Xημική σύσταση των βαλανιδιών του είδους Quercus ithaburensis subsp. macrolepis (Kotschy) Hedge & Yaltirik διαφορετικών γεωγραφικών προελεύσεων

Σχετικά έγγραφα
Παραγωγή και θρεπτική αξία ξυλωδών φυτών σε λιβάδια της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Επίδραση της έντασης κοπής στην παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης της Amorpha fruticosa L.

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΑΣΟΛΙΒΑΔΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΒΑΛΑΝΙΔΙΑΣ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η χρονική διάρκεια εκτέλεσης του φυσικού αντικειμένου του υποέργου ήταν από (36 Μήνες).

Ο Ελληνικός βούβαλος.

Θρεπτική αξία της βλάστησης σε θαμνώνες παλιουριού στα Πορρόϊα Σερρών

Επίδραση της υδατικής καταπόνησης στη θρεπτική αξία πληθυσμών Lotus corniculatus L. στη Βόρεια Ελλάδα

Λιβαδοκτηνοτροφική ανάπτυξη στο Βόρειο Έβρο

Διερεύνηση των συστημάτων εκτροφής μικρών μηρυκαστικών στην Επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Απόστολος Κυριαζόπουλος. Σπουδές. Ερευνητικά Ενδιαφέροντα

Επίδραση της έντασης κοπής στην παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης του Morus alba L. κατά τη θερινή περίοδο

Αύξηση της παραγωγής βοσκήσιμης ύλης τη χειμερινή περίοδο με τη χρησιμοποίηση γενετικά βελτιωμένων

Εποχιακή μεταβολή της θρεπτικής αξίας της ασφάκας (Phlomis fruticosa L.) στην ημιορεινή ζώνη της Ηπείρου

Ποσοτική και ποιοτική μεταβολή της βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων της χαμηλής οικολογικής ζώνης στην περιφέρεια Θεσσαλίας

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΕΙΔΙΚΉ ΓΡΑΜΜΑΤΕΊΑ ΔΑΣΏΝ

Κλιματική αλλαγή και αύξηση της ελάτης

Αξιολόγηση της αισθητικής αξίας δασογεωργικών και γεωργικών συστημάτων

( ) , ) , ; kg 1) 80 % kg. Vol. 28,No. 1 Jan.,2006 RESOURCES SCIENCE : (2006) ,2 ,,,, ; ;

Κτηνοτροφικά ξυλώδη φυτά: Ο ρόλος τους στα Μεσογειακά συστήματα παραγωγής

4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Τεχνολογίας Ζωικής Παραγωγής. Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013, Θεσσαλονίκη

Φυτρωτικότητα της βαλανιδιάς (Quercus ithaburensis ssp. macrolepis) στο πεδίο

Παραγωγή και θρεπτική αξία βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων σε διαφορετικές υψομετρικές ζώνες της Ηπείρου και της Θεσσαλίας

ΠΩΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ ΤΙΣ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Χατζηγεωργίου Ι., Φορτάτος Ε., Ζέρβας Γ. Εργαστήριο Φυσιολογίας Θρέψεως και Διατροφής, Τμήμα Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών, Γ.Π.Α.

HIV HIV HIV HIV AIDS 3 :.1 /-,**1 +332

Επίδραση της θερινής βόσκησης στην ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης ορισμένων ξυλωδών ειδών, τα οποία

Επίδραση της κοπής στην περιεκτικότητα σε ολικούς διαθέσιμους υδατάνθρακες της Amorpha fruticosa L.

Πανόραμα εργασιών στα πρακτικά των Πανελλήνιων Λιβαδοπονικών Συνεδρίων της Ελληνικής Λιβαδοπονικής Εταιρείας ( )

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΩΝ ΥΓΡΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΕ ΦΥΣΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΚΛΙΝΗΣ ΚΑΛΑΜΙΩΝ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Φ/Β ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΕΓΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΛΛΑ Α ΚΑΙ ΤΣΕΧΙΑ

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ

Η επίδραση της βόσκησης στην αναγέννηση του δάσους της βαλανιδιάς (Quercus ithaburensis subsp. macrolepis) στη Δυτική Λέσβο

Επίδραση της συχνότητας των κοπών στην παραγωγή και ποιότητα βοσκήσιμης ύλης της Dactylis glomerata L. κατά τη διάρκεια του χειμώνα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

ασογεωργικά συστήµατα: Παράδοση και νέες προοπτικές ανάπτυξης και διαχείρισης της γεωργικής γης

ΕΡΓΟ: ''Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα. απαιτούμενης στάθμης/παροχής υδάτινων σωμάτων''

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΛΛΑΝΤΙΚΩΝ ΑΕΡΟΣ ΧΑΜΗΛΗΣ ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ

Παραγωγή και θρεπτική αξία ποώδους βλάστησης σε σχέση με την κάλυψη των δένδρων σε δασολίβαδα δρυός και οξιάς στην επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙ ΟΣΗΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΥΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΕΝΟΣ ΑΕΙ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΝΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΕ Α.Π.Ε

AGROLAB AE ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΜΕΝΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ ΣΕ ΕΥΕΛΙΚΤΟ ΠΕΔΙΟ LIST OF TESTS ACCREDITED IN FLEXIBLE SCOPE ΦΥΛΛΟ / SHEET 1 ΑΠΟ / OF 5

Η ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΥ ΤΟΠΙΟΥ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΟΣΜΑΝΛΙ

Γεωγραφική κατανομή των ειδών των γενών Lathyrus sp. και Vicia sp. στην Ελλάδα

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

E#ects of Drying on Bacterial Activity and Iron Formation in Acid Sulfate Soils

ΜΙΑ ΟΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΓΑIΔΟΥΡΙΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΙΤΟΝΟΕΙΔΗ ΚΑΜΠΥΛΗ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΩΣ ΔΕΙΚΤΗ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. «Θεσμικό Πλαίσιο Φωτοβολταïκών Συστημάτων- Βέλτιστη Απόδοση Μέσω Τρόπων Στήριξης»

Εποχιακές μεταβολές των δραστηριοτήτων αιγών και προβάτων σε κοινόχρηστα λιβάδια της βόρειας Ελλάδας

Το αγροδασικό μέτρο στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και οι προοπτικές εφαρμογής του στην Ελλάδα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Ανάλυση και αποκατάσταση τοπίου με Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών: η περίπτωση του Εθνικού Δρυμού Snowdonia (UK)

Επίδραση βόσκησης και σκίασης στη θρεπτική αξία της ποώδους βλάστησης, σε αγροδασολιβαδικά συστήματα

Α. Τίτλος ΔΕ_2 (Εργαστήριο Διαχείρισης Λιβαδιών)

Διαχρονικές μεταβολές στην αύξηση του ανωρόφου και υπορόφου σε νεοφυτεία τραχείας πεύκης διαφορετικών φυτευτικών συνδέσμων

Εφαρμοσμένη διατροφή των κουνελιών. Πασχάλης Δ. Φορτομάρης Κτηνιατρική Σχολή, Α.Π.Θ.

ΓΡΑΦΕΙΟ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ Αθήνα, 7 Φεβρουαρίου ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Αριθ. Πρωτ. : 129

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

Ο ρόλος της διατροφής των ζώων στην παραγωγή αμμωνίας και αερίων του θερμοκηπίου

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΙΑΚΗ ΧΡΗΣΗ ΙΑΦΟΡΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Conductivity Logging for Thermal Spring Well

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

Σχέδιο απογραφής δασολιβαδικών συστημάτων στην Ελλάδα

LIFE ENVIRONMENT STRYMON

Δασολιβαδικά Συστήματα. Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών

Λέξεις κλειδιά: Δέντρα, γεωργικές καλλιέργειες, βόσκηση, αίτια μείωσης, απογραφή.

ΜΕΘΟΔΟΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:

Επίδραση της έντασης κοπής στην αλλομετρική δομή τριών ξυλωδών ειδών

Ορθολογικός σχεδιασμός της διάνοιξης λιβαδικών εκτάσεων

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

Επίδραση κοπής και καύσης στη βλάστηση βοσκόμενων υγρολίβαδων στη λίμνη Άγρα

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Επιπτώσεις των πυρκαγιών στην υπέργεια βιομάζα θαμνολίβαδων της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ. Πτυχιακή εργασία

* ** *** *** Jun S HIMADA*, Kyoko O HSUMI**, Kazuhiko O HBA*** and Atsushi M ARUYAMA***

Εισαγωγή στη Ζωοτεχνία

2 nd AEGIS Technical Meeting and On-Site Visit in Mytilene, Greece

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΜΑΖΟΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΑΛΕΠΙΟ ΠΕΥΚΗ (PINUS HALEPENSIS) ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ ΤΑΤΟΪΟΥ ΠΑΡΝΗΘΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

Nguyen Hien Trang* **

Η παλυνολογία εξετάζει την παλαιοβλάστηση τα παλαιο-περιβάλλοντα το παλαιο-κλίμα Την επίδραση του ανθρώπου (π.χ. γεωργία)

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΡΥΠΩΝ ΒΕΝΖΙΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΕΥΤΕΡΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2009

ΛΙΒΑΔΟΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή διατριβή

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ

Η συμβολή των λιβαδικών πόρων του νομού Έβρου στην ποιότητα ζωής: Μια μεθοδολογική προσέγγιση

ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ Υ ΑΤΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΗΣ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΡΙΧΩΝΙ ΑΣ STUDY FOR THE WATER BALANCE OF TRICHONIS LAKE CATCHMENT

c Key words: cultivation of blood, two-sets blood culture, detection rate of germ Vol. 18 No

Geotechnical Chamber of Greece (GCG) EMPLOYMENT SITUATION of the members of G.C.G.

Συγκριτική μελέτη της χλωριδικής ποικιλότητας σε σειρές φρυγανολίβαδων ενός μικρού νησιού του ανατολικού Αιγαίου

Χωματουργικές εργασίες για τη βελτίωση των λιβαδιών

Comparison of nutrient components in muscle of wild and farmed groups of Myxocyprinus asiaticus

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Εκτίμηση της βοσκοϊκανότητας του πρεμνοφυούς δρυοδάσους «Λαιμός» της περιοχής Μπουραζανίου Κόνιτσας

Επιπτώσεις της βόσκησης αιγοπροβάτων και αγριόχοιρων στην αναγέννηση ενός υπό αναγωγή δρυοδάσους

Μέτρηση της Ρυθµικής Ικανότητας σε Μαθητές Γυµνασίου που Ασχολούνται µε Αθλητικές ραστηριότητες Συνοδευµένες ή Όχι από Μουσική

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΜΑΡΙΑΣ ΦΩΤΙΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΥ ΓΕΩΠΟΝΟΥ

Transcript:

Xημική σύσταση των βαλανιδιών του είδους Quercus ithaburensis subsp. macrolepis (Kotschy) Hedge & Yaltirik διαφορετικών γεωγραφικών προελεύσεων Ζ.Μ. Παρίση 1, Α.Π. Κυριαζόπουλος 2, Α. Παντέρα 3 1 Εργαστήριο Δασικών Βοσκοτόπων (236), Σχολή Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τ.Κ. 54124, Θεσσαλονίκη 2 Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Πανταζίδου 193, Τ.Κ. 68200, Ορεστιάδα 3 Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας, 36100, Καρπενήσι Περίληψη Τα δάση της βαλανιδιάς (Quercus ithaburensis) µπορούν να θεωρηθούν ως αγροδασοπονικά συστήµατα χρήσης της γης, αφού παράγουν δασικά προϊόντα, καθώς και βοσκήσιµη ύλη και καρπούς για τα αγροτικά ζώα και την άγρια πανίδα. Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η εκτίμηση της χημικής σύστασης των βαλανιδιών από δύο διαφορετικές γεωγραφικές προελεύσεις. Τα βαλανίδια συλλέχθηκαν από μια νησιώτικη (Ν. Κέα) και μια ηπειρωτική περιοχή (Ξηρόμερο Αιτολωακαρνανίας). Στα δείγματα προσδιορίστηκαν η περιεκτικότητα σε ολικές αζωτούχες ουσίες (CP) και οι ινώδεις ουσίες NDF, ADF και ADL σε κάθε βαλανίδι των δειγμάτων ξεχωριστά. Από τα αποτελέσματα πρόεκυψε ότι στα βαλανίδια μεταξύ των δυο πληθυσμών δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές ως προς την περιεκτικότητα σε NDF, ADF και ADL. Aντίθετα, η περιεκτικότητα σε ολικές αζωτούχες ουσίες των βαλανιδιών από την Κέα ήταν σημαντικά υψηλότερη από τις αντίστοιχες των βαλανιδιών του Ξηρομέρου. Η περιεκτικότητα σε ολικές αζωτούχες ουσίες των βαλανιδιών δεν καλύπτει πλήρως τις ανάγκες συντήρησης των μικρών μηρυκαστικών, όμως τα βαλανίδια μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμη συμπληρωματική τροφή τη δύσκολη περίοδο του χειμώνα. Λέξεις κλειδιά: Αγροδασοπονικό σύστημα, θρεπτική αξία, βαλανιδιά Εισαγωγή Η βαλανιδιά ή βελανιδιά όπως ονοµάζεται στην Ελλάδα η Quercus ithaburensis subsp. macrolepis (Kotschy) Hedge & Yaltirik φύεται σε όλη σχεδόν την ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα (Ντάφης 1973, Christensen 1997) και καταλαµβάνει µε τη µορφή συγκροτημένων συστάδων, λοχµών και οµάδων, συνολική έκταση 29.631,8 ha (Παντέρα 2002). Το φυλλοβόλο αυτό είδος δρυός είναι το μόνο που εξαπλώνεται σε ξηρές και θερµές περιοχές και για αυτό το λόγο έχει ιδιαίτερο οικολογικό και οικονοµικό ενδιαφέρον (Παπαναστάσης 2002). Τα δάση της βαλανιδιάς εντάσσονται στα αγροδασοπονικά συστήματα χρήσης της γης, καθώς παράγουν συγχρόνως ποικιλία δασικών προϊόντων και βοσκήσιµη ύλη. Από τις πολλαπλές χρήσεις των δασών βαλανιδιάς (παραγωγή ξυλικών προϊόντων, βοσκήσιμης ύλης, δεψικού υλικού, νερού, αναψυχής κλπ) η λιβαδική χρήση είναι µία από τις σπουδαιότερες (Gasmi-Boubaker et al. 2007). Έτσι, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, στις μεσογειακές περιοχές τα δάση βαλανιδιάς χρησιμοποιούνται κυρίως ως βοσκότοποι (Debussche et al. 2001) καθώς αξιοποιούνται, η μεν υπόροφη βλάστηση και το φύλλωµά τους από τα αιγοπρόβατα οι δε καρποί (βαλανίδια) από όλα τα ζώα αλλά κυρίως από τους χοίρους. Τα βαλανιδιά είναι μια τροφή πλούσια σε ενέργεια που τους χειμερινούς μήνες αποτελεί σημαντική πηγή διατροφής για τα ζώα. Σύμφωνα με τους Saffarzadeh et al. (1999) η χημική τους σύσταση είναι παρόμοια με αυτή των δημητριακών. Παρόλα αυτά, πολύ λίγες μελέτες 253

έχουν γίνει πάνω στη χημική τους σύσταση και τη θρεπτική τους αξία σύμφωνα με τους Kayouli and Buldgen (2001). Για τους καρπούς της Quercus ithaburensis μάλιστα, δεν υπάρχουν καθόλου διαθέσιμες πηγές στη διεθνή βιβλιογραφία. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η εκτίμηση της χημικής σύστασης βαλανιδιών από δύο διαφορετικές γεωγραφικές προελεύσεις. Μέθοδοι και υλικά Τα βαλανίδια συλλέχθηκαν από μια νησιώτικη και μια ηπειρωτική περιοχή. Η πρώτη περιοχή δειγματοληψίας βρίσκεται στη νήσο Κέα. Τα κύρια πετρώματα του νησιού είναι οι γνεύσιοι, οι σχιστόλιθοι και οι χαλαζίτες (Δαβή, 1972). Με βάση τα στοιχεία του μετεωρολογικού σταθμού Σύρου για την περίοδο 1970-96 (ΕΜΥ, 1999), η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι 364,7 mm, η μέση ετήσια θερμοκρασία 18,7 0 C, η μέση ελάχιστη θερμοκρασία του πιο ψυχρού μήνα 8,4 0 C και η μέση μέγιστη θερμοκρασία του θερμότερου μήνα 29,5 0 C. Τα βαλανίδια συλλέχθηκαν τον Οκτώβριο του 2012 από το δάσος βαλανιδιάς στο εσωτερικό του νησιού, περίπου από το κέντρο όπου εμφανίζεται ένα συμπαγές και ομοιόμορφο τμήμα του δάσους. Η κύρια χρήση του δάσους είναι η αναψυχή καθώς η χρήση των βαλανιδιών για βυρσοδεψία έχει σταματήσει από τα μέσα του 20 ου αιώνα. Η δεύτερη περιοχή δειγματοληψίας είναι το δάσος βαλανιδιάς στο νομό Αιτωλοακαρνανίας, 15 χλμ δυτικά της πόλης του Αγρινίου και συγκεκριμένα από την ευρύτερη περιοχή της Σκουρτούς στην οποία εμφανίζεται ένα συμπαγές και ομοιόμορφο τμήμα του δάσους. Η περιοχή αποτελεί μέρος του δάσους βαλανιδιάς Ξηρομέρου που καλύπτει έκταση συνολικά 14000 εκτάρια. Η κύρια χρήση του δάσους είναι η κτηνοτροφία καθώς η χρήση των βαλανιδιών για βυρσοδεψία έχει σταματήσει όπως και στην Κέα από τα μέσα του 20 ου αιώνα. Τα εδάφη προέρχονται από καρστικούς ασβεστόλιθους και είναι γενικά ρηχά. Με βάση τα δεδομένα του μετεωρολογικού σταθμού Αγρινίου για την περίοδο 1956-1997 (ΕΜΥ 1999), η μέση ετήσια βροχόπτωση είναι 931,2 mm, η μέση ετήσια θερμοκρασία 17,2 0 C, η μέση ελάχιστη θερμοκρασία του ψυχρότερου μήνα 3,4 0 C και η μέση μέγιστη θερμοκρασία του θερμότερου μήνα 33,6 0 C. Η συλλογή των βαλανιδιών πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2013. Από την κάθε περιοχή συλλέχτηκαν τυχαία 100 βαλανίδια συνολικά από κάθε δέντρο από το οποίο επιλέχθηκαν τυχαία 10 για τις χημικές αναλύσεις. Όλα τα βαλανίδια ξηράνθηκαν στους 60 º C για 48 ώρες και στη συνέχεια αλέσθηκαν σε μύλο με σίτα οπής 1 mm. Στο κάθε βαλανίδι ξεχωριστά προσδιορίστηκε η χημική τους σύσταση και πιο συγκεκριμένα η περιεκτικότητα σε ολικό άζωτο (Ν), με τη μέθοδο Kjeldahl (AOAC, 1990) και στη συνέχεια υπολογίσθηκαν οι ολικές αζωτούχες ουσίες (Crude Ρrotein), (CP) ως (Ν x 6,25). Επίσης προσδιορίστηκαν οι αδιάλυτες ινώδεις ουσίες σε ουδέτερο απορρυπαντικό διάλυμα (Neutral Detergent Fiber, NDF), με τη μέθοδο Van Soest et al., (1991), οι αδιάλυτες ινώδεις ουσίες σε όξινο απορρυπαντικό διάλυμα (Acid Detergent Fiber, ADF), με τη μέθοδο Van Soest et al., (1991). Οι αναλύσεις των NDF, ADF, πραγματοποιήθηκαν με τον αναλυτή ινωδών ουσιών ANKOM 220 (Ankom Technology, NY, USA) χωρίς την προσθήκη αμυλάσης. Η περιεκτικότητα σε λιγνίνη (Acid Detergent Lignin, ADL), προσδιορίστηκε με τη μέθοδο του H 2 SO 4 Van Soest et al. (1991). Οι ολικές αζωτούχες ουσίες, το NDF, τo ADF και η λιγνίνη εκφράσθηκαν σε g/kg επί του ξηρού βάρους της βοσκήσιμης ύλης. Για τη στατιστική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο Gen stat (version 11.0 Windows). Η διερεύνηση των διαφορών για κάθε παράμετρο της χημικής σύστασης στις δυο περιοχές έγινε με την ανάλυση της διακύμανσης (Steel and Torrie, 1980). Για την εκτίμηση των διαφορών μεταξύ των μέσων όρων χρησιμοποιήθηκε το κριτήριο της ελάχιστης σημαντικής διαφοράς (Steel and Torrie, 1980). Οι διαφορές μεταξύ των μέσων όρων θεωρήθηκαν στατιστικώς σημαντικές για το επίπεδο σημαντικότητας α=0,05. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΙΒΑΔΟΠΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ 254

Αποτελέσματα και συζήτηση Τα βαλανίδια από την Κέα είχαν στατιστικώς σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε ολικές αζωτούχες ουσίες συγκριτικά με τα βαλανίδια από το Ξηρόμερο (Πίνακας 1). Πιθανόν αυτή η διαφοροποίηση να οφείλεται στις διαφορετικές κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στις περιοχές συλλογής, στην εποχή συλλογής ή/και σε γενετικές διαφορές μεταξύ των υπό μελέτη πληθυσμών. Σύμφωνα με τους Saffarzadeh et al. (1999) σε μελέτη για το είδος Quercus brantii διαπιστώθηκε ότι οι ολικές αζωτούχες ουσίες ήταν υψηλότερες στα βαλανίδια από θερμότερα περιβάλλοντα συγκριτικά με τα πιο ψυχρά. Το αποτέλεσμα αυτό είναι παρόμοιο με τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας, καθώς στην Κέα επικρατούν υψηλότερες θερμοκρασίες από ότι στο Ξηρόμερο. Είναι τεκμηριωμένο εξάλλου ότι η χημική σύσταση εξαρτάται από τη γεωγραφική προέλευση (Gea-Izquierdo et al., 2006), το στάδιο ωρίμανσης των καρπών και τις κλιματικές συνθήκες, ιδιαίτερα αυτές που σχετίζονται με την υδατική καταπόνηση (Ferraz de Oliveira 2012). Γενικότερα, η περιεκτικότητα των βαλανιδιών σε ολικές αζωτούχες ουσίες και στις δυο περιοχές (Πίνακας 1) ήταν σχετικά χαμηλή. Σε παρόμοιες εργασίες που μελετήθηκαν άλλα είδη του γένους Quercus βρέθηκε επίσης πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε ολικές αζωτούχες ουσίες στους καρπούς (Kayo and Kamalak 2012). Τα βαλανίδια δεν καλύπτουν τις απαιτήσεις των μικρών μηρυκαστικών σε ολικές αζωτούχες ουσίες ούτε για συντήρηση αφού σύμφωνα με το NRC (1981), και τους El- Shatnawi and Mohawesh (2000) αυτές ανέρχονται περίπου σε 7 9 % του ξηρού βάρους της τροφής. Όσον αφορά την περιεκτικότητα σε NDF, ADF, ADL δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των βαλανιδιών των δυο περιοχών. Οι Mouzahed et al. (2007) στα βαλανίδια του Quercus coccifera βρήκαν παρόμοιες περιεκτικότητες σε NDF, ADF, και ADL με 362, 143, και 50 g/kg ΞΟ αντίστοιχα. Ο συνδυασμός της χαμηλής περιεκτικότητας σε δομικούς υδατάνθρακες καθώς και της υψηλή περιεκτικότητας σε άμυλο σύμφωνα με τη βιβλιογραφία (Kayo and Kamalak 2012) υποδεικνύει ότι είναι μια υψηλής ενεργειακής περιεκτικότητας συμπληρωματική τροφή για την περίοδο του φθινόπωρου και του χειμώνα. Πίνακας 1. Χημική σύσταση σε ολικές αζωτούχες ουσίες (g/kg ΞΟ), και NDF, ADF, ADL (g/kg ΞΟ) βαλανιδιών του είδους Quercus ithaburensis, subsp. macrolepis (Kotschy) Hedge & Yaltirik ΞΗΡΟΜΕΡΟ ΚΕΑ CP 47 β 53 α * NDF 333 α 336 α ADF 118 α 120 α ADL 41 α 41 α * Μέσοι όροι που ακολουθούνται από διαφορετικό γράμμα στην ίδια σειρά διαφέρουν σημαντικά (Ρ<0,05) Συμπεράσματα Η χημική σύσταση των βαλανιδιών των δυο περιοχών που μελετήθηκαν δεν παρουσίασε σημαντικές διαφορές παρά μόνο ως προς την περιεκτικότητα σε ολικές αζωτούχες ουσίες Αυτή οφείλεται πιθανότατα στις διαφορετικές κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στις δυο περιοχές συλλογής. Τα βαλανίδια φαίνεται ότι είναι μια καλή συμπληρωματική τροφή για την κρίσιμη περίοδο φθινοπώρου- χειμώνα. Αναγνώριση βοήθειας Η παρούσα έρευνα πραγματοποιείται στα πλαίσια του Ερευνητικού Προγράμματος ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ - ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ ΙΙΙ: «ΣΥΜΒΟΛΗ ΔΑΣΟΛΙΒΑΔΙΚΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΒΑΛΑΝΙΔΙΑΣ ΤΗΣ Δ. ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ», που χρηματοδοτείται κατά 75% από την Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά 25 % από το ΥΠ.Π.Θ.Π., με ΟΠΣ 380360. 255

Βιβλιογραφία AOAC. 1990. Official Methods of Analysis. Washington DC, USA: 15th edn. AOAC, p. 746. Christensen, K.I. 1997. Quercus In: Strid A. Tan. K. eds Frora Hellenica. Koenigstein: Koeltz Scientific Books 42-50. Δαβή, Ε. 1972. Γεωλογική κατασκευή της νήσου Κέας, Δελτίον της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας; Τόμ. 9, Αρ. 2 (1972); 252-265. Debussche, M., G. Debussche and J. Lepart. 2001. Changes in the vegetation of Quercus pubescens woodland after cessation of coppicing and grazing. Journal of Vegetation Science, 12: 81-92. El-Shatnawi, MK, YM Mohawesh. 2000. Seasonal chemical composition of saltbush in semiarid grassland of Jordan. Journal of Range Management, 53, 211-214. ΕΜΥ 1999, Κλιματικά στοιχεία των σταθμών της ΕΜΥ (Περίοδος 1955-97). Έκδοση ΕΜΥ. Ferraz de Oliveira, M.I., M., Machado, and M. Cancela d Abreu. 2012. Acorn chemical compos ition depending on shedding date and Quercus species Options Méditerranéennes: 101: 229-234. Gasmi-Boubaker A, H., Abdouli, H., Khelil, R., Mouhbi and L., Tayachi. 2007. Nutritional value of cork oak acorn (Quercus suber L.) as an energy source for growing goats. Asian Journal of Animal and Veterinary Advances, 2: 32-37. Gea-Izquierdo, G., I., Cañellas and G., Montero. 2006. Acorn production in Spanish holm oak woodlands, In Investigación agraria: Sistemas y recursos forestales. 15: 339-354. Kayouli, C. and A., Buldgen. 2001. Elevage durable dans les petites exploitations du Nordouest de la Tunisie. Faculté Universitaire des Sciences Agronomiques DE Gembloux, Belgium.198 pp. Kaya, E., and A. Kamalak. 2012. Potential Nutritive Value and Condensed Tannin Contents of Acorns from Different Oak Species. Kafkas Univ Vet Fak Derg 18: 1061-1066. Moujahed N., C., Ben Mustapha and C. Kayouli. 2007. Effect of barley replacement by acorns (Quercus coccifera L.) as energy supplement on in vitro fermentation. Options Méditerranéennes 74: 183-187. Ντάφης, Σπ. 1973. Ταξινόμησις της δασικής βλαστήσεως της Ελλάδος. Τμήμα Δασολογίας & ΦΠ. ΑΠΘ. Θεσ/νίκη. N.R.C. 1981. Nutrient requirements of domestic animals, No 15. Nutrient requirements of goats. Nat. Acad. Sci., Wahsington, D.C. Παντέρα, Α. 2002. Σημερινή κατάσταση των δασών της βαλανιδιάς στην Ελλάδα, Επιμέλεια Έκδοσης: Α. Παντέρα, Α. Παπαδόπουλος, Θ. Βελτσίστας. Πρακτικά ημερίδας: «Δάση βαλανιδιάς: παρελθόν, παρόν και μέλλον». Διοργάνωση ΤΕΙ Μεσολογίου, ΤΕΙ Λαμίας. σελ.20-31. Παπαναστάσης, Β. 2002. Λιβαδική Αξία των Δασών της Βαλανιδιάς. Επιμέλεια Έκδοσης: Α. Παντέρα, Α. Παπαδόπουλος, Θ. Βελτσίστας. Πρακτικά ημερίδας: «Δάση βαλανιδιάς: παρελθόν, παρόν και μέλλον». Διοργάνωση ΤΕΙ Μεσολογίου, ΤΕΙ Λαμίας. σελ. 39-44. Saffarzadeh, A., L., Vincze and J., Csapo. 1999. Determination ofthe chemical composition of acorn (Quercus brantii), Pistacia atlantica, Pistacia khinjuk seeds as non-conventional feedstuffs. Acta Agraria Kaposvariensis 3: 59 69. Steel, R.G.D. and J.H., Torrie. 1980. Principles and Procedures of Statistics. New York, USA: McGraw-Hill, 2nd edn, 481 pp. Van Soest, P.J., J.B., Robertson and B.A. Lewis. 1991. Methods for dietary fiber, neutral detergent fiber, and non starch polysaccharides in relation to animal nutrition. Journal of Dairy Science 74: 3583 3597. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΙΒΑΔΟΠΟΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ 256

Chemical composition of Quercus ithaburensis subsp. macrolepis (Kotschy) Hedge & Yaltirik acorns from different regions Z.M. Parissi 1, A.P. Kyriazopoulos 2 and A. Pantera 3 1 Laboratory of rangeland science (236), Department of Forestry and Natural Environment, Aristotle University of Thessaloniki, 54124, Thessaloniki, Greece 2 Department of Forestry and Management of the Environment and Natural Resources, Democritus University of Thrace, 193 Pantazidou str., 68200, Orestiada, Greece 3 Department of Forestry and Management of the Natural Environment, Technological Educational Institute of Lamia, 361 00 Karpenisi, Greece Abstract Valonia oak woodlands can be considered as agroforestry systems as they produce wood products, nuts and forage simultaneously. The objective of this study was the evaluation of the chemical composition of valonia oak acorns originated from two different regions. The acorns were collected from an islanding region (Isle of Kea) and from the continental Greece (Xiromero, Aitoloacarnania). The crude protein, the NDF, ADF and ADL contents were estimated in each acorn. According to the results, no significant differences were recorded between the two populations regarding the NDF, ADF and ADL contents. On the contrary, CP content of acorns from Kea was significantly higher than this of acorns from Xiromero. Crude protein contend of acorns is insufficient to meet maintenance demand of ruminants but could be considered as a supplementary feed for the winter period. Key words: Agroforestry system, nutritive value, valonia oak. 257