«Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,

Σχετικά έγγραφα
ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Για την ενσωµάτωση των Οδηγιών 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Αρθρο 1. Πεδίο εφαρμογής του νόμου

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

«Επείγουσες ρυθµίσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής και άλλες διατάξεις»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε ά- δεια»

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΠΟΛ ΑΔΑ: Αθήνα, 14 Αυγούστου 2014 ΠΡΟΣ : ΩΣ Π.Δ.

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις»

«Ρυθµίσεις θεµάτων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυµάτων και άλλες διατάξεις»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΟΛ Αθήνα, 14 Νοεμβρίου Αριθ. Πρωτ /20056/ΔΕ-Ε

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων Άδεια παράστασης» Ι. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΧΡΗΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Εργαλείο Οικονομικής Ανάπτυξης και Απασχόλησης

B8-0551/2018 } B8-0552/2018 } RC1/Τροπ. 47

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΑΔΑ: 0Ρ-0476 ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ. «Ελληνικό Ίδρυµα Έρευνας και Καινοτοµίας και άλλες διατάξεις» ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. «Κεντρική Επιτροπή Κωδικοποίησης» Άρθρο 1. Σύσταση και συγκρότηση της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης (Κ.Ε.Κ.)

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άσκηση εµπορικών δραστηριοτήτων εκτός καταστήµατος»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΣτΕ 1260/2015 Δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών

196(I) του (I) του 2013.

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό και άλλες διατάξεις»

Αριθµός 111/2013 ΤΟ ΠΕΝΤΑΜΕΛΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

A ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

µε υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεµάτων αργού πετρελαίου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

NEWLAW Δικηγορική Εταιρεία Τσιλώνης-Βογιατζόγλου

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΘΕΜΑ: Έλεγχος ετησίων δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης οικονομικού έτους 2013 (χρήση 2012)

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Τροποποίηση του Ν. 3663/2008 και εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2009/426/ΔΕΥ της

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ» Άρθρο 1

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Εθνικό Σύστηµα Ηλεκτρονικών Δηµοσίων Συµβάσεων και άλλες διατάξεις»

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι

1.Δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση και εν γένει νομική υποστήριξη της ΑΑΔΕ

9ης Μαρτίου 2011 περί εφαρµογής των δικαιωµάτων των ασθενών στο πλαίσιο. της διασυνοριακής υγειονοµικής περίθαλψης (L 88/45/4.4.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2007 ΕΩΣ 2014

«Κατεπείγουσες ρυθµίσεις του Υπουργείου Υγείας»

ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ. Αρ. 1 Υπόχρεοι σε δήλωση

«Πιστοποίηση των µηχανοδηγών και άλλες διατάξεις»

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Νέα Ελληνική Ραδιοφωνία, Ίντερνετ και Τηλεόραση»

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Γενικός Επιθεωρητής ηµόσιας ιοίκησης ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΗΛΩΣΕΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4154, 31/12/2007

«Ανάπτυξη της ια Βίου Μάθησης και λοιπές διατάξεις»

1. Απαγορεύεται επικοινωνία με τον οφειλέτη για οφειλές για τις οποίες έχει προβεί σε δικαστικές ενέργειες αμφισβήτησης

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ «Επιλογή δικαστικών λειτουργών στις κορυφαίες θέσεις της ικαιοσύνης και επαναφορά του αυτοδιοίκητου των δικαστηρίων»

δικαίου προς τις διατάξεις του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου που κυρώθηκε με τον ν. 3003/2002 (ΦΕΚ Α 75)»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Κώδικας κοινωφελών περιουσιών, σχολαζουσών κληρονοµιών και λοιπές διατάξεις»

Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

«Αναµόρφωση του συστήµατος προσλήψεων στο δηµόσιο τοµέα και άλλες διατάξεις»

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0477/ σύμφωνα με το άρθρο 197 του Κανονισμού

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΔΑ: 07-04ΝΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Β. ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ/ΚΦΔ (ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά τον ν. 4223/2013 ΦΕΚ 287Α )

«Σύσταση Γραφείου Ελληνικής Προεδρίας και άλλες διατάξεις»

Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (Ν.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Αριθ.: 337/2013

Transcript:

A ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- γκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης» Ι. Γενικά Το φερόμενο προς συζήτηση Νσχ αποτελείται από δύο Κεφάλαια. Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Α τροποποιούνται, συμπληρώνονται και αντικαθίστανται διατάξεις του ν. 3691/2008, «πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις», ενόψει της σύστασης ανεξάρτητης αρχής με τίτλο, «Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» (εφεξής: «Αρχή»). Ειδικότερα: Συνιστάται ανεξάρτητη αρχή με τίτλο, «Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης» η οποία περιλαμβάνει τρεις μονάδες, την Α Μονάδα Διερεύνησης Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών, τη Β Μονάδα Οικονομικών Κυρώσεων κατά υπόπτων τρομοκρατίας και τη Γ Μονάδα Ελέγχου των Δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, κατά τροποποίηση των σχετικών διατάξεων του ν. 3691/2008, ορίζονται αναλυτικώς οι αρμοδιότητες κάθε μονάδας και ρυθμίζονται θέματα του προσωπικού και της λειτουργίας τους (άρθρα 1 και 2). Επαναπροσδιορίζεται το πλαίσιο αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών ως κεντρικού συντονιστικού φορέα για την εφαρμογή των διατάξεων του Νσχ (άρθρο 3)

2 Τροποποιείται το άρθρο 40 του ν. 3691/2008 περί συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της Αρχής και των άλλων αρμόδιων αρχών και ορίζεται ως δυνητική η διαβίβαση πληροφοριών από την Αρχή σε άλλους φορείς (άρθρο 4) Τροποποιούνται οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 48 του ν. 3691/2008 και καταργείται το δικαίωμα άσκησης έφεσης κατά του βουλεύματος που διατάσσει απαγόρευση κίνησης λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων, ανοίγματος θυρίδων ή εκποίησης ακινήτου. Επίσης, προβλέπεται αρμοδιότητα μόνο του Προέδρου της Αρχής να διατάσσει απαγόρευση κίνησης λογαριασμών, τίτλων, χρηματοπιστωτικών προϊόντων, ανοίγματος θυρίδων ή εκποίησης ακινήτου (άρθρο 5) Τροποποιείται το άρθρο 49 του ν. 3691/2008, ώστε η Β Μονάδα της Αρχής να είναι αποκλειστικώς αρμόδια για την εφαρμογή του μέτρου δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων που επιβάλλονται με αποφάσεις του συμβουλίου ασφαλείας του Ο.Η.Ε. και κανονισμούς του συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη, εισάγονται ποινικές και διοικητικές κυρώσεις σε βάρος των φυσικών και νομικών προσώπων που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλει το παρόν άρθρο (άρθρο 6) Προστίθεται νέο άρθρο 49 Α στο ν. 3691/2008 η δε Β Μονάδα της Αρχής καθίσταται αρμόδια για την επιβολή μέτρων και κυρώσεων σε βάρος των σχετιζόμενων με την τρομοκρατία φυσικών, νομικών προσώπων ή οντοτήτων, όπως η σύνταξη και η τήρηση σχετικών καταλόγων και η δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων (άρθρο 7) Το Κεφάλαιο Β περιλαμβάνει τροποποιήσεις του ν. 3213/2003, «Δήλωση και έλεγχος περιουσιακής κατάστασης βουλευτών, δημόσιων λειτουργών και υπαλλήλων, ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης και άλλων κατηγοριών προσώπων». Ειδικότερα: Η Γ Μονάδα της Αρχής καθίσταται αρμόδια για τον έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ έως ιε της παρ.1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 και τροποποιούνται, αντιστοίχως, οι σχετικές διατάξεις του ν. 3213/2003 (άρθρα 8, 9, 12). Δίνεται η δυνατότητα στο δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο να κρίνει ατιμώρητη την πράξη της παράλειψης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς ή ελλιπούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης από αμέλεια (άρθρο 10) και προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για την παράλειψη σύνταξης και διαβίβασης καταλόγων των υπόχρεων προσώπων προς υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης τα οποία εμπίπτουν στις περιπτώσεις ζ, η, ιβ, ιγ, ιδ και ιε της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (άρθρο 11).

ΙΙ. Παρατηρήσεις επί των άρθρων 1. Επί του άρθρου 2 Α) Κατά την παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως αυτό προτείνεται να αντικατασταθεί, «Πρόεδρος της Αρχής ορίζεται ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός εν ενεργεία ( ), ο οποίος επιλέγεται μαζί με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Ο Πρόεδρος της Αρχής είναι πλήρους απασχόλησης. Ο διορισμός του γίνεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ( )». Επισημαίνεται ότι, κατ άρθρο 90 του Συντάγματος, «Οι προαγωγές, τοποθετήσεις, μεταθέσεις, αποσπάσεις και μετατάξεις των δικαστικών λειτουργών ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Αυτό συγκροτείται από τον πρόεδρο του οικείου ανώτατου δικαστηρίου και από μέλη του ίδιου δικαστηρίου που ορίζονται με κλήρωση μεταξύ εκείνων που έχουν τουλάχιστον δύο ετών υ- πηρεσία στο δικαστήριο αυτό, όπως νόμος ορίζει ( ) Αν ο Υπουργός Δικαιοσύνης διαφωνεί με την κρίση ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, μπορεί να παραπέμπει το ζήτημα στην ολομέλεια του οικείου ανώτατου δικαστηρίου, όπως νόμος ορίζει. Δικαίωμα προσφυγής έχει και ο δικαστικός λειτουργός στον οποίον αφορά η κρίση, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος ( ) Οι αποφάσεις ή πράξεις κατά τις διατάξεις αυτού του άρθρου δεν προσβάλλονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας». Έχει κριθεί ότι δεν εμπίπτουν στο, κατά τα ανωτέρω, απαράδεκτο της αίτησης ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ «και εξετάζονται κατ ουσία λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται η συνδρομή όρου ή περιορισμού που τίθεται ευθέως από τις διατάξεις των ως άνω παραγράφων του άρθρου 90, όπως είναι η θεσπιζόμενη με τις διατάξεις αυτές αρμοδιότητα του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου» (ΣτΕ 3466/2005, Ολ 1274/1993, 292/1984) ή η τοποθέτηση δικαστικού λειτουργού με προεδρικό διάταγμα. Αντιθέτως, «δεν είναι παραδεκτοί λόγοι ακυρώσεως αναφερόμενοι σε παράβαση όρων ή περιορισμών που τίθενται από τον κοινό νομοθέτη» (ΣτΕ, όπ. π.), όπως το αναιτιολόγητο της απόφασης του οικείου δικαστικού συμβουλίου, το οποίο μόνον ενώπιον της ολομέλειας του οικείου ανώτατου δικαστηρίου μπορεί να προβληθεί. Περαιτέρω, χρήζει, ενδεχομένως, διευκρίνησης το ζήτημα εάν μπορεί να επιλεγεί ως Πρόεδρος της Αρχής πρόσωπο του οποίου ο απομένων χρόνος υπηρεσίας στο εισαγγελικό λειτούργημα είναι ελάσσων της προβλεπόμενης τριετούς θητείας (παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως αυτό προτείνεται να αντικατασταθεί). Β) Με την παρ. 2 του υπό ψήφιση άρθρου προτείνεται η εισαγωγή άρθρου 3

4 7Β στον ν. 3691/2008 που αναφέρει τις εξουσίες των μονάδων της αρχής. Στην παρ. 4 του νέου άρθρου 7Β ορίζεται ότι έναντι των μονάδων δεν ισχύει κατά τη διάρκεια των ελέγχων και των ερευνών τους οποιοδήποτε τραπεζικό, χρηματιστηριακό, φορολογικό ή επαγγελματικό απόρρητο. Το επαγγελματικό απόρρητο των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 212 ΚΠΔ προστατεύεται και δια της απαγόρευσης κατάσχεσης εγγράφων που περιέχουν μυστικά σχετικά με το λειτούργημα αυτών των προσώπων και της συνακόλουθης απαγόρευσης της αξιοποίησής τους (Κωνσταντινίδης Α., Έρευνες και κατασχέσεις σε δικηγορικά γραφεία, ΠοινΧρον ΜΕ σελ. 878). Συνεπώς, η προστασία του επαγγελματικού απορρήτου εκτείνεται και σε έγγραφα που σχετίζονται με την επικοινωνία συνηγόρου-κατηγορουμένου, το α- παραβίαστο της οποίας θεμελιώνεται, πέραν του επαγγελματικού απορρήτου, στην αρχή της δικαστικής ακρόασης, κατά μίαν άποψη, ή στην αρχή της υπεράσπισης και, κατ επέκταση, στην αρχή του κράτους δικαίου, κατ άλλη άποψη (βλ. σχετικά Κωνσταντινίδη Α., Η θέση του συνηγόρου υπερασπίσεως στην ποινική δίκη, 1992 σελ. 202 επ.). Στο μέτρο που η Αρχή, μολονότι δεν διενεργεί πλέον προκαταρκτική εξέταση, διερευνά και αξιολογεί τις α- ναφορές ύποπτων συναλλαγών που υποβάλλουν τα υπόχρεα πρόσωπα, δηλαδή συναλλαγών από τις οποίες εκτιμάται ότι προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ή υπόνοιες για πιθανή απόπειρα ή διάπραξη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (άρθρο 4 παρ. 13 ν. 3691/2008) και, άρα, διερευνά ενδεχόμενη τέλεση εγκλημάτων και όχι διοικητικών παραβάσεων (για το κριτήριο διάκρισης μεταξύ διοικητικών και δικαστικών-ανακριτικών ε- ρευνών βλ. Τριανταφύλλου Γ., Η ρύθμιση και η λειτουργία των ερευνών κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, σελ. 75 επ.), προβαίνει δε σε επαχθείς πράξεις όπως δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων σημειωτέον ότι παρέχεται δικαίωμα προσφυγής στο δικαστικό συμβούλιο κατά της σχετικής διάταξης του Προέδρου της Αρχής, τίθεται προβληματισμός αν αυτές οι αρμοδιότητες έχουν «οιονεί ανακριτικό χαρακτήρα», οπότε εντάσσονται στην ποινική δίκη υπό ευρεία έννοια. Σε καταφατική περίπτωση, θα ήταν ενδεχομένως σύμφωνο προς την αρχή της υπεράσπισης να ισχύει έναντι της Αρχής το επαγγελματικό απόρρητο του συνηγόρου κατ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 212, 261 και 262 ΚΠΔ. 2. Επί του άρθρου 4 Με το υπό ψήφιση άρθρο τροποποιείται το άρθρο 40 του ν. 3691/2008 και ορίζεται ότι η Αρχή δύναται να διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές και να α- νταλλάσσει με αυτές πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης. Στο άρθρο 7 του υ- πό ψήφιση Νσχ, όπου προτείνεται η εισαγωγή του άρθρου 49 Α παρ. 5 στον

ν. 3691/2008, προβλέπεται ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στη Β Μονάδα της Αρχής ή ανταλλάσσονται με αυτήν, χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς και μόνο για τους σκοπούς της επιβολής οικονομικών κυρώσεων. Επειδή το προτεινόμενο άρθρο 40 αφορά αρμοδιότητες όλων των μονάδων της Αρχής, θα ήταν νομοτεχνικώς ορθότερο, η φράση «η Αρχή δύναται να διαβιβάζει και να ανταλλάσσει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης» να αναδιατυπωθεί ως εξής: «η Αρχή δύναται, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 49 Α παρ. 5, να διαβιβάζει και να ανταλλάσσει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης». 5 3. Επί του άρθρου 5 Εφόσον στο προτεινόμενο άρθρο 49 Α παρ. 11 του υπό ψήφιση Νσχ προβλέπεται η δυνατότητα των ενδιαφερόμενων προσώπων να αιτηθούν την α- ποδέσμευση από τη Μονάδα συγκεκριμένων ποσών για την κάλυψη γενικότερων δαπανών διαβίωσης ή των εξόδων για τη νομική υποστήριξή του, ό- ταν η Β Μονάδα της Αρχής έχει δεσμεύσει περιουσιακά στοιχεία προσώπων σχετιζόμενων με την τρομοκρατία, δημιουργείται ενδεχομένως προβληματισμός ως προς το αναγκαίο ανάλογης ρύθμισης και για την περίπτωση κατά την οποία διεξάγεται έρευνα από την Α Μονάδα της Αρχής ή ανάκριση σχετικώς με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, διαταχθεί δε από τον Πρόεδρο της Αρχής ή τον ανακριτή απαγόρευση κίνησης λογαριασμών, τίτλων ή χρηματοπιστωτικών προϊόντων, ανοίγματος θυρίδων ή εκποίησης οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου.

6 4. Επί του άρθρου 7 Με το άρθρο 7 του υπό ψήφιση Νσχ εισάγεται νέο άρθρο 49 Α στον ν. 3691/2008. Στην παρ. 16 του προτεινόμενου άρθρου 49 Α προβλέπεται ότι, σε περίπτωση παράβασης του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται, αντιστοίχως, οι κυρώσεις του άρθρου 49. Θα ήταν, ενδεχομένως, νομοτεχνικώς ορθότερο να γίνει παραπομπή σε συγκεκριμένες διατάξεις του άρθρου 49. Αθήνα, 22.2.2011 Οι Εισηγητές Αθανασία Διονυσοπούλου Επιστημονική Συνεργάτις Ανδρέας Κούνδουρος Προϊστάμενος του Τμήματος Ευρωπαϊκών Μελετών Ειδικός Επιστημονικός Συνεργάτης Ο Προϊστάμενος του Β Τμήματος Νομοτεχνικής Επεξεργασίας Στέφανος Κουτσουμπίνας Επ. Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θράκης Ο προϊστάμενος της Α Διεύθυνσης Επιστημονικών Μελετών Αντώνης Παντελής Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Το μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου Χρίστος Μυλωνόπουλος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ο Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου Κώστας Μαυριάς Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών