ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ (ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ, ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ) Ιωάννα Καραχάλιου, Δικηγόρος Αθηνών Μάϊος 2012 Ε ι σ α γ ω γ ή Ο όρος "µετασχηµατισµός" δεν είναι νοµική έννοια. Το όρο αυτό τον συναντάµε στη θεωρία της επιχείρησης. Χρησιµοποιήθηκε αρχικά από τον ν 2166/93 και στη συνέχεια από τον ν 2386/96 1 κρίνεται δε από επιχειρηµατική και οικονοµική άποψη ως ο όρος, ο οποίος καλύπτει όλες τις περιπτώσεις, οι οποίες έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό το ότι η επιχειρηµατική δραστηριότητα συνεχίζεται υπό νέο οικονοµικό - εταιρικό φορέα, η δε συνέχιση αυτή επιτυγχάνεται µε τα µέσα του εταιρικού δικαίου, άρα καλύπτει τη µετατροπή, τη συγχώνευση, την απόσχιση κλάδου και τη διάσπαση. Ολες αυτές οι µορφές σκοπό έχουν κυρίως είτε την ενδυνάµωση και επέκταση της επιχείρησης για να γίνει πιό ανταγωνιστική, είτε την αναδιοργάνωση και αναδιάρθρωση µε σκοπό την εξυγίανση. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, από οικονοµική άποψη, παρουσιάζουν οι συγχωνεύεις, ως εργαλείο κατ' εξοχήν χρησιµοποιούµενο για την επέκταση και την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης, γι αυτό και καταγράφονται στη βιβλιογραφία 2 από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ενδεικτικά αναφέρεται 3 ως η πρώτη µεγάλη συγκέντρωση η Standard Oil Trust (1882) από τους John και William Rockefeller µε την συνένωση πενήντα εταιρειών πετρελαίου, η οποία µερικά χρόνια αργότερα έλεγχε 1 Χ. Χρυσάνθης σε Δίκαιο Ανώνυµης εταιρείας τόµος όγδοος µετασχηµατισµοί εταιρειών, σελ. 30-31 2 Shughart W. and Tollison R. (1984), «The random character of merger activity», The RAND Journal of Economics, 15(4). 3 Jean Chevalier "Οργάνωση και διοίκηση επιχειρήσεων" Βιβλιοθήκη Οικονοµικών Επιστηµών ΠΑΜΙΣΟΣ 1970, σελ. 273-4
το 1/2 της παγκόσµιας παραγωγής πετρελαίου και και τα 2/3 των παγκοσµίων αποθεµάτων. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1911 ιδρύθηκε η United States Steel Corporation από τον J.P.Morgan, η οποία εξασφάλισε τον έλεγχο του 30% της σιδηρουργικής παραγωγής των Ηνωµένων Πολιτειών. Στις αρχές του 20ου αιώνα τα trust ήλεγχαν τα 4/5 της Αµερικάνικης βιοµηχανίας. Παρατηρείται όµως ότι, διαχρονικά οι κινήσεις αυτές πραγµατοποιούνται σε συγκεκριµένες χρονικές περιόδους σωρευτικά και αποσκοπούν στη αντιµετώπιση των προκλήσεων της κάθε οικονοµικής περιόδου. Στη βιβλιογραφία αναφέρονται πέντε (5) σηµαντικά κύµατα συγχωνεύσεων και εξαγορών, στη παγκόσµια οικονοµική ιστορία 4 : Το πρώτο κύµα διήρκεσε από το 1897 έως το κραχ του 1904 και οφείλεται στη βιοµηχανική επανάσταση της εποχής, µε οριζόντιες συγχωνεύσεις. Αυτή την περίοδο έγιναν και οι πρώτες νοµοθετικές Anti-trust µεταρρυθµίσεις στις Η.Π.Α., (SHERMAN ACT-1890). Το επόµενο, από το 1916 έως το 1929, ξεκίνησε µε την οικονοµική άνθηση και την τεχνολογική ανάπτυξη (βλ. σιδηρόδροµοι), που ακολούθησε τον Α' παγκόσµιο πόλεµο και σταµάτησε λόγω του µεγάλου κραχ στις Η.Π.Α. και την παγκόσµια οικονοµική ύφεση. Την περίοδο 1965 1969, εµφανίστηκε το επόµενο κύµα συγχωνεύσεων. Χαρακτηρίστηκε από την εκρηκτική αύξηση της παραγωγής, αύξηση των τιµών των µετοχών και την λήψη νοµοθετικών µέτρων για τον έλεγχο των συγχωνεύσεων, που οδήγησε (στις ΗΠΑ) στην πράξη των Hart, Scott και Rubino το 1976. Επακολούθησε το κύµα που διήρκησε από το 1981 ως το 1989. Αποτέλεσµα της περιόδου αυτής, ήταν η ντιρεκτίβα της Ε.Ε., το 1989, για τον έλεγχο των συγχωνεύσεων. 4 History of Mergers and Acquisitions By: EconomyWatch 17 July 2010
Το τελευταίο κύµα διήρκησε από το 1992 µέχρι το τέλος του 2000. Χαρακτηρίστηκε από την παγκοσµιοποίηση, την άνοδο των χρηµατιστηριακών αγορών και την απορρύθµιση. Τελείωσε µε τις χρηµατιστηριακές φούσκες και ακολουθήθηκε από την οικονοµική ύφεση που διανύουµε. Σ τ ο ι χ ε ί α α π ό τ η ν Ε λ λ η ν ι κ ή Α γ ο ρ ά Στην Ελλάδα οι συγχωνεύσεις συναντούσαν κατά το παρελθόν σηµαντικά εµπόδια, όπως την οικογενειακή οργάνωση των επιχειρήσεων, τα περιορισµένα όρια και προοπτικές της εγχώριας αγοράς και την έλλειψη κατάλληλου θεσµικού πλαισίου. Με την δηµιουργία της Ενιαίας Αγοράς το 1986, η ελληνική οικονοµία επηρεάστηκε σηµαντικά. Με την αποβολή της οικογενειακής οργάνωσης των επιχειρήσεων λόγω της άνθισης του Χρηµατιστηρίου Αξιών Αθηνών, την ένταξη της Ελλάδας στην Οικονοµική και Νοµισµατική Ένωση και τη διάνοιξη νέων προοπτικών των βαλκανικών χωρών λόγω της εισόδου τους στην Ευρωπαι κή Ένωση, οι συγχωνεύσεις στην Ελλάδα σηµείωσαν ραγδαία αύξηση. Χαρακτηριστικά αναφέρουµε ότι σύµφωνα µε τα στοιχεία της Hellastat το 2002 η αξία των συγχωνεύσεων και εξαγορών ανήλθε στα δυο κόµµα πέντε (2,5) δισεκατοµµύρια ευρώ, το 2005 στα τέσσερα κόµµα τρία (4,3) δις ευρώ και το 2007, σύµφωνα µε µελέτη της PriceWaterhouseCoopers, στα δέκα πέντε κόµµα επτά (15,7) δις ευρώ. Ν ο µ ι κ ό Π λ α ί σ ι ο γ ι α τ ο υ ς µ ε τ α σ χ η µ α τ ι σ µ ο ύ ς Ε π ι χ ε ι ρ ή σ ε ω ν σ τ ο Ε λ λ η ν ι κ ό ί κ α ι ο Από τους µετασχηµατισµούς που αναφέραµε, θα µας απασχολήσουν η συγχώνευση και η µετατροπή, που, όπως είπαµε, περιλαµβάνονται, µεταξύ άλλων, στα µέτρα αναδιάρθρωσης και αναδιοργάνωσης της
επιχείρησης µε σκοπό είτε αυτή να γίνει πιό ανταγωνιστική είτε για να εξυγιανθεί. 5 Οι διεθνείς εξελίξεις στον τοµέα των συγχωνεύσεων και η συµµετοχή µας στην Ευρωπαι κή Ένωση, είχαν ως αποτέλεσµα την ενσωµάτωση στο Ελληνικό ίκαιο -µέσω της έκδοσης προεδρικών διαταγµάτων και της ψήφιση νόµων- των κοινοτικών οδηγιών για τις συγχωνεύσεις και εξαγορές µεταξύ εταιριών. Αυτές αφορούν τόσο τις συγχωνεύσεις µεταξύ ελληνικών εταιρειών, όσο και αυτές µεταξύ ελληνικών εταιριών και εταιρειών που έχουν την έδρα τους σε άλλο κράτος µέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Διασυνοριακές συγχωνεύσεις Ν. 3777/2009). Οι προβλεπόµενες από το εταιρικό δίκαιο µετατροπές απαντώνται στα εξής νοµοθετήµατα: 1. Η µετατροπή ανώνυµης εταιρίας σε εταιρία περιορισµένης ευθύνης (βλ. σχετ. άρθρ. 66 παρ.1 του κ.ν. 2190/1920 και άρθρ. 51 του κ.ν. 3190/55) 2. Η µετατροπή ανώνυµης εταιρίας σε οµόρρυθµη εταιρία ή ετερόρρυθµη εταιρία (βλ. σχετ. άρθρ. 66α του κ.ν. 2190/1920 και άρθρ. 51 παρ. 1 του κ.ν. 3190/1955) 3. Η µετατροπή εταιρίας περιορισµένης ευθύνης σε ανώνυµη εταιρία (βλ. σχετ. άρθρ. 67 του κ.ν. 2190/1920) 4. Η µετατροπή οµόρρυθµης εταιρίας ή ετερόρρυθµης εταιρίας σε ανώνυµη εταιρία (βλ. σχετ. άρθρ. 67 παρ. 2 εδαφ. 1-2 του κ.ν. 2190/1920- δυνατότητα µε το άρθρο 17 τουν 2339/1995). 5. Η µετατροπή κάθε τύπου εταιρικής επιχείρησης σε αστικό συνεταιρισµό (βλ. σχετ. άρθρ. 16 του ν. 1667/1986). 6. Η µετατροπή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας σε άλλη εταιρική µορφή (αρθρο 106 Ν 4072/2012) 5 Ανώνυµες εταιρείες, Δοµικές εταιρικές µεταβολές σελ. 424
7. Η µετατροπή άλλης µορφής εταιρείας σε Ι.Κ.Ε (αρθρο 107 Ν 4072/2012) 8. Η Μετατροπή υφισταµένων ΕΠΕ σε ΙΚΕ (αρθρο 120 Ν 4072/2012) 9. Η Μετατροπή ετερόρρυθµης σε οµόρρυθµη εταιρεία (αρθρο 282 Ν 4072/2012), όχι όµως και το αντίστροφο 10. Η Μετατροπή εταιρείας περιορισµένης ευθύνης σε οµόρρυθµη ή ετερόρρυθµη εταιρεία (αρθρο 283 Ν 4072/2012). Ολες οι παραπάνω µορφές µετασχηµατισµών, συνιστούν γνήσιους µετασχηµατισµούς και ειδικότερα: Ως προς τις Μετατροπές Η µεταβολή του εταιρικού τύπου µε τον οποίο λειτουργεί µία επιχείρηση πραγµατοποιείται µέσω του θεσµού της µετατροπής. Διακρίνουµε: α) την γνήσια µετατροπή, δηλαδή αυτή µε την οποία επέρχεται µεταβολή της νοµικής µορφής (του νοµικού ενδύµατος) της εταιρείας χωρίς λύση και εκκαθάριση και ίδρυση νέας εταιρείας και χωρίς ανάγκη µεταβίβασης µε ειδική ή καθολική διαδοχή των εταιρικών αντικειµένων στην εταιρεία µε την νέα της µορφή. Στην περίπτωση αυτή οι εκκρεµείς δίκες συνεχίζονται χωρίς να επέρχεται διακοπή (άρθρα 66 παρ. 2, 67 παρ. 1 και 2 του Ν. 2910/2920) 6. Ο Περάκης δέχεται ότι εσφαλµένα µέρος της νοµολογίας δέχεται ότι στην γνήσια µετατροπή επέρχεται καθολική διαδοχή (ΕΑ 2802/78, ΕΕµπΔ 1979,367). Το ίδιο συµβαίνει και µε τα εταιρικά χρέη, τα οποία επίσης δεν χρειάζεται να µεταβιβασθούν στην εταιρεία µε την νέα της εταιρική µορφή. Σύµφωνη εν προκειµένω είναι και η νοµολογία (ΕΛαρ. 386/04, ΕπισκΕΔ 2005,114). Ετσι οι διαδικασίες της µετατροπής είναι απλές, και αποφεύγεται η σπατάλη χρόνου και εξόδων, αφού δεν πρόκειται, όπως προαναφέρθηκε περί µεταβιβάσεων. Το ίδιο έχει δεχτεί και το ΣτΕ (Π.Χ. ΣτΕ 341/87 ΕΕµπΔ 6 Ανώνυµες εταιρείες, Δοµικές εταιρικές µεταβολές σελ. 425
19898,432), το οποίο έχει δεχθεί ότι επί µετατροπής δεν οφείλεται φόρος µεταβίβασης ακινήτου. β) την καταχρηστική µετατροπή, αυτή δηλαδή που δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του εµπορικού δικαίου. Μέχρι την τροποποίηση του Ν. 2190/1920 από τον νόµο.2339/1995 αρθρο 17 η µετατροπή οµόρρυθµης εταιρείας σε ανώνυµη εταιρεία δεν εθεωρείτο από την θεωρία και µέρος της νοµολογίας ως γνήσιος µετασχηµατισµός. Σήµερα εκτός του πεδίου των γνησίων µετατροπών δηλαδή αυτών που προβλέπονται από διάταξη του εµπορικού δικαίου, έχουν αποµείνει η µετατροπή ατοµικής επιχείρησης σε ανώνυµη εταιρεία (παράθεση..) για τον λόγο ότι προϋπόθεση της µετατροπής είναι η ύπαρξη νοµικού προσώπου, που δεν συντρέχει εν προκειµένω. Οπωσδήποτε όµως και η τελευταία αυτή µορφή, είναι δυνατόν να υπάρξει σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα στους αναπτυξιακούς - φορολογικούς νόµους ΝΔ 1297/72 και ν. 2166/1993. Η µετατρεπόµενη διαλύεται, ιδρύεται νέα χωρίς να είναι εκ του νόµου διάδοχος της πρώτης, ούτε η πρώτη λογίζεται ότι συνεχίζεται από τη δεύτερη 7. Η συγχώνευση γενικά Η Ελληνική νοµοθεσία, µε τον όρο συγκέντρωση ή συγχώνευση, εννοεί την νοµική ένωση δυο ή περισσοτέρων εταιριών σε µια, µε σύµβαση. Η συγχώνευση είναι πράξη του εταιρικού δικαίου που συνεπάγεται µεταβίβαση περιουσίας από ένα πρόσωπο σε άλλο 8 7 ΕφΑθ 539/1970 8 Παµπούκη, Γνωµοδ. σε ΕπισκΕµπΔικ 1996/81, Μούζουλας Δίκαιο Ανωνύµων εταιρειών 2001 σελ. 103
Η συγχώνευση συνιστά πράξη ιδιόρρυθµη και συγχρόνως οργανωτική 9, η οποία δίνει σε δύο ή περισσότερες εταιρείες ένα νέο σχήµα οργάνωσης Η συγχώνευση εµφανίζεται από νοµική άποψη ως η πιο τέλεια µέθοδος συγκέντρωσης επιχειρήσεων. 10 Τούτο, γιατί επιτρέπει την πλήρη συνένωση των παραγωγικών µέσων δύο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων µε τελικό στόχο είτε την οριζόντια ένωση (δηλαδή την ένωση δυο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων µε παρόµοιες δραστηριότητες) είτε την κάθετη συγκέντρωση (ένωση δυο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων µε συµπληρωµατικές δραστηριότητες). Η τελική επιλογή της µορφής συγκέντρωσης εξαρτάται από µια σειρά νοµικών δηµοσιονοµικών και πολιτικών παραγόντων που διαµορφώνουν το συγκεκριµένο πλαίσιο επιχειρηµατικής δράσης και που διαφέρουν ανάλογα την εποχή, τη χώρα και τον κλάδο παραγωγής. Γνήσια και καταχρηστική συγχώνευση Η ενοποίηση του ανθρώπινου και υλικού δυναµικού των συγχωνευοµένων εταιριών συνεπάγεται την ολική µεταβίβαση των στοιχείων που συνθέτουν το ενεργητικό και παθητικό των εταιρειών που συγχωνεύονται σε µια ενιαία εταιρεία. Η µεταβίβαση αυτή έχει ως συνέπεια την λύση της συγχωνευοµένης εταιρείας και την εξαφάνιση της νοµικής της προσωπικότητας 11. Το στοιχείο αυτό είναι και η ειδοποιός διαφορά της συγχώνευσης από την µετατροπή των εταιρειών 12. Στην περίπτωση της µετατροπής εταιρικού τύπου γίνεται δεκτό ότι η νοµική προσωπικότητα δεν υφίσταται τροποποίηση ούτε εξαφανίζεται, αλλά συνεχίζει να υπάρχει στα πλαίσια 9 Παµπούκη, Δίκαιο ανώνυµ,ης εταιρείας τεύχος Α, γ εκδ. Σάκκουλας Θεσσαλονίκη, 1991/179 10 Κιάντου - Παµπούκη, Συγχώνευση Εµπορικών εταιρειών 1963, σελ. 3, Β.Δούβλης Συγχώνευση Εµπορικών εταιρειών και θεωρία της επιχέιρησης σε µελέτες Εµπορικού και Ναυτικού Δικαίου 1986, σελ. 29 11 Κιάντου - Παµπούκη σελ. 39, Λουκόπουλος Γνωµοδ. εις ΕΕΝ 1968, σελ. 336, Πασσιάς σελ. 1063, Παµπούκης Γνωµοδ. σε ρµεν. 1971/769, Γεωργακόπουλος σελ. 473, ΕφΘεσ 225/29 σε Θ 1930/70, ΣτΕ 598?53 ΕΕµπΔ 1953/53, ΠΠρΑθ 2839/70 ΕΕµπΔ 1970/457, ΠΠρΘεσ 432/72 ΕΕµπΔ 1972/205, ΠΠρΘεσσ 154/1976 ΕΕµπΔ 1976/609 12 Δούβλης σελ, 29
του νέου εταιρικού τύπου που προκύπτει από την µετατροπή 13, οι δε εµπλεκόµενες εταιρείες συνεχίζουν την παραγωγική και, γενικότερα, την επιχειρηµατική δραστηριότητα της επιχείρησης µε τη µορφή ενός νέου οικονοµικού φορέα που έχει ξεχωριστή νοµική αυτοτέλεια. Οπως όµως στη µετατροπή των εταιρειών δεν ισχύουν οµοιόµορφοι κανόνες, το ίδιο συµβαίνει και µε τη συγχώνευση. Λόγω της σπουδαιότητας του οικονοµικού της ρόλου καθώς και των σοβαρών επιπτώσεων που έχει σε όλα τα στάδια λειτουργίας της εταιρείας, ο έλληνας νοµοθέτης, σε αντίθεση µε την νοµοθεσία άλλων χωρών 14 θεώρησε ότι δεν πρέπει να επιτρέψει τη δυνατότητα συγχώνευσης όλων ανεξαιρέτως των εταιρικών τύπων. Με τον τρόπο αυτό δηµιουργήθηκαν οι έννοιες της κατά κυριολεξία (ή γνήσιας) και της µη κατά κυριολεξία (καταχρηστικής) συγχώνευσης. Οι προβλεπόµενες από το εταιρικό δίκαιο συγχωνεύσεις απαντώνται στα εξής νοµοθετήµατα: 1. Η συγχώνευση µεταξύ Α.Ε., η Εξαγορά και Διάσπαση ΑΕ οι οποίες ρυθµίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 68 έως 89 του Κ.Νόµου 2190/1920 2. Η συγχώνευση εταιριών περιορισµένης ευθύνης, που ρυθµίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 54 και 55 του Νόµου 3190/1955. 3. Η συγχώνευση ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών (άρθρο 108 Ν 4072/2012) 4. Η συγχώνευση αγροτικών συνεταιρισµών του ίδιου βαθµού (βλ. σχετ. άρθρ. 33 του ν. 2169/1993). 5. Η συγχώνευση αστικών συνεταιρισµών, συµπεριλαµβανοµένων και των αστικών πιστωτικών συνεταιρισµών κατά το άρθρ. 5 παρ. 1 13 Πασσιά σελ. 1134, Κ.Ρόκα Μετατροπή ΟΕ σε ΑΕ ΕΕµπΔ 1966/257, Μελέται Εµπ. Δικαίου τ 1 1971 σελ. 320, Γεωργακόπουλος σελ. 490, ΣτΕ 1176/70, Μον.Πρωτ. Πατρ. 226/1972 ΝοΒ 1972/789, ΕφΑθ 1480/1972 Αρµ. 1972/766 14 Κιάντου - Παµπούκη σελ. 17
του ν. 2076/1992 (βλ. σχετ. άρθρ. 10 παρ. 4 του ν. 1667/1986 και άρθρ. 7 του π.δ. 422/1987). Η «κατά κυριολεξία» ή γνήσια συγχώνευση λοιπόν είναι αυτή που προβλέπεται ρητά από τις διατάξεις των νόµων του εταιρικού δικαίου που προαναφέρθηκαν και πραγµατοποιείται µε τρεις τρόπους: α) Με απορρόφηση µιας ή περισσότερων εταιριών από µια άλλη. β) Με λύση των εµπλεκόµενων µερών και σύσταση νέας εταιρίας. γ) Με εξαγορά µιας ή περισσότερων εταιριών από µια άλλη. Η κατά κυριολεξία συγχώνευση έχει πολλά πλεονεκτήµατα σε σχέση µε την καταχρηστική. Τα πλεονεκτήµατα αυτά είναι απόρροια του γεγονότος ότι ο νοµοθέτης επέτρεψε στις περιπτώσεις της γνήσιας συγχώνευσης τη µεταβίβαση του ενεργητικού και του παθητικού των συγχωνευοµένων εταιρειών ως σύνολο. Γι αυτό γίνεται λόγος όχι για µεταβίβαση απλά αλλά για διαδοχή και µάλιστα καθολική 15. Αυτό σηµαίνει κατά κύριο λόγο ότι µετά τη λύσης της συγχωνευόµενης εταιρείας δεν επακολουθεί εκκαθάριση αλλά ότι η συγχωνευοµένη εταιρεία ως σύνολο περιέρχεται στη συγχωνεύουσα. Τα πλεονεκτήµατα από την καθολική διαδοχή είναι πολλά: Τα οικονοµικά και τα γραφειοκρατικά βάρη από τη συγχώνευση ελαττώνονται κατά πολύ, ενώ ο χρόνος που απαιτείται για την τελείωσή της µειώνεται σηµαντικά (Πολλές φορές ο χρόνος που απαιτείται για την τελείωση της συγχώνευσης έχει αποφασιστική σηµασία για την επιτυχία του εγχειρήµατος λόγω των λειτουργικών προβληµάτων των συγχωνευοµένων εταιρειών και για την εκµετάλλευση ενός πλεονεκτήµατος στην αγορά). 15 Κιάντου Παµπούκη σελ. 41, Πασσιάς 116, Γεωργακόπουλος 451, ΑΠ 465/82 ΕΕµπΔ 1983/
Η ισχύουσα νοµοθεσία, επηρεαζόµενη τόσο από αντικειµενικά κριτήρια σύστασης και λειτουργίας των διαφόρων υπαρχόντων εταιρικών µορφών, όσο και από υποκειµενικά κριτήρια, όπως η προστασία των προσώπων που έχουν συναλλαγές µε επιχειρήσεις που δύναται να µετασχηµατιστούν (και π.χ. εάν είναι δανειστές, πιστωτές, κτλ. ενδεχόµενα να κινδυνεύουν να µην ικανοποιηθεί η απαίτησή τους), δεν καθορίζει ενιαίο δίκαιο για το µετασχηµατισµό επιχειρήσεων (π.χ. µετατροπή, συγχώνευση, διάσπαση, κλπ.). Το κενό αυτό στη νοµοθεσία είναι κατανοητό ως ένα βαθµό, γιατί αφ ενός η διαφορετική οργάνωση των διαφόρων εταιρικών επιχειρήσεων υπαγορεύει διαφορετικές ρυθµίσεις για τη δίκαιη εξισορρόπηση των συµφερόντων των προσώπων που έχουν συναλλαγές µε επιχειρήσεις που δύναται να µετασχηµατιστούν και αφ ετέρου, η µέχρι τώρα εµπειρία απέδειξε ότι δεν είναι άµεσα εφικτή η ρύθµιση των µορφών µετασχηµατισµού όλων των εταιρικών επιχειρήσεων υπό ένα ενιαίο τύπο, καθώς εµφανίζονται συνεχώς για τις ήδη ρυθµισµένες µορφές µετασχηµατισµών διαφόρων ειδών αντιπαραθέσεις. Κατ επέκταση µε βάση τα ως άνω, προκύπτει ότι υφίστανται τυπικά στη νοµοθεσία θέµατα αρρύθµιστων µετασχηµατισµών που σχετίζονται µε τη µετατροπή, συγχώνευση, εξαγορά ή διάσπαση αστικών ή εµπορικών προσωπικών εταιριών, ιδίως οµορρύθµων και ετερορρύθµων εταιριών. Ακόµα, δεν υπάρχει ρύθµιση του εταιρικού δικαίου για απόσχιση κλάδου, που συναντάται µόνο στο ν.δ. 1297/1972 και το ν. 2166/1993. Περαιτέρω στην κοινή πρακτική δεν είναι εφικτές, µε τα µέσα του εταιρικού δικαίου πάντα, µορφές µετασχηµατισµών που προβάλλουν ως ιδιαίτερα σηµαντικές, όπως είναι η αδυναµία µετατροπής οµόρρυθµης σε ετερόρρυθµη εταιρία, η ανέφικτη πραγµατοποίηση γνήσιου µετασχηµατισµού µε συγχώνευση ανώνυµης εταιρίας µε εταιρία περιορισµένης ευθύνης ή µε συγχώνευση µεταξύ προσωπικών εταιριών (οµόρρυθµης και ετερόρρυθµης εταιρίας).
Η διάκριση αυτή υφίσταται, όπως προελέχθη, λόγω της µη ύπαρξης ενιαίου δικαίου για τη συγχώνευση επιχειρήσεων µε ρυθµιστικούς κανόνες εταιρικού δικαίου προς οµοιόµορφη εφαρµογή σε κάθε κατηγορία νοµικών προσώπων ή φυσικών προσώπων, καθώς µόνο µε την καταχρηστική συγχώνευση είναι δυνατή η αντιµετώπιση της δυσκολίας αυτής στις εταιρίες όλων των µορφών, στις ατοµικές επιχειρήσεις, κ.ά. (Κριµπάς, 1958; 1963; Πασσιάς, 1969; Ρόκας, 1971; 1998; 2001). Από το γεγονός ότι ελλείπει επί ορισµένων εταιρειών µε νοµική προσωπικότητα η ειδική νοµοθετική ρύθµιση, δεν έπεται ότι οι συναλλασσόµενοι δεν έχουν το δικαίωµα, κινούµενοι στα πλαίσια των γενικών διατάξεων του αστικού και του εµπορικού δικαίου, να προσφύγουν σε µετατροπές και συγχωνεύσεις. Ετσι διαπλάστηκε από τις συναλλαγές ο θεσµός του καταχρηστικού µετασχηµατισµού, ο οποίος επιτυγχάνεται µε τα µέσα του κοινού δικαίου κι όχι του εταιρικού δικαίου. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται µετασχηµατισµοί οι οποίοι ναι µε δεν ορίζονται από τους παραπάνω νόµους, ωστόσο, περιλαµβάνονται στις διατάξεις νόµων µε τους οποίους παρέχονται κίνητρα από την Πολιτεία για τη δηµιουργία µεγάλων οικονοµικών µονάδων και στην οποία υπάρχει η δυνατότητα να εµπλακούν εταιρίες όλων των νοµικών τύπων, όπως είναι αρχικά ο Ν 3765/1957, αργότερα ο Ν 1297/1972, 2166/1993, 2578/1998 και ο Ν 3296/2004 (άρθρο 18 ). Εδώ πρόκειται για την "παρά φύσιν δοµική εµπλοκή του φορολογικού δικαίου στο εµπορικό (το φορολογικό δίκαιο ως πηγή του εµπορικού δικαίου)", όπως εύστοχα χαρακτηρίζεται από τον Περάκη 16. 16 Ε. Περάκη, Η αλληλεξάρτηση εµπορικού και φορολογικού δικαίου ΔΙΚΑΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ & ΕΤΑΙΡΙΩΝ, Τεύχος 7/2005/756
Πρόκειται, κατά την άποψη αυτή, για τους γνωστούς νόµους, οι οποίοι δίδουν µεν φορολογικές απαλλαγές και διευκολύνσεις, η επιρροή τους όµως εξικνείται αρκετά πέραν αυτού, δεδοµένου ότι υπερβαίνουν τις εταιρικές διατάξεις, αντιµετωπίζουν ενιαία ή σχεδόν όλες τις εκφάνσεις των µετασχηµατισµών, όχι µόνο δηλ. τους «γνησίους», που και το εταιρικό δίκαιο ρυθµίζει, αλλά και όσους δεν ρυθµίζει, αλλά τους υπάγει στις κατηγορίες της «καταχρηστικής» µετατροπής και της «καταχρηστικής» συγχώνευσης και έχουν δηµιουργήσει στην πράξη νέο δίκαιο µετατροπών και συγχωνεύσεων. Παρόλο που οι νόµοι αυτοί έχουν διευκολύνει αποφασιστικά τις συναλλαγές, υπάρχουν ωστόσο σοβαρές επιφυλάξεις. Οι νόµοι αυτοί, σε ορισµένα σηµεία τους, παρεκκλίνουν από τις κοινοτικές Οδηγίες, παρεκκλίνουν επίσης, όπως ρητά ορίζει ο Ν 2166/1993, και από τον Ν 2190/1920 ή τον Ν 3190/1955. Επιδιώκοντας τη θεραπεία των ελλειµµάτων και «της ολιγωρίας του εµπορικού δικαίου», οι νόµοι αυτοί αναλαµβάνουν πρωτοβουλία παρεµβάσεων σ αυτό (π.χ. καταργώντας την εκτίµηση των εισφεροµένων που προβλέπει ο Ν 2190/1920, όπως προβλέπεται από τον Ν 2166/1993, ή εισάγοντας µη µεταβιβάσιµες µετοχές, όπως προβλέπεται από τον Ν 1297/197223) και το απλοποιούν υπερβολικά και ενάντια στις ρυθµίσεις του ΕµπΔ (Π.χ. η εκτίµηση της καθαράς θέσης των συγχωνευόµενων επιχειρήσεων και η εξεύρεση µιας δίκαιης σχέσης ανταλλαγής), οι οποίες έχουν θεσπισθεί για να υπηρετήσουν την ιδέα του δικαίου. Τελικά θεωρείται ότι «στην πράξη οι ως άνω νοµοθετικές ρυθµίσεις έχουν επιφέρει θεµελιώδη µεταβολή του εταιρικού δικαίου των µετασχηµατισµών» 17 Σε όλες τις περιπτώσεις που δεν αναγνωρίζεται από τον νόµο η δυνατότητα κατά κυριολεξία συγχώνευσης, εφαρµόζονται οι κανόνες που ισχύουν για την καταχρηστική συγχώνευση 18. Ανάλογα δε µε την µορφή 17 Χρυσάνθης, ΔικΑΕ, τόµος 8, 2001, Εισαγ. 66-89, 98 επ., ΝΣΚ 26/1994 18 Κιάντου σελ. 21, Δούβλης σελ....
της συγχώνευσης που έχει επιλεγεί καθορίζονται και οι προϋποθέσεις της µη κατά κυριολεξία συγχώνευσης. Ουσιαστική διαφορά µεταξύ των δυο κατηγοριών συγχωνεύσεων, εκτός της νοµικής µορφής των εταιριών που εµπλέκονται στη συγχώνευση, είναι ότι στην «καταχρηστική», οι εµπλεκόµενες εταιρίες οφείλουν να ολοκληρώσουν και το στάδιο της εκκαθάρισης. Γενικός κανόνας είναι η µεταβίβαση κάθε στοιχείου της εταιρικής περιουσίας χωριστά, µε πράξεις που στηρίζονται στην ειδική διαδοχή. Η συγχωνευόµενη εταιρεία λύεται µε απόφαση της γενικής συνέλευσης, ακολουθεί εκκαθάριση και διανοµή της εταιρικής περιουσίας που αποµένει στους εταίρους, οι οποίοι στη συνέχεια εισφέρουν τα περιουσιακά αυτά στοιχεία στη συγχωνεύουσα η οποία από τη µεριά της προβαίνει σε τροποποίηση του καταστατικού της µε σκοπό την εισδοχή σε αυτήν των µελών της απορροφούµενης ή ενσωµατούµενης. ή Η εταιρεία λύεται και συνιστάται µία νέα εταιρεία στην οποία εισφέρεται (µεταβιβάζεται) το σύνολο της εταιρικής περιουσίας (ενεργητικό και παθητικό) χωρίς να γίνει εκκαθάριση, µε τους όρους του άρθρου 367 του Α.Κ, κατά το οποίο η σύµβαση µεταβιβάσεως ολοκλήρου της ενεστώσης περιουσίας, απαιτείται να γίνει ενώπιον συµβολαιογράφου 19. Στην περίπτωση αυτή δηµιουργείται νέα εταιρεία και απαιτείται να τηρηθούν όλες οι διατυπώσεις συστάσεως µιας εταιρείας µε µόνη τη διαφορά ότι στα εισφερόµενα περιλαµβάνεται και η εταιρική περιουσία της εταιρείας που διαλύθηκε 20. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον σε µιά καταχρηστική συγχώνευση µετέχει µια αε, αυτή πρέπει να τηρήσει τις διατάξεις του ν 2190/20. Η διαδικασία αυτή της καταχρηστικής συγχώνευσης µπορεί να παρουσιάσει πολλές παραλλαγές ανάλογα µε τους εταιρικούς τύπους που συγχωνεύονται, τη µορφή της συγχώνευσης που έχει επιλεγεί, τον 19 Λεβαντής σελ. 1432 Το δίκαιο των εµπορικών εταιρειών τόµος τέταρτος 20 Καραβάς εγχ., 1962, παρ. 334,339
οικονοµικό σκοπό της συγκεκριµένης συγχώνευσης κ.λ.π. Ως γενική παρατήρηση ισχύει ότι οι πράξεις που γίνονται για να επιτευχθεί η καταχρηστική συγχώνευση παρουσιάζουν ανεξάρτητες µεταξύ τους, το µόνο δε συνδετικό στοιχείο ανάµεσά τους είναι ο κοινός σκοπός που εξυπηρετούν 21. Από την άποψη αυτή η µη κατά κυριολεξία συγχώνευση δεν αποτελεί συνένωση των νοµικών προσώπων των συγχωνευοµένων εταιρειών αλλά µόνο των περιουσιών τους, η δε καταχρηστική συγχώνευση δεν είναι ιδιόρρυθµο φαινόµενο του εταιρικού δικαίου, αλλά συνδυασµός γνωστών ήδη θεσµών αυτού 22. Πλούσια η νοµολογία σε Γεωργακόπουλο 23. Στην αντίθεση περίπτωση, η συγχώνευση επιτυγχάνεται µε διαφορετικό τρόπο υλοποίησης της συγχώνευσης. Έτσι, γίνονται ενέργειες προς επίτευξη αποτελεσµάτων αντίστοιχων της συγχώνευσης είτε µέσω της µετατροπής µιας εταιρίας από µια νοµική µορφή σε άλλη (π.χ. από εταιρία περιορισµένης ευθύνης σε ανώνυµη εταιρία) και στην συνέχεια τη συγχώνευσή της µε άλλη ανώνυµη εταιρία είτε µε λύση και εκκαθάρισή µιας υφιστάµενης ανώνυµης εταιρίας και στην συνέχεια την εισφορά της περιουσίας που θα προκύψει από αυτή την διαδικασία σε µια υφιστάµενη ανώνυµη εταιρία είτε µε τη µορφή εισφοράς κλάδου επιχείρησης σύµφωνα µε το άρθρ. 4 του ν. 2166/1993. Οι ως άνω ενδεικτικές πράξεις συντελούν στο να αποκαλείται µια πράξη συγχώνευσης µε τη χρήση αυτών ως καταχρηστική συγχώνευση 24. Από τις διαφορές που εµφανίζουν οι δύο αυτές περιπτώσεις, η κυριότερη αυτών συνίσταται ουσιαστικά στο γεγονός ότι στην καταχρηστική συγχώνευση έχουµε συνένωση εταιρικών περιουσιών και δεν έχουµε εξαρχής συνένωση των νοµικών προσώπων των εµπλεκόµενων εταιριών, 21 Κριµπάς, 158, Δούβλης σελ. 31 22 Κιάντου σελ. 23 23 Γεωργακόπουλος σελ. 457 σηµ. 847 24 Γεωργακόπουλος, 1974
ενώ στην γνήσια συγχώνευση έχουµε συνένωση των νοµικών προσώπων των εµπλεκόµενων εταιριών και κατ επέκταση, έχουµε συνένωση των εταιρικών περιουσιών των συγχωνευθέντων µερών 25. Επίσης, η γνήσια συγχώνευση υπερτερεί της καταχρηστικής, καθώς µέσω αυτής (της γνήσιας συγχώνευσης) εξοικονοµείται χρόνος και χρήµα, είτε από έξοδα (ιδιαίτερα µεταβιβάσεων) είτε από περιττές φορολογικές επιβαρύνσεις. Ακόµα, µια άλλη διαφορά που παρουσιάζουν είναι ότι η καταχρηστικη συγχώνευση, που έχει ως συνέπεια τη λύση και την εκκαθάριση των συγχωνευόµενων επιχειρήσεων, µπορεί να είναι ενδεχοµένως επιζήµια για τις συγχωνευόµενες επιχειρήσεις, καθώς η λύση θα οδηγήσει προσωρινά και σε παύση επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων και εργασιών. Πάντως, σχετικά µε την παραπάνω διάκριση µεταξύ γνήσιας και καταχρηστικής συγχώνευσης, πρέπει να επισηµανθεί ότι δεν καταγράφεται, ή µάλλον για την ακρίβεια αγνοείται, ολοκληρωτικά στο φορολογικό δίκαιο. Συγκεκριµένα, το ν.δ. 1297/1972, ο ν. 2166/1993 και ο ν. 2386/1996 (άρθρ. 7) δεν κάνουν καµία απολύτως διάκριση και τυγχάνουν εφαρµογής σε συγχωνεύσεις επιχειρήσεων οποιασδήποτε νοµικής µορφής. Παρόµοια, αντιµετώπιση της παραπάνω διάκρισης συναντάται και στο δίκαιο του ανταγωνισµού (βλ. σχετ. άρθρ. 4 παρ. 2 του ν. 703/1977), όπου πάλι δεν προκύπτει διαχωρισµός κατά νοµικό τύπο των συγχωνευόµενων µερών 26 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ Δεν αποκλείεται τα µέρη, µε συµφωνία µεταξύ τους, να εφαρµόσουν στην περίπτωση της καταχρηστικής συγχώνευσης τις διατάξεις που ισχύουν για τη γνήσια. Το ερώτηµα είναι 27 αν µπορούν να συµφωνήσουν ότι σε µια τέτοια περίπτωση, δεν θα ακολουθεί εκκαθάριση της εταιρείας, αλλά θα 25 Κιάντου-Παµπούκη, 1961; Γεωργακόπουλος, 1996; Λιακόπουλος, 2000 26 Δρυλλεράκης, 1977, 1998 Τζουγανάτος, 1983 27 Μούζουλας, σελ. 102
επέρχεται µεταβίβαση µε καθολική διαδοχή, ενόψει του αναγκαστικού δικαίου χαρακτήρα των διατάξεων για την εκκαθάριση των εταιρειών. Στην πράξη η Εποπτεύουσα Αρχή δέχεται ως εφικτή κάθε πράξη µετασχηµατισµού που προβλέπεται από τους φορολογικούς νόµους και ιδίως από τον ν. 2166/93, ο οποίος τυγχάνει ευρύτατης εφαρµογής. Το σύννοµο της παραπάνω µετατροπής ή συγχώνευσης εταιρειών από την σκοπιά του εµπορικού δικαίου και ειδικότερα εφόσον δεν προβλέπεται εκ του νόµου η καθολική διαδοσχή, γεννά εύλογα ερωτήµατα: Απαιτείται η έκδοση νέων Διοικητικών αδειών και παραχωρήσεων? (στην γνήσια συγχώνευση προβλέπεται -άρθρο 75 κν 2190/20 ευθέως υποκατάσταση) Απαιτείται η σύναψη νέων µισθωτηρίων σε συµβάσεις όπου η µετασχηµατισθείσα εταιρεία ετύγχανε εκµισθώρια ή µισθώτρια ή απαιτείται η συναίνεση του εκµισθωτή, οταν το µισθωτήριο περιλαµβάνει απαγόρευση παραχώρησης της χρήσης του µισθίου? Συνεχίζονται οι εκκρεµείς δίκες? Συνεχίζονται άλλες διαρκείς συµβάσεις από την νέα εταιρεία χωρίς την συναίνεση του αντισυµβαλλοµένου? Συντελείται αναδοχή χρέους της συγχωνευθείσας εταιρείας εκ µέρους της συγχωνεύουσας ή εκ µετατροπής προερχοµένης? Και µε τι κόστος? Είναι µια καταχρηστική συγχώνευση άκυρη? Αµφισβητείται αν στην περίπτωση της καταχρηστικής συγχώνευσης επέρχονται τα αποτελέσµατα της γνήσιας συγχώνευσης και ειδικότερα η καθολική διαδοχή 28 28 Σ. Μούζουλας σε Δίκαιο ΑΕ τόµος ογδοος "µετασχηµατισµοί εταιρειών, Νοµική Βιβλιοθήκη 2004
Ενδεικτικά αναφέρονται: ΣτΕ 420/1977 ΝοΒ 1980/1288, ΑΠ 433/2005 ΔΕΕ 2006/624 (συγχώνευση επε µε αε) ΑΠ 60/73, ΝΒ 73/748, ΕΑ 16/72, ΑΠ 584/86 ΕΕµπΔ 1987/399, ΕφΑθ 220/79 ΝοΒ 1980/100, ΠΟΛ ΠΡ ΘΕΣΣΑΛ 5144/2003 ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΚιλκ 293/1998 Αρµεν. 1999/696, ΜΠΡΚΑΛ 6/2004 (ΝΟΜΟΣ), ΠολΠρΑθ 9362/1990 ΕΕµπΔ 1991/442, ΜΠΙ 7/69 ΕΕΝ 69/169, ΜΠΘ 1492/72, ΕΕΔ 72/512, ΜΠρΠατρ 226/72, ΝοΒ 1972/789 Σηµ. Ματσούκη, οι οποίες έχουν δεχθεί ότι η µεταβίβαση γίνεται µε οιονεί καθολική διαδοχή Αντίθετες η ΕφΑθ 6444/85 ΕΕµπΔ 1986/486 και ΑρχΝ 1986/114 ΣτΕ 1176-1177/70 ΔΦΝ 1989/1919 Συµπερασµατικά θα µπορούσαµε να πούµε ότι: 1. Η κρατούσα στην επιστήµη άποψη είναι ότι είναι νοµικώς αδύνατη η γνήσια συγχώνευση διαφορετικών εταιρικών τύπων µεταξύ τους. Επίσης κατά την ίδια άποψη το νοµικό αυτό καθεστώς δεν διαφοροποιείται από τους φορολογικούς της συγχώνευσης νόµους, οι οποίοι δεν τροποποιούν, ως προς το θέµα αυτό τις διατάξεις του εταιρικού δικαίου 29. 2. Στην νοµολογία, που είναι διχασµένη, συναντάµε αποφάσεις οι οποίες έχουν δεχθεί ότι και στην περίπτωση της καταχρηστικής µετατροπής και της καταχρηστικής συγχώνευσης επέρχεται οιονεί καθολική διαδοχή 30, αλλά και αντίθετες 31. 3. Στην πράξη οι συναλλασσόµενοι µε συµφωνία µεταξύ τους, 29 Χ.Χρυσάνθης σε Δίκαιο της ανώνυµης εταιρείας, τόµος 8ος 2004, σελ. 59 30 ΑΠ 433/2005 ΔΕΕ 2006/624 (συγχώνευση επε µε αε) ΑΠ 60/73, ΝΒ 73/748, ΕΑ 16/72, ΑΠ 584/86 ΕΕµπΔ 1987/399, ΕφΑθ 220/79 ΝοΒ 1980/100, ΠΟΛ ΠΡ ΘΕΣΣΑΛ 5144/2003 ΝΟΜΟΣ, ΜονΠρΚιλκ 293/1998 Αρµεν. 1999/696, ΜΠΡΚΑΛ 6/2004 (ΝΟΜΟΣ), ΠολΠρΑθ 9362/1990 ΕΕµπΔ 1991/442, ΜΠΙ 7/69 ΕΕΝ 69/169, ΜΠΘ 1492/72, ΕΕΔ 72/512, ΜΠρΠατρ 226/72, ΝοΒ 1972/789 Σηµ. Ματσούκη 31 ΕφΑθ 6444/85 ΑρχΝ 1986/114, ΣτΕ 1176-1177/70 ΔΦΝ 1989/1919
εφαρµόζουν στην περίπτωση της καταχρηστικής συγχώνευσης τις διατάξεις που ισχύουν για τη γνήσια. 4. Στην πράξη η Εποπτεύουσα Αρχή δέχεται ως εφικτή κάθε πράξη µετασχηµατισµού που προβλέπεται από τους φορολογικούς νόµους και ιδίως από τον ν. 2166/93, ο οποίος τυγχάνει ευρύτατης εφαρµογής. Ετσι, όπως παρατηρείται από τον Χ. Χρυσάνθη, στην πράξη, και πάλι, οι φορολογικοί νόµοι έχουν επιφέρει θεµελιώδη µεταβολή του εταιρικού δικαίου των µετασχηµατισµών, η οποία µεταβολή, παρά τις δογµατικές της αδυναµίες, που ορθά επισηµαίνει η επιστήµη, έχει διευκολύνει αποφασιστικά τις οικείες συναλλαγές. 5. Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαία η ρύθµιση των µετασχηµατισµών όλων των µορφών εταιρικών επιχειρήσεων. Το γεγονός ότι η ελληνική νοµοθεσία προβλέπει ειδικές περιπτώσεις µετασχηµατισµών, που δεν εξαντλούν στην πράξη όλες τις δυνατές περιπτώσεις, συντελεί στο να πλανάται άµεσα το ερώτηµα εάν θα πρέπει να επιτρέπεται η µετατροπή ενός εταιρικού τύπου σε άλλον χωρίς την ύπαρξη σχετικής νοµοθετικής ρύθµισης (Παµπούκης, 1986; Σκαλίδης, 2007; κ.ά.) ή όχι (Γεωργακόπουλος, 1974; 1991; Πασσιάς, 1969; κ.ά.). Είναι εµφανές ότι η µη ύπαρξη µιας απλής, ξεκάθαρης και ολοκληρωτικής νοµοθετικής ρύθµισης δεν ευνοεί µε κανένα τρόπο την ανάπτυξη των συναλλαγών. Επίσης δεν δηµιουργείται στους ενδιαφεροµένους η ασφάλεια της ύπαρξης ουσιαστικών και λειτουργικών κανόνων εταιρικού δικαίου για την εύρυθµη ανάπτυξη των επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων τους. Θεωρείται ορθότερο, να αναγνωρισθεί στα µέρη η δυνατότητα αναλογικής εφαρµογής των κανόνων για την γνήσια συγχώνευση και στην καταχρηστική, εφόσον αυτά το επιλέγουν 32. 32 Μούζουλας σελ. 102
Αντίστοιχα υποστηρίζεται 33 ότι είναι δυνατή η συγχώνευση προσωπικής εταιρείας σε ανώνυµη, κατ' ανάλογη εφαρµογή των άρθρων 68 και 69 ΚΝ 2190/1920, αρκεί η µία από τις συγχωνευόµενες εταιρείες και οπωσδήποτε η µετά την συγχώνευση εταιρεία να είναι ανώνυµη. Αντί για απόφαση καταστατικής γενικής συνέλευσης θα απαιτηθεί τότε για την προσωπική εταιρεία, λόγω του ισχυρού προσωπικού δεσµού των µελών της, συµφωνία όλων των εταίρων και όχι µόνο απόφαση του εκπροσωπευτικού της οργάνου. Τέλος θα πρέπει να αναφέρουµε ότι ο ν. 3777/2009 για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις αναγνωρίζει τη συγχώνευση (διασυνοριακά) µεταξύ κεφαλαιουχικών εταιρειών, χωρίς να προβλέπει συγχώνευση µεταξύ αµιγών τύπων, ως τέτοιες δε θεωρεί: α) την ανώνυµη εταιρεία (Α.Ε.), την εταιρεία περιορισµένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.), την ετερόρρυθµη κατά µετοχές εταιρεία και την Ευρωπαϊκή Εταιρεία (SE) µε έδρα στην Ελλάδα, και β) την εταιρεία µετοχικού κεφαλαίου που διαθέτει νοµική προσωπικότητα, κατέχει χωριστά περιουσιακά στοιχεία, τα οποία είναι και τα µόνα που καλύπτουν τυχόν οφειλές της εταιρείας Δηµιουργείται λοιπόν το εξής εύλογο ερώτηµα: Αν οι εθνικές εταιρίες είναι µη συγχωνεύσιµες κατά το ελληνικό δίκαιο (π.χ. µια ανώνυµη εταιρία µε µια εταιρεία περιωρισµένης ευθύνης), πως προβλέπεται η δυνατότητα πραγµατοποίησης µιας τέτοιας συγχώνευσης µε µη επιλέξιµες αντίστοιχες εταιρίες άλλου κράτους µέλους. Εξ άλλου το ΔΕΚ, όπως τονίζει και η εισηγητική έκθεση του παραπάνω νόµου, στην απόφαση «Sevic» (C-411/03 της 13.12.2005, ΔΕΕ 2006, 282, ΕΕµπΔ 2006, 346) (υπόθεση που αφορούσε στην ελευθερία εγκατάστασης δυνάµει των άρθρων 43, 48 ΣυνθΕΚ σε συνδυασµό µε 33 Α.Αργυριάδης Ζητήµατα συγχώνευσης εταιρειών ΕΕµπΔ 1984/548
άρνηση καταχώρησης διασυνοριακής συγχώνευσης) έχει αναγνωρίσει ρητώς το δικαίωµα του «συγχωνεύειν» και του «συγχωνεύεσθαι» όλων αδιακρίτως των εταιρειών, προσωπικών και κεφαλαιουχικών, διασυνοριακά. Συνεπώς και εξ αυτού του λόγου, θεωρείται ότι η εφαρµογή των κανόνων της γνήσιας συγχώνευσης σε όλους ανεξαιρέτους του τύπους εταιριών και σε συγχωνεύσεις διαφορετικών τύπων εταιριών µοιάζει να είναι επιβεβληµένη.