-5- Περίληψη: Δεν προβλέπεται αυτοδίκαιη ανάκληση των ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων μετά την άπρακτη πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος από την κήρυξή τους. Εφόσον μετά την κήρυξή τους διατηρούνται, χωρίς να πραγματοποιείται η συντέλεση τους σύμφωνα με τον νόμο, επί μακρό χρονικό διάστημα, αποτελούν νομικό και οικονομικό βάρος της ιδιοκτησίας και γι` αυτό, ανακύπτει υποχρέωση της Διοίκησης να άρει την αναγκαστική απαλλοτρίωση ή το ρυμοτομικό βάρος, οπότε για την άρση απαιτείται η τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, η οποία είναι υποχρεωτική γι` αυτή. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ 170/2010 Η κ ρ ί σ η τ ο υ ε ί ν α ι η ε ξ ή ς : 1. Επειδή, με το κρινόμενο δικόγραφο, το οποίο χαρακτηρίζεται «αίτηση ακυρώσεως» αλλά, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου του, σε συνδυασμό με το άρθρο 11 παρ. 4 του ν. 2882/2001 («Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων» Κ.Α.Α.Α. -ΑΊ7) και το άρθρο 1 παρ. 2 της από 21.12.2001 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου (Α'288) που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2990/2002 (Α'30), αποτελεί προσφυγή, ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της σιωπηρής άρνησης του Νομάρχη Φθιώτιδας να άρει απαλλοτρίωση η οποία επιβλήθηκε σε τμήμα ιδιοκτησίας των προσφευγόντων με την Τ.Π.4929/17.2.1991 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδας (ΦΕΚ 431/Δ/11.7.1991), η οποία εκδηλώθηκε διά της παρόδου απράκτου τριμήνου από την ημερομηνία υποβολής σχετικής αίτησης. 2. Επειδή, κατά τα παγίως κριθέντα, ο καθορισμός ακινήτων ως κοινοχρήστων χώρων με πράξη έγκρισης, αναθεώρησης, τροποποίησης ή επέκτασης ρυμοτομικού σχεδίου ή, εφόσον πρόκειται για πολεοδόμηση κατά το σύστημα του ν. 1337/1983 (Α'33 ), με την έγκριση πολεοδομικής μελέτης, ισοδυναμεί με κήρυξη αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των χώρων αυτών (ΣτΕ 270/2008, ΣτΕ 4587/2005 κ.α.).
3. Επειδή, εξάλλου, το άρθρο 11 του ν. 2882/2001 ορίζει ότι «2. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση ανακαλείται υποχρεωτικά με πράξη της αρχής η οποία την έχει κηρύξει, ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου που πιθανολογεί εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριωμένο ακίνητο, εάν μέσα σε τέσσερα έτη από την κήρυξή της δεν ασκηθεί αίτηση για το δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης ή δεν καθορισθεί αυτή εξωδίκως. Η αίτηση είναι απαράδεκτη εάν ασκηθεί μετά την πάροδο έτους από την παρέλευση της τετραετίας αυτής, σε κάθε δε περίπτωση μετά τη δημοσίευση της απόφασης καθορισμού της αποζημίωσης. Η πράξη ανάκλησης της απαλλοτρίωσης εκδίδεται μέσα σε τέσσερις μήνες από την υποβολή της σχετικής αίτησης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν ισχύουν προκειμένου περί απαλλοτριώσεων προς εφαρμογή σχεδίων πόλεων, ανάπτυξη οικιστικών περιοχών και για αρχαιολογικούς σκοπούς. 3.... 4. Εάν περάσουν άπρακτες οι κατά τις προηγούμενες παραγράφους 2 και 3 προθεσμίες ή εκδοθεί πράξη αρνητική, κάθε ενδιαφερόμενος δύναται να ζητήσει από το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το απαλλοτριωμένο ακίνητο, την έκδοση δικαστικής απόφασης, με την οποία να ακυρώνεται η προσβληθείσα πράξη ή παράλειψη και να βεβαιώνεται η αυτοδίκαιη ή υποχρεωτικώς επελθούσα άρση της απαλλοτρίωσης». Περαιτέρω το άρθρο 29 του ίδιου νόμου ορίζει ότι «1. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται επί των απαλλοτριώσεων που κηρύσσονται από την έναρξη ισχύος του και εφεξής. 2. Απαλλοτριώσεις που κηρύχθηκαν από 1ης Φεβρουαρίου 1971 και εφεξής διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος από το σημείο στο οποίο βρίσκονται κατά την έναρξη της ισχύος αυτού... 5. Απαλλοτριώσεις προς εφαρμογή σχεδίων πόλεων... που κηρύχθηκαν οποτεδήποτε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος Κώδικα διέπονται, κατά την έκταση που ορίζεται από την παράγραφο 2, από τις διατάξεις του Κώδικα τούτου, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που ορίζονται από τις διατάξεις αυτές».
4. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 28 του ν. 1337 της 12/14.3.83 («Επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική ανάπτυξη και σχετικές ρυθμίσεις», Α' 33) «Ιδιωτικοί δρόμοι, πλατείες και λοιποί χώροι κοινής χρήσεως που έχουν σχηματιστεί με οποιοδήποτε τρόπο έστω και κατά παράβαση των κείμενων πολεοδομικών διατάξεων και που βρίσκονται μέσα σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεων, θεωρούνται ως κοινόχρηστοι χώροι που ανήκουν στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα. Για τους χώρους αυτούς δεν οφείλεται καμία αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας». 5. Επειδή, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι δεν προβλέπεται αυτοδίκαιη ανάκληση των ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων μετά την άπρακτη πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος από την κήρυξή τους (πρβλ. ΣτΕ 469/2009, ΣτΕ 3773/2007). Και αυτές, όμως, οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, εφόσον μετά την κήρυξή τους διατηρούνται, χωρίς να πραγματοποιείται η συντέλεση τους σύμφωνα με τον νόμο, επί μακρό χρονικό διάστημα, το οποίο, υπό τις ιδιαίτερες συνθήκες που συντρέχουν σε κάθε περίπτωση, υπερβαίνει τα κατά την κρίση του αρμοδίου δικαστηρίου εύλογα όρια, αποτελούν νομικό και οικονομικό βάρος της ιδιοκτησίας, το οποίο είναι αντίθετο προς την συνταγματική προστασία της (πρβλ. ΣτΕ 469/2009, βλ. ΣτΕ 3986/2008 κ.α.). Επομένως, στις περιπτώσεις αυτές, ανακύπτει υποχρέωση της Διοίκησης να άρει την αναγκαστική απαλλοτρίωση ή το ρυμοτομικό βάρος, η οποία δεν αναιρείται από το γεγονός ότι για την άρση απαιτείται η τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου για την οποία ο νόμος προβλέπει την τήρηση ορισμένων διατυπώσεων, διότι η τροποποίηση με σκοπό την άρση της ρυμοτομικής απαλλοτριώσεως ή άλλου ρυμοτομικού βάρους είναι υποχρεωτική γι` αυτή (πρβλ. ΣτΕ 469/2009, ΣτΕ 3232/2008, ΣτΕ 2084/2006 κ.α.), υπό την απαραίτητη, βεβαίως, προϋπόθεση ότι το ακίνητο που έχει απαλλοτριωθεί δεν έχει καταστεί κοινόχρηστος χώρος, λόγω συνδρομής των προϋποθέσεων της διάταξης του άρθρου 28 του ν. 1337/1983 (πρβλ. ΣτΕ 3488/2004, ΣτΕ 1451/1998, ΣτΕ 2012/1997 κ.α.),
σύμφωνα με την οποία ιδιωτικά ακίνητα αποκτούν την ιδιότητα του κοινοχρήστου χωρίς την καταβολή αποζημίωσης εφόσον (α) οι χώροι αυτοί προβλέπονται από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως ως κοινόχρηστοι και (β) η κοινοχρησία είναι αποτέλεσμα της βούλησης του ιδιοκτήτη (ρητής ή συναγομένης εμμέσως από ενέργειές του) ή προκύπτει από πραγματική κατάσταση που διατηρήθηκε επί μακρό χρόνο με την ανοχή του ιδιοκτήτη. Επομένως, για την μετάθεση της κυριότητας ακινήτων υπέρ του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως δεν αρκεί οποιαδήποτε ενέργεια διαθέσεως του ακινήτου στην κοινή χρήση, αλλά πρέπει να συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, η συνδρομή των οποίων ελέγχεται παρεμπιπτόντως από τη Διοίκηση και κρίνεται οριστικά από τα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια (ΣτΕ 774/1987 Ολομ., ΣτΕ 2604/2008, ΣτΕ 3622/2004, ΣτΕ 1734/1991, ΣτΕ 969/2001 κ.α.). 6. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Με το από 26.9.1939 Β.Δ/γμα εγκρίθηκε το ρυμοτομικό σχέδιο πόλεως της Λαμίας, το οποίο επεκτάθηκε με το από 9.6.1964 Β.Δ/μα (ΦΕΚ 69/Δ/64) και αναθεωρήθηκε μεταγενέστερα με την Τ.Π.4929/17.2.1991 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδας (ΦΕΚ 431/Δ/11.7.1991). Με την τελευταία αυτή απόφαση καταργήθηκε υπάρχουσα δημοτική οδός (οδός.), μετασχηματίστηκαν τα οικεία οικοδομικά τετράγωνα και δημιουργήθηκε η οδός 1 η πάροδος.. η οποία είναι αδιέξοδη μετά την ιδιοκτησία των προσφευγόντων, με σκοπό να μην καταστούν τυφλές οι εντός του νέου οικοδομικού τετραγώνου ιδιοκτησίες. Στα πλαίσια της ανωτέρω αναθεώρησης ρυμοτομήθηκε τμήμα οικοπέδου 26,85 τμ., ιδιοκτησίας των προσφευγόντων, το οποίο βρίσκεται μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο του Δήμου Λαμίας, του Υποθηκοφυλακείου Λαμίας, στην άλλοτε θέση.. και επί της οδού.. Το εν λόγω οικόπεδο, απεικονίζεται με τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία (Α-Β-Γ-Δ- Α) στο από Ιουνίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού αριθμό.../1988 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της
Συμβολαιογράφου Λαμίας (συνορεύει δυτικά σε πλευρά Α-Β τρέχοντα μέτρα είκοσι ένα και εβδομήντα εκαστοστά του μέτρου (21,70) με ιδιοκτησία.και Διαμαντή, βόρεια σε πλευρά Β-Γ τρέχοντα μέτρα έξι και σαράντα εκατοστά του μέτρου (6,40) με ιδιοκτησία., δυτικά σε πλευρά Γ-Δ τρέχοντα μέτρα δέκα πέντε και πενήντα εκατοστά του μέτρου (15,50) με ιδιοκτησία της. και ήδη, στο από Μάιου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού Μηχανικού, το οποίο προσαρτάται στην υπ' αριθ. /2007 πράξη αποδοχής κληρονομιάς του Συμβολαιογράφου Λαμίας.. Το εν λόγω οικόπεδο μετά της επ' αυτού ανεγερθείσας οικοδομής φέρονται να απέκτησαν εξ' αδιαιρέτου, κατά το αναφερόμενα στην ως άνω πράξη ποσοστά, η μεν πρώτη εκ των προσφευγόντων εν μέρει με αγοραπωλησία από την και εν μέρει ως κληρονόμος του αποβιώσαντος στις 19.3.2001 συζύγου της., οι δε δεύτερος και τρίτη, ως κληρονόμοι του προαναφερόμενου πατρός τους. Εξάλλου, οι προσφεύγοντες, με την από 10.5.2006 αίτησή τους προς το Νομάρχη Φθιώτιδας, ζήτησαν την άρση της εν λόγω ρυμοτομικής απαλλοτριώσεως λόγω μη συντέλεσής της για μακρό χρονικό διάστημα, από την υποβολή δε της αιτήσεως αυτής παρήλθε άπρακτο τρίμηνο, αφού η Διοίκηση απλώς τους ενημέρωσε -με το με αριθμό./30.5.2006 έγγραφο της Προϊσταμένης του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Εφαρμογών της Διευθύνσεως Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Φθιώτιδαςσχετικώς με το ποια δικαιολογητικά απαιτούνται για την άρση αυτής. Ήδη, οι προσφεύγοντες με την κρινόμενη προσφυγή και το κατατεθέν στις 17.3.2010 επ' αυτής υπόμνημα, ζητούν την ακύρωση της σιωπηρής άρνησης, ισχυριζόμενοι ότι από την κήρυξη της επίμαχης απαλλοτρίωσης (1991) έως σήμερα έχουν παρέλθει δέκα εννέα (19) έτη χωρίς αυτή να έχει συντελεστεί και χωρίς ποτέ να έχει καταστεί το επίμαχο τμήμα κοινόχρηστος χώρος δια της ρητής ή σιωπηρής συναίνεσής τους, με αποτέλεσμα να στερούνται τα οφέλη της ιδιοκτησίας τους κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος. Προς
απόδειξη των ισχυρισμών τους προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ άλλων, τα εξής: 1) το υπ' αριθ. /08/9.1.2009 έγγραφο του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Εφαρμογών της Διευθύνσεως Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Φθιώτιδας, σύμφωνα με το οποίο, από το τηρούμενο βιβλίο απαλλοτριώσεων αναλογισμού του αρχείου της εν λόγω υπηρεσίας δεν προκύπτει ότι έχει συνταχθεί και κυρωθεί πράξη αναλογισμού αποζημιώσεως στην οδό.., όπου βρίσκεται η ιδιοκτησία τους και 2)το υπ' αριθ. /17.2.2005 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών υπηρεσιών (Γραφείο οδοποιίας) του Δήμου Λαμιέων, δια του οποίου οι προσφεύγοντες ενημερώνονται ότι, προκειμένου η εν λόγω υπηρεσία να προβεί σε κατασκευή τοίχου αντιστήριξης στην οδό. πάροδος, θα πρέπει το ρυμοτομούμενο τμήμα να αποδοθεί προηγουμένως σε κοινή χρήση. Εξάλλου, η καθ" ης Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, με το κατατεθέν στις 19.3.2010 υπόμνημα και την με αριθμό./09/24.2.2010 έκθεση απόψεών της, συνομολογεί μεν ότι από τα τηρούμενα αρχεία της δεν προκύπτει ότι έγιναν ενέργειες εκ μέρους του Δήμου Λαμιέων για τη συντέλεση της επίμαχης απαλλοτρίωσης - γεγονός που, άλλωστε, δεν αμφισβητείται ούτε από τον τελευταίουποστηρίζει, όμως, ότι για το επίμαχο τμήμα δεν οφείλεται αποζημίωση σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 28 του ν. 1337/1983 διότι χαρακτηρίζεται ως κοινόχρηστο από το σχέδιο πόλης της Λαμίας, και, εν πάση περιπτώσει, έχει καταστεί εν τοις πράγμασι κοινόχρηστο επί μακρό χρόνο με την ανοχή των προσφευγόντων, ενώ «ενδεχομένως να έχουν εκτελεστεί στην εν λόγω οδό και έργα υποδομής από το Δήμο Λαμιέων». 7. Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά και ενόψει των διατάξεων που παρατέθηκαν σε προηγούμενη σκέψη όπως αυτές ερμηνεύτηκαν, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι δεν απεδείχθη από τους φέροντες το σχετικό βάρος απόδειξης καθ' ων ότι το επίμαχο τμήμα του οικοπέδου των προσφευγόντων έχει καταστεί κοινόχρηστος χώρος κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 28 του ν. 1337/1983, καθόσον ναι
μεν αποτελεί την απόληξη χαρακτηρισμένης αδιέξοδης οδού (παρόδου), πλην από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει σχετική βούληση των ιδιοκτητών (ρητή ή συναγομένη εμμέσως από ενέργειές τους) ή σχετικώς διαμορφωθείσα πραγματική κατάσταση διατηρηθείσα επί μακρό χρόνο με την ανοχή τους και β) ότι από την κήρυξη της επίδικης απαλλοτρίωσης με την Τ. Π.4929/17.2.1991 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδας (ΦΕΚ 431/Δ/11.7.1991) έως την ημερομηνία υποβολής της προαναφερόμενης αιτήσεως για την άρση του εν λόγω βάρους (10.5.2006) παρήλθε χρονικό διάστημα 15 ετών, χωρίς η Διοίκηση να έχει προβεί, ακόμη και μέχρι σήμερα, στις νόμιμες ενέργειες για τη συντέλεσή της, όπως συνομολογείται από την καθ' ης Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και δεν αμφισβητείται, άλλωστε, από το Δήμο Λαμιέων, κρίνει ότι το χρονικό διάστημα της επιβάρυνσης της εν λόγω ιδιοκτησίας των προσφευγόντων υπερβαίνει τα εύλογα χρονικά όρια εντός των οποίων αυτή θα ήταν συνταγματικά ανεκτή. Συνεπώς η διοίκηση έχει υποχρέωση να άρει την επιβληθείσα απαλλοτρίωση προβαίνοντας στη σχετική τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Λαμιέων. Κατ' ακολουθίαν αυτών, η σχετική άρνησή της είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα και για το λόγο αυτό πρέπει η κρινόμενη προσφυγή να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η σιωπηρή άρνηση της Διοίκησης για άρση της απαλλοτρίωσης και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή, με ανάλογη τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου, να προβεί στην επιβαλλόμενη άρση. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί το παράβολο στους προσφεύγοντες (άρθρο 277 παρ. 9 Κ.Δ.Δ.) και να καταλογισθούν συμμέτρως σε βάρος των καθ' ων τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων ποσού διακοσίων ογδόντα εννέα ευρώ και επτά λεπτών (289,07) ευρώ (άρθρο 275 παρ. 1, εδάφιο β' του ΚΔΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται την προσφυγή.
Ακυρώνει την σιωπηρή άρνηση της Διοίκησης να άρει τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση που επιβλήθηκε σε τμήμα οικοπέδου των προσφευγόντων με την Τ.Π.4929/17.2.1991 απόφαση του Νομάρχη Φθιώτιδας (ΦΕΚ 431/Δ/11.7.1991), σύμφωνα με το σκεπτικό. Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή, με ανάλογη τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Λαμιέων, να άρει την εν λόγω απαλλοτρίωση. Διατάσσει την απόδοση στους προσφεύγοντες του καταβληθέντος παραβόλου. Επιβάλλει συμμέτρως σε βάρος καθ' ων τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων, ποσού..