ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ

Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2018 A ΦΑΣΗ

Πίνακες και ερµάρια. διανοµής. ƒ Plexo 3 στεγανοί πίνακες από 2 έως 72 στοιχεία (σ. 59) Practibox χωνευτοί πίνακες από 6 έως 36 τοιχεία (σ.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

6. Aπόκριες 7. Πάσχα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ÁÈ Ù apple È È appleô ı apple ÓÂ ÛÙË μã Ù ÍË

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΑΙΤΗΣΗ π ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ π ΑΣΤΙΚΗΣ π ΕΥΘΥΝΗΣ ΠΡΟΣ ΤΡΙΤΟΥΣ π

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

À π. apple Ú Â ÁÌ Ù. π À Ã ª ªπ À À À. ÂÚ ÛÙÈÔ ÙÔ fiêâïô ÙˆÓ appleúôóôèòó ÙË

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής


Το παραμύθι της αγάπης

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

«Η νίκη... πλησιάζει»

Γεωγραφία Ε Δημοτικού. Μαθαίνω για την Ελλάδα

ƒ π ø π ø - Ó ıâ ÙÔ appleèô ÔÈÎÔÓÔÌÈÎfi, ÙfiÙÂ Ó ÓÔÈÎÈ ÛÔ ÌÂ ÙÔ ÏÏÔ appleô Â Ó È Î È ÊıËÓfiÙÂÚÔ...

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ISBN K ıâ ÁÓ ÛÈÔ ÓÙ Ù appleô appleôáú ÊÂÙ È applefi ÙÔÓ Û ÁÁÚ Ê Â ÙÂÚË Î ÔÛË 1993

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

(ON THE JOB TRAINING) ΟΡΓΑΝΩΝΕΙ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ «ΚΑΤΑ ΤΗ ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ» ΕΠΙΒΛΕΠΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΧΩΡΩΝ /

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

στον Τριγωνοψαρο λη για τα γενέθλιά του. στα κρυφά πρωτ τυπα δώρα, γιρλάντες απ φ κια, φαγητά απ πλαγκτ ν και µια τεράστια


Τα παραμύθια της τάξης μας!

ÁÈ Ù apple È È appleô ı apple ÓÂ ÛÙË ã Ù ÍË

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Βούλα Μάστορη. Ένα γεμάτο μέλια χεράκι

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Μια ιστορία με αλήθειες και φαντασία

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες

ΤΡΑΚΑΡΑΜΕ! ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Ò Ó Î Ù ÓÔ ÛÂÙÂ ÙËÓ ÂÈıÒ

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ª π.. ƒ ø π º ƒ. È ËÙÔ ÌÂÓÂ ÂÈ ÈÎfiÙËÙÂ, Ù apple Ú ÙËÙ appleúôûfióù Î È ÙÔ Â Ô ÙË Û Ì ÛË appleâúèáú ÊÔÓÙ È Î ÙˆÙ Úˆ. π π À & ƒ π ƒ π & π ƒπ ª


Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Γεια σου, ήταν να ήξερες κάποιους γενικούς κανόνες συγγραφής (Â Ó È Î appleôèôè applefi ÙÔ appleô

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

ø Ó ÒÛÂÙÂ π Δƒ ÛÙÔ apple ÏÏ ÏÔ Û 24 πª ª Δ Δπ π Δ ø Δ ƒ ø π Δ Δ Δ Ãøƒ ƒ π ANNE BRUCE

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ: Ταξίδι στον κόσμο των παραμυθιών μέσα από την εικονογράφηση και επεξεργασία (σελίδα-σελίδα) ενός βιβλίου

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

1. H ηλεκτρική ενέργεια στη ζωή µας. 2. Kάνουµε οικονοµία στην ηλεκτρική ενέργεια

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Mathimata :50 Page 1. Δ ÛÔ Ï ÈÙÛ ÓÔ - apple ÁÚËÁÔÚ Ô ÏÒÛÛ ËÌÔÙÈÎÔ. ª ı Óˆ Ó È ˆ Î È Ó ÁÚ Êˆ  ÎÔÏ Î È ÁÚ ÁÔÚ

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΧΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

λοι οι άνθρωποι µεγαλώνουν σε ένα κοινωνικοπολιτισµικ περιβάλλον και είναι σηµαντικ να γνωρίζουν τι µπορο ν να

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Κοσωφίδης Γεώργιος-Ιωάννης, 11 ετών

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 1 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

Μαρία Τζιρίτα: Να μην παύουμε ποτέ να παλεύουμε για τον καλύτερο εαυτό μας

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Η πορεία προς την Ανάσταση...

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

ÓfiÙËÙ 1. ÚÈıÌÔ Î È appleú ÍÂÈ

Transcript:

ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Oπωροπωλείον ο Απ λλων Tα τέσσερα κείµενα που περιλαµβάνονται στην εν τητα αυτή αντιπροσωπε ουν τρ πους ζωής και αντιλήψεις που ανήκουν κυρίως στο παρελθ ν, µερικοί µως απ αυτο ς επιβιώνουν, αυτο σιοι ή παραλλαγµένοι, µέχρι σήµερα. Τα λογοτεχνικά κείµενα µεταφέρουν στους σ γχρονους αναγνώστες εθνογραφικές και ανθρωπολογικές πληροφορίες και προσφέρουν αξι λογες µαρτυρίες για την παραδοσιακή ελληνική κοινωνική και πολιτιστική ταυτ τητα, αποτυπώνοντας παλαι τερα ατοµικά και κοινωνικά βιώµατα.

π ø ø ƒπ À ŸÙ Ó appleúˆùôî Ù ËÎ ÛÙË Ì ÚÓË Κεντρικ ς ήρωας στο µυθιστ ρηµα της. Σωτηρίου Ματωµένα χώµατα είναι ο Μαν λης Αξιώτης, αγρ της απ τον Κιρκιντζέ, ο οποίος εκθέτει, µε αυτοβιογραφικ λ γο, την οικογενειακή και την προσωπική του ιστορία και, διά µέσου αυτής, καταγράφει την περιπέτεια του µικρασιατικο ελληνισµο. Το απ σπασµα προέρχεται απ το πρώτο µέρος του µυθιστορήµατος και αναφέρεται στην πρώτη επίσκεψη του νεαρο αφηγητή στη Σµ ρνη το 1910. Πηγαίνοντας στη µεγάλη πολιτεία βρίσκει εργασία, απογαλακτίζεται απ την οικογενειακή του εστία και ενηλικιώνεται. επτέµβρης ήταν του 1910, ταν πρωτοκατέβηκα στη Σµ ρνη. Θυµο µαι π σο σκιάχτηκα* µ λις βρέθηκα µοναχ ς σε µια τ σο µεγάλη πολιτεία. Άγνωστοι, αλλιώτικοι ανθρώποι, άγνωστα και τα σοκάκια. Κανένα δεν ήξερα και κανένας δε µ ήξερε να µε καλωσορίσει ένιωθα σαν το ξεριζωµένο δεντρί. Ακο µπησα σ ένα χάνι* το τρίχινο ζεµπίλι* µε τις αλλαξιές και τα φαγώσιµα που µου δωκε η µάνα µου, και βγήκα ν ανταµώσω το σταφιδέµπορα που θα µ έπαιρνε στη δο λεψή του. Με την αντρέσα* στο χέρι, µε τα πρώτα παπο τσια που φ ραγα στη ζωή µου να µε στενε ουνε, µε το ντρίλινο* φράγκικο* πανταλ νι, κάπως κοντ για τις µακριές κανάρες* µου, να µε κ βει κι αυτ στον καβάλο, περπατο σα, άτσαλα, δειλά. Ωστ σο ήµουνα περήφανος για το νέο σουλο πι* µου και κάθε τ σο έσκυφτα και καθάριζα µε το χέρι τα παπο τσια µου κι έριχνα κλεφτές, φοβισµένες µατιές ολο θε* ν αντιληφθώ πο βρίσκοµαι κι αν µε προσέχουν οι περαστικοί. Μ λις βγήκα στην προκυµαία τα ξέχασα λα, ακ µα και τη δειλία µου. Ήρθαν οι εντυπώσεις και µε πήραν απαλά και µε µερώσανε και δεν ήξερα τι να πρωτοδώ και τι να πρωτοχαρώ. Τη θάλασσα; Τα βαποράκια της Χαµιδιέ που σκίζανε το νερ δίχως να βουλιάζουν; Τα µεγάλα µαρµαρένια σπίτια, µε τα ξ λινα κλειστά, λο µυστήριο, µπαλκ νια τους; Τις καρ τσες µε το ρυθµικ χτ πο τους πάνω στο γρανιτένιο πλακ στρωτο; Τα τράµια* που τα σέρνανε άλογα; Ή λον εκείνον το χαρωπ, ξέγνοιαστο * σκιάχτηκα: φοβήθηκα * χάνι: πανδοχείο * ζεµπίλι: σάκος * αντρέσα: διε θυνση * ντρίλινο: απ φτην βαµβακερ φασµα * φράγκικο: γαλλικ * κανάρες: µακριά π δια (κανιά) * σουλο πι: εµφάνιση * ολο θε: παντο * τράµια: µέσα µεταφοράς, τραµ [94]

OΤΑΝ ΠΡΩΤOΚΑΤΕΒΗΚΑ ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ιδώ Σωτηρίου κ σµο που µπαιν βγαινε µε σαµατά* στις λέσχες και στα καφενεία κι έµοιαζε να ζει πανηγ ρι; κι χι µια κοινή, καθηµερινή µέρα δουλειάς! Στάθηκα άκρη άκρη στο µουράγιο, β λεψα τα χέρια µου στις τσέπες κι έµεινα εκειδά εντυπωσιασµένος. Τα κ µατα ανεβοκατεβαίνανε και καθώς ένιφταν* τις µαλτεζ πετρες σκορπο σανε µια ανεσηµιά* που µοσκοβ λαγε θαλασσινά. Μ δια, εκατοµµ ρια µ δια ήταν σφηνωµένα πάνω στις σιδερένιες τραβέρσες* που συγκρατο σαν τις Σκάλες. Αυτές οι Σκάλες, η Εγγλέζικη Σκάλα, η Καινο ρια Σκάλα, η Μακριά Σκάλα, λες κι ήταν τα χέρια του µεγάλου λιµανιο. Εδώ γιν ταν το µπάρκο * έφευγε ο βλογηµένος καρπ ς της Ανατολής για τις ξένες χώρες κι έµπαινε το χρυσάφι. «Λέγε, Εµµανουήλ, τι γνωρίζεις διά το χρυσ µαλλον δέρας;» άσκαλε, δε σ αποκρίθηκα κατά που πρ σµενες κείνη τη µέρα. Τώρα µως εδώ καταλαβαίνω την ερώτησή σου, ζωντανε ουν µπρος στα µάτια µου λες οι ιστορίες που µου διηγήθηκες, καθαρές, στρωτές, παρµένες θαρρείς απ τη Χρηστοµάθειά* µας. µως απ κοντά έρχονται χορε οντας κι οι ζωηρές ιστορίες που άκουσα για τη Σµ ρνη απ τον παιχνιδιάτορα* το Χρίστο. Τις έλεγε στα πανηγ ρια µας κρο οντας το σάζι* του, ένα µακρ ίσαµ ένα µέτρο ργανο, που λαλο σε σαν Θε ς και µεις τα παιδιά λαχταρο σαµε: «Αχ, π τε θα τηνε γνωρίσουµε το τη την πολιτεία!». ταν ήµουνα πολ µικρ ς και πήγαινα µε τη µάνα µου στην εκκλησιά σκιαζ µουνα να βλέπω ζωγραφισµένο στον τρο λο το πελώριο µάτι του Θεο. Τώρα ήθελα να γίνω ένα τέτοιο µάτι να τα δω λα µονοµερίς. Και να γίνω κι ένα πελώριο αφτί, ν ακουµπήσω στον κ ρφο το της της πολιτείας, ν ακο σω την καρδιά της. [ ] Oι άνθρωποι στη Σµ ρνη µιλο σανε λοι ελληνικά, ακ µα κι οι Το ρκοι κι οι Λεβαντίνοι κι οι Oβραίοι κι οι Αρµεναίοι. Στο Φραγκοµαχαλά ωστ σο, πολλά µεγάλα καταστήµατα είχανε ξενικά ον µατα που δεν τα Άποψη της προκυµαίας της Σµ ρνης σε επιστολικ δελτάριο πριν απ το 1919 * σαµατάς: θ ρυβος * ένιφταν: έπλεναν * ανεσηµιά: ανάσα * τραβέρσες: στηρίγµατα * µπάρκο: φ ρτωση του εµπορε µατος στα πλοία * Χρηστοµάθεια: διδακτικ βιβλίο µε ηθοπλαστικά διηγήµατα * παιχνιδιάτορας: οργανοπαίκτης * σάζι: κρουστ µουσικ ργανο [95]

ΠAΛΑIΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ καταλάβαινα: «Κοντουάρ», «Λουβρ», «Μπον µαρσέ», «Παραντί ντε Νταµ» κι άλλα. Και τι δεν έβρισκες σε το τα τα µαγαζιά! Απ παραδείσια φτερά για τα µαλλιά των γυναικών, µέχρι σκαρπίνια* για Σταχτοπο τες. Και παιχνίδια, µορφα κουρντιστά παιχνίδια! Π σο ευτυχισµένα θα πρεπε να ναι εδώ τα παιδιά και π σο παραχαϊδεµένες οι γυναίκες! Τράβηξα ίσια στην Αγια-Φωτεινή κι άναψα στη χάρη της το κεράκι που µου παράγγειλε η µάνα µου. Κι στερα καρφώθηκα να βλέπω και να µη χορταίνω το καµπαναρι. Είκοσι µέτρα µπ ι, τέσσερα πατώµατα, λο µάρµαρο. Κι ανάγλυφος ο Χριστ ς να κάθεται στο πηγάδι και να τα λέει µε τη Σαµαρείτιδα. Κι οι καµπάνες φανταχτερές, γλυκ λαλες, δώρο των µεγάλων δουκώνε της Ρωσίας, και κατάκορφα, στον τρο λο, ο χρυσ ς σταυρ ς να λάµπει στον ήλιο, παρηγοριά και σκέπη για τους ραγιάδες, που το χαν κα χηµα, γιατί ο σταυρ ς έστεκε πιο ψηλά απ την ηµισέληνο που ήταν στηµένη στο µιναρέ του Ισάρ τζαµί. Εκειδά πλάι στον περίβολο της Αγια-Φωτεινής βρήκα και την Ευαγγελική Σχολή. Είχα κάνει νειρο να µπω εδώ µέσα, κι ο δάσκαλ ς µου ο Πυθαγ ρας Λάριος µε σιγοντάριζε.* Μα ο πατέρας µου τ νε πρ γκηξε: «Κυρ δάσκαλε, να µε συµπαθάς. Αεροκοπανιτζή* δεν τ νε θέλω τον υγι µου. Εµείς είµαστε ρεσπέρηδες* και χρειαζο µαστε χέρια». Μ λις άκουσα την καµπάνα της Αγια-Φωτεινής να χτυπάει δώδεκα, τινάχτηκα. Μπρε για π τε µεσηµεριάστηκα; Είπα να βιαστώ, να τρέξω για τη δουλειά, µα θυµήθηκα πως δεν είχα να δώσω λ γο σε κανένα, µιας κι ήµουνα, για πρώτη φορά, αυτεξο σιος, και τ τες µ έπιασε τρελή χαρά. Χώθηκα µέσα στο πλήθος, στο τσαρσί* κι έπινα τσιτσιµπίρια και σερµπέτια* κ κκινα και πράσινα «µπουζ-γκιµπί, κεκίκ-σουγιο»,* και χαιρ µουνα που σπαταλο σα τα λίγα τεσσαράκια που µου βαλε στην τσέπη η µάνα µου, κρυφά απ τον πατέρα. Ύστερα κάτι µε σταµάτησε ο χωριάτης στιµέρνει* τον ακριβοκερδισµένο παρά. Κι είπα να πάω κατευθείαν στο µαγαζί του κυρ Μιχαλάκη Χατζησταυρή, να σιγουρέψω τη θέση µου και συνεχίζω έπειτα το σουλάτσο.* Τ νε βρήκα τον κυρ φατ ρο* πάνω στην άψα* της δουλειάς. Τέτοιες µέρες που κατέβαιναν οι χωριάτες να πουλήσουνε τη σοδειά τους, οι εµπ ροι δεν κλείνανε. Μ λις µπήκα στο στεν µακρο µαγαζί µε τα πολλά πατάρια, µε πήρε απ τη µ τη η γνώριµη γλυκ στυφη µυρουδιά της σταφίδας και του σ κου. O Χατζησταυρής στεκ τανε κατα- µεσής και ζ γιαζε, λο φροντίδα. Εργάτες µε χαµαλίκες* στην πλάτη µπαινοβγαίνανε * σκαρπίνια: παπο τσια * σιγοντάριζε: ενθάρρυνε * αεροκοπανιτζής: αργ σχολος * ρεσπέρηδες: αγρ τες * τσαρσί: αγορά * τσιτσιµπίρια και σερµπέτια: αρωµατικά ποτά * «µπουζ-γκιµπί, κεκίκ-σουγιο»: παγω- µένοι χυµοί * στιµέρνει: εκτιµά, υπολογίζει * σουλάτσο: περίπατος * κυρ φατ ρο: το αφεντικ * άψα:ένταση * χαµαλίκες: ειδικ ς εξοπλισµ ς για να κουβαλο ν οι εργάτες στην πλάτη τους εµπορε µατα [96]

OΤΑΝ ΠΡΩΤOΚΑΤΕΒΗΚΑ ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ιδώ Σωτηρίου απ το πίσω πορτί, που ήταν το ντάµι * εκεί αφήνανε τις καµήλες, τους αραµπάδες,* τα γαϊδο ρια και τις βοϊδάµαξές τους. υο ξυπ λητοι χαµάληδες, µε δασά γυµνά τα στήθια, σήκωναν στον ώµο τη µανέλα* που πάνω κει κρεµ ταν το καντάρι.* O Χατζησταυρής µ ολοστρ γγυλη κοιλίτσα, διπλά προγο λια και ολοκ κκινα, σαν βουτυρω- µένα, µάγουλα ξεφώνιζε τις οκάδες.* Είχε µάτι ξ πνιο που σπίθιζε κι έπαιζε ολο θε ακο ραστο. Τα χέρια και τα ποδάρια του, πολ αδ νατα ανάλογα µε το σώµα, τον κάνανε να µοιάζει µε βάτραχο. λες οι κινήσεις του και η σβελτάδα* του κι οι τρ ποι του δείχνανε πως είχε δουλέψει κι η αφεντιά του παραγι ς.* Και τ ντις,* πως έµαθα αργ τερα, παραγι ς ήτανε κάποτες, µα ήξερε σου λέει ν αρπάζει την περίσταση και συνεταιρίστηκε µε το Σελήµ εφέντη και πατο σανε κι οι δυο, µε το ελε θερο, πάνω σε καρδιές και σε πορτοφ λια, κι απ κει και πέρα τα βολέψανε κι έρεε το χρήµα. Πλησίασα τον κυρ Μιχαλάκη, του µίλησα θαρρετά, του δωκα και το συστατικ γράµµα που είχα απ τη δηµογεροντία* του χωριο µας. Αυτ το γράµµα πολ τον εκολάκεψε, γιατί τ άρεζε να τον υπολογίζουνε οι ισχυροί. Με ξέταξε µε µατιά που τρ πωσε ίσαµε την ψυχή. Ναι, ξέρω, έκανε, µου µίλησαν κι άλλοι για σένα. Θα σε κρατήσω. Με βολε ει που ξέρεις τα το ρκικα. Α ριο πρωί έλα να πιάσεις δουλειά, να σε δοκιµάσω και τα ξαναλέµε για την πλερωµή. ταν βγήκα έξω πετο σα απ χαρά αν είχα µουστάκι θα το στριβα, τ σο ένιωθα άντρας. Τώρα µπορο σα να χαρώ τη µέρα µου, την πρώτη και µοναδική λε τερη και ξέγνοιαστη µέρα της ζωής µου. Ώρες ολ κληρες τριγ ριζα µέσα στα µπεζεστένια* και στα σοκάκια της Σµ ρνης, ίσαµε που µε βρήκε η ν χτα. Εργάτες µε µακριά ραβδιά ανάβανε τα φανάρια του γκαζιο. Oµορφοστολισµένες κυράδες κατεβαίνανε µε τις καρ τσες τους για τις λέσχες, τα προβέγγερα και τις «γιαβάν σουπέδες».* Κοπέλες ξεντεκολτεδιασµένες,* µελαψές και πεταχτές σεργιανο σανε, γελο σανε, κορτάρανε. Ζευγάρια ε θυµα αγοράζανε λουλο δια. Στα καφενεία παίζανε µουσικές, τραγουδο σανε πολιτάκια και γκαρσ νια πηγαινοφέρνανε δίσκους µε καραφάκια και µεζέδες. Η προκυµαία µοσχοβολο σε ο ζο, αγγουράκι, τηγανητ κρέας και θαλασσινά. Μασουλίζανε οι καθιστοί, κι οι σουλατσαδ ροι σπ ρους, τσεµπλεµπο δες,* παγωµένα αµ γδαλα, λιµπινάρια,* µα και γλασσάδες* και ζαχαρωτά και γλειφιτζο ρια. Τα σπίτια, ακ µα και στους απ µακρους µαχαλάδες, ανοιχτά, συντροφεµένα. Στις * ντάµι: ζυγαριά * αραµπάδες: κάρα * µανέλα: µοχλ ς * καντάρι: ζυγαριά * οκά: µονάδα βάρους * σβελτάδα: γρηγοράδα * παραγι ς: βοηθ ς τεχνίτη, υπηρέτης * τ ντις: πραγµατικά * δηµογεροντία: αιρετοί άρχοντες της ελληνικής κοιν τητας * µπεζεστένια: στεγασµένες αγορές * προβέγγερα και «γιαβάν σουπέδες»: εσπερινές κοινωνικές συγκεντρώσεις για ψυχαγωγία * ξεντεκολτεδιασµένες: µε αποκαλυπτικά ντεκολτέ * τσεµπλεµπο δες: στραγάλια * λιµπινάρια: σπ ρια απ λο πινα * γλασσάδες: παγωτά [97]

ΠAΛΑIΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ π ρτες καθισµένες φαµελιές* είχαν στρωµένο ε θυµο λακιρντί.* ε µου κανε καρδιά να πάω για πνο. Είχα µ λις γνωριστεί µε τη Σµ ρνη και µου φαιν τανε πως γεννήθηκα κι έζησα εδώ τα δεκάξι χρ νια της ζωής µου. ταν έπεσα να κοιµηθώ, στριφογ ριζα και της µίλαγα σαν ερωτευµένος. «Είσαι µορφη, το ξέρεις; Είσαι πολ µορφη!» Εδώ στη Σµ ρνη θα µπορο σα να κάνω νειρα, σα νειρα ήθελα, δίχως να τρώω ξ λο. Σωτηρίου, Ματωµένα χώµατα, Κέδρος * φαµελιές: οικογένειες * λακιρντί: κουβέντα, κουτσοµπολι ƒ π 1 2 3 4 ÔÈÂ Â Ó È ÔÈ appleúòùâ ÂÓÙ appleòûâè Î È Ù Û Ó ÈÛı Ì Ù ÙÔ ÊËÁËÙ ÌfiÏÈ ÊÙ ÓÂÈ ÛÙËÓ appleúôî Ì ÙË Ì ÚÓË ; ÔÈ ÌÓ ÌÂ Í appleóô Ó ÛÙÔ Ì Ïfi ÙÔ ÊËÁËÙ Î ıò ÓÙÈÎÚ ÂÈ ÙË ÌÂÁ ÏË appleôïèùâ ; applefi appleôèâ Ê Ï, ıóë Î È appleôïèùèûìô apple ÚÙ ÂÙ È Ô appleïëı ÛÌfi ÙË Ì ÚÓË ; ÔÈ ÂÓÙ appleˆûë Û ËÌ Ù ÂÈ Ô ÊËÁËÙ ÁÈ ÙËÓ ÎÔÈÓˆÓÈÎ ˆ ÙË applefiïë ; O ÊËÁËÙ ËÛ ÛÙÔ ˆÚÈfi ÙÔ ÛÎÔÏ apple È ÈÎ Î È ÂÊË ÈÎ ÚfiÓÈ, ÏÏ ÛÙË Ì ÚÓË ÓÈÒıÂÈ Â Ù ÈÛÌ ÓÔ. µúâ Ù ˆÚ ÛÙÔ Î ÌÂÓÔ appleô ÂappleÈ Â ÈÒÓÔ Ó Ù ÙËÓ apple Ú Ù ÚËÛË. IA EMATIK ƒ ƒπo ˆÁÚ Ê ÛÙ ÙÔ Î Ìapple Ó ÚÈfi ÙË Á ºˆÙÂÈÓ Ì ÛË ÙËÓ appleâúèáú Ê ÙÔ ÊËÁËÙ. µúâ Ù ʈÙÔÁÚ ÊÈÎfi, ÂÈÎ ÛÙÈÎfi Î È ÏÏÔ ÓÙ appleô ÏÈÎfi ÁÈ ÙË Ì ÚÓË appleúèó Î È ÌÂÙ ÙËÓ Î Ù ÛÙÚÔÊ ÙÔ 1922. ªappleÔÚ ÙÂ Ó appleâ ı Óı Ù ÛÙËÓ ŒÓˆÛË Ì ÚÓ ˆÓ, ÛÙÔ ÓÙÚÔ ªÈÎÚ ÛÈ ÙÈÎÒÓ appleô ÒÓ Î È ÛÙËÓ ÛÙ Ì ÚÓË Ó ÂappleÈÛÎÂÊ٠٠ÙËÓ ËÏÂÎÙÚÔÓÈ- Î È ı ÓÛË ÙÔ π Ú Ì ÙÔ ªÂ ÔÓÔ ÏÏËÓÈÛÌÔ (http://www.hellenichistory.gr, http://www.fhw.gr/chronos/05/gr/index.html). ÁÎÂÓÙÚÒÛÙ ÂÁÎ ÎÏÔapple È ÈÎ appleïëúôêôú  ÁÈ ÙËÓ ÈÛÙÔÚ Î È ÙËÓ ÂÎapple È Â ÙÈÎ appleúô- ÛÊÔÚ ÙË ÁÁÂÏÈÎ ÔÏ. ªappleÔÚ ÙÂ Ó appleâ ı Óı Ù ÁÈ appleâúèûûfiùâúâ appleïëúôêô- Ú Â ÛÙËÓ ÚfiÙ appleë ÁÁÂÏÈÎ ÔÏ [ ] Ì ÚÓË (ÙËÏ. 210 9347272, 210 9316748). [98]

ø ƒ ª ƒπ À Û Ù appleú ÏË Το διήγηµα που ακολουθεί προέρχεται απ τη συλλογή διηγηµάτων Η φλέβα του λαιµο (1998) του Θεσπρωτο συγγραφέα Σωτήρη ηµητρίου. O ενήλικος αφηγητής-συγγραφέας περιγράφει µε νοσταλγία τις παιδικές και εφηβικές µνήµες του απ τις διακοπές του Πάσχα στο χωρι του, που συνορε ει µε την αλβανική µεθ ριο. O Απρίλης ήταν κάποτε για µένα τώρα πια έχει µπει κι αυτ ς στο χωνευτήρι των πολλών και επαναλαµβαν µενων εικ νων και εµπειριών το Πάσχα στο χωρι µου. χι µως µε το θρησκευτικ του µέρος, παρά µ νον αµυδρά. Μεγάλη Πέµπτη, εγώ και τ αδέρφια µου ξεκινο σαµε το πρωί µε το λεωφορείο. Oλ κληρο ταξίδι. Φτάναµε στη γέφυρα του Καλαµά. Μια γέφυρα σιδερένια, βαθυπράσινη, απ τον καιρ του Εµφυλίου. Αφο γιν ταν ο έλεγχος των ταυτοτήτων απ τους φαντάρους του φυλακίου στιγµές έντονες για τις παιδικές καρδιές µας, το λεωφορείο, αργά αργά, έµπαινε στη γέφυρα. Κραπ, κραπ, χτ παγαν κι έτριζαν οι σιδεριές. Το νερ απ κάτω ορµητικ, θολοπράσινο απ τις πυκνοφυτεµένες χθες. Έλιωναν τα χι νια. Απ εκεί και πέρα άρχιζε ένας άλλος κ σµος. Στο Φιλιάτι κάναµε υποχρεωτική στάση τρεις µε τέσσερις ώρες. Γι αυτές τις ώρες που τις περνο σαµε στο καφενεδάκι του σταθµο δεν αγαπο σα και πολ αυτή την κωµ πολη, τ σο λαχταρο σα το χωρι µου. Το καφενεδάκι ήταν γεµάτο ταξιδιώτες για τα πανωχώρια των Φιλιατών. Εκεί άρχιζαν τα πρώτα «ποιανο είσαι εσ, µωρέ παιδάκι µου;», «ετο τη µοιάζει της µάνας της» απ τους χωριανο ς µας και τα πρώτα φιλιά. Πρ γευση απ το χωρι µου παρηγορητική. Επιτέλους, το αποµεσήµερο το λεωφορείο αγκοµαχώντας, γιατί ήταν ασφυκτικά γεµάτο και ο δρ µος χωµάτινος, ανηφορικ ς, λο κογκέλες,* ξεκίναγε για τα χωριά της Μουργκάνας. Αϊ-Νικ λας, Άγιοι Πάντες, Παλιοχώρι, ανηφ ρες, στροφές, µια στροφή ακ µα και να το χωρι µου, η Π βλα. Μαγευτικ ς δρ µος, µαγευτικά χωριά. Λες και οι πλαγιές οι ντυµένες µε κουµαριές, τσέρα, χελιδρονιές,* δάφνες, οι χείµαρροι που ξεπηδο σαν * κογκέλες: στροφές * κουµαριές, τσέρα, χελιδρονιές: λουλο δια, θάµνοι και βλάστηση της περιοχής [99]

ΠAΛΑIΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ εδώ και κει, τα λιθάρια και τα µονοπάτια ενσωµάτωσαν,τι οµορφ τερο και ευγενέστερο απ τις ανθρώπινες ζωές αιώνων. Ακ µα και σήµερα, αυτή η διαδροµή, αυτά τα χωριά είναι για µένα µια διαδροµή πνευµατική, µια διαδροµή νοσταλγίας και καηµο. Στο χωρι µου φτάναµε το µο σγκωµα.* Μας άφηνε το λεωφορείο στη Θελεσουριά, που ήταν ένα µικρ εικ νισµα, ο Αϊ-Θανάσης. O γκος της Μουργκάνας µπροστά µας. Στην κορφή το βουν είχε ακ µα χι νια, που άστραφταν απ ένα χιλι χρωµο ηλιοβασίλεµα. Εκεί που χαν ταν ο ήλιος ήταν ένας τ πος αγαπηµένος, µυστηριακ ς, αβάδιστος. Ήταν η Β ρειος Ήπειρος. Στη Θελεσουριά, κατεβαίνοντας απ το λεωφορείο, µας χτ παγε ευχάριστα ένα ψυχρ αεράκι που Κ ριος οίδε πώς το χα συνδέσει µε τη Β ρειο Ήπειρο, µε την Αλβανία. Μήνυµα απ µια άλλη ζωή, πιο ενδιαφέρουσα, πιο πλο σια, πιο αινιγµατική. Περιττ να πω τι δεν ήξερα τίποτα για ιδεολογίες, πολέµους και άλλα, και οι δικοί µου, συγγενείς και χωριανοί, µιλο σαν λίγο και ασαφώς, κάτι που µεγάλωνε το µυστήριο. Φτάναµε µε τα ποδάρια στο σχολει, κατ πι µια απ τοµη κατηφοριά µάς έβγαζε στην πλατεία του Νικ πλου, που ήταν το περίπτερο του µπαρµπα-μήτση µας. Μας καρτέραγε µε ζαχαρωτά και φιλιά. Κατ πι σταµατο σαµε στο πατρικ της µάνας µου για λίγο, να δώσουµε τσιγάρα στον παππο, και κατ πι σφεντ να για το πατρικ µας, για τη γιαγιά µας. Σε λη αυτήν τη διαδροµή η µ τη µας είχε πανηγ ρι. Φρέσκια, ξάστερη ανάσα ανακατεµένη µε τ αγριολο λουδα του Απριλιο φράξο, µανο σια, ζουµπο λια, µοσφακίδια. Τον τ νο τον έδιναν µως οι καβαλίνες,* η κοπριά, το νοτισµένο χώµα. Στο πατρικ µας. Τ πος θαλπωρής. Ένα µικρ σπιτάκι µε δυο κάµαρες, κατώι για τις αίγες,* µπλατσαρι,* ένας µικρ ς κηπάκος και η επιβλητική και συγχρ νως γλυκ τατη παρουσία της γιαγιάς µου. Μας µάζευε µε πατάτες γιαχνί. Μοσκοβ λαγε ο τ πος. Κατ πι κοιµ µασταν λοι µαζί στρωµατσάδα κι αυτή στη µέση. Το πρωί µάς ξυπνο σαν πετεινοί, γοµάρια,* αίγες, βετο λια * φωνο λες απ τις γυναίκες που φο ρνιζαν, σκο πιζαν, έκοβαν κλαρί. Μαζεµένο το χωρι, αµφιθεατρικά χτισµένο, δηµιουργο σε τέλεια ηχητική. «Ω Αγγελο δω, ξ πνησαν τα παιδιά;», ακο γαµε τη θειάκω Λ λα απ το δίπλα µαχαλά. «Ξ πνησαν, µωρ συµπεθέρα». * µο σγκωµα: σο ρουπο * καβαλίνες: περιττώµατα, κυρίως αλ γου ή άλλου υποζυγίου * αίγες:κατσίκες * µπλατσαρι : αποθήκη * γοµάρια: γαϊδο ρια * βετο λια: µικρά τραγιά [100]

ΠΑΣΧΑ Τ ΑΠΡΙΛΗ Σωτήρης ηµητρίου «Αυγά έχεις; Θέλεις;» «Έχω, έχω». «Καλά, στείλ τα µου κατ πι». Άρχιζε το πανηγ ρι. Τρεχαλητά µε τ άλλα παιδιά, επισκέψεις στις θείες, β λτες στους κήπους του Μαµά, στ αµπέλια της Φέρας, στην Αϊ-Παρασκευή. Άρχιζαν δειλά να κοκκινίζουν οι πρώτες κουτσουπιές.* Τα τριαντάφυλλα, πυκν φυλλα και µοσχο- µυριστά, ροζ-άσπρα, ήταν παντο. Στις αυλές και στους φράχτες. Σου έσπαιναν* τη µ τη. Απ την Ανάσταση θυµάµαι κάπως τις στρακαστρο κες, που τις πιέζαµε µε τις σ λες. Ακ µα κι εκείνη την ώρα του πανδαιµ νιου εγώ είχα το µυαλ µου στ αστέρια του ορίζοντα, πάνω απ τον απαγορευµένο τ πο. Την άλλη µέρα, λο το χωρι ανέβαινε στην κορυφή του διπλανο βουν πλου, που ήταν το φυλάκιο Γκελίλι, για επίσκεψη στους στρατιώτες. Τους πηγαίναµε αυγά, κουλο ρια κι εκείνοι µας έδιναν γαλέτες. Χαρο µενα, απλά παιδιά, µας άφηναν να δο µε και µε τα κιάλια µέσα στο Αλβανικ. Φέρναµε κοντά µας εικ νες απ ανθρώπους, κυρίως γυναίκες να σκάβουν εν σειρά ή να κάνουν άλλες δουλειές, πάντα σε οµάδες. Είχαν κατασκευάσει και µια τεχνητή λίµνη για την άρδευση. Παρ λο που µε τα κιάλια είχα απτ το αντικείµενο της περιέργειάς µου, η έλξη και το µυστήριο βάθαιναν. Άκουγα ιστορίες τα κατοπινά χρ νια για κατασκ πους, που χαµογελώντας χαιρέταγαν απ απ σταση τις γυναίκες στ αµπέλια. Αυτές ανατρ µαζαν κι αυτουνο ς τους κατάπιναν τα λ γγα.* Το πέρασµα αυτών των µυστήριων ανθρώπων το χω επίσης συνδέσει µε το ψυχρ αεράκι που µας υποδεχ ταν στη Θελεσουριά. ταν αναχωρο σαµε, χαράµατα, για την Ηγουµενίτσα ήταν για µας Μεγάλη Παρασκευή. Πονο σαµε και τα τρία, λες και µας ξερίζωναν. Η αδερφή µου µε κλά- µατα και φωνές, «γιαγιά µουουου», ξ πναγε το χωρι. Εγώ βαστι µουνα και έκλαιγα κρυφά, µε τρ πο αξιοπρεπή, και για να το πετ χω αυτ σφιγγ µουνα και βλοσ ρευα.* ε θέλαµε, αρνι µασταν ν αποχωριστο µε τη γιαγιά Αγγελο δω, το χωρι. Και πο να πηγαίναµε; Στο βασανιστήριο της τ τε και τώρα εκπαιδε σεως. Μ λις πήγα στο Γυµνάσιο, βαθµιαία κι απ το Λ κειο µ νιµα πλέον πάει το χωρι και η γιαγιά. εν πάταγα το π δι µου. Σινεµάς, ξένη µουσική, ερωτικά σκιρτή- µατα, κατ πι σπουδές εν Αθήναις άλλη θλιβερή ιστορία αυτή, µέχρι τα τριάντα µου δεν είχα καµιά ψυχική σχέση κι επαφή. * κουτσουπιές: χαρουπιές * έσπαιναν: έσπαγαν (µεταφορικά) * λ γγα: θαµνώδη δάση * βλοσ ρευα: κατσο φιαζα [101]

ΠAΛΑIΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ Μεγάλος ήµουν τι µεγάλος, άντρας γκοτζάµ γαϊδο ρι ταν µας έστειλε η γιαγιά µου µήνυµα, έναν πικρ Απρίλη, να πάµε να περάσουµε το Πάσχα µαζί της. εν πήγα. Μετά απ λίγο πέθανε. ε θυµάµαι να µου στοίχισε. O τε στην κηδεία της πήγα. Με είχε καταλάβει εξολοκλήρου ο εαυτ ς µου. Πέρσι πήγα στο χωρι µου, µετά τη Λαµπρή, για ολιγ ωρη επίσκεψη. Το πατρικ µου χορταριασµένο, ετοιµ ρροπο. O κηπάκος του πνιγµένος στην άγρια βλάστηση. Τζαρκάλευα* στην αγαπηµένη κάµαρη των παιδικών µου χρ νων και κάπου βρήκα την αστυνοµική ταυτ τητα της γιαγιάς µου. Oλοκαίνουρια. Απ τη µικρή φωτογραφία µε κοιτο σε πάλι µ εκείνη την αγάπη της, που µας έθρεψε και µας εφοδίασε για µια ολ κληρη ζωή. Το χωρι περίπου έρηµο. O τε γοµάρια άκουσα ο τε φωνές απ γυναίκες και παιδιά. Πήγα στο µαγαζάκι του άλλου µου θείου, του Μήτση Έξαρχου. Κάποια στιγµή, δυο φαντάροι µε πλήρη πολεµική εξάρτυση έφεραν δυο Αλβανο ς αιχµαλώτους. Ξέπνοοι* λοι. Ένας φαντάρος Αθηναίος, πως έµαθα µετά έβριζε τον κωλ τοπο, τους κωλοαλβανο ς. Έκατσαν στον πάγκο και ο θείος µου τους κέρασε αµέσως λουκο µια. Oι Αλβανοί τα έφαγαν λαιµαχτικά* και λερώθηκαν µεριές µεριές απ τη σκ νη. Καίτοι* είχαν κακ χάλι απ την ταλαιπωρία, τινάχτηκαν και καθαρίστηκαν µε επιµέλεια. Σ. ηµητρίου, Η φλέβα του λαιµο, Πατάκης Κωνσταντίνος Παρθένης, Τοπίο * τζαρκάλευα: έψαχνα * ξέπνοοι: κουρασµένοι, εξαντληµένοι * λαιµαχτικά: µε λαιµαργία * καίτοι: αν και, µολον τι [102]

ΠΑΣΧΑ Τ ΑΠΡΙΛΗ Σωτήρης ηµητρίου ƒ π 1 2 3 4 5 6 ÔÈ Û Ó ÈÛı Ì Ù Â Â Ô ÊËÁËÙ Î ıâ ÊÔÚ appleô apple Á ÈÓ ÛÙÔ ˆÚÈfi ÙÔ ÁÈ ÙÔ Û Î È appleô ÔÊ ÏÔÓÙ È Ù ; O ÊËÁËÙ ÂÈ ÎÚ Ù ÛÂÈ ÛÙË ÌÓ ÌË ÙÔ fiïâ ÂΠӠÙÈ ÂÌappleÂÈÚ Â ÙÔ ˆÚÈÔ ÙÔ appleô appleôï Ì ÓÂ Ì Ûˆ ÙˆÓ ÈÛı ÛˆÓ. µúâ Ù ÙÈ ÔappleÙÈÎ, ÎÔ ÛÙÈÎ, ÔÛÊÚËÙÈÎ Î.Ïapple. ÂÈÎfiÓ ÙÔ ÎÂÈÌ ÓÔ. Ò apple ÚÔ ÛÈ ÔÓÙ È ÔÈ ÌÔÚÊ ÙˆÓ Û ÁÁÂÓÈÎÒÓ appleúôûòappleˆó ÙÔ ÊËÁËÙ Î È ÁÈ appleôèô ÏfiÁÔ Í ˆÚ ÂÈ Ë ÁÈ ÁÈ ÁÁÂÏÔ ˆ; Ò ÂÍËÁÂ Ô ÊËÁËÙ ÙËÓ ÏÏ Á ÙˆÓ Û Ó ÈÛıËÌ ÙˆÓ ÙÔ apple Ó ÓÙÈ ÛÙÔ ˆÚÈfi Î È ÛÙÔ Û ÁÁÂÓ ÙÔ, fiù Ó ÌÂÁ ψÛÂ; Ò ÎÚ ÓÂÙ ٠ÙËÓ ÏÏ Á ; µúâ Ù ٠ÛËÌ ÛÙ ÔappleÔ Ô ÊËÁËÙ Ó Ê ÚÂÙ È ÛÙÔ Ï ÓÔ, ˆ apple È Î È ˆ ÂÓ ÏÈÎÔ. Ò ÙÔ ÓÙÈÌÂÙˆapple ÂÈ Û Πıâ appleâú ÛÙ ÛË Î È ÁÈ Ù ; Ê ÁËÛË ÙË ÈÛÙÔÚ Á ÓÂÙ È Ì Û applefi ÙËÓ ÔappleÙÈÎ ÁˆÓ ÙÔ ÒÚÈÌÔ ÊËÁËÙ appleô ı Ì Ù È ÙËÓ apple È ÈÎ ÙÔ ËÏÈÎ. ÔÈ È ıâûë ÂÈ Ô ÒÚÈÌÔ ÊËÁËÙ apple Ó ÓÙÈ ÛÙÔ apple ÚÂÏıfiÓ ÙÔ ; µúâ Ù ÙÈ Û ÂÙÈÎ Ó ÊÔÚ ÙÔ ÛÙÔ Î ÌÂÓÔ. IA EMATIK ƒ ƒπo ËÌÂÈÒÛÙ apple Óˆ ÛÙÔ ÚÙË ÙË È ÚÔÌ appleô ÎÔÏÔ ıô ÛÂ Ô ÊËÁËÙ ÁÈ Ó ÊÙ ÛÂÈ ÛÙÔ ˆÚÈfi ÙÔ Î È ÙÔ ÙfiappleÔ applefi fiappleô appleâúóô ÛÂ. Ó ÂÙ ÙË Ó ÙfiÙËÙ, ÂÍÂÙ ÛÙ Âapple - ÛË appleò ÂÎÙÂÏÂ Ù È Û ÌÂÚ Ùfi ÙÔ ÚÔÌÔÏfiÁÈÔ. Ú ÙÂ Ó ÈÎfi Û ÊËÁËÌ ÙÈÎfi ΠÌÂÓÔ Ì ı Ì ÙÈ apple Û ÏÈÓ È ÎÔapple Û ÛÙÔ ˆÚÈfi. [103]

À ƒ À XÚÔÓÈÎfi Το ποίηµα περιλαµβάνεται στη συλλογή του Λ. Ξανθ πουλου Αντίψυχα (1982). Μέσα απ τις ατοµικές ζωές των προσώπων µιας οικογένειας παρακολουθο µε απ τη µια τη συν παρξη των µελών της οικογένειας (πατέρας, µητέρα) και απ την άλλη τη µετάβαση απ τον παραδοσιακ τρ πο ζωής σε νέες αναζητήσεις τις οποίες εκφράζουν οι αβέβαιες τ χες των δυο γιων. O πατέρας είπε αγαπώ τον ξεραµένο καπν έγινε καπνεργάτης η µητέρα γ ρεψε παιδιά ταίρι και σπιτικ ζευγάρωσαν* ο µεγάλος έψαχνε απ παιδί τον κο ρασαν οι µάχες ηµήτρης Γιολδάσης, Καπνοχώραφα ο µικρ ς δε ζήτησε τίποτα έφυγε σε ξένο τ πο το σπίτι µπογιατίζεται κάθε χρ νο ο πατέρας βγήκε στη σ νταξη η µητέρα χτίστηκε στις κάµαρες* ο µικρ ς γίνηκε σιδερ δροµος µακρ ς κι ο µεγάλος σκέφτηκε να πει αγαπώ τον ξεραµένο καπν άργησε προκ ψανε* οι µηχανές Λ. Ξανθ πουλος, Αντίψυχα, Ανδροµέδα * ζευγάρωσαν: παντρε τηκαν, έκαναν οικογένεια * κάµαρες: δωµάτια * προκ ψανε: προ δευσαν [104]

XPONIΚΟ XPONIΚO Λευτέρης Ξανθ πουλος ƒ π 1 2 3 4 5 Ú ÙËÚ ÛÙ ÙË ÔÌ ÙÔ appleôè Ì ÙÔ. È ËÏÒÓÔ Ó Ù ÂÓ È ÌÂÛ ÎÂÓ Î È appleò Û Ó Â- Ù È Ô Ù ÙÏÔ Ì ÙÔ appleâúèâ fiìâóô ÙÔ appleôè Ì ÙÔ ; ÓÙÈÛÙÔÈ ÛÙ Πıâ Ì ÏÔ ÙË ÔÈÎÔÁ ÓÂÈ Ì ÙË Ú ÛË Î È ÙÔ ÚfiÏÔ appleô Ó Ï Â ÛÙË ˆ ÙÔ. ÔÈÔ ÓıÚÒappleÈÓÔ Ù appleô Û appleúôî Ï ÌÂÁ Ï ÙÂÚÔ ÂÓ È Ê ÚÔÓ Î È ÁÈ Ù ; «O ÌÂÁ ÏÔ ÎÔ Ú ÛÙËΠapplefi ÙÈ Ì Â» «Ô ÌÈÎÚfi ÁÈÓ ÛÈ ÂÚfi ÚÔÌÔ» «Ë ÌËÙ Ú Ù ÛÙËΠÛÙÈ Î Ì Ú». Ò ÓÙÈÏ Ì ÓÂÛÙ ÙÔ ÙÔ ÛÙ Ô ÁÈ ÙË ˆ ÙÔ Î ıâ appleúôûòappleô ; ÔÈ ÛËÌ Û ÂÈ Ë Âapple Ó ÏË Ë ÙÔ Â ÙÂÚÔ ÛÙ Ô ÛÙÔ Ù ÏÔ ÙÔ appleôè Ì ÙÔ ; Ò Û Ó ÂÙ È Ô ÛÙ Ô Ùfi Ì ÙË ˆ ÙÔ ÌÂÁ ÏÔ ÁÈÔ ; Ù ÁÚ Ù ÙÈ ÎÔÈÓˆÓÈÎ ÌÂÙ ÔÏ appleô Ó Ê ÚÔÓÙ È ÛÙÔ appleô ËÌ, Ú Ù Û appleôèô ÚfiÓÔ ÂÎ ËÏÒÓÔÓÙ È ÛÙË ˆ ÙˆÓ appleúôûòappleˆó Î È ÂÍËÁ ÛÙ appleôè ÌÂÙ ÔÏ ÂÈ ÌÂÁ Ï - ÙÂÚË ÛËÌ Û ) ÁÈ ÙÔ Î ıâ appleúfiûˆappleô ) ÁÈ ÙËÓ ÔÈÎÔÁ ÓÂÈ. IA EMATIK ƒ ƒπo Ò ÓÙÈÌÂÙÒappleÈÛ Ó ÔÈ Ô ÁÈÔÈ ÙÔ ı Ì ÙË Âapple ÁÁÂÏÌ ÙÈÎ ÙÔ appleôî Ù ÛÙ ÛË ; Ë- Ù ÛÙ Ì appleúfiûˆapple ÙÔ ÔÈÎÔÁÂÓÂÈ ÎÔ Î È ÎÔÈÓˆÓÈÎÔ Û appleâúè ÏÏÔÓÙÔ Ù ÔappleÔ Ú - ÛÎÔÓÙ Ó Û ÓÂ Ú ËÏÈÎ ÙË ÂÎ ÂÙ ÙÔ 1980 Î È ÚˆÙ ÛÙ ٠appleôèâ Âapple ÁÁÂÏÌ ÙÈÎ ÂappleÈ- ÏÔÁ  Ó, appleôè Âapple ÁÁ ÏÌ Ù Â Ó ÙË ÌÂÁ Ï ÙÂÚË ÙËÛË Î È ÁÈ Ù. ÍÂÙ ÛÙÂ Ó Ù Ù Âapple ÁÁ ÏÌ Ù ÂÍ ÎÔÏÔ ıô Ó Ó Ô Ó ÙËÛË ÛÙËÓ ÂappleÔ Ì. µúâ Ù ÈÛÙÔÚÈÎ appleïëúôêôú  ÁÈ ÙÔ Âapple ÁÁÂÏÌ Î È ÙËÓ ÎÔÈÓˆÓÈÎ ı ÛË ÙÔ Î appleóâúá ÙË ÛÙËÓ ÏÏ. ÚÂ Ó ÛÙ Âapple ÛË Û appleôèâ appleâúèô Û ÔÏÔ ÓÙ Ó Ì ÙËÓ Î ÏÏÈ ÚÁÂÈ Î È ÙËÓ ÂappleÂÍÂÚÁ Û ÙÔ Î appleóô ÛÙË ÌÂÙ appleôïâìèî appleâú Ô Ô. ÁÎÚ ÓÂÙ ٠apple Ï ÈfiÙÂÚ Â ÔÌ Ó Ì ÙË ÛËÌÂÚÈÓ ÂÍ ÏÈÍË ÙÔ Âapple ÁÁ ÏÌ ÙÔ. ÔÈ Û ÌappleÂÚ ÛÌ Ù appleúôî appleùô Ó applefi ÙËÓ ÚÂ Ó Û ÁÈ ÙËÓ Ù Ë ÏÏ Î È ÁÈ ÙÈ appleúôôappleùèî ÙÔ Âapple ÁÁ ÏÌ ÙÔ ; [105]

Ãøº ŒÓ ÚÈıÌfi Στο σ ντοµο αφήγηµα του Τσέχωφ «Ένας αριθµ ς» η δεσποινίς Ιουλία αντιπροσωπε ει τον άβουλο ανθρώπινο τ πο δεν τολµά να διεκδικήσει τα δικαιώµατά της και συχνά πέφτει θ µα οικονοµικής και κοινωνικής εκµετάλλευσης. O Τσέχωφ σκιαγραφεί µε απλ και ευτράπελο τρ πο την παθητική ψυχολογία, η οποία χαρακτήριζε σε µεγάλο βαθµ τη γυναικεία συµπεριφορά τα παλαι τερα χρ νια. Tις προάλλες φώναξα στο γραφείο µου τη δεσποινίδα Ιουλία, τη δασκάλα των παιδιών. Έπρεπε να της δώσω το µισθ της. Κάθισε να κάνουµε το λογαριασµ, της είπα. Θα χεις ανάγκη απ χρήµατα και συ ντρέπεσαι να ανοίξεις το στ µα σου Λοιπ ν Συµφωνήσαµε για τριάντα ρο βλια* το µήνα Για σαράντα. χι, για τριάντα, το έχω σηµειώσει. Εγώ πάντοτε τριάντα ρο βλια δίνω στις δασκάλες Λοιπ ν, έχεις δ ο µήνες εδώ ο µήνες και πέντε µέρες ο µήνες ακριβώς Το χω σηµειώσει Λοιπ ν, έχουµε εξήντα ρο βλια. Πρέπει να βγάλουµε εννιά Κυριακές δε δουλε ετε τις Κυριακές. Πηγαίνετε περίπατο µε τα παιδιά. Έπειτα έχουµε τρεις γιορτές Η Ιουλία έγινε κατακ κκινη και άρχισε να τσαλακώνει νευρικά την άκρη του φουστανιο της, µα δεν είπε λέξη. Τρεις γιορτές µας κάνουν δώδεκα ρο βλια το µήνα O Κ λιας ήταν άρρωστος τέσσερις µέρες και δεν του έκανες µάθηµα Μονάχα µε τη Βαρβάρα ασχολήθηκες Τρεις µέρες είχες πον δοντο και η γυναίκα µου σου είπε να αναπαυτείς µετά το φαγητ ώδεκα και εφτά δεκαεννιά. Αφαιρο µε, µας µένουν Χµ! σαράντα ένα ρο βλια Σωστά; Το αριστερ µάτι της Ιουλίας έγινε κατακκ κινο και ν τισε. Άρχισε να τρέµει το σαγ νι της. Την έπιασε ένας νευρικ ς βήχας, έβαλε το µαντίλι στη µ τη της, µα δεν έβγαλε άχνα. * ρο βλια: ρωσικ ν µισµα [106]

ΕΝΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΡΙΘΜOΣ Άντον Τσέχωφ Την παραµονή της πρωτοχρονιάς έσπασες ένα φλιτζάνι του τσαγιο µε το πιατάκι του Βγάζουµε δ ο ρο βλια Το φλιτζάνι κάνει ακριβ τερα γιατί είναι οικογενειακ κειµήλιο, µα δεν πειράζει Τ σο το χειρ τερο! Προχωρο µε! Μια µέρα δεν πρ σεξες τον Κ λια, ανέβηκε ο µικρ ς στο δέντρο και έσκισε το σακάκι του Βγάζουµε άλλα δέκα ρο βλια Άλλη µια µέρα που δεν πρ σεχες, έκλεψε µια καµαριέρα τα µποτάκια της Βαρβάρας. Πρέπει να χεις τα µάτια σου τέσσερα, γι αυτ σε πληρώνουµε Λοιπ ν, βγάζουµε άλλα πέντε ρο βλια. Στις δέκα του Γενάρη σε δάνεισα δέκα ρο βλια χι, δεν έγινε τέτοιο πράµα µουρµο ρισε η Ιουλία. Το χω σηµειώσει! Καλά Βγάζουµε είκοσι επτά ρο βλια, µας µένουν δεκατέσσερα Τα µάτια της Ιουλίας γέµισαν δάκρυα. Κ µποι ιδρώτα γυάλιζαν πάνω στη µ τη της. Κακ µοιρο κορίτσι! Μα εγώ µια φορά µονάχα δανείστηκα χρήµατα. Μονάχα τρία ρο βλια, απ την κυρία, µουρµο ρισε η Ιουλία και η φωνή της έτρεµε Αυτά είναι λα λα που δανείστηκα. Μπα; Και γω δεν τα είχα σηµειώσει αυτά. Λοιπ ν, δεκατέσσερα έξω τρία, µας µένουν έντεκα. Πάρε τα χρήµατά σου, αγαπητή µου! Τρία τρία, τρία ένα και ένα Πάρ τα Και της έδωσα έντεκα ρο βλια. Τα πήρε µε τρεµουλιαστά δάχτυλα και τα έβαλε στην τσέπη της. Ευχαριστώ, ψιθ ρισε. Πετάχτηκα ορθ ς και άρχισα να βηµατίζω πέρα δώθε στο γραφείο. Με έπιασαν τα δαιµ νια µου. Και γιατί µε ευχαριστείς; Για τα χρήµατα. Μα, διάολε, εγώ σε έκλεψα, σε λήστεψα! Και µου λες κι ευχαριστώ; Oι άλλοι δε µου διναν τίποτα! ε σου διναν τίποτα. Φυσικά! Σου έκανα µια φάρσα για να σου γίνει σκληρ µάθηµα. Πάρε τα ογδ ντα σου ρο βλια! Τα είχα έτοιµα στο φάκελο! Μα γιατί δε φωνάζεις για το δίκιο σου; Γιατί στέκεσαι έτσι σαν χαζή; Μπορείς να ζήσεις σ αυτ τον κ σµο αν δεν πατήσεις λίγο π δι, αν δε δείξεις τα δ ντια σου; Γιατί είσαι άβουλη; Μουρµο ρισε µερικά ευχαριστώ και βγήκε. Ά. Τσέχωφ, ιηγήµατα, µτφρ. Κ. Σιµ πουλος, Θεµέλιο [107]

ΠAΛΑIΟΤΕΡΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΖΩΗΣ ƒ π 1 2 3 4 ÔÈÔ appleúfiûˆappleô ÊËÁÂ Ù È ÙÔ appleâúèûù ÙÈÎfi Î È appleôè ÂÓÙ appleˆûë Û ËÌ Ù ÂÙÂ ÁÈ ÙÔ Ú - ÎÙ Ú Î È ÙÔ ıô ÙÔ ; O ÊËÁËÙ Ú ÎÙËÚ ÂÈ ÙËÓ πô Ï «Ô ÏË». ÔÈÂ ÂÓ ÚÁÂÈ ÙË ÈÎ ÈÔÏÔÁÔ Ó ÙfiÓ ÙÔ Ú ÎÙËÚÈÛÌfi; Ò ÓÙÈÌÂÙˆapple ÂÈ Ë πô Ï ÙÔÓ ÂÚÁÔ fiùë ÙË Î È ÛÂ appleôèô appleôù ÏÂÛÌ ÙËÓ Ô ËÁÂ Ë ÛÙ ÛË ÙË ; º ÓÙ ÛÙÂ ÙÂ ÙÔÓ Â Ùfi Û ÛÙË ı ÛË ÙË ÛÎ Ï. Ò ı ÓÙÈ ÚÔ Û ÙÂ ÛÂ Ó ÏÔÁË appleâú ÛÙ ÛË; Ò appleèûùâ ÂÙÂ fiùè ı ÂÍ appleëúâùô Û ÙÂ appleâúèûûfiùâúô Ù Û ÌÊ ÚÔÓÙ Û ; IA EMATIK ƒ ƒπo ÔÏÏÔ ÓıÚˆappleÔÈ apple ÊÙÔ Ó, ÂÍ ÈÙ ÙÔ Ú ÎÙ Ú ÙÔ ÙˆÓ ÎÔÈÓˆÓÈÎÒÓ Û ÓıËÎÒÓ ÙË ˆ ÙÔ, ı Ì Ù ÔÈÎÔÓÔÌÈÎ ÂÎÌÂÙ ÏÏÂ ÛË. µúâ ÙÂ Ó ÙÔÌÈÎfi Î È Ó Û ÏÏÔ- ÁÈÎfi apple Ú ÂÈÁÌ (πûùôú, ÚËÛÎÂ ÙÈÎ ) Î È ÍÈÔÏÔÁ ÛÙÂ ÙÈ ÓÙÈ Ú ÛÂÈ ÙˆÓ appleúôûòappleˆó ÛÂ Û ÛË ÌÂ Ù appleôùâï ÛÌ Ù ÙˆÓ ÂÓÂÚÁÂÈÒÓ ÙÔ. Ï ÁÍÙÂ ÙËÓ ÔÚıfiÙËÙ ÙˆÓ ÏÔÁ ÚÈ ÛÌÒÓ ÙÔ ÊËÁËÙ ÏÏ Î È ÙË ÓÔÌÈÌfiÙËÙ ÙˆÓ appleú - ÍÂÒÓ ÙÔ apple Ó ÓÙÈ ÛÙË ÛÎ Ï ÙˆÓ apple È ÈÒÓ ÙÔ. Άντον Τσέχωφ (1860-1904) Κορυφαίος Ρώσος θεατρικ ς συγγραφέας και διηγηµατογράφος. Αγαπηµένα θέµατα του έργου του είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, η µετάβαση απ τον παραδοσιακ τρ πο ζωής σε νε τερους κοινωνικο ς σχηµατισµο ς που σηµατοδοτο ν αλλαγές στα ανθρώπινα συναισθήµατα, στις νοοτροπίες και στις αντιλήψεις. Τ σο στα διηγήµατα σο και στα θεατρικά του έργα σκιαγραφεί αυτές τις κοινωνικές καταστάσεις µε απλ τητα, ειλικρίνεια αλλά και χιο µορ, πως διαπιστώνουµε και απ το διήγηµα που ανθολογο µε. Χάρη σε αυτά τα γνωρίσµατα του έργου του η γραφή του παραµένει επίκαιρη και δηµοφιλής, πως αποδεικν ουν κυρίως οι επιτυχηµένες παραστάσεις των γνωστ τερων θεατρικών του έργων: O θείος Βάνιας (1896), Τρεις αδερφές (1900-1001), O βυσσιν κηπος (1903-1904) κ.ά. [108]