Κώτη Ευδοκία του Κωνσταντίνου, 12 ετών

Σχετικά έγγραφα
Σιαμπανοπούλου Γεωργία του Νικολάου, 14 ετών

Καράπα Αθηνά του Κωνσταντίνου, 12 ετών

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Οι μουσικοί της Βρέμης. Αφού περπάτησε λίγη ώρα βρήκε στο δρόμο ξαπλωμένο ένα κυνηγόσκυλο να βαριανασαίνει.

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Κρατς! Κρουτς! Αχ! Ουχ!

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Το παραμύθι της αγάπης

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΤΟ ΣΠΊΤΙ μύριζε λιωμένο βούτυρο και καθαριότητα.

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Προσπάθησα να τον τραβήξω, να παίξουμε στην άμμο με τα κουβαδάκια μου αλλά αρνήθηκε. Πιθανόν και να μην κατάλαβε τι του ζητούσα.

Η ΕΣΤΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ. Αφηγητής = Η φωνή Ποιος Μιλά; Εστιαστής = Τα μάτια Ποιος βλέπει;

ΟΙ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΤΩΝ ΔΟΝΤΙΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΟΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ Β

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

KEΦΑΛΑΙΟ 1 AN HMΟΥΝ ΜΕΓΑΛΟΣ. Όταν είσαι μικρός ένα πράγμα είναι σίγουρο. Ότι θέλεις να μεγαλώσεις όσο πιο γρήγορα γίνεται.

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Προσοχή! Μη διαβάσετε ποτέ μεγαλόφωνα το βιβλίο αυτό σε κάποιον που οδηγεί.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

Η ιστορία του δάσους

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

Γνωρίζω Δεν ξεχνώ Διεκδικώ

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

«Ο Ντίνο Ελεφαντίνο και η παρέα του»

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Transcript:

Κώτη Ευδοκία του Κωνσταντίνου, 12 ετών Το πρώτο Πάσχα της ζωής μου Των Κάρμεν Ρουγγέρη και Χριστίνας Κουλουμπή Μεγάλο Σάββατο! Δειλινό! Λίγες ώρες πριν την Ανάσταση. Μπροστά στο αναμμένο τζάκι εγώ, ο Λάκι, ο μαυρόασπρος κυνηγετικός σκύλος, μισοκοιμάμαι ξαπλωμένος, αμέριμνος και νωχελικός. -Γαααβ ωραία που περνάω! Τα δύο κοριτσάκια της οικογένειας παίζουν επιτραπέζιο. Η μαμά μαγειρεύει τη μαγειρίτσα και ο κύριος του σπιτιού ετοιμάζει τη σούβλα για το επόμενο πρωί. Οι μυρωδιές που έρχονται από την κουζίνα μού χαϊδεύουν τα ρουθούνια. Νιώθω ότι τα μάτια μου κλείνουν και είμαι έτοιμος να κοιμηθώ η ευτυχία μου δεν περιγράφεται! Τότε Κάτι σαν όνειρο έρχεται να μου θυμίσει το πρώτο Πάσχα της ζωής μου, που, για να πω την αλήθεια, δεν ήταν και το καλύτερο. Φέρνω στο νου μου τις μυρωδιές που πλημμύριζαν το σπίτι μας εκείνη την ημέρα, ίδιες ήταν κι αυτές. Βέβαια δεν είχα δοκιμάσει ακόμα την ομορφιά που δίνει στη γεύση ένα κόκαλο από σουβλιστό αρνάκι ή κατσικάκι γιατί, όπως καταλαβαίνετε, τρεφόμουν ακόμα με το γάλα της μανούλας μου. Πάντως, η περιέργειά μου ήταν μεγάλη και, αν θυμάμαι καλά, ζήλευα κιόλας τη μητέρα μου, που πάντα ροκάνιζε με ευχαρίστηση τα κόκαλα που έμεναν στο πιάτο ύστερα από κάθε γεύμα ή δείπνο της οικογένειας.

Ευχόμουν να κυλήσει έτσι η ζωή μου και να μην αλλάξει τίποτα από αυτήν τη σκυλίσια μου ζωή. Τότε δεν το ξερα, τώρα το ξέρω καλά, πως όταν κάνεις όνειρα και προγραμματίζεις κάτι, ο Θεός που είναι εκεί ψηλά γελάει. Θυμάμαι πολύ αυτά τα λόγια, τα έλεγε το αφεντικό μου και, για να πω την αλήθεια, τότε δεν τα καταλάβαινα, τώρα το καταλαβαίνω πολύ καλά. Γιατί τα λέω αυτά, εξηγώ. Είχαμε μείνει στο ότι Ήταν το πρώτο Πάσχα της ζωής μου και αισθανόμουν πολύ ευτυχισμένος. Όμως, ένα αναπάντεχο γεγονός εκείνη την ημέρα αναποδογύρισε την ευτυχία μου. Ήταν έντεκα το πρωί, ανήμερα του Πάσχα, ακόμα έχω στα αυτιά μου το χτύπημα της πόρτας και ανατριχιάζω. Δυστυχία μου. Δύο ξέφρενα αγοράκια εισέβαλαν στο σπίτι μας μαζί με τους γονείς τους. Φιλιά, αγκαλιές των μεγάλων. Φασαρία, πολλή φασαρία από τους τέσσερις μικρούς που ένωσαν τις καταστροφικές δραστηριότητες γκρεμίζοντας την ηρεμία μου και προκαλώντας μου έναν αβάσταχτο πονοκέφαλο. Αμέσως οι δύο άντρες καταπιάστηκαν με τη σούβλα, ενώ οι μαμάδες άρχισαν να κόβουν τις σαλάτες στην κουζίνα. Λίγο πιο πέρα τα τέσσερα παιδιά, ξεφωνίζοντας, παίζανε ό,τι παιχνίδι τους κατέβαινε. Εγώ έτρεξα να κρυφτώ στο σπιτάκι μου μέσα στην αγκαλιά της μαμάς μου, από εκεί δεν τους άκουγα, αλλά μπορούσα να τους βλέπω. Έτσι, κάποια στιγμή είδα ότι οι δύο κύριοι κάθισαν κάτω από ένα δέντρο και άρχισαν να ξεφυλλίζουν ένα περιοδικό. Κοίταξα καλύτερα και είδα πως το περιοδικό αυτό ήταν τα «ΚΥΝΗΓΕΤΙΚΑ ΝΕΑ», που συνήθιζε να το αγοράζει το αφεντικό μου κάθε μήνα. Ξαφνικά άκουσα να με φωνάζουν:

Λάκι, Λάκι έλα να σου γνωρίσω τον κύριο Κώστα. Ήταν η φωνή του αφεντικού μου. Τι να κάνω και εγώ, έτρεξα κοντά του κουνώντας την ούρα μου από ευγένεια για να δείξω ότι δεν μου είχαν χαλάσει την ηρεμία γιατί, για να πω την αλήθεια, δεν είχα καμιά όρεξη να γνωρίσω τον κύριο Κώστα. -Αυτός είναι ο Λάκι, λοιπόν είπε τότε ο κύριος Κώστας χαϊδεύοντας το κεφάλι μου. Υστέρα με σήκωσε ψηλά και άρχισε να με περιεργάζεται -Φαίνεται πολύ δυνατός, είπε στο τέλος. -Δυνατός και έξυπνος, απάντησε το αφεντικό μου. -Καθαρόαιμο κυνηγόσκυλο, είπε πάλι ο κύριος Κώστας. -Και αν κρίνω από τη μάνα του, θα είναι πιστό, πολύ πιστό σκυλί, πρόσθεσε το αφεντικό. Ως εδώ μου άρεσαν πολύ αυτά που έλεγαν γιατί, όπως καταλαβαίνετε, με κολάκευαν. Σε ποιον, άλλωστε, δεν αρέσουν οι κολακείες! Έτσι, κάθισα στα πόδια τους και αποκοιμήθηκα. Ξύπνησα λίγες ώρες αργότερα μέσα σε ένα αυτοκίνητο όπου οδηγούσε ο κύριος Κώστας, δίπλα καθόταν οι γυναίκα του κι εγώ ήμουν σφηνωμένος ανάμεσα στα δύο άτακτα παιδιά του. Θύμωσα! Στεναχωρήθηκα! Πείσμωσα! Αναρωτήθηκα! -Αραγε με είχαν πουλήσει ή με είχαν χαρίσει; Τι τους είχα κάνει και μου χάλασαν την ευτυχία; Επιστράτευσα τη λογική μου και κάποια στιγμή ηρέμησα και άρχισα να σκέφτομαι πώς θα μπορούσα να το σκάσω και να γυρίσω πίσω. Άρχισα τότε να καταστρώνω ένα σχέδιο...

Τα σχέδιά μου ήταν περίπλοκα αλλά η σκυλίσια μου συνείδηση μού έλεγε: Σκέψου σαν σκύλος, σκέψου σαν σκύλος! Ήταν το μόνο λογικό σχέδιο, αφού τα υπόλοιπα ήταν περαιτέρω απάνθρωπα και φαντασιόπληκτα. Ως επί το πλείστον, κανείς δεν γνωρίζει τις σκέψεις ενός σκυλίσιου εγκεφάλου Τι να κάνω κι εγώ, αποφάσισα να σκεφτώ σαν σκύλος! Θυμήθηκα ότι πριν με πάρουν από το σπίτι είχα πιεί ένα γαλόνι νερό που μ αυτό θα έβρεχα το κάθισμα του αυτοκινήτου. Ξέρετε τι εννοώ Έτσι και έγινε! Μούσκεμα το κάθισμα! Η κ. Ιωάννα, η μητέρα του Σάββα και του Θεμιστοκλή, κοίταξε τα αγόρια αλαφιασμένη και τα ρώτησε: Σας έρχεται καμία δυσάρεστη οσμή; Εγώ, χαμογέλασα ικανοποιητικά και το μόνο που είχα να περιμένω, ήταν να καταλάβουν ότι εγώ έβρεξα το κάθισμα και να με βγάλουν έξω από το αμάξι, ώστε να το σκάσω και να επιστρέψω στο σπίτι μου! Όμως τίποτα! Άδικος κόπος! Περνούσαν τα λεπτά, οι ώρες και η βαρεμάρα Δηλαδή νομίζετε ότι είναι εύκολο να περάσει ένας σκύλος την ώρα του; Μέχρι να το καταλάβω φτάσαμε! Βρεθήκαμε αντικριστά με τεράστιες εγκαταστάσεις, κτίρια μεγαλοπρεπή και άξια θαυμασμού. Βγήκαμε από το αμάξι και η κ. Ιωάννα με πήρε αγκαλιά. Προχωρήσαμε στο πιο μεγάλο κτίριο που είχε στην πρόσοψή του μια φρεσκοβαμμένη επιγραφή που έγραφε «Κυνηγετικός Όμιλος». Σιμώσαμε στο κατώφλι του και οι γονείς άφησαν τα δίδυμα στον χώρο φύλαξης, ή για παιδιά ή για τέρατα, δεν θυμάμαι τώρα Πάντως νομίζω στη φύλαξη για τέρατα! Εμείς ανεβήκαμε μια γυριστή εσωτερική μαρμάρινη σκάλα και φτάσαμε σε ένα τεράστιο, διαμπερές δωμάτιο με κομμωτές και σχεδιαστές μόδας! Υπήρχαν κυνηγετικά σκυλιά του είδους μου, αλλά και από άλλες ράτσες επίσης! Έτσι όπως ήμουν αφηρημένος και κοίταζα με περιέργεια, με άρπαξε αγκαλιά μια κοκκινομάλλα κομμώτρια και με τοποθέτησε πάνω σε έναν ξύλινο πάγκο. Με έλουσε, με περιποιήθηκε, με χτένισε και μου σφήνωσε αυτά τα φανταχτερά και σένια ρουχαλάκια που φοράνε τα σκυλάκια του καναπέ και τα τσιουάουα και επιπλέον μου κόλλησε κι έναν φιόγκο στο τρίχωμά μου! Μα είναι κατάσταση αυτή; Όχι πείτε μου, κοτζάμ αρσενικό! Τώρα θα δούνε! Μόλις πάνε για να με βάλουν να φωτογραφηθώ με αυτά τα ανώριμα σκυλιά, θα θα Γύρισα το κεφάλι μου και αντίκρισα ένα τόσο όμορφο και τόσο γοητευτικό μπουλντόγκ! Το σκέφτηκα καλά καλά και εντέλει απόφασισα να παραμείνω για λίγο στην φωτογράφιση, ίσως για καμία εβδομαδούλα μόνο! Όμως οι δικοί μου, άνθρωποι και σκύλοι, μου έλειπαν πολύ και έπρεπε να βρω ένα σχέδιο απόδρασης! Αλλά πώς; Να αφήσω το μπουλντόγκ; Νο νο νο νο νο Αποκλείεται! Αλλά ίσως ή πρέπει να! Ήμουν εντελώς αναποφάσιστος! Το προηγούμενο πανούργο σχέδιο που είχα σκαρφιστεί, είχε αποτύχει παταγωδώς και πλέον είχα χάσει τις ελπίδες μου! Ήμουν πια σίγουρος ότι δεν θα ξαναέβλεπα το αφεντικό μου ούτε τη μανούλα μου! Απελπίστηκα και απογοητεύτηκα θύμωσα με τον εαυτό μου και πείσμωσα! Αποφάσισα λοιπόν να εφαρμόσω το παρακάτω ευφυές σχέδιο: Θα βρω κατσαβίδι και θα το πάρω με τις πατούσες μου. Θα το βάλω στο στόμα, θα ανοίξω τον αεραγωγό που βρίσκεται πίσω από εκείνο το κινέζικο βάζο μινγκ και θα χωθώ μέσα χωρίς να αφήσω πίσω μου αποδεικτικά στοιχεία ή άλλοθι! Μετά, θα πάρω έναν φακό και θα περιπλανιέμαι στους αεραγωγούς με «γατίσιο βήμα» (ειρωνεία εάν σκεφτείτε ότι είμαι σκύλος) ώστε να μην κάνω θόρυβο και με ακούσει κανείς, μέχρι να βρω τον εσωτερικό σκουπιδοφάγο που οδηγεί στα σκουπίδια. Έπειτα, θα βγω από τον κάδο και θα επιστρέψω στο σπίτι μου! Καλές ήταν οι σκέψεις μου σε γενικές γραμμές, οπότε αποφάσισα να θέσω το σχέδιό μου σε εφαρμογή! Άρπαξα ένα κατσαβίδι χωρίς να το πολυσκεφτώ και βάδισα σιγά σιγά κοντά στο κινέζικο βάζο μινγκ. Το μετακίνησα αργά με το σώμα μου προσέχοντας να μη σπάσει και άνοιξα με λίγη δυσκολία τον αεραγωγό. Τρύπωσα μέσα και γλιστρώντας στην κεντρική εσωτερική ένωση των αεραγωγών έφτασα σε ένα σταυροδρόμι από αεραγωγούς! Αμάν μπέρδεμα Ακολούθησα τον δεξιό αεραγωγό και περπατούσα αργά και αθόρυβα. Φτάνω στον σκουπιδοφάγο και πέφτω μέσα σαν να κάνω βουτιά στην πισίνα της αφεντικίνας μου. Έπεσα στον κάδο και πήδηξα έξω! Αμέσως άρχισα να τρέχω χαρούμενος και ικανοποιημένος! Μετά από λίγα λεπτά τρεξίματος, είδα ότι πλέον είχα απομακρυνθεί από τον κυνηγετικό όμιλο και σταμάτησα να τρέχω. Μπορούσα πλέον να αναγνωρίσω τον δρόμο για το σπίτι! Καθώς περπατούσα αμέριμνος, άκουσα γαβγίσματα και τρόμαξα! Έτσι, κρύφτηκα πίσω από έναν θάμνο και περίμενα Ξαφνικά πετάγεται ένας τεράστιος πορτοκαλής σκύλος από μια μάντρα ενός σπιτιού, τρέχοντας και γαβγίζοντας! Τελικά, αυτός ο μεγάλος πορτοκαλής σκύλος κάθισε σε μια γωνία του δρόμου λυπημένος! Λοιπόν έπρεπε να αναλάβω δράση. Πήγα σιγά σιγά κοντά τον ρώτησα: Πώς σε λένε; Εμένα με λένε Λάκι! Εκείνος του απάντησε: Κι εμένα Άργο! Χάρηκα για τη γνωριμία! Τότε τον ρώτησα τι έχει κι εκείνος μου απάντησε: Να το αφεντικό με αγαπάει τοοοοοσο πολύ και ειλικρινά δεν ξέρω γιατί, αλλά με έδωσε σε έναν άγνωστο κύριο που με πήρε και με έφερε σε εκείνο το σπίτι που πήδηξα και το έσκασα από τη μάντρα του! Εσύ τι έπαθες; Κι εγώ απάντησα: Αχ να ξερες ακριβώς τα ίδια με εσένα Άργο!Προς τα πού είναι το σπίτι σου; Κι εκείνος, μου έγνεψε προς το μέρος του δικού μου σπιτιού! Απίστευτη σύμπτωση! Έτσι, Λάκι και Άργος ξεκίνησαν μαζί για το σπίτι τους. Στον δρόμο, έκαναν πλάκες και γελούσαν και ο καθένας μιλούσε για τη δική του ζωή, τα αφεντικά του, τις σκυλίσιες ιστορίες του κ.ά. Πριν καταλάβουν ότι πέρασε η ώρα, έφτασαν στο σπίτι του Άργου και οι δύο πλέον φίλοι αποχαιρετήθηκαν. Ο Λάκι

μόλις μύρισε το σπίτι του και είδε τον λευκό φράκτη της αυλής του έτρεξε προς το μέρος του. Η μαμά του, κατα τύχη, ήταν απ έξω και μόλις είδε τον Λάκι να πλησιάζει κοντά της τον αγκάλιασε και πήδηξε πάνω του γαβγίζοντας. Το αφεντικό του χάρηκε τόσο πολύ, αν και εκείνος είχε στείλει τον Λάκι εκεί για φωτογράφιση αλλά ήταν συγκινημένος που ο Λάκι επέστρεψε σπίτι για να βρει τα αφεντικά του. Η μητέρα και τα κορίτσια αγκάλιασαν τον Λάκι, τον έκαναν μπάνιο, τον τάισαν και τον έβαλαν δίπλα στο τζάκι για να ζεσταθεί. Ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο! Ο κ. Κώστας ήταν και έψαχνε τον Λάκι. Τότε το αφεντικό του Λάκι τού εξήγησε τι συνέβη και εκείνος έβαλε τα γέλια! Μετά οι δύο άνδρες καληνυχτίσανε ο ένας τον άλλο και έκλεισαν το τηλέφωνο. Το αφεντικό μου με κοίταξε στα μάτια και μου είπε: Θα πρέπει να πέρασες πολλά μικρέ μου Λάκι για να ξαναγυρίσεις εδώ! Μου είπε και με χάιδεψε στα αυτιά. Κι εγώ από μέσα μου είπε: Δεν έχεις ιδέα