ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ» ΥΠΟΘΕΜΑ: ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ
Το θέατρο είναι ο κλάδος της τέχνης που αναφέρεται στην απόδοση ιστοριών μπροστά σε κοινό, με τη χρήση κυρίως του λόγου, αλλά και της μουσικής και του χορού. Το θέατρο μπορεί να έχει διάφορες μορφές, όπως είναι ο μονόλογος, η όπερα, το μπαλέτο, η παντομίμα κ.ά. Το θέατρο δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στην Αρχαία Αθήνα, σαν μια εξέλιξη του διθυράμβου. Οι πρώτες μορφές του θεάτρου σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής αρχαιότητας ήταν η τραγωδία, η κωμωδία και το σατυρικό δράμα. Στο αρχαίο ελληνικό θέατρο πρωταγωνιστούσαν μονάχα άντρες και ακόμη και σε γυναικείους ρόλους ντύνονταν οι ίδιοι γυναίκες.
ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ Η λέξη θέατρο προέρχεται από τα αρχαία ελληνικά και σήμαινε αρχικά σύνολο θεατών. Μετά πήρε τη σημασία του τόπου όπου γίνεται το θέαμα και της ίδιας της παράστασης. Τα πρώτα ελληνικά θέατρα συνοδεύονται με την λατρεία του Διονύσου. Ο ανοιχτός κυκλικός χώρος που λατρευόταν ο θεός με την πάροδο του χρόνου και την εξέλιξη του διθυράμβου σε δράμα μετασχηματίστηκε βαθμιαία στη συγκεκριμένη αρχιτεκτονική μορφή του αρχαίου θεάτρου. Τρία ήταν τα βασικά μέρη του αρχαίου θεάτρου: Το κυρίως θέατρον ή κοίλον, το μέρος που προοριζόταν για τους θεατές. Η ορχήστρα, ο κυκλικός ή ημικυκλικός χώρος όπου ώρχείτο, ο χορός. Η σκηνή, ο χώρος των υποκριτών
ΠΙΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Το κοίλον: Το κυρίως θέατρο περιλαμβάνει τα εδώλια (καθίσματα) των θεατών τα οποία περιβάλλουν ημικυκλικά την ορχήστρα. Είναι κτισμένα αμφιθεατρικά και ακολουθούν την πλαγιά του λόφου, στον οποίο συνήθως κατασκευαζόταν το θέατρο. Ένα ή δυο διαζώματα (πλατείς οριζόντιοι διάδρομοι ) χώριζαν το κοίλον κοίλων σε δυο ή τρεις ζώνες, για να διευκολύνουν την κυκλοφορία των θεατών. Τις σειρές των εδωλίων διέκοπταν κάθετα προς την ορχήστρα, κλίμακες από τις οποίες οι θεατές ανέβαιναν στις ψηλότερες θέσεις.τα τμήματα των εδωλίων ανάμεσα στις κλίμακες ονομάζονταν κερκίδες. Η χωρητικότητα των αρχαίων θεάτρων ήταν πολύ μεγάλη. Το θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα χωρούσε 17.000 θεατές, της Εφέσου 16.000, της Επιδαύρου 14.000.
ΠΙΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ. Η ορχήστρα: Ο κυκλικός ή ημικυκλικός χώρος ανάμεσα στο κοίλο και την σκηνή αποτελούσε την ορχήστρα. Όπως φαίνεται από τα θέατρα που έχουν διασωθεί, η ορχήστρα βρισκόταν λίγο χαμηλότερα από τη σκηνή. Σε ορισμένα θεατρικά έργα φαίνεται ότι ο χορός αναμειγνυόταν με τους υποκριτές, ιδιαίτερα στις κωμωδίες και το πιθανότερο είναι ότι οι υποκριτές και χορευτές αρχικά κινούνταν στο ίδιο επίπεδο. Αργότερα οι υποκριτές χωρίστηκαν από τον χορό και έπαιζαν σε υπερυψωμένο δάπεδο. Η είσοδος του χορού στην ορχήστρα γινόταν από δυο πλευρικές διόδους, τις παρόδους. Στο κέντρο της ορχήστρας βρισκόταν ο βωμός του Διονύσου, η θυμέλη. Πίσω από την θυμέλη έπαιρναν θέση ο αυλητής και ο υποβολέας.
ΠΙΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η σκηνή: Η σκηνή, το τρίτο αρχιτεκτονικό μέλος του θεάτρου, εκτεινόταν πίσω από την ορχήστρα. Ήταν η σκηνή ένα απλό επίμηκες οικοδόμημα που παρέμεινε ξύλινο μέχρι τα τέλη του 4ουαιώνα π.χ. Προοριζόταν, στην αρχή τουλάχιστον, για να φυλάγουν οι υποκριτές τα σκεύη και τα υλικά τους. Κατά μήκος του τοίχου της σκηνής, προς το μέρος των θεατών, κατασκευάστηκε ένα ξύλινο και αργότερα πέτρινο ή μαρμάρινο υπερυψωμένο δάπεδο, πάνω στο οποίο έπαιζαν οι ηθοποιοί. Ο χώρος αυτός ονομάστηκε λογείο και δεν υπήρχε κατά τους κλασικούς χρόνους.
Ο τοίχος της σκηνής πίσω από το λογείο παρίστανε ό,τι απαιτούσε το διδασκόμενο έργο. Συνήθως απεικόνιζε πρόσοψη ναού ή ανακτόρου με δυο ορόφους. Είχε μία ή τρεις θύρες, από τις οποίες έβγαιναν στην ορχήστρα τα πρόσωπα του δράματος που βρίσκονταν στα ανάκτορα.. Τα πρόσωπα που έρχονταν απέξω και όχι από τα ανάκτορα,έμπαιναν από δύο παρόδους. Στην Αθήνα και στο θέατρο του Διονύσου επικράτησε η εξής συνήθεια: η ερχόμενη από την πόλη ή το λιμάνι έμπαιναν στη σκηνή από τη δεξιά, σε σχέση με το θεατή, πάροδο, ενώ όσοι έφταναν από τους αγρούς από την αριστερή. Η σύμβαση αυτή ίσως συνδέεται με τα τοπογραφικά δεδομένα της Αθήνας. Γενικά ο χώρος του αρχαίου θεάτρου συνδέεται άμεσα με τη θεατρική πράξη, πράγμα που σημαίνει ότι το δράμα μόνο στο συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό χώρο μπορούσε να λειτουργήσει θεατρικά. Είναι γνωστό ότι με τον θεατρικό χώρο συνδέεται και η σκηνογραφία, όπως και η χρησιμοποίηση μέσων και μεθόδων που εξασφαλίζουν την επιτυχία της θεατρικής σύμβασης.
ΤΑ ΜΑΓΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ Σε μια προϊστορική για την ανθρωπότητα περίοδο, πολύ πριν από τις Διονυσιακές τελετές και το χορικό άσμα του διθυράμβου, εντοπίζουμε παρόμοιες τελετές μαγικού και λατρευτικού χαρακτήρα. Στα δρώμενα αυτά διακρίνουμε μια πρώιμη, «εμβρυϊκή» καλλιτεχνική έκφραση του ανθρώπου, προ-λογική και σαφώς προ-αισθητική, που δεν έχει οργανωμένο λόγο. Τα δρώμενα των πρωτογόνων, που διεξάγονταν σε χώρους οι οποίοι εξαγνίζονταν πρώτα, για να υποδεχτούν τη μαγική τελετή, ή σε χώρους με συμβολική αξία (βράχους, ποτάμια κ.ά), είχαν τόσο τη σοβαρή τους μορφή όσο και την ευτράπελη. Αυτή η διπλή όψη των δρώμενων προανήγγελλε πριν ακόμα ισχύσει ο λόγος ως σύστημα επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους τις δύο μορφές του θεάτρου, την τραγωδία και την κωμωδία, που είναι σύμφυτες με τη ίδια τη ζωή.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ. Η τραγωδία είναι ένα δραματικό είδος ποιητικού λόγου που εμφανίστηκε στην Αρχαία Ελλάδα. Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης στο έργο του Περί Ποιητικής, δίνει τον εξής ορισμό της τραγωδίας: Ἐστὶν οὖν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας, μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ, χωρὶς ἑκάστῳ τῶν εἰδὼν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι ἀπαγγελίας, δι ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν
ΠΙΟ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ. Η ιεροτελεστίες των αρχαίων ανθρώπων μετατράπηκαν σιγά σιγά ώσπου έγιναν αληθινές θεατρικές παραστάσεις. Το θέατρο δυτικού τύπου Ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης υπήρξαν οι μεγαλύτεροι Έλληνες τραγικοί. Στην αρχαία Ελλάδα η τραγωδία συνοδευόταν από την κωμωδία, που ήταν πιο «ελαφριά» και διασκεδαστική. Το θέατρο κριτικής και σάτιρας.
Τα μέρη της τραγωδίας κατά ποιόν ο μύθος το ήθος η διάνοια η λέξις το μέλος η όψις. Ο μύθος είναι η υπόθεση του, αυτό που λέμε εμείς σενάριο. Το ήθος είναι οι χαρακτήρες. Η διάνοια είναι η περιουσία των ιδεών που έχει ένα κείμενο. Η λέξις είναι αυτό που λέμε η γλωσσική και ποιητική μετρική διατύπωση, η έκφραση γενικότερα η όψις είναι αυτό που βλέπουμε στον υποκριτή (σκευή, προσωπείο και ενδυμασία) και ίσως η σκηνογραφία. Το μέλος είναι η μουσική και τα τραγούδια.
Τα μέρη της τραγωδίας κατά ποσόν Πρόλογος: διακριτό τμήμα της τραγωδίας, πριν από την πάροδο του χορού, που εισάγει κυρίως τον θεατή στην υπόθεση του δράματος. Πάροδος: το πρώτο χορικό που τραγουδά ο χορός. Επεισόδιο: διακριτό μέρος της τραγωδίας που εκτυλίσσεται ανάμεσα σε δύο χορικά. Στάσιμον: Τραγούδι του χορού, χωρίς όμως ανάπαιστους και τροχαίους. Έξοδος:, διακριτό τμήμα της τραγωδίας, μετά το οποίο δεν υπάρχει χορικό. Κομμός: θρήνος που εκτελείται από τον χορό και τους υποκριτές μαζί.
Αρχαία κωμωδία Με τον όρο αρχαία κωμωδία εννοείται ο ένας από τους δύο βασικούς πυλώνες που στήριξαν το οικοδόμημα του αττικού δράματος. Από την αρχαία κωμωδία διασώθηκαν μόνο 11 του Αριστοφάνη, ένα ολοκληρωμένο του Μενάνδρου, που τιτλοφορείται "Ο Δύσκολος". Επίσης, εκτός από πολλά αποσπάσματα έργων από διάφορους ποιητές έχει διασωθεί και η κωμωδία του Μενάνδρου "Η Σαμία" αλλά όχι σε ακέραια μορφή. Τα κομμάτια που της έλειπαν όμως, αντικαταστάθηκαν με καινούρια ύστερα από μελέτες και έτσι έχουμε πλέον μιαν ολοκληρωμένη μορφή της.
Σατυρικό δράμα Το λεγόμενο Σατυρικό δράμα είναι είδος δραματικής ποίησης αποκλειστικά ελληνικό που δημιουργήθηκε αλλά και καλλιεργήθηκε παράλληλα με τα άλλα δύο είδη του δράματος, την Τραγωδία και την Κωμωδία. Το όνομα του είδους αυτού προήλθε από τον χορό του δράματος αυτού που αποτελείτο από υποδυόμενους Σατύρους των οποίων η ωμή φυσικότητα και η αχαλίνωτη ευθυμία τους προσέδιδαν στο όλο δράμα ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό.
ΚΥΡΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Ο χορός των Σατύρων Η κωμική πλοκή Το αίσιο τέλος Η ελεύθερη χρήση Το εύθυμο ύφος Η μικρότερη έκταση και η μεγαλύτερη χαλαρότητα στο μέτρο Η χαρακτηριστική όρχηση