ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ 1. ΓΕΝΙΚΑ Σύνταξη πλήρους κατάλογου πρώτων υλών που χρησιµοποιούνται στη βιοµηχανία πολυµερών είναι εξαιρετικά δύσκολη, λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης που σηµειώνεται διαρκώς στον κλάδο των πολυµερών. Οι ειδικότερες πρώτες ύλες που χρησιµοποιούνται µπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: Πρώτες ύλες για την παραγωγή πολυµερών. Πρώτες ύλες για την τροποποίηση των πολυµερών. 2. ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΟΛΥΜΕΡΩΝ Η κατηγορία αυτή περιλαµβάνει τις ακόλουθες οµάδες: Βιολογικά πολυµερή. Μονοµερή. Πρώτες ύλες παραγωγής µονοµερών. Πρώτες ύλες για διευκόλυνση της διεξαγωγής (όδευσης) του πολυµερισµού. Πρώτες ύλες που προβλέπονται ειδικά από την εκάστοτε τεχνική πολυµερισµού. Α. ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΟΛΥΜΕΡΗ Κυριότερα βιολογικά πολυµερή: Κυτταρίνη και ελαστικό. Επεξεργασίες που δέχονται για τη µετατροπή τους σε προϊόντα της βιοµηχανίας πολυµερών (οµοπολυµερή ή συµπολυµερή) είναι: Καθαρισµός. Ρύθµιση µεγέθους µορίου. Υποκατάσταση επί των δραστικών οµάδων του µορίου. Προσθήκη σε υφιστάµενους ακόρεστους δεσµούς. Μεταπολυµερισµός προς απόκτηση δοµής πλέγµατος. Ανάπτυξη δοµής πλέγµατος µε αντιδράσεις άλλες από τις αντιδράσεις πολυµερισµού. Αναγέννηση, που περιλαµβάνει την παραγωγή διαλύµατος (ή άλλου προϊόντος) του πολυµερούς και τη διαδικασία ανάκτησης του πολυµερούς από το διάλυµα αυτό. Β. ΜΟΝΟΜΕΡΗ Είναι ενώσεις µικρού µοριακού βάρους που χρησιµοποιούνται στην παραγωγή πολυµερούς και συµµετέχουν στη δοµή του µορίου του. ιακρίνονται σε: Βιολογικά µονοµερή, που λαµβάνονται από βιολογικές πρώτες ύλες µε φυσικές διεργασίες (ακόρεστα έλαια, τερπενικοί υδρογονάνθρακες, ποδοκαρπικά οξέα ). Συνθετικά µονοµερή, που διακρίνονται περαιτέρω σε: (α) Μονοµερή σταδιακού πολυµερισµού. (β) Μονοµερή βινυλικού πολυµερισµού. (γ) Κυκλικά µονοµερή. (δ) Ανόργανα µονοµερή. (ε) Μέσα υποκατάστασης. Μονοµερή σταδιακού πολυµερισµού Ενώσεις µικρού ΜΒ που φέρουν δραστικές οµάδες, ελεύθερες ή υποκαταστηµένες, όµοιες ή ανόµοιες και έχουν βαθµό δραστικότητας 2. 1
Οι ανόµοιες δραστικές µονάδες πρέπει να είναι σε θέση να αντιδρούν µεταξύ τους (αµινοξέα). Οι όµοιες δραστικές µονάδες πρέπει να είναι σε θέση να αντιδρούν µε τις δραστικές οµάδες άλλου µονοµερούς που υπάρχει στο σύστηµα πολυµερισµού (αιθυλενογλυκόλη, γλυκερίνη, εξαµεθυλενοδιαµίνη, αδιπικό οξύ, φθαλικός ανυδρίτης, τερεφθαλικός µεθυλεστέρας). Μονοµερή βινυλικού πολυµερισµού Αφορούν την παραγωγή των ευρείας χρήσης βινυλικών πολυµερών. Φέρουν έναν ή περισσότερους διπλούς δεσµούς. Χρησιµοποιούνται σε αλυσωτό πολυµερισµό, όπου πρέπει να είναι δυνατή η αντίδραση του ενός τουλάχιστον διπλού δεσµού. Συνηθέστερα µονοµερή: Αιθυλένιο, προπυλένιο, στυρένιο, χλωριούχο βινύλιο, ακρυλονιτρίλιο, βουταδιένιο, Κυκλικά µονοµερή Φέρουν ετεροκυκλικούς δακτυλίους. Συµµετέχουν σε αντιδράσεις πολυµερισµού µε σχάση του δακτυλίου. Συνηθέστερα µονοµερή: Αιθυλενοξείδιο, ε-καπρολακτάµη, 3,3-δις (χλωροµεθυλο-) οξετάνη, Ανόργανα µονοµερή Είναι ανόργανες ενώσεις. Λαµβάνουν µέρος τόσο σε σταδιακό όσο και σε αλυσωτό πολυµερισµό. Συνηθέστερα µονοµερή: (α) Απλά στοιχεία (S), (β) ιδραστικές ή πολυδραστικές ενώσεις (CO, CO 2, SiCl 4, θειούχες ενώσεις, ). Μέσα υποκατάστασης Πρόκειται για οργανικές ή ανόργανες ενώσεις, µονοδραστικές ή πολυδραστικές. Εισάγονται στο µόριο του πολυµερούς µέσω αντιδράσεων προσθήκης ή υποκατάστασης και όχι µέσω των αντιδράσεων πολυµερισµού. Χρησιµοποιούνται για την τροποποίηση του µορίου έτοιµων βιολογικών ή συνθετικών πολυµερών. Τυπικά µέσα υποκατάστασης: οξικός ανυδρίτης, µονοχλωροαιθάνιο, διθειάνθρακας, υδροχλώριο, αιθυλενοχλωρυδρίνη, φορµαλδεΰδη. Γ. ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΩΝ Η ανάπτυξη µεθόδων παραγωγής µονοµερών είναι βασικό µέληµα της τεχνολογίας των πολυµερών. Η µελέτη παραγωγής ενός νέου πολυµερούς πρέπει να συνοδεύεται από τη µελέτη παραγωγής του/των µονοµερούς/ών του και η ανάπτυξη του προχωρεί µέχρις ότου βρεθούν πρώτες ύλες σε µεγάλη διαθεσιµότητα, έστω και αν είναι πρώτες ύλες παραγωγής των πρώτων υλών της παραγωγής των µονοµερών. Συνήθως, µία βιοµηχανία πολυµερούς ασχολείται µόνο µε τις µεθόδους κάθαρσης του µονοµερούς, σε πολύ µεγάλες µονάδες όµως συνηθίζεται να υπάρχει και τµήµα παραγωγής µονοµερών. Φυσικοί πόροι που χρησιµοποιούνται ως πρώτες ύλες παραγωγής µονοµερών: αργό πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ορυκτός άνθρακας, χλώριο, άζωτο, αγροτικά υποπροϊόντα, ορυκτά,. ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΓΙΑ ΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΗΣ ΙΕΞΑΓΩΓΗΣ (Ο ΕΥΣΗΣ) ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΕΡΙΣΜΟΥ Είναι χηµικές ουσίες που χρησιµοποιούνται σε µικρές ποσότητες για την έναρξη ή/και τη ρύθµιση της πορείας του πολυµερισµού. 2
Χωρίζονται στις εξής οµάδες: ιεγέρτες πολυµερισµού µε µηχανισµό ελεύθερων ριζών. Επιταχυντές του ρυθµού διάσπασης των διεγερτών. Μέσα αναστολής του πολυµερισµού. Καταλύτες πολυµερισµού. Μέσα µεταφοράς και τερµατισµού. Επιταχυντές και µέσα βουλκανισµού. Σκληρυντές, Ε. ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΕΙ ΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΟΛΥΜΕΡΙΣΜΟΥ Είναι πρώτες ύλες που δεν είναι απαραίτητες για τη διεξαγωγή της αντίδρασης πολυµερισµού αλλά επιβάλλονται από την τεχνική που ακολουθείται. ιακρίνονται στις εξής οµάδες: ιαλύτες (στην τεχνική πολυµερισµού διαλύµατος). Μέσα διασποράς και σταθεροποίησης αιωρηµάτων (στην τεχνική πολυµερισµού αιωρήµατος). Μέσα διασποράς και σταθεροποίησης γαλακτωµάτων (στην τεχνική πολυµερισµού γαλακτώµατος) 3. ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΥΜΕΡΩΝ Χρησιµοποιούνται για την τροποποίηση ορισµένων ιδιοτήτων των πολυµερών. ιασπείρονται οµοιογενώς στη µάζα του πολυµερούς και δεν αντιδρούν χηµικά µε αυτό, ούτε συµµετέχουν στη δοµή του µορίου του. Η κατηγορία αυτή περιλαµβάνει τις εξής οµάδες: Μέσα διευκόλυνσης της επεξεργασίας. Μέσα τροποποίησης των µηχανικών ιδιοτήτων. Μέσα µείωσης του κόστους. Μέσα τροποποίησης των ιδιοτήτων επιφανείας. Μέσα τροποποίησης των οπτικών ιδιοτήτων. Μέσα αύξησης του χρόνου ζωής του πολυµερούς. Μέσα διόγκωσης. Μέσα µείωσης του ευφλέκτου. Α. ΜΕΣΑ ΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ Ενσωµατώνονται στη µάζα του πολυµερούς και έχουν στόχο τη διευκόλυνση της επεξεργασίας του, η δε χρήση τους εξαρτάται από τη φύση του πολυµερούς και το είδος της επεξεργασίας του. ιακρίνονται στις ακόλουθες οµάδες: Μέσα σταθεροποίησης υπό συνθήκες επεξεργασίας. Λιπαντικά. Θιξοτροπικά. Μέσα σταθεροποίησης υπό συνθήκες επεξεργασίας Θέτουν υπό έλεγχο τις αντιδράσεις θερµικής διάσπασης στις επεξεργασίες υψηλών θερµοκρασιών. Τυπικοί αντιπρόσωποι: Αντιοξειδωτικά, µέσα διάσπασης υπεροξειδίων, µέσα δέσµευσης ελεύθερων ριζών και οξέων Λιπαντικά ιακρίνονται σε εξωτερικά και εσωτερικά. 3
Επιτυγχάνουν: (i) Μείωση των τριβών µεταξύ πολυµερικού τήγµατος και µεταλλικών µερών της εγκατάστασης. (ii) Μείωση της πρόσφυσης του στερεού πολυµερούς στα µεταλλικά µέρη της εγκατάστασης. (iii) Αύξηση της ρευστότητας του πολυµερικού τληγµατος σε συνθήκες υψηλών θερµοκρασιών. Συνήθη λιπαντικά: Στεατικό οξύ και άλατά του, παραφινικοί κηροί, εστερικοί κηροί Θιξοτροπικά Εξασφαλίζουν αύξηση του ιξώδους της κατεργαζόµενης µάζας πολυµερούς, όταν προβλέπονται µικροί χρόνοι επεξεργασίας. Συνήθη θιξοτροπικά µέσα: Ανόργανα υλικά µε πολύ µεγάλη επιφάνεια (~200m 2 /g), όπως κολλοειδές SiO 2, κολλοειδής αµίαντος, µπετονίτης. Β. ΜΕΣΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Ι ΙΟΤΗΤΩΝ ιακρίνονται σε: Πλαστικοποιητές και µέσα ενίσχυσης µε τις ιδιότητες που περιγράφονται στον Πίν. 1. Πίνακας 1: Μέσα τροποποίησης των µηχανικών ιδιοτήτων πολυµερών ΠΛΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΤΕΣ (PLASICIZERS) Υγρά µικρής πτητικότητας που ενσωµατώνονται στη µάζα των πολυµερών, αποδίδοντας οµοιογενή συστήµατα πολυµερούςπροσθέτου και επιτυγχάνοντας: - Αύξηση της κατεργασιµότητας. - Μεγαλύτερη ευκαµψία και αντοχή σε κρούση. ιακρίνονται σε δύο κατηγορίες: - Ενώσεις µικρού ΜΒ Εστέρες (φυτικά έλαια, συνθετικοί εστέρες φθαλικοί και φωσφορικοί εστέρες ), προϊόντα πετρελαίου (ορυκτέλαια, παραφινικοί κηροί, άσφαλτοι), διάφορα (καµφορά, χλωριωµένα προϊόντα, επόξυ έλαια ). - Πολυµερή µικρού βαθµού πολυµερισµού Ααλκυδικές ρητίνες, επόξυ ρητίνες, πολύαµίδια, πολυεστέρες, πολυ-αλκυλενογλυκόλες, ρητίνες τερπενικών υδρογονανθράκων, χλωριωµένες παραφίνες. ΜΕΣΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ Οργανικά ή ανόργανα, ορυκτά, βιολογικά ή συνθετικά µε (συνήθως) ινώδη µορφή, τα οποία, σχηµατίζοντας ετερογενή συστήµατα πολυµερούς-προσθέτου επιτυγχανουν βελτίωση (αύξηση) των µηχανικών ιδιοτήτων των πολυµερών. Συναντώνται ως διακεκοµµένες ίνες µικρού µήκους, συνεχής ίνες µεγάλου µήκους, πλεγµατα/υφάσµατα ινών. Κυριότεροι εκπρόσωποι: Άνθρακας και γραφίτης, αµίαντος, κεραµικά, µέταλλα, γυαλί, κυτταρίνη και κυτταρινικά πολυµερή, ινοποιήσιµα πολυµερή Γ. ΜΕΣΑ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ Χρησιµοποιούνται για αύξηση του όγκου ή του βάρους του πολυµερούς (ή ισοδύναµα για µείωση του κόστους). Όταν η ποιότητα του πολυµερούς δεν ενδιαφέρει, χρησιµοποιούνται σε µεγάλες ποσότητες. Είναι στερεά ή υγρά και διακρίνονται σε δύο οµάδες: Πληρωτικά υλικά (ανθρακικά άλατα Ca, Ba, Mg, άργιλοι, τάλκης, ξυλάλευρο) που είναι κονιοποιηµένα υλικά µικρού κόστους και σχηµατίζουν ετερογενές σύστηµα µε το πολυµερές. Αραιωτικά υλικά (προϊόντα πετρελαίου) που είναι υγρά υψηλού σ.ζ., χαµηλού κόστους και είναι πλήρως αναµίξιµα µε τα πολυµερή. 4
. ΜΕΣΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ Ι ΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ Εξασφαλίζουν στην επιφάνεια του πολυµερούς επιθυµητές ιδιότητες και διακρίνονται στις εξής κατηγορίες: 1. Μέσα τράχυνσης της επιφάνειας Εξασφαλίζουν επιθυµητό βαθµό τραχύτητας στην επιφάνεια (αύξηση τραχύτητας) όταν: Επιδιώκεται διευκόλυνση διαχωρισµού φύλλων πολυµερούς σε επαφή υπό συνθήκες στοιβασίας. Απαιτείται µείωση της στιλπνότητας της επιφάνειας. Συνηθέστερα µέσα: Πληρωτικά υλικά µε µικρό µέγεθος κόκκου, π.χ. SiO 2 µε ανάλογη κοκκοµετρία. 2. Μέσα αύξησης της αντοχής σε τριβή-φθορά Χαρακτηρίζονται και ως στερεά λιπαντικά. Συνηθέστερα µέσα: διθειούχο µολυβδαίνιο, γραφίτης, σκόνη πολυ-τετραφθορο-αιθυλενίου. 3. Μέσα αύξησης της αγωγιµότητας Χαρακτηρίζονται και ως αντιστατικά. Επιτυγχάνουν αύξηση της αγωγιµότητας της επιφάνειας για την αποτροπή συγκέντρωσης φορτίων στατικού ηλεκτρισµού. Συνηθέστερα µέσα: Ενώσεις αζώτου (αµίνες µακράς αλυσίδας, αµίδια, τεταρτοταγή αµµωνιακά άλατα), σουλφονικά οξέα και αλκυλ-αρυλ-σουλφονικά άλατα, πολυυδρικές αλκοόλες και παράγωγά τους, παράγωγα φωσφορικού οξέος (φωσφορικός δι-δωδεκυλεστέρας), παράγωγα πολυαιθυλενογλυκόλης). 4. Μέσα αύξησης της ικανότητας πρόσφυσης Χρησιµοποιούνται σε περιπτώσεις συνδέσεων µε υποστρώµατα (παραγωγή πολύστρωτων και σύνθετων υλικών). Επιδρούν κατά δύο τρόπους: (α) Μειώνουν την επιφανειακή τάση, (β) αυξάνουν τις δυνάµεις ή ενισχύουν τους δεσµούς που αναπτύσσονται µεταξύ των επιφανειών. Συνηθέστεροι εκπρόσωποι: Ενώσεις φωσφόρου (συγκολλήσεις πολυµερούς/µετάλλου), οξέα (στεατικό οξύ, π-χλωροσουλφονο-λιπαρά οξέα), αµίνες (παράγωγα της πιπεριδίνης), οργανικές ενώσεις τιτανίου (συνδέσεις πολυµερούς/υάλου, συνδέσεις πολυµερούς/µετάλλου). Ε. ΜΕΣΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ Ι ΙΟΤΗΤΩΝ Επιδρούν στις κύριες οπτικές ιδιότητες του πολυµερούς που σχετίζονται µε την αισθητική τους ποιότητα (εξωτερική εµφάνιση), δηλ. τη διαφάνεια, τη στιλπνότητα και το χρώµα του πολυµερούς. Η διαφάνεια του πολυµερούς σχετίζεται µε την κρυσταλλικότητά του και βαίνει µειούµενη µε αύξηση της κρυσταλλικότητας. Μείωση της διαφάνειας επιτυγχάνεται µε: Τροποποίηση της επιφάνειας (βλ. ανωτέρω). Τροποποίηση της µάζας του πολυµερούς µε πρόσθετα διαφορετικού δείκτη διάθλασης ή αδιαφανή. Σύνηθες τέτοιο πρόσθετο είναι το διοξείδιο του τιτανίου. Αύξηση της διαφάνειας επιτυγχάνεται µε: Μείωση του βαθµού κρυσταλλικότητας. Μείωση της πυκνότητας κρυστάλλου. Μείωση του µεγέθους κρυστάλλου. Απορρόφηση του φωτός στη µη ορατή περιοχή και απόδοσή του στην ορατή περιοχή. Πρόσθετα χρησιµοποιούνται στις δύο τελευταίες περιπτώσεις. 5
Η µείωση του µεγέθους κρυστάλλου επιτυγχάνεται µε προσθήκη µέσων πυρήνωσης (νανοκόνεις µε διάµετρο <40 nm), όπως π.χ. άλατα Να, Κ και Li του βενζοϊκού οξέος, άργιλος, SiO 2. Στην τελευταία περίπτωση, χρησιµοποιούνται φθορίζουσες οργανικές ενώσεις (βινυλενο-διςβενζοξαζόλες, παράγωγα του βενζενοσουλφονικού οξέος, σουλφαναµίδια του 4- ναφθολοτριαζολυλο-στιλβενίου, 4-αλκυλο-7-διαλκυλο-αµινοκουµαρίνες) που απορροφούν φωτεινή ακτινοβολία στην περιοχή µήκους κύµατος των 300-400 nm και την αποδίδουν στη περιοχή των 450-550 nm. Η στιλπνότητα αναφέρεται στην ικανότητα ανάκλασης των φωτεινών ακτίνων από την επιφάνεια του πολυµερούς. Αύξηση της στιλπνότητας επιτυγχάνεται µε ενσωµάτωση στη µάζα του πολυµερούς πολύ λείων αδιαφανών στερεών (εξασφαλίζουν εσωτερικές ανακλάσεις). Το χρώµα επιτυγχάνεται µε χρήση κατάλληλης χρωστικής, οργανικής ή ανόργανης, διαλυτής ή αδιάλυτης στη µάζα του πολυµερούς. Οι ανόργανες χρωστικές είναι πιο ανθεκτικές έναντι οξείδωσης και προσβολής από υπεριώδη ακτινοβολία, αλλά έχουν πολύ περιορισµένη ποικιλία χρωµάτων και χρησιµοποιούνται µόνο σε αδιαφανή προϊόντα. Συνήθεις αδιάλυτες χρωστικές (ανόργανες): Χρώµα κόκκινο έως µωβ: Οξείδια σιδήρου, ερυθρές χρωστικές κάδου, θειοϊνδικό Χρώµα πορτοκαλί έως κίτρινο: Οξείδια σιδήρου, χρωµικός ψευδάργυρος,κίτρινο βενζιδίνης, αντίστοιχες χρωστικές κάδου Χρώµα πράσινο έως µπλε: Οξείδιο χρωµίου, υπεράλιο, κυανό κοβαλτίου, κυανό σιδήρου, ινδαθρόνη, φθαλοκυανίνη Χρώµα λευκό: ιοξείδιο του τιτανίου, οξείδιο ψευδαργύρου, λιθωπό Χρώµα µαύρο: Οξείδια σιδήρου, αιθάλη Συνήθεις διαλυτές χρωστικές (οργανικές): Ελαιοδιαλυτές αζωχρωστικές. Αλκοολοδιαλυτές (άλατα οργανικών βάσεων, σύµπλοκα µετάλλων των αζωχρωστικών, παράγωγα τουτριφαινυλοµεθανίου). ΣΤ. ΜΕΣΑ ΑΥΞΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΖΩΗΣ Ενσωµατώνονται στο πολυµερές για να το προστατεύσουν από την επίδραση του περιβάλλοντος (ακτινοβολία, θερµότητα, οξυγόνο, υγρασία, µικροοργανισµούς ). Κατατάσσονται στις εξής οµάδες: Αντιοξειδωτικά. - Αυξάνουν τη διάρκεια ζωής πλαστικών ευαίσθητων στην προσβολή από οξυγόνο (σε συνδυασµό µε µακροχρόνια έκθεση σε συνθήκες υψηλών θερµοκρασιών και ακρινοβολίας). - Συνηθέστερα µέσα: Αλκυλοφαινόλες, αλκυλοδιφαινόλες, αλκυλιδενο-πολυφαινόλες, θείοαλκυλο- φαινόλες, αµίνες, οργανικές ενώσεις φωσφορικού και φωσφορώδους οξέος Σταθεροποιητές έναντι υπεριώδους ακτινοβολίας. - Απορροφούν την υπεριώδη ακτινοβολία. - ιακρίνονται σε διαλυτούς και µη διαλυτούς στο πολυµερές. Οι διαλυτοί χρησιµοποιούνται σε διαφανή και αδιαφανή πολυµερή. Συνήθη µέσα: βενζοφαινόνη, βενζοτριαζόλες, οργανικές ενώσεις Νi, υποκαταστηµένα ακρυλονιτρίλια, εστέρες βενζοϊκού, σαλικυλικού, τερεφθαλικού και ισοφθαλικού οξέος µε ρεζορκίνη και φαινόλες. Οι αδιάλυτοι χρησιµοποιούνται µόνο σε αδιαφανή πολυµερή. Συνήθη µέσα: αιθάλη, αδιάλυτες χρωστικές (οξείδια του Fe, TiO 2, ). Μυκητοκτόνα. 6
Ζ. ΜΕΣΑ ΙΟΓΚΩΣΗΣ ιακρίνονται σε φυσικά και χηµικά µέσα διόγκωσης (ανάλογα µε τον τρόπο δράσης τους) ή σε πορώδη και συµπαγή µέσα διόγκωσης (ανάλογα µε τη φυσική τους κατάσταση). Τα φυσικά µέσα διόγκωσης είναι υγρά χαµηλού σ.ζ. Συνήθη φυσικά µέσα: Πεντάνιο, 2,3-διµεθυλο-βουτάνιο, χλωρο-φθορο-αλκάνια, Τα χηµικά µέσα ή συστήµατα αντιδρούν ή διασπώνται σε ορισµένη θερµοκρασία και παράγονται αέρια. Συνήθη χηµικά µέσα: αζω-δις-ισοβουτυρονιτρίλιο, αζω-δι-καρβοναµίδη, διαζωαµινοβενζέβιο, Τα πορώδη µέσα διόγκωσης ενσωµατώνονται στο πολυµερές υπό τη µορφή τεµαχιδίων διογκωµένων πολυµερών, µικροσφαιρών, Τα συµπαγή µέσα ενσωµατώνονται στο πολυµερές και µετά αποµακρύνονται µε µια διαδικασία έκπλυσης και διάλυσης. Συνήθη µέσα: διαλυτά οργανικά άλατα, ανόργανα άλατα που διαλύονται µε όξινη προσβολή, Η. ΜΕΣΑ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΦΛΕΚΤΟΥ Ανάλογα µε τη συµπεριφορά τους έναντι φλόγας, τα πολυµερή διακρίνονται σε: εύφλεκτα, αυτοσβεννύµενα και µη αναφλέξιµα. Προφανώς, τα µέσα µείωσης ευφλέκτου έχουν στόχο τη µετατροπή των ευφλέκτων πολυµερών σε αυτοσβεννύµενα ή µη αναφλέξιµα. Χρησιµοποιούνται ανόργανα και οργανικά µέσα, µεµονωµένα ή ως συνδυασµός (σύστηµα) µέσων. Συνήθη ανόργανα µέσα: τριοξείδιο του αντιµονίου, υδροξείδιο του αργιλίου, βορικά και µεταβορικά άλατα, Συνήθη οργανικά µέσα: οργανικές ενώσεις του φωσφόρου, ειδικά αλογονωµένα παράγωγα, 7