Ομιλία κ. Σταυριανιδη Κωνσταντίνου, Προϊσταμένου Περιφέρειας ΚΕΚ SYNERGY με θέμα: «Επαγγελματική κατάρτιση: ρόλος κλειδί για την κοινωνική ένταξη των Ομογενών Παλιννοστούντων» «Οι μετανάστες μας φέρνουν ευημερία», είναι ο τίτλος δημοσιεύματος αθηναϊκής εφημερίδας (Καθημερινή 17/12/06) με υπότιτλο «η παραμονή τους στην Ελλάδα έχει επιφέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% και έχει δημιουργήσει 115.000 νέες θέσεις εργασίας (εκ των οποίων 100.000 για του Έλληνες και 15.000 για τους αλλοδαπούς)». Και σημειώνεται στην εφημερίδα: «Όσο περισσότερο ενσωματώνονται οι μετανάστες που ζουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, τόσο περισσότερο αυξάνεται η συμβολή τους στην ευημερία της χώρας. Η μεγαλύτερη ενσωμάτωση εντάσσει τους μετανάστες στην νόμιμη αγορά εργασίας και τους βγάζει από την ανεπίσημη εργασία και την παραοικονομία. Αυτό ισοδυναμεί σε περισσότερα φορολογικά έσοδα και ασφαλιστικές εισφορές». Το άρθρο αναφέρεται στα βασικά συμπεράσματα του συνεδρίου του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής με τίτλο «Μετανάστες στην Ελλάδα Εμπειρία, Πολιτικές, Προοπτικές» και τονίζει πώς το μεταναστευτικό ζήτημα, αν μεθοδευτεί στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης εθνικής πολιτικής ανθρωπίνων πόρων και στρατηγικής ανάπτυξης, μπορεί να αποτελέσει μια μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας, με θετικές επιδράσεις στο Εθνικό Προϊόν, στην απασχόληση και στο συνταξιοδοτικό σύστημα. Μα αν αποτελεί ευκαιρία η αξιοποίηση της παρουσίας των αλλοδαπών για τη χώρα μας, αναλογιστείτε το μέγεθος του οφέλους από την παλιννόστηση των αδελφών μας ομογενών. Το φαινόμενο της παλιννόστησης παρουσιάζεται ιδιαίτερα έντονο στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας, καθώς μια σειρά από εξελίξεις, όπως η κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και οι στρατηγικές και γεωγραφικές ανακατατάξεις στα Βαλκάνια, οδήγησαν μεγάλο αριθμό ομογενών από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και την Αλβανία στην απόφαση προσωρινής ή μόνιμης μετεγκατάστασης στην Ελλάδα. Με τον όρο «παλιννοστούντες» αναφερόμαστε σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες επαναπατρισθέντων ομογενών, δηλαδή σε: γηγενείς Έλληνες, οι οποίοι έχουν φύγει στο εξωτερικό και επιστρέφουν, Έλληνες δεύτερης ή τρίτης γενιάς που έχουν γεννηθεί ή ζήσει στο εξωτερικό και έρχονται να μείνουν στην Ελλάδα και
Έλληνες της ευρύτερης ελληνικής ομογένειας, οι οποίοι κατάγονται από πληθυσμούς που έχουν μεταναστεύσει σε προηγούμενους αιώνες και μπορεί να μην έχουν ζήσει ποτέ στα εδαφικά όρια του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Στην τελευταία περίπτωση ανήκει η συντριπτική πλειονότητα των ομογενών από την Αλβανία και των Ποντίων από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Επομένως, κάτω από τον ευρέως χρησιμοποιούμενο όρο «παλιννοστούντες» συναντάμε μια καθ όλα ανομοιογενή ομάδα ατόμων. Οι πληθυσμοί που απαρτίζουν την ομάδα αυτή έχουν διαφορετική ιστορική πορεία, διατηρούν διαφορετικούς δεσμούς με τη σύγχρονη Ελλάδα, έχουν διαφορετική γεωγραφική προέλευση, επίπεδο διαβίωσης και ανάγκες. Διαφέρουν, λοιπόν και ως προς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αναφορικά με την ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας και την ελληνική κοινωνία. Κάνοντας λόγο για την κοινωνική ενσωμάτωση των παλιννοστούντων είναι σαφές ότι η ένταξη όσων επιστρέφουν από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και ιδιαίτερα τη Γερμανία στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα συντελέσθηκε και εξακολουθεί να συντελείται χωρίς ανυπέρβλητες δυσκολίες. Τα άτομα αυτά έχουν στη συντριπτική πλειοψηφία τους διατηρήσει ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα και με άτομα του συγγενικού και φιλικού περιβάλλοντός τους. Το γεγονός ότι δεν υπήρχαν πολιτικοί ή πραγματικοί περιορισμοί επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, διευκόλυνε τη διατήρηση της ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας στον τόπο μετανάστευσης. Η συσπείρωση σε μικρές κοινωνικές ομάδες μέσα στις γερμανικές πόλεις συνέβαλε επίσης στη διατήρηση των δεσμών με τη «μητέρα πατρίδα». Έτσι, εκτός από τη δυσκολία στη γλωσσική επικοινωνία, οι παλιννοστούντες της Δυτικής Ευρώπης δεν αντιμετώπισαν ιδιαίτερα προβλήματα κατά την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Στην περίπτωση όμως όσων προέρχονται από την πρώην ΕΣΣΔ και την Αλβανία τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Με δεδομένη, αφενός, την ανυπαρξία θεσμικού πλαισίου υποδοχής και αφετέρου τη μη γνώση της νεοελληνικής γλώσσας από την πλειοψηφία των ατόμων αυτών, οι δυσκολίες που προέκυψαν από την αλλαγή του κοινωνικού περίγυρου, του πολιτικού καθεστώτος και τις άμεσες πρακτικές ανάγκες για εύρεση εργασίας και κατοικίας ήταν τεράστιες. Οι πολιτικοί παράγοντες στην περίπτωση αυτή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη δυσκολία επανένταξης των παλιννοστούντων που προήλθαν από την πρώην ΕΣΣΔ και
την Αλβανία. Η έλλειψη επικοινωνίας με την Ελλάδα και την κοινωνική και οικονομική της εξέλιξη των τελευταίων πενήντα ετών, η αναντιστοιχία των κοινωνικών συνηθειών και του τρόπου ζωής, το πολιτισμικό χάσμα και η άγνοια της νέας ελληνικής γλώσσας, κατέστησαν ιδιαίτερα δύσκολη την κοινωνική και εργασιακή ένταξη των ατόμων αυτών στον ελληνικό χώρο. Άμεση απόρροια όλων των παραπάνω, ήταν να δημιουργηθούν προβλήματα προσαρμογής τόσο στους ίδιους τους παλιννοστούντες όσο και στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Έτσι, μέσα στη δεκαετία του 1990, η κοινωνική και οικονομική ένταξη όσων προέρχονται από την πρώην ΕΣΣΔ και την Αλβανία, η ομαλή μετάβαση και ενσωμάτωσή τους στο νέο κοινωνικό πλαίσιο, αναδείχθηκε σταδιακά σε σημαντικό κοινωνικό ζήτημα που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Η υποδοχή τους, η αρχική και η οριστική τους εγκατάσταση, η εκμάθηση της νεοελληνικής γλώσσας, η επαγγελματική επανεκπαίδευση και αποκατάστασή τους αποτελούν βασικά ζητήματα στοιχήματα για την κοινωνική και την οικονομική πρόοδο της χώρας. Σήμερα, παρόλο που έχουν γίνει πολλές προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή εξακολουθεί να παραμένει ζητούμενο η πλήρης οικονομική και κοινωνική ένταξη των παλιννοστούντων, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία είτε αδυνατούν να εξασφαλίσουν απασχόληση, είτε, όταν το καταφέρουν, εργάζονται με μικρή αμοιβή, συχνά με μερική απασχόληση και γενικά σε θέσεις εργασίας με ελάχιστες δυνατότητες εξέλιξης. Η ελλιπής γνώση της ελληνικής γλώσσας, καθώς και η δυσκολία αναγνώρισης ισοτιμιών πτυχίων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, συνδυάζεται με υψηλά ποσοστά ανεργίας και οδηγεί τους περισσότερους στην υποαπασχόληση ή την ευκαιριακή απασχόληση. Υπό αυτές τις συνθήκες αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την άμβλυνση των δυσχερειών που αντιμετωπίζουν οι παλιννοστούντες: η βελτίωση της γλωσσικής τους επικοινωνίας (καλύτερη γνώση της νεοελληνικής γλώσσας) η ενημέρωση-πληροφόρηση για θεσμικά, εργασιακά και οικονομικά θέματα που τους αφορούν, καθώς και για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους η ψυχολογική υποστήριξη, προκειμένου να επιτευχθεί η «ενδυνάμωσή» τους ο προσδιορισμός και η ανάδειξη των επαγγελματικών τους δυνατοτήτων και των εμπειριών που διαθέτουν σε σχέση με την αγορά εργασίας
η επαγγελματική κατάρτιση, επιμόρφωση και εξειδίκευση με στόχο την επαγγελματική τους ένταξη και την διευκόλυνση των επαγγελματικών και κοινωνικών τους συναλλαγών η επαφή και η εξοικείωσή τους με την αγορά εργασίας η τοποθέτησή τους σε θέσεις εργασίας ή/και η ένταξή τους σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης (πρόγραμμα Νέων Θέσεων Εργασίας, Νέων Ελεύθερων Επαγγελματιών, Stage, κ.λπ.) Η ένταξη, η ενσωμάτωση και η αφομοίωση των παλιννοστούντων στην ελληνική κοινωνία και στην αγορά εργασίας θα είναι δυνατή μόνο εάν καλυφθούν, μία προς μία, αυτές οι ανάγκες. Ορθά και σοφά, λοιπόν, η Πολιτεία οργάνωσε και οργανώνει προγράμματα εκμάθησης ελληνικής γλώσσας, προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης και ολοκληρωμένες παρεμβάσεις για την ομάδα αυτή του πληθυσμού στα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης. Αξίζει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό την μεγάλη ανταπόκριση των παλιννοστούντων και την διάθεσή τους να συμμετάσχουν στις δράσεις αυτές, καθώς αναγνωρίζουν την συμβολή τους στην προώθηση της κοινωνικής τους ενσωμάτωσης και στην ομαλή και επί ίσοις όροις ένταξή τους στην αγορά εργασίας. Αναμφισβήτητα οι δράσεις κατάρτισης που υλοποιούνται από τα ΚΕΚ συνδράμουν καθοριστικά στην ένταξη των εκπαιδευόμενων παλιννοστούντων στην αγορά εργασίας και σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, διευρύνοντας τους γνωστικούς τους ορίζοντες και ενισχύοντας τις δεξιότητες και ικανότητές τους. Πιο συγκεκριμένα, αναφερόμενοι στα οφέλη που αποκομίζουν οι εκπαιδευόμενοι από τα προγράμματα κατάρτισης αξίζει να τονίσουμε: την εξοικείωσή τους με την ελληνική γλώσσα (μέσω των προγραμμάτων που περιλαμβάνουν προκατάρτιση), την εξειδίκευση σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο κατάρτισης, το οποίο έχει αντίκρισμα στην αγορά εργασίας, την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας μέσω της πρακτικής άσκησης, την διεύρυνση των ικανοτήτων τους σε τομείς όπως η κοινωνική προσαρμογή, η δυνατότητα αναζήτησης και εξεύρεσης εργασίας, σύνταξης βιογραφικού σημειώματος, παρουσίας σε μια συνέντευξη κ.λπ., την εξοικείωσή τους με θέματα που σχετίζονται με την υγιεινή και ασφάλεια στους χώρους εργασίας και τις βασικές αρχές εργατικής νομοθεσίας,
την ανάπτυξη ενός φάσματος «κομβικών δεξιοτήτων» και την εξοικείωσή τους με τις νέες τεχνολογίες, την ενίσχυση της αυτοπεποίθησής τους και την τόνωση της αυτοεκτίμησής τους την ενδυνάμωση και εμψύχωσή τους, μέσα από τη δημιουργία σχέσεων αμοιβαίας εμπιστοσύνης. την μετάδοση γνώσεων σχετικών με τον πολιτισμό και τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, τις συνήθειες των Ελλήνων και την κουλτούρα τους, έτσι ώστε να ενισχυθούν στην προσπάθειά τους για ένταξη στην ελληνική κοινωνία. Αν θέλουμε όμως να προσεγγίσουμε ουσιαστικά το πρόβλημα της εργασιακής και κοινωνικής ενσωμάτωσης των παλιννοστούντων θα πρέπει οι ενέργειες κατάρτισης να αποτελούν μέρος ενός ολοκληρωμένου σχεδίου το οποίο θα περιλαμβάνει και: 1. Δράσεις συμβουλευτικής, ώστε να προσεγγίζεται ο κάθε ωφελούμενος ως ξεχωριστή οντότητα, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, τις αδυναμίες και τις ανάγκες του. 2. Δράσεις ευαισθητοποίησης του κοινωνικού συνόλου, οι οποίες θα προάγουν την κοινωνική συνοχή, μέσα από την άρση των αρνητικών στάσεων του κοινωνικού συνόλου και την ενημέρωση σχετικά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες της ομάδας αυτής του πληθυσμού. 3. Δράσεις προώθησης στην απασχόληση και ευαισθητοποίησης των εργοδοτών και ειδικότερα, άρση των δυσχερειών και προκαταλήψεων των εργοδοτών μέσα από ενημερωτικές συναντήσεις και ημερίδες, γνωριμία των εργοδοτών με τα χαρακτηριστικά και τις δεξιότητες των παλιννοστούντων, άμεση ένταξη των ωφελουμένων σε θέσεις εργασίας και ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης. Το ΚΕΚ SYNERGY φιλοδοξώντας να συμβάλει στην προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης των παλιννοστούντων έχει υλοποιήσει από το 2005 έως σήμερα στο Δήμο Κατερίνης 6 προγράμματα κατάρτισης στα οποία συμμετείχαν 111 παλιννοστούντες σε 35.143 ανθρωποώρες κατάρτισης. Για το σχεδιασμό, την ανάπτυξη και υλοποίηση των δράσεων αυτών ελήφθησαν υπόψη οι εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανάγκες της ομάδας στόχου, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της (πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, περιθωριοποίηση, ανεργία, περιστασιακή απασχόληση, κ.λπ.) και τα συμπεράσματα μελετών της τοπικής αγοράς εργασίας (προσφορά ζήτηση εργασίας, ειδικότητες που παρουσιάζουν ζήτηση στην ευρύτερη περιοχή της Πιερίας, κ.λπ.).
Ειδικότερα το 2005 υλοποιήθηκαν δύο προγράμματα κατάρτισης ανέργων παλιννοστούντων σε τεχνικές ειδικότητες, με σκοπό να συμμετάσχουν στην υλοποίηση τοπικών έργων για τη χωρική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής πολεοδομικής ενότητας ΒΑΤΑΝ του Δήμου Κατερίνης. Η επιτυχής έκβαση των προγραμμάτων αποτέλεσε πολύτιμο αρωγό στην προσπάθεια για ανάπτυξη και αναβάθμιση του εργατικού και στελεχιακού δυναμικού της περιοχής και ειδικότερα της περιοχής πολεοδομικής ενότητας ΒΑΤΑΝ. Ο κατάλληλος συνδυασμός θεωρητικής κατάρτισης και πρακτικής άσκησης σε εταιρείες της περιοχής, λειτούργησε θετικά στην υλοποίηση του σχεδίου και ενίσχυσε καθοριστικά την απασχολησιμότητα των καταρτιζομένων. Το 2006 υλοποιήθηκε, σε συνεργασία με φορέα παροχής συνοδευτικών υποστηρικτικών υπηρεσιών, ολοκληρωμένο σχέδιο παρέμβασης στο οποίο συμμετείχαν 19 άνεργοι παλιννοστούντες, εκ των οποίων οι 13 γυναίκες. Ενταγμένο μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της αύξησης της απασχολησιμότητας, καθώς και της προώθησης της κοινωνικής ενσωμάτωσης και της ισότητας των ευκαιριών στην αγορά εργασίας, το σχέδιο στόχευε, μέσα από ολοκληρωμένες ενέργειες και δράσεις, στην προετοιμασία της ομάδας στόχου για την κοινωνική και εργασιακή της ένταξη. Το πρόγραμμα περιλάμβανε ενέργειες κατάρτισης, δράσεις Συνοδευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών και προώθησης στην απασχόληση. Η κατάρτιση, που υλοποιήθηκε από το ΚΕΚ SYNERGY πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Κατά την Α φάση της κατάρτισης, οι ωφελούμενοι εκπαιδεύτηκαν στη χρήση της ελληνικής γλώσσας, τόσο στη γραφή όσο και στην ανάγνωση, σε προφορικό και γραπτό λόγο, ώστε να είναι σε θέση να κατανοούν και να συνεννοούνται με άνεση στα ελληνικά. Ακόμη, διδάχθηκαν αριθμητική, ορολογία που αντιστοιχεί στο θεματικό αντικείμενο κατάρτισης που ακολούθησε στη Β φάση, καθώς και θέματα χρήσης διοικητικών υπηρεσιών. Η Β Φάση Κατάρτισης (επαγγελματική κατάρτιση) περιλάμβανε ενότητες που σχετίζονται με την Υγιεινή και Ασφάλεια στο χώρο εργασίας, τις Τεχνικές αναζήτησης εργασίας και το ειδικό θεματικό αντικείμενο επαγγελματικής κατάρτισης, κατά το οποίο οι καταρτιζόμενοι εκπαιδεύτηκαν, τόσο μέσω θεωρίας όσο και πρακτικής άσκησης, ώστε να αποκτήσουν τις γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις που αποτελούν σημαντικά εφόδια για την εργασιακή τους αποκατάσταση. Επιπλέον, το σχέδιο περιλάμβανε ενέργειες Προώθησης στην Απασχόληση οι οποίες εξελίσσονταν ταυτόχρονα με τις ενέργειες πρώτης και δεύτερης φάσης Κατάρτισης και συνεχίστηκαν και μετά το πέρας των ενεργειών αυτών. Τέλος το 2006 υλοποιήθηκαν τρία προγράμματα εκμάθησης ελληνικής γλώσσας στα
οποία συμμετείχαν 64 άνεργοι παλιννοστούντες. Σκοπός των προγραμμάτων ήταν να συμβάλλουν ουσιαστικά στην εξάλειψη των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι παλιννοστούντες στην περιοχή της Πιερίας μέσα από την προκατάρτισή τους και την ενίσχυση των μεταξύ τους σχέσεων, καθώς και των σχέσεών τους με την κυρίαρχη ομάδα. Η δομή των προγραμμάτων προκατάρτισης ήταν άμεσα συνυφασμένη με τους εκπαιδευτικούς στόχους, τα χαρακτηριστικά της ομάδας στόχου και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα που προκύπτουν από την προκατάρτιση, με κυριότερο την επιτυχία στις εξετάσεις ελληνομάθειας επιπέδου αντίστοιχου με εκείνο του Β επιπέδου του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας. Η επιτυχία στις εξετάσεις πιστοποίησης ήταν συντριπτική, καθώς το 82% των καταρτιζομένων απέκτησε το πιστοποιητικό ελληνομάθειας. Κλείνοντας τη σημερινή μου ομιλία και γνωρίζοντας ότι η παρουσία όλων μας εδώ αφορμάται από κοινούς στόχους και συνιστά μια συλλογική προσπάθεια για τη συστηματική και ουσιαστική ενσωμάτωση των παλιννοστούντων ομογενών στη σύγχρονη Ελλάδα, θέλω να επιστήσω την προσοχή όλων στην αναγκαιότητας της αφύπνισης των κοινωνικών, πολιτικών και πνευματικών δυνάμεων της χώρας μας και της χάραξης μακρόπνοης κοινής πολιτικής για την άμβλυνση και καταπολέμηση του προβλήματος.