμου. Οι φιλόσοφοι και οι άνθρωποι γενικότερα πίστευαν ότι το ύδωρ ήταν η αρχή όλων των πραγμάτων, αφού τα πάντα περιέχουν νερό. Στους κοσμογονικούς μύθους όλων των λαών, το νερό, ως βασικό στοιχείο της διαμόρφωσης λαϊκών παραδόσεων, έχει μαγικές ιδιότητες και είναι ουσία αναγεννητική, αναζωογονητική και εξαγνιστική. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν σε πολλές υδάτινες θεότητες θεότητες της θάλασσας και των ποταμών. Εκτός από τον Ποσειδώνα, θεό της θάλασσας, λάτρευαν τον Νηρέα και τις Νηρηίδες, τον Πρωτέα, τον Τρίτωνα κ.ά. Επίσης είχαν θεοποιήσει πολλούς ποταμούς, όπως τον Αχελώο, τον Αλφειό, τον Ασωπό κ.ά. Ήδη από την εποχή του Ομήρου οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στον υδάτινο Ωκεανό. Ο Ωκεανός δεν έχει ούτε πηγές, ούτε εκβολές είναι «αψόρροος», δηλαδή κυκλορέματος, ρέων προς τα πίσω. Το ρεύμα του ξαναγυρίζει εκεί από όπου ξεκίνησε σε μια αδιάκοπη και αιώνια ροή. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ότι ο αψόρροος ποταμός περιέβαλε ολόκληρη τη Γη, η οποία ήταν επίπεδη, στα άκρα της οποίας στηριζόταν ο Ουρανός, που ορθωνόταν πάνω στον κυκλικό δίσκο της Γης, σαν ένας τεράστιος αψιδωτός θόλος. Ο Ωκεανός που δεν είχε ούτε πηγές, ούτε εκβολές ήταν ο πατέρας όλων των θεών: Ωκεανού, ός περ γένεσις πάντεσσι τέκτυται (Ιλιάδα Ξ 246). Αυτό αναφέρεται από τον Πλάτωνα στον Κρατύλο (402 BC): ώσπερ αυ Όμηρος Ωκεανόν τε Θεών γένεσίν φησίν καί μητέρα Τηθύν [Ξ 201]. Οίμαι δέ καί Ησίοδος [Θεογ. 337: Τηθύς δ Ωκεανώ Ποταμούς τέκε διήεντας]. Λέγει δέ
πού καί Ορφεύς ότι Ωκεανός πρώτος καλλίροος ήρξε γάμοιο ός ρα κασιγνήτην ομομήτορα Τηθύν οποίεν (Πλάτων, Κρατύλος 402 BC). Τα ίδια περίπου αναφέρει και ο Αριστοτέλης: Εισί δέ τινές οι και τους παμπαλαίους και πολύ πρό της νυν γενέσεως και πρώτους θεολογήσαντας ούτως οίονται περί της φύσεως υπολαβείν. Ωκεανόν τε γάρ και Τηθύν εποίησαν της γενέσεως πατέρας, καί τόν όρκον των θεών ύδωρ, την καλουμένην υπ αυτών Στύγα [των ποιητών] (Μετά τα Φυσικά Α.3, 983b6). Κοσμογονία Όταν, τον 6ο π.χ. αιώνα στην Ιωνία τέθηκε το ερώτημα για την πρώτη αρχή των όντων, το νερό θεωρήθηκε από τον Θαλή τον Μιλήσιο ως το πρωταρχικό στοιχείο. Ο Θαλής (6ος π.χ. αιώνας) διατύπωσε τη θέση ότι ο κόσμος γεννήθηκε από το ύδωρ: «αρχήν των πάντων απεφήνατο το ύδωρ». Έτσι για πρώτη φορά στην Ιστορία της Επιστήμης επιχειρείται μια ερμηνεία των κοσμικών φαινομένων βασισμένη όχι στη βουλητική ενέργεια μιας ανθρωπομορφικής θεότητας, αλλά σε μια απρόσωπη φυσική αρχή. Ο Θαλής ο Μιλήσιος πρέσβευε ότι ο Κόσμος κάποτε ήταν υδάτινος και ότι η ξηρά δημιουργήθηκε από τα ύδατα μέσω μιας φυσικής διαδικασίας, παρόμοιας με την απόθεση που είχε παρατηρήσει στο Δέλτα του Νείλου στην Αίγυπτο. Ο Θαλής παρατήρησε προσεκτικά τον γύρω του Κόσμο και είδε ότι στη φύση το στοιχείο το οποίο εμφανώς πλεονάζει και πλεονεκτεί έναντι των άλλων ήταν το «ύδωρ». Εξ αυτού του γεγονότος, υπέθεσε ότι το νερό έπρεπε να ήταν το βασικό στοιχείο της αρχής του Κόσμου, το ουσιώδες συστατικό όλων των πραγμάτων. Πρώτος, λοιπόν, ο Θαλής ο Μιλήσιος, ιδρυτής της Ιωνικής Σχολής και θεμελιωτής της Θεωρητικής Γεωμετρίας και Αστρονομίας, ως φορέας του θεωρητικού αρχαίου ελληνικού πνεύματος, το οποίο δεν αρκoύνταν στη διαπίστωση και διαμνημόνευση των δεδομένων, αλλά αναζητούσε τη θεωρητική εξήγηση και δικαιολόγηση των γεγονότων, έδωσε την έννοια της πρώτης «αρχής», που από τότε αποτελεί βασικό όρο της παγκόσμιας επιστημονικής διανόησης. Το νερό, λοιπόν, πέρα από τις οιεσδήποτε θεϊκές παρεμβάσεις ήταν για τον μεγάλο φιλόσοφο το ουσιώδες συστατικό όλων των πραγμάτων και όλα τα φυσικά όντα ήταν μεταλλαγές αυτής της αρχικής ύλης. Την προσπάθεια της Ιωνικής Σχολής και ιδιαίτερα του Θαλή του Μιλήσιου για τη διατύπωση του πρώτου φιλοσοφικού συστήματος περιγράφει ο Αριστοτέλης στο έργο του «Μετά τα Φυσικά» όπου χαρακτηριστικά αναφέρει ότι όλοι οι Ιωνες φιλόσοφοι, έθεσαν, κάποια «αρχή» (γενεσιουργό αιτία) του Κόσμου:
Των δη πρώτον φιλοσοφησάντων οι πλείστοι τας εν ύλης είδει μόνας ωήθησαν αρχάς είναι πάντων εξ ου γαρ εστίν άπαντα τά όντα και εξ ου γίγνεται πρώτου και εις ο φθείρεται τελευταίον. της μέν ουσίας υπομενούσης, τοις δέ πάθεσι μεταβαλλούσης, τούτο στοιχείον καί ταύτην αρχήν φασίν είναι των όντων, και διά τούτο ούτε γίγνεσθαι ουδέν οίονται ουτ απόλλυσθαι, ως της τοιαύτης φύσεως αεί σωζομένης αεί γάρ είναι τινα φύσιν ή μίαν η πλείους μιας, εξ ων γίγνεται τάλλα σωζομένης εκείνης. το μέντοι πλήθος και το είδος της τοιαύτης αρχής ου τό αυτό πάντες λέγουσιν, αλλά Θαλής μεν ο της τοιαύτης αρχηγός φιλοσοφίας ύδωρ ειναί φησιν (διο και την γην εφ ύδατος απεφαίνετο είναι), λαβών ίσως τήν υπόληψιν ταύτην [ ] και διά τό πάντων τά σπέρματα τήν φύσιν υγράν έχειν (Μετά τα Φυσικά Α 3, 983b 6). Που μεταγράφεται ως εξής: Οι περισσότεροι από εκείνους που για πρώτη φορά φιλοσόφησαν θεώρησαν ότι αρχές των πάντων είναι οι διάφορες μορφές της ύλης, διότι εκείνο από το οποίο συνίστανται όλα τα όντα και από το οποίο καθένα από αυτά γίνεται κατά πρώτον και στο οποίο τελικά καταστρέφεται, ενώ η μεν ουσία του μένει αμετάβλητη, τα δε πράγματα μεταβάλλουν μορφές, τούτο (δηλαδή η ύλη) λέγουν ότι είναι το στοιχείο αυτό και αυτή είναι η αρχή των όντων και γι αυτό πιστεύουν ότι τίποτε δεν γίνεται ούτε καταστρέφεται, επειδή τέτοια φύση διασώζεται πάντοτε [ ] διότι πρέπει να υπάρχει κάποια φύση ή μία ή περισσότερες από μία, από τις οποίες γίνονται όλα τα άλλα χωρίς αυτή να μεταβάλλεται. Το πλήθος, λοιπόν, και το είδος αυτής της αρχής δεν λέγουν όλοι ότι είναι το ίδιο, αλλά ο μεν Θαλής που είναι αρχηγός αυτής της φιλοσοφίας, λέγει ότι είναι το νερό (γι αυτό και απεφάνθη ότι η Γη στηρίζεται στο νερό), αφού υπέθεσε τούτο (ότι δηλαδή αρχή των πάντων είναι το νερό) [ ] και από το ότι τα σπέρματα έχουν υγρή φύση (η μετάδοση δηλαδή της ζωής γίνεται μόνον μέσω του υγρού στοιχείου και γι αυτό το νερό είναι αρχή και στοιχείο των όντων). Το νερό λοιπόν είναι η αρχή όλων των πραγμάτων, εφόσον όλα τα στοιχεία αποτελούνται από νερό και κατ ουσία είναι νερό! Ομοίως και ο δοξογράφος Διογένης ο Λαέρτιος για την υπόθεση του Θαλή του Μιλήσιου αναφέρει: Αρχήν δέ των πάντων ύδωρ υπεστήσατο, καί τόν κόσμον έμψυχον και δαιμόνων πλήρη (Διογένης ο Λαέρτιος, Φιλοσόφων Βίοι, I, 27). Και o Sir Th.L. Heath συμπληρώνει: Thales laid it down that the first principle of all things is water, and that the universe is animate and full of gods (Heath, 1931, p. 2). Συνεπώς, σύμφωνα με τις απόψεις του για το ύδωρ ως αρχέγονο στοιχείο, ο Θαλής, όπως και άλλοι Ίωνες σοφοί, είχε την πεποίθηση ότι το Σύμπαν
ήταν μια πελώρια υδάτινη μάζα, πάνω στην οποία επέπλεε η Γη που είχε το σχήμα τεράστιου κυκλικού δίσκου. Δηλαδή η Γη παρομοιαζόταν με μια επίπεδη επιφάνεια, η οποία επέπλεε επί των συμπαντικών υδάτων, κέντρο του πλανητικού μας συστήματος και του Σύμπαντος γενικότερα. Δεν πρέπει να μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση αυτή η γενική άποψη των σοφών εκείνης της εποχής. Ακόμα και σήμερα στην Ακολουθία της Μεγάλης Πέμπτης ψάλλουμε: Ο εν ύδασι τήν γην κρεμάσας. Άλλωστε η υπόθεση της επιπλέουσας Γης ήταν γνωστή στους Αρχαίους Έλληνες από την Οδύσσεια του Ομήρου: Ποσειδάων δε μεθήσει όν χόλον, ου μέν γάρ τι δυνήσεται αντία πάντων αθανάτων αέκητι θεών εριδαινέμεν οίος (Οδύσσεια α, 79), όπου ο Ποσειδώνας καλείται της Γης κυρίαρχος. Ο Ποσειδώνας θεός της θάλασσας, παλαιότερα ήταν χθόνιος θεός. Οι Αρχαίοι Έλληνες συμβίβασαν εύκολα τις δύο αυτές παραδόσεις, ίσως γιατί όπως πίστευαν η Γη επέπλεε στη θάλασσα. Κατ αυτόν τον τρόπο, ο Ποσειδώνας άλλοτε αρμενίζει στη θάλασσα κι άλλοτε βαδίζει στη Γη και κάνει τη Γη να τρέμει ως κοσμοσείστης: «Ποσειδάων ενοσίχθων» (Οδύσσεια α, 74). Αυτή ακριβώς η υπόθεση της επιπλέουσας Γης γνωστή ήδη από την Οδύσσεια οδήγησε τον Θαλή στο να διατυπώσει μια θεωρία για τους σεισμούς. Πίστευε ότι εφόσον η Γη επέπλεε σαν λέμβος πάνω στα συμπαντικά ύδατα, οι τυχόν διαταραχές της υδάτινης μάζας, πάνω στην οποία ήταν τοποθετημένη, γίνονταν η αιτία να σημειωθούν οι σεισμοί. Ομοίως στην Παλαιά Διαθήκη, στο Βιβλίο του Ιώβ αναφέρεται ότι ο Θεός είναι: Ο κρεμάζων τήν γην επί ουδενός (Παλαιά Διαθήκη ΚΣΤ, 7). Την παράδοση του Θαλή του Μιλήσιου ακολούθησε ο Ίππων ο Σάμιος, ο οποίος στήριξε τη θέση του σε φυσιολογικές κυρίως παρατηρήσεις, όπως στην υγρότητα των ζώντων οργανισμών. O Ίππων υπέστη καταφανή επίδραση των διδαγμάτων του Θαλή ως προς τις κοσμογονικές του αντιλήψεις. Αυτό επιβεβαιώνει ο Σιμπλίκιος, νεοπλατωνικός φιλόσοφος και σχολιαστής των έργων του Αριστοτέλη: Ο Θαλής και ο Ίππων, που φαίνεται ότι ήταν άθεος, έλεγαν ότι αρχή είναι το ύδωρ, οδηγούμενοι σ αυτό το συμπέρασμα από τα φαινόμενα που υποπίπτουν στην αντίληψή μας (Σιμπλ. Φυσ. 23,2). Ο Σέξτος ο Εμπειρικός αναφέρει ότι ο Ίππων δεχόταν ως αρχικό στοιχείο το νερό, από το οποίο προήλθε η φωτιά και από την κυριαρχία της φωτιάς επί του νερού ο Κόσμος. Οι απόψεις του Ίππωνος βρίσκονται στην έκδοση του Herrmann Diels, Fragmente der Vorsokratiker. Ο Ίππων υποστήριζε ότι τίποτα δεν υπάρχει εκτός από τα πράγματα που υποπίπτουν στην αντίληψή μας. Κατά συνέπεια, οι θεοί που λατρεύονταν ήταν σπουδαίοι άντρες ή ήρωες που θεοποίησε ο λαός. Γι αυτές του τις απόψεις ο Ίππων θεωρούνταν άθεος. Επίσης τις απόψεις του τις περιφρονεί ο Αριστοτέλης, ο οποίος και τον ψέγει για την κατωτερότητα των υποθέσεών του.
Ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος (565-488 π.χ.) έδωσε κάποιο είδος φιλοσοφικού συστήματος δεχόμενος τις φιλοσοφικές δοξασίες των προηγουμένων Ιώνων φιλοσόφων για τα πρώτα στοιχεία της δημιουργίας, από τα οποία ο ίδιος θεωρούσε ως πρωταρχικά τη γαία και το ύδωρ. Πράγματι, αυτό φαίνεται καθαρά σε δύο από τα 29 αποσπάσματα που σώθηκαν από το έργο του «Περί Φύσεως»: Εκ γαίης πάντα και εις γην πάντα τελευτά, που σημαίνει: Από τη γη προέρχονται τα πάντα και όλα στη γη έχουν το τέρμα τους (Περί Φύσεως, απόσπασμα Β27). Ομοίως: Γη και ύδωρ πάντ εσθ όσα γίνοντ(αι) ηδέ φύονται, που σημαίνει: γη και ύδωρ και κάθε τι από όσα γίνονται και αναπτύσσονται και βλαστάνουν (Περί Φύσεως, απόσπασμα Β29). Πάντως το γενικότερο πρόβλημα με τη θεωρία του ήταν ότι στην κοσμολογία του υπέθεσε πως τα πρωταρχικά στοιχεία της δημιουργίας ήταν το ύδωρ και η γη, τα οποία δεν βρίσκονταν σε αντίθεση, όπως η γη και ο αήρ ή το ύδωρ και το πυρ, ούτως ώστε να δικαιολογούν κίνηση ανάμεσά τους. Ο Εμπεδοκλής (483-430 π.χ.) περιέλαβε επίσης τη γη στα τέσσερα απλά στοιχεία (ριζώματα) της φύσης από τα οποία προήλθε ο κόσμος: ύδωρ, πυρ, αήρ και γη. Το νερό στη φιλοσοφία του Εμπεδοκλή συμβολίζεται από τη Νήστιν πιθανώς σικελική θεότητα που συμβόλιζε τα νερά. Η παραγωγή της λέξης προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα νάω, που σημαίνει αναβλύζω. Η Νήστις χύνοντας τα δάκρυά της δημιουργούσε την πηγή της ζωής των θνητών. Τέσσερα γάρ πάντων ριζώματα πρώτον άκουε Ζευς αρχής Ήρη τε φερέσβιος ηδ Αιδωνεύς Νήστις θ, η δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον (Απόσπασμα 6). Που μεταγράφεται ως εξής: Άκουγε κατ αρχήν ότι τέσσερις είναι οι ρίζες για όλα τα όντα. Ο Ζευς που με τους κεραυνούς φεγγοβολεί η Ήρα που ως αέρας με την αναπνοή χαρίζει τη ζωή, ο Αιδωνεύς, ο Άδης ως γη και η Νήστις τοπική θεότητα της Μεγάλης Ελλάδας, η οποία συμβολίζει τα νερά που χύνοντας τα δάκρυά της δημιουργεί την πηγή της ζωής των θνητών. Το νερό στη μυθολογία των λαών και τη χριστιανική παράδοση Εδώ και αιώνες οι άνθρωποι πιστεύουν στη θαυματουργή και εξαγνιστική δύναμη του νερού. Σύμφωνα με την ελληνική ιστορία οι νέοι στην αρχαιότητα, προτού ενηλικιωθούν, έκοβαν τα μαλλιά τους και τα πρόσφεραν θυσία στις θεότητες των ποταμών. Για τους αρχαίους Έλληνες ένα μέρος του Ωκεανού, του κύριου γενεσιουργού αιτίου των πάντων, χανόταν στα έγκατα της Γης και συναντούσε υπόγεια τα νερά της Στυγός. Ακόμα και οι θεοί του Ολύμπου ορκίζονταν στα ύδατα της Στυγός, που ενωνόταν με τον Κωκυτό έναν
ποταμό του Κάτω Κόσμου και των νεκρών, με τα σκοτεινά και παγωμένα νερά. : Κώκυτος θ, ός δή Στυγός ύδατός εστιν απορρώξ (Οδύσσεια κ 514). Αν κάποιος θεός αψηφούσε τον όρκο, οι υπόλοιποι τον τιμωρούσαν. Τον άφηναν ολομόναχο επί δέκα χρόνια χωρίς νέκταρ και αμβροσία. Σύμφωνα με την παράδοση τα νερά της Στυγός βγαίνουν από έναν απόκρημνο βράχο ύψους περίπου 200 μέτρων στον Χελμό, στα Αροάνεια Όρη της Πελοποννήσου. Ο περιηγητής Παυσανίας θεωρούσε το νερό της Στυγός θανατηφόρο για τους ανθρώπους και τα ζώα, ενώ η παράδοση το συσχετίζει με το αθάνατο νερό το νερό που πρόσφερε αθανασία σε όποιον το έπινε. Σήμερα το νερό αναβλύζει από μια πηγή που γύρω γύρω είναι μαύρη γι αυτό τον λόγο η περιοχή καλείται Μαυρονέρι. Στην ευρύτερη περιοχή αυτή έχει στηθεί το νέο μεγάλο υπερσύγχρονο κατοπτρικό τηλεσκόπιο της Ελλάδας, «Αρίσταρχος ο Σάμιος», με διάμετρο 2,30 μέτρων. Όσον αφορά τον Κωκυτό, ο Παυσανίας θεωρούσε ότι ήταν ποταμός της Θεσπρωτίας: ρεί δε και Κωκυτός ύδωρ ατερπέστατο (Παυσανίας 1, 17, 5). Οι αρχαίοι Έλληνες ως θεό των υδάτων και της θάλασσας θεωρούσαν τον Ποσειδώνα, οι Ρωμαίοι τον Neptunus, οι Σκανδιναβοί τον Ογκίν (Oegin), οι Ινδοί τον Βαρούνα, ενώ θεοποίησαν τον Γάγγη και τον Ινδό ποταμό. Η λατρεία του ύδατος και των θεοτήτων που συνδέονται με αυτό παρουσιάζει μια εντυπωσιακή συνέχεια από τη νεολιθική εποχή μέχρι τις ημέρες μας. Επίσης, αν η κατάδυση στο νερό αντιπροσωπεύει στο επίπεδο του ατόμου τον θάνατο και την αναγέννηση, στο κοσμικό αντιπροσωπεύει την καταστροφή του παλαιού κόσμου και την έναρξη ενός νέου. Ο Κατακλυσμός είναι ταυτόχρονα τιμωρός και καθαρτήριο τέλος ενός διεφθαρμένου κόσμου. Πολλοί αρχαίοι λαοί με αρκετές μορφές (τύπους) μέσω ενός καθαρτηρίου νιψίματος, ραντίσματος, ή κατάδυσης ασκούν τον εξαγνισμό μέσω του νερού. Ο πανάρχαιος και παγκόσμιος συμβολισμός του νερού ως μέσου καθαρτηρίου και αναγεννητικού υιοθετήθηκε από τον μεταγενέστερο Χριστιανισμό. Κατ αυτό τον τρόπο, στη χριστιανική παράδοση το νερό είναι σύμβολο καθαρμού και εξαγνισμού. Άλλωστε ένα από τα σημαντικότερα χριστιανικά μυστήρια είναι η Βάπτιση. Η λέξη «βάπτιση» σημαίνει «βυθίζω στο νερό». Ο βαπτιζόμενος βυθίζεται σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση τρεις φορές στο αγιασμένο νερό στο όνομα της Αγίας και ζωοποιού Τριάδος. Έτσι, εισέρχεται στους κόλπους της Εκκλησίας απαλλαγμένος από το προπατορικό αμάρτημα. Πρώτος ο Χριστός βαπτίστηκε στον Ιορδάνη Ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ο Ιορδάνης έκτοτε θεωρείται ιερός ποταμός, όπως ιεροί θεωρούνται και οι ποταμοί Ινδός, Γάγγης και άλλοι στον Ινδουισμό.
Η χριστιανική Εκκλησία γιορτάζει τη Βάπτιση του Χριστού, τα Θεοφάνεια, κάθε χρόνο, στις 6 Ιανουαρίου. Τότε ο ιερέας αγιάζει τα νερά του τόπου, τα ποτάμια, τις λίμνες και τις θάλασσες πετώντας σε αυτά τον σταυρό. Όποιος πέσει στο νερό και πιάσει τον σταυρό θεωρείται ότι έχει τη θεία ευλογία για το τρέχον έτος. Αλλά και με την έναρξη της κάθε σχολικής χρονιάς γίνεται αγιασμός. Ο ιερέας ευλογεί καθηγητές και μαθητές για μια νέα και δημιουργική χρονιά, όπου θα συνυπάρξουν αρμονικά σε σωστή συνεργασία. Το νερό στη Φυσική Το νερό είναι μια πρωταρχική ουσία, γι αυτό τον λόγο η Φυσική δεν έχει κατορθώσει μέχρι σήμερα να αποκαλύψει όλα τα μυστικά που κρύβονται σε μια σταγόνα του. Αυτή η πανταχού παρούσα άοσμη, άχρωμη και άγευστη ουσία παραμένει ακόμη αινιγματική για τη σύγχρονη Φυσική. Στην αρχαιότητα το ύδωρ εθεωρείτο στοιχείο, αλλά το 1781 ο Άγγλος χημικός Henry Cavendish (1731-1810) ανακάλυψε ότι ήταν χημική ένωση υδρογόνου και οξυγόνου, που σχηματιζόταν από την καύση του υδρογόνου. Την αυγή του 19ου αιώνα, ο Γάλλος χημικός Antoine-Laurent de Lavoisier (1743-1794) και ο Γάλλος μαθηματικός Pierre-Simon de Laplace (1749-1827) προσδιόριζαν τη σύνθεσή του βάσει ενός μείγματος που αποτελείτο από 85% οξυγόνο και 15% υδρογόνο. Η ανάλυση του νερού χρονολογείται από τον Απρίλιο του 1800 μέσω των εργασιών του Willliam Nicolson (1735-1815) (ηλεκτρολυτική ανάλυση του νερού). Η ανάλυσή του συμπληρώθηκε από τις εργασίες των J.L. Gay-Lussac (1778-1850) και Alexander von Humboldt (1769-1859) (ευδιομετρική σύνθεση, 1805) και τέλος από τις εργασίες του Γάλλου χημικού Jean-Baptiste-Andrè Dumas (1800-1884) (σύνθεση κατά βάρος, 1843). Το νερό σχηματίζεται από την ένωση δύο ατόμων υδρογόνου προς ένα άτομο οξυγόνου και ο χημικός του τύπος είναι Η 2 Ο. Το μόριό του διαθέτει σημαντική δύναμη και για τη διάσπασή του χρειάζεται αρκετή ενέργεια, όση δαπανήθηκε και κατά τη διάρκεια σχηματισμού του. Το νερό είχε άμεση επίδραση στη δημιουργία της Γης, όταν αυτή ήταν ακόμη ένα μόρφωμα αστρικού σώματος με πυρήνα ρευστής μεταλλικής ουσίας, που μεταμορφωνόταν αργά αργά σε πρωτοπλανήτη, με αλλεπάλληλα κύματα από υπολείμματα κομητών να την τροφοδοτούν με πάγο και αστρική σκόνη. Υπάρχουν αρκετές θεωρίες που εξηγούν τη διαμόρφωση και την εξέλιξη αυτής της πρωτο-γης. Οι αστροφυσικοί συμφωνούν ότι οι αρχέγονοι κατακλυσμοί χάραξαν τις πρώτες ραβδώσεις και σμίλεψαν τις πτυχώσεις του εδάφους της. Ο γήινος μανδύας περιέχει νερό της τάξεως του 0,3% του βάρους του. Αυτό είναι ενσωματωμένο στη λιωμένη ουσία
του από πυριτογενή μεταλλικά άλατα και ο συνολικός όγκος του νερού που εσωκλείεται είναι μία έως δύο φορές ο όγκος των ωκεανών. Όταν η ζωή κυριάρχησε στις αναδυόμενες ηπείρους, κάθε επίγειος οργανισμός κράτησε στο εσωτερικό του αρκετό νερό ως μαρτυρία της κοινής υδάτινης καταγωγής. Άλλωστε το νερό αποτελεί το κυριότερο συστατικό του ανθρωπίνου σώματος καλύπτοντας το 70% περίπου. Πιθανόν το νερό να είναι ο σύνδεσμος που ενώνει τα όντα μεταξύ τους και με το Σύμπαν. Ουσιαστικά, όμως, η ιστορία της ανθρωπότητας καθορίστηκε από την αναζήτηση του νερού και πιστεύουμε ότι το νερό πάλι θα καθορίσει την κατάκτηση του Σύμπαντος. Οι μεγάλοι πολιτισμοί γεννήθηκαν κοντά στο νερό και από το νερό. Συνεπώς, το νερό είναι υπερπολύτιμο για τη ζωή, φυσικό και κοινωνικό αγαθό. Ένα δώρο της φύσης για όλους τους ανθρώπους. Το νερό καθορίζεται από πολλές ανωμαλίες στις φυσικές του ιδιότητες. Αξιοσημείωτη είναι η μεγιστοποίηση της πυκνότητάς του στους 4 C που ισούται με 1gr/cm³. Το νερό διαλύει μεγάλο πλήθος ουσιών. Γενικώς, αύξηση της θερμοκρασίας του συνεπάγεται αύξηση της διαλυτότητας των στερεών και ελάττωση της διαλυτότητας των αερίων. Το νερό μεταβαίνει εύκολα από την υγρή στη στερεά και στην αέρια κατάσταση. Κατά τον ορισμό της θερμομετρικής κλίμακας Κελσίου, στερεοποιείται στους 0 C και βράζει στους 100 C υπό κανονική ατμοσφαιρική πίεση (760 mg Hg). Ο όγκος του νερού αυξάνεται κατά την πήξη, γι αυτό η πυκνότητα του πάγου είναι 0,92 gr/cm³. Όπως συμβαίνει με την ειδική θερμότητα, ιδιαίτερα υψηλές είναι και οι λανθάνουσες θερμότητες τήξης και εξάτμισης του νερού. Γι αυτό τον λόγο, η παρουσία του νερού καθιστά ευτυχώς αδύνατες τις απότομες θερμοκρασιακές μεταβολές στην επιφάνεια της Γης. Συμπέρασμα Ο Θαλής πρέσβευε ότι το «παν συνίσταται εξ ύδατος», δηλαδή το νερό ήταν η φυσική αιτία όλων των πραγμάτων. Αυτή ήταν μια επαναστατική και ριζοσπαστική άποψη για εκείνη την εποχή (6ος π.χ. αιώνας). Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το θάρρος του Θαλή ήταν αξιοθαύμαστο, αφού πρώτος αυτός χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες εγκατέλειψε κάθε θεία και υπερφυσική αρχή, παραμερίζοντας ουσιαστικά και μειώνοντας δραστικά τον ρόλο των θεών στα γήινα δρώμενα! Ομοίως και ο Jean-Baptist van Helmont (1579-1644) μετά 2.000 χρόνια, θεωρούσε έχοντας ως πρότυπό του τον Θαλή, ότι η πρωταρχική ύλη από την οποία σχηματίζονται τα πάντα είναι το νερό. Το νερό αντιστοιχούσε κατά τον van Helmont στη θηλυκή έκφραση της ζωής, η οποία προκειμένου να ζωντανέψει γονιμοποιούμενη χρειαζόταν την αρσενική σπερματική ή ζωτική αρχή. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις θεωρίες της Βιταλιστικής Φυσικής Φιλοσοφίας η σπερματική ή ζωτική αρχή
αντικατόπτριζε το «είναι» του κάθε ζωντανού οργανισμού, αυτή καθεαυτή την πηγή των όσων αντιπροσωπεύει και των όσων πραγμάτων δύναται να δημιουργήσει. Δεν πρέπει να σταθούμε μόνον σε αυτό. Στη σύγχρονη Φυσική και Αστροφυσική γνωρίζουμε ότι το υδρογόνο είναι το στοιχείο που πλεονεκτεί στο Σύμπαν και τα πάντα έχουν προέλθει από τις θερμοπυρηνικές αντιδράσεις του. Σήμερα, γνωρίζοντας πλέον ότι το νερό δεν είναι στοιχείο αλλά χημική ένωση αποτελούμενη από δύο μέρη υδρογόνου και ένα μέρος οξυγόνου (Η 2 Ο), μπορούμε να πούμε ότι η υπόθεση του Θαλή του Μιλήσιου ήταν τουλάχιστον κατά τα 2/3 της σωστή! ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Aristotle, 1933, The Metaphysics Ι-ΙX. The Loeb Classical Library. Book XVII with an English Translation by Hugh Tredenick. M.A. Harvard University Press (reprinted 1936, 1947, 1956, 1961, 1968). William Heinemann Ltd., London, Cambridge, Massachusetts Diels Hermann, 1996, Die Fragmente der Vorsokratiker. Herausgegeben von Walther Kranz. Erster und Zweiter Band. Weidmann. Zürich. Diogenes Laertius, 1925, Lives of Eminent Philosophers. The Loeb Classical Library. Book I (Thales of Miletus), Book IX (Heraclitus), English Translation by R.D. Hicks. Two volumes, William Heinemann Ltd. Harvard University Press, MCMCLIX (Revised and reprinted 1938, 1942, 1950, 1959). London, Cambridge, Massachussetts. Heath, Th.L., 1932, Greek Astronomy. Dover Publications, Inc. New York, (February 1991. Reprint). Originally published Dent. Dover Publications. Hesiod, 1914, The Homeric Hymns and Homerica (Theogony), with an English Translation by Hugh G. Evelyn-White, M.A., William Heinemann Ltd. Harvard University Press (Revised 1920, 1926, 1929, 1936, 1943, 1950, 1954). London, Cambridge, Massachussetts. Holy Bible, 1979, The Gideons International. Ed. (The Book of Job, Chapter 26,7 and the Book of Ecclesiastes, Chapter 1,7). Homer, 1924, The Iliad, The Loeb Classical Library, with an English Translation by A. T. Murray, PhD. London. William Heinemann Ltd., Harvard University Press, MCMLIV (reprinted 1928, 1934, 1937, 1939, 1942, 1946, 1954). London, Cambridge, Massachusetts. Homer, 1919, The Odyssey, The Loeb Classical Library, with an English Translation by A. T. Murray, PhD., Revised by G. E. Dimock. William Heinemann Ltd., Harvard University Press (2nd Edit. 1995). London. Cambridge, Massachusetts.
Kirk, G.S., Raven, J.E. and Schofield, M., 1983, The Presocratic Philosophers, A Critical History with a selection of Texts, Cambridge University Press, (2nd edit. 1995). Cambridge. Pausanias, 1918, Descrtiption of Greece, Vol. I. Attica, XVIII, 5. With an English Translation by W.H.S. Jones, Litt. D., William Heinemann Ltd. Harvard University Press, MCMLIX (reprinted 1931, 1954, 1959). London, Cambridge, Massachussetts. Pausanias, 1925, Descrtiption of Greece, Vol. III. Arcadia, XVII. 6-XVIII. 2-6. With an English Translation by W.H.S. Jones, Litt. D., William Heinemann Ltd., Harvard University Press, MCMLXI (Revised and reprinted 1933, Reprinted 1939, 1954, 1960). London. Cambridge, Massachussetts Plato, 1926, Cratylus, Parmenides, Greater Hippias, Lesser Hippias. The Loeb Classical Library. Book VI with an English Translation by H.N. Fowler. William Heinemann Ltd., Harvard University Press, MCMLIII (Revised and reprinted 1939, 1953). London, Cambridge, Massachussetts Russell Bertrand, 1946, A History of Western Philosophy, George Allen and Unwin Ltd. London. Russell Bertrand, 1972, A History of Western Philosophy, Simon and Schuster, Inc. London. Seneca, Questiones Naturales III, 14. On line: http://www.the latinlibrary.com/sen/sen.qn3.shtml Sextus Empiricus, 1936, Against the Physicists. The Loeb Classical Library.Vol. III. (I. 382-363). With an English Translation by The Rev. R.G. Burry. William Heinemann Ltd., Harvard University Press, MCMLXVIII (reprinted 1953, 1960, 1968). London, Cambridge, Massachussetts. Simplicii in Aristotelis Physicorum, 1882, Libros IV, Priores Commentaria. Editit Hermannus Diels. Volumen IX. Typis et Impensis G. Reimeri. Berolini.. Stamatellos Giannis, 1997, The Presocratic Philosophers. Web site. (http:/www.forthnet.gr/presocratics). Theodossiou, E., Dimitrijevic, M.S., Manimanis, V.N. and Grammenos, Th., 2007, Hydor from ancient Greek Cosmogonies to modern Astrophysics. Transciplinarity in Science and Religion, 1, 117-128. Theodossiou, E., The significance of Hydor in European thought from Ancient Greek Cosmogonies to the Modern Asstrophysics. October 8, 2008. 8th International Hydrogeological Congress of Greece, Proccedings Vol. I, pp. 137-146. Athens. (Invited speaker).