ΕΩΘΙΝΟ 3 Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν. Άγιος ο Θεός, Άγιος ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς (τρις). Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς. Αγιασθήτω το όνομά σου. Ελθέτω η Βασιλεία Σου. Γενηθήτω το θέλημά Σου ως εν ουρανώ και επί της γης. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον. Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών. Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού. Ἀμήν. Και όλοι μαζί ψάλλουν το τροπάριο: Ευλογητός ει, Χριστέ ο Θεός ημών, ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το Πνεύμα το άγιον, και δι' αυτών την οικουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι. Κύριε Ιησού, τη ζωή μας ολόκληρη Σου την εμπιστευόμαστε. Από το άμετρό Σου έλεος εξαρτάται αν θα γίνει ζωή ΦΡΙΚΗΣ, ή άνοιξη ΑΓΑΠΗΣ. Χτίσαμε εκκλησίες, αλλά η ιστορία είναι ένας ατελείωτος πόλεμος. Χτίσαμε νοσοκομεία αλλά η πείνα και η αρρώστια περίσσεψε στον πλανήτη μας. Ποδοπατήσαμε τη φύση που μας χάρισες, δολοφονήσαμε τα δάση, δηλητηριάσαμε τα ποτάμια Παρ όλα αυτά γνωρίζουμε ότι Συ μας αγαπάς και σ αυτή την Αγάπη Οφείλουμε τη ζωή μας Βοήθησε να μην είναι οι μέρες μας μολυσμένες από φθόνο κι αχαριστία και δώσε μας την ευτυχία ν αγαπάμε το καθήκον μας. Υπάρχει έλλειψη από χιλιάδες γιατρούς στον κόσμο: έμπνευσε τους γιούς Σου να θεραπεύουν.
Υπάρχει έλλειψη από χιλιάδες δασκάλους στον κόσμο: έμπνευσε τους γιούς Σου να διδάσκουν. Η πείνα βασανίζει τα ¾ της γης: έμπνευσε τους γιούς Σου να σπέρνουν και να θερίζουν. Οι άνθρωποι έκαναν εδώ κι εκατό χρόνια σχεδόν εκατό πολέμους: μάθε στους γιούς Σου, να αγαπά ο ένας τον άλλο.. να είμαστε αδέλφια, αδέλφια χωρίς σύνορα. Τότε τα νοσοκομεία μας θα είναι Εκκλησίες Σου και τα σχολεία μας οι μάρτυρες της Μεγαλοσύνης Σου. Ευλόγησε η μοναδική τυραννία της ζωής να είναι η τυραννία της καλοσύνης Σου. Μη μας στερήσεις την Ελπίδα πως τα παιδιά μας θα μεγαλώσουν στην Ειρήνη και το φώς, για να ξαναβρούν Εσένα, που είσαι το μοναδικό Φως. Αφουγκράσου την απελπισμένη φωνή της ανθρωπότητας, Κύριε, και έλα κοντά μας, Σε χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ. Και όλοι μαζί ψάλλουν: Συ που κόσμους κυβερνάς, και ζωή παντού σκορπάς, άκου τούτη τη στιγμή, των παιδιών σου τη φωνή. ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ δίειλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ' οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ
βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἷ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι; ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου ποιῆσαν μὲ ὡς ἕνα τῶν μισθίων σοῦ. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱὸς- πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἢν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. Ἢν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τὶ εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφὸς σοῦ ᾔκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. Ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί Ἰδοὺ τοσαύτα ἔτη δουλεύω σοὶ καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἐριφον, ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ. Ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφα γών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ τέκνον, σῦ πάντοτε μετ' ἐμοῦ εἰ, καὶ πάντα τὰ ἐμᾶ σά ἐστιν εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἕδει, ὅτι ὁ ἀδελφὸς σοῦ οὗτος νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἢν Καὶ εὑρέθη».
Και όλοι μαζί ψάλλουν: Σε Σένα Πλάστη και Θεέ ετούτη τη στιγμή υψώνουμε καρδιά και νου, παράκληση θερμή. Πατέρα ρίξε σπλαχνικά στα πλάσματά σου μια ματιά και φως σαν ουράνια χαραυγή σκόρπα απ'το θρόνο σου στη γη. Κύριε, κάνε με να υπομένω ότι δεν μπορώ να αλλάξω. Δος μου δύναμη να αγωνίζομαι για ότι μπορώ να αλλάξω. Χάρισέ μου, τέλος, σοφία για να ξεχωρίζω το ένα από το άλλο. Κάνε με να βλέπω τον εαυτό μου, όχι με τα μάτια τα δικά μου αλλά με των φίλων μου για να τον διορθώνω. Με τα μάτια των εχθρών μου για να τον προστατεύω. Τροπάριο του Αγίου Γεωργίου Προστάτη των Προσκόπων Όλοι μαζί ψάλλουν: Ως των αιχμαλώτων ελευθερωτής, και των πτωχών υπερασπιστής, ασθενούντων ιατρός, βασιλέων υπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών. Βοήθησε με Κύριε, Την ώρα του ΠΑΘΟΥΣ, γιατί σκοτίζεται ο νους μου. Την ώρα του ΠΕΙΡΑΣΜΟΥ, γιατί παραλύει η θέλησή μου. Την ώρα του ΠΟΝΟΥ, γιατί κατακαίονται τα σωθικά μου. Την ώρα του ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΥ, γιατί δεν ελέγχω τις απόψεις μου. Την ώρα της ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ, γιατί νομίζω πως χάνεται το παν. Την ώρα του ΘΥΜΟΥ, γιατί δεν ξέρω τι κάνω. Την ώρα της ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ, γιατί μπορώ να πουληθώ και στο διάβολο. Την ώρα του ΦΟΒΟΥ, γιατί τα έχω χαμένα.
Την ώρα της ΧΑΡΑΣ, γιατί μπορεί να μην αντέξω στο βάρος της. Την ώρα της ΑΓΑΠΗΣ, για να είναι γνήσια. Γίνε, Κύριε, φωτισμός μου και αντιλήπτωρ μου στις μεγάλες, τις μοναδικές ώρες της ζωής μου. Και αμέσως, πάλι, όλοι μαζί: Κύριε Ιησού Σου δίνω τα χέρια μου να δουλεύουν το έργο Σου. Σου δίνω τα πόδια μου να βαδίζουν στο Δρόμο Σου. Σου δίνω τη γλώσσα μου να λαλεί την Αλήθεια Σου. ΥΠΟΣΧΕΣΗ (Ο Αρχηγός) Όταν γίναμε Πρόσκοποι, δώσαμε μια υπόσχεση. Είμαστε Πρόσκοποι μόνο όσο τηρούμε την Υπόσχεση αυτή. Για αυτό σας καλώ όλους να επαναλάβουμε την Υπόσχεση μας Όλοι υψώνουν το χέρι σε χαιρετισμό Υποσχέσεως και λένε μαζί: Έχω υποσχεθεί στην τιμή μου να εκτελώ το καθήκον μου στον Θεό και την Πατρίδα, να βοηθώ κάθε άνθρωπο σε κάθε περίσταση, και να τηρώ το νόμο του Προσκόπου. Στο τέλος όλοι μαζί ψάλλουν: «Σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοι ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών». Δι ευχών των αγίων Πατέρων ημών, Κύριε, Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.