ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 - ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α1. ηλαδή στις άλλες αρετές, όπως ακριβώς εσύ λες, αν κάποιος υποστηρίζει ότι είναι καλός αυλητής ή σε άλλη οποιαδήποτε τέχνη, στην οποία δεν είναι, τον κοροϊδεύουν ή εξοργίζονται εναντίον του και οι συγγενείς πλησιάζοντας, τον συµβουλεύουν σαν να είναι τρελός. Στη δικαιοσύνη όµως και στην άλλη πολιτική αρετή και αν ακόµη γνωρίζουν κάποιον ότι είναι άδικος, εάν αυτός ο ίδιος λέει την αλήθεια εναντίον του εαυτού του µπροστά σε πολλούς άλλους, πράγµα το οποίο στην πρώτη περίπτωση θεωρούσαν ότι είναι σωφροσύνη, το να λέει δηλαδή την αλήθεια, στη δεύτερη περίπτωση (το θεωρούν) τρέλα και ισχυρίζονται ότι πρέπει όλοι να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, ειδεµή λένε πως είναι τρελός αυτός που δεν οικειοποιείται τη δικαιοσύνη, µε τη σκέψη ότι είναι απαραίτητο ο καθένας χωρίς εξαίρεση να συµµετέχει σ' αυτή οπωσδήποτε, διαφορετικά να µην υπάρχει ανάµεσα στους ανθρώπους. Β1. Ο Πρωταγόρας προσκοµίζει µια εµπειρική απόδειξη («τεκµήριον») προκειµένου να πείσει για τη συµµετοχή όλων στην πολιτική αρετή. Η συνύπαρξη των ανθρώπων είναι αδιανόητη αν δε διαθέτουν όλοι πολιτική αρετή. Ως εκ τούτου, αν κάποιος στερείται πολιτικής αρετής, σωφροσύνης ή δικαιοσύνης πρέπει να υποκρίνεται ότι την κατέχει. Το επιχείρηµα που χρησιµοποιεί στηρίζεται στην κοινή αντίληψη και δε θεµελιώνεται λογικά. Αυτό δε σηµαίνει, βέβαια, ότι δεν έχει αντικειµενική βάση. Πιο συγκεκριµένα, το επιχείρηµα έχει ως εξής : Αποδεικτέα θέση : Θεωρούν όλοι οι άνθρωποι πως κάθε άνδρας µετέχει στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή («ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα µετέχειν δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς»). Α προκείµενη : (Επειδή) ισχυρίζονται ότι όλοι πρέπει να είναι δίκαιοι («πάντας δεῖν φάναι εἶναι δικαίους»). Β προκείµενη : Με την ιδέα ότι είναι αναγκαίο ο καθένας χωρίς εξαίρεση να µετέχει οπωσδήποτε σε αυτήν («ἀναγκαῖον οὐδένα ὅντιν οὐχὶ ἁµῶς γέ πως µετέχειν αὐτῆς»). Συµπέρασµα : Άρα, θεωρούν όλοι οι άνθρωποι πως κάθε άνδρας µετέχει στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή. Πρόκειται για δεοντολογικό διατύπωση δίχως αποδεικτική ισχύ. Ο Πρωταγόρας αποδεικνύει τι πιστεύουν οι άνθρωποι για την καθολικότητα της πολιτικής αρετής κι όχι τι πραγµατικά συµβαίνει. Χρησιµοποιεί ως παραδείγµατα τη συµπεριφορά για τη δήλωση ικανότητας ή ανικανότητας στις τέχνες και στη δικαιοσύνη. Ο συλλογισµός θα ήταν
λογικά ορθός αν η διατύπωση του συµπεράσµατος είχε ως εξής : «ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα δεῖν µετέχειν δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς». Σύµφωνα µε το παράδειγµα στις τέχνες αν κάποιος δεν είναι καλός αυλητής και πει ότι είναι, θεωρείται τρελός. Μόνο αν πει την αλήθεια θα θεωρηθεί µυαλωµένος. Άρα, πρέπει να πει την αλήθεια. Αντίθετα, στη δικαιοσύνη αν κάποιος δεν είναι δίκαιος και πει ότι είναι, τότε θεωρείται µυαλωµένος. ιαφορετικά θεωρείται τρελός. Άρα, δεν πρέπει να πει την αλήθεια! Άρα, όλοι οι άνθρωποι νοµίζουν πως κάθε άνδρας έχει µερίδιο στην πολιτική αρετή, επειδή όλοι πρέπει να ισχυρίζονται ότι είναι δίκαιοι κι επειδή είναι αναγκαίο να έχει ο καθένας µερίδιο στην πολιτική αρετή. Β2. Κατά τον Πρωταγόρα θεωρείται «τρελός» όποιος δέχεται ότι δεν κατέχει τη δικαιοσύνη και την άλλη πολιτική αρετή. Υποστηρίζει ότι στις άλλες ικανότητες, αν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι ικανός αυλητής ή σε κάποια άλλη τέχνη, αλλά όµως δεν είναι, ή γελούν εις βάρος του ή θυµώνουν, κι οι δικοί του τον πλησιάζουν και προσπαθούν να τον φέρουν στα λογικά του σα να ήταν τρελός («προσιόντες νουθετοῦσιν ὡς µαινόµενον»). Στη δικαιοσύνη όµως και στην άλλη πολιτική αρετή, µολονότι ξέρουν για κάποιον ότι είναι άδικος, αν αυτός ο ίδιος λέει την αλήθεια εναντίον του εαυτού του, δηλαδή ότι δεν είναι δίκαιος, τότε θεωρείται τρελός. Αν πει το αντίθετο, δηλαδή ότι είναι δίκαιος, τότε θεωρείται µυαλωµένος. Άρα, δεν πρέπει να πει την αλήθεια. Θεωρείται, λοιπόν, τρελός αυτός που προσποιείται ότι δεν έχει κτήµα του τη δικαιοσύνη, µε την ιδέα ότι όλοι πρέπει ανεξαιρέτως να µετέχουν οπωσδήποτε σε αυτή, διαφορετικά να µη συγκαταλέγονται ανάµεσα στους ανθρώπους (ἢ µὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις). Συνεπώς, κάνει αναφορά στον «µη προσποιούµενον δικαιοσύνην». Σαφώς, ο Πρωταγόρας δεν φαίνεται να εγκρίνει την υποκρισία και την προσποίηση. εν είναι θεµιτό να παριστάνει κάποιος τον δίκαιο ενώ είναι άδικος στην πραγµατικότητα. Αναφέρεται, όµως, στη γενική απαίτηση να αναγνωρίζουν όλοι τη σπουδαιότητα και αναγκαιότητα της δικαιοσύνης και να µην την απορρίπτει κανείς φανερά. Με άλλα λόγια, ακόµη κι ο άδικος οφείλει να έχει κάποια σχέση µε τη δικαιοσύνη, δηλ. να µην είναι ολότελα άδικος ή έστω να δείχνει ότι τη σέβεται. Η προσποίηση της δικαιοσύνης δείχνει ακριβώς ότι και όποιος την παραβιάζει δεν έχει το θάρρος να την αποκηρύξει. Άλλωστε, η δικαιοσύνη έχει βαθιές ρίζες στη συνείδηση των ανθρώπων και η πίστη στην αξία και την αναγκαιότητά της είναι καθολική. Έτσι, µόνο ένας παράφρων θα την απέρριπτε συνειδητά και προκλητικά. Εκείνο βέβαια που απαιτείται να υπάρχει αυστηρά σε κάθε πολίτη δεν είναι το πιο υψηλό επίπεδο πολιτικής αρετής αλλά µόνο η ελάχιστη δικαιοσύνη («αµως γέ πως»). Ακριβώς, γι αυτό κι οι κυρώσεις είναι άτεγκτες.
Β.3. Ο Πρωταγόρας επιδιώκει να υποστηρίξει την άποψη αναφορικά µε το διδακτό της πολιτικής αρετής, η οποία άλλωστε- συνιστά και το αντικείµενο της δουλειάς του. Ο Σωκράτης, αντιθέτως, υποστηρίζει την άποψη ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται αλλά συνιστά κτήµα όλων. Έτσι, όπως γίνεται φανερό και στο µεταφρασµένο απόσπασµα από την 1η ενότητα, ο Σωκράτης επικαλείται τη σοφία των Αθηναίων. Εκείνοι όταν πρόκειται να συζητήσουν για ορισµένα τεχνικά προβλήµατα, συµβουλεύονται τους ειδικούς. Τουναντίον, όταν πρόκειται για θέµατα που αφορούν γενικά στη διοίκηση της πόλης, τότε ο καθένας δύναται να εκφέρει άποψη χωρίς να έχει µάθει την τέχνη αυτή από κανένα. Ο Σωκράτης, συνεπώς, θεωρεί ότι κι οι Αθηναίοι πιστεύουν ότι η πολιτική αρετή δε διδάσκεται. Ο Πρωταγόρας κάνει µια διαφορετική προσέγγιση της συµπεριφοράς των Αθηναίων. Μετά την εξιστόρηση του µύθου του «Περί τῆς ἐν ἀρχῇς καταστάσεως» καταλήγει στο συµπέρασµα ότι το δικαίωµα να εκφέρουν όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες άποψη για πολιτικά θέµατα, τα οποία δεν εµπίπτουν σε κάποια επιστήµη, είναι καθόλα νόµιµο. Η αιδώς και η δίκη βασικές συνιστώσες της πολιτικής αρετής- είναι κτήµα όλων, δοσµένες µυθικά από τον ία, διότι διαφορετικά δεν θα µπορούσαν να συσταθούν πόλεις. Ο Πρωταγόρας, βέβαια, αναφέρεται τελικά στην καθολικότητα κι όχι στο διδακτό της αρετής. Β4. α. Σωστό β. Λάθος γ. Σωστό δ. Σωστό ε. Λάθος Β5.α. ἴωσιν > εισιτήριο δεῖ > ένδεια ἀνέχονται > έξη εἰδῶσιν > συνείδηση Β5.β. - Αρετές ενός ιδανικού πολιτικού ηγέτη θεωρούνται η διορατικότητα και η διπλωµατική διευθέτηση των διαφορών µε τους άλλους λαούς. - Η έξαρση των φαινοµένων κοινωνικής παθογένειας οφείλεται κυρίως σε οικονοµικούς και κοινωνικούς λόγους. - Ένα δηµιουργικό επάγγελµα είναι πιθανό να καθιστά ευτυχισµένο τον εργαζόµενο, εφόσον τον αποµακρύνει από την µονοτονία
Γ.1. Γιατί όταν ο λόγος στερηθεί και την προσωπική γοητεία του οµιλητή και τη φωνή του και τις ρητορικές αποχρώσεις, µαζί µε αυτά και την επικαιρότητα και την ανάγκη γρήγορα να γίνει η πράξη, και δεν υπάρχει τίποτε που να βοηθεί µαζί και να πείθει όταν από όλα αυτά ο λόγος είναι έρηµος και γυµνός, και τον διαβάζει κάποιος χωρίς πειστικότητα και χωρίς κανένα χρωµατισµό, ακριβώς σα να κάνει απαρίθµηση -εύλογα, νοµίζω, φαίνεται ασήµαντος σε όσους τον ακούνε. Όλα αυτά βέβαια θα µπορούσαν να βλάψουν και να κάνουν χειρότερος να φαίνεται ο λόγος που σου παρουσιάζω τώρα. 1 Γ.2.α. ἀνάγνωθι ἀπαριθμοῖεν ἀκούσεσθαι μάλα φανῆτε Γ.2.β. «τοῦ μέν προειρημένου ἅπαντος ἔρημοι γένωνται» Γ.3.α. τῶν μεταβολῶν: Αντικείµενο στο ρήµα ἀποστερηθῇ. τῶν προειρημένων: Επιθετική µετοχή συνηµµένη στο άρθρο της που λειτουργεί ως γενική αντικειµενική στο επίθετο ἔρημος. γυμνός: κατηγορούµενο στο εννοούµενο υποκείµενο ὁ λόγος του συνδετικού ρήµατος γένηται. εἰκότως: επιρρηµατικός προσδιορισµός του τρόπου στο ρήµα δοκεῖ. τοῖς ἀκούουσιν: Επιθετική µετοχή συνηµµένη στο άρθρο της που λειτουργεί ως δοτική προσωπική του κρίνοντος προσώπου λόγω του προσωπικού ρήµατος δοκεῖ. Γ.3.γ. Η πρόταση «Ἅπερ καὶ τὸν [...] ἐ πιδεικνύμενον μάλιστ βλάψειε» είναι κύρια. ἂν Ἅπερ: υποκείμενο στα ρήματα ἂν βλάψειε (αττική σύνταξη) καὶ ποιήσειεν. 1 η μετάφραση αντλήθηκε από το www.greek-language.gr
τὸν [...] ἐπιδεικνύμενον: επιθετική µετοχή συνηµµένη στο άρθρο της, αντικείµενο στο ρήµα ἂν βλάψειε (θα µπορούσε να θεωρηθεί κι ως επιθετικός προσδιορισµός στο εννοούµενο αντικείµενο τόν λόγον). φαυλότερον: κατηγορούµενο στο εννοούµενο υποκείµενο του απαρεµφάτου φαίνεσθαι «τόν λόγον» ή «τὸν ἐπιδεικνύμενον». φαίνεσθαι: τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του ρήματος (ἄν) ποιήσειεν, ετεροπροσωπία. Επιμέλεια: Θεοδωροπούλου Μεταξία Μυτιληναίος Γιάννης Τσεκούρα Μαρία