ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Ελίνα Χ. Τσουγκουζίδου Επιβλέπων: Επίκουρος καθηγητής Αχιλλέας Μπεχλιβάνης Θεσσαλονίκη, Ιανουάριος 2017
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης 2
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΕ Α.Ε.Ε.Χ. ΑΚ ΑΝ/α.ν. ΑΠ αριθμ. Αρμ. ΑρχΝ ΒΔ/β.δ. βλ. γνωμ. ΓΣ ΔΕΕ ΔΣ εδ. ΕΕ ΕΕμπΔ Ε.Ε.Π.Ν Ε.Ι.Π.Α. Εισηγ. Έκθ. Ανώνυμη Εταιρία Ανώνυμη Εταιρία Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Αστικός Κώδικας Αναγκαστικός Νόμος Άρειος Πάγος αριθμός Αρμενόπουλος (περιοδικό) Αρχείο Νομολογίας (περιοδικό) βασιλικό διάταγμα βλέπε Γνωμοδότηση Γενική Συνέλευση Δελτίο Επιχειρήσεων και Εταιριών (περιοδικό) Διοικητικό Συμβούλιο εδάφιο Ευρωπαϊκή Ένωση Επιθεώρηση Εμπορικού Δικαίου (περιοδικό) Εταιρία Επενδύσεων στην Ποντοπόρο Ναυτιλία Εταιρεία Ιδιωτικών Πλοίων Αναψυχής Εισηγητική Έκθεση 3
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης έκδ. ΕλΔ ΕμπΝ ΕΝΔ Ε.Ν.Ε. επ. Ε.Π.Ε. Εφ ΙΚΕ ΚΔΝΔ ΚΙΝΔ ΚΝ/κ.ν. κοχ ΚΠολΔ ΜΠρ Ν./ν. ΝΔ/ν.δ. ΝΕ Ν.Ε.Π.Α. ΝοΒ Ολομ. Ο.Λ.Π. ό.π. έκδοση Ελληνική Δικαιοσύνη (περιοδικό) Εμπορικός Νόμος Επιθεώρηση Ναυτιλιακού Δικαίου (περιοδικό) Ειδική Ναυτική Επιχείρηση επόμενα Εταιρία Περιορισμένης Ευθύνης Εφετείο Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρία Κώδικας Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου Κώδικας Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου Κωδικοποιημένος Νόμος κόροι ολικής χωρητικότητας Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Μονομελές Πρωτοδικείο Νόμος Νομοθετικό Διάταγμα Ναυτική Εταιρία Ναυτιλιακή Εταιρία Πλοίων Αναψυχής Νομικό Βήμα (περιοδικό) Ολομέλεια Οργανισμός Λιμένος Πειραιά όπως παραπάνω 4
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ παρ. παρατ. ΠΔ/π.δ. Πειρ.Νομ. περ. ΠΠρ πρβλ. ΠτΚ σελ. Σ ΣτΕ τεύχ. τιμητ.τ. τόμ. ΥΑ ΦΕΚ ΧρΙΔ παράγραφος παρατηρήσεις Προεδρικό Διάταγμα Πειραϊκή Νομολογία (περιοδικό) περίπτωση Πολυμελές Πρωτοδικείο παράβαλε Πτωχευτικός Κώδικας σελίδα-σελίδες Σύνταγμα Συμβούλιο της Επικρατείας Τεύχος τιμητικός τόμος τόμος Υπουργική Απόφαση Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως Χρονικά ιδιωτικού δικαίου (περιοδικό) 5
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης 6
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 3 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Ι. Η ναυτιλιακή επιχείρηση... 12 ΙΙ. Οι φορείς της ναυτιλιακής επιχείρησης... 13 1. Πλοιοκτήτης - Εφοπλιστής... 13 2. Εταιρίες της ναυτιλίας... 18 α. Συμπλοιοκτησία... 19 β. Ναυτική εταιρία... 24 γ. Ειδική ανώνυμος ναυτιλιακή εταιρία - Ειδική ναυτική επιχείρηση... 24 δ. Εταιρία επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία... 26 ε. Ναυτιλιακή εταιρία πλοίων αναψυχής-εταιρία ιδιωτικών πλοίων αναψυχής... 28 ΙΙΙ. Οι προσπάθειες δημιουργίας ιδιαίτερου εταιρικού τύπου για την ναυτιλία και το ιστορικό του Ν. 959/1979... 31 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ Ι. Έννοια... 37 ΙΙ. Νομοθετική ρύθμιση... 39 ΙΙΙ. Η σημασία των ναυτικών εταιριών για την ελληνική ναυτιλία... 41 IV. Βασικά χαρακτηριστικά της ναυτικής εταιρίας... 43 1. Εταιρία με νομική προσωπικότητα... 43 2. Εταιρία εμπορική... 44 3. Εταιρία με κεφαλαιουχικό χαρακτήρα... 44 4. Εταιρία με σωματειακή συγκρότηση... 45 7
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης 5. Εταιρία αποκλειστικού σκοπού... 45 α. Δραστηριότητες και πράξεις που ανήκουν στο σκοπό της ναυτικής εταιρίας... 46 i) Απόκτηση κυριότητας ελληνικών εμπορικών πλοίων... 46 ii) Εκμετάλλευση ελληνικών ή ξένης σημαίας εμπορικών πλοίων... 49 iii) Διαχείριση ελληνικών ή ξένης σημαίας εμπορικών πλοίων... 50 iv) Συμμετοχή ναυτικής εταιρίας σε άλλες ναυτικές εταιρίες... 51 v) Απόκτηση μετοχών άλλων ναυτικών εταιριών... 52 β. Εκτροπή της ναυτικής εταιρίας από τον αποκλειστικό σκοπό της: Συνέπειες... 53 i) Εκτροπή με διάταξη του καταστατικού... 53 ii) Εκτροπή κατά τη λειτουργία της εταιρίας... 54 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ Ι. Κατάρτιση εταιρικής σύμβασης... 55 1. Τύπος... 55 2. Υποχρεωτικό και προαιρετικό περιεχόμενο... 56 α. Υποχρεωτικό περιεχόμενο του καταστατικού... 56 β. Προαιρετικό περιεχόμενο του καταστατικού... 60 ΙΙ. Καταχώριση στο μητρώο... 61 ΙΙΙ. Ελαττωματική ίδρυση... 62 1. Οι λόγοι ακυρότητας της ναυτικής εταιρίας... 62 2. Διαδικασία κήρυξης της ακυρότητας... 65 3. Αποτελέσματα κήρυξης της ακυρότητας... 66 4. Θεραπεία ελαττωμάτων της ναυτικής εταιρίας... 67 IV. Ναυτική εταιρία υπό ίδρυση... 68 V. Προέλευση ναυτικής εταιρίας από μετασχηματισμό... 69 8
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΜΕΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΟΧΙΚΗ ΣΧΕΣΗ Ι. Γενικά... 71 ΙΙ. Είδη μετοχών... 72 ΙΙΙ. Μεταβίβαση των μετοχών... 73 ΙV. Μέτοχοι Έλληνες και μέτοχοι αλλοδαποί... 75 V. Δικαιώματα μετόχου... 79 1. Δικαιώματα προσωπικά ή διοικήσεως... 79 2. Δικαιώματα περιουσιακά... 81 VI. Δικαιώματα πλειοψηφίας και μειοψηφίας... 82 1. Δικαιώματα πλειοψηφίας... 82 2. Δικαιώματα μειοψηφίας... 83 3. Τα επιμέρους δικαιώματα της μειοψηφίας... 84 α. Δικαίωμα σύγκλησης έκτακτης γενικής συνέλευσης... 84 β. Δικαίωμα αναβολής λήψεως απόφασης από τη γενική συνέλευση... 85 γ. Δικαίωμα έκτακτου ελέγχου της διαχείρισης... 85 δ. Δικαίωμα αιτήματος παροχής πληροφοριών στη γενική συνέλευση... 87 VII. Υποχρεώσεις και ευθύνη μετόχων... 88 1. Υποχρεώσεις μετόχων... 88 2. Η άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου της ναυτικής εταιρίας... 90 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ Ι. Η Γενική Συνέλευση των μετόχων... 95 1. Γενικά... 95 2. Σύγκληση και συγκρότηση... 96 α. Σύγκληση της γενικής συνέλευσης... 96 β. Συγκρότηση της γενικής συνέλευσης... 97 9
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης γ. Συνεδρίαση της γενικής συνέλευσης... 100 δ. Διαδικασία λήψης των αποφάσεων... 101 ε. Συμφωνίες μετόχων... 104 3. Θέματα υπαγόμενα στην αρμοδιότητα της γενικής συνέλευσης... 107 4. Ελαττωματικότητα των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης... 114 α. Γενικά... 114 β. Ακυρότητα ή ακυρωσία;... 116 γ. Νομιμοποιούμενα να ζητήσουν την ακύρωση πρόσωπα... 118 ΙΙ. Το Διοικητικό Συμβούλιο... 119 1. Γενικά... 119 2. Συγκρότηση του διοικητικού συμβουλίου... 120 α. Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου και εκλογή των μελών του... 120 β. Παύση της ιδιότητας των μελών του διοικητικού συμβουλίου... 123 3. Σύγκληση και λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου... 124 4. Αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου... 127 5. Έκταση εξουσιών του διοικητικού συμβουλίου έναντι τρίτων... 129 6. Υποχρεώσεις και δικαιώματα των μελών του διοικητικού συμβουλίου... 131 α. Γενικά - Υποχρέωση πίστης... 131 β. Η συμμετοχή των μελών του διοικητικού συμβουλίου ναυτικής εταιρίας σε διοικητικό συμβούλιο άλλων ναυτικών εταιριών... 133 γ. Δικαιώματα των μελών του διοικητικού συμβουλίου... 137 7. Ευθύνη των μελών του διοικητικού συμβουλίου... 138 ΙΙΙ. Συμβάσεις της ναυτικής εταιρίας με ιδρυτές, μετόχους, μέλη του διοικητικού της συμβουλίου και υπαλλήλους της... 139 1. Ο σκοπός της διάταξης του άρθρου 15 Ν. 959/1979... 139 2. Υποκειμενικό και αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής της διάταξης... 142 α. Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής... 142 β. Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής... 143 γ. Ζητήματα που ανακύπτουν από τη δυνατότητα της ναυτικής εταιρίας να συμβάλλεται ελευθέρως με τους εταιρικούς παράγοντες... 144 i) Συμβάσεις που οδηγούν σε επιστροφή των εταιρικών εισφορών... 144 ii) Συμβάσεις με αντικείμενο εισφορές σε είδος... 145 10
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ iii) Συμβάσεις με αντικείμενο την αμοιβή των μελών του διοικητικού συμβουλίου... 146 3. Δικλείδες ασφαλείας στη διάταξη του άρθρου 15 Ν. 959/1979... 147 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ Ι. Λύση της ναυτικής εταιρίας... 149 1. Λύση λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειας της εταιρίας... 150 2. Λύση με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων... 150 3. Λύση λόγω κήρυξης της ναυτικής εταιρίας σε πτώχευση... 151 4. Λύση με δικαστική απόφαση... 152 ΙΙ. Εκκαθάριση της ναυτικής εταιρίας... 153 ΙΙΙ. Αναβίωση της ναυτικής εταιρίας... 155 ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 156 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ... 158 11
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Ι. Η Ναυτιλιακή επιχείρηση Η ναυτιλιακή επιχείρηση είναι εμπορική επιχείρηση 1 με αντικείμενο ιδίως, τη θαλάσσια μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων, ενώ μπορεί να αφορά επίσης, και στην κατ επάγγελμα παροχή υπηρεσιών περί τη ναυτιλία (π.χ. επαγγελματικό ρυμουλκό). Ως μέσο άσκησης της ναυτιλιακής δραστηριότητας χρησιμοποιείται το πλοίο, επί του ο- ποίου επιβαίνουν πρόσωπα (πλοίαρχος-πλήρωμα) 2, που παρέχουν τις υπηρεσίες τους για την ομαλή λειτουργία αυτού και κατ επέκταση για την εξυπηρέτηση του σκοπού της ναυτιλιακής επιχείρησης. Μάλιστα, όσο πιο εκτεταμένη είναι η ναυτιλιακή δραστηριότητα, τόσα περισσότερα πρόσωπα χρειάζονται για την άσκηση της 3. Ειδικότερα, η ναυτιλιακή επιχείρηση μπορεί να εξαντλείται στην εκμετάλλευση της απλής κυριότητας εμπορικού πλοίου ή να συνίσταται στην επιχείρηση πλοιοκτησίας, καθώς και στην επιχείρηση εφοπλισμού εμπορικού πλοίου (επιχείρηση εφοπλιστείας), περιλαμβανόμενης κάθε είδους ναύλωσης πλοίου 4. Παράλληλα, υπάρχει πλήθος ναυτιλιακών επιχειρήσεων, οι οποίες επιδιώκουν τη συνεργασία με τις ως άνω κύριες ναυτιλιακές επιχειρήσεις, όπως είναι η επιχείρηση πρακτορείας πλοίου, διαχείρισης 1 Άρθρο 3 του ΒΔ 2/14.5.1835. Η σημαντικότερη αντικειμενικά εμπορική πράξη που κατονομάζεται στο άρθρ. 3 του ΒΔ 2/14.5.1835 είναι η ναύλωση. Πρόκειται για οποιαδήποτε παραχώρηση όλου ή μέρους του πλοίου με αντάλλαγμα και για οποιαδήποτε μεταφορά πραγμάτων ή προσώπων με πλοία. Γενικά η εκμετάλλευση του πλοίου είτε από τον κύριο αυτού (πλοιοκτήτη) είτε από τρίτο (εφοπλιστή) είναι εμπορική. Βλ. Ε. Περάκη/ Ι. Ρόκα, Εισαγωγή στο Εμπορικό Δίκαιο, 2011, σελ. 124-125 και Κ. Βούτση, Η Ναυτιλία: Αντικέιμενον του Ναυτικού Δικαίου σε Μελέτες προς τιμήν Νικόλαου Α. Δελούκα, τόμος I, 1989, σελ. 175 επ. και ιδίως σελ. 179. 2 Τα επιβαίνοντα στο πλοίο πρόσωπα (πλοίαρχος- πλήρωμα) είναι οργανωμένα ιεραρχικώς σε ιδιαίτερη κοινωνία, εποπτευόμενη από το κράτος της σημαίας, και καταχωρίζονται σε ειδικό έγγραφο τηρούμενο σε κάθε πλοίο, το ναυτολόγιο. Βλ. Α. Αντάπαση, Η έννοια του πλοίου υπό το πρίσμα των σύγχρονων τεχνολογικών εξελίξεων σε Ναυτιλία και νέες τεχνολογίες, 2008, σελ. 33 επ. και ιδίως σελ. 56. 3 Βλ. Ι. Ρόκα/ Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, Γ Έκδοση, 2015, σελ. 10, Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, Τόμος Ι (έκδ. 5 η ), 2005, σελ. 129. 4 Σχετικά με το περιεχόμενο των εννοιών «εφοπλισμός-πλοιοκτησία-απλή κυριότητα», βάσει του οποίου προσδιορίζεται το αντικείμενο των αντίστοιχων επιχειρήσεων, βλ. σελ. 13-18 της παρούσης. 12
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ πλοίου 5, ναυτολόγησης, προμήθειας τροφίμων, καυσίμων κ.λπ. πλοίων, η επιχείρηση ναυλομεσιτείας, όπως επίσης και η επιχείρηση εκμετάλλευσης σκαφών αναψυχής 6. Α- ξίζει να σημειωθεί, ότι οι περισσότερες ναυτιλιακές εταιρίες έχουν στην κυριότητά τους ή εκμεταλλεύονται ένα μόνο πλοίο. Κάθε πλοίο συνιστά τότε ξεχωριστή επιχείρηση κατ επέκταση, η απορρέουσα εκ της ασκήσεως ναυτιλιακής δραστηριότητας, ευθύνη κατακερματίζεται σε περισσότερα νομικά πρόσωπα 7. Η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός της ναυτιλιακής επιχείρησης φαίνεται να συμπίπτει με τη χρήση ατμού και την ανακάλυψη των τηλεπικοινωνιών. Πράγματι, παλαιότερα πλοία μικρών διαστάσεων με χαμηλές δαπάνες ναυπηγήσεως και μικρό αριθμό πληρώματος, περίμεναν την πλήρη κάλυψη της φορτωτικής χωρητικότητας για να α- ναχωρήσουν, η δε αναχώρηση και άφιξή τους ήταν εξαρτημένη από τα εκάστοτε καιρικά φαινόμενα. Σήμερα, στις θαλάσσιες οδούς κινούνται ακώλυτα πλοία τεραστίων διαστάσεων με μεγάλο αριθμό πληρώματος, με συστηματική οργάνωση του πλάνου μεταφοράς (δρομολόγια), επί τη βάσει της διάκρισης επιβατηγού και φορτηγού πλοίου 8. Παρόλη την κρίση πετρελαίου, που οδήγησε, μαζί και με άλλους παράγοντες σε πτώση της παγκόσμιας εμπορικής ναυτιλίας, το μεγαλύτερο τμήμα του διαμετακομιστικού εμπορίου και κυρίως του υπερπόντιου, εκτελείται με εμπορικά πλοία 9. ΙΙ. Οι φορείς της ναυτιλιακής επιχείρησης 1. Πλοιοκτήτης - Εφοπλιστής 5 Η διαχείριση πλοίου διακρίνεται από την εφοπλιστεία. Βλ. Α. Αντάπαση, Εκμετάλλευση του πλοίου από τρίτο και προστασία των ναυτικών δανειστών, 1 ο Διεθνές συνέδριο ναυτικού δικαίου με θέμα «Η προστασία των ναυτικών δανειστών», 1994, σελ. 437 επ. και ιδίως 449, ΑΠ 689/213, ΔΕΕ 2014, σελ. 65 επ., ΕφΠειρ 468/2011, ΕΝΔ 2012, σελ. 39 επ., ΕφΠειρ 832/2008, ΕΝΔ 2009, σελ. 13, ΕφΠειρ 77/2008, ΕΝΔ 2008, σελ. 211. 6 Βλ. Ι. Ρόκα/ Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο,ό.π., σελ. 10. 7 Βλ. Κ. Ρήγα, Η άρση της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου των μονοβάπορων εταιρειών, ΝοΒ 2014, σελ. 5 επ. και ιδίως σελ. 16. 8 Στα φορτηγά πλοία υπάρχει και εξειδίκευση βάσει του μεταφορικού προϊόντος π.χ. δεξαμενόπλοια, πλοία φορτίου χύδην, πλοία ψυγεία κ.λπ. 9 Βλ. Ι. Ρόκα/ Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 10, Κ. Βούτση, Η Ναυτιλία: Αντικείμενον του Ναυτικού Δικαίου, ό.π., σελ. 181-185. 13
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης Ο ΚΙΝΔ διακρίνει μεταξύ ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης 10 του πλοίου. Σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του ΚΙΝΔ 11, «το θέμα του χωρισμού του εφοπλισμού του πλοίου από της ιδιοκτησίας αυτού ρυθμίζεται υπό των άρθρων 105 και 106. Εις τα άρθρα αυτά γίνεται σκοπίμως χρήσις ειδικής ορολογίας προς διάκρισιν των εννοιών πλοιοκτησίας, ιδιοκτησίας πλοίου και εφοπλισμού, της πλοιοκτησίας υποδηλούσης ιδιοκτησίαν πλοίου συν εφοπλισμώ». Στις επίμαχες διατάξεις, δεν ορίζεται μόνο ο τρόπος ενάσκησης ναυτιλιακής δραστηριότητας με κριτήριο τον φορέα εκμετάλλευσης, αλλά και η κατανομή ευθύνης των εμπλεκόμενων προσώπων. Έτσι κατά τον ΚΙΝΔ η εκμετάλλευση μπορεί να λάβει τις εξής μορφές: α) Πλοιοκτήτης 12 κατά το νόμο είναι το πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, που εκμεταλλεύεται (δηλ. που ενεργεί ναυτιλιακές εργασίες με σκοπό το κέρδος) το δικό του πλοίο 13. Επομένως, η πλοιοκτησία προϋποθέτει τη συνδρομή δύο στοιχείων: ενός ε- μπράγματου και στατικού, της κυριότητας του πλοίου, και ενός ενοχικού και δυναμικού, της εκμετάλλευσής του 14. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, αν ο κύριος του πλοίου δεν εκμεταλλεύεται το πλοίο του, είτε γιατί κάνει χρήση αυτού προς αναψυχή είτε γιατί παραχώρησε την εκμετάλλευση του σε άλλον, δεν είναι πλοιοκτήτης, αφού ελλείπει το στοιχείο της εκμετάλλευσης, που όπως αναφέρθηκε ήδη, σε συνδυασμό με το στοιχείο της κυριότητας, προσδίδει τη νομική έννοια του πλοιοκτήτη 15. 10 Στον κύκλο δραστηριοτήτων της εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται η οργάνωση και διεύθυνση του πλοίου ως θαλάσσιου μεταφορικού μέσου, η ναυτολόγηση των μελών του πληρώματος, η εκναύλωση του, η κάλυψη των υποχρεώσεων του πλοίου έναντι τρίτων, η λήψη των αποφάσεων σχετικά με την οικονομική εκμετάλλευση του πλοίου κ.λπ. Βλ. Δ. Μυλωνόπουλο, Δημόσιο και Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο (Έκδ. 2 η ), 2012, σελ. 85. 11 Βλ. Η. Τσάγκαρις, Κώδιξ Ιδιωτικού Ναυτικού Δίκαιου ερμηνεία κατ άρθρον, 1958, σελ. 17. 12 Στο γερμανικό δίκαιο ο πλοιοκτήτης χαρακτηρίζεται ως Reeder, ενώ στο Άγγλο-Σαξονικό δίκαιο χρησιμοποιείται ο όρος Shipowner (δεν υπάρχει η διάκριση μεταξύ του κυρίου του πλοίου και του πλοιοκτήτη). Βλ. Ν. Πουλάντζα, Ναυτικό Δίκαιο, Β Έκδοση Επαυξημένη, 2005, σελ. 48. 13 Βλ. Κ. Καραβά, Ελληνικόν Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, Τόμος Α, 1956, σελ. 93, Κ. Ρόκας, Ναυτικόν Δίκαιον, Ημίτομος Α, 1968, σελ. 154. 14 Βλ. Α. Αντάπασης, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, Πανεπιστημιακές παραδόσεις, 2016, σελ. 413. 15 Βλ. Ι. Ρόκα/ Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 67, ΑΠ 991/1991, ΕΝΔ 1992, σελ. 70 επ. 14
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ β) Κύριος του πλοίου 16 είναι εκείνος που έχει το εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας στο πλοίο και το δικαίωμα έχει εγγραφεί στο νηολόγιο. Και, φυσικά, μπορεί να είναι τόσο φυσικό όσο και νομικό πρόσωπο. Ωστόσο, κατά την έννοια του νόμου, για να είναι κάποιος κύριος του πλοίου πρέπει να συντρέχει και η αρνητική προϋπόθεση, να μην το εκμεταλλεύεται ο ίδιος, αλλά να αναθέτει την εκμετάλλευση του πλοίου σε άλλο πρόσωπο που ενδεχομένως γνωρίζει καλύτερα τη ναυτιλιακή αγορά. Αν υπάρχουν πολλοί κύριοι, τότε αυτοί είναι συγκύριοι εξ αδιαιρέτου και, εφόσον δεν το εκμεταλλεύονται, υφίσταται συγκυριότητα, που διέπεται από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την κοινωνία (άρθρα 785 επ. ΑΚ). Αντίθετα, αν οι συγκύριοι εκμεταλλεύονται το κοινό πλοίο, υφίσταται συμπλοιοκτησία, για την οποία γίνεται λόγος αναλυτικά στη συνέχεια 17. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι, ο κύριος του πλοίου δεν είναι έμπορος, καθώς μη εκμεταλλευόμενος το πλοίο του, δεν ενεργεί κατά σύνηθες επάγγελμα ναυτιλιακές εργασίες που είναι αντικειμενικώς εμπορικές πράξεις (άρθρο 1 ΕμπΝ και άρθρο 3 του β.δ. της 2/14 Μαΐου 1835 περί αρμοδιότητας Εμποροδικείων) 18. γ) Εφοπλιστής 19 είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο (εταιρία) 20 που εκμεταλλεύεται για δικό του λογαριασμό, πλοίο ξένης ιδιοκτησίας (άρθρο 105 παρ. 1 ΚΙΝΔ). Άρα, σ αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει πλοιοκτήτης, αλλά δημιουργείται η σχέση του εφοπλισμού. Σύμφωνα με το νόμο, για να υφίσταται εφοπλισμός, απαιτείται η χρησιμοποίηση ξένου πλοίου, η οποία μπορεί να στηρίζεται σε διάφορες σχέσεις, εμπράγματες (π.χ. σύσταση επικαρπίας επί πλοίου) ή ενοχικές (π.χ. σύναψη μισθωτικής σχέσης επί «γυμνού» πλοίου). Μπορεί να στηρίζεται, όμως, και σε απλή πραγματική κατάσταση 16 Στο γερμανικό δίκαιο, από όπου έλκει την καταγωγή η διάκριση αυτή στον ΚΙΝΔ, ο κύριος του πλοίου χαρακτηρίζεται ως Schiffseigentumer, ενώ στο Άγγλο-Σαξονικό δίκαιο, που δεν υπάρχει η διάκριση αυτή, χρησιμοποιείται ο ίδιος όρος Shipowner. Βλ. Ν. Πουλάντζα, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 47. 17 Βλ. Ι. Ρόκα/ Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 67-68. 18 Βλ. Ν. Πουλάντζα, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 47. 19 Ausruster κατά το γερμανικό δίκαιο, ενώ στο Άγγλο-Σαξονικό δίκαιο δεν υπάρχει καθιερωμένος όρος για τον εφοπλιστή. Σε διεθνείς όμως Συμβάσεις, όπου ενοποιείται το Common Law (ή δίκαιο των Άγγλο- Σαξονικών χωρών) και το Civil Law (ή δίκαιο των χωρών της ευρωπαϊκής κυρίως Ηπείρου) χρησιμοποιούνται στα αγγλικά οι νομικοί όροι Carrier ή Operator. Βλ. Ν. Πουλάντζα, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 48 με τις εκεί παραπομπές. 20 Περισσότερα πρόσωπα που εκμεταλλεύονται από κοινού ξένο πλοίο δεν αποτελούν συνεφοπλιστές αλλά είτε ορισμένο είδος εταιρίας είτε εφοπλιστές. Βλ. Ι. Ρόκα/ Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 69, Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 138-139 και τις εκεί παραπομπές. 15
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης (π.χ. τρίτος χρησιδεσπόζει νεμόμενος ξένο πλοίο) 21. Επιπλέον, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, η χρησιμοποίηση του ξένου πλοίου πρέπει να γίνεται για την ενέργεια ναυτιλιακών εργασιών με κερδοσκοπικό σκοπό 22. Συνεπώς, δεν είναι εφοπλιστής αυτός που χρησιμοποιεί πλοίο άλλου αποκλειστικά για ψυχαγωγικούς, εκπαιδευτικούς ή επιστημονικούς σκοπούς 23. Συγκεκριμένα, αυτός που κάνει χρήση ξένου πλοίου, πρέπει να έχει το πλοίο επαρκώς εξοπλισμένο, επανδρωμένο και γενικά σε κατάσταση κατάλληλη για την εκτέλεση με αυτό των ναυτιλιακών εργασιών, της ναυτιλιακής επιχείρησης που τον ενδιαφέρει 24, ενώ το ειδικότερο αντικείμενο της ναυτιλιακής επιχείρησης δεν έχει σημασία για την έννοια του εφοπλισμού. Αυτό μπορεί να είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων, η αλιεία, η ρυμούλκηση, η παροχή αρωγής κ.ά. 25 Τέλος, σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 105 παρ. 1 ΚΙΝΔ), ο εφοπλιστής εκμεταλλεύεται «δι εαυτόν» πλοίο που ανήκει σε άλλον. Βασική προϋπόθεση του εφοπλισμού είναι ότι ο εφοπλιστής έχει τη βούληση να ασκήσει και ασκεί για λογαριασμό του τη ναυτιλιακή επιχείρηση του πλοίου και εκτός της απολαβής των κερδών, επωμίζεται 21 Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 134-135 και τις εκεί παραπομπές, Κ. Ρόκας, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 156, Α. Μπεχλιβάνης, Παρατηρήσεις στην ΑΠ 1549/2006 Σχετικά με την ευθύνη του κυρίου του πλοίου, του πλοιοκτήτη και του εφοπλιστή, Αρμ. 2007, σελ. 550 επ. 22 Άρθρο 105 παρ. 1 ΚΙΝΔ που κάνει λόγο για εκμετάλλευση ξένου πλοίου (όχι χρησιμοποίηση) και υποδηλώνει κερδοσκοπική χρησιμοποίηση του. Βλ. Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π. σελ. 156, Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, Έκδοσις 2 α, 1979, σελ. 128., Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 136. Υποστηρίζεται και η άποψη ότι ο εφοπλισμός δεν προϋποθέτει αναγκαίως την ύπαρξη κέρδους κατά την εκτέλεση ναυτιλιακών εργασιών με ξένο πλοίο. Βλ. Φ. Ποταμιανό, Στοιχεία Ναυτικού Δικαίου, τεύχ. Β, 1966, σελ. 98, Β. Κιάντο, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, τεύχ. Α, 1975, σελ. 67. 23 Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 136 και Α. Αντάπαση, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 449. Υποστηρίζεται ότι εφοπλιστής είναι και ο μισθωτής του πλοίου, ο οποίος έχοντας τη ναυτική διεύθυνση του, το χρησιμοποίει για να μεταφέρει δικά του προϊόντα ή εμπορεύματα. Κατά την άποψη αυτή, η επιδίωξη του κέρδους, σ αυτή την περίπτωση, μπορεί να νοηθεί ευρύτερα και να περιλάβει και το οικονομικό όφελος που επιδιώκει αυτός που χρησιμοποιεί το πλοίο στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δράσης, ενόψει και του γεγονότος ότι ο ίδιος φέρει και τον οικονομικό κίνδυνο από τη θαλάσσια αυτή επιχείρηση. Βλ. Ι. Χαμηλοθώρη, Η ευθύνη του κυρίου του πλοίου για τις απορρέουσες από τον εφοπλισμό απαιτήσεις, Digesta 2005, σελ. 1 επ. και ιδίως σελ. 6. 24 Βλ. Α. Αντάπαση, Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 448-449. 25 Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 136, ΕφΠειρ 468/2011, ΕΝΔ 2012 σελ. 39. 16
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ απεριορίστως και τον οικονομικό κίνδυνο από την εκμετάλλευσή του 26. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να είναι εφοπλιστής ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή, ο πλοίαρχος, ο οποίος είναι υπάλληλος του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή 27 και χρησιμοποιεί το πλοίο όχι για τον εαυτό του, αλλά στο όνομα και για λογαριασμό αυτού που το εκμεταλλεύεται, στις οδηγίες του οποίου και οφείλει να υπακούει. Δεν μπορεί, επίσης, να είναι εφοπλιστής ο διαχειριστής του πλοίου ή της συμπλοιοκτησίας, ακόμα και όταν έχει την εμπορική διαχείριση του πλοίου, και αυτό γιατί εκμεταλλεύεται το πλοίο στο όνομα (συνήθως) και, πάντως, για λογαριασμό του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή 28. Η σχέση που συνδέει τον διαχειριστή με τον πλοιοκτήτη ή τον εφοπλιστή είναι μίσθωση ανεξάρτητων υπηρεσιών στην οποία εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις για την εντολή. Επομένως, έναντι των τρίτων, ο διαχειριστής είναι άμεσος αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη 29. Η ναυτιλιακή δραστηριότητα με την αγορά ενός ή περισσοτέρων πλοίων και με την εκμετάλλευσή τους για ίδιον λογαριασμό είτε άμεσα είτε με την ανάθεσή του σε άλλη 26 Βλ. Α. Αντάπαση, Ιδιωτικό Ναυτικό δίκαιο, ό.π., σελ. 452, Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π. σελ. 157, Ν. Ρόκα, Επιχείρηση Εφοπλιστείας, ΕΕμπΔ 1986 σελ. 665 επ. και ιδίως 666., ΕφΠειρ 110/2013, ΕΕμπΔ 2013, σελ.697, ΕφΠειρ 262/2012, ΕΕμπΔ 2013, σελ. 412, ΕφΠειρ 468/2011, ΕΕμπΔ 2012, σελ. 681, ΠΠρΠειρ 624/1994, ΕΕμπΔ 1995, σελ.471 επ. 27 Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 195. 28 Βλ. Φ. Ποταμιανό, Στοιχεία Ναυτικού Δικαίου, ό.π., σελ. 99, Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 137, Ι. Χαμηλοθώρη, Η ευθύνη του κυρίου του πλοίου για τις απορρέουσες από τον εφοπλισμό απαιτήσεις, ό.π., σελ. 6. Τα έννομα αποτελέσματα κάθε επιχειρούμενης ενέργειας από το διαχειριστή, μέσα στα πλαίσια της γενικής ή ειδικής εξουσίας του, αφορούν ευθέως τον πλοιοκτήτη, ο οποίος είναι το υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που απορρέουν από τη δράση του διαχειριστή και εκείνος ευθύνεται προς τους δανειστές του. Ο διαχειριστής έχει προσωπική ευθύνη μόνο όταν δεν δηλώνει ρητώς ότι ενεργεί για τον πλοιοκτήτη και δεν συνάγεται από τις περιστάσεις ότι επιχειρεί τη σχετική δικαιοπραξία στο όνομα και για λογαριασμό του, καθώς και όταν η δικαιοπραξία υπερβαίνει τα όρια εξουσίας του. Βλ. Ε. Κωνσταντινίδη, σε Εφαρμογές Εμπορικού Δικαίου, επιμέλεια Γ. Τριανταφυλλάκης, 2014, σελ. 1327, ΕφΠειρ 497/2013, ΕΕμπΔ 2013, σελ. 951. 29 Αναλυτικά για έννοια και τη νομική θέση του διαχειριστή βλ. Α. Αντάπαση, Εκμετάλλευση του πλοίου από τρίτο και προστασία των ναυτικών δανειστών, ό.π., σελ. 447 επ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 138, 364-367, ΕφΠειρ 497/2013, ΕΕμπΔ 2013, σελ. 950, ΕφΠειρ 77/2008, ΕΝΔ 2008, σελ. 211, ΕφΠειρ 574/2004, ΕΕμπΔ 2005, σελ. 373, ΕφΠειρ 940/2003, ΕπισκΕΔ 2004, σελ. 931. 17
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης εταιρία δεν προσδίδει από μόνη της την ιδιότητα του εφοπλιστή 30. Ο εφοπλιστής οφείλει να δηλώσει στη λιμενική αρχή του τόπου νηολόγησης του πλοίου, από κοινού 31 με τον κύριο του πλοίου, ότι θα εκμεταλλεύεται το πλοίο για δικό του λογαριασμό. Η δήλωση, περιλαμβάνουσα το όνομα, την ιθαγένεια και την κατοικία του εφοπλιστή, την διάρκεια της εκμεταλλεύσεως και τα χαρακτηριστικά του πλοίου (όνομα, σημαία, χωρητικότητα κ.λπ.), καταχωρίζεται στο νηολόγιο και σημειώνεται στο έγγραφο εθνικότητας του πλοίου (άρθρο 105 παρ. 2 ΚΙΝΔ). Έτσι, οπουδήποτε και αν βρίσκεται το πλοίο, υπάρχει τρόπος να ενημερώνονται εύκολα οι ενδιαφερόμενοι, σχετικά με την εφοπλιστική σχέση. Εάν δεν γίνει η δήλωση αυτή, παράγεται μαχητό τεκμήριο ότι ο κύριος του πλοίου εκμεταλλεύεται αυτό για δικό του λογαριασμό, ότι δηλαδή είναι πλοιοκτήτης. Το τεκμήριο αυτό, όπως προαναφέρθηκε, είναι μαχητό και μπορεί να α- ποκρουσθεί από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον, αν αυτός αποδείξει την εκμετάλλευση του πλοίου από τρίτο. Είναι δε ζήτημα πραγματικό, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ποιος πράγματι έχει την εκμετάλλευση του πλοίου, δηλαδή ο κύριος αυτού ή τρίτος 32. 2. Εταιρίες της ναυτιλίας Όπως αναφέρθηκε ήδη ανωτέρω, φορέας της ναυτιλιακής επιχείρησης είναι δυνατόν να είναι κάθε εμπορική εταιρία 33. Ωστόσο, η ναυτιλιακή δραστηριότητα παρουσιάζει ιδιαιτερότητες σε σχέση με τους λοιπούς κλάδους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Οι ιδιαιτερότητες αυτές αντικατοπτρίζονται και στον τρόπο οργάνωσης των ναυτιλιακών 30 Βλ. Ε. Κωνσταντινίδη, ό.π., 2014, σελ. 1325 και τις εκεί παραπομπές. 31 Γίνεται δεκτό, όμως, ότι η δήλωση μπορεί να υποβάλλεται και από τον ένα μόνο αρκεί να τη συνοδεύει έγγραφο από το οποίο προκύπτει η εφοπλιστική σχέση ή ακόμη να υποβληθούν από τον κύριο και τον εφοπλιστή χωριστές δηλώσεις. Βλ. Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 161 και Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 131-132, αντίστοιχα. 32 ΑΠ 689/2013, ΕΕμπΔ 2013, σελ. 947, ΑΠ 11 /2009 ΕΝΔ 2009 σελ. 1, ΑΠ 5/2009 ΔΕΕ 2009 σελ. 800, ΕφΠειρ 262/2012, ΕΕμπΔ 2013, σελ. 412 ΕφΠειρ 548/2010 ΕΝΔ 2011 σελ. 28, Εφ Πειρ 37/2011, ΕπισκΕΔ 2011, σελ. 476, ΕφΠειρ 832/2008 ΕΝΔ 2009 σελ. 13, ΕφΠειρ 820/2000, ΕΝΔ 2001, σελ. 152-157. 33 Οι ενδιαφερόμενοι αναζητούν τον ευνοϊκότερο για την άσκηση της ναυτιλιακής επιχείρησης τύπο, κυρίως από την άποψη ευθύνης απέναντι στους πολυάριθμους συνήθως δανειστές της. Βλ. Αλ. Κιάντου- Παμπούκη, Η προστασία των δανειστών στις ναυτιλιακές εταιρίες με παραμέριση της νομικής προσωπικότητας, Αρμ. 1993, σελ. 877 επ. 18
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ επιχειρήσεων. Για το λόγο αυτό, το ελληνικό δίκαιο έχει προβλέψει ορισμένους ειδικούς εταιρικούς τύπους, όπως τη συμπλοιοκτησία, την ναυτική εταιρία του Ν. 959/1979, την ειδική ναυτιλιακή εταιρία του άρθ. 13 ΝΔ 2687/1953 με την παραλλαγή αυτής (Ε.Ν.Ε.), την εταιρία επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία του Ν. 2843/2000 καθώς, και τη ναυτιλιακή εταιρία εκμετάλλευσης σκαφών αναψυχής του Ν. 3182/2003 με την παραλλαγή αυτής του Ν. 3790/2009, στους οποίους, οι δραστηριοποιούμενοι στην ναυτιλία, μπορούν να καταφύγουν προκειμένου να ικανοποιήσουν τις επιχειρηματικές τους ανάγκες. α. Συμπλοιοκτησία Η συμπλοιοκτησία αποτελεί, κατά την κρατούσα (σήμερα) 34 άποψη, ιδιάζουσα (sui generis) μορφή εμπορικής 35 εταιρίας 36, χωρίς νομική προσωπικότητα, που απαντάται μόνο στο ναυτιλιακό χώρο. Ως θεσμός, η συμπλοιοκτησία, ανατρέχει στην αρχαιότητα και έχει ως δικαιολογητική βάση τον επιμερισμό των επιχειρηματικών κινδύνων που εγκυμονεί η ναυτιλιακή δραστηριότητα 37. Ο ΚΙΝΔ ρυθμίζει τη συμπλοιοκτησία στα 34 Παλαιότερα, υποστηριζόταν η άποψη ότι η συμπλοιοκτησία αποτελεί κοινωνία δικαιώματος (άρθρα 785 επ. ΑΚ), καθώς απέδιδε ιδιαίτερη βαρύτητα στο στατικό (εμπράγματο) στοιχείο της συμπλοιοκτησίας ενώ παρέβλεπε εντελώς το δυναμικό της (συμβατικό) στοιχείο. Αναλυτικά για τη νομική φύση της συμπλοιοκτησίας βλ. Δ. Σιαμπάνη, Η νομική φύση της συμπλοιοκτησίας, Αρμεν. 1962, σελ. 291 επ. 35 Η συμπλοιοκτησία αποτελεί εμπορική εταιρία, επειδή έχει αντικείμενο την ενάσκηση ναυτιλιακών εργασιών με σκοπό το κέρδος, οι οποίες αποτελούν αντικειμενικά εμπορικές πράξεις. Βλ. Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, 2008, σελ. 41, Γ. Ποταμιανό, Η Συμπλοιοκτησία, 1972, σελ. 34, Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 138. Αντιθέτως, ο Κ. Παμπούκης, Ζητήματα της συμπλοιοκτησίας, Σύμμεικτα Τόμος Δ 1, 2001, σελ. 238, υποστηρίζει ότι η συμπλοιοκτησία δεν έχει την ιδιότητα του εμπόρου, επειδή δεν έχει νομική προσωπικότητα. 36 Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 147, Κ. Καραβά, Ελληνικόν Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 148, Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 206, Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 128, Γ. Ποταμιανό, Η Συμπλοιοκτησία, ό.π., σελ. 17, 69-70, Ι. Βελέντζα, Η συμπλοιοκτησία κατά τον ΚΙΝΔ εις Γενέθλιον Απόστολου Σ. Γεωργιάδη, Τόμος II, 2006, σελ. 1529 επ. και ιδίως 1532, Β. Γράβαρη, Η συμπλοιοκτησία εις τον κώδικα ιδιωτικού ναυτικού δικαίου, Ανάτυπον εκ της «Επιθεωρήσεως Εμπορικού Δικαίου» Τόμος ΙΒ (1961) σελ. 273-300, 1961, σελ. 279, ΑΠ 1157/1981 ΕΕμπΔ 1982, σελ. 610, ΑΠ 320/1966, ΕΕμπΔ 1967, σελ. 259, ΕφΑθ 4374/1972 ΕΕμπΔ 1973, σελ. 245. 37 Βλ. Δ. Μυλωνόπουλο, Δημόσιο και Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 86 και Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 129. 19
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης άρθρα 10-36 38. Οι διατάξεις αυτές έχουν ενδοτικό χαρακτήρα και μπορούν να τροποποιηθούν με έγγραφη συμφωνία (άρθρο 10) από τους ενδιαφερόμενους. Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 10 ΚΙΝΔ συμπλοιοκτησία υπάρχει, όταν οι συγκύριοι πλοίου 39 συνεκμεταλλεύονται αυτό. Συνεπώς, για να υπάρχει συμπλοιοκτησία, α- παιτούνται τρία στοιχεία: Πλοίο με την έννοια του άρθρου 1 ΚΙΝΔ, συγκυριότητα (φυσικών ή νομικών προσώπων) του πλοίου, που είναι το εμπράγματο, το στατικό στοιχείο της συμπλοιοκτησίας και τέλος, απαιτείται και συνεκμετάλλευση του πλοίου από τους συγκύριους για δικό τους λογαριασμό 40, η οποία δημιουργεί τον εταιρικό δεσμό της συμπλοιοκτησίας (δυναμικό στοιχείο της συμπλοιοκτησίας). Καθένας από τους συμπλοιοκτήτες, έχει το ποσοστό του επί του πλοίου, που ονομάζεται μερίδα. Στην έννοια της μερίδας πέρα από το ποσοστό συγκυριότητας, ενσωματώνονται όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που δημιουργούνται κατά την παραγωγική λειτουργία της εταιρίας (π.χ. δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη, δικαίωμα ψήφου, υποχρέωση συμπληρωματικών εισφορών κ.λπ.) 41. Η ιδρυτική σύμβαση της συμπλοιοκτησίας είναι άτυπη 42 και δεν υπόκειται σε δημοσιότητα. Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να προσδιορισθεί το ακριβές χρονικό σημείο 38 Συμπληρωματικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την κοινωνία (άρθρα 785-805) και για την αστική εταιρία (άρθρα 741-784). 39 Ενός ορισμένου πλοίου, ενώ εάν δύο ή περισσότεροι είναι συγκύριοι διαφόρων πλοίων που τα εκμεταλλεύονται από κοινού, τότε υφίστανται τόσες συμπλοιοκτησίες όσες και τα πλοία. Βλ. Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 202, Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 137, Β. Κιάντο, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 139, Δ. Καμβύση, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, 1982, σελ. 66. 40 Αν δεν υπάρχει το στοιχείο του «κοινού λογαριασμού», δηλ. αν κάποιος από τους συγκύριους δεν μετέχει στη συνεκμετάλλευση ή μετέχει τρίτος μη συγκύριος δεν θα πρόκειται για συμπλοιοκτησία. Περαιτέρω, όταν η συνεκμετάλλευση πραγματοποιείται από ορισμένους μόνο συγκύριους αλλά για λογαριασμό όλων των υπολοίπων, θα πρόκειται για συμπλοιοκτησία. Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 150, Κ. Παμπούκη, Ζητήματα της συμπλοιοκτησίας, ό.π., σελ. 225. 41 Για το περιεχόμενο της μερίδας συμπλοιοκτησίας βλ. Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 132 επ., Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, ό.π., σελ. 111 επ. 42 Ενώ μπορεί να καταρτιστεί και σιωπηρώς εάν συνάγεται π.χ. από το γεγονός ότι οι συγκύριοι ανέχονται την εκμετάλλευση του πλοίου από έναν εξ αυτών για κοινό λογαριασμό. ΕφΘεσ 456/1993, ΕΕμπΔ 1995, σελ. 477 επ. Έγγραφο απαιτείται μόνο όταν οι ενδιαφερόμενοι θέλουν να παρεκκλίνουν από τις ρυθμίσεις του νόμου (άρθρο 10 ΚΙΝΔ). Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 150 και τις εκεί παραπομπές, Γ. Ποταμιανό, Η Συμπλοιοκτησία, ό.π., σελ. 73. 20
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ σύστασης του εταιρικού δεσμού και συνακόλουθα η έναρξη ύπαρξης της συμπλοιοκτησίας. Τούτο, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο ορισμένων κρίσιμων ρυθμίσεων του ΚΙΝΔ (π.χ. σύμφωνα με το άρθρο 18 ΚΙΝΔ, οι δικαιοπραξίες που καταρτίζει ο διαχειριστής ενεργούν αμέσως «υπέρ» και κατά των συμπλοιοκτητών), οδήγησε στην άποψη που κυριάρχησε, ότι η συμπλοιοκτησία δεν είναι εφοδιασμένη με νομική προσωπικότητα 43. Περαιτέρω, αυτό σημαίνει ότι δεν έχει ικανότητα δικαίου (άρθρα 18 και 16 παρ. 2 ΚΙΝΔ), δηλαδή όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις συνδέονται με τα μέλη της συμπλοιοκτησίας και όχι με την ίδια την ένωση. Από την άλλη πλευρά, η συμπλοιοκτησία μπορεί να διεξάγει δίκες, όχι επειδή διαθέτει ικανότητα διαδίκου, αλλά επειδή νόμος παρέχει τέτοιο δικαίωμα στις ενώσεις χωρίς νομική προσωπικότητα κατ άρθρο 62 ΚΠολΔ 44. Εξάλλου, ο διαχειριστής εκπροσωπεί τα κατ ιδίαν μέλη της ένωσης και όχι την ίδια την ένωση 45. Η συμπλοιοκτησία δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, και αυτό γιατί παρόλο που έχει την εμπορική ιδιότητα, στερείται νομικής προσωπικότητας με άμεση συνέπεια να καθίσταται αδύνατη η πτώχευσή της, επειδή δεν συντρέχει η δεύτερη ουσιαστική προϋπόθεση για την κατάφαση της πτωχευτικής ικανότητας 46. Αντίθετα αποτελεί αντικείμενο πτώχευσης η μερίδα συμπλοιοκτησίας του συμπλοιοκτήτη που πτώχευσε, η οποία υπάγεται στην πτωχευτική περιουσία του τελευταίου 47. Δεδομένου ότι η συμπλοιοκτησία στερείται νομικής προσωπικότητας, όλα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που δημιουργούνται κατά την παραγωγική διαδικασία 43 Βλ. Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 129, Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 207, Κ. Παμπούκη, Δίκαιο εμπορικών εταιριών, Γενικόν μέρος, 1979, σελ. 392-395, Γ. Ποταμιανό, Η Συμπλοιοκτησία, ό.π., σελ. 65 επ., Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 148-149 και ΑΠ 1157/1981, ΕΝΔ 1982, σελ. 410. 44 Παρόμοια, η συμπλοιοκτησία μπορεί να είναι διάδικος σε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, είτε ενεργητικά ως επισπεύδουσα, είτε παθητικά ως καθ ης, κατ άρθρο 951 παρ. 1 εδ. β ΚΠολΔ. Όταν λοιπόν, γίνεται λόγος για επίσπευση εκτέλεσης στην «περιουσία» της συμπλοιοκτησίας, αυτή νοείται επί των μερίδων των συμπλοιοκτητών, αφού η ίδια η ένωση δεν διαθέτει περιουσία. Αναλυτικά βλ. Ι. Μπρίνια, Εκτέλεσις υπέρ ή κατά συμπλοιοκτησίας, ΕΝΔ 1982, σελ. 432-436, Κ. Παμπούκη, Ζητήματα της συμπλοιοκτησίας, ό.π., σελ. 233 επ. 45 Βλ. Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, ό.π., σελ. 33-34. 46 Βλ. Λ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο (9 η έκδ.), 2016, σελ. 137, Σ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό δίκαιο & Δίκαιο ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων (ΣΤ Έκδοση), 2016, σελ. 42. 47 Βλ. Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, ό.π., σελ. 41-42. 21
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης ανήκουν προσωπικά στα μέλη. Κατά ρητή επιταγή της διάταξης του άρθρου 25 ΚΙΝΔ, η ευθύνη έναντι τρίτων στο πλαίσιο της «εξωτερικής σχέσης» της συμπλοιοκτησίας βαρύνει αποκλειστικά τα μέλη της συμπλοιοκτησίας. Ειδικότερα, η ευθύνη των συμπλοιοκτητών κατ άρθρο 25 ΚΙΝΔ παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: α) είναι άμεση, δηλαδή τα μέλη ευθύνονται προσωπικά απέναντι στους δανειστές τρίτους και όχι απέναντι στην εταιρία για καταβολή συμπληρωματικών εισφορών, β) είναι σύμμετρη, δηλαδή τα μέλη ευθύνονται για τα εταιρικά χρέη κατά το λόγο των μερίδων τους 48, γ) είναι απεριόριστη, δηλαδή τα μέλη ευθύνονται με ολόκληρη την περιουσία τους και όχι με τη μερίδα τους επί του πλοίου και μόνο 49 και είναι και δ) πρωτογενής και όχι επικουρική, δηλ. ο δανειστής τρίτος δεν είναι υποχρεωμένος να στραφεί πρώτα εναντίον της συμπλοιοκτησίας, προκειμένου να ικανοποιηθεί 50. Οι δανειστές, τέλος, δεν είναι υποχρεωμένοι να επιδιώξουν την ικανοποίησή τους από το κοινό πλοίο 51. Η διαχείριση εν ευρεία έννοια ασκείται από όλους τους συμπλοιοκτήτες συλλογικά (άρθρα 11 και 13 ΚΙΝΔ) 52 με δυνατότητα διορισμού διαχειριστή 53 (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) και μπορεί να είναι εταίρος ή τρίτος (άρθρο 13 ΚΙΝΔ). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 ΚΙΝΔ, ο διορισμός, η παραίτηση ή η ανάκληση του διαχειριστή υπόκειται σε δημοσιότητα, δηλαδή καταχώριση στο νηολόγιο και μόνο μετά τη σχετική καταχώριση στο νηολόγιο αντιτάσσεται κατά των τρίτων. Ο διαχειριστής εκπροσωπεί τους συμπλοιοκτήτες και έχει την εξουσία να προβαίνει σε κάθε συμφυή δικαιοπραξία με τη διαχείριση της συμπλοιοκτησίας (άρθρα 16 παρ. 1 και 2 και 18 ) 54, υποχρεούται 48 Βλ. ΕφΠειρ 837/1993, ΑρχΝ 1994, σελ. 684, ΕφΠειρ 801/1992, ΕΕμπΔ 1993, σελ. 452, ΕφΠειρ 338/1980, ΠειρΝ 1980, σελ. 192, ΕφΑθ 4622/1973, ΕΝΔ 1974, σελ. 9, ΠΠΠειρ 396/1979, ΠειρΝ 1979, σελ. 465. 49 Δηλαδή υπέγγυα είναι η ατομική περιουσία του καθενός για το χρέος που αναλογεί στη μερίδα του. Βλ. ΠΠΠειρ 12/1974, ΕΝΔ 1974, σελ. 428. 50 ΑΠ 1459/1988, ΕΝΔ 1990, σελ. 125. 51 Βλ. Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, ό.π., σελ. 104, 107-109. 52 ΑΠ 932/1982, ΕΝΔ 1983, σελ. 183. 53 Με τους εξής τρόπους: 1) εντός της ιδρυτικής έγγραφης σύμβασης, η οποία καταρτίζεται από όλους τους συμπλοιοκτήτες, 2) μετά την ίδρυση με έγγραφη σύμβαση, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι συμπλοιοκτήτες, 3) με απόφαση των συμπλοιοκτητών σύμφωνα με απόλυτη πλειοψηφία και 4) με απόφαση δικαστηρίου, εάν δεν επιτευχθεί πλειοψηφία οπότε και διορίζεται προσωρινός διαχειριστής. 54 Αναλυτικά για την έκταση και το περιεχόμενο της διαχειριστικής εξουσίας του διαχειριστή βλ. Βλ. Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, ό.π., σελ. 69 επ., 22
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ δε να τηρεί τα οριζόμενα στο νόμο βιβλία (άρθρο 22 ΚΙΝΔ) και να λογοδοτεί οποτεδήποτε το ζητήσει η πλειοψηφία και οπωσδήποτε μία φορά το χρόνο (άρθρα 23 παρ. 1 ΚΙΝΔ). Το λειτούργημα του διαχειριστή παύει με το θάνατο, την απώλεια της δικαιοπρακτικής ικανότητας και την κήρυξή του σε πτώχευση, με την ανάκληση και την παραίτησή του 55. Η συμπλοιοκτησία λύεται εάν εκλείψει για οποιονδήποτε λόγο μία από τις δύο προϋποθέσεις του άρθρου 10 ΚΙΝΔ. Ειδικότεροι λόγοι λύσης της συμπλοιοκτησίας είναι π.χ. 1) η φυσική «αλλοίωση» της υπόστασης του πλοίου, ώστε το υλικό κατασκεύασμα να μην εμπίπτει στην έννοια που καθορίζει ο ΚΙΝΔ (π.χ. εάν το πλοίο καταστραφεί, βυθιστεί ή διαλυθεί) 56, 2) η απώλεια του δικαιώματος κυριότητας στο πλοίο, η οποία μπορεί να είναι εκούσια (εκποίηση πλοίου) ή ακούσια (πλειστηριασμός πλοίου ως συνέπεια αναγκαστικής κατάσχεσης ορισμένου δανειστή) 57 3) η παραχώρηση σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 85 επ. ΚΙΝΔ, 4) η εγκατάλειψη του πλοίου στον ασφαλιστή, η οποία πραγματοποιείται με μονομερή δήλωση (διαπλαστικό δικαίωμα) 58 σύμφωνα με το άρθρο 280 ΚΙΝΔ κ.ά. 59 Αντίθετα, η συμπλοιοκτησία δεν λύεται 60 λόγω θανάτου ενός εκ των συμπλοιοκτητών, λόγω πτώχευσης μέλους ή περιέλευσης σε ανικανότητα προς δικαιοπραξία μέλους (η συμπλοιοκτησία συνεχίζεται από τους λοιπούς εταίρους και στις δύο περιπτώσεις). Επίσης, η συμπλοιοκτησία δεν λύεται με καταγγελία 61 και με μετατροπή της συμπλοιοκτησίας σε εταιρία του κοινού δικαίου 62. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, μπορούν τα μέλη με έγγραφη συμφωνία να ορίσουν διαφορετικά. Μετά τη λύση της συμπλοιοκτησίας ακολουθεί εκκαθάριση, ως προς την οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΑΚ Βλ. Α. Αντάπαση, Εκμετάλλευση του πλοίου από τρίτο και προστασία των ναυτικών δανειστών, ό.π., σελ. 441 επ. 55 Βλ. Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 160-161, Κ. Ρόκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 232, Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 159. 56 Βλ. Λ. Γεωργακόπουλο, Ναυτικό Δίκαιο, 2006, σελ. 399. 57 Βλ. Γ. Ποταμιανό, Η Συμπλοιοκτησία, ό.π., σελ. 144, Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 162. 58 Βλ. Ν. Δελούκα, Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 166, Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 123. 59 Αναλυτικά για τους λόγους λύσης της συμπλοιοκτησίας βλ. Γ. Θεοχαρίδη, Η συμπλοιοκτησία ως νομικό μόρφωμα ενάσκησης ναυτιλιακής δράσης, ό.π., σελ. 159 επ. 60 Βλ. Η. Τσάγκαρις, Κώδιξ Ιδιωτικού Ναυτικού Δίκαιου, ό.π., σελ. 108-109. 61 Βλ. Δ. Καμβύση, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, ό.π., σελ. 97. 62 Βλ. Βλ. Λ. Γεωργακόπουλο, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 99. 23
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης (άρθρα 777 επ.) που αρμόζουν στη φύση της συμπλοιοκτησίας 63. β. Ναυτική εταιρία Η ναυτική εταιρία (ΝΕ), που αποτελεί και το ιδιαίτερο αντικείμενο της παρούσας μελέτης, εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με το Ν. 959/1979 «περί ναυτικής εταιρίας» 64, ο οποίος τροποποιήθηκε με τους Ν. 1892/1990 (άρθρο 55 παρ. 1 και 2) και 2987/2002 (άρθρα 1 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 10), και στοχεύει στη διευκόλυνση της λειτουργίας της εφοπλιστικής επιχείρησης με ένα θεσμό απλό και εύκαμπτο. Αποτελεί τη σπουδαιότερη μορφή νομικού προσώπου εκμετάλλευσης του πλοίου προσφέροντας στους Έλληνες πλοιοκτήτες πλεονεκτήματα (π.χ. δυνατότητα της ΝΕ να συμβάλλεται με ιδρυτές, μετόχους, μέλη του διοικητικού της συμβουλίου, συμμετοχή μελών διοικητικού συμβουλίου της ΝΕ σε διοικητικά συμβούλια άλλων ΝΕ, φορολογικά πλεονεκτήματα κ.λπ.) σε σχέση με την ανώνυμη εταιρία, καθιστώντας την έτσι ένα ιδιαίτερα ελκυστικό μόρφωμα για μια ναυτιλιακή επιχείρηση 65. Η εταιρία αυτή είχε σημαντική επιτυχία στην πράξη, παρ όλες τις αρχικές επικρίσεις, αφού από το 1979 μέχρι σήμερα συστήθηκαν πάνω από 3.500 εταιρίες αυτού του είδους 66. γ. Ειδική ανώνυμος ναυτιλιακή εταιρία - Ειδική ναυτική επιχείρηση Ως «Ειδικές Ανώνυμες Ναυτιλιακές Εταιρίες» νοούνται οι ανώνυμες εκείνες εταιρίες, στις οποίες έχει παρασχεθεί με αποφάσεις των αρμοδίων υπουργών η άδεια θέ- 63 Βλ. Βλ. Λ. Γεωργακόπουλο, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 107, Γ. Ποταμιανό, Η Συμπλοιοκτησία, ό.π., σελ. 164-165, Ι. Βελέντζα, Η συμπλοιοκτησία κατά τον ΚΙΝΔ, ό.π., σελ. 1529 επ. και ιδίως 1557. 64 Maritime company. Βλ. L. Kotsiris, Greek Law on partnerships and corporations (4 th edition), 2013, σελ. 233. 65 Βλ. Ν. Λίτινα, Η σημασία των ναυτικών εταιρειών για την ελληνική ναυτιλία και το Βόρειο Αιγαίο σε Ναυτική Εταιρία- Σύγχρονα Ζητήματα (επιμ. Κ. Παμπούκης), 2003, σελ. 9 επ. και ιδίως σελ. 10. 66 Βλ. Ν. Πουλάντζα, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 65, Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Η ναυτική εταιρία και η σχέση της με την ανώνυμη εταιρία σε Ναυτική Εταιρία Σύγχρονα ζητήματα (επιμ. Κ. Παμπούκης), 2003, σελ. 16 επ. και ιδίως σελ. 27. 24
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ σεως πλοίου υπό ελληνική σημαία ως «εισαγωγή κεφαλαίου εξωτερικού», κατ εφαρμογή του άρθρου 13 ΝΔ 2687/1953 67. Η διαμορφωθείσα στην πράξη 68 «ειδική ανώνυμη ναυτιλιακή εταιρία», λειτουργεί κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της νομοθεσίας των ανωνύμων εταιριών και έχει τα εξής κυριότερα χαρακτηριστικά 69 : 1) στην επωνυμία της πρέπει να αναφέρονται οι λέξεις «Ειδική Ανώνυμος Ναυτιλιακή Εταιρία», 2) αποκλειστικός σκοπός είναι η ιδιοκτησία και εκμετάλλευση πλοίων, που νηολογήθηκαν υπό ελληνική σημαία βάσει του άρθρου 13 ΝΔ 2687/1953, 3) το κεφάλαιο της εταιρίας δεν υπόκειται σε δεσμεύσεις, μπορεί να εκφράζεται σε ξένο νόμισμα, να εξάγεται ή να καταβάλλεται στην αλλοδαπή, 4) οι μετοχές της εταιρίας μπορεί να είναι ανώνυμες, μπορούν να εξαχθούν στο εξωτερικό αλλά απαγορεύεται η εισαγωγή τους στο Χρηματιστήριο, 5) η εκτίμηση της αξίας του εισφερόμενου πλοίου πρέπει να συντελείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών, από την υποβολή της σχετικής αίτησης, 6) το ΔΣ της εταιρίας μπορεί να συνεδριάζει και στην αλλοδαπή, αν το επιθυμούν όλοι οι σύμβουλοι, 7) η ΓΣ των μετόχων υπόκειται στις διατυπώσεις του ΚΝ 2190/1920 και συνέρχεται στην έδρα της εταιρίας, αλλά μπορεί να συνεδριάσει έγκυρα χωρίς διατυπώσεις και εκτός της έδρας της εταιρίας, με σύμφωνη απόφαση όλων των μετόχων, 8) η εταιρία μπορεί να τηρεί τα λογιστικά της βιβλία και να συντάσσει τους ισολογισμούς της στο νόμισμα που εκφράζεται το μετοχικό της κεφάλαιο και τέλος 9) δεν υπάρχουν περιορισμοί για τον σχηματισμό αποθεματικών ή την διανομή υποχρεωτικού μερίσματος κατά την διανομή των κερδών. 67 Βλ. Λ. Γεωργακόπουλος, Η «Ανώνυμος Ναυτική Εταιρία» και το περί αυτής σχέδιον νόμου του Υ- πουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, ΝοΒ 1979, σελ. 369 επ., ΑΠ 35-36/1996 (Ολομ.), ΕλΔ 1997, σελ. 37 επ., ΑΠ 22/1994 (Ολομ.), ΕΝΔ 1995, σελ. 281 επ., ΑΠ 11/1995, ΝοΒ 1996, σελ. 184 επ. 68 Βλ. Γ. Ρουσσάκη, Η ανώνυμος εταιρία και η ειδική ανώνυμος ναυτιλιακή εταιρία, 1965, σελ. 310, Αλ. Κιάντου-Παμπούκη, Ναυτικό Δίκαιο ό.π., σελ. 167, Α. Καλαντζή, Ναυτική Εταιρεία (ερμηνεία κατ άρθρο του Ν. 959/1979), 1990, σελ. 8. 69 Βλ. Α. Καλαντζή, Ναυτική Εταιρεία, ό.π., σελ. 8-9, Γ. Ρουσσάκη, Η ανώνυμος εταιρία και η ειδική ανώνυμος ναυτιλιακή εταιρία, ό.π., σελ. 310. 25
Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ως εταιρικός θεσμός άσκησης της ναυτιλιακής επιχείρησης Ο θεσμός της Ειδικής Ναυτικής Επιχειρήσεως (Ε.Ν.Ε.) 70 εισήχθη δια των εγκριτικών πράξεων για πρώτη φορά το 1992 με τον όρο 16 71. Αποκλειστικός σκοπός της είναι η πλοιοκτησία του πλοίου για το οποίο εξεδόθη η συγκεκριμένη εγκριτική πράξη ή άλλων πλοίων νηολογημένων κατά τις διατάξεις του άρθρου 13 του ΝΔ 2687/1953. Η Ε.Ν.Ε. αποκαθιστά το γνήσιο δεσμό μεταξύ πλοίου και ελληνικής σημαίας χωρίς να υστερεί σε τίποτα από την απλότητα και την ευχρηστία των αλλοδαπών εταιριών τις οποίες έχει συνηθίσει η ελληνική ναυτιλία. Η σύσταση της Ε.Ν.Ε. προϋποθέτει την έκδοση και την δημοσίευση στο ΦΕΚ της εγκριτικής πράξης που εκδίδεται για τη νηολόγηση συγκεκριμένου πλοίου. Δεδομένου, όμως, ότι για τη δημοσίευση της εγκριτικής πράξης στο ΦΕΚ μεσολαβεί διάστημα έως και δύο μηνών από την έγκριση της υπογραφής της (και τη νηολόγηση του πλοίου), είναι απαραίτητο να νηολογηθεί το πλοίο πρώτα στο όνομα της αλλοδαπής εταιρίας και στη συνέχεια, αφού δημοσιευθεί η εγκριτική πράξη στο ΦΕΚ και συσταθεί η Ε.Ν.Ε., να μεταβιβασθεί το πλοίο από την αλλοδαπή εταιρία στην Ε.Ν.Ε. δ. Εταιρία επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία Με το Ν. 2843/2000 (άρθρα 10 επ.), όπως ισχύει μετά από σειρά τροποποιήσεων, θεσπίστηκαν νομοθετικά οι ανώνυμες εταιρίες επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία (Ε.Ε.Π.Ν.). Η Ε.Ε.Π.Ν. 72 είναι μια ειδική μορφή ανώνυμης εταιρίας χαρτοφυλακίου (Α.Ε.Ε.Χ.) με αποκλειστικό σκοπό, καθ όλη τη διάρκειά της, την πραγματοποίηση επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία (άρθρο 11 παρ. 1 Ν. 2843/2000, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 3 Ν. 2992/2002.), το χαρτοφυλάκιο της οποίας απαρτίζεται, κατά κύριο λόγο, από μετοχές ανωνύμων εταιριών που είναι 70 Ο όρος δεν ανταποκρίνεται σε κάποια ορισμένη νομική μορφή (ελληνική ή αλλοδαπή), και δύναται να περιλαμβάνει κάθε μορφή ναυτιλιακής επιχείρησης, Κατ αποτέλεσμα, η Ε.Ν.Ε. είναι τρόπος καθορισμού ότι τα χορηγούμενα προνόμια την παρακολουθούν σε κάθε μετατροπή της, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο. Βλ. Λ. Γεωργακόπουλο, Ναυτικό Δίκαιο, ό.π., σελ. 25. 71 Βλ. Γ. Ησαΐα, Ειδική Ναυτική Επιχείρησις, ΕΝΔ 2010, σελ. 1 επ., Ι.Μ. Δανιόλο, Η νομική αξιολόγηση των εγκριτικών πράξεων νηολόγησης πλοίων κατά το άρθρο 13 του Ν.Δ. 2687/1953 εις τον αναμνηστικό τόμο καθηγητή Αντωνίου Μ. Αντάπαση, 2013 σελ. 547 επ. και ιδίως 573. 72 Για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που παρουσιάζει η Ε.Ε.Π.Ν. βλ. Π. Περιβολάρη, Σύγκριση ανώνυμης εταιρίας και εταιρίας επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία, ΕΝΔ 2001, σελ. 97 επ. 26
ΕΛΙΝΑ Χ. ΤΣΟΥΓΚΟΥΖΙΔΟΥ πλοιοκτήτριες φορτηγών ποντοπόρων πλοίων 73 (άρθρο 12 παρ. 1 Ν. 2843/2000, όπως αυτό αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 5 παρ. 6 Ν. 2992/2002 κι εν συνεχεία με το άρθρο 31 παρ. 2 Ν. 3556/2007) 74. Η Ε.Ε.Π.Ν., όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, παρίσταται ως ειδική μορφή ανώνυμης εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου 75 και διέπεται κατ αρχήν από τα άρθρα 11, 12, 14, 18, 20 και 23 Ν. 2843/2000, συμπληρωματικώς δε από τις διατάξεις του ΚΝ 2190/1920 και τις διατάξεις του Ν. 3371/2005 76, οι οποίες μάλιστα υπερισχύουν ως ειδικές απέναντι σ εκείνες του ΚΝ 2190/1920. Το κεφάλαιο της Ε.Ε.Π.Ν. ανέρχεται τουλάχιστον σε 29.350.000 ευρώ και καταβάλλεται ολοσχερώς κατά την ίδρυσή της (άρθρο 11 παρ. 3, όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 4 ν.2992/2002). Το ενεργητικό της εν λόγω εταιρίας επενδύεται υποχρεωτικά (άρθρο 12 παρ. 1, όπως αυτό αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 5 παρ. 6 Ν. 2992/2002 και στη συνέχεια με το άρθρο 21 παρ. 2 Ν. 3556/2007) ως εξής: «(α) Στο σύνολο των μετοχών και των ψήφων πλοιοκτητριών εταιριών τεσσάρων τουλάχιστον φορτηγών ποντοπόρων πλοίων. Η αξία κάθε επένδυσης δεν επιτρέπεται να υ- περβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της Ε.Ε.Π.Ν.. Στις παραπάνω πλοιοκτήτριες εταιρίες μπορούν να περιλαμβάνονται εταιρίες των οποίων ποντοπόρα πλοία βρίσκονται υπό ναυπήγηση. Οι ανωτέρω μετοχές είναι δυνατόν να ανήκουν στην Ε.Ε.Π.Ν. είτε απευθείας είτε μέσω εταιριών χαρτοφυλακίου των οποίων το 100% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στην Ε.Ε.Π.Ν., (β) Σε μετρητά, τραπεζικές καταθέσεις και πιστωτικούς τίτλους ισοδύναμης ρευστότητας. Οι επενδύσεις της Ε.Ε.Π.Ν. των ανωτέρω περιπτώσεων (α) και (β) δεν μπορεί να υπολείπονται του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της. Το υπόλοιπο είκοσι πέντε τοις εκατό ( 25%) του ενεργητικού δύναται να 73 «Ως ποντοπόρα πλοία για τις ανάγκες του παρόντος νόμου θεωρούνται μόνο τα πάσης φύσεως φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) κόρων». Άρθρο 11 παρ.2 Ν. 2843/2000, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 παρ.1 Ν. 3556/2007. 74 Βλ. Κ Παμπούκη, Εταιρίες επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία, Ναυτιλία και Χρηματιστήριο, 2008, σελ. 169 επ. και Β. Τουντόπουλο, Εισαγωγή ναυτιλιακών επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών (ΧΑ), Ναυτιλία και Χρηματιστήριο, 2008, σελ. 41 επ. και ιδίως σελ. 53-55. 75 Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου διέπεται κατ αρχήν από τ άρθρα 27-40 Ν. 3371/2005 και συμπληρωματικώς από τις διατάξεις του ΚΝ 2190/1920. Εφαρμόζονται, επίσης, ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 23 παρ. 1-3 Ν. 4099/2012 που προβλέπουν την θέσπιση Κανονισμού Συμπεριφοράς για τις εταιρίες διαχείρισης. 76 Ο Ν. 3371/2005 «Ελάχιστες προϋποθέσεις εισαγωγής κινητών αξιών σε οργανωμένες αγορές» αποτελεί εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς την ομώνυμη οδηγία 2001/34/ΕΚ. 27