ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ 3η εργασία ΜΑ ΡΙ Α Κ ΟΤΣΙΝ ΟΝΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Κεφάλαιο 1: ΕΙΣΑΓΩΓΉ..σελ. 1

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ρ.ν Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ο Σ ΤΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ Η ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΑΓΗ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡ. 1 /2005

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΘΗΚΗ. Στο σ/ν «Μεταρρυθµίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστηµάτων κράτησης Γ τύπου και άλλες διατάξεις»

Θέµα εργασίας : Γενικές Συνταγµατικές Αρχές «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος» Καµιντζή Ιωάννα Α.Μ:322 Ε Mail:

Προπτυχιακή Εργασία. Γεωργακοπούλου Ελένη. Το Απόρρητο της Επικοινωνίας στις Οικογενειακές Σχέσεις ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

[Έκταση εργασίας: λέξεις]

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ. Νόμος 2101/1992. Κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΦΕΚ Α 192)

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 2656/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 2/2016

Απόφαση ικαστηρίου 10 Σεπτεµβρίου 2002 Θεσσαλονίκη. Κατά πλειοψηφία αποφαίνεται το δικαστήριο ότι πρόκειται για παράβαση των άρθρων 1

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ : ΝΟΜΙΚΗΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

µαγνητοταινιών ή των µαγνητοσκοπήσεων που αποκτήθηκαν µε τους τρόπους που προβλέπονται στις 1, 2 του άρθρου αυτού. 4. Αντικαταστάθηκε µε το α. 6 8 νόµ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ


Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΞΙΑ ΩΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ (άρ.2 παρ.1 Σ) Σχολιασµός της ΑΠ Ολ. 40/1998 ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ 2003

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Το άρθρο 370Α και η κατάσταση ανάγκης του άρθρου 25 ΠΚ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ιδιαίτερα σοβαρών εγκληµάτων».

Εργασία µε θέµα : Συνταγµατικές πτυχές του απορρήτου της επικοινωνίας στην Κοινωνία της Πληροφορίας

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. Α.

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Το Προστατευόμενο Έννομο Αγαθό στην Πορνογραφία Ανηλίκων

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8013/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2013

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

"Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα στο Σύνταγμα του Μαυροβουνίου"

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ «Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ. ΤΟ ΑΡΘΡΟ 19 Σ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. β. Νοµοθεσία και Νοµολογία Το ζήτηµα µετά την αναθεώρηση του α.θεωρία..18

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

Ο ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ( 2 1 Σ 1975/1086/2001)

Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1. ΟΙ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΥΠΕΡΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ (ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ)

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4979-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 142 /2014

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΒΡΕΤΤΟΥ (Α.Μ )

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ «ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ» ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/ 2011

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2107/

Aθήνα, 10 Απριλίου Αρ.πρωτ.: /08 ΠΟΡΙΣΜΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 13: H προστασία των προσωπικών δεδομένων και ιδίως στο διαδίκτυο. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Τα Συνταγματικά δικαιώματα των αλλοδαπών

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ 3 η εργασία Μ ΑΡΙΑ Κ ΟΤΣΙΝΟΝΟΥ

Π ΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: σελίδες 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...2 2. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ...2 3. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ...4 4. Η ΑΠΟΦΑΣΗ 213/2003 TOY ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ......4 3.1. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ...5 3.2.. ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ...5 5. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ...8 6. ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ...10 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ...11 8. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...15 2

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η µετάβαση από το απολυταρχικό κράτος στην φιλελεύθερη δηµοκρατία η οποία συντελέστηκε περίπου 200 χρόνια πριν, σήµανε και την µετάβαση σε µία νέα έννοµη τάξη, στην οποία επικράτησε, όχι πάντα χωρίς ακρότητες, η ατοµικιστική αρχή. Στο κέντρο λοιπόν, της θεωρίας η οποία άνθισε την περίοδο εκείνη, της θεωρίας του φυσικού δικαίου, περιήλθε ο άνθρωπος και η προστασία της αξίας του. Η έννοµη τάξη βέβαια, από την εποχή της γαλλικής επανάστασης µέχρι σήµερα δεν έµεινε ανεξέλικτη αλλά ακολούθησε σταθερή πορεία προς µία άλλη αρχή, τον κοινωνικό ανθρωπισµό. Κεντρική όµως έννοια στην έννοµη τάξη παρέµεινε η ανθρώπινη αξία, η οποία στην κοινωνική της διάσταση 1, προστατεύεται από τα σύγχρονα Συντάγµατα. 2. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ: Το Σύνταγµα προστατεύει ρητώς την αξία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου στο άρθρο 2 παρ. 1 το οποίο θεσπίζει την υποχρέωση του κράτους να προστατεύει την ανθρώπινη αξία αλλά και αντανακλαστικά το αντίστοιχο δικαίωµ α του ιδιώτη να προστατεύεται από προσβολές της αξίας του. Ειδικότερα το άρθρο αυτό προβλέπει: «Ο σεβασµός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας». Ορισµένες πράξεις προσβολής της ανθρώπινης αξίας (ή αξιοπρέπειας) του ανθρώπου αναφέρονται ειδικότερα, στο άρθρο 7 παρ. 2 του Συντάγµατος για το οποίο µπορεί να λεχθεί ότι αποτελεί εξειδίκευση της θεµελιώδους αρχής που διατυπώνεται στο άρθρο 2 παρ. 1. Συγκεκριµένα το άρθρο 7 παρ. 2 απαγορεύει τα βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωµατική κάκωση, βλάβη της υγείας ή άσκηση ψυχολογικής βίας καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και προβλέπει ότι όλες αυτές οι ενέργειες και εκδηλώσεις τιµωρούνται όπως προβλέπει ο νόµος. Οι απαγορεύσεις αυτές θεσπίζονται και από το άρθρο 3 της Σύµβασης της Ρώµης, ενώ συναφής είναι και η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 1 της ΕΣ Α σύµφωνα µε το οποίο «κάθε πρόσωπο δικαιούται 1 Παρατηρήθηκε (Α. ηµητρόπουλος «Κοινωνικός ανθρωπισµός και ανθρώπινα δικαιώµατα» 1980, ΝοΒ 1980, σελ. 51) ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια αναφέρεται στην κοινωνική διάσταση της ανθρώπνης φύσης και δεν αποδίδει το ευρύτερο περιεχόµενο της της ανθρώπινης αξίας. Είναι άλλο το ζήτηµα αν το Σύνταγµα µπορεί να στηρίζεται σε φιλοσοφικές έννοιες και άλλο αν µπορεί να τις προστατεύει. 3

στο σεβασµό της ιδιωτικής του ζωής, της κατοικίας του και της αλληλογραφίας του.», και το άρθρο 6 της Οικουµενικής ιακήρυξης των ικαιωµάτων του Ανθρώπου («Καθένας δικαιούται να αναγνωρίζεται παντού ως πρόσωπο έναντι του νόµου»). 2 Το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγµατος, συµπληρώνεται κατά µία άποψη από τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγµατος 3 σύµφωνα µε την οποία «καθένας έχει δικαίωµα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συµµετέχει στην κοινωνική, οικονοµική και πολιτική ζωή της χώρας εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώµατα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγµα και τα χρηστά ήθη.» Σχετικό τέλος, είναι και το άρθρο 106 παρ. 2 του Συντάγµατος σύµφωνα µε το οποίο: «Η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται εις βάρος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή επί βλάβη της εθνικής οικονοµίας». Παρατηρούµε λοιπόν ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια προστατεύεται από ένα πλέγµα διατάξεων αλλά και διαχέεται σε όλο το Σύνταγµά µας ως θεµελιώδη αρχή της σύνολης συνταγµατικής τάξης της χώρας. Η πρώτη µάλιστα από τις προστατευτικές διατάξεις, το άρθρο 2 παρ. 1, περιέχεται όχι στο δεύτερο µέρος του Συντάγµατος που αφορά τα ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα αλλά στο πρώτο µέρος, στις διατάξεις που ρυθµίζουν «τη µορφή του πολιτεύµατος». Από την ίδια τη γεωγραφία της διάταξης είναι φανερό ότι ο συντακτικός νοµοθέτης θέλησε να αναγάγει την διάταξη αυτή σε θεµελιώδη αρχή για την έννοµη τάξη 4, γι αυτό εξάλλου και την εξαιρεί (µαζί µε εκείνη του άρθρου 7 παρ.2) από τις υποκείµενες σε αναθεώρηση ή αναστολή διατάξεις 5. 3. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ: 2 Βλ. και άρθρο 16 ΣΑΠ: «Everyone has the right to recognition everywhere as a person before the law». 3 Η άποψη αυτή διατυπώνεται από τον Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο στο «Επίτοµο Συνταγµατικό ίκαιο» 12 η έκδοση, Εκδόσεις Αντ.Ν.Σάκκουλα 2001, σελ. 509. 4 Έτσι Π.. αγτόγλου «Συνταγµατικό ίκαιο, Ατοµικά και Κοινωνικά ικαιώµατα» β Τόµος, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, σελ. 1135. Αντίθετη άποψη διατυπώνεται από τον Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο στο «Επίτοµο Συνταγµατικό ίκαιο» 12 η έκδοση, Εκδόσεις Αντ.Ν.Σάκκουλα 2001, σελ. 508, ο οποίος επικρίνει την τοποθέτηση της συγκεκριµένης διάταξης στο Πρώτο Τµήµα του Πρώτου Μέρους του Συντάγµατος διότι «δεν έχει καµία σχέση µε αυτό» και παρατηρεί ότι «θα έπρεπε να αποτελεί την πρώτη διάταξη του εύτερου Μέρους του Συντάγµατος που έχει σαν αντικείµενο τα ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα.» 5 Άρθρα 110 παρ.1, 48 παρ.1 Συντάγµατος. Επίσης η διάταξη του άρθρου 106 παρ. 2 του Συντάγµατος δεν περιλαµβάνεται σε εκείνες η ισχύς των οποίων µπορεί να ανασταλεί κατά το άρθρο 48 του Συντάγµατος. 4

Σε ποιους όµως περιορισµούς υπόκειται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια βάσει του Συντάγµατος; Ειδικότερα, γνωρίζουµε ότι οι διατάξεις του Συντάγµατος, βρίσκονται στην κορυφή της πυραµίδας της έννοµης τάξης και δεν επιδέχονται κανένα περιορισµό τους από διάταξη υποκείµενης τυπικής ισχύος. Εξάλλου η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 είναι νοµ ικά πλήρως δεσµ ευτική διάταξη και δεν έχει απλώς κατευθυντήριο χαρακτήρα 6. Επιπλέον, δεν υπόκειται σε κανένα περιορισµ ό και σε καµ ία επιφύλαξη νόµ ου ούτε επιτρέπει εξαιρέσεις στο πλαίσιο ειδικών εξουσιαστικών σχέσεων. Η αξία του ανθρώπου αποτελεί η ίδια το άκρο όριο οποιουδήποτε περιορισµού ατοµικού δικαιώµατος που επιτρέπεται από το Σύνταγµα είτε αυτός αναφέρεται στο περιεχόµενο είτε στους φορείς του δικαιώµατος, διότι αποτελεί τον πυρήνα της ανθρώπινης προσωπικότητας ο οποίος πρέπει να είναι απαραβίαστος. Η ιδιαίτερη έµφαση που προσδίδουµε στο δικαίωµα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας παρουσιάζει ενδιαφέρον από αξιολογικής και όχι από τυπικής απόψεως. Αυτό έχει την έννοια ότι το δικαίωµα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, δεν µπορεί να θεωρηθεί ότι υπερισχύει των άλλων διατάξεων του Συντάγµατος. Η κάµψη της αρχής της αξιοπρέπειας εν όψη της εφαρµογής µίας άλλης συνταγµατικής αρχής και της προστασίας ενός άλλου δικαιώµατος συνταγµατικώς προστατευοµένου, θα πρέπει να ερευνάται ad hoc, στην περίπτωση που η εφαρµογή και των δύο συνταγµατικών ρυθµίσεων θα οδηγούσε σε «σύγκρουση», ή αλλιώς σε οριοθέτηση του δικαιώµατος της ανθρώπινης αξίας. 4. Η ΑΠΟΦΑΣΗ 213/2003 ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ: Της προηγούµενης προβληµατικής, άπτεται και η απόφαση η οποία ερευνάται µε την παρούσα εργασία. Ειδικότερα, στη συγκεκριµένη απόφαση διαπιστώνουµε περίπτωση παραµερισµού θα λέγαµε της ανθρώπινης αξιοπρέπειας εν όψει µίας άλλης αρχής, της αρχής, αυτής της προσωπικής ελευθερίας. 4.1. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ: 6 Αυτό υποστηρίζεται από το αγτόγλου «Συνταγµατικό ίκαιο, Ατοµικά και Κοινωνικά ικαιώµατα» β Τόµος, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, σελ. 1137 αλλά και από το Α. Ράϊκο «Συνταγµατικό δίκαιο» β γ 1986, σελ. 120/1, ο οποίος θεωρεί την προσωπική κράτηση για χρέη προς το ηµόσιο και προς τους ιδιώτες ασυµβίβαστη µε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. 5

Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Αθηνών, στην απόφασή του 213/2003, είχε να εξετάσει το ζήτηµα της χρήσεως αποδεικτικού µέσου αποκτηθέντος παρανόµως. Ειδικότερα, στην προκειµένη περίπτωση κατά την οποία ο κατηγορούµενος αντιµετώπιζε την ποινή της ισοβίου καθείρξεως για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, ετέθη το ζήτηµα της ανάγνωσης στο ικαστήριο µίας αποµαγνητοφωνηµένης συνοµιλίας, η οποία θα µπορούσε να αποδείξει την τέλεση του εγκλήµατος εν βρασµώ ψυχής και συνεπώς τη µείωση της ποινής από ισόβια κάθειρξη, στα πέντε έως είκοσι χρόνια. Το ικαστήριο αποφάσισε να επιτραπεί η ανάγνωση της προσκοµισθείσας από τον κατηγορούµενο αποµαγνητοφωνηθείσας ερωτικού περιεχοµένου συνοµιλίας µεταξύ της θανατωθείσας και του φίλου της, προκειµένου να αποφευχθεί η βαρύτερη καταδίκη του. Συγκεκριµένα το ικαστήριο απεφάνθη ότι: «Πρέπει να επιτραπεί η χρήσις της αθεµίτως ληφθείσης µαγνητοταινίας, ήτοι η ανάγνωσις της αποµαγνητοφωνηθείσης ερωτικού περιεχοµένου συνοµιλίας, µεταξύ της θανατωθείσης υπό του κατηγορουµένου εν διαστάσει συζύγου του και του φίλου της Χ.Χ., προκειµένου να αποφευχθή µία άδικος βαρυτέρα καταδίκη του κατηγορουµένου, δεδοµένου ότι ο κατηγορούµενος έχει καταδικασθή εις ισόβιον κάθειρξιν δι` ανθρωποκτονίαν εκ προθέσεως της εν διαστάσει συζύγου του, τελεσθείσαν εις ήρεµον ψυχικήν κατάστασιν, ενώ, εάν αποδειχθή εκ της µαγνητοταινίας ταύτης ότι ούτος απεφάσισε και εξετέλεσε την προαναφερθείσαν ανθρωποκτονίαν εις κατάστασιν βρασµού ψυχικής ορµής, θα τιµωρηθή διά καθείρξεως πέντε έως είκοσιν ετών.» 4.2. ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ: Οι δικαστές 7 στην εν λόγω απόφαση βρέθηκαν αντιµέτωποι µε µία φαινοµ ενική σύγκρουση διατάξεων συνταγµατικού περιεχοµένου. Αφενός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, έκφραση της οποίας είναι και το απόρρητο της επικοινωνίας των συνοµιλιών το οποίο προστατεύεται ειδικότερα από το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγµατος και αφετέρου της προσωπικής ελευθερίας, (άρθρο 5 παρ. 3, άρθρο 6 και 7 του Συντάγµατος) την οποία θα αντιστρατευόταν µία άδικη καταδίκη του κατηγορουµένου σε ισόβια κάθειρξη. Το ικαστήριο ανέπτυξε την επιχειρηµατολογία του ως εξής: «Κατά την διάταξιν του άρθρου 19 παρ. 1 του Σ., το απόρρητον των επιστολών και της καθ` 7 Πρόεδρος: Αθανάσιος Μπρίλλης ικαστές: Ε. Καλού, Α. Παναγιώτου, Εισαγγελέας: Ανδρέας Ζύγουρας. 6

οιονδήποτε άλλον τρόπον ελευθέρας ανταποκρίσεως ή επικοινωνίας είναι απολύτως απαραβίαστον. Νόµος ορίζει τας εγγυήσεις υπό τας οποίας η δικαστική αρχή δεν δεσµεύεται εκ του απορρήτου διά λόγους εθνικής ασφαλείας ή προς διακρίβωσιν ιδιαιτέρως σοβαρών εγκληµάτων. Η διάταξις αυτή συνεπληρώθη διά του από 6 Απριλίου 2001 ψηφίσµατος της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, προστεθεισών παρ. 2 και 3 εις αυτήν. Κατά την παρ. 3 του άρθρου 19 του Σ., «απαγορεύεται η χρήσις αποδεικτικών µέσων αποκτηθέντων κατά παράβασιν του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9 Α». Μετά την θέσιν εν ισχύϊ των αναθεωρηθεισών διατάξεων του Σ. υπό της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής, διά της διατάξεως του άρθρου 6 παρ. 8 ν. 3090/2002 αντικατεστάθη η παρ. 4 του άρθρου 370 Α ΠΚ περί παραβιάσεως του απορρήτου των τηλεφωνηµάτων και της προφορικής συνοµιλίας. ι` αυτής ωρίσθη ότι: «η πράξις της παρ. 3, δηλ. η χρήσις της αθεµίτως γενοµένης µαγνητοφωνήσεως ή µαγνητοσκοπήσεως, δεν είναι άδικος, εάν η χρήσις εγένετο ενώπιον οιασδήποτε δικαστικής ή άλλης ανακριτικής αρχής διά την διαφύλαξιν δικαιολογηµένου συµφέροντος, το οποίον δεν ηδύνατο να διαφυλαχθή άλλως». Η διάταξις του άρθρου 177 παρ. 2 ΚΠ παρέµεινεν αµετάβλητος. Κατ` αυτήν, «αποδεικτικά µέσα, τα οποία έχουν αποκτηθή δι` αξιοποίνων πράξεων ή µέσω αυτών, δεν λαµβάνονται υπ` όψιν διά την κήρυξιν της ενοχής, την επιβολήν ποινής ή την λήψιν µέτρων καταναγκασµού, εκτός εάν πρόκειται διά κακουργήµατα απειλούµενα διά ποινής ισοβίου καθείρξεως και εκδοθή διά το ζήτηµα αυτό ειδικώς ητιολογηµένη απόφασις του δικαστηρίου». Ο εισηγητής της πλειοψηφίας Ευάγγ. Βενιζέλος εχαρακτήρισε την ρύθµισιν του άρθρου 19 παρ. 3 του Σ. ως δικονοµικήν κύρωσιν υψίστης σηµασίας (Εκθεσις της Επιτροπής Αναθεωρήσεως του Συντάγµατος, σελ. 23). Μετά την ισχύν της διατάξεως του άρθρου 19 παρ. 3 του Σ. υπεστηρίχθη η άποψις, ότι απαγορεύεται πλέον η αξιοποίησις ενώπιον ποινικού δικαστηρίου του προϊόντος της αθεµίτου µαγνητοφωνήσεως ή µαγνητοσκοπήσεως ιδιωτικής συνοµιλίας (Αρ. Χαραλαµπάκης, Το αξιόποινον των υποκλοπών και η δικονοµική µεταχείρισις του προϊόντος των, ΝοΒ 50.1061 επ.). Εν µέρει σύµφωνοι προς την άποψιν αυτήν είναι οι 1) Γεώργ. Νούσκαλης, εις άρθρον του υπό τον τίτλον "Ωρισµέναι σκέψεις σχετικώς µε την έκτασιν προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών και του ιδιωτικού βίου κλπ.", Ποιν ικ 2003.8 επ. και 2) Ηλ. Αναγνωστόπουλος, εις παρατηρήσεις του υπό την ΑΠ 1317/2001, ΠοινΧρον ΜΒ 438. ιά της υπ` αριθµ. 83/2002 γνωµοδοτήσεως της Αρχής Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρος (ΠοινΧρον ΝΓ 80) εγένετο δεκτόν ότι ο κατηγορούµενος δύναται να 7

χρησιµοποιήση ενώπιον ποινικού δικαστηρίου την αθεµίτως γενοµένην µαγνητοφώνησιν ή µαγνητοσκόπησιν ιδιωτικής συνοµιλίας, κατ` ενάσκησιν του δικαιώµατος της υπερασπίσεώς του συµφώνως προς το άρθρον 20 ΠΚ. Επίσης, ο υφιστάµενος εκβίασιν (άρθρον 385 ΠΚ) δύναται να χρησιµοποιήση το ανωτέρω αποδεικτικόν µέσον κατ` εφαρµογήν του άρθρου 22 ΠΚ. Το αυτό δύναται να γίνη και εις περίπτωσιν καταστάσεως ανάγκης κλπ. (άρθρα 25, 32 ΠΚ)». Η απόφαση στο σηµείο αυτό παραπέµπει σε µία άλλη απόφαση του Αρείου Πάγου, την 1/2001, η οποία ασχολήθηκε µε το συγκεκριµένο ζήτηµα και µάλιστα αναφέρεται και στο σκεπτικό της απόφασης αυτής: «Το όλον θέµα απησχόλησε και την ολοµέλειαν του ΑΠ (ολ.απ 1/2001, 32.517), η οποία απεφάνθη ότι εις την προστατευοµένην υπό του Συντάγµατος αξίαν του ανθρώπου περιλαµβάνεται και η ελευθερία της επικοινωνίας, ούτως ώστε να απαγορεύηται η χρήσις µαγνητοταινίας, ως αποδεικτικού µέσου ενώπιον δικαστηρίου, εάν η µαγνητοφώνησις εγένετο άνευ της συγκαταθέσεως του προσώπου του οποίου η φωνή κατεγράφη. Εξαίρεσις από τον, συνταγµατικής ισχύος, κανόνα της απαγορεύσεως των εν λόγω αποδεικτικών µέσων ισχύει µόνον χάριν της προστασίας συνταγµατικώς υπερτέρων εννόµων αγαθών, ως είναι λ.χ. η ανθρωπίνη ζωή. Οιαδήποτε άλλη εξαίρεσις εκ της ως άνω απαγορεύσεως, εισαγοµένη τυχόν διά διατάξεως νόµου ως είναι ο ΠΚ, είναι ανίσχυρος, κατά το µέτρον που υπερβαίνει το κριτήριον προστασίας συνταγµατικώς υπερτέρου αγαθού. Πρόκειται περί αξιοµνηµονεύτου αποφάσεως, εκδοθείσης προ της ισχύος της διατάξεως της παρ. 3 του άρθρου 19 του Σ., πλην η άποψις την οποίαν εξήνεγκε διατηρεί εις το ακέραιον την σηµασίαν και την σπουδαιότητά της και µετά την ισχύν της προαναφερθείσης διατάξεως. Εν όψει της αποφάσεως αυτής της ολοµελείας του ΑΠ, πρέπει να λεχθή ότι συνταγµατικώς υπέρτερον αγαθόν, από το αγαθόν της ελευθερίας της επικοινωνίας, είναι η προσωπική ελευθερία, η οποία κατοχυρούται υπό των διατάξεων των άρθρων 5, 6 και 7 του Σ. Εποµένως το απόρρητον της ελευθερίας της επικοινωνίας κάµ πτεται και επιτρέπεται η χρήσις εις το δικαστήριον του προϊόντος της αθεµίτου µαγνητοφωνήσεως ιδιωτικής συνοµιλίας, ήτοι της µαγνητοταινίας, προκειµένου α) να απαλλαγή είς αθώος και β) να αποφευχθή µία άδικος βαρυτέρα καταδίκη του κατηγορουµένου. Σύµφωνος προς την άποψιν αυτήν είναι και ο Κρ. Κοκκινάκης, εις παρατηρήσεις του υπό την ΣτΕ 3545/2002, Ποιν ικ 2003.133. Εποµένως, εν προκειµένω, 8

5. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Στην υπό εξέταση απόφαση τίθεται περίπτωση κάµ ψης της αρχής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, προκειµένου να δοθεί προβάδισµα σε µία άλλη αρχή, επίσης συνταγµατικά κατοχυρωµένη, αυτή της προσωπικής ελευθερίας. Εν όψει της παραδοχής της τυπικής ισότητας όλων των συνταγµατικών διατάξεων, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην προκειµένη περίπτωση να εξεταστεί η µεθοδολογία της επιχειρηµατολογίας την οποία ακολούθησε η απόφαση και ο τρόπος προσέγγισης της αρχής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Ειδικότερα, σύµφωνα µε την εν λόγω απόφαση, αλλά και σύµφωνα µε την άποψη που έχει υποστηριχθεί και στη θεωρία, η αξίωση να διενεργεί κανείς ιδιωτικές συνοµιλίες χωρίς - ακουσίως - το περιεχόµενό τους να γίνεται γνωστό σε τρίτους, αποτελεί πτυχή της αρχής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Πράγµατι, η απαγόρευση παραβιάσεως του απορρήτου των ιδιωτικών συνοµιλιών, είτε αυτές διενεργούνται τηλεφωνικώς είτε προφορικώς, απορρέει από την ίδια την έννοια της ανθρώπινης αξίας, κατοχυρωµένη στο άρθρο 2 του Συντάγµατος, ειδικότερη έκφανση της οποίας αποτελεί η διάταξη του άρθρου 9 παρ.1 εδ. β του Συντάγµατος 8, που εγκαθιδρύει το απαραβίαστο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του ανθρώπου. Ακόµα µεγαλύτερη εξειδίκευση αποτελεί και το άρθρο 19 παρ. 1 εδ. α του Συντάγµατος που διακηρύσσει το «απόλυτα απαραβίαστο» του απορρήτου των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας µε άλλον τρόπο. Για την πραγµάτωση του αυξηµένης νοµοθετικής ισχύος πλαισίου προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών και της ιδιωτικής συνοµιλίας, θεσπίστηκε ως ειδική ποινική διάταξη το άρθρο 370 Α Π.Κ. (όπως αυτό διαµορφώθηκε τελικά µε το άρθρο 33 παρ. 7 του ν. 2172/1973 και µε το άρθρο 6 παρ. 8 ν. 3090/2002) στο οποίο καταγράφονται και ποινικοποιούνται τρεις βασικοί τρόποι παραβιάσεως του απορρήτου των επικοινωνιών: Σύµφωνα µε την παρ. 2, η οποία µας ενδιαφέρει εν προκειµένω, της ίδιας διατάξεως, «όποιος αθέµιτα παρακολουθεί µε ειδικά τεχνικά µέσα ή µαγνητοφωνεί προφορική συνοµιλία µεταξύ τρίτων που δεν διεξάγεται δηµόσια ή µαγνητοσκοπεί µη δηµόσιες πράξεις τρίτων που τιµωρείται µε φυλάκιση.» Τέλος, σύµφωνα µε την παρ. 3 της ίδιας διάταξης «µε φυλάκιση 8 Έτσι και Αρ. Χαραλαµπάκης, όσον αφορά την υποκλοπή τηλεφωνικών συνδιαλέξεων «Το αξιόποινο των υποκλοπών και η δικονοµική µεταχείριση του προϊόντος τους.» ΝοΒ τόµος 50, σελ. 1061 9

τιµωρείται και όποιος κάνει χρήση των πληροφοριών ή των µαγνητοταινιών ή των µαγνητοσκοπήσεων που αποκτήθηκαν µε τους τρόπους που προβλέπονται στις παρ.1 και 2 του ίδιου άρθρου.» Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Εισηγητική Έκθεση του ν. 1291/1982 µε τον οποίο για πρώτη φορά θεσπίστηκε το αξιόποινο της παραβιάσεως του απορρήτου των τηλεφωνηµάτων και της προφορικής συνοµιλίας «Οι πράξεις παραβίασης του απορρήτου προφορικής συνοµιλίας όταν γίνονται µε ειδικά τεχνικά µέσα και αφορούν σε συνοµιλία που δεν διεξάγεται δηµόσια αποτελούν βαρύτατες προσβολές του δικαιώµατος ελεύθερης επικοινωνίας και πρέπει να αποτελούν ίδιο ποινικό αδίκηµα γιατί ο τρόπος τέλεσής τους είναι τόσο επικίνδυνος ώστε να έχουν την ίδια εγκληµατική απαξία µε τις πράξεις παραβίασης του απορρήτου τηλεφωνικής συνδιάλεξης.» Η προβληµατική του ζητήµατος βρίσκεται στην διατύπωση και της περίφηµης απόφασης του Γερµανικού Οµοσπονδιακού ικαστηρίου 9 η οποία περιγράφει το πρόβληµα το οποίο ανακύπτει: «Η ελευθερία στην ανθρώπινη επικοινωνία θα διαταρασσόταν αν ο καθένας έπρεπε να ζει µε το καταθλιπτικό συναίσθηµα πως κάθε λέξη του, κάθε αστόχαστη ή χωρίς αυτοκυριαρχία έκφρασή του κάθε συµπτωµατική γνώµη του στα πλαίσια συζητήσεως... θα µπορούσε να χρησιµοποιηθεί επ ευκαιρία άλλης περίπτωσης και κάτω από άλλες περιστάσεις για να στραφεί εναντίον του µε περιεχόµενο τον τόνο ή την απόχρωσή της...» Μετά την θέση όµως, σε ισχύ των αναθεωρηθεισών διατάξεων του Συντάγµατος υπό της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής, αντικαταστάθηκε η παρ. 4 του άρθρου 370 Α ΠΚ περί παραβιάσεως του απορρήτου των τηλεφωνηµάτων και της προφορικής συνοµιλίας από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 8 ν. 3090/2002, η οποία ορίζει ότι: «η πράξις της παρ. 3, δηλ. η χρήσις της αθεµίτως γενοµένης µαγνητοφωνήσεως ή µαγνητοσκοπήσεως, δεν είναι άδικος, εάν η χρήσις εγένετο ενώπιον οιασδήποτε δικαστικής ή άλλης ανακριτικής αρχής διά την διαφύλαξιν δικαιολογηµένου συµφέροντος, το οποίον δεν ηδύνατο να διαφυλαχθή άλλως». Εν όψει των προαναφερθέντων πώς θα µπορούσαµε να δικαιολογήσουµε την απόκλιση η οποία εισάγεται µε τη διάταξη αυτή, απόκλιση από ένα αγαθό τόσο σηµαντικό για την έννοµη τάξη, όσο αυτό της ελευθερίας της επικοινωνίας και συνεπώς και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας; Η δικαιολόγηση της διάταξης αυτής, θεµελιώνεται µόνο στο ίδιο το Σύνταγµα, το οποίο είναι η κορυφή της πυραµίδας της έννοµης τάξης και το οποίο πρέπει να είναι το σηµείο αναφοράς µας υπό την έννοια ότι εξαιρέσεις από το απόλυτα 9 BverfG 32, 247 10

απαραβίαστο του ιδιωτικού βίου µπορούν να λάβουν χώρα µόνο υπό όρους που θέτει η ίδια η συνταγµατική τάξη και οποιαδήποτε άλλη ρύθµιση που ξεπερνά τα όρια αυτά είναι αντισυνταγµατική. Έτσι λοιπόν, η διάταξη αυτή προκειµένου να δικαιολογεί εξαίρεση από τη συνταγµατικά κατοχυρωµένη αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας µπορεί µόνο να είναι η κατοχύρωση της προσωπικής ελευθερίας. Προβαίνοντας λοιπόν σε µία de facto στάθµιση των δύο αυτών θεµελιωδών για τη συνταγµατική τάξη διατάξεων οι ικαστές έκριναν ότι στην προκειµένη περίπτωση η έννοια της προσωπικής ελευθερίας είναι περισσότερο άξια προστασίας στην προκειµένη περίπτωση από το απόρρητο της επικοινωνίας που αποτελεί έκφανση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, διότι η αποδοχή του αντιθέτου θα οδηγούσε σε µία άδικη στέρηση της ελευθερίας ενός ανθρώπου. 6. ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ: Τα ικαστήρια έχει απασχολήσει το ζήτηµα της χρήσεως παρανόµως αποδεικτικών µέσων εις βάρος της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας υπό τη µορφή των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή της µαγνητοφώνησης συνοµιλιών. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η ΕφΠΕειρ 876/1994 σύµφωνα µε την οποία «εν λαµβάνονται υπόψη από το ικαστήριο οι µαγνητοταινίες που προέρχονται από υποκλοπή τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ούτε στις δίκες που αφορούν συζυγικές σχέσεις... Η υποκλοπή τηλεφωνικής συνδιάλεξης και η αποτύπωσή της σε µαγνητοταινία αντίκειται στο Σύνταγµα αφού προσβάλλει το απόρρητο της επικοινωνίας και το απαράβατο της ιδιωτικής ζωής, συνεπώς η λήψη υπόψη της ταινίας ως αποδεικτικό µέσο είναι αντισυνταγµατική.» Στα πλαίσια της ποινικής δίκης η ΑΠ 589/1994 θεωρεί ότι «...η λήψη υπόψη συνοµιλίας που έχει αποτυπωθεί σε µαγνητοταινία παρανόµως επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας κατά το άρθρο 171 παρ. 1 εδ. ΚΠ» Το ίδιο είχε δεχθεί και η ΟλΑΠ για τη χρήση προϊόντος υποκλοπής ως εµµέσου αποδεικτικού µέσου στα πλαίσια πειθαρχικής διαδικασίας. Η ΑΠ 215/2000 δέχεται ότι «Η από µέρους του κατηγορουµένου µαγνητοφώνηση τηλεφωνικών συνδιαλέξεων χωρίς τη γνώση και τη συναίνεση των λοιπών συνδιαλεγοµένων είναι πράξη αθέµιτη απαγορεύεται απολύτως και αντίκειται προς τις κείµενες συνταγµατικές διατάξεις προσβάλλουσα ευθέως το ατοµικό δικαίωµα των συνδιαλεγοµένων και εποµένως το περιεχόµενο της εν λόγω µαγνητοφώνησης αποτελεί παράνοµο αποδεικτικό µέσο, µη 11

λαµβανόµενο υπόψη για το σχηµατισµό της δικανικής κρίσης.» Ιδιαίτερης σηµασίας όµως είναι η απόφαση ΟλΑΠ 1/2001 στην οποία παραπέµπει η υπό σχολιαζόµενη απόφαση και η οποία θεµελιώνει την εξαίρεση από την συνταγµατικά προστατευόµενη προστασία της ανθρώπινης αξίας και του απορρήτου της επικοινωνίας στο συνταγµατικά υπέρτερο όπως χαρακτηρίζει αγαθό της προσωπικής ελευθερίας, περιορίζοντας το πεδίο εφαρµογής του άρθρου 370 Α ΠΚ. 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Στην υπό εξέταση απόφαση, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια εξετάζεται υπό το πρίσµα µίας ποινικής δίκης. Το Μικτό Οκρωτό Εφετείο, στην προκειµένη υπόθεση, είχε να αντιµετωπίσει το ζήτηµα της ανάγνωσης στο ικαστήριο ενός αποδεικτικού µέσου (µαγνητοταινίας) το οποίο είχε αποκτηθεί κατά παράβαση του απορρήτου των επικοινωνιών και συνεπώς κατά παράβαση της συνταγµατικά κατοχυρωµένης αρχής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Το ικαστήριο δέχθηκε ότι εξαίρεση από την ως άνω αρχή θα µπορούσε να τεθεί µόνο υπό τους όρους τους οποίους θέτει η ίδια η συνταγµατική ρύθµιση. Στην προκειµένη περίπτωση η αυστηρή εφαρµογή του απορρήτου της επικοινωνίας θα οδηγούσε σε µία άδικη ισόβια καταδίκη του κατηγορουµένου στερώντας του τη δυνατότητα να αποδείξει την αλήθεια των ισχυρισµών του. Θεώρησε λοιπόν το ικαστήριο, ότι η επίσης συνταγµατικώς κατοχυρωµένη αρχή της προσωπικής ελευθερίας είναι δικαιολογητικός λόγος απόκλισης από την αρχή του απορρήτου της επικοινωνίας και κατά συνέπεια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Χωρίς να δέχεται ότι υπάρχουν συνταγµατικές διατάξεις υπέρτερες άλλων το ικαστήριο προέβη σε στάθµιση των περιστάσεων, και δέχθηκε την ανάγνωση της αποµαγνητοφωνηµένης συνοµιλίας η οποία θα οδηγούσε στην µικτότερη καταδίκη του κατηγορουµένου. 12

8. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Π.. αγτόγλου «Συνταγµατικό ίκαιο, Ατοµικά και Κοινωνικά ικαιώµατα» β Τόµος, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα Κ. Γεωργόπουλος «Επίτοµο Συνταγµατικό ίκαιο» 12 η έκδοση, Εκδόσεις Αντ.Ν.Σάκκουλα 2001 Αρ. Χαραλαµπάκης «Το αξιόποινο των υποκλοπών και η δικονοµική µεταχείριση του προϊόντος τους» ΝοΒ Τόµος 50 σελ. 1061 Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος, «Κοινωνικός Ανθρωπισµός και Ανθρώπινα ικαιώµατα» ΝοΒ 1980, σελ. 1655. Κ. Κοκκινάκης «Η σχέση ποινικοδικονοµικής δραστηριότητας και αστυνοµικής πρόληψης ενόψει της κρατικής παρέµβασης στο χώρο των συνταγµατικών δικαιωµάτων και εν γένει των ανθρώπινων δικαιωµάτων» Ποινική ικαιοσύνη 2002 σελ. 660 13