ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Περὶ ψυχῆς Α

Σχετικά έγγραφα
δοκε ῖ δ ὲ κα ὶ πρὸς ἀλήθειαν ἅπασαν ἡ γνῶσις αὐτῆς μεγάλα συμβάλλεσθαι, μάλιστα δ ὲ πρὸς τὴν

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

Διδαγμένο κείμενο. Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Α1,1/Γ1,2/Γ1,3-4/6/12)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Α. «Ἐπεί δ ἡ πόλις τῶν συγκειµένων τοῖς ἀπό συµβόλων κοινωνοῦσι»:να µεταφράσετε το απόσπασµα που σας δίνεται. Μονάδες 10 Β. Να γράψετε σ

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΟΙΟΥΝΤΟΣ ΠΥΡΡΩΝ Ο ΗΛΕΙΟΣ

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2015 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ. Αριστοτέλη «Πολιτικά»

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ (Β1, 1-4) Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς,

Μια ερμηνεία του Πλατωνικού Σοφιστή υπό το πρίσμα των σύγχρονων σημασιολογικών σχέσεων. Διεπιστημονικό Συνέδριο: Ιστορία της Πληροφορίας 1

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

Αισθητική. Ενότητα 6: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙΙ. Όνομα Καθηγητή : Καλέρη Αικατερίνη. Τμήμα: Φιλοσοφίας

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Αρχαία Ελληνικά ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ

ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ - ΑΣΥΜΜΕΤΡΑ ΜΕΓΕΘΗ

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους Πολιτικά Θ 2.1-4

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Πρώτη Φιλοσοφία (Μετὰ τὰ Φυσικά) τοῦ Ἀριστοτέλους

Δειγματική Διδασκαλία του αδίδακτου αρχαιοελληνικού κειμένου στη Β Λυκείου με διαγραμματική παρουσίαση και χρήση της τεχνολογίας

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

Αισθητική. Ενότητα 2: Ποίηση και τέχνη: Πλάτωνος Ίων (α) Όνομα Καθηγητή : Αικατερίνη Καλέρη. Τμήμα: Φιλοσοφίας

Σε μια περίοδο ή ημιπερίοδο σύνθετου λόγου οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

Σημείο Επίπεδο ο χώρος η ευθεία η έννοια του σημείου μεταξύ δύο άλλων σημείων και η έννοια της ισότητας δύο σχημάτων.

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Α. Διδαγμένο κείμενο : Ηθικά Νικομάχεια Αριστοτέλους ( Β1, 5-7 & 7-8 )

Η KΑΚΟΜΕΤΑΧΕΙΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΗ ΠΕΡΙ ΥΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΑ. Μιχαήλ Μανωλόπουλος

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

ΕΚΦΡΑΣΗ ΕΚΘΕΣΗ Α ΛΥΚΕΙΟΥ επιμέλεια: Ειρήνη Καλτσά ΤΡΟΠΟΙ ΠΕΙΘΟΥΣ. ΠΟΤΕ; Όταν στόχος είναι η απόδειξη μιας θέσης/άποψης.

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια (Β1, 1-3 και Β6, 1-4)

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΣΤΟ

ΣΤΑΔΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Το αντικείμενο [τα βασικά]

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ AΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Α. Διδαγμένο κείμενο : Πολιτικά Αριστοτέλους ( Α2,15-16) &( Γ1, 1-2/3-4/6/12 )

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΛΠ22 ΤΡΙΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΟΤΥΠΗ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 2 ΙΟΥΝΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΠΘ. Χαρά Χαραλάμπους Τμήμα Μαθηματικών ΑΠΘ. Ιστορία των Μαθηματικών Εαρινό Εξάμηνο 2014

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

ΑΡΧΗ & ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

ΚΕΙΜΕΝΟ: Υπερείδης, Επιτάφιος, 23-26

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΣΤΟ «ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ» ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΘΩΜΑ ΑΚΙΝΑΤΗ

ἐκτὸς ἐπ ἀσπαλάθων κνάµπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σηµαίνοντες ὧν ἕνεκά τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐµπεσούµενοι ἄγοιντο.» Α. Από το κείµενο που

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 6

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

Προβολές στον Αριστοτελικό Συλλογισμὸ

Αριστοτέλη "Ηθικά Νικομάχεια" μετάφραση ενοτήτων 1-10 Κυριακή, 09 Δεκέμβριος :23 - Τελευταία Ενημέρωση Δευτέρα, 16 Σεπτέμβριος :21

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Γ ΓΥΜΝΑΙΟΥ

Η ΠΟΡΕΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2011

Η φιλοσοφία και οι επιστήμες στα Αρχαϊκά χρόνια. Μαριάννα Μπιτσάνη Α 2

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Ἠθικὰ Νικομάχεια Β 6, 1-4 / 14-16

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ 11 ΕΝΟΤΗΤΑ 12

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἀριστοτέλους, Ἠθικὰ Νικομάχεια Β 6, 9-13

Α1. Β1. λόγον ἔχον άλογον λόγον έχον

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Α1. Επειδή βλέπουμε ότι κάθε πόλη είναι ένα είδος κοινότητας και κάθε

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 3 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟ

Ίωνες Φιλόσοφοι. Οι σημαντικότεροι Ίωνες φιλόσοφοι επιστήμονες

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ:

1. ιδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο Πλάτωνος Πρωταγόρας (323Α-Ε)

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ ΛΤΚΕΙΟΤ ΠΡΟΣΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΣΑ

ΥΡΟΝΣΙΣΗΡΙΟ ΠΡΩΣΟΠΟΡΙΑ ΔΙΑΓΩΝΙΜΑ ΑΡΦΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ «ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΦΕΙΑ»

Ερμηνευτικές ερωτήσεις ανοιχτού τύπου

Αισθητική. Ενότητα 5: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙ. Όνομα Καθηγητή Καλέρη Αικατερίνη. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ. Πέτρου Αναστασία. Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Αργύρη Παναγιώτα

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ» Σάββατο, 17 Μαΐου 2014

Το ζήτημα της πλάνης στο Σοφιστή του Πλάτωνα

Μαθηματικά: Αριθμητική και Άλγεβρα. Μάθημα 3 ο, Τμήμα Α. Τρόποι απόδειξης

Η απρόσωπη σύνταξη στα ν.ε. Απρόσωπα ρήματα είναι : α) τα ρήματα που σχηματίζονται μόνο στο γ' ενικό πρόσωπο: πρέπει, πρόκειται, επείγει κ.ά.

Απολυτήριες εξετάσεις Γ Τάξης Ημερήσιου Γενικού Λυκείου ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 20/5/2011

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2014 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ-ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ - ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Περὶ ψυχῆς Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΣΧΟΛΙΑ ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ ΒΟΓΙΑΤΖΗ (Α.Μ.: 641) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΛΦΑΣ ΙΟΥΝΙΟΣ 2013 1

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4 ΚΕΙΜΕΝΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ.12 ΣΧΟΛΙΑ..50 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ..119 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Η θέση του πρώτου βιβλίου στο Περὶ Ψυχῆς Στην πραγματεία του Περὶ Ψυχῆς ο Αριστοτέλης πραγματεύεται τα χαρακτηριστικά, τις ιδιότητες και τις λειτουργίες της ψυχής. Η έκθεση των απόψεών του χαρακτηρίζεται από συνέπεια, καθώς, πιστή στη μεθοδολογία που έχει προαναγγείλει 1, ξεκινά από την μελέτη των πρωταρχικών και κοινότερων στα έμψυχα όντα ιδιοτήτων της ψυχής προς την πραγμάτευση των συνθετότερων λειτουργιών. Η ανάλυση των ιδιοτήτων της ψυχής, η οποία ενυπάρχει μέσα στο σώμα των όντων ως ζωοποιούσα αρχή, αποτελεί μία σύνθετη σύλληψη, καθώς ο Αριστοτέλης θέλει την ψυχή ενοποιημένη, αποτελούμενη από διακριτά, αλλά αδιαχώριστα μέρη, τα οποία έχουν μεταξύ τους μία σχέση κλιμακωτή, με τις βασικές δυνάμεις να ενυπάρχουν σε όλα τα έμβια όντα, ενώ οι συνθετότερες αποδίδονται σε πιο σύνθετα έμβια είδη. Η σχέση της ψυχής με το σώμα είναι ένα εξίσου βασικό στοιχείο της αριστοτελικής θεωρίας, καθώς για πρώτη φορά η ψυχή δεν παρουσιάζεται ως δέσμια του σώματος ούτε ως αντίθετή του, αλλά ψυχή και σώμα θεωρούνται ως διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή των έμβιων ουσιών, με το σώμα να αποτελεί την ύλη και την ψυχή το είδος που ενεργοποιεί τη δυνατότητα της ύλης για ζωή 2. Το σύνθετο αυτό οικοδόμημα χτίζει ο Αριστοτέλης στο δεύτερο και τρίτο βιβλίο της πραγματείας. Οι βάσεις, όμως, τίθενται από το πρώτο βιβλίο, όπου εκτίθενται οι απόψεις των προγενεστέρων, εντοπίζονται οι δυσκολίες και οι αδυναμίες τους, και διατυπώνονται επιχειρήματα εναντίον τους. Η μέθοδος που ακολουθεί στο πρώτο βιβλίο της πραγματείας είναι αυτή που πρεσβεύει ως την πιο κατάλληλη για τη μελέτη οποιουδήποτε αντικειμένου έρευνας (Μ.τ.Φ, 995a24-b2) και αυτή που χρησιμοποιεί και σε άλλες πραγματείες (Μ.τ.Φ., Α, 3-6, Φυσ., Α 2-6). Πιο συγκεκριμένα, βλέπουμε πως το πρώτο κεφάλαιο αφιερώνεται στην παράθεση των ερωτημάτων προς απάντηση, βήμα απαραίτητο, κατά τον Αριστοτέλη, και προϋπόθεση για τη διεξαγωγή της έρευνας (Μ.τ.Φ., 995a24: Ἀνάγκη πρὸς τὴν ἐπιζητουμένην ἐπιστήμην ἐπελθεῖν ἡμᾶς πρῶτον περὶ ὧν ἀπορῆσαι δεῖ πρῶτον). Τι είναι η ψυχή; Ουσία ή συμβεβηκός; Υπάρχει ως δυνάμει ον ή ως ἐντελέχεια; Έχει μέρη ή είναι αμερής; Από πού πρέπει να ξεκινήσουμε την έρευνα ώστε να γνωρίσουμε τα μέρη/δυνάμεις της ψυχής; Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της; Μπορεί η ψυχή ή 1 Βλ. 402b9-16, 415a14-22 2 Βλ. 412a6 κ.ε. 4

κάποιο μέρος της να υπάρχει ανεξάρτητα από το σώμα; Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά δίνονται στο δεύτερο και τρίτο βιβλίο του Περὶ Ψυχῆς, ενώ κάποιους υπαινιγμούς εντοπίζουμε και νωρίτερα στα υπόλοιπα κεφάλαια του πρώτου βιβλίου. Ἐπισκοποῦντας δὲ περὶ ψυχῆς ἀναγκαῖον, ἅμα διαποροῦντας περὶ ὧν εὐπορεῖν δεῖ προελθόντας, τὰς τῶν προτέρων δόξας συμπαραλαμβάνειν ὅσοι τι περὶ αὐτῆς ἀπεφήναντο, ὅπως τὰ μὲν καλῶς εἰρημένα λάβωμεν, εἰ δέ τι μὴ καλῶς, τοῦτ' εὐλαβηθῶμεν. (403b20-24) Με τον τρόπο αυτό ξεκινά το δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου, όπου ο Αριστοτέλης διατυπώνει την πρόθεσή του να μελετήσει τις απόψεις που εξέφρασαν οι προγενέστεροί του για την ψυχή και εξηγεί τους λόγους για αυτήν την επιλογή του: να κρατήσει όσα είναι σωστά και να προφυλλαχτεί από τα λάθη. Αυτό, λοιπόν, κάνει για τα επόμενα τέσσερα κεφάλαια, όπου, οργανώνοντας το υλικό του θεματικά, και ομαδοποιώντας τους παλαιοτέρους βάσει γενικών κοινών χαρακτηριστικών των θεωριών τους, εκθέτει τις απόψεις τους και επιχειρηματολογεί εναντίον των σφαλμάτων που έχουν διαπραχθεί και υπέρ των ορθών καινοτομιών που οι προγενέστεροί του φιλόσοφοι εισήγαγαν κατά την μελέτη της ψυχής. Η έκθεση αυτή και η επιχειρηματολογία που τη συνοδεύει είναι κάθε άλλο παρά ανεξάρτητη από το κείμενο που την ακολουθεί, καθώς, στοχευμένη προς ένα συμπέρασμα που ο Αριστοτέλης έχει εξαρχής κατά νου, θέτει τα θεμέλια για την πραγμάτευση των δικών του απόψεων. Οι παλαιότεροι φιλόσοφοι, τόσο οι προσωκρατικοί, όσο και ο Πλάτων και οι επίγονοί του, μελέτησαν την ψυχή και της απέδωσαν ορισμένες ιδιότητες, για τις οποίες συχνά διαβάζουμε στα έργα ή τα αποσπάσματα των έργων τους που διασώζονται, ενώ άλλες φορές ο Αριστοτέλης είναι η μοναδική μας ή η πρώτη πηγή. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των απόψεων που είχαν διατυπωθεί πριν τον Αριστοτέλη για την ψυχή φαίνεται να είναι ο συσχετισμός της ψυχής με τις αρχές, τις οποίες αναγνωρίζει κάθε φιλόσοφος 3. Οι πρώτοι φυσικοί φιλόσοφοι τη συσχετίζουν με τα στοιχεία, ενώ αργότερα η ψυχή συνδέεται με περισσότερο ασώματες αρχές. Σε κάθε περίπτωση, κοινή αφετηρία των ερευνών που διεξήγαγαν οι προ-αριστοτελικοί φιλόσοφοι είναι η πεποίθηση ότι η ψυχή συνίσταται από 3 405b113: ὁρίζονται δὴ πάντες τὴν ψυχὴν τρισὶν ὡς εἰπεῖν, κινήσει, αἰσθήσει,τῷ ἀσωμάτῳ τούτων δ' ἕκαστον ἀνάγεται πρὸς τὰς ἀρχάς 5

τα πρωταρχικά στοιχεία, που αποτελούν τις αρχές όλων των πραγμάτων 4. Συνεπώς, στην ψυχή αποδίδονται τα ίδια χαρακτηριστικά και οι ίδιες ιδιότητες με αυτά τα στοιχεία. Αρχικά, ο Αριστοτέλης ασχολείται με την κίνηση, έννοια βασική της φυσικής του και δημοφιλές, ανάμεσα στους προσωκρατικούς, χαρακτηριστικό της ψυχής. Η επιλογή του αυτή, φυσικά, δεν είναι τυχαία, καθώς, πρώτον, οι περισσότεροι από τους προγενεστέρους του θεώρησαν την κίνηση ως ένα ουσιώδες γνώρισμα της ψυχής, και, δεύτερον, ο ίδιος ο Αριστοτέλης θεωρεί, όπως φαίνεται στη συνέχεια 5, την κίνηση ως ένα βασικό της χαρακτηριστικό και αποδίδει τα είδη κινήσεως στα μέρη της ψυχής. Ο Αριστοτέλης, επομένως, συμφωνεί με τους προγενεστέρους του ότι η κίνηση προκαλείται από την ψυχή, αλλά διαφωνεί με τα συμπεράσματα, στα οποία αυτοί κατέληξαν. Η επισήμανση, ωστόσο, των αδυναμιών των προηγούμενων θεωριών στο πρώτο βιβλίο, δεν στοχεύει απλώς στην επίκριση των εκφραστών τους, αλλά κατευθύνει τον αναγνώστη προς τα συμπεράσματα, τα οποία ο Αριστοτέλης διατυπώνει στη συνέχεια. Συνοπτικά, όλοι θεώρησαν πως η ψυχή κινεί το σώμα μέσω της δικής της κίνησης, ούσα η ίδια το πιο κινητικό σώμα (άτομο, φωτιά ή αέρας) 6. Η κριτική του Αριστοτέλη, στρεφόμενη αφ ενός εναντίον της αυτοκίνησης της ψυχής και αφ ετέρου εναντίον της ταύτισής της με τα σωματικά στοιχεία, παίρνει ως αφετηρία τις αρχές που έχει αναγνωρίσει στα φυσικά του συγγράμματα (για την ύπαρξη ἀκίνητου κινοῦντος) και συνεχίζει με στόχο την ανάδειξη του αδυνάτου που χαρακτηρίζει τις παλαιότερες θεωρίες. Αν η ψυχή κινείται ως ουσία, τότε θα κινείται με μία από τις τέσσερις φυσικές κινήσεις, με αποτέλεσμα να υφίσταται η ίδια μετατοπίσεις ή αλλοιώσεις. Αν είναι σωματική, τότε θα ταυτίζεται με κάποιο στοιχείο, ανάλογα με την κατεύθυνση της κίνησής της (λ.χ. αν κινείται προς τα πάνω, θα είναι φωτιά), με αποτέλεσμα να μην διακρίνεται από τα υπόλοιπα αντικείμενα, τα οποία συντίθενται από τα ίδια στοιχεία. Συνεπώς, η ψυχή δεν μπορεί παρά να είναι η ίδια μία ακίνητη ουσία, η οποία δίνει κίνηση στο σώμα και κινεί τον εαυτό της κατὰ συμβεβηκός. Το συμπέρασμα αυτό, το οποίο προκύπτει από την κριτική του Αριστοτέλη, διατυπώνεται ήδη στο πρώτο βιβλίο (408a30-34). Στη συνέχεια της πραγματείας, η παραπάνω θέση θεωρείται πλέον ως αποδεδειγμένη και ο Αριστοτέλης αφοσιώνεται στη λεπτομερή ανάλυση του ζητήματος, δηλαδή στην παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο η ψυχή κινεί το σώμα και του είδους της κίνησης με την οποία το σώμα κινείται. Εκεί γίνεται φανερό πόσο σημαντική είναι η έννοια της κίνησης 4 Βλ. 405b11-13: ὁρίζονται δὴ πάντες τὴν ψυχὴν τρισὶν ὡς εἰπεῖν, κινήσει, αἰσθήσει, τῷ ἀσωμάτῳ τούτων δ' ἕκαστον ἀνάγεται πρὸς τὰς ἀρχάς. Βλ. Lorenz (2009) 5 Βλ. 416a19 κ.ε., 432a15 κ.ε. 6 Βλ. 403b28-31, 404b7-8, 405a21-29 6

για την παρούσα μελέτη και γιατί ο Αριστοτέλης κάνει πρωτίστως γι αυτή λόγο. Εν συντομία, βλέπουμε στο δεύτερο και τρίτο βιβλίο πως οι δυνάμεις της ψυχής που διακρίνει ο Αριστοτέλης (414a29 κ.ε.), ταυτίζονται με τα διαφορετικά είδη κίνησης. Αρχικά, η θρεπτικὴ δύναμις είναι αυτή που προκαλεί στο σώμα την αὔξησιν. Έπειτα, η αἴσθησις θεωρείται ως ἀλλοίωσις (416b32-35: ἡ δ' αἴσθησις ἐν τῷ κινεῖσθαί τε καὶ πάσχειν συμβαίνει, καθάπερ εἴρηται δοκεῖ γὰρ ἀλλοίωσίς τις εἶναι), ενώ και η φαντασία ορίζεται ως κίνηση (428b11-3: ἡ δὲ φαντασία κίνησίς τις δοκεῖ εἶναι καὶ οὐκ ἄνευ αἰσθήσεως γίνεσθαι ἀλλ' αἰσθανομένοις καὶ ὧν αἴσθησις ἔστιν. 429a1-2: κίνησις ὑπὸ τῆς αἰσθήσεως τῆς κατ' ἐνέργειαν γιγνομένη). Μόνο η νόηση ταυτίζεται με ηρεμία και ακινησία 7 (407a32-33: ἔτι δ' ἡ νόησις ἔοικεν ἠρεμήσει τινὶ καὶ ἐπιστάσει μᾶλλον ἢ κινήσει), ούσα η ίδια η ανώτερη των δυνάμεων της ψυχής και το θεϊκό στοιχείο μέσα μας (408b29: ὁ δὲ νοῦς ἴσως θειότερόν τι καὶ ἀπαθές ἐστιν). Γίνεται, επομένως, σαφές, με ποιο τρόπο ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί εδώ τα ἔνδοξα, δηλαδή τις απόψεις των παλαιότερων φιλοσόφων. Είναι το μέσο για την απόρριψη των θέσεων που έχουν διατυπωθεί και που μπορούν να λειτουργήσουν ως ενστάσεις στην δική του θεωρία. Επίσης, φαίνεται να έχουν και πρακτική λειτουργία, καθώς, έχοντας επιχειρηματολογήσει εναντίον των απόψεων αυτών, και έχοντας αποδείξει τις αδυναμίες τους, ο Αριστοτέλης είναι σε θέση στη συνέχεια να εκθέσει τις προσωπικές του πεποιθήσεις χωρίς συνεχείς παρεκβάσεις, οι οποίες θα διέκοπταν τη συνέχεια του λόγου του. Παρόμοια είναι η λειτουργία των ἐνδόξων και στη συνέχεια του πρώτου βιβλίου, όπου ο Αριστοτέλης αναφέρεται στο δεύτερο κοινότερο χαρακτηριστικό που αποδόθηκε στην ψυχή από τους παλαιοτέρους, δηλαδή την ικανότητα να αισθάνεται και να γνωρίζει τα όντα. Η ικανότητα αυτή, που αποδίδεται στην ψυχή από τους περισσότερους προγενέστερους φιλοσόφους, έχει, κατά τον Αριστοτέλη, ως αφετηρία την πεποίθηση ότι το όμοιο αισθάνεται και γνωρίζει το όμοιό του 8. Συνεπώς, και πάλι η ψυχή συνδέεται με τις αρχές των όντων και ταυτίζεται με αυτές, ώστε να μπορεί να γνωρίσει τα όντα. Οι δυσκολίες αυτής της θέσης εκτίθενται κυρίως στο πέμπτο κεφάλαιο (409a31 κ.ε.), όπου η κριτική του Αριστοτέλη στρέφεται εναντίον της θέσης ότι η ψυχή μπορεί να γνωρίσει μόνο ό,τι είναι όμοιο με την ίδια. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας θέσης είναι η ανάγκη ύπαρξης μέσα στην ψυχή όλων των γνώσιμων πραγμάτων. Αμηχανία θα προκαλούσαν, όμως, στους 7 Πρβ. Μ.τ.Φ., Λ 8-9, όπου το πρῶτο κινοῦν ἀκίνητον παρουσιάζεται ως νόηση νοήσεως. 8 Βλ. 405b15-19 7

υποστηρικτές αυτής της θέσης και τα ερωτήματα: 1. Γιατί δεν αισθάνονται όλα τα όντα, αφού όλα αποτελούνται από τα ίδια στοιχεία με την ψυχή; 2. Αν η παραπάνω θέση είναι ορθή, τότε γιατί βλέπουμε κάποια έμβια όντα χωρίς την ικανότητα της αίσθησης; Γίνεται, συνεπώς, φανερό, ότι και στην περίπτωση της αίσθησης, ο Αριστοτέλης συμφωνεί με την απόδοσή της στην ψυχή, αλλά διαφωνεί με τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι παλαιότεροι. Οι αδυναμίες που εντοπίζονται στις θεωρίες αυτές, είναι όσες ο ίδιος προσπαθεί να αποφύγει στη συνέχεια, διατυπώνοντας μία συνεκτική θεωρία, η οποία μπορεί να εξηγήσει τόσο την ύπαρξη ψυχής στα κατώτερα έμβια όντα που στερούνται αίσθησης, όσο και στα συνθετότερα, που ενέχουν την απτική ικανότητα, ώστε να αισθάνονται την τροφή 9, τις υπόλοιπες αισθήσεις, ή και την νοητική ικανότητα. Η αδυναμία των παλαιοτέρων να εξηγήσουν την ψυχή στο σύνολό της, στην οποία ο Αριστοτέλης αναφέρεται ήδη από την αρχή του πρώτου βιβλίου 10, τονίζεται και στη συνέχεια προοικονομώντας την πληρότητα της δικής του σύλληψης. Τα χαρακτηριστικά που αποδόθηκαν από τους παλαιοτέρους στην ψυχή λαμβάνουν στην αριστοτελική θεωρία τη θέση δυνάμεων/μερών της ψυχής, τη σχέση των οποίων μεταξύ τους και προς την ψυχή στο σύνολό της μελετά στο δεύτερο βιβλίο (κυρίως 414a29-415a13), απαντώντας στα ερωτήματα που έθεσε σχετικά στο πέμπτο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου 11. Την λειτουργία των ἐνδόξων μπορούμε, ωστόσο, να καταλάβουμε και από κάποια άλλα σημεία του πρώτου βιβλίου, τα οποία επικυρώνουν τα παραπάνω συμπεράσματα. Πρόκειται για την κριτική του Αριστοτέλη εναντίον όσων αγνόησαν το σώμα και επικέντρωσαν την προσοχή τους μόνο στη μελέτη της ψυχής, παρανοώντας τη σχέση της ψυχής με το σώμα. ἐκεῖνο δὲ ἄτοπον συμβαίνει καὶ τούτῳ τῷ λόγῳ καὶ τοῖς πλείστοις τῶν περὶ ψυχῆς συνάπτουσι γὰρ καὶ τιθέασιν εἰς σῶμα τὴν ψυχήν, οὐθὲν προσδιορίσαντες διὰ τίν' αἰτίαν καὶ πῶς ἔχοντος τοῦ σώματος. καίτοι δόξειεν ἂν τοῦτ' ἀναγκαῖον εἶναι διὰ γὰρ τὴν κοινωνίαν τὸ μὲν ποιεῖ τὸ δὲ πάσχει καὶ τὸ μὲν κινεῖται τὸ δὲ κινεῖ, τούτων δ' οὐθὲν ὑπάρχει πρὸς ἄλληλα τοῖς τυχοῦσιν. οἱ δὲ μόνον ἐπιχειροῦσι λέγειν ποῖόν τι ἡ ψυχή, 9 Βλ. 414b7-9: ἡ γὰρ ἁφὴ τῆς τροφῆς αἴσθησις ξηροῖς γὰρ καὶ ὑγροῖς καὶ θερμοῖς καὶ ψυχροῖς τρέφεται τὰ ζῶντα πάντα, τούτων δ' αἴσθησις ἁφή, τῶν δ' ἄλλων αἰσθητῶν κατὰ συμβεβηκός. 10 Βλ. 402b3-5: νῦν μὲν γὰρ οἱ λέγοντες καὶ ζητοῦντες περὶ ψυχῆς περὶ τῆς ἀνθρωπίνης μόνης ἐοίκασιν ἐπισκοπεῖν 11 Βλ. 411a26 κ.ε. 8

περὶ δὲ τοῦ δεξομένου σώματος οὐθὲν ἔτι προσδιορίζουσιν, ὥσπερ ἐνδεχόμενον κατὰ τοὺς Πυθαγορικοὺς μύθους τὴν τυχοῦσαν ψυχὴν εἰς τὸ τυχὸν ἐνδύεσθαι σῶμα. δοκεῖ γὰρ ἕκαστον ἴδιον ἔχειν εἶδος καὶ μορφήν. (407b12-25) Ο Αριστοτέλης δεν χάνει ευκαιρία να τονίσει τις ελλείψεις των προηγούμενων θεωριών για την ψυχή, προετοιμάζοντας έτσι το κοινό του για την ανάπτυξη της δικής του θεωρίας, σύμφωνα με την οποία η ψυχή είναι το εἶδος του σώματος και έχει με το σώμα σχέση ανάλογη με τη σχέση του κεριού με το σχήμα που είναι αποτυπωμένο πάνω του 12. Για τον Αριστοτέλη ψυχή και σώμα θεωρούνται ως μία και η αυτή ουσία, η οποία αποτελεί το έμβιο ον. Ελλιπής είναι, λοιπόν, κάθε πραγμάτευση της ψυχής χωρίς αναφορά στο σώμα. Φαίνεται πως μία μόνο από τις θεωρίες που προτάθηκαν για την εξήγηση των ψυχικών λειτουργιών προσπαθεί να εξηγήσει τη σύνδεση ορισμένης ψυχής με ορισμένο σώμα. Πρόκειται για τη θεωρία της αρμονίας, στην οποία ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει θετικά στοιχεία, αν και δεν τη δέχεται 13. Και εδώ η κριτική που διαβάζουμε στο πρώτο βιβλίο επανέρχεται στη συνέχεια της πραγματείας, ώστε να δοθεί περαιτέρω εξήγηση 14. Φαίνεται, επομένως, πως ο Αριστοτέλης τηρεί με συνέπεια την αρχική του δήλωση, ότι θα κρατήσει όσα ειπώθηκαν σωστά και θα προφυλαχτεί από τα λάθη. Τα ἔνδοξα έχουν, συνεπώς, έναν διττό ρόλο στην εισαγωγή της πραγματείας Περὶ Ψυχῆς: Αφ ενός θέτουν τις βάσεις για την έκθεση και ανάπτυξη της αριστοτελικής θεωρίας για την ψυχή, αναιρώντας τις παλαιότερες απόψεις και αναδεικνύοντας μέσω επιχειρημάτων τις αδυναμίες και ελλείψεις τους. Κατ επέκταση, η έκθεση των ἐνδόξων στην αρχή της πραγμάτευσης δίνει στον Αριστοτέλη τη δυνατότητα να δείξει τους βασικούς άξονες των συμπερασμάτων του, τα οποία θα παρουσιάσει αναλυτικά στη συνέχεια και τα οποία, μέσα από την απόρριψη των αντίθετων απόψεων, παρουσιάζονται ως τα πιο εύλογα. Αφ ετέρου, 12 Βλ. 412b4-9: εἰ δή τι κοινὸν ἐπὶ πάσης ψυχῆς δεῖ λέγειν, εἴη ἂν ἐντελέχεια ἡ πρώτη σώματος φυσικοῦ ὀργανικοῦ. διὸ καὶ οὐ δεῖ ζητεῖν εἰ ἓν ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, ὥσπερ οὐδὲ τὸν κηρὸν καὶ τὸ σχῆμα, οὐδ' ὅλως τὴν ἑκάστου ὕλην καὶ τὸ οὗ ἡ ὕλη 13 Βλ. 408a24-28. 14 Βλ. 414a14-28: [ ]σῶμα μὲν γὰρ οὐκ ἔστι, σώματος δέ τι, καὶ διὰ τοῦτο ἐν σώματι ὑπάρχει, καὶ ἐν σώματι τοιούτῳ, καὶ οὐχ ὥσπερ οἱ πρότερον εἰς σῶμα ἐνήρμοζον αὐτήν, οὐθὲν προσδιορίζοντες ἐν τίνι καὶ ποίῳ, καίπερ οὐδὲ φαινομένου τοῦ τυχόντος δέχεσθαι τὸ τυχόν. οὕτω δὲ γίνεται καὶ κατὰ λόγον ἑκάστου γὰρ ἡ ἐντελέχεια ἐν τῷ δυνάμει ὑπάρχοντι καὶ τῇ οἰκείᾳ ὕλῃ πέφυκεν ἐγγίνεσθαι. ὅτι μὲν οὖν ἐντελέχειά τίς ἐστι καὶ λόγος τοῦ δύναμιν ἔχοντος εἶναι τοιούτου, φανερὸν ἐκ τούτων. 9

η πρόταξη των ἐνδόξων επιτρέπει στον Αριστοτέλη την ανάπτυξη της θεωρίας του χωρίς παρεκβάσεις, οι οποίες διαφορετικά θα ήταν απαραίτητες. 2. Σύντομη επισκόπηση του Περὶ ψυχῆς Α Το πρώτο βιβλίο του Περὶ ψυχῆς, το οποίο, όπως φάνηκε, αποτελεί μία εισαγωγή ή τον πρόλογο της πραγματείας, είναι χωρισμένο σε πέντε κεφάλαια, στα οποία εκτίθενται τα ἔνδοξα για την ψυχή. Το πρώτο κεφάλαιο της πραγματείας θέτει τα βασικά ερωτήματα που πρέπει με την πρόοδο της έρευνας να απαντηθούν. Το δεύτερο κεφάλαιο αποτελεί την εισαγωγή στην πραγμάτευση των ἐνδόξων, καθώς ο Αριστοτέλης αναφέρεται στα θέματα με τα οποία θα ασχοληθεί στη συνέχεια του βιβλίου και παρουσιάζει τους υποστηρικτές των διαφόρων απόψεων που έχουν προταθεί, όχι με χρονολογική σειρά, αλλά βάσει της θεωρίας τους. Οι ατομικοί φιλόσοφοι, κάποιοι από τους Πυθαγορείους και ο Αναξαγόρας παρουσιάζονται στο πρώτο μέρος του κεφαλαίου, όπου ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε όσους έκαναν λόγο για την κίνηση ως το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της ψυχής. Περνώντας στην ικανότητα της ψυχής να αισθάνεται και να γνωρίζει, ο Αριστοτέλης ομαδοποιεί και επικρίνει τους παλαιότερους φιλοσόφους, οι οποίοι ταύτισαν την ψυχή με τις σωματικές ή ασώματες αρχές που είχαν αναγνωρίσει. Οι θεωρίες του Εμπεδοκλή, του Πλάτωνα, του Ξενοκράτη, του Διογένη, του Ηρακλείτου, του Αλκμαίωνα, αλλά και του Δημόκριτου και του Αναξαγόρα είναι το αντικείμενο του δευτέρου μέρους του κεφαλαίου. Μετά από την εισαγωγή αυτή και την αναφορά στους εκπροσώπους των θέσεων αυτών για την ψυχή, ξεκινά, από το τρίτο κεφάλαιο, η κυρίως πραγμάτευση των ἐνδόξων. Στο τρίτο κεφάλαιο, το οποίο είναι αφιερωμένο στην κίνηση, ο Αριστοτέλης επιχειρηματολογεί εναντίον της αυτοκίνησης της ψυχής και καταλήγει στο συμπέρασμα πως η ψυχή είναι η αρχή της κίνησης στο σώμα, ούσα η ίδια ακίνητη ουσία. Στο τέταρτο κεφάλαιο εκτίθενται δύο νέες απόψεις για την ψυχή, οι οποίες καταρρίπτονται. Πρόκειται, πρώτον, για την ψυχή ως αρμονία του σώματος και, δεύτερον, για την κίνηση της ψυχής μέσω των παθών, τα οποία θεωρούνται κινήσεις που λαμβάνουν χώρα στην ψυχή. Ο Αριστοτέλης απορρίπτει και τις δύο θέσεις και περνά στην πραγμάτευση της πιο παράδοξης, κατά τη γνώμη του, θεωρίας, δηλαδή της θεωρίας του Ξενοκράτη για την ψυχή ως αριθμό που κινεί τον εαυτό του. Η πραγμάτευση συνεχίζεται και στο πέμπτο κεφάλαιο, όπου, μετά την απόρριψη της θεωρίας του Ξενοκράτη, γίνεται λόγος για την ικανότητα της ψυχής να αισθάνεται, και εκτίθενται τα επιχειρήματα του Αριστοτέλη εναντίον της ταύτισης της ψυχής με τα στοιχεία. 10

Το τελευταίο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου τελειώνει με μία αναφορά στα μέρη της ψυχής και στην ανάγκη μελέτης των σχέσεων των δυνάμεων μεταξύ τους και ως προς την όλη ψυχή. Η παρούσα εργασία περιλαμβάνει μετάφραση του πρώτου βιβλίου και σχολιασμό των βασικών εννοιών και θεματικών που αποτελούν αντικείμενο πραγμάτευσης του Αριστοτέλη στο βιβλίο αυτό. Τα σχόλια στοχεύουν κυρίως στην διασάφηση των θέσεων που διατυπώνονται στο κείμενο και στην ανάδειξη της σχέσης του πρώτου βιβλίου με τη συνέχεια της πραγματείας, ενώ στηρίζονται συχνά στα αρχαία υπομνήματα. Στην εργασία χρησιμοποιείται το κείμενο της έκδοσης του Ross (όπου αυτό δεν γίνεται, δηλώνεται στο υπόμνημα), ενώ η μετάφραση είναι όσο το δυνατό πιο πιστή στο αρχαίο κείμενο. 11

1 Τῶν καλῶν καὶ τιμίων τὴν εἴδησιν ὑπολαμβάνοντες, 402a μᾶλλον δ ἑτέραν ἑτέρας ἢ κατ' ἀκρίβειαν ἢ τῷ βελτιόνων τε καὶ θαυμασιωτέρων εἶναι, δι' ἀμφότερα ταῦτα τὴν περὶ τῆς ψυχῆς ἱστορίαν εὐλόγως ἂν ἐν πρώτοις τιθείημεν. δοκεῖ δὲ καὶ πρὸς ἀλήθειαν ἅπασαν ἡ γνῶσις αὐτῆς μεγάλα συμβάλλεσθαι, 5 μάλιστα δὲ πρὸς τὴν φύσιν ἔστι γὰρ οἷον ἀρχὴ τῶν ζῴων. ἐπιζητοῦμεν δὲ θεωρῆσαι καὶ γνῶναι τήν τε φύσιν αὐτῆς καὶ τὴν οὐσίαν, εἶθ' ὅσα συμβέβηκε περὶ αὐτήν ὧν τὰ μὲν ἴδια πάθη τῆς ψυχῆς εἶναι δοκεῖ, τὰ δὲ δι' ἐκείνην καὶ τοῖς ζῴοις ὑπάρχειν. 10 πάντῃ δὲ πάντως ἐστὶ τῶν χαλεπωτάτων λαβεῖν τινα πίστιν περὶ αὐτῆς. καὶ γάρ ὄντος κοινοῦ τοῦ ζητήματος καὶ πολλοῖς ἑτέροις, λέγω δὲ τοῦ περὶ τὴν οὐσίαν καὶ τὸ τί ἐστι, τάχ' ἄν τῳ δόξειε μία τις εἶναι μέθοδος κατὰ πάντων περὶ ὧν βουλόμεθα γνῶναι τὴν οὐσίαν, ὥσπερ καὶ τῶν κατὰ συμβεβηκὸς ἰδίων 15 ἀπόδειξις, ὥστε ζητητέον ἂν εἴη τὴν μέθοδον ταύτην. εἰ δὲ μὴ ἔστι μία τις καὶ κοινὴ μέθοδος περὶ τὸ τί ἐστιν, ἔτι χαλεπώτερον γίνεται τὸ πραγματευθῆναι δεήσει γὰρ λαβεῖν περὶ ἕκαστον τίς ὁ τρόπος. ἐὰν δὲ φανερὸν ᾖ πότερον ἀπόδειξίς ἐστιν ἢ διαίρεσις ἢ καί τις ἄλλη μέθοδος, ἔτι πολλὰς ἀπορίας ἔχει καὶ πλάνας, 20 ἐκ τίνων δεῖ ζητεῖν ἄλλαι γὰρ ἄλλων ἀρχαί, καθάπερ ἀριθμῶν καὶ ἐπιπέδων. πρῶτον δ' ἴσως ἀναγκαῖον διελεῖν ἐν τίνι τῶν γενῶν καὶ τί ἐστι, λέγω δὲ πότερον τόδε τι καὶ οὐσία ἢ ποιὸν ἢ ποσόν, ἢ καί τις ἄλλη τῶν διαιρεθεισῶν κατηγοριῶν, ἔτι δὲ 25 πότερον τῶν ἐν δυνάμει ὄντων ἢ μᾶλλον ἐντελέχειά τις διαφέρει γὰρ οὔ τι μικρόν. σκεπτέον δὲ καὶ εἰ μεριστὴ ἢ ἀμερής, 402b καὶ πότερον ὁμοειδὴς ἅπασα ψυχὴ ἢ οὔ εἰ δὲ μὴ ὁμοειδής, πότερον εἴδει διαφέρουσα ἢ γένει. νῦν μὲν γὰρ οἱ λέγοντες καὶ ζητοῦντες περὶ ψυχῆς περὶ τῆς ἀνθρωπίνης μόνης ἐοίκασιν ἐπισκοπεῖν εὐλαβητέον δ' ὅπως μὴ λανθάνῃ πότερον εἷς ὁ λόγος 5 αὐτῆς ἐστι, καθάπερ ζῴου, ἢ καθ' ἕκαστον ἕτερος, οἷον ἵππου, κυνός, ἀνθρώπου, θεοῦ, τὸ δὲ ζῷον τὸ καθόλου ἤτοι οὐθέν ἐστιν ἢ ὕστερον, ὁμοίως δὲ κἂν εἴ τι κοινὸν ἄλλο κατηγοροῖτο 12

1 Επειδή θεωρούμε ότι η γνώση είναι από τα ωραία και πολύτιμα 1 πράγματα, και επειδή πιστεύουμε ότι η μία υπερέχει της άλλης είτε ως προς την ακρίβεια είτε επειδή είναι γνώση των ανώτερων και θαυμαστότερων πραγμάτων 2, και για τους δύο αυτούς λόγους 3 εύλογα θα τοποθετούσαμε τη σχετική με την ψυχή γνώση στις πρώτες θέσεις 4. Φαίνεται, λοιπόν, πως η γνώση 5 της ψυχής συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό γενικά στην αλήθεια 6, κυρίως όμως στη γνώση της φύσης 7 γιατί είναι κάτι σαν αρχή των έμβιων όντων 8. Επιζητούμε, λοιπόν, να εξετάσουμε και να γνωρίσουμε τη φύση 9 και την ουσία της και έπειτα όλες τις ιδιότητές 10 της. Από αυτές, κάποιες φαίνεται να είναι ουσιαστικά 11 πάθη 12 της ψυχής, ενώ άλλα να υπάρχουν εξαιτίας της στα έμβια όντα. Γενικά, όμως, και από κάθε άποψη, είναι από τα πιο δύσκολα πράγματα να αποκτήσουμε κάποια ασφαλή πεποίθηση γι αυτήν. Γιατί, επειδή η έρευνα είναι κοινή και για πολλά άλλα 13, δηλαδή η έρευνα για την ουσία ή το τί ἐστι, ίσως να φαινόταν σε κάποιον ότι μία είναι η μέθοδος για όλα, για τα οποία θέλουμε να γνωρίσουμε την ουσία, όπως είναι η απόδειξη 14 για τις ουσιαστικές ιδιότητες 15, ώστε να πρέπει να αναζητήσουμε τη μέθοδο αυτή. Αν, όμως, δεν υπάρχει μία και κοινή μέθοδος για την ουσία, η πραγμάτευση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη 16 γιατί θα πρέπει να βρούμε για κάθε περίπτωση, ποιος είναι ο [κατάλληλος] τρόπος. Αν, όμως, γίνει φανερό, ότι η μέθοδος είναι η απόδειξη ή η διαίρεση 17 ή και κάποια άλλη, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές δυσκολίες και πλάνες σχετικά με τις αρχές, από τις οποίες πρέπει να ξεκινήσει η έρευνα γιατί διαφορετικές είναι οι αρχές άλλων πραγμάτων, όπως άλλες είναι οι αρχές των αριθμών και των επιπέδων 18. Αρχικά, λοιπόν, ίσως είναι αναγκαίο να καθορίσουμε σε ποιο από τα γένη 19 ανήκει η ψυχή και τι είναι, δηλαδή αν είναι κάτι το συγκεκριμένο ή μία ουσία 20 ή αν είναι ποιότητα ή ποσότητα ή και κάποια άλλη από τις κατηγορίες που διακρίναμε. Ακόμη, αν είναι από τα δυνάμει όντα ή αν είναι περισσότερο κάποια εντελέχεια 21 γιατί δεν είναι μικρή η διαφορά. Πρέπει, όμως, να εξετάσουμε και αν έχει μέρη ή είναι αμερής 22, και αν κάθε ψυχή είναι του ίδιου είδους ή όχι και αν δεν είναι του ίδιου είδους, αν διαφέρει ως προς το είδος ή και ως προς το γένος 23. Γιατί αυτοί που τώρα μιλούν και ερευνούν για την ψυχή, φαίνεται να εξετάζουν μόνο την ανθρώπινη. Πρέπει όμως να προσέξουμε, για να μην μας διαφύγει την προσοχή, αν είναι ένας ο ορισμός της, όπως του ζώου, ή για κάθε μία διαφορετικός, όπως λ.χ. του αλόγου, του σκύλου, του ανθρώπου και του θεού, ενώ το ζώο ως γενικός όρος ή 13

ἔτι δέ, εἰ μὴ πολλαὶ ψυχαὶ ἀλλὰ μόρια, πότερον δεῖ ζητεῖν πρότερον 10 τὴν ὅλην ψυχὴν ἢ τὰ μόρια. χαλεπὸν δὲ καὶ τούτων διορίσαι ποῖα πέφυκεν ἕτερα ἀλλήλων, καὶ πότερον τὰ μόρια χρὴ ζητεῖν πρότερον ἢ τὰ ἔργα αὐτῶν, οἷον τὸ νοεῖν ἢ τὸν νοῦν, καὶ τὸ αἰσθάνεσθαι ἢ τὸ αἰσθητικόν ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. εἰ δὲ τὰ ἔργα πρότερον, πάλιν ἄν τις ἀπορήσειεν εἰ τὰ ἀντικείμενα πρότερον 15 τούτων ζητητέον, οἷον τὸ αἰσθητὸν τοῦ αἰσθητικοῦ, καὶ τὸ νοητὸν τοῦ νοῦ. ἔοικε δ' οὐ μόνον τὸ τί ἐστι γνῶναι χρήσιμον εἶναι πρὸς τὸ θεωρῆσαι τὰς αἰτίας τῶν συμβεβηκότων ταῖς οὐσίαις (ὥσπερ ἐν τοῖς μαθήμασι τί τὸ εὐθὺ καὶ τὸ καμπύλον, ἢ τί γραμμὴ καὶ ἐπίπεδον, πρὸς τὸ κατιδεῖν πόσαις ὀρθαῖς αἱ τοῦ τριγώνου γωνίαι 20 ἴσαι), ἀλλὰ καὶ ἀνάπαλιν τὰ συμβεβηκότα συμβάλλεται μέγα μέρος πρὸς τὸ εἰδέναι τὸ τί ἐστιν ἐπειδὰν γὰρ ἔχωμεν ἀποδιδόναι κατὰ τὴν φαντασίαν περὶ τῶν συμβεβηκότων, ἢ πάντων ἢ τῶν πλείστων, τότε καὶ περὶ τῆς οὐσίας ἕξομεν λέγειν κάλλιστα πάσης γὰρ 25 ἀποδείξεως ἀρχὴ τὸ τί ἐστιν, ὥστε καθ' ὅσους τῶν ὁρισμῶν μὴ συμβαίνει τὰ συμβεβηκότα γνωρίζειν, ἀλλὰ μηδ' εἰκάσαι περὶ 403a αὐτῶν εὐμαρές, δῆλον ὅτι διαλεκτικῶς εἴρηνται καὶ κενῶς ἅπαντες. ἀπορίαν δ' ἔχει καὶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς, πότερόν ἐστι πάντα κοινὰ καὶ τοῦ ἔχοντος ἢ ἔστι τι καὶ τῆς ψυχῆς ἴδιον αὐτῆς τοῦτο γὰρ λαβεῖν μὲν ἀναγκαῖον, οὐ ῥᾴδιον δέ. φαίνεται δὲ τῶν 5 μὲν πλείστων οὐθὲν ἄνευ τοῦ σώματος πάσχειν οὐδὲ ποιεῖν, οἷον ὀργίζεσθαι, θαρρεῖν, ἐπιθυμεῖν, ὅλως αἰσθάνεσθαι, μάλιστα δ' ἔοικεν ἰδίῳ τὸ νοεῖν εἰ δ' ἐστὶ καὶ τοῦτο φαντασία τις ἢ μὴ ἄνευ φαντασίας, οὐκ ἐνδέχοιτ' ἂν οὐδὲ τοῦτ' ἄνευ σώματος εἶναι. 10 εἰ μὲν οὖν ἔστι τι τῶν τῆς ψυχῆς ἔργων ἢ παθημάτων ἴδιον, ἐνδέχοιτ' ἂν αὐτὴν χωρίζεσθαι εἰ δὲ μηθέν ἐστιν ἴδιον αὐτῆς, οὐκ ἂν εἴη χωριστή, ἀλλὰ καθάπερ τῷ εὐθεῖ, ᾗ εὐθύ, πολλὰ συμβαίνει, οἷον ἅπτεσθαι τῆς χαλκῆς σφαίρας κατὰ στιγμήν, οὐ μέντοι γ' ἅψεται 15 οὕτω χωρισθέν τι εὐθύ ἀχώριστον γάρ, εἴπερ ἀεὶ μετὰ σώματός τινος ἐστιν. ἔοικε δὲ καὶ τὰ τῆς ψυχῆς πάθη πάντα εἶναι μετὰ σώματος, θυμός, πραότης, φόβος, ἔλεος, θάρσος, ἔτι χαρὰ καὶ τὸ φιλεῖν τε καὶ μισεῖν 14

δεν είναι τίποτα ή είναι ύστερο 24 ομοίως και αν υπάρχει κάποιο άλλο κοινό κατηγόρημα. Ακόμη, αν δεν υπάρχουν πολλές ψυχές, αλλά μέρη, πρέπει να προσέξουμε τι πρέπει να μελετήσουμε πρώτα, την ψυχή ως όλο ή τα μέρη της 25. Είναι δύσκολο, όμως, να αποφασίσουμε και ποια από αυτά είναι από τη φύση τους διαφορετικά μεταξύ τους, και αν πρέπει να μελετήσουμε πρώτα τα μέρη ή τα έργα των μερών, λ.χ. τη νόηση ή το νου, και την αίσθηση ή το αισθητικό μέρος ομοίως και για τα άλλα. Αν, όμως, πρέπει να μελετήσουμε πρώτα τα έργα, πάλι θα αναρωτιόταν κανείς, αν πρέπει να μελετηθούν πριν από αυτά τα αντικείμενά τους, λ.χ. το αισθητό πριν από το αισθητικό μέρος και το νοητό πριν από τον νου 26. Φαίνεται, όμως, πως είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε όχι μόνο την ουσία για να εξετάσουμε τις αιτίες των ιδιοτήτων των ουσιών (όπως στα μαθηματικά είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε τι είναι το ευθύ και το καμπύλο, ή τι είναι γραμμή και επίπεδο, για να αντιληφθούμε με πόσες ορθές είναι ίσες οι γωνίες του τριγώνου), αλλά και αντίστροφα οι ιδιότητες συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στη γνώση της ουσίας 27 γιατί, όταν θα μπορούμε να αποδώσουμε τις ιδιότητες, ή όλες ή τις περισσότερες, όπως παρουσιάζονται 28, τότε θα μπορούμε να μιλήσουμε πολύ σωστά και για την ουσία γιατί αρχή κάθε απόδειξης είναι η ουσία, ώστε σε όσους από τους ορισμούς δεν συμβαίνει να γίνονται γνωστές οι ιδιότητες, αλλά ούτε είναι εύκολο να σχηματίσουμε μία γνώμη γι αυτές, είναι φανερό ότι έχουν ειπωθεί όλοι για χάρη του συλλογισμού 29 και είναι χωρίς περιεχόμενο. Δυσκολία, όμως, παρουσιάζουν και τα πάθη της ψυχής, αν είναι δηλαδή όλα κοινά με το σώμα που την περιέχει ή υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο γνώρισμα και της ίδιας της ψυχής 30 γιατί αυτό είναι απαραίτητο να το συλλάβουμε, όχι όμως εύκολο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι από τα περισσότερα πάθη, κανένα δεν παθαίνει ούτε ενεργεί χωρίς το σώμα, λ.χ. η οργή, το θάρρος, η επιθυμία, και γενικά η αίσθηση η νόηση, όμως, φαίνεται περισσότερο να είναι ιδιαίτερο γνώρισμα της ψυχής. Αν, όμως, είναι και η νόηση ένα είδος φαντασίας 31, ή δεν υπάρχει χωρίς φαντασία, δεν θα μπορεί ούτε αυτή να υπάρχει χωρίς σώμα 32. Αν, λοιπόν, κάποιο από τα έργα ή πάθη της ψυχής είναι ιδιαίτερο γνώρισμά της, τότε η ψυχή θα μπορεί να χωρίζεται από το σώμα 33. Αν όμως δεν υπάρχει κανένα ιδιαίτερο γνώρισμά της, τότε δεν θα μπορεί να είναι χωριστή, αλλά θα είναι όπως ακριβώς το ευθύ, το οποίο ως ευθύ έχει πολλές ιδιότητες, λ.χ. αγγίζει τη χάλκινη σφαίρα σε ένα σημείο 34 Αν, όμως, το ευθύ χωριστεί από το σώμα, δεν θα την αγγίζει έτσι γιατί κάτι είναι αχώριστο, αν πάντα υπάρχει μαζί με κάποιο σώμα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι και όλα τα πάθη της ψυχής είναι μαζί με κάποιο σώμα, ο θυμός, η πραότητα, ο φόβος, ο οίκτος, το θάρρος, και ακόμη η αγάπη 15

ἅμα γὰρ τούτοις πάσχει τι τὸ σῶμα. μηνύει δὲ τὸ ποτὲ μὲν ἰσχυρῶν καὶ ἐναργῶν παθημάτων συμβαινόντων μηδὲν παροξύνεσθαι ἢ 20 φοβεῖσθαι, ἐνίοτε δ' ὑπὸ μικρῶν καὶ ἀμαυρῶν κινεῖσθαι, ὅταν ὀργᾷ τὸ σῶμα καὶ οὕτως ἔχῃ ὥσπερ ὅταν ὀργίζηται. ἔτι δὲ μᾶλλον τοῦτο φανερόν μηθενὸς γὰρ φοβεροῦ συμβαίνοντος ἐν τοῖς πάθεσι γίνονται τοῖς τοῦ φοβουμένου. εἰ δ' οὕτως ἔχει, δῆλον ὅτι τὰ πάθη 25 λόγοι ἔνυλοί εἰσιν ὥστε οἱ ὅροι τοιοῦτοι οἷον τὸ ὀργίζεσθαι κίνησίς τις τοῦ τοιουδὶ σώματος ἢ μέρους ἢ δυνάμεως ὑπὸ τοῦδε ἕνεκα τοῦδε. καὶ διὰ ταῦτα ἤδη φυσικοῦ τὸ θεωρῆσαι περὶ ψυχῆς, ἢ πάσης ἢ τῆς τοιαύτης. διαφερόντως δ' ἂν ὁρίσαιντο ὁ φυσικὸς τε καὶ ὁ διαλεκτικὸς ἕκαστον αὐτῶν, οἷον ὀργὴ τί ἐστιν ὁ μὲν γὰρ 30 ὄρεξιν ἀντιλυπήσεως ἤ τι τοιοῦτον, ὁ δὲ ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ. τούτων δὲ ὁ μὲν τὴν ὕλην ἀποδίδωσιν, ὁ δὲ 403b τὸ εἶδος καὶ τὸν λόγον. ὁ μὲν γὰρ λόγος ὅδε τοῦ πράγματος, ἀνάγκη δ' εἶναι τοῦτον ἐν ὕλῃ τοιᾳδί, εἰ ἔσται ὥσπερ οἰκίας ὁ μὲν λόγος τοιοῦτος, ὅτι σκέπασμα κωλυτικὸν φθορᾶς ὑπ' ἀνέμων καὶ ὄμβρων καὶ καυμάτων, ὁ δὲ φήσει λίθους καὶ πλίνθους καὶ ξύλα, ἕτερος δ' 5 ἐν τούτοις τὸ εἶδος ἕνεκα τωνδί. τίς οὖν ὁ φυσικὸς τούτων; πότερον ὁ περὶ τὴν ὕλην, τὸν δὲ λόγον ἀγνοῶν, ἢ ὁ περὶ τὸν λόγον μόνον; ἢ μᾶλλον ὁ ἐξ ἀμφοῖν; ἐκείνων δὲ δὴ τίς ἑκάτερος; ἢ οὐκ ἔστι τις ὁ περὶ τὰ πάθη τῆς ὕλης τὰ μὴ χωριστὰ μηδ' ᾗ χωριστά, 10 ἀλλ' ὁ φυσικὸς περὶ ἅπανθ' ὅσα τοῦ τοιουδὶ σώματος καὶ τῆς τοιαύτης ὕλης ἔργα καὶ πάθη ὅσα δὲ μὴ τοιαῦτα, ἄλλος, καὶ περὶ τινῶν μὲν τεχνίτης, ἐὰν τύχῃ, οἷον τέκτων ἢ ἰατρός, τῶν δὲ μὴ χωριστῶν μέν, ᾗ δὲ μὴ τοιούτου σώματος πάθη καὶ ἐξ ἀφαιρέσεως, 15 ὁ μαθηματικός, ᾗ δὲ κεχωρισμένα, ὁ πρῶτος φιλόσοφος; ἀλλ' ἐπανιτέον ὅθεν ὁ λόγος. ἐλέγομεν δὴ ὅτι τὰ πάθη τῆς ψυχῆς οὕτως ἀχώριστα τῆς φυσικῆς ὕλης τῶν ζῴων, ᾗ γε τοιαῦθ' ὑπάρχει <οἷα> θυμὸς καὶ φόβος, καὶ οὐχ ὥσπερ γραμμὴ καὶ ἐπίπεδον. 16

και το μίσος γιατί μαζί με αυτά παθαίνει κάτι και το σώμα 35. Αυτό γίνεται φανερό από το γεγονός ότι κάποιες φορές, αν και δέχεται ισχυρά και εναργή πάθη, η ψυχή καθόλου δεν παροξύνεται, ούτε φοβάται, ενώ άλλοτε κινείται από μικρά και αμυδρά, όταν το σώμα επιθυμεί κάτι ή είναι σε τέτοια κατάσταση, όπως όταν οργίζεται. Ακόμη περισσότερο είναι φανερό αυτό: ενώ δεν συμβαίνει τίποτα φοβερό, περιέρχονται κάποιοι στα πάθη αυτού που φοβάται 36. Αν, λοιπόν, έτσι έχουν τα πράγματα, είναι φανερό ότι τα πάθη είναι έννοιες 37 που πραγματώνονται μέσα σε ύλη. Συνεπώς, οι ορισμοί τους είναι τέτοιοι, όπως: «η οργή είναι κάποια κίνηση ενός ορισμένου σώματος ή μέρους ή δύναμης με ορισμένη αιτία και ορισμένο σκοπό» 38. Και γι αυτό είναι έργο πια του φυσικού 39 η έρευνα για την ψυχή, ή για όλη ή ως τέτοια 40. Γιατί διαφορετικά θα όριζαν ο διαλεκτικός και ο φυσικός καθένα από τα πάθη, λ.χ. τι είναι οργή ο ένας δηλαδή θα την όριζε ως επιθυμία ανταπόδοσης λύπης ή κάτι τέτοιο 41, ενώ ο άλλος ως βρασμό του αίματος και της θερμότητας γύρω από την καρδιά. Από αυτούς, λοιπόν, ο ένας αποδίδει την ύλη, ενώ ο άλλος τη μορφή ή την έννοια 42 γιατί η έννοια είναι η μορφή του πράγματος και είναι ανάγκη, αν είναι να υπάρχει, να υπάρχει σε ορισμένη ύλη. Όπως ακριβώς η οικία ορίζεται από τον ένα ως κάλυμμα που εμποδίζει τη φθορά από τους ανέμους και τις βροχές και τους καύσωνες, ενώ ο άλλος θα πει ότι είναι πέτρες και τούβλα και ξύλα, και άλλος θα πει ότι είναι η μορφή που πραγματώνεται σε αυτά με ορισμένους σκοπούς 43. Ποιός, λοιπόν, από αυτούς είναι ο φυσικός; Αυτός που μελετά την ύλη αγνοώντας τη μορφή, ή αυτός που μελετά μόνο τη μορφή, ή περισσότερο αυτός που στηρίζεται και στα δύο; Τι είναι τότε καθένας από εκείνους; Ή δεν υπάρχει κάποιος που να μελετά τα πάθη της ύλης, που δεν είναι χωριστά, ως χωριστά, αλλά ο φυσικός μελετά όλα όσα είναι έργα και πάθη ορισμένου σώματος και ορισμένης ύλης 44 ; Όσα, όμως, δεν είναι τέτοια τα μελετά άλλος, και μερικά από αυτά ο τεχνίτης, αν υπάρχει, λ.χ. ο αρχιτέκτων ή ο γιατρός 45, ενώ τα μη χωριστά, αλλά όχι ως πάθη ορισμένου σώματος και με αφαίρεση, τα μελετά ο μαθηματικός 46, ενώ ως χωριστά ο πρώτος φιλόσοφος 47 ; Αλλά πρέπει να επιστρέψουμε εκεί, απ όπου άρχισε η παρέκβαση 48. Λέγαμε ότι τα πάθη της ψυχής είναι αχώριστα από τη φυσική ύλη των ζώων και υπάρχουν ως τέτοια, λ.χ. ο θυμός και ο φόβος, και όχι όπως η γραμμή και το επίπεδο 49. 17

2 Ἐπισκοποῦντας δὲ περὶ ψυχῆς ἀναγκαῖον ἅμα, διαποροῦντας περὶ 20 ὧν εὐπορεῖν δεῖ προελθόντας, τὰς τῶν προτέρων δόξας συμπαραλαμβάνειν ὅσοι τι περὶ αὐτῆς ἀπεφήναντο, ὅπως τὰ μὲν καλῶς εἰρημένα λάβωμεν, εἰ δέ τι μὴ καλῶς, τοῦτ' εὐλαβηθῶμεν. ἀρχὴ δὲ τῆς ζητήσεως προθέσθαι τὰ μάλιστα δοκοῦνθ' ὑπάρχειν 25 αὐτῇ κατὰ φύσιν. τὸ ἔμψυχον δὴ τοῦ ἀψύχου δυοῖν μάλιστα διαφέρειν δοκεῖ, κινήσει τε καὶ τῷ αἰσθάνεσθαι. παρειλήφαμεν δὲ καὶ παρὰ τῶν προγενεστέρων σχεδὸν δύο ταῦτα περὶ ψυχῆς φασὶ γὰρ ἔνιοι καὶ μάλιστα καὶ πρώτως ψυχὴν εἶναι τὸ κινοῦν, οἰηθέντες δὲ τὸ μὴ 30 κινούμενον αὐτὸ μὴ ἐνδέχεσθαι κινεῖν ἕτερον, τῶν κινουμένων τι τὴν ψυχὴν ὑπέλαβον εἶναι. ὅθεν Δημόκριτος μὲν πῦρ τι καὶ θερμόν φησιν αὐτὴν εἶναι ἀπείρων γὰρ ὄντων σχημάτων καὶ ἀτόμων τὰ 404a σφαιροειδῆ πῦρ καὶ ψυχὴν λέγει (οἷον ἐν τῷ ἀέρι τὰ καλούμενα ξύσματα, ἃ φαίνεται ἐν ταῖς διὰ τῶν θυρίδων ἀκτῖσιν), ὧν τὴν μὲν πανσπερμίαν στοιχεῖα λέγει τῆς ὅλης φύσεως (ὁμοίως δὲ καὶ Λεύκιππος), τούτων δὲ τὰ σφαιροειδῆ ψυχήν, διὰ τὸ μάλιστα διὰ 5 παντὸς δύνασθαι διαδύνειν τοὺς τοιούτους ῥυσμοὺς καὶ κινεῖν τὰ λοιπά, κινούμενα καὶ αὐτά, ὑπολαμβάνοντες τὴν ψυχὴν εἶναι τὸ παρέχον τοῖς ζῴοις τὴν κίνησιν. διὸ καὶ τοῦ ζῆν ὅρον εἶναι τὴν ἀναπνοήν συνάγοντος γὰρ τοῦ περιέχοντος τὰ σώματα καὶ ἐκθλίβοντος 10 τῶν σχημάτων τὰ παρέχοντα τοῖς ζῴοις τὴν κίνησιν διὰ τὸ μηδ' αὐτὰ ἠρεμεῖν μηδέποτε, βοήθειαν γίνεσθαι θύραθεν ἐπεισιόντων ἄλλων τοιούτων ἐν τῷ ἀναπνεῖν κωλύειν γὰρ αὐτὰ καὶ τὰ ἐνυπάρχοντα ἐν τοῖς ζῴοις ἐκκρίνεσθαι, συνανείργοντα τὸ συνάγον καὶ πηγνύον καὶ 15 ζῆν δὲ ἕως ἂν δύνωνται τοῦτο ποιεῖν. ἔοικε δὲ καὶ τὸ παρὰ τῶν Πυθαγορείων λεγόμενον τὴν αὐτὴν ἔχειν διάνοιαν ἔφασαν γάρ τινες αὐτῶν ψυχὴν εἶναι τὰ ἐν τῷ ἀέρι ξύσματα, οἱ δὲ τὸ ταῦτα κινοῦν, περὶ δὲ τούτων εἴρηται ὅτι συνεχῶς φαίνεται κινούμενα, κἂν ᾖ νηνεμία 20 παντελής. ἐπὶ ταὐτὸ δὲ φέρονται καὶ ὅσοι λέγουσι τὴν ψυχὴν τὸ αὑτὸ κινοῦν 18

2 Διεξάγοντας έρευνα για την ψυχή είναι αναγκαίο, καθώς εκφράζουμε τις απορίες για όσα πρέπει με την πρόοδο της έρευνας να φέρουμε εις πέρας 50, συγχρόνως να λάβουμε υπόψη τις απόψεις των παλαιοτέρων, όσων διατύπωσαν κάποια γνώμη γι αυτή, για να κρατήσουμε όσα ειπώθηκαν σωστά, αλλά, αν κάτι δεν ήταν σωστό, να το προσέξουμε 51. Στην αρχή, λοιπόν, της έρευνας θα εκθέσουμε αυτά που περισσότερο θεωρείται ότι υπάρχουν στην ψυχή εκ φύσεως 52. Το έμψυχο, λοιπόν, θεωρείται ότι διαφέρει από το άψυχο περισσότερο ως προς δύο χαρακτηριστικά: την κίνηση και την αίσθηση 53. Παραλάβαμε, όμως, και από τους προγενέστερους λίγο πολύ αυτά τα δύο για την ψυχή. Γιατί λένε μερικοί ότι η ψυχή είναι αυτό που κυρίως και πρωταρχικά προκαλεί την κίνηση 54. Επειδή, όμως, νόμιζαν ότι αυτό που δεν κινείται το ίδιο, δεν μπορεί να κινήσει άλλο, θεώρησαν ότι η ψυχή είναι κάτι από αυτά που κινούνται 55. Γι αυτόν τον λόγο, ο Δημόκριτος λέει ότι είναι ένα είδος φωτιάς και θερμότητας γιατί, ενώ τα σχήματα και τα άτομα είναι άπειρα, ονομάζει τα σφαιροειδή φωτιά και ψυχή 56, λ.χ. τα λεγόμενα σωματίδια που βρίσκονται στον αέρα, τα οποία φαίνονται στις ακτίνες του ήλιου που περνούν μέσα από τα παράθυρα, το μίγμα των οποίων λέει ότι αποτελεί τα στοιχεία όλης της φύσης (ομοίως και ο Λεύκιππος) 57. Από αυτά, τα σφαιροειδή τα ονομάζει ψυχή, επειδή αυτά τα σχήματα μπορούν να γλιστρούν ευκολότερα μέσα από κάθε σώμα και να κινούν τα υπόλοιπα κινούμενα και τα ίδια, θεωρώντας πως ψυχή είναι αυτό που δίνει στα ζώα την κίνηση 58. Γι αυτό και θεώρησαν ότι η αναπνοή είναι προϋπόθεση της ζωής γιατί, όταν το περιβάλλον συμπιέζει τα σώματα και σπρώχνει έξω τα άτομα που δίνουν στα ζώα την κίνηση με το να μην ηρεμούν ποτέ ούτε τα ίδια, πιστεύουν ότι έρχεται βοήθεια από έξω, όταν εισέρχονται (στο σώμα) άλλα τέτοια άτομα με την αναπνοή γιατί αυτά εμποδίζουν και τα άτομα που ήδη υπάρχουν μέσα στα ζώα να βγαίνουν έξω, αντιδρώντας σε αυτό που τα συμπιέζει και τα συνενώνει. Και πιστεύουν ότι τα ζώα ζουν όσο μπορούν να κάνουν αυτό 59. Φαίνεται, όμως, ότι και αυτό που λέγεται από τους Πυθαγορείους έχει το ίδιο νόημα. Γιατί, είπαν κάποιοι από αυτούς ότι ψυχή είναι τα σωματίδια στον αέρα, ενώ άλλοι αυτό που τα κινεί 60. Γι αυτά τα σωματίδια είπαν ότι φαίνεται να κινούνται διαρκώς, ακόμη και αν υπάρχει παντελής νηνεμία. Στην ίδια κατεύθυνση βρίσκονται, όμως, και όσοι λένε πως ψυχή είναι αυτό που κινεί τον εαυτό του 61. Γιατί φαίνεται ότι όλοι αυτοί θεώρησαν πως η κίνηση είναι το πιο 19

ἐοίκασι γὰρ οὗτοι πάντες ὑπειληφέναι τὴν κίνησιν οἰκειότατον εἶναι τῇ ψυχῇ, καὶ τὰ μὲν ἄλλα πάντα κινεῖσθαι διὰ τὴν ψυχήν, ταύτην δ' ὑφ' ἑαυτῆς, διὰ τὸ μηθὲν ὁρᾶν κινοῦν ὃ μὴ καὶ αὐτὸ κινεῖται. ὁμοίως 25 δὲ καὶ Ἀναξαγόρας ψυχὴν εἶναι λέγει τὴν κινοῦσαν, καὶ εἴ τις ἄλλος εἴρηκεν ὡς τὸ πᾶν ἐκίνησε νοῦς οὐ μὴν παντελῶς γ' ὥσπερ Δημόκριτος. ἐκεῖνος μὲν γὰρ ἁπλῶς ταὐτὸν ψυχὴν καὶ νοῦν τὸ γὰρ ἀληθὲς εἶναι τὸ φαινόμενον, διὸ καλῶς ποιῆσαι τὸν Ὅμηρον ὡς 30 Ἕκτωρ κεῖτ' ἀλλοφρονέων οὐ δὴ χρῆται τῷ νῷ ὡς δυνάμει τινὶ περὶ τὴν ἀλήθειαν, ἀλλὰ ταὐτὸ λέγει ψυχὴν καὶ νοῦν. Ἀναξαγόρας 404b δ' ἧττον διασαφεῖ περὶ αὐτῶν πολλαχοῦ μὲν γὰρ τὸ αἴτιον τοῦ καλῶς καὶ ὀρθῶς τὸν νοῦν λέγει, ἑτέρωθι δὲ τοῦτον εἶναι τὴν ψυχήν ἐν ἅπασι γὰρ ὑπάρχειν αὐτὸν τοῖς ζῴοις, καὶ μεγάλοις καὶ μικροῖς, καὶ τιμίοις καὶ ἀτιμοτέροις οὐ φαίνεται δ' ὅ γε κατὰ φρόνησιν 5 λεγόμενος νοῦς πᾶσιν ὁμοίως ὑπάρχειν τοῖς ζῴοις, ἀλλ' οὐδὲ τοῖς ἀνθρώποις πᾶσιν. ὅσοι μὲν οὖν ἐπὶ τὸ κινεῖσθαι τὸ ἔμψυχον ἀπέβλεψαν, οὗτοι τὸ κινητικώτατον ὑπέλαβον τὴν ψυχήν ὅσοι δ' ἐπὶ τὸ γινώσκειν καὶ τὸ αἰσθάνεσθαι τῶν ὄντων, οὗτοι δὲ λέγουσι τὴν ψυχὴν τὰς ἀρχάς, οἱ 10 μὲν πλείους ποιοῦντες, ταύτας, οἱ δὲ μίαν, ταύτην, ὥσπερ Ἐμπεδοκλῆς μὲν ἐκ τῶν στοιχείων πάντων, εἶναι δὲ καὶ ἕκαστον ψυχὴν τούτων, λέγων οὕτως γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν, ὕδατι δ' ὕδωρ, αἰθέρι δ' αἰθέρα δῖαν, ἀτὰρ πυρὶ πῦρ ἀΐδηλον, στοργῇ δὲ στοργήν, νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῷ 15 τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ Πλάτων ἐν τῷ Τιμαίῳ τὴν ψυχὴν ἐκ τῶν στοιχείων ποιεῖ γινώσκεσθαι γὰρ τῷ ὁμοίῳ τὸ ὅμοιον, τὰ δὲ πράγματα ἐκ τῶν ἀρχῶν εἶναι. ὁμοίως δὲ καὶ ἐν τοῖς Περὶ φιλοσοφίας λεγομένοις διωρίσθη, αὐτὸ μὲν τὸ ζῷον ἐξ αὐτῆς τῆς τοῦ ἑνὸς 20 ἰδέας καὶ τοῦ πρώτου μήκους καὶ πλάτους καὶ βάθους, τὰ δ' ἄλλα ὁμοιοτρόπως ἔτι δὲ καὶ ἄλλως, νοῦν μὲν τὸ ἕν, ἐπιστήμην δὲ τὰ δύο (μοναχῶς γὰρ ἐφ' ἕν), τὸν δὲ τοῦ ἐπιπέδου ἀριθμὸν δόξαν, αἴσθησιν δὲ τὸν τοῦ στερεοῦ. οἱ μὲν γὰρ ἀριθμοὶ τὰ εἴδη αὐτὰ καὶ 25 αἱ ἀρχαὶ ἐλέγοντο, εἰσὶ δ' ἐκ τῶν στοιχείων, κρίνεται δὲ τὰ πράγματα τὰ μὲν νῷ, τὰ δ' ἐπιστήμῃ, τὰ δὲ δόξῃ, τὰ δ' αἰσθήσει εἴδη δ' οἱ ἀριθμοὶ οὗτοι τῶν πραγμάτων. 20

χαρακτηριστικό γνώρισμα της ψυχής και ότι όλα τα άλλα κινούνται εξαιτίας της ψυχής, ενώ η ίδια κινείται από μόνη της, καθώς δεν βλέπουν τίποτα να κινεί χωρίς να κινείται και το ίδιο 62. Ομοίως και ο Αναξαγόρας λέει ότι η ψυχή είναι αυτή που κινεί, και αν κάποιος άλλος είπε ότι ο νους κίνησε το σύμπαν 63 δεν είπε, όμως, ακριβώς ό,τι ο Δημόκριτος. Ο τελευταίος ταύτισε απόλυτα την ψυχή και τον νου γιατί θεώρησε ότι το αληθές είναι αυτό που φαίνεται και, γι αυτό, θεώρησε ότι σωστά είπε ο Όμηρος ότι «ο Έκτορας κείτεται αλλόφρων» 64. Δεν χρησιμοποιεί δηλαδή τον νου ως κάποια δύναμη για την αλήθεια, αλλά ταυτίζει την ψυχή και τον νου. Ο Αναξαγόρας, όμως, είναι λιγότερο σαφής σχετικά με αυτά, γιατί σε πολλά σημεία λέει ότι ο νους είναι το αίτιο του σωστού και του ορθού, ενώ σε άλλα ότι ο νους ταυτίζεται με την ψυχή γιατί λέει ότι υπάρχει σε όλα τα ζώα, και στα μεγάλα και στα μικρά, και στα ανώτερα και στα κατώτερα. Δεν φαίνεται, όμως, ο νους που σχετιζεται με τη φρόνηση να υπάρχει με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα ζώα, αλλά ούτε σε όλους τους ανθρώπους 65. Όσοι, λοιπόν, επικεντρώθηκαν στην ικανότητα του εμψύχου να κινείται, αυτοί θεώρησαν την ψυχή ως το κατ εξοχήν κινητικό. Όσοι, όμως, εστίασαν την προσοχή τους στην ικανότητά του να γνωρίζει και να αισθάνεται τα όντα, αυτοί λένε ότι ψυχή είναι οι αρχές. Όσοι αναγνωρίζουν περισσότερες αρχές ταυτίζουν την ψυχή με αυτές, ενώ όσοι αναγνωρίζουν μία, την ταυτίζουν με αυτή 66 όπως και ο Εμπεδοκλής πιστεύει ότι η ψυχή αποτελείται από όλα τα στοιχεία, αλλά και καθένα από αυτά τα στοιχεία είναι ψυχή, λέγοντας τα εξής: Γιατί με τη γη βλέπουμε τη γη και με το νερό το νερό, με τον αιθέρα τον θεϊκό αιθέρα, αλλά και με τη φωτιά την καταστρεπτική φωτιά, με τη στοργή τη στοργή και με την έχθρα τη λυπηρή έχθρα 67. Με τον ίδιο τρόπο και ο Πλάτων στον Τίμαιο συνθέτει την ψυχή από τα στοιχεία 68. Γιατί λέει ότι το όμοιο γίνεται γνωστό από το όμοιο, και ότι τα πράγματα προκύπτουν από τις αρχές. Ομοίως έχουν οριστεί αυτά και στους λόγους Περί Φιλοσοφίας 69, ότι, δηλαδή, η Ιδέα του ζώου λέγεται ότι αποτελείται από την ίδια την Ιδέα του Ενός και από το πρωταρχικό μήκος και πλάτος και βάθος, και με τον ίδιο τρόπο και τα άλλα αλλά και με άλλο τρόπο, ο Πλάτων ονόμασε νου το Ένα, επιστήμη τα Δύο (γιατί με ένα μόνο τρόπο οδηγεί σε ένα συμπέρασμα 70 ), γνώμη τον αριθμό του επιπέδου και αίσθηση τον αριθμό του στερεού. Γιατί, ως αριθμοί ονομάστηκαν οι ίδιες οι Ιδέες και οι αρχές, οι οποίες προκύπτουν από τα στοιχεία. Τα πράγματα τώρα, συλλαμβάνονται κάποια με τον νου, κάποια με την επιστήμη, κάποια με τη γνώμη και κάποια με την αίσθηση. Αυτοί, λοιπόν, οι αριθμοί είναι οι Ιδέες των 21

ἐπεὶ δὲ καὶ κινητικὸν ἐδόκει ἡ ψυχὴ εἶναι καὶ γνωριστικὸν οὕτως, ἔνιοι συνέπλεξαν ἐξ ἀμφοῖν, ἀποφηνάμενοι τὴν ψυχὴν ἀριθμὸν κινοῦνθ' ἑαυτόν. διαφέρονται δὲ περὶ τῶν ἀρχῶν, τίνες καὶ πόσαι, μάλιστα μὲν οἱ σωματικὰς ποιοῦντες τοῖς ἀσωμάτους, τούτοις δ' οἱ 405a μίξαντες καὶ ἀπ' ἀμφοῖν τὰς ἀρχὰς ἀποφηνάμενοι. διαφέρονται δὲ καὶ περὶ τοῦ πλήθους οἱ μὲν γὰρ μίαν οἱ δὲ πλείους λέγουσιν. ἑπομένως δὲ τούτοις καὶ τὴν ψυχὴν ἀποδιδόασιν τὸ γὰρ κινητικὸν τὴν φύσιν τῶν πρώτων ὑπειλήφασιν, οὐκ ἀλόγως. ὅθεν ἔδοξέ τισι 5 πῦρ εἶναι καὶ γὰρ τοῦτο λεπτομερέστατόν τε καὶ μάλιστα τῶν στοιχείων ἀσώματον, ἔτι δὲ κινεῖταί τε καὶ κινεῖ τὰ ἄλλα πρώτως. Δημόκριτος δὲ καὶ γλαφυρωτέρως εἴρηκεν ἀποφαινόμενος διὰ τί τούτων ἑκάτερον ψυχὴν μὲν γὰρ εἶναι ταὐτὸ καὶ νοῦν, τοῦτο δ' εἶναι 10 τῶν πρώτων καὶ ἀδιαιρέτων σωμάτων, κινητικὸν δὲ διὰ μικρομέρειαν καὶ τὸ σχῆμα τῶν δὲ σχημάτων εὐκινητότατον τὸ σφαιροειδὲς λέγει τοιοῦτον δ' εἶναι τόν τε νοῦν καὶ τὸ πῦρ. Ἀναξαγόρας δ' ἔοικε μὲν ἕτερον λέγειν ψυχήν τε καὶ νοῦν, ὥσπερ εἴπομεν καὶ πρότερον, 15 χρῆται δ' ἀμφοῖν ὡς μιᾷ φύσει, πλὴν ἀρχήν γε τὸν νοῦν τίθεται μάλιστα πάντων μόνον γοῦν φησὶν αὐτὸν τῶν ὄντων ἁπλοῦν εἶναι καὶ ἀμιγῆ τε καὶ καθαρόν. ἀποδίδωσι δ' ἄμφω τῇ αὐτῇ ἀρχῇ, τό τε γινώσκειν καὶ τὸ κινεῖν, λέγων νοῦν κινῆσαι τὸ πᾶν. (ἔοικε δὲ καὶ Θαλῆς ἐξ ὧν ἀπομνημονεύουσι κινητικόν τι τὴν ψυχὴν ὑπολαβεῖν, 20 εἴπερ τὴν λίθον ἔφη ψυχὴν ἔχειν, ὅτι τὸν σίδηρον κινεῖ.) Διογένης δ' ὥσπερ καὶ ἕτεροί τινες ἀέρα, τοῦτον οἰηθεὶς πάντων λεπτομερέστατον εἶναι καὶ ἀρχήν καὶ διὰ τοῦτο γινώσκειν τε καὶ κινεῖν τὴν ψυχήν, ᾗ μὲν πρῶτόν ἐστι, καὶ ἐκ τούτου τὰ λοιπά, γινώσκειν, ᾗ δὲ λεπτότατον, 25 κινητικὸν εἶναι. καὶ Ἡράκλειτος δὲ τὴν ἀρχὴν εἶναί φησι ψυχήν, εἴπερ τὴν ἀναθυμίασιν, ἐξ ἧς τἆλλα συνίστησιν καὶ ἀσωματώτατόν τε καὶ ῥέον ἀεί τὸ δὲ κινούμενον κινουμένῳ γινώσκεσθαι ἐν κινήσει δ' εἶναι τὰ ὄντα κἀκεῖνος ᾤετο καὶ οἱ πολλοί. 22

πραγμάτων. Επειδή, όμως, με αυτόν τον τρόπο θεωρήθηκε πως η ψυχή μπορεί και να κινείται και να γνωρίζει, μερικοί συνδύασαν και τα δύο και είπαν ότι η ψυχή είναι ο αριθμός που κινεί τον εαυτό του 71. Διαφέρουν, όμως, ως προς τις αρχές, δηλαδή ποιές είναι και πόσες, περισσότερο αυτοί που τις θεωρούν σωματικές από αυτούς που τις θεωρούν ασώματες, και από αυτούς διαφέρουν αυτοί που τα συνδύασαν και αποφάνθηκαν ότι οι αρχές είναι και από τα δύο. Διαφέρουν, όμως, και ως προς το πλήθος γιατί κάποιοι λένε πως υπάρχει μία αρχή, ενώ κάποιοι άλλοι ότι υπάρχουν πολλές. Κατ επέκταση, λοιπόν, ορίζουν την ψυχή σύμφωνα με αυτές 72. Γιατί εύλογα θεώρησαν πως αυτό που μπορεί να κινείται ανήκει από τη φύση του στις πρώτες αρχές. Γι αυτό πίστεψαν κάποιοι ότι η ψυχή είναι φωτιά 73, καθώς η φωτιά αποτελείται από τα πιο λεπτά μέρη και είναι το περισσότερο ασώματο από τα στοιχεία, και ακόμη κινείται και κινεί πρωταρχικά και τα άλλα. Ο Δημόκριτος μάλιστα μίλησε με μεγαλύτερη ακρίβεια εξηγώντας γιατί η ψυχή έχει καθένα από αυτά τα χαρακτηριστικά. Είπε, λοιπόν, ότι η ψυχή και ο νους ταυτίζονται και είναι από τα πρωταρχικά και αδιαίρετα σώματα, ενώ κινούνται εξαιτίας της μικρότητας των μερών και του σχήματός τους και λέει πως από τα σχήματα το πιο ευκίνητο είναι το σφαιροειδές. Τέτοιο σχήμα έχει ο νους και η φωτιά 74. Ο Αναξαγόρας, από την άλλη πλευρά, φαίνεται να θεωρεί ως διαφορετικά τον νου και την ψυχή, όπως είπαμε και πρωτύτερα, αλλά χρησιμοποιεί και τα δύο ως μία φύση, με τη διαφορά ότι θέτει κυρίως τον νου ως αρχή των πάντων. Λέει, λοιπόν, ότι από όλα τα όντα μόνο ο νους είναι απλός, αμιγής και καθαρός. Και αποδίδει και τις δύο ικανότητες, δηλαδή την ικανότητα να γνωρίζει και να προκαλεί κίνηση, στην ίδια αρχή, λέγοντας ότι ο νους έδωσε κίνηση στο σύμπαν 75. (Φαίνεται, όμως, απ όσα παραδίδονται, ότι και ο Θαλής θεώρησε την ψυχή ως κάτι κινητικό, αν όντως είπε ότι ο μαγνήτης έχει ψυχή, επειδή κινεί τον σίδηρο 76 ). Ο Διογένης, όπως και κάποιοι άλλοι, ονόμασε την ψυχή αέρα, γιατί νόμιζε ότι αυτός από όλα τα στοιχεία έχει τα πιο λεπτά μέρη και είναι αρχή 77 και γι αυτό θεώρησε ότι η ψυχή γνωρίζει και μεταδίδει κίνηση: ως πρωταρχικό, δηλαδή, από το οποίο αποτελούνται τα υπόλοιπα μπορεί να γνωρίζει, ενώ ως το πιο λεπτομερές μπορεί να προκαλεί την κίνηση. Και ο Ηράκλειτος λέει ότι η ψυχή είναι η αρχή, αν όντως λέει ότι ψυχή είναι η αναθυμίαση, από την οποία αποτελούνται τα άλλα. Και λέει ότι είναι το πιο ασώματο και αυτό που ρέει διαρκώς, ενώ αυτό που κινείται μπορεί να γίνει γνωστό από κάτι που κινείται. Και εκείνος, λοιπόν, και οι περισσότεροι πίστευαν ότι τα όντα βρίσκονται σε κίνηση 78. 23

παραπλησίως δὲ τούτοις καὶ Ἀλκμαίων ἔοικεν ὑπολαβεῖν περὶ 30 ψυχῆς φησὶ γὰρ αὐτὴν ἀθάνατον εἶναι διὰ τὸ ἐοικέναι τοῖς ἀθανάτοις τοῦτο δ' ὑπάρχειν αὐτῇ ὡς ἀεὶ κινουμένῃ κινεῖσθαι γὰρ καὶ τὰ θεῖα πάντα συνεχῶς ἀεί, σελήνην, ἥλιον, τοὺς 405b ἀστέρας καὶ τὸν οὐρανὸν ὅλον. τῶν δὲ φορτικωτέρων καὶ ὕδωρ τινὲς ἀπεφήναντο, καθάπερ Ἵππων πεισθῆναι δ' ἐοίκασιν ἐκ τῆς γονῆς, ὅτι πάντων ὑγρά. καὶ γὰρ ἐλέγχει τοὺς αἷμα φάσκοντας τὴν ψυχήν, ὅτι ἡ γονὴ οὐχ αἷμα ταύτην δ' εἶναι τὴν πρώτην ψυχήν. 5 ἕτεροι δ' αἷμα, καθάπερ Κριτίας, τὸ αἰσθάνεσθαι ψυχῆς οἰκειότατον ὑπολαμβάνοντες, τοῦτο δ' ὑπάρχειν διὰ τὴν τοῦ αἵματος φύσιν. πάντα γὰρ τὰ στοιχεῖα κριτὴν εἴληφε, πλὴν τῆς γῆς ταύτην δ' οὐθεὶς ἀποπέφανται, πλὴν εἴ τις αὐτὴν εἴρηκεν ἐκ πάντων εἶναι τῶν 10 στοιχείων ἢ πάντα. ὁρίζονται δὴ πάντες τὴν ψυχὴν τρισὶν ὡς εἰπεῖν, κινήσει, αἰσθήσει, τῷ ἀσωμάτῳ τούτων δ' ἕκαστον ἀνάγεται πρὸς τὰς ἀρχάς. διὸ καὶ οἱ τῷ γινώσκειν ὁριζόμενοι αὐτὴν ἢ στοιχεῖον ἢ ἐκ τῶν στοιχείων ποιοῦσι, λέγοντες παραπλησίως ἀλλήλοις, πλὴν ἑνός φασὶ γὰρ γινώσκεσθαι τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ ἐπειδὴ 15 γὰρ ἡ ψυχὴ πάντα γινώσκει, συνιστᾶσιν αὐτὴν ἐκ πασῶν τῶν ἀρχῶν. ὅσοι μὲν οὖν μίαν τινὰ λέγουσιν αἰτίαν καὶ στοιχεῖον ἕν, καὶ τὴν ψυχὴν ἓν τιθέασιν, οἷον πῦρ ἢ ἀέρα οἱ δὲ πλείους λέγοντες τὰς ἀρχὰς καὶ τὴν ψυχὴν πλείω ποιοῦσιν. Ἀναξαγόρας δὲ μόνος ἀπαθῆ φησιν εἶναι τὸν νοῦν, καὶ κοινὸν οὐθὲν οὐθενὶ τῶν 20 ἄλλων ἔχειν. τοιοῦτος δ' ὢν πῶς γνωριεῖ καὶ διὰ τίν' αἰτίαν, οὔτ' ἐκεῖνος εἴρηκεν οὔτ' ἐκ τῶν εἰρημένων συμφανές ἐστιν. ὅσοι δ' ἐναντιώσεις ποιοῦσιν ἐν ταῖς ἀρχαῖς, καὶ τὴν ψυχὴν ἐκ τῶν ἐναντίων συνιστᾶσιν οἱ δὲ θάτερον τῶν ἐναντίων, οἷον θερμὸν ἢ ψυχρὸν ἤ 25 τι τοιοῦτον ἄλλο, καὶ τὴν ψυχὴν ὁμοίως ἕν τι τούτων τιθέασιν. διὸ καὶ τοῖς ὀνόμασιν ἀκολουθοῦσιν, οἱ μὲν τὸ θερμὸν λέγοντες, ὅτι διὰ τοῦτο καὶ τὸ ζῆν ὠνόμασται, οἱ δὲ τὸ ψυχρόν, <διὰ τὸ> διὰ τὴν ἀναπνοὴν καὶ τὴν κατάψυξιν καλεῖσθαι ψυχήν. τὰ μὲν οὖν παραδεδομένα περὶ ψυχῆς, καὶ δι' ἃς αἰτίας λέγουσιν οὕτω, 30 ταῦτ' ἐστίν. 24

Και ο Αλκμαίων φαίνεται να σκέφτηκε για την ψυχή με παρόμοιο τρόπο γιατί λέει ότι η ψυχή είναι αθάνατη, επειδή μοιάζει με τα αθάνατα πράγματα και ότι έχει αυτήν την ιδιότητα, επειδή κινείται διαρκώς. Γιατί και όλα τα θεϊκά όντα κινούνται ασταμάτητα, η σελήνη, ο ήλιος, τα αστέρια και όλος ο ουρανός. Κάποιοι από τους πιο ευτελείς είπαν πως η ψυχή είναι νερό, όπως ο Ίππων 79. Αυτοί φαίνεται να πείσθηκαν βλέποντας το σπέρμα, επειδή είναι υγρό σε όλα τα ζώα. Και επικρίνει αυτούς που είπαν ότι η ψυχή είναι αίμα, γιατί το σπέρμα δεν είναι αίμα, ενώ αυτό (το σπέρμα) λένε ότι είναι η πρωταρχική/πρώτη ψυχή. Άλλοι, όμως, όπως ο Κριτίας 80, είπαν πως η ψυχή είναι αίμα, θεωρώντας ως χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της ψυχής την ικανότητά της να αισθάνεται, κάτι που υπάρχει εξαιτίας της φύσης του αίματος. Όλα, λοιπόν, τα στοιχεία έχουν βρει υποστηρικτή εκτός της γης. Γι αυτήν κανείς δεν έχει μιλήσει, εκτός αν κάποιος είπε ότι η ψυχή αποτελείται από όλα τα στοιχεία ή είναι όλα τα στοιχεία 81. Μπορούμε να πούμε, λοιπόν, ότι όλοι ορίζουν την ψυχή βάσει τριών χαρακτηριστικών, της κίνησης, της αίσθησης και του ασωμάτου 82. Καθένα από αυτά ανάγεται στις αρχές. Γι αυτό, αυτοί που ορίζουν την ψυχή βάσει της ικανότητάς της να γνωρίζει, θεωρούν ή ότι είναι στοιχείο ή ότι αποτελείται από στοιχεία, μιλώντας όλοι με παρόμοιο μεταξύ τους τρόπο, εκτός από έναν γιατί λένε ότι το όμοιο γίνεται γνωστό από το όμοιο. Επειδή, λοιπόν, η ψυχή γνωρίζει τα πάντα, τη συνθέτουν από όλες τις αρχές. Συνεπώς, όσοι αναγνωρίζουν μία αιτία και ένα στοιχείο, ορίζουν και την ψυχή ως ένα, λ.χ. ως φωτιά ή αέρα. Όσοι, όμως, δέχονται περισσότερες αρχές, και την ψυχή συνθέτουν από περισσότερα στοιχεία. Μόνο ο Αναξαγόρας υποστηρίζει ότι ο νους είναι απαθής και ότι δεν έχει τίποτα κοινό με κανένα από τα άλλα όντα 83. Πώς, όμως, όντας τέτοιος θα γνωρίσει, και για ποιο λόγο, ούτε ο ίδιος εξήγησε, ούτε είναι εμφανές απ όσα είπε. Όσοι τώρα δέχονται εναντιώσεις στις αρχές, και την ψυχή συνθέτουν από ενάντια 84. Αυτοί που δέχονται ως αρχή το ένα από τα ενάντια λ.χ. το θερμό ή το ψυχρό ή κάτι άλλο τέτοιο, και την ψυχή ομοίως ορίζουν ως ένα από αυτά. Γι αυτό ακολουθούν και τις ονομασίες, οι μεν λέγοντας ότι η ψυχή είναι το θερμό, επειδή γι αυτόν τον λόγο ονομάστηκε έτσι το ζῆν, ενώ οι άλλοι ότι η ψυχή είναι το ψυχρό, και ότι πήρε το όνομά της εξαιτίας της αναπνοής και της ψύξης 85. Αυτά είναι, λοιπόν, όσα έχουν παραδοθεί για την ψυχή και οι αιτίες, για τις οποίες διατυπώθηκαν με αυτόν τον τρόπο. 25

3 Ἐπισκεπτέον δὲ πρῶτον μὲν περὶ κινήσεως ἴσως γὰρ οὐ μόνον ψεῦδός ἐστι τὸ τὴν οὐσίαν αὐτῆς τοιαύτην εἶναι οἵαν φασὶν οἱ 406a λέγοντες ψυχὴν εἶναι τὸ κινοῦν ἑαυτὸ ἢ δυνάμενον κινεῖν, ἀλλ' ἕν τι τῶν ἀδυνάτων τὸ ὑπάρχειν αὐτῇ κίνησιν. ὅτι μὲν οὖν οὐκ ἀναγκαῖον τὸ κινοῦν καὶ αὐτὸ κινεῖσθαι, πρότερον εἴρηται. διχῶς δὲ κινουμένου παντός ἢ γὰρ καθ' ἕτερον ἢ καθ' αὑτό καθ' ἕτερον 5 δὲ λέγομεν ὅσα κινεῖται τῷ ἐν κινουμένῳ εἶναι, οἷον πλωτῆρες οὐ γὰρ ὁμοίως κινοῦνται τῷ πλοίῳ τὸ μὲν γὰρ καθ' αὑτὸ κινεῖται, οἱ δὲ τῷ ἐν κινουμένῳ εἶναι δῆλον δ' ἐπὶ τῶν μορίων οἰκεία μὲν γάρ ἐστι κίνησις ποδῶν βάδισις, αὕτη δὲ καὶ ἀνθρώπων οὐχ ὑπάρχει δὲ τοῖς πλωτῆρσι τότε διχῶς δὴ λεγομένου τοῦ κινεῖσθαι νῦν 10 ἐπισκοποῦμεν περὶ τῆς ψυχῆς εἰ καθ' αὑτὴν κινεῖται καὶ μετέχει κινήσεως. τεσσάρων δὲ κινήσεων οὐσῶν, φορᾶς ἀλλοιώσεως φθίσεως αὐξήσεως, ἢ μίαν τούτων κινοῖτ' ἂν ἢ πλείους ἢ πάσας. εἰ δὲ κινεῖται μὴ κατὰ συμβεβηκός, φύσει ἂν ὑπάρχοι κίνησις αὐτῇ εἰ δὲ τοῦτο, 15 καὶ τόπος πᾶσαι γὰρ αἱ λεχθεῖσαι κινήσεις ἐν τόπῳ. εἰ δ' ἐστὶν ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς τὸ κινεῖν ἑαυτήν, οὐ κατὰ συμβεβηκὸς αὐτῇ τὸ κινεῖσθαι ὑπάρξει, ὥσπερ τῷ λευκῷ ἢ τῷ τριπήχει κινεῖται γὰρ καὶ ταῦτα, ἀλλὰ κατὰ συμβεβηκός ᾧ γὰρ ὑπάρχουσιν, ἐκεῖνο κινεῖται 20 τὸ σῶμα. διὸ καὶ οὐκ ἔστι τόπος αὐτῶν τῆς δὲ ψυχῆς ἔσται, εἴπερ φύσει κινήσεως μετέχει. ἔτι δ' εἰ φύσει κινεῖται, κἂν βίᾳ κινηθείη κἂν εἰ βίᾳ, καὶ φύσει. τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον ἔχει καὶ περὶ ἠρεμίας εἰς ὃ γὰρ κινεῖται φύσει, καὶ ἠρεμεῖ ἐν τούτῳ φύσει ὁμοίως δὲ καὶ εἰς 25 ὃ κινεῖται βίᾳ, καὶ ἠρεμεῖ ἐν τούτῳ βίᾳ. ποῖαι δὲ βίαιοι τῆς ψυχῆς κινήσεις ἔσονται καὶ ἠρεμίαι, οὐδὲ πλάττειν βουλομένοις ῥᾴδιον ἀποδοῦναι. ἔτι δ' εἰ μὲν ἄνω κινήσεται, πῦρ ἔσται, εἰ δὲ κάτω, γῆ τούτων γὰρ τῶν σωμάτων αἱ κινήσεις αὗται ὁ δ' αὐτὸς λόγος καὶ 30 περὶ τῶν μεταξύ. 26