ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Σημερινή εικόνα Σχεδιασμός Προοπτικές ΑΘΗΝΑ, 8-10 Μαρτίου 2010 Ενεργειακές Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής Ανδρέας Γ. Ανδρεόπουλος Καθηγητής Ε. Μ. Πολυτεχνείου
Η κλιματική αλλαγή είναι ένα διαρκές φαινόμενο μεταβολών του κλίματος της γης, περιλαμβανομένης της θερμοκρασίας, με επίκεντρο στην εποχή την υπερθέρμανση του πλανήτη, που οφείλεται σε μεγάλο μγ βαθμό στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ο εγκλωβισμός ενέργειας εξασφαλίζει μεν την αναγκαία για την ζωή θερμότητα, εντάθηκε όμως και οδηγήθηκε σε ακραίες τιμές από ανεξέλεγκτες και άφρονες Ανθρώπινες δραστηριότητες, έτσι ώστε να επιδεινώνει και επιταχύνει τις αρνητικές επιπτώσεις. Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κιότο «κλιματική αλλαγή» είναι το σύνολο των μεταβολών που αποδίδονται άμεσα η έμμεσα στην ανθρώπινη δραστηριότητα. Αντικειμενικός σκοπός της Συνθήκης Πρωτόκολλο είναι η «σταθεροποίηση θ ί των ατμοσφαιρικών συγκεντρώσεων των αερίων του θερμοκηπίου σε ένα επίπεδο που θα απέτρεπε το ενδεχόμενο επικίνδυνης ανθρωπογενούς παρέμβασης στο σύστημα του κλίματος».
Η παγκόσμια αύξηση στη συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα οφείλεται πρωτογενώς στη χρήση των ορυκτών καυσίμων και στις αλλαγές των χρήσεων γης. Το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου προέρχεται από την παραγωγή ενέργειας και η αποψίλωση των δασών ευθύνεται για το 20% περίπου των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε παγκό- σμιο επίπεδο. Το 2030 τα δύο τρίτα της ανθρωπότητας θα ζει σε Αστικά κέντρα τα οποία με τις δραστηριότητες τους συμβάλλουν καθοριστικά στην κλιματική αλλαγή. Η ανθρωπογενής αύξηση της θερμοκρασίας και της στάθμης της θάλασσας θα συνεχίσει να υφίσταται για αιώνες, ακόμα και εάν σταθεροποιηθούν οι συγκεντρώ- σεις αερίων του θερμοκηπίου.
Ειδικότερα στην Ελλάδα από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η θερμοκρασία αυξάνεται ιδιαίτερα το καλοκαίρι, οι βροχοπτώσεις, κατά την περίοδο 1980-2000, εμφανίζουν τάση μείωσης τόσο σε ετήσια βάση όσο και σε εποχική, καταγράφονται τάσεις ερημοποίησης σε περιοχές της χώρας και εντοπίζεται ιδιαίτερα οξύ το πρόβλημα της διάβρωσης των εδαφών και ιδιαίτερα των παράκτιων ζωνών Εκτιμάται ότι το 35% του ελλαδικού χώρου αντιμετωπίζει υψηλό κίνδυνο ερημοποίησης. Η ανάσχεση των αιτίων που οδηγούν στις πιο πάνω καταστάσεις απαιτούν την εφαρμογή μιας στιβαρής πολιτικής από το κράτος, η οποία να συμβάλει στην αναστροφή της διαδικασίας ερημοποίησης στη χώρα μας και την εξ αυτής επιδείνωση των υδρικών συνθηκών με την συνεπαγόμενη λειψυδρία
Η Ελλάδα, παράγει το 2 τοις χιλίοις (2 ) των παγκοσμίως παραγομένων αερίων του θερμοκηπίου και στο επόμενο διάστημα η χώρα μας θα πρέπει να επεξεργασθεί πολιτικές για όλους τους τομείς της κλιματικής αλλαγής, που εμπε- ριέχουν όλα τα περιβαλλοντικά θέματα και επομένως πρέπει να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά. Ταυτόχρονα πρέπει να τηρηθούν οι υποχρεώσεις της χώρας έναντι του πλαισίου μέτρων της Ε.Ε. για την Ενέργεια και την Κλιματική αλλαγή που είναι: Μείωση κατά 20% των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2020, συγκριτικά με τα επίπεδα εκπομπών του 1990. Το 18% της ενέργειας μέχρι το 2020 να προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Εξοικονόμηση ενέργειας κατά 20% έως το 2020. Τα καύσιμα των μεταφορών να περιλαμβάνουν βιοκαύσιμα σε ποσοστό 10%. Η καλλιέργεια των βιοκαυσίμων πρέπει να γίνεται υπό όρους περιβαλλοντικής συμβατότητας και αποτροπής επιπτώσεων στην παραγωγή τροφίμων.
Μια ποσοτική εκτίμηση των κλιματικών επιπτώσεων, όπως παρουσιάστηκε στη Συνάντηση των Αθηνών (Αthens Summit 2009) για την κλιματική αλλαγή και την ενεργειακή ασφάλεια, ανεβάζει σε 18 δισ. ευρώ το ετήσιο κόστος τους στις χώρες της Μεσογείου, (μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα), με την παραμικρή άνοδο της θερμοκρασίας. Τουρισμός, αλιεία, γεωργία και οικοσυστήματα θα υποστούν καίριο πλήγμα, με τεράστιο οικονομικό κόστος, λόγω των συνεπειών αυτών. Η απειλή δεν εκδηλώνεται ομοιόμορφα, εφόσον οι πυκνοδομημένες αστικές περιοχές έχουν μια πρόσθετη ευαισθησία στα σχετικά φαινόμενα, π.χ. σε θερμικά κύματα και στην ατμοσφαιρική ρύπανση, λόγω της «θερμικής νησίδας» που δημιουργείται πάνω από αυτές, της αυξημένης εκπομπής ρύπων από τις μεταφορές και άλλες πηγές, των οικιστικών τους χαρακτηριστικών, της απώλειας φυσικού εδάφους κλπ.
Τα δάση της βόρειας - βορειοανατολικής πλευρά της Αττικής, αλλά και δυτικά προς τη Βοιωτία, συνέβαλαν στον έλεγχο της θερμοκρασίας του αέρα που πνέει προς το Λεκανοπέδιο. Σήμερα όμως, μετά την εξαφάνιση πολλών δασικών εκτάσεων, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική: Η καταστροφή περισσότερων από 180.000 000 στρεμμάτων δάσους, σε έναν νομό όπου η χλωρίδα έχει εκλείψει σημαντικά τα τελευταία χρόνια, έχει επιφέρει μη αναστρέψιμα πλήγματα στο υπέδαφος, το έδαφος και τον αέρα. Αναμένεται μια επιδείνωση του λεγόμενου δείκτη δυσφορίας στην πρωτεύουσα,, αλλά και αλυσωτές αντιδράσεις στην κατανάλωση ενέργειας και ένταση της αέριας ρύπανσης, αν ληφθεί υπόψη ότι η ζωή ενός δέντρου μεσαίου μεγέθους ισοδυναμεί με την λειτουργία τριών κλιματιστικών.
Όσον αφορά το χρηματικό κόστος που προκάλεσαν οι πρόσφατες πυρκαγιές, υπολογίζεται ότι για την μερική αποκατάστασή τους απαιτούνται 36 εκατ.. Τα σημεία της Aττικής που έχουν καεί περισσότερες από μία φορά χρειάζονται τεχνητή αναδάσωση, ειδικά τα πιο πρόσφατα καμένα. Yπολογίζεται ότι περίπου 60.000 000 στρέμματα εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία, για την αναδάσωση των οποίων θα απαιτηθούν τουλάχιστον 36 εκατ. ευρώ (με μέτριους υπολογισμούς 600 ευρώ ανά στρέμμα).
Μια ακόμη πλευρά της αποτίμησης αποτελεί η μεταβολή του ισοζυγίου διοξειδίου του άνθρακα που επήλθε από την εξαφάνιση της χλωρίδας που καταστράφηκε στις πρόσφατες πυρκαγιές. Αν ληφθεί υπόψη ότι χάθηκαν 180.000 000 στρέμματα πρασίνου (δάσος και θαμνώδεις περιοχές), η υπολογιζόμενη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα που θα μπορούσαν να δεσμεύουν είναι 90.000 τόνοι ετησίως, μέγεθος που σύμφωνα με τα ισχύοντα σήμερα στο διεθνές εμπόριο ρύπων ισοδυναμεί με το ποσό των 1.260.000 ευρώ ετησίως (αν δηλ. υπολογιστεί προς 14 ευρώ ο τόνος) ενώ αν συμβεί αυτή η ποσότητα να υπερβαίνει το επιτρεπόμενο όριο, προκύπτει χρέωση 100 ευρώ ανά τόνο, οπότε φθάνουμε στο σο ποσό των 9 εκατ. ευρώ ετησίως. Επιπλέον, η κατακράτηση διοξειδίου του άνθρακα από την καμένη χλωρίδα, θα αποτελούσε αντίβαρο για συμβατική ηλεκτροπαραγωγή ετήσια ενέργειας 90.000.000 kwh, που αντιστοιχεί στην κάλυψη των αναγκών 40.000 000 νοικοκυριών.
Κάθε χρόνο αφανίζονται 30 εκατομμύρια δένδρα για να τυπωθούν βιβλία που θα πουληθούν μόνον στις ΗΠΑ. Υπό την πίεση της κοινής γνώμης και των περιβαλλοντικών οργανώσεων, η εκδοτική βιομηχανία στην Αμερική αναγκάστηκε να θέσει τα τελευταία χρόνια σε εφαρμογή μία σειρά από πρακτικές με στόχο να περιορίσει ρ τον περιβαλλοντικό ρβ αντίκτυπο της λειτουργίας της. Το «Συμβούλιο Περιβάλλοντος της Βιομηχανίας του Βιβλίου» Ββλί (BIEC), ενός οργανισμού περιβαλλοντικής εποπτείας, αποφάσισε τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την εκδοτική βιομηχανία στην Αμερική κατά 20% ως το 2020 με πρόθεση η μείωση αυτή να φτάσει στο 80% ως το 2050, σε σχέση με τα επίπεδα του 2006. Σημειώνεται ότι είναι η πρώτη φορά που η εκδοτική βιομηχανία σε κάποιο σημείο του πλανήτη αναλαμβάνει συγκεκριμένη δέσμευση για να περιορίσει τη συνεισφορά της στο φαινόμενο της παγκόσμιας υπερθέρμανσης.
Εξειδικευμένη έρευνα που έγινε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2008, συμπέρανε πως ο αντίκτυπος των δραστηριοτήτων της αμερικανικής βιομηχανίας βιβλίου ββλί στο κλίμα είναι ισοδύναμος με την έκλυση ποσότητας 12,4 εκ. μετρικών τόνων άνθρακα στην ατμόσφαιρα!! Με την ίδια υπολογιστική μέθοδο, μία μείωση της τάξης του 20% στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μόνον από την εκδοτική βιομηχανία θα σήμανε μείωση των εκπομπών αεριών του θερμοκηπίου ισοδύναμη με τον ετήσιο αποκλεισμό από την κυκλοφορία σχεδόν 450.000 αυτοκινήτων!
Η σημερινή Αττική και ιδιαίτερα ο αστικός ιστός της Αθήνας παρουσιάζει σημαντικό πρόβλημα θερμοκρασιακής κατανομής. Η σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας παρατηρείται κυρίως στις παραμελημένες περιοχές και υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής και τις συνθήκες υγιεινής των πολιτών, ενώ αυξάνει θεαματικά το ενεργειακό κόστος για ψύξη την θερινή περίοδο για μεγάλο τμήμα της πόλης. Για την αντιμετώπιση των παραπάνω και ειδικότερα για την αποκατάσταση ενός περισσότερο ισορροπημένου και βιώσιμου βώ κλίματος στην Αττική, απαιτούνται δραστικές παρεμβάσεις και δράσεις ανασχεδιασμού.
Είναι προφανώς απαραίτητη η αύξηση των ελεύθερων και πράσινων χώρων στην πόλη, ενώ σημαντική επίδραση θα έχει η χρήση των κατάλληλων οικοδομικών υλικών (δηλ. η χρήση των αποκαλούμενων ψυχρών υλικών), καθώς και οι επιλεγμένες αρχιτεκτονικές λύσεις στην κατασκευή κτηρίων (αποφυγή εκτεταμένων γυάλινων επιφανειών). Ακόμη, παρεμβάσεις για την μείωση της θερμότητας που παράγεται από τις καθημερινές ανθρώπινες δραστηριότητες (π.χ. αυτοκίνητα) έχουν σημαντική επίδραση. Είναι, τέλος, απαραίτητη η ανάληψη δράσεων που μειώνουν τις εσωτερικές θερμοκρασίες κατά την θερινή περίοδο καθώς και η υιοθέτηση τεχνολογιών που ελαχιστοποιούν τις ενεργειακές απαιτήσεις για τις διάφορες διεργασίες. Προφανώς, ότι ένας τέτοιος ανασχεδιασμός που θα συνοδεύεται δύ από την εισαγωγή καινοτομίας απαιτεί υψηλό αρχικό κόστος και για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η κρατική ενθάρρυνση και συμμετοχή με ένα σύστημα κινήτρων ήρ και επιχορηγήσεων.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας