Δ Ι Μ Η Ν Ι Α Ι Α Ε Κ Δ Ο Σ Η Ι Ε Ρ Α Σ Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ε Ω Σ Ι Ε Ρ Α Π Υ Τ Ν Η Σ Κ Α Ι Σ Η Τ Ε Ι Α Σ



Σχετικά έγγραφα
Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ


Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Ντοκουμέντο: Ο Αρχιεπ. Αμερικής στον Γέροντα Εφραίμ της Αριζόνας. Δηλώνει στήριξη στα Μοναστήρια και ευγνωμοσύνη στον Γέροντα (ηχητικό)

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Θαύματα Αγίας Ζώνης (μέρος 4ο)

Ο Γέροντας Ιωσήφ εμφανίσθηκε πολλές φορές μετά την κοίμηση του

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Μητρ. Ναυπάκτου: «Ο Ευρίπου Βασίλειος ήταν το καύχημα αυτής της πόλεως».

Το παραμύθι της αγάπης

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Αυτός είναι ο αγιοταφίτης που περιθάλπει τους ασθενείς αδελφούς του. Έκλεισε τα μάτια του Μακαριστού ηγουμένου του Σαραντάριου.

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

ΤΟ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΑΣ

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ -ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ

Η πορεία προς την Ανάσταση...

ΕΝΑΣ ΤΟΙΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΝΟ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ...

Το κοιμητήριο του Γέροντα Παΐσιου μέσα από τα μάτια του AmfLife

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

«Στη ζωή μας πρέπει να έχουμε ομολογία Χριστού και όχι δειλία»

Γυμνάσιο Αγ. Βαρβάρας Λεμεσού. Τίτλος Εργασίας: Έμαθα από τον παππού και τη

Μαρτυρίες για τη προσωπικότητα του Γέροντα Αιμιλιανού

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Μοναχός Νεόφυτος Λαυριώτης ( Σεπτεμβρίου 1983)

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Αδέλφια στο σχολείο

Που βρίσκεται το ιαματικό αγίασμα του Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Ὁ χορτασμός τῶν πεντακισχιλίων

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

Κατανόηση προφορικού λόγου

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΤΟΥ JOSTEIN GAARDER

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΥΜΝΑΖΕΤΑΙ (Κωµικό σκετς)

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017

Το Β μέρος της συνέντευξης του Μητρ. Βελγίου στο «Φως Φαναρίου»

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Να λες στη γυναίκα. σου ότι την αγαπάς και να της το δείχνεις.

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Οδοιπορικό Μητρoπολίτου Σύμης στο Άγιον Όρος

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Η ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΝΑ ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥΣ

Η Βίβλος για Παιδιά παρουσιάζει. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού

ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΑΣ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

Μητρ. Λαγκαδά: Θα πρέπει να κάνουμε βήματα «ασκήσεως» για να αλλάξει η ζωή μας

Άγνωστες πτυχές από την ζωή του Αγίου Παϊσίου

Ἡ πιστή Ρούθ (Χριστούγεννα)

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Εὐχετήρια-Κοινωνικὰ Γράμματα πρὸς τὸν Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῶν Ἐνισταμένων

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Εισαγωγή στα Πρότυπα Γυμνάσια-N.Γλώσσα

Νέος Γέρων Σκευοφύλαξ στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

Χριστουγεννιάτικη εορτή Κατηχητικών Σχολείων στα Τρίκαλα

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Θεία Λειτουργία. Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία. Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

Μια ιστορία με αλήθειες και φαντασία

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ & ΟΜΙΛΙΩΝ ΜΗΝ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2019

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΠΡΟΣΕΥΧΗ: Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ Β ΤΟΜΟΣ (Το πρακτικό μέρος)

Τίμησαν την Αγία Μαρίνα στις Βρυξέλλες

Κυριακή 27 Ἰανουαρίου 2019

Αποστολή Ιερουσαλήμ: Από εδώ ο Ιησούς ξεκίνησε την πορεία του για την είσοδό του στην Ιερουσαλήμ. (δείτε το βίντεο)

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

«Κλαίνε τα μάτια μου όταν βλέπω να σκοτώνουν παιδιά»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Μια μικρή... μεγάλη καρδιά. ο Άγιος Ταρσίζιος

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

Transcript:

Δ Ι Μ Η Ν Ι Α Ι Α Ε Κ Δ Ο Σ Η Ι Ε Ρ Α Σ Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ε Ω Σ Ι Ε Ρ Α Π Υ Τ Ν Η Σ Κ Α Ι Σ Η Τ Ε Ι Α Σ Ἄγκυρα Ἐλπίδος Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Σ Β Τ Ε Υ Χ Ο Σ 6 8 Μ Α Ϊ Ο Σ - Ι Ο Υ Ν Ι Ο Σ 2 0 1 2

Περιεχόμενα σελ. Ἀντιφώνησις τῆς Α.Θ.Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ κατά τήν ἡμέραν τῶν ὀνομαστηρίων Αὐτοῦ,... 3-5 «Ἀρκεῖ μοι ἡ θέα σου»: Γέροντας Δαμασκηνός ὁ Κομποσκοινᾶς, Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ.κ. ΕΥΓΕΝΙΟΥ... 6-10 Περί ἐφημερίων ἐν Κωνσταντινουπόλει, Ἀρχιμ. Δοσιθέου Κανέλλου... 11-15 Ὁ πύργος τῆς Παχειᾶς Ἄμμου Ἱεράπετρας, Δημήτρη Λ. Παπαδάκη... 16-21 Μνῆμες ἁλώσεως (1453-2012), Γεωργίου Ἐ. Κρασανάκη... 22-24 Ἡ προσωπικότης τοῦ ποιμένος καί ἡ διακονία του στόν 21o αἰώνα, Ἀποστόλου Ν. Μπουρνέλη... 25-31 Γέροντας Ἀβιμέλεχ ὁ Ἁγιορείτης (Βιβλιοπαρουσίαση), Κωστῆ Ἠλ. Παπαδάκη... 32-34 Μάξιμος Ξηροποταμηνός, Ἀντωνίου Ἐμμ. Στιβακτάκη... 35-38 Ἡ στυγνή τουρκοκρατία στήν Κρήτη. Ἡ περίοδος τοῦ Χατζη-Ὀσμάν Πασᾶ, Ἐμμανουήλ Σαβοϊδάκη... 39-45 71 χρόνια ἀπό τή «Μάχη τῆς Κρήτης», Γεωργίου Ζερβομανωλάκη... 46-48 Ἐπίσκεψη Ὁσίου Ἰωσήφ τοῦ Γεροντογιάννη καί Χατζη-Ἀνανία στήν Ἐκκλησία τοῦ Τιμίου Προδρόμου Λασιθίου, Ἐμμανουήλ Πηγιάκη... 49-52 Ἀπό τή ζωή τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, Ἐλευθερίου Χρυσοχόου... 53-55 Ἀπό τή ζωή τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας,... 56-63 Ἄγκυρα Ἐλπίδος Διμηνιαῖο Ὀρθόδοξο Περιοδικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Περιόδος Β, Τεῦχος 68, Mάιος- Ἰούνιος 2012. Ἰδιοκτήτης: Ἱερά Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Ἐκδότης-Διευθυντής, Ὑπεύθυνος κατά νόμο: Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγένιος. Ἠλεκτρονική στοιχειοθεσία: Σταῦρος Κακοδειπνάκης, Γραμματεύς Ἱ. Μητροπόλεως. Ἐπιμέλεια ὕλης, ἠλεκτρονική σελιδοποίηση, προετοιμασία ἐκτύπωσης: Ἀρχιμ. Κύριλλος Διαμαντάκης, Πρωτοσύγκελλος Ἱ. Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας. Διεύθυνση: Φιλοθέου Α 8, 722 00 Ἱεράπετρα. Τηλέφωνο: 28420 22400/22786, FAX: 28420 89653 / Web Site: www.imis.gr / E-mail: angira@otenet.gr Κωδικός Ταχυδρομείου: 6155. Ἐκτύπωση: Γραφικές Τέχνες «ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ», Ἡράκλειο, τηλ. 2810380886. Τό περιοδικό ἀποστέλλεται δωρεάν. Προαιρετικές εἰσφορές καί ἐμβάσματα. Ἐξώφυλλο: Λεπτομέρεια ἀπό τήν παράσταση τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου τοιχογραφία τοῦ Μανουήλ Φωκᾶ ἀπό τόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Γεωργίου στήν Ἐπάνω Σύμη Ἱεράπετρας, 15ος αἰ.. Ὀπισθόφυλλο: Λεπτομέρεια ἀπό τήν ἴδια παράσταση. Τό περιοδικό ἐκδίδεται μέ τή χορηγία τοῦ Κοινωφελοῦς Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας «ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΝΗ». 2

Ἀντιφώνησις τῆς Α.Θ.Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ κατά τήν ἡμέραν τῶν ὀνομαστηρίων Αὐτοῦ (Π. Πατριαρχικὸς Ναός, 11 Ἰουνίου 2012) Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Νικαίας κύριε Κωνσταντῖνε, Ἱερώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί, Ἐντιμότατε κύριε Γενικὲ Πρόξενε, Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, Εν συγκινήσει βαθείᾳ ἠκούσαμεν τὴν πλήρη ἀγάπης προσφώνησιν τῆς ὑμετέρας προσφιλοῦς Ἱερότητος, ἅγιε Νικαίας, ἐπὶ τῇ ἑορτῇ τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Βαρθολομαίου, τῇ καὶ ἡμετέρᾳ ὀνοματικῇ ἑορτῇ, τὴν γέμουσαν νοημάτων ἀγαθῶν, καὶ ἐδέχθημεν τοὺς ἐκφράζοντας τὴν ὑπερβάλλουσαν ἀγάπην ὑμῶν πρόφρονας λόγους πρὸς τὴν ἡμετέραν Μετριότητα ὡς ἀναφερομένους εἰς τὸν Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας Χριστόν, ὁ ὁποῖος «ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. δ, 11-12). Διὸ καὶ ἀποδώσαντες Αὐτῷ ὁλοθύμως τὴν δόξαν καὶ τὸν ἔπαινον, εὐχαριστοῦμεν καὶ ὑμᾶς ἐκ μέσης καρδίας διὰ τὰς ἑορτίους προσρήσεις καὶ τὰς ἀδελφικὰς εὐχάς, καὶ ἐν τῷ προσώπῳ ὑμῶν σύμπασαν τὴν Ἱεραρχίαν τοῦ Θρόνου ἐξ ὀνόματος τῆς ὁποίας ὡμιλήσατε. Καὶ αἰσθανόμεθα τὰς εὐχὰς ταύτας ὡς ὑποστηρικτικὰς καὶ ἐνισχυτικὰς εἰς τὸ πολυεύθυνον ἔργον τῆς πηδαλιουχίας τῆς ἱερᾶς ὁλκάδος τῆς Μητρὸς ἡμῶν Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖον ἀνετέθη εἰς ἡμᾶς πρὸ εἰκοσαετίας καὶ πλέον διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς τιμίας ψήφου τῶν ἀδελφῶν ἁγίων Ἀρχιερέων. Αἰσθανόμεθα αὐτὰς ὡς ἐνθαρρυντικὰς εἰς τὴν ὁδὸν τῆς διακονίας καὶ τῆς μερίμνης πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν, τὴν ὁποίαν δὲν βαδίζομεν μόνοι, ἀλλ ἔχοντες ὑμᾶς συνοδίτας καὶ συνοδοιπόρους, ἅγιοι Ἀδελφοί. Ἡ ὁδὸς αὕτη τὴν ὁποίαν πορεύεται ἀνὰ τοὺς αἰῶνας τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον εἶναι ἄλλοτε ὁμαλὴ καὶ ἄλλοτε ἀνάντης, ἄλλοτε ἄνευ προβλημάτων καὶ ἄλλοτε διερχομένη διὰ πολλῶν θλίψεων καὶ δυσχερειῶν. Διὰ πάντα ταῦτα εὐλογοῦμεν τὸν Κύριον καὶ δὲν ἀπογοητευόμεθα, διότι πιστεύομεν ἀκραδάντως τὴν διαβεβαίωσιν Αὐτοῦ λέγοντος πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ ἀποστόλους Του, ἐν οἷς καὶ ὁ ἑορταζόμενος σήμερον ἅγιος Βαρθολομαῖος: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Οὐδόλως ἀπογοητευόμεθα διότι γνωρίζομεν ὅτι ὡς Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία «δὲν εἴμεθα θεαταὶ οὔτε ἱστορικοὶ ἐρευνηταὶ τοῦ πάθους καὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἴμεθα ὑπαρξιακῶς συμπορευόμενοι μετ Αὐτοῦ ἐν τῷ πάθει καὶ τῇ ἀναστάσει». Καὶ ὡς «συμπορευόμενοι καὶ συνυπάρχοντες Αὐτῷ τῷ πάθει καὶ τῇ ἀναστάσει, ἑπόμενον εἶναι νὰ δίδωμεν κοινὴν μαρτυρίαν μὲ ὅλους ἐκείνους, ποὺ ἠκολούθησαν τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸ πάθος καὶ τὴν ἀνάστασιν», ὅπως ἔγραφεν ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων, ἀλλὰ καὶ νὰ ὑπομένωμεν ἐνίοτε τὸ αὐτὸ πρὸς Ἐκεῖνον μαρτύριον, μεταπίπτοντες ἀπὸ τὰ ὠσαννὰ τῶν ἀνθρώπων εἰς τοὺς ἐμπτυσμοὺς καὶ τὰς μάστιγας, τὸν κάλαμον καὶ τὸ ὄξος καὶ αὐτὸν τοῦτον τὸν Σταυρόν. Δὲν ἀπογοητευόμεθα ὅμως διότι πεπείσμεθα ὅτι τὸν Σταυρὸν ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάστασις. Οὕτω ζῇ καὶ πορεύεται εἰς τὸν κόσμον καὶ τὴν ἱστορίαν ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ζῇ, αἰσθανομένη τὴν καρδίαν αὐτῆς καιομένην ἐκ τῆς παρουσίας τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ μέσῳ αὐτῆς, ὡς καὶ οἱ μαθηταὶ οἱ πορευόμενοι πρὸς Ἐμμαούς, εἷς τῶν ὁποίων ἦτο κατὰ τὸν ἅγιον Ἐπιφάνιον Κύπρου 3

4 ὁ ἅγιος ἀπόστολος Βαρθολομαῖος. Ζῇ ἡ Μήτηρ ἡμῶν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὴν κοινωνίαν μετὰ τοῦ Χριστοῦ πορευομένη συγχρόνως καὶ πρὸς τὸν κόσμον διὰ νὰ ἐξαγγείλῃ τὰ θαυμάσια Αὐτοῦ καὶ νὰ διακηρύξῃ τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἐλπίδα τοῦ Παρακλήτου εἰς τοὺς παροικοῦντας ἐν Ἱερουσαλὴμ ἀλλὰ μὴ γνωρίζοντας τὰ γενόμενα, οὐδόλως φειδομένη κόπου ἢ πόνου ἢ ὁδοιπορίας. Ζῇ, φυλάττουσα ὡς ζῶσα κιβωτὸς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς πατρῴας εὐσεβείας, τὰ ποτισθέντα διὰ τῶν αἱμάτων καὶ τῶν δακρύων τῶν ἁγίων προκατόχων ἡμῶν, καὶ μεταδιδοῦσα αὐτὰ εἰς τοὺς πιστούς. Ζῇ, δαπανωμένη θυσιαστικῶς ὑπὲρ τῶν τέκνων αὐτῆς, καὶ μὴ παύουσα νυκτὸς καὶ ἡμέρας «μετὰ δακρύων νουθετοῦσα ἕνα ἕκαστον» (Πράξ. κ, 31). Ζῇ, ἀγωνιῶσα διὰ τὰς ἀκοὰς τῶν πολέμων, τὰς φυσικὰς καταστροφάς, τὰς ἔριδας καὶ τὰς μάχας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐργάζεται τὸ κατ αὐτὴν διὰ τὴν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος, διὰ τὴν καταλλαγὴν τῶν ἀνθρώπων, διὰ τὴν συνεργασίαν μεταξὺ τῶν θρησκειῶν, διὰ τὴν εἰρήνην τοῦ κόσμου, προσευχομένη πάντοτε «ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, ὑπὲρ εὐκρασίας ἀέρων καὶ εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς». Ζῇ, ἀγωνιζομένη ἐν τῷ κόσμῳ καὶ διὰ τὸν κόσμον,ὅμως ἀποποιουμένη τὸ κοσμικὸν φρόνημα, καθότι «τὸ πολίτευμα ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. γ, 20). Ζῇ, εἰς τὸ ταπεινὸν Φανάριον «ὡς μηδὲν ἔχουσα», ἀλλ «ὡς τὰ πάντα κατέχουσα» (Β Κορ. ς, 10), διότι ἔχει ἀπόλυτον συνείδησιν τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ θησαυρός της «οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰωαν. ιη, 36), ἀλλ ἐν οὐρανοῖς ἀπόκειται, διότι ἀντὶ πορφύρας περιβάλλεται τὰ αἵματα τῶν μαρτύρων της καὶ ἀντὶ λίθων πολυτελῶν κοσμοῦν αὐτὴν τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν ἁγίων της καὶ αἱ θαυματουργαὶ αὐτῶν εἰκόνες. Ζῇ, μὴ φοβουμένη «τὸ μικρὸν ποίμνιον» (Λουκ. ιβ, 32), διότι πιστεύει ὅτι «τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων» καὶ ὅτι ὁ Θεὸς δύναται καὶ «ἐκ τῶν λίθων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραάμ» (Ματθ. γ, 9). Καὶ τοῦτο ἀποτελεῖ ζῶσαν ἐμπειρίαν δι ἡμᾶς, ἰδίᾳ ἐσχάτως, βλέποντας βελτιουμένας προοδευτικῶς τὰς περὶ τὸ Φανάριον συνθήκας. Ζῶμεν τὴν τοιαύτην πραγματικότητα καὶ ἐν τῷ προσώπῳ ὅλων ὑμῶν, οἵτινες διὰ τῆς παρουσίας σας σήμερον καὶ πάντοτε εἰς τὰς αὐλὰς τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τοῦ μαρτυρικοῦ Φαναρίου, ἐπιβεβαιοῦτε ὅτι ἵστασθε συναντιλήπτορες τοῦ ἔργου καὶ τῆς διακονίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ συγκυρηναῖοι τοῦ Πατριάρχου τοῦ Γένους. Εὐχαριστοῦμεν τοὺς προσφιλεστάτους ἀδελφοὺς ἁγίους Ἀρχιερεῖς μετὰ τῶν ὁποίων ὑπομένομεν τὸν καθ ἡμέραν καύσωνα καὶ τὸ ψῦχος, συνεχίζοντες τὴν ἱερὰν παράδοσιν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, διὰ νὰ διατηρῶμεν ἀειφεγγῆ καὶ ἀείφωτον τὴν λυχνίαν τοῦ Φαναρίου, ἀκτινοβολοῦσαν καὶ καταυγάζουσαν τὴν οἰκουμένην. Εὐχαριστοῦμεν καὶ τοὺς πεφιλημένους ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς καὶ συλλειτουργούς, ἐκ τῶν ἐπαρχιῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐν τῷ ἐξωτερικῷ καὶ ἐκ τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τοὺς τηροῦντας τὰς φρυκτωρίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ διδόντας μετὰ πάντων ἡμῶν τὸν κοινὸν ἀγῶνα ὑπὲρ τῆς φίλης Ὀρθοδοξίας. Ἡ παρουσία ὑμῶν, παρουσία τιμῆς καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὴν πρωτόθρονον Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀδελφικῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Πατριάρχην, καὶ ἡ μετὰ πάντων ἡμῶν συμπροσευχὴ κατὰ τὴν ἡμέραν τῶν ὀνομαστηρίων ἡμῶν, μᾶς ἀναπαύει καὶ μᾶς ἐνισχύει. Σᾶς εὐχαριστοῦμεν ἐκ βάθους καρδίας διὰ τὴν φιλόφρονα προσέλευσίν σας ἐνταῦθα καὶ σᾶς ἀνταποδίδομεν πολλαπλασίως τὴν ἀγάπην σας. Εὐχαριστοῦμεν καὶ ὅλους τοὺς εὐλαβεῖς κληρικούς, τοὺς μοναχοὺς καὶ τὰς μοναχάς, καὶ τοὺς λαϊκούς, τοὺς συνελθόντας διὰ νὰ συμπροσευχηθοῦν κατὰ τὴν ἑόρτιον αὐτὴν ἡμέραν διὰ τὴν ἡμετέραν Μετριότητα. Τὸ ἔργον ἡμῶν εἶναι κοπιῶδες καὶ τὸ φορτίον τῆς εὐθύνης βαρύ, διὰ τοῦτο καὶ ἔχομεν ἀνάγκην τῶν εὐχῶν καὶ τῶν προσευχῶν πάντων, ὥστε νὰ ἐργαζώμεθα διὰ τὴν προαγωγὴν τῆς ἑνότητος καὶ νὰ δίδωμεν ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ τὴν μαρτυρίαν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως εἰς τὸν κόσμον, ὁ ὁποῖος ἐναγωνίως ἀναζητεῖ ὁδοὺς ἐπὶ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων τῆς πίστεως. Λόγον ἰδιαιτέρας εὐγνώμονος εὐχαριστίας ἀπευθύνομεν πρὸς Ὑμᾶς, Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε μετὰ τῆς τιμίας συνοδείαςὑμῶν, διότι προφρόνως ἠγαθύνθητε καὶ τὴν φορὰν ταύτην νὰ προσέλθητε εἰς Φανάριον διὰ νὰ ἐκφράσετε

τὰς ἀδελφικὰς εὐχάς Σας πρὸς τὴν ἄγουσαν τὰ ὀνομαστήρια αὐτῆς ἡμετέραν Μετριότητα. Μεγάλως ἐκτιμῶμεν τὴν χειρονομίανὑμῶν ταύτην, ἡ ὁποία μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ ἁγιογραφικόν «ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά». Καὶ ἔχομεν ἀνάγκην τῆς τοιαύτης βοηθείας καὶ συμπαραστάσεως πρὸς ἀλλήλους, Μακαριώτατε, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν παροῦσαν χρονικὴν συγκυρίαν, τὴν πλήρη προβλημάτων καὶ ἄγχους καὶ ἀγωνίας. Παρακολουθοῦμεν τὴν ἰδικήν Σας ἀγωνίαν διὰ τὸ ἐμπερίστατον ποίμνιόν Σας, Μακαριώτατε ἀδελφέ, τὸ πλούσιον καὶ θαυμαστὸν ὑπὲρ αὐτοῦ κοινωνικὸν Ὑμῶν ἔργον, τὰς ἀόκνους προσπαθείας Σας διὰ τὴν ἀνακούφισιν τοῦ ἐκ τῶν στερήσεων πόνου τῶν Χριστιανῶν, καὶ Σᾶς ἐκφράζομεν τὸν ἔπαινον καὶ τὰ συγχαρητήρια τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, ὁμοῦ μετὰ τῶν προσωπικῶν εὐχῶν καὶ προσευχῶν ἡμῶν ὑπὲρ εὐοδώσεως τῶν πρωτοβουλιῶν καὶ τῶν κόπων τῆς Μακαριότητός Σας, γενικώτερον δὲ ὑπὲρ τῆς ταχείας ἐξόδου τῆς εὐλογημένης καὶ προσφιλεστάτης Ἑλλάδος ἐκ τῶν δυσχερειῶν τὰς ὁποίας ἀντιμετωπίζει τὴν παροῦσαν στιγμήν. Θεοφιλέστατε ἐκπρόσωπε τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσσίας ἀδελφὲ κύριε Σάββα, Καὶ πρὸς ὑμᾶς ἀπευθύνομεν θερμὰς εὐχαριστίας διὰ τὴν ἑόρτιον ἐπίσκεψίν σας καὶ διὰ τὸ μήνυμα καὶ τὸ δῶρον τοῦ Μακαριωτάτου ἀδελφοῦ Πατριάρχου κυρίου Κυρίλλου, πρὸς τὸν ὁποῖον παρακαλοῦμεν ὅπως μεταφέρητε τὰς εὐγνώμονας εὐχαριστίας καὶ τὸν ἐγκάρδιον ἀδελφικὸν ἐν Κυρίῳ ἀσπασμὸν ἡμῶν. Ὁ Χριστὸς ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν! Καὶ εἰ ὁ Χριστὸς μεθ ἡμῶν, τότε δυνάμεθα νὰ ὑπερβῶμεν ὅλας τὰς δυσκολίας καὶ τὰ ἐπιπρόσθετα ἐμπόδια διὰ νὰ συγκαλέσωμεν τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδόν μας καὶ διὰ νὰ δοξάσωμεν ὅλοι ὁμοῦ τὴν Ὀρθοδοξίαν εἰς αὐτὰς τὰς ἀρχὰς τοῦ 21ου αἰῶνος. Τῶν θησαυρῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἡμῶν ἔχει ἀνάγκην ὅλος ὁ παραπαίων σύγχρονος κόσμος. Καὶ τοῦτο καθιστᾷ τὴν ἡμετέραν εὐθύνην μεγάλην καὶ τὴν ἀνάγκην στενῆς συνεργασίας ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἐπιτακτικὴν εἴπερ ποτε καὶ ἄλλοτε. Θερμῶς εὐχαριστοῦμεν καὶ τῇ πολυμελεῖ ἀντιπροσωπείᾳ τῆς ἐν Κρήτῃ Ἐκκλησίας, λίαν προσφιλοῦς Ἐπαρχίας τοῦ πανσέπτου τούτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, καὶ προγευόμεθα τῆς χαρᾶς τῆς πρὸς αὐτὴν νέας ἐπισκέψεως ἡμῶν ἀρχομένου τοῦ μηνὸς Σεπτεμβρίου. Ἐν κατακλεῖδι, ἐπευλογοῦμεν πάντας ἐν ἀγάπῃ πολλῇ, εὐχόμενοι ὅπως ὁ Κύριος πληροῖ πάντα τὰ αἰτήματα τῶν καρδιῶν ἡμῶν. Ἡ χάρις Αὐτοῦ εἴη μετὰ πάντων ὑμῶν. Ἀμήν. 5

«Ἀρκεῖ μοι ἡ θέα σου»: Γέροντας Δαμασκηνός ὁ Κομποσκοινᾶς Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ.κ. ΕΥΓΕΝΙΟΥ Οσύντομος αὐτός ὑπότιτλος ταιριάζει ἀπόλυτα στό βίο καί τήν πολιτεία τοῦ Γέροντα π. Δαμασκηνοῦ τῆς Σκήτης Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους, γνωστοῦ ὡς Κομποσκοινᾶ. Τό χωριό του Κρύα Βρύση εἶναι στήν ἐπαρχία Ἁγίου Βασιλείου Ρεθύμνου, κοντά στήν Ἱερά Μονή Πρέβελη. Ἀπό χρόνια ἡ ἐπαρχία Ἁγίου Βασιλείου διεκρίνετο γιά τήν πολλή εὐλάβεια τῶν ἁπλοϊκῶν χωρικῶν, πού κρατοῦσαν τίς παραδόσεις καί ἐκτιμοῦσαν τόν κάθε ἕνα, καί ἰδιαίτερα τούς Μοναχούς. Εἶχαν συγγενεῖς Μοναχούς στό ἱστορικό Πρέβελη καί ἀπό τήν προφορική παράδοση διδάσκονταν τά παιδιά ἀπό μικρᾶς ἡλικίας γιά τίς ἀγρυπνίες, «κρυφολειτουργίες», ὅπως τίς ἔλεγαν, τῶν Μοναχῶν ἤ τῶν Ἱερομονάχων στά γύρω χωριά καί τό Μοναστήρι. Ἀτελείωτες διηγήσεις γιά πολεμικά κατορθώματα, ἀνδραγαθίες, σαμποτάζ καί τόσα ἄλλα, πού ὅλοι μαζί Κλῆρος καί λαός κέρδισαν μέ αἷμα καί θυσίες γιά νά εἶναι ἐλεύθερος ὁ τόπος τους. Αὐτά καί ἄλλα ἄκουσα ἀπό τόν ἴδιο τόν Μοναχό Δαμασκηνό στό φτωχικό κελλί του στή Σκήτη τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, κάτω ἀπ τό Κουτλουμούσι. Στίς συχνές ἐπισκέψεις μου στόν ἀείμνηστο Γερο-Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη στήν Παναγούδα μοῦ μίλησε γιά τούς Κρητικούς Μοναχούς τῆς Σκήτης. Ἦταν δύο ἀπ τό Τυμπάκι τῆς Μεσσαρᾶς, ὁ ὑπέργηρος Γερο-Γιάννης, πού ζοῦσε μέ τόν ἐξ ἴσου ὑπέργηρο ὑποτακτικό του Γερο-Δανιήλ, καί ὁ νεώτερος σέ ἡλικία Μοναχός Δαμασκηνός Κομποσχοινᾶς, πού τό Κελλί του ἦταν ἀκριβῶς στήν ἴδια εὐθεία-ἀπέναντι ἀπ τήν Παναγούδα. Τόν ἔβλεπε, πού δέν ἔσβηνε ἡ λάμπα του, γιατί συνεχῶς προσευχόταν καί ἔπλεκε κομποσχοίνια. «Πήγαινε νά τούς γνωρίσεις θά χαροῦν», μοῦ εἶπε ὁ π. Παΐσιος. Καί πράγματι, ὅταν πῆγα χάρηκαν σάν νά εἶδαν κάποιο ἐπώνυμο σπουδαῖο ἐπισκέπτη καί ἐπέμεναν νά μοῦ προσφέρουν καί φαγητό, ἐνῶ 6 γνώριζα, πώς δέν μεγείρευαν καί ἔτρωγαν ξηρή τροφή. Τό πιό ἐπίσημο ἦταν τά ὄσπρια καί τά χόρτα ἄγρια μέ λίγο λάδι καί ψωμί. Συνδέθηκα καί συζήτησα περισσότερο μέ τόν Μοναχό π. Δαμασκηνό, ὁ ὁποῖος μιλοῦσε βαριά κρητικά, ἀλλά ὡραῖα, σοβαρά καί μέ περιεχόμενο. «Ὡς μορφωμένος πού εἶσαι, μοῦ πε, θέλω νά μάθω ἄν κατάργησαν τά ἀρχαῖα Ἑλληνικά. Γιατί μοῦ πε κάποιος προσκυνητής, πώς πᾶνε νά τά καταργήσουνε καί καταργήσανε καί τούς τόνους καί τά πνεύματα. Εἶναι ἀλήθεια, ἄν εἶναι ἀλήθεια, δέν μέ νοιάζει μωρέ, νά πάω μέχρι τό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί νά τά κάμω γυαλιά-καρφιά. Ἔμαθα ὅτι ἕνας ἔσπασε καί τό ἄγαλμα, μέσα στό Ὑπουργεῖο. Στενοχωροῦμαι πολύ, μά προσεύχομαι καί πιστεύω νά μή φτάξομε ὥς ἐκεῖ. Παίρνω κι ἐφημερίδες πότε-πότε ἀπ τίς Καρυές γιά νά μαθαίνω τά νέα. Αὐτοί ναι πού δέν νοιάζονται γιά τόν κόσμο, ὅπως λένε μερικοί γιά τούς Μοναχούς. Σ ὅποιον ἐρημίτη κι ἄν συνατήσεις θά σέ ρωτήσει γιά τόν κόσμο, τούς ἀνθρώπους, τά προβλήματα κι ὄχι ἀπό περιέργεια νά μάθει, ἀλλά νά ξέρει σωστά τί γίνεται καί νά προσεύχεται συνέχεια». Πάντως αὐτή ἡ πρώτη ἐπικοινωνία στό Κελλί του κράτησε μέχρι τό σούρουπο κι ἀναγκάστηκα νά διανυκτερεύσω μήπως καί δέν προλάβω τήν πόρτα τῆς Μονῆς πού μέ φιλοξενοῦσε, γιατί οἱ πόρτες τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὡς γνωστόν, κλείνουν μέ τή δύση τοῦ ἡλίου, ὁπότε τελειώνουν οἱ ἀκολουθίες, ἡ τράπεζα καί τό Ἀπόδειπνο. Ἡ πρόσχαρη διάθεση τοῦ π. Δαμασκηνοῦ μέ ὑποχρέωσε ἀκόμα πιό πολύ γιατί ἤθελε νά μοῦ μάθει νά πλέκω κομποσκοίνι. Πράγματι, πολύ εὔκολα ἔμαθα, μοῦ ἔδειξε ἁπλά καί ὄμορφα ἐξηγώντας τήν ἀξία καί τή σημασία του. Κάθε τόσο ἔλεγε: «Τώρα μωρέ θά μοῦ πεῖς, ἐσένα δέ σοῦ χρειάζεται. Εἶσαι μορφωμένος θά γίνεις καί παπᾶς καί θά παίρνεις λεφτά. Μπορεῖ,

μωρέ, νά γίνεις καί Δεσπότης. Γιατί νά μήν γίνεις; Καλύτεροι μωρέ εἴμαστε μεῖς πού γίναμε καί Μοναχοί κι εἴμαστε στό Περιβόλι τῆς Παναγίας;». Βούρκωσαν τά μάτια του. Τόση εὐλάβεια κι εὐαισθησία εἶχε στό ὄνομα τῆς Παναγίας. «Καί νά σοῦ πῶ, ποῦ ξέρεις, συνέχισε, δύσκολες μέρες ἔρχονται καί λεφτά λίγα κάτι μπορεῖ νά βγάζεις καί ἀπ τό ἐργόχειρο. Ἀλλά σεῖς μωρέ κοιτᾶξτε νά φτιάξετε στήν Κρήτη τά Μοναστήρια μας, τά Ἱερά Μοναστήρια μας νά γεμίσουν Πατέρες, ὅπως εἴχαμε ἐμεῖς στόν Πρέβελη. Δέν χρειάζεται νά κάμετε τίποτ ἄλλο. Τίποτ ἄλλο μωρέ νά μήν κάνουν οἱ Δεσποτάδες θἄχουν μεγάλο μισθό ἀπ τό Θεό. Κι οἱ ἄνθρωποι θά τούς μακαρίζουν κι ὁ Θεός θά τούς εὐλογεῖ. Ἐμεῖς πηγαίναμε στόν Πρέβελη ὄχι νά δοῦμε μόνο τούς συγγενεῖς, ἀλλά νά κάνουμε καί δουλειές. Πηγαίναμε ἀπό τό πρωί-πρωί καί φεύγαμε τό βράδυ γιά τό χωριό. Ἦταν ἀδιανόητο νά μείνομε, νά διανυκτερεύσομε, οὔτε περιμέναμε νά μᾶς περιποιηθοῦν. Πηγαίναμε γιά τή Λειτουργία καί κάναμε καί δουλειές». Αὐτά μοῦ θύμισαν παρόμοιες συνήθειες καί σ ἄλλα παλιά Μοναστήρια τῆς Κρήτης. Πολύ μεγάλη ἀντίθεση ἀπ τή σημερινή ἀντίληψη, πού πολλοί ἐπιθυμοῦν νά πᾶνε στά Μοναστήρια μόνο γιά τό φαγητό καί τήν περιποίηση κι ὄχι γιά νά προσφέρουν. Εὐτυχῶς, πού ἐπανιδρύθηκε καί ἀνοικοδομήθηκε τό ἱστορικό αὐτό Μοναστήρι τοῦ Πρέβελη μέ καλή Ἀδελφότητα καί μέ τή φροντίδα τοῦ οἰκείου Μητροπολίτη. Μετά ἀπ αὐτά, πῆρα θάρρος καί τόν ρώτησα πῶς πῆγε στ Ἅγιον Ὄρος. Στήν ἀρχή δέν ἤθελε νά μοῦ πεῖ, γιατί γιά τούς Ἁγιορεῖτες τό παρελθόν διαγράφεται καί τούς ἐνδιαφέρει νά κερδίσουν τό παρόν καί τήν μέλλουσα ζωή. Δέν θέλουν ἀργολογίες. Ἐπέμενα, ὅμως, καί μοῦ ἔλυσε τήν ἀπορία, μιλώντας μου χωρίς λεπτομέρειες. Ὁ μακαριστός Γέρων Δαμασκηνός. Μοῦ εἶπε ὅτι πῆγαν στήν Ἀθήνα γιά δουλειά, ἐκεῖνος καί ὁ ἀδελφός του, γιατί τά χωριά τους ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν φτωχά. Εἶχαν καί μία ἀδελφή. Τά ἀγόρια εἶχαν πάει καί μερικές τάξεις στό Γυμνάσιο. Τότε στήν Ἀθήνα ἦταν ἡ ἐποχή τῶν κατεψυγμένων προϊόντων καί ἔτσι κατάφεραν νά ἀνοίξουν κατάστημα στήν Κυψέλη, πού πουλοῦσαν κατεψυγμένα ψάρια. Ὑπῆρχε μεγάλη ζήτηση καί κέρδιζαν πολλά χρήματα. Κάποια κυρία πού τούς γνώρισε καί εἶδε ὅτι ἦταν θρησκευόμενοι ἄνθρωποι, καί ἰδιαίτερα ὁ μικρότερος, ὁ π. Δαμασκηνός, πού ἐξυπηρετοῦσε τούς πελάτες, ἐνῶ ὁ μεγαλύτερος κρατοῦσε τό ταμεῖο, καί εἶχε τήν εὐθύνη τῶν προμηθειῶν, τούς πῆγε ἕνα Ἁγιορείτη Μοναχό, πού προμήθευε βιβλία θρησκευτικοῦ περιεχομένου τήν κυρία αὐτή. Τότε εἶχε κυκλοφορήσει γιά πρώτη φορά ὁ μεγάλος Συναξαριστής τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ σέ δώδεκα (12) τόμους καί τούς ἔδωσε ἕνα τόμο, τοῦ μηνός Ἰανουαρίου. Ὁ Γερο-Δαμασκηνός ἔλεγε καί ξανάλεγε: «Καί τί ἦταν αὐτό; Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τά κανονίζει ὅλα. Νά χει ὁ Γενάρης ὅλο Ἐρημίτες κι ἀσκητές. Τόν Πρόδρομο, τόν ἅγιο Ἀντώνιο, τόν ἅγιο Θεοδόσιο, τόν ἅγιο Μακάριο κ.ἄ. Διάβαζα καί ξαναδιάβαζα καί γεννήθηκε μέσα μου ὁ πόθος νά γίνω κι ἐγώ σάν κι αὐτούς. Ἀμέσως ἔντεινα τήν νηστεία, αὔξησα τήν προσευχή μου καί περίμενα πότε θά ξανάρθει ὁ Μοναχός γιά νά ἀγοράσω καί ἄλλα βιβλία. Ὕστερα ἀπό καιρό ξαναῆρθε κι ἀγόρασα καί τήν Ἁμαρτωλῶν σωτηρία. Ἔλεγα τοῦ ἀδελφοῦ μου νά μοῦ δώσει λεφτά καί μέ δυσκολία μοῦ δωσε νά πληρώσω. Τό βράδυ κι ἐγώ στό σπίτι τοῦ τἄψαλα. Δέ σοῦ ζητῶ λεφτά ποτέ, μέρα-νύχτα σοῦ δουλεύω καί δέ θές νά παίρνω καί βιβλία χριστιανικά ;. Σάν νἄχε κάτι καταλάβει γιά μένα. Κι ἐγώ δέν ἔχασα τήν εὐκαιρία καί τοῦ εἶπα: καί τώρα, πού δέν ἔχομε πολύ δουλειά, μᾶλλον κάποιο θερινό μήνα, πού οἱ Ἀθηναῖοι λείπουν διακοπές -νά μοῦ δώσεις λεφτά νά πάω στ Ἅγιον Ὄρος. Αὐτός φώναζε περισσότερο κι ἐγώ τοῦ εἶπα καί μεγάλος εἶμαι καί ξέρω ἦντα θά κάμω. Σύ θά μοῦ 7

πεῖς μωρέ, ἦντα θά κάμω; Καί μάλιστα ἐγώ οὔτε σέ ρωτῶ ποῦ πᾶς κι ἦντα κάνεις, ὅταν φεύγεις ἀπ τό σπίτι. Καί σύ θά μοῦ κάνεις κουμάντο; Ὅ,τι θέλω ἄς κάμω. Νά μήν ἀνακατεύεσαι στίς δουλειές μου, ὅπως δέν ἀνακατεύομαι κι ἐγώ. Ἔτσι πῆρα τήν ἀπόφαση, μάζεψα καί λίγα λεφτά γιά τά εἰσιτήρια κι ἔφυγα γιά Θεσσαλονίκη καί τό Ἅγιον Ὄρος. Εἶχα καί χάρτη μαζί μου καί πῆγα ἀκριβῶς». Ὁ Γέροντας μοῦ τά διηγήθηκε μέ ὅλη τήν ἁπλότητα καί τήν ἀλήθεια. Κι ἐγώ ἔκπληκτος ἀπ τήν ἀποφασιστικότητα, τήν ὡριμότητα καί τήν εὐλάβειά του, μόνο θαύμαζα τά θαύμασια τοῦ Θεοῦ, πού ὁ ἴδιος κατεργάζεται στίς ἁγνές καλοπροαίρετες ψυχές. Εἶχε τίς ἀρχές ἀπ τό σπίτι του, τίς ἀναμνήσεις ἀπ τοῦ Πρέβελη καί τούς ἀγαθούς ἁπλοϊκούς Πατέρες καί μέ τά βιβλία «Συναξαριστής» καί «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία» ἔπεσε ὁ σπόρος σέ γῆ ἀγαθή κι ἔφερε καρπούς ἑκατονταπλάσιουςπνευματικούς. Κάθε φορά πού πήγαινα μέ ὑποδεχόταν μέ τήν ἴδια χαρά καί ἀγάπη καί ἰδιαίτερα μετά τή χειροτονία μου σέ Ἱερομόναχο. Διανυκτέρευσα καί πάλι καί ξημερώματα λειτούργησα στό Καθολικό τῆς Ἀναλήψεως, τό μικρό ἐκκλησάκι τοῦ Κελλιοῦ του. Τό βράδυ δέν εἶχε τίποτα νά φᾶμε καί στενοχωρήθηκε. Ἔβαλε ἕνα μεγάλο βαθύ πιάτο μέ μπόλικο λάδι, μοῦ φερε καί μία κεφαλή σκόρδο καί μιά φρανζόλα. «Ξέρεις τί νόστιμο εἶναι τό σκόρδο μέ τό ψωμί καί τό λάδι; Αὐτό μωρέ μέ στέκει. Μή ντρέπεσαι. Φάε καί θά δεῖς. Νά, θά φάω κι ἐγώ», μοῦ εἶπε. Ἔβαλε κι ἕνα δικό του πιάτο καί ἀραίωσε τό λάδι βάζοντας ἕνα ποτήρι νερό μέσα γιά νά μήν αἰσθάνεται γεύση καί ἱκανοποίηση. Καί γιά νά δικαιολογηθεῖ πρόσθεσε: «Εἶμαι μωρέ κι ἐγώ λαίμαργος. Βάζω νερό νά βουτῶ τό ψωμί γιά νά χορτάσω». Ὅ,τι ἔκανε ἦταν γιά τόν Χριστό καί τήν Παναγία. Δέν εἶχε κἄν αὐτοεπίδειξη καί γι αὐτό πάντα ἐλεεινολογοῦσε τόν ἑαυτό του. Ὅλη του ἡ ζωή καί οἱ ἐκφάνσεις της ἦταν ἐν τῷ κρυπτῷ γιά νά φανερώσει ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ μόνο ἐν τῷ φανερῷ. Δέν προσποιήθηκε ποτέ. Πάντα αὐθόρμητος καί εἰλικρινής. Μάλιστα καί ἀσυμβίβαστος Κρητικός: «Ἐμεῖς μωρέ δέν τό βάζαμε κάτω καί τό πληρώνομε ἀκριβά. Ἦμουν καί προπέτης καί ἀντιδραστικός. Γι αὐτό ἤκαμα καί τρία χρόνια δόκιμος στό Κουτλουμούσι. Καί στά Καυσοκαλύβια δέν ἔμεινα γιατί ἀντιμίλησα καί μ ἔβγαλε ἔξω ὁ Γέροντας. Κι ἔκλαιγα τρεῖς μέρες κι ἔμεινα καί νηστικός. Κι ὅταν μέ λυπήθηκε καί μ ἔβαλε μέσα συγχωρεθήκαμε καί εἶπα στό Γέροντα: Δέν ἤπρεπε δά νά μ ἔχεις κι ἔξω νηστικό. Ἤπρεπε νά μέ νουθετήσεις καί νά μοῦ πεῖς ὅτι σέ συγχωρῶ γιά τήν ἀγάπη τσῆ Παναγίας, γιατί εἶναι τό Περιβόλι της. Ἀλλιῶς κι ἤμαστε στόν κόσμο δέν ἤσουν ἄξιος νά πατήσεις οὔτε τό σκαλοπάτι τοῦ σπιτιοῦ μου». Ἔτσι ἔφυγε καί πῆγε στό Κοινόβιο γιά νά ὑποταχθεῖ περισσότερο καί νά ἀσκηθεῖ. «Εἶναι δύσκολο νά κάνεις ἀμέσως ὅ,τι σοῦ λένε οἱ ἄλλοι, ἀπ τόν πιό μεγάλο ἤ τόν πιό μικρό, ἀφοῦ εἶσαι δόκιμος. Μέ βαλαν καί στσί κήπους, ἔκαμα κι ἐκκλησιαστικός. Μία μέρα, τά μεσάνυκτα, πού ξενυχτούσαμε ἕνα Μοναχό πού πέθανε. Ἐγώ διαπίστωσα μέ ἔκπληξη, ὅτι εἶναι ἀλήθεια ὅτι δέν ξυλιοῦνε (παγώνουν) οἱ Μοναχοί καί μάλιστα στό Ἅγιον Ὄρος. Τά μεσάνυκτα γιά νά μέ δοῦνε καί οἱ ἄλλοι ἔσκισα τό ράσο πού τυλιγμένο καί ραμμένο, ὅπως εἶναι ἡ Μοναχική Ἁγιορειτική τάξη, ἔκρυβε ὅλο τό σῶμα, ὥστε νά μή φαίνεται τίποτα. Ἔβγαλα τό χέρι τοῦ ποθαμένου Μοναχοῦ, πού ἀβίαστα και ἐλεύθερα σάν ζωντανό κινοῦσε πάνω-κάτω. Οἱ Μοναχοί τό δαν καί οἱ παλαιότεροι τό θεώρησαν ἀσέβεια καί μέ τιμώρησαν γιά ἄλλο ἕνα χρόνο δοκιμασίας καί δέν ἔγινα τότε Μοναχός. Μετά ἀπό ἕνα χρόνο ἕνας ἄλλος μέ πλησίασε καί μοῦ πε ὅτι σύντομα σκέπτονται οἱ Γεροντάδες νά μέ κάμουν. Καί γώ ἀντιμίλησα λέγοντας Πῶς τό λές ἐσύ, θά γίνει; Δέν τό πιστεύω. Κι αὐτό τό θεώρησαν ἀπρεπή συμπεριφορά στό μεγαλύτερο καί μοῦ βαλαν κανόνα ἄλλο ἕνα χρόνο δοκιμασίας. Ἔτσι συμπληρώθηκαν τά τρία χρόνια καί μετά ἔγινα μοναχός». «Ἐμεῖς μωρέ οἱ Κρητικοί τό χομε αὐτό καί ἀντιμιλοῦμε. Ἐδῶ δέν πρέπει νά μιλεῖς κι ἄν μιλεῖς νά πεῖς πρῶτα εὐλόγησον. Ἀλλά καί νά μιλεῖς, πρᾶμα (τίποτα) δέν κερδίζεις. Καλλιά εἶναι νά προσεύχεσαι καί νά μιλεῖς μέ τήν Παναγία καί τό Θεό κι ὄχι μέ τσ ἀνθρώπους. Ἄλλιῶς ἄς κάθουμνε καί στόν κόσμο. Ἐπαέ (ἐδῶ) ἤρθαμε γι ἄλλη δουλειά, γιά τήν ψυχή μας μόνο». Τόσο ἐντύπωση μοῦ ἔκανε πού ποτέ δέ λησμόνησα τά λόγια του καί ὁ σεβασμός πρός τό 8

πρόσωπό του ἦταν μεγάλος. Μοῦ ἔδινε κομποσχοίνια εὐλογία ὅταν πήγαινα, μ ἔβαζε νά λειτουργῶ, νά τόν ἐξομολογῶ, πού δέν εἶχε τίποτα σπουδαῖο νά πεῖ, γιά νά κοινωνεῖ προετοιμασμένος μέ καθαρή συνείδηση. Δέν δυσκολευόταν νά πεῖ τό παραμικρό καί σ ἕνα νεώτερο ἀπ τόν κόσμο, ὅπως ἤμουν ἐγώ. Μέ εὐγνωμοσύνη θά τόν θυμοῦμαι πάντα γιατί μέ ἐδίδαξε πολλά. Μέ συγκινοῦσε ἡ ἀντιμετώπιση τῶν Γεροντάδων, πού ἐπέμεναν νά ἐπιβάλλουν τήν εὐλάβεια καί τό σεβασμό στούς μεγαλύτερους Μοναχούς, ἄν καί ἦταν τότε ἡ Μονή Κουτλουμου σ ί ου ἰδιόρρυθμη. Αὐτό σημαίνει ὅτι κάτι βρῆκαν, διηγήσεις δηλ. καί ἱερές ἀναμνήσεις ἀπό ὁσίους Μοναχούς, πού ζοῦσαν καί στά ἰδιόρρυθμα Μοναστήρια καί γι αὐτό ἀναπτύχθηκαν ἀργότερα καί τά Κοινόβια. Τίποτα δέν γίνεται χωρίς κόπο καί θυσίες, τίποτα στήν Ἐκκλησία δέν πραγματοποιεῖται αὐτόματα καί μαγικά. «Ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε» (Ἰωάν. 4, 38) καί «θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη» (Ἰωάν. 4, 35). Αὐτό ἰσχύει γιά ὅλους, καί τούς νεώτερους καί γιά τούς πρεσβυτέρους. Σέ κάθε ἐποχή ὁ Θεός ἔχει τούς Ἁγίους Του καί ἡ καλοπροαίρετη καί ἀγαθή ψυχή, ἀκόμη καί μέσα στίς πολύβοες πόλεις δέν χάνεται. Ἀρκεῖ νά ποθήσουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Οἱ παλαιοί ἔλεγαν «ἅγιος δέν γίνεται κανείς μέ τό ζόρι». «Μοναχός ἐστι βία φύσεως διηνεκής», κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σύρο. Αὐτή τήν ἐντύπωση ἔδινε ὁ μακαριστός π. Δαμασκηνός ὁ Κομποσχοινᾶς μέ τήν ἀποστεωμένη μορφή, τό λιπόσαρκο σῶμα καί τήν ἀφρόντιστη πτωχική περιβολή του. Ἡ γνησιότητα τῶν τρόπων καί ἡ εἰλικρίνεια ζωγραφιζόταν πάνω στήν ἀσκητική μορφή του. Δέν τόν ἀπασχολοῦσε ὁ ἑαυτός του, τόν εἶχε ἀφήσει στά χέρια τῆς Παναγίας. Ἡ ἐργασία τοῦ Μοναχοῦ εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ μέ τήν προσευχή καί ἡ κρυφή ἐργασία. Νά μή βλέπει κανείς καί νά μή γνωρίζει ἡ ἀριστερά τῆς δεξιᾶς τό ἔργον, «μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. 6, 3), ὅπως λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Πιστός, λοιπόν, στά μοναχικά του καθήκοντα διέκοψε κάθε συγγενικό δεσμό, ὅπως ἔλεγε. Ὄχι γιατί εἶχε κάτι μέ τούς δικούς του, ἀλλά φαίνεται γιατί δέν εἶχε σόι μεγάλο, οὔτε ἀδέλφια πολλά, ἐκτός ἀπ τόν ἀδελφό του στήν Ἀθήνα καί τήν ἀδελφή του στήν Κρήτη. Δέν ἤθελε ὁ ἴδιος νά πάει στό χωριό, ὅπως μοῦ εἶπε σέ παράκλησή μου νά ρθει στήν Κρήτη, πού δέν τήν εἶχε ἐπισκεφθεῖ ποτέ ξανά, ἀπό τότε πού ἔφυγε. Ὁ ἴδιος μοῦ λεγε : «Δέν θέλω, μωρέ, νά πάω. Γιατί ἄν μέ δοῦν στό καφενεῖο τοῦ χωριοῦ, ρακέντυτο, ἀδυνατισμένο, θά νομίζουν πώς κακοπερνῶ ἐδῶ στό Ὄρος. Θά μέ σχολιάζουν καί θά λένε, πώς τά χασα, θά μέ ρωτοῦν διάφορα κοσμικά, πού ἐμένα δέν μέ ἐνδιαφέρουν, ἀλλά κι ὅ,τι νά λεγα ἐκεῖνοι θά κάμουν τά δικά τους. Ἔτσι θά γινόμουν αἰτία νά σκανδαλισθοῦν, νά λένε κατά τοῦ Μοναχισμοῦ καί νά λένε πώς ἐκουζουλάθηκα. Γιά νά μήν σκανδαλιστοῦν δέν πάω κι ἐγώ καί δέν βγαίνω ἀπό τό Ὄρος γιά νά κάνω τόν κανόνα μου ὡς Ἁγιορείτης. Καί ποῦ ξέρεις, ρωτοῦσε. Μπορεῖ, ἄν βγῶ ἔστω καί λίγες μέρες ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, νά πεθάνω στόν κόσμο καί νά μέ θάψουν κοσμικό». Πράγματι, ὑπῆρχε τέτοια συνήθεια τά παλιά χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος. Ὅποιος Μοναχός πέθαινε στόν κόσμο, τόν θάβανε μέν στό Ὄρος, ἀλλά ἔψαλναν τή νεκρώσιμη ἀκολουθία σέ λαϊκό καί ὄχι σέ Μοναχό, πού, ὡς γνωστόν, εἶναι διαφορετική, μέ πολλούς Ψαλμούς καί τροπάρια καί κοσμποσχοίνι ὁμαδικό γιά τήν Ἐπίσκεψη τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Εὐγενίου στό Γέροντα Δαμασκηνό, τόν Αὔγουστο τοῦ 2001. 9

τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς ἀπ ὅλους τούς παρισταμένους, ἀμέσως μόλις τόν κατεβάσουν στόν τάφο καί πρίν τόν σκεπάσουν μέ τό χῶμα κι ἀποχωρήσουν οἱ προσερχόμενοι Μοναχοί - Ἀντιπρόσωποι τῶν ἄλλων Μονῶν καί Κελλιῶν. Τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 ἦταν σαφῶς ἀντιμοναχικό καί τό Ἅγιον Ὄρος εἶχε μείνει μέ λιγοστούς Μοναχούς, οἱ περισσότεροι ἐκ τῶν ὁποίων ἦταν ἡλικιωμένοι. Παρά ταῦτα, ἡ Παναγία Μητέρα, ἡ Ἔφορος καί προστάτις τοῦ Ὄρους, ἐκεῖ πού ὅλοι ἀνησυχοῦσαν καί ἡ ἁρμόδια Διεύθυνση Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων Βορείου Ἑλλάδος κατέγραψε πόσες θέσεις ἀρχαιοφυλάκων θά πληρώσουν γιά νά φυλᾶνε τά ἱερά κειμήλια, φρόντισε νά πηγαίνουν ἀπό τό 1967 καί μετά πενήντα (50) νέοι δόκιμοι Μοναχοί κάθε χρόνο. Πῆγαν καί μορφωμένοι καί πνευματικοί καί 10 Τό Κυριακό τῆς Κουτλουμουσιανῆς Σκήτης ἀνέλαβαν Ἡγούμενοι, σύστησαν πολυπληθεῖς Ἀδελφότητες, ἔγιναν ὅλα τά Μοναστήρια Κοινόβια, καί ἀνακαινίσθηκαν ὄχι μόνο Μοναστήρια ἀλλά καί σχεδόν ὅλα τά Κελλιά. Καί ἐπαληθεύτηκε ἡ προφητεία τοῦ Γέροντος Παϊσίου, πού μοῦ ἔλεγε ὅτι, ὄχι μόνο τά Μοναστήρια θά γεμίσουν, ἀλλά καί τά Κελλιά. Αὐτό ἰσχύει μέχρι καί σήμερα. Πιστός, λοιπόν, σ αὐτήν τήν σπουδαία καί ζωντανή Ἁγιορειτική παράδοση ὁ Γερο-Δαμασκηνός οὔτε γιά τήν ἀρρώστιά του δέν βγῆκε ποτέ ἀπό τό Ὄρος. Εἶχε φρικτούς πόνους καί παρακαλοῦσε μέ δάκρυα τήν Παναγία. Σέ μιά ἐπίσκεψή μου εἶπε: «Ἐδῶ ἔχω μόνο τήν Παναγία μάνα καί προστάτη καί βοηθό. Τόσα χρόνια τήν ὑπηρετῶ, ἐδῶ δουλεύω κι ἄν θέλει ἄς μέ βοηθήσει. Μόνο νά θέλει. Ἔ, θά κάμει κάτι καί γιά μένα τόν ἀπρόκοπο!». Λύθηκε σέ λιγμούς μπροστά μου καί σκούπισε τά δάκρυά του. Τέτοια ἀγάπη καί σεβασμό εἶχε στήν Παναγία μας. Συγκινημένος ἔφυγα, ἀλλά ἡ σκέψη μου ἔμεινε κοντά του. Κοντά στόν γνήσιο καί ἀληθινό Μοναχό τόν π. Δαμασκηνό τόν Κομποσχοινᾶ, τόν Ἁγιορείτη. Ἀρκεῖ νά τόν ἔβλεπες μιά φορά καί λίγο νά κουβέντιαζες μαζί του καί θά ἐντυπωσιαζόσουν. Καί καθ ὅλη τή διάρκεια τῆς συζήτησης πιό πολλή ὥρα ὄρθιος παρά καθιστός, πάντα ἐνῶ μιλοῦσε ἐλεύθερα, αὐθόρμητα καί φιλικά, ποτέ δέν σέ κοίταζε στά μάτια. Κοίταζε συνέχεια κάτω στό ἔδαφος. Ἀνασηκωνόταν μόνο πότε-πότε, ὅταν σέ ἀποχαιρετοῦσε καί σέ ξεπροβόδιζε. Αὐτή ἡ θέα τῆς ἀθέατης μορφῆς τοῦ ἀλησμόνητου π. Δαμασκηνοῦ. Ἄς ἔχουμε τήν εὐχή του ἀπό τή «Χώρα τῶν Ζώντων», ὅπου βρίσκεται σήμερα, «ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός».

Περί ἐφημερίων ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἀρχιμ. Δοσιθέου Κανέλλου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης Εὐρυτανίας Σεβασμιώτατε* δέσποτα, ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ καὶ συλλειτουργοί, εὐχαριστῶ πολὺ ποὺ μὲ καλέσατε γιὰ νὰ σᾶς ὁμιλήσω. Δὲν ἔρχομαι ἐν σοφίᾳ λόγων, οὔτε ὡς ἐπιστήμων θεολόγος, οὔτε γιὰ νὰ τριχάσω τὴν τρίχα. Εἶμαι ἕνας καλογερόπαπας καὶ ἀπευθύνομαι σὲ παπάδες, μὲ τὴν παλαιὰ ἔννοια τοῦ ὅρου «παπᾶς», κι ὄχι μὲ τὴν μειωτικὴ ποὺ μᾶς ἀποδίδουν σήμερα μὲ τὴν λέξι «παπαδαριό». «Παπᾶς» εἶναι λέξις τιμητικὴ καὶ εἶναι χαϊδευτικὸ τῆς λέξεως «πατήρ», καὶ μετάφρασις τῆς ἀραμαϊκῆς λέξεως «ἀββᾶς». Καὶ ἡ λέξις «παπᾶς» ἢ «παπίας» δὲν εἶναι μακρυὰ ἐτυμολογικῶς ἀπὸ τὴν λέξι «πάπας» ποὺ τόσον ἔχει παρεξηγηθῆ ἐξ αἰτίας τῆς χρήσεώς της ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Ῥώμης. Τονίζω ὅτι ἱερομόναχοι καὶ ἔγγαμοι πρεσβύτεροι εἴμεθα ἕνα ἄνευ διακρίσεως «ἁγιότητος». Εἶμαι παπᾶς, εἶσθε παπάδες. Εἶμαι πρεσβύτερος, εἶσθε πρεσβύτεροι. Δὲν ὑπάρχει στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ διάκρισις μεταξὺ ἐγγάμου καὶ ἀγάμου κλήρου. Ὅπου ὑπάρχει διάκρισις, ἐκεῖ ὑπάρχει αἵρεσις. Διότι μιὰ φορά, θυμᾶμαι, κάποιοι ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι προέρχονταν ἀπὸ ὀργανώσεις εἶχαν ἐπισκεφθεῖ τὸ Μοναστῆρι ποὺ ἦμουν καλόγηρος. Καὶ λέγει τότε ὁ οἰκεῖος ἐπίσκοπος, μακαριστὸς πλέον τώρα, πὼς τὴν ἐπομένη ἡμέρα θὰ ἐτελεῖτο μιὰ «παρθενικὴ Λειτουργία». Τοῦ λέγω: -Τί ἐννοεῖτε; Μοῦ ἀπαντᾶ: -Θὰ λειτουργήσουμε μόνον ἐμεῖς οἱ ἄγαμοι. -Συγγνώμη, μὰ ἐγὼ δὲν θὰ λειτουργήσω, δὲν θὰ ἔρθω. -Γιατί; ἐρωτᾶ. Καὶ τοῦ ἀπαντῶ: -Πρῶτον, διότι αὐτὸ εἶναι ἐγκρατιτικὴ αἵρεσις, δεύτερον διότι οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας ἀπαγορεύουν τὴν διάκρισι μεταξὺ ἀγάμου καὶ ἐγγάμου ἐπὶ ποινῇ ἀφορισμοῦ, καὶ τρίτον διότι ἐγὼ δὲν εἶμαι παρθένος. Ἐκεῖ τινάχτηκε! Λέει: -Τί ἐννοεῖς; -Ἐννοῶ πὼς ἂν ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι «Καὶ γυναίκα οὐ γινώσκω καὶ παρθένος οὐκ εἰμί», ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ ἰσχυρισθῶ πὼς εἶμαι παρθένος. Ἐξάλλου ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐκ τῶν ἀνδρῶν μόνον ἕνα ὀνόμασε Παρθένο τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο καὶ Εὐαγγελιστή. Οἱ ὑπόλοιποι εἴμαστε καθ ὑπόνοιαν «παρθένοι». Γι αὐτὸ λοιπόν, ἀγαπητοί μου, αἰσθάνομαι πολλὴν τὴν οἰκειότητα ἀνάμεσά σας. Ἄλλωστε νὰ ξέρετε πὼς οἱ καλύτεροί μου φίλοι εἶναι οἱ ἔγγαμοι κληρικοί. Καὶ χαίρω ἰδιαιτέρως ὅταν ἔρχονται στὸ Μοναστῆρι μας καὶ λειτουργοῦν. Διότι δὲν εἶναι σωστὸ κάποιοι ἀρχιμανδρῖτες τῶν 20 καὶ 25 χρόνων νὰ περιφρονοῦν κληρικοὺς ἐγγάμους 80-85 χρόνων. Ἀλλὰ «περὶ τὴν νύσσαν τὸν πῶλον κεντῶ» γιὰ νὰ θυμηθῶ τὸ ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο. Ὁ νοῦς μου πετᾷ πρὸς τὴν Κωνσταντινούπολι τὴν ἀγαπημένη. Ἐκεῖ θέλω νὰ μεταφέρω καὶ τὴν ἀγάπη σας. Δὲν θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τοὺς ναούς της, οὔτε γιὰ τ ἁγιάσματά της, οὔτε για τὰ κάστρα της. Δὲν θὰ σᾶς μιλήσω οὔτε γιὰ τὸν Πατριάρχη καὶ τὴν Πατριαρχικὴ αὐλή. Γι αὐτὰ μιλοῦν πολλοὶ καὶ ἔχουν γράψει πολλὰ καὶ γράφουν εἰσέτι. Θὰ σᾶς ἀπασχολήσω μὲ κάτι ποὺ κανεὶς μέχρι τώρα δὲν καταπιάστηκε. Θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ συναδέλφους. Γιὰ τοὺς δικούς σας ἀνθρώπους. Γιὰ τοὺς παπάδες τῆς Πόλης. Γι αὐτοὺς τοὺς ἥρωες γιὰ τοὺς ὁποίους κανεὶς δὲν ὁμιλεῖ, κανεὶς δὲν γράφει. Θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ ὅσα ἔχω ἀκούσει, γιὰ ὅσα ἔχω δῆ, γιὰ ὅσα οἱ ἴδιοι μοῦ Ὁμιλία τοῦ Γέροντος Δοσιθέου σέ Ἱερατικὴ Σύναξη τῶν Ἐφημερίων τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἱεραπύτνης καί Σητείας, πού πραγματοποιήθηκε στόν Ἱερό Καθεδρικό Ναό Ἁγίας Φωτεινῆς Ἱεραπέτρας τή Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012. 11

ἔχουν διηγηθῆ. Ἱερεῖς μὲ οἰκογένειες, σὲ μακρυνὲς ξεχασμένες ἐνορίες, χωρὶς ἐνορίτες, σ ἕνα περιβάλλον ἐχθρικό. Ἱστορίες ἄγνωστες, ἄλλες συγκινητικές, ἄλλες ἡρωϊκές, ἀλλὰ ὅλες ἐνδιαφέρουσες. Φυσικὰ θὰ ἀναφερθῶ ἐνδεικτικά, σὲ πολὺ λίγα, διότι δὲν θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ ἀναφέρω στὴν ἀγάπη σας ὅλα ὅσα γνωρίζω. Γιὰ νὰ κάνουμε καὶ μιὰ σύγκρισι μεταξὺ αὐτῶν καὶ ἡμῶν. Διότι παραπονούμεθα πολλάκις ἀλλὰ χωρὶς λόγο καὶ αἰτία. Ζοῦν οἱ ταπεινοὶ λευΐτες τῆς Κωνσταντινουπόλεως σὲ ἕνα ἐχθρικὸ περιβάλλον. Δὲν γνωρίζουν ἀπὸ ποῦ καὶ ἀπὸ ποιόν θὰ ἔρθῃ ἡ βρισιά, ἡ πέτρα, τὸ φτύσιμο. Λίγο νὰ διαταραχθοῦν οἱ σχέσεις μεταξὺ Ἑλλάδος καὶ Τουρκίας, αὐτοὶ πληρώνουν τὰ σπασμένα. Ἐπίσης γνωρίζουν ὅτι ἐκεῖ εἶναι μόνιμοι. Κάθε φυγὴ πρὸς τὰ ἐδῶ ἢ τὸ ἐξωτερικὸ σημαίνει καθαίρεσις. Καὶ ὅμως μένουν ἐκεῖ ἀπὸ τοῦ χρέους μὴ κινοῦντες. Ὡσὰν τὸν στρατιώτη μιᾶς πύλης στὴν Πομπηΐα. Ἡ λάβα τοῦ Βεζουβίου ἦρθε καὶ τὸν ἐκάλυψε, μὰ ἐκεῖνος ἔμεινε ἀκίνητος φρουρὸς μιᾶς διαταγῆς νὰ μὴ ἐγκαταλείψῃ τὴν πύλη. Καὶ στὶς ἀνασκαφὲς βρέθηκε πετρωμένος ἀπ τὴν λάβα μὲ τὸ δόρυ στὸ χέρι, στὴν πύλη. Ὁ ἐφημέριος τῆς Παναγίας στὸ Πέραν μοῦ ἔλεγε πρὶν μερικὰ χρόνια: «Εἶμαι ἐδῶ ἐφημέριος ἐπὶ 54 χρόνια». Ἂν ζῇ πρέπει νὰ ἔχῃ ξεπεράσῃ τὰ 60 χρόνια ἱερατικῆς διακονίας. Καὶ εἶδε δόξες νὰ περνοῦν καὶ νὰ χάνονται... Ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ἔχουμε σὰν ὄνειρο τὴν συνταξιοδότησι. Νὰ πάρουμε σύνταξι νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τριμηνίες, προϋπολογισμοὺς καὶ ἀπολογισμούς. Γνώρισα τὸν πατέρα Φιλόθεο στὴν ἡλικία τῶν 92 ἐτῶν. Ἦτο ἐφημέριος 12 στὸν Ἅγιο Γεώργιο Ἐδίρνε Καποῦ (στὴν Πύλη τῆς Ἀδριανουπόλεως). Ἐνορῖτες; Αὐτός, ἡ παπαδιά του καὶ μία κόρη, ἂν δὲν ἀπατῶμαι. Ψάλαμε μαζὺ σὲ μιὰ Προηγιασμένη στὸ Ἁγίασμα τῶν Βλαχερνῶν. Ἐθαύμασα τὴν ἀντοχή του στὸ ψάλσιμο, παρ ὅλη τὴν προχωρημένη ἡλικία του. Μετὰ τὴν ἀπόλυσι, τὸν ἐρώτησα: -Εἶσθε συνταξιοῦχος; Μοῦ ἀπήντησε: -Ἐμεῖς ἐδῶ δὲν γνωρίζουμε τί ἐστι σύνταξις πεθαίνουμε στὸ Θυσιαστήριο! Μετὰ τρία ἔτη ἔμαθα ὅτι ἐκοιμήθη. Ὅμως ἐκοιμήθη ὡς λειτουργός. Στὸ Θυσιαστήριο, ἀπὸ τοῦ χρέους μὴ κινῶν. Ὕστερα ἀπὸ τὸ διάταγμα τοῦ Κεμὰλ τὸ 1934 ἡ ῥασοφορία ἐκτὸς τοῦ ναοῦ ἀπαγορεύεται. Ὁπότε οἱ ἱερεῖς κυκλοφοροῦν μὲ πολιτικὰ καὶ εἰσερχόμενοι εἰς τὸν ναὸν φοροῦν ῥάσο καὶ καλυμαῦχι. Διευκρινίζω πὼς ἡ ῥασοφορία ἔκτοτε ἀπαγορεύθηκε γιὰ τοὺς τούρκους ὑπηκόους καὶ μόνον, κι ὄχι δι ὅσους ἁπλῶς ἐπισκέπτονται τὴν Τουρκία (ἐξ Ἑλλάδος φερ εἰπεῖν ἢ ὅπου ἀλλοῦ). Ἐνθυμοῦμαι, λοιπόν, τὸν μακαριστὸν π. Μελέτιο Σακκουλίδη, τὸν Μεγάλον Οἰκονόμον. Ἦτο ἐφημέριος σὲ 11 ναοὺς τῆς περιφερείας Ὑψωμαθείων. Ἔζησε τὰ δραματικὰ γεγονότα τοῦ 55 στοὺς Ἁγίους Θεοδώρους Βλάγκας. Αὐτὸς ποτὲ δὲν ἐκάθισε σὲ ὥρα ἀκολουθίας ἢ θείας Λειτουργίας. Μέχρι τέλους. Καὶ ἐντύπωσι μοῦ εἶχε κάνει μεγάλη διότι δὲν ἔκρυβε ποτὲ τὴν ἱερωσύνη του. Καὶ γένεια ἔτρεφε καὶ κόμη διατηροῦσε. Μάλιστα δὲ ὁ μακάριος ἐκεῖνος στὸ ἀριστερὸ πέτο τοῦ σακακιοῦ του εἶχε πάντοτε καρφιτσωμένο ἕνα χρυσὸ σταυρό. Καὶ πάντα ἔτσι κυκλοφοροῦσε ἐν μέσῳ ἀλλογενῶν καὶ ἀλλοθρήσκων μὲ τὸν σταυρὸ νὰ λάμπει. Αὐτὸ τὸ διάταγμα τοῦ Κεμάλ, ἔφερε σὲ πολὺ δύσκολι θέσι τοὺς ἐφημερίους τότε, ἀλλὰ καὶ τοὺς πιστούς. Ἔχει καταγραφεῖ ὅτι ὁ Πατριάρχης Φώτιος ὁ Β (ἐπὶ τοῦ ὁποίου βγῆκε τὸ διάταγμα) οὐδέποτε ἐξῆλθε τοῦ Πατριαρχείου, ἀρνούμενος καὶ μὴ ἀνεχόμενος νὰ συνοδεύεται ἀπὸ παντελονοφόρους κληρικούς. Ὁ μακαριστὸς π. Γεώργιος Ὀκουμούσης ἐφημέριος στὴν Ἴμβρο (ἐκοιμήθη πέρυσι) μοῦ ἐδιηγεῖτο τὰ ἑξῆς: «Ὁ πατέρας μου ἦταν παπᾶς. Ὅταν ἦλθε εἰδοποίησις ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο νὰ βγάλουν οἱ ἱερεῖς τὰ ῥάσα, νὰ περιορίσουν κατὰ τὸ δυνατὸν τὴν γενειάδα καὶ νὰ κόψουν τὴν κοτσίδα (γιὰ νὰ μὴ δίδουν στόχο, διότι τὰ

πράγματα τότε ἦσαν πολὺ ἄγρια καὶ ἐπικίνδυνα) ἔπεσε θρῆνος στὸ σπίτι μας. Ὁ πατέρας μου ἦταν ἱερεὺς στοὺς Ἁγ. Θεοδώρους καὶ ἔπρεπε νὰ συμμορφωθῇ. Μὲ κλάμματα ἡ μητέρα μου παπαδιὰ πῆρε τὸ ψαλίδι, ἔκοψε τὴν κοτσίδα καὶ τὴν τοποθέτησε σ ἕνα κουτί. Τὴν ἔβαλε κάτω ἀπ τὰ εἰκονίσματα, καὶ ὅταν ὁ πατέρας μου ἐκοιμήθη, τὸ μόνο κτέρισμα ποὺ τὸν συνώδευσε στὸν τάφο ἦσαν τὰ μαλλιά του, ἡ κοτσίδα του»... Εἶπα καὶ προηγουμένως οἱ κίνδυνοι ἐλλοχεύουν πάντοτε. Οἱ ἱερεῖς εἶναι στὸ στόχαστρο. Ἂς κυκλοφοροῦν μὲ πολιτικά, τοὺς διακρίνουν ἀμέσως. Ἀκόμα, θυμηθεῖτε, ἀγνοεῖται ἡ τύχη τοῦ πτώματος τοῦ Ἡγουμένου τοῦ Μπαλουκλῆ Χρυσάνθου. Κάποιο πηγάδι κρατάει τὸ μυστικὸ τοῦ βασανισμοῦ του... Ὁ τέως Μέγας Ἐκκλησιάρχης π. Σεραφεὶμ ὅταν ἦτο διάκονος, λειτουργοῦσε σὲ κάποιο ναὸ τῆς περιφερείας τοῦ Βοσπόρου. Θὲς ἀπὸ ἄγνοια τοῦ κινδύνου, θὲς ἀπὸ ἀφέλεια φόρεσε γαλάζια διακονικὴ στολή. Ἦταν ἡ ἐποχὴ μετὰ τὰ Σεπτεμβριανά. Ξαφνικὰ εἰσβάλλουν στὸν ναὸ τραμποῦκοι ἐγκάθετοι καὶ ἀπῄτησαν μὲ κραυγές, βρίζοντας καὶ ἀπειλῶντας, νὰ βγάλῃ τὰ ἄμφια ποὺ θύμιζαν Ἑλλάδα... Μοῦ ἔλεγεν ὁ μακαρίτης παπα-νεόφυτος ἐφημέριος στὸ Μπαλουκλῆ: «Κάποιος Χριστιανὸς μὲ χάρισε ἕνα ῥολόϊ χειρὸς ποὺ εἶχε στὸ κέντρο τὴν Παναγία. Τὸ φόρεσα καὶ μπῆκα στὸ λεωφορεῖο γιὰ νὰ πάω στὸ σπίτι μου στὰ Ταταῦλα. Τὸ λεωφορεῖο γεμᾶτο ἦταν, θέσεις δὲν εἶχε, καὶ στεκόμουν ὄρθιος. Πιάστηκα ἀπὸ τὴν χειρολαβὴ νὰ μὴ πέσω, τραβήχτηκε τὸ μανίκι καὶ φάνηκε τὸ ῥολόϊ. Σὰν κοράκια, σὰν ὄρνια ἔπεσαν ἐπάνω μου νὰ μὲ γδάρουν. Εἶδα κι ἔλαβα νὰ γλυτώσω ἀπὸ τὰ χέρια τους. Καὶ ἀπὸ τότε τὸ ἔχω στὴν τσέπη τοῦ σακακιοῦ μου». Ἐκεῖνο, ἀδελφοί μου, ποὺ εἶναι πολλὲς φορὲς ἀνυπόφορο γιὰ τοὺς ἱερεῖς τῆς Πόλεως εἶναι ἡ μοναξιά. Χωρὶς οἰκογένεια, χωρὶς ἐνορῖτες. Περιμένω μιὰ φορὰ στὸν διάδρομο ἔξω ἀπὸ τὸ Πατριαρχικὸ Γραφεῖο νὰ μὲ δεχθῇ ὁ Πατριάρχης. Δίπλα μου κάθεται ἕνας ἡλικιωμένος ἱερεύς. Περιμένει νὰ δῇ κι αὐτὸς τὸν Πατριάρχη. Πιάνουμε κουβέντα. «Εἶμαι Ἴμβριος καὶ ἐφημερεύω στὸν Ἅγιο Φωκᾶ στὸ Ὀρτάκιοϊ (Μεσοχῶρι). Ἔχω 15 ἐνορῖτες, ἀπ τοὺς ὁποίους οἱ μισοὶ εἶναι κατάκοιτοι. Δύο θυγατέρες ἔχω, ἀλλὰ στὴν Ἀθήνα μένουν. Ἐδῶ πιὰ μόνος μένω. Ἔχασα τὴν παπαδιά μου ἐδῶ καὶ δέκα ἑπτὰ χρόνια. Μόλις πέθανε ἡ παπαδιά μου σκέφθηκα νὰ φύγω. Πῶς νὰ ἔμενα πιὰ μόνος μου, μὲ προβλήματα ὑγείας... Τὴν ὥρα ποὺ τῆς ἔριχνα λίγο χῶμα στὸν τάφο της, πάτερ μου, σὰν νὰ ἄκουσα τὴν φωνή της: -Παπᾶ μου, τόσα χρόνια σὲ ὑπηρετοῦσα πιστά, καὶ τώρα φεύγεις καὶ μὲ ἀφήνεις μόνη; Ποιός θὰ μοῦ ἀνάβῃ τὸ καντῆλι στὸν τάφο; Κι ἔτσι, πάτερ, ἀποφάσισα κι ἔμεινα μόνος μου δέκα ἑπτὰ χρόνια, σ ἕνα κελλάκι τοῦ ναοῦ, στὸ ὁποῖο γυναίκα δὲν πάτησε μόνος μου τακτοποιοῦμαι καὶ συντηροῦμαι. Ὅμως ἔχει πολλὰ σκαλιὰ καὶ δὲν μπορῶ πιὰ ν ἀνεβοκατεβαίνω. Δὲν μὲ βαστοῦν τὰ πόδια μου. Ἔχω καὶ πολλὲς ἀῤῥώστιες... Γι αὐτὸ ἦλθα στὸν Πατριάρχη νὰ μὲ ἀφήσῃ νὰ φύγω, νὰ πάω στὶς κόρες μου»... Μπαίνει πρῶτος στὸν Πατριάρχη. Ἐγὼ δεύτερος. Μοῦ λέγει ὁ Πατριάρχης: «Τὸν λυποῦμαι, ἔχει πολλὲς ἀῤῥώστιες, εἶναι ἡλικιωμένος, ἀλλὰ ἐὰν φύγει θὰ κλείσῃ ὁ Ἅγιος Φωκᾶς». Ἀπαντῶ: «Παναγιώτατε, ὅλοι ἔχουμε ἀῤῥώστιες. Ἄλλος λίγες, ἄλλος πολλές. Ἀλλὰ ὁ πατὴρ ἔχει μιὰ ἀῤῥώστια ἀνίατη τὴν μοναξιά!»... Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια ἐκοιμήθη. Ἕνας νέος κληρικὸς εὔελπις τὸν διεδέχθη καὶ λειτουργεῖ τῶρα στὸν Ἅγιο Φωκᾶ στὸ Μεσοχῶρι. Κουβεντιάζω, πρὶν ἀπὸ χρόνια, μὲ τὸν τότε ἐφημέριο τῆς Παναγίας Χαντζεριώτισσας, τὸν μακαρίτη ἐπίσης π. Γεώργιο. Ἐνορῖται; Οὐδείς. Μόνον οἱ νεωκόροι καὶ αὐτοὶ ἀραβόφωνοι. Χῆρος μὲ μιὰ κόρη μὲ εἰδικὲς ἀνάγκες. Μοῦ ἀφηγεῖται: «Ἦλθε, πάτερ, ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Χτύπησα τὴν καμπάνα γιατὶ ἔπρεπε νὰ 13

τὴν χτυπήσω διότι ἂν δὲν τὴν χτυπήσω θεωρεῖται ἡ ἐκκλησία ἔρημη, mazbut, καὶ καταλαμβάνεται ἀπὸ τὴν Γενικὴ Διεύθυνση Βακουφίων. Διάβασα ὅσα διάβασα, μόνος κι ἔρημος. Ἔφθασα στὶς εὐχὲς τῆς γονυκλισίας. Γονάτισα. Κουτσὰ - στραβὰ τὶς διάβασα. Πῆγα νὰ σηκωθῶ. Ἀδύνατον! Τὰ γόνατά μου δὲν μὲ ἀκολουθοῦσαν! Σύρθηκα σὰν χελῶνα μέσα στὸ ἱερό. Βρῆκα μιὰ καρέκλα. Πιάστηκα καὶ ἐπιτέλους σηκώθηκα»... Μὲ μιὰ συντροφιὰ πῆγα προσκυνητὴς στὸν ναὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὸ Βαφεοχώριον ἢ στοὺς Ταξιάρχες Μεγάλου Ῥεύματος, δὲν ἐνθυμοῦμαι καλῶς. Μεγάλη χαρὰ εἶχε ὁ ἐφημέριος ποὺ μᾶς εἶδε. «Ἐλᾶτε νὰ σᾶς βλέπουμε! Νὰ ἀκοῦμε ἑλληνικά! Δὲν θέλουμε τίποτε. Μόνο λίγο λιβάνι, δυὸ καθαρὲς λαμπάδες, ἕνα πρόσφορο!». Ὅμως ὑπάρχουν στὴν Πόλι καὶ πολλοὶ τοῦρκοι, ἴσως οἱ πλεῖστοι, ποὺ εἶναι ἄνθρωποι ταπεινοί, εὐλαβεῖς. Καὶ πολλὲς φορὲς ὠφελεῖσαι ἀπ αὐτούς. Ὅταν ὁ νῦν Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως καὶ Μαδύτου Στέφανος ἦτο Ἀρχιδιάκονος, μπῆκε σ ἕνα ταξὶ γιὰ νὰ πάῃ στοὺς γονεῖς του, στὰ Ταταῦλα. Κυκλοφοροῦσε, φυσικά, μὲ τὰ πολιτικά. Ὁ ταξιτζῆς τὸν κοιτάζει ἀπὸ τὸ καθρεφτάκι καὶ τὸν ῥωτάει, στὰ τούρκικα βεβαίως: -Παπᾶς εἶσθε; -Ναί, ἀπαντᾶ ἀπορημένος (ποὺ τὸν κατάλαβε) ὁ Ἀρχιδιάκονος. Ὁ ταξιτζῆς κουνῶντας τὸ κεφάλι του συνεχίζει: -Ἐσεῖς ἔχετε πολὺ δύσκολη δουλειά. -Ἐσεῖς ἴσως δυσκολότερη, ποὺ ὅλη μέρα εἶσθε στὸ τιμόνι, στοὺς δρόμους. -Ὄχι, παπὰζ ἐφέντη, ἡ δική σας δουλειὰ εἶναι πιὸ δύσκολη. Ἐγὼ ἂν κάνω καμμιὰ ζημιὰ θὰ πληρώσω στὸ συνεργεῖο ἢ στὴν τροχαία, κι ἂν κάνω κάτι σοβαρότερο ἴσως μπῶ καὶ φυλακή. Ἐσεῖς, ὅμως, ἂν δὲν κάνετε ὅπως πρέπει τὰ καθήκοντά σας, θὰ ἔχετε νὰ κάνετε μὲ τὸν Ἀλλάχ! Ἔκπληξις! Ἄλλη περίπτωσις. Στὴν Ἀντιγόνη ἦταν ἕνας ἐφημέριος μὲ πέντε παιδιά. Τά μπλεξε μὲ μιὰν Ἀρμένισσα καὶ παρατάει τὴν οἰκογένειά του. Τὸ μαθαίνει ὁ χότζας τοῦ νησιοῦ, τὸν πλησιάζει καὶ τὸν νουθετεῖ: «Μεγάλη ἁμαρτία κάνεις, παπὰζ ἐφέντη! Εἶσαι ἱερεύς. Αὐτὸ εἶναι μεγάλη ὑπόθεσις! Ἔχεις εὐθύνη στὸν Θεὸ καὶ στὸ Γένος σου. Τίποτε δὲν σᾶς λείπει. Ξέρουμε ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο σᾶς φροντίζει. Ξανασκέψου το! Ντροπή, γιατί τὸ κάνῃς αὐτό;». Δυστυχῶς ὁ ταλαίπωρος δὲν τὸν ἄκουσε καὶ καθῃρέθη. Τὸ παράδοξον καὶ λυπηρὸν τοῦ πράγματος εἶναι ὅτι αὐτὸς τώρα κάνει τὸν ξεναγὸ στὴν Πόλι, ἀκόμα καὶ μέσα στὸ Πατριαρχεῖο! Γνωρίζω, ὅμως, καὶ μιὰ ἐντελῶς ἀντίθετη ἱστορία. Τὴν ἔζησα προσωπικῶς. Μιὰ ἱστορία μεγάλης μετανοίας. Φυσικά, δὲν θὰ ἀναφερθῶ σὲ ὀνόματα ἢ ναούς. Βρίσκομαι σ ἕνα πανηγυρίζοντα ἱερὸ ναὸ κάπου στὴν Πόλι. Μέσα στὸ ἱερὸ βῆμα βλέπω ἕνα (γιὰ νεωκόρος μοῦ φάνηκε) ποὺ ἐγνώριζε τὰ πάντα ἀπὸ τάξη. Ἄριστος στὴν διακονία του. Στὸ τέλος, μὲ τὴν ἀπόλυσι, τὸν πλησιάζω καὶ τὸν συγχαίρω: -Μπράβο! Εἶσαι ὁ καλύτερος νεωκόρος ποὺ ἔχω συναντήσῃ! Ἀμέσως αὐτὸς ἄρχισε νὰ κλαίῃ! -Μήπως σὲ προσέβαλα, ζητῶ συγγνώμη, τοῦ λέγω. -Ὄχι, πάτερ. Ἀλλὰ δὲν εἶμαι νεωκόρος. Εἶμαι καθῃρημένος διάκονος, καὶ μένω στὴν Ἑλλάδα χρόνια τώρα, δουλεύοντας ὡς καθηγητής. Συζητήσαμε ἐπ ἀρκετόν. Κατάλαβα ὅτι δὲν ὑπῆρχαν ἠθικοὶ λόγοι. Μόνον λόγοι ἀνυπακοῆς. -Ἄκου, τοῦ λέγω, ἂν διετηρήθης καθαρός, πήγαινε στὸν Πατριάρχη. Βάλε μετάνοια. Ζήτησε συγγνώμη. Αὐτὸς θὰ σὲ δεχθῇ καὶ θὰ σὲ ἐπαναφέρῃ. Εἴπαμε κι ἄλλα πολλά. Σκορπίσαμε. Μετὰ ἀπὸ 2-3 χρόνια βρέθηκα πάλι στὴν Πόλι σὲ κάποιον ἄλλο ναό. Διακονοῦσε ἕνας διάκονος. Δὲν μοῦ πῆγε στὸ νοῦ τίποτε. Μετὰ τὴν ἀπό- 14

λυσι μὲ πλησιάζει, μὲ ἀγκαλιάζει, μὲ φιλάει, δακρύζει. -Δὲν μὲ θυμᾶσαι; Εἶμαι ὁ τάδε, κι ὅλα ἔγιναν ὅπως μοῦ εἶπες! Τώρα πλέον ὡς ἱερεὺς ἄμισθος ὑπηρετεῖ μὲ ζῆλο πολὺ σὲ ἐκκλησία τῆς Πόλης! Καλή του ὥρα! Ἔχω δὲ διαπιστώσει ὅτι καλοὶ ἐφημέριοι διεμβολίζουν τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ πολλάκις οἱ σχέσεις τους εἶναι φιλικές ἐξαιροῦνται βεβαίως οἱ γκρίζοι λύκοι. Στὰ Σεπτεμβριανὰ ὅλες οἱ ἐκκλησίες τῆς Πόλεως καὶ τῶν ὁμόρων Μητροπόλεων ὑπέστησαν δῃώσεις, καταστροφὲς καὶ ἱεροσυλίες ἀφάνταστες. Μιά, ὅμως, ἐγλύτωσε. Ποιά; Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι στὸ Φερίκιοϊ. Τὸ τί θὰ συνέβαινε ἐκείνη τὴν φοβερὴ ἀποφράδα νύχτα, στοὺς λεγάμενους (στοὺς τούρκους δηλαδή) ἦταν γνωστὸ ἀπὸ ἡμερῶν πολλῶν. Ἔγινε θέμα συζητήσεως στοὺς θαμῶνες τοῦ ἀπέναντι τοῦ ἱεροῦ ναοῦ καφενείου. Ψιλοκουβεντιάζουν οἱ τοῦρκοι μεταξύ τους. Ἄλλοι ὑπέρ, ἄλλοι κατά. Κάποιος ἐπεμβαίνει. -Πρέπει νὰ προστατέψουμε τὴν ῥωμαίϊκη ἐκκλησία, διότι σ αὐτήν, τὸ ξέρετε ὅλοι, εἶναι ἕνας παπᾶς ποὺ μᾶς βοηθάει στὶς ἀνάγκες μας, στὶς ἀῤῥώστιες μας, στὴν ἀνέχειά μας. -Πάψε, ῥέ! Παραμύθια! λένε οἱ φωνασκοῦντες ἀντιτιθέμενοι. -Θὰ σᾶς τὸ ἀποδείξω! Ἀμέσως κιόλας. Δὲν ἔχω οὔτε μιὰ λίρα πάνω μου, ψάξτε με! Θὰ πάω στὸ σπίτι τοῦ παπᾶ καὶ θὰ σᾶς φέρω 500 λίρες! Πάει, λοιπόν, καὶ χτυπάει τὴν πόρτα. Ζητάει τὰ χρήματα παρακαλῶντας, λέγοντας πὼς ἔχει μεγάλη ἀνάγκη, ἄῤῥωστη γυναίκα καὶ ἄλλα τέτοια. Ὁ παπᾶς ἀπαντᾶ: -Βρὲ παιδί μου, δὲν ἔχω τόσα χρήματα πάνω μου, καὶ μάλιστα τέτοια ὥρα. Θὰ ζητήσω καὶ ἀπὸ τὶς ἀδελφές μου, ὅμως. Περίμενε! Συγκεντρώνει τὸ ποσὸν καὶ τοῦ τὸ δίδει. Τότε ὁ τοῦρκος τρέχει στὸ καφενεῖο καὶ κρατῶντας τὰ χρήματα στὰ χέρια του ψηλὰ καὶ δείχνοντάς τα φωνάζει στοὺς ὁμοφύλους του: -Βλέπετε, ὅλοι; Αὐτὸς εἶναι ὁ παπᾶς! Ἔτσι, λοιπόν, ἐκεῖνο τὸ φρικτὸ βράδυ τοῦ 1955, ὅλοι οἱ τοῦρκοι γείτονες περικύκλωσαν τὴν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ὅταν ἄρχισαν νὰ ἔρχονται οἱ παρακρατικοὶ τραμποῦκοι καὶ ὁ μαινόμενος ὄχλος μὲ ῥόπαλα καὶ μαχαίρια, βρῆκαν τοὺς ὁμοθρήσκους τους νὰ προασπίζονται ἀποφασισμένοι τὸν ἱερὸ ναό «θὰ περάσετε πάνω ἀπ τὰ πτώματά μας καὶ ὕστερα θὰ πειράξετε τὸν ναὸ καὶ τὸν παπᾶ»! Τὸ ὄνομα τοῦ ἐφημερίου; Δημήτριος Παπαδόπουλος. «Ἄνους» κατὰ τὸν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Ταπεινὸς καὶ ἀπέριττος, εὐλαβὴς καὶ ἀφανής. Ποιός Δημήτριος; Ὁ κατόπιν Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Δημήτριος! Ἀπὸ τοὺς καλυτέρους Πατριάρχας τοῦ 20οῦ αἰῶνος! Ἂς εἶναι αὐτὰ τὰ ὀλίγα, ταπεινὸ μνημόσυνο γι αὐτὸν τὸν ὑπέροχο Πατριάρχη! Ὑπάρχουν, ἀδελφοὶ συλλειτουργοί, καὶ ἄλλα πολλά. Ἐνθυμοῦμαι ὅμως τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο ποὺ λέγει ὅτι ὁ λόγος δὲν πρέπει νὰ γίνεται «ἀηδὴς διὰ τὸν κόρον» διὸ καὶ τελειώνω ἐδῶ. Αὐτοὶ οἱ πρεσβύτεροι ἀξίζουν τὸν θαυμασμό μας. Χωρὶς ποίμνιο, χωρὶς «τυχερά», χωρὶς κρατικὴ ἐνίσχυσι, χωρὶς καμμιὰ ἐξουσία (σημειωτέον πὼς ἡ κρατικὴ ἐξουσία ἐκεῖ δὲν ἀναγνωρίζει καθόλου τοὺς κληρικοὺς παρὰ μόνον τοὺς ἐφοροεπιτρόπους τῶν βακουφίων, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι εἶναι ὡς μὴ ὑπάρχοντες), γαντζωμένοι σὰν τὰ στρείδια στὸν βράχο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, χτυποῦν καμπάνα καὶ μ αὐτὴν διαλαλοῦν ὅτι ὑπάρχουν, ὅτι ἡ Ῥωμηοσύνη ζῇ καὶ θὰ ζῇ ἕως ὅτου ἔλθῃ ὁ Εὐλογημένος. Ἀμήν. 15

Ὁ πύργος τῆς Παχειᾶς Ἄμμου Ἱεράπετρας Δημήτρη Λ. Παπαδάκη, Φιλολόγου, πρώην Λυκειάρχη, προέδρου τοῦ Λογοτεχνικοῦ Συνδέσμου Ἡρακλείου Στήν ἱερή μνήμη τοῦ ἐξαδέλφου μου Κωστῆ Ν. Τσομπανάκη Τό Νοέμβριο τοῦ 1867 ἡ Ὑψηλή Πύλη ἔστειλε στήν Κρήτη τόν Χουσεΐν Ἀβνή πασά, γιά νά καταστείλει τή Μεγάλη Ἐπανάσταση. Ἐκεῖνος ἀκολούθησε πολεμική τακτική διαφορετική ἀπό τούς προκατόχους του. Ἐγκατέλειψε τίς μεγάλες ἐκστρατεῖες, πού ἔφθειραν τό στρατό χωρίς ἀποτέλεσμα. Διαίρεσε τήν Κρήτη σέ πέντε τμήματα. Οἱ διοικητές τους δέ, ἔπειτα ἀπό διαταγή του, ἔκτισαν στρατιωτικούς πύργους (κουλέδες) 1 σέ ἐπίκαιρα σημεῖα, σέ ὑψηλούς λόφους, σέ σταυροδρόμια, σέ περάσματα καί σέ παραλίες, καί σέ κάθε τμῆμα μεγαλύτερο πύργο (kisla). Οἱ πύργοι αὐτοί εἶχαν ἁλυσιδωτή ἐπικοινωνία μεταξύ τους. Συγκεκριμένα κάθε πύργος εἶχε ὀπτική ἐπαφή μέ τόν προηγούμενο καί τόν ἑπόμενό του. Στούς πύργους ἐγκατέστησε ὁ Ἀβνή πασάς μόνιμες στρατιωτικές μονάδες, ἔργο τῶν ὁποίων ἦταν νά ξεκαθαρίσουν ἀπό τούς ἐπαναστάτες τήν ἐλεγχόμενη ἀπό αὐτούς περιοχή, νά ἐμποδίζουν τήν ἐπικοινωνία τῶν ἐπαναστατῶν τῶν διαφόρων περιοχῶν, νά ἐπιτηροῦν τά παράλια, ὥστε νά μήν εἶναι δυνατόν νά προσεγγίζουν σέ αὐτά πλοῖα ἀπό τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, τά ὁποῖα ἐφοδίαζαν τούς ἐπαναστάτες μέ πολεμοφόδια καί τρόφιμα, καί σέ περίπτωση κινδύνου νά εἰδοποιοῦν τόν κισλά, ὅπου ἔμενε πολύς τουρκικός στρατός, μέ τό ὀπτικό σύστημα, μέ τίς φωτιές (φρυκτωρίες). Τοῦτο τό σύστημα, ἄς σημειωθεῖ, πρῶτοι χρησιμοποίησαν οἱ Μινωίτες, σύμφωνα μέ ἔρευνα τοῦ ἀρχαιολόγου Νίκου Παναγιωτάκη 2, καί ἔπειτα οἱ Πέρσες, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, κατά τόν Ὅμηρο, τόν Αἰσχύλο καί τόν Θουκυδίδη, οἱ ὁποῖοι τό ἀναφέρουν στά κείμενά τους. Γιά τό κτίσιμο τῶν πύργων ὁ Ἀβνή πασάς ἔφερε Βουλγάρους καί Ἀρμένιους ἀπό τήν Πόλη. Οἱ Κρητικοί βέβαια ἀντέδρασαν στό κτίσιμό τους. Παρενοχλοῦσαν τούς κτίστες μέ ἁψιμαχίες, τή νύχτα δέ, ὅταν εἶχαν τήν εὐκαιρία, γκρέμιζαν τά κτίσματα καί χαλοῦσαν τά ἀσβεστοκάμινα, πού παρεῖχαν τόν ἀσβέστη γιά τό κτίσιμό τους καί ἔβαζαν φωτιά στούς θάμνους καί τά χαμόδενδρα, πού καῖγαν οἱ ἀσβεστάδες. Παρά τήν ἀντίδραση τῶν Κρητικῶν, «οἱ πύργοι», γράφει παραστατικά ὁ Παντελής Πρεβελάκης, εἴχανε ξαπλωθεῖ στό νησί σάν τίποτα σαραντάπηχοι τοῦ παραμυθιοῦ, πετρωμένοι καί ἀσάλευτοι, ὅμως ἑκατοντακέφαλοι». Συγκεκριμένα τόν Αὔγουστο τοῦ 1868 οἱ πύργοι ἦταν πάνω ἀπό 60 καί μετά ἀπό δύο μῆνες 150 3. Τό στρατιωτικό σχέδιο τοῦ Χουσεΐν Ἀβνῆ ἦταν ἀποτελεσματικό. Ὁ θαλασσόλυκος Νικόλαος Σουμερλῆς γράφει στό Ἡμερολόγιο τοῦ πλοίου. «Πλοῦς ΚΓ. 6 Νοεμβρίου 1868. Ἀτμόπλοιον Ἕνωσις. Πρέπει νά παρατηρήσωμεν ἐνταῦθα ὅτι οἱ ἐφεξῆς πλοῖ εἶναι ἔτι κινδυνωδέστεροι τῶν προηγουμένων (...). Ἐπειδή ἡ ἐπανάστασις ἐξησθένει, οἱ ἐχθροί ἠδυνήθησαν νά καταλάβωσι τάς ἐπικαίρους θέσεις διά ξηρᾶς καί νά κτίσωσι πύργους ἐκεῖ, ὅπου ἡμεῖς διά θαλάσσης προσηγγίζομεν» 4. Ἐπίσης στό ἴδιο ἡμερολόγιο γράφει: «Αὐτό πού δέν κατάφεραν οἱ Τοῦρκοι μέ μιά ὁλάκερη ἁρμάδα, πού δέν ἔσβηνε ποτέ τά καζάνια της, τό πετύχανε μέ τό πάτημα τῆς γυρογιαλιᾶς καί μέ τούς κουλέδες πού χτίσανε. Δέν ἀπέμεινε κόρφος, καραβοστάσι ἤ ἀπολίμανο πού νά μή φυλάγεται. Ἡ Κρήτη γυροζώστηκε μέ σίδερο». Τό κτίσιμο τῶν πύργων ἦταν ἡ κύρια αἰτία τῆς ἀποτυχίας τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1866. Στόν Ἰσθμό τῆς Ἐπαρχίας Ἱεράπετρας, πού ἔχει μῆκος 14 χιλιόμετρα, ὁ Ἀβνή πασάς ἔκτισε τέσσερις πύργους, τῆς Παχειᾶς Ἄμμου, τῆς Βασιλικῆς, στήν κορυφή τοῦ λόφου Κεφάλα, τῆς Ἐπισκοπῆς, σέ μικρό λόφο βορειοανατολικά της, καί τοῦ Κεντριοῦ, στή θέση ὅπου βρίσκεται σήμερα τό δημοτικό σχολεῖο του. Στήν πρωτεύουσα τῆς Ἐπαρχίας, τήν Ἱεράπετρα, δέν ἔκτισε κισλά. Χρησιμοποίησε τό ἰσχυρό φρούριο, τόν Καλέ (λέξη τουρκική Kale: φρούριο), 16

πού ἔκτισαν οἱ Ἑνετοί στίς ἀρχές περίπου τοῦ 13ου αἰώνα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν πειρατικῶν ἐπιδρομῶν. Ὁ πύργος τῆς Παχειᾶς Ἄμμου βρίσκεται 600 μέτρα ἀνατολικά τοῦ χωριοῦ καί 200 μέτρα ἀπό τό μυχό τοῦ κόλπου τοῦ Μεραμπέλλου. Λίγα μέτρα πιό πέρα διέρχεται ὁ δρόμος, πού συνδέει τίς Ἐπαρχίες Σητείας, Ἱεράπετρας καί Μεραμπέλλου. Ἐπίσης λίγα μέτρα πιό πέρα ἀπό τόν πύργο ἀρχίζει ὁ δρόμος, κάθετος στόν κεντρικό, ὁ ὁποῖος διασχίζοντας τόν ἐπίπεδο Ἰσθμό φτάνει στήν Ἱεράπετρα. Ἡ φρουρά τοῦ πύργου ἤλεγχε τό κυρίως πέρασμα τῶν ἐπαναστατῶν ἀπό τίς Ἐπαρχίες Σητείας καί Μεραμπέλλου στήν Ἐπαρχία Ἱεράπετρας καί ἐπιτηροῦσε τόν ἀβαθύ μυχό τοῦ κόλπου τοῦ Μεραμβέλλου, ὅπου ἦταν δυνατό νά προσεγγίσουν πλοῖα ἀπό τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, πού τό βύθισμά τους ἦταν μικρό, καί νά μεταφέρουν πολεμοφόδια καί τρόφιμα. Ἄς σημειωθεῖ ὅτι οἱ Γερμανοί τήν κατοχή (1941-1944) ὀχύρωσαν τή θέση, ὅπου ἦταν ὁ πύργος, μέ τίς ἀνορύξεις χαρακωμάτων καί τήν κατασκευή Bunker (πυροβολείου), ἐπειδή φοβοῦνταν ἀπόβαση ἐκεῖ Συμμαχικῶν Δυνάμεων. Τοῦ πύργου αὐτοῦ σήμερα σώζονται ἴχνη, λίγες πέτρες σφηνωμένες στό ἔδαφος. Σύμφωνα μέ αὐτά ἡ κατεύθυνσή του ἦταν ἀπό βορρά πρός νότο καί τό σχῆμα του ἦταν ὀρθογώνιο. Κατά τή μαρτυρία δέ στό γράφοντα τό 1980 τοῦ Γεωργίου Ἐ. Περράκη, κατοίκου Βασιλικῆς, πού πήγαινε στόν πύργο μικρός, ἦταν διώροφος καί πολύ ὑψηλός 5. Οἱ τοῖχοι ἦταν παχεῖς, κτισμένοι μέ πελεκημένες πέτρες καί κουρασάνι (εἶδος συνδετικοῦ κονιάματος, πού γίνεται μέ προσθήκη τριμμένου κεραμιδιοῦ σέ ἀσβεστοκονίαμα), ἔφερε δέ πολλές τουφεκίστρες. Στό ἐσωτερικό του ὑπῆρχαν ξύλινες σκάλες, μέ τίς ὁποῖες ἀνέβαιναν στίς ἐπάλξεις του. Δίπλα στόν πύργο, στό δυτικό μέρος του, ὑπῆρχε σαρνίτσι, πού ἀσφαλῶς δεχόταν τά ὄμβρια ὕδατα ἀπό τήν ὀροφή τοῦ πύργου. Ἡ φρουρά τοῦ πύργου αὐτοῦ σέ περίπτωση κινδύνου εἰδοποιοῦσε μέ φωτιά τή φρουρά τοῦ πύργου τῆς Βασιλικῆς. Μέ τόν τρόπο αὐτό μέσῳ τῶν φρουρῶν τῶν πύργων τῆς Ἐπισκοπῆς καί τοῦ Κεντριοῦ ἔφτανε τό μήνυμα στό φρούριο τῆς Ἱεράπετρας. Γύρω ἀπό τόν πύργο τῆς Παχειᾶς Ἄμμου συνήφθησαν πολλές μάχες. Σύμφωνα μέ τό Α/Α 385/φ. 9β/1/ ἔγγραφο, πού Κοντά στή θάλασσα καί στό λόφο Χαλέπα, σέ λευκό χρῶμα, ὅπως ἀναγράφεται στό πίσω μέρος τῆς φωτογραφίας, τμῆμα τοῦ πύργου, τό ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Νικολάου καί ἡ ἔπαυλη τοῦ Richard Saeger 28. βρίσκεται στό Ἱστορικό Μουσεῖο Κρήτης (Ἡράκλειο) καί δημοσίευσε ὁ καθηγητής Πανεπιστημίου Θεοχάρης Ἐ. Δετοράκης στό περιοδικό «Ἀμάλθεια», στίς ἀρχές Ἰανουαρίου 1868 ἀρχηγοί τῶν ἐπαναστατῶν μέ τούς ἄνδρες τους, πού βρίσκονταν στήν Κριτσά, πῆγαν στή θέση Παχειά Ἄμμος 6, γιά νά προσβάλουν περίπου 6.000 Τούρκους, πού εἶχαν στρατοπεδεύσει γύρω ἀπό τόν πύργο. Στό πολεμικό συμβούλιο οἱ ἀρχηγοί ἀνέθεσαν στόν ἀρχηγό τῆς Ἐπαρχίας Μεραμπέλλου Ματθαῖο Σφακιανάκη τή διοίκηση τῶν ἐθελοντῶν καί τῶν ἐντοπίων, στό γενικό δέ ἀρχηγό τῶν Ἕξ Ἀνατολικῶν Ἐπαρχιῶν τῆς Κρήτης Κωνσταντίνο Σφακιανάκη, ἀδελφό τοῦ Ματθαίου, καί στούς ἀρχηγούς Μεραμπέλλου Κωνσταντίνο Κοζύρη καί Ρουσάκη τή διοίκηση τῶν ἐφίππων ὁπλιτῶν. Οἱ ἔφιπποι ὁπλίτες τοποθετήθηκαν στήν παραλία. Ὁ Ματθαῖος Σφακιανάκης, ἀφοῦ τοποθέτησε σέ κατάλληλες θέσεις τούς ἄνδρες του, ἔδωσε τό σύνθημα τῆς ἐπίθεσης. Ἡ μάχη ἦταν σφοδρή. Οἱ ἐπαναστάτες πολέμησαν μέ γενναιότητα. Δέν κάμφθηκαν στόν καταιγισμό σφαιρῶν τοῦ ἐχθροῦ. Στή μάχη παραλίγο νά φονευθεῖ ὁ Ματθαῖος Σφακιανάκης. Ὁ Ματθαῖος Σφακιανάκης βλέποντας ὅτι, ἔπειτα ἀπό μάχη πέντε ὡρῶν, τά πυρομαχικά ἐξαντλοῦνταν, ἔδωσε τό σύνθημα τῆς ὑποχώρησης, ἡ ὁποία ἔγινε μέ τάξη. Οἱ ἐπαναστάτες ἐπέστρεψαν στήν Κριτσά, ὅπου πανηγύρισαν τήν ἀναίμακτη γι αὐτούς μάχη 7. Στίς 7 Ἀπριλίου 1868 οἱ ὁπλαρχηγοί Μανώλης Κοκκίνης, Κωνσταντίνος Κοζυράκης, Ἰωάν- 17

18 Τό Bunker. νης Μουρέλλος, Ἀναγνώστης Χρυσάκης, Δημήτρης Μηλιός, Γεώργιος Χατζάκης, Δ. Ἀνδρουλάκης, Νικόλαος Φρουδάκης, Μανώλης Λακέρδας, πού ἦταν στήν Κριτσά, μέ πεζούς καί ἱππεῖς καί ἄλλοι ὁπλαρχηγοί ἀπό τή Μονή Φανερωμένης μέ τούς ἄνδρες τους πῆγαν στήν Παχειά Ἄμμο, γιά νά προσβάλουν τούς Τούρκους στόν ἐκεῖ πύργο καί στή Βασιλική. Τήν ἴδια ἡμέρα ὁ γενικός ἀρχηγός Κωνσταντίνος Σφακιανάκης καί οἱ ὁπλαρχηγοί παπάς Ἐμμανουήλ Γιαμαλάκης, Σήφης Δερμιτζάκης, Ἰωάννης Τζαβολάκης, Νικόλαος Νικολαΐδης μέ τούς ἄνδρες τους πῆγαν στήν Ἄσαρη 8. Ἀπό ἐκεῖ ἔστειλαν φρουρές στήν Καπιστριανή Κεφάλα 9, στό Σταυρό 10, στό Τρουλωτό Κεφάλι 11, στόν Ἀγκιναρά 12 καί στήν Ἀνεμοσπηλιάρα 13. Πολλοί δέ ἐπαναστάτες ἀπέκλεισαν τούς Τούρκους στό φρούριο Καλέ τῆς Ἱεράπετρας, ὥστε νά μήν μποροῦν νά σπεύσουν σέ βοήθεια τῶν Τούρκων στήν Παχειά Ἄμμο καί Βασιλική. Ἡ ἐπίθεση ἄρχισε λίγο πρίν ἀπό τό μεσημέρι. Οἱ Τοῦρκοι, πού στάθμευαν στήν Ἐπισκοπή, ἔσπευσαν σέ βοήθεια τῶν Τούρκων, πού μάχονταν στήν Παχειά Ἄμμο καί τή Βασιλική. Ὅμως ἀποκρούσθηκαν ἀπό τούς ἐπαναστάτες, πού ἦταν στό Τρουλωτό κεφάλι. Καί οἱ Τοῦρκοι τῆς Βασιλικῆς, πού ἐξόρμησαν κατά τῶν ἐπαναστατῶν, ἀποκρούσθηκαν καί ἀναγκάστηκαν νά ὑποχωρήσουν στίς θέσεις τους. Στήν Παχειά Ἄμμο οἱ Τοῦρκοι ἐξῆλθαν ἀπό τόν κουλέ καί ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τῶν ἐφίππων ἐπαναστατῶν. Τότε οἱ πεζοί ἀπό τή θέση Ἅγιος Νικόλαος 14 καί ἀπό τό βουνό Μούτσουνας 15 τούς χτύπησαν μέ καταιγισμό πυρός. Ἡ μάχη κράτησε ὥς τά μεσάνυχτα, ὁπότε οἱ ἐπαναστάτες ἀποσύρθηκαν ἄλλοι στούς Μεσελέρους καί ἄλλοι στό Καλό Χωριό. Ἀπό τούς ἐπαναστάτες σκοτώθηκε ὁ Γ. Στραβοδοξαριανός καί τραυματίστηκαν πέντε, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ὁ στρατιώτης τοῦ ἱππικοῦ Ἀθανάσιος Λάιος, ἐνῶ οἱ Τοῦρκοι εἶχαν βαρύτατες ἀπώλειες σέ νεκρούς καί τραυματίες 16. Τή νύχτα τῆς 20 πρός 21 Ἀπριλίου τοῦ 1868 οἱ ὁπλαρχηγοί Νικόλαος Νικολαΐδης, Σήφης Δερμιτζάκης καί Ἰωάννης Τζαβολάκης μέ τούς ἄνδρες τους ἐπιτέθηκαν κατά τῆς φρουρᾶς τοῦ πύργου τῆς Παχειᾶς Ἄμμου 17. Ἡ ἔκρηξη τοῦ νέου ρωσοτουρκικοῦ πολέμου τήν ἄνοιξη τοῦ 1877 ἦταν μιά καλή εὐκαιρία γιά τήν ὀργάνωση ἐπαναστατικοῦ κινήματος στήν Κρήτη. Ἦταν προφανές ὅτι ἡ Τουρκία, ἀπασχολημένη στόν πόλεμο αὐτό, δέν εἶχε τή δυνατότητα νά στείλει δυνάμεις στήν Κρήτη. Ἔτσι περί τά μέσα Ἰανουαρίου τοῦ 1878 ἄρχισε ἡ ἐπανάσταση στή δυτική Κρήτη καί ἐπεκτάθηκε τάχιστα στίς ἀνατολικές ἐπαρχίες. Ὥς τά τέλη Μαρτίου ὁλόκληρη ἡ Κρήτη βρισκόταν κάτω ἀπό τόν ἔλεγχο τῶν ἐπαναστατῶν, ἐκτός ἀπό τά φρούρια τῆς Γραμβούσας, τῆς Κισάμου, τῶν Χανίων, τοῦ Ἰτζεδίν, τοῦ Ρεθύμνου, τοῦ Ἡρακλείου, τῆς Σπιναλόγκας καί τῆς Ἱεράπετρας, ὅπου κατέφυγαν οἱ Τοῦρκοι τῆς ὑπαίθρου. Ὅταν οἱ ἐπαναστάτες τοῦ Νομοῦ Λασιθίου πληροφορήθηκαν ὅτι, ἔπειτα ἀπό τήν ὁλοκληρωτική ἧττα τῆς Τουρκίας στόν πόλεμο μέ τή Ρωσία, συνῆλθε Εὐρωπαϊκό Συνέδριο στό Βερολίνο (Ἰούνιος-Ἰούλιος 1878), τό ὁποῖο θά διευθετοῦσε τά προβλήματα πού προέκυψαν ἀπό τό ρωσοτουρκικό πόλεμο καί θά κανόνιζε τήν τύχη τῶν ὑπό τήν Τουρκία λαῶν, ἀποφάσισαν νά καταλάβουν τά φρούρια τῆς Σπιναλόγκας, τῆς Ἱεράπετρας καί τῆς Παχειᾶς Ἄμμου, γιά νά φανεῖ ὅτι ὅλη ἡ Κρήτη διατελεῖ σέ ἐπανάσταση. Τό ἐγχείρημα αὐτό δέν ἦταν εὔκολο. Τό Γενικό Ἀρχηγεῖο τῶν Ἀνατολικῶν Ἐπαρχιῶν τῆς Κρήτης κατά τήν ἐπανάσταση τοῦ 1878 στό ὑπό χρονολογία 16 Ἰουνίου 1878 ἔγγραφό του πρός τήν ἐπί τῶν Κρητικῶν Ἐπιτροπή στήν Ἀθήνα, πού ὑπογράφουν ὁ γενικός ἀρχηγός Κωνσταντίνος Σφακιανάκης, ὁ ὑπαρχηγός Ἀντώνιος Ζωγράφος-Ξανθουδίδης καί ὁ ἀρχιγραμματέας Δράκος Σφακιανάκης, ἀναφέρει: «Διετάξαμεν συγκέντρωσιν ἀληθῶς μέν μείζονα τῶν μέσων, ἅτινα διαθέτομεν, οὐχ ἧττον ὅμως βασιζό-

μενοι εἰς τό φρόνημα καί τάς διαθέσεις τῶν ὑπό τάς διαταγάς μας ἀρχηγῶν καί λοιπῶν ἐπαναστατῶν δέν ἐψεύσθημεν τῶν προσδοκιῶν μας, καθότι εἰς τήν πρώτην ἡμῶν πρόσκλησιν προθύμως ἔδραμον οἱ προσκληθέντες διανύσαντες οἱ πλεῖστοι μιᾶς καί δύο ἡμερῶν ὁδόν καί φέροντες ἕκαστος ἐν τῇ πήρᾳ καί ἐξ ἰδίων τριῶν καί τεσσάρων ἡμερῶν ἄρτον, διότι τό χρηματικόν, ὅπερ εἶχε κατ αὐτάς ἡ Ἐπιτροπή, ἦτο ἐλάχιστον καί δέν ἐπήρκει οὔτε διά δύο ἡμερῶν προσφάγιον (...). Ἐμάθομεν μέν ἐκ τῶν πρός τήν Ἐπιτροπήν μας ὑμετέρων ἐπιστολῶν, ὅτι ἀποστέλλεται ἀτμόπλοιον μέ φορτίον εἰς τό πρό πολλοῦ ὑποδειχθέν μέρος κατά Τρίτην ἤ Τετάρτην τῆς παρούσης ἑβδομάδος, ἀλλά δυστυχῶς μέχρι σήμερον Παρασκευή ματαίως περιμένομεν» 18. Παρά τίς δυσκολίες αὐτές, στίς 13 Ἰουνίου19 οἱ ὁπλαρχηγοί Ἐμμανουήλ Κοκκίνης, Μανώλης Λακέρδας, Κωνσταντίνος Κουνδουράκης, Ἐμμανουήλ Χατζάκης καί Ἰωάννης Παπαμαστοράκης μέ τούς ἄνδρες τους ὑπό τήν ἀρχηγία τοῦ Κωνσταντίνου Σφακιανάκη προσέβαλαν τό φρούριο τῆς Ἱεράπετρας. Ὁ Κωνσταντίνος δέ Κοζυράκης μέ τούς ἄνδρες του πολιόρκησε τόν πύργο τῆς Παχειᾶς Ἄμμου, γιά νά μή σπεύσει ἡ φρουρά του στήν Ἱεράπετρα καί χτυπήσει ἀπό τά νώτα τούς ἐπαναστάτες, πού μάχονταν γύρω ἀπό τό φρούριό της. Δυστυχῶς ἡ ἐκπόρθηση τοῦ φρουρίου δέν ἐπιτεύχθηκε 20. Τόν Ἰούλιο τοῦ 1889, ἐνῶ ἡ Κρήτη βρισκόταν σέ ἐξέγερση, οἱ πρόκριτοι τῆς Ἐπαρχίας Σητείας συνῆλθαν σέ μυστική συνεδρίαση στήν πόλη τῆς Σητείας. Ἐκεῖ ἀποφασίσθηκε ὁ Ἐμμανουήλ Φουνταλίδης μέ πολλούς ἄνδρες νά καταλάβει τόν πύργο τῆς Παχειᾶς Ἄμμου καί τούς κοντά σ αὐτόν πύργους, γιά νά μήν περιέλθουν πάλι στήν κατοχή τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ, ὁπότε θά ἀπομονωνόταν ἡ Ἐπαρχία Σητείας ἀπό τή λοιπή Κρήτη. Ὅμως ὁ Φουνταλίδης, ἐπειδή φοβήθηκε τά ἀντίποινα τῶν Τούρκων σέ τυχόν ἀποτυχία τοῦ λίαν τολμηροῦ ἐγχειρήματος, ἀνέβαλε τήν πραγματοποίηση τῆς ἀπόφασης τῶν προκρίτων 21. Ἔτσι ὁ τουρκικός στρατός κατέλαβε τούς πύργους. Ἄς σημειωθεῖ ὅτι τό ἐπαναστατικό κίνημα καταπνίγηκε ἀπό τούς Τούρκους, διότι δέν ὑποστηρίχθηκε ἀπό τήν Κυβέρνηση τοῦ Τρικούπη, ἡ ὁποία πίστευε ὅτι οἱ ἐπικρατοῦσες συνθῆκες γιά τήν ἐπιτυχία τῆς ἐπανάστασης δέν ἦταν εὐνοϊκές. Ὁ πύργος τῆς Βασιλικῆς. Στόν πύργο τῆς Παχειᾶς Ἄμμου οἱ ἐπαναστάτες προκάλεσαν μεγάλες φθορές κατά τίς ἐπαναστάσεις τοῦ 1895 καί 1897-1898 22. Τμῆμα του ὑπῆρχε τό 1904, σύμφωνα μέ τή φωτογραφία πού παραθέτω. Στίς 2 Μαρτίου τοῦ 1901 ὁ ἐπί τῶν οἰκονομικῶν σύμβουλος τῆς Κρητικῆς πολιτείας Κωνσταντίνος Μ. Φούμης προκήρυξε ἐπαναληπτική δημοπρασία πωλουμένων κτημάτων τοῦ δημοσίου. Στή δημοπρασία αὐτή περιλαμβάνονται «οἱ εἰς τάς θέσεις Κεντρί, Πισκοπή (Ἐπισκοπή), παρά τήν Βασιλικήν καί εἰς Παχύν Ἄμμον πύργοι». Ἡ ἐπιτροπεία τοῦ δημοσίου διενήργησε, σύμφωνα μέ τήν προκήρυξη, τή δημοπρασία στίς 5 Ἀπριλίου τοῦ ἴδιου ἔτους καί ὥρα 10-12 π.μ. 23. Στή δημοπρασία αὐτή ὁ πύργος τῆς Παχειᾶς Ἄμμου καί ὁ γύρω χῶρος του κατακυρώθηκε σέ κάτοικο τῆς Βασιλικῆς. Ἐκεῖνος μέ συγχωριανούς του γκρέμισε τό σωζόμενο τμῆμα τοῦ πύργου, πού τούς θύμιζε τήν τουρκική τυραννία, καί φύτεψε ἀμπέλι. Οἱ πέτρες του δέ χρησιμοποιήθηκαν γιά τό κτίσιμο οἰκιῶν στή Βασιλική. Σήμερα τήν ὕπαρξη τοῦ πύργου φανερώνουν «γεγλυμμέναι ἐπιγραφαί ἐπί τοῦ ἐδάφους». Ὅπως μοῦ εἶπε ὁ ἐξάδελφός μου Δημήτρης Μ. Κωστάκης, ἔγκριτος δικηγόρος καί ἀφιλοκερδής δάσκαλός μου, ὅταν ἦταν φοιτητής, κατά τήν προετοιμασία μου γιά τίς εἰσαγωγικές ἐξετάσεις τοῦ γυμνασίου, τό ἀγρόκτημά του, πού βρίσκεται στή θέση τοῦ πύργου, λέγεται Κάστελος 24. Ἐπίσης ὅπως μοῦ εἶπε ὁ ἐξαδελφός μου Μανώλης Γ. Περράκης, τό ἀγρόκτημά του, πού εἶναι ἀπέναντι ἀπό τή θέση τοῦ πύργου καί στό ὁποῖο ἔχει κτίσει τήν οἰκία του, λέ- 19

Ὁ πύργος τῆς Ἐπισκοπῆς. γεται κουλές. Ἡ πώληση τουρκικῶν πύργων ἀπό τήν Κρητική Πολιτεία εἶναι λάθος. Ἐπίσης λάθος εἶναι ἡ κατεδάφιση τοῦ πύργου τῆς Παχειᾶς Ἄμμου, ὅπως βέβαια καί ἄλλων πύργων. Οἱ πύργοι τῶν κατακτητῶν καί τά ἄλλα κτίσματά τους μόνο πού δέν ἀφήνουν φωνή γιά τούς στεναγμούς, τά μοιρολόγια καί τήν παλληκαριά τῶν προγόνων μας. Εἶναι ἡ ἱστορία μας. Οἱ καθαγιασμένοι ἀπό τό αἷμα τῶν προγόνων μας πύργοι, πρέπει νά εἶναι τόποι προσκυνήματος. Γιά τή σημασία τῶν πύργων καί γενικά τῶν κτισμάτων τῶν κατακτητῶν ἔχουν γράψει πολλοί. Ὁ Κωστῆς Παλαμᾶς στό ποίημά του «Ὕμνος τῶν αἰώνων» γράφει: Μητέρα μας πολύπαθη, ὦ ἀθάνατη, δέν εἶναι μόνο σου στολίδι οἱ Παρθενῶνες τοῦ συντριμμοῦ σου τά σπαθιά σ τά κάμανε φυλαχτά καί στεφάνια οἱ αἰῶνες. Οἱ πέτρες, πού ἔστησαν στό χῶμα σου οἱ Ρωμαῖοι, οἱ Βυζαντινοί, οἱ Ἑνετοί καί οἱ Τοῦρκοι (στροφές 2 καί 3), ἕνα νύφης φόρεμα σοῦ ὑφαίνουνε, σοῦ πρέπουνε, ὦ βασίλισσα, σά στέμμα, στήν ὀμορφάδα σου ὀμορφιά ἀπιθώσανε. κι εἶναι σά σπλάχνα ἀπ τό δικό σου τό αἷμα. Ὦ τίμια φυλαχτά, στολίδια ἀταίριαστα, ὦ διαβατάρικα, ἀπό σᾶς πλάθετ αἰώνια, κόσμος ἀπό παλιά κοσμοσυντρίμματα, ἡ νέα τρανή πατρίδα ἡ παναρμόνια! Ὁ Μιχάλης Μποτωνάκης γράφει: «Ὁ μακαρίτης ὁ πατέρας μου μᾶς μάζευε συχνά, τότε μαθητούδια, ἔξω ἀπό τόν πύργο τῆς Ἀπτέρας 25 καί μᾶς ἔκανε γεωγραφία καί ἱστορία (...). Δέ χρειάζονταν σχολικά ἐγχειρίδια γιά τήν ἱστορία. Ποῦ νά βρεθοῦν ἄλλωστε (...). Καί ὅμως κάναμε πολύ καλά τό μάθημά μας. Ἡ τοποθεσία μᾶς βοηθοῦσε νά σχηματίζομε ἐποπτική ἀντίληψη τῶν γεγονότων» 26. Καί ὁ Νίκος Καζαντζάκης γράφει: «Τά κάστρα ἐξασκοῦν μυστηριώδη γοητεία στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν ξεχωρίζεις (...) μιάν κορόνα ἀπό μισογκρεμισμένα μουράγια καί πύργους καί πολεμίστρες, ἡ ψυχή σου τινάζεται καί ἀντρειεύει. Θαρρεῖς καί ζώνει τ ἅρματα καί εἶναι ἕτοιμη νά πάρει -καί νά ἐκτελέσει τώρα- μεγάλες ἀποφάσεις» 27. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 1. κουλές (λέξη τουρκική kule): πύργος, φρούριο. 2. Νίκου Παναγιωτάκη, Στό φῶς τό ἀρχαιότερο σύστημα ἐπικοινωνίας στήν Κρήτη, περιοδ. «Κρητικό πανόραμα», τεῦχ. 1, Ὀκτώβριος - Νοέμβριος 2003, σελ. 68-91. 3. Παντελῆ Πρεβελάκη, Παντέρμη Κρήτη, Β ἔκδοση, χ.χ., Ἀθήνα, σελ. 254. Γιάννη Χρηστάκη, Ἱστορικά ὀχυρωματικά μνημεῖα τῆς Κρήτης (330 μ.χ.-1898). Ἱστορική θεώρηση, Ἀθήνα 2004, σελ. 266. 4. Οἱ εἰς Κρήτην εἴκοσι πέντε πλοῖ τοῦ πλοιάρχου Ν. Σουρμελῆ καί ἡ ναυμαχία τῆς «Ἑνώσεως», Ἀθήνησι 1869. Τό ἡμερολόγιο αὐτό τοῦ πλοιάρχου ἐξέδωσε ὁ ἀδελφός του Δανιήλ Σουρμελῆς, διευθυντής Λυκείου στήν Ἀθήνα καί Ἑλληνικοῦ Παρθεναγωγείου. 5. Καί ὁ Βασίλειος Ψιλάκης γράφει ὅτι ὁ πύργος τῆς Παχειᾶς Ἄμμου ἦταν ὑπερεξέχων (Βασιλείου Ψιλάκη, Ἱστορία τῆς Κρήτης, τόμ. Γ, Ἐν Χανίοις 1909, σελ. 1238. 6. Ἡ Παχειά Ἄμμος δέν ὑπῆρχε τότε. Ὁ Νικόστρατος Θ. Καλομενόπουλος στό ἔργο του Κρητικά, ἤτοι τοπογραφία καί ὁδοιπορικά τῆς νήσου Κρήτης, Ἐν Ἀθήναις 1894, σελ. 93, γράφει: «ἡ χθαμαλή καί ἀμμώδης ἀρκτική παραλία τοῦ Ἰσθμοῦ Ἱεράπετρας καλεῖται ὑπό τῶν ἐγχωρίων Παχειά Ἄμμος». Ἡ Παχειά Ἄμμος παρουσιάζεται μέ κατοίκους τό 1903. Συγκεκριμένα ὁ Ἰωάννης Νουχάκης στό ἔργο του Κρητική χωρογραφία, Ἐν Ἀθήναις 1903, σελ. 73, τήν παρουσιάζει μέ δέκα κατοίκους. Καί ὁ Ἀμερικανός ἀρχαιολόγος Richard B. Saeger στό ἔργο του e cemetery of Pachyammos, Crete, Philadelphia 1916, σελ. 6, γράφει: «Ἡ 20