Η ΓΑΛΛΟΦΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. 11, 12 & 13 Μαρτίου 2014 ---------------



Σχετικά έγγραφα
ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ

«ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ»

Μάθημα: O ρόλος του θύματος στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης: ιστορική και σύγχρονη προσέγγιση

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ. Ακαδ.

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ. Ακαδ.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΖΑΡΑΦΩΝΙΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΠΜΣ «ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ» ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Θοδωρής Καλίτσης ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ: ΜΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΠΟΣΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΧΕΙΜΕΡΙΝΩΝ ΕΞΑΜΗΝΩΝ Α ΕΞΑΜΗΝΟ

Μάρθα Λεμπέση, Κοινωνιολόγος, ΜΔΕ Εγκληματολογίας, Διευθύντρια του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.)

ΠΜΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ «Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ»

Γίνεται ή γεννιέται ένας εγκληματίας; Βιολογικές και εγκληματολογικές θεωρίες

Mean Streets (Κακόφημοι δρόμοι)

Ιστορία των εγκληματολογικών θεωριών, Ποινική δικαιοσύνη και θύμα, Ενδοοικογενειακή και εξωοικογενειακή βία

ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΊΑΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ Κωδικός Μάθημα Εξάμ. Δ.Μ. Τύπος Καθηγητής Ημέρα 'Ωρα Αίθουσα

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

Μεθοδολογία εκπόνησης επιστημονικών εργασιών Δρ Αναστασία Χαλκιά

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΒΛΑΧΟΥ. Ιστορία των εγκληματολογικών θεωριών, Ποινική δικαιοσύνη και θύμα, Ενδοοικογενειακή και εξωοικογενειακή βία

356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα)

ΣΧΕΔΙΟ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Επιστημών της Αγωγής. MA Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση

Αγροτική Κοινωνιολογία

7 th SECURITY PROJECT 2019 ΣΥΝΕΔΡΙΟ 1-2 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019

Μέθοδοι Γεωργοοικονομικής & Κοινωνιολογικής Έρευνας

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Κ Υ Ρ Ι Α Κ Ο Σ Μ Π Α Μ Π Α Σ Ι Δ Η Σ. Τίτλοι Σπουδών

PROJECT Β 1 ΓΕΛ. Θέμα: Μετανάστευση Καθηγήτρια: Στέλλα Τσιακμάκη

«Από την έρευνα στη διδασκαλία» Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας Σάββατο 16 Απριλίου 2016

1.Κατεύθυνση «ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ»

ΠΜΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ «ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ» ΜΑΘΗΜΑ: «Πόλη και εγκληματικότητα, αίσθημα ανασφάλειας και τιμωρητικότητα»

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ TMHMA ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΩΝ ΕΞΑΜΗΝΩΝ

Βορρέου 10, Βουλιαγμένη 16671,

Το Τμήμα Νομικής της Σχολής Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ. Οι Σπουδές στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

INDEPENDENT ACADEMIC RESEARCH STUDIES

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Μετανάστευση, ευρωπαϊκές κοινωνικές αξίες και γλώσσα: συγκριτική αποτύπωση συμπερασμάτων του προγράμματος GRUNDTVIG MIVAL

Τα μαθήματα που θα προσφερθούν στις κατευθύνσεις του ΠΜΣ της Νομικής Σχολής είναι τα ακόλουθα:

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΤΕΑΚΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ. Απολογισμός Δραστηριοτήτων 2016

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΒΛΑΧΟΥ. Ιστορία των εγκληματολογικών θεωριών, Ποινική δικαιοσύνη και θύμα, Βία και Έγκλημα

Βασικές Θεωρίες Αστικής Κοινωνιολογίας. Σημειώσεις της Μαρίας Βασιλείου

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 11: Η επίσημα βεβαιωμένη εγκληματικότητα

ΠΡΑΞΗ: «ΜΟ.ΔΙ.Π» (Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας) του Πανεπιστημίου Μακεδονίας» Κωδικός MIS ΥΠΟΕΡΓΟ:

187 Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής Πελοποννήσου (Κόρινθος)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Μέθοδοι έρευνας και μεθοδολογικά προβλήματα της παιδαγωγικής επιστήμης

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΣΤΕΑΚΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΕΓΚΛΗΜΑ & ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Πληροφορίες: Μάρθα Κάλλου-Περδίκη Τηλ: tel : Fax:

ΦΥΛΟ, ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

Αγροτική Κοινωνιολογία

4(3) 605 Α. Καλαματιανού 01/02/ A1

Πανηγύρι των Φυσικών Επιστημών» στο 2ο Γυμνάσιο Πυλαίας

ΒΟΓΛΗΣ ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ. Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Τι είναι οι αξίες και ποια η σχέση τους με την εκπαίδευση; Σε τι διαφέρουν από τις στάσεις και τις πεποιθήσεις; Πώς ταξινομούνται οι αξίες;

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ-ΤΟΜΕΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Προϋποθέσεις λήψης πτυχίου φοιτητών του Τμήματος Κοινωνιολογίας

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Η σχέση Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών με την Εκπαίδευση στις Φυσικές Επιστήμες Κωνσταντίνα Στεφανίδου, PhD

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

Τεχνοβλαστοί. Συμμετοχή του Πανεπιστημίου Πατρών σε εταιρείες έντασης γνώσης (τεχνοβλαστούς)

Έλενα Φερράντε: Η τεχνητή νοημοσύνη εφαρμοσμένη στην επίλυση. μυστηρίων λογοτεχνικής πατρότητας

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.

Αξιολόγηση και Αυτοαξιολόγηση Εκπαιδευομένων- Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Κώστας Θεριανός Δέσποινα Καρακατσάνη Μανώλης Κουτούζης

Λιμνών Αποξηράνσεις - έρευνα με την Ελένη Κοβάνη (παρουσίαση του βιβλίου) από την Καλλισθένη Αβδελίδη

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΘΕΣΗ

Εισαγωγή στο ίκαιο των Πληροφοριακών Συστημάτων, των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και του ιαδικτύου Α.Μ Χριστίνα Θεοδωρίδου 2

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

Βασικές αρχές σχεδιασμού και οργάνωσης Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο. Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φ.Α.

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (Οι απαντήσεις θεωρούνται ενδεικτικές) A1.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ

1. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΙ ΑΠΩΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΕΓΓΥΤΕΡΟΙ ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Οι αρχειακές συλλογές του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας

Αποτελέσματα από την έρευνα 50+ στην Ευρώπη

Συγγραφή ερευνητικής πρότασης

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ»

Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

Αρχές και πρακτικές. Δρ Χρυσάνθη Κουμπάρου Σχολική Σύμβουλος Πρόεδρος ΠΑΝ.Σ.ΜΕ.ΚΑ.Δ.Ε.

Εναλλακτικές Μορφές Τουρισμού

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ)

Διάταξη Προγράμματος Σπουδών ASP / Αστυνομικές Σπουδές

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Π Ρ Ο Σ Κ Λ Η Σ Η. Τελετή μεταβίβασης εξουσίας των Πρυτανικών Aρχών

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ. Επιστηµονικός Συνεργάτης Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής Η οµιλία του κ.βιδάλη θα γίνει µέσω skype.

Transcript:

Η ΓΑΛΛΟΦΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ 11, 12 & 13 Μαρτίου 2014 --------------- 7η Συνεδρία: Η έρευνα της ψυχής στην Ελλάδα και στη Γαλλία Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014, αμφ.σ.καράγιωργα ΙΙ - 17.00 18.30 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΘ. ΧΡ.ΖΑΡΑΦΩΝΙΤΟΥ "Ο ρόλος της γαλλόφωνης εγκληματολογικής έρευνας στη μελέτη της αστεακής εγκληματικότητας" (Le rôle de la recherche criminologique francophone à l'étude de la criminalité urbaine) ---------------//--------------- Α. Κατ αρχάς θα ήθελα να εκφράσω τα συγχαρητήρια μου στους διοργανωτές για την ωραία αυτή πρωτοβουλία και βέβαια να τους ευχαριστήσω για την τιμητική πρόσκληση. Η συμμετοχή σε μια διοργάνωση που αφορά τη γαλλοφωνία στην Ελλάδα, μού δημιουργεί έντονα συναισθήματα και μου φέρνει στο νου μνήμες και βιώματα που με συγκινούν ευχάριστα. Ξεκινώντας από την αγάπη για τα γαλλικά στο γυμνάσιο και συνεχίζοντας έως την ολοκλήρωσή τους τις σπουδές της γαλλικής γλώσσας στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας, η αγάπη για τη γλώσσα έγινε αγάπη μια χώρα και έναν πολιτισμό. Παρότι η Νομική Σχολή από την οποία αποφοίτησα είχε μεγαλύτερη «συγγένεια» με τη Γερμανία ως τόπο συνέχισης των σπουδών σε μεταπτυχιακό επίπεδο, η γαλλοφωνία μου άνοιξε το δρόμο για την επιλογή του DEA ποινικών επιστημών/εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Paris II (Panthéon-Sorbonne) στο Παρίσι, στη Νομική Σχολή του οποίου ολοκλήρωσα στη συνέχεια και το διδακτορικό μου. 1

Αν αναλογισθούμε πόσοι έλληνες εγκληματολόγοι έχουν σπουδάσει σε γαλλόφωνες χώρες και έχουν συγγράψει τις διδακτορικές τους διατριβές στα γαλλικά (ο αείμνηστος Κ.Γαρδίκας, η Α. Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, ο Ιάκ.Φαρσεδάκης, ο Δ.Καλογερόπουλος, ο Γιάννης Πανούσης, ο Α.Μαγγανάς) αλλά και νεότερα μέλη του τομέα Εγκληματολογίας του Παντείου Παν/μίου (όπως ο Γ.Νικολόπουλος και η υποφαινομένη), σε συνδυασμό με την ενεργό συμμετοχή αρκετών εξ ημών στα όργανα και τις διοργανώσεις της διεθνούς εταιρείας γαλλόφωνων εγκληματολόγων (όπως ο Καθ.Φαρσεδάκης που είναι αντιπρόεδρός της και η υποφαινομένη που συμμετέχει στην επιστημονική επιτροπή του επίσημου περιοδικού της άνω εταιρείας) και της οποίας ένα από τα συνέδριά της που διοργανώνονται ανά διετία έγινε το 1996 στην Αθήνα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η σχέση των Ελλήνων εγκληματολόγων με τις γαλλόφωνες σπουδές έχει μια στέρεη βάση, τουλάχιστον μέχρι ένα χρονικό σημείο από το οποίο και μετά η κυριαρχία της αγγλοφωνίας είναι παγκόσμια και σχεδόν απόλυτη. Σε κάθε περίπτωση, οι εμπειρίες των ετών που διήρκεσαν οι σπουδές μου στο Παρίσι, μόνο ως εξαιρετικές μπορούν να χαρακτηρισθούν, αν σκεφθεί κανείς την ευτυχή συγκυρία να διευθύνει το εγκληματολογικό Ινστιτούτο του παν/μίου μου ένας από τους σημαντικότερους εγκληματολόγους του 20 ου αιώνα, ο Jacques Léauté, και μάλιστα για τελευταία χρονιά πριν τη συνταξιοδότησή του. Επίσης, ευτυχής συγκυρία να έχω ως καθηγήτρια και μάλιστα στο σημαντικό μάθημα της Αντεγκληματικής πολιτικής μια προσωπικότητα διεθνούς κύρους και αναγνώρισης, την Mireille Delmas-Marty, η οποία και ήταν η αφορμή επιστημονικής γνωριμίας μου με καθοριστικής αν και εκ διαμέτρου αντίθετης- εγκληματολογικής εμβέλειας προσωπικότητες, όπως ο ιδρυτής του κέντρου συγκριτικής Εγκληματολογίας του Montréal/Καναδά Καθ. Dennis Szabo και ο θεμελιωτής της θεωρίας του καταργητισμού, Ολλανδός καθηγητής Louk Hulsman, για να μείνω μόνο σε δύο εκ των πλείστων όσων έγκριτων εγκληματολόγων συμμετείχαν ως εισηγητές στα σεμινάριά της. Η αγάπη των καθηγητών μου για την Ελλάδα ήταν τόσο μεγάλη, σε σημείο που ένας εξ αυτών ο Jean-Marie Coulon, πρόεδρος του εφετείου του Παρισιού- να συγγράφει βιβλία με το ψευδώνυμο Solon (όπως το Raison pour la Justice κ.ά.), ενώ η καθηγήτρια της ποινικής φιλοσοφίας, και επιβλέπουσα της 2

διδακτορικής μου διατριβής στο άνω παν/μιο, Yvonne Bonger είχε ως βασικό συνεργάτη της έναν Έλληνα νομικό και φιλόσοφο, τον Σταμάτιο Τζίτζη. Στο πλαίσιο αυτό, οι γνώσεις στην εγκληματολογική εμβάθυνση συνδυάσθηκαν με φιλοσοφικούς, υπαρξιακούς, μεθοδολογικούς και ευρύτερα επιστημολογικούς προβληματισμούς που έπαιξαν σημαντικό ρόλο για τη διαμόρφωση της επιστημονικής μου σκέψης. Β. Η συμβολή των γαλλόφωνων εγκληματολόγων στην επιστήμη της Εγκληματολογίας είναι καθοριστική ήδη από τη θεμελίωσή της κατά τον 19 ο αιώνα. Ενδεικτικό είναι ότι και το όνομά της η νέα αυτή επιστήμη το έλαβε από τον Γάλλο ανθρωπολόγο Topinard το 1879, έστω και αν η ονοματοδοσία αποδόθηκε στον Ιταλό δικαστή Raffaele Garofalo (1851-1934), έναν εκ των τριών εκπροσώπων της ιταλικής θετικιστικής σχολής 1, ο οποίος εξέδωσε τη μονογραφία του το 1885 με τίτλο «Εγκληματολογία» 2. Αν και η κρατούσα άποψη θεωρεί ως αφετηρία της επιστήμης της Εγκληματολογίας τη δημοσίευση του βιβλίου του Ιταλού στρατιωτικού ψυχιάτρου Cesare Lombroso (1835-1909) «Ο εγκληματίας άνθρωπος» (το 1876), πολλοί είναι εκείνοι που ανατρέχουν μισό αιώνα περίπου νωρίτερα, όταν έκανε την εμφάνισή της η Γαλλοβελγική Χαρτογραφική Σχολή. Η Σχολή αυτή εισήγαγε για πρώτη φορά την κοινωνιολογική προσέγγιση του εγκλήματος σε συνδυασμό με τη γεωγραφική/περιβαλλοντική του διάσταση. Όπως αναφέρει ο Jean Pinatel 3, μια ιστορική για την Εγκληματολογία του 20 ου αιώνα φυσιογνωμία, η σχολή αυτή άνθισε μεταξύ 1830 και 1880 και μας κληρονόμησε σημαντική εργογραφία σχετικά με τις διακυμάνσεις της εγκληματικότητας ανάλογα με το χώρο, το κλίμα και τις εποχές. Με την ένταξη στη συνέχεια και της «Σχολής της Λυών», η Γαλλοβελγική χαρτογραφική Σχολή επέδρασε στη δημιουργία της «Σχολής του Κοινωνικού περιβάλλοντος» 4 στην οποία συγκαταλέγονται ο E.Durkheim, G.Tarde, Manouvrier και Lacassagne. Η Γαλλοβελγική Χαρτογραφική 1 Ο τρίτος ήταν ο Enrico Ferri (1856-1929), Καθηγητής Νομικής και Κοινωνιολογίας (βλ. J.Pinatel, σ.5). 2 Κ.Δ.Σπινέλλη, Εγκληματολογία. Σύγχρονες και παλαιότερες κατευθύνσεις, Α.Σάκκουλας, δεύτερη ανανεωμένη έκδοση, Αθήνα-Κομοτηνή, 2005, σ.25 3 J.Pinatel, La Criminologie, Les Editions Ouvrières, Paris 1979, (Spes, Paris 1960) p.35 4 Ι.Φαρσεδάκης, Η εγκληματολογική σκέψη. Απ την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Τ.Α, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη, 1990, σ.103. 3

Σχολή επηρέασε σημαντικά την οικολογική σχολή του Σικάγου, κατά το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα και κατ επέκταση όλες τις σύγχρονες μελέτες περιβαλλοντικής εγκληματολογίας 5. Ιδρυτές της Γαλλοβελγικής Χαρτογραφικής Σχολής ήταν ο γαλλόφωνος Βέλγος A. Quételet (1796-1874) και ο Γάλλος A.M. Guerry (1802-1866) 6, οι οποίοι κατά το πρώτο τρίτο του 19 ου αιώνα προέβησαν στη γεωγραφική κατανομή της εγκληματικότητας και τη χαρτογράφησή της. Βασισμένοι στην πρώτη εγκληματολογική στατιστική διεθνώς (στατιστική της δικαιοσύνης) στη Γαλλία, που ξεκίνησε να δημοσιεύεται από το 1825 και συνεχίζει έως σήμερα αδιάλειπτα τη δημοσίευσή της, προέβησαν στην προσθήκη στοιχείων εγκληματολογικής γεωγραφίας με τη χρήση για πρώτη φορά της τεχνικής της χαρτογράφησης, συμβάλλοντας κατ αυτόν τον τρόπο στη θεμελίωση της επιστήμης της Εγκληματολογίας, εφόσον στο πλαίσιο αυτό, διερευνήθηκαν οι γεωγραφικές διακυμάνσεις της εγκληματικότητας σε συνδυασμό με μια σειρά κοινωνικοοικονομικούς, πολιτισμικούς και λοιπούς παράγοντες. Πιο συγκεκριμένα, ο A. Quételet, μαθηματικός και στατιστικολόγος, επηρεασμένος ιδιαίτερα από τον αστρονόμο Laplace και το δοκίμιό του για τις πιθανότητες, φιλοδοξούσε να ανακαλύψει κανόνες κοινωνικής φυσικής, κατάλληλους να προβλέψουν και να εξηγήσουν τις τάσεις της εγκληματικότητας. Στην κατεύθυνση αυτή, χρησιμοποίησε τη στατιστική ως βασικό εργαλείο μελέτης της ανθρώπινης συμπεριφοράς και το 1835 δημοσίευσε το περίφημο έργο του «Essai de Physique sociale» 7. Σύμφωνα με την προσέγγισή του, οι στατιστικές μέθοδοι μας επιτρέπουν να καταγράψουμε τις διανοητικές και ηθικές ιδιότητες του ανθρώπου και άρα να προβλέψουμε τη μέση συχνότητα εμφάνισής τους στο συνολικό πληθυσμό. Η «τρομακτική κανονικότητα» από την άλλη πλευρά, που διαπίστωσε μελετώντας τις ετήσιες στατιστικές εγκληματικότητας, οδήγησε τον Quételet να διατυπώσει τη θέση του σχετικά με την ύπαρξη ενός «προϋπολογισμού εγκλήματος» για κάθε 5 Χ.Ζαραφωνίτου, Εμπειρική Εγκληματολογία, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη, 2004. 6 Πηγές για τη γαλλοβελγική χαρτογραφική σχολή: J.Pinatel, όπ.παραπ., 1979, J.Léauté, Criminologie et pénologie, Les cours du droit,, χ.χ., Ι.Φαρσεδάκης, όπ.παραπ., 1990, Χ.Ζαραφωνίτου, όπ.παραπ., 2004 και Χ.Ζαραφωνίτου (Επιμ.), Η προστασία του περιβάλλοντος από εγκληματολογική σκοπιά. Τετράδια Εγκληματολογίας, τ.1, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη, 1996. 7 A.Quételet, Essai de Physique sociale, Paris, Bachelier, 1835. 4

έθνος. Στη βάση της θέσης αυτής βρίσκεται η εξήγησή του για τη σταθερότητα της εγκληματικότητας και η έλλειψη ουσιαστικών διακυμάνσεων από το ένα έτος στο άλλο. Οι διακυμάνσεις αυτές, κατά τον Quételet, είναι σταθερές μεταξύ ενός ανώτατου και ενός κατώτατου ορίου σε σημείο που μπορεί να προβλεφθεί η εξέλιξή της 8. Την άποψη αυτή αποδέχθηκε και ο Ferri, διατυπώνοντας τους «νόμους του κορεσμού και του υπερκορεσμού», όπως συνάγονται από το παράδειγμα διάλυσης δεδομένης ποσότητας άλατος σε δεδομένη ποσότητα υγρού υπό συνθήκες σταθερής θερμοκρασίας, η οποία ποσότητα άλατος θα αυξηθεί μόνο εάν αυξηθεί η θερμοκρασία του νερού ή ανακινηθεί. Ο παραλληλισμός αυτός οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εγκληματικότητα είναι σταθερή σε μια κοινωνία υπό σταθερές συνθήκες και θα αυξηθεί σε περιόδους κρίσεων και αναταραχών 9. Στο σημείο αυτό, αξίζει να επισημανθεί η άποψη του Quételet σχετικά με τις ηθικές δυνάμεις μιας κοινωνίας (προϊόν των ατομικών θελήσεων και άρα της ελεύθερης βούλησης) οι οποίες αντισταθμίζουν τις φυσικές δυνάμεις (κυρίαρχες στον κόσμο των ζώων των φυτών) και αποτελούν ανάχωμα στον ντεντερμινισμό τους, ούτως ώστε «ως μέλος του κοινωνικού συνόλου ο άνθρωπος, κάνοντας χρήση κάθε ενέργειας των πνευματικών του ικανοτήτων, δαμάζει, κατά κάποιο τρόπο, αυτές τις αιτίες, τροποποιεί τα αποτελέσματά τους και μπορεί να προσεγγίσει μια καλύτερη κατάσταση» 10. Βέβαια, σε επίπεδο εγκληματικότητας οι επιδράσεις των ηθικών δυνάμεων δεν είναι εμφανείς από χρόνο σε χρόνο ούτε επηρεάζουν τη συνολική σταθερότητα του φαινομένου, εφόσον απαιτούν μεγάλα χρονικά διαστήματα ώστε να φθάσουν σε σημείο οι ατομικές βουλήσεις να επηρεάσουν τη συνολική κατάσταση 11. Οι σύγχρονες προσεγγίσεις, παρότι δεν παραγνωρίζουν το ρόλο των ηθικών και κοινωνικών αξιών τόσο στη θέσπιση του ποινικού κανόνα όσο και στην παραβίασή του, προφανώς λαμβάνουν υπ όψιν τους και μια σειρά διαφορετικής προέλευσης παραγόντων για την εξήγηση της σταθερότητας της εμφανούς εγκληματικότητας. Οι παράγοντες αυτοί συναρτώνται τόσο με το είδος του εγκλήματος και τα 8 Ι.Φαρσεδάκης, Στοιχεία Εγκληματολογίας, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη, 1996, σ.46. 9 Το ίδιο, σ.47. 10 Ι.Φαρσεδάκης, όπ.παραπ., 1990, σ.104 επ. 11 Το ίδιο 5

χαρακτηριστικά των εμπλεκομένων σε αυτό όσο και κυρίως με τη δραστηριότητα των φορέων άσκησης του επίσημου κοινωνικού ελέγχου του εγκλήματος. Και μια και αναφέρθηκα ήδη στον J.Léauté, θα επαναλάβω και με αυτή την ευκαιρία τη γνωστή ρήση του πως «δεν πρέπει να ταυτίζουμε τους παράγοντες σύλληψης με τους παράγοντες εγκληματογένεσης». Επανερχόμενοι στη γεωγραφική κατανομή της εγκληματικότητας που για πρώτη φορά επιχειρήθηκε από τη γαλλοβελγική χαρτογραφική σχολή και το ρόλο του A. Quételet, θα πρέπει να σταθούμε στην ιδιαίτερη προσέγγισή του που κατέληξε σε συσχετισμούς μεταξύ κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων και είδους των καταγεγραμμένων εγκλημάτων 12. Μελετώντας μέσω των γαλλικών στατιστικών δικαιοσύνης, το χρονικό διάστημα 1828-1830 και προβαίνοντας στη γεωγραφική κατανομή της εγκληματικότητας, διαπίστωσε ότι υπήρχαν αισθητές διαφοροποιήσεις μεταξύ πόλης και υπαίθρου, με την πόλη να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο αριθμό εγκλημάτων και κυρίως των εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας και τις αυτοκτονίες, ενώ τα εγκλήματα βίας ήταν αναλογικά περισσότερα στην ύπαιθρο. Διατύπωσε, μάλιστα, το λεγόμενο «θερμικό νόμο» της εγκληματικότητας, σύμφωνα με τον οποίο τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας είναι σημαντικά περισσότερα στο βορρά της Γαλλίας το χειμώνα, ενώ τα εγκλήματα κατά των προσώπων είναι περισσότερα το καλοκαίρι στο νότο της χώρας, εξηγώντας την παραπάνω κατανομή λόγω της έντασης των βιοτικών αναγκών κατά τους χειμερινούς μήνες και της έντασης των παθών κατά τους καλοκαιρινούς. Και ο Guerry προέβη σε αντίστοιχες γεωγραφικές μελέτες και μάλιστα εξέδωσε ήδη το 1833 το «Δοκίμιο της ηθικής στατιστικής της Γαλλίας» 13 και αργότερα την «Ηθική στατιστική της Αγγλίας». Ειδικά για τη Γαλλία, μελέτησε τις καταδικαστικές αποφάσεις το διάστημα 1825-1830, που περιελάμβανε η προαναφερθείσα στατιστική της Γαλλίας στην οποία προσέθεσε και στοιχεία γεωγραφικής κατανομής. Κατένειμε την εγκληματικότητα στις πέντε μεγάλες διοικητικές περιφέρειες, διαιρεμένων σε πέντε γεωγραφικές περιοχές (Β,Ν,Α,Δ και το κέντρο) η κάθε μία εκ των οποίων περιελάμβανε 17 διαμερίσματα. Η μελέτη αυτή τον 12 Χ.Ζαραφωνίτου, όπ.παραπ., 2004, σ.54 επ. 13 A.M.Guerry, Essai sur la statistique morale de France, Paris, Crochard, 1833. 6

οδήγησε στη διαπίστωση πως η συχνότητα των δύο μεγάλων κατηγοριών εγκλημάτων (προσώπων-ιδιοκτησίας) διαφοροποιείται ανάλογα με τη γεωγραφική τους θέση ούτως ώστε στο Β ο οποίος ήταν ο πλέον πυκνοκατοικημένος και εκβιομηχανισμένος και ο οποίος περιελάμβανε και το Παρίσι- να συγκεντρώνονται περισσότερα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, στον αγροτικό νότο τα διπλάσια από αλλού εγκλήματα κατά προσώπων, στις ανατολικές περιοχές να καταγράφονται εγκλήματα κατ αντιστοιχία του πληθυσμού και στις δυτικές και κεντρικές τα μικρότερα ποσοστά εγκληματικότητας. Οι διαπιστώσεις του χαρτογραφήθηκαν σε πολύχρωμους χάρτες και οι ερμηνείες του συσχετίσθηκαν με τα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής. Συνέδεσε, έτσι, τις ευκαιρίες διάπραξης εγκλημάτων με τη βιομηχανική και οικονομική ανάπτυξη και το εμπόριο, ενώ η οικονομική ανισότητα θεωρήθηκε σημαντικό κίνητρο διάπραξης εγκλημάτων. Έλαβε υπ όψιν του το μορφωτικό επίπεδο των δραστών, το οποίο όταν ήταν χαμηλό συσχετίσθηκε με τα εγκλήματα κατά των προσώπων, ενώ η κτητική εγκληματικότητα συσχετίσθηκε περισσότερο με το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο. Ως γενικό συμπέρασμα διατυπώθηκε παρεμφερής με του Quételet άποψη περί σταθερότητας της εγκληματικότητας που απορρέει από τη σταθερή λειτουργία των νόμων της κοινωνίας εν γένει. Γ. Η συμβολή της γαλλοβελγικής χαρτογραφικής σχολής είναι σημαντική πρώτα απ όλα στην εξέλιξη της επιστήμης της εγκληματολογίας τόσο σε επίπεδο θεωρητικό όσο και καθαρά ερευνητικό επίπεδο, δεδομένου ότι εισήγαγε στοιχεία γεωγραφικά στη μελέτη του εγκληματικού φαινομένου, τα οποία στην πορεία συνδυάστηκαν με αντίστοιχα κοινωνιολογικά και διαφώτισαν σημαντικές όψεις του εγκλήματος που δεν εξαντλούνται στο ρόλο του ατομικού παράγοντα. Από την άλλη πλευρά, η σχολή αυτή συνέβαλε καθοριστικά στην εξέλιξη των ερευνητικών μεθόδων και τεχνικών, μέσα από την καινοτομία της χαρτογράφησης της εγκληματικότητας, που σήμερα αποτελεί πρωτεύοντα κλάδο μελέτης και συνδέεται με τα συστήματα γεωγραφικής ανάλυσης, την σκιαγράφηση του γεωγραφικού προφίλ του υπότροπου εγκληματία και εν γένει την πρόληψη και αντιμετώπιση σοβαρών μορφών εγκληματικότητας. Η ανάδειξη της σημαντικής αυτής συμβολής της γίνεται, κυρίως, μέσα από την επίδρασή της στην Οικολογική Σχολή του Σικάγου, στις πρώτες δεκαετίες του 20 ου 7

αιώνα. Οι πρώτες θεωρητικές απόψεις της νέας σχολής εκφράστηκαν από τους R.E Park, E. Burgess, R. Mackenzie, μέσα από την συλλογή των άρθρων τους, που εκδόθηκε με γενικό τίτλο The City, από το πανεπιστήμιο του Σικάγο το 1925. Σύμφωνα με την προσέγγισή τους, υπάρχουν για τη ζωή των ανθρώπων «φυσικές περιοχές» αντίστοιχες με εκείνες των ζώων ή των φυτών 14. Κάτω από αυτό το πρίσμα η πόλη αποτελεί προϊόν της φύσης, της ανθρώπινης φύσης, και είναι ένα οργανικό σύνολο, η «φυσική κατοικία» των ανθρώπων 15. Οι τρεις συγγραφείς, ξεκινώντας από το Σικάγο και επεκτείνοντας την προσέγγισή τους και σε άλλες αμερικανικές πόλεις, παρουσίασαν το μοντέλο των πέντε ομόκεντρων ζωνών στις οποίες χωρίζεται η πόλη και στη βάση αυτού του θεωρητικού σχήματος, οι Clifford Shaw και Henry McKay, πραγματοποίησαν την πολύ γνωστή έρευνά τους Juvenile delinquency in urban areas 16, η οποία και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν περιοχές στην πόλη οι πιο υποβαθμισμένες- όπου η εγκληματικότητα αναπτύσσεται με τη μορφή «κοινωνικής παράδοσης», αδιαχώριστης από τη ζωή της τοπικής κοινωνίας. Τα χαρακτηριστικά περιβαλλοντικής και κοινωνικής υποβάθμισης της ζώνης αυτής θεωρήθηκαν ενδεικτικά της κοινωνικής αποδιοργάνωσης 17, η οποία παρακώλυε την ομαλή κοινωνικοποίηση των ανηλίκων καθώς και τον αποτελεσματικό έλεγχό τους 18. Στη βάση αυτή, η αναμόρφωση των τοπικών κοινοτήτων αποτέλεσε το έναυσμα δημιουργίας, το 1932, του πρώτου περιβαλλοντικού προγράμματος πρόληψης, του Chicago Area Project, υπό την διεύθυνση του Clifford Shaw, το οποίο εφαρμόσθηκε σε έξι περιοχές του Σικάγου και περιελάμβανε ποικίλα προγράμματα αναβάθμισής τους και ενίσχυσης των κοινοτικών δεσμών στους κατοίκους τους 19. 14 Χ.Ζαραφωνίτου, Εμπειρική Εγκληματολογία, όπ.παραπ., 2004, σ. 138. 15 Το ίδιο 16 C.Shaw και H.McKay, Juvenile Delinquency and Urban Areas, University of Chicago Press, 1942. 17 Sutherland Ed., Principles of Criminology, Philadelphia, Lippincott Co, 1934, Wirth L., Urbanism as a way of life, American Journal of Sociology, 44/1938, 1-24, Kubrin C. E. and Weitzer D., New Directions on Social Disorganization Theory, Journal of Research in Crime and Delinquency, Vol. 40, 2003, σ.374. 18 G.Hughes, Understanding Crime Prevention, Social Control, Risk and Late Modernity, Open University Press, Buckingham, Philadelphia, 1998, σ.45. 19 Χ.Ζαραφωνίτου, Η πρόληψη της εγκληματικότητας σε τοπικό επίπεδο. Οι σύγχρονες τάσεις της εγκληματολογικής έρευνας, Νομική βιβλιοθήκη, Αθήνα 2003, σ.31. 8

Οι έρευνες αυτής της μορφής γνώρισαν ιδιαίτερη άνθιση στην Ευρώπη και στην Αμερική μετά τον β παγκόσμιο πόλεμο και συνεχίζονται μέχρι τις ημέρες μας. Η Γαλλία, πραγματοποίησε σημαντικές σύγχρονες μελέτες τη δεκαετία 1970 και 1980 και η συμβολή του J.Léauté στην ερευνητική αυτή εμπειρία είναι σημαντική. Στο επιστημονικό αυτό πεδίο εντάσσεται και η διατριβή της ομιλούσας η οποία υποστηρίχθηκε στο Paris II με τίτλο «Criminalité violente en context urbain. À Athènes, produit d urbanisation rapide» και η οποία μελέτησε το ρόλο της αστικοποίησης στην εκδήλωση εγκλημάτων βίας στην Αθήνα, μέσα από τη θεωρία της σχολής του Σικάγου αλλά και τα σύγχρονα ερευνητικά μοντέλα της Περιβαλλοντικής Εγκληματολογίας. Η εν λόγω διατριβή αποτέλεσε ουσιαστική αφετηρία επιστημονικού προβληματισμού και έρευνας που συνεχίζεται σταθερά έως σήμερα μέσα και από σύγχρονα εγκληματολογικά ερωτήματα όπως εκείνο της ύπαρξης γκέτο στο κέντρο της Αθήνας. Σε διεθνές επίπεδο, η σύγχρονη τάση της Περιβαλλοντικής Εγκληματολογίας, η οποία ορίζεται σύμφωνα με τους P. & P. Brantingham στο ομώνυμο σύγγραμμά τους (Environmental Criminology) το 1981, μέσα από τη μελέτη τεσσάρων στοιχείων του εγκληματικού φαινομένου: του νόμου, του δράστη, στου στόχου και του τόπου, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη. Η πλέον αντιπροσωπευτική θεωρητική προσέγγιση στο πλαίσιο αυτό, είναι η «θεωρία της καθημερινής δραστηριότητας» (Routine activity theory). Έχοντας τις βάσεις της στην οικολογική προσέγγιση της Σχολής του Σικάγου, αναπτύχθηκε ιδιαίτερα μετά τον β παγκόσμιο πόλεμο, όταν την οικονομική άνθιση ακολούθησε (όπως δεν αναμενόταν από τις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις) και η αύξηση της εγκληματικότητας (κυρίως κατά της ιδιοκτησίας). Τότε η θεωρία αυτή απέκτησε «εξηγητική αξία» 20, μέσα από το επιχείρημα ότι η οικονομική βελτίωση οδήγησε στην αύξηση των δραστηριοτήτων εκτός του προστατευμένου περιβάλλοντος. Σχετική είναι και η θεωρία της ορθολογικής επιλογής (Rational choice Theory) η οποία επικεντρώνεται σε 4 βασικά κριτήρια που διαμορφώνουν την ατομική/υποκειμενική λογική απόφαση για τη διάπραξη ενός εγκλήματος: αν θα διαπράξει κάποια φορά ή δεν θα διαπράξει ποτέ έγκλημα/ εάν θα επιλέξει ένα συγκεκριμένο στόχο ή όχι/ πόσο συχνά θα εγκληματεί και/ αν 20 Ιδια, σ.16επ. 9

θα αποστασιοποιηθεί και πότε από το έγκλημα 21. Πρέπει να διευκρινισθεί ότι βάσει αυτής της προσέγγισης, η απόφαση αυτή συγκεκριμενοποιείται ανάλογα με το έγκλημα ούτως ώστε κάποιος που αποφασίζει να κλέψει δεν σημαίνει ότι αποφασίζει και να σκοτώσει. Όλες οι παραπάνω θεωρητικές προσεγγίσεις συνδέονται κατ εξοχήν με την περιστασιακή πρόληψη εστιάζοντας κυρίως στις περιβαλλοντικές παρεμβάσεις που όταν είναι συστηματοποιημένες και συντονισμένες καλούνται CPTED. Σε όλες τις προαναφερθείσες θεωρητικές προσεγγίσεις, το ενδιαφέρον δεν εξαντλείται μόνο στο έγκλημα αλλά και στο φόβο του εγκλήματος και στην ανασφάλεια. Δεδομένης της σύνδεσης περιοχών με σημάδια περιβαλλοντικής υποβάθμισης με διάφορες μορφές αντικοινωνικοτήτων που εμπνέουν φόβο και ανασφάλεια στους κατοίκους ή τους περαστικούς, το στοιχείο που εξηγεί τις άτυπες αυτές κοινωνικές αντιδράσεις, είναι ή αίσθηση περί έλλειψης ελέγχου στην περιοχή. Το κενό εμπιστοσύνης που εντοπίζεται στις περιοχές αυτές απέναντι στους μηχανισμούς του επίσημου αλλά και άτυπου κοινωνικού ελέγχου εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και την ανασφάλεια που προξενεί. Εν κατακλείδι, η σχέση μεταξύ χώρου περιβάλλοντος και εγκλήματος είναι σημαντική αλλά όχι γραμμική και μονοδιάστατη. Το περιβάλλον είναι συστατικό στοιχείο της ποιότητας ζωής και ως εκ τούτου αποτελεί προσδιοριστικό αλλά όχι καθοριστικό παράγοντα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η μελέτη των ιδιαιτεροτήτων του, όταν γίνεται με τη δέουσα επιστημονική ουδετερότητα και είναι απαλλαγμένη πολιτικών ή οικονομικών σκοπιμοτήτων μπορεί αποδεδειγμένα να συμβάλει στην πρόληψη όχι μόνο της εγκληματικότητας αλλά εν γένει της frustration, για να χρησιμοποιήσω μια λέξη με το αποτύπωμα του Durkheim και εδώ συνίσταται η μεγάλη συμβολή της γαλλικής επιστημονικής σκέψης και εμπειρίας. 21 Ίδιο, σ.24 10