Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΣΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ



Σχετικά έγγραφα
Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ


Χριστιάνα Ἀβρααμίδου ΜΑΤΙΑ ΑΝΑΠΟΔΑ. Ποιήματα

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

Κυριακή 2 Ἰουνίου 2019.

Κυριακή 19 Μαΐου 2019.

Εὐλογημένη ἡ ἐπιθυμία τοῦ πλούσιου νέου σήμερα νά

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Κυριακή 23 Ἰουνίου 2019.

Ποιος φταίει; (Κυριακή του Τυφλού)

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας (Α Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Ἡ παραβολή τοῦ Σποριᾶ

Ο Γέροντας Ιωσήφ εμφανίσθηκε πολλές φορές μετά την κοίμηση του

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

Μητρ. Ναυπάκτου: «Ο Ευρίπου Βασίλειος ήταν το καύχημα αυτής της πόλεως».

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Κυριακή 5 Μαΐου 2019.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: Να λες στη γυναίκα. σου ότι την αγαπάς και να της το δείχνεις.

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Ὁ χορτασμός τῶν πεντακισχιλίων

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

Θαύματα Αγίας Ζώνης (μέρος 4ο)

Κάιν καί Ἄβελ. ΜΑΘΗΜΑ 3ο. Γένεσις 4,1-15

Μαρτυρίες για τη προσωπικότητα του Γέροντα Αιμιλιανού

Ἕνα συγκλονιστικό περιστατικό ἀκούσαμε σήμερα

Φροντιστηριακὸ Μάθημα Ἁγιογραφίας Β

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος».

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

(Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Τυρινῆς.

Κυριακή 14 Ἀπριλίου 2019.

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Nηπτική λύσις στο πρόβλημα της κατανοήσεως και της μεταφράσεως των Λειτουργικών Κειμένων (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)

πανέτοιμος για να έλθει είναι πολύ πρόθυμος και έτοιμος κάθε στιγμή με ευχαρίστηση, με χαρά, με καλή διάθεση, να έλθει να επισκιάσει και να βοηθήσει

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ: Ἡ Θεία Κοινωνία.

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

LAHGLATA ACIOCQAVIAS PEQIODOS Bò L hgla Aò

Επιµέλεια: Τζίγκας Θωµάς Τσολακίδου Ιωάννα ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΥΖΗΣ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

5 Μαρτίου Το μυστήριο της ζωής. Θρησκεία / Θεολογία. Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ( 1979)

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 1 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Το παραμύθι της αγάπης

Μητρ. Δημητριάδος: Η Μακεδονία είναι μία και ελληνική

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Κυριακή 29η Σεπτεμβρίου 2019 (Κυριακή Β Λουκᾶ).

Αυτός είναι ο αγιοταφίτης που περιθάλπει τους ασθενείς αδελφούς του. Έκλεισε τα μάτια του Μακαριστού ηγουμένου του Σαραντάριου.

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Χριστιανικές Πρακτικές

Η Ουράνια Γλώσσα. (The heavenly language)

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

«ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ»

Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης

Μια ιστορία με αλήθειες και φαντασία

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

ΜΑΘΗΜΑTA ΓΙΑ ΜΕΡΟΣ Δ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ V ΜΑΘΗΜΑ 171. Ο Θεός είναι µόνο και µόνο Αγάπη και εποµένως το ίδιο είµαι κι Εγώ.


Εἰς τήν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Γ Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Χαρούμενη Άνοιξη! Το μαθητικό περιοδικό του 12ου Δημοτικού Σχολείου Περιστερίου ΜΑΡΤΙΟΣ 2014

Kataskinosis2017B_ ÎÔ Ï 8/28/17 6:58 PM Page 1. Κατασκήνωση «ΘΑΒΩ Ρ» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος. «Η ΟΣΙΑ ΞΕΝΗ» στήν ΕΛΑΝΗ Κασσανδρείας

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: «Στόχος μου είναι να μάθω στους αναγνώστες μου, ότι η αγάπη συλλαβίζεται»

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

ΠΡΟΣΕΥΧΗ: Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ Β ΤΟΜΟΣ (Το πρακτικό μέρος)

Ἡ πιστή Ρούθ (Χριστούγεννα)

...Μια αληθινή ιστορία...

Λίγα Λόγια Για Την Αγιογράφο

Οι άγιοι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας

Ἀσκητὲς καὶ ἀσκητήρια στὴ νῆσο Σκόπελο

ΓΕΛ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Σχ. Έτος ΟΜΑΔΑ: Κατερίνα Αραπίτσα Κατερίνα Βίτση Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη

Ομιλία στην Σχολική Εορτή των Τριών Ιεραρχών Γυμνάσιο Ξυλοφάγου

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος. τίμησε με την παρουσία του τις εκδηλώσεις για τον εορτασμό

ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ. Μαρία Παντελή Γιώργος Βασιλείου

ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΦΟΣΙΩΣΕΩΣ

Μέσα από τη ζωγραφική, την κατασκευή ιστοριών και παραμυθιών βρήκαν από αρκετά έως πολύ τον τρόπο να εκφραστούν και να δημιουργήσουν.

Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ -ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΦΑΣΕΓΚΑΣ Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΣΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ Μεταπτυχιακή Ἐργασία πού ὑποβλήθηκε στό Τμῆμα Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΚΙΑΔΑΡΕΣΗΣ Θεσσαλονίκη 2011

Περιεχόμενα Περιεχόμενα...1 Πρόλογος...3 Εἰσαγωγὴ...6 Κεφάλαιο 1: Ὁ βίος καὶ τὸ ἔργο του Φώτη Κόντογλου...8 1.1.Βιογραφικά στοιχεία...8 1.2. Ἐργογραφία τοῦ Φώτη Κόντογλου...11 1.3.Τὸ ἁγιογραφικὸ ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου...13 Κεφάλαιο 2: Ἡ θρησκευτικὴ ἐπίδραση στὸ ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου...15 2.1. Ὁ Φώτης Κόντογλου καὶ ἡ νεοελληνικὴ ζωγραφικὴ...15 2.2. Ὁ Φώτης Κόντογλου καὶ ἡ λογοτεχνία...19 2.3. Ἡ ἔννοια τῆς παράδοσης καὶ τῆς ἑλληνικότητας...42 2.4. Ο Φ. Κόντογλου ὥς ψάλτης...44 2.5.Ὁ Κόντογλου ὥς θεολόγος...45 Κεφάλαιο 3: Ἡ ἐπιρροὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸ λογοτεχνικὸ ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου...50 Κεφάλαιο 4: Σχολιασμὸς τοῦ Φ. Κόντογλου καὶ τοῦ ἔργου του...130 4.1.Σχόλια γιὰ τὸν Φ. Κόντογλου καὶ τὸ ἔργο του...130 4.2.Λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Κόντογλου...153 Κεφάλαιο 5: Σχολιασμὸς τῶν ὑπόλοιπων ἔργων τοῦ Φ. Κόντογλου...157 Κεφάλαιο 6: Μνήμη Φ. Κόντογλου...164 Ἐπίλογος...171 Βιβλιογραφία...174 Παράρτημα...181 2

Πρόλογος Ὅταν μιλᾶς ἢ γράφεις γιὰ τὸν Κόντογλου, εἶναι δύσκολο νὰ βάλεις τελεία. Ἀσκεῖται μία θελκτικότητα καὶ μία γοητεία γιὰ ἀπολαυστικὰ ταξίδια ἀνακάλυψης. Στὰ κείμενά του ὑπάρχουν σημάδια ἀνιδιοτελοῦς καὶ ἀνυστερόβουλης διάθεσης γιὰ οὐσιαστικὴ κοινωνία μ αὐτοὺς ποὺ τὰ διαβάζουν. Μαγνητίζει μὲ τὰ λόγια του καὶ τὰ ἔργα του τὸν λίγο ἢ τὸν πολὺ Ρωμιὸ, ποὺ ὅλοι μας ἔχουμε μέσα μας. Κι ἂν ἡ ἰδιοτυπία εἶναι αὐτὸ ποὺ ξεχωρίζει τὶς προσωπικότητες, ἡ δικιὰ του ἰδιοτυπία ἀποτελοῦσε μία μοναδικότητα. Τὸ γένος, ἡ πίστη, ἡ ὀρθοδοξία, ἡ ἀποκοτιά, ἡ περιπέτεια, τὸ ἐξαγνισμένο ἀπὸ τὸ αἷμα πατρικὸ χῶμα, εἶναι πράγματα ποὺ πᾶνε νὰ λησμονηθοῦν, ἀκόμα καὶ ὁ Ἕλληνας, κυρίως ὁ Ἕλληνας, ποὺ ἐξαιτίας τῆς πίστης καὶ τῶν βασάνων του ἀπόχτησε μία θειότητα σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ὁ Ἕλληνας γιὰ τὸν Κόντογλου ἔχει μία ἁγιότητα μέσα του καὶ εἴτε γίνεται πειρατής, εἴτε κουρσάρος, εἴτε καὶ φονιὰς ἀκόμα, ὁ Θεὸς τὸν συγχωρεῖ. Ἀκόμα καὶ ἂν ὁ ἴδιος δὲν ἦταν συγγραφέας, ζωγράφος, εἰκονογράφος, δάσκαλος, θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι θαλασσοπόρος, πειρατὴς καὶ κουρσάρος. Ὁ κόσμος του δὲ δέχεται καμία ἐπιρροὴ ἀπὸ τὸν ἔξω κόσμο. Ἐκφράζεται μὲ τὴν δική του σκέψη, τὴ δική του γλώσσα, τὸ δικό του ὕφος. Γράφει, ὅπως ἕνα ἀσπούδαστος, ἔχοντας πρότυπο τὸν λαϊκὸ λόγο, γραπτὸ ἢ προφορικό. Φιλοδοξεῖ νὰ γίνει ὁ ἀπολογητὴς τῶν παθῶν τοῦ Ἕλληνα, ποὺ πιστεύει καὶ πολεμάει ἀδιάκοπα μὲ κάθε τρόπο. «Νὰ μὴν χάσουμε τὸν Θεὸ ἀπ τὰ μάτια μας», ἔλεγε. 3

Τί ἀξία ἔχουν οἱ σοφίες καὶ οἱ θεωρίες; Πιστεύοντας πὼς ὁ ποιητὴς πρέπει νὰ ἔχει χαρίσματα ζωγράφου καὶ πάλι ὁ ζωγράφος χαρίσματα ποιητῆ, κατόρθωσε νὰ ἑνοποιήσει τὴν πολύμορφη δραστηριότητά του καὶ νὰ ἐπιβάλει τὴ δική του ἰδιότυπη προσωπικότητα, δίνοντας τὰ πράγματα καὶ τὰ συμβάντα τῶν ἡμερῶν του μὲ κάποια ἁπλότητα, μὲ φαντασία ἀλλὰ χωρὶς φανταχτερὰ χρώματα. Ἔτσι ἔδωσε καὶ τοὺς Ἁγίους του. Τὰ ἁπλὰ ἄλλωστε πράγματα, τὰ γήινα εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς θεότητας, ὅπως ἀναφέρει ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος. Κι ὁ ἴδιος ὁ Κόντογλου τόνιζε γιὰ τὴν τέχνη: «Ἡ τέχνη εἶναι χάρισμα μεγάλο, εἶναι ὅμως καὶ χρέος μεγάλο. Ἂν εἶσαι ἀληθινὸς τεχνίτης, θὲ νὰ σαι τίμιος, ὅσο κανένας ἄνθρωπος, καὶ ἀξιοπρεπής, δίχως νὰ σαι ἀκατάδεχτος. Θὰ χαίρεσαι σὲ περιστάσεις, ποὺ οἱ ἄλλοι κλαῖνε καὶ ἀπελπίζονται καὶ ζητᾶνε παρηγοριὰ στὰ μικρὰ καὶ τριμμένα. Μ ἕναν λόγο, ἄν εἶσαι ἀληθινὸς τεχνίτης, δὲ φοβᾶσαι θάνατον» 1. Ἐκεῖνο ποὺ διαπερνᾶ τὴ θητεία τοῦ Φ. Κόντογλου, τὴν ἄσκηση ἢ τὸν τόπο τῆς τέχνης, εἶναι ἡ κλῖμαξ τοῦ ἀσκητικοῦ βίου. ΠΙΣΤΙΣ, ΕΛΠΙΣ, ΑΓΑΠΗ, ΥΠΟΜΟΝΗ, ΔΙΑΚΡΙΣΗ, ΤΑΠΕΙΝΟΤΗΤΑ, ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΒΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΓΩ. Πάλι ὁ ἴδιος ὁ Κόντογλου καταθέτει: «Πιστεύω σὲ ἕναν Θεὸ, Πατέρα παντοκράτορα, καὶ στὸν μονογενῆ υἱὸ Του Ἰησοῦ Χριστό, καὶ στὸ ἅγιο Πνεῦμα. Πιστεύω πὼς εἶμαι ἁμαρτωλὸς, ξαγορασμένος μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς, καὶ μᾶς ἀξίωσε νὰ γίνουμε "κοινωνοὶ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν μυστηρίῳ ἀποκεκρυμμένης ἀπὸ τῶν αἰώνων" (Ἀ', Κορινθ. 2, 7 - Ἐφεσ. 3, 9 - Κολοσ. 1, 2). Πιστεύω σὲ ὅ,τι εἶνε γραμμένο στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἡ ἁπλότητα τῆς διάνοιας, δὲν εἶνε κοινωνικὸ σύστημα ἡ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶνε ἡ πνευματικὴ ἀλήθεια ποὺ 1 Φ. Κόντογλου, Τόµος Ε, σελ. 77-79. 4

ἀποκαλύφθηκε στὸν ἄνθρωπο, καὶ γιὰ τοῦτο εἶνε ἡ μονάχη πραγματικότητα. Κι ἡ ἁγιογραφία εἶνε ἡ μόνη ἀληθινὰ πνευματικὴ τέχνη, γιατί μονάχα τὸ θρησκευτικὸ εἶνε πνευματικό. Ἡ φιλοσοφία εἶνε ἡ πονηρὴ λειτουργία τοῦ ἀλαζονικοῦ μυαλοῦ τοῦ ἀνθρώπου, "κενὴ ἀπάτη" κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ὅποιος ἀγαπᾶ ἀληθινὰ τὸν Χριστό, ἐκεῖνος τοῦ μαθαίνει μὲ ἁπλότητα ὅσα δὲν θὰ μάθουνε ποτὲς οἱ σοφοὶ μὲ τὴ σοφία τους. Ὅποιος δὲν γνώρισε τὸν Χριστό, ἀληθινὰ εἶνε πεθαμένος». («Ἀπὸ τὸ ἀρχεῖο τοῦ Παντελῆ Πρεβελάκη. Δυὸ πολύτιμα αὐτόγραφα τοῦ Φώτη Κόντογλου. Ἀποκρίσεις σὲ χαμένο ἐρωτηματολόγιο», βλ, Μνημονάριον τοῦ Φώτη Κόντογλου, Τετράδια Εὐθύνης, 23, Ἀθήνα 1985). Αὐτὴ εἶναι ἡ ὁμολογία πίστεως τοῦ Φώτη Κόντογλου. Ὁμολογία τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ κι ἡ ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας, ποὺ διαπερνά τὴν τέχνη, πού, διὰ τῆς χάριτος τοῦ Κυρίου, καταθέτει. Εἶναι ἡ τέχνη ἐν Χριστῷ ἢ κατὰ Χριστόν. Ἀλλὰ καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια ἀποκαλύπτει, μακράν της κενῆς γνώσης καὶ σοφίας τῶν σοφῶν του κόσμου τούτου. Αὐτὴ εἶναι ἡ γνησιότητα, ποὺ διαπερνά τὴν τέχνη του, κι ἡ ἀλήθεια, ποὺ τὴ διασώζει. Αὐτὰ ὁμολογεῖ καὶ καταθέτει ὁ Φώτης Κόντογλου. 5

Εἰσαγωγὴ Μεγάλος Ἕλληνας τοῦ Μεσοπολέμου μὲ τὸν Καρυωτάκη καὶ τὸν Παρθένη. Ἡ ἀναζήτηση τῆς «Ἑλληνικότητας», τὸ κύριο αἴτημα τῆς Γενιᾶς τοῦ 30, χρωστάει τὸ βλαστάρι ποὺ ἔρριξε τὸ Φ. Κόντογλου 2. Κι ἂν ἀγνοήθηκε, θὰ ἔλθει ἡμέρα, ποὺ τὸ ἔργο του θὰ ἐκτιμηθεῖ καὶ θὰ γίνει θεμέλιο γιὰ τὴν ἀναγέννηση τῆς ζωγραφικής 3. Ο Φ. Κόντογλου ὑποστήριζε: «Ἡ ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα ὁ παππούς μας καὶ τὸ Βυζάντιο ὁ πατέρας μας» 4. Θαύμαζε καὶ ἀγαποῦσε τὸ Βυζάντιο. «Ἀνθενωτικός». Ὅλα του τὰ γραπτά, ὅλη του ἡ τέχνη, Παντοκράτωρ, Παναγίες, Ἅγιοι, νεομάρτυρες, φωνάζανε: μετά-βυζαντινὸς εἶναι ὁ Φ. Κόντογλου. «Μέσα στὴν ἀνθισμένη Ρωμιοσύνη, ποὺ δένει ἀναπόσπαστα τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὸν Χριστιανισμὸ, βρίσκεται ἡ δημιουργικὴ δίψα τοῦ Φ. Κόντογλου, αὐτὸν τὸν πόνο καταγράφει» 5. Ἕνα λιοντάρι τοῦ λόγου, ποὺ ἡ πένα του ἔβγαζε φωτιά. Ταπεινὸς, μὲ ἔντονη εὐχαριστιακὴ ζωή, ἔβρισκε τὴν ἠρεμία στὰ μοναστήρια. - Εὐλογημένη πένα ἐγκεκορδυλημένη (τυλιγμένη) - Ὅταν ἀρρώστησε μία φορά, εἶπε: θὰ γίνω καλὰ διαβάζοντας τὸν Ἅγιο Ἐφραὶμ τὸ Σύρο 6. Τόσο βαθειὰ ἦταν ἡ πίστη του. Δὲν προσεποιεῖτο τὸν χριστιανὸ. Ἔκανε πράξη τὶς διδαχὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ 1952 ἑρμήνευσε γιὰ τοὺς ἁπλοὺς τὸ Κατὰ Ματθαῖον 2 Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα 1957, σελ. 33 3 Ἀγάπη Καρακατσάνη, ΟἈ Ἀλληνες ζωγράφοι, τόµ. Β, σελ. 220 4 ΠεριοδικἈ Παράδοση Ἀ, 1977, σελ. 5-7, καἀ 128-129, µἀ τίτλο ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑ Α 5 Ἀ δίψα τἀς Ρωµιοσύνης στἀ Ἀργο τοἀ Κόντογλου, ΚριτικἈ φύλλα, 4, 1975, σελ. 241 6 «ΤἈ γράµµατα καἀ Ἀ τέχνη» Ἀθήνα, 1967, σελ. 216 6

Εὐαγγέλιον. Τὸ ἐξήγησε, μὴ ἀντικαθιστώντας τὸ πρωτότυπο. Στῦλο τὸ ὀνόμαζε. Ἀκουμπῆστε οἱ ζαλισμένοι καὶ οἱ ἀπελπισμένοι καὶ θὰ βρεῖτε κάποια μέρα ἀνεκλάλητη χαρὰ κι ἡ εἰρήνη θὰ βασιλέψει μέσα σας. Οἱ πονεμένοι θὰ βρεῖτε ἔλεος. Θὰ γίνετε πρόβατα, καθὼς θὰ ξεκουράζεστε στὸ ἀγαπημένο σας μαντρί. Ὅποιος μπεῖ ἀπὸ τὴν μάντρα τῆς ταπείνωσης, δὲν θὰ θέλει νὰ βγεῖ πια 7. Ἔκανε πράξη τὰ λόγια του Εὐαγγελίου. Ἁπλὸς στὸ ντύσιμο, κρατοῦσε μόνο τὰ ἀπαραίτητα, ἔδινε σ ὅποιον φανέρωνε τὴν ἀνάγκη. Τὰ περισσότερα τὰ μοίραζε στοὺς πτωχούς, ἔφτιαξε βιβλία μὲ τὰ «Μυρίπνοα ἄνθη». Σὰν μία μεγάλη ἀναπνοὴ μπῆκε στὸ χῶρο τῆς λογοτεχνίας 8. «Κι ὁ Πέδρο Καζᾶς πέταξε ρίζες, ἔκανε παιδιά, ἐγγόνια, ἵδρυσε δυναστεία δυνατή. Δύσκολο νὰ τὸν καταλάβουν οἱ «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» λογοτέχνες. 7 ΤἈ ΚατἈ ΜατθαἈον ΕἈαγγέλιο, Ἀθήνα, 1952, σελ. 3 8 Ν. Καζαντζάκης 7

Κεφάλαιο 1: Ὁ βίος καί τό ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου 1.1.Βιογραφικά στοιχεῖα Ὁ Φώτης Κόντογλου ἢ Φώτιος, ὅπως εἶναι κανονικὰ τὸ ὄνομά του, γεννήθηκε στὶς 8 Νοεμβρίου τοῦ 1895, στὸ Ἀϊβαλὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Πατέρας του ἦταν ὁ Νικόλαος Ἀποστολέλης καὶ μητέρα του ἡ Δέσποινα Κόντογλου. Ὁ Φώτης Κόντογλου ἦταν τὸ τέταρτο παιδὶ ποὺ γεννήθηκε στὴν οἰκογένειά του καὶ μόλις ἕνα χρόνο μετὰ τὴ γέννησή του, ὁ πατέρας του ἀπεβίωσε. Ὁ ἀδελφός τῆς μητέρας του, ποὺ ἦταν ὁ ἱερομόναχος πατήρ Στέφανος Κόντογλου, ἔγινε ὁ κηδεμόνας του στὴ θέση τοῦ πατέρα του. Αὐτὴ ἡ κηδεμονία, καθὼς καὶ ἡ μεγάλη ἀγάπη ποὺ ὁ Φώτης Κόντογλου εἶχε πρὸς τὸν θεῖο του, τὸν ἔκαναν νὰ ἐπιλέξει ὡς ἐπίθετό του αὐτὸ τῆς μητέρας του καὶ τοῦ θείου του 9. Τὸ 1906, ἀφοῦ τελείωσε τὸ δημοτικὸ σχολεῖο, ὁ Φώτης Κόντογλου μετέβη, γιὰ νὰ φοιτήσει στὸ γυμνάσιο, ποὺ βρισκόταν στὸ Ἀϊβαλί. Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ, ἔδωσε καὶ τὰ πρῶτα δείγματα γραφῆς του, ἀφοῦ ἄρχισε νὰ ἐκδίδει τὸ περιοδικὸ «Μέλισσα», σὲ συνεργασία μὲ δυὸ συμμαθητές του, τὸν Στρατὴ Δούκα καὶ τὸν Πάνο Βαλσαμάκη. Τὸ 1913, ὁ Φώτης Κόντογλου ἄρχισε τὶς ἀνώτατες σπουδὲς του, ὅταν ὁ θεῖος του τὸν ἐνέγραψε στὴ Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν σπουδῶν του ὅμως ἀντιμετώπισε πολὺ μεγάλες δυσκολίες. Πρῶτα ἀπ ὅλα, ξέσπασε ὁ Α Παγκόσμιος Πόλεμος καὶ ἡ οἰκογένειά του βρέθηκε στὴ δύσκολη θέση νὰ σταματήσει νὰ χρηματοδοτεῖ τὶς σπουδὲς τοῦ Κόντογλου διακόπτοντας ἕνα ἐπίδομα, ποὺ τοῦ ἔδινε γι αὐτὸ τὸ σκοπό 10. Ὁ Κόντογλου ὅμως δὲν ἔμεινε ἀδρανὴς καὶ ἄρχισε νὰ ἐργάζεται, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ὁλοκληρώσει τὶς σπουδές του. Ἔτσι, μαζὶ μὲ ἕνα 9 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 10 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 8

συμμαθητή του, τὸν Σπύρο Παπαλουκᾶ, ἄρχισε νὰ ἐργάζεται σὲ φωτογραφεῖο, καθὼς ἐπίσης καὶ νὰ βάφει σκηνικὰ γιὰ τὸ θέατρο. Τὶς σπουδὲς του ὅμως τελικῶς δὲν κατάφερε νὰ τὶς ὁλοκληρώσει, γιατί τὴν περίοδο 1914-1917, ποὺ καταστράφηκε τὸ Ἀϊβαλί, ὁ Φώτης Κόντογλου ἔχασε τὴ μητέρα του ἀλλὰ καὶ τὸ θεῖο του. Αὐτὸ τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ διακόψει τὶς σπουδές του καὶ νὰ φύγει στὴν Εὐρώπη, ὅπου ἄρχισε νὰ ἐργάζεται ὡς ἀνθρακωρύχος. Γιὰ ἕνα μικρὸ διάστημα στὸ Παρίσι ἔκανε καὶ μία συνεργασία μὲ τὴ γαλλικὴ ἐφημερίδα Illustration 11. Τὸ 1919 ἐπέστρεψε ἐκ νέου στὸ Ἀϊβαλὶ καὶ ἄρχισε νὰ ἐργάζεται ὡς καθηγητὴς στὸ τοπικὸ παρθεναγωγεῖο διδάσκοντας γαλλικά. Ἀπὸ τὸ Ἀϊβαλὶ ἔφυγε τελικῶς μετὰ τὴ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ τὸ 1922 καὶ πῆγε στὴν Ἀθήνα, ὅπου καὶ ἄρχισε νὰ ζωγραφίζει καὶ πάλι καὶ μάλιστα ὀργάνωσε καὶ κάποιες ἐκθέσεις τῶν ἔργων του. Τὸ 1927 ἦταν μία ἰδιαίτερη χρονιὰ γιὰ τὸν Κόντογλου, λόγω δύο γεγονότων ποὺ συνέβησαν σὲ αὐτή. Τὸ πρῶτο ἦταν ὅτι ὁ Κόντογλου παντρεύτηκε μία γυναίκα ἀπὸ τὸ Ἀϊβαλί, τὴ Μαρία Χατζηκαμπούρη. Τὸ δεύτερο ἦταν ὅτι προσλήφθηκε ὡς ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ἐπιμέλεια τοῦ περιοδικοῦ Φιλικὴ Ἑταιρεία 12. Τὸ 1929 εἶναι τὸ ἔτος τῆς γέννησης τῆς κόρης τοῦ Φώτη Κόντογλου, Δέσπως. Τὴν ἴδια χρονιὰ ξεκινᾶ καὶ ἡ συνεργασία του μὲ ἄλλα δυὸ περιοδικά, τὰ Ἑλληνικὰ Γράμματα καὶ τὴ Νέα Ἑστία. Παράλληλα ὅμως, ὁ Φώτης Κόντογλου συνέχισε νὰ ἐργάζεται καὶ σὲ μία δουλειὰ, ποὺ τὴ γνώριζε καλά, τὴν κατασκευὴ θεατρικῶν σκηνικῶν, ποὺ αὐτὴ τὴ φορὰ ὅμως τὰ φιλοτεχνοῦσε ἐξ ὁλοκλήρου καὶ δὲν τὰ ἔβαφε ἁπλῶς. 11 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 12 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 9

Μία νέα ἐργασία γι αὐτὸν ἐμφανίζεται τὸ 1930. Πιὸ συγκεκριμένα, τὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν τὸν προσέλαβε, προκειμένου νὰ εἶναι ὁ τεχνικὸς ἐπόπτης τῶν συλλογῶν του. Ἡ ζωγραφικὴ ὅμως συνέχισε νὰ παραμένει μία ἀπὸ τὶς μεγάλες ἀγάπες τοῦ Φώτη Κόντογλου. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα αὐτῆς εἶναι τὸ ὅτι, ὅταν τὸ 1932 ἔκτισε τὸ σπίτι του, ἕνα ἀπὸ τὰ δωμάτιά του ζωγραφίστηκε μὲ νωπογραφίες ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Φώτη Κόντογλου, τὸν Νίκο Ἐγγονόπουλο καὶ κάποιους μαθητὲς τοῦ Γιάννη Τσαρούχη 13. Τὴν ἑπόμενη χρονιὰ, ὁ Φώτης Κόντογλου πῆγε στὴν Αἴγυπτο, γιὰ νὰ ἐργαστεῖ γιὰ τὸ Κοπτικὸ Μουσεῖο. Τὴν ἀμέσως ἑπόμενη, ἔκανε τὴν πρώτη του συμμετοχὴ σὲ «Biennale», καὶ πιὸ συγκεκριμένα στὴ 19 η, ποὺ πραγματοποιήθηκε στὴ Βενετία. Μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Β Παγκοσμίου Πολέμου καὶ τῆς Κατοχῆς στὴν Ἑλλάδα, ὁ Φώτης Κόντογλου βρέθηκε σὲ δεινὴ θέση καὶ ἀναγκάστηκε νὰ πουλήσει ἀκόμα καὶ τὸ ἴδιο τὸ σπίτι του μὲ ἀντίτιμο ἕνα σακὶ ἀλεύρι 14. Τὴν περίοδο μετὰ τὴν Κατοχή, ἀπὸ τὸ 1944 δηλαδὴ μέχρι καὶ τὸ 1950, ὁ Κόντογλου ἐβίωσε μία πολὺ δημιουργικὴ ἐποχή. Ἄρχισε νὰ συμμετέχει σὲ διάφορες ὁμαδικὲς ἐκθέσεις ζωγραφικῆς, ἐνῶ μία σειρὰ βιβλίων του ἄρχισε νὰ ἐκδίδεται. Ἡ περίοδος 1950-1960 σηματοδοτήθηκε ἀπὸ τὴν ἐνασχόλησή του μὲ τὴν ἁγιογραφία καὶ μάλιστα θεωρήθηκε ἡ περίοδος τῆς ἀκμῆς του σὲ αὐτὸ τὸν τομέα. Τὸ 1960, γιὰ τὸ συνολικὸ λογοτεχνικὸ καὶ καλλιτεχνικὸ ἔργο του, ὁ Φώτης Κόντογλου τιμήθηκε μὲ τὸ παράσημο τοῦ Ταξιάρχη τοῦ Βασιλικοῦ Τάγματος τοῦ Φοίνικος. 13 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 14 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 10

Αὐτὴ δὲν ἦταν ἡ μόνη διάκριση ποὺ ἔλαβε, ἀφοῦ στὶς 24 Μαρτίου 1965 τιμήθηκε μὲ τὴν ἀνώτερη διάκριση τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, τὸ Ἀριστεῖο Γραμμάτων καὶ Τεχνῶν 15. Ὁ Φώτης Κόντογλου ἀπεβίωσε στὶς 13 Ἰουλίου 1965, νοσηλευόμενος στὸ νοσοκομεῖο Εὐαγγελισμὸς, ὅπου βρισκόταν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς Ἰουνίου, μετὰ ἀπὸ ἕνα ἰδιαίτερα σοβαρὸ αὐτοκινητιστικὸ ἀτύχημα ποὺ εἶχε. Στὶς 14 Ἰουλίου ἔγινε ἡ κηδεία του στὸ Α Νεκροταφεῖο Ἀθηνῶν καὶ ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία τελέστηκε ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος Χρυσόστομο. Οἱ ἐπικήδειοι λόγοι ἐκφωνήθηκαν τόσο ἀπὸ ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ ὁ Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ἰάκωβος, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀνθρώπους τῶν γραμμάτων καὶ τοῦ πνεύματος, ὅπως ὁ Ἠλίας Βενέζης. Ὅταν ἔγινε ἡ ἐκταφὴ τοῦ Φώτη Κόντογλου, τὰ ὀστᾶ του μεταφέρθηκαν στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στὴ Νέα Μάκρη 16. 1.2. Ἐργογραφία τοῦ Φώτη Κόντογλου Ὁ Φώτης Κόντογλου ἐμφανίστηκε γιὰ πρώτη φορᾶ στὴ λογοτεχνία καὶ τὰ γράμματα τὸ 1919, μὲ τὸ βιβλίο Πέδρο Καζᾶς. Ἀκολούθησαν τὰ κάτωθι ἔργα σύμφωνα μὲ χρονολογικὴ σειρά: Βασάντα (1923) Ταξίδια (1928) Ὁ ἀστρολάβος (1934) Φημισμένοι ἄνδρες καὶ λησμονημένοι (1942) 15 Ζίας Νίκος (1991), Φώτης Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδοση τἀς ἈµπορικἈς Τραπέζης τἀς Ἀλλάδος. 16 Χατζηφώτης Μ. Ἀωάννης (1978), Φώτιος Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδόσεις Γραµµή. 11

Ὁ Θεὸς Κόναμος καὶ τὸ Μοναστήρι του τὸ λεγόμενο Καταβύθιση (1943) Τὰ Δαιμόνια τῆς Φρυγίας, Ἐξ Ἀνατολῶν πνεύματα ὀργισμένα (1943) Ἕλληνες θαλασσινοὶ στὶς θάλασσες τῆς Νοτιᾶς, Ἡ Ἀφρικὴ καὶ οἱ θάλασσες τῆς Νοτιᾶς (1944) Ἱστορία ἐνὸς καραβιοῦ ποὺ χάθηκε ἀπάνου σὲ μιὰ ξέρα (1944) Ἱστορίες καὶ περιστατικὰ (1944) Οἱ ἀρχαῖοι ἄνθρωποι τῆς Ἀνατολῆς (1945) Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Βλασίου Πασκὰλ τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ (1947) Βίος καὶ ἄσκησις τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἠμῶν Ἁγίου Μάρκου τοῦ Ἀναχωρητοῦ (1947) Ἄνθος ἤγουν λόγια ἀνθολογημένα ἀπὸ τοὺς πατέρας (1949) Πηγὴ ζωῆς (1951) Τὸ κατὰ Ματθαῖον Ἅγιον Εὐαγγέλιον ἐξηγημένον (1952) Τὸ θρηνητικὸ συναξάρι Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου (1953) Εἰκόνες τῆς Παναγίας (1953) Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Ἱερομάρτυρος Θεράποντος τοῦ Θαυματουργοῦ (1955) Ἡ ἁγιασμένη Ἑλλάδα (1957) Ὂρη ἅγια (1958) Οἱ Ἅγιοι Ραφαὴλ καὶ Νικόλαος καὶ ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ὁποῦ εὑρέθη εἰς τὴν Καρυᾶν τῆς Θέρμης (1961) 12

Ἡ ἀπελπισία τοῦ θανάτου εἰς τὴν θρησκευτικὴν ζωγραφικήν τῆς Δύσεως καὶ ἡ εἰρηνόχυτος καὶ πλήρης ἐλπίδος ὀρθόδοξος εἰκονογραφία (1961) Σημεῖον Μέγα (1961) Ἔργα Α Τὸ Ἀϊβαλὶ καὶ ἡ πατρίδα μου (1961) Ἔργα Β Ἀδάμαστες ψυχὲς (1961) Ἔκφρασις (1961) 17. 1.3.Τὸ ἁγιογραφικὸ ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου Ἀναφερόμενοι στὸ ἁγιογραφικὸ ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου, ἐννοοῦμε τὶς θρησκευτικὲς φιλοτεχνήσεις ποὺ ἔκανε. Ὁποιαδήποτε θρησκευτικὴ σύνδεση ἢ ἐπίδραση ὑπάρχει στὸ λογοτεχνικό του ἔργο θὰ μελετηθεῖ στὴ συνέχεια. Ὅπως ἤδη ἀναφέρθηκε στὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ Φώτη Κόντογλου, ἡ ζωγραφικὴ ἀποτέλεσε ἕνα πολὺ σημαντικὸ μέρος τῆς ζωῆς του καὶ τὸ ἴδιο ἴσχυε καὶ γιὰ τὴν ἁγιογραφία. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ ἔργων ποὺ φιλοτέχνησε, ὅπως φορητὲς ἁγιογραφίες, εἰκόνες δηλαδή, τοιχογραφίες, κἄ. Ἕνα τέτοιο δεῖγμα ἀποτελεῖ καὶ ἡ ὄπισθεν εἰκόνα: 17 Χατζηφώτης Μ. Ἀωάννης (1978), Φώτιος Κόντογλου, Ἀθήνα: Ἀκδόσεις Γραµµή. 13

Οἱ Ἅγιοι Ἀνάργυροι Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός, (1953) Αὐγοτέμπερα, 34 x 50 ἐκ. Συλλογὴ Σκαρλατίδη 18 Ὁ Φώτης Κόντογλου ἁγιογράφησε ὅμως καὶ μία σειρὰ ναῶν, ὅπως τῆς Ἁγίας Λουκίας στὸ Ρίο Πατρῶν, τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς στὴν Παιανία, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ στὴ Ρόδο, τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στὴν Παιανία, τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στὰ Κάτω Πατήσια, τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὴν Κυψέλη, τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους στὸ Πολύγωνο 19. 18 http://www.myriobiblos.gr/museum/gallery/kontoglou/kontoglou_icons.html 19 Ζίας Νίκος, Ἀ ζωγράφος Φώτης Κόντογλου, Τετράδια ΕἈθύνης, 23. 14

Κεφάλαιο 2: Ἡ θρησκευτικὴ ἐπίδραση στὸ ἔργο τοῦ Φώτη Κόντογλου 2.1. Ὁ Φώτης Κόντογλου καὶ ἡ νεοελληνικὴ ζωγραφικὴ Ὁ Φώτης Κόντογλου ἦταν ἰδιαίτερα δημιουργικὸς στὸν τομέα τῆς ζωγραφικῆς. Ἤδη ἔχουμε ἀναφέρει ὅτι ὁ Φώτης Κόντογλου ἀσχολοῦνταν ἰδιαίτερα μὲ τὴν ἁγιογραφία. Καὶ τὸ ἀμιγῶς ζωγραφικό του ἔργο ὅμως βασιζόταν στὴ βυζαντινὴ τεχνικὴ καὶ ἴσως τὸ πιὸ οὐσιαστικὸ στοιχεῖο τῆς ζωγραφικῆς τέχνης του εἶναι οἱ ἐπιδράσεις, ποὺ ὁ ἴδιος δέχτηκε ἀλλὰ καὶ ποὺ ὁ ἴδιος μετέφερε σὲ ἄλλους. Γιὰ νὰ γίνει ὅμως κατανοητὴ ἡ συνολικὴ συμβολή του στὴ νεοελληνικὴ τέχνη, θὰ πρέπει νὰ γίνει πρῶτα ἀναφορὰ στὶς συνθῆκες ποὺ ἐπικρατοῦσαν κατὰ τὴν περίοδο τῆς εἰσόδου τοῦ καλλιτέχνη καὶ τοῦ ἔργου του στὴν Ἑλλάδα. Τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ Φώτης Κόντογλου ἐμφανίστηκε στὴν Ἑλλάδα, ὄχι μόνο ὡς φυσικὴ παρουσία ἀλλὰ καί ὡς καλλιτέχνης, εἰδικὰ στὴ νεοελληνικὴ ζωγραφικὴ ἡ κατάσταση ἦταν διαφορετική. Ἡ παράδοση τῆς Σχολῆς τοῦ Μονάχου, ποὺ εἶχε ἐπικρατήσει γιὰ χρόνια, εἶχε ἀρχίσει νὰ ἀπαξιώνεται ἀπὸ καλλιτέχνες, χωρὶς ὅμως αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι δὲν ὑπῆρχαν καὶ κάποιοι ποὺ τὴν χρησιμοποιοῦσαν, ἐνῶ ἐπικρατοῦσαν πλέον νέα, ἐπαναστατικὰ καλλιτεχνικὰ ρεύματα, τὰ ὁποῖα εἶχαν μεταφερθεῖ στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τοὺς νέους Ἕλληνες καλλιτέχνες, ποὺ εἶχαν ἔρθει σὲ ἐπαφὴ μαζί τους στὸ Παρίσι 20. Ἡ ἀλλαγὴ, ποὺ εἶχε ἐπέλθει στὴ νεοελληνικὴ ζωγραφικὴ τὴν περίοδο αὐτὴν, εἶχε ὑποκινηθεῖ καὶ πάλι ἀπὸ ἐξωτερικοὺς παράγοντες καὶ κίνητρα, ἀσχέτως ἂν οἱ σχολὲς ποὺ ἐναλλάσσονταν ἦταν ἐντελῶς διαφορετικὲς ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη, καὶ δὲν ἀποτελοῦσε ἐσωτερικὴ ἀνάγκη τῶν Ἑλλήνων καλλιτεχνῶν. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ υἱοθέτηση τῶν 20 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στή Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 15

σύγχρονων ρευμάτων τοῦ Παρισιοῦ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες καλλιτέχνες, στὴν πλειοψηφία της ὀφείλονταν στὸν μιμητισμὸ καὶ ἀρκετοὶ ζωγράφοι ἀκολούθησαν πιστὰ τὶς ἀρχὲς τῶν νέων τάσεων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀφομοιωθοῦν ἀπὸ αὐτὰ καὶ ὄχι νὰ τὰ προσαρμόσουν στὴ δική τους προσωπικότητα. Βλέπουμε, λοιπὸν, ὅτι τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ Κόντογλου ἐμφανίζεται στὴ νεοελληνικὴ τέχνη, στὴ ζωγραφικὴ ὑπάρχουν δυὸ τάσεις, αὐτὴ τῆς Σχολῆς τοῦ Μονάχου καὶ αὐτὴ τοῦ Παρισιοῦ καὶ οἱ Ἕλληνες ζωγράφοι αὐτὲς ἀκολουθοῦσαν. Ὁ Φώτης Κόντογλου ὅμως δὲν ἀνῆκε σὲ καμία ἀπὸ αὐτὲς τὶς καλλιτεχνικὲς ὁμάδες καὶ βασίστηκε περισσότερο στὴν ἑλληνικὴ ζωγραφικὴ παράδοση, ποὺ ὑπῆρχε στὸ παρελθὸν καὶ ποὺ εἶχε ξεχαστεῖ. Θὰ πρέπει νὰ σημειωθεῖ ἕνα στοιχεῖο ποὺ, καταδεικνύει ὅτι ἡ στροφὴ τοῦ Φώτη Κόντογλου στὴν ἑλληνικὴ καλλιτεχνικὴ παράδοση ἦταν συνειδητὴ καὶ ὄχι ἀποτέλεσμα ἄγνοιας ἢ ἀμάθειας. Αὐτὸ εἶναι ὅτι ὁ Φώτης Κόντογλου εἶχε ἔρθει σὲ ἐπαφὴ καὶ μὲ τὶς δυὸ σχολὲς ποὺ δέσποζαν στὴν Ἑλλάδα καὶ μάλιστα προσωπικὰ, ἀφοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν Στρατὴ Δούκα, ὁ Κόντογλου καὶ στὰ ἐργαστήρια τῶν δασκάλων τῆς Σχολῆς τοῦ Μονάχου εἶχε φοιτήσει, ἀλλὰ καὶ στὸ Παρίσι διέμεινε, ὅπου ἦρθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν πιὸ σύγχρονη τάση 21. Πιθανολογεῖται ὅτι ὁ Φώτης Κόντογλου εἶχε δεχτεῖ ἐπιδράσεις ἀπὸ ἕνα κίνημα ποὺ εἶχε ἐπικρατήσει στὴν Εὐρώπη, τοῦ ὁποίου βασικὸς στόχος ἦταν ἡ ἀναζήτηση τῶν ἀξιῶν τοῦ ἐθνικοῦ παρελθόντος. Ἀκόμα ὅμως, καὶ ἂν αὐτὴ ἡ πιθανότητα ἰσχύει, στὴν περίπτωση τοῦ Φώτη Κόντογλου βρῆκε τὸν ἰδανικὸ ἐκφραστή, ἀφοῦ σὲ αὐτὸν δὲν ὑπῆρχε μόνο ἡ ἑλληνικὴ ἰδιοσυγκρασία του ἀλλὰ καὶ ἡ καταγωγὴ, ποὺ εἶχε ἀπὸ τὴν 21 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 16

Ἀνατολή, δημιουργοῦσε ἕνα μεῖγμα, τὸ ὁποῖο ἦταν ἀντίθετο πρὸς τὴ Δύση, στὴν ὁποία μεταξὺ ἄλλων ἐπικρατοῦσε καὶ διαφορετικὸ δόγμα. Ἡ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ ἦταν ἕνα γεγονὸς, ποὺ λειτούργησε καταλυτικὰ γιὰ τὸν Φώτη Κόντογλου, ὅπως ἐξάλλου καὶ γιὰ πολλοὺς καλλιτέχνες τῆς γενιᾶς τοῦ 30, ποὺ ἀποτυπώθηκε τὸ αἴτημα τῆς ἑλληνικότητας, τόσο στὴ ζωγραφικὴ, ὅσο καὶ στὴ λογοτεχνία. Στὸ Φώτη Κόντογλου ὅμως εἶχε μία διαφορετικὴ ἐπίδραση. Πολλοὶ καλλιτέχνες τῆς ἐποχῆς ἀποτύπωναν τὴν ἑλληνικὴ παράδοση ἀλλὰ μέσα ἀπὸ σύγχρονες, εὐρωπαϊκὲς κυρίως τεχνικές. Ἡ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ ὅμως ἦταν ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὸν Κόντογλου νὰ διαχωριστεῖ ἐντελῶς ἀπὸ τὴ νοοτροπία τῆς Δύσης ἀλλὰ καὶ νὰ θέσει τὸν ἑαυτὸ του ὡς συνεχιστή τῆς ἑλληνικῆς παράδοσης, ποὺ στὸ νεοελληνικὸ κράτος φαίνεται νὰ κινδύνευε νὰ ἐκτοπιστεῖ ἀπὸ τὶς δυτικὲς ἀντιλήψεις σὲ ὅλους τους τομεῖς 22. Ἕνα ταξίδι ποὺ ἔκανε στὸ Ἅγιο Ὄρος, χωρὶς ὅμως νὰ εἶναι γνωστὸ μὲ ποιὰ ἰδιότητα, ἔκανε τὸν Φώτη Κόντογλου νὰ συνειδητοποιήσει ὅτι ὁ τρόπος, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφραστεῖ προσωπικὰ, ἦταν ἡ παράδοση, ποὺ ὑπῆρχε στὴ βυζαντινὴ ζωγραφική. Ὁ Φώτης Κόντογλου μελέτησε ἰδιαίτερα τὴ βυζαντινὴ ζωγραφικὴ καὶ ἰδιαίτερα τὴν Κρητικὴ σχολὴ, ἀλλὰ λεπτομέρειες αὐτῆς τῆς πορείας δὲν θὰ ἀναφέρουμε, λόγω τοῦ ὅτι δὲν σχετίζονται ἄμεσα μὲ τὸ θέμα μας. Αὐτὸ ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἀναφερθεῖ εἶναι ὅτι στὰ χέρια τοῦ Φώτη Κόντογλου ἡ κλασσικὴ τεχνοτροπία τῆς βυζαντινῆς τέχνης μεταλλάχτηκε. 22 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 17

Ὁ Φώτης Κόντογλου βασίστηκε μὲν στὴ γλώσσα τῆς βυζαντινῆς ζωγραφικῆς, ἀλλὰ τὴν ἐμπλούτισε μὲ νέα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ἀπέδιδαν στὰ ἔργα του καὶ θρησκευτικὸ ἀλλὰ καὶ κοσμικὸ χαρακτήρα 23. Ὁ Φώτης Κόντογλου μπορεῖ νὰ εἶχε υἱοθετήσει τὴ γλώσσα τῆς βυζαντινῆς ζωγραφικῆς, ἀλλὰ δὲν συνέβαινε τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὰ θέματά του. Αὐτὰ ἦταν κοσμικὰ καὶ σὲ κάποιες περιπτώσεις θεωρήθηκαν ἀκόμα καὶ παγανιστικά. Αὐτὴ ἡ σύνθεση ὅμως γινόταν συνειδητὰ ἀπὸ τὸν καλλιτέχνη, ὁ ὁποῖος ὡς μεγάλος πιστός τῆς παράδοσης ἀπέδιδε μία νέα ἔννοια σὲ αὐτή. Ἡ παράδοση γιὰ τὸν Φώτη Κόντογλου ἀποτελοῦσε τὴ συνέχεια τῆς ζωῆς καὶ ἡ διαιώνιση αὐτῆς ἦταν ὁ σκοπός του. Ὁ Φώτης Κόντογλου ἤθελε νὰ ἐξιστορήσει τὸ ἑλληνικὸ παρελθὸν ἀλλὰ μὲ ντόπια ἔκφραση καὶ αὐτὸ τὸ πέτυχε μέσω τῆς σύνδεσης τῆς ἑλληνικῆς μυθολογίας μὲ τὸ Βυζάντιο δημιουργώντας μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο μία ἱστορικὴ ἀλλὰ παράλληλα καὶ μία καλλιτεχνικὴ συνέχεια 24. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο, ὁ Φώτης Κόντογλου κατάφερε καὶ κάτι ἄλλο. Ἡ συνέχεια αὐτὴ καὶ ἡ γνώση τοῦ παρελθόντος νὰ μεταλαμπαδευτεῖ ὄχι μόνο στοὺς καλλιτέχνες καὶ στοὺς λογίους ἀλλὰ καὶ στὸν ἁπλὸ λαό. Ὁ ἑλληνικὸς λαὸς ἦταν ἐξοικειωμένος μὲ τὴ βυζαντινὴ τεχνοτροπία λόγω τῆς πίστης του καὶ τῶν ἁγίων ποὺ λάτρευε. Ἔτσι, οἱ μορφὲς, ποὺ μεταφέρονταν μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἀπεικονίζονταν οἱ ἅγιοι, γίνονταν καὶ γιὰ τὸν λαὸ οἰκεῖες καὶ γνωστές, γιατί ἀποτελοῦσαν μέρος τῆς πίστης του. Ἡ ἐπιστροφὴ στὴν παράδοση, μὲ τὸν τρόπο ποὺ τὴν κήρυττε ὁ Φώτης Κόντογλου, ἀποτέλεσε παράδειγμα καὶ γιὰ ἄλλους καλλιτέχνες τῆς γενιᾶς του, ποὺ ἄρχισαν νὰ στρέφονται πρὸς τὴν παράδοση θεωρώντας 23 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στή Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 24 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στή Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 18

ὅτι αὐτὴ εἶναι τὸ μέσο γιὰ τὴ διατύπωση τῆς ἑλληνικότητας, ποὺ προαναφέραμε 25. Δὲν πρέπει ὅμως νὰ παραβλέπεται τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Φώτης Κόντογλου ἦταν καὶ ἁγιογράφος. Τὴν ἐνασχόλησή του αὐτὴ μὲ τὴν ἁγιογραφία ὁ Κόντογλου δὲν τὴν ἀντιμετώπιζε ὡς ἀπασχόληση ἢ ἀναγκαιότητα, ἀλλὰ ὡς ἱερουργία. Αὐτὸ τὸ στοιχεῖο ἦταν ποὺ τοῦ προσέδιδε μία νέα διάσταση καὶ τὸν διαφοροποιοῦσε ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους ἁγιογράφους, ἀφοῦ, ὄχι μόνο ὑποστήριζε τὴ βυζαντινὴ τεχνοτροπία, ἀλλὰ καὶ πίστευε στὴ διαχρονικότητα τῆς ἀξίας της 26. 2.2. Ὁ Φώτης Κόντογλου καὶ ἡ λογοτεχνία Τὴ διπλὴ ἰδιότητα, τοῦ Χριστιανοῦ καὶ τοῦ Ἕλληνα, καὶ τὴν ἑλληνικὴ παράδοση ποὺ τὴν ἐκφράζει, ὁ Φώτης Κόντογλου τὴ διατήρησε καὶ στὸ λογοτεχνικό του ἔργο. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι στὸ λογοτεχνικὸ ἔργο του ἦταν ὅλα εἰδυλλιακὰ καὶ ἤρεμα. Ὁ Φώτης Κόντογλου ἔβλεπε καὶ μία ἄλλη διάσταση στὴν Ὀρθοδοξία καὶ στὸ Θεὸ της ὅπως αὐτή ποὺ βλέπουν οἱ κανονικοὶ καὶ καθημερινοὶ ἄνθρωποι. Λόγω τῆς Ὀρθοδοξίας του πολλοὶ ταύτιζαν τὸν Κόντογλου μὲ τὸν Παπαδιαμάντη. Ὁ Παπαδιαμάντης ὅμως παρουσίαζε ἕνα Θεὸ, ὁ ὁποῖος ἦταν ἤρεμος, γαλήνιος καὶ ταπεινός. Ὁ Θεὸς τοῦ Κόντογλου ὅμως βρισκόταν μέσα σὲ φουρτουνιασμένες καὶ σκληρὲς καταστάσεις καὶ, 25 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 26 Ζίας Νίκος (1975), Φώτης Κόντογλου κα νεοελληνικ ζωγραφική, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 19

ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἤρεμους καὶ καλοὺς ἀνθρώπους, συναναστρεφόταν καὶ ἀνθρώπους, ποὺ ἦταν ληστές, σκληροὶ καὶ κακοί. Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος ἀναφέρει ὅτι ὁ ἴδιος κάποια στιγμὴ ρώτησε τὸν Κόντογλου γιὰ ποιὸ λόγο μετατρέπει τοὺς ἁγίους του σὲ ἄγριους καὶ γιατί ἀσχολεῖται μὲ ἀνθρώπους, ποὺ ἡ κοινωνία ἔχει ἀποβάλει. Ὁ Κόντογλου τότε τοῦ ἀπάντησε ὅτι ἡ μεγαλοσύνη ὑπάρχει παντοῦ, τόσο στὸ καλὸ, ὅσο καὶ στὸ κακό 27. Ἐξάλλου, τὸν λόγο, ποὺ ἀσχολεῖται ἐξίσου μὲ τοὺς καλοὺς καὶ τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους, τὸν ἐπεξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ Κόντογλου στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου του Φημισμένοι ἄνδρες καὶ λησμονημένοι: Μέσα σ αὐτὸ τὸ βιβλίο εἶναι ἀνακατεμένα τὸ καλὸ μὲ τὸ κακό, ὅπως εἶναι στὸν κόσμο, ὅπου περισσεύει τὸ κακό. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ποῦνε γραμμένοι ἐδῶ μέσα, εἶναι κακοῦργοι καὶ ληστές, ἀλλά, ὅπως γίνεται συχνά, νὰ πηγαίνει τὸ καλὸ μαζὶ μὲ τὸ κακό, ἔτσι κ ἡ ζωὴ αὐτουνῶν τῶν ἀνθρώπων ἔχει κάτι τὶς τὸ ἀσυνήθιστο καὶ φχάριστο, ποὺ δὲν πρέπει νὰ τὸ περιφρονὰ ὁ καλὸς ἄνθρωπος. Ἂν βγάλεις κατὰ μέρος τὰ γεννημένα τέρατα, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους, εἴτανε πλάσματα κατατρεγμένα καὶ βασανισμένα, ποὺ κάνανε ὅ,τι κάνανε, γιὰ νὰ πολεμήσουνε τὴν ἀδικία, κατὰ τὴ δική τους ἰδέα. Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε ἀνάμεσα σὲ δυὸ ληστές, γιὰ νὰ δείξει πὼς ὁ Θεὸς πονᾶ γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους, καὶ δὲν τοὺς καταφρονά, ὅπως κάνουνε οἱ ἐγωιστές, τ ἀδέλφια τους. Γι αὐτὸ εἶπε καὶ στὸν ἕναν ποὺ μετάνοιωσε: «Σήμερα θᾶσαι μαζί μου στὸν Παράδεισο». Ἕνα τροπάρι λέγει πὼς ὁ σταυρὸς στήθηκε ἀνάμεσα σὲ δυὸ ληστές, σὰ νάτανε ἡ ζυγαριὰ τῆς δικαιοσύνης. «Ἔν μέσῳ δύο ληστῶν ζυγὸς δικαιοσύνης εὑρέθη ὁ σταυρός σου». 27 Παναγιωτόπουλος Ι.Μ. (1975), ζωνταν παράδοση, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 20

Ἀπ αὐτὲς τὶς κακὲς ἱστορίες μπορεῖ νὰ ἔβγει πολὺ ὄφελος γιὰ τὸν ἄνθρωπο, γιατί, ὅπως οἱ Σπαρτιάτες μεθούσανε τοὺς εἵλωτες γιὰ νὰ τοὺς βλέπουνε τὰ παιδιά τους καὶ νὰ μὴ γίνονται μέθυσοι, ἔτσι κι ὁ ἀναγνώστης, βλέποντας σὲ τί θηριωδία φτάνει ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπᾶ περισσότερο τὰ καλὰ ἔργα, καὶ ποθεῖ τὴ χαρὰ καὶ τὴν εὐτυχία, ποὺ τὴ χαρίζει μονάχα ἡ ἀρετή 28. Καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κόντογλου ὅμως ἔφερε σὰν προσωπικότητα καὶ τὶς δυὸ ἰδιότητες. Βίαιος καὶ σκληρὸς δὲν ἦταν, ἀλλὰ εἶχε τόσο πάθος, ποὺ τὸν ὁδηγοῦσε σὲ ξεσπάσματα καὶ εἰδικὰ σὲ θέματα ποὺ διαφωνοῦσε ἐξοργιζόταν καὶ τὰ ἐπιτιμοῦσε. Τέτοιου εἴδους θέματα ἦταν ἡ δυτικὴ ζωγραφική, ὁ καθολικισμὸς, ὁ προτεσταντισμός, κά. 29 Εἰδικὰ γιὰ τὸν παπισμό, ὁ Φώτης Κόντογλου ἀνέφερε χαρακτηριστικά: [...] Ἐκάμαν ἄνω κάτω σήμερον τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, ἐχώρισαν τὸ ποίμνιόν της, τὸ ἐσκόρπισαν καὶ τρέχει σαστισμένον ἐδῶ καὶ ἐκεῖ. Μεταχειρίσθησαν πᾶν μέσον διὰ νὰ προσεταιρισθοῦν πάντα Ἕλληνα, ὁ ὁποῖος εἶναι τελείως ἀδιάφορος εἰς τὰ τῆς θρησκείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἢ ἄθεος καὶ ἐχθρός της, καὶ ὁ ὁποῖος προσποιεῖται ὅτι ἐνδιαφέρεται δι αὑτὴν καὶ διὰ τὴν τύχην της ἀπὸ ἰδιοτέλειαν ἢ ἀπὸ ἄλλην αἰτίαν, ὁλοτελῶς ξένην πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν, ἂν καὶ διὰ νὰ μεταβληθοῦν οἱ τοιοῦτοι χλιαροὶ εἰς φιλοπαπικοὺς ζηλωτάς, δὲν ἐχρειάσθη καὶ μεγάλη προσπάθεια, διότι αὐτοί οἱ «Ὀρθόδοξοι τῆς περιστάσεως» δὲν ἔχουν νὰ χάσουν τίποτε, ἐὰν καταστραφεῖ ἡ Ὀρθόδοξος ἀλήθεια, καὶ ἐπὶ πλέον ἡ φιλία τοῦ Παπισμοῦ ἠμπορεῖ νὰ προσφέρει πάντοτε πολλὰ ὀφέλη εἰς ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔχει. Δι αὐτοὺς «οἱ λίθοι γενήσονται ἄρτοι». Ὡς ἐκ τούτου, πολλοὶ ὁποῦ ἦσαν προηγουμένως ἀδιάφοροι, καὶ πολλάκις σαρκασταὶ τῆς θρησκείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγιναν αἴφνης διαπρύσιοι κήρυκες τῆς Χριστιανικῆς «ἀγάπης», τήν ὁποίαν μεταχειρίζονται ὡς προπέτασμα καπνοῦ διὰ τὸν πονηρὸν 28 Κόντογλου Φώτης (1942) Φηµισµένοι νδρες κα λησµονηµένοι, Ἀθήνα: Ἀκδόσεις ἈετοἈ. 29 Παναγιωτόπουλος Ι.Μ. (1975), ζωνταν παράδοση, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 21

συνεταιρισμὸν των μετὰ τῶν λατίνων. Ὁ σπαραγμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ τοῦ ποιμνίου της, ἡ ἀναταραχὴ καὶ ἡ διχόνοια, αὐτὰ εἶναὶ οἱ θεάρεστοι καρποὶ τῆς πολιτείας τῶν κακῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας μας. [...] Αὐτὰ εἶναι τὰ πρωτάκουστα δεινὰ τὰ ὁποῖα συνεσωρεύθησαν, ἐντὸς μερικῶν μόνον μηνῶν, ἐπάνω εἰς τὸ σῶμὰ τῆς πολυπαθοῦς Ὀρθοδοξίας, διὰ τὰ ὁποῖα θρηνοῦν οἱ Ἄγγελοι εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ οἱ πρωταίτιοι τῶν δεινῶν τούτων, οἱ κακοὶ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μας, παρουσιάζουν ὡς ἀγάπην τὸν δαίμονα τῆς φιλοδοξίας πού ἐμφωλεύει εἰς τὰς καρδίας των 30. Ἡ θρησκευτικότητα τοῦ Φώτη Κόντογλου εἶναι ὁρατὴ σὲ ὅλα τὰ ἔργα του. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ὅμως, ἡ πνευματικότητα ποὺ εἶχε γινόταν ὅλο καὶ πιὸ ἔντονη, καθὼς καὶ ἡ κατανυκτικότητά του. Ὁ ἴδιος ἔλεγε στὸ ἔργο του Μυστικὸς Κῆπος ὅτι, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ποιητὲς καλοῦνε τὶς μοῦσες γιὰ νὰ τοὺς ἐμπνεύσουν, αὐτὸς καλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ δείξει τὴν οὐσιαστικὴ τέχνη, γιατί αὐτὴ ποὺ γνώριζε μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμὴ δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ μάταιη 31. Ὁ Φώτης Κόντογλου μέσα ἀπὸ τὸ λογοτεχνικό του ἔργο τονίζει ἰδιαίτερα τὶς ἀρετὲς ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος, οἱ ὁποῖες εἶναι αὐτὲς τῆς ὀρθοδοξίας, ὅπως ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ ἁπλότητα, ἡ πίστη καὶ ἡ θεοσέβεια. Αὐτὲς τὶς ἀρετὲς τὶς ἀναφέρει ὄχι μόνο σὲ θρησκευτικὰ του ἔργα, ὅπως ὁ Μυστικὸς Κῆπος, ἀλλὰ καὶ σὲ ἀμιγῶς λογοτεχνικὰ, ὅπως ὁ Πέδρο Καζᾶς 32. 30 Κόντογλου Φώτης (1964), Τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καὶ τί εἶναι ὁ παπισμός, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 31 Πάσχος Π.Β. (1975), Σχέδιο µ µολύβι, στ Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 32 Καβάρνος ΚωνσταντἈνος (1975), ρετολογία το Φώτιου Κόντογλου, στή Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα: ἈκδοτικἈς ΟἈκος Ἀστήρ. 22

Ο Φ. Κόντογλου προσέτρεξε στοὺς Πατέρες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς νήψεως, στοὺς ἀπλανεῖς διδασκάλους τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς Πνευματικῆς ζωῆς. Ἐκεῖ ποὺ ἀνατρέχουν οἱ βουλόμενοι σωθῆναι 33. Ἐδῶ ἔσκυψε ὁ Κόντογλου, τοὺς μελέτησε, τοὺς κατάλαβε, δροσίστηκε, φωτίστηκε, θέλησε δὲ νὰ κάνει καὶ ἄλλους κοινωνοὺς τῆς εὐφροσύνης του. Σ ὅλα του τὰ γραπτὰ ὑπῆρχαν ἀποφθέγματα τῆς ἔνθετης σοφίας. Ὅλες τὶς ἐπιστολές θεώρησε ἀπαραίτητο νὰ ἀρχίζει μὲ πλῆθος πατερικῶν χωρίων. Ὅταν τὸ 1948 ἔγραψε μία ἐπιστολὴ στὸν λογοτέχνη Νίκο Καροῦζο, σημείωσε «ἀντὶ γιὰ μάταια λόγια, σᾶς βάζω λίγα ρητὰ τῶν ἁγίων καὶ παραθέτω παραμυθιτικὰ ἀποφθέγματα τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα τοῦ διὰ Χριστὸν Σαλοῦ, τοῦ Ἄγ. Ι. Κλίμακος, τοῦ Ἀββᾶ Μακαρίου». Στὸν Ἑλληνομαθῆ Γάλλο Ἠλία Ρενὰρτ ἔγραφε πάλι: «Σοῦ μεταφράζω λίγα λόγια ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σύρο καὶ παραθέτω εἴκοσι ἑπτὰ ἀποφθέγματα τοῦ Ἁγίου» 34. Ἐκλαΐκευσε πολλὰ κείμενά τους καὶ τὰ ἐξέδωσε. Ἐπιχείρησε μὲ ἐπιτυχία ἑρμηνεία στοιχείων τῆς Ὑμνολογίας καὶ τοῦ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου, μὲ τὴ σεμνὴ δήλωση «τὸ κατὰ δύναμιν, διὰ τοὺς ἁπλουστέρους» 35. Ἐφαρμόζοντας τὸ «ἀπὸ Θεοῦ ἄρξασθε» μεταγλώττισε σὲ ζωντανὴ δημοτικὴ γλώσσα κεφάλαια ἢ τμήματα κεφαλαίων ἀπὸ τὸ παλαιοδιαθηκικὸ βιβλίο τοῦ Ἰὼβ (3, 6, 9, 30, 38, 39, 40, 41, 42) 36. 33 Α. Καλόµοιρου: «Ἀ Ἀνθρωπος τοἀ ΘεοἈ» στἀ Μνηµονάριο τοἀ Φ. Κόντογλου. ΠεριοδικἈ ΕἈθύνη. Τετράδια 23, 1985. 34 Ι. Μ. Χατζηφώτη: έντρο Ἀγλαόκαρπον Χ. Χ. σελ. 126-128. 35 ΤἈ ΚατἈ ΜατθαἈον ΕἈαγγέλιον 1952, Ἀξώφυλλο 36 Π. ΚαζἈς, Βασάντα κι Ἀλλες Ἀστορίες Ἀκδ. Γ Ἀθήνα 1986, Ἀκδ. Ἀστήρ. 23

Καταπιάστηκε μὲ τὸ Ψαλτήρι τοῦ Δαυὶδ τὸ Προοιμιακὸ (103) καὶ ἀποσπασμάτων τῶν (3, 6, 8, 17, 68, 87, 88, 89, 101, 102, 136, 142, 145, 148, 150). Στὸ βιβλίο «Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Βλασίου Πασκάλ», ἐδημοσίευσε «μερικὰ ἀπὸ τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Πατέρων, γιὰ νὰ νοιώσει ὁ ἀναγνώστης καλύτερα τὸν Πασκάλ» 37. Πρόκειται γιὰ μετάφραση τῶν: Ἁγίου Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Διαδόχου Φωτικῆς, Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, κ.ἅ. 38 Τὸ 1951 δημοσιεύει μία μικρὴ φιλοκαλία. Πηγὴ ζωῆς μὲ ἐπεξήγηση λόγων τῶν πατέρων: Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου, Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, Διαδόχου Φωτικῆς, Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, γιὰ Πνευματικὴ ὠφέλεια τῶν Χριστιανῶν 39. Ἡ μεγάλη προσπάθεια τοῦ Φ. Κόντογλου νὰ καταστήσει προσιτὸ στὸ λαὸ τὸν θησαυρὸ τῆς Νηπτικῆς καὶ Ἡσυχαστικῆς μοναστικῆς Παραδόσεως τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὴν ἐξήγηση, ἐκλαΐκευση καὶ ἔκδοση στοιχείων τοῦ πατερικοῦ Θησαυροῦ, παράλληλα μὲ τὴν προσπάθεια γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν παραδοσιακῶν, Βυζαντινῶν λειτουργικῶν τεχνῶν, ἀποκτᾶ διαστάσεις, χωρὶς ὑπερβολή, κοσμογονικές. Πολλὲς μεταφράσεις πατερικῶν κειμένων ἔγιναν στὴν «Κιβωτό». Δημοσιεύτηκαν πολλὰ συναξάρια, ὅπως τῶν Ἁγίων Ἰωάννου καὶ Γεωργίου τῶν Χοζεβιτῶν, τοῦ Ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, τοῦ Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Θαυμαστορείτη, τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Ἀθηναίου, κ.ἅ. 37 Βίος καἀ Πολιτεία τοἀ Βλασίου Πασκάλ, ΠηγἈ ΖωἈς, Ἀθήνα 1986, σελ. 70-72 καἀ 89-93. 38 Ἀνθ. Ἀνωτέρω, σελ. 89 39 Ἀνθ. Ἀνωτέρω, σελ. 103. 24

Ο Φ. Κόντογλου σχεδίαζε, σὲ συνεργασία μὲ τὸν Ἄρχ. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, νὰ καταπιαστεῖ μὲ τὰ συναξάρια ὅλων τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ τὰ σχέδιά τους ἀνέτρεψε ὁ θάνατος τοῦ δευτέρου 40. Ὅλα γιὰ τὸν Κόντογλου ἦταν χρέος ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀνθρώπους καὶ εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Χριστὸ γιὰ τὴ συμπάθειά του πρὸς τοὺς ἁμαρτωλούς, μεταξὺ τῶν ὁποίων συγκαταριθμοῦσε ταπεινὰ τὸν ἑαυτό του 41. Ἔτσι ἦταν ὁ Φ. Κόντογλου, πάνω ἀπ ὅλα καὶ πρὶν ἀπ ὅλα ἦταν Χριστιανὸς καὶ τὰ πλούσια ταλέντα του ἐννοοῦσε νὰ τὰ καλλιεργήσει κατὰ Θεόν. Τὸ ἔργο του ἔχει κοινωνικὲς διαστάσεις, ἀλλὰ ὁ κοινωνικὸς χαρακτήρας του ἀπορρέει ἀπὸ τὶς εὐαγγελικὲς ἐπιταγὲς καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Δὲν κάνει κοινωνιολογία, ἀλλὰ μὲ εἰλικρίνεια καὶ ἄδολη χριστιανικὴ ἀγάπη συμπαρίσταται στὸν ἀδύνατο, τὸν ἐμπερίστατο, τὸν συνάνθρωπο ποὺ ὑποφέρει γιὰ ὁποιονδήποτε λόγο. Βγαίνει, ὅπως ὁ Μακρυγιάννης καὶ ὁ Παπαδιαμάντης, ἀπὸ τὴν Μεταβυζαντινὴ παράδοση. Στὴν πονεμένη Ρωμιοσύνη δὲν ἀναφέρεται μόνο στὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Ὑπῆρξε φίλος τῶν ἁπλοϊκῶν καὶ τῶν φτωχῶν μαζὶ μὲ τοὺς πειρατὲς καὶ τοὺς ἁγίους. Προβάλλει σὲ πολὺ μεγαλύτερη ἔκταση τοὺς ἁπλοϊκοὺς ἀνθρώπους. Ἐνάντιος στὴν κοινωνικὴ ἀδικία. Ἀναφέρεται στὸ κέφ. Ε' τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Φ. Κόντογλου γράφει: «''τὸ ἀλλοίμονο'', τὸ πε ὁ Χριστὸς μονάχα στοὺς Φαρισαίους καὶ τὸν Ἰούδα, μονάχα στοὺς ὑποκριτές. Καὶ στὸν αἰώνα, ἀνάμεσα στοὺς ἁμαρτωλούς, 40 Πρόλογος στἀ τευχίδιο, Ἀ Ἀγιος Μάρκος Ἀ ἈθηναἈος, Ἀθήνα 1991, σελ. 3. 41 Σελ. 156, ιατριβἀ Προικονήσου 25

ποὺ θὰ λύπιζαν τὸν Χριστὸ καὶ θὰ τὸν τυραγνᾶνε. Ἐκεῖνοι ποὺ θὰ ναι οἱ πιὸ καταχθόνιοι γενίτσαροι τοῦ σατανᾶ, θὲ νὰ ναι οἱ ὑποκριτὲς» 42. «Ὑποκριτὲς δὲν θὰ εἶναι μήτε οἱ ἄπιστοι, μήτε οἱ σκληροί, μήτε οἱ εἰδωλολάτρες. Αὐτοὶ μποροῦν νὰ βροῦν ἔλεος, γιατί δὲν πείραξαν τὸν Θεό. Οἱ ὑποκριτὲς ὅμως, ποὺ παίρνουν στὸ στόμα τους τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ξεγελοῦν τοὺς ἀθώους, οἱ λύκοι ποὺ μπαίνουν στὴ στάνη, καθὼς καμώνονται τὰ πρόβατα, γιὰ νὰ φᾶνε τ ἀρνιά, αὐτοί, εἶπε ὁ Χριστὸς, ποὺ καλύτερα εἶναι νὰ δέσουνε στὸ λαιμὸ τους μυλόπετρα καὶ νὰ πέσουν στὴ θάλασσα, παρὰ νὰ περιμένουν σωτηρία. Τοῦτοι εἶναι οἱ ἄγγελοι, οἱ νυχτεριδόφτεροι τοῦ διαβόλου καὶ γι αὐτοὺς εἶναι ἑτοιμασμένο τὸ πῦρ τὸ ἐξώτερο. Καὶ σήμερα, πολλοὶ μὲ τὴν ὑποκρισία πλανεύουν τοὺς ἀνυπότακτους μὲ γλυκὺ λόγο, ἔχοντας στὸ στόμα τὸν Χριστό. Φωνάζουν γιὰ τὸ θεαθῆναι. Καμώνονται πὼς κλαῖνε γιὰ τοὺς δυστυχισμένους, ἐνῶ ἡ καρδιὰ τους εἶναι πιὸ σκληρὴ ἀπὸ τὴν πέτρα καὶ ἡ διάνοιά τους, πιὸ πονηρὴ ἀπ τὸν Ἡρώδη, τὸν ὁποῖον ὁ Χριστὸς ἀπεκάλεσε ἀλεποῦ. Τρώγουν τὸ δίκαιο τῶν ἄλλων, τρέφονται ἀπὸ τὰ σκέλεθρα, πίνουν τὸ αἷμα τ ὀρφανοῦ, βαστώντας στὸ χέρι τους τὸ Εὐαγγέλιο» 43. Σὲ πολλὰ σημεῖα τοῦ ἔργου του ὁ Φ. Κόντογλου θεωρεῖ πὼς οἱ κακοῦργοι πλασμένοι ἔχουν θέση ἐλαφρύτερη ἀπὸ τοὺς ὑποκριτές. Ἀπὸ τὸ ἀπελπιστικὸ σκοτάδι ποὺ περιζώνει τὸν ἄνθρωπο ὁ Φ. Κόντογλου πίστευε πὼς μόνο «μὲ τὸ βαθὺ μυστήριο τῆς Ὀρθοδοξίας» θὰ ὑπάρξει λύτρωση. 42 ΤἈ κατἀ ΜατθαἈον ΕἈαγγέλιον Ἀξηγηµένον τἀ κατἀ δύναµιν ἈπἈ Φωτίου Κόντογλου, Ἀστήρ, 1952, σέλ. 23β. 43 ΤἈ κατἀ ΜατθαἈον ΕἈαγγέλιον Ἀξηγηµένον τἀ κατἀ δύναµιν ἈπἈ Φωτίου Κόντογλου, Ἀστήρ, 1952, σέλ. 23β 24α. 26

Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία μὲ τὴν σωστὴ ἑρμηνεία τῶν ἐπιταγῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ ἀντίδοτο, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὰ πάθη τοῦ καιροῦ μας. Ὅταν διαβάζει κανεὶς τὸν Κόντογλου, νομίζει πὼς εἶναι τὸ ἴδιο τὸ πνεῦμα τῆς παράδοσης ποὺ γράφει κι ὄχι ἕνας ἄνθρωπος. Τὸ πνεῦμα τῆς παράδοσης μέσα στὸν Φ. Κόντογλου ἔγινε πρόσωπο 44. Ἡ λέξη πνευματικὸς δὲν ἔχει στὸν Φ. Κόντογλου τὴν φθαρμένη σημερινὴ σημασία, ἀλλὰ ἀκούγεται, ὅπως στὴ φράση «πνευματικοὶ πατέρες μιᾶς ἄλλης γλώσσας» 45. Ο Φ. Κόντογλου εἶναι γνήσιος υἱὸς καὶ μαθητὴς τοῦ Ἀλ. Παπαδιαμάντη καὶ τῶν Ἁγιορειτῶν Κολλυβάδων. Μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ συνεχιστὴς τῶν ἀνωτέρω πατέρων καὶ συγγραφέων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας «λόγῳ καὶ ἔργῳ» 46. Ο Φ. Κόντογλου συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Ἀλ. Παπαδιαμάντη 47. Μεγάλωσε σὲ ἀτμόσφαιρα ἐκκλησιαστικὴ μὲ ἀκολουθίες, λειτουργίες, νηστεῖες, ψαλμωδίες, μὲ τὴν ὀσμὴ τοῦ θυμιατοῦ στὰ ρουθούνια του, τὸ Βυζαντινὸ μέλος στ αὐτιά του καὶ τὶς αὐστηρὲς μορφὲς τῶν ἁγίων μπροστὰ στὰ μάτια του 48, ὁλονυχτίες, παρακλήσεις, ἑσπερινούς, χαιρετισμούς τῆς Παναγίας, Μεγάλη Ἑβδομάδα, Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο, πάντα στὴν ἐκκλησία. Μετὰ, μὲ λίγο ψωμὶ καὶ ἐλιὲς στὰ βράχια. Ἡ ψυχὴ του τράφηκε μὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας 49. Τὸ 1922 βρέθηκε στὴ Λέσβο μὲ 2 εἰκόνες παραμάσχαλα κι ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὸ 44 Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου, Φώτης Κόντογλου, σέλ. 16, Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα, 1975, Ἀκδ. Ἀστήρ. 45 «ΟἈ πνευµατικοἀ συγγενεἀς καἀ οἀ Ξένοι», Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα 1975, σέλ. 100. 46 Προφήτης καἀ διδάσκαλος, Ἀφ. Ἀρθόδοξος Τύπος, 2 ΑἈγ. 1996. 47 Θυσία ΑἈνέσεως, Ἀθήνα, 1978, σελ. 228. 48 ἈπἈ τἀ παιδικά του χρόνια, Μ. Κ. 1975, σελ. 222. 49 ἈληθινἈ Παραµύθια, Ἀϊβαλί, σελ. 274. 27

ἅγιο λείψανο τῆς προστάτιδος Ἁγ. Παρασκευῆς καὶ τὸ δισάκι τῶν ὀνείρων καὶ τῶν ἀναμνήσεων. Τελείωσε τή Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν τοῦ Πολυτεχνείου Ἀθηνῶν, 6 χρόνια Γαλλία, 1923, Ἅγιο Ὄρος (μεγάλος σταθμὸς στὴ ζωή του) 50. Ἡ ἐπαφὴ μὲ ἀξιόλογους γέροντες (πατὴρ Θεόφιλος Ζερβάκος), ἡ μελέτη τοῦ Συναξαριστῆ, Φιλοκαλίας, Κολλυβάδων, Νηπτικῶν, οἱ ἐργασίες στὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο Ἀθηνῶν, τὸ μοναστήρι Καισαριανῆς, Μυστρᾶ ἀλλὰ προπάντων ἡ συμμετοχὴ στὴν εὐχαριστιακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ καλλιέργησαν βαθιὰ τὸ φίλτρο τῆς παράδοσης, ποὺ εἶχε παιδιόθεν στὴν ψυχὴ καὶ στὴν καρδιά του. Ο Φ. Κόντογλου μὲ τὸν χαρακτήρα καὶ τὸν λόγο του μᾶς ἔφερε κοντὰ στὶς βυζαντινὲς ρίζες, μᾶς βοήθησε νὰ ξαναβροῦμε τὸν ἑαυτό μας, ἀποκατέστησε τὴ συνέχεια στὴν ἐκκλησιαστικὴ τέχνη, ἀποδιώχνοντας κάθε δυτικὴ καὶ ἀναγεννησιακὴ μίμηση. Ἔδωσε στὴν πεζογραφία τὰ φτερὰ ποὺ τῆς ἔλλειπαν γιὰ πτήσεις σ ἕνα ρωμαλέο ἐπίπεδο δημιουργίας. Ἄνοιξε τὰ μάτια στοὺς κινδύνους τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τῶν φιλενωτικῶν κινήσεων. Πέρα ἀπὸ ζωγράφος καὶ συγγραφέας ὑπῆρξε δάσκαλος (τοῦ Τσαρούχη, τοῦ Ἐγγονόπουλου). Ὁ Ἐγγονόπουλος τὸ ἀναγνωρίζει: Ὁ Φ. Κόντογλου εἶναι ἀπὸ τοὺς τρεῖς μεγάλους Ἕλληνες τοῦ Μεσοπολέμου (Καρυωτάκης Παρθένης) 51. Ὁ ἀρχαιολόγος καὶ τεχνοκριτικὸς Νίκος Ζίας ἐπεσήμανε: «Τὸ μάθημα τοῦ Φ. Κόντογλου, τὸ πλατύτερο, ποὺ καλοῦσε στὴ διερεύνηση τῶν αὐτόχθονων ζωγραφικῶν στοιχείων, εἴτε στὴ Βυζαντινὴ τέχνη, ὅπως πίστευε ὁ ἴδιος, εἴτε στὴ λαϊκή, ὅπως πίστευαν ἄλλοι, εἴτε καὶ στὴν ἀρχαία ζωγραφική, ὅπως εὕρισκαν μερικοί, εἶχε μεγάλη ἀπήχηση σὲ σημαντικὸ ἀριθμὸ ζωγράφων, ποὺ πάσχιζαν νὰ βροῦν καὶ νὰ ἐκφράσουν στὴν τέχνη 50 Ι. Μ. Χατζηφώτη, Φ. Κόντογλου, Ἀ ζωἀ καἀ τἀ Ἀργο του, Ἀθήνα, 1978, σελ. 102. 51 Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα 1975, σελ. 33 28

τους τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τοῦ τόπου μας, ὄχι μόνο θεματογραφικά ἀλλὰ κυρίως μορφολογικά, καθὼς πιστεύανε πὼς ἡ συνένωση τῆς μορφῆς καὶ τοῦ περιεχομένου εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια χαρακτηριστικά της ἑλληνικῆς ἰδιομορφίας. Ἡ ἀναζήτηση τῆς «ἑλληνικότητας», ποὺ ἔγινε τό κύριο αἴτημα τῆς γενιᾶς τοῦ 30, χρωστάει τὸ βλάστημά της καὶ στὸ σπόρο ποὺ ἀδιάκοπα καὶ μὲ ἀλύγιστο ζῆλο ἔρριξε ὁ Φ. Κόντογλου 52. Ἔλεγε πὼς ἡ ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα εἶναι ὁ παππούς μας καὶ τὸ Βυζάντιο ὁ πατέρας μας 53. Ξεριζωμένος Ἀνατολίτης, ἀκραιφνὴς ὀρθόδοξος, φλογερὸς ἀνθενωτικὸς, ἀκουμποῦσε στοὺς ἀθλητὲς τῆς πίστης. Γραπτά, τέχνη, Παντοκράτωρ, Παναγίες, Ἅγιοι, νεομάρτυρες φωνάζουν πὼς μεταβυζαντινὸς ἦταν ὁ Φ. Κόντογλου. Γράφει ὁ Δημ. Σταμέλος: «Μέσα στὴν πονεμένη Ἑλλάδα, στὴν Ἀναντιωμένη Ρωμιοσύνη βρίσκεται ἡ δημιουργικὴ δίψα τοῦ Φ. Κόντογλου. Ὁ πόνος τῆς Ρωμιοσύνης γίνεται καὶ δικός του πόνος καὶ ἔτσι, καθὼς βαθύριζα τὸν συγκλονίζει, μπορεῖ μὲ εἰλικρίνεια νὰ τὸν καταγράψει» 54. Σκόπιμα παριστάνει τοὺς ἀρχαίους μὲ Βυζαντινὰ χαρακτηριστικὰ καὶ τοὺς Βυζαντινοὺς μὲ νεοελληνικά. Ὁ Γραικὸς του π.χ. ὁ «Προπάτωρ τῶν Γραικῶν» εἶχε γενειάδα, σὰν τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτη. Τὰ γραπτά τοῦ Φ. Κόντογλου ἔχουν τὸν ἴδιο στόχο. Νὰ ἀποκατασταθεῖ τὸ παραγνωρισμένο Βυζάντιο. Γινόταν ἔξαλλος μὲ τὴν εἰσαγωγὴ «Εὐρωπαϊκῆς» μουσικῆς (τετραφωνίες στοὺς ναούς μας) καὶ φώναζε: «ὁ ἐξιταλισμὸς τῆς φυλῆς μας, ποὺ γίνεται ἀπὸ παπάδες νεραϊδοπαρμένους καὶ ἀπὸ τοὺς 52 Μνήµη Κόντογλου, Ἀθήνα 1975, σελ. 140 53 ΤἈ Βυζάντιο καἀ Ἀ Ἀλλάδα, περιοδικἀ ΠΑΡΑ ΟΣΗ, Ἀ 1977, σελ. 5-7 καἀ 128-129 54 «Ἀ δίψα τἀς Ρωµιοσύνης στἀ Ἀργο τοἀ Φ. Κόντογλου», ΚριτικἈ Φύλλα (1975), σελ. 241 29

ἀνεύθυνους μοντέρνους κάθε γωνιᾶς τῆς Ἑλλάδας, πρέπει νὰ σταματήσει» 55. Στὸ βιβλίο «Τί εἶναι Ὀρθοδοξία καὶ τί εἶναι ὁ Παπισμός» προτάσσει ἀπὸ τὸν Ἅγιο Μάρκο Εὐγενικό τὸ ἀπόσπασμα: «οὐ χωρεῖ συγκατάβασις εἰς τὰ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως». Ἀπὸ αὐτὴ τὴν πίστη ὁ Φ. Κόντογλου δὲν παρεκκλίνει. Κοπίασε νὰ τὴν διατηρήσει ἀλώβητη, ὅπως μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ πατεράδες μας. Γιὰ τὸν ἴδιο προεῖχε ἡ ὀρθοδοξία. Ὁ Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ἰάκωβος σὲ ἐπιστολή του, τὸν εἶχε ἄλλωστε γνωρίσει ἀπὸ κοντὰ τὸν Φ. Κόντογλου, γράφει: «Παρηκολούθουν μὲ κατάπληξιν τὸ ἐξαίρετον λογοτεχνικὸν ἔργον του καὶ τὴν θαυμαστήν του ἐπίδοσιν εἰς τὴν βυζαντινὴν ἁγιογραφίαν, ἀλλά περισσότερον ἂπ' ὅλα αὐτά μοῦ ἔκαμαν ἐντύπωσιν οἱ εὐθαρσεῖς ἀγῶνες ποὺ διεξήγαγεν διὰ τῆς ἐμπνευσμένης γραφίδος διὰ τοῦ ἡμερησίου καὶ περιοδικοῦ τύπου καὶ κυρίως μὲ ὅσα ἔγραφε εἰς τὰ βιβλία του καὶ εἰς τὰ ἀπειράριθμα γράμματα ποὺ ἔστελνε εἰς τούς πολυπληθεῖς φίλους καὶ γνωστοὺς μὲ τόσην παρρησίαν διὰ τὴν διαφύλαξιν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, διὰ τὴν τήρησιν τῶν θρησκευτικῶν παραδόσεων, διὰ τὴν Ἐκκλησιαστικὴν Τέχνην, τὴν μουσικήν, τὴν ἀρχιτεκτονικήν, διὰ τὴν βυζαντινὴν ἁγιογραφιαν, διὰ τὴν σεμνὴν ἐμφάνισιν τοῦ κλήρου. Θὰ ἠδυνάμην νὰ εἀπω ὅτι Ἀ Φώτης Κόντογλου, αὐτὸς ὁ ταπεινός, Ἀ ἁγνὸς ἄνθρωπος ὑπῆρξε Ἀ φλογερὸς Ἀπόστολος τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἀ μέγας ἀπολογητὴς τῆς πίστεως, Ἀ ὑπέρμαχος προστάτης τῆς παραδόσεως. Ἀ κάλαμός του ἦτο «κάλαμος ὀξυγράφου γραμματέως» καὶ ἠδύνατο μὲ τὸ ὅπλο αὐτὸ νὰ ἐπεμβαίνη, νὰ ἐλέγχη, νὰ στηλιτεύη κατὰ τὸν πλέον αὐστηρὸν τρόπον χρησιμοποιῶν πολλάκις τὸ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου «Οὐκ ἔξεστί σοι...» καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς Πατριάρχας καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς μοντερνίζοντας θεολόγους, πᾶσαν τυχὸν ἐκτροπήν ἀπό τῆς Ὀρθοδόξου γραμμῆς καὶ παραδόσεως ἀλλά καὶ τοὺς ἀθέους καὶ ἀπίστους καὶ Ἀτεροδόξους καὶ αἀρεσιάρχας νὰ κεραυνοβολῆ καὶ νὰ Ἀποστομώνῃ» (περ. «Ὁ Ποιμήν», Ἰούλιος Αὔγουστος 1977, σελ. 167). 55 ηµ. Α. Ἀστερινός, «Ἀ Κόντογλου στἀν ΜυστρἈ», ΚριτικἈ Φύλλα, 1975, σελ. 238 30

Μαχητὴς τοῦ Χριστοῦ, φανέρωνε μοναδικὴ παρρησία. Τὸ λιοντάρι αὐτὸ τοῦ λόγου, ποὺ ἡ πέννα του ἔβγαζε φωτιὰ, ἦταν καλοσυνάτος, ἁπλοϊκός, σεμνός. Ζοῦσε εὐχάριστη ζωή. Νήστευε καὶ μεταλάμβανε συχνά. Ἔβρισκε γαλήνη στὰ μοναστήρια, (Ἁγία Παρασκευὴ στὸ Ὄρος τῶν Ἀμώμων), ὅπου τοποθετήθηκαν τὰ ὀστᾶ καὶ τάφηκε ἡ συμβία του. Ἀλλὰ καὶ στὸ Ἅγιο Ὄρος πήγαινε συχνὰ καί ἔγραφε ἐκεῖ πολλὰ βιβλία, μέσα στὰ ὁποῖα ἔκανε ταξιδιωτικὲς περιγραφές. Γράφει στὸ Περιοδικὸ «Πειραϊκὰ Γράμματα» ἕνα λυρικὸ κείμενο μὲ τίτλο: «Ρανάτωσαν γλυκασμὸν ὄρη». «Στὴ μέση στέκεται βουνὸ δασωμένο ἀπὸ δέντρα κάθε λογῆς, καστανιές, ἔλατα, πυξάρια, κι ἀπὸ χαμόδεντρα μυριστικά, ἀγιοκλήματα, μυρσίνες, δάφνες. Στὴν περήφανη κορφή του, ποὺ στέκεται πάνω ἀπὸ τ ἀφρισμένο πέλαγο, φυτρώνουνε σπάνια βότανα, ποὺ δὲ βρίσκουνται σ' ἄλλα μέρη τῆς γῆς. Ὁ ὁδοιπόρος περπατᾶ σὲ μονοπάτια εὐωδιασμένα ἀπό ἁγνότατα ἄνθια, ἀνάμεσα σὲ σκοίνους καὶ λυγαριὲς ποτισμένες ἀπό δροσερὰ νερά, πατάει ἀπάνω σ' ἕνα χαλὶ ἀτίμητο, πιὸ ἀκριβὸ κι ἀπ' τὸ ροῦχο τοῦ Σολομῶντα, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, ἐνῶ ἀνάμεσα ἀπό τὰ κλαριὰ φτερουγίζει τ' ἀγέρι τῆς θάλασσας, φέρνοντάς του τὴν πελαγίσια μοσκοβολιά. «Ἀγαλλιάσθω ἔρημος καὶ ἀνθήτω ὡς κρῖνον». Εὐλογημένη πέννα! Ψυχικὴ ὀμορφιά! Πόσα ἄλλα χαρίσματα δὲν εἶχε ὁ ὡραῖος ἐκεῖνος ἄνθρωπος! Ὁ «παλαιὸς τῶν ἥμερων», ὅπως πετυχημένα ἐπισήμανε ὁ I. Μ. Παναγιωτόπουλος. Ὁ ἴδιος καταθέτει τὴν ἑξῆς πολύτιμη μαρτυρία γιὰ τὸν ἄνθρωπο Κόντογλου: «Πῆγα στὸ σπίτι του κάποτε καὶ τὸν βρῆκα ἄρρωστο πό γρίππη. Ξαπλωμένος σὲ παχιὲς βελέντζες καὶ «γκεκορδυλημένος», καθὼς θὰ ἔλεγε ὁ Ἀριστοφάνης, σὲ πολλὰ σκεπάσματα, εἶχε σιμὰ του ἕνα μπρούντζινο λιβανιστήρι, ποὺ ἀνάδινε «ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς». Εἶχε καὶ στὸ στῆθος του στηριγμένο ἕνα παλιὸ βιβλίο καὶ διάβαζε. Τοῦ εἶπα νὰ 31

κάμει τὰ γνωστὰ γιατροσόφια τῆς γρίππης, μολονότι τὸ ξέρω πολὺ καλά, πὼς ἡ γρίππη ἔρχεται καὶ φεύγει, ὅποτε θέλει. Εἶναι ἀρρώστια, ποὺ ἐχθρεύεται τὴν ἐπιστήμη, καθὼς ὁ Κόντογλου. Ἀσεβέστατε, μοῦ ἀποκρίθηκε χαμογελώντας. Ἦρθες νὰ μοῦ συστήσεις αὐτὲς τὶς ἀθλιότητες τοῦ αἰῶνα, τὶς ἀσπιρίνες καὶ τὰ παρόμοια; μόνη θεραπεία εἶναι αὐτὸ τὸ βιβλίο. Διαβάζω τὸν Ἐφραίμ τὸ Σύρο καὶ θὰ γίνω καλά» (Τὰ Γράμματα καὶ Τέχνη, Ἀθήνα 1967, σελ. 216). Δὲν προσεποιεῖτο τὸν Χριστιανὸ ὁ Κόντογλου. Ἔκανε πράξη τὶς διδαχὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Τὸ ἀγαποῦσε τόσο τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ ἐξήγησε ὑποδειγματικὰ «διὰ τοὺς ἁπλούστερους» «τὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον» (1952). Καὶ ἐδῶ μᾶς ἔδειξε τὸ σωστὸ δρόμο. Δὲν τὸ μετέφρασε. Ὁ θεῖος λόγος δὲν μεταφράζεται. Τὸ ἐξήγησε. Παρέθετε δηλαδὴ μιὰ φράση τοῦ κειμένου κι ἀπό κάτω μᾶς ἔλεγε μὲ πολλὰ λόγια τί ἤθελε νὰ πῆ, ἀλλὰ τὸ πρωτότυπο δὲν διανοήθηκε νὰ τὸ ἀντικαταστήση. Στὸ βιβλίο αὐτὸ προτάσσει κι ἕνα θαυμάσιο πρόλογο, δεῖγμα τοῦ πνευματικοῦ ὕψους, στὸ ὁποῖο εἶχε ἀνέλθει ὁ μακάριος ἐκεῖνος, καὶ τῆς ταπεινοφροσύνης του. «Ἀδελφοί μου, ἔγραφε, σᾶς παρακαλῶ, ἐγώ ὁ τιποτένιος, ποὺ πέρασα ἁμαρτωλὴ ζωή, μὰ ἐλεήθηκα κ' εἶδα λίγο φῶς ἀπό τὸν νέσπερο λιο τοῦ Εὐαγγελίου, σᾶς παρακαλῶ μὲ δάκρυα, ἐσᾶς ποὺ περπατᾶτε σὲ ἄλλους δρόμους καὶ δὲ μπορεῖτε νὰ βρῆτε μιὰ σκεπὴ γιὰ νὰ ξεκουρασθῆτε, νάρθετε κοντὰ στὸν Χριστό. Διαβάζετε τὸ Εὐαγγέλιο μὲ ταπεινὴ καρδιά, καὶ μὴν τ' ἀφήσετε ἀπό τὰ χέρια σας, γιατί δὲν ἔχει ὁ κόσμος ἄλλον στῦλο ποὺ νὰ μὴν πέφτει κάτω. Ἀπάνω σ' αὐτὸν ν' ἀκουμπήσετε οἳ ζαλισμένοι κ' οἳ ἀπελπισμένοι καὶ θὰ βρῆτε κάποια μέρα χαρὰ ἀνεκλάλητη, κ' ἡ εἰρήνη θὰ βασιλέψει μέσα στὴν καρδιά σας. Ὅσοι εἴσασθε πιὸ πονεμένοι, θὰ βρῆτε πιὸ πολὺ ἔλεος. Θὰ γίνετε ἀθῶα πρόβατα τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ ξεκουρασθῆτε στ' ἁγιασμένο μαντρί του. Κι ὅποιος σκύψει καὶ μπεῖ σ' αὐτὴ τὴ μάντρα ἀπό τὴν 32

πόρτα τῆς ταπείνωσης, δὲν θέλει νὰ βγεῖ πιά». (Τὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐἀγγέλιον, Ἀθῆναι 1952, σελ. 3). Τὸ ντύσιμό του ἁπλό, ἡ ζωὴ του μετρημένη. Κρατοῦσε ἀπὸ τὴ δουλειὰ του τόσα χρήματα, ἴσα-ἴσα γιὰ νὰ ζήσει. Ἔδινε ἀπ αὐτὰ σ ὅποιον τοῦ φανέρωνε τὴν ἀνάγκη του. Ὅσα περίσσευαν τὰ μοίραζε σὲ ἀναξιοπαθοῦντες ἀνθρώπους. Ζωγράφιζε σιγοψέλνοντας τὸν Κύριο, τὴν Παναγία μητέρα του, τοὺς ἁγίους της Ὀρθοδοξίας. Ζωγράφιζε μ αὐτὸν τὸν τρόπο. Μετέφραζε πατέρες γεμίζοντας σελίδες βιβλίων, περιοδικῶν, ἐφημερίδων μὲ τὰ μυρίπνοα ἄνθη τους. Παρακολουθοῦσε τὶς κατανυκτικὲς ἀκολουθίες τῶν Βυζαντινῶν ναῶν (μεγάλος του καημὸς ἡ Μητρόπολη Ἀθηνῶν) μὲ τὶς ἀντιπαραδοσιακὲς εἰκονογραφίες. Ποτὲ δὲν ξεχνοῦσε τὴν καταγωγή του. Δίπλα στὸ ὄνομά του, στὰ βιβλία του καὶ τὶς ἁγιογραφίες του, σημείωνε: «Κυδωνιεύς». Ἀποδίδει συνέχεια φόρο τιμῆς στὶς Κυδωνὶες: «Δὲν θὰ σ ἀρνηθῶ ποτὲς Ἱερουσαλήμ! Νὰ χάσω τὸ φῶς μου, ἂν σὲ ξεχάσω, νὰ ψάχνω μὲ τὸ ραβδὶ καὶ νὰ μὴ βρεθεῖ τοῖχος νὰ μοῦ δείξει τὸ δρόμο, κι οὔτε διαβάτης νὰ μὲ χειρακρατήσει. Μαζὶ μ ἐσένα ζῆ ἡ ψυχή μου» 56. Στὴν καταγωγὴ του ὀφείλει τὴν ἀγάπη στὴ θάλασσα, ποὺ τὸν ἀνέδειξε ἕναν ἀπὸ τοὺς καλύτερους Νεοέλληνες θαλασσογράφους. Πήγαινε σὲ ἕνα μοναστήρι στὴ Νέα Μάκρη ν ἀντικρύζει τὴ θάλασσα καὶ νὰ θυμᾶται τὴν πατρίδα 57. Τὴ θάλασσα τοῦ ἔμαθε νὰ τὴν ἀγαπᾶ ὁ καπετὰν Ρόγκο. Ἡ θάλασσα ἦταν μία ἀνάπαυλα καὶ μία ξεκούραση. «Ὅποτε δῶ θάλασσα, ξεπετᾶ ἡ καρδιά μου, θαρρεῖς πὼς δὲν ἔχω βγεῖ ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν θάλασσα. Τὴν κούνια μου τὴν 56 Ἀργα Α, «ΤἈ Ἀϊβαλί, Ἀ πατρίδα µου», 1962, σελ. 9 57 ΤἈ εἀσιτήριο στἀ χἀρο τἀς λογοτεχνίας τοἀ Ἀδωσε τἀ Ἀργο «Πέδρο ΚαζἈς», 1923. 33

ράντιζε τ ἁρμυρὸ νερό της, μὲ ἁλισάχνη πασπάλιζε τὰ μαλλιά μου. Πρὶν μάθω νὰ περπατῶ, ἔμαθα νὰ κολυμπῶ» 58. Στοιχεῖο τῆς γοητείας του ἡ λαϊκίζουσα γλώσσα μὲ στοιχεῖα ἀπὸ Βυζαντινοὺς βίους Ἁγίων. Τὸ πρῶτο του βιβλίο «Πέδρο Καζᾶς» ἔκανε παιδιὰ καὶ ἐγγόνια, ἵδρυσε δυναστεία παράξενη, δυνατή, ἀνοιχτῆς θάλασσας καὶ ἀνοιχτοῦ ἀέρα στὴν Ἑλλάδα. Μετὰ τὸν Πέδρο Καζᾶς καὶ Βασάντα, ἔδωσε ἔργα πιὸ μεστὰ καὶ ὥριμα. Πολλοὶ δὲν συγχώρεσαν τὸ ὅτι καταγινόταν ὁ Κόντογλου μὲ θρησκευτικὰ κείμενα καὶ θαύματα, μὲ βίους Ἁγίων, μὲ ἄρθρα ὀρθοδόξου διδαχῆς, ὅπως τὸ βιβλίο «Μυστικὸς Κῆπος» 1944, «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀναχωρητῆ τοῦ ἐξ Ἀθηνῶν 1947, «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Πασκὰλ τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ» 1947, «Τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον ἐξηγημένον» 1952 καί πολλὰ ἄλλα. Ἀρκετὰ πιστός. Πιστεύω στὸ Θεὸ, ἔλεγε, δὲ λυγίζω σὲ εἴδωλο 59. Ποῦ νὰ τὸν καταλάβουν τὸν Κόντογλου «οἱ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»! Ἡ κοινὴ γνώμη πολλὲς φορὲς τὸν ἀδίκησε. Ο Φ. Κόντογλου ἔφερε πολύτιμα πετράδια ἀπὸ τὰ βαθιὰ κοιτάσματα τῆς ψυχῆς, ἀνθρώπινα καὶ θεοτικά. Στὸν ἐπίλογο τῆς Βασάντας λέει: «ἡ τέχνη δίνει ἀφορμὴ νὰ ξυπνήσουν πράγματα ποὺ κοιμοῦνται μέσα μας καὶ ποὺ ὁ Θεὸς ξέρει μόνο ἀπὸ ποῦ κρατοῦν». Ἐπιβάλλεται ἔτσι, νὰ ἰχνεύσουμε τὸν τόπο, ὅπου βρίσκεται ἡ κρυφὴ πηγὴ τοῦ Κόντογλου. Ὁ ἴδιος μπόρεσε νὰ μᾶς φέρει μὲ τὸ ἀσημένιο τάσι τοῦ λόγου του τὸ ἀθάνατο νερὸ, μὲ σκοπὸ νὰ τὸ γευτοῦμε γιὰ τὰ καλά. Κι ἂν ἀκόμα παραγνωρίσουμε τὴν κρυφὴ πηγὴ, ἡ ὀρθοδοξία, ὁ λαϊκισμός, ὁ Ἑλληνισμός, ὁ ἀνατολισμὸς εἶναι στὸν Κόντογλου, Κοντόγλειοι. 58 Ἀλευθερία, 10 Ἀουλίου 1955 59 Ἀργα Β, 1967, σελ. 17 34

Ἀκολουθώντας τὴν εὐαγγελικὴ προτροπή, ἦταν ἕνα παιδί. Μέσα του ἐμφανίστηκαν οἱ στοιχειακὲς δυνάμεις τοῦ ὄντος: γῆ, νερό, ἀέρας, φωτιά. «Ἡ ζωὴ εἶναι λίγη καὶ σπάνια καὶ χάνεται στὸ χάος ποὺ λέμε Γῆς καὶ νερό!...», Πέδρο Καζᾶς σέλ. 44. Οἱ ἄνεμοι ξεσποῦν παταγώδεις στὰ κείμενά του, φῶς καταλάμπει τὸ τοπίο του, ἀπὸ τὸ ἄφθονο στὴν ἔρημο ὥς τὸ ἀμυδρὸ στὶς σπηλιές του. Ταξιδεύει σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη τῆς γῆς. Ἀκολουθεῖ τοὺς κουρσάρους, γιατί τὸν βγάζουν ἀπὸ τὴν ἱστορία. Μιλοῦσε πάντοτε γιὰ τὸ οὐσιῶδες καὶ γι αὐτό τοῦτο ἦταν τὸ στοιχειακό. Νὰ θυμίσουμε στὸ Εὐλογημένο Καταφύγιο «πόσο ἀγαπημένες μοῦ εἶναι αὐτὲς οἱ πέτρες ποὺ μάζεψα! Κανένας δὲν καταδέχεται νὰ τὶς δεῖ. Καὶ γώ ὁ μόνος ποὺ βλέπει τὴν μυστηριώδη ὀμορφιά» 60. Πολλὲς τρομακτικὲς λέξεις στὸν Πέδρο Καζᾶς: Κάβνα, σελ. 62 Ἀχουένα, σελ. 109 Γκαλιόμπο σελ.248 Μποχόμ, σελ. 252 Ἐμὲν ἐλελὶμ σοῦκοφ ἄαρον χᾶς, σελ. 118 Παρὰ ὁ ἀκατανόητος ἦχος της. Ὁ ἐρημίτης του ζητᾶ τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀνθίσει τὴν ἔρημο τοῦ σύμπαντος κόσμου ὡς κρίνον. Πρόκειται γιὰ τὴ νέα ἔρημο τῆς ψυχῆς, ποὺ περιμένει τὸ ὑπεσχημένο κρίνο ἀπὸ τὸν προφήτη τοῦ Θεοῦ. 60 ΕἈλογηµένο Καταφύγιο, σελ. 64 35