ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ Ξενοφώντος Ἑλληνικά, Βιβλίο 2 ο Κεφάλαιο 2, 1-4 από το πρωτότυπο Κεφάλαιο 2, 16-23 από το πρωτότυπο Κεφάλαιο 3, 11-16 από τη μετάφραση Κεφάλαιο 3, 50-56 από το πρωτότυπο Κεφάλαιο 4, 1-17 από τη μετάφραση Θουκυδίδου Ἱστορίαι, Βιβλίο 3 ο Κεφάλαιο 70 από μετάφραση (από τη φωτοτυπία) Κεφάλαια 71-74 από το πρωτότυπο Κεφάλαια 82-83 από τη μετάφραση ΚΑΙ όλα τα σχόλια του σχολικού βιβλίου ΑΡΧΑΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 2. Παρ. 1-4 1. Αφού ο Λύσανδρος ρύθμισε την κατάσταση στη Λάμψακο, (τοποθετώντας δικούς του ανθρώπους), έπλεε εναντίον του Βυζαντίου και της Καλχηδόνας. Οι κάτοικοι αυτών των πόλεων τον δέχτηκαν, αφού άφησαν τους φρουρούς των Αθηναίων να φύγουν με επίσημη συμφωνία αυτοί, πάλι, που παρέδωσαν με προδοσία στον Αλκιβιάδη το Βυζάντιο, τότε κατέφυγαν πρώτα στον Πόντο, ύστερα στην Αθήνα και έγιναν Αθηναίοι πολίτες. 2. Ο Λύσανδρος και τους φρουρούς των Αθηναίων και οποιονδήποτε άλλον Αθηναίο έβλεπε κάπου, τους έστελνε στην Αθήνα δίνοντας ασφάλεια σ αυτούς που μόνο προς τα εκεί έπλεαν και όχι για άλλο μέρος, γιατί γνώριζε ότι, όσο περισσότεροι θα συγκεντρωθούν στην πόλη της Αθήνας και στον Πειραιά, (τόσο) γρηγορότερα θα προκύψει έλλειψη τροφίμων. Και αφού άφησε ως αρμοστή στο Βυζάντιο και στην Καλχηδόνα το Σθενέλαο το Λάκωνα, ο ίδιος επέστρεψε στη Λάμψακο και επισκεύαζε τα πλοία του. 3. Στην Αθήνα, όταν έφτασε η Πάραλος τη νύχτα, διαδιδόταν η συμφορά και ο θρήνος έφτανε από τον Πειραιά δια μέσου των μακρών τειχών στην πόλη, καθώς ανήγγελλε την είδηση ο ένας στον άλλον έτσι εκείνη τη νύχτα κανένας δεν κοιμήθηκε, όχι μόνο γιατί θρηνούσαν αυτούς που είχαν χαθεί, αλλά πολύ περισσότερο οι ίδιοι τους εαυτούς τους, γιατί νόμιζαν ότι θα πάθουν τα ίδια που έκαναν στους κατοίκους της Μήλου, που ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων, όταν τους νίκησαν με πολιορκία, και στους κατοίκους της Ιστιαίας και της Σκιώνης και της Τορώνης και της Αίγινας και σε πολλούς άλλους Έλληνες. 4. Την επόμενη μέρα έκαναν συνέλευση του λαού στην οποία αποφάσισαν να επιχωματώσουν (να φράξουν δηλ. με επιχωμάτωση την είσοδο στα λιμάνια) εκτός από ένα, να επισκευάσουν τα τείχη, να τοποθετήσουν φρουρές και να ετοιμάσουν την πόλη τους για όλα τα άλλα σαν για πολιορκία. 1
Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 2. Παρ. 16-23 16. Ενώ έτσι είχαν τα πράγματα, ο Θηραμένης είπε στην εκκλησία του δήμου ότι, αν θέλουν να στείλουν αυτόν τον ίδιο στο Λύσανδρο, θα επιστρέψει γνωρίζοντας για ποιον από τους δύο λόγους επιμένουν οι Λακεδαιμόνιοι στην κατεδάφιση των τειχών, επειδή θέλουν να υποδουλώσουν την πόλη ή για να έχουν εγγύηση. Όταν, λοιπόν, τον έστειλαν, έμενε κοντά στον Λύσανδρο τρεις μήνες και περισσότερο, καιροφυλακτώντας πότε οι Αθηναίοι επρόκειτο εξαιτίας της παντελούς έλλειψης τροφίμων να συμφωνήσουν σε ό,τι κάποιος θα τους πρότεινε. 17. Όταν γύρισε τον τέταρτο μήνα, ανακοίνωσε στην εκκλησία του δήμου ότι τάχα ο Λύσανδρος τον κρατούσε αιχμάλωτο έως τότε και ύστερα τον διέταζε να μεταβεί στη Σπάρτη γιατί ( του έλεγε) δεν ήταν αρμόδιος αυτός σε όσα τον ρωτούσε αλλά οι έφοροι. Ύστερα από αυτά εκλέχτηκε (ο Θηραμένης) δέκατος ο ίδιος, ως πρεσβευτής με απόλυτη εξουσιοδότηση για τη Σπάρτη. 18. Ο Λύσανδρος στο μεταξύ έστειλε στους εφόρους μαζί με άλλους Λακεδαιμονίους τον Αριστοτέλη, που ήταν εξόριστος Αθηναίος, για να τους αναγγείλει ότι αποκρίθηκε στο Θηραμένη πως εκείνοι ήταν αρμόδιοι για ειρήνη και πόλεμο. 19. Ο Θηραμένης και οι άλλοι πρέσβεις, όταν βρίσκονταν στη Σελλασία και καθώς τους ρωτούσαν για ποιο λόγο είχαν έρθει, απάντησαν ότι (είχαν έρθει) με απόλυτη εξουσιοδότηση για την ειρήνη ύστερα από αυτά οι έφοροι διέταξαν να τους φωνάξουν. Όταν (οι Αθηναίοι πρέσβεις) έφτασαν (στη Σπάρτη), (οι έφοροι) συγκάλεσαν συνέλευση, στην οποία οι Κορίνθιοι και κυρίως οι Θηβαίοι αλλά και πολλοί άλλοι Έλληνες αντιπρότειναν να μη συνθηκολογήσουν με τους Αθηναίους αλλά να τους αφανίσουν. 20. Οι Λακεδαιμόνιοι όμως αρνήθηκαν να εξανδραποδίσουν μια πόλη ελληνική που είχε προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στους πολύ μεγάλους κινδύνους που απείλησαν την Ελλάδα, αλλά (δέχτηκαν) να κάνουν ειρήνη με τον όρο, αφού γκρεμίσουν τα μακρά τείχη και τα τείχη του Πειραιά και αφού παραδώσουν τα πλοία τους εκτός από δώδεκα και αφού επαναφέρουν τους εξόριστους, να ακολουθούν τους Λακεδαιμονίους και στην ξηρά και στη θάλασσα, όπου τους οδηγούν αυτοί, θεωρώντας τον ίδιο (με αυτούς) εχθρό και φίλο. 21. Ο Θηραμένης και οι συμπρέσβεις του μετέφεραν αυτούς τους όρους στην Αθήνα. Καθώς έμπαιναν στην πόλη, τους περικύκλωσε πολύς λαός, γιατί φοβούνταν μήπως γύρισαν άπρακτοι γιατί δε χωρούσε πια άλλη αναβολή, εξαιτίας του ότι πολλοί πέθαιναν από την πείνα. 22. Την επόμενη μέρα οι πρέσβεις ανακοίνωσαν με ποιους όρους οι Λακεδαιμόνιοι δέχονταν να συνάψουν την ειρήνη ο Θηραμένης μίλησε εξ ονόματος των πρέσβεων λέγοντας ότι πρέπει να υπακούσουν στους Λακεδαιμονίους και να γκρεμίσουν τα τείχη. Επειδή λίγοι του έφεραν αντίρρηση, αλλά πολλοί περισσότεροι τον επιδοκίμασαν, αποφασίστηκε να δεχτούν την ειρήνη. 23. Ύστερα από αυτά και ο Λύσανδρος κατέπλευσε στον Πειραιά και οι εξόριστοι επέστρεφαν στην πατρίδα τους και άρχισαν να γκρεμίζουν τα τείχη πολύ πρόθυμα, ενώ αυλητρίδες έπαιζαν τον αυλό, επειδή νόμιζαν ότι εκείνη η ημέρα ήταν για την Ελλάδα η αρχή της ελευθερίας. Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 3. Παρ. 50-56 2
50. Μόλις, αφού είπε αυτά τελείωσε την αγόρευσή του και η βουλή φανερά τον επιδοκίμασε, ο Κριτίας επειδή κατάλαβε ότι, αν επιτρέψει στη βουλή να αποφασίσει γι αυτόν με ψηφοφορία, θα γλιτώσει και επειδή το θεώρησε αυτό ανυπόφορο, αφού πλησίασε και είπε κάτι με τους τριάκοντα βγήκε έξω, και διέταξε αυτούς που είχαν τα εγχειρίδια να σταθούν φανερά κοντά στα κιγκλιδώματα της βουλής. 51. Και αφού ξαναμπήκε είπε: «Εγώ, κύριοι βουλευτές, νομίζω ότι είναι καθήκον κάθε άξιου πολιτικού ηγέτη, όταν βλέπει τους φίλους του να εξαπατώνται, να μην το επιτρέπει. Κι εγώ λοιπόν αυτό θα κάνω. Γιατί κι αυτοί εδώ που έχουν σταθεί μπροστά λένε ότι δε θα μας επιτρέψουν, εάν αφήσουμε (αθωώσουμε) έναν άντρα που ολοφάνερα βλάπτει την ολιγαρχία. Αναγράφεται βέβαια στους νέους νόμους κανένας από όσους ανήκουν στους τρισχιλίους να μη θανατώνεται χωρίς τη δική σας ψήφο, να έχουν όμως οι τριάκοντα το δικαίωμα να θανατώνουν αυτούς που είναι έξω από τον κατάλογο. Εγώ, λοιπόν, είπε, εξαλείφω αυτόν εδώ τον Θηραμένη από τον κατάλογο με την σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και αυτόν είπε εμείς τον καταδικάζουμε σε θάνατο. 52. Όταν άκουσε αυτά ο Θηραμένης, αναπήδησε στο βωμό και είπε: «Εγώ, είπε, άντρες, σας ικετεύω σε ό,τι πιο δίκαιο υπάρχει, να μην έχει ο Κριτίας το δικαίωμα να διαγράφει ( από τον κατάλογο) μήτε εμένα μήτε όποιον θέλει από εσάς, αλλά σύμφωνα με τον νόμο, τον οποίο ακριβώς αυτοί συνέταξαν γι αυτούς που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, σύμφωνα μ αυτόν κι εσείς και εγώ να δικαζόμαστε. 53. Και δεν αγνοώ βέβαια αυτό, μα τους θεούς, είπε, ότι δηλαδή καθόλου δε θα με βοηθήσει αυτός εδώ ο βωμός, αλλά θέλω να σας αποδείξω και το εξής, ότι δηλαδή αυτοί είναι όχι μόνο πολύ άδικοι απέναντι στους ανθρώπους, αλλά και πολύ ασεβείς απέναντι στους θεούς. Απορώ όμως, με σας, άντρες καλοί και έντιμοι, είπε, γιατί δε θα βοηθήσετε τον ίδιο τον εαυτό σας, και μάλιστα ενώ γνωρίζετε ότι το δικό μου όνομα δε διαγράφεται καθόλου πιο εύκολα απ ό,τι το όνομα του καθενός από σας». 54. Ύστερα απ αυτό ο κήρυκας των τριάκοντα κάλεσε τους έντεκα να συλλάβουν τον Θηραμένη κι όταν εκείνοι μπήκαν μέσα μαζί με τους βοηθούς τους, έχοντας επικεφαλής το Σάτυρο, το θρασύτατο και αναιδέστατο, είπε ο Κριτίας: «Σας παραδίδουμε αυτόν εδώ τον Θηραμένη που έχει καταδικαστεί σύμφωνα με το νόμο. Και σεις οι έντεκα, αφού τον συλλάβετε και τον οδηγήσετε όπου πρέπει, να εκτελέσετε τα περαιτέρω. 55. Μόλις είπε αυτά, ο Σάτυρος προσπαθούσε να τον αποσπάσει από το βωμό, το ίδιο έκαναν και οι βοηθοί του. Τότε ο Θηραμένης, όπως βέβαια ήταν φυσικό, επικαλούνταν και θεούς και ανθρώπους να δουν καλά αυτά που γίνονταν. Αλλά οι βουλευτές παρέμεναν αδρανείς, γιατί έβλεπαν ότι και αυτοί που ήταν κοντά στα κιγκλιδώματα ήταν όμοιοι με το Σάτυρο και ότι ο χώρος μπροστά στο βουλευτήριο ήταν γεμάτος από τους φρουρούς και γιατί δεν αγνοούσαν ότι αυτοί παρευρίσκονταν οπλισμένοι με τα εγχειρίδια. 56. Και αυτοί έσυραν τον άντρα μέσα από την αγορά, ενώ αυτός φώναζε με πολύ δυνατή φωνή τι πάθαινε. Λέγεται και αυτή η φράση του. Μόλις του είπε ο Σάτυρος ότι θα θρηνήσει, αν δε σωπάσει, τον ρώτησε: «Αν σιωπώ, είπε, άραγε δε θα θρηνήσω;» Και όταν, καθώς αναγκαζόταν να πεθάνει, έπινε το κώνειο, λένε ότι αυτός, αφού έριξε μακριά τις σταγόνες που είχαν μείνει μέσα στο ποτήρι του, (όπως στο παιχνίδι με τον κότταβο), είπε: «αυτό στην υγειά του όμορφου Κριτία». Και δεν αγνοώ βέβαια αυτό, ότι δηλαδή αυτά δεν είναι αξιόλογα αποφθέγματα, όμως κρίνω αξιοθαύμαστο αυτό το στοιχείο του άντρα, το ότι δηλ. ακόμα και την ώρα που πλησίαζε ο θάνατος δεν έλειψε από την ψυχή του ούτε η αυτοκυριαρχία ούτε το χιούμορ του. 3
ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ - ΒΙΒΛΙΟ 3ο ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Κεφάλαιο 70 Το 70 ως μεταφρασμένο κείμενο μόνον τα σχόλια του βιβλίου 1. Και πράγματι οι Κερκυραίοι βρίσκονταν σε εμφύλια διαμάχη, από τότε που γύρισαν στην Κέρκυρα οι αιχμάλωτοι, που είχαν συλληφθεί στις ναυμαχίες για την Επίδαμνο και ελευθερώθηκαν από τους Κορινθίους, φαινομενικά επειδή τελούσαν υπό την εγγύηση οκτακοσίων ταλάντων που είχε δοθεί από τους προξένους τους, στην πραγματικότητα όμως διότι ανέλαβαν να φέρουν την Κέρκυρα με το μέρος των Κορινθίων. Και αυτοί ενεργούσαν, πλησιάζοντας τον κάθε πολίτη χωριστά, με σκοπό να αποστατήσει η πόλη από την επιρροή των Αθηναίων. 2 Και μετά την άφιξη ενός αθηναϊκού και ενός κορινθιακού πλοίου που έφερναν πρέσβεις και αφού ήρθαν (οι πρέσβεις) σε διαπραγματεύσεις, οι Κερκυραίοι αποφάσισαν να συνεχίσουν να είναι σύμμαχοι των Αθηναίων σύμφωνα με την ισχύουσα συνθήκη, αλλά να είναι φίλοι και με τους Πελοποννησίους όπως και πριν. 3.Και (επειδή ο Πειθίας ήταν εθελοπρόξενος των Αθηναίων και ήταν αρχηγός του δημοκρατικού κόμματος) αυτοί οι άνδρες τον σύρουν στο δικαστήριο, λέγοντας ότι προσπαθεί να υποδουλώσει την Κέρκυρα στους Αθηναίους. 4. Κι αυτός αφού αθωώθηκε κατήγγειλε με τη σειρά του στο δικαστήριο τους πέντε πιο πλούσιους από αυτούς ισχυριζόμενος ότι αυτοί κόβουν τα στηρίγματα των αμπελιών από τα ιερά άλση του Δία και του Αλκίνοου το πρόστιμο για κάθε στήριγμα ήταν ένας στατήρας. 5. Και επειδή αυτοί καταδικάστηκαν και κάθισαν ως ικέτες στους ναούς εξαιτίας της βαριάς χρηματικής ποινής, για να πληρώσουν το πρόστιμο ύστερα από συμφωνία για το ύψος του (με δόσεις), ο Πειθίας (διότι συνέβαινε να είναι και μέλος της βουλής) τους πείθει να εφαρμόσουν το νόμο. 6. Και αυτοί (οι πέντε) επειδή αποκλείονταν από το νόμο (ο νόμος απαγόρευε την πληρωμή του ποσού με δόσεις) και συγχρόνως πληροφορήθηκαν ότι ο Πειθίας, εφόσον είναι ακόμα μέλος της βουλής, πρόκειται να μεταπείσει την πλειοψηφία να έχουν τους ίδιους εχθρούς και φίλους με τους Αθηναίους, συνωμότησαν και αφού πήραν μαχαίρια και μπήκαν αιφνιδιαστικά στο βουλευτήριο φονεύουν και τον Πειθία και άλλους από τους βουλευτές και τους πολίτες εξήντα τον αριθμό. Κάποιοι ομοϊδεάτες με τον Πειθία λίγοι κατέφυγαν στην αθηναϊκή τριήρη που ήταν ακόμα εκεί. Κεφάλαιο 71 71.1 Αφού (οι ολιγαρχικοί) έπραξαν αυτό και κάλεσαν τους Κερκυραίους σε συνέλευση, τους είπαν ότι αυτή η πράξη τους ήταν η καλύτερη και ότι δε θα υποδουλώνονταν µε κανένα τρόπο πια από τους Αθηναίους, και στο εξής μένοντας ουδέτεροι να µη δέχονται κανέναν από τους δύο, παρά µόνο αν έρχονται µε ένα μεγαλύτερο όμως αριθμό πλοίων να τον θεωρούν εχθρικό. 4 πλοίο, 71. 2 Και αφού είπαν αυτά, ανάγκασαν τους Κερκυραίους να επικυρώσουν την πρότασή τους. Στέλνουν επίσης και στην Αθήνα πρέσβεις αμέσως, για να δώσουν εξηγήσεις για όσα είχαν γίνει, ότι αυτά συνέφεραν και σ' αυτούς, και για να πείσουν όσους είχαν καταφύγει εκεί να µην προβούν σε καμιά εχθρική ενέργεια, για να µην υπάρξει καμιά αντεκδίκηση. Κεφάλαιο 72 72. 1 Όταν ήρθαν οι πρέσβεις στην Αθήνα, οι Αθηναίοι, αφού συνέλαβαν τους πρέσβεις ως υποκινητές στάσης και όσους από τους φυγάδες έπεισαν, τους συγκέντρωσαν για ασφάλεια στην Αίγινα. 72.2 Στο μεταξύ, αφού ήρθε ένα κορινθιακό πλοίο και Λακεδαιμόνιοι πρέσβεις, αυτοί από τους Κερκυραίους που ήταν κύριοι της πολιτικής κατάστασης έκαναν επίθεση στους δημοκρατικούς και τους νίκησαν µε μάχη.
72. 3 Κι όταν έφτασε η νύχτα, οι δημοκρατικοί κατέφυγαν στην ακρόπολη και στα ψηλά και οχυρά μέρη της πόλης και, αφού συγκεντρώθηκαν εκεί, εγκαταστάθηκαν/ οχυρώθηκαν και κατείχαν το Υλλαϊκό λιμάνι οι άλλοι κατέλαβαν την αγορά, όπου ακριβώς κατοικούσαν οι περισσότεροι από αυτούς, και το λιμάνι που ήταν κοντά σ' αυτήν και έβλεπε προς την απέναντι στεριά. Κεφάλαιο 73 73 Την επόμενη μέρα έκαναν κάποιες μικροεπιθέσεις και έστελναν παντού και οι δύο κάποιους στα χωράφια προσκαλώντας τους δούλους και υποσχόμενοι ελευθερία σ' αυτούς και οι περισσότεροι από τους δούλους πήγαν σύμμαχοι στο πλευρό των δημοκρατικών, ενώ οχτακόσιοι μισθοφόροι από την απέναντι στεριά πήγαν µε το μέρος των άλλων. Κεφάλαιο 74 74 1 Και αφού πέρασε µια μέρα, έγινε πάλι μάχη και νίκησαν οι δημοκρατικοί εξαιτίας της ισχύος των θέσεών τους και επειδή είχαν αριθμητική υπεροχή εξάλλου τους βοήθησαν µε τόλµη και οι γυναίκες τους χτυπώντας τους ολιγαρχικούς µε τα κεραμίδια από τα σπίτια και υπομένοντας το θόρυβο της μάχης, σε αντίθεση µε τη φύση τους. 74. 2 Και όταν έγινε η υποχώρηση αργά το απόγευμα, επειδή φοβήθηκαν οι ολιγαρχικοί μήπως οι δημοκρατικοί, αφού κάνουν επίθεση, καταλάβουν το ναύσταθμο µε τον πρώτο αλαλαγμό και τους σκοτώσουν, έβαλαν φωτιά στα σπίτια, που ήταν γύρω στην αγορά, και στις «πολυκατοικίες», για να µην έχουν οι δημοκρατικοί δρόμο προσέγγισης, χωρίς να λογαριάζουν ούτε δικό τους ούτε ξένο σπίτι, ώστε και πολλά πράγματα εμπόρων κάηκαν εντελώς και η πόλη κινδύνεψε να καταστραφεί στο σύνολό της, αν φυσούσε άνεμος τη φωτιά µε κατεύθυνση προς αυτήν (δηλ. την πόλη). 74. 3 Και αυτοί, αφού σταμάτησαν τη μάχη, καθώς και τα δύο στρατόπεδα απείχαν από πολεμικές ενέργειες, τη νύχτα βρίσκονταν σε επιφυλακή και το κορινθιακό πλοίο, όταν είχαν επικρατήσει οι δημοκρατικοί, ανοιγόταν µε προφυλάξεις στο ανοιχτό πέλαγος, και οι περισσότεροι από τους μισθοφόρους διαφεύγοντας την προσοχή πέρασαν στην απέναντι στεριά. Η μετάφραση είναι από τη συνάδελφο κ. Σμαρώ Ζαρταλούδη την ευχαριστούμε! 5