ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ κ.κ. ΧΡΙΣΤΟ ΟΥΛΟΥ ΣΤΟ Π.Σ.Ε. ΓΕΝΕΥΗ 29 ΜΑΪΟΥ 2006

Σχετικά έγγραφα
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

Άγιος Νικόλαος Καισαριανής: Εκεί που βρήκε τόπο ο ξεριζωμένος Έλληνας

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑ. 1. Γιά νά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε τό περιεχόμενο

Ἐμπειρική δογματική τόμος Α

«ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ»

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Ἡ Σύνοδος τῶν Τριῶν Πατριαρχῶν τοῦ ἔτους 1756

Ἐνημερωτική ἔκδοση. Μιά σύντοµη εἰσαγωγή περί Πνευµατισµοῦ, Τῶν κειµένων τοῦ Θείου Φωτός, καί. Τοῦ Πνευµατιστικοῦ Ὁµίλου Ἀθηνῶν «Τό Θεῖον Φῶς»

Ποιμαίνοντας μεταξύ οὐτοπίας καί ρεαλισμοῦ: Θεολογικοί προβληματισμοί γιά τήν λειτουργία τῆς σύγχρονης ἐνοριακῆς κοινότητας.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Συνέδριο ματαιότητος

Τό Πανθρησκειακό καρναβάλι τοῦ Ἀµαρουσίου καί οἱ... ἄνευ ἀξίας «πανανθρώπινες ἀξίες» τῆς Ἀκαδηµίας Αθηνῶν

Τό ἱστορικό τῆς 6ης παραγράφου τοῦ κειµένου. Χριστιανικός κόσµος» *

ΝΕΕΣ ΜΕΘΟΔΕΥΣΕΙΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. ὑπό Ἀρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου καί πάσης Ἀλβανίας Ἀναστασίου

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Σέ κάθε ἐποχή ὑπάρχουν ἐρωτήματα πού ἀφοροῦν τή ζωή τῶν

(Παρέµβαση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας, Μάϊος 2016) Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Ολοκληρωμένη Χωρική Ανάπτυξη. Ειδική Υπηρεσία Στρατηγικής, Σχεδιασμού Και Αξιολόγησης (ΕΥΣΣΑ) Μονάδα Α Στρατηγικής και Παρακολούθησης Πολιτικών

ΕΥΡΩΠΗ ΜΕ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΣ ΧΡΙΣΤΟ; τοῦ Κωνσταντίνου Χολέβα Πολιτικοῦ Ἐπιστήµονος

χρωματιστές Χάντρες».

Παρατηρήσεις γιά τήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Πῶς ἀναπτύσσεται στήν καρδιά ἡ νοερά προσευχή

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

«Ὁµολογιακή» διγλωσσία, ἀσάφεια καί σύγχυση

Καιρός τοῦ Ποιῆσαι. Ἡ παιδεία τοῦ Θεοῦ

ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ (ΕΚ)ΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΟ PORTO ALEGRE

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 5ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

Θεολογία καί πολιτική

«Χωρισµός ἤ σχέσεις µεταξύ Εκκλησίας καί Πολιτείας»

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ: Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ, ΔΙΑΧΡΗΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

ΠΕΡΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΗΓΟΥΝ, ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΘΕΣΙΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΟΝΗΘΕΙΣΑ ΥΠΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΜΠΕΡΚΟΥΤΑΚΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΕΠΙ ΣΚΟΠΟΝ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΟ ΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.

Ἀναζητώντας τέσσερις µεγάλες ἀξίες ζωῆς Οἱ λίγες σκέψεις πού θά θελα νά µοιραθῶ µαζί σας ἔχουν ὡς ἀρχικό πλαίσιο ἕνα στίχο ἀπό τό ποίηµα τοῦ Ἄγγλου

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου. ἀποδεχθῶ τήν πρόταση νά συγκαταλέγοµαι στήν Ἐπιτροπή πού θά κάνη

Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. «Ἦτο Πάσχα βαδίζων ἐκ τῆς μεγάλης θύρας τοῦ Μοναστηρίου

Εἰς τό Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Παλαιά καί Νέα Ρώμη. Βασικές διαφορές μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Παπισμοῦ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 1ης ΑΠΡΙΛΙΟΥ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ 14 (115 21) ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ

«αἵρεση» Η Α Ι Ρ Ε Σ Η

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΤΑ ΚΙΝΗΤΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΩΝ. Κωνσταντῖνος Χολέβας Πολιτικός Ἐπιστήµων

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

Ἐν Μεγίστῃ Λαύρᾳ τῇ 1ῃ Κυριακή τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων. Πρός τήν Γεροντία. τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας

Ὁμολογία Πίστεως Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

Η ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ Τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΟΜΙΛΙΑ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Α Συμβολή στό ἔργο καί στήν προσφορά του

«Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ»

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου. ἐπειδή καταστρατηγοῦνται ἐν πολλοῖς ἤ ἱεροποιοῦνται. Ἐκεῖνο πού παρατηρεῖται

Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

Ἄλλη πινακίδα γράφει: Βλέπετε οὖν πῶς καί τί ἀκούετε Λουκ.8.18 &

Ἑλλάδος (Νοέµβριος 2016)

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ Ι ΕΑ ΚΑΙ Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. Κωνσταντῖνος Χολέβας Πολιτικός Ἐπιστήµων

Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΣΥΜΒΟΛΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

4. Γιά τό κοινό εὐρωπαϊκό σπίτι...

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟIΗΣΗ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΒΙΩΜΑ

Matrix. Συμμετοχὴ σὲ ἐπιστημονικὲς ἐκδηλώσεις 3. Ἐνημέρωση γιὰ τὶς δραστηριότητες τοῦ EGATIN E.G.A.T.I.N. Study Days 4

23/2/07 Sleep out Πλατεία Κλαυθμώνος

Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ

Η ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΙ ΕΜΕΙΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 53/81

«ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗΝ ΦΥΛΑΤΤΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ ΕΚΔΙΚΕΙΣΘΑΙ» ἤτοι

«Οἱ σχέσεις κλήρου καί λαϊκῶν ἀπό τήν σκοπιά τῆς Ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας καί πρακτικῆς»

Η ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΥΠΟΥ

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Β

Τεῦχος 5ον Δεκέμβριος 2009 Ἔτος Α

ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΑ

Η Ουκρανία είναι κανονικό έδαφος της Εκκλησίας της Ρωσίας.

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΤΕΥΧΟΣ 1ο

7. Τό ἄγνωστο χρυσωρυχεῖο τοῦ σοσιαλισμοῦ.

Η πρώτη γνωστή συλλογή ορισμένων βιβλίων της Κ. Δ. οφείλεται στον αιρετικό Μαρκίωνα (140 μ.χ., Ρώμη)

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ SIR GORDON SLYNN ΠΟΥ ΑΝΕΠΤΥΧΘΗΣΑΝ ΣΤΙΣ 18 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

ÅËËÇÍÉÊÇ ÄÇÌÏÊÑÁÔÉÁ Ç ÉÅÑÁ ÓÕÍÏÄÏÓ ÔÇÓ ÅÊÊËÇÓÉÁÓ ÔÇÓ ÅËËÁÄÏÓ ÉÙÁÍÍÏÕ ÃÅÍÍÁÄÉÏÕ 14 (115 21) ÅIÄÉÊÇ ÓÕÍÏÄÉÊÇ ÅÐÉÔÑÏÐÇ ËÅÉÔÏÕÑÃÉÊÇÓ ÁÍÁÃÅÍÍÇÓÅÙÓ

Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, στό στόχαστρο τοῦ Οἰκουµενισµοῦ:

ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ: ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΛΛΑΔΑ

DIALOGOS FOUNDER Father Antonios Alevizopoulos ( ) OWNER Inter-Orthodox Union of Parents Initiatives, ÐÅÑÉÅ ÏÌÅÍÁ TABLE OF CONTENTS

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗ 61/80

Βιοηθική καί βιοθεολογία

Ἀναστάσιος Μαρίνος* Περιοδικό "Ἔµφαση"

Η ἀναβολή τῆς κατεδάφισης

ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΑΘΗΝΩΝ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓ.ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΥΨΕΛΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΟΝ ΦΙΛΟΠΤΩΧΟΝ ΤΑΜΕΙΟΝ ΣΤΕΓΗ ΓΕΡΟΝΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

ΙΟΥΝΙΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011 * * * ΕΤΟΣ 10ο * * * ΤΕΥΧΟΣ 103

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

ΟΣΙΑ ΤΑΡΣΩ Η ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΗ

Τοῦ Ὁσίου Πατέρα μας Θεοδώρου, ἡγουμένου τῆς Μονῆς Στουδίου Ἐγκώμιο Στήν ἀποκεφάλιση τοῦ μεγάλου Προδρόμου καί Βαπτιστῆ τοῦ Χριστοῦ

Οδηγοσ των Εκκλησιαζοµενων χριστιανων

6. Εὐρωπαϊκή Κοινότητα: ii. Ἑνωμένη Εὐρώπη καί Ὀρθοδοξία.

Η Ενότητα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, Παναγιώτου Ζαμάνη, τ. Υπ/ντού Τραπέζης της Ελλάδος Τρίτη, 20 Ιούλιος :52

Transcript:

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑ ΟΣ κ.κ. ΧΡΙΣΤΟ ΟΥΛΟΥ ΣΤΟ Π.Σ.Ε. ΓΕΝΕΥΗ 29 ΜΑΪΟΥ 2006 Αἰσθάνοµαι τήν ἀνάγκη νά ἐκφράσω τίς θερµές µου εὐχαριστίες πρός τόν ἀξιότιµο Γενικό Γραµµατέα τοῦ Παγκοσµίου Συµβουλίου Ἐκκλησιῶν δρα Samuel Kobia καί τό ἔντιµο ἐπιτελεῖο του τόσο γιά τήν τιµητική πρός τό πρόσωπό µου πρόσκληση, ὅσο καί γιά τή θερµή ὑποδοχή, τήν ὁποία ἐπιφύλαξαν καί στά ἐκλεκτά µέλη τῆς ἀντιπροσωπίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ συνάντησή µας αὐτή εἶναι ὁ ὥριµος καρπός µιᾶς σειρᾶς ἐποικοδοµητικῶν ἐπαφῶν συνεργασίας. Εἶναι ὅµως καί ἰδιαίτερα σηµαντική ὄχι µόνο γιά τόν τόπο, ἀλλά καί γιά τόν χρόνο τῆς συναντήσεως. Ὁ τόπος εἶναι τό καθιερωµένο µεγάλο αὐτό κέντρο οἰκουµενικοῦ διαλόγου γιά τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν, ἐνῶ ὁ χρόνος συµπίπτει µέ τίς νέες προοπτικές τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως µετά τίς σηµαντικές ἀποφάσεις τῆς Θ' Γενικῆς Συνελεύσεως στό Porto Alegre. 1. Ἡ Οἰκουµενική κίνηση γιά τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν γεννήθηκε µέσα ἀπό τά ἐρείπια τοῦ ὁµολογιακοῦ ἀνταγωνισµοῦ καί τοῦ ἀθέµιτου προσηλυτισµοῦ µεταξύ τῶν παλαιῶν καί τῶν νεώτερων χριστιανικῶν παραδόσεων, τά ὁποῖα παρέµειναν τραγικά δείγµατα τῶν ἀντιφατικῶν προλήψεων, τραυµατικῶν ἐµπειριῶν καί αἱµατηρῶν συγκρούσεων τοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος. Οἱ ἀντιθεϊστικοί ἤ καί ἀθεϊστικοί πειρασµοί τῆς εὐρωπαϊκῆς διανοήσεως καί ἰδεολογίας, οἱ ὁποῖοι διαπότισαν βαθύτατα τήν πολιτική θεωρία καί τόν νοµικό πολιτισµό τῶν νεωτέρων χρόνων, ὑποχρέωσαν ὅλες τίς χριστιανικές παραδόσεις νά ὑπερβοῦν τήν αὐτάρεσκη ἀποµονωτική ἐσωστρέφεια τῆς ἀντιρρητικῆς ἤ καί πολεµικῆς τους θεολογίας καί νά ἀναζητήσουν ἕνα κοινό τόπο συνεποῦς προσεγγίσεως καί ἐποικοδοµητικῆς συνεργασίας ἐνώπιον τῆς ἀπειλητικῆς λαίλαπας τοῦ Μοντερνισµοῦ γιά τήν παραδοσιακή πνευµατική σχέση τῶν χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν µέ τήν κοινωνία. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, οἱ ὀδυνηρές συνέπειες ἑνός ἀσυνεποῦς ὁµολογιακοῦ ἀνταγωνισµοῦ µεταξύ τῶν χριστιανικῶν παραδόσεων, ὁ

ὁποῖος ἔπληξε καίρια τήν ἀξιοπιστία τοῦ χριστιανικοῦ µηνύµατος σέ µία περίοδο πολλαπλῶν ἰδεολογικῶν, πνευµατικῶν, κοινωνικῶν καί ἄλλων συγχύσεων, ἀνέδειξαν τήν ἀναγκαιότητα ἑνός εἰλικρινοῦς Οἰκουµενικοῦ διαλόγου µεταξύ τῶν χριστιανικῶν παραδόσεων γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς κοινωνίας τῆς πίστεως καί τοῦ συνδέσµου τῆς ἀγάπης, ἔστω καί ἄν ὁ ἱερός αὐτός σκοπός προϋπέθετε µακρά καί ἐπίπονη προσπάθεια γιά τήν ἀντιµετώπιση τῶν παραδεδοµένων θεολογικῶν διαφορῶν. Ἡ ἀναγκαιότητα αὐτή συνειδητοποιήθηκε ἀπό τίς τελευταῖες ἤδη δεκαετίες τοῦ ΙΘ' αἰώνα, ἀλλά συστηµατοποιήθηκε µέ συγκεκριµένες πρωτοβουλίες ἀπό τίς ἀρχές τοῦ Κ' αἰώνα καί βρῆκε ἐντυπωσιακή ἀπήχηση σέ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσµο ἀφ' ἑνός µέν γιατί διακηρύχθηκε ὡς βασική προτροπή ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας, τόν Κύριο ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστό, ἀφ' ἑτέρου δέ γιατί ἡ ἀνύστακτη µέριµνα γιά τή διαφύλαξη τῆς ἑνότητας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώµατος εἶναι ὄχι µόνο θεµελιῶδες, ἀλλά καί συστατικό στοιχεῖο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπῆρξε, ὅπως εἶναι γνωστό, στήν πρωτοπορία τῆς ἰδέας τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου µεταξύ τῶν χριστιανικῶν παραδόσεων ὄχι µόνο γιά ἐποικοδοµητική συνεργασία ἐνώπιον τῆς λαίλαπας τῶν κοινῶν προβληµάτων, ἀλλά καί γιά τήν ἐνθάρρυνση τοῦ Θεολογικοῦ ιαλόγου µέ ἀπώτερο στόχο τήν ἄρση τῶν θεολογικῶν διαφορῶν, οἱ ὁποῖες κωλύουν τήν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας µεταξύ τῶν χριστιανῶν. Έτσι, τόσο οἱ Πατριαρχικές Ἐγκύκλιοι (1902, 1904), ὅσο καί ἡ θετική ἀνταπόκριση τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ἄνοιξαν νέες προοπτικές στήν ἰδέα τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου καί βρῆκαν εὐρύτατη ἀπήχηση στόν χριστιανικό κόσµο τῆς ύσεως. Παρά τήν ἀνεξήγητη ἀρχική διστακτικότητα ἤ καί ἀρνητική στάση τῆς Ρωµαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας µέχρι τόν Β' Παγκόσµιο Πόλεµο, ἡ ἀξιόλογη καί ἐνεργός ἐκπροσώπηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στά ἀνεπίσηµα Οἰκουµενικά Συνέδρια τῆς Γενεύης (1920), τῆς Λωζάνης (1927) καί τοῦ Ἐδιµβούργου (1937) προσδιόρισε τίς θεολογικές ἀρχές καί τά ἐκκλησιολογικά κριτήρια γιά τήν κοινή πορεία πρός µία θεσµική ἔκφραση τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως. Ἡ συµβολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν προπαρασκευαστική αὐτή διαδικασία ὑπῆρξε πράγµατι ἰδιαίτερα σηµαντική τόσο µέ τήν πρόθυµη ἐκκλησιαστική ἀνταπόκριση, ὅσο καί 2

µέ τήν οὐσιαστική θεολογική προσφορά στίς προοπτικές τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό ὅτι κατά τή µεταβατική αὐτή περίοδο θερµοί ὑποστηρικτές τῶν προοπτικῶν αὐτῶν ἀναδείχθηκαν µεγάλοι ἐκπρόσωποι τῆς ἐκκλησιαστικῆς της ἡγεσίας καί θεολογίας, ὅπως ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος Χρυσόστοµος Παπαδόπουλος, ὁ διακεκριµένος Καθηγητής Ἁµίλκας Ἀλιβιζάτος καί ἄλλοι ἔγκριτοι Καθηγητές τῆς Θεολογίας, οἱ ὁποῖοι σφράγισαν µέ τή θεολογική τους προσφορά τή θετική παρουσία τῆς Ὀρθοδοξίας στόν οἰκουµενικό διάλογο γιά τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν. Πράγµατι, ὑπῆρξαν ἐκλεκτά µέλη τῆς µόνιµης Ἐπιτροπῆς γιά τή συνέχιση τοῦ προπαρασκευαστικοῦ ἔργου καί διακρίθηκαν ἀπό ὑπεύθυνες θέσεις ἀντιπροέδρων ἤ γραµµατέων γιά τόν κατάλληλο συντονισµό τῶν ἐργασιῶν τῶν Συνεδρίων αὐτῶν µέ τούς σκοπούς τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως, ὁ ὁποῖος ὁδήγησε στήν ἵδρυση τοῦ Παγκοσµίου Συµβουλίου Ἐκκλησιῶν (1948). Συνεπῶς, ἡ ἵδρυση τοῦ Παγκοσµίου Συµβουλίου Ἐκκλησιῶν (1948) στή φιλόξενη πόλη τῆς Γενεύης, στό διεθνῶς ἀνεγνωρισµένο αὐτό κέντρο τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου γιά τήν εἰρήνη, τήν κοινωνική δικαιοσύνη καί τά ἀνθρώπινα δικαιώµατα, προσέφερε σέ µία κρίσιµη ἐποχή ἕνα ἔγκυρο καί διεθνῶς ἀξιόπιστο βῆµα ὄχι µόνο γιά τίς ὑπό κοµµουνιστικό καθεστώς ἐµπερίστατες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ἀλλά καί γιά τόν χριστιανικό κόσµο τῆς ύσεως. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, ἡ ἐπίσηµη συµµετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόσο στή διακήρυξη τῆς ἱδρύσεως, ὅσο καί στή διαµόρφωση τῶν καταστατικῶν ἀρχῶν τοῦ Π.Σ.Ε. ὑπῆρξε ἰδιαίτερα σηµαντική. Πράγµατι, ἡ ἐνεργός συµµετοχή της κατά γενική ὁµολογία ἀφ' ἑνός µέν διηύρυνε τήν ἐκκλησιαστική βάση τῆς συνθέσεώς του, ἔστω καί ἄν οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τῆς Ἀν. Εὐρώπης δέν εἶχαν µέχρι τό 1961 τή δυνατότητα συµµετοχῆς γιά εὐνόητους λόγους, ἀφ' ἑτέρου δέ προέβαλε στόν οἰκουµενικό διάλογο τά διαχρονικά θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά κριτήρια τῆς ὀρθοδόξου πατερικῆς παραδόσεως, ἔστω καί ἄν τά κριτήρια αὐτά δυσχέραιναν τήν πορεία πρός µία συµβατική σύγκλιση τῶν διαφορετικῶν ἐκκλησιολογικῶν προϋποθέσεων. Εἶναι λοιπόν προφανές καί ἔχει πλέον ἀναγνωρισθῆ γενικῶς µέ τόν πλέον ἐπίσηµο τρόπο ὅτι ἡ ἵδρυση τοῦ Π.Σ.Ε. διαµόρφωσε ἕνα νέο θεσµικό πλαίσιο τόσο γιά τήν προώθηση τῶν ἐποικοδοµητικῶν σχέσεων µεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν-µελῶν, ὅσο καί τήν ἐνθάρρυνση τῆς 3

ἰδέας τῶν πολυµερῶν καί τῶν διµερῶν Θεολογικῶν ιαλόγων. Ἡ προσφορά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συντονίσθηκε πρός τίς νέες προοπτικές µέ τήν πληρέστερη ἀξιοποίηση τῶν ἀνεγνωρισµένων παλαιῶν καί τῶν νέων ἐγκρίτων Καθηγητῶν τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης γιά τήν ἀξιόπιστη προβολή τῶν ὀρθοδόξων προτάσεων, ὅπως οἱ Καθηγητές Ἁµίλκας Ἀλιβιζάτος, Παναγιώτης Τρεµπέλας, Παναγιώτης Μπρατσιώτης, Ἰωάννης Καρµίρης, Γεράσιµος Κονιδάρης, Νικόλαος Νησιώτης, Ἰωάννης Ρωµανίδης καί πολλοί ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι προσέφεραν πολύτιµες θεολογικές ὑπηρεσίες στήν πολυδιάστατη αὐτή ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Στο σηµείο αυτό πρέπον είναι να αναφερθώ και στην συνέχιση του οράµατος όλων των προηγουµένων προσώπων για την ενότητα της Εκκλησίας από σηµερινά στελέχη της Εκκλησίας µας, όπως επί παραδείγµατι οι Σεβ. Μητροπολίτες Περιστερίου κ. Χρυσόστοµος και Καλαβρύτων κ. Αµβρόσιος, ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Θερµοπυλών κ. Ιωάννης και οι Ελλογιµώτατοι Καθηγητές Βλάσιος Φειδάς, Κωνσταντίνος Σκουτέρης, Γεώργιος Μαρτζέλος, Γεώργιος Γαλίτης και Πέτρος Βασιλειάδης. Ἐν τούτοις, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀντιµετώπισε καί ἡ ἴδια σοβαρές ἐσωτερικές δυσκολίες γιά τήν ἐπίσηµη συµµετοχή της στίς θεσµικές ἐκφράσεις τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως, λόγω αρνητικών ιστορικών γεγονότων που γνώρισαν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες κατά το παρελθόν και δυστυχώς λόγω έλλειψης αντικειµενικής ενηµέρωσης και παρουσίασης του νέου αυτού οράµατος για την ένωση των Χριστιανικών Εκκλησιών στο ποίµνιο εκάστης. Βεβαίως, οἱ ἀντιδράσεις αὐτές ἐνισχύθηκαν γιά διάφορους λόγους, ὅπως α) ἀπό τήν ἄκριτη κατάργηση (1962) τῆς περίφηµης ιακηρύξεως τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Τορόντο (1950) γιά τήν κατάθεση χωριστῶν Ὀρθοδόξων ηλώσεων σέ ζητήµατα πίστεως ἤ τάξεως τῆς Ἐκκλησίας, β) ἀπό τή σταδιακή µείωση εἰς βάρος τῶν Ὀρθοδόξων τῆς ἀναλογικῆς ἰσορροπίας τῶν µελῶν τοῦ Π.Σ.Ε. µέ τήν ἀθρόα ἀποδοχή νέων Ἐκκλησιῶν-µελῶν, γ) ἀπό τήν ἀνεξέλεγκτη χαλάρωση στήν ἐφαρµογή τῶν θεολογικῶν κριτηρίων τῶν καταστατικῶν διατάξεων τοῦ Π.Σ.Ε. κατά τή διαδικασία ἀποδοχῆς τῶν νέων µελῶν (membership), δ) ἀπό τήν ἐπιβολή µιᾶς ἀσαφοῦς ἤ ἀµφίσηµης οἰκουµενικῆς ὁρολογίας κατά τήν προετοιµασία τῶν σχεδίων θεολογικῶν κειµένων γιά σοβαρά ζητήµατα πίστεως καί 4

µάλιστα χωρίς τή δέουσα συµµετοχή Ὀρθοδόξων ἐκπροσώπων στίς συντακτικές Ἐπιτροπές, ε) ἀπό τήν ὑποχρεωτική καθιέρωση τῆς ἀρχῆς τῆς πλειοψηφίας κατά τήν ἀποδοχή θεολογικῶν κειµένων ἀπό τήν Ἐπιτροπή «Πίστις καί Τάξις» ἤ καί τίς ἄλλες Ἐπιτροπές τοῦ Π.Σ.Ε., στ) ἀπό τίς περιοδικές συγχύσεις γιά τά ὅρια τῶν ἁρµοδιοτήτων τῶν καταστατικῶν ὀργάνων τοῦ Π.Σ.Ε. στή λειτουργία τῶν σχέσεων τῶν Ἐκκλησιῶν-µελῶν, ζ) ἀπό τήν ἀπροθυµία στελεχώσεως τῶν κεντρικῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ Π.Σ.Ε. µέ ὀρθόδοξους θεολόγους κ.λπ. Οἱ δοµικές καί θεσµικές αὐτές δυσλειτουργίες, οἱ ὁποῖες ἐρέθιζαν τήν εὐαίσθητη ἐκκλησιολογική συνείδηση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπισηµάνθηκαν µέ τίς κοινές εἰσηγήσεις-προτάσεις ἐκπροσώπων τοῦ Π.Σ.Ε. καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Desiderata Σόφιας). Ὡστόσο, ἡ ἀπροθυµία ἤ ἡ δυσχέρεια ἀποδοχῆς τῶν ὀρθοδόξων προτάσεων προκάλεσε τήν ἐπίσηµη παρέµβαση τῆς Γ' Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου ιασκέψεως (1986), ἡ ὁποία διακήρυξε ἀφ' ἑνός µέν τήν ἐµµονή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό βασικό ἱδρυτικό ἄρθρο τοῦ Καταστατικοῦ τοῦ Π.Σ.Ε. καί στούς σκοπούς του, ἀφ' ἑτέρου δέ τή βαθεία πεποίθησή της ὅτι «αἱ ἐκκλησιολογικαί προϋποθέσεις τῆς ηλώσεως τοῦ Τορόντο (1950)...εἶναι κεφαλαιώδους σηµασίας διά τήν ὀρθόδοξον συµµετοχήν εἰς τό Συµβούλιον...». Οἱ σηµαντικές ὀρθόδοξες προτάσεις στήν ΣΤ' Γενική Συνέλευση τοῦ Βανκοῦβερ γιά τήν ἐξισορρόπηση τοῦ θεολογικοῦ καί τοῦ κοινωνικοῦ ἔργου τοῦ Συµβουλίου δέν θεράπευσαν τίς ἐπαχθεῖς γιά τήν ὀρθόδοξη παρουσία θεσµικές δυσλειτουργίες. Ἔτσι, οἱ παλαιές ὀρθόδοξες ἀντιδράσεις ὀξύνθηκαν µετά τήν κατάρρευση τῶν κοµµουνιστικῶν καθεστώτων καί ἀπειλοῦσαν τήν ἐσωτερική ἑνότητα ὁρισµένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. 2. Εἶναι λοιπόν προφανές ὅτι ἡ νέα αὐτή πραγµατικότητα κατέστησε ἀναγκαία µία νέα θετικώτερη προσέγγιση τῶν ὀρθοδόξων προτάσεων, ἰδιαίτερα µετά τήν προσωρινή ἀποχώρηση ὁρισµένων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν γιά καθαρῶς ποιµαντικούς λόγους καί τόν ἀνάλογο προβληµατισµό ὁρισµένων ἄλλων. Ὡστόσο, ἡ ἐπίσηµη προβολή τῶν ὀρθοδόξων προτάσεων, οἱ ὁποῖες εἶχαν διαµορφωθῆ στή ιορθόδοξη Συνάντηση τῆς Θεσσαλονίκης (1998), κατανοήθηκαν στίς πραγµατικές τους διαστάσεις καί ἀντιµετωπίσθηκαν µέ τή δέουσα κατανόηση ἀπό τήν Η' Γενική Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. (Harare 1999) γιά τή διευκόλυνση τῆς 5

ἀπρόσκοπτης συµµετοχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στόν οἰκουµενικό διάλογο. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, ἡ πρωτοποριακή ἀπόφαση τῆς Συνελεύσεως αὐτῆς γιά τή σύσταση τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς µέ ἴσο ἀριθµό ἐκπροσώπων τοῦ Π.Σ.Ε. καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπῆρξε ὄχι µόνο πολυσήµαντη, ἀλλά καί ἰδιαίτερα ἀποτελεσµατική τόσο γιά τίς µελλοντικές προοπτικές τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως, ὅσο καί γιά τόν οὐσιαστικό ρόλο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στίς προοπτικές αὐτές. Πράγµατι, οἱ ἐργασίες τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, οἱ ὁποῖες κινήθηκαν µέ ἐντυπωσιακή συνέπεια καί συνέχεια στό γράµµα καί τό πνεῦµα τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς, ἀντιµετώπισαν µέ ὑψηλό αἴσθηµα εὐθύνης τίς διαπιστωµένες καί σέ µεγάλο βαθµό εὔλογες ποιµαντικές ἀνησυχίες τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καί ἀναζήτησαν τίς ἀναγκαῖες συγκλίνουσες προτάσεις στά κυριώτερα τουλάχιστον προβλήµατα γιά τίς θεσµικές σχέσεις τους µέ τό Π.Σ.Ε. Ἡ θεολογική συµβολή τῶν ἐγκρίτων θεολόγων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑπῆρξε οὐσιαστική γιά τήν προώθηση τῶν συγκεκριµένων ὀρθοδόξων προτάσεων καί µάλιστα σέ κρίσιµα ἐκκλησιολογικά ζητήµατα. Οἱ ἐµπεριστατωµένες εἰσηγήσεις καί οἱ εἰλικρινεῖς συζητήσεις διέκριναν µέ τήν πρέπουσα σύνεση καί διορατικότητα τά κύρια καί τά παρεπόµενα ζητήµατα γιά τή συνεπῆ συµµετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν Οἰκουµενική κίνηση. Πράγµατι, οἱ προτάσεις τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς ὑπῆρξαν ὄχι µόνο εὔλογες, ἀλλά καί ρεαλιστικές γιά τήν κοινή ἀντιµετώπιση τῶν νέων προκλήσεων τοῦ κόσµου, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν κρίσιµη πρόκληση καί γιά τήν ἀνανέωση τῶν προοπτικῶν τοῦ Π.Σ.Ε. Συνεπῶς, ἡ ὁµόφωνη ἔγκριση τῶν προτάσεων τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς ἀπό τήν πρόσφατη Θ' Γενική Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. (Porto Alegre, 14-23 Φεβρουαρίου 2006) θά µποροῦσε νά χαρακτηρισθῆ ἱστορική ὄχι µόνο γιατί ἱκανοποιήθηκαν πάγια αἰτήµατα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀλλά κυρίως γιατί ἐνισχύουν τίς προοπτικές γιά τήν ἀνανέωση τῆς ἀποστολῆς τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως στή νέα πραγµατικότητα τοῦ κόσµου. Οἱ ἀποφάσεις ἐπικεντρώθηκαν: α) στή καθιέρωση µιᾶς εὐέλικτης ἐφαρµογῆς τῆς ἀρχῆς τῆς ὁµοφωνίας (consensus) κατά τή λήψη σηµαντικῶν ἀποφάσεων σέ σοβαρά ζητήµατα πίστεως, τάξεως καί προγραµµάτων δράσεως τοῦ Π.Σ.Ε., 6

β) στήν ἐπιβολή αὐστηρότερων θεολογικῶν καί ἐκκλησιολογικῶν κριτηρίων κατά τή διαδικασία ἀποδοχῆς νέων µελῶν (membership) στούς κόλπους τοῦ Π.Σ.Ε., µέ γνώµονα τήν κοινή ὁµολογία τοῦ Συµβόλου πίστεως Νικαίας-Κπόλεως, γ) στήν προβολή τοῦ κύρους τοῦ µυστηρίου τοῦ Βαπτίσµατος ὡς βασικοῦ ἐκκλησιολογικοῦ κριτηρίου γιά µία συνεπῆ θεολογική προσέγγιση τοῦ κρισίµου ζητήµατος ὄχι µόνο τῆς συνεργασίας, ἀλλά καί τῆς προοπτικῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητας τοῦ χριστιανικοῦ κόσµου, δ) στόν συναινετικό προγραµµατισµό τῶν µελλοντικῶν δράσεων τοῦ Π.Σ.Ε., ὄχι µόνο τῶν παλαιῶν, ἀλλά καί τῶν νέων, µέσα στά πλαίσια τῶν βασικῶν ἀρχῶν τοῦ Καταστατικοῦ του, ε) στήν ὁµόφωνη τροποποίηση τῶν καταστατικῶν διατάξεων, συµφώνως πρός τίς προτάσεις τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, ἰδιαίτερα στά ζητήµατα τῆς λήψεως ἀποφάσεων καί τῶν θεολογικῶν κριτηρίων γιά τήν ἀποδοχή νέων µελῶν στούς κόλπους τοῦ Π.Σ.Ε., και στ) στην προώθηση και ενδυνάµωση του ιαθρησκειακού ιαλόγου, καθόλα αναγκαίου για την διατήρηση της ειρήνης σε κάθε γωνιά του πλανήτη µας. Εἶναι λοιπόν εὐνόητον ὅτι τά νέα αὐτά θεσµικά πλαίσια, ὅπως διαµορφώθηκαν µέ τήν ὁµόφωνη ἀποδοχή τῶν βασικῶν προτάσεων τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς, καθιερώνουν µία νέα βάση ὄχι ἁπλῶς γιά τήν ἀνεπιφύλακτη συµµετοχή, ἀλλά κυρίως γιά τήν ἀξιόπιστη συµβολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στόν οἰκουµενικό διάλογο. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει σαφῆ καί ἐκπεφρασµένη συνείδηση τῆς δικῆς της ἀποστολῆς γιά τή συνεπῆ ὑποστήριξη τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου γιά τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν, ὅπως ἔχει σαφῆ καί ἐκπεφρασµένη συνείδηση περί τῶν καθιερωµένων στήν ὀρθόδοξη παράδοση ἐκκλησιολογικῶν ὁρίων σέ κάθε πρωτοβουλία θεολογικοῦ διαλόγου, τά ὁποῖα προσδιορίσθηκαν πάντοτε στήν ἐκκλησιαστική πράξη µέ βασικό κριτήριο τό κῦρος τοῦ Βαπτίσµατος τῶν συµµετεχόντων στόν διάλογο. Ἡ Θ Γενική Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. στό Porto Alegre ἀποδέχθηκε τίς βασικές τουλάχιστον ὀρθόδοξες προτάσεις καί δικαιούµεθα νά ἐλπίζουµε ὅτι θά γίνουν σεβαστές σέ ὅλες τίς διαδικασίες προετοιµασίας καί ἐφαρµογῆς τῶν µελλοντικῶν προγραµµάτων δράσεως, ἰδιαίτερα ὅµως τῶν ἀναφεροµένων 7

8 ἀµέσως ἤ ἐµµέσως σέ σοβαρά ζητήµατα πίστεως ἤ ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Συνεπῶς, εἴµεθα ὑποχρεωµένοι πλέον ὡς ἐκπρόσωποι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας νά ἀξιοποιήσουµε τίς νέες προοπτικές µέ ἔγκαιρη, συνεπῆ καί συνετή προετοιµασία τῶν θεµάτων, ὥστε οἱ ὀρθόδοξες προτάσεις νά συµβάλουν κατά τρόπο ἐποικοδοµητικό στούς σκοπούς τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει τή βούληση καί διαθέτει στούς κόλπους της τίς ἀναγκαῖες θεολογικές δυνάµεις γιά νά συµβάλη, ὅπως καί στό παρελθόν, µέ τόν δικό της ἰδιαίτερο τρόπο στούς σκοπούς αὐτούς, ἀλλά πάντοτε µέ τήν καθιερωµένη στήν ὀρθόδοξη παράδοση καί πράξη συνέπεια µεταξύ τῆς κανονικῆς ἀκριβείας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονοµίας. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὅπως καί ἡ καθ' ὅλου Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, εἶναι παραδοσιακή καί ὄχι συντηρητική, ὅπως ἀδίκως χαρακτηρίζεται, γι' αὐτό εἶναι πάντοτε πρόθυµη γιά ἐποικοδοµητικό διάλογο ὄχι µόνο µέ τούς ἐγγύς, ἀλλά καί µέ τούς µακράν. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή δικαιοῦται νά ζητῆ ἀπό τήν ἡγεσία τοῦ Π.Σ.Ε. τήν ἀναγκαία συνέπεια πρός τίς νέες προοπτικές καί τή δέουσα ὑπευθυνότητα κατά τόν προγραµµατισµό τῶν µελλοντικῶν δράσεων. Βεβαίως, εἶναι κατανοητό ὅτι κατά τήν πρώτη κυρίως περίοδο ἐφαρµογῆς τῶν νέων κριτηρίων στήν προετοιµασία καί τήν ἀποδοχή τῶν προτάσεων θά προκύψουν ὁρισµένες περιστασιακές γραφειοκρατικές ἤ καί µεθοδολογικές δυσκολίες, οἱ ὁποῖες ὅµως δέν θά ἐµποδίσουν, ὅπως ἐλπίζω, τή νέα δυναµική στίς προοπτικές τοῦ οἰκουµενικοῦ διαλόγου, ἀφοῦ, σέ ἀντίθετη περίπτωση, θά ἀποδυναµωνόταν ὄχι βεβαίως ὁ λόγος ἤ ὁ ρόλος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ ἀξιοπιστία τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως. Ἀξιότιµοι Κύριοι, ὅλοι γνωρίζουµε ὅτι ὁ ἐσώτατος σκληρός πυρήνας τοῦ χριστιανικοῦ µηνύµατος εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου µέ τόν Θεό καί µέ τόν κόσµο καί ἡ ἀξιόπιστη προβολή του στούς ἐγγύς καί τούς µακράν. Τό µήνυµα αὐτό συγκεφαλαιώθηκε στήν ἐν Χριστ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καί

βιώνεται συνεχῶς ἐν ἁγίῳ Πνεύµατι στό µυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ὡς µία ἄρρηκτη συζυγία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τῆς µυστηριακῆς ἐµπειρίας τῶν πιστῶν. Μέσα στο πνεύµα αυτό, τό ὅραµα τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως γιά τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν ἐνώπιον τῶν κοινῶν προκλήσεων τοῦ κόσµου εἶχε ὡς ἀφετηριακή βάση τήν κοινή Ὁµολογία πίστεως στόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς Θεό καί λυτρωτή τοῦ κόσµου, ἀλλά καί ὡς τελική προοπτική τήν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας γύρω ἀπό τήν Τράπεζα τοῦ Κυρίου. Αὐτό ἦταν τό ὅραµα τῶν πρωτοπόρων τῆς ἰδέας τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως καί αὐτός εἶναι ὁ τελικός της σκοπός, γιατί µόνο στήν Ἐκκλησία ὑπερβαίνονται ὅλες οἱ διασπάσεις τοῦ κόσµου. Ἔτσι, ὁ αἰώνας τῆς Οἰκουµενικῆς κινήσεως ὑπῆρξε συγχρόνως καί αἰώνας τῆς ἐκκλησιολογίας. Ὅλοι γνωρίζουµε ὅµως ὅτι ἡ ὁδός πρός τήν ἑνότητα εἶναι µακρά καί δύσβατη, γιατί προϋποθέτει τήν ἀνακάθαρση τῆς ἱστορικῆς µνήµης τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τίς ἐπαχθεῖς φορτίσεις καί τίς τραυµατικές ἐµπειρίες αἰώνων. Ὡστόσο, ἡ καθοδήγηση τοῦ παναγίου καί τελεταρχικοῦ Πνεύµατος, ὅπερ πάντα συγκροτεῖ τόν θεσµόν τῆς Ἐκκλησίας, φωτίζει τήν ὁδό καί συντοµεύει τόν χρόνο γιά τή συνάντησή µας γύρω ἀπό τήν Τράπεζα τοῦ Κυρίου, τουλάχιστον ὅσων πράγµατι ἐπιθυµοῦν εἰλικρινῶς τήν κοινή µετοχή στόν εὐχαριστιακό εῖπνο τοῦ Χριστοῦ. Κοινό λοιπόν χρέος ὅλων εἶναι ἡ πρόθυµη συνέχιση τῆς κοινῆς πορείας στήν ὁδό τοῦ ἐποικοδοµητικοῦ διαλόγου καί ἡ ἀταλάντευτη πίστη ὅτι τό θεῖο δῶρο τῆς κοινωνίας θά ἔλθη ὅταν ἔλθη τό πλήρωµα τοῦ χρόνου, ἤτοι ὅταν ἐκτονωθῆ ἡ αὐτάρεσκη ὁµολογιακή ἐσωστρέφεια γιά νά φωτισθῆ τό µυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Μόνο τότε ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως καί ἡ κοινωνία τοῦ ἁγίου Πνεύµατος θά εἶναι «κατά Κύριον» καί ὄχι µόνο «κατ ἀνθρωπίνην ἐπιθυµίαν». Ὅλοι γνωρίζουµε ἐπίσης ὅτι ὁ διάλογος αὐτός ἀναφέρεται ὄχι µόνο στήν ἀποκατάσταση τῆς ἐσωτερικῆς ἑνότητας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώµατος, ἀλλά καί στήν κοινή ἀντιµετώπιση τῶν ἐντεινοµένων ἰδεολογικῶν, πνευµατικῶν καί κοινωνικῶν συγχύσεων ἀπό τίς ραγδαῖες, ἀπρόβλεπτες καί ἐντυπωσιακές κατακτήσεις τοῦ ἀνθρώπου σέ ὅλους σχεδόν τούς τοµεῖς τῆς ἐπιστήµης καί τῆς τεχνολογίας. Οἱ κατακτήσεις αὐτές πιέζουν τά ὅρια τῆς πνευµατικῆς ἀνοχῆς τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, γιατί 9

διαχέονται µέσα στόν χῶρο καί τόν χρόνο µέ ἰλιγγιώδη, ἀνεξέλεγκτη καί µή ἀναστρέψιµη ταχύτητα. Ἡ πνευµατική λοιπόν ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλει νά συντονισθῆ πρός τίς ἐξελίξεις αὐτές, οἱ ὁποῖες θέτουν τόν ἄνθρωπο ἐνώπιον νέων καί συγκλονιστικῶν προβληµάτων ὄχι µόνο γιά τή σχέση του µέ τόν κόσµο, ἀλλά καί γιά τήν ἴδια τήν ὑπόστασή του. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, ἡ ἄµεση, κοινή καί συστηµατική προετοιµασία ἑνός ἐποικοδοµητικοῦ διαλόγου µέ τήν ἐπιστήµη εἶναι πρώτιστο χρέος στόν προγραµµατισµό τῶν δράσεων τοῦ Π.Σ.Ε., ἰδιαίτερα στούς τοµεῖς τῶν ἐπιστηµῶν τοῦ ἀνθρώπου (Γενετική, Βιοτεχνολογία, Βιοηθική κ.λπ.), γιά νά µή κλονισθῆ ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τή χρηστική ἤ µονοσήµαντη προβολή τῶν ἐπιστηµονικῶν κατακτήσεων. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει συνείδηση τοῦ χρέους της νά συµβάλη κατά τρόπο ἐποικοδοµητικό στόν διάλογο τόσο γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητας τοῦ σώµατος τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καί τῆς διαλεκτικῆς σχέσεως µέ τήν ἐπιστήµη. Ἡ πατερική παράδοση καί ἡ συνεπής ἐκκλησιαστική πράξη δύο συναπτῶν χιλιετιῶν προσφέρουν λαµπρά ὑποδείγµατα ὄχι µόνο τῆς ὀφειλετικῆς µέριµνας, ἀλλά καί τῶν ὁρίων γιά τήν εὐόδωση τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ σκοποῦ. Εἰδικώτερα, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, σέ ἀγαστή πάντοτε συνεργασία µέ ὅλες τίς ἄλλες κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, εἶναι πρόθυµη ὄχι µόνο νά διαθέση τίς σηµαντικές θεολογικές της δυνάµεις γιά τήν κατάλληλη προετοιµασία τοῦ διαλόγου µέ τή σύγχρονη ἐπιστήµη, ἀλλά καί νά προσφέρη τήν ἀναγκαία ἐκκλησιαστική ὑποστήριξη στίς νέες προοπτικές οἰκουµενικοῦ διαλόγου γιά τήν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν. ιάλογος αληθείας προς πάσα κατεύθνση πρέπει να είναι το µήνυµα των Χριστιανικών Εκκλησιών σήµερα µέσα από το πνεύµα της πραγµατικής χριστιανικής αγάπης προς τον θεό και τον άνθρωπο, η οποία δεν γνωρίζει ανθρώπινα σύνορα και προϋποθέσεις. Τελειώνοντας και αφού σας ευχαριστήσω για την υπόµονή σας θα ήθελα από την καρδιά µου να σας προσφέρω ως ελάχιστο δείγµα της χαράς µου που βρίσκοµαι ανάµεσά σας αυτό το πολύτιµο ευαγγέλιο το οποίο σας παρακαλώ να το τοποθετήσετε στην Αγία Τράπεζα του παρεκκλησίου του Συµβουλίου. Τίποτα πίο συµβολικό ταυτόχρονα και ουσιαστικό δεν θα µπορούσα να σας προσφέρω από τον Λόγο του Κυρίου µας, ο οποίος είναι κοινός για όλους τους 10

Χριστιανούς και πρέπει να καθοδηγεί τα βήµατά µας προς την ορθή µαρτυρία της Εκκλησίας του Χριστού στην Τρίτη Χιλιετία. 11