Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης λέει πως δεν υπάρχει και πως είμαι χαζή!» διαμαρτυρήθηκε η Αντιγόνη. «Τον άκουσα κι εγώ», ήρθε συνήγορος υπεράσπισης η Έλλη. «Εσύ να μην ανακατεύεσαι!» τη μάλωσε η Βασιλική. «Μπα! Τι μας λες; Πολύ μεγάλη δεν μας το παίζεις κι εσύ;» «Δεν το παίζω. Είμαι μεγάλη. Και συ είσαι μωρό!» «Δεν είμαι μωρό!» «Σοβαρά; Εσύ παίζεις ακόμη με Μπάρμπι». «Ψέματα!» «Εσύ λες ψέματα. Θα πω στη μαμά πού ήσουνα χθες το βράδυ».
«Σκάσε!» «Εσύ να σκάσεις!» «Σκάστε όλοι!» «Δημήτρη! Ηρέμησε!» πετάχτηκε ο μπαμπάς. «Με ξύπνησαν με τις φωνές τους. Όλο έτσι κάνουν». «Είναι αργά. Έτσι κι αλλιώς έπρεπε να ξυπνήσεις για να βοηθήσεις και τον θείο στο σούβλισμα του αρνιού». «Μα ξενυχτήσαμε χθες». «Ανάσταση ήταν. Ο θείος σου έχει σηκωθεί από τις εφτά». «Στον ύπνο του το έβλεπε το αρνί;» «Άντε σήκω τώρα και μη σ ακούσω να ξαναμιλάς έτσι στις ξαδέρφες σου. Θα έρθει κι ο πασχαλινός λαγός». «Σιγά μην έρθει κι ο Νταρθ Βέιντερ». «Στο είπα μπαμπά. Ο Δημήτρης λέει πως δεν υπάρχει πασχαλινός λαγός». «Και τότε ποιος φέρνει τα δώρα;» «Έλα ντε!» είπε ο Δημήτρης ειρωνικά. Ο μπαμπάς κοίταξε τον Δημήτρη με έντονο ύφος, μέχρι που εκείνος σταμάτησε να μιλάει. Τι ήταν όλα αυτά με τον πασχαλινό λαγό; Από τότε που ο Δημήτρης ήταν μωρό -πότε πέρασαν δεκατρία ολόκληρα χρόνια;- περίμενε πάντα με ανυπομονησία το Πάσχα και τα δώρα που έκρυβε στον κήπο του σπιτιού στο χωριό ο πασχαλινός λαγός. Τα περίμενε πιο πολύ κι από τα Χριστούγεννα και τον Αϊ-Βασίλη. Κι ας ήταν μικροδωράκια για όλα τα παιδιά: Γόμες, ξύστρες, φακοί, σοκολατάκια, αυτοκόλλητα, στρατιωτάκια, αυτοκινητάκια Στο παράθυρο, πίσω από το πηγάδι, σε μια κουφάλα της μουριάς, στο παλιό κουρείο, ανάμεσα στις πασχαλιές, κάτω από τις σκάλες. Από το ένα δώρο στο άλλο σε οδηγούσαν μικρά σημειώματα-γρίφοι που άφηνε ο πασχαλινός λαγός. Και τώρα ο Δημήτρης έλεγε πως δεν υπάρχει ο πασχαλινός λαγός. Λες και δεν ήταν εκείνος ο πιο ανυπόμονος να λύσει τους γρίφους που τους έβαζε ο λαγός για να βρουν τα δώρα: «Από εκεί κάποτε έβγαζαν νερό. Αν ψάξεις γύρω θα βρεις το μυστικό» -κι εννοούσε το παλιό πηγάδι. Τα παιδιά έτρεχαν και ανακάλυπταν τα μικρά δωράκια που τα γέμιζαν χαμόγελα. Ο Δημήτρης βαρύς φέτος, αφού τελικά ντύθηκε με τα πολλά, είπε με ύφος ανωτερότητας στα κορίτσια: «Άντε, να σας κάνω το χατίρι. Πάμε να δούμε τι έχει κρύψει αυτή τη φορά».
Τα παιδιά άνοιξαν την πόρτα και βρήκαν το πρώτο σημείωμα να τους περιμένει στο καμπανάκι της εισόδου. Ο μπαμπάς τούς ακολουθούσε φωτογραφίζοντας κάθε στιγμή κι ας αντιδρούσε ο Δημήτρης. «Έλα, άνοιξε να δούμε τι γράφει», είπε η Αντιγόνη. Ο Δημήτρης ξετύλιξε το σημείωμα και διάβασε: «Καλό Πάσχα! «Με την ψιλή» φώναζε ο δάσκαλος κι οι μαθητές πήγαιναν εκεί. Αν πας κι εσύ θα βρεις κάτι γλυκό να σε περιμένει. Ο πασχαλινός λαγός». «Πανεύκολο» είπε η Έλλη «Το κουρείο!». «Πάμε!» φώναξε η Αντιγόνη κι έτρεξαν προς τα κει με τον μπαμπά να λαχανιάζει για να τους προλάβει. Όμως, όταν έφτασαν στο κουρείο, όσο κι αν έψαξαν, τίποτα δεν βρήκαν. Ούτε δώρο. Ούτε σημείωμα. «Μήπως καταλάβαμε κάτι λάθος;» αναρωτήθηκε η Βασιλική. «Μα τι λάθος; Με την ψιλή -σίγουρα σε κούρεμα αναφέρεται» απάντησε ο Δημήτρης. Πιο απορημένος απ όλους, όμως, ήταν ο μπαμπάς.
Ήταν σίγουρος πως τα πρώτα δώρα βρίσκονταν στο παλιό κουρείο. Τι να είχε, άραγε, συμβεί; Ο μπαμπάς δεν κατάλαβε γιατί ο πασχαλινός λαγός να κρύψει τα δώρα σε ένα κουρείο. Ώσπου η Βασιλική είπε: «Μα και βέβαια, ο πασχαλινός λαγός τα έκρυψε στο παλιό κουρείο». Πώς δεν το σκεφτήκαμε; απόρησε η Βασιλική. Εμ; απάντησε ο Δημήτρης. Και πώς θα μπούμε μέσα; τους ρώτησε η Έλλη. Εεεεεε; απάντησαν η Βασιλική και ο Δημήτρης ταυτόχρονα. Θα πούμε του φίλου μου να μας ανοίξει που είναι και δικό του, απάντησε ο μπαμπάς τους. Μα και το ζητάτε; απόρησε τότε εκείνος. Αφού τους άνοιξε την πόρτα, έδωσε τα κλειδιά του μαγαζιού στον μπαμπά. Κι εκείνος απάντησε: Ευχαριστώ. Δεν κάνει τίποτα. Τώρα αρχίστε το ψάξιμο, είπε ο μπαμπάς και όλοι, εκτός από τον Δημήτρη που ψιλοέψαχνε, είχαν αρχίσει το ψάξιμο. Βρήκα κάτι! φώναξε η Αντιγόνη χαρούμενη. Μπράβο!, της είπε τότε ο μπαμπάς. Ε, κι εγώ βρήκα κάτι! είπε η Βασιλική και αυτή χαρούμενη. Και σε εσένα μπράβο! της είπε ο μπαμπάς της. Να και εγώ βρήκα ένα μικρό σοκολατάκι! είπε ο Δημήτρης κατσουφιασμένα. Μπράβο σου Δημήτρη! του είπε ο μπαμπάς του χαρούμενος. Πάμε τώρα σπίτι; ρώτησε ο μπαμπάς. Ναι, είπαν με ένα στόμα όλοι. Μαμά, μαμά βρήκαμε σοκολατάκια! είπαν χαρούμενα τα τρία κορίτσια. Μαμά κι εγώ βρήκα ένα σοκολατάκι! είπε ο Δημήτρης. Μπράβο σε όλους σας! είπε η μαμά χαρούμενη. Πού τα βρήκατε; είπε η μαμά. Στο παλιό κουρείο! απάντησαν όλα τα παιδιά με ένα στόμα. Φαίνεται ότι ο πασχαλινός λαγός τα έκρυψε καλά, είπε η μαμά. Μαμά, αφού δεν υπάρχει πασχαλινός λαγός! παραπονέθηκε ο Δημήτρης.
Αφού υπάρχει πασχαλινός λαγός, Δημήτρη, είπε στον Δημήτρη η μαμά. Ελάτε έτοιμο το φαγητό, φώναξε η μαμά. ΚΑΙ ΖΗΣΑΝ ΑΥΤΟΙ ΚΑΛΑ ΚΙ ΕΜΕΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ!