Αντρέας Ευριπίδου
Η ιστορία του χωριού κατά τους μεταχριστιανικούς χρόνους είναι άγνωστη. Το χωριό κατά το Μεσαίωνα και συγκεκριμένα κατά τα έτη 1445-1480 ανήκε στο φεουδάρχη Pao Costa που εκμεταλλευόταν τους κατοίκους του χωριού σαν δούλους του. Μια σημαντική ιστορική περίοδος για τα Καμπιά είναι αυτή που συνδέεται με τη ζωή και τη θυσία του Εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπριανού. Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο Εθνομάρτυρας γεννήθηκε στο Στρόβολο ενώ σύμφωνα με μια άλλη που θεωρείται πιο έγκυρη, γεννήθηκε στα Καμπιά το 1756. Η μητέρα του η Μαριού ήταν από τα Καμπιά και ο πατέρας του ο Γεώργιος από το Στρόβολο. Η μητέρα του Εθνομάρτυρα είχε ένα αδελφό, τον Γερόγιαννο ο οποίος είχε στενές σχέσεις με το μοναστήρι του Μαχαιρά. Με τις γνωριμίες που είχε στο μοναστήρι ο Γερόγιαννος, κατάφερε να φέρει τον Κυπριανό στο μοναστήρι. Εκεί ο νεαρός έφηβος έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Η μόρφωσή του συνεχίστηκε στο μετόχι του Μαχαιρά στο Στρόβολο, όπου τον έστειλαν σε ηλικία 15 χρόνων. Σε ηλικία 25 χρόνων ο Κυπριανός χειροτονήθηκε Ιεροδιάκονος και δυο χρόνια αργότερα τον συναντούμε μέσα στις ερανικές αποστολές που η μονή Μαχαιρά έστειλε στο εξωτερικό για συλλογή χρημάτων προς αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών της.
Ο Κυπριανός συνόδευσε στη Μολδοβλαχία, τον οικονόμο της μονής Χαράλαμπο. Εκεί γνωρίστηκε με το Βοϊβόδα Σούτσο, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τις ικανότητες του και τον κράτησε κοντά του για σπουδές. Στην Κύπρο επέστρεψε το 1802 και ανέλαβε τη διεύθυνση του Μετοχίου του Μαχαιρά στο Στρόβολο. Στη συνέχεια έγινε Οικονόμος της Αρχιεπισκοπής. Το 1804 πρωτοστάτησε στην καταστολή της εξέγερσης των Αράβων που εισόρμησαν εξαγριωμένοι στην Αρχιεπισκοπή, κακοποίησαν τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο και σκότωσαν πολλούς χριστιανούς. Αρχιεπίσκοπος, ο Κυπριανός χειροτονήθηκε τον Οκτώβρη του 1810 μετά την εξορία του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου στην Εύβοια. Σαν κεφαλή της Εκκλησίας ο Κυπριανός αποδείχτηκε διορατικός με ιδιαίτερη φροντίδα για τα γράμματα. Το 1812, ίδρυσε απέναντι από την Αρχιεπισκοπή σε γη που ανήκε στη μονή Μαχαιρά, την Ελληνική Σχολή αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα. Η Σχολή αυτή, αργότερα, εξελίχτηκε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Παρόμοιο σχολείο ίδρυσε και στη Λεμεσό. Ίχνη του Κυπριανού στα Καμπιά παρατηρούνται και μετά την ανάληψη του αρχιεπισκοπικού θρόνου, πράγμα που θα ήταν δύσκολο να εξηγηθεί αν δεν τον συνέδεε κάποιος ιδιαίτερος δεσμός με το χωριό.
Τα Καμπιά ήταν ανάμεσα στις κοινότητες, τις οποίες ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός χάρισε την εικόνα του Αγίου Τρύφωνα, προστάτη τις γεωργίας, μέσα στα πλαίσια εκστρατείας για την καταπολέμηση της ακρίδας. Δωρεά του Αρχιεπισκόπου στο χωριό του είναι και η καμπάνα της παλιά εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου. Άλλο τεκμήριο που συνδέει τον Εθνομάρτυρα με τα Καμπιά είναι η βρύση που κτίστηκε με δικά του έξοδα το 1818. Το έργο αυτό όμως ανατινάχθηκε από τους Αγγλους κατά τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ με την υποψία ότι ήταν κρύπτη πυρομαχικών.
Οταν άρχισε στην Ελλάδα η επανάσταση εναντίον των Τούρκων το 1821, οι Τούρκοι φοβήθηκαν ότι θα άρχιζε και στην Κύπρο παρόμοια επανάσταση. Για να την προλάβουν, μάζεψαν τους προύχοντες του τόπου. Πρώτος στον κατάλογο των συλληφθέντων βρίσκεται ο Κυπριανός, ο οποίος παρά τις παροτρύνσεις των φίλων του που θέλουν να τον φυγαδέψουν, παραμένει στο καθήκον του και θυσιάζεται για το έθνος. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι του Βασίλη Μιχαηλίδη που αναφέρονται στον Κιόρογλου που προσπάθησε να τον φυγαδεύσει. «Δεν θέλω Κιόρογλου εγιώ, να φύω από την χώρα γιατί αν φύω το κακόν έννα γινεί περίτου. Θέλω να μείνω Κιόρογλου τζιας πανά με κρεμμάσουν ας με σκοτώσουσιν εμέν τζιαι οι άλλοι να γλιτώσουν. Δεν φεύκω Κιόργογλου γιατί αν φύω ο φευκός μου εννά γινεί θανατικόν εις τους Ρωμιούς του τόπου.να βάλω την συρτοθηλειάν εις τον λαιμό του κόσμου; Παρά το γαίμα τους πολλούς εν κάλλιον του Πισκόπου».
Όπως όλα τα χωριά έτσι και τα Καμπιά έδωσαν τη δική τους προσφορά στους αγώνες του έθνους με πρώτο και γνωστότερο τον Εθνομάρτυρα Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό όπου απαγχονίστηκε από τους Τούρκους την 9η Ιουλίου 1821 στην πλατεία Σεραγιού στη Λευκωσία. Στη συνέχεια η Κοινότητα πρόσφερε στους Απελευθερωτικούς Αγώνες του 1940 με πολλά ηρωικά της τέκνα να λαμβάνουν μέρος στους αγώνες κατά του φασιστικού καθεστώτος του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Συνεχίζοντας στον αγώνα, τα Καμπιά έδωσαν επίσης υπηρεσίες στον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ με άξια τέκνα τους να μεταφέρονται στα κρατητήρια στην Κοκκινοτριμιθιά. Τελευταίο παράδειγμα με αγάπη προς την πατρίδα είναι η προσφορά κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής το 1974 όπου δύο άξια τέκνα του χωριού μας ο Χρίστος Παπαϊωάννου και Γρηγόρης Τζιωνής είναι μέχρι σήμερα αγνοούμενοι.
Τα Καμπιά σήμερα έχουν γύρω στους 500 κατοίκους. Οι κάτοικοι, είναι κυρίως τεχνίτες, υπάλληλοι, εργάτες γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Κατά τις αρχές του 20ου αιώνα, τα κατεξοχήν επαγγέλματα με τα οποία ασχολούνταν οι Καμπιώτες ήταν η γεωργία η κτηνοτροφία, η καλαθοπλεκτική πλέξιμο κοφινιών και καλαθιών και άλλα. Η καλαθοπλεκτική ήταν μια από τις βασικές ασχολίες των Καμπιωτών και ένας σημαντικός οικονομικός πόρος.στην τοποθεσία «Φασσερά», υπήρχε υπαίθριο «εργοστάσιο» που διέθετε δεξαμενές όπου οι τεχνίτες φούσκωναν τα υλικά, για να είναι πιο ευλύγιστα στο πλέξιμο. Σ αυτή τη μικρή βιοτεχνία ασχολούνταν περίπου 20 τεχνίτες μοναδικοί στο είδος της εργασίας τους, στη γύρω περιοχή. Σήμερα η τέχνη αυτή αν και έχει σχεδόν εξαλειφθεί σαν βιοποριστικό επάγγελμα, διατηρείται από μερικούς τεχνίτες που ασχολούνται μ αυτή ερασιτεχνικά.
Μέχρι τη δεκαετία 50, οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία, κτηνοτροφία, μερικοί εργάζονται στα μεταλλεία και άλλοι ασχολούνται με πλέξιμο κοφινιών. Λόγω όμως των χαμηλών εισοδημάτων, αρκετοί αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν κυρίως στην Αγγλία. Σήμερα υπάρχουν γύρω στις 30 οικογένειες που μετανάστευσαν στην Αγγλία. Αυτό αποτέλεσε έναν ανασταλτικό παράγοντα για την περαιτέρω ανάπτυξη του χωριού. Μετά το 1974 και κυρίως κατά τη δεκαετία του 80, αρχίζει νέα περίοδος ανάπτυξης. Πολλές οικογένειες προτιμούν το χωριό παρά την πόλη. Ετσι ο πληθυσμός του χωριού παρέμεινε τώρα σταθερός.
Στα Καμπιά υπάρχουν δύο εκκλησίες. Η εκκλησία της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος που βρίσκεται στο νέο χωριό και η εκκλησία του παλιού χωριού αφιερωμένη στον Αγιο Γεώργιο. Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και ένα σπίτι είναι τα μόνα κτίρια που σώζονται στο παλιό χωριό. Η εκκλησία αυτή, σύμφωνα με αφηγήσεις των γερόντων, κτίστηκε μεταξύ 1840-1845 μ.χ. Είναι κτισμένη με πέτρες και ασβεστοπηλό με τοίχους, πλάτους ενάμισι μέτρου. Αρχικά επρόκειτο να στεγαστεί με βότα χωρίς κολώνες, αλλά πριν στεγαστεί κατέρρευσε από την πολυομβρία και έτσι οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να κτίσουν τους τοίχους που χάλασαν με πλιθάρι και να τη στεγάσουν με σανίδια και κεραμίδια. Το πάτωμα είναι από άσπρα μάρμαρα. Το ιερό είναι βυθισμένο στην ανατολική πλευρά ενάμισι μέτρο. Εσωτερικά ήταν διακοσμημένη με τοιχογραφίες. Όμως οι κάτοικοι στην προσπάθειά τους να τη διατηρήσουν καθαρή άσπρισαν τους τοίχους και τις κατέστρεψαν. Η εκκλησία λειτουργεί κατά την ημέρα της εορτής του Αγίου Γεωργίου και την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα. Η εκκλησία της Μεταμορφώσεως κτίστηκε μεταξύ 1957-1960 και είναι βυζαντινού ρυθμού με τρούλλο. Εγκαινιάστηκε το 1962 από το μητροπολίτη Γεώργιο Παυλίδη από την Ελλάδα, τότε Χωρεπίσκοπο Τριμυθούντος. Η εκκλησία πανηγυρίζει στις 6 Αυγούστου.
Μέχρι το 1914 που λειτούργησε το πρώτο δημοτικό σχολείο τα παιδιά των Καμπιών φοιτούσαν στα γύρω χωριά. Το παλιό σχολείο, που ήταν κτισμένο εκεί που βρίσκεται σήμερα το νέο, ήταν μονοδιδάσκαλο και αποτελείτο από δυο αίθουσες, την κυρίως αίθουσα και μια άλλη που χρησιμοποιείτο σαν βιβλιοθήκη. Στα ανατολικά του σχολείου, υπήρχαν τρία δωμάτια που έμενε ο δάσκαλος. Στο βάθος ήταν τα αποχωρητήρια. Η πρόσοψη και η δυτική πλευρά του σχολείου ήταν όλο βεράντα. Το σχολείο ήταν κτισμένο με πέτρες και αχυροπηλό και η στέγη του ήταν φτιαγμένη με ευρωπαϊκά κεραμίδια. Το χωράφι όπου ήταν κτισμένο το παλιό καθώς επίσης και νέο σχολείο ανήκε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Το παλιό σχολείο στοίχισε 300 λίρες, αρκετά λεφτά για την εποχή εκείνη. Σήμερα το νέο δημοτικό σχολείο που κτίστηκε το 1970, λειτουργεί με 3 δασκάλους και ακόμη 1 δασκάλα κάθε Τρίτη και με 24 μαθητές. Αποτελείται από τρεις αίθουσες και ένα γραφείο. Άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα που λειτουργεί στα Καμπιά είναι το Περιφερειακό Νηπιαγωγείο που στεγάζεται σε αίθουσα την κοινοτικής βιβλιοθήκης. Σ αυτό φοιτούν παιδιά από τα Καμπιά και τον Αναλυόντα.
Άλλα ιδρύματα και επιχειρήσεις που υπάρχουν στην Κοινότητα Καμπιά είναι η Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία, παράρτημα της Σ.Π.Ε Ταμασσού τώρα, και Κοινοτική Βιβλιοθήκη με την ονομασία «Βιβλιοθήκη Εθνομάρτυρας Κυπριανός», δωρεά του κ. Χρήστου Κυπριανίδη, άξιου τέκνου και απογόνου του Εθνομάρτυρα Κυπριανού, γνωστός για την τόλμη και τον ηρωισμό που επέδειξε στον Βαλκανικό πόλεμο τα έτη 1912-1913. Η Βιβλιοθήκη λειτουργεί σαν δανειστική βιβλιοθήκη καθώς και σαν σχολική βιβλιοθήκη για τα παιδιά του Δημοτικού σχολείου. Αρχές του 2002 ιδρύθηκε ο Πολιτιστικός Αθλητικός Σύλλογος Καμπιών «Εθνομάρτυρας Κυπριανός», όπου στεγάζεται η ποδοσφαιρική ομάδα της Κοινότητας. Αποτελεί επίσης χώρο συνάθροισης της Νεολαίας του χωριού.
Πρόσφατα άρχισε τη λειτουργία του το ξενοδοχείο μαζί με το πάρκο, με την ονομασία «Οι λόφοι των αγγέλων», σε μια πανοραμική τοποθεσία που περικλείεται από χιλιάδες πεύκα και άγρια βλάστηση. Ένα παραδοσιακό πετρόχτιστο, κτισμένο στο παλιό χωριό, με υπέροχη κουζίνα με πλούσιους μεζέδες, και μια Κάβα από επιλεγμένα κρασιά και ποτά είναι στην διάθεσή σας. Αν το επισκεφτείτε Κυριακή μεσημέρι, η φύση θα σας μαγεύει. Στη Λεωφόρο Εθνομάρτυρα Κυπριανού, στην είσοδο της Κοινότητας, λειτουργεί κατάστημα- Gallery με την ονομασία «Επένδυση στον χρόνο» όπου προβάλλονται αξιόλογα κομμάτια από την παράδοση του τόπου και παραδοσιακές αντίκες της τέχνης του παρελθόντος. Στην περιοχή Κόννιδες, πάνω από το φράγμα Ταμασσού, έχουν κατασκευαστεί θερμοκήπια για νέες βιολογικές καλλιέργειες. Έχουν επίσης δημιουργηθεί σύγχρονες βιολογικές φάρμες σύμφωνα με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες έχουν πρωτοπορήσει και βραβευτεί.
Εθνικό προϊόν του χωριού από τα παλαιά χρόνια μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 60 ήταν το κρασί και γενικότερα η «κουμανδαρία». Το χωριό φημίζεται για την καλύτερη κουμανδαρία σ όλη την Κύπρο. Σήμερα όμως μόνο μερικοί κάτοικοι ασχολούνται με τα αμπέλια κι ακόμα πιο λίγοι με την παραγωγή της «κουμανδαρίας» και της ζιβανίας. Όλες οι φυτείες που ήταν διάσπαρτες στην γη της Κοινότητας στην περιοχή όπου λειτούργησε το Μεταλλείο Χαλκού με την ονομασία «Kambia Mines» στην περιοχή της Περιστερκάς, Πυθαρόχωμα, Κοκκινόβρυσης έχουν εξαλειφθεί και έχουν γεμίσει με πεύκα και άγρια βλάστηση. Με τη λειτουργία του Μεταλλείου Χαλκού στην Κοινότητα, τη δεκαετία του 1960, όλοι οι κάτοικοι της Κοινότητας ξεπούλησαν τις περιουσίες τους στην εταιρεία που λειτουργούσε το Μεταλλείο λόγο των δυσκολιών της διακίνησης προς την περιοχή. Ως εκ τούτου, μια έκταση, γύρω στις δύο με τρείς χιλιάδες στρέμματα, που παλιά καλλιεργείτο από ζώα, εγκαταλείφτηκε και τώρα είναι γεμάτη με πεύκα και άγρια βλάστηση.
Μετά το τέλος του πολέμου το 1974 και αφού 60 χιλιάδες τόνοι χαλκού είχαν μείνει στο λιμάνι Βαρωσιού με αποτέλεσμα να φτάσει στην κατοχή των Τούρκων, το Μεταλλείο Χαλκού σημείωσε σημαντικές ζημιές. Ως συνέπεια ο ιδιοκτήτης αποφάσισε να κλείσει το Μεταλλείο Χαλκού και να το μετατρέψει σε Λατομείο όπου έβγαζε χαλίκι (τσιακκίλι) και άμμο προς πώληση. Άλλα προϊόντα του χωριού είναι τα αμύγδαλα, τα σύκα καθώς και οι ελιές που έχουν γίνει σε μεγάλες φυτείες με πολλή παραγωγή φρέσκου αγνού ελαιολάδου το οποίο γίνεται εξαγωγή στο εξωτερικό με ονομασίες που φέρουν το όνομα «Kambia Olive Oil» και «Cambiana Olive Oil Pure Virgin Oil». Ακόμη, μερικοί από τους κατοίκους ασχολούνται με την κτηνοτροφία και παράγουν χαλούμια, αναρή και τυρί.