ΠΡΟΣ: 2. ΑSPIS BANK 5. EUROBANK



Σχετικά έγγραφα

ΘΕΜΑ: Έγγραφη Σύσταση Πόρισμα. ΣΧΕΤ. : Αρ. πρωτ. B/5976/ , Β/8293/ έγγραφά μας.

Αρμόδια: Δρ. Βασιλική Μπώλου Αθήνα 13 Μαρτίου 2013 Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή Αριθ. Πρωτ. :6787

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

ΘΕΜΑ: Χρέωση εξόδων µελέτης ή φακέλου ή προέγκρισης ή διαχείρισης καθώς και έξοδα µε συναφείς διατυπώσεις κατά τη χορήγηση τραπεζικών δανείων.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ 15/2007 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΠΡΟΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΣΕ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΤΑΘΕΡΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

Ε Γ Γ Ρ Α Φ Η Σ Υ Σ Τ Α Σ Η Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

Λ. ΑΛΕΞΑΝ ΡΑΣ 144, ΑΘΗΝΑ / ΤΗΛ.: , , ΦΑΞ:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αρµόδιος: ηµήτρης Μάρκου Αναπληρωτής Συνήγορος

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει)

Τηλ.: ,

Αθήνα, 8 Iανουαρίου 2008 Αριθ. πρωτ. : 13

Πρόγραμμα Νοσοκομειακής Περίθαλψης Full [Health] Ειδικό

ΠΡΑΞΗ ΙΟΙΚΗΤΗ ΑΡΙΘΜ. 2501/ ΘΕΜΑ: Ενηµέρωση των συναλλασσοµένων µε τα πιστωτικά ιδρύµατα για τους όρους που διέπουν τις συναλλαγές τους.

ΠΡΟΣ: 2. κ. ********* ******** ********** ********** ΚΟΙΝ.:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣ: 2... ΚΟΙΝ.:

Οι Περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμοι του 1999 έως 2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αρµόδια: ρ. Βασιλική Μπώλου Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή

Διαφάνεια των όρων της σύµβασης µεταξύ καταναλωτή (επιλέγοντα πελάτη) και παρόχου υπηρεσιών στον τοµέα της ενέργειας.

Πληροφορίες: Διονύσιος Ραυτόπουλος Ειδικός Επιστήμονας Αθήνα 27 Δεκεμβρίου Αριθ. Πρωτ.

ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΕΝΑΝ ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟ ΚΩ ΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΑΝΕΙΑ ("ΣΥΜΦΩΝΙΑ")

Αθήνα, 3 Ιουνίου 2008 Αριθ. Πρωτ. : 661. Ε Γ Γ Ρ Α Φ Η Σ Υ Σ Τ Α Σ Η Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΑΠ 296/2001

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΑΦΜ:

Στεγαστικά δάνεια Προσωπικού Θυγατρικών Εταιρειών & Τρίτων Φορέων

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

ΠΡΟΣ: 2... ΚΟΙΝ.: Λ. ΑΛΕΞΑΝ ΡΑΣ 144, ΑΘΗΝΑ / ΤΗΛ.: , , ΦΑΞ: anaplirotis@synigoroskatanaloti.

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (άρθρο 3 παρ. 1 ν. 3297/2004)

Ε.Ε. Παρ.Ι(Ι), Αρ. 4349, (Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΤΙΣ

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

ΑΠΟΦΑΣΗ. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ)

Ανεξάρτητη Αρχή. Αρμόδια: Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος του Καταναλωτή Αθήνα 31 Αυγούστου 2017 Αριθ. Πρωτ. :31020

ΘΕΜΑ: Αναφορά του κ... (αρ. πρωτ. εισερχ / ).

Σας αποστέλλουμε το με αριθμ.πρωτ.γδ481/22.01/ / έγγραφο της Κτηματολόγιο ΑΕ, για να λάβετε γνώση. Με συναδελφικούς χαιρετισμούς

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2014

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ. «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ERGASIAS A.E.» (εφεξής η «Τράπεζα»)

Εισηγητής: Διονύσιος Ραυτόπουλος, Ειδικός Επιστήμονας -Οικονομολόγος

Λ. ΑΛΕΞΑΝ ΡΑΣ 144, ΑΘΗΝΑ / ΤΗΛ.: , , ΦΑΞ:

ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ. ΘΕΜΑ: Έκδοση στοιχείων κατά την καταβολή δικαστικής δαπάνης και τόκων υπερηµερίας.

ιατάξεις της παρ. 3 & 4 του άρθρου 18 του Ν.3522/2006

... 15,80% , 14,80% , 14,30% , 13,80%. άνω, 13,30%.

ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Υποχρεωτικοί Κανόνες Σύμβασης Αναδιάρθρωσης Οφειλών (άρθ. 9 Ν.4469/2017)

ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΙΑΡΚΕΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ Ν.2308/ Ο.Τ.Π.Μ.Κ_ΚΕΦ4_5_V1_

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 12 Μαρτίου 2018 Αριθ. Πρωτ.

Άρθρο 1 Τροποποίηση διατάξεων για τη διεξαγωγή αναγκαστικών πλειστηριασµών κινητών και ακινήτων

ΘΕΜΑ: «Ειδικό καθεστώς καταβολής ΦΠΑ κατά τον χρόνο της είσπραξης, σύμφωνα με το άρθρο 39.β του Κώδικα ΦΠΑ»

Κ/Ξ ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΟΞΙΑΔΗ Α.Ε.- ΠΡΙΣΜΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΑΤΕ- Δ. ΒΕΡΓΟΣ- Π. ΣΤΗΝΙΟΣ

Αρθρο 51. Ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΕΠΙ ΤΙΤΛΩΝ ΜΕ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ (ΑΫΛΟΙ ΤΙΤΛΟΙ)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2014

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Αρμόδια: Αθήνα 2 Νοεμβρίου 2016 Αριθ. Πρωτ. :33585 Δρ. Κοντογιάννη Αθηνά Αναπληρώτρια Συνήγορος του Καταναλωτή

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟ ΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Με την παρούσα σας ενηµερώνουµε ότι η κοινοπραξία µε την επωνυµία: «ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ», ανέλαβε, κατόπιν

Ο ΗΓΙΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΠΑΓΙΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΚΤΗΜΑΤΟΓΡΑΦΗΣΗΣ -Ο.Τ.Π.Μ.Κ_ΚΕΦ4_7_ V2_10_

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 3 Οκτωβρίου 2017 Αριθ. Πρωτ.

Επιτόκιο Σταθερής Περιόδου 10, , , , , ,57

ηλαδή, το ποσό του κεφαλαίου δανεισµού συν τους τόκους και τις ενδεχόµενες δαπάνες που σχετίζονται µε την πίστωση που λαµβάνετε

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΟΡΩΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΑΡΤΑΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

4. Δεν επιτρέπεται η παροχή του προγράμματος διευκόλυνσης σε οφειλέτες των οποίων οι συμβάσεις έχουν καταγγελθεί.

ΠΡΑΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας»

2. ΠΟΙΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ & ΑΝΕΙΩΝ

Αρμόδια : Δρ. Αθηνά Κοντογιάννη Αναπληρώτρια Συνήγορος Καταναλωτή. Εισηγητής: Ανδρέας Μαντζουράνης. Αθήνα 18 Ιανουαρίου 2017 Αριθ. Πρωτ.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2054/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2013

Εισηγήτρια: Δήμητρα Χατζηγιαννάκη Βοηθός Ειδική Επιστήμονας Αθήνα 13 Απριλίου 2017 Αριθ. Πρωτ. :13439 ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ - Π Ο Ρ Ι Σ Μ Α

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΥΜΒΑΣΗΣ. Άρθρο 1 ο. Αντικείμενο της Σύμβασης

(2015) 1 PRO JUSTITIA. «Αρχή Υπεύθυνου Δανεισμού» Άννα Οβσεπιάν, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια

EKPOIZObanks CORRECT 26/01/ :05 Page 1. Στεγαστικά δάνεια. Τι να γνωρίζουµε, τι να προσέχουµε

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΟΡΩΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΑΡΤΑΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ

3. Ημερομηνία ένταξης στο ειδικό καθεστώς:

Αρµόδιος: ηµήτριος Μάρκου Αναπληρωτής Συνήγορος του Καταναλωτή

ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ μεγάλος αριθμός προσώπων αντιμετωπίζει δυσκολίες ή/και αδυνατεί να ανταποκριθεί προς ανειλημμένες δανειακές του υποχρεώσεις.

Πληροφορίες: Μαρία Αρχοντάκη Ειδική Επιστήμονας Αθήνα 24 Απριλίου 2018 Ηλεκτρον. Αριθ. Πρωτ.

ΣΥΜΒΑΣΗ ME ΚΕΝΤΡΟ ΑΠΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ - ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ «ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ»

ΝΟΜΟΣ 4305/14 - ΦΕΚ Α 237 ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ «Επίλυση ιδιοκτησιακών διαφορών µεταξύ ηµοσίου και ιδιωτών»

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ Με το παρόν καθορίζονται οι όροι χρήσης των υπηρεσιών που παρέχονται διαδικτυακά µέσω της ιστοσελίδας

Πληροφορίες: Μαρία Αρχοντάκη Ειδική Επιστήμονας Αθήνα 5 Δεκεμβρίου 2012 Ηλεκτρον. Δ/νση:marchontaki@synigoroskatanaloti.gr Αριθ. Πρωτ.

0,6%). CLF 1013/1/05-16

Α. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΥΑΛΩΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΩΝ ΡΗΤΡΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΜονΠρωτΑθ 2438/1997

Σχέδιο Υπουργικής Απόφασης. «Κώδικας Προµήθειας σε Πελάτες» Ο Υπουργός Ανάπτυξης


Α Π Ο Φ Α Σ Η Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΥΣΤΑΣΗ (Άρθρο 4 παρ. 5 Ν. 3297/2004)

Transcript:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Εισηγήτριες: 1. ρ. Ζέτα Θεοχαροπούλου Ειδική Επιστήµονας-Νοµικός 2. Θεοδώρα Ρούµπου Ειδική Επιστήµονας-Νοµικός Αθήνα, 23 εκεµβρίου 2009 Αριθ. Πρωτ.: 4023 ΠΡΟΣ: 1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ Σοφοκλέους 11 105 59 Αθήνα 2. ΑSPIS BANK Όθωνος 4 10557 Αθήνα 3. Τράπεζα Millennium Bank A.E. Λ. Συγγρού 182 17671 Καλλιθέα Αθήνα 4. Τράπεζα Κύπρου Λεωφ. Αλεξάνδρας 170 11521 Αθήνα 5. EUROBANK Όθωνος 8 10557 Αθήνα 6. ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ Α.Ε. Τοµέα Εξυπηρέτησης Πελατείας Ακαδηµίας 68 10678 Αθήνα 7. ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε. Αµερικής 4 10564 Αθήνα 8. ΓΕΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ Μεσογείων 109-111 11526 Αθήνα 1

ΚΟΙΝ.: 1. Υπουργείο Οικονοµίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Γενική Γραµµατεία Καταναλωτή Πλατεία Κάνιγγος 10181 Αθήνα 2. Τράπεζα της Ελλάδος ιεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήµατος Αµερικής 3 102 50 Αθήνα ΘΕΜΑ: Έγγραφη Σύσταση Πόρισµα. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή, Ανεξάρτητη Αρχή επιφορτισµένη από το ν. 3297/2004 (ΦΕΚ Α 259/23.12.04) µε τη συναινετική επίλυση καταναλωτικών διαφορών, δέχθηκε αναφορές καταναλωτών µε αίτηµα την απαλλαγή τους από τα έξοδα και τέλη καταχώρησης των εµπραγµάτων δικαιωµάτων, που είχαν συσταθεί υπέρ των τραπεζών προς εξασφάλιση των απαιτήσεών τους έναντι των δανειοληπτών. Με σχετικά έγγραφα διαβιβάσαµε τις σχετικές αναφορές στις αρµόδιες Τράπεζες και ζητήσαµε να µας εκθέσουν τις απόψεις τους. Στο πλαίσιο των αρµοδιοτήτων µας, κατ άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004, έπειτα από ενδελεχή µελέτη των περιπτώσεων που τέθηκαν υπόψη της Αρχής και συνεκτιµώντας το σύνολο των ισχυρισµών και επιχειρηµάτων που διατυπώθηκαν από τις τράπεζες στα απαντητικά τους έγγραφα, διαπιστώνουµε τα εξής: 1. Το θεσµικό πλαίσιο για τη σύνταξη και τήρηση του Εθνικού Κτηµατολογίου αποτελείται από δύο βασικά νοµοθετήµατα. Με το ν. 2308/1995 (ΦΕΚ Α 114), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ρυθµίζεται η διαδικασία της κτηµατογράφησης, ενώ ο ν. 2664/1998 (ΦΕΚ Α 275), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αφορά στη λειτουργία του Κτηµατολογίου. Και τα δύο νοµοθετήµατα έχουν υποστεί τροποποιήσεις µε τους ν. 2508/1997 (ΦΕΚ Α 124), 3127/2003 (ΦΕΚ Α 67), 3212/2003 (ΦΕΚ Α 308), και 3481/2006 (ΦΕΚ Α 162) µε σκοπό την επικαιροποίηση των ρυθµίσεων και την προσαρµογή τους στις νέες απαιτήσεις. Ειδικότερα, ενόψει των επιµέρους διατάξεων των πιο πάνω νοµοθετηµάτων, πρέπει να επισηµανθούν τα ακόλουθα: α. Σύµφωνα µε το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 2664/1998, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, «1. Αντικείµενο των κτηµατολογικών εγγραφών είναι τα εγγραπτέα δικαιώµατα που αφορούν ακίνητα κατά την έννοια του άρθρου 948 του Αστικού Κώδικα και κάθε άλλο αυτοτελές, συνδεόµενο µε το έδαφος, ιδιοκτησιακό αντικείµενο». β. Επιπλέον, µε το άρθρο 2 παρ. 1, 3, 6 και 10 του ν. 2308/1995, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ορίζεται ότι «1. Με απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. καλούνται όσοι έχουν εµπράγµατο ή άλλο εγγραπτέο στα κτηµατολογικά βιβλία δικαίωµα σε ακίνητα της υπό κτηµατογράφηση περιοχής να υποβάλουν δήλωση µε περιγραφή του δικαιώµατος και αναφορά στην αιτία κτήσης του ( ) 3. α) Τα δικαιώµατα για τα οποία υπάρχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης στο στάδιο της κτηµατογράφησης, είναι αυτά στα οποία αφορούν οι εγγραπτέες σε καθεστώς λειτουργούντος κτηµατολογίου πράξεις, σύµφωνα µε το άρθρο 12 του ν. 2664/1998 ( ) 6. Για κάθε µεταβολή των κατά την παρ. 3 2

δικαιωµάτων, που επέρχεται από την εποµένη της υποβολής της αρχικής δήλωσης έως την έναρξη της κατά το άρθρο 5 παρ. 1 προθεσµίας, υποχρεούνται οι αποκτώντες εγγραπτέα δικαιώµατα να υποβάλουν δήλωση ( ) 10. α) Για την επεξεργασία των δηλώσεων του παρόντος άρθρου και την καταχώριση των εγγραπτέων δικαιωµάτων στους τελικούς πίνακες της κτηµατογράφησης καταβάλλεται υπέρ του Ο.Κ.Χ.Ε. ανταποδοτικό τέλος κτηµατογράφησης, εν µέρει πάγιο, σύµφωνα µε τα οριζόµενα κατωτέρω υπό αα και εν µέρει αναλογικό, σύµφωνα µε τα οριζόµενα κατωτέρω υπό ββ, το οποίο καθορίζεται ως εξής: αα. Για κάθε εγγραπτέο δικαίωµα που δηλώνεται, καταβάλλεται από τον δηλούντα έναντι του συνολικά οφειλόµενου ανταποδοτικού τέλους κτηµατογράφησης και επί ποινή απαραδέκτου της δήλωσής του πάγιο τέλος κτηµατογράφησης. Το τέλος αυτό ορίζεται σε τριάντα πέντε (35) ευρώ ανά δικαίωµα, µε εξαίρεση τα δικαιώµατα σε χώρους στάθµευσης ή αποθήκες που αποτελούν αυτοτελείς ιδιοκτησίες, για τα οποία το τέλος ορίζεται σε είκοσι (20) ευρώ ( ) β) ( ) Ο τρόπος είσπραξης του προβλεπόµενου στην περίπτωση α υποπερ. αα και ββ της παρούσας παραγράφου ανταποδοτικού τέλους κτηµατογράφησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια για την εφαρµογή της διάταξης αυτής καθορίζεται µε κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Οικονοµικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων ( )». γ. Κατ εξουσιοδότηση του ν. 2308/1995, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εκδόθηκε η ΚΥΑ υπ αριθµ.53256/2007 (ΦΕΚ Β 2452) για τον «Καθορισµό του τρόπου και της διαδικασίας είσπραξης των υπέρ του Οργανισµού Κτηµατολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (Ο.Κ.Χ.Ε.) πάγιων ανταποδοτικών τελών κτηµατογράφησης της παρ. 10 περ. α υποπερ. αα και γ του άρθρου 2 του ν. 2308/1995». Στο άρθρο 1 της πιο πάνω ΚΥΑ προβλέπεται ότι «α) Η καταβολή του ανταποδοτικού τέλους κτηµατογράφησης υπέρ του Ο.Κ.Χ.Ε., που προβλέπεται από την παρ. 10 περ. α υποπερ. αα και γ του άρθρου 2 του ν. 2308/1995, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, γίνεται είτε σε λογαριασµό της «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» που τηρείται σε οποιοδήποτε νοµίµως λειτουργούν πιστωτικό ίδρυµα και αναφέρεται στην απόφαση του Ο.Κ.Χ.Ε. µε την οποία καλούνται οι έχοντες εγγραπτέα δικαιώµατα στην υπό κτηµατογράφηση περιοχή να υποβάλουν δήλωση, είτε µε τη χρήση πιστωτικής κάρτας είτε µε οποιονδήποτε άλλο αναγνωρισµένο στις συναλλαγές ασφαλή τρόπο ( )». Εξάλλου, µε το άρθρο 2 της ίδιας ΚΥΑ ορίζεται ότι «α) Κατά την υποβολή της δήλωσης εγγραπτέου δικαιώµατος σύµφωνα µε την παρ. 6 εδ. δ του άρθρου 2 του ν. 2308/1995 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει καταβάλλεται από τον δηλούντα το προβλεπόµενο στην υποπερ. αα της περ. α της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 2308/1995 πάγιο ανταποδοτικό τέλος κτηµατογράφησης ( )». 2. Στο άρθρο 2 παρ. 6 του Ν. 2251/1994 προβλέπεται ότι οι «γενικοί όροι συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσµα τη σηµαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωµάτων και υποχρεώσεων των συµβαλλοµένων σε βάρος των καταναλωτών απαγορεύονται» και για το λόγο αυτό είναι άκυροι. Ωστόσο, ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού όρου ενσωµατωµένου σε σύµβαση κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη τόσο η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών τις οποίες αφορά η σύµβαση, όσο και ο σκοπός της, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της ίδιας ή άλλης σύµβασης από την οποία αυτή, ενδεχοµένως, εξαρτάται. Κατά δε την παρ.7 περ.β, ε, ια και ιγ του ίδιου άρθρου, καταχρηστικοί, ενδεικτικά, είναι οι ΓΟΣ που µεταξύ άλλων: «( ) περιορίζουν τις ανειληµµένες συµβατικές υποχρεώσεις και ευθύνες των προµηθευτών, ( ) επιφυλάσσουν στον προµηθευτή το δικαίωµα µονοµερούς τροποποίησης ή λύσης της σύµβασης χωρίς 3

ορισµένο, ειδικό και σπουδαίο λόγο, ο οποίος να αναφέρεται στη σύµβαση, ( ) χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίµηµα αόριστο και δεν επιτρέπουν τον προσδιορισµό του µε κριτήρια ειδικά καθορισµένα στη σύµβαση και εύλογα για τον καταναλωτή ( ) και αποκλείουν ή περιορίζουν υπέρµετρα την ευθύνη του προµηθευτή». Οι ανωτέρω περιπτώσεις αποτελούν τρεις από τις ενδεικτικά αναφερόµενες στο νόµο περιπτώσεις γενικών όρων που θεωρούνται ex lege ως καταχρηστικοί χωρίς να απαιτείται ως προς αυτούς η επιπρόσθετη συνδροµή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας της παρ. 6 του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994. Γίνεται, εξάλλου, δεκτό ότι οι σχετικοί γενικοί όροι θεωρούνται, άνευ ετέρου, καταχρηστικοί και αποτελούν εξειδίκευση του γενικού κανόνα του άρθρου 281 του ΑΚ, βάσει του οποίου η άσκηση του δικαιώµατος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονοµικός σκοπός του δικαιώµατος. Επιπλέον, η κατά τα άρθρα 200 και 288 του ΑΚ, εκπλήρωση των υποχρεώσεων τόσο του οφειλέτη όσο και του δανειστή γίνονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη. Για την κρίση όµως περί της ακυρότητας ή µη των όρων αυτών λαµβάνεται υπόψη προεχόντως το συµφέρον του καταναλωτή µε παράλληλη συνεκτίµηση της φύσης των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σχετική σύµβαση καθώς και του σκοπού της, πάντοτε δε στα πλαίσια επίτευξης σχετικής ισορροπίας των δικαιωµάτων και υποχρεώσεων των συµβαλλόµενων µερών (βλ. ΑΠ 430/2005). Περαιτέρω, το δίκαιο των γενικών όρων συναλλαγών διαπνέεται από την αρχή της διαφάνειας, η οποία αποτελεί θεµελιώδη αρχή της προστασίας του καταναλωτή και έχει ενσωµατωθεί στην ηµεδαπή έννοµη τάξη µέσω των διατάξεων του άρθρου 2 παρ. 1 έως 3, 6 και 7 περιπτώσεις ε, ζ, η, ι και ια, καθώς και των διατάξεων του άρθρου 5 του Ν.2251/1994. Η εν λόγω αρχή επιτάσσει δύο τινά: τη σαφήνεια και το κατανοητό των όρων. Η σαφήνεια αφορά τις νοµικές συνέπειες µιας ρήτρας, δηλαδή τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις του καταναλωτή. Για το λόγο αυτό, ασαφείς ή πολυσήµαντες ρήτρες δεν επιτρέπεται να χρησιµοποιούνται από τον προµηθευτή µε σκοπό να ενισχύσει τη θέση του απέναντι στον καταναλωτή. Ειδικά, όσον αφορά τις δυσµενείς οικονοµικές συνέπειες και επιβαρύνσεις αυτές θα πρέπει να είναι ευκρινείς µε την έννοια ότι µπορούν να γίνουν άµεσα κατανοητές από το µέσο καταναλωτή, ο οποίος δεν διαθέτει εξειδικευµένες νοµικές ή οικονοµικές γνώσεις. Η διαφάνεια αφορά στη σαφή και κατανοητή διατύπωση, στην αρχή του ορισµένου ή οριστού περιεχοµένου και στην αρχή της προβλεψιµότητας της ύπαρξης των όρων (ΑΠ 430/2005 Ελλ νη 2005, 793 (800/1), ΕφΑθ 5253/2003, ΧρΙ 2004, 134, ΠΠρΑθ 1119/2002, ΕΕ 2003, 422 (426), ΜΠρΑθ 4593/2005 ΕΕ 2006, 517, επίσης βλ. σχετ. Γ. έλλιο, Τοµές της σύγχρονης αρεοπαγητικής νοµολογίας στα ζητήµατα του συλλογικού ελέγχου των γενικών όρων καταναλωτικών συµβάσεων, Ελ 2001, 1517). Αδιαφανείς ρήτρες που αποκρύπτουν την πραγµατική, νοµική και οικονοµική κατάσταση δηµιουργούν τον κίνδυνο ο καταναλωτής, είτε να απόσχει από την άσκηση ορισµένων δικαιωµάτων του, είτε να αποδεχθεί αξιώσεις που κατά το φαινόµενο έχει ο προµηθευτής. Υπό το πρίσµα αυτό οι αδιαφανείς ρήτρες µπορεί να οδηγήσουν, ακριβώς λόγω της αδιαφάνειάς τους, στη διατάραξη της συµβατικής ισορροπίας, κατά το άρθρο 2 παρ.6 του Ν.2251/1994. Για το λόγο αυτό και οι Γ.Ο.Σ., υπακούοντας στην παραπάνω αρχή, πρέπει να παρουσιάζουν τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις των µερών κατά τρόπο ορισµένο, ορθό και σαφή (Βλ. ΑΠ 430/2005). Την ανάγκη, ο καταναλωτής «να αντιληφθεί άµεσα το µέτρο της σύµβασης, (δηλαδή) να είναι σε θέση να διαγνώσει εκ των προτέρων κρίσιµα στοιχεία ή µεγέθη», τονίζουν οι ΑΠ Ολ 15/2007, Ελλ νη 2007, 985, ΑΠ 1495/2006 ΕΕ 2006, 1307 (1309), ΑΠ 1011/2004 Ελλ νη 2007, 133 (134), ΑΠ 1101/2004 Ελλ νη 2007, 479 (480), ΑΠ 1030/2001 ΧρΙ 2001, 611 (612). 4

3. Περαιτέρω, σύµφωνα µε την Π /ΤΕ 2501/2002 (Κεφάλαιο Β), «τα πιστωτικά ιδρύµατα οφείλουν να παρέχουν κατ ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία και πληροφορίες, ώστε οι συναλλασσόµενοι µε αυτά να σχηµατίζουν πριν από τη σύναψη της σύµβασης σαφή εικόνα για τις παρεχόµενες υπηρεσίες και προϊόντα : 2. Χορηγήσεις: Ως προς τις χορηγήσεις η ελάχιστη ενηµέρωση αφορά: α) vi) Αναλυτικά το ύψος των αµοιβών για τυχόν παρεχόµενες ειδικές υπηρεσίες, εφάπαξ δαπανών, καθώς και των εξόδων υπέρ τρίτων που εισπράττουν». Περαιτέρω, σύµφωνα µε το Κεφάλαιο Γ της Π /ΤΕ 2501/2002, «Τα πιστωτικά ιδρύµατα ενηµερώνουν τους συναλλασσόµενους, κατ ελάχιστον, ως ακολούθως: 1. Γενικοί όροι α) (i) ιαθέτουν στους χώρους των συναλλαγών ενηµερωτικά φυλλάδια τα οποία περιέχουν πληροφορίες που αφορούν στα κύρια προϊόντα και υπηρεσίες που προσφέρουν περιλαµβανοµένων εφάπαξ δαπανών, εξόδων υπέρ τρίτων, καθώς και των φόρων-τελών». Η Π /ΤΕ 2501/2002 επεκτείνει συνεπώς την υποχρέωση ενηµέρωσης του πελάτη από την Τράπεζα και στην επιβολή «εφάπαξ δαπανών, εξόδων υπέρ τρίτων, καθώς και φόρων-τελών». Η µετακύλιση συνεπώς του κόστους των εξόδων κτηµατογράφησης (τέλη και έξοδα δικηγόρων) στο δανειολήπτη µπορεί να ελεγχθεί µόνο από άποψη διαφάνειας ιδίως όταν επιβάλλεται χωρίς προηγούµενη επαρκή ενηµέρωση ή κατά τρόπο κεκαλυµµένο (βλ. ΑΠ 430/2005) 4. Στις υπό κρίση περιπτώσεις, οι καταγγέλλοντες ήταν δανειολήπτες στεγαστικών δανείων για τα οποία οι καταγγελλόµενες Τράπεζες είχαν εγγράψει προσηµείωση υποθήκης στα αρµόδια Υποθηκοφυλακεία. Τα έξοδα εγγραφής προσηµείωσης υποθήκης βάρυναν τους δανειολήπτες βάσει της προσυµβατικής ενηµέρωσης που είχαν αυτοί λάβει από τις Τράπεζες, των σχετικών όρων των δανειακών τους συµβάσεων και του Αναλυτικού Πίνακα των σχετικών εξόδων στον οποίο προβλέπονταν τα συγκεκριµένα ποσά µε τα οποία θα χρεωνόταν ο κάθε δανειολήπτης, και τον οποίο κάθε Τράπεζα ήταν υποχρεωµένη να έχει στα καταστήµατά της µε τη µορφή ενηµερωτικών φυλλαδίων. Οι δανειολήπτες κατέβαλαν τα σχετικά ποσά, όπως προέκυπταν από τον αναλυτικό τραπεζικό Πίνακα εξόδων, χωρίς καµία αντίρρηση, διότι είχαν προηγουµένως επαρκώς ενηµερωθεί σχετικά. Όταν όµως οι περιοχές στις οποίες βρίσκονταν τα προσηµειούµενα ακίνητα των καταγγελλόντων εντάχθηκαν στο Κτηµατολόγιο, οι καταγγελλόµενες Τράπεζες επιβάρυναν τους σχετικούς δανειολήπτες µε τα έξοδα και τα πάγια τέλη καταχώρησης των δικών τους εµπραγµάτων δικαιωµάτων στο Κτηµατολόγιο, ήτοι αυτών που είχαν συσταθεί υπέρ των Τραπεζών προς εξασφάλιση των απαιτήσεών τους έναντι των δανειοληπτών. Για την εν λόγω χρέωση οι δανειολήπτες ουδέποτε ενηµερώθηκαν προσυµβατικά επαρκώς. Έλαβαν ξαφνικά ένα ενηµερωτικό σηµείωµα από την αντισυµβαλλόµενη Τράπεζα ότι θα χρεωθούν µε τα σχετικά έξοδα. Είναι χαρακτηριστικό δε ότι η Τράπεζα Κύπρου προτού προβεί σε χρέωση των λογαριασµών των πελατών της µε τα σχετικά έξοδα, δεν ενηµέρωσε καν τους δανειολήπτες αντισυµβαλλοµένους της για τις εν λόγω ενέργειές της, µε αποτέλεσµα αυτοί να µην γνωρίζουν σε τι συνίστανται οι σχετικές χρεώσεις που διαπίστωσαν ξαφνικά και απροειδοποίητα στο λογαριασµό τους. Η εν λόγω συµπεριφορά της Τράπεζας Κύπρου έθεσε σε κίνδυνο τους ανυποψίαστους δανειολήπτες να χρεωθούν µε τόκους υπερηµερίας για την µερικά ανεξόφλητη δόση τους, µέρος της οποίας παρακρατήθηκε από την Τράπεζα για την κάλυψη των σχετικών εξόδων της. 5

5. Ειδικότερα, στις δανειακές συµβάσεις των καταγγελλόµενων τραπεζών προβλέπονται όροι που είναι διατυπωµένοι ως εξής: «Τον Οφειλέτη βαρύνουν και επιρρίπτονται σε αυτόν: όλα γενικά τα έξοδα που συνδέονται µε την παρούσα σύµβαση, δηλαδή τα έξοδα της εγγραφής και εξαλείψεως προσηµειώσεως υποθήκης. Τον Οφειλέτη βαρύνουν επίσης κάθε είδους τέλη, εισφορές, δικαιώµατα ή οποιασδήποτε άλλης φύσης επιβαρύνσεις υπέρ του δηµοσίου ή τρίτων, που τυχόν θα επιβληθούν και τα έξοδα του ανείου ή έχουν οποιαδήποτε σχέση µε τη σύµβαση αυτή (σύµβαση ΑSPIS BANK)» ή «ο Οφειλέτης θα καταβάλει όλα τα δικαστικά και εξώδικα έξοδα και δαπάνες της Τράπεζας, συµπεριλαµβανοµένων και των ευλόγων αµοιβών και εξόδων των νοµικών της συµβούλων, τις οποίες η Τράπεζα µπορεί να θεωρήσει αναγκαίο ή σκόπιµο να λάβει αναφορικά µε την αναγκαστική εκτέλεση και τη διατήρηση ή εκτίµηση των σχετικών δικαιωµάτων της Τράπεζας (σύµβαση Millenium Bank)» ή «ρητά συµφωνείται, ότι όλα τα έξοδα της παρούσας σύµβασης και κάθε άλλος φόρος, τέλος, εισφορά όλες οι δαπάνες παροχής και εγγραφής προσηµείωσης υποθήκης και οποιοδήποτε άλλο έξοδο που τυχόν θα απαιτηθεί ή θα προκύψει από την παρούσα, µέχρι να επιτευχθεί η ολοσχερής εξόφληση του δανείου, βαρύνουν αποκλειστικά τον Οφειλέτη (σύµβαση EUROBANK)» ή «τον Πιστούχο βαρύνουν: β. Τα κάθε φύσης δικαστικά έξοδα και δαπάνες και µάλιστα τα έξοδα εγγραφής προσηµείωσης υποθήκης, ανεξάρτητα από την τροπή της ή όχι σε υποθήκη, έξοδα τροπής προσηµείωσης σε υποθήκη και εξάλειψης αυτών, κ.λ.π. (σύµβαση Γενικής Τράπεζας)» ή «συνοµολογείται ότι όλα τα έξοδα και οι δαπάνες που έγιναν ή θα γίνουν λόγω της παρούσας σύµβασης, όλοι οι φόροι τέλη, επιβαρύνσεις, κρατήσεις, εισφορές, τέλη χαρτοσήµου, που αφορούν την κατάρτιση, εκτέλεση και εκπλήρωση της παρούσας σύµβασης, σύµφωνα µε το εκάστοτε ισχύον τιµολόγιο της Τράπεζας, βαρύνουν τον πιστούχο (σύµβαση Τράπεζας Κύπρου)» ή «κάθε είδους δικαστικά έξοδα, έξοδα εγγραφής υποθήκης και προσηµείωσης, τέλη τροπής αυτής, εξάλειψης, ασφάλισης, κατάσχεσης, αναγγελίας και γενικά δαπάνες εγγραφής της προσηµείωσης ή της υποθήκης στο κτηµατολόγιο (ακόµη και αµοιβές τρίτων που επιµελούνται την εγγραφή αυτή, δικαιώµατα του ηµοσίου κ.λ.π.) και οποιοδήποτε άλλο έξοδο βαρύνουν τον Οφειλέτη (σύµβαση Τράπεζας Πειραιώς)» ή «έξοδα της Τράπεζας για ειδικές δαπάνες για την εξασφάλιση και αναγκαστική ή µη είσπραξη των απαιτήσεων της Τράπεζας από το δάνειο (ενδεικτικά: δικαστικά έξοδα, εγγραφή υποθήκης ή προσηµείωσης και τροπής αυτής σε υποθήκη ) βαρύνουν τον Οφειλέτη (σύµβαση Εµπορική Τράπεζας)» ή «ο Οφειλέτης βαρύνεται και επιρρίπτονται σε αυτόν οι πάσης φύσεως δαπάνες υπέρ του Κτηµατολογίου (σύµβαση Εθνικής Τράπεζας)». Οι παραπάνω όροι εξειδικεύονται και συµπληρώνονται από το εκάστοτε τιµολόγιο της Τράπεζας στο οποίο αναφέρονται αναλυτικά τα σχετικά έξοδα και η οικονοµική επιβάρυνση του δανειολήπτη. Οι τιµές που ορίζονται στον τιµοκατάλογο της Τράπεζας δεν αποτελούν ειδική προσυµβατική συµφωνία αλλά αποτελούν «το τίµηµα συµβάσεων µεταξύ προµηθευτή και καταναλωτή, οι οποίες έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για απροσδιόριστο αριθµό µελλοντικών συµβάσεων και εποµένως ελέγχονται για τη συµβατότητά τους µε το Ν.2251/1994» ως Γ.Ο.Σ. (Πολ.Πρωτ.Αθηνών 961/2007). Για τα σχετικά έξοδα (τέλη και έξοδα δικηγόρου), λοιπόν, το τιµολόγιο της κάθε Τράπεζας προέβλεπε συγκεκριµένο κόστος σε ευρώ το οποίο καλείτο, ο κάθε δανειολήπτης βάσει της σύµβασής του, να καταβάλει. Στη συνέχεια, η κάθε Τράπεζα µε την απόφασή της να επιβαρύνει επιπροσθέτως τους δανειολήπτες µε περαιτέρω έξοδα, πέραν αυτών που προβλέπονταν στο τιµολόγιό της κατά το χρόνο σύναψης της 6

κάθε σύµβασης, προέβη σε µονοµερή τροποποίηση των ανωτέρω όρων του τιµολογίου της, στηριζόµενη στις σχετικές ρήτρες που προβλέπονταν στις υπογεγραµµένες συµβάσεις. Προϋπόθεση όµως του κύρους τέτοιων ρητρών είναι «όχι µόνο να συντρέχει σοβαρός λόγος που να δικαιολογεί τη µονοµερή τροποποίηση, αλλά επιπλέον πρέπει και το είδος του λόγου αυτού να προβλέπεται ρητά στη σύµβαση και να εξειδικεύεται επαρκώς, έτσι ώστε όλα τα πιθανά αίτια µιας ενδεχόµενης τροποποίησης να είναι εκ των προτέρων γνωστά και εποπτεύσιµα από τον καταναλωτή» (βλ. Γ. έλλιο, σε ίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, επιµ. Ελ.Αλεξανδρίδου, Νοµική Βιβλιοθήκη, 2008, σελ.122). Περαιτέρω, η διάταξη του εδ. ια του άρθρου 2 παρ.7 Ν.2251/1994 περί αοριστίας τιµήµατος, «εξειδικεύει την απαγόρευση µονοµερούς τροποποίησης της σύµβασης του εδ. ε και αναφέρεται, µεταξύ άλλων, και στην αοριστία του τρόπου αναπροσαρµογής των κάθε µορφής οικονοµικών ανταλλαγµάτων που καταβάλλει ο καταναλωτής» (βλ. Γ. έλλιο, όπ. παρ., σελ.125, ΑΠ 1030/2001, ΧρΙ 2001, 611). Συνεπώς, σε περιπτώσεις όπου επιφυλάσσεται στον προµηθευτή το δικαίωµα να αναπροσδιορίζει την οικονοµική επιβάρυνση του καταναλωτή, εν προκειµένω των εξόδων δανείου, θα πρέπει ο καταναλωτής να «δύναται ήδη κατά τη σύναψη της συµβάσεως να αντιληφθεί το µέτρο της αυξήσεως» (ΑΠ 1030/2001, όπ.παρ., 612) δηλαδή να είναι σε θέση να διαγνώσει εκ των προτέρων κρίσιµα στοιχεία ή µεγέθη (ΑΠ Ολ 15/2007, όπ.παρ., 985, ΑΠ 1495/2006, όπ.παρ., 1309, ΑΠ 1011/2004, όπ.παρ., 134, ΑΠ 1101/2004, όπ.παρ., 480, ΑΠ 1030/2001, όπ.παρ., 612). Στις προαναφερθείσες όµως συµβάσεις οι σχετικοί γενικοί όροι συναλλαγών όπως είχαν προδιατυπωθεί από την κάθε Τράπεζα για τα επίµαχα έξοδα «που τυχόν θα επιβληθούν» ή που «η Τράπεζα µπορεί να θεωρήσει αναγκαίο ή σκόπιµο να λάβει» ή «που τυχόν θα απαιτηθούν ή θα προκύψουν από την παρούσα» ή «τα κάθε φύσης έξοδα» ή «σύµφωνα µε το εκάστοτε ισχύον τιµολόγιο της Τράπεζας» ή «και οποιοδήποτε άλλο έξοδο» ή «για την εξασφάλιση των απαιτήσεων της Τράπεζας από το δάνειο» ή «οι πάσης φύσεως δαπάνες», ήταν αόριστοι γιατί δεν προέβλεπαν ορισµένο ή οριστό τρόπο αναπροσαρµογής/αυξήσεως των εν λόγω εξόδων, ήτοι τα κριτήρια αναπροσαρµογής/αυξήσεως των προβλεποµένων από το τιµολόγιο της κάθε Τράπεζας σχετικών εξόδων, ώστε ο καταναλωτής να «δύναται ήδη κατά τη σύναψη της συµβάσεως να αντιληφθεί το µέτρο της αυξήσεώς, δηλαδή να είναι σε θέση να διαγνώσει εκ των προτέρων κρίσιµα στοιχεία ή µεγέθη» (ΑΠ 1030/2001, όπ.παρ., 612). Εξάλλου, η «αοριστία και η αδιαφάνεια ενός όρου κρίνεται από το περιεχόµενό του και όχι από τη µεταγενέστερη εξειδίκευσή του στην πράξη από τον χρήστη του όρου (Τράπεζα)» (ΑΠ 1219/2001). Συνεπώς, µε τους ανωτέρω γενικούς όρους παρέχετο στην κάθε Τράπεζα δικαίωµα µονοµερούς και αυθαίρετης, σε βάρος του καταναλωτή-δανειολήπτη, τροποποίησης της σύµβασης, αντίθετα µε τις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών (288ΑΚ), µε την επιβολή αύξησης στα έξοδα εγγραφής προσηµείωσης υποθήκης (τέλη και έξοδα δικηγόρου) χωρίς εύλογα για τον καταναλωτή κριτήρια και ειδικά καθορισµένα στη σύµβαση (ΑΠ 1219/2001). Στην περίπτωση αυτή διαταράσσεται η ισορροπία των δικαιωµάτων και υποχρεώσεων των συµβαλλοµένων σε βάρος των καταναλωτών, διότι αφενός στους ανωτέρω όρους δεν προβλέπεται ο σπουδαίος λόγος που επιφυλάσσει στην κάθε Τράπεζα το δικαίωµα για µονοµερή τροποποίηση της σύµβασης, αφετέρου η εφαρµογή των εν λόγω όρων επέφερε δυσµενείς συνέπειες στους καταναλωτές χωρίς εύλογο λόγο και παρά τις αντίθετες προβλέψεις και προσδοκίες τους (βλ.εφαθ 5253/2003). 7

6. Με δεδοµένα όλα τα ανωτέρω, οι επίµαχοι Γενικοί Όροι Συναλλαγών στις υπό κρίση δανειακές συµβάσεις, περί αυξήσεως των εξόδων δανείου (τέλη και έξοδα δικηγόρου), κρίνονται άκυροι ως αντίθετοι στις διατάξεις του Ν.2251/1994 και της τραπεζικής νοµοθεσίας (Π /ΤΕ 2501/2002). Η εν λόγω χρεώσεις θα πρέπει να επιβαρύνουν τις Τράπεζες διότι διενεργούνται προς εξασφάλιση αποκλειστικά δικών τους δικαιωµάτων βάσει της νοµοθεσίας για το Εθνικό Κτηµατολόγιο και αποτελούν έξοδα που αφορούν τους δικαιούχους των εγγραπτέων δικαιωµάτων, εν προκειµένω τις τράπεζες και όχι τους καταναλωτές. Οι καταγγέλλοντες δικαιούνται να αναζητήσουν τα ποσά που αχρεωστήτως κατέβαλαν µε τις αυθαίρετες αυξήσεις των εν λόγω εξόδων (τέλη κτηµατογράφησης και έξοδα δικηγόρων), σύµφωνα µε τις διατάξεις των άρθρων 904 επ. του ΑΚ. Ενόψει των ανωτέρω, µε σκοπό τη συµβιβαστική επίλυση των υπό κρίση διαφορών, ο Συνήγορος του Καταναλωτή: Ι) Απευθύνει σύσταση προς τις καταγγελλόµενες Τράπεζες να επιστρέψουν στους καταγγέλλοντες ως αχρεωστήτως καταβληθέντα (άρ.904 επ. ΑΚ) τα ποσά των εξόδων δανείου που εισπράχθηκαν πέραν των αρχικά συµφωνηµένων εξόδων. ΙΙ. Καλεί τις εν λόγω Τράπεζες να του γνωστοποιήσει εγγράφως εντός δέκα (10) ηµερών, εάν αποδέχονται τα διαλαµβανόµενα στην παρούσα έγγραφη σύσταση. ΙΙΙ. Αποφασίζει ότι σε περίπτωση που οι καταγγελλόµενες Τράπεζες δεν αποδεχθούν τα διαλαµβανόµενα στην παρούσα σύσταση, τότε ο Συνήγορος του Καταναλωτή θα ενεργήσει σύµφωνα µε τα διαλαµβανόµενα στην παρ.5 του άρθρου 4 του Ν. 3297/2004 (ΦΕΚ Α 259/23.12.04). Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Ευάγγελος Ζερβέας 8