Averil Cameron, 2006



Σχετικά έγγραφα
Εικονογράφηση: Γιώργος Σγουρός ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μαρία Ρουσάκη, 2010 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2010, 2.

Θεολόγος Τερζιάδης Χρυσή Πίκουλα, Ðñþôç Ýêäïóç: Απρίλιος 2010 ÉSBN

ÅéêïíïãñÜöçóç: Μάρω Αλεξάνδρου

Εικονογράφηση: Κατερίνα Χρυσοχόου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Αθηνά Ανδρουτσοπούλου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2011 ÉSBN

Ράνια Μπουµπουρή, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2011 ÉSBN

Εικονογράφηση: Λήδα Βαρβαρούση ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μερκούριος Αυτζής, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2011 ÉSBN

Γιώτα Φώτου, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

Μπίλλι Ρόζεν Μάκης Τσίτας, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2009, αντίτυπα ÉSBN

Γιώτα Φώτου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2009, αντίτυπα

Εικονογράφηση: Ελίζα Βαβούρη ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ρένα Ρώσση-Ζα ρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2012 ÉSBN

Σταυρούλα Κάτσου-Καντάνη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2009, αντίτυπα ÉSBN

Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Ράνια Μπουµπουρή, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

Άγγελος Αγγέλου και Έµη Σίνη, Ðñþôç Ýêäïóç: Νοέµβριος 2011 ÉSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέμβριος 2008, αντίτυπα ÉSBN

Εικονογράφηση: Ελίζα Βαβούρη ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ρένα Ρώσση-Ζα ρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2012 ÉSBN

Σοφία Παράσχου, Ðñþôç Ýêäïóç: Φεβρουάριος 2011 ÉSBN

Εικονογράφηση: Λήδα Βαρβαρούση ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μερκούριος Αυτζής, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2011 ÉSBN

Ειρήνη Καµαράτου-Γιαλλούση, Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέµβριος 2009 ÉSBN

Έλενα Χ. Στάνιου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2011 ÉSBN

Αντιγόνη Τσίτσιλα, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2012 ÉSBN

Χρυσάνθη Τσιαµπαλή-Κελεπούρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

ΑΚ ΑΚ πρρρ! ΝΤΟΪΝ- ΟΪΝ- ΟΪΝ!

Ðñþôç Ýêäïóç: Απρίλιος 2012 ÉSBN

Από τις Εκδόσεις Penguin Books, Λονδίνο 2009

Μετάφραση: οµινίκη Σάνδη ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Loewe Verlag GmbH, Bindlach 2013 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2014

Εικονογράφηση: Πωλίνα Παπανικολάου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ελένη ασκαλάκη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2014 ÉSBN

Τζένη Θεοφανοπούλου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2012 ÉSBN

Εικονογράφηση: Πωλίνα Παπανικολάου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μαρία Ρουσάκη, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2013 ÉSBN

Εικονογράφηση: Γιώργος Πετρίδης ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ράνια Μπουµπουρή, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2013 ÉSBN

Εικονογράφηση: Φωτεινή Τίκκου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ιωάννα Μπαµπέτα, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2013 ÉSBN

Γιώτα Φώτου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2011 ÉSBN

Γιώργος Λεµπέσης, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2012, αντίτυπα ÉSBN

Rose Cooper, 2011 Εικονογράφησης εξωφύλλου: Rose Cooper, 2011 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2012

Εικονογράφηση: Mark Weinstein ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Αθηνά Ρε ζάκη, Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέµβριος 2012 ÉSBN

Φράνση Σταθάτου, Ðñþôç Ýêäïóç: Oκτώβριος 2010 ÉSBN

Χρυσάνθη Τσιαµπαλή-Κελεπούρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Φεβρουάριος 2011 ÉSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέμβριος 2008, αντίτυπα ÉSBN

Εικονογράφηση: Μις Μόλυβ ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Γιούλη Μιγγείρου, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούνιος 2013 ÉSBN

Νίκος Πιλάβιος, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2011 ÉSBN

Eoin Colfer, 2004 Eικονογράφησης: Tony Ross, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούνιος 2008 ÉSBN Ìåôáìüñöùóç Metamorfossi, Greece

Αλεξάνδρα Πασχαλίδου, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2008, αντίτυπα ÉSBN

Εύη Μαυροµατίδου, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2011 ÉSBN

Μετάφραση: οµινίκη Σάνδη

Τζένη Θεοφανοπούλου, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2012 ÉSBN

Εικονογράφηση: Χρύσα Σπυρίδωνος ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ράνια Μπουµπουρή, 2015 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2015

Πέγκυ Φούρκα, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούνιος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Εικονογράφηση: Πωλίνα Παπανικολάου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέµβριος 2012 ÉSBN

Γιώργος Κατσέλης, Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέµβριος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Roald Dahl Nominee Ltd., Πρώτη έκδοση: Νοέμβριος 1993 Δεύτερη έκδοση: Μάρτιος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Βούλα Μάστορη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2013 ÉSBN

Με την ευγενική χορηγία του Ιδρύµατος «Eve and Leo Condakes»

Χρήστος ηµόπουλος, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούλιος 2013 ÉSBN

Παναγιώτα Πλησή, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος Έντυπη έκδοση ÉSBN Ηλεκτρονική έκδοση ÉSBN

Χρυσάνθη Τσιαµπαλή-Κελεπούρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2009, αντίτυπα ÉSBN

Jeff Kinney, 2008 All rights reserved in all countries by Harry N. Abrams, Inc. EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2009

Ρένα Ρώσση-Ζα ρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέµβριος 2013 ÉSBN

Μερκούριος Αυτζής, Ðñþôç Ýêäïóç: Απρίλιος 2008 ÉSBN

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ÅéêïíïãñÜöçóç: Μαργαρίτα Τζαννέτου

Γιώργος Κατσέλης, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2013 ÉSBN

Εικονογράφηση: Χρύσα Σπυρίδωνος ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ράνια Μπουµπουρή, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2013 ÉSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Σεπτέµβριος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Pearl Morrison, 2007 The moral rights of the author have been asserted.

Κατερίνα Μουρίκη, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούνιος 2010, αντίτυπα ÉSBN


ΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΠΑΙΔΙΚΟΥBIBΛIOY

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός

Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2013 ÉSBN

Εικονογράφηση: Μις Μόλυβ ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Χρυσάνθη Τσιαµπαλή-Κελεπούρη, 2014/ Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2014 ÉSBN

Χρήστος ηµόπουλος, 2017/ EÊÄÏ ÓÅÉÓ ØÕ Ï ÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞ íá Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2017

EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2011 ÉSBN


Έλενα Αρτζανίδου, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

Αγγελική Βαρελλά, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

ÅéêïíïãñÜöçóç: Χρύσα Σπυρίδωνος

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Åé êï íï ãñü öç óç: Νίκος Γιαννόπουλος

Εικονογράφηση: Ίρις Σαµαρτζή ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μάκης Τσίτας, 2013 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Μάιος 2013 ÉSBN

Εικονογράφηση: Σάντρα Ελευθερίου ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Μάκης Τσίτας, 2015 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Οκτώβριος 2015

Μάνια ούκα, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούνιος 2012 ÉSBN

Μετάφραση: Χαρά Γιαννακοπούλου

Jeff Kinney, 2007 All rights reserved in all countries by Harry N. Abrams, Inc. EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2008

Πέγκυ Φούρκα, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιούνιος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Εικονογράφηση: Χρύσα Σπυρίδωνος ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ράνια Μπουµπουρή, 2016 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Φεβρουάριος 2016

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΒΔΟΜΗ Η ΠΡΩΙΜΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εικονογράφηση: Σπύρος Γούσης ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ρένα Ρώσση-Ζα ρη, 2015 EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2015

Ðñþôç Ýêäïóç: ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΜΕΤΟΠΗ Ε.Π.Ε., 1978 εύτερη έκδοση: ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ, 1990 Τρίτη έκδοση: Μάρτιος 2010 ÉSBN

Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2010, αντίτυπα ÉSBN

Εικονογράφηση: Σπύρος Γούσης ΠΡΩΤΗ ΕΚ ΟΣΗ. Ρένα Ρώσση-Ζα ρη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2013 ÉSBN

Σταυρούλα Κάτσου-Καντάνη, Ðñþôç Ýêäïóç: Μάρτιος 2009, αντίτυπα ÉSBN

Εικονογράφηση: Θοδωρής Τιμπιλής

Αγγελική Βαρελλά, Ðñþôç Ýêäïóç: Ιανουάριος 2012 ÉSBN

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

First published in the English language in 2010 by Amulet Books, an imprint of ABRAMS. All rights reserved. EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å.

Transcript:

TIÔËÏÓ ÐÑÙÔÏÔÕÐÏÕ: THE BYZANTINES Από τις Εκδόσεις BLACKWELL, Λονδίνο 2006 TÉÔËÏÓ ÂÉÂËÉÏÕ: Οι Βυζαντινοί ÓÕÃÃÑÁÖÅÁÓ: Averil Cameron ÌÅÔÁÖÑÁÓÇ ÊÅÉÌÅÍÏÕ: Γιώργος Τζήµας ÅÐÉΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ηλίας Γιαρένης ÅÐÉÌÅËÅÉÁ ÄÉÏÑÈÙÓÇ ÊÅÉÌÅÍÏÕ: Μαρία Μπανούση ÓÕÍÈÅÓÇ ÅÎÙÖÕËËÏÕ: Ηλία Μασούρης ÇËÅÊÔÑÏÍÉÊÇ ÓÅËÉÄÏÐÏÉÇÓÇ: Ραλλού Ρουχωτά, Μερσίνα Λαδοπούλου EÊÔÕÐÙÓÇ: Α. & Φ. εληγιάννης Ο.Ε. ÂÉÂËÉÏÄÅÓÉÁ: Κωνσταντίνα Παναγιώτου & ΣΙΑ Ο.Ε. Averil Cameron, 2006 This edition is published by arrangement with Blackwell Publishing Ltd, Oxford. Translated by Psichogios Publications S.A. from the original English language version. Responsibility of the accuracy of the translation rests solely with Psichogios Publications S.A. and is not the responsibility of Blackwell Publishing Ltd. Εικόνας εξωφύλλου: Guido Baviera/Corbis/Apeiron Photos EÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å., ÁèÞíá 2009 Ðñþôç Ýêäïóç: Απρίλιος 2009 ÉSBN 978-960-453-529-3 Τυπώθηκε σε χαρτί ελεύθερο χηµικών ουσιών, προερχόµενο αποκλειστικά και µόνο από δάση που καλλιεργούνται για την παραγωγή χαρτιού. To ðáñüí Ýñãï ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò ðñïóôáôåýåôáé êáôü ôéò äéáôüîåéò ôïõ Åëëçíéêïý Íüìïõ (Í. 2121/1993 üðùò Ý åé ôñïðïðïéçèåß êáé éó ýåé óþìåñá) êáé ôéò äéåèíåßò óõìâüóåéò ðåñß ðíåõìáôéêþò éäéïêôçóßáò. Áðáãïñåýåôáé áðïëýôùò ç Üíåõ ãñáðôþò Üäåéáò ôïõ åêäüôç êáôü ïðïéïäþðïôå ôñüðï Þ ìýóï áíôéãñáöþ, öùôïáíáôýðùóç êáé åí ãýíåé áíáðáñáãùãþ, åêìßóèùóç Þ äáíåéóìüò, ìåôüöñáóç, äéáóêåõþ, áíáìåôüäïóç óôï êïéíü óå ïðïéáäþðïôå ìïñöþ (çëåêôñïíéêþ, ìç áíéêþ Þ Üëëç) êáé ç åí ãýíåé åêìåôüëëåõóç ôïõ óõíüëïõ Þ ìýñïõò ôïõ Ýñãïõ. ÅÊÄÏÓÅÉÓ ØÕ ÏÃÉÏÓ Á.Å. PSICHOGIOS PUBLICATIONS S.A. äñá: ÔáôïÀïõ 121 Head office: 121, Tatoiou Str. 144 52 Ìåôáìüñöùóç 144 52 Metamorfossi, Greece Âéâëéïðùëåßï: Ìáõñïìé Üëç 1 Bookstore: 1, Mavromichali Str. 106 79 ÁèÞíá 106 79 Áthens, Greece Ôçë.: 2102804800 Tel.: 2102804800 Telefax: 2102819550 Telefax: 2102819550 www.psichogios.gr www.psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr e-mail: info@psichogios.gr

Μετάφραση: Γιώργος Τζήµας Πρόλογος Επιστηµονική επιµέλεια: Ηλίας Γιαρένης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος στην ελληνική έκδοση...9 Πρόλογος...13 1. Τι ήταν το Βυζάντιο;...21 2. Το µετασχηµατιζόµενο Βυζάντιο: Από την ύστερη αρχαιότητα έως το 1025...49 3. Το µετασχηµατιζόµενο Βυζάντιο: Από το 1025 έως το 1453...78 4. Η βυζαντινή χίµαιρα...108 5. Κυβερνώντας το βυζαντινό κράτος...131 6. Μια ορθόδοξη κοινωνία;...159 7. Πώς ζούσαν οι Βυζαντινοί...188 8. Παιδεία και πολιτισµός...213 9. Το Βυζάντιο και η Ευρώπη...258 10. Το Βυζάντιο και η Μεσόγειος...282 Συµπέρασµα...309 Χρονολογικοί πίνακες...312 Σηµειώσεις...319 Βιβλιογραφία...366 Ευρετήριο...396 Ευχαριστίες...404

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ Ἡ καθηγήτρια Ἄβεριλ Κάμερον, καταξιωμένη διεθνῶς γιὰ τὴν συμβολή της στὴν μελέτη τῆς Ὕστερης Αρχαιότητας καὶ τοῦ Βυζαντίου, στὸ παρὸν βιβλίο προσφέρει μία πολυπρισματική, περιεκτικὴ καὶ ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσα πραγμάτευση σχετικὰ μὲ τὴν βυζαντινὴ αυτοκρατορία καὶ τοὺς κατοίκους της. Ἐπιχειρεῖ νὰ παρουσιάσει στὸν ἀναγνώστη μία εἰκόνα τοῦ Βυζαντίου ἀπαλλαγμένη ἀπὸ στερεότυπα καὶ ἀγκυλώσεις τοῦ παρελθόντος ἢ καὶ τοῦ παρόντος. Τὸ ἔργο ἀπευθύνεται στὸ εὐρὺ κοινό, ἀλλὰ καὶ στὸν φοιτητή, ἐπιχειρώντας νὰ παράσχει μία συνθετικὴ ἐξέταση καίριων πτυχῶν τῆς βυζαντινῆς κοινωνίας. Ἡ σύνθεση αὐτὴ ἔχει ταυτόχρονα ὡς μέλημα νὰ ξεπεράσει τὸν σκόπελο τῆς ὑπεραπλούστευσης ἔτσι, ἐπιδιώκει τὴν καταγραφὴ τόσο τῶν σταθερῶν σημείων ὅσο καὶ τῶν τομῶν ποὺ ἐντοπίζονται σὲ αὐτὴ τὴν μακραίωνη ἱστορικὴ διαδρομή. Ἡ συγγραφέας θέτει σαφῆ ἐρωτήματα καὶ προσφέρει σύντομη και τεκμηριωμένη πραγμάτευσή τους. Ἡ διερεύνηση γενικῶν θεμάτων συχνὰ ὁδηγεῖ στὴν μνεία συγκεκριμένων παραδειγμάτων, καὶ μέσῳ αὐτῶν στὴν ἐκ νέου ἀναγωγὴ στὸ γενικό. Μὲ τὸν τρόπο αὐτό, κεντρικὰ ζητήματα διερευνῶνται καὶ καθίστανται ἁπτά. Στὸ βιβλίο τίθενται βασικὰ ζητήματα, ὅπως αὐτὰ τῆς ταυτότητας, τῆς ἰδιοσυστασίας καὶ τῶν παραγόντων τῆς ἱσχύος καὶ τῶν ἀδυναμιῶν τοῦ Βυζαντίου. Ἐπιχειρεῖται νὰ σκιαγραφηθεῖ τί ἦταν αὐτὸ ποὺ στὴν νεωτερικότητα ὀνομάσθηκε, ἑρήμην του, Βυζάντιο, ποιοὶ ἦταν οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ καὶ πῶς ἡ τελευταία ἐξελίχθηκε σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν μακρὰ πορεία ἀπὸ τὸν 4ο ἕως

10 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚ ΟΣΗ τὸν 15ο αἰώνα. Ἡ πολιτικὴ ἱστορία ἀξιοποιεῖται ὡς ἡ ἀφετηρία γιὰ τὴν διερεύνηση πτυχῶν τῶν κοινωνικῶν δομῶν, τῶν νοοτροπιῶν, τῆς διοίκησης, τῆς ἰδεολογίας, τῆς πίστης, τῆς παιδείας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ τοῦ βυζαντινοῦ κόσμου. Παράλληλα, θίγονται μὲ ἔμφαση τὰ ζητήματα τῆς ἔνταξης τοῦ Βυζαντίου στὸν χῶρο τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Μεσογείου, καθὼς καὶ οἱ θεωρητικὲς καὶ ἰδεολογικές ὁρίζουσες μιᾶς τέτοιας ἔνταξης ἢ τῆς σχετικῆς ἀμηχανίας. Ἡ Κάμερον ξεκινᾶ τὸ βιβλίο μὲ τὸ ἐρώτημα γιὰ τὴν ἀπουσία τοῦ Βυζαντίου. Ἡ θεματικὴ αὐτή, σταθερὴ γραμμὴ ἐνδιαφέροντος τῆς πραγμάτευσης, συναρτᾶται μὲ τὰ ζητήματα τῆς πρόσληψης καὶ ἰδεολογικῆς χρήσης τοῦ Βυζαντίου στὸν σύγχρονο κόσμο, καθὼς καὶ μὲ τάσεις περιθωριοποίησής του ἀπὸ τὸν δημόσιο λόγο. Ἡ συγγραφέας παρουσιάζει στὸ παρὸν ἔργο τὸ ὑπόβαθρο, τὶς βασικὲς ἀρχὲς καὶ προϋποθέσεις ἀνάπτυξης τῆς σχετικῆς προβληματικῆς ποὺ ἡ ἴδια συγκρότησε σὲ μία καίρια συμβολή της γιὰ τὴν ἀπουσία τοῦ Βυζαντίου (περ. Νέα Ἑστία, Ἰανουάριος 2008). Ἡ συμβολὴ αὐτὴ ἀποτέλεσε τὴν ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἔναρξη ἑνὸς γόνιμου σχετικοῦ διαλόγου, μὲ ἐνδιαφέρουσες παρεμβάσεις, ποὺ συνιστοῦν μία πρώτης τάξεως παρουσία τοῦ Βυζαντίου. Στὸ βιβλίο τὸ ζήτημα τῆς ἀπουσίας τοῦ Βυζαντίου ἐξετάζεται κριτικά ἐντοπίζονται παγιωμένες ἀντιλήψεις γιὰ τὸ Βυζάντιο, καὶ θίγονται μὲ διεισδυτικὸ τρόπο ζητήματα τῆς πρόσληψής του καὶ τῆς ἐμπλοκῆς του στὸν δημόσιο λόγο, στὸ παρελθὸν καὶ στὸ παρόν. Στὴν ἑλληνικὴ ἔκδοση ἐπιχειρήθηκε νὰ ὑπηρετηθοῦν τὸ πνεῦμα και οἱ ἐπιλογὲς τοῦ ἔργου. Γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς ἔκδοσης, ἐντοπίστηκε καὶ παρατίθεται τὸ ἑλληνικὸ πρωτότυπο κείμενο τῶν βυζαντινῶν χωρίων, στὰ σημεῖα ὅπου ἡ συγγραφέας ἀπευθυνόμενη στὸ ἀγγλόφωνο κοινό παρέπεμπε σὲ δόκιμες ἀπόπειρες ἀγγλικῆς μετάφρασης. Ἐπίσης, γιὰ τὴν πληρέστερη ἐνημέρωση καὶ τὴν εὐχερέστερη καθοδήγηση τοῦ φιλομαθοῦς ἀναγνώστη, σημειώθηκαν καὶ οἱ ὑπάρχουσες ἑλληνικὲς ἐκδόσεις τῶν ἔργων στὰ ὁποῖα γίνεται παραπομπή. Σύντομες ἐπιπλέον σημειώσεις (σὲ ὁρθὲς ἀγκύλες) τέθηκαν μὲ φειδώ, μόνο γιὰ λόγους κατανόησης. Δὲν ἐπιχειρήθηκαν ἄλλου εἴδους προσθῆκες ἢ σημειώσεις, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ παρατεθοῦν σὲ σχέση μὲ τὰ γραφόμενα. Κάτι τέτοιο ἴσως συσκότιζε τὴν συχνὰ πρωτότυπη καὶ πάντοτε κριτική ματιὰ τοῦ παρόντος ἔργου στὰ ζητήματα ποὺ θέτει γιὰ τὸ Βυζάντιο.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚ ΟΣΗ 11 Ἡ ἀρχικὴ ἀγγλική ἔκδοση τοῦ ἔργου ἔχει βραβευθεῖ μὲ τὸ Διεθνὲς Βραβεῖο Ἰωάννης Κρητικός (2006), καὶ ἔχει γίνει γενικότερα δεκτὴ μὲ εὐνοϊκότατα σχόλια καὶ κριτικές. Εὐελπιστοῦμε ὅτι καὶ ἡ ἑλληνικὴ ἔκδοση θὰ ἀποτελέσει γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἀναγνῶστες μία χρήσιμη εἰσαγωγὴ στοὺς Βυζαντινοὺς καὶ στὴν αὐτοκρατορία, στὴν ὁποία αὐτοὶ ἔζησαν ὡς Ῥωμαῖοι. Ἠλίας Γιαρένης Λέκτωρ Ἱστορίας τῆς Βυζαντινῆς Παιδείας Ἰόνιο Πανεπιστήμιο

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το Βυζάντιο Μια απουσία Για τους περισσότερους ιστορικούς το Βυζάντιο ισοδυναµεί µε µια απουσία.* Μερικά παραδείγµατα αρκούν ας ξεκινήσουµε απ την ιστορία του πνεύµατος: στον δεύτερο τόµο της σειράς A New History of Western Philosophy (Μια Νέα Ιστορία της υτικής Φιλοσοφίας) που τιτλοφορείται Medieval Philosophy (Η Φιλοσοφία του Μεσαίωνα) και κυκλοφόρησε το 2005 απ τις εκδόσεις του Πανεπιστηµίου της Οξφόρδης, διαβάζουµε ότι απ το 600 µ.χ. περίπου «η φιλοσοφία περιήλθε σε χειµερία νάρκη για δύο αιώνες». 1 Η έννοια της χειµερίας νάρκης προ ποθέτει ενδεχοµένως την αφύπνιση, όµως, όποια κι αν ήταν αυτή, το υπόλοιπο τµήµα του τόµου απλώς την αγνοεί. Ένα ακόµη παράδειγµα προέρχεται απ τη συζήτηση για τα έθνη και τον εθνικισµό. Ορισµένοι, όπως ο Anthony D. Smith, επιχειρηµατολόγησαν εναντίον της επικρατούσας άποψης, που θεωρεί τα έθνη ως παιδιά της νεωτερικότητας, και αναρωτήθηκαν εάν υπήρχαν ή όχι έθνη στην αρχαιότητα. 2 Ενώ όµως η συζήτηση για πρωιµότερα πιθανά παραδείγµατα εθνών περιλαµβάνει την αρχαία Αίγυπτο, την κλασική Ελλάδα, την Ιδουµαία, την Αρπάντ, την Αράµ και την Αρµενία, 3 το Βυζάντιο δεν κάνει πουθενά την εµφάνισή του. ύο πρόσφατα βι- * Η συγγραφέας ανέπτυξε πρόσφατα τη σχετική επιχειρηµατολογία της σε άρθρο στο περιοδικό Νέα Εστία, που αποτέλεσε την αφετηρία ευρέος και γόνι- µου επιστηµονικού διαλόγου. Βλ. αναλυτικότερα στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης. (Σ.τ.Ε.)

14 ΠΡΟΛΟΓΟΣ βλία για το τέλος της Ρωµα κής Αυτοκρατορίας δεν κάνουν παρά µόνο σύντοµες νύξεις στο γεγονός ότι η Ρωµα κή Αυτοκρατορία στην Ανατολή δεν «κατέρρευσε», αλλά συνέχισε να υφίσταται µέχρι την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης απ τους Οθωµανούς το 1453. 4 Μία µελέτη για την Ευρασία του 11ου αιώνα, γραµµένη απ τη σκοπιά της «παγκόσµιας ιστορίας», περιορίζεται στην παρατήρηση ότι ακόµη και µελετητές που ειδικεύονται στο Βυζάντιο αναρωτιούνται για ποιο λόγο η µεταρρύθµιση και η αναγέννηση του 11ου αιώνα υπήρξαν «τόσο λιγότερο ρηξικέλευθες σε σύγκριση µε τις οµόλογες λατινικές εξελίξεις». 5 Τέλος αν και δεν προξενεί έκπληξη µετά από όσα προαναφέρθηκαν το Βυζάντιο απουσιάζει απ τις συζητήσεις για την ανάδυση της (δυτικής) ιδέας 6 του ατόµου. Ένας ενδιαφέρων συλλογικός τόµος µε µελετήµατα που αποκρίνονται σ ένα πρόσφατο βιβλίο Μεσογειακής Ιστορίας καλύπτει µια µακρά περίοδο που εκτείνεται έως το έτος 1000. Η µοναδική, ωστόσο, καταχώριση του ευρετηρίου για το Βυζάντιο παραπέµπει σε απόσπασµα, στο οποίο γίνεται φευγαλέα µόνο αναφορά στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία: εντούτοις, το µελέτηµα, που περιέχει το συγκεκριµένο απόσπασµα, τουλάχιστον αναγνωρίζει κάποιο ρόλο στο Βυζάντιο. Στον ίδιο τόµο, σ έναν γενικό χάρτη που ονοµάζεται «Η Μεσόγειος κατά τους ελληνικούς, ρωµα κούς και µεσαιωνικούς χρόνους», ο όρος «Βυζάντιο» φαίνεται να χρησιµοποιείται για να δείξει τη θέση της Κωνσταντινούπολης, η ίδια η πόλη όµως δεν κατονοµάζεται. 7 Το Βυζάντιο συνεπώς κατέχει αβέβαιη θέση στην ιστοριογραφία, πράγµα που σηµαίνει ότι δεν ξέρουµε πού να το εντάξουµε. Ήταν άραγε τµήµα της Ευρώπης ή µήπως ανήκε περισσότερο στην Ανατολή; Πώς συµβιβάζεται η ιστορία της Ορθοδοξίας µε την αντίληψη περί υτικής Χριστιανοσύνης; 8 (Το γεγονός ότι πρόσφατα ορισµένα κράτη-µέλη της Ευρωπα κής Ένωσης επικαλέστηκαν ρητά αυτό το ερώτηµα καταδεικνύει τη σηµασία του στην εποχή µας.) Μία ακόµη πηγή αβεβαιότητας είναι ο ρόλος του Βυζαντίου στις σταυροφορίες, καθώς βρέθηκε κατά κάποιο τρόπο να ισορροπεί ανάµεσα στη ύση των Λατίνων και στην Ανατολή των Σαρακηνών. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι το Βυζάντιο, όπως και η Οθωµανική Αυτοκρατορία που το διαδέχτηκε, περιλάµβανε στην επικράτειά του µεγάλα κοµµάτια της Ευρώπης, όπου, µετά το 1453,

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 15 η βυζαντινή επιρροή συνεχίστηκε µέχρι τις µέρες µας. Επιπλέον, ως αναπόσπαστη παράµετρος των πολιτικών και πολιτισµικών ιστοριών στα αναδυόµενα µετακοµουνιστικά κράτη της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης, το Βυζάντιο απέκτησε έναν καινούργιο και λεπτό ρόλο, τόσο ως προκάτοχος της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας και κοµιστής κι εγγυητής της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης, όσο και ως φορέας µιας ανησυχητικά «ανατολικής» κληρονοµιάς. Οι αµφισηµίες αυτές καθιστούν ιδιαίτερα αναγκαία τη συµπερίληψη του Βυζαντίου σε αυτή την εκδοτική σειρά* και την εκ νέου ένταξή του στην ιστορία της Ευρώπης και του ευρύτερου µεσογειακού κόσµου. Στην εποχή µας, άλλωστε, τα ερωτήµατα για την έκταση και τη φύση της Ευρώπης ανακύπτουν και πάλι επιτακτικά, ενώ η σχέση της «ύσης» µε τον Ισλαµικό κόσµο έχει γίνει πηγή εντάσεων και ανησυχίας. Σε αντίθεση µε τους βαρβαρικούς πληθυσµούς που εγκαταστάθηκαν στα εδάφη της ύστερης Ρωµα κής Αυτοκρατορίας και αποτελούν στις µέρες µας αντικείµενο έντονων συζητήσεων ως προς την ταυτότητά τους και την εθνογένεση απ την οποία προέκυψαν, 9 οι Βυζαντινοί δεν ήρθαν απ το Βορρά ή απ τις στέπες ούτε διαµόρφωσαν την ταυτότητά τους αλληλεπιδρώντας µε τους Ρωµαίους. Παραµένει αµφιλεγόµενο ζήτηµα από ποιο σηµείο κι έπειτα µπορεί κάποιος να τους αποκαλέσει Βυζαντινούς µάλλον παρά Ρωµαίους (ονοµασία που ποτέ δεν έπαψαν οι ίδιοι να χρησιµοποιούν για τον εαυτό τους). Πράγµατι, µε την καινούργια αυτή σηµασία, ο όρος «Βυζαντινός» αποτελεί νεωτερισµό του 16ου αιώνα. Ο Edward Gibbon αναφέρθηκε σ επτά αιώνες «Ελληνικής Αυτοκρατορίας», που ακολούθησαν τους χρόνους του Ιουστινιανού. εν ήταν, όµως, σίγουρος εάν ο ίδιος ο Ιουστινιανός έπρεπε να ενταχθεί στη Ρωµα κή Αυτοκρατορία ή στην «Ελληνική Αυτοκρατορία» που τη διαδέχτηκε. Η ανάµειξη, ωστόσο, των Βυζαντινών στην εθνογένεση άλλων λαών ήταν έντονη και αφορούσε, µεταξύ άλλων, τους Βουλγάρους, τους Σέρβους, τους Ούγγρους και τους Ρώσους. Το Βυζάντιο διαµόρφωσε, όσο και η Ρώµη και η Παποσύνη, την εξέλιξη της Ευρώπης. * Αναφορά στην εκδοτική σειρά The Peoples of Europe (Οι Λαοί της Ευρώπης) του οίκου Blackwell, όπου και η αγγλική έκδοση του βιβλίου (2006). (Σ.τ.Ε.)

16 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Την ιστοριογραφία για το Βυζάντιο που συχνά υπήρξε µεροληπτική, γραµµένη απ τη δυτικοευρωπα κή σκοπιά και ιδιαίτερα εσωστρεφής σηµάδεψαν ορισµένα κείµενα καταλυτικής σηµασίας. Σε αυτά αποτυπώθηκε και η αντίληψη που έβλεπε το Βυζάντιο ως µια κοινωνία κατεξοχήν ορθόδοξη, στην οποία δέσποζε η σύµπραξη Εκκλησίας και αυτοκράτορα. Η σύµπραξη αυτή, που έχει κάποιες φορές περιγραφεί ως καισαροπαπισµός, σήµαινε ότι ο αυτοκράτορας µπορούσε και συχνά το έπραττε να παρεµβαίνει «δι υπαγορεύσεως» στα εκκλησιαστικά ζητήµατα. Στενά συνδεδεµένη µε την ιστοριογραφία που παρουσιάζει το Βυζάντιο ως κατεξοχήν ορθόδοξο είναι η ιδέα ότι επρόκειτο για µια κοινωνία στατική, ακόµη και απολιθωµένη, κυριαρχούµενη από άκαµπτη αυλική εθιµοτυπία. Ως προς τη γαιοκτησία και τις οικονοµικές σχέσεις, το µοτίβο της «βυζαντινής φεουδαρχίας» δέσποζε στην παλαιότερη έρευνα, ενώ εξακολουθεί να εµφανίζεται σε βιβλία που στις µέρες µας διαβάζονται ακόµη ευρύτατα. Τέλος, η γιββώνεια εικόνα που θέλει το Βυζάντιο ν αποτελεί τον αποδυναµωµένο διάδοχο της Ρωµα κής Αυτοκρατορίας τείνει επικινδύνως να ενισχυθεί από δύο κατευθύνσεις: Κατά πρώτον, η περίοδος που µεσολαβεί ανάµεσα στον 4ο και τον 7ο ή και τον 8ο αιώνα έχει µετονοµαστεί κι επαναπροσδιοριστεί ως «ύστερη αρχαιότητα». Η εξαιρετικά θετική αξιολόγηση που της επιφυλάσσεται από µεγάλο µέρος της σύγχρονης έρευνας µας θέτει ενώπιον του ερωτή- µατος κατά πόσον το Βυζάντιο πρέπει να γίνει αντιληπτό ως η προέκταση ή ως ο αντίποδας αυτής της περιόδου. Κατά δεύτερον, µολονότι η ιστοριογραφία των σταυροφοριών επιτέλους αναγνωρίζει ως ένα βαθµό τη βυζαντινή συµβολή, η αξιολόγηση του Βυζαντίου κατά την Κοµνήνεια περίοδο η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 11ου αιώνα και αποτελεί µία απ τις σπουδαιότερες φάσεις της ιστορίας του καλείται πλέον ν ανταγωνιστεί την αντίπαλη ιστοριογραφία που δέχεται µια ενεργητική, αναπτυσσόµενη και επεκτεινόµενη δυτική Ευρώπη, µε κύρια γνωρίσµατά της την ανάδυση των πόλεων, την εµφάνιση πανεπιστηµίων και την ανάπτυξη της ατοµικής συνείδησης. 10 Στο πλαίσιο αυτό, η επίγνωση των ιστορικών για την επερχόµενη καταστροφή που επρόκειτο να προκαλέσει η άλωση της Κωνσταντινούπολης απ τους σταυροφόρους το 1204, αλλά και για τις δυσκολίες που θα χαρακτήριζαν τη διάδοχη περίοδο µέχρι το 1453, καθιστά πο-

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 17 λύ δελεαστική τη δυσµενή σύγκριση του Βυζαντίου µε τη δυτική Ευρώπη. Οφείλουµε εδώ ν αναρωτηθούµε πόσο ακόµη θα υφίσταται αυτό το είδος της ιστοριογραφίας κι εάν πάψει να υπάρχει, πώς θα πρέπει ν αντικατασταθεί. Το να γράφει κάποιος µε τρόπο που καθιστά το Βυζάντιο προσιτό στον αναγνώστη θέτει πολλές προκλήσεις. Κατά πρώτον, πρέπει να υπερβεί τη συνεχιζόµενη προκατάληψη εις βάρος της ανατολικής αυτοκρατορίας, αλλά και τα στερεότυπα που την κατατρύχουν. Το γεγονός ότι το ίδιο το αντικείµενο παραµένει σχετικά άγνωστο δηµιουργεί επιπλέον δυσκολίες, ενώ οι γραπτές πηγές που καλείται να χρησιµοποιήσει ο ιστορικός είναι συχνά δυσεύρετες, δηµοσιευ- µένες σε σπάνιες εκδόσεις και σε δύσκολες γλώσσες. Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει βελτιωθεί κατά πολύ µε την εµφάνιση ολοένα και περισσότερων αγγλικών µεταφράσεων. Όπου ήταν δυνατόν, οι µεταφράσεις αυτές χρησιµοποιήθηκαν κατά τη συγγραφή του βιβλίου.* Εντούτοις, ορισµένα σηµαντικά βυζαντινά κεί- µενα παραµένουν ανέκδοτα και είναι προσβάσιµα µόνο σε µορφή χειρογράφου. Πολλά ακόµη είναι διαθέσιµα σε παλαιές, µη κριτικές εκδόσεις. Το να γράφει κάποιος για µια κοινωνία απ την οποία διασώθηκαν τόσο λίγα αρχεία και επίσηµα έγγραφα απαιτεί φαντασία και τεχνικές ανάλυσης πολύ διαφορετικές από αυτές µε τις οποίες είναι εξοικειωµένοι οι σύγχρονοι ιστορικοί. Οι βυζαντινολόγοι, όποτε είναι δυνατό, καταφεύγουν σε ποσοτικές µεθόδους, αλλά κάτι τέτοιο πρέπει να γίνεται µε µεγάλη προσοχή, εξαιτίας της φύσης των πηγών. Ακόµη πιο συχνά είναι αναγκασµένοι να χρησιµοποιούν συγκριτικό υλικό και άλλα θεωρητικά εργαλεία για να ερµηνεύσουν τα στοιχεία τους. 11 Τέλος, οι Βυζαντινοί διαφέρουν απ την πλειονότητα των υπόλοιπων «λαών» που περιλαµβάνονται σε αυτή τη σειρά** όχι µόνο επειδή δεν υπήρξαν «λαός» µε την εθνοτική σηµασία του όρου, αλλά κι επειδή το κράτος τους διατηρήθηκε για πολλούς αιώνες, κατά τη διάρκεια των οποίων γνώρισε πλήθος αλλαγών, διατηρώντας ταυτόχρονα ορισµένα απ τα * Για την ελληνική έκδοση καταβλήθηκε προσπάθεια ανεύρεσης και παράθεσης, όπου ήταν δυνατόν, των ελληνικών πηγών στο πρωτότυπο. (Σ.τ.Ε.) ** Αναφορά στην εκδοτική σειρά The Peoples of Europe. (Σ.τ.Ε.)

18 ΠΡΟΛΟΓΟΣ πλέον ουσιώδη γνωρίσµατά του. Η µετάβαση απ τον αρχαίο στον µεσαιωνικό κόσµο αποτελεί, επίσης, σηµείο σηµαντικού ιστορικού ενδιαφέροντος, µε τον Peter Brown και άλλους µελετητές να τάσσονται υπέρ µιας «µακράς» ύστερης αρχαιότητας, που εκτείνεται µέχρι το 800 µ.χ. ή και µέχρι το έτος 1000 σύµφωνα µε ορισµένες θεωρήσεις. εν είναι εύκολο ν αποφασίσει κάποιος πού ακριβώς να τοποθετήσει το Βυζάντιο µέσα σε αυτό το θεωρητικό σχήµα. Επέλεξα, ωστόσο, να ξεκινήσω µε την κρίσιµη στιγµή των εγκαινίων της Κωνσταντινούπολης απ τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 µ.χ. Επιχείρησα, επιπλέον, να δώσω µια ιδέα των µεταβαλλόµενων χαρακτηριστικών του Βυζαντίου καθόλη τη διάρκεια της µακραίωνης ιστορίας του, µέχρι την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωµανούς το 1453. Εντός των συγκεκριµένων πλαισίων είναι αδύνατο να εκτεθούν µε λεπτοµέρειες όλες οι πιθανές παρά- µετροι ή να παρουσιαστεί µια διεξοδική ιστορία του Βυζαντίου αυτή, άλλωστε, είναι διαθέσιµη σε άλλες εκδόσεις. Σε κάθε περίπτωση, η Κωνσταντινούπολη η οποία, αν εξαιρέσουµε µια σύντο- µη διακοπή απ το 1204 ως το 1261, υπήρξε έδρα της αυτοκρατορικής εξουσίας για έντεκα αιώνες συνιστούσε τον ίδιο τον πυρήνα της βυζαντινής ταυτότητας. Γράφοντας ταυτόχρονα για το ευρύ κοινό και για το βυζαντινολόγο, σκοπός µου ήταν περισσότερο να θέσω ερωτήµατα παρά να κατακλύσω τον αναγνώστη µε λεπτοµέρειες. Παρ όλ αυτά, στο 2ο και το 3ο Κεφάλαιο παρέχεται ένα χρονολογικό περίγραµµα που αποδίδει λιγότερη έµφαση στην ύστερη αρχαιότητα, ή αλλιώς στην πρώιµη βυζαντινή περίοδο, και περισσότερη στους µεταγενέστερους αιώνες. Ελπίζω ότι το περίγραµµα αυτό θα προσφέρει το πλαίσιο για την πραγµάτευση των επιµέρους θεµάτων που θίγονται στο υπόλοιπο βιβλίο. Η έκταση του κειµένου και η θεµατολογία θέτουν ουσιαστικά προβλήµατα: η βυζαντινή ιστορία είναι περίπλοκη και αφορά πολλούς, σχετικά άγνωστους τόπους και λαούς. Συνεπώς, ακόµη και τα κεφάλαια που εξετάζουν επιµέρους ζητή- µατα περιέχουν, εκ των πραγµάτων, και αφηγηµατικά µέρη, ενώ πολλά είναι αυτά που κατ ανάγκην παραλείπονται. Ωστόσο η πρόσληψη παραµένει ένα απ τα κεντρικά θέµατα του βιβλίου. Το Βυζάντιο δεν έχει ακόµη απαλλαγεί απ την αντίληψη που το βλέ-

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 19 πει ως κάτι σκοτεινό ή ακόµη και σκοταδιστικό. Θεωρώ ότι οι Βυζαντινοί πρέπει να βγουν απ το περιθώριο και το Βυζάντιο να νοηθεί ως φυσιολογικό αντικείµενο έρευνας των ιστορικών. Ο ιστορικός όµως του Βυζαντίου έρχεται αντιµέτωπος µε συγκεκριµένα προβλήµατα: Για παράδειγµα, παρά το γεγονός ότι ο αριθµός των γραπτών πηγών είναι µεγάλος, στην πλειονότητά τους πρόκειται για λογοτεχνικά και θεολογικά κείµενα, που προέρχονται απ τη µορφωµένη άρχουσα τάξη. Οι ιστορικοί είναι αναγκασµένοι να πασχίσουν πολύ προκειµένου ν αποκαλύψουν τον καθηµερινό ή τον µέσο Βυζαντινό, τον οποίο ο Norman Baynes αποκάλεσε «άνθρωπο των ανατολικορωµα κών δρόµων». Οι αρχειακές µαρτυρίες είναι λιγότερες σε ποσότητα απ το υλικό της γραµµατείας, καθώς κανένα κρατικό αρχείο δεν επέζησε της άλωσης. Ως εκ τούτου, ο ιστορικός χρειάζεται να καταφεύγει σε εκκλησιαστικά και τοπικά αρχεία, όπου αυτά υπάρχουν, στα αρχεία άλλων κρατών, όπως η Βενετία, ή ακόµη και σ έγγραφα που είτε παρατίθενται από λογοτεχνικές πηγές είτε, ενίοτε, διατηρούνται σε χειρόγραφα. Σώζονται επίσης χιλιάδες µολύβδινες σφραγίδες, οι οποίες είχαν κάποτε προσαρτηθεί σ επίσηµα έγγραφα. Οι σφραγίδες αυτές παρέχουν πληροφορίες για τους αξιωµατούχους που απέλυαν τα έγγραφα, ενώ επιτρέπουν την εξαγωγή συµπερασµάτων για τη γενικότερη οικονοµική και διοικητική πρακτική. Στις µέρες µας αποτελούν αντικείµενο σοβαρής µελέτης και δηµοσίευσης, αλλά η ερµηνεία τους απαιτεί υψηλή εξειδίκευση. Ως προς τις αρχαιολογικές µαρτυρίες, έχει σηµειωθεί µια πραγµατική έκρηξη αρχαιολογικής δραστηριότητας, που εστιάζεται στην ύστερη αρχαιότητα ή, µε άλλα λόγια, στην πρώιµη βυζαντινή περίοδο. Η εξέλιξη αυτή έχει αλλάξει δρα- µατικά τον τρόπο µε τον οποίο οι ιστορικοί αντιλαµβάνονται τη συγκεκριµένη εποχή, αν και δεν έχει ακόµη εκδηλωθεί ίδιας κλίµακας αρχαιολογικό ενδιαφέρον για τις µετέπειτα περιόδους της βυζαντινής ιστορίας. 12 Αντιθέτως, σηµαντική για τις γνώσεις µας είναι η συνεισφορά της περικειµενοποιηµένης ή ιστορικίζουσας προσέγγισης, την οποία υιοθετούν στις µέρες µας αρκετοί ιστορικοί της βυζαντινής τέχνης: πρόκειται για τάση που προέκυψε καθαρά ως αντίδραση στην παλαιότερη εµµονή µε την τεχνοτροπία. Τούτο είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο αν λάβουµε υπόψη µας τον δυ-

20 ΠΡΟΛΟΓΟΣ σανάλογο όγκο της έρευνας απ τη σκοπιά κυρίως της αρχιτεκτονικής και της τεχνοτροπίας, η οποία στο παρελθόν είχε αφιερωθεί στα εκκλησιαστικά οικοδοµήµατα. Ένα βιβλίο αυτού του είδους δεν µπορεί, και ούτε άλλωστε το επιχειρεί, ν αποτελέσει ιστορία του Βυζαντίου. Σε κάθε περίπτωση, ποικίλα έργα που εισάγουν τον αναγνώστη στη βυζαντινή ιστορία έχουν πρόσφατα εκδοθεί στ αγγλικά. Οι εισαγωγικές αυτές µελέτες σε συνδυασµό µε µια σειρά ευρύτερα διαθέσιµων έργων αναφοράς έχουν συµβάλει ώστε το Βυζάντιο να είναι πλέον πολύ πιο προσιτό. Η προσέγγισή µου όφειλε εκ των πραγµάτων να είναι εξαιρετικά επιλεκτική. Ο αναγνώστης θ ανακαλύψει ότι πολλές σηµαντικές όψεις του Βυζαντίου ή γεγονότα της ιστορίας του παραλείπονται, ή απλώς θίγονται εν συντοµία. Οι υποσηµειώσεις δεν µπορούσαν παρά να περιοριστούν στην υπόδειξη ορισµένων βασικών πρωτογενών πηγών και σύγχρονης αγγλικής κυρίως βιβλιογραφίας. Ευελπιστώ ωστόσο ότι θα φανούν χρήσιµες και θα λειτουργήσουν ως οδηγοί για τον αναγνώστη που επιθυµεί να εµβαθύνει.

1 Τι ήταν το Βυζάντιο; «Ελληνική» ήταν η δόξα της Αρχαίας Ελλάδας «Ρωµαίικα» τα µεγαλεία και οι θλίψεις του Βυζαντίου πάνω απ όλα οι θλίψεις του. Ο «ελληνισµός» βρίσκει το σύµβολό του στους κίονες του Παρθενώνα το Βυζάντιο, η αυτοκρατορική χρυσή εποχή της Χριστιανικής Ελλάδας, στον µεγάλο τρούλο της Αγίας Σοφίας. Patrick Leigh Fermor, Roumeli: Travels in Northern Greece Βυζάντιο είναι η σύγχρονη ονοµασία που δόθηκε στο κράτος και στην κοινωνία, την τύχη των οποίων κατηύθυνε σχεδόν αδιάκοπα η Κωνσταντινούπολη (η σηµερινή Ισταµπούλ) απ την εποχή που ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος έκανε τα εγκαίνια της πόλης το 330, έως την άλωσή της το 1453 απ τους Οθωµανούς του Μωάµεθ Β (του Πορθητή). Την έννοια όµως του Βυζαντίου, και ακόµη περισσότερο των ίδιων των Βυζαντινών, είναι δύσκολο να τη συλλάβουµε. Ακόµη κι αυτή η φαινοµενικά ακίνδυνη δήλωση που περιέχεται στην εναρκτήρια πρόταση εγείρει ποικίλα ερωτηµατικά. Πόσο σηµαντικός ήταν, για παράδειγµα, ο διαχωρισµός της αυτοκρατορίας σε ανατολικό και δυτικό τµήµα το 395; Ξεκίνησε άραγε το Βυζάντιο µε τη βασιλεία του Μεγάλου Κωνσταντίνου (που ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας στο Eboracum, το σηµερινό Γιορκ της Βρετανίας, στις 25 Ιουλίου του 306); Συµπίπτουν µήπως οι απαρχές του µε τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης (330) ή πρέπει να τοποθετηθούν αργότερα, κατά τον 6ο, ίσως, ή τον 7ο αιώνα; Το Βυζάντιο συνιστούσε κοινωνία, κράτος ή αυτοκρατορία; Ποια ήταν τα όρια της γεωγραφικής του εξάπλωσης

22 AVERIL CAMERON Εικ. 1 Κεφαλή αγάλματος που βρέθηκε στο Γιορκ και απεικονίζει πιθανώς τον Κωνσταντίνο (Μουσείο Γιορκσάιρ). σε κάθε µια απ τις περιόδους της ιστορίας του; Και το κυριότερο όλων, ποιοι ήταν οι κάτοικοί του, πώς προσδιορίζονταν και πώς αντιλαµβάνονταν τους εαυτούς τους; Ο λόγιος πολιτισµός του Βυζαντίου χρησιµοποίησε τα ελληνικά ως όργανό του και η γλώσσα του κράτους ήταν πάντοτε η ελληνική. Παρά το γεγονός όµως ότι ο τίτλος του παρόντος βιβλίου υποδηλώνει πως οι Βυζαντινοί αποτελούσαν ξεχωριστό λαό, οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας δεν προσδιορίζονταν ούτε απ τη γλώσσα ούτε απ την εθνικότητά τους, αλλά απ την υπαγωγή τους στο βυζαντινό κράτος και, για το µεγαλύτερο µέρος της περιόδου, απ το ορθόδοξο δόγµα τους. Οι ίδιοι αυτοαποκαλούνταν «Ρωµαίοι» ή ενίοτε απλώς «Χριστιανοί». Η φύση του κράτους τους

ΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ 23 και ο ρόλος που διαδραµάτιζε σε αυτό η Ορθοδοξία αποτελούν αµφότερα θεµελιώδη ζητήµατα που εξετάζονται σε αυτό το βιβλίο. Πριν όµως προχωρήσουµε σε οποιαδήποτε απόπειρα προσέγγισής τους, οφείλουµε πρώτα να θίξουµε ορισµένα προβλήµατα ορολογίας, τα οποία και αποτελούν το αντικείµενο του πρώτου αυτού κεφαλαίου. Είναι ουσιώδες ν αντιληφθούµε το µεταβαλλόµενο µέγεθος και τη µορφή του βυζαντινού κράτους κατά τη διάρκεια των έντεκα αιώνων της ύπαρξής του (εφόσον δεχτώ εν προκειµένω ως συµβατική αφετηριακή χρονολογία του Βυζαντίου το 330, τη χρονιά δηλαδή που γίνονται τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης). Κανένα κράτος δε θα µπορούσε να παραµείνει το ίδιο για τόσο µεγάλο χρονικό διάστηµα και η ιστορία του Βυζαντίου είναι εν µέρει µια ιστορία εκπληκτικής αντοχής εν µέσω σηµαντικών ιστορικών µεταβολών. Υπάρχει ένα πραγµατικό πρόβληµα στον προσδιορισµό αυτής της κοινωνίας που, σαν τον Ιανό, είχε το βλέµµα της στραµ- µένο σε διαφορετικές κατευθύνσεις απ άκρη σ άκρη της Μεσογείου: στ ανατολικά αντίκριζε αυτό που στις µέρες µας αποκαλού- µε Τουρκία και τη Μέση Ανατολή στα δυτικά τη Σικελία και την Ιταλία, την κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, και στα βόρεια τη Ρωσία. Θα χρειαστούµε διαφορετικές «µονάδες ανάλυσης»* κατά περίπτωση και η χαρτογράφηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας θ απαιτήσει τη χρήση διαφορετικού κάθε φορά χάρτη για τις επι- µέρους φάσεις της ιστορίας της. Εξάλλου, ο κόσµος που περιέβαλε το Βυζάντιο γνώρισε δραµατικές µεταβολές κατά τη µακρά αυτή περίοδο: εδάφη κατακτώνταν για να χαθούν και πάλι, αυτοκρατορίες και δυναστείες αναδύονταν και χάνονταν, ενώ παράλληλα ο αρχαίος κόσµος παραχωρούσε τη θέση του στον µεσαιωνικό, το Ισλάµ αναδεικνυόταν σε µεγάλη δύναµη και οι µετέπειτα αιώνες έγιναν µάρτυρες της δυναµικής επέκτασης της δυτικής Ευρώπης. Κανείς µεµονωµένος ορισµός ή χαρακτηρισµός του Βυζαντίου και των Βυζαντινών δε θα µπορούσε να συνοψίσει όλα αυτά, κι ένα * Στη µεθοδολογία της έρευνας των κοινωνικών επιστηµών, «µονάδα ανάλυσης» ονοµάζεται το εκάστοτε βασικό αναλυόµενο στοιχείο. Τυπικές µονάδες ανάλυσης µπορούν να είναι πρόσωπα, οµάδες ανθρώπων, αντικείµενα, γεωγραφικές οντότητες κτλ. (Σ.τ.Μ.)

24 AVERIL CAMERON µέρος απ τους στόχους αυτού του βιβλίου είναι να επιστήσει την προσοχή στο ρυθµό της ιστορικής µεταβολής. Συµπεριφορές έναντι του Βυζαντίου Γιατί όµως να µελετήσει κάποιος το Βυζάντιο; Ακόµη και στις µέρες µας, για την πλειονότητα των Ευρωπαίων αν εξαιρέσουµε τους Έλληνες και άλλους που ανήκουν στην ανατολική ορθόδοξη παράδοση η ίδια η λέξη Βυζάντιο φέρνει στο νου κάτι το εξωτικό και (πιθανώς) γραφειοκρατικό, ή ακόµη και διεφθαρµένο. Σύµφωνα µε το λεξικό της Οξφόρδης (Oxford English Reference Dictionary), o όρος «βυζαντινός» στ αγγλικά δηλώνει α) κάτι το εξαιρετικά πολύπλοκο, β) κάτι το ανελαστικό, γ) κάτι που προωθείται µε δόλια µέσα. Μια ανθρωπολογική µελέτη για τους Νουπ της Νιγηρίας, που βασίστηκε σε επιτόπια έρευνα της δεκαετίας του 1930, τιτλοφορήθηκε A Black Byzantium (Ένα Μαύρο Βυζάντιο), επιδιώκοντας προφανώς ν αναφερθεί στην ύπαρξη ιεραρχίας, κοινωνικής διαστρωµάτωσης και πολυπλοκότητας. 1 Το να αυτοπροσδιορίζεται κάποιος ως ιστορικός του Βυζαντίου προξενεί συχνά σύγχυση και δυσπιστία. Στη δυτικοευρωπα κή λα κή συνείδηση, η αναφορά στο Βυζάντιο προκαλεί συνήθως δύο ειδών αντιδράσεις: είτε αυτό εξακολουθεί να θεωρείται ασήµαντο και οπισθοδροµικό, πρόδροµος της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας και κατά κάποιο τρόπο εµπλεκόµενο στα θρησκευτικά και πολιτικά προβλήµατα των σηµερινών Βαλκανίων, είτε, µυστηριωδώς, σφόδρα ελκυστικό, 2 καθώς σχετίζεται µε τις λατρευτικές εικόνες και την πνευµατικότητα ή µε την αναβίωση της θρησκείας στη µετακοµουνιστική Ευρώπη. Κάθε µια από αυτές τις αντιδράσεις αποκαλύπτει την επιµονή βαθιά ριζωµένων στερεοτύπων και αδικεί τόσο το Βυζάντιο, όσο και τους Βυζαντινούς σε σχέση µε το πώς είχαν πραγµατικά υπάρξει. Υφίστανται επίσης µεγάλες διαφορές στον τρόπο πρόσληψης των Βυζαντινών ανάµεσα στον Ορθόδοξο και τον µη Ορθόδοξο κόσµο. Η διαφοροποίηση έχει να κάνει µε το κατά πόσον το Βυζάντιο αποτελεί ή δεν αποτελεί τµή- µα των εθνικών ιστοριών. Το φαινόµενο αυτό συνιστά για τους ιστορικούς πρόκληση ακόµη µεγαλύτερη απ ό,τι στο παρελθόν, ενόψει

ΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ 25 των πολιτικών µεταβολών που συντελέστηκαν απ τον ύστερο 20ό αιώνα κι έπειτα. Γιατί λοιπόν οι ιστορικοί φαίνεται να µην µπορούν ν ανατρέξουν στο µακραίωνο παρελθόν του Βυζαντίου απαλλαγµένοι από την επίγνωση της τελικής του πτώσης; Η µεγαλύτερη µερίδα του κόσµου δεν αντιλαµβάνεται µε αυτό τον τρόπο τις πόλεις-κράτη της κλασικής Ελλάδας ή ακόµη και την αυτοκρατορική Ρώµη. Κι όµως, η έννοια του Βυζαντίου εξακολουθεί να πορεύεται χέρι χέρι µε την αναπόδραστη επίγνωση της άλωσης της Κωνσταντινούπολης το 1453. 3 Έχοντας υπόψη µας τον Edward Gibbon και πλείστους άλλους ιστορικούς που τον διαδέχθηκαν, το µοναδικό πράγ- µα που φαίνεται να γνωρίζουµε για το Βυζάντιο είναι ότι υπήρξε καταδικασµένο. Σύµφωνα µε το γνώριµο αυτό σενάριο, ο εξαιρετικά µικρός πληθυσµός της Παλαιολόγειας Κωνσταντινούπολης προέβαλε ηρωική και τραγική αντίσταση µέχρις εσχάτων. Το σπάραγµα που είχε αποµείνει από µια άλλοτε κραταιή αυτοκρατορία βρέθηκε περικυκλωµένο και δε θα µπορούσε ποτέ να υπερισχύσει. Πολλά βιβλία εξακολουθούν να κάνουν λόγο για την περίοδο παρακµής, στην οποία υποτίθεται ότι είχε εισέλθει η αυτοκρατορία κατά την Παλαιολόγεια περίοδο, µεταξύ των ετών 1261 και 1453, λησµονώντας ότι η τελευταία αυτή φάση ξεκίνησε µε µια επιτυχία, την επάνοδο δηλαδή του εξόριστου αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη, και συνεχίστηκε µε τη δηµιουργία µερικών απ τα λαµπρότερα έργα τέχνης στην ιστορία του Βυζαντίου. Οι δυσκολίες που αντιµετώπισε το Βυζάντιο κατά τον 14ο και τον 15ο αιώνα υπήρξαν σε µεγάλο βαθµό συνέπεια δραµατικών ιστορικών εξελίξεων στον κόσµο που το περιστοίχιζε. Εντούτοις, οι δυτικοί επικριτές του Βυζαντίου ισχυρίζονται, συνήθως, ότι το µέλλον του δεν προοιωνιζόταν µια δυτικού τύπου Αναγέννηση, που θα οδηγούσε κατόπιν σ έναν ευρωπα κό ιαφωτισµό. Το πεπρωµένο του, υποστηρίζουν, ήταν να καταβαραθρωθεί απ τους Τούρκους, τους εκπροσώπους δηλαδή της Ανατολής και προγόνους του παροιµιώδους «Μεγάλου Ασθενούς». Οι Βυζαντινοί λόγιοι κι εκκλησιαστικοί άνδρες ήταν αυτοί που µετέφεραν τα ελληνικά χειρόγραφα και την ελληνική γνώση στην Ιταλία, επιτρέποντας έτσι την ανάπτυξη του ελληνικού ουµανισµού στη ύση. Ωστόσο, οι γεµάτες ένταση ύστατες

26 AVERIL CAMERON ηµέρες της Κωνσταντινούπολης και η τέλεση της τελευταίας λειτουργίας στην Αγία Σοφία την παραµονή της τελικής οθωµανικής εφόδου στις 29 Μα ου του 1453 σηµάδεψαν διά παντός τους τελευταίους Βυζαντινούς στη συνείδηση των µελετητών του Βυζαντίου µε τη µεγαλύτερη απήχηση µε το στίγµα της ροµαντικής αποτυχίας. 4 Σηµαντικός στόχος του παρόντος βιβλίου είναι να καταδείξει την ανεπάρκεια αυτών των αντιλήψεων. Όπως έχω υποστηρίξει, η δυσκολία παλαιότερα πήγαζε εν µέρει απ τον τρόπο που µελετήθηκε το Βυζάντιο και απ την ταυτότητα αυτών που το µελετούσαν. εν είναι µόνο η δύσκολη πρόσβαση σε µεγάλο µέρος της ογκώδους φιλολογικής και θεολογικής παραγωγής των ίδιων των Βυζαντινών που θέτει σοβαρά προβλήµατα στους σύγχρονους µελετητές, αλλά και οι δυσεύρετες στις µέρες µας γλωσσικές και άλλες δεξιότητες που η επιστηµονική µελέτη του Βυζαντίου απαιτεί. Υπάρχει αξιόλογη παράδοση στην Πατρολογία (τη µελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας) και στην εν γένει µελέτη του Βυζαντίου σε ευρωπα κά κέντρα, όπως το Παρίσι ή η Βιέννη, ενώ οι βυζαντινές σπουδές γνώρισαν άνθηση στη σύγχρονη Ελλάδα και στον Ορθόδοξο κόσµο. Το γνωστικό αυτό αντικείµενο διέγραψε εντυπωσιακή πορεία στην προεπαναστατική Ρωσία και η αντιµετώπισή του, όπως ήταν αναµενόµενο, υπήρξε αµφίθυµη κατά τη Σοβιετική περίοδο, στάση απ την οποία πλέον εξέρχεται. 5 Στη Βρετανία, όµως, παρά το γεγονός ότι κάποιοι σηµαντικοί επιστήµονες, όπως ο Steven Runciman, επέλεξαν το Βυζάντιο ως πεδίο της ειδίκευσής τους, 6 η ιστορία του δεν αποτέλεσε ποτέ τµήµα του κύκλου σπουδών στα σχολεία και στα πανεπιστήµια και δεν έγινε ποτέ αποδεκτό ότι διαδραµάτισε κάτι παραπάνω από έναν περιφερειακό ρόλο στην ευρωπα κή ιστορία. Για παράδειγµα, θεωρήθηκε ήσσονος σηµασίας κατά το σχεδιασµό του πενταετούς ερευνητικού προγράµµατος, που χρηµατοδοτήθηκε στη δεκαετία του 1990 απ το Ευρωπα κό Ίδρυµα Ερευνών και είχε ως σκοπό να εξετάσει τη µεταµόρφωση του ρωµα κού κόσµου µεταξύ των ετών 400 και 900. Η κατάσταση έχει αλλάξει κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Σε αυτή την αλλαγή συνέβαλε ιδιαίτερα τόσο η επανεµφάνιση, απ το 1989 κι έπειτα, εθνικών κρατών στην ανατολική Ευρώπη που επιδιώκουν ν ανακαλύψουν εκ νέου την ιστορία τους, όσο και ο συνακόλουθος προβληµατισµός για την ταυτότητα της

ΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ 27 «Ευρώπης». Υπό την επίδραση αυτών των δύο παραγόντων, διαπιστώνουµε στις µέρες µας µια απόπειρα να παρουσιαστεί το Βυζάντιο ως ένας «πολιτισµός της ανθρωπότητας» ισότιµος µε οποιονδήποτε άλλο. 7 Επιπροσθέτως, τόσο στη Βρετανία όσο και στη βόρεια Αµερική έχει σηµειωθεί µια αισθητή αύξηση του αριθµού των επιστηµόνων που ασχολούνται µε το Βυζάντιο. Πολλοί από αυτούς δε διαθέτουν την κλασική παιδεία που διέκρινε τους βυζαντινολόγους περασµένων εποχών. Το φαινόµενο αυτό συνιστά σηµαντική αλλαγή: παλαιότεροι συγγραφείς του αγγλόφωνου κόσµου όπως ο J. B. Bury και µια πλειάδα άλλων ιστορικών, ή όπως ο Robert Byron και ο Patrick Leigh Fermor που εκπροσωπούν την ταξιδιωτική λογοτεχνία έβλεπαν το Βυζάντιο µε τη µατιά του κλασικιστή, 8 ενώ είναι πιθανότερο οι σηµερινοί τους επίγονοι να το προσεγγίσουν ως µία καθεαυτήν µεσαιωνική κοινωνία. Πώς και πότε ξεκίνησε το «Βυζάντιο»; Η έκρηξη του ενδιαφέροντος για την περίοδο που στις µέρες µας αναφέρεται συχνά ως «ύστερη αρχαιότητα» κι εκτείνεται κατά προσέγγιση µεταξύ του 3ου και του 7ου αιώνα µ.χ. υπήρξε παράγοντας σύγχυσης για τη γενιά που προηγήθηκε. 9 Ένας ολόκληρος επιστηµονικός κλάδος αναπτύχθηκε γύρω απ την έννοια της ύστερης αρχαιότητας, η οποία θεωρήθηκε ξεχωριστό πεδίο έρευνας. Η εξέλιξη αυτή βασίστηκε στην πεποίθηση ότι υφίσταται ένας ενιαίος, ή τουλάχιστον κοινός, µεσογειακός πολιτισµός και ότι διαπιστώνεται ιστορική συνέχεια µέχρι τον 8ο αιώνα ή και υστερότερα. Αυτό άλλωστε υποδηλώνει η φράση «η µακρά κλασική χιλιετία» που χρησιµοποιείται από µερίδα αρχαιολόγων όταν αναφέρονται στην περίοδο µεταξύ του 4ου π.χ. και του 8ου µ.χ. αιώνα. Η επιτυχία της διαφορετικής αυτής θεώρησης συσκοτίζει το ερώτηµα της µετάβασης απ το κλασικό στο βυζαντινό και θέτει εν αµφιβόλω τη χρονολογία που µπορεί να θεωρηθεί ως η απαρχή του Βυζαντίου. Ωστόσο, ο χωρισµός των περιόδων και η «µετάβαση» απ τον αρχαίο στον µεσαιωνικό ή τον βυζαντινό κόσµο έχουν αποτελέσει αντικείµενο ατέρµονων συζητήσεων, τόσο πριν όσο και µετά από

28 AVERIL CAMERON τις πρόσφατες εξελίξεις, και δεν είναι ερωτήµατα στα οποία µπορεί να δοθεί µια οριστική απάντηση. Ορισµένοι θα ήθελαν να τοποθετήσουν την πραγµατική αφετηρία του Βυζαντίου ακόµη και στον 7ο αιώνα, όταν, εξαιτίας των αραβικών εισβολών, απωλέσθη µεγάλο τµήµα της επικράτειας, που απλωνόταν απ την Ανατολία µέχρι την Αίγυπτο και τη Βόρεια Αφρική, ενώ παράλληλα το αστικό τοπίο της Μικράς Ασίας υπέστη δραµατική συρρίκνωση. Άλλοι µελετητές, επιλέγοντας µια πιο συµβατική λύση, ταυτίζουν τις απαρχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας µε την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης στη θέση της αρχαίας πόλης του Βυζαντίου απ τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο. Όσο λογικό κι αν φαντάζει κάτι τέτοιο, δεν παύει να έχει ένα διπλό µειονέκτηµα: Αφενός υπαινίσσεται ότι κατά κάποιο τρόπο υπήρξε µια ξεχωριστή Βυζαντινή ή ανατολική Αυτοκρατορία σε µια εποχή που η Ρωµα κή Αυτοκρατορία δεν είχε ακόµη επισήµως χωριστεί και αφετέρου παίρνει ως δεδοµένο ότι η Κωνσταντινούπολη απ την πρώτη κιόλας φάση της ύπαρξής της σηµατοδοτούσε µια αλλαγή πολύ βαθύτερη από αυτή που είναι πλέον πρόθυµοι ν αποδεχτούν οι περισσότεροι µελετητές. 10 Μια τρίτη επιλογή θα ήταν να ξεκινήσει κάποιος απ τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527-65 µ.χ.), την οποία ο Edward Gibbon θεωρούσε κρίσιµη. Οι πρόσφατες, πάντως, αρχαιολογικές έρευνες φαίνεται να υποδηλώνουν µια βαθιά µεταβολή κατά τον ύστερο 6ο αιώνα. Όλες οι παραπάνω εκδοχές έχουν τα δυνατά τους σηµεία. Η επιλογή, όµως, της βασιλείας του Κωνσταντίνου ως αφετηρίας του Βυζαντίου έχει το πλεονέκτηµα ότι αναγνωρίζει τον συµβολικό ρόλο που κατέληξε να διαδραµατίζει η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης στη βυζαντινή συνείδηση. Κάτι τέτοιο δε σηµαίνει ότι η ανατολική και η δυτική αυτοκρατορία είχαν χωριστεί σε µια τόσο πρώιµη περίοδο ή ότι είχε συντελεστεί κάποια σηµαντική αλλαγή στη συµπεριφορά των πολιτών που ζούσαν στις ανατολικές περιοχές. Σε αντίθεση µε τις περισσότερες αυτοκρατορίες, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν προέκυψε από κατακτήσεις. Υπήρξε, περισσότερο, η µετεξέλιξη ενός ήδη υφιστάµενου πολιτικού συστήµατος, που και το ίδιο είχε µε τη σειρά του αναδυθεί απ την αυτοκρατορία του Αυγούστου και των διαδόχων του. 11 Οι νέοι οικιστές της Κωνσταντινούπολης τον 4ο αιώνα δεν ήταν ξένοι µετανάστες: εί-

ΟΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ 29 χαν προέλθει απ τις ήδη υπάρχουσες περιοχές της Ρωµα κής Αυτοκρατορίας. Το γεγονός αυτό γεννά δυσκολίες και θέτει προκλήσεις στον ιστορικό που προσπαθεί να χαρτογραφήσει τη µετάβαση απ τη Ρωµα κή Αυτοκρατορία στο Βυζάντιο. Έλληνες και Ρωµαίοι Η Κωνσταντινούπολη (η «Κωνσταντίνου πόλις» δηλαδή) καταλάµβανε τη θέση της κλασικής ελληνικής πόλης του Βυζαντίου, απ την οποία προκύπτει ο όρος «βυζαντινός», αλλά και η σηµερινή χρήση της λέξης Βυζάντιο. Οι πολίτες όµως της ανατολικής αυτοκρατορίας αυτοαποκαλούνταν «Ρωµαίοι». Απ την πρακτική αυτή προήλθε η ονοµασία Ρουµ που χρησιµοποιήθηκε στις τουρκικές και αραβικές πηγές για να περιγράψει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και ο προσδιορισµός Ρωµιός όριζε τους ελληνικούς χριστιανικούς πληθυσµούς της οθωµανικής περιόδου. Στα ελληνικά, η χρήση της λέξης Ρωµιός διατηρήθηκε έως την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, οπότε αντικαταστάθηκε απ τον όρο «Έλληνας». Παρά το γεγονός ότι τα ελληνικά υπήρξαν, αλλά και παρέµειναν, η γλώσσα της βυζαντινής διοίκησης και της πολιτιστικής έκφρασης, µεγάλα τµήµατα του πληθυσµού σε ποικίλες ιστορικές περιόδους της αυτοκρατορίας µιλούσαν διαφορετικές γλώσσες. Κάτι τέτοιο ισχύει κυρίως για την πρώιµη περίοδο, όταν η αυτοκρατορία περιλάµβανε ακόµη την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία και τη Μεσοποταµία στις γλώσσες των οποίων συγκαταλέγονταν η κοπτική, η αραµα κή και η συριακή, αλλά και τη λατινόφωνη Βόρεια Αφρική, την Ιταλία και την επαρχία του Ιλλυρικού. Η επιτυχία των Βυζαντινών να εκδιώξουν τους Βανδάλους απ την Καρθαγένη και τη Βόρεια Αφρική κατά τα έτη 533-4 οδήγησε στη µερική υιοθέτηση της ελληνικής γλώσσας για υπηρεσιακούς σκοπούς, καθεστώς που διατηρήθηκε µέχρι την κατάληψη της πόλης απ τους Άραβες το 696. Σε µεταγενέστερες περιόδους, µεγάλες εκτάσεις της Βαλκανικής βρέθηκαν κατά καιρούς υπό βυζαντινή διοίκηση, ενώ περιοχές που είχαν προηγουµένως περάσει σε αραβικό έλεγχο ανακτήθηκαν, µε αποτέλεσµα η αυτοκρατορία να περιλαµβάνει Σλάβους και Βουλγάρους στα ευρωπα κά

30 AVERIL CAMERON της εδάφη και µουσουλµανικούς πληθυσµούς στo ανατολικό της τµή- µα. Κατά τον 8ο πλέον αιώνα, µορφές της σλαβονικής γλώσσας φαίνεται ότι µιλούνταν σε µεγάλο µέρος της κεντρικής Ευρώπης, ανατολικά του ποταµού Έλβα, 12 και ορισµένες από αυτές τις περιοχές, µαζί µε τους πληθυσµούς τους, βρέθηκαν κατά καιρούς υπό βυζαντινό έλεγχο. Τα λατινικά, τα ιταλικά και τα εβρα κά συνυπήρχαν επίσης µε τα ελληνικά και οι αλλαγές δε σταµάτησαν εκεί: κατά την Κοµνήνεια περίοδο (1081-1204), ο όρος «Έλλην» άρχισε να χρησι- µοποιείται αυτοπροσδιοριστικά. Ενας απ τους ήρωες µυθιστορή- µατος, που χρονολογείται στον 12ο αιώνα, χαρακτηρίζεται «Έλληνας από την Κύπρο». 13 Στην τελευταία, µάλιστα, φάση του βυζαντινού κράτους ο όρος «Έλλην» επανήλθε στη γλωσσική χρήση ως συνειδητή επίκληση στην κλασική κληρονοµιά του Βυζαντίου. Σε πρωι- µότερες περιόδους αντιθέτως ο όρος προσδιόριζε ειδωλολατρικές αντιλήψεις ή πρόσωπα και οι συνδηλώσεις του ήταν πολύ αρνητικές για τους χριστιανούς Βυζαντινούς. Ο Πλάτων, για παράδειγµα, χαρακτηριζόταν «Έλλην» και η φιλοσοφία του καταδικαζόταν απ την Εκκλησία. Οι βίοι αγίων, της πρώιµης κυρίως περιόδου, είναι γεµάτοι από ηθικοπλαστικές ιστορίες για ευσεβείς άνδρες και γυναίκες που έφερναν τους «Έλληνες» (τους εθνικούς) σε δύσκολη θέση. Κατά παρόµοιο τρόπο, οι συλλογές Θαυµάτων περιείχαν ανεκδοτολογικές διηγήσεις, οι οποίες καταδείκνυαν το θρίαµβο των χριστιανικών ιάσεων επί της ιατρικής των «Ελλήνων». Όταν ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός προχώρησε στη συλλογή και την κωδικοποίηση των νόµων κατά τον 6ο αιώνα, η οµάδα των νοµοµαθών του έθεσε στη διάθεση της λατινικής ύσης το ρωµα κό δίκαιο που ήταν γραµ- µένο στα λατινικά. Το δίκαιο αυτό κατέληξε στη συνέχεια ν αποτελέσει την πηγή πολλών ακόµη νοµικών κωδίκων της Ευρώπης. 14 Ο Ιουστινιάνειος Κώδικας παρέµεινε η βάση του δικαίου στο Βυζάντιο. Ο Ιουστινιανός, όµως, µετά το τιτάνιο αυτό έργο της κωδικοποίησης, που ολοκληρώθηκε σε λίγα µόλις χρόνια κατά τις αρχές της βασιλείας του, άρχισε να εκδίδει ορισµένες απ τις νέες διατάξεις του, τις Νεαρές, στα ελληνικά. Κατά τον 6ο αιώνα, στην Κωνσταντινούπολη εξακολουθούσαν να υπάρχουν λατινόφωνοι µεταξύ αυτών συγκαταλεγόταν και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, αλλά και Βορειοαφρικανοί επίσκοποι και εξόριστοι απ τον πόλεµο στην Ιταλία.