ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ Η μέρα που γεννιέμαι! Μια φορά και ένα καιρό υπήρχε μια σκυλίτσα, από βασιλική οικογένεια. Η μαμά της ήταν μοντέλο και η γιαγιά της,τι να σας πω είχε ολόκληρο οίκο μόδας. Επίσης υπήρχε και ένας σκύλος. Αυτός ήταν φτωχός, έμενε στο δρόμο, οι γονείς του δεν είχαν δουλειά. Μια μέρα ο σκύλος έτυχε να περάσει από μία πασαρέλα. Εκεί πόζαρε σκυλίτσα, ήταν τόσο όμορφη φόραγε μια τουαλέτα δανδελωτή, φούξια με κίτρινα τριαντάφυλλα. Ο σκύλος θαμπώθηκε από την ομορφιά της και πήγε κοντά της. Μπορεί να μην φόραγε ρούχα να μην ήταν χτενισμένος αλλά είχε καλή καρδιά και αυτό μπορεί να καταφέρει τα πάντα. Αγαπήθηκαν, παντρεύτηκαν και σήμερα είναι η μέρα που γεννιέμαι. Γεννιέμαι εγώ και τα δύο μου αδερφάκια. Εμένα η μαμά μου με ονόμασε αγκαλίτσα μου άρεσαν τόσο πολύ οι αγκαλιές, τον
άλλο αδερφό μου τον ονόμασε γλυκούλη ήταν πολύ γλυκός. Και την αδερφή μου την ονόμασε ομορφούλα ήταν τόσο όμορφη. Η πιο χαρούμενη μέρα της ζωής μου! Ένα καλό απόγευμα είδα ένα τεράστιο χέρι να μας παίρνει από το καλαθάκι μας και να μας βάζει σε ένα κλουβί. Εγώ άρχισα να κλαίω αλλά αυτοί πήγαν να με δείρουν έτσι η μαμά μου, μου είπε να σταματήσω. Γύρω μας υπήρχαν και άλλα ζωάκια γνωριστήκαμε μαζί τους και όλη τη μέρα παίζαμε. Ένα μεσημέρι, τα κλειδιά ήταν πάνω στο τραπέζι, τα άλλα ζωάκια μου είπαν πως εγώ είμαι ο πιο μικρός και πως εγώ έπρεπε να πάω να τα πάρω. Μαζί μας ήταν και μια αρκούδα έσπασε δυο σίδερα από το κλουβί μου και κατάφερα να πάω να πάρω τα κλειδιά. Γρήγορα, γρήγορα άνοιξα όλα τα κλουβιά και φύγαμε από εκεί μέσα. Μπορεί να έκανα παρέα με άλλα ζώα αλλά είμασταν σαν φυλακισμένοι εκεί μέσα...όπως τρέχαμε εμφανίστηκε μπροστά μας ένας άντρας με μια απόχη. Από ότι άκουσα ήταν από τη
φιλοζωική για να πάρει την αρκούδα. Στο δρόμο συναντήσαμε ένα ποντίκι του οποίου του είπαμε να ροκανίσει τα σχοινιά της απόχης. Η αρκούδα τότε ευχαρίστησε το ποντίκι και μιας και ήταν μικρό το έβαλε στην παλάμη της και το οδήγησε αυτή όπου αυτό επιθυμούσε. Εγώ με τα αδερφάκια μου, την μαμά μου και τον μπαμπά μου πήγαμε να κοιμηθούμε στο πάρκο. Την επόμενη μέρα δυο παιδάκια μας χαϊδεύαν και μάλιστα μας πήγαν στο σπίτι τους. Ήμουν τόσο χαρούμενος... ήμουν σε ένα σπίτι με την οικογένεια μου και τέσσερις υπέροχους ανθρώπους που μας αγαπούν. Μια τρελή οικογένεια Η οικογένεια που μας προσέχει είναι λίγο τρελή, τη μαμά την λένε τραγουδίστρια, τη κόρη χορευταρού, τον αδερφό μουσικό και τον μπαμπά καρατίστα. Μια μέρα η χορευταρού, χόρευε και είχε τη μουσική στη διαπασών, η μαμά τραγούδαγε, ο μουσικός έπαιζε πιάνο και ο καρατίστας, έκανε καράτε και έβγαζε και κάτι κραυγές -κα -και.με είχε πιάσει πονοκέφαλος και είχα και τους γείτονες να
φωνάζουν: ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ με το δίκαιο τους οι άνθρωποι. Ευτυχώς μετά σταμάτησαν πήγα στην ζεστή και τρυφερή αγκαλίτσα της μαμάς μου και αποκοιμήθηκα... Η μέρα των γενεθλίων μου! Σήμερα πήγαμε σε ένα μαγαζί σκύλων εκεί υπάρχουν πολλές λιχουδιές και ρούχα σκύλων που μου κάνουν. Με το που τα είδα μου άρεσαν τόσο πολύ που άρχισα να γαβγίζω. Το κοριτσάκι όταν με άκουσα είπε στη μαμά της : -Μαμά, μαμά ο σκύλος θέλει ρούχα! Η μαμά είπε πως θα μου πάρουν και εγώ χάρηκα τόσο πολύ. Ανυπομονούσα να πάω σπίτι να μου τα βάλουν. Όταν πήγαμε μου τα φόρεσαν και όλοι ενθουσιάστηκαν. Μάλιστα μου είπαν πως σήμερα είναι τα γενέθλια μου. Τα παιδιά είχαν μαζέψει και όλους τους φίλους μου τα σκυλάκια. Το παιχνίδι ήταν ασταμάτητο παίζαμε συνέχεια αλλά αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν αυτό με τα κόκκαλα. Όποιος τα έτρωγε πιο γρήγορα ήταν ο μεγάλος νικητής. Αυτά ήταν τα πρώτα μου γενέθλια θα μου μείνουν αξέχαστα!!!
Μια εκδρομή στα χιόνια Σήμερα η μικρή χορευταρού ξύπνησε πολύ χαρούμενη είπε πως θα πηγαίναμε μια εκδρομή στα χιόνια. Ο καιρός ήταν ψυχρός μα ήταν ωραία στο σπίτι ανάβαμε το τζάκι και ήταν τέλεια. Αυτή η αύρα ήταν καταπληκτική. Κοιμηθήκαμε νωρίς και το πρωί πήραμε τα πράγματα μας μου έβαλαν το λουρί και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Ο δρόμος ήταν γεμάτο στροφές έτσι με πήρε ο ύπνος. Όταν πια ξύπνησα είχαμε είδη φτάσει. Το τοπίο ήταν καταπληκτικό. Αρχικά πήγαμε μία βόλτα και έμεινα με το στόμα ανοικτό. Εδώ είναι ονειρεμένα μόνο με την φαντασία μου είχα ταξιδέψει εδώ. Παντού υπήρχαν φυτεμένα λουλουδάκια ήταν όλα τόσο παραδοσιακά! Το πιο ωραίο ήταν το λιμάνι, εκεί υπήρχαν καραβάκια, καφετέριες, μαγαζιά, εστιατόρια και άλλα πολλά. Μετά από την βόλτα πήγαμε σε ένα εστιατόριο να φάμε. ΝΕΥΡΙΑΣΑ τόσο πολύ που δεν φτάνει που με έβαλαν να κάτσω κάτω, έβαλαν και μπροστά μου ένα τασάκι γεμάτο νερό. Τι να το κάνω εγώ το νερό... εγώ αλλιώς το φανταζόμουνα...φανταζόμουνα να καθόμουν και
εγώ στο τραπέζι και να μιλάγαμε στη γλώσσα μου βέβαια, να κάπως έτσι: -γαβ,γοβ,γαβ,γουβ -γουβ,γαβ,γοβ,γουβ Μου έρχεται να φύγω μόνος μου. Αλλά δεν το έκανα. Στο πάρκο όμως είδα την αρκούδα που ήταν μαζί μας τότε, που την κυνήγαγε η φιλοζωική. Ψιθύρισα κάτι στο αυτί της χορευταρούς και με πήγε στην αρκούδα. Με το που πήγα εκεί αγκαλιάστηκα με την αρκούδα και αρχίσαμε να μιλάμε... -Αρκουδίτσα μου καλή μου αρκουδίτσα που μένεις έχει πολύ καιρό να σε δω. Που μένεις; -Μένω στην πόλη εκεί είναι τέλεια, τώρα ήρθα να σε δω. -Που ήξερες που είμαι; -Μου το είπε ένα σύννεφο από το Βόρειο Πόλο που μένω. Μπορώ να μείνω μαζί σας για λίγο καιρό; -Βεβαίως και μπορείς! -Μόνο που έχω ένα πρόβλημα.
-Τι πρόβλημα; -Τα πράγματα μου είναι στον Βόρειο Πόλο. -Πώς θα πάμε εκεί; -Μην φοβάσαι, θα φωνάξω ένα σύννεφο να μας πάει. Όταν η αρκούδα πήρε τα πράγματα της πήγαμε εκεί που ήμασταν μαζί με την αρκούδα. Μετά το φαγητό πήγαμε και παίξαμε χιονοπόλεμο, ήταν καταπληκτικά. Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτήν την εμπειρία. Μακάρι να ξανάρθουμε εδώ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το όμορφο τοπίο! Οι ιστορίες της γιαγιάς Οι γονείς μου με την γιαγιά και τον παππού γύρισαν στο σπίτι. Εδώ είναι και η αρκούδα και περνάμε τέλεια. Μια μέρα ζήτησα από την γιαγιά μου να μου πει μία ιστορία. Μου είπε για μία γυναίκα, αυτή η γυναίκα ήταν φτωχή. Ένα απόγευμα πήγε σε μία σπηλιά και εκεί βρήκε ένα λυχνάρι. Αυτή δεν ήξερε τι είναι αλλά η κόρη της που είχε σπουδάσει ήξερε τι ήταν. Με αυτό μπορούσε να κάνει τρεις ευχές. Οι γυναίκα έκανε τις εξής ευχές, να γίνει πλούσια, να
γίνει πλούσια και να ξαναγίνει πλούσια. Η κόρη της, της είπε να κάνει τρεις διαφορετικές ευχές μα αύτη δεν ήθελε, έλεγε πως ήθελε να γίνει πάρα μα πάρα πολύ πλούσια. Τότε εμφανίστηκε μπροστά της το τζίνι που ήταν μέσα στο λυχνάρι και της είπε πως της είπε ότι όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα. -ΑΧ! τι ωραία ιστορία ήταν καταπληκτική! Ειδικά το δίδαγμα: Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα.