Ο άνθρωπος μπροστά στο μυστήριο του θανάτου

Σχετικά έγγραφα
τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ. Απόσπασμα από το βιβλίο Ενδυναμώνοντας την Ψυχή Μέσω του Διαλογισμού από τον Ρατζίντερ Σινγκ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Νίκος Σιδέρης. Μιλώ για την κρίση με το παιδί. Εμπιστευτική επιστολή σε μεγάλους που σκέφτονται ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΤΙΤΥΠΑ

Η Ορθοδοξία ως βίωμα προσωπικής συναντήσεως με τον Χριστό

Η ΕΝΔΥΝΑΜΩΜΕΝΗ ΨΥΧΗ. του Ρατζίντερ Σινγκ Απόσπασμα από το βιβλίο: «Διαλογισμός για την Ενδυνάμωση της Ψυχής σας»

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Οι Τρεις Άγιοι του Πόνου και της Ελπίδας

Περί της μπαρούφας «Ο φοιτητής Αϊνστάιν κατατροπώνει τον άθεο καθηγητή»

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΒΒΑΔΙΑ Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

2 ο Σεμινάριο ΕΓΚΥΡΗ ΠΡΑΞΗ & ΣΥΝΟΧΗ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Δίκτυο σχολείων για τη μη-βία

παρακαλώ! ... ένα βιβλίο με μήνυμα

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Μαρτυρίες για τη προσωπικότητα του Γέροντα Αιμιλιανού

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Χρήστος Τερζίδης: Δεν υπάρχει το συναίσθημα της αυτοθυσίας αν μιλάμε για πραγματικά όνειρα

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (318E-320C)

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

ΑΝΔΡΟΓΥΝΟ: Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο Άνθρωπος Δημιουργός στην Αθήνα. «ΠΟΛΙΣ». Ο χώρος των ανθρώπων-δημιουργών στην Αρχαία Αθήνα ζωντανεύει στην σύγχρονη Ελλάδα.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

Φανερωμένη Η εορτή της Παναγίας Φανερωμένης μας συγκεντρώνει και μας φέρνει σήμερα εδώ. Σήμερα εορτάζει η Παναγία, η μητέρα μας, η Ελπίδα

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου Το κορίτσι με τα πορτοκάλια Του Γιοστέιν Γκάαρντερ Λογοτεχνικό ανάγνωσμα Χριστουγέννων

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

Οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι είναι μια φιλοσοφική, θρησκευτική και πολιτική σχολή που ιδρύθηκε τον 6ο αιώνα π.χ από τον Πυθαγόρα τον Σάμιο στον Κρότωνα

Χάρτινη αγκαλιά. Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου, Β Γυμνασίου

Τζιορντάνο Μπρούνο

Ορθόδοξο Ορφανοτροφείο στην Ινδία. Ανακτήθηκε από (8/9/2016). * * *

Η Ισμήνη Μπάρακλη, απαντά στο «κουτσομπολιό» της αυλής!!!

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 3: Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

Πανήγυρη Αγίου Γεωργίου 2016

γραπτα, έγιναν μια ύπαρξη ζωντανή γεμάτη κίνηση και αρμονία.

2 Μαρτίου Η Δύναμη της Αγάπης. Θρησκεία / Θρησκευτική ζωή. Μίνα Μπουλέκου, Συγγραφέας-Ποιήτρια

Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

Κατωτέρου Κατηχητικού Ιεραποστολικού Έτους Συνάντηση 1: Σαββατοκύριακο 13 και : Η αποστολή των δώδεκα μαθητών

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΊΣΤΗΣ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Έχει μια καρδιά πλήρους πίστης

Σιωπάς για να ακούγεσαι

Ο Φίλιππος και ο Ναθαναήλ

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 1: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

< > Ο ΚΕΝΟΣ ΧΩΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΕΞΗΓΗΣΗ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΝΕΥΜΑ

Μέτρο για όλα ο άνθρωπος; (Μέρος 2o)

Πατήρ Αβραάμ Μάθημα - Τρία Η ζωή του Αβραάμ: Σύγχρονη εφαρμογή. Οδηγός μελέτης

Επιμέλεια: Μαρία Στεφανίδη Σχεδιασμός εξωφύλλου: Νάσος Βάγιας Εκτύπωση: Βιβλιοτεχνία Σελιδοποίηση: Κωνσταντίνος Στίνης

Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)

Ο Τριαδικός Θεός: οι γιορτές της Πεντηκοστής και του Αγίου Πνεύματος. Διδ. Εν. 14

Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος (Κυριακή της Πεντηκοστής)

1. Η «Λειτουργία των πιστών» αφορά μόνο τους βαπτισμένους χριστιανούς. 4. Στη Θεία Λειτουργία οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό να έχουν ειρηνικό θάνατο.

Σήμερα κινδυνεύουμε είτε να μας απορροφήσουν τα δεινά του βίου και να μας εξαφανίσουν κάθε

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

Ομιλία στην Σχολική Εορτή των Τριών Ιεραρχών Γυμνάσιο Ξυλοφάγου

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική

Η Ανάληψη. Σήμερα θα μιλήσουμε για τον Θεό, την Ανώτερη Εξουσία.

Αισθητική φιλοσοφία της τέχνης και του ωραίου

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα Περιόδου Χριστουγέννων

Η θεολογική διδασκαλία της προς Εβραίους. Οι βασικές θέσεις και οι ιδιαιτερότητες της επιστολής σε σχέση με τα υπόλοιπα βιβλία της Κ.Δ.

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

Αρχάγγελος Ζακχιήλ. Ανάγκη για Κάθαρση. Προετοιμασία για Εκλογές 17/06/12.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΚΦΡΑΣΗ

ΤΟ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΑΣ

Αγαπητοί φίλοι και φίλες, νέοι και νέες καλησπέρα σας,

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

Γιατί ο Ιησούς Χριστός ήταν και είναι «σημείον αντιλεγόμενον» Διδ. Εν. 6

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα. με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΤΟΥ JOSTEIN GAARDER

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

Ένας άθεος καθηγητής της φιλοσοφίας συζητά με έναν φοιτητή του, για την σχέση μεταξύ επιστήμης και πίστης στον Θεό.

Τ Ε Χ Ν Η ΟΡΙΣΜΟΣ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Transcript:

Ο άνθρωπος μπροστά στο μυστήριο του θανάτου Κώστας Ε. Μπέης, Ομότιμος Καθηγητής Νομικής Σχολής Αθηνών 1. Η Οδύσσεια, ως η αρχαιότερη ελληνική πηγή γνώσης Στην Οδύσσεια ο Όμηρος εμφανίζει τον Οδυσσέα να κατεβαίνει στον Άδη, όπου, πρώτη, συναντά την ψυχή της μητέρας του, από την οποία ακούει πως: «αυτήή είίναι των θνητών η μοίίρα, σαν πεθάάνουν. Δεν συγκρατούύν τα νεύύρα τους κόόκαλα πια και σάάρκες, παράά τα παίίρν η δύύναμη της φλόόγας και τα λιώνει, όόταν αφήήσει πια η ζωήή τα κόόκαλάά τους τ άάσπρα. Και σάάμπως όόνειρο η ψυχήή γυρίίζει, όόταν πετάάξει» 1. Τα ίδια του λέει και η ψυχή του Αχιλλέα, δηλαδή ότι: Ο Κώστας Ε. Μπέέης είναι ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών, διδάκτωρ της Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών και επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Η Ακαδημία Αθηνών βράβευσε προσφάτως το συγγραφικό έργο του που είναι αφιερωμένο στην προσέγγιση της θρησκευτικής πίστης με τις σύγχρονες επιστημονικές κατακτήσεις και τον φιλοσοφικό προβληματισμό. Ένα μέρος του συγγραφικού έργου του φιλοξενείται στην ιστοσελίδα www.kostasbeys.gr 1 Όμηρος, Οδύσσεια, Λ 216-222. 144

«στον Άδη, γυρίίζουν οι πεθαμέένοι αναίίσθητοι, θνητών νεκρών εικόόνες» 2. Οπωσδήποτε, σ αυτήν την άθλια κατάσταση, οι ψυχές των πεθαμένων περίμεναν στη σειρά να δικαστούν από τον Μίνωα, αναφορικά με τις πράξεις και τις παραλείψεις τους πάνω στη γη, όσο ζούσαν. Έτσι ο Όμηρος εμφανίζει τον Οδυσσέα να διηγείται: «τον Μίίνω τόότε γνώρισα, γιο ξακουστόό του Δίία, σκήήπτρο στο χέέρι να κρατάά και τους νεκρούύς να κρίίνει, κι εκείίνοι, γύύρω στον κριτήή, το δίίκιο τους ζητούύσαν, άάλλοι όόρθιοι, και άάλλοι καθιστοίί, μέέσ στον πλατύύπυλο Άδη» 3. 2. Η επιβίωση της ομηρικής εκδοχής και στην ποίηση του Ευριπίδη Αυτήν την παγερή αντίληψη για τους νεκρούς στον Άδη συναντάμε και στην πολύ μεταγενέστερη και οπωσδήποτε φιλοσοφημένη ποίηση του Ευριπίδη. Στην τραγωδία του «Άλκυστις», ο μύθος έχει ως αφετηρία την απρόβλεπτη μήνη των θεών, που παγερά αποδέχονταν τα πάθη, τον πόνο και τον θάνατο των ανθρώπων, καθώς η α- θανασία ήταν δικό τους αποκλειστικό προνόμιο, δηλωτικό του ασυμφιλίωτου διαχωρισμού των θεών από τους κοινούς θνητούς (τους ανθρώπους). Στην «Ανδρομάάχη», ο χορός την συμβουλεύει: 2 Ό.π. 475-476. 3 Ό.π. 568-571. 145

Πάάψε να θλίίβεσαι τους πεθαμέένους θάάνατος περιμέένει τους ανθρώπους των θεών η απόόφαση ναι τέέτοια. 4 Στην «Ιφιγέένεια εν Αυλίίδι» η ηρωίδα διατείνεται πως «Γλυκιάά είίναι η ζωήή. Ο θάάνατος, σκέέτη ανυπαρξίία. Μόόνο κάάποιος τρελόός εύύχεται να πεθάάνει. Καλύύτερ η πικρήή ζωήή απ τον ωραίίο θάάνατο» 5 Στα αποσπάσματα που έχουμε από την χαμένη τραγωδία του «Πολύύιδος» ο Ευριπίδης προικοδότησε τους προβληματισμούς μας για τον θάνατο με την απορία: «Ποιος τάάχα να το ξέέρει, μήήπως ζωήή είίναι αυτόό που λέέμε θάάνατος και το να ζεις είίναι σαν να σαι πεθαμέένος;» 6. Στίχοι που, πολλούς αιώνες αργότερα, παρακίνησαν τον ποιητή Γεώργιο Δροσίνη στη δική του σύγχρονη έμμετρη απόδοση αυτών των στίχων του Ευριπίδη με τα ακόλουθα λόγια: 4 [στ. 1270-1272]. 5 [στ. 1211-1218 και 1246-1252]. 6 [Διογ. Λαέρτ. 9.73] Μήήπως όό,τι θαρρούύμε βασίίλεμα, γλυκοχάάραμ αυγήής είίναι πέέρα, και αντίί να ρθη μια νύύχτ αξημέέρωτη 146

ξημερώνει μι αβράάδιαστη μέέρα; Μήήπως είίν η αλήήθεια στο θάάνατο κι η ζωήή μήήπως κρύύβη την πλάάνη; Ό,τι λέέμε πως ζήή μήήπως πέέθανε κι είίν αθάάνατο όό,τι έέχει πεθάάνη; Αυτήν την απορία επαναλαμβάνει ο Ευριπίδης και στην επίσης χαμένη τραγωδία του «Φρίίξος», αλλά με την ακόλουθη αξιοπρόσεχτη προσθήκη: «Οπωσδήήποτε όόμως όόσοι έέχουμε ανοιχτάά τα μάάτια μας είίμαστε εκτεθειμέένοι σε αρρώστιες, ενώ όόσοι με το θάάνατο θεωρούύνται πως χάάθηκαν ούύτε αρρωσταίίνουν μήήτε πλήήττονται απόό δεινάά» 7. Όλοι αυτοί οι αντιφατικοί στίχοι του Ευριπίδη προσανατολίζουν προς την παραδοχή ότι πάλευε να εξιχνιάσει το μυστήριο του θανάτου, άλλοτε εύελπις και άλλοτε α- πελπισμένος, όπως λ.χ. στα αποσπάσματα που έχουμε από την επίσης χαμένη τραγωδία του «Πρωτεσίίλαος», όπου βαρύθυμα αποφαίνεται ότι: «Πολλέές ελπίίδες και λόόγια ψεύύτικα εξαπατούύν τους θνητούύς» 8. Κι ακόμη ότι: «Για όόλους τους ανθρώπους παραμέένει κοινήή μοίίρα ο θάάνατος. Κι έέχοντας αυτήήν την προσμονήή κοινήή, απόό κοινούύ περιμέένουμε 7 [Στοβ. 4.52.38]. 8 [Στοβ. 4.47.5]. 147

στη σειράά μας. Είίναι έένα χρέέος που υπερισχύύει απόό κάάθε τι άάλλο, που δεν έέχει τον χαρακτήήρα χρέέους» 9. Παρά ταύτα ο Ευριπίδης δεν ξεπέφτει σε μηδενισμό, καθώς αποφαίνεται ότι: «Ακόόμη κι όόταν πεθαίίνουμε, η αρετήή δεν χάάνεται, συνεχίίζει να ζήή ασώματη. Ενώ, αντίίθετα, των κακών όόλα, όόντας μάάταια, χάάνονται μέέσα στο χώμα» 10. Περαιτέρω, στα αποσπάσματα, που έχουμε από την επίσης χαμένη τραγωδία του «Υψιπύύλη», βαρύθυμα παραδέχεται ότι: «Κανέένας θνητόός δεν γεννήήθηκε ελεύύθερος απόό τον πόόνο. Θάάβει τα παιδιάά του κι αποκτάάει νέέα, ενώ κι ο ίίδιος τελικώς πεθαίίνει. Και πονούύν και υποφέέρουν οι θνητοίί, καθώς θάάβουν χώμα μέέσα στο χώμα» 11. Όμως δεν απελπίζεται, καθώς διακηρύσσει ότι: 9 [Στοβ. 4.56.29]. 10 [Στοβ. 3.1.4]. «Τίίποτε δεν υπάάρχει που να είίναι ανεπίίδεκτο ελπίίδας» 12. 11 [Πλούτ. Ηθικά, Περί πολυφιλίας, απόσπ. 60i +87].. 148

Σε κάποιους από τους σκόρπιους στίχους που διασώθηκαν από την τραγωδία του «Φοίίνιξ» διακηρύύσσει: «Τέέτοιο παράάφορο έέρωτα έέχουν οι άάνθρωποι για τη ζωήή. Και ευλόόγως, αφούύ για τη ζωήή έέχουμε γνώση, ενώ για τον θάάνατο, καθώς δεν έέχουμε καμίία εμπειρίία, καθέένας φοβάάται να ξεφύύγει απόό το φως του ήήλιου» 13. Σε άλλους στίχους άγνωστης χαμένης τραγωδίας του γράφει: «Ποίίος τάάχα με επίίγνωση των όόσων βλέέπει δεν είίναι σε θέέση να κατανοήήσει τον θεόό, και δεν πέέταξε πέέρα τις μπερδεμέένες απάάτες των αστρολόόγων που, δίίχως να χουν κάάποια στοιχειώδη γνώση ήή σωστήή ενόόραση, τολμούύν και εκφέέρουν γνώμες για τα αφανήή;» 14. Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται επίσης και οι σκόρπιοι στίχοι άγνωστης χαμένης τραγωδίας του, που βγάζουν τον καημό του: 12 [Στοβ. 4.46.16]. 13 [Στοβ. 4.53.10]. 14 [Σάτυρος, Βι. Ευρ. Πάπ. Οξύρ. 9 απ. 38]. 149

«Αχ! Άφρονες σκέέψεις των θνητών ανθρώπων, παράάλογα και μάάταια ισχυρίίζεστε πως τάάχα δεν υπάάρχουν θεοίί, και όότι όόλα τυχαίίως τάάχα εξελίίσσονται» 15. Σε άλλο άγνωστης προέλευσης απόσπασμα, ο Ευριπίδης οικτίρει τους θνητούς: «Αχ, άάφρονες θνητοίί άάνθρωποι, που ι- σχυρίίζεστε πως δεν υπάάρχουν θεοίί κι όόλα απόό την τυχαιόότητα εξαρτώνται! Αν όόντως επικρατείί η τυχαιόότητα, τόότε όόντως δεν υπάάρχουν οι θεοίί. Όμως, αν οι θεοίί είίναι που εξουσιάάζουν, τόότε η τυχαιόότητα είίν έένα τίίποτα». 3. Από την ποιητική και τη στοχαστική ενατένιση στη φιλοσοφική προσέγγιση του θανάτου 3.1. Το πρόβλημα της ουσίας του θανάτου προσέγγισε σε φιλοσοφικό επίπεδο πρώτος ο Θαλής, καθώς «έλεγε ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στον θάνατο και στη ζωή. Τότε και συ, τον ρώτησε κάποιος, γιατί δεν πεθαίνεις ; Διότι, απάντησε, δεν υπάρχει διαφορά». Συναφώς είχε αποφανθεί ότι το αρχαιότερο από όλα τα όντα είναι ο θεός [στον ενικό, ο θεός, και όχι στον πληθυντικό, οι θεοί], κάτι που εξηγούσε με την επίκληση του 15 ὦ θνητὰ παραφρονήματ ἀνθρώπων, μάτην οἵ φασιν εἶναι τὴν τύχην ἀλλ οὐ θεούς. 150

ότι ο θεός «είναι αγέννητος». Προσδιόριζε δε τον κόσμο ως το ωραιότερο πράγμα. Και τούτο, γιατί ο κόσμος «είναι έργο του θεού» 16. 3.2. Κατά τον Ηράκλειτο, «αν κάποιος δεν τρέφει ελπίδα, τότε δεν θα μπορέσει να βρει το ανέλπιστο, καθώς αυτός ο χώρος είναι ανεξερεύνητος και χωρίς πρόσβαση» 17, έτσι που «τους ανθρώπους, μετά θάνατον, τους περιμένουν όσα ούτε ελπίζουν μήτε φαντάζονται» 18. [Ο Ηράκλειτος] «κάνει επίσης λόγο και για ανάσταση αυτού του γήινου σώματος, με το οποίο γεννηθήκαμε επιπλέον ότι ο θεός είναι αίτιος αυτής της ανάστασης, λέγοντας συγκεκριμένα τα εξής: μπροστά σ αυτόν, που υπάρχει εκεί, ανασταίνονται και γίνονται άγρυπνοι φύλακες των ζωντανών και των νεκρών. Επίσης λέει ότι θα γίνει κρίση του κόσμου και όλων όσα υπάρχουν μέσα σ αυτόν, με το πυρ (θα κριθούν)» 19. Όμως, με την περαιτέρω διευκρίνιση, ότι «τα περισσότερα πράγματα, κατά τον Ηράκλειτο, μας διαφεύγουν ε- ξαιτίας της δυσπιστίας μας, και τελικά δεν τα γνωρίζουμε» 20. Στο φως αυτής της παραδοχής ο Ηράκλειτος δίδασκε ακόμη, ότι «για τον θεό όλα είναι ωραία, καλά και δίκαια οι άνθρωποι όμως άλλα θεωρούν άδικα και άλλα δίκαια» 21, 16 Diels Kranz, Οι Προσωκρατικοί. Οι μαρτυρίες και τα αποσπάσματα (απόδοση στα νέα ελληνικά Βασ. Κύρκος) τομ. Α σελ. 171 αριθ. 35. 17 Diels Kranz, Ό.π. σελ. 343, απόσπ. 18 [που έχει ληφθεί από τους Στρωματείς]. 18 Ό.π. σελ. 344, απόσπ. 27 [που έχει ληφθεί επίσης από τους Στρωματείς]. 19 Ό.π. σελ. 351, απόσπ. 63 [που έχει ληφθεί από τον Ιππόλυτο]. 20 Ό.π. σελ. 357, απόσπ. 86 [που έχει ληφθεί από τον Πλούταρχο]. 21 Ό.π. σελ. 360, απόσπ. 102 [που έχει ληφθεί από τον Πορφύριο]. 151

καθώς τους διαφεύγει ότι «στον κύκλο η αρχή και το τέλος της περιφέρειας είναι κοινά» 22, 3.3. Ο Σωκράτης, όπως τη φιλοσοφία του μας παρέδωσε ο Πλάτων, με τις έκτοτε αμφισβητήσεις, αν όντως πρόκειται για τη διδασκαλία του Σωκράτη ή την αυτόνομη φιλοσοφία του Πλάτωνα, κάτι που εξέρχεται από το αντικείμενο της αποψινής εισήγησης, ήταν διαποτισμένος από τη μεταφυσική πίστη ότι η ενάρετη ανθρώπινη συμπεριφορά ενέχει την πραγμάτωση ιδανικών αξιών που, σ' έναν άλλον υπερβατικό κόσμο, είχε γνωρίσει η ψυχή κι έκτοτε ενθυμείται. Η ψυχή, κατά τον Σωκράτη, ποθεί να επιστρέψει στον ιδανικό εκείνον κόσμο. Συνακόλουθα, οφείλει να προετοιμαστεί γι' αυτό το ταξίδι, έτσι που η φιλοσοφία στην ηθική της διάσταση να μην είναι τίποτ' άλλο παρά η στοχαστική σπουδή του θανάτου. 23 Στην πλατωνική Απολογίία του ο Σωκράτης εμφανίζεται συγκρατημένος. Παραδέχεται ότι δεν γνωρίζει αρκετά για όσα συμβαίνουν στον Άδη. 24 Μολοντούτο αυτή η έλλειψη σίγουρης γνώσης για την ουσία του θανάτου, δεν τον εξωθεί στον φόβο ενώπιον της επικείμενης εκτέλεσής του: «γιατίί το να φοβάάται κάάποιος τον θάάνατο είίναι σαν να νομίίζει πως ο ίίδιος είίναι σοφόός, ενώ δεν είίναι». 25 Και τούτο, γιατί έέτσι θα εμφανιζόόταν σαν να ξέέρει εκείίνα που αγνοείί, 26 αφού κανείίς δεν έέχει γνώση της ουσίίας του θανάάτου, ούύτ' αν συμβαίίνει να 'ναι για τον άάνθρωπο το πιο σπουδαίίο αγαθόό. Μο- 22 Ό.π. απόσπ. 103 [που έχει ληφθεί επίσης από τον Πορφύριο]. 23 Πλάτων, Φαίδων, 80 e: το ουδέν άλλο εστίν η ορθώς φιλοσοφούσα και τω όντι τεθνάναι μελετώσα ραδίως. 24 Πλάτων, Απολογία, 29 b: ότι ούκ ειδώς ικανώς περί των εν Άιδου ούτω και οίομαι ουκ ειδέναι. 25 Πλάτων, Απολογία, 29 a: το γάρ τοι θάνατον δεδιέναι, ω άνδρες Αθηναίοι, ουδέν άλλο εστίν ή δοκείν σοφόν είναι μη όντα. 26 Πλάάτων, Απολογία, 29 a: δοκείίν γαρ ειδέέναι εστίίν άά ουκ οίίδεν = νομίζει πως ξέρει εκείνα, για τα οποία έχει άγνοια. 152

λοντούύτο, ο πολύύς και αμαθήής κόόσμος φοβάάται [το θάνατο], σαν να 'χαν τάάχα πλήήρη γνώση του όότι είίναι πολύύ μεγάάλο κακόό. 27 Αυτήν την αβεβαιότητα είχε εκφράσει και σ' άλλες περιστάσεις, πριν από τη δική του θανατική καταδίκη, δηλαδή ότι «κάάνουμε φανταστικέές κατασκευέές, δίίχως να έέχουμε δει τον θεόό ήή να τον έέχουμε κατανοήήσει κατάά τρόόπο ικανοποιητικόό». 28 Μ' αυτήν την επιφύλαξη, διακήρυσσε την πίστη του στην αθανασία της ψυχής. Όμως, με την άμεση παραδοχή, πως «είν' αθάνατη η ψυχή, όχι στο πλαίσιο κάποιου αυστηρού λογικού διαλογισμού, αλλ' έτσι, καθώς κάνουμε φανταστικές κατασκευές, δίχως να έχουμε δει τον θεό ή να τον έχουμε κατανοήσει κατά τρόπο ικανοποιητικό. 29 Κι εγώ ο ίδιος τόνιζε μιλάω, δίχως να έχω γνώση, αλλά πιθανολογώντας. 30 Αλλά, παρά την ομολογία έλλειψης πλήρους γνώσης, τόνιζε ότι «πρέπει να προσβλέπουμε στον θάνατο δίχως φόβο». 31 Έτσι από το δικαστήριο της Ηλιαίας ο Σωκράτης έφυγε για το δεσμωτήριο με διαδηλωμένη την ευέλπιδα άγνοιά του, αναφορικά με την ουσία του θανάτου. 32 27 Πλάτων, Απολογία, 29 a: οίδε μεν γαρ ουδείς τον θάνατον ουδ' ει τυγχάνει τω ανθρώπω πάντων μέγιστον όν των αγαθών, δεδίασιν δ' ως εύ ειδότες, ότι μέγιστον των κακών εστι. 28 Πλάτων, Φαίδρος, 246 c: πλάττομεν ούτε ιδόντες ούτε ικανώς νοήσαντες θεόν. 29 Πλάτων, Φαίδρος, 24 c: αθάνατον δε ουδ' εξ ενός λόγου λελογισμένου, αλλά πλάττομεν ούτε ιδόντες ούτε ικανώς νοήσαντες θεόν. 30 Πλάτων, Μένων, 98 b: Και εγώ ως ουκ ειδώς λέγω, αλλά εικάζων. 31 Πλάτων, Απολογία, 41 c: αλλά και υμάς χρή ( ) ευέλπιδας είναι προς τον θάνατον. 32 Πρβλ. και την τελευταία αποστροφή της πλατωνικής Απολογιας του (42): αλλά γαρ ήδη ώρα απιέναι, εμοί μεν αποθανουμένω, υμίν δε βιωσομένοις οπότεροι δε ημών έρχονται επί άμεινον πράγμα, άδηλον παντί πλήν ή τω θεώ. 153

Μ' αυτά τα δεδομένα, μπορούσε να υποτεθεί, τουλάχιστον με την πρώτη ματιά, ότι για πρώτη φορά στη μόνωση της φυλακής, γιγαντώθηκε μέσα του η πεποίθηση πως η ψυχή είν' αθάνατη: - κατά πρώτον, με το επιχείρημα των εναντίων, ότι δηλαδή από τη ζωή κατ ανάγκη επακολουθεί ο θάνατος, έτσι που, στη συνέχεια, εξ ίσου αναγκαίως, και από τον θάνατο να επακολουθεί νέα ζωή, 33 - δεύτερον, με το επιχείρημα της ανάμνησης, δηλαδή ότι πάρα πολλά, για τα οποία έχουμε γνώση, δεν είναι τίποτ άλλο παρά ανάμνηση από ένα προηγούμενο διάβα μας από την επίγεια ζωή, 34 και τρίτον με το επιχείρημα του αδιάφθορου των προτύπων των ιδεών, 35 με την ειδικότερη έννοια ότι η μεν ψυχή ανήκει στον χώρο της ιδέας του «αθάνατου θείου», ενώ το σώμα ανήκει στο χώρο της ιδέας «της θνητότητας». Όμως, για τον Σωκράτη έτσι όπως μας τον παρουσιάζει ο Πλάτων η αθανασία της ψυχής ήταν αποδεδειγμένη ήδη πολύ πριν από τη δίκη και την καταδίκη του. Στην πλατωνική Πολιτείία ο Σωκράτης διηγείται για τη συζήτηση που είχε με τον Γλαύκωνα: «δεν γνωρίίζεις, τον ρώτησα, πως η ψυχήή μας είίν' αθάάνατη και ποτέέ δεν χάάνεται; Κι εκείίνος, με κοίίταξε απορημέένος και με ρώτησε: -Μα τον Δίία, εγώ δεν ξέέρω κάάτι τέέτοιο. Μπορείίς εσύύ ν' απόόδείίξεις τέέτοιον 33 Πλάτων, Φαίδων, 70 c επ.: είτ' άρα εν Άιδου εισίν αι ψυχαί τελευτησάντων των ανθρώπων ( ) πάλιν γίγνεσθαι εκ των αποθανόντων τους ζώντας ( ) ότι ουδαμόθεν άλλοθεν γίγνονται οι ζώντες ή εκ των τεθνεώτων. 34 Πλάάτων, Φαίδων, 72 e επ.: ότι ημίν η μάθησις ούκ άλλο τι ή ανάμνησις τυγχάνει ούσα, και κατα τούτον ανάγκη που ημάς εν προτέρω τινί χρόνω μεμαθηκέναι ά νύν αναμιμνησκόμεθα. Τούτο δε αδύνατον, ει μη ήν που ημίν η ψυχή πρίν εν τώδε τω ανθρωπίνω είδει γενέσθαι. Ώστε και ταύτη αθάνατόν τι έοικεν η ψυχή είναι». 35 Πλάτων, Φαίδων, 78 d επ.: ότι η μεν ψυχή τω θείω, το δε σώμα τω θνητώ». 154

ισχυρισμόό; -Αν δεν κάάνω λάάθος, του απάάντησα. Άλλωστε και συ θα μπορέέσεις. Δεν είίναι δα και τόόσο δύύσκολο». 36 Με διεξοδική ανάπτυξη των προαναφερόμενων επιχειρημάτων, σχεδόν λαχανιασμένος από διανοητικό καλπασμό, αναφώνησε ο Σωκράτης, μέσα στο δεσμωτήριο: «Συνεπώς η ψυχήή είίναι ανεπίίδεκτη θανάάτου; Είίν' αθάάνατη; - Ναι, είίν' αθάάνατη. - Μπράάβο! Συμφωνούύμε λοιπόόν πως αυτόό αποδείίχθηκε». 37 Όμως ο Σιμμίας αμφέβαλλε: «εν όψει της σπουδαιότητας των ζητημάτων, για τα οποία συζητούμε, συνεκτιμώντας παράλληλα και την ανθρώπινη αδυναμία [για την κατανόησή τους], είμαι υποχρεωμένος να εξακολουθώ να μην πείθομαι». 38 Οπότε ο Σωκράτης εξοργίστηκε: «τολμάς να έχεις την αξίωση να σου αποδείξει την αφθαρσία και την αθανασία της ψυχής ο φιλόσοφος που επίκειται να πεθάνει, ενώ αυτός με θάρρος βαδίζει στον θάνατο, με την πεποίθηση πως αυτό είναι το καλύτερο που κάνει τώρα, αντί του να εξακολουθούσε να ζει μια διαφορετική ζωή, κι έτσι να μετέθετε τον χρόνο του θανάτου του, αντλώντας από τέτοια καμώματα ανόητο και ηλίθιο θάρρος; Και τολμάς ν' αμφισβητείς τη θεία διάσταση της ψυχής και την προΰπαρξή της πολύ προτού να γεννηθούμε; Τί είναι αυτό που σε εμποδίζει να παραδεχτείς πως όόλ' αυτάά σηματοδοτούύν την αθανασίία της ψυχήής;» 39 Την πίστη του συνεπώς στην αθανασία της ψυχής ο Σωκράτης επιβεβαίωσε με το ήθος της άμεσης προσωπικής του πορείας προς τον θάνατο. Φαίνεται ότι, στο πλαίσιο αυτής της πίστης, η ψυχή, όχι μόνο δεν φθείρεται, όταν επέλθει ο θάνατος του σώμα- 36 Πλάάτων, Πολιτεία, 608 d. 37 Πλάάτων, Φαίδων, 105 e. 38 Πλάάτων, Φαίδων, 107 a - b. 39 Πλάάτων, Φαίδων, 95 b - c. 155

τος, αλλ' εξακολουθεί να βρίσκεται σ' αόρατη επικοινωνία με τον αισθητό μας κόσμο. 40 3.4. Η σωκρατική/πλατωνική αντίληψη για την αθανασία της ψυχής, επιβίωσε και στον χώρο της στωικής φιλοσοφίας, όπου ο Πλούταρχος ξεκάθαρα είχε διατυπώσει τη γνώμη ότι «ο θάάνατος δεν είίναι τίίποτε άάλλο παράά ο χωρισμόός της ψυχήής απόό το σώμα». 41 Αυτήν την αντίληψη συμμεριζόταν και ο ιδρυτής της στωικής φιλοσοφίας, ο Ζήνων, όμως με αποκλίσεις, που μάλλον ξενίζουν στη δική μας εποχή, καθώς εκείνος δίδασκε ότι η ψυχή του νεκρού, ναι μεν έχει χαρακτήρα πολυχρόνιου πνεύματος, όμως, σε αντίθεση προς το αθάνατο πνεύμα του θεού, το ανθρώπινο πνεύμα, που εγκατέλειψε το νεκρό σώμα, δεν είναι εσαεί αθάνατο, αλλά «εκδαπανάάται υπόό του πολλούύ χρόόνου εις το αφανέές». Σ αυτό το σημείο, ας μου επιτραπεί η επισήμανση δύο αξιοπρόσεχτων κοινών σημείων της διδασκαλίας του Ζήνωνα με ορισμένες, κατά τρείς αιώνες μεταγενέστερες, και συγκλονιστικά ιερές, παρακαταθήκες του Ιησού, που καταγράφονται στα ευαγγέλια. Είχε διδάξει δηλαδή ο Ζήνων, κατά λέξη: πρώτον, ότι δεν πρέπει να οικοδομούμε ναούς «μη δείν θεοίς οικοδομείν ιερά», κάτι που μας θυμίζει τον λόγο του Ιησού προς την Σαμαρείτιδα: «έρχεται ώρα, ότε ούτε εν τω όρει τούτω ούτε εν Ιεροσολύμοις προσκυνήσετε τω πατρί ( ) έρχεται ώρα, και νύν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσωσι τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία και γαρ ο πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυ- 40 Πλάάτων, Επιστολή Β', 311 c-d. Πρβλ. και Πλάάτωνα, Μενέξενος, 248 b-c. 41 Ioannes ab Arnim, Stoicorum veterum fragmenta, II σελ. 185 στίχος 45. 156

τόν». 42 Κάτι που, με άλλα λόγια, επανέλαβε και σ άλλη περίσταση, σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, με την προτροπή: «σύ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις το ταμείον σου, και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω πατρί σου, τω εν τω κρυπτώ και ο πατήρ σου, ο βλέπων εν τω κρυπτώ, αποδώσει σοι». 43 Και δεύτερον (δίδασκε ο Ζήνων), ότι πρέπει να επικοινωνούμε με τον θεό αποκλειστικά και μόνο μέσα στον νού μας («έχειν το θείίον εν μόόνω τω νώ, μάάλλον δε θεόόν ηγείίσθαι τον νούύν») κάτι που με άλλα λόγια είχε ευαγγελιστεί και ο Ιησούς, δηλαδή ότι η προσευχή άνετα μπορεί να γίνει ο- πουδήποτε, επειδή είναι «πνεύύμα ο θεόός, και τους προσκυνούύντας αυτόόν εν πνεύύματι και αληθείία δείί προσκυνείίν». 44 Κάτι που, σύμφωνα με το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, είχε διακηρύξει και σε άλλη περίσταση, με άλλα λόγια, δηλαδή ότι «η βασιλείία του θεούύ εντόός υμών εστιν». 45 4. Η χριστιανική πίστη στη ανάσταση των νεκρών 4.1. Το χρονικώς πρώτο κείμενο για την χριστιανική πίστη στην ανάσταση των νεκρών είναι η περικοπή της ε- πιστολής του Παύλου προς τους Θεσσαλονικείς Ά, Κεφ. 4, 13-17: «Οὐ θέέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοίί, περὶ τῶν κεκοιμημέένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίίδα. 14 εἰ γὰρ πιστεύύομεν ὅτι Ιησοῦς ἀπέέθανε καὶ ἀνέέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέέντας διὰ τοῦ Ιησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ. 15 τοῦτο γὰρ ὑμῖν λέέγομεν ἐν λόόγῳ Κυρίίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόόμενοι εἰς τὴν παρουσίίαν τοῦ Κυρίίου οὐ μὴ φθάάσωμεν τοὺς κοιμηθέέντας 16 ὅτι αὐτὸς ὁ Κύύριος ἐν κελεύύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέέλου καὶ ἐν σάάλπιγγι Θεοῦ καταβήήσεται ἀπ' οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ 42 Ιωαν. δ 21 και 23. 43 Ματθ. ς 6. 44 Ιωαν. δ 24. 45 Λουκ. ιζ 21. 157

ἀναστήήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόόμεθα ἐν νεφέέλαις εἰς ἀπάάντησιν τοῦ Κυρίίου εἰς ἀέέρα, καὶ οὕτω πάάντοτε σὺν Κυρίίῳ ἐσόόμεθα.» 4.2. Όμως τα χρόνια περνούσαν και αυτή η εξαγγελία του Παύλου δεν επαληθευόταν. Καθώς δε τόνιζε ο καθηγητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Α- θηνών Β. Στεφανίίδης, η διάψευση αυτής της εξαγγελίας είχε προκαλέσει αναταραχή και κλονισμό στις τάξεις των πιστών, κάτι που ξεπεράστηκε όταν άρχισαν οι διωγμοί, οι οποίοι συσπείρωσαν τους πιστούς και στερέωσαν την πίστη, οπωσδήποτε δε, τελικώς, με το Σύύμβολο της Πίίστεως, που θέσπισε η πρώτη οικουμενική σύνοδος της Νικαίας, η προσδοκία της ανάστασης των νεκρών μετατέθηκε αορίστως στον «μέέλλοντα αιώνα». 4.3. Ύστερα από είκοσι αιώνες, ασφαλώς υπάρχουν πολλά εκατομμύρια πιστών που μένουν σταθεροί στην πίστη της Ανάστασης. Όμως στη Δύση, ακόμη και η Ανάσταση του Ιησού έ- χει αρχίσει να αμφισβητείται. Σχετικώς, ο πιστός καθολικός καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Αϊδελβέργης Klaus Berger, με την προκαταβολική δήλωση ότι ο ίδιος παραμένει, όχι μόνο σταθερός, αλλ απερίφραστα παθιασμένος συνήγορος της Βίβλου, ειδικότερα δε της Καινής Διαθήκης, παραδέχεται ότι «συχνά στις πανεπιστημιακές αίθουσες διδασκαλίας οι καθηγητές της θεολογίας παταγωδώς χειροκροτούνται από το φοιτητικό ακροατήριο, όταν διακηρύσσουν απεριφράστως ότι δεν υπήρξε σωματική Ανάσταση του Ιησού, και ότι δεν αναμένεται να επανέλθει μετάά δόόξης κρίίναι ζώντας και νεκρούύς». 46 4.4. Οπωσδήποτε όμως όλες οι χριστιανικές Εκκλησίες παραμένουν πιστές στην παραδοχή της σωματικής ανά- 46 Berger, Wer war Jesus wirklich? 1995 σελ. 18. 158

στασης του Ιησού και στην προσδοκία της τελικής ανάστασης και κρίσης όλων των νεκρών. 5. Η κατανόηση του θανάτου από την υπαρξιακή φιλοσοφία Το πρόβλημα του θανάτου απασχόλησε σοβαρά και τους κύκλους της σύγχρονης υπαρξιακής φιλοσοφίας. Έχει δε ενδιαφέρον η σχετική τοποθέτηση ενός όχι τυχαίου, και πολύ περισσότερο όχι ξένου προς τη θρησκεία, υπαρξιακού φιλοσόφου, του Rudolf Bultmann, ο οποίος, κατά κοινή παραδοχή, υπήρξε η πιο σεβαστή φυσιογνωμία καθηγητή της θεολογίας κατά τον εικοστό αιώνα. Λοιπόν, ο Bultmann είχε παρατηρήσει ότι ο στοχαστής, που θα κατανοήσει και θα οικειωθεί την υπαρξιακήή φιλοσοφίία, απελευθερώνεται από την αγωνίία του θανάάτου. Και τούτο, γιατί τον αποδέχεται ως τη φυσική κορύφωση της δράσης και της εξέλιξής του μέσα στη ζωή, κυρίως όμως τον αποδέχεται ως το άριστο μέτρο της έγκαιρης αξιολόγησης των διάφορων σταθμών της διαβίωσής του, συνακόλουθα και ως οδό απελευθέρωσής του από ανώφελες αγωνίες, απογοητεύσεις και φιλόδοξες χίμαιρες. Σύμφωνα με τον Bultmann, καθώς στους αθλητικούς αγώνες δρόμου, δεν είναι το τέρμα που αξίζει να κυριαρχεί στον νου και στην προσπάθεια του δρομέα, αλλά η σωστήή διαδρομήή, που έέχει ως στόόχο την άάφιξη σ αυτόό το τέέρμα, έτσι και στο άθλημα της ζωής, δεν αξίζει να παραλύει η έλλογη κρίση μας ενώπιον του αναπόφευκτου τέλους, του θανάτου, αλλ αντιθέτως η επίγνωση του πεπερασμένου χαρακτήρα της διαδρομής της ζωής που μας απομένει ακόμη, μπορεί και πρέπει να ισχυροποιεί τη θέληση για φρόνιμες και ηθικές επιλογές μέσα στη ζωή, έτσι που να προχωρούμε, μέσα στον υπαρκτό χρόνο της ατομικής μας ζωής, έχοντας ως σταθερό αξιολογικό μέτρο την παραδοχή ότι είμαστε περαστικοί, και γι αυτό, κατά τον Bultmann, αξίζει να 159

βιώνουμε την κάθε στιγμή αυτής της παροδικής ζωής με φρόνηση, με ευγνωμοσύνη και ευέλπιδες πως αύριο θα τα καταφέρουμε καλύτερα. Λοιπόν, σ επίπεδο κατανόησης της χριστιανικής θρησκείας η υπαρξιακή φιλοσοφία είναι ικανή, κατά τον Bultmann, να μας στηρίζει στο να βιώνουμε σωστά το εδώ και τώρα, έτσι που να μή μεμψιμοιρούμε, αναμένοντας τη δικαίωσή μας μετά τον αναπόφευκτο θάνατο. Πώς μπορούμε όμως να πετύχουμε κάτι τέτοιο, ενώ γύρω μας η παγερή πραγματικότητα των ανταγωνισμών και της κακίας που εκείνοι συνεφέλκουν, συνεχώς στενεύει τα περιθώρια, αν δεν τα εξαφανίζει πλήρως; Η απάντηση, κατά τον Bultmann, είναι απλή: δηλαδή ότι δίπλα στην προαναφερόμενη παγερή πραγματικότητα του αναπόφευκτου θανάτου, υπάρχει ένας άλλος κόσμος, που τον βιώνουμε ή, πιο διακριτικά, μπορούμε να τον βιώνουμε μέσα στον νου και στο ευγενικό συναίσθημα, δηλαδή ο υπεραισθητός κόσμος των ηθικών και των αισθητικών αξιών, όπως είναι η αγάπη, η αληθινή και πιστή φιλία, η δικαιοσύνη, η φιλοσοφική ανησυχία, η ομορφιά, η ποίηση, η ευγενική μουσική, και όλες οι άλλες ηθικές αξίες που μπορούν και πρέπει να ομορφαίνουν τη ζωή μας. Στο φως αυτής της παραδοχής για τις αξίες της ζωής, ο Bultmann παρατηρούσε ότι ο Ιησούύς ανέέστη εν λόόγω. Κάτι που σημαίνει ότι η ευαγγελιζόμενη ανάστασή του συντελέστηκε, πάντοτε κατά τον Bultmann, σε υπεραισθητή διάσταση, μέσα σ έναν κόσμο, τον οποίο συγκροτούν οι αμιγώς διανοητικές ανησυχίες μας, τα υπεραισθητά οράματά μας, οι ηθικές αξίες μας, ακόμη και κάποιες νοσταλγίες μας από έναν κόσμο που προσδοκούμε μεν να βρούμε, αλλά ποτέ δεν συναντήσαμε μέσα στην τύρβη των κοινωνικών ανταγωνισμών και αντιδικιών, οι οποίες σταθερά μας πληγώνουν. 160

Καθώς παρατηρείται, 47 ο Bultmann συμμερίζεται την ανησυχία του σύγχρονού του κορυφαίου καθολικού θεολόγου Karl Barth για την αυθεντικότητα του χριστιανικού μηνύματος στον σύγχρονο κόσμο, καθώς και τη μέριμνα εκείνου για τη βιβλική αναθεμελίωσή του, αλλ αποστασιοποιείται, μόλις αγγίσει το ερώτημα του «πώς» θα συντελεστεί αυτή η αναθεμελίωση. Εκεί ο Bultmann υποστηρίζει ότι προσαπαιτείται κάτι άλλο: η φιλοσοφίία. Με την έννοια ότι αυτή θα συνεπικουρήσει τη θεολογία, με στόχο τη διαμόρφωση μιας μορφής λόγου, ο οποίος θα συνδράμει μεθοδολογικά την πίστη. Ο Bultmann λοιπόν πίστεψε ότι αυτήν τη διέξοδο την βρήκε στην υπαρξιακή φιλοσοφία του Heidegger, τότε νεαρού υφηγητή στη φιλοσοφική σχολή του Marburg, στη δεκαετία του 1920. Έτσι, μολονότι ο Bultmann, εκείνη την ε- ποχή, ήταν ήδη τακτικός καθηγητής της Καινής Διαθήκης στο πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης, δεν θεώρησε κατώτερο της αυθεντίας του το να παρακολουθεί ανελλιπώς τις παραδόσεις του κατά την εποχή εκείνη νεαρού υφηγητή (και μετέπειτα κορυφαίου καθηγητή) της φιλοσοφίας Heidegger. Ειδικότερα, ο Bultmann υποστήριζε ότι ο πιστός θα πρέπει να κατανοεί την Ανάσταση του Ιησού μέσα στο φώς του αποκαλυπτικού ευαγγελικού κηρύγματος, ως μια υπεραισθητή πραγματικότητα που συναρπάζει την ύπαρξή μας (eine Wirklichkeit, die unsere eigene Existenz trifft). 48 6. Προσωπικές παρατηρήσεις Ήδη θ αποτολμήσω την εξομολόγηση μιας προσωπικής απόπειρας προσανατολισμού. Σταθερή είναι η χριστιανική πίστη ότι ο Λόόγος ενσαρκώθηκε και, με μοναδική λιτότητα, αποκάλυψε στους αν- 47 Μπέγζος, Ό.π. 48 Bultmann, Auferstehungsgeschichten, σελ. 245. Δάνειο κατα παραπομπή απο Theißen Merz, Ό.π. σελ. 441. 161

θρώπους την ουσία της πνευματικής σχέσης μας με τον Θεό, ως σχέσης αγάπης εκείνου και μυστικής νοσταλγίας δικής μας. Όλων μας, στο πλαίσιο της εκκλησιαστικής παραδοχής «ότι ουκ έστιν άνθρωπος, ός ζήσεται και ούχ α- μαρτήσει». Έτσι που, όταν μας κυριεύουν σκέψεις φόβου και κατάθλιψης, να έχουμε εμπιστοσύνη πως δεν είμαστε μόνοι. Η αγάπη του θεού μας παραστέκει και μας ενθαρρύνει να γαληνέψουμε. Στο φως αυτής της λιτής παραδοχής, ο ευαίσθητος νους καθόλου δεν εγκαταλείπει τον χώρο της έλλογης φρόνησης, καθώς προσεύχεται, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του για τις συγκινήσεις που μπορεί να του προσφέρει η πνευματική ανάβαση της μυστικής κλίμακας, που συμβολικώς μετάγει τους εκ γης προς τον πνευματικό ουρανόν. Αυτή η μυστική σχέση του νου και της καρδιάς μας με το υπερβατικό, ασφαλώς, δεν μας εμποδίζει να έχουμε επίγνωση του ότι «στον κόσμο της Μοριακής Χημείας συναντούμε ένα πλήθος από στοιχεία, καθώς δε διεισδύουμε στα ενδότερα του υποατομικού κόσμου, καταλήγουμε σε ποικίλα στοιχειώδη σωμάτια, όπου το καθένα έχει την α- ποστολή του και επιτελεί τον μοναδικό σκοπό του. Άλλα από αυτά είναι υλικά (όπως τα quarks και τα λεπτόνια), άλλα είναι φορείς δυνάμεων, και άλλα πολύ βαρύτερα, τα υπερσωματίδια, τα οποία, καθώς φαίνεται, συμπληρώνουν την απαιτούμενη συμμετρία ( ) Μπορούμε να ακούμε -να λαμβάνουμε ερεθίσματα- μπορούμε να μιλάμε -να στέλνουμε μηνύματα- ( ) αλλά και αυτό που βλέπουμε, με όλων των ειδών τα τηλεσκόπιά μας, είναι μόλις το 4 % του σύμπαντος. Το υπόλοιπο 23 % είναι σκοτεινή ύλη και το 73 % είναι σκοτεινή ενέργεια. Και εκεί κρύβεται το μυστικό του κόσμου μας». Οι σύγχρονες θετικές επιστήμες εφιστούν την προσοχή μας στην παραδοχή, ότι «είμαστε εφήμερα νοήμονα 162

πλάσματα που κατοικούμε σ ένα μικροσκοπικό πλανήτη, ο οποίος περιφέρεται γύρω από τον ζωοδότη του ήλιο, ο οποίος, με τη σειρά του, είναι ένα από τα εκατοντάδες παρόμοια άστρα του Γαλαξία μας, που και αυτός είναι μέλος ενός από τα πολυάριθμα σμήνη γαλαξιών, οι οποίοι πλημμυρίζουν τον ασύλληπτα εκτεταμένο, αν και πεπερασμένο, κοσμικό χωρόχρονο, έτσι που ο νους και η καρδιά μας να ευαισθητοποιούνται και, σε έξαρση, να ψιθυρίζουν τους στίχους του ψαλμού (ιη 1) ότι «οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού», ακόμη κι αν δεν είναι «έργον των χειρών αυτού». Έχω βιώσει εξουθενωτικές συνθήκες, κάτω από το βάρος των οποίων ένιωθα να επιστρέφω στο σπίτι μου, διαποτισμένος από αρνητικά ενεργειακά ρεύματα, που με είχαν διαπεράσει, κοντά σε σκοτεινές σκέψεις συνομιλητών μου, με περιστασιακά μοχθηρά συναισθήματα. Όπως και έχω βιώματα, που σφυρηλατούν την πίστη μου στη μυστική παρουσία εκείνης της (απρόσιτης στους κανόνες της οντολογίας) ενεργειακής δύναμης, την οποία η χριστιανική παράδοση εύστοχα προσδιορίζει ως θείία πρόόνοια και θείία χάάρη. Έχω βιώσει αδιέξοδα, που παρασύρουν σε αθεράπευτη απαισιοδοξία. Και, κατάπληκτος, έχω γίνει μάρτυρας της αιφνίδιας και ανεξήγητης ανατροπής, που ανοίγει δρόμους, εμψυχώνοντας με αισιοδοξία. Στη δική μου συνείδηση, η νοσταλγία για το υπερβατικό έχει ως αφετηρία τη μυστική παραδοχή, αν και με α- δυναμία σαφέστερου προσδιορισμού, ότι πάντως, ως σκεπτόμενες και προβληματιζόμενες υπάρξεις, δεν είναι δυνατόν να ερχόμαστε στη ζωή από το πουθενά και να καταλήγουμε κάποια μέρα στο τίποτα. Μ αυτήν τη διατύπωση θέλω να κάνω σαφές ότι ερχόμαστε στη ζωή με όλον τον πλούτο ηθικών αξιών, που οι 163

γονείς και οι απώτεροι πρόγονοί μας έχουν αποτυπώσει στο γονιδίωμά μας. Και φεύγουμε με τη βεβαιότητα ότι ο δικός μας κόσμος ηθικών αξιών συνεχίζει να είναι, κατά κάποιο τρόπο, παρών και ενεργός μέσα στη ζωή που εξακολουθεί να εκτυλίσσεται και ύστερα από εμάς. Φεύγουμε από τη ζωή, έχοντας ενσταλάξει στον νου και στην καρδιά κάποιων ανθρώπων, που τους αγαπήσαμε και μας αγάπησαν, αναμνήσεις, των οποίων η ιερότητα είναι ή μπορεί να είναι για τους επιζώντες πνευματικός θησαυρός. Την παρουσία της ευλογίας των αγαπημένων μας νεκρών, όμοια όπως και την παρουσία της ευλογίας του Θεού, περισσότερο διαισθανόμαστε, δίχως ΝΑ μαστε σε θέση να τις αποδείξουμε κατά δικανικό τρόπο. Πολλές φορές δεν είμαστε σε θέση να εξηγήσουμε ο- ρισμένα φαινόμενα, παρά μόνο με την εκδοχή κάποιας αόριστης ανάμνησης. Όταν πρωτάκουσα τη συγκλονιστική Λειτουργίία του Ορφανοτροφείίου του Μότσαρτ, και μου είπαν πως την είχε συνθέσει σε ηλικία μόλις δεκατριών ετών, ήταν, και εξακολουθεί να είναι για μένα, αδύνατο να παραδεχθώ πως τέτοια δημιουργία ξεπετάχτηκε από τη φαντασία ενός μικρού παιδιού, οσονδήποτε ταλαντούχο κι αν ήταν. Δεν βρίσκω λοιπόν άλλη πειστική εξήγηση γι' αυτήν τη θεϊκή σύλληψη, πέρ από την παραδοχή πως το παιδάκι τούτο θυμόταν ήχους και μελωδίες που είτε το ίδιο είχε ακούσει σ' άλλη διάσταση της ζωής του, είτε αγαθά πνεύματα είχαν σκηνώσει στον δικό του νου και του είχαν μεταδώσει τις δικές τους αναμνήσεις. Όσοι ενοχλούνται από αυτήν τοποθέτησή μου, ίσως αξίζει να θυμηθούν ότι πάνω σ' αυτήν τη θεωρία της ανάμνησης ο Πλάτων οικοδόμησε τη θαυμαστή σύλληψή του 164

για τον κόσμο των ιδεών και τον πόθο της διψασμένης ψυχής για μέθεξη. Κατανοώ πως αρκετοί από όσους μου κάνουν τώρα την τιμή να παρακολουθούν αυτές τις σκέψεις μου, ενδέχεται να έχουν τον νού τους σε άλλα ενδιαφέροντα. Ακουσόόμεθάά σου πάάλιν περίί τούύτου 49, αδιάφορα είχαν παρατηρήσει οι Αθηναίοι στον Παύύλο, όταν τους είχε μιλήσει γι' ανάσταση νεκρών. Όμως για όποιον προβληματίζεται γύρω από το μυστήριο του θανάτου, θα θελα να επισημάνω πως, αντιδρώντας κάποιος και αντιστεκόμενος, κάτω από την καχυποψία, μην τυχόν και πέσει θύμα αυταπάτης, απλώς και μόνον κλείνει ορίζοντες, που θα μπορούσαν, αζημίως για τον ίδιο, να του είναι ανοιχτοί. Όσοι διστάζουν, θ' άξιζε να προσέξουν τον στοχαστικό στίχο του Παρμενίδη, καθώς επέμενε να συστήνει: «πρόσεξε και παρατήρησε όμως, με τη δύναμη του νου, πώς, διαμέσου του νου, τα απόντα, με σιγουριά, γίνονται παρόντα» 50. Αυτά συμβούλευε ο Παρμενίδης, πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, για τα απόντα που, με σιγουριά, γίνονται παρόντα. Ποια απόντα; Μα, όσα θαυμαστά δημιούργησε ο νους, όπως τους θησαυρούς της ποίησης, των εικαστικών τεχνών, της φιλοσοφίας, των επιστημονικών κατακτήσεων και των θρησκευτικών ανατάσεων, όλα όσα, ως Λόγος, που απορρέει από πλήθος μύθων, συνθέτουν την πολύτιμη παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας όλα αυτά είναι βέβαιο πως συγκροτούν αξίες, καθ αυτές, οι οποίες δεν έχουν ανάγκη εμπειρικών επαληθεύσεων και αποδείξεων. 49 Λουκάάς, Πράξεις των Αποστόλων, ιζ' 32. 50 Παρμενίίδης, Περί φύσεως, 4: λεύύσσε δ' όόμως απεόόντα νόόω παρεόόντα βεβαίίως. 165

Η θεωρία των quanta υποστηρίζει ότι ο ίδιος ο φυσικός κόσμος λειτουργεί πέρα και ανεξάρτητ από χωρικά και χρονικά σύνορα. Αυτή η ριζοσπαστική θεωρία δεν είναι εύκολα κατανοητή από εμάς τους πολλούς και τους παλιούς που δεν έχουμε την απαιτούμενη προπαιδεία. Όμως δεν είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε, πως όσα, με στιγμιαία ερεθίσματα των αισθήσεών μας, βιώσαμε, μας είναι προσιτά διαμέσου της ανάμνησης. Από τα αισθητήρια όργανά μας αυτά τα ερεθίσματα μεταβιβάστηκαν, ως οπτικές ή/και ηχητικές παραστάσεις, στη συνείδησή μας, και εκεί αποτυπώθηκαν. Εφεξής μπορούμε οποτεδήποτε να τ ανακαλούμε στο κέντρο της μνήμης μας. Και να τα ξαναβιώνουμε. Δια μέσου αυτής της διαδικασίας ο αισθητός κόσμος, που μας περιβάλλει, απελευθερώνεται από τις πιέσεις του χώρου και του χρόνου. Κάτι που είναι κατανοητό, δίχως να χρειάζεται να καταφύγουμε στη δυσκολονόητη για εμάς τους πολλούς θεωρία των quanta. Με τη δύναμη του νου λοιπόν, η επικοινωνία μας με τ' αγαπημένα πρόσωπα, που πέρασαν ήδη σε άλλη διάσταση, μπορεί κι απελευθερώνεται από τα δεσμά του χώρου και του χρόνου. Κάτι πολύ περισσότερο και σημαντικότερο: τώρα πια η πνευματική σχέση μας μαζί τους είναι απελευθερωμένη κι από τον κίνδυνο του τραυματισμού της με α- στόχαστα λόγια, καμώματα ή παραλείψεις. Όσο ζούσαν κοντά μας, η σχέση μας δεν ήταν αποκαθαρμένη από μικρές ή μεγάλες παρεξηγήσεις, που μας πλήγωναν ή τα πλήγωναν. Τώρα, στην πνευματική της διάσταση, η σχέση μας ανθίζει ως καθαρή σχέση αγάπης. Μ' αυτήν την έννοια, νιώθουμε μέσα μας την ευλογία της αγάπης τους, αποκαθαρμένης από τις μικρότητες του κόσμου τούτου. Σ' αυτήν την πνευματική διάσταση μπορούμε ν' αφεθούμε να μας πλημμυρίσει το συναίσθημα της 166

τέλειας γαλήνης και ειρήνης. Ένας άϋλος χώρος, όπου η παρουσία των αγαπημένων μας είναι πολύ πιο διεισδυτική και ευεργετική. - Μα είίναι πλάάσματα της φαντασίίας, εξανίσταται η ρεαλιστική φρόνηση. Παραβλέπεται όμως, ότι η συνείδησή μας δεν συγκροτείται αποκλειστικώς από τις νεκρές πια αναμνήσεις των οπτικών και ηχητικών παραστάσεων που αποτύπωσαν εκεί τα αισθητήρια όργανά μας. Υπαρκτός για μάς δεν είναι αποκλειστικώς ο αισθητός κόσμος της εμπειρικής πραγματικότητας, που τον προσδιορίζουμε μ' εμπειρικές έννοιες. Δίπλα του ορθώνεται κι ένας άλλος πνευματικός κόσμος εκείνος των ηθικών και των αισθητικών αξιών, που τον προσδιορίζουμε με αξιολογικές κρίσεις. Η ομορφιά, λόγου χάρη, ή η δικαιοσύνη, δεν είναι ανύπαρκτες, επειδή καθ' αυτές, ως αξίες δεν τις ψηλαφούμε. Αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμα της ανθρώπινης διάνοιας, ότι δηλαδή, με τη δύναμη του νου, δημιούργησε, και εξακολουθεί να δημιουργεί, δίπλα στον αισθητό κόσμο της εμπειρικής πραγματικότητας, ένα πλήθος άλλων, ετερόκλιτων κόσμων, πνευματικής διάστασης, που τελικώς μας είναι προσιτοί και σε αισθητή διάσταση, διαμέσου των εικαστικών τεχνών, της μουσικής, της ποίησης, της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, της θρησκευτικότητας και των επιστημών. Τα δημιουργήματα του νου μπορούμε να προσεγγίζουμε διαμέσου και των αισθήσεων, αφού μπορούμε και τα βλέπουμε μέσ' από υλικές μορφές, στις οποίες ενσωματώνονται, τα διαβάζουμε ή τ' ακούμε. Μα, προ παντός, τ' απολαμβάνουμε. Όχι σ' αισθητή, αλλά σε συναισθηματική διάσταση. Μ' αυτές τις σκέψεις, μπορώ ν' ανοίξω την καρδιά και το νου μου προς τα έξω και να διατρανώσω τη δική μου πεποίθηση, πως, όσο κι αν στερούμαστε εμπειρικών απο- 167

δείξεων, όσο κι αν δεν είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε με σαφήνεια την ουσία και τη μορφή, όμως, δίπλα στον αισθητό κόσμο της εμπειρικής πραγματικότητας, όμοια όπως και δίπλα στον νοητό κόσμο των πνευματικών και καλλιτεχνικών δημιουργημάτων του ανθρώπινου νου, είναι πολύ πιθανό πως συνυπάρχει και μια πραγματικότητα υπερβατικής και γι' αυτό απρόσιτης στα αισθητήρια όργανά μας διάστασης. Μιας υπερβατικής διάστασης, μέσα στην οποία μπορούμε να βρισκόμαστε σε πνευματική επαφή κι επικοινωνία με τ' αγαπημένα μας πρόσωπα που έφυγαν ήδη από τον δικό μας κόσμο της εμπειρικής αίσθησης. Α- κόμη και στα όνειρα, όπου μας επισκέπτονται τ' αγαπημένα μας πρόσωπα, επιβεβαιώνοντας τη δική τους διαρκή πνευματική παρουσία μα, προ παντός, στον διαλογισμό, διαμέσου του οποίου κατορθώνουμε και πάάσαν την βιοτικήήν αποθώμεθα μέέριμναν, συγκεντρώνοντας τις σκέψεις μας με αγάπη κι ευγνωμοσύνη στ' αγαπημένα μας πρόσωπα, που έφυγαν απ τη ζωή πριν από μάς. Και δεν υπάρχει άραγε περιθώριο για οδύνη και πικρία μέσα σ' αυτήν την πανδαισία της πνευματικής ανάτασης; Το αντίθετο θα ήταν ψέμα. Έρχονται στιγμές που ο πόνος είν' αβάσταχτος, όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει από τον χωρισμό. Μέσα σ' αυτήν την οδύνη δεσπόζουν, πρωτίστως, οι τύψεις. Τύψεις για όσα δεν μπορέσαμε να κάνουμε. Τύψεις για πικρίες που κάποτε δώσαμε και δεν μπορούμε πια ν' ανακαλέσουμε. Η οδύνη δεν έχει όρια. Ούτε χρονικά, μήτε έντασης. Μαζί της όμως αναδύεται ανάλαφρη και η ευγνωμοσύνη για την ευλογία, που είναι φανερή στους καρπούς της. Φανερή, γιατί δεν μπορούν να εξηγηθούν αλλιώς εξε- 168

λίξεις των βιοτικών μας σχέσεων, μέσα στη σκληρά ανταγωνιστική κοινωνία, παρά μόνο σε υπερφυσική διάσταση. Αυτή η εύλογη ευγνωμοσύνη στηρίζει το συναίσθημα ασφάλειας, πως δεν είμαστε μόνοι στη ζωή. Πάνω και μέσα μας, σκέπη και προστασία μας, απλώνεται η ευλογία των αγαπημένων μας που, για μας, δεν είναι απλώς οι «πεθαμένοι», αλλά οι αγαπημένοι μας, που πέρασαν ήδη σε μια άλλη διάσταση της δικής μας ζωής. Έτσι σφυρηλατείται μια ακατάλυτη πνευματική κοινωνία αγάπης. Κι αυτή, καθ' αυτήν, είναι μια ανεκτίμητη ηθική αξία, που μπορεί να μας κάνει πολύ πιο πλούσιους από τα οποιαδήποτε ευδαιμονικά αγαθά. Οπωσδήποτε για κείνους που δεν συγκινούνται από το ερώτημα, τί επακολουθεί μετά τον θάνατο, έχει ενδιαφέρον η ερμηνευτική προσέγγιση του Steven Luper-Foy, α- ναφορικά με τη σχέση του Σωκράτη με τον θάνατο ότι δηλαδή ο Σωκράτης δεν διακήρυξε καθόλου πως ο θάνατος δεν είναι τάχα κακό, αλλ' ότι απλώς αρκέστηκε να μας δώσει φιλοσοφική μέθοδο προστασίας μας απέναντι στην έμμονη σκέψη πως ο θάνατος είναι τάχα κάτι το κακό. Κι αυτή η μέθοδος αναλύεται στην καλλιέργεια κάποιων επιθυμιών, όπως - της επιθυμίας του να προτιμούμε να πεθάνουμε, α- ντί του να ζήσουμε κάτω από συνθήκες, οι οποίες εκμηδενίζουν την προσωπικότητά μας και - της επιθυμίας του να τάσσουμε στη ζωή μας ιδανικούς σκοπούς, των οποίων η πιθανότητα πραγμάτωσης είναι ανεξάρτητη απ το αν εμείς θα παραμείνουμε ή όχι στη ζωή. 169