ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ



Σχετικά έγγραφα
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΜΕΡΟΣ Ε ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε «Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» Άρθρο 59 Τροποποιήσεις Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 1994

«Οι ανακοπές των μερών στην κατάσχεση στα χέρια τρίτου.»

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ (ΚΠολΔ )

Αικατερίνης Αθ. Γιοβάνη (Α.Μ.: )

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Ζητήματα από τη διενέργεια του πλειστηριασμού με ηλεκτρονικά μέσα

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΡΙΤΟΥ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος..

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

ΠINAKAΣ ΠEPIEXOMENΩN

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Τα δημόσια έσοδα (συνέχεια)

Διπλωματική Εργασία Γεώργιου Θ. Παπατάσου

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

* -ff ΑΔΑ: Ψ9Σ3Η-ΟΧΖ *' t

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

«Η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος στην κατάσχεση εις χείρας τρίτου»

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

Εναρμόνιση του χρόνου και τρόπου διενέργειας πλειστηριασμού (κινητών και ακινήτων) με ηλεκτρονικά μέσα κατά τα πρότυπα του ΚΠολΔ

του. λόγω κατάσχεσης εις χείρας τρίτου δυνάμει της ως άνω δικαστικής αποφάσεως. Επ αυτού εκθέτω τα ακόλουθα:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 7 Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων

Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ/ΚΦΔ (ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά τον ν. 4223/2013 ΦΕΚ 287Α )

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΕΔΩ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΣΗΜΑΝΘΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ :

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Taxlive - Επιμόρφωση Λογιστών Λογιστικά Προγράμματα & Υπηρεσίες Λογιστικής Ενημέρωσης

Α. Υποχρέωση προσκόμισης εγγυητικής επιστολής

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ατελώς (Άρθρο 30 του ν. 40: ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Ο περί Πωλήσεως Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόµος (ΚΕΦ.232)

Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Ιστορικά Λειτουργική αποστολή της ρυθμίσεως Επισκόπηση των ρυθμίσεων 8-15α Αρχές της ρυθμίσεως και συγκρουόμενα

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

Δημοσιονομικό Δίκαιο ΠΜΣ Τα δημόσια έσοδα. Ανδρέας Τσουρουφλής

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 733/2011

ΠΡΟΣ. Το Δ.Σ. του Συνεταιρισμού Διεθνής Ιπποκράτειος Πολιτεία

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Οδηγίες για την υποβολή αίτησης ρύθµισης των οφειλών υπερχρεωµένων φυσικών προσώπων στο Ειρηνοδικείο

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

H ανατροπή της κατάσχεσης μετά το ν. 4335/2015 (*)

ΓΝΩΜΟΔΟΣΗΗ. Επί υποβληθέντων ερωτημάτων από τη Δ.Ε.Υ.Α. Αρ. Πρωτ. Εισ. 1492/

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Άρθρο 1 Τροποποίηση διατάξεων για τη διεξαγωγή αναγκαστικών πλειστηριασµών κινητών και ακινήτων

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ Ν.4329/2015 ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΠΛΗΡΩΜΗΣ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΗ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

Πίνακας περιεχομένων

Ο διαχειριστής της γερμανικής ΕΠΕ

Με την κοινοποιουμένη απόφαση, εκτός από την αναπροσαρμογή των δικαιωμάτων και εξόδων διοικητικής εκτέλεσης, επέρχονται οι ακόλουθες μεταβολές:

ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΣΕ ΕΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΟ ΝΟΜΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 13/06/2017

Διοικητικό Δίκαιο. H διοικητική πράξη - 2 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 09/06/2017 Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός 52(Ι) του 2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2010 ΜΕΧΡΙ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Οι κυριότερες τροποποιήσεις του ΚΠολΔ με το Ν. 4335/2015

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ. αρ Σύμβαση εκχώρησης απαίτησης λ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Η ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ ΕΙΣ ΧΕΙΡΑΣ ΤΡΙΤΟΥ Η εργασία αυτή αποτέλεσε αντικείμενο μαθήματος στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών (β έτος) της Νομικής ΑΠΘ. [Αναθεωρημένη] Πλιάτσικας Κωνσταντίνος, Yποψήφιος Διδάκτορας Τομέα Αστικού Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Δικηγόρος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ... 4 ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ... 4 Γενικές διαπιστώσεις... 4 1. Η υποχρέωση του τρίτου για υποβολή δήλωσης... 4 2. Η νομική φύση της δήλωσης του τρίτου... 5 3. Μορφές της δήλωσης... 6 4. Το περιεχόμενο της θετικής δήλωσης του τρίτου... 6 Ειδικότερα επί μελλοντικών ή υπό αίρεση ή προθεσμία απαιτήσεων... 7 5. Τύπος της δήλωσης... 9 6. Προθεσμία υποβολής δήλωσης... 10 7. Συνέπειες της θετικής δήλωσης του τρίτου ως προς την κατασχεθείσα απαίτηση... 11 Ειδικότερα ο κρίσιμος χρόνος για την εκχώρηση της απαίτησης... 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ... 14 Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΗ ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ... 14 1. Η διαδικασία που ακολουθεί την κατάσχεση απαιτήσεων στα χέρια του τρίτου... 14 Α. Χρόνος καταβολής της απαίτησης... 15 Β. Κρίσιμος χρόνος για την κρίση περί της επάρκειας ή ανεπάρκειας της απαίτησης.... 16 Γi. Επί επάρκειας της κατασχεμένης απαίτησης... 17 Γii. Επί ανεπάρκειας της κατασχεμένης απαίτησης... 18 2. Η διαδικασία που ακολουθεί την κατάσχεση πράγματος στα χέρια του τρίτου.... 19 3. Η διαδικασία που ακολουθεί την κατάσχεση απαίτησης μεταβίβασης κινητών στα χέρια του τρίτου... 20 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ... 22 Η ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΩΣ ΤΙΤΛΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΣ... 22 1. Έννοια και περιπτώσεις της εκτελεστότητας της θετικής δήλωσης του τρίτου σε περίπτωση χρηματικής απαίτησης... 22 Α. Ένας κατασχών δανειστής... 22 Β. Περισσότεροι κατασχόντες δανειστές:... 23 Γ. Επί κατασχέσεως απαίτησης υπό αίρεση ή προθεσμία και επί μελλοντικής απαίτησης... 24 2. Η θετική δήλωση ως εκτελεστός τίτλος σε περίπτωση που αφορά κατάσχεση κινητού πράγματος... 24 2

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Ο ΚΠολΔ προκειμένου να προστατεύσει τον δανειστή από την αφερεγγυότητα του οφειλέτη, ο οποίος πολλές φορές αποκρύπτει την περιουσία του για να αποφύγει τις δυσμενείς συνέπειες της κατάσχεσης, θέσπισε μια άλλη μορφή κατάσχεσης, αυτής στα χέρια τρίτου προσώπου, διάφορου του οφειλέτη. Στο συγκεκριμένο είδος κατάσχεσης ο δανειστής μπορεί να στρέφεται και κατά τρίτου προσώπου και το οποίο εμφανίζεται είτε ως οφειλέτης χρηματικών απαιτήσεων προς τον αρχικό οφειλέτη, είτε ως κάτοχος κινητών πραγμάτων που ανήκουν κατά κυριότητα στον οφειλέτη, είτε ως υπόχρεος για τη μεταβίβαση της κυριότητας κινητών πραγμάτων στον οφειλέτη (982 ΚΠολΔ). Με τον τρόπο αυτό μπορεί ο δανειστής να ικανοποιήσει την απαίτησή του μολονότι ο ίδιος ο οφειλέτης του δεν έχει στα χέρια του κινητά ή ακίνητα, αλλά έχει απαιτήσεις εναντίον ενός άλλου τρίτου προσώπου. Οι απαιτήσεις που μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης στα χέρια τρίτου ρητά προσδιορίζονται στο άρθρο 982 1 ΚΠολΔ. Η διαδικασία, η οποία ακολουθείται για να συντελεστεί η κατάσχεση στα χέρια του τρίτου, περιγράφεται στο άρθρο 983 ΚΠολΔ. Σύμφωνα με αυτό η κατάσχεση γίνεται με επίδοση στον τρίτο και στον καθου η εκτέλεση του κατασχετηρίου εγγράφου, το περιεχόμενο του οποίου επίσης περιγράφεται στο άρθρο 983 ΚΠολΔ. Από την επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου ξεκινούν και οι συνέπειες της κατάσχεσης στα χέρια του τρίτου, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 984 ΚΠολΔ. Μετά την ολοκλήρωση της κατάσχεσης και την επέλευση των έννομων συνεπειών, που προβλέπονται στα ανωτέρω άρθρα, ο τρίτος είναι υποχρεωμένος να προβεί σε δήλωση σχετικά με την ύπαρξη ή ανυπαρξία της υπό κατάσχεση στα χέρια του απαίτησης ή πράγματος. Ανάλογα με το είδος της δήλωσης (θετική ή αρνητική) ακολουθείται και η αντίστοιχη διαδικασία, όπως προβλέπεται στα άρθρα 986 επ. 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ Γενικές διαπιστώσεις 1. Η υποχρέωση του τρίτου για υποβολή δήλωσης Ο τρίτος μετά την επίδοση σ αυτόν του κατασχετηρίου εγγράφου, εμπλέκεται πλέον στη διαδικασία της εκτέλεσης. Μόνη η επίδοση του κατασχετηρίου σ αυτόν γεννά την υποχρέωσή του να δηλώσει στα αρμόδια όργανα αν υπάρχει ή όχι στα χέρια του η απαίτηση ή το πράγμα που πρόκειται να κατασχεθεί 1. Η υποχρέωση αυτή γεννιέται ακόμα κι αν δεν υπάρχει καμία απαίτηση του οφειλέτη στα χέρια του τρίτου, οπότε και ο τρίτος θα προβεί σε αρνητική δήλωση 2. Η δήλωση πρέπει να είναι σαφής και να περιλαμβάνει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα επιτρέψουν στον επισπεύδοντα να ικανοποιηθεί. Η υποχρέωση για δήλωση δε γεννάται όταν η κατάσχεση στα χέρια του τρίτου είναι ανυπόστατη, όπως όταν για παράδειγμα λείπει ένα από τα στοιχεία που απαιτεί ο νόμος για να είναι πλήρες το κατασχετήριο ή όταν το κατασχετήριο αποστέλλεται με συνημμένη αποστολή και όχι με δικαστικό επιμελητή 3. Διχογνωμία υπήρξε σχετικά με την υποχρέωση υποβολής δήλωσης σε περίπτωση άκυρης κατάσχεσης. Υποστηρίχθηκε 4 από τη μία ότι ανεξαρτήτως του κύρους της κατάσχεσης, αφ ης στιγμής επιδοθεί στον τρίτο το κατασχετήριο, αυτός έχει υποχρέωση να προχωρήσει σε δήλωση κατά το άρθρο 985 ΚΠολΔ. Υποστηρίχθηκε όμως και η αντίθετη άποψη 5, κυρίως κατά το προϊσχύσαν δίκαιο, σύμφωνα με την οποία αν η κατάσχεση στα χέρια του τρίτου είναι άκυρη, ο τρίτος δεν υποχρεούται να προβεί σε δήλωση, καθώς μετά την ακύρωση της κατάσχεσης, αυτή θεωρείται ότι δεν έγινε. Είναι προφανές ότι ως δογματικά ορθή θα πρέπει να δεχτούμε την πρώτη άποψη. Το σύστημα που υιοθετεί ο ΚΠολΔ απαιτεί για ακύρωση μιας πράξης εκτέλεσης δικαστική απόφαση (άρθρο 159 ΚΠολΔ) που εκδίδεται μετά από άσκηση ανακοπής μέσα σε ορισμένη προθεσμία, αλλιώς η πράξη θεραπεύεται και παράγει τα έννομα αποτελέσματά της. Αν λοιπόν η κατάσχεση δεν ακυρωθεί ρητά με απόφαση, δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι ο τρίτος δεν υποχρεούται να προβεί σε δήλωση, ασχέτως αν θεωρεί ότι η κατάσχεση πάσχει από κάποιο ελάττωμα και πρόκειται να ακυρωθεί. Η δεύτερη αυτή άποψη μπορεί να γίνει δεκτή μόνο σε περίπτωση που η κατάσχεση ακυρωθεί μέσα στο οκταήμερο, στο οποίο ο τρίτος είναι υποχρεωμένος να υποβάλλει δήλωση. Τούτο βέβαια είναι πρακτικά αδύνατο 6. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε και ως προς την υποχρέωση του τρίτου για υποβολή δήλωσης, όταν η απαίτηση που κατάσχεται στα χέρια του είναι ακατάσχετη κατά τους 1 Η υποχρέωση αυτή πηγάζει από το καθήκον μαρτυρίας προς τα δημόσια όργανα ή τρίτα πρόσωπα, προς εξασφάλιση των συμφερόντων τους. Γέσιου - Φαλτσή, Αναγκαστική Εκτέλεση Ειδικό μέρος, σελ. 788, Καστριώτης, Η κατάσχεση εις χείρας τρίτου (κατά τον ΚΠολΔ) Τόμος ΙΙ 2009, σελ. 245, Βαθρακοκοίλης ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 985 ΚΠολΔ σελ. 88. Βλ. και ΑΠ 1297/2011 ΕφΑΔ 2012, σελ. 173, ΜΠρΑθ 3292/2008, ΕΠολΔ 2009, σελ. 97. 2 Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεση Τόμος ΙΙΙ Β έκδοση, σελ. 1369 ( 457), Γέσιου - Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ, 788, Νίκας, Αναγκαστική Εκτέλεση ΙΙ, 60, αρ. 1, σελ. 677. 3 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ., σελ. 1371 ( 457), Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 791, Νίκας, Αναγκαστική Εκτέλεση ΙΙ, 60, αρ. 1, σελ. 677, Καστριώτης, Η κατάσχεση εις χείρας τρίτου (ΚατΧ), Τόμος ΙΙ, 2008, σελ. 251. 4 Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 791, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 1, σελ. 678, Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 250. 5 Μητσόπουλος, Δικ/νη 1984, (Γνωμ), ΑΠ 612/1976, ΝοΒ 1977, σελ. 6, ΜΠρΑθ 3292/2008, ΕΠολΔ 2009, σελ. 97. 6 Καστριώτης, ΚατΧ., σελ. 250. 4

ορισμούς του νόμου (άρθρο 983 ΚΠολΔ). Ο τρίτος δηλαδή υποχρεούται να υποβάλλει δήλωση σχετικά με την ύπαρξη ή την ανυπαρξία της απαίτησης 7. Ζήτημα προέκυψε σχετικά με την υποχρέωση του τρίτου να υποβάλλει δήλωση σε περίπτωση μελλοντικών απαιτήσεων. Οι απαιτήσεις αυτές δεν έχουν γεννηθεί και δεν είναι ληξιπρόθεσμες και απαιτητές. Η θεωρία 8 και η νομολογία 9 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι και επ αυτών των μελλοντικών ή υπό αναβλητική αίρεση απαιτήσεων υπάρχει υποχρέωση δήλωσης από πλευράς του τρίτου. Στη δήλωση δε αυτή θα πρέπει να αναφέρει την έννομη σχέση βάσει της οποίας θα γεννηθεί η απαίτηση που θα κατασχεθεί. Σε περίπτωση που επιβληθούν περισσότερες κατασχέσεις τότε ο τρίτος είναι υποχρεωμένος να υποβάλλει δήλωση για κάθε μία από αυτές. Το κύρος δε της καθεμιάς θα κριθεί αυτοτελώς 10. Σε περίπτωση κατάσχεσης στα χέρια τετάρτου, γεννιέται υποχρέωση του τετάρτου για υποβολή δήλωσης 11. 2. Η νομική φύση της δήλωσης του τρίτου Η δήλωση του τρίτου δεν απευθύνεται σε δικαστήριο. Αποτελεί εξώδικη διαδικαστική πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης 12. Αποτελεί συνέχεια της διαδικασίας μετά την κοινοποίηση του κατασχετηρίου εγγράφου. Η εξώδικη αυτή δήλωση αποτελεί ομολογία σχετικά με την ύπαρξη ή μη της απαίτησης. Με βάση το περιεχόμενό της δηλαδή αποτελεί ανακοίνωση ως προς τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο αντικείμενο της κατάσχεσης 13. Με αυτό το χαρακτήρα, ως εξώδικη δήλωση, δεν είναι απαραίτητη η σύμπραξη δικηγόρου για τη σύνταξή του 14, αλλά αρκεί η αυτοπρόσωπη παρουσία ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου, ο οποίος και συντάσσει τη δήλωση 15. Απαραίτητη όμως για τη νόμιμη υποβολή της δήλωσης είναι η ικανότητα παράστασης ενώπιον του δικαστηρίου. Τα ανίκανα πρόσωπα παρίστανται από τους νόμιμους αντιπροσώπους τους 16. Η φύση της ως εξώδικης ομολογίας συνεπάγεται ότι δεν είναι απαραίτητη παρολ αυτά η εξουσία διάθεσης της απαίτησης 17. Ως προς τη δυνατότητα ανάκλησης πρέπει να τονιστεί ότι αυτή αν και είναι διαδικαστική εξώδικη πράξη δεν συνεπάγεται αναγκαστικά και τη δυνατότητα ανάκλησής της 18. Αυτή μπορεί να ανακληθεί εφόσον δεν έχουν ήδη δημιουργηθεί ευνοϊκές καταστάσεις για τον κατασχόντα ή τους κατασχόντες σε περίπτωση που είναι περισσότεροι 19. Από τη φύση της όμως ως διαδικαστική πράξη, προκύπτει σαφώς η 7 Μπρίνιας,, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1370 ( 457). 8 Μπρινιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1379 ( 462), Καστριώτης, ΚατΧ., σελ. 283 (υποσημ. 28), Γέσιου - Φαλτση, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 798. 9 ΑΠ 1540/2000, Δ 2001, σελ. 530, ΠΠρΘεσσ 10250/2003, Αρμ 2003, 1323. 10 Καστριώτης, ΚατΧ., σελ. 251. 11 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 791, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 4, σελ. 678, Βαθρακοκοίλης ΕρμΚΠολΔ σελ. 88. 12 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ., σελ. 1375 ( 460), Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ., σελ. 792, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 3, σελ. 678, Καστριώτης, ΚατΧ., σελ. 294, Κοντογεωργακόπουλος, Κατάσχεση στα χέρια τρίτου: Η δήλωση του τρίτου κατά το άρθρο 985 ΚΠολΔ, 2010, σελ. 336. 13 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ σελ. 792, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 3, σελ. 678. 14 Αν βέβαια συμπράξει δικηγόρος αρκεί να έχει αυτός γενική πληρεξουσιότητα, ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νικολόπουλος), άρθρο 985 ΚΠολΔ. 15 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 793, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 4, σελ. 679, Καστριώτης, ΚατΧ., σελ. 294. 16 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ., σελ. 1376 ( 460). 17 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 793. 18 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1375 ( 460), 19 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 794, Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 297.ΜΠρΑΘ 3292/2008 ΕΠολΔ 2009, σελ. 97. 5

αδυναμία ακύρωσής της για τα ελαττώματα της βούλησης (πλάνη, απάτη, απειλή) σύμφωνα με τα άρθρα ΑΚ 140, 147, 150 20. 3. Μορφές της δήλωσης Από τη διατύπωση του άρθρου 985 1 ΚΠολΔ προκύπτει σαφώς το περιεχόμενο, που πρέπει να έχει η δήλωση του τρίτου. Σ αυτή θα πρέπει να αναφέρει αν υπάρχει στα χέρια του η κατασχεμένη απαίτηση, αν βρίσκεται στα χέρια του το κατασχεμένο κινητό και αν έχουν επιβληθεί σ αυτά άλλες κατασχέσεις κι αν ναι από ποιόν και για ποιο ποσό έχουν αυτές επιβληθεί. Ανάλογα λοιπόν με το περιεχόμενο της δήλωσής του αυτή μπορεί να είναι θετική ή αρνητική. Θετική θεωρείται η δήλωση με την οποία ο τρίτος ομολογεί την ύπαρξη μιας έννομης σχέσης, από την οποία απορρέει η απαίτηση του καθού εναντίον του τρίτου ή η ύπαρξη στα χέρια του πραγμάτων που ανήκουν κατά κυριότητα στον καθού. Μπορεί δε αυτή να είναι ολική ή μερική σε σχέση με το περιεχόμενο του κατασχετηρίου. Αρνητική από την άλλη είναι η δήλωση, με την οποία ο τρίτος αρνείται την ύπαρξη της έννομης σχέσης και κατ επέκταση του χρέους του προς τον καθού η εκτέλεση οφειλέτη ή ότι δεν βρίσκονται στα χέρια του τα κατασχεθέντα πράγματα 21. Η θετική δήλωση έχει σαν συνέπεια να ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 988 ΚΠολΔ και αποτελεί τίτλο εκτελεστό (989 ΚΠολΔ), με βάση τον οποίο ο επισπεύδων μπορεί να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του τρίτου. Η αρνητική δήλωση μπορεί είτε να θεωρηθεί πλήρως ειλικρινής από τον επισπεύδοντα, οπότε και δεν ακολουθεί καμία περαιτέρω ενέργεια, είτε μπορεί να οδηγήσει στην άσκηση της ανακοπής του άρθρου 986 ΚΠολΔ, με την οποία ο κατασχών αμφισβητεί το περιεχόμενο της δήλωσης και ζητά την αναγνώριση της ύπαρξης της απαίτησης, προκειμένου να ικανοποιηθεί. Η παράλειψη υποβολής δήλωσης, η εκπρόθεσμη ή ανακριβής δήλωση θεωρούνται ως αρνητικές δηλώσεις κατά πλάσμα (985 3 ΚΠολΔ) 22. 4. Το περιεχόμενο της θετικής δήλωσης του τρίτου Για να θεωρηθεί θετική η δήλωση του τρίτου πρέπει να αναφέρει ότι υπάρχει στα χέρια του η κατασχεμένη απαίτηση απέναντι στον οφειλέτη - καθού η εκτέλεση ή κινητό πράγμα, το οποίο ο τρίτος οφείλει να μεταβιβάσει κατά κυριότητα στον οφειλέτη-καθού η εκτέλεση. Επιπλέον, η θετική δήλωση του τρίτου θα πρέπει να περιλαμβάνει όλα εκείνα τα ουσιώδη στοιχεία της απαίτησης που κατασχέθηκε, με τρόπο σαφή και ορισμένο, ενώ όταν πρόκειται για κινητό, θα πρέπει να προσδιορίζει ακριβώς το πράγμα και να αναφέρει βάσει ποιας έννομης σχέσης αυτό βρίσκεται στην κατοχή του 23. Θα πρέπει ακόμα να περιγράφεται η δικαιογόνος σχέση από την οποία πηγάζει η απαίτηση, οι τυχόν ενστάσεις του τρίτου ή η ανταπαίτηση που τυχόν έχει κατά του καθού η εκτέλεση και η διαβεβαίωση ότι θα παρακρατήσει ό,τι προκύψει στο μέλλον υπέρ του καθού η κατάσχεση από τη μνημονευόμενη στο κατασχετήριο βασική έννομη σχέση 24. Αν ο τρίτος έχει στα χέρια του 20 Γέσιου - Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 793, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 4, σελ. 679, ΜΠρΑθ 2314/1982, ΝοΒ 1982, σελ. 1512. 21 ΑΠ 256/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, στην οποία αναφέρεται πότε μια δήλωση είναι αρνητική και επομένως ποιό είναι το περιεχόμενό της. 22 Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 293, με τις εκεί παραπομπές. 23 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 797, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 5, σελ. 680. 24 ΑΠ 1297/2011, ΕφΑΔ 2012, σελ. 173, ΑΠ 1540/2000, Δ. 2001, σελ. 530, ΜΠρΠρεβ 69/2013, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ. 6

ενεχυρασθέντα σ αυτόν πράγματα δεν οφείλει να δηλώσει την άσκηση του προνομίου του 25. Αποκλειστικό κριτήριο για να θεωρηθεί μία δήλωση θετική είναι τα πραγματικά περιστατικά που περιλαμβάνει και όχι το βουλητικό στοιχείο του τρίτου, η πρόθεσή του δηλαδή να εκπληρώσει την υποχρέωσή του 26. Ο τρίτος πρέπει επιπλέον να συμπεριλάβει στη δήλωσή του τις ενστάσεις του κατά της απαίτησης, αλλιώς μπορεί να υποχρεωθεί σε αποζημίωση λόγω ανακριβούς δήλωσης. Μπορεί να τις προβάλλει όμως και πρώτη φορά στη δίκη της αγωγής αποζημίωσης 27. Το άρθρο 985 1 ΚΠολΔ επιβάλλει στον τρίτο να αναφέρει στη δήλωσή του τυχόν ύπαρξη προγενέστερης κατάσχεσης στα χέρια του επί της ίδιας απαίτησης. Πρέπει λοιπόν ο τρίτος να αναφέρει αν έχει κατασχεθεί από άλλον η απαίτηση και αν ναι από ποιόν και για ποιο ποσό. Πρέπει να αναφερθούν δε τόσο οι αναγκαστικές όσο και οι συντηρητικές κατασχέσεις 28. Η πληρότητα της καταφατικής δήλωσης κρίνεται σε κάθε περίπτωση με γνώμονα τη ζημία που μπορεί να υποστεί αυτός που επέβαλε κατάσχεση, σε περίπτωση που η δήλωση αποδειχτεί ανακριβής ή ελλιπής 29. Ειδικότερα επί μελλοντικών ή υπό αίρεση ή προθεσμία απαιτήσεων Ιδιαίτερα δυσχερής είναι η θέση του τρίτου όταν καλείται να δώσει πληροφορίες, στο πλαίσιο έννομης, ιδίως ενοχικής, σχέσεως, σχετικά με κατασχεθείσα μέλλουσα ή υπό αίρεση ή προθεσμία απαίτηση. Γίνεται δεκτό σε μια μερίδα της θεωρίας 30 όσο και στη νομολογία (παλαιότερα) 31, ότι ο τρίτος οφείλει μεν να υποβάλλει δήλωση, αλλά η δήλωσή του αυτή θεωρείται αρνητική, ως προς το περιεχόμενό της. Κι αυτό γιατί, ενώ μεν παραδέχεται ότι υπάρχει ενεργή έννομη σχέση, δεν υπάρχει τη στιγμή της κατάσχεσης βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση, που πηγάζει από αυτή. Η δήλωση αυτή όμως χαρακτηρίζεται ως υποσχετική για τη μελλοντική απαίτηση που τυχόν θα γεννηθεί, μιας και ο τρίτος στο κείμενο της δήλωσης πρέπει να συμπεριλάβει τη δέσμευση ότι θα παρακρατήσει ό,τι προκύψει στο μέλλον δυνάμει της περιγραφόμενης έννομης σχέσης υπέρ του καθού η εκτέλεση. Αν μάλιστα η σχέση είναι διαρκής θα πρέπει να συμπεριληφθεί και ο χρόνος παύσης του δεσμού 32. Η νομολογία 33 όμως στη συνέχεια υιοθέτησε άλλη γνώμη και έκρινε, ακολουθώντας τη διαφορετική άποψη μερίδας της θεωρίας 34, ότι σε τούτη την περίπτωση, η δήλωση που υποβάλλει ο τρίτος και στην οποίαν αναφέρει ότι θα παρακρατήσει αμέσως ό,τι θα προκύψει στο μέλλον υπέρ του καθού η κατάσχεση, από τη μνημονευόμενη στο κατασχετήριο βασική έννομη σχέση, πρέπει να θεωρηθεί ως καταφατική, παρότι δεν παρέχει αμέσως εκτελεστότητα, καθώς η απαίτηση δεν είναι βέβαιη και εκκαθαρισμένη 35. 25 Βαθρακοκοίλης, ΕρμΚΠολΔ, άρθρ. 985 ΚΠολΔ. 26 ΑΠ 256/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΘεσσαλ 10250/2003, Αρμ. 2003, σελ. 1323. 27 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1381 ( 462). Ο Καστριώτης αναφέρει ότι αυτό δεν είναι απαραίτητο, ΚατΧ., σελ. 284. 28 Καστριώτης, ΚατΧ σελ. 285, ο οποίος θεωρεί ότι σε αυτή την περίπτωση δε χρειάζεται να αναφερθεί ο τίτλος δυνάμει του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση. 29 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 798. 30 Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 283 (υποσ. 28). 31 ΜΠρΑΘ 17459/1957, ΝοΒ 1959, σελ. 141, ΕφΑθ 8540/1999, ΔΕΕ 2000, σελ. 287. 32 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1380 ( 462). 33 ΑΠ 1297/2011, ΕφΑΔ 2012, σελ. 173, ΑΠ 688/2010, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1540/2000, Δ 2001, σελ. 530, ΠΠρΘεσσαλ 10250/2003, Αρμ. 2003, σελ. 1323. 34 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1379 ( 462). 35 ΜΠρΑιγ 10/2012, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ. Θα πρέπει όμως για να μπορεί να κατασχεθεί η απαίτηση να μην προϋποθέτει αντιπαροχή από τον καθού οφειλέτη. 7

Και τούτο, γιατί ο κατασχών δανειστής, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να ασκήσει ανακοπή κατά της δηλώσεως αυτής, μπορεί να την εκτελέσει αργότερα με τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 915, 916 και 921 παρ. 4 ΚΠολΔ 36. Η νομολογία 37 θεωρεί λοιπόν ότι αρκεί για να χαρακτηριστεί μία δήλωση θετική να περιγράφεται με σαφήνεια η έννομη σχέση μεταξύ του καθ ου η εκτέλεση και του τρίτου και να υπόσχεται ο τρίτος να παρακρατήσει ό,τι θα προκύψει μελλοντικά από τη σχέση αυτή υπέρ του καθ ου η εκτέλεση. Για να λάβει δε γνώση και να ικανοποιηθεί τελικά ο επισπεύδων δανειστής, ο ΑΠ δέχτηκε 38 ότι ο τρίτος μπορεί να προβεί σε επόμενη δήλωση 39, με την οποία θα ενημερώνει ότι έχει στα χέρια του βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση, η οποία ανήκει εκ του νόμου στον κατασχόντα. Η δεύτερη αυτή δήλωση δεν είναι νέα θετική δήλωση αλλά απλώς συμπληρωματική της πρώτης. Είναι δυνατό αυτή να υποβληθεί και μετά την παρέλευση του προβλεπόμενου στο άρθρο 985 ΚΠολΔ οκταημέρου, χωρίς αυτό να προσδίδει οποιαδήποτε πλημμέλεια στην εκτέλεσή της. Κι αυτό γιατί με την παρέλευση του οκταημέρου έχει επέρθει ήδη η αναγκαστική εκ του νόμου εκχώρηση των μελλοντικών ή υπό αναβλητική αίρεση απαιτήσεων και ο κατασχών υπεισέρχεται στη θέση του καθου η κατάσχεση και καθίσταται δικαιούχος οποιουδήποτε κατά το ουσιαστικό δίκαιο δικαιώματός του. Την απαίτηση όμως την αποκτά από τη γέννησή της, οπότε και ο οφειλέτης τρίτος είναι υποχρεωμένος να καταβάλει στον κατασχόντα 40. Η συμπληρωματική δήλωση αποτελεί εκπλήρωση της υπόσχεσης για παρακράτηση, όσων απαιτήσεων θα γεννηθούν δυνάμει αυτής της συγκεκριμένης έννομης σχέσης μέσω της ενημέρωσης του κατασχόντος. Υποστηρίχθηκε στο πλαίσιο της άποψης αυτής, ότι η υποχρέωση του τρίτου να προβεί σε συμπληρωματική δήλωση δεν έχει έρεισμα στον νόμο και περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα, παρά διευκολύνει 41. Βέβαια η άποψη αυτή παραβλέπει ότι η υποχρέωση υποβολής δήλωσης από τον τρίτο είναι απόρροια του καθήκοντος μαρτυρίας για την εξασφάλιση των συμφερόντων των δανειστών που επέβαλαν την κατάσχεση. Ίσως λοιπόν η πρώτη άποψη, αυτή που υιοθετεί η νομολογία των δικαστηρίων μας να ανταποκρίνεται περισσότερο στην ανάγκη εξυπηρέτησης των συμφερόντων των δανειστών, οι οποίοι μάλιστα κινούν τη διαδικασία της εκτέλεσης στα χέρια τρίτου. Σύμφωνα με την άποψη της νομολογίας και μέρους της θεωρίας 42 λοιπόν, σε περίπτωση που ο τρίτος προβεί σε αρνητική δήλωση ο επισπεύδων δανειστής θα πρέπει να ασκήσει την ανακοπή του 986 ΚΠολΔ, αλλιώς επέρχονται σε βάρος του οι συνέπειες της αρνητικής αυτής δήλωσης. Η υιοθέτηση της μιας ή της άλλης άποψης οδηγεί σε διαφορετική διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθηθεί στο πλαίσιο της κατάσχεσης στα χέρια του τρίτου. Αν δεχτούμε ως ορθότερη την πρώτη άποψη, αυτή δηλαδή που θεωρεί τη δήλωση του τρίτου ως αρνητική, δεχόμαστε αναγκαστικά ότι ο τρίτος θα πρέπει να στραφεί εναντίον της δήλωσης αυτής με το ένδικο βοήθημα του άρθρου 986 ΚΠολΔ προκειμένου να ικανοποιηθεί. Μάλιστα η 36 ΑΠ 688/2010, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1540/2000, Δ 2001, σελ. 530, Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1379 ( 462). 37 ΕφΑθ 1473/2002, Δ/νη 2002, σελ. 795, ΠΠρΘεσσ 10250/2003, Αρμ. 2003, σελ. 1323. 38 ΑΠ 1540/2000, Δ 2001, σελ. 530 39 Ο Μπρίνιας παλαιότερα (Δ 1975, σελ. 74) είχε υποστηρίξει ότι ο τρίτος υποχρεούται να υποβάλλει νέα θετική δήλωση μετά την πλήρωση της αίρεσης ή της προθεσμίας ή τη γέννηση της απαίτησης, η οποία θα αποτελέσει τελικά και τον εκτελεστό τίτλο με βάση τον οποίο θα συνέχιζε η διαδικασία εκτέλεσης. Ο ΑΠ όμως δεν αναγνωρίζει τέτοια υποχρέωση, αλλά αναγνωρίζει απλά μια δυνατότητα του τρίτου να δηλώσει, η δε αρχική θετική δήλωσή του αποτελεί τίτλο εκτελεστό και να στηρίξει έγκυρα αναγκαστική εκτέλεση. 40 ΠΠρΘεσσαλ 10250/2003, Αρμ. 2003, σελ. 1323. 41 Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 8, σελ. 683. 42 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1380, (462). 8

τελευταία αυτή άποψη αφήνει περιθώρια για δόλιες συμπεριφορές και συμπαιγνίες. Και τούτο διότι με την αρνητική δήλωση δεν δεσμεύεται η απαίτηση, παρόλο που ο τρίτος υπόσχεται να την παρακρατήσει για τον επισπεύδοντα. Στο μεσοδιάστημα λοιπόν είναι δυνατόν ο καθού να τη διαθέσει σε κάποιον άλλο βάσει του άρθρου 455 ΑΚ δημιουργώντας ανασφάλεια στις συναλλαγές. Επίσης με τη θεώρηση της δήλωσης ως αρνητικής πρέπει ο επισπεύδων δανειστής να επιδίδει συνεχώς κατασχετήρια για την ίδια έννομη σχέση, μέχρις ότου γεννηθεί η απαίτηση και μπορεί πλέον να του εκχωρηθεί, μετά από υποβολή σχετικής θετικής δήλωσης του τρίτου. Η αποδοχή αντίθετα της άλλης άποψης διευκολύνει ίσως τον επισπεύδοντα δανειστή αφού με τη θετική δήλωση επέρχεται ήδη εκ του νόμου η εκχώρηση των μελλοντικών απαιτήσεων. Έτσι είναι δεσμευμένες και δεν μπορεί ο καθου η εκτέλεση να προβεί σε έγκυρη διάθεσή τους, μιας και δεν έχει πλέον εξουσία διάθεσης. Ο δε τρίτος μπορεί απλά να ενημερώσει τον επισπεύδοντα σχετικά με την πλήρωση της αίρεσης ή της προθεσμίας, οπότε και η απαίτηση καθίσταται απαιτητή, βέβαιη και εκκαθαρισμένη, με συμπληρωματική δήλωση. Η υπόσχεση βέβαια της παρακράτησης δεν πρέπει να θεωρηθεί απαραίτητο στοιχείο της δήλωσης προκειμένου αυτή να θεωρηθεί καταφατική. Σύμφωνα με τη νομολογία 43, εάν γινόταν δεκτή η αντίθετη εκδοχή, θα απαιτούνταν για την κατάσχεση μελλοντικής απαίτησης περισσότερα από αυτά που απαιτούνται κατά τα παραπάνω για να θεωρηθεί καταφατική η δήλωση, όταν αυτή αναφέρεται σε ληξιπρόθεσμη, βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση, οι προϋποθέσεις για τη γέννηση της οποίας έχουν ήδη πληρωθεί στο σύνολό τους. 5. Τύπος της δήλωσης Το άρθρο 985 ΚΠολΔ δεν προβλέπει ότι η δήλωση του τρίτου πρέπει να περιβληθεί τον έγγραφο τύπο, αλλά αρκεί και η προφορική δήλωσή του, ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου του τόπου κατοικίας του. Αν ο τρίτος προβεί σε δήλωση με άλλο τρόπο από αυτόν που περιγράφεται στο άρθρο 985 ΚΠολΔ αυτή θεωρείται ως μη υποβληθείσα και αντιμετωπίζεται σαν να έχει παραλειφθεί τελείως η υποβολή της και συνεπώς ως αρνητική. Η ενώπιον του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου υποβολή της εξυπηρετεί το σκοπό του νόμου, προκειμένου να αποκτήσει αυτή επίσημη μορφή, μιας και στη συνέχεια θα αποτελέσει τίτλο εκτελεστό (989 ΚΠολΔ) 44. Ως εξώδικη δήλωση πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία του δικογράφου (117 ΚΠολΔ) και περιεχόμενο έχει αυτό που ορίζει το άρθρο 985 ΚΠολΔ. Σε περίπτωση που ο τρίτος υποβάλλει έγγραφο σημείωμα στο Γραμματέα του Ειρηνοδικείου, ο τελευταίος πρέπει να το μνημονεύσει και να αντιγράψει το περιεχόμενό του στη δήλωση, που θα συντάξει. Τη νομολογία απασχόλησε το ζήτημα της υποβολής της δήλωσης σε αναρμόδιο όργανο, ενώπιον δηλαδή Ειρηνοδίκη διαφορετικού από αυτόν του τόπου κατοικίας του τρίτου. Γίνεται δεκτό 45 ότι σε αυτή την περίπτωση η δήλωση θεωρείται ότι είναι ανυπόστατη ως μη υποβληθείσα. Και σε αυτή την περίπτωση λοιπόν ακολουθείται η διαδικασία επί αρνητικής δηλώσεως, μιας και όπως προαναφέρθηκε κατά πλάσμα η μη υποβολή δήλωσης θεωρείται αρνητική δήλωση ενώ ο τίτλος που προκύπτει δεν είναι εκτελεστός και δε μπορεί να στηρίξει αναγκάστική εκτέλεση κατά του τρίτου 46. 43 ΠΠρΘεσσαλ 10250/2003, Αρμ. 2003, σελ. 1323 44 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1376 ( 460), Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 10, σελ. 684. 45 ΕφΑθ 5525/1981 Δ/νη 1981 σελ. 647, ΜΠρΑθ 5737/1974, Αρμ. 1976, 520, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 11, σελ. 684 Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 264. 46 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1376 ( 461). 9

6. Προθεσμία υποβολής δήλωσης Σύμφωνα με το άρθρο 985 1 ΚΠολΔ μέσα σε οκτώ μέρες από την επίδοση του κατασχετηρίου στον τρίτο, αυτός οφείλει να προβεί σε δήλωση σχετικά με την ύπαρξη ή την ανυπαρξία της κατασχεμένης απαίτησης ή του κινητού πράγματος και να δηλώσει αν έχει επιβληθεί στα χέρια του και για την ίδια απαίτηση άλλη κατάσχεση κι αν ναι, από ποιόν και για ποιο ποσό 47. Πρόκειται για προθεσμία ενέργειας, το οποίο σημαίνει ότι ο τρίτος οφείλει να πράξει, να υποβάλλει δηλαδή δήλωση, μέσα στην προθεσμία την οποία οριοθετεί ο νόμος, εν προκειμένω αυτή των οκτώ (ή τριάντα) ημερών. Σε περίπτωση που η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η όποια δήλωση υποβληθεί θεωρείται εκπρόθεσμη και συνεπώς μη ασκηθείσα. Μπορεί βέβαια η προθεσμία να αναβιώσει σύμφωνα με τις διατάξεις για την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (άρθρ. 152 ΚΠολΔ) 48. Η παρέλευση άπρακτης της ως άνω ορισμένης προθεσμίας έχει σαν συνέπεια να εξομοιώνεται με παράλειψη υποβολής δήλωσης. Ο τρίτος, ο οποίος έχασε την προθεσμία, μέσα στην οποία έπρεπε να υποβάλει δήλωση, θεωρείται ότι παρέλειψε να την υποβάλει 49. Από το άρθρο 985 3 δε, στο οποίο καθιερώνεται το πλάσμα την εξομοίωσης της παράλειψης δήλωσης με την αρνητική δήλωση, συνάγεται ότι η εκπρόθεσμη δήλωση θεωρείται κι αυτή αρνητική δήλωση 50. Είναι επίσης δυνατό ο τρίτος να προβεί σε συμπληρωματική δήλωση εφόσον ακόμα υπάρχει προθεσμία 51, 52. Όπως προκύπτει από το γράμμα του νόμου, αφετηρία της οκταήμερης προθεσμίας αποτελεί η μέρα επίδοσης του κατασχετηρίου στον τρίτο, ανεξάρτητα αν αυτή έχει επιδοθεί ή όχι στον καθού 53. Το γεγονός αυτό συνδράμει και στην υποστήριξη της άποψης που θέλει την κατάσχεση να ολοκληρώνεται μόνο με την επίδοση στον τρίτο του κατασχετηρίου εγγράφου 54. Στο συμπέρασμα αυτό μπορούμε να καταλήξουμε και με το εξής σκεπτικό: Αν μεταθέσουμε το χρόνο έναρξης της προθεσμίας στην επομένη της επίδοσης του κατασχετηρίου στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη, θα καταλήγαμε να φέρουμε τον τρίτο σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση, μιας και θα έπρεπε να πληροφορηθεί με κάποιο τρόπο για ένα γεγονός ξένο προς τον ίδιο. Στην περίπτωση δε που η επίδοση στον καθου θα γινόταν πριν την επίδοση του κατασχετηρίου στον τρίτο, θα οδηγούμασταν στο άτοπο ο τρίτος να πρέπει να δηλώσει αν υπάρχει η απαίτηση χωρίς να έχει επιδοθεί καν το κατασχετήριο σ αυτόν. 47 ΕφΑθ 2128/1990, Δ/νη 31, σελ. 1516, η οποία αναφέρει ότι αν υπάρχει άλλη κατάσχεση από τον ίδιο κατασχόντα δεν είναι απαραίτητη η αναφορά του στοιχείου αυτού από τον τρίτο, μιας και σκοπός είναι η πληροφόρηση του κατασχόντα, που στην περίπτωση αυτή γνωρίζει ήδη την προηγούμενη υποβληθείσα κατάσχεσή του. 48 ΑΠ 15/1993, ΝοΒ 1993, σελ. 1069, Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1374 ( 459), Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 14 49, σελ. 685, Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 300. 49 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ σελ. 806, Νίκας ΑνΕκτΙΙ, 60, αρ. 13, σελ. 685. 50 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1375 ( 459). 51 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1382 ( 462). 52 Το οποίο βέβαια δεν αντιφάσκει με την άποψη που έχει υιοθετήσει ο ΑΠ σχετικά με την υποβολή συμπληρωματικής δήλωσης στην περίπτωση των μελλοντικών απαιτήσεων. Εκεί ρητά ο τρίτος με τη δήλωσή του έχει δεσμευτεί ότι θα παρακρατήσει όποια απαίτηση γεννηθεί και θα την αποδώσει στον επισπεύδοντα δανειστή και άρα έχει δεσμευτεί ότι θα προβεί σε μελλοντική συμπληρωματική δήλωση όταν αυτή εξυπηρετεί άλλο σκοπό και δεν είναι προφανώς απαραίτητο να υποβάλλεται στην οκταήμερη προθεσμία του 985 ΚΠολΔ. 53 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 806, Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 306. 54 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1374 (459). 10

Ορθότερη λοιπόν κρίνεται η άποψη που θέτει ως μέρα έναρξης της προθεσμίας την επόμενη μέρα (144 ΚΠολΔ) εκείνης κατά την οποία το κατασχετήριο επιδόθηκε στον τρίτο ανεξάρτητα από το πότε έγινε ή θα γίνει η επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού 55. 7. Συνέπειες της θετικής δήλωσης του τρίτου ως προς την κατασχεθείσα απαίτηση Σύμφωνα με την 984 1 ΚΠολΔ η επίδοση του κατασχετηρίου στον τρίτο, έχει ως συνέπεια την απώλεια της εξουσίας διάθεσης του καθού οφειλέτη για την απαίτηση που βρίσκεται στα χέρια του τρίτου. Έτσι λοιπόν από τη στιγμή της επίδοσης του κατασχετηρίου στον καθού, ανεξάρτητα αν αυτό έχει επιδοθεί και στον τρίτο, ο δικαιούχος της απαίτησης καθου οφειλέτης, δε μπορεί εγκύρως να διαθέσει σε άλλον την κατασχεθείσα απαίτηση. Η ακυρότητα αυτή είναι αυτοδίκαιη και σχετική. Η θετική δήλωση του τρίτου όμως που ακολουθεί την κατάσχεση της βρισκόμενης στα χέρια του απαίτησης δεν είναι άμοιρη συνεπειών. Μάλιστα οι συνέπειες που ακολουθούν τη δήλωση του τρίτου είναι πιο αυστηρές. Κάτι τέτοιο άλλωστε είναι ανεκτό δεδομένου ότι πλέον ο κατασχών έχει αποκτήσει εκτελεστό τίτλο εναντίον του τρίτου για την ικανοποίηση του. Με τη θετική δήλωση του τρίτου επέρχεται εκ του νόμου αναγκαστική εκχώρηση της απαίτησης στον κατασχόντα 56,57. Με άλλα λόγια πρόκειται για υποκειμενική αλλοίωση της κατασχεθείσας απαίτησης και ο κατασχών δανειστής θεωρείται ειδικός διάδοχος του καθού οφειλέτη. Αιτία εκχώρησης εν προκειμένω θεωρείται η ίδια η κατάσχεση 58. Αν και η συνέπεια αυτή δεν προβλέπεται ρητά στο νόμο συνάγεται από την ερμηνεία των διατάξεων 983, 988 και 990 ΚΠολΔ 59. Ένα πρώτο ζήτημα είναι αν η εκχώρηση αυτή γίνεται «αντί» ή «χάριν» καταβολής. Γίνεται δεκτό 60 ότι η εκχώρηση αυτή γίνεται «χάριν» καταβολής, μιας και με την εκχώρηση δεν αποσβένεται η αξίωση του κατασχόντα απέναντι στον δανειστή, αλλά βρίσκει εφαρμογή το άρθρο 951 ΚΠολΔ, το οποίο δίνει τη δυνατότητα στον κατασχόντα δανειστή να επιλέξει εκείνος το μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης που θα εφαρμόσει, χωρίς η εφαρμογή του ενός να αποκλείει κάποιο άλλο 61. Έτσι δεν παύει η υποχρέωση του καθού οφειλέτη απέναντι στον επισπεύδοντα δανειστή για την ικανοποίηση της απαίτησής του. Ζήτημα επιπλέον αποτελεί η έκταση κατά την οποία εκχωρείται η απαίτηση. Το κατασχετήριο περιλαμβάνει την αξίωση του επισπεύδοντος. Η βρισκόμενη στα χέρια του τρίτου λοιπόν απαίτηση εκχωρείται στον κατασχόντα σύμφωνα με τους όρους του κατασχετηρίου και μέχρι το ποσό που περιγράφεται σ αυτό. Εκχωρείται δηλαδή ότι είναι αναγκαίο για να ικανοποιήσει ο κατασχών την απαίτησή του μέσω της διαδικασίας της κατάσχεσης στα χέρια του τρίτου και όχι ό,τι έχει στα χέρια του ο τρίτος. Η απαίτηση αυτή εκχωρείται σε κάθε δανειστή που επέβαλε κατάσχεση επ αυτής ανάλογα με το ποσό για το οποίο την επέβαλε. Φυσικά τούτο αφορά κατασχέσεις που, όπως θα δούμε, πρέπει να έχουν συντελεστεί μετά την κατάσχεση από τον πρώτο κατασχόντα και μέσα στην οκταήμερη προθεσμία του 988 1 ΚΠολΔ. 55 Καστριώτης, ΚατΧ, σελ. 306. 56 Γεωργιάδης Σταθόπουλος (- Κρητικός) ΕρμΑΚ άρθρο 496 ΑΚ, Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1384 ( 463). Για άλλες περιπτώσεις νόμιμης εκχώρησης απαιτήσεων βλ. Αστ. Γεωργιάδη, Ενοχικό Δίκαιο, Τόμος ΙΙ, Δ έκδοση, σελ. 216, ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νικολόπουλος), άρθρο 985 ΚΠολΔ, σελ. 1919. 57 ΕφΑθ 7709/2005 ΝοΒ 2006, σελ. 231, ΜΠρΠρεβ 69/2013, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘεσσαλ 9473/2011, ΕΕΜΠΔ 2012, σελ. 108. 58 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1386 ( 463). 59 Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 1, σελ. 710 με τις εκεί παραπομπές και σημειώσεις. 60 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1386 ( 463). 61 Η δυνατότητα βέβαια αυτή ελέγχεται μέσω της γενικής ρήτρας του άρθρου 281 ΑΚ, αυτή της κατάχρησης δικαιώματος. 11

Σε περίπτωση πολλαπλών κατασχέσεων στην ίδια απαίτηση μπορεί να γίνει λόγος για αυτοδίκαιη εκ του νόμου εκχώρηση της απαίτησης μόνο στην περίπτωση που η απαίτηση επαρκεί για την ικανοποίηση των κατασχόντων 62. Μια σημαντική διαφορά της εκχώρησης (ως συνέπειας της θετικής δήλωσης) με τις συνέπειες του άρθρου 984 1 (αυτή δηλαδή της απαγόρευσης διάθεσης) είναι ότι η τούτη δεν έχει μόνο σχετική ενέργεια αλλά απόλυτη. Ακριβώς επειδή η εκχώρηση λαμβάνει χώρα εκ του νόμου και αυτοδίκαια, δεν υπάρχει περιθώριο για αναγγελία αυτής 63. Όσον αφορά τις υπό αίρεση απαιτήσεις θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής: Παρόλο που οι υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία απαιτήσεις δεν είναι ακόμα ληξιπρόθεσμες, μπορούν εγκύρως να εκχωρηθούν 64. Αυτό βέβαια που στην πραγματικότητα εκχωρείται είναι το δικαίωμα προσδοκίας για την πλήρωση της αίρεσης και τη γέννηση της απαίτησης 65. Μέσω λοιπόν του δικαιώματος προσδοκίας εκχωρείται και η υπό αίρεση απαίτηση. Η σκέψη αυτή ενδυναμώνει την άποψη ότι ο τρίτος έχει υποχρέωση υποβολής θετικής δήλωσης, σχετικά με την ύπαρξη της υπό αίρεση ή προθεσμία απαίτησης, ακόμα κι αν αυτή δεν έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη, εφόσον δεν έχει επέρθει το μέλλον και αβέβαιο γεγονός από το οποίο εξαρτάται. Όσον αφορά μέλλουσες απαιτήσεις θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής: Είναι κατά το δίκαιο μας ανεκτή και η εκχώρηση μελλοντικών απαιτήσεων 66. Είναι λοιπόν έγκυρες όλες οι εκχωρήσεις μελλοντικών απαιτήσεων, που πηγάζουν από ήδη γεννημένες και υπάρχουσες βασικές έννομες σχέσεις 67, 68, 69. Γίνεται έτσι ακόμα πιο φανερή η υποχρέωση κατ αρχάς του τρίτου να δηλώσει, προβαίνοντας σε θετική δήλωση, την ύπαρξη της βασικής έννομης σχέσης από την οποία θα προκύψουν μελλοντικές απαιτήσεις και οι οποίες μετά την παρέλευση του κρίσιμου χρόνου, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω, εκχωρούνται αναγκαστικά εκ του νόμου στον κατασχόντα δανειστή, χωρίς να προκύπτει οποιασδήποτε φύσης δογματικό πρόβλημα ως προς τη συνέπεια αυτή. Προϋπόθεση βέβαια της εκχώρησης στην πράξη προς τον κατασχόντα δανειστή αποτελεί η πλήρωση της αίρεσης δικαίου, αυτή της γέννησης της ίδιας της απαίτησης. Η εξόφληση της απαίτησης από πλευράς του τρίτου προς τον κατασχόντα δανειστή επιφέρει και την απόσβεση της υποχρέωσης να πληρώσει στον καθού ο τρίτος την ίδια απαίτηση. Η ίδια δε πράξη συνεπάγεται και την απελευθέρωση του καθού, από την υποχρέωσή του να ικανοποιήσει ο ίδιος την απαίτηση του δανειστή του. Όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω βρίσκουν εφαρμογή μόνο σε περίπτωση κατάσχεσης απαιτήσεων. Όταν πρόκειται για κατάσχεση κινητών που βρίσκονται στα χέρια του τρίτου, ακολουθείται άλλη διαδικασία, αυτή του άρθρου 988 2, η οποία θα αναφερθεί στο οικείο 62 ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, (-Νικολόπουλος), άρθρο 985 ΚΠολΔ, σελ. 1919. 63 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1385 (463). 64 Αστ. Γεωργιάδης, ΕνοχΔ, σελ. 184. 65 ΕφΑθ 7709/2005, ΝοΒ 2006, σελ. 231. 66 Αστ. Γεωργιάδης, ΕνοχΔ, σελ. 184. 67 Αναφέρεται μάλιστα ότι μπορούν να εκχωρηθούν νομίμως και μελλοντικές απαιτήσεις που πηγάζουν από σχέσεις που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί αρκεί αυτές να μπορούν με σαφήνεια να προσδιοριστούν κατά το χρόνο εκχώρησης., πχ. μελλοντικά μισθώματα για πράγμα που πρόκειται να μισθωθεί. Βλ. μεταξύ άλλων Αστ. Γεωργιάδη, ΕνοχΔ, σελ. 185. 68 Η δυνατότητα αυτή γίνεται δεκτή και από τη νομολογία παγίως. Ενδεικτικά: ΟλΑΠ 302/1959, ΝοΒ 1959, σελ. 1021, ΑΠ 311/2011, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 436/2008, ΔΕΕ 2009, σελ. 1104, ΕφΑΘ 5250/2004, ΕΕμπΔ 2004, σελ. 545, ΕφΑθ 6180/2002, Δ/νη 2003, σελ. 831. 69 Ως προς την ανάγκη όμως ορισμού της με σαφήνεια βλ.: ΜπρΖακυνθ 239/2010, ΕφΑΔ 2010, σελ. 1006, ΜΠρΑθ 4086/2001, ΑρχΝ 2001, σελ. 644 (: «Η απαίτηση, όμως, κατά το χρόνο επιβολής της κατάσχεσης πρέπει να δύναται να προσδιορισθεί κατ` είδος και οφειλέτη, ανεξάρτητα αν κατά πόσο είναι αόριστη.») 12

σημείο. Συνοπτικά αυτό που πρέπει να επισημάνουμε στο σημείο αυτό είναι ότι δεν επέρχεται στην περίπτωση των κινητών μεταβίβαση της κυριότητάς τους 70. Δεν αποτελεί δηλαδή η κατάσχεση στα χέρια τρίτου με την παρέλευση της προθεσμίας του άρθρου 988 ΚΠολΔ έναν επιπλέον παράγωγο τρόπο απόκτησης κυριότητας. Ειδικότερα ο κρίσιμος χρόνος για την εκχώρηση της απαίτησης Η επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου, όπως είδαμε, συνεπάγεται την απαγόρευση διάθεσης της απαίτησης από τον καθού η εκτέλεση. Αυτός όμως συνεχίζει να είναι δικαιούχος της. Με την αναγκαστική όμως εκ του νόμου εκχώρηση προχωράμε ένα βήμα παραπέρα. Πλέον ο καθού οφειλέτης δεν είναι καν δικαιούχος της απαίτησης. Στη θέση του υποκαθίσταται ο κατασχών δανειστής. Αυτή η τόσο δραστική συνέπεια προκαλεί την ανάγκη να οριοθετήσουμε το κρίσιμο χρονικό σημείο, στο οποίο αυτή επέρχεται. Όπως αναφέρθηκε η επίδοση του κατασχετηρίου από μόνη της δε συνεπάγεται αυτοδίκαια την εκχώρηση της απαίτησης, αλλά επιφέρει απλά την απαγόρευση διάθεσής της. Ούτε όμως η δήλωση του τρίτου συνεπάγεται αυτόματα την εκχώρηση της απαίτησης. Κι αυτό γιατί, όπως συνάγεται από το άρθρο 985 1, σύμφωνα με το οποίο ο τρίτος οφείλει να δηλώσει και άλλες προϋπάρχουσες κατασχέσεις, στο διάστημα από επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού μέχρι την παρέλευση της προθεσμίας του 988 1 ΚΠολΔ, την ίδια απαίτηση μπορούν να κατάσχουν στα χέρια του τρίτου και άλλοι δανειστές του καθού οφειλέτη. Αν με τη δήλωση επέρχονταν αμέσως η εκχώρηση της απαίτησης δε θα έμενε χρόνος στους άλλους δανειστές να επιβάλλουν κατασχέσεις, αφού πλέον δεν είναι δικαιούχος της απαίτησης ο κοινός οφειλέτης τους 71. Ο ίδιος ο νόμος οριοθετεί το χρονικό σημείο επέλευσης της αναγκαστικής εκ του νόμου εκχώρησης της απαίτησης, στο σημείο κατά το οποίο ο τρίτος οφείλει τελικά να πληρώσει αποδώσει ότι έχει κατασχεθεί στα χέρια του. Το δε άρθρο 988 1 ορίζει ρητά ότι τέτοια υποχρέωση επέρχεται με τη συμπλήρωση της οκταήμερης (ή τριακονθήμερης) προθεσμίας, η οποία αρχίζει από την επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη 72. Συμπερασματικά πρέπει να επισημάνουμε ως προς τον κρίσιμο χρόνο επέλευσης της εκχώρησης εκ του νόμου της κατασχεμένης απαίτησης πως δεχόμαστε ότι αυτός τοποθετείται την επόμενη μέρα της παρέλευσης της οκταήμερης (ή τριακονθήμερης) προθεσμίας από την επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού - οφειλέτη (988 1 εδ. α). Η εκχώρηση αφορά ποσό ανάλογο με αυτό που κατάσχεσε ο δανειστής που επέβαλε την κατάσχεση, σε περίπτωση δε που είναι περισσότεροι οι κατασχόντες (και επαρκεί η απαίτηση), εκχωρούνται τα αντίστοιχα ποσά. Συνέπεια δε όλων όσων ανωτέρω αναφέρθηκαν είναι η εξής: Μετά την παρέλευση της οκταήμερης προθεσμίας είναι δυνατόν να επιδοθούν και νέα κατασχετήρια στον τρίτο για την ίδια απαίτηση, που ακόμα βρίσκεται στα χέρια του (εφόσον φυσικά αυτή δεν έχει ήδη πληρωθεί) 73. Η δήλωση όμως, στην οποία υποχρεούται (αρχικά) να προβεί πρέπει να είναι πλέον αρνητική και όχι θετική, μιας και δικαιούχος της δεν είναι πλέον ο καθού οφειλέτης. Στην περίπτωση δε που ασκηθεί εναντίον του τρίτου 70 Στην περίπτωση αυτή ο τρίτος έχει υποχρέωση να μεταβιβάσει την κυριότητα του κινητού πράγματος στο δανειστή του βάσει 982 ΚΠολΔ και η απαίτηση αυτή είναι που κατάσχεται και όχι το αντικείμενο καθ αυτό. 71 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1385, ( 463). 72 ΟλΑΠ 3/1993, Δ/νη 1993, σελ. 1459, ΑΠ688/2010, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 186/2001, Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ (έκρινε ως obiter dictum στο θέμα της απόσβεσης της εγγύησης), ΜΠρΠρεβ 63/2013 Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘεσσαλ 9473/2011, ΕΕΜΠΔ 2012, σελ. 108. 73 ΕφΑθ 5916/1978, ΝοΒ 1978, σελ. 791. 13

ανακοπή του άρθρου 986 ΚΠολΔ, η οποία προσβάλλει τη δήλωσή του ως αναληθή, αυτή θα πρέπει να απορριφθεί 74, 75. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΗ ΘΕΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ Τη θετική δήλωση του τρίτου ακολουθεί μια συγκεκριμένη, προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία, η οποία θα οδηγήσει τελικά στην ικανοποίηση του δανειστή, μέσω της απαίτησης που κατάσχεσε στα χέρια του τρίτου. Η διαδικασία αυτή περιγράφεται κατ αρχάς στο άρθρο 988 ΚΠολΔ. Η άρνηση του τρίτου να καταβάλλει άμεσα το ποσό της απαίτησης συνεπάγεται και εφαρμογή του άρθρου 989 ΚΠολΔ. Στο παρόν κεφάλαιο επιχειρείται η περιγραφή της διαδικασίας και ο εντοπισμός των βασικών προβλημάτων που μπορεί να προκύψουν στη διάρκειά της. Ξεκινώντας πρέπει να αναφέρουμε ότι το άρθρο 988, όπως άλλωστε προκύπτει και από το γράμμα του, πρωτίστως βρίσκει εφαρμογή στην περίπτωση που ο τρίτος έχει υποβάλλει θετική δήλωση με το περιεχόμενο που αναφέρθηκε ανωτέρω. Επίσης εκ προοιμίου να διευκρινίσουμε ότι άλλη είναι η διαδικασία που ακολουθείται στην περίπτωση της κατάσχεσης απαίτησης στα χέρια τρίτου και άλλη στην περίπτωση κατάσχεσης κινητού πράγματος ή απαίτησης μεταβίβασης της κυριότητας κινητού. Την πρώτη διαδικασία περιγράφει η παράγραφος 1 άρθρ. 988 ΚΠολΔ και τη δεύτερη η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου. Για λόγους συστηματικούς οι δύο παράγραφοι του άρθρου 988 ΚΠολΔ θα εξεταστούν ανεξάρτητα, αφού άλλωστε τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν στις δύο περιπτώσεις δεν ταυτίζονται. 1. Η διαδικασία που ακολουθεί την κατάσχεση απαιτήσεων στα χέρια του τρίτου Μετά την παρέλευση του οκταημέρου (ή τριανταημέρου) που προβλέπει το άρθρο 988 ΚΠολΔ, επέρχεται, όπως προαναφέρθηκε, η αυτοδίκαιη εκ του νόμου αναγκαστική εκχώρηση της κατασχεθείσας απαίτησης. Δικαιούχος είναι πλέον ο κατασχών δανειστής. Από το σημείο αυτό και μετά ο τρίτος είναι πλέον υποχρεωμένος να αποδώσει την 74 Χαρακτηριστικά ο Μπρίνιας αναφέρει ότι τυχόν μεταγενέστερες κατασχέσεις «πέφτουν στο κενό» ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1387 ( 463). Αυτό δεν είναι απολύτως ακριβές με την έννοια ότι αυτές δε μπορούν να θεωρηθούν ανυπόστατες. Αλλά και άκυρες να θεωρηθούν ο τρίτος πρέπει, με βάση την κρατούσα και ορθή γνώμη, να προβεί σε δήλωση, οπότε και θα ακολουθηθεί η διαδικασία που περιγράφηκε. Βλ. και ΕιρΑθ 1908/1988, Δ 1988, σελ. 584. Άλλη άποψη τις χαρακτηρίζει ως ανενεργές, οι οποίες δεν λαμβάνονται όμως περαιτέρω υπόψη για τη διανομή του πλειστηριάσματος, ΕμρΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νικολόπουλος), άρθρο 988 ΚΠολΔ, σελ. 1926. 75 Ζήτημα προκύπτει στην περίπτωση αυτή ως προς τις συνέπειες της κατάσχεσης σε σχέση πλέον με τον υπερ ου η εκχώρηση. Αυτός μετά την παρέλευση της προβλεπόμενης στο 988 ΚΠολΔ προθεσμίας, γίνεται δικαιούχος της απαίτησης που έχει στα χέρια του ο τρίτος. Επομένως δανειστές του προηγούμενου δικαιούχου (καθου η εκτέλεση οφειλέτη) δε μπορούν εγκύρως να την κατασχέσουν, αφού πλέον δε του ανήκει. Αν όμως η επίδοση του κατασχετηρίου έχει ως συνέπεια την απαγόρευση διάθεσης της απαίτησης και κατά του νέου δικαιούχου δανειστή, αυτός νομιμοποιείται να ασκήσει ανακοπή του 936 ΚΠολΔ, καθώς η επίδοση του κατασχετηρίου είναι διαδικαστική πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης και αυτός έχει έννομο συμφέρον προς τούτο. Από την άλλη πρέπει να αποκλείσουμε τη δυνατότητα του παλιού δικαιούχου (καθού η εκτέλεση οφειλέτη) να ασκήσει την ανακοπή του 933 μιας και αυτός εφόσον πλέον δεν είναι δικαιούχος της απαίτησης, δε δικαιολογεί έννομο συμφέρον να ασκήσει το εν λόγω ένδικο βοήθημα. 14

απαίτηση στον κατασχόντα. Αν οι κατασχόντες είναι περισσότεροι και η απαίτηση επαρκεί για να ικανοποιηθούν όλοι, τότε γίνεται διανομής της και αποδίδεται το ποσό που αναλογεί σε κάθε ένα. Αν δεν επαρκεί για να ικανοποιηθούν όλοι οι κατασχόντες, ο τρίτος οφείλει να προβεί σε δημόσια κατάθεση και η διανομή γίνεται από συμβολαιογράφο που ορίζεται, αφού το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, από τον ειρηνοδίκη του τόπου της εκτέλεσης κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. Πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω λοιπόν τα διαφορετικά κριτήρια προκειμένου να γνωρίζουμε σε ποια περίπτωση αντιστοιχεί η κάθε μια από τις περιγραφόμενες στο άρθρο 988 ΚΠολΔ διαδικασίες. Α. Χρόνος καταβολής της απαίτησης Σύμφωνα με το άρθρο 988 ΚΠολΔ, η υποχρέωση του τρίτου να αποδώσει την κατασχεθείσα απαίτηση γεννάται ταυτόχρονα με την εκ του νόμου εκχώρηση της απαίτησης, ήτοι μετά την παρέλευση της οκταήμερης (ή τριακονθήμερης) προθεσμίας που τάσσει το άρθρο 988 1 ΚΠολΔ. Σημείο έναρξης της προθεσμίας, όπως αναφέρθηκε και σε άλλη θέση, αποτελεί, κατά το γράμμα του νόμου η επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη 76. Είναι προφανές ότι η διατύπωση αυτή μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, σε περίπτωση που το κατασχετήριο επιδοθεί στον καθού η εκτέλεση οφειλέτη αλλά όχι ακόμα στον τρίτο. Κατά το γράμμα του νόμου, ο τρίτος οφείλει να καταβάλει την κατασχεμένη απαίτηση την ένατη μέρα μετά την επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού, αν και δεν έχει πάρει ακόμα στα χέρια του ο ίδιος το κατασχετήριο. Είναι προφανές ότι η εξέλιξη αυτή δυσχεραίνει ιδιαιτέρως τη θέση του τρίτου. Για το λόγο αυτό πρέπει να δεχτούμε ότι σε περίπτωση που η επίδοση του κατασχετηρίου στον καθού οφειλέτη προηγηθεί, η προθεσμία αυτή του άρθρου 988 ΚΠολΔ ξεκινά για τον τρίτο από την επομένη της επίδοσης στον ίδιο του κατασχετηρίου 77. Σε καμία δε περίπτωση δε μπορεί να προηγηθεί της λήξης της προθεσμίας που έχει ο τρίτος για υποβολή δήλωσης. Σε περίπτωση περισσότερων κατασχέσεων πρέπει για αποφυγή παρερμηνειών να διευκρινίσουμε ότι ο τρίτος οφείλει να καταβάλλει στους επόμενους (μετά τον πρώτο κατασχόντα) την ένατη μέρα από τότε που ο καθένας από αυτούς επέβαλε την κατάσχεση και επέδωσε στον καθού το δικό του κατασχετήριο. Με κάθε λοιπόν κατάσχεση ξεκινά νέα αυτοτελής οκταήμερη προθεσμία, για κάθε κατάσχεση μετά την παρέλευση της οποίας υποχρεούται ο τρίτος να καταβάλλει στον κάθε δανειστή. Δε θεωρείται δηλαδή ότι έχει γεννηθεί η υποχρέωση για καταβολή μόνο με την παρέλευση της οκταήμερης προθεσμίας για τον πρώτο (χρονικά) κατασχόντα. Στην περίπτωση αυτή όμως πρέπει ήδη από το σημείο αυτό να διευκρινίσουμε ότι την ένατη μέρα από την πρώτη χρονικά κατάσχεση, η απαίτηση έχει μειωθεί κατά το ποσό της κατάσχεσης, οπότε οι υπόλοιποι δανειστές θα ικανοποιηθούν από το εναπομείναν υπόλοιπο 78. Ειδικότερα 79 : Ως προς το ζήτημα των υπό αίρεση ή προθεσμία απαιτήσεων: Με την παρέλευση της προθεσμίας του 988 ΚΠολΔ, εκχωρείται η απαίτηση στον κατασχόντα. Όπως έγινε δεκτό και ανωτέρω η απαίτηση αυτή μπορεί να κατασχεθεί 76 Βλ. μεταξύ άλλων ΑΠ 1540/2000, Δ 2001, σελ. 530, ΕφΑθ 5916/1978, ΝοΒ 1978, σελ. 791. 77 ΟλΑΠ 3/1993 Δ/νη 1993, σελ. 1459, Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1437 ( 475α), Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 863, ΕρμΚΠολΔ Κεραέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νικολόπουλος), άρθρο 988, σελ. 1926, Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 5 23, σελ. 714. 78 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 867. 79 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1441 ( 477). 15

ακόμα κι αν τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία. Στην περίπτωση αυτή, παρόλο που η απαίτηση εκχωρείται την ένατη μέρα από την επίδοση στον καθού η εκτέλεση του κατασχετηρίου, η υποχρέωση του τρίτου για καταβολή γεννιέται στο χρονικό σημείο που πληρώνεται η αίρεση ή η προθεσμία, υπό την οποία τελεί η απαίτηση 80. Ως προς τις μελλοντικές απαιτήσεις: Δεχτήκαμε ανωτέρω ότι αντικείμενο κατάσχεσης στα χέρια τρίτου μπορεί να αποτελέσουν και οι μελλοντικές απαιτήσεις, οι οποίες κατά το χρόνο της κατάσχεσης μπορεί να μην έχουν γεννηθεί, αρκεί να υφίσταται μια βασική έννομη σχέση, από την οποία να μπορεί να προκύψει μια απαίτηση και αυτή να μπορεί να οριστεί κατ είδος. Και στην περίπτωση αυτή η μελλοντική απαίτηση εκχωρείται εκ του νόμου κατά το ίδιο χρονικό σημείο με τις υπόλοιπες απαιτήσεις (ήδη απαιτητές και ληξιπρόθεσμες, υπό αίρεση ή προθεσμία), ήτοι την ένατη μέρα από την επίδοση στον καθού του κατασχετηρίου. Αυτή όμως η εκχώρηση δε συνεπάγεται άμεση καταβολή της απαίτησης, που δεν έχει ακόμα γεννηθεί. Τέτοια δε υποχρέωση για καταβολή υπάρχει το πρώτον με την γέννηση της απαίτησης, όταν αυτή λάβει χώρα και με την απαραίτητη συνδρομή των όρων των άρθρων 915 και 916 ΚΠολΔ. Πρέπει να επισημάνουμε στο σημείο αυτό ότι η προθεσμία του άρθρου 988 1, μετά την οποία δεν επιτρέπονται περαιτέρω κατασχέσεις, εφαρμόζεται και στην περίπτωση κατάσχεσης υπό αίρεση ή προθεσμία ή των μελλοντικών απαιτήσεων. Κι αυτό γιατί είναι δυνατή η εκ του νόμου εκχώρηση των ειδών αυτών απαιτήσεων, από τη στιγμή δε της εκχώρησης, αλλοιώνεται το πρόσωπο του δικαιούχου της απαίτησης και οι υπόλοιποι δανειστές δε μπορούν περαιτέρω να την κατάσχουν. Το κρίσιμο λοιπόν σημείο δεν τοποθετείται στις περιπτώσεις αυτές στην ένατη μέρα από τη γένεση της απαίτησης, αλλά μετά την προθεσμία του 988 1 ΚΠολΔ, όπως και σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ήδη γεννημένων απαιτήσεων. Μεταγενέστερες κατασχέσεις δεν λαμβάνονται υπόψη. Αυτό που αλλάζει εδώ είναι ο χρόνος υποχρέωσης καταβολής και όχι ο χρόνος εκχώρησης. Β. Κρίσιμος χρόνος για την κρίση περί της επάρκειας ή ανεπάρκειας της απαίτησης. Κατά το γράμμα του άρθρου 985 1 ΚΠολΔ, ο τρίτος οφείλει να ενημερώσει τον κατασχόντα για την ύπαρξη άλλων κατασχέσεων στα χέρια του. Από το συνδυασμό δε των άρθρων 985 και 988 ΚΠολΔ, ο τρίτος οφείλει να υποβάλλει δήλωση μέσα σε οκτώ ημέρες από την επίδοση του κατασχετηρίου, αφ ης δε στιγμής παρέλθει και η οκταήμερη προθεσμία του 988 ΚΠολΔ η απαίτηση, η οποία κατασχέθηκε, ανήκει πλέον στον κατασχόντα δανειστή. Στο μεσοδιάστημα λοιπόν είναι δυνατόν να επιβληθούν στην απαίτηση και άλλες αυτοτελείς κατασχέσεις άλλων δανειστών του καθού. Ο νόμος ρητά δεν τις αποκλείει, αλλά αντιθέτως τις επιτρέπει 81. Συμπέρασμα δε όλων των ανωτέρω είναι ότι οι κατασχέσεις, που έλαβαν χώρα μετά την ημέρα κατά την οποία επήλθε η αναγκαστική εκ του νόμου εκχώρηση της απαίτησης, δε θα ληφθούν υπόψη. Κι αυτό γιατί η απαίτηση πλέον δεν ανήκει στον παλαιό κοινό οφειλέτη, αλλά στον κατασχόντα την απαίτηση δανειστή 82. 80 ΠΠρΘεσσ 10250/2003, Αρμ. 2003, σελ. 795. 81 Όπως δε χαρακτηριστικά αναφέρει ο Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1440 ( 476): «Το ποσόν, που δικαιούται να λάβη έκαστος κατασχών δανειστής, μειώνει τη συμμετοχή των προηγουμένως κατασχόντων, και μειώνεται δια της συμμετοχής των μεταγενεστέρων.» 82 Ακριβώς αυτή είναι και η περίπτωση που καθιστά αναγκαίο τον προσδιορισμό ακριβώς της τύχης της κατάσχεσης που έγινε μετά, μιας και αν δεχτούμε ότι αυτή είναι έγκυρη, άκυρη ή ανυπόστατη, οδηγούμαστε σε τελείως διαφορετικά έννομα αποτελέσματα. 16

Από τα ανωτέρω γίνεται φανερό ότι κρίσιμος χρόνος για τον προσδιορισμό της επάρκειας ή όχι της κατασχεμένης απαίτησης για ικανοποίηση των κατασχόντων πρέπει να θεωρηθεί η επόμενη μέρα της προθεσμίας που θεσπίζει το άρθρο 988 ΚΠολΔ, μετά μάλιστα την πρώτη χρονικά κατάσχεση. Κι αυτό γιατί κατά το χρονικό εκείνο σημείο έχουν επιβληθεί όσες κατασχέσεις μπορούσαν να επιβληθούν, τυχόν δε επόμενες δε λαμβάνονται υπόψη 83,84. Επομένως στο σημείο αυτό θα πρέπει να ελεγχθούν πόσες κατασχέσεις έχουν επιβληθεί στα χέρια του τρίτου, για ποια ποσά και να διαπιστωθεί αν επαρκεί ή όχι η κατασχεθείσα απαίτηση για την ικανοποίηση των κατασχόντων. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι για τον υπολογισμό της επάρκειας θα ληφθούν υπόψη και οι συντηρητικές κατασχέσεις, από τη συνδυασμένη ερμηνεία των άρθρων 722, 723, 988 1 ΚΠολΔ 85. Θα ληφθούν υπόψη επίσης και άκυρες κατασχέσεις, εφόσον αυτές δεν ακυρώθηκαν (159 ΚΠολΔ). Γi. Επί επάρκειας της κατασχεμένης απαίτησης Όταν η κατασχεθείσα απαίτηση επαρκεί για την πλήρη ικανοποίηση όλων των κατασχόντων δανειστών δεν προκύπτουν ιδιαίτερα προβλήματα σχετικά με τη διαδικασία που ακολουθείται. Ο τρίτος οφείλει να αποδώσει σε κάθε δανειστή που επέβαλε κατάσχεση ποσό ίσο με το ποσό που κατάσχεσε στα χέρια του. Ο τρίτος δεν θα εξετάσει αν κάποιοι από τους περισσότερους δανειστές είναι εξοπλισμένοι με προνόμια, αλλά θα τους ικανοποιήσει όλους, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει κάποια σειρά. Ο τρίτος επίσης δεν είναι αρμόδιος να ελέγξει τους τίτλους των δανειστών και να μην αποδώσει σ αυτούς το αναλογούν ποσό 86. Το βάρος σε μια τέτοια περίπτωση επιρρίπτεται στον καθού η εκτέλεση, ο οποίος πρέπει να στραφεί κατά των άκυρων κατασχέσεων 87. Το δε έννομο συμφέρον του δικαιολογείται από το γεγονός ότι, αν μετά τη διανομή της απαίτησης, το υπόλοιπο που θα απομείνει αποτελεί δικιά του περιουσία απαίτηση. Αυτό μπορεί να το πράξει ο καθού με ανακοπή του 933 ΚΠολΔ, μιας και οι επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτου αποτελούν εξώδικες πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης και για το λόγο αυτό, μπορούν να ακυρωθούν με το κατάλληλο ένδικο βοήθημα 88. Στην περίπτωση κατά την οποία ο τρίτος δεν είναι σε θέση να διαπιστώσει ακριβώς τι οφείλει να καταβάλλει στον κάθε δανειστή, μπορεί να προβεί τελικά σε δημόσια κατάθεση της απαίτησης και εν συνεχεία τη διανομή να αναλάβει συμβολαιογράφος, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 988 1, 2 89. 83 ΕφΑθ 5916/1978, ΝοΒ 1978, σελ, 791, ΕιρΑθ 1908/1988, Δ 1988, σελ. 584, Μπέης, Δ 1977, σελ. 564. 84 Εκτός αν, σύμφωνα με τον Μπρίνια, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1441 ( 476), απομένει υπόλοιπο από την απαίτηση, το οποίο και μπορεί να τους εκχωρηθεί. Η θέση αυτή όμως γεννά προβλήματα, στο βαθμό που οι κατασχέσεις είναι εκπρόθεσμες, εξαρτώνται δε από το περιεχόμενο της δήλωσης του τρίτου σχετικά με το αν υφίσταται ή όχι η κατασχεμένη απαίτηση. Από τη στιγμή δε που οι επιδόσεις του κατασχετηρίου αποτελούν εξώδικες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, τυχόν παράβαση των σχετικών διατάξεων, μπορεί να θεμελιώνει λόγους ανακοπής κατά των πράξεων αυτών. 85 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1440 ( 476). 86 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 865. 87 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1442 ( 478), Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 8, σελ. 716. 88 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ., σελ. 1443 ( 478), Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 866, Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 9, σελ. 716. Επίσης είναι δυνατή η επιβολή αναστολής εκτέλεσης, βάσει 938 ΚΠολΔ, η οποία θα έχει σαν αποτέλεσμα να μη μπορεί ο τρίτος να καταβάλλει το ποσό στο δανειστή, μέχρις ότου τελειώσει η μεταξύ καθου η εκτέλεση και επισπεύδοντα δανειστή διαφορά. 89 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1444 ( 478), Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 9, σελ. 716. 17

Γii. Επί ανεπάρκειας της κατασχεμένης απαίτησης Κατά το άρθρο 988 1 εδ. β, αν η κατασχεμένη απαίτηση δεν επαρκεί για να ικανοποιηθούν στο σύνολό τους οι κατασχόντες δανειστές (και για τη συνολική τους αξίωση), ο τρίτος οφείλει να καταθέσει δημόσια το ποσό της απαίτησης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (εφεξής ΤΠΔ). Η διανομή της απαίτησης στους υπέρ ων η εκχώρηση γίνεται από συμβολαιογράφο που διορίζεται από τον Ειρηνοδίκη του τόπου της εκτέλεσης, αφού το ζητήσει, όποιος έχει έννομο συμφέρον. Η αίτηση απευθύνεται καθ όλων των υπολοίπων δανειστών που εγκύρως και εμπροθέσμως κατάσχεσαν την απαίτηση. Πρέπει ήδη από το σημείο αυτό να διευκρινίσουμε ότι παρόλο που γίνεται δημόσια κατάθεση της απαίτησης και ακολουθεί διανομή από συμβολαιογράφο, δε μετέχουν στη διαδικασία αυτοί δανειστές που επέβαλαν κατάσχεση μετά το οκταήμερο (ή τριακονθήμερο) 90. Η απαίτηση θα διανεμηθεί μεταξύ αυτών, στους οποίους εκχωρήθηκε η απαίτηση μετά την παρέλευση της προθεσμίας του 988 ΚΠολΔ, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα. Στάδιο αναγγελιών δεν υπάρχει στην περίπτωση αυτή στην κατάσχεση στα χέρια τρίτου 91, 92. Το τελευταίο εδάφιο της 1 του άρθρου 988 ΚΠολΔ παραπέμπει ρητά στη διαδικασία και την προθεσμία του άρθρου 974 ΚΠολΔ. Το άρθρο αυτό περιγράφει τη διαδικασία του πίνακα κατάταξης. Σύμφωνα με αυτή αφού περάσει η προθεσμία για τυχόν αναγγελίες ο συμβολαιογράφος συντάσσει τον πίνακα κατάταξης, βάσει παρατηρήσεων τις οποίες έχουν δικαίωμα να καταθέσουν ο επισπεύδων και οι αναγγελθέντες δανειστές. Στην κατάσχεση στα χέρια τρίτου όμως η διαδικασία αυτή εμφανίζεται με διαφοροποιήσεις. Έχουμε ήδη δεχτεί αμέσως ανωτέρω ότι αναγγελίες δεν μπορούν να γίνουν στο πλαίσιο της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου. Κι αυτό γιατί τα πρόσωπα, τα οποία δικαιούνται να συμμετάσχουν στη διανομή, οριοθετούνται από τη χρονική στιγμή της αναγκαστικής εκ του νόμου εκχώρησης 93. Εφαρμογή όμως βρίσκει η ρύθμιση για την κατάθεση των παρατηρήσεων προκειμένου να μπορέσει ο συμβολαιογράφος να γνωρίζει, αν υπάρχουν προνόμια και ασφάλειες, ώστε να συντάξει τον πίνακα 94. Από την πορεία όμως των πραγμάτων προκύπτει ένα λογικό κενό. Τα κατασχετήρια, δυνάμει των οποίων επιβλήθηκε η κατάσχεση, βρίσκονται στα χέρια των δανειστών και όχι του συμβολαιογράφου. Τρόπος όμως με βάσει το γράμμα του νόμου δεν υπάρχει, ώστε αυτός να λάβει γνώση υποχρεωτικά. Προτείνεται λοιπόν μια διασταλτική ερμηνεία του άρθρου 972, μέσω της οποίας, οι δανειστές που επέβαλαν κατάσχεση, να αποδώσουν τα νομιμοποιητικά τους έγγραφα στον συμβολαιογράφο προκειμένου αυτος να συντάξει τον πίνακα, χωρίς βέβαια αυτή η επίδοση να θεωρείται αναγγελία 95. 90 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 868. 91 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1446, ( 479). 92 Πρέπει στο σημείο αυτό να ξεκαθαρίσουμε ότι είναι δυνατή η έγκυρη κατάσχεση που επιβάλλεται από δανειστή του καθού η εκτέλεση μετά την παρέλευση της προθεσμίας που αφορά τον πρώτο κατασχόντα δανειστή. Όπως προαναφέρθηκε, για κάθε κατάσχεση τρέχει μία νέα αυτοτελής οκταήμερη προθεσμία, μετά την παρέλευση της οποίας, η απαίτηση εκχωρείται εκ του νόμου στον κατασχόντα. Είναι λοιπόν δυνατόν όσο ακόμα «τρέχει» η προθεσμία του 988 ΚΠολΔ, κάποιος άλλος δανειστής να προβεί σε νέα κατάσχεση. Η επάρκεια ή όχι της απαίτησης στην περίπτωση αυτή, δε θα γίνει με γνώμονα το συνολικό ποσό της απαίτησης, αλλά με το ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση του ποσού, που εκχωρείται στον πρώτο κατασχόντα. Δημιουργούνται με τον τρόπο αυτό «ομάδες δανειστών» κατά την χαρακτηριστική έκφραση που χρησιμοποιεί ο Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1448 ( 480). 93 Μπέης, Δ 1977, σελ. 656, ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νικολόπουλος) άρθρ. 988 ΚΠολΔ, σελ. 1926. 94 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 868. 95 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1446, ( 479), ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Νικολόπουλος) άρθρο 988 ΚΠολΔ, σελ. 1926, Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 12, σελ. 717. 18

Η ανωτέρω ερμηνεία των διατάξεων 972, 974 ΚπολΔ σε συνδυασμό με την 988 ΚΠολΔ, οδηγεί στην εξής διαδικασία: Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών από το διορισμό του συμβολαιογράφου, οι δανειστές που επέδωσαν νομίμως και εμπροθέσμως τα κατασχετήριά τους, οφείλουν να τα καταθέσουν (972 1β ΚΠολΔ). Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής οι δανειστές έχουν δικαίωμα να καταθέσουν παρατηρήσεις εντός νέας προθεσμίας, πέντε ημερών, από τη λήξη της προηγούμενης βάσει 974 εδ α ΚΠολΔ. Τέλος μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών ο συμβολαιογράφος οφείλει να συντάξει τον πίνακα κατάταξης, αφού λάβει υπόψη του τα κατατεθειμένα νομιμοποιητικά έγγραφα και κατασχετήρια και τις παρατηρήσεις του κάθε δανειστή (974 εδ. β ΚΠολΔ). Εφαρμογή επίσης βρίσκουν στη διαδικασία αυτή τα άρθρα 979 και 980 ΚΠολΔ, φυσικά με τις ανάλογες ερμηνευτικές επισημάνσεις 96. Για την κατάταξη των περισσότερων δανειστών λαμβάνονται υπόψη από το συμβολαιογράφο οι διατάξεις των άρθρων 975 έως 978 ΚΠολΔ 97. 2. Η διαδικασία που ακολουθεί την κατάσχεση πράγματος στα χέρια του τρίτου. Σύμφωνα με την 2 του άρθρου 988: «Αν ο τρίτος δηλώσει ότι έχει στα χέρια του το κατασχεμένο πράγμα, γίνεται πλειστηριασμός ενώπιον συμβολαιογράφου που ορίζεται σύμφωνα με την παρ. 1. Ο πλειστηριασμός γίνεται κατά τα άρθρα 959 επ., και οι προθεσμίες του άρθρου 960 παρ.1 και 2 αρχίζουν αφότου η απόφαση του ειρηνοδικείου για το διορισμό του γνωστοποιηθεί στο συμβολαιογράφο, ο οποίος και ορίζει το δικαστικό επιμελητή ο οποίος θα ενεργήσει την εκτέλεση.» Γίνεται φανερό από την απλή ανάγνωση της παραγράφου αυτής ότι η διαδικασία που ακολουθείται στην περίπτωση, που κατάσχεται κινητό πράγμα στα χέρια του τρίτου, διαφέρει από αυτή που περιγράφηκε αμέσως ανωτέρω και αφορά κατασχεθείσες απαιτήσεις στα χέρια του τρίτου. Στην προκείμενη περίπτωση, ο τρίτος δεν οφείλει να αποδώσει το ίδιο το πράγμα στον κατασχόντα δανειστή. Διενεργείται πλειστηριασμός ενώπιον συμβολαιογράφου, ο οποίος διορίζεται μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον από τον Ειρηνοδίκη του τόπου που πρόκειται να γίνει η εκτέλεση. Η διαδικασία αυτή εντάσσεται αρμονικά στο πλαίσιο του ΚΠολΔ, μιας και η κατάσχεση στα χέρια τρίτου, είναι μια μορφή κατάσχεσης. Η κατάσχεση είναι πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης, που εφαρμόζεται σε περίπτωση επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων. Στην περίπτωση της 2 άρθρ. 988, η απαίτηση του κατασχόντα κατά του οφειλέτη του και κατά του τρίτου, δεν συνίσταται στην αυτούσια απόδοση κινητού πράγματος, αλλά στην ικανοποίηση μιας χρηματικής του απαίτησης. Εφαρμογή συνεπώς βρίσκουν οι διατάξεις για τον πλειστηριασμό κινητών πραγμάτων, δηλαδή τα άρθρα 959 έως 981 ΚΠολΔ. Όπως επίσης και το άρθρο 954 ΚΠολΔ καθώς και εδώ πρέπει μετά τη θετική δήλωση του τρίτου να συνταχθεί κατασχετήρια έκθεση 98. Όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων περί αναγγελίας άλλων δανειστών, πρέπει, σε αντίθεση με την περίπτωση κατάσχεσης χρηματικών απαιτήσεων στα χέρια τρίτου, να γίνει δεκτό ότι πράγματι άλλοι δανειστές που δεν επέδωσαν κατασχετήριο μπορούν να αναγγελθούν. Συγκεκριμένα, όπως προαναφέρθηκε, στην περίπτωση κατάσχεσης κινητού πράγματος, η υποχρέωση του τρίτου δε συνίσταται στην 96 Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1447, ( 479), Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 13, σελ. 718. 97 Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 15, σελ. 716. Περίπτωση εφαρμογής της 978 ΚΠολΔ αποτελεί η συντηρητική κατάσχεση στα χέρια τρίτου. 98 Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 870 Νίκας, ΑνΕκτΙΙ, 62, αρ. 20, σελ. 723. 19

αυτούσια απόδοση του πράγματος 99. Ο τρίτος γίνεται μεσεγγυούχος και οφείλει να το παραδώσει στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο (984 ΚΠολΔ). Προκύπτει λοιπόν μια διαφοροποίηση σε σχέση και με τις συνέπειες της παρέλευσης της άπρακτης προθεσμίας του άρθρου 988 ΚΠολΔ. Συγκεκριμένα, με την παρέλευση της οκταήμερης (ή τριακονθήμερης) προθεσμίας, στην εξεταζόμενη περίπτωση, δεν επέρχεται αυτόματα μεταβίβαση του ίδιου του πράγματος, αλλά και δε μπορεί να επέρθει αυτομάτως εκχώρηση της απαίτησης του συνόλου του πλειστηριάσματος που θα προκύψει μετά τον πλειστηριασμό του πράγματος. Κι αυτό γιατί είναι δυνατόν το πλειστηρίασμα να είναι αρκετά μεγαλύτερο, από το ποσό για το οποίο επιβλήθηκε η κατάσχεση. Όπως λοιπόν και στην περίπτωση κατάσχεσης χρηματικής απαίτησης στα χέρια του τρίτου, δε μπορεί να εκχωρηθεί αναγκαστικά ποσό μεγαλύτερο από την αξίωση του κατασχόντα. Όμως επειδή στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι ορισμένο εκ των προτέρων το ποσό που θα προκύψει από το πλειστηρίασμα, δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί αν θα επαρκεί ή όχι για να ικανοποιηθούν και άλλοι δανειστές που επέβαλαν κατάσχεση. Συνεπώς ακόμα και αν δεχτούμε ότι με την παρέλευση της προθεσμίας του 988 ΚΠολΔ επέρχεται αναγκαστική εκχώρηση του πλειστηριάσματος, που θα προκύψει (μελλοντική απαίτηση) στο ύψος του ποσού για το οποίο έγινε κατάσχεση, το υπόλοιπο του πλειστηριάσματος ανήκει στον οφειλέτη. Για το ποσό αυτό που απομένει πρέπει να υπάρχει δυνατότητα αναγγελίας από άλλους δανειστές, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις δικές τους αξιώσεις, μιας και με τον τρόπο αυτό ενδυναμώνουν τη θέση τους και είναι ευκολότερο να ικανοποιηθούν. Κι αυτό γιατί βάσει του άρθρου 958 2 ΚΠολΔ, δεύτερη κατάσχεση στο ίδιο πράγμα είναι άκυρη. Άρα παρά τη δυνατότητα (εμμέσως) πολλαπλών κατασχέσεων επί της ίδιας χρηματικής απαίτησης, δεν μπορούμε να δεχτούμε τη δυνατότητα πολλαπλών κατασχέσεων κινητών πραγμάτων στα χέρια του τρίτου. Επομένως οι νέοι κατασχόντες δεν έχουν αποκτήσει και εκ του νόμου μερίδιο στο πλειστηρίασμα, αφού η μεταγενέστερη κατάσχεση που επέβαλαν είναι άκυρη. Ο μοναδικός τρόπος λοιπόν που έχουν τούτοι, που δεν πρόλαβαν να κατασχέσουν το κινητό στα χέρια του τρίτου, να ικανοποιηθούν είναι μέσω αναγγελιών όπως προβλέπει το άρθρο 972 ΚΠολΔ. 3. Η διαδικασία που ακολουθεί την κατάσχεση απαίτησης μεταβίβασης κινητών στα χέρια του τρίτου Σύμφωνα με το άρθρο 982 1α, στα χέρια του τρίτου εκτός από χρηματικές απαιτήσεις μπορούν να κατασχεθούν και απαιτήσεις για μεταβίβαση κυριότητας κινητού πράγματος, οι οποίες δεν εξαρτώνται από αντιπαροχή. Εφόσον λοιπόν ο επισπεύδων δανειστής μπορεί να κατάσχει απαίτηση του καθού οφειλέτη του για μεταβίβαση σ αυτόν κινητού πράγματος, θα πρέπει να προβλέπεται και μια διαδικασία για να μπορέσει να ικανοποιηθεί. Η διαδικασία αυτής της περίπτωσης, σε αντίθεση με τις άλλες δύο ανωτέρω αναφερθείσες, δεν περιγράφεται ρητά στο νόμο 100. Πρέπει συνεπώς μέσω ερμηνείας των κανόνων της κατάσχεσης να συνάγουμε ποια διαδικασία είναι η καταλληλότερη για να ακολουθήσει την κατάσχεση απαίτησης για μεταβίβαση κυριότητας πράγματος στα χέρια τρίτου. 99 Βλ. Γέσιου Φαλτσή, ΑνΕκτΙΙ, σελ. 870 και τις εκεί παραπομπές. 100 Η παράλειψη αυτή του νόμου να προβλέψει μια ειδική διαδικασία για τις απαιτήσεις αυτού του είδους οφείλεται σε ένα συχνό φαινόμενο κατά την νομοπαρασκευαστική διαδικασία. Ενώ λοιπόν κατά την αναθεώρηση του ΚΠολΔ προστέθηκε η δυνατότητα κατάσχεσης απαιτήσεων στα χέρια του τρίτου για μεταβίβαση κυριότητας κινητού πράγματος, δεν προσαρμόστηκε το άρθρο για τη διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί. Επιστρατεύονται για το λόγο αυτό οι κανόνες ερμηνείας και το δογματικό υπόβαθρο όλου του θεσμού της κατάσχεσης και εν γένει αναγκαστικής εκτέλεσης, Μπρίνιας, ΑνΕκτΙΙΙ, σελ. 1454, (481α). 20