ΕΙ ΙΚΑ ΚΟΝΙΑΜΑΤΑ-ΣΚΥΡΟ ΕΜΑΤΑ ΜΕ «ΦΥΣΙΚΟ ΤΣΙΜΕΝΤΟ» Θ. Μαρκόπουλος Καθηγητής, Πολυτεχνείο Κρήτης, Τµήµα Μηχανικών Ορυκτών Πόρων, 731 Χανιά Β. Περδικάτσης Αναπλ. Καθηγ. Πολυτεχνείο Κρήτης, Τµήµα Μηχανικών Ορυκτών Πόρων, 731 Χανιά Λέξεις Κλειδιά: Ασβεστόλιθοι, διατοµίτες, φυσικά τσιµέντα, έψηση 8 12 ο C, Λαρνίτης, C 2 S, πορτλανδίτης.. Περίληψη είγµατα νεογενών ασβεστολιθικών και διατοµιτικών πετρωµάτων από περιοχές της Κρήτης µελετήθηκαν ως προς την ορυκτολογική και τη χηµική τους σύσταση καθώς και τη φυσική κοκκοµετρική τους διαβάθµιση µε στόχο την παραγωγή φυσικού τσιµέντου. Οι ασβεστολιθικές πρώτες ύλες περιέχουν SiO 2 από -1%, η δε γη διατόµων -% µε τη µορφή πυριτιόσπογγων ή διατόµων. Τα κονιοποιηµένα δείγµατα ψήθηκαν σε θερµοκρασίες 8 11 ο C για 12 ώρες. ιαπιστώθηκε εκτός του CaO και ο σχηµατισµός κυρίως C 2 S ( λαρνίτης Ca 2 SiO ). Τα προϊόντα της έψησης, µε CaO και C 2 S, αναµείχθηκαν µε αντίστοιχες αναλογίες αδρανών και νερού και µορφοποιήθηκαν σε ειδικά δοκίµια. Τα αποτελέσµατα των αντοχών είναι θετικά και έδειξαν ότι µετά από πάροδο 3 µηνών αποκτώνται αντοχές παρόµοιες µε αυτές ενός σκυροδέµατος τύπου Β 22. Ι. Εισαγωγή Η χρήση των «φυσικών τσιµέντων» για κατασκευές σκυροδεµάτων-κονιαµάτων είναι γνωστή από την αρχαιότητα και ιδιαίτερα τους ελληνικούς και ρωµαϊκούς χρόνους (Lamprecht, 198). Ως φυσικά τσιµέντα νοούνται κονίες που παράγονται από µαργαϊκές πρώτες ύλες που κατά την έψησή τους δηµιουργούν εκτός του οξειδίου του ασβεστίου και ασβεστοπυριτικές ενώσεις οι οποίες έχουν την ιδιότητα να ενυδατώνονται µε την προσθήκη νερού και να λειτουργούν σαν τσιµέντο.
Τα τελευταία χρόνια, σε εργασίες συντήρησης-αναστήλωσής ιστορικών µνηµείων δίνεται έµφαση στην χρησιµοποίηση συµβατών υλικών ως προς τα υλικά των µνηµείων, ενώ πολλές ευρωπαϊκές αρχαιολογικές υπηρεσίες έχουν απαγορεύσει την χρήση του βιοµηχανικού τσιµέντου. Στην παρούσα εργασία µελετώνται πετρώµατα από δύο περιοχές της Κρήτης, ως προς την καταλληλότητά τους, λόγω της ορυκτολογικής τους σύστασης και του χηµισµού τους, να δηµιουργήσουν µετά την έψησή τους υλικά µε ιδιότητες τσιµέντου. ΙΙ. ειγµατοληψία - γεωλογικά χαρακτηριστικά Τα πετρώµατα που µελετήθηκαν προέρχονται από περιοχές των νοµών Ρεθύµνης και Ηρακλείου. Η δειγµατοληψία στο νοµό Ρεθύµνης έγινε στην περιοχή Μυλοποτάµου, νοτιοανατολικά της κωµόπολης Πέραµα προς Γαράζο, όπου υπάρχουν γεωλογικοί σχηµατισµοί του Μειοκαίνου, εντός των οποίων εµφανίζονται βιογενείς ασβεστόλιθοι σε εναλλαγές µε µάργες, αργίλους και κροκαλοπαγή, που υπέρκεινται ασύµφωνα των µεταµορφωµένων ανθρακικών πετρωµάτων της ενότητας των πλακωδών ασβεστολίθων. Στον ανώτερο ορίζοντα, που αποτελείται κυρίως από οργανογενείς µαργαϊκούς ασβεστολίθους, χρώµατος υπόλευκου έως τεφροκίτρινου, έγινε δειγµατοληψία σε ζώνες όπου υπάρχουν φυτικά λείψανα, όπως βελόνες πυριτιόσπογγων και εχινόδερµα. (Κωδικοί δειγµάτων Γ 1 -Γ ). Η δεύτερη δειγµατοληψία στο νοµό Ηρακλείου έγινε στις περιοχές Φοινικιάς, Καλλιθέας και Πρασσά νότια και νοτιοανατολικά της πόλης του Ηρακλείου, όπου υπάρχουν σχηµατισµοί του Πλειοκαίνου που αποτελούνται από µάργες, µαργαϊκούς ασβεστολίθους ( άβη 1991), διατοµιτικές γαίες (Frydas 1999) και βιοκλαστικούς ασβεστολίθους. Η δειγµατοληψία έγινε από ορίζοντες διατοµητικών γαιών. (Κωδικοί δειγµάτων 1 1 ). Αναλυτική Μεθοδολογία Για τον ορυκτολογικό προσδιορισµό των πρώτων υλών αλλά και των τελικών προϊόντων χρησιµοποιήθηκαν αναλυτικές τεχνικές όπως, περιθλασιµετρία ακτίνων-χ, οπτική µικροσκοπία, ηλεκτρονική µικροσκοπία σάρωσης και θερµοβαρυµετρική ανάλυση. Η περιθλασιµετρία ακτίνων-χ έγινε µε περιθλασίµετρο κόνεως τύπου Siemens D, η ποιοτική αξιολόγηση έγινε µε το λογισµικό Diffrac Plus της εταιρίας Brucker και το Powder Diffraction File, και η ποσοτική ανάλυση µε λογισµικό που βασίζεται σε αλγόριθµο ανάλυσης Rietveld. Η ηλεκτρονική µικροσκοπία σάρωσης έγινε µε µικροσκόπιο τύπου JEOL µε φασµατόµετρο διασκορπιζόµενης ενέργειας (EDS).
ΙΙΙ. Ορυκτολογικές αναλύσεις πρώτων υλών Τα συλλεγέντα δείγµατα (ποσότητα Kg ανά δείγµα) κονιοποιήθηκαν και οµογενοποιήθηκαν σε κοκκοµετρία.2 mm. Η ορυκτολογική σύσταση των αναλυθέντων δειγµάτων δίδεται στο πίνακα 1. είγµα Μg- Ασβεστίτης Αραγωνίτης Χαλαζίας Ιλλίτης Μοντµοριλονίτης Αλβίτης NaCl Aµορ φο Γ1 9 2 2 1 - - - - Γ2 9 2 2 1. -. - - Γ3 99 -.. - - - - Γ 7 13 1 7 - - - - Γ 7 13 - - - - 1 1. - 7. - - 3 2-12 8 2 27-13 - 1-8 22-11 3 1 1 23-2 1 7-2 37 Πίνακας 1. Ορυκτολογική σύσταση δειγµάτων ασβεστολίθων και διατοµιτικών γαιών. Από την ανάλυση µε περιθλασιµετρία ακτίνων-χ προκύπτει ότι στα δείγµατα Γ έχουµε µαγνησιούχο ασβεστίτη, στους οποίους το MgO έχει περιεκτικότητες από 2 έως %. Τόσο ο µαγνησιούχος ασβεστίτης όσο και ο αραγωνίτης δικαιολογούνται από την ηλικία των σχηµατισµών της δειγµατοληψίας. Η σύσταση των διατοµιτικών γαιών είναι χαρακτηριστική µε υψηλά ποσοστά άµορφου υλικού (άµορφου SiO 2 ) που οφείλεται στην παρουσία διατοµιτών. Από τα παραπάνω αποτελέσµατα προκύπτει ότι όλα τα δείγµατα από την περιοχή του Γαράζου περιέχουν ανθρακικά ορυκτά σε ποσοστό µεγαλύτερο από 8%. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα δείγµατα Γ και Γ µε υψηλά ποσοστά σε χαλαζία και ιλλίτη, προϋπόθεση για τον σχηµατισµό ορυκτών τύπου CS κατά την έψψησή τους. IV. Πειραµατική διαδικασία Σύµφωνα µε την αξιολόγηση των πρώτων υλών χρησιµοποιήθηκαν για έψηση τα δείγµατα Γ και Γ περιοχής Γαράζου και όλα τα δείγµατα των διατοµiτικών γαιών της περιοχής Ηρακλείου,
δεδοµένου ότι αυτά έχουν αρκετή περιεκτικότητα σε άµορφο SiO 2, το οποίο είναι απαραίτητο για τη δηµιουργία ασβεστοπυριτικών φάσεων και ειδικότερα του Ca 2 SiO. Τα οµογενοποιηµένα δείγµατα λειοτριβήθηκαν και κοσκινίστηκαν σε κόσκινο,2mm. Το κλάσµα κάτω των,2mm χρησιµοποιήθηκε για τα πειράµατα έψησης που έγιναν σε θερµοκρασίες 8 ο C, 9 ο C, 1 ο C και 12 ο C µε διάρκεια έψησης 12h. (Ashurt, 1988, 1997) Παράλληλα πραγµατοποιήθηκαν τµηµατικές απώλειες πύρωσης στις θερµοκρασίες των 1 ο C, ο C και 1 ο C, προκειµένου να ελεγχθεί η συµπεριφορά των ορυκτών των πρώτων υλών. Στους Πίνακες 2 και 3 παρουσιάζονται τα αποτελέσµατα της απώλειας πύρωσης στους 1 ο C/ ο C και 1 ο C, µαζί µε τη συνολική ποσότητα του ανθρακικού ασβεστίου που υπήρχε στις πρώτες ύλες. είγµα Απώλεια% 1 C Απώλεια% C Απώλεια% 12 C Ποσοστό CaCO 3 Γ1,3 1,31 2,2 97 Γ2,2 1,39 2,39 9 Γ3,17,81 3,2 99 Γ,, 38,73 83 Γ,72,3 3,8 81 Πίνακας 2. Αποτελέσµατα απώλειας πύρωσης για τους ασβεστόλιθους. είγµα Απώλεια% 1 C Απώλεια% C Απώλεια % 12 C Ποσοστό CaCO 3 1 1.71 9.18 1. 1. 1. 9.31 17.32 2 1.3.7 18.7 27 8 2.2 1.73 2.1 22 1 1.32 9.1 17.3 23 Πίνακας 3. Αποτελέσµατα απώλειας πύρωσης για τις διατοµιτικές γαίες.
είγµα 8 ο C 9 ο C 1 ο C 12 ο C Γ1 Γ2 Γ Γ 1 8 CaO, Λαρνίτης (C2S = CaSiO ) CaO, Λαρνίτης (C2S = CaSiO ) CaO, Λαρνίτης (C2S = CaSiO ) CaO, Λαρνίτης (C2S = CaSiO ) Όµοιο µε 8 ο C Όµοιο µε 8 ο C Όµοιο µε 8 ο C Όµοιο µε 8 ο C Όµοιο µε 9 ο C Όµοιο µε 9 ο C Όµοιο µε 9 ο C Όµοιο µε 9 ο C τρυδιµίτης, τ τ τ Όµοιο µε 1 ο C µε αύξηση του Όµοιο µε 1 ο C µε αύξηση του Όµοιο µε 1 ο C µε αύξηση του C2S και απουσία χαλαζία. Όµοιο µε 1 ο C µε αύξηση του C2S Όµοιο µε 1 ο C µε αύξηση του C2S και απουσία χαλαζία.. τρυδιµίτης, 1 τ Πίνακας. Αποτελέσµατα των προϊόντων έψησης σε θερµοκρασίες 8, 9, 1 και 12 ο C.
Τα προϊόντα έψησης αναλύθηκαν µε τη µέθοδο της περιθλασιµετρίας ακτίνων Χ προκειµένου να προσδιοριστούν οι φάσεις που δηµιουργήθηκαν. Τα αναλυτικά αποτελέσµατα παρουσιάζονται στον Πίνακα. Όπως προκύπτει και από τον πίνακα, οι φάσεις που δηµιουργήθηκαν από τις πρώτες ύλες της περιοχής Γαράζου (δείγµατα Γ) κατά την έψηση στους 8 ο C είναι κυρίως οξείδιο του ασβεστίου (CaO), Ca 2 SiO (C 2 S, λαρνίτης), ενώ παρουσιάστηκε και πορτλανδίτης (Ca(OH) 2 ) [λόγω παραµονής του δοκιµίου για αρκετή ώρα στην ατµόσφαιρα µε υψηλή σχετική υγρασία]. Ο χαλαζίας που παρουσιάζεται προϋπήρχε ήδη στην πρώτη ύλη και πιθανόν να µην έχει αντιδράσει πλήρως σε Ca 2 SiO λόγω του περιορισµένου χρόνου αντίδρασης. Όσο αυξάνεται η θερµοκρασία (9, 1, 12 ο C) αυξάνεται και η περιεκτικότητα του λαρνίτη µε µέγιστες τιµές για τα δείγµατα Γ και Γ 3 και % αντίστοιχα. Αυξανοµένης της θερµοκρασίας αυξάνεται και η κρυσταλλικότητα του λαρνίτη όπως προκύπτει από το µικρότερο εύρος των ανακλάσεων. Χαρακτηριστικά διαγράµµατα περιθλασιµετρίας δίδονται στις εικόνες 1 και 2. Στο δείγµα Γ και στην θερµοκρασία των 12 ο C παρατηρείται και ο σχηµατισµός της φάσης FeAlO 3 (CaO) 2. n ts) u o (C S qrt 3 2 1 Portlandite Quartz Larnite ( Ca2(SiO) ) 1. 1 1 7 1 8 1 9 2 2 1 2 2 3 2 2 2 2 7 2 8 2 9 3 3 1 3 2 3 3 3 3 3 7 3 8 3 9 1 2 1 n ts) u o (C S qrt 3 2 1 1 3 7 N2 G 9 C - File: N2.raw - Anode: Cu Operations: Back.(in Sqrt) 1.,1. Import 33-111 (D) - Quartz, syn - SiO2 72-1 (C) - Portlandite, syn - Ca(OH)2 83-1 (C) - Larnite - Ca2(SiO) 8 9 1 2 3 2-Theta - Scale 7 8 9 1 2 3 7 8 9 7 N2 G 9 C Εικόνα 1. ιάγραµµα περιθλασιµετρίας δείγµατος Γ στους 9 ο C.
n ts) u o (C S qrt 3 2 1 FeAlO3(CaO)2 Portlandite Quartz Larnite ( Ca2(SiO) ) 1 11 2 3 1 n ts) u o (C S qrt 1 1 1 7 2-Theta - Scale P G- 12 C - File: P.RAW 83-1 (C) - Larnite - Ca2(SiO) 7-13 (C) - Brownmillerite - FeAlO3(CaO)2 33-111 (D) - Quartz, syn - SiO2 72-1 (C) - Portlandite, syn - Ca(OH)2 P G- 12 C Εικόνα 2. ιάγραµµα περιθλασιµετρίας δείγµατος Γ στους 12 ο C Από την εξέταση των εψηµένων δειγµάτων διατοµιτικών γαιών µε τη µέθοδο της περιθλασιµετρίας ακτίνων Χ προέκυψαν κυρίως οι φάσεις βολλαστονίτης χριστοβαλίτης και διοψίδιο, για τα προϊόντα έψησης από τους 9 ο C και άνω, ενώ προσδιορίστηκαν επιπλέον οι φάσεις τριδυµίτης, SiO 2 και αλβίτης (NaAlSi 3 O 8 ) για τα προϊόντα των 12 ο C. Από την µακροσκοπική παρατήρηση των προϊόντων έψησης προέκυψε ότι οι ασβεστολιθικές πρώτες ύλες παραµένουν υπό µορφή σκόνης και µετά το πέρας όλων των πυρώσεων, ενώ το χρώµα τους µεταβάλλεται από το λευκό προς το ελαιοπράσινο. ιαφορετική ήταν η συµπεριφορά των διατοµιτικών γαιών. Στους 9 ο C παραµένουν υπό µορφή σκόνης, ενώ µε την περαιτέρω αύξηση της θερµοκρασίας επέρχεται πυροσυσσωµµάτωση και τήξη των δειγµάτων στους 12 ο C. Αλλαγές επέρχονται και στους χρωµατισµούς των δοκιµίων στις διάφορες θερµοκρασίες, από ανοικτό καστανό προς κίτρινο, ροδόχρουν ή φαιότεφρο, ανάλογα µε την περιεκτικότητα σε οξείδια του σιδήρου. Το πιο βασικό συµπέρασµα από την αξιολόγηση των προϊόντων µε τη µέθοδο περιθλασιµετρίας ακτίνων Χ είναι ότι µόνο σε δείγµατα της περιοχής Γαράζου δηµιουργήθηκε η ασβεστοπυριτική
φάση του λαρνίτη [(Ca 2 SiO )], ενώ στις διατοµιτικές γαίες σχηµατίζεται βολλαστονίτης, µεγάλης περιεκτηκότητας άµορφου διοξειδίου του πυριτίου. Τα ανωτέρω ερµηνεύονται πλήρως από το δυαδικό σύστηµα CaO-SiO 2 (Philips, 199), από το οποίο προκύπτει ότι για ποσοστά CaO µικρότερα του % οι φάσεις που δηµιουργούνται είναι χαλαζίας και βολλαστονίτης στην περιοχή των 87 ο C. Σε υψηλότερες θερµοκρασίες και µέχρι τους 112 ο C παράγονται τριδυµίτης και βαλλαστονίτης ενώ σε θερµοκρασίες από 112 ο C µέχρι 13 ο C δηµιουργούνται τριδυµίτης και ψευδοβαλλαστονίτης. Αντίθετα, από το ίδιο διάγραµµα CaO-SiO 2 προκύπτει ότι για ποσοστά CaO > % δηµιουργείται ήδη στους 72 ο C γ-ca 2 SiO + CaO, ενώ για θερµοκρασίες µέχρι 12 ο C δηµιουργείται α-ca 2 SiO + CaO, δηλαδή οι υδραυλικές φάσεις των φυσικών αλλά και βιοµηχανικών τσιµέντων. Παρασκευή κονιαµάτων και δοκιµίων για µέτρηση αντοχών Στα δείγµατα που παρουσίασαν τις φάσεις πυριτικού διασβεστίου Ca 2 SiO (λαρνίτης, C2S) και οξειδίου ασβεστίου (CaO), προστέθηκε ποσότητα νερού ούτως ώστε να µετατραπεί το CaO σε Ca(OH) 2. Χρησιµοποιώντας καλά διαβαθµισµένη ασβεστολιθική άµµο λατοµείου κοκκοµετρίας 3,3mm αναµείχθηκαν τα προϊόντα έψησης των 9 ο C Γ και Γ σε αναλογίες :1 και 3:1 αντίστοιχα. Στα µείγµατα προστέθηκε και η απαιτούµενη ποσότητα νερού ούτως ώστε να προκύψει ένα οµοιογενές εύπλαστο υλικό. Με τα µείγµατα πληρώθηκαν κύλινδροι διαµέτρου,9cm και ύψους 11cm ώστε να δηµιουργηθούν κατάλληλα δοκίµια που στη συνέχεια µπορούν να δοκιµασθούν σε µονοαξονική θλίψη. Τα δοκίµια τοποθετήθηκαν σε δροσερό περιβάλλον και διαβρέχονταν για τις πρώτες 7 ηµέρες. Μετά πάροδο 3 µηνών αφαιρέθηκαν από τους κυλίνδρους και προετοιµάσθηκαν κατάλληλα για την καταπόνηση σε µοναξονική θλίψη. Τα αποτελέσµατα από την δοκιµή µονοαξονικής θλίψης, εικόνες 3 και, έδειξαν ότι και τα τρία δοκίµια έχουν συµπεριφορά παρόµοια µε αυτήν δοκιµίου µείγµατος Β22 τσιµέντου Portland. Οι αντοχές των δοκιµίων κυµαίνονται µεταξύ 11,3 και 13,2 Μpa ενώ των προτύπων του τσιµέντου Portland είναι 1 Mpa.
Εικόνα 3. ιάγραµµα µονοαξονικής θλίψης δοκιµίου ΓΜ. Εικόνα. ιάγραµµα µονοαξονικής θλίψης δοκιµίου ΓΜ.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Από την µελέτη των αποτελεσµάτων, που αφορούν το χαρακτηρισµό της πρώτης ύλης, την πορεία παραγωγής του φυσικού τσιµέντου καθώς και τις ιδιότητες του παραγόµενου υλικού, που προέκυψαν από την µελέτη τόσο των ασβεστολιθικών δειγµάτων όσο και των διατοµιτών εξάγονται τα παρακάτω συµπεράσµατα: Ο θρυµµατισµός της πρώτης ύλης γίνεται σχετικά εύκολα µε αποτέλεσµα να µη χρειάζεται να δαπανηθεί µεγάλη ενέργεια ώστε να παραχθούν διάφορες κοκκοµετρίες. Το γεγονός αυτό, είναι πολύ σηµαντικό γιατί µειώνεται το κόστος παραγωγής ικανοποιητικής κοκκοµετρίας της πρώτης ύλης, για την δηµιουργία του φυσικού τσιµέντου (υδραυλικής ασβέστου) µε άµεση συνέπεια την µείωση του κόστους παραγωγής του τελικού προϊόντος. Οι διατοµιτικές γαίες που εξετάστηκαν λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε άµορφο διοξείδιο του πυριτίου, µετά την έψηση δεν σχηµατίζουν υδραυλικές φάσεις, όπως Ca 2 SiO αλλά βολλαστονίτη CaSiO 3. Αυτό οφείλεται στο χαµηλό ποσοστό ανθρακικού ασβεστίου και υψηλό ποσοστό SiO 2 τα οποία, όπως ερµηνεύεται και από το αντίστοιχο διάγραµµα φάσεων, αντιδρούν σε βολλαστονίτη και όχι σε πυριτικό διασβέστιο (Ca 2 SiO ). Ο µαργαϊκός ασβεστόλιθος που εξετάσθηκε περιέχει ικανοποιητικά ποσοστά σε διοξείδιο του πυριτίου για την παραγωγή φυσικού τσιµέντου. Η πορεία της αντίδρασης του µαργαϊκού ασβεστόλιθου κατά την θέρµανση και την µετατροπή του σε φυσικό τσιµέντο, κρίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητική αφού πραγµατοποιείται σε θερµοκρασίες ίδιες µε αυτές της παραγωγής άνυδρης ασβέστου. Η αντίδραση µπορεί να ολοκληρωθεί στους 8 C, ενώ παρατηρείται υδραυλική φάση ακόµα και στα προϊόντα των 8 C. Οι θερµοκρασίες αυτές επιτρέπουν την παραγωγή του φυσικού τσιµέντου σε κλίβανους παραγωγής άνυδρης ασβέστου, εφ όσον η κατανοµή του SiO 2 στο αρχικό µαργαϊκό υλικό είναι κανονική. Με αύξηση της θερµοκρασίας (>1 ο C) αυξάνεται το ποσοστό του λαρνίτη καθώς και η κρυσταλλικότητά του. Η αύξηση της κρυσταλλικότητας πιθανόν να επηρεάζει αρνητικά την ενυδάτωση του λαρνίτη σε σύγκριση µε χαµηλότερη κρυσταλλικότητα που παρατηρείται σε χαµηλές θερµοκρασίες (8 ο C). Η ενυδάτωση του ελεύθερου CaO του φυσικού τσιµέντου αναµεµειγµένου µε άµµο λατοµείου πραγµατοποιείται µέσα σε λίγα λεπτά
Τα αποτελέσµατα από τις δοκιµές θλίψης στα δοκίµια που παρήχθησαν µε βάση τα φυσικά τσιµέντα (υδραυλική άσβεστο) σε µείγµα µε άµµο λατοµείου κρίνονται ιδιαίτερα ικανοποιητικά. Οι δοκιµές έδειξαν ότι οι τιµές αντοχής σε θλίψη είναι αρκετά υψηλές, µε αποτέλεσµα τα µείγµατα αυτά να µπορούν να χρησιµοποιηθούν τουλάχιστον για συντήρησης αναστήλωσης µνηµείων. εν προσδιορίστηκαν ένυδρες φάσεις του Ca 2 SiO µετά την ενυδάτωση. Η αυξηµένη αντοχή των δοκιµίων συνηγορεί για τον σχηµατισµό και παρουσία τους, πιθανόν όµως να είναι άµορφες µε αποτέλεσµα να µην µπορούν να προσδιοριστούν µε περιθλασιµετρία ακτίνων Χ. Ο συγκεκριµένος βιοκλαστικός µαργαϊκός ασβεστόλιθος της περιοχής Γαράζο του νοµού Ρεθύµνης µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την παραγωγή φυσικού τσιµέντου. Οι διατοµιτικές γαίες παρουσιάζουν ενδιαφέρον λόγο του µεγάλου ποσοστού σε άµορφο διοξείδιο του πυριτίου. Η ανάµειξη µε καθαρό ασβεστόλιθο, σε σωστές αναλογίες, θα έχει σαν αποτέλεσµα την δηµιουργία φυσικού τσιµέντου σε επιθυµητές περιεκτικότητες Ca 2 SiO και CaO. Βιβλιογραφία Ashurt, J., Ashurt, N., 1988. Practical Building Conservation. Vol. 3: Plasters, Mortars and Renders. Gower Technical Press, ISBN 2913977. Ashurt, J., 1997. The Technology and Use of Hydraulic Lime. Article reproduced from the Building Conservation Directory. www.buildingconservation.com/articles/lime/hylime.html άβη Ε., 1991. Πετρολογία, Εκδόσεις Συµµετρία, Αθήνα. Frydas, D. 1999. Paleoecology, Stratigraphy and Taxonomy of the Pliocene Marine Diatoms from Central Crete (Greece). Revue de Micropaleontologie, vol. 2, decembre 1999, pp. 29-3. Lambrecht, Η.Ο., 198. Opus Caementitium, Bautechnik der Roemer. Beton Verlag, ISBN 3-7- 2-X. Phillips, B., Muan, A.J. 199. CaO SiO2 System, J. Am. Ceram. Soc., vol 2, [9], pp. 11.