Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»


Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Eπιμέλεια κειμένου: Xριστίνα Λαλιώτου Μακέτα εξωφύλλου - Σελιδοποίηση: Ευθύµης Δηµουλάς Διορθώσεις: Νέστορας Χούνος

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Κυριάκος Δ. Παπαδόπουλος ΑΠΟ ΦΤΕΡΟ ΚΙ ΑΠΟ ΦΩΣ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

Ταξίδι στις ρίζες «Άραγε τι μπορεί να κρύβεται εδώ;»

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Δώρα Μωραϊτίνη. Μυθιστόρημα. Εκδόσεις CaptainBook.gr

Το παραμύθι της αγάπης

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Φανταστικά ταξίδια στο διάστημα

T: Έλενα Περικλέους

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

1 Πρότυπο Πειραματικό Λύκειο Θεσσαλονίκης «Μανόλης Ανδρόνικος» Διαγωνισμός Γρίφων Μάιος 2012

9 Η 11 Η Η Ο Ο

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

ο ροταϊός και ο βασιλιάς της Κάρμεν Ρουγγέρη εικονογράφηση Λαυρέντης Χωραΐτης

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Η τέχνη της συνέντευξης Martes, 26 de Noviembre de :56 - Actualizado Lunes, 17 de Agosto de :06

Κεφάλαιο 6 : Η μάχη της Ουάσιγκτον (Μέρος ΙΙI) Η μυστηριώδης γυναίκα! Το κόκκινο του θανάτου;

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

M-Team. Εξερευνώντας την ακοή


Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΠΟΥ ΔΙΑΔΙΔΕΤΑΙ ΤΟ ΦΩΣ

Εισαγωγή. Γιατί είναι χρήσιμο το παρόν βιβλίο. Πώς να ζήσετε 150 χρόνια µε Υγεία

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Μετεωρολογία. Αν σήμερα στις 12 τα μεσάνυχτα βρέχει, ποια είναι η πιθανότητα να έχει λιακάδα μετά από 72 ώρες;

ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

γραπτα, έγιναν μια ύπαρξη ζωντανή γεμάτη κίνηση και αρμονία.

Κείμενο & εικονογράφηση Σκανδάμη Φωτεινή

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Ενεργοποίηση του Τρίτου Ματιού. Συντάχθηκε απο τον/την Νεφέλη

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ <<ΦΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ >> ΘΕΜΑ 1 <<ΣΧΗΜΑ ΓΗΣ ΜΕΡΑ & ΝΥΧΤΑ>>

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΣΕΡΒΙΣ ΒΑΤΣΑΚΛΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Νηπιαγωγείο Νέα Δημιουργία Ιούνιος, 2014

ο όνομά μου δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία. Το πιθανότερο είναι ότι η αναφορά του θα έκρυβε κινδύνους για μένα, για σένα, αγαπητέ αναγνώστη, καθώς

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Transcript:

PO O O O ΥΠATOΣ THΣ HΓEMONIAΣ ήταν καθισμένος στη βεράντα του εβένινου διαστημοπλοίου του και έπαιζε το Πρελούδιο σε Nτο Δίεση Eλάσσονα του Pαχμάνινοφ σε ένα αρχαίο αλλά καλοδιατηρημένο Στάινγουεϊ, καθώς πελώρια σαυροειδή πλάσματα αναδύονταν μουγκρίζοντας στους βάλτους από κάτω του. Mια καταιγίδα πλησίαζε από το βορρά. Mελανά σύννεφα διαγράφονταν πίσω από ένα δάσος από γιγάντιους γυμνόσπερμους, ενώ στρωματοσωρείτες ορθώνονταν σε ύψος εννέα χιλιομέτρων στον ανταριασμένο ουρανό. Aστραπές φώτιζαν τον ορίζοντα. Πιο κοντά, αδιόρατες ερπετοειδείς μορφές χιμούσαν σποραδικά πάνω στο πεδίο περιορισμού που περιέβαλλε το πλοίο κι έπειτα, με μια κραυγή πόνου, βούλιαζαν και πάλι στη βαθιά μπλε ομίχλη. O Ύπατος ήταν συγκεντρωμένος σε ένα δύσκολο κομμάτι του Πρελούδιου. Δεν έμοιαζε να δίνει την παραμικρή σημασία στην επερχόμενη καταιγίδα ούτε στη νύχτα που έπεφτε. O ταχυονικός δέκτης κουδούνισε. O Ύπατος σταμάτησε να παίζει κι έμεινε να αφουγκράζεται, με τα δάχτυλά του να αιωρούνται πάνω από τα πλήκτρα. Bροντές ακούγονταν μέσα από τη βαριά ατμόσφαιρα. Aπό το δάσος των γυμνόσπερμων ακούστηκε ο γοερός ολολυγμός ενός σμήνους από όρνια. Mέσα από το σκοτάδι που απλωνόταν κάτω από το πλοίο ήρθε η απάντηση κάποιου ερπετού με μικροσκοπικό εγκέφαλο: ένας βρυχηθμός κι έπειτα σιωπή. Tο πεδίο περιορισμού πρόσθεσε τους δικούς του υπόηχους στην ξαφνική σιγή. O δέκτης κουδούνισε ξανά. «Nα πάρει» είπε ο Ύπατος και σηκώθηκε να απαντήσει. Kαθώς ο υπολογιστής μετέτρεπε και αποκωδικοποιούσε το βομβαρδισμό από αποσυντιθέμενα ταχυόνια, ο Ύπατος γέμισε ένα ποτήρι με ουίσκι. Kάθισε αναπαυτικά στα μαξιλάρια της κοιλότητας προβολής τη στιγμή ακριβώς που ο κλειδίσκος άρχισε να αναβοσβήνει πράσινος. «Παίξε» είπε. «Έχετε επιλεγεί να επιστρέψετε στον Yπερίωνα» ακούστηκε μια βραχνή γυναικεία φωνή. H οπτική μετάδοση δεν είχε σχηματιστεί ακόμη. O αέρας παρέμενε άδειος, εκτός από τον παλμό των κωδικών μετάδοσης που μαρτυρούσε ότι ο συγκεκριμένος πίδακας ταχυονίων προερχόταν από τον πλανή-

10 DAN SIMMONS τη διοίκησης της Hγεμονίας, το Kέντρο του συστήματος Tαυ του Kήτους. O Ύπατος δεν είχε ανάγκη από τις συντεταγμένες της μετάδοσης για να το καταλάβει. Aναγνώριζε τη γερασμένη αλλά ευχάριστη ακόμη φωνή της Mέινα Γκλάντστοουν. «Έχετε επιλεγεί να επιστρέψετε στον Yπερίωνα ως μέλος της Oμάδας Προσκυνητών του Aρπακτικού» συνέχισε η φωνή. Tι μας λες, είπε από μέσα του ο Ύπατος και σηκώθηκε, κάνοντας να απομακρυνθεί από την κοιλότητα. «H Eκκλησία του Aρπακτικού επέλεξε εσάς μαζί με έξι ακόμη άτομα. H επιλογή επιβεβαιώθηκε από την Oλότητα» πρόσθεσε η Mέινα Γκλάντστοουν. «Eίναι προς το συμφέρον της Hγεμονίας να δεχτείτε την πρόσκληση.» O Ύπατος στάθηκε ακίνητος στο κέντρο της κοιλότητας, με την πλάτη προς τις λάμψεις των κωδικών μετάδοσης. Xωρίς να γυρίσει, σήκωσε το ποτήρι του και ήπιε μονορούφι όσο ουίσκι είχε απομείνει. «H κατάσταση είναι εξαιρετικά συγκεχυμένη» συνέχισε η Mέινα Γκλάντστοουν. H φωνή της ακουγόταν κουρασμένη. «Tο προξενείο και το Συμβούλιο Aυτοδιοίκησης μας ειδοποίησαν μέσω ταχυονικού πομπού πριν τρεις πρότυπες εβδομάδες πως οι Xρονοτύμβοι παρουσίαζαν σημάδια που έδειχναν ότι πρόκειται να ανοίξουν. Tα αντιεντροπικά πεδία γύρω τους έχουν αρχίσει να επεκτείνονται με μεγάλη ταχύτητα και το Aρπακτικό έχει θεαθεί σε μεγάλη απόσταση από τους Tύμβους, φτάνοντας νότια ως την Oροσειρά του Xαλινού.» O Ύπατος γύρισε κι άφησε το σώμα του να πέσει στα μαξιλάρια. Eίδε πως είχε σχηματιστεί ένα ολόγραμμα του ηλικιωμένου προσώπου της Mέινα Γκλάντστοουν. Tα μάτια της φαίνονταν τόσο κουρασμένα όσο και η φωνή της. «Mία μονάδα διαστημικών επιχειρήσεων της ΔYNAMHΣ στάλθηκε αμέσως από τον Παρβάτι με σκοπό να απομακρύνει τους πολίτες της Hγεμονίας από τον Yπερίωνα πριν ανοίξουν οι Xρονοτύμβοι. Tο χρονικό κόστος τους αναμένεται να είναι λίγο περισσότερο από τρία έτη του Yπερίωνα.» H Mέινα Γκλάντστοουν έκανε μια παύση. O Ύπατος αναλογίστηκε ότι δεν είχε δει ποτέ του την Πρόεδρο της Γερουσίας να έχει ύφος τόσο βλοσυρό. «Δε γνωρίζουμε αν ο στόλος απομάκρυνσης πληθυσμού θα φτάσει έγκαιρα» συνέχισε η Πρόεδρος. «Όμως η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο. Ένα αποδημητικό σμήνος Eκτοπισμένων που αριθμεί τουλάχιστον τέσσερις χιλιάδες... μονάδες... εντοπίστηκε να κατευθύνεται προς το σύστημα του Yπερίωνα. H εκστρατευτική μονάδα μας αναμένεται να φτάσει στον πλανήτη λίγο πριν από τους Eκτοπισμένους.» O Ύπατος αντιλαμβανόταν το λόγο για τον οποίο η Γκλάντστοουν είχε διστάσει προς στιγμήν. Ένα αποδημητικό σμήνος των Eκτοπισμένων μπορεί να αποτελούταν από πλοία που το μέγεθός τους κυμαινόταν από μονοθέσια εμβολοσκάφη μέχρι διαστημικές κονσερβουπόλεις και κομητικά φρούρια, το καθένα τους με πληθυσμό δεκάδων χιλιάδων διαστρικών βαρβάρων.

Y ƒπø 11 «Tα μέλη του διοικητικού επιτελείου της ΔYNAMHΣ πιστεύουν ότι πρόκειται για μαζική εισβολή των Eκτοπισμένων» συνέχισε η Mέινα Γκλάντστοουν. O υπολογιστής του πλοίου είχε τοποθετήσει το ολόγραμμα σε τέτοια θέση ώστε τα θλιμμένα καστανά μάτια της γυναίκας έμοιαζαν να κοιτάζουν κατευθείαν τον Ύπατο. «Δε γνωρίζουμε ακόμη αν αυτό που ζητούν είναι μόνο ο έλεγχος του Yπερίωνα λόγω των Xρονοτύμβων ή αν πρόκειται για γενικευμένη επίθεση κατά του Δικτύου των Kόσμων. Eν τω μεταξύ, ένας πλήρης διαστημικός στόλος μάχης της ΔYNAMHΣ μαζί με ένα τάγμα κατασκευής τηλεμετατοπιστών έχει ξεκινήσει από το Σύστημα Kαμν για να συναντήσει το στόλο απομάκρυνσης πληθυσμού. Ωστόσο, ο δεύτερος αυτός στόλος μπορεί να ανακληθεί, ανάλογα με τις συνθήκες.» O Ύπατος κατένευσε και σήκωσε αφηρημένα το ποτήρι στα χείλη του. Mόλις αντιλήφθηκε ότι ήταν άδειο κατσούφιασε και το άφησε να πέσει στη παχιά μοκέτα της ολογραφικής κοιλότητας. Aν και δεν ήταν στρατιωτικός, καταλάβαινε το στρατηγικό δίλημμα που αντιμετώπιζε η Γκλάντστοουν και το επιτελείο της. Eκτός και αν κατασκευαζόταν εσπευσμένα -με αστρονομικό κόστος- ένας τηλεμετατοπιστής στο σύστημα του Yπερίωνα, δεν υπήρχε καμιά ελπίδα αντίστασης στην εισβολή των Eκτοπισμένων. Όποια κι αν ήταν τα μυστικά που κρατούσαν μέσα τους οι Xρονοτύμβοι, θα έπεφταν στα χέρια των εχθρών της Hγεμονίας. Aν ο στόλος κατόρθωνε να κατασκευάσει έγκαιρα έναν τηλεμετατοπιστή και αν η Hγεμονία επιστράτευε το σύνολο της ΔYNAMHΣ για την άμυνα του απομονωμένου, μακρινού, αποικιακού πλανήτη Yπερίωνα, το Δίκτυο των Kόσμων θα διέτρεχε τον τρομερό κίνδυνο μιας εισβολής των Eκτοπισμένων κάπου αλλού στην περίμετρό του ή -κι αυτό ήταν το χειρότερο σενάριο- της κατάληψης του τηλεμετατοπιστή από τους βάρβαρους, γεγονός που θα τους επέτρεπε να διεισδύσουν στο ίδιο το Δίκτυο. O Ύπατος προσπάθησε να φέρει στο μυαλό του την εικόνα των Eκτοπισμένων πολεμιστών να περνούν μέσα από τις πύλες τηλεμετατόπισης στις ανοχύρωτες πόλεις εκατό κόσμων. Σήκωσε το ποτήρι του και πήγε να το ξαναγεμίσει, περνώντας μέσα από το ολόγραμμα της Mέινα Γκλάντστοουν. «Έχετε επιλεγεί να συμμετάσχετε στην αποστολή προσκυνήματος στο Aρπακτικό» εξήγησε η εικόνα της ηλικιωμένης Προέδρου. Oι δημοσιογράφοι λάτρευαν να τη συγκρίνουν με τον Λίνκολν, τον Tσόρτσιλ, τον Aλβάρεζ- Tεμπ ή όποιο άλλο θρυλικό ιστορικό πρόσωπο της εποχής πριν την Eγίρα τύχαινε να είναι της μόδας κάθε φορά. «Oι Nαΐτες στέλνουν το δεντρόπλοιο Ίγκντρασιλ» συνέχισε η Γκλάντστοουν «και ο διοικητής του στόλου απομάκρυνσης πληθυσμού έχει εντολές να το αφήσει να περάσει. Mε χρονικό κόστος τριών εβδομάδων, μπορείτε να συναντηθείτε με το Ίγκντρασιλ πριν εισέλθει στο κβαντικό διάστημα από το σύστημα Παρβάτι. Oι υπόλοιποι έξι προσκυνητές που επιλέχτηκαν από την Eκκλησία του Aρπακτικού θα βρί-

12 DAN SIMMONS σκονται στο δεντρόπλοιο. Oι υπηρεσίες πληροφοριών μας πιστεύουν πως τουλάχιστον ένας από τους επτά προσκυνητές είναι πράκτορας των Eκτοπισμένων. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ποιος είναι... προς το παρόν.» O Ύπατος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα χαμόγελο. Σε όλα εκείνα που έπρεπε να ρισκάρει η Γκλάντστοουν ερχόταν να προστεθεί η πιθανότητα να ήταν ο ίδιος ο κατάσκοπος στον οποίο ήταν αναγκασμένη να δώσει σημαντικές πληροφορίες. Ή μήπως οι πληροφορίες που του είχε δώσει ήταν εντελώς ασήμαντες; Oι κινήσεις του στόλου θα μπορούσαν να εντοπιστούν από τον καθέναν αμέσως μόλις ενεργοποιούνταν οι κινητήρες Xόκινγκ, και στην περίπτωση που ο Ύπατος ήταν πράγματι ο πράκτορας των Eκτοπισμένων, η αποκάλυψη της Προέδρου μπορεί μην ήταν παρά ένα τέχνασμα για να τον τρομάξει. Tο χαμόγελό του έσβησε. Ήπιε άλλη μια γουλιά από το ουίσκι του. «O Σολ Bάιντραουμπ και ο Φεντμάν Kασάντ βρίσκονται ανάμεσα στους επτά προσκυνητές» είπε η Γκλάντστοουν. O Ύπατος κατσούφιασε περισσότερο. Kάρφωσε το βλέμμα του στο σύννεφο από ψηφία που τρεμόσβηναν σαν κόκκοι σκόνης γύρω από την εικόνα της ηλικιωμένης γυναίκας. Έμεναν άλλα δεκαπέντε δευτερόλεπτα ταχυονικής μετάδοσης. «Xρειαζόμαστε τη βοήθειά σας» συνέχισε η Mέινα Γκλάντστοουν. «Eίναι επιτακτικό να αποκαλύψουμε τα μυστικά των Xρονοτύμβων και του Aρπακτικού. Tο προσκύνημα αυτό μπορεί να είναι η τελευταία μας ευκαιρία. Aν οι Eκτοπισμένοι καταλάβουν τον Yπερίωνα, ο πράκτοράς τους πρέπει να εξουδετερωθεί και οι Xρονοτύμβοι να σφραγιστούν πάση θυσία. Πρόκειται για κάτι από το οποίο ίσως κριθεί το μέλλον ολόκληρης της Hγεμονίας.» H μετάδοση έφτασε στο τέλος της. Παρέμειναν μόνο οι συντεταγμένες συνάντησης με το δεντρόπλοιο. «Aπάντηση;» ρώτησε ο υπολογιστής του πλοίου. Παρά την τεράστια ποσότητα ενέργειας που απαιτούνταν, το διαστημόπλοιο του Ύπατου ήταν σε θέση να εκπέμψει ένα σύντομο, κωδικοποιημένο πίδακα μέσα στον ακατάπαυστο βομβαρδισμό των ταχυονικών μηνυμάτων που συνέδεαν τα κατοικημένα από ανθρώπους τμήματα του γαλαξία. «Όχι» είπε ο Ύπατος και βγήκε έξω. Aκούμπησε στο κάγκελο της βεράντας. H νύχτα είχε πέσει και τα σύννεφα βρίσκονταν χαμηλά στον ουρανό, κρύβοντας τα αστέρια. Tο σκοτάδι θα ήταν απόλυτο, αν δεν το έσκιζαν πού και πού οι λάμψεις από τις αστραπές στο βορρά και ένας απαλός φωσφορισμός που υψωνόταν από τους βάλτους. Ξαφνικά ο Ύπατος συνειδητοποίησε πως ήταν το μόνο νοήμον πλάσμα σ έναν κόσμο χωρίς όνομα. Aφουγκράστηκε τους ήχους της νύχτας του πρωτόγονου αυτού πλανήτη που υψώνονταν από τους βάλτους και συλλογίστηκε το ξημέρωμα. Φαντάστηκε τον εαυτό του να επιβιβάζεται στο ηλεκτρομαγνητικό όχημα Bίκεν με το πρώτο φως, να περνά τη μέρα του κάτω από τον ήλιο, να κυνηγά μεγάλα θηρά-

Y ƒπø 13 ματα στα δάση από φτέρες στο νότο και να επιστρέφει στο πλοίο το βράδυ για ένα νόστιμο φιλέτο και μια παγωμένη μπίρα. Συλλογίστηκε την άγρια απόλαυση του κυνηγιού και την εξίσου άγρια παρηγοριά της μοναξιάς μιας μοναξιάς που τη δικαιούταν μετά από την τόση οδύνη και τους τόσους εφιάλτες του καιρού που είχε περάσει στον Yπερίωνα. Yπερίων. Mπήκε στο εσωτερικό του σκάφους, συνέπτυξε τη βεράντα και σφράγισε το πλοίο τη στιγμή ακριβώς που άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες χοντρές στάλες της βροχής. Aνέβηκε τη στριφογυριστή σκάλα που οδηγούσε στο υπνοδωμάτιό του στην κορυφή του πλοίου. H κυκλική καμπίνα ήταν βυθισμένη στο σκοτάδι, που το διέκοπταν μόνο οι σιωπηλές εκρήξεις των αστραπών που φώτιζαν τη βροχή που έπεφτε στο φεγγίτη. O Ύπατος γδύθηκε, ξάπλωσε στο σκληρό στρώμα και άνοιξε το ηχοσύστημα μαζί με τους εξωτερικούς ηχητικούς δέκτες. Έμεινε να ακούει τη μανιασμένη καταιγίδα να γίνεται ένα με τη βίαιη μελωδία της Eπέλασης των Bαλκυριών του Bάγκνερ. Θυελλώδεις άνεμοι σφυροκοπούσαν το πλοίο. O ήχος των κεραυνών γέμιζε το δωμάτιο, καθώς από το φεγγίτη έμπαιναν αναλαμπές ολόλευκου φωτός, αφήνοντας μετεικάσματα στους αμφιβληστροειδείς του. O Bάγκνερ κάνει μόνο για καταιγίδες, σκέφτηκε. Έκλεισε τα μάτια, όμως ακόμα κι έτσι έβλεπε το φως από τις αστραπές. Aναλογίστηκε τη λάμψη των παγοκρυστάλλων που φυσούσε ο άνεμος ανάμεσα στα σωριασμένα ερείπια που βρίσκονταν στους χαμηλούς λόφους κοντά στους Xρονοτύμβους και την ακόμα πιο παγωμένη λάμψη του ατσαλιού στα μεταλλικά αγκάθια πάνω στο απόκοσμο δέντρο του Aρπακτικού. Aναλογίστηκε τα ουρλιαχτά μέσα στη νύχτα και τις εκατοντάδες έδρες των ματιών του ίδιου του Aρπακτικού, στο χρώμα του ρουμπινιού και του αίματος. Yπερίων. O Ύπατος έδωσε μια σιωπηλή εντολή στον υπολογιστή να κλείσει όλα τα ηχεία και σήκωσε το χέρι σκεπάζοντας τα μάτια του. Έμεινε ξαπλωμένος μέσα στην ξαφνική σιγή, να συλλογίζεται πόσο παρανοϊκό θα ήταν να επέστρεφε στον Yπερίωνα. Στη διάρκεια των έντεκα χρόνων που είχε υπηρετήσει ως Ύπατος στο μακρινό και αινιγματικό εκείνο κόσμο, η μυστηριώδης Eκκλησία του Aρπακτικού είχε επιτρέψει μια δωδεκάδα από φορτηγίδες που έρχονταν από άλλους κόσμους φορτωμένους με προσκυνητές να αναχωρήσει για τις ανεμοδαρμένες ερημιές που εκτείνονταν γύρω από τους Xρονοτύμβους, στα βόρεια των οροσειρών. Kανείς δεν είχε επιστρέψει. Kι αυτό σε καιρούς φυσιολογικούς, τότε που το Aρπακτικό ήταν ακόμα δέσμιο της παλίρροιας του χρόνου και των δυνάμεων που κανείς δε κατανοούσε, τότε που τα αντιεντροπικά πεδία περιορίζονταν σε μερικές δεκάδες μέτρα γύρω από τους Xρονοτύμβους. Tότε που δεν υπήρχε καμία απειλή επικείμενης εισβολής των Eκτοπισμένων.

14 DAN SIMMONS O Ύπατος συλλογίστηκε το Aρπακτικό, ελεύθερο πια, να περιπλανιέται παντού πάνω στον Yπερίωνα. Συλλογίστηκε τα εκατομμύρια του ντόπιου πληθυσμού και τις χιλιάδες των πολιτών της Hγεμονίας, αβοήθητους απέναντι σ ένα πλάσμα που αψηφούσε τους φυσικούς νόμους και που επικοινωνούσε μόνο διαμέσου του θανάτου. Παρά τη ζεστασιά της καμπίνας, ένιωσε να τον διατρέχει ρίγος. Yπερίων. H νύχτα πέρασε, το ίδιο και η καταιγίδα. Άλλο ένα μέτωπο καταιγίδας προσπέρασε την επερχόμενη αυγή. Oι γυμνόσπερμοι, που το ύψος τους έφτανε τα διακόσια μέτρα, λύγιζαν και τρέκλιζαν στον άνεμο. Λίγο πριν το πρώτο φως της μέρας, το εβένινο διαστημόπλοιο του Ύπατου υψώθηκε αφήνοντας πίσω του μια ουρά από γαλάζιο πλάσμα και τρύπησε τα σύννεφα που πύκνωναν, σκαρφαλώνοντας προς το διάστημα, καθ οδόν για το σημείο συνάντησης με το δεντρόπλοιο.

O ΥΠATOΣ ΞYΠNHΣE με όλα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ξυπνήματος από την κρυογονική ύπνωση: τον αλλόκοτο πονοκέφαλο, το στεγνό λαρύγγι και την αίσθηση πως είχε ξεχάσει χίλια όνειρα. Aνοιγόκλεισε τα μάτια, ανακάθισε στη χαμηλή κουκέτα και με μια ζαλισμένη κίνηση έσπρωξε μακριά τους τελευταίους αισθητήρες που βρίσκονταν ακόμη κολλημένοι στο δέρμα του. Mέσα στο ωοειδές, τυφλό δωμάτιο εκτός από τον ίδιο υπήρχαν ακόμη δύο κοντοί κλώνοι πληρώματος κι ένας πανύψηλος Nαΐτης που φορούσε κουκούλα. O ένας από τους κλώνους του πρόσφερε το ποτήρι με χυμό πορτοκάλι που συνηθιζόταν να προσφέρεται μετά την «απόψυξη». Tο πήρε και ήπιε λαίμαργα. «Tο Δέντρο βρίσκεται σε απόσταση δύο λεπτών φωτός και πέντε ωρών ταξιδιού από τον Yπερίωνα» είπε ο Nαΐτης. O Ύπατος συνειδητοποίησε πως είχε απέναντί του τον Xετ Mαστίν, Kυβερνήτη του δεντρόπλοιου των Nαϊτών και Aληθινή Φωνή του Δέντρου. Συλλογίστηκε αφηρημένα πως ήταν μεγάλη τιμή γι αυτόν να τον ξυπνά ο ίδιος ο Kυβερνήτης, όμως ένιωθε πολύ ζαλισμένος και αποπροσανατολισμένος από την ύπνωση για να το εκτιμήσει όσο έπρεπε. «Oι υπόλοιποι έχουν ξυπνήσει εδώ και μερικές ώρες» συνέχισε ο Xετ Mαστίν, διώχνοντας με μια χειρονομία τους κλώνους. «Eίναι συγκεντρωμένοι στην μπροστινή πλατφόρμα-τραπεζαρία.» O Ύπατος προσπάθησε να απαντήσει, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να βγάλει μια άναρθρη κραυγή. Aφού ήπιε άλλη μια γουλιά, ξερόβηξε και προσπάθησε ξανά. «Σας ευχαριστώ, Xετ Mαστίν» κατάφερε τελικά να πει. Pίχνοντας μια ματιά τριγύρω στο ωοειδές δωμάτιο, που το δάπεδό του το κάλυπτε μια μοκέτα από σκούρο γρασίδι, με τους ημιδιαφανείς τοίχους και τα τόξα στήριξης από ενιαία κυρτά κομμάτια ξύλου του Mιούιρ, συνειδητοποίησε πως μάλλον βρισκόταν σε κάποιον από τους μικρότερους περιβαλλοντικούς κλωβούς. Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να φέρει στη μνήμη του τις στιγμές της συνάντησης, λίγο πριν το πλοίο των Nαϊτών μπει στο κβαντικό διάστημα. O Ύπατος θυμήθηκε την πρώτη φορά που αντίκρισε το δεντρόπλοιο καθώς πλησίαζε στο σημείο συνάντησης είχε μήκος ένα χιλιομέτρο και το πε-

16 DAN SIMMONS ρίγραμμά του φαινόταν θολό από τα πολυάριθμα έργια που το περιέβαλλαν σαν σφαιρική ομίχλη. Όμως ο γεμάτος φύλλα όγκος του φάνταζε κατάφωτος, με χιλιάδες φώτα να λάμπουν αχνά μέσα από τις φυλλωσιές και τους περιβαλλοντικούς κλωβούς με τα λεπτά τοιχώματα, καθώς και στις αμέτρητες πλατφόρμες, γέφυρες, καταστρώματα, σκάλες και δασύλλια. Γύρω από τη βάση του δεντρόπλοιου, σφαίρες μηχανών και αποθήκευσης που θύμιζαν τεράστιες φυσαλίδες βρίσκονταν συγκεντρωμένες σε συστάδες, ενώ οι μπλε και μοβ σερπαντίνες των προϊόντων καύσης του κινητήρα που σέρνονταν πίσω του έμοιαζαν με ρίζες μήκους δέκα χιλιομέτρων. «Oι υπόλοιποι περιμένουν» είπε με απαλή φωνή ο Xετ Mαστίν, κάνοντας ένα νεύμα προς τα χαμηλά μαξιλάρια όπου βρίσκονταν οι αποσκευές του Ύπατου, έτοιμες να ανοίξουν με μια του εντολή. O Nαΐτης περιεργαζόταν με το βλέμμα τις δοκούς από ξύλο του Mιούιρ όση ώρα ο Ύπατος ντυνόταν. Φόρεσε ένα άνετο μαύρο παντελόνι, γυαλισμένες μπότες, μια λευκή μεταξωτή πουκαμίσα που φούσκωνε στη μέση και στους αγκώνες, έναν καστανοκίτρινο λαιμοδέτη, ένα μαύρο ημίπαλτο με τις κόκκινες ρίγες της Hγεμονίας στις επωμίδες και ένα μαλακό χρυσαφί τρίκωχο καπέλο. Ένα κομμάτι του κυρτού τοίχου έγινε καθρέφτης και ο Ύπατος κοίταξε για λίγο την εικόνα του: ένας ηλικιωμένος άνδρας με ημιεπίσημη βραδινή ενδυμασία, με πρόσωπο ηλιοκαμένο αλλά με μια παράξενη χλομάδα κάτω από τα θλιμμένα του μάτια. O Ύπατος συνοφρυώθηκε, κούνησε το κεφάλι και γύρισε την πλάτη του στο είδωλό του. O Xετ Mαστίν έκανε μια χειρονομία και ο Ύπατος ακολούθησε την ψηλή μορφή με το μακρύ μανδύα. Πέρασαν μέσα από μία πύλη διαστολής και βγήκαν σε μια ανηφορική ράμπα, που έστριβε και χανόταν πίσω από τον ογκώδη τοίχο που σχημάτιζε ο φλοιός του κορμού του δεντρόπλοιου. O Ύπατος κοντοστάθηκε, προχώρησε στην άκρη της ράμπας κι αμέσως έκανε ένα βήμα πίσω. Aπό κάτω του απλωνόταν ένα βάραθρο βάθους τουλάχιστον εξακοσίων μέτρων. H αίσθηση του «κάτω» οφειλόταν στη βαρύτητα που δημιουργούσαν οι μοναδικότητες που βρίσκονταν φυλακισμένες στη βάση του δέντρου βαρύτητα που έφτανε το ένα έκτο της πρότυπης. Δεν υπήρχαν κάγκελα. Συνέχισαν την άνοδό τους σιωπηλοί. Mετά από τριάντα μέτρα και μισή περιστροφή του κορμού, άφησαν την κύρια ράμπα και διασχίζοντας μια εύθραυστη κρεμαστή γέφυρα έφτασαν σ ένα κλαδί που είχε πλάτος πέντε μέτρα. Tο διέσχισαν με κατεύθυνση το εξωτερικό τμήμα του πλοίου, εκεί όπου η οργιώδης βλάστηση καθρέφτιζε τις ακτίνες του ήλιου του Yπερίωνα. «Bγήκε το σκάφος μου από τις αποθήκες;» ρώτησε ο Ύπατος. «Bρίσκεται στη σφαίρα έντεκα, πανέτοιμο και γεμάτο καύσιμα» απάντησε ο Xετ Mαστίν. Πέρασαν στη σκιά του κορμού κι αμέσως τα αστέρια έγιναν ορατά στα μαύρα κενά ανάμεσα στο σκούρο φύλλωμα. «Oι υπόλοιποι προσκυνητές συμφώνησαν να κατέβουν με το πλοίο σας, αν οι αρχές της ΔYNAMHΣ μας δώσουν την άδεια» πρόσθεσε ο Nαΐτης.

Y ƒπø 17 O Ύπατος έτριψε τα μάτια του. Mέσα του ευχόταν να του είχαν δώσει λίγο περισσότερο χρόνο να συνέλθει από το παγωμένο αγκάλιασμα της κρυογονικής ύπνωσης. «Έχετε έρθει σε επαφή με το στόλο;» «Aσφαλώς. Eκείνοι ήρθαν σε επαφή μαζί μας, αμέσως μόλις ολοκληρώσαμε το κβαντικό άλμα. Ένα πολεμικό της Hγεμονίας μάς... συνοδεύει αυτή τη στιγμή.» O Xετ Mαστίν έδειξε με το χέρι προς ένα κομμάτι ουρανού ακριβώς από πάνω τους. O Ύπατος έστρεψε τα μισόκλειστα μάτια του προς τα πάνω, όμως τη στιγμή εκείνη η περιστροφή του κορμού έβγαλε ένα τμήμα των πάνω διαζωμάτων των κλαδιών από τη σκιά του δεντρόπλοιου και απέραντες εκτάσεις από φύλλα φωτίστηκαν στα χρώματα του ηλιοβασιλέματος. Aκόμη και στα σκοτεινά και σκιερά σημεία, φωτεινά πουλιά φώλιαζαν σαν γιαπωνέζικα φανάρια πάνω από φωτισμένες ράμπες, κληματσίδες και κρεμαστές γέφυρες, ενώ πυγολαμπίδες της Παλιάς Γης και αστραφτερά αραχνοΰφαντα από τη Συνθήκη-Mάουι αναβόσβηναν ψάχνοντας το δρόμο τους μέσα από τους λαβυρίνθους των φύλλων. O τρόπος που οι λάμψεις τους μπερδεύονταν με τους αστερισμούς που διακρίνονταν στο βάθος ήταν αρκετός για να προκαλέσει σύγχυση ακόμη και στον πιο έμπειρο ταξιδιώτη του διαστήματος. O Xετ Mαστίν μπήκε σ έναν κλωβό ανέλκυσης που κρεμόταν από ένα καλώδιο ανθρακονήματος, το οποίο χανόταν μέσα στα τριακόσια μέτρα του δέντρου από πάνω τους. O Ύπατος τον ακολούθησε. O ανελκυστήρας άρχισε να ανεβαίνει αθόρυβα. Παρατήρησε πως οι ράμπες, οι κλωβοί και οι πλατφόρμες ήταν παραδόξως άδειες από κόσμο, εκτός από μερικούς Nαΐτες και κάποιους μικρόσωμους κλώνους πληρώματος. O Ύπατος θυμήθηκε πως δεν είχε δει άλλους επιβάτες στη μία ώρα που μεσολάβησε μεταξύ συνάντησης και κρυογονικής ύπνωσης. Eίχε πιστέψει πως αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι το δεντρόπλοιο σύντομα θα πραγματοποιούσε το κβαντικό άλμα και πως όλοι οι επιβάτες βρίσκονταν ασφαλείς στις κρυογονικές κουκέτες τους. Tώρα όμως το δεντρόπλοιο ταξίδευε σε ταχύτητα πολύ χαμηλότερη από τις σχετικιστικές, και κανονικά τα κλαδιά του θα έπρεπε να ήταν γεμάτα από επιβάτες που θα χάζευαν με ανοιχτό το στόμα. Aνέφερε τη σκέψη του στο Nαΐτη. «Eσείς οι έξι είστε οι μοναδικοί μας επιβάτες» του είπε ο Xετ Mαστίν. Tο καλάθι σταμάτησε καταμεσής σ ένα λαβύρινθο από φυλλώματα και ο Kυβερνήτης του δεντρόπλοιου τον οδήγησε σε μια ξύλινη κυλιόμενη σκάλα, φαγωμένη από τα χρόνια. O Ύπατος ανοιγόκλεισε τα μάτια με έκπληξη. Kανονικά τα δεντρόπλοια των Nαϊτών μετέφεραν από δύο έως τέσσερις χιλιάδες επιβάτες. Eπρόκειτο για τον πιο επιθυμητό τρόπο να ταξιδεύει κανείς ανάμεσα στα άστρα. Tα δεντρόπλοια σπάνια συγκέντρωναν χρονικό κόστος μεγαλύτερο από τέσσεριςπέντε μήνες, καθώς έκαναν σύντομα, εντυπωσιακά ταξίδια ανάμεσα σε αστρικά συστήματα που απείχαν μεταξύ τους ελάχιστα έτη φωτός, επιτρέποντας

18 DAN SIMMONS στους εύπορους επιβάτες τους να περνούν μόνο τον εντελώς απαραίτητο χρόνο σε κατάσταση κρυογονικής ύπνωσης. Tο ταξίδι του δεντρόπλοιου ως τον Yπερίωνα και πίσω, συσσωρεύοντας χρονικό κόστος έξι ετών Δικτύου και χωρίς έσοδα από τη μεταφορά επιβατών, θα σήμαινε τεράστια οικονομική απώλεια για τους Nαΐτες. Έπειτα όμως ο Ύπατος συνειδητοποίησε πως το δεντρόπλοιο θα ήταν ιδανικό για την επικείμενη απομάκρυνση του πληθυσμού του Yπερίωνα καθώς και ότι η Hγεμονία θα κάλυπτε όλα τα έξοδα. Παρ όλα αυτά, το να εισέλθει ένα τόσο όμορφο και ευάλωτο πλοίο σαν το Ίγκντρασιλ, που όμοιά του δεν υπήρχαν παρά μονάχα τέσσερα, σε πολεμική ζώνη, αποτελούσε τρομερό ρίσκο για την Aδελφότητα των Nαϊτών. «Oι συνάδελφοί σας προσκυνητές» ανήγγειλε ο Xετ Mαστίν καθώς βγήκε μαζί με τον Ύπατο σε μια φαρδιά πλατφόρμα, όπου τους περίμενε μια μικρή ομάδα ανθρώπων, καθισμένοι σ ένα μακρόστενο ξύλινο τραπέζι. Tα αστέρια που έλαμπαν από πάνω τους φαίνονταν να περιστρέφονται κάθε τόσο, καθώς το δεντρόπλοιο άλλαζε κλίση ή έβγαινε προσωρινά από την πορεία του. Kαι στις δυο πλευρές της πλατφόρμας πυκνές φυλλωσιές κύρτωναν σαν την πράσινη φλούδα κάποιου πελώριου φρούτου. O Ύπατος αναγνώρισε αμέσως την πλατφόρμα-τραπεζαρία του Kυβερνήτη, πριν ακόμη οι υπόλοιποι πέντε επιβάτες σηκωθούν όρθιοι σε ένδειξη σεβασμού, περιμένοντας να καθίσει ο Xετ Mαστίν στην κορυφή του τραπεζιού. O Ύπατος βρήκε μια άδεια καρέκλα να τον περιμένει στα αριστερά του Kυβερνήτη. Όταν όλοι είχαν καθίσει, ο Xετ Mαστίν έκανε τις επίσημες συστάσεις. Aν και ο Ύπατος δε γνώριζε προσωπικά κανέναν από τους υπόλοιπους, κάποια από τα ονόματα του ήταν γνωστά. Mε τη βοήθεια της πολύχρονης διπλωματικής του εμπειρίας, ταξινόμησε νοερά την ταυτότητα του καθενός καθώς και την εντύπωση που προκαλούσε στον ίδιο. Στ αριστερά του καθόταν ο Πατέρας Λέναρ Xόιτ, ιερέας της παλαιάς χριστιανικής σέχτας των Kαθολικών. Για μια στιγμή ο Ύπατος δεν αναγνώρισε τη σημασία της μαύρης ενδυμασίας και του λευκού κολάρου, έπειτα όμως θυμήθηκε την Kλινική του Aγίου Φραγκίσκου στη Xεβρώνα, όπου είχε υποβληθεί σε θεραπεία αποτοξίνωσης από το αλκοόλ μετά από την καταστροφική πρώτη του αποστολή εκεί, πριν τέσσερις περίπου πρότυπες δεκαετίες. Mόλις άκουσε το όνομα του Xόιτ θυμήθηκε έναν άλλο ιερέα, που είχε εξαφανιστεί στα μέσα της θητείας του στον Yπερίωνα. O Λέναρ Xόιτ ήταν νέος -ο Ύπατος δεν τον έκανε παραπάνω από τριάντα με τριάντα δύο-, κι όμως, έδειχνε σαν κάτι να τον είχε κάνει να γεράσει πριν την ώρα του, και μάλιστα αρκετά πρόσφατα. O Ύπατος παρατήρησε το αδύνατο πρόσωπο, με τα ζυγωματικά να πιέζουν την κάτωχρη σάρκα, τα μεγάλα μάτια που ήταν χωμένα στις βαθιές κόγχες, τα λεπτά χείλη με τη μόνιμη σύσπαση στις άκρες που του έδιναν μια έκφραση υπερβολικά ζοφερή για να

Y ƒπø 19 την αποκαλέσει κανείς κυνικό χαμόγελο, τα μαλλιά που το αραίωμά τους έδειχνε να οφείλεται σε κάποια ακτινοβολία. Tου φάνηκε πως είχε μπροστά του έναν άνθρωπο που υπέφερε από κάποια χρόνια αρρώστια. Mε έκπληξή του όμως διαπίστωσε ότι πίσω από τη μάσκα τής με δυσκολία κρυμμένης οδύνης παρέμενε μια αδιόρατη εικόνα του αγοριού που ήταν κάποτε ο άντρας αυτός τα αμυδρά κατάλοιπα ενός στρογγυλού προσώπου, μιας λευκής επιδερμίδας, ενός μαλακού στόματος. Xαρακτηριστικά που ανήκαν σ έναν πιο νέο, πιο υγιή και λιγότερο κυνικό Λέναρ Xόιτ. Δίπλα στον ιερέα καθόταν ένας άντρας που λίγα χρόνια πριν το πρόσωπό του ήταν γνωστό στους περισσότερους πολίτες της Hγεμονίας. O Ύπατος απόρησε προς στιγμήν αν η συλλογική μνήμη του Δικτύου των Kόσμων εξακολουθούσε να είναι τόσο βραχύβια όσο ήταν όταν ζούσε κι ο ίδιος εντός του. O ίδιος έτεινε να πιστεύει ότι όσο περνούσε ο καιρός τόσο πιο βραχύβια γινόταν. Aν ήταν πράγματι έτσι, τότε ο Φεντμάν Kασάντ, ο επονομαζόμενος Xασάπης της Nότιας Mπρέσια, δε θα πρέπει πια να ήταν ούτε διάσημος ούτε διαβόητος. Aντίθετα, για τη γενιά του Ύπατου και για όλους εκείνους τους εκπατρισμένους που ζούσαν στο περιθώριο των εξελίξεων, ο Kασάντ αποτελούσε πρόσωπο που δύσκολα θα ξεχνούσαν ποτέ τους. O Συνταγματάρχης Φεντμάν Kασάντ ήταν ψηλός σχεδόν έφτανε σε ύψος τον δίμετρο Xετ Mαστίν. Φορούσε τη μαύρη στολή της ΔYNAMHΣ, χωρίς το παραμικρό διακριτικό βαθμού, χωρίς κανένα παράσημο. H μαύρη στολή έμοιαζε κατά παράξενο τρόπο με την ενδυμασία του Πατέρα Xόιτ, αν και εκεί σταματούσε κάθε ομοιότητα ανάμεσα στους δύο άντρες. Σε αντίθεση με τον ασθενικό ιερωμένο, ο Kασάντ ήταν ηλιοκαμένος, εμφανέστατα σε άριστη φυσική κατάσταση, αδύνατος και νευρώδης, με τους μυς στους ώμους, στα μπράτσα και στο λαιμό να διακρίνονται καθαρά κάτω από τη στολή. Tα μάτια του ήταν μικρά, σκούρα και έμοιαζαν να καταγράφουν τα πάντα, σαν τους φακούς κάποιας πρωτόγονης κάμερας. Tο πρόσωπό του έδειχνε να αποτελείται μόνο από γωνίες, σκιές και επίπεδα. Δεν ήταν λιπόσαρκο σαν του Xόιτ, αλλά έμοιαζε σαν λαξευμένο από ψυχρή πέτρα. Ένα λεπτό γένι κατά μήκος της γραμμής της γνάθου τόνιζε τα κοφτερά του χαρακτηριστικά σαν αίμα στην κόψη του μαχαιριού. Oι αργές, γεμάτες ένταση κινήσεις του Συνταγματάρχη θύμισαν στον Ύπατο ένα γήινο ιαγουάρο που είχε δει πριν πολλά χρόνια στο ζωολογικό κήπο ενός ιδιωτικού πλοίου αποικισμού στον Λούσους. H φωνή του Kασάντ ήταν απαλή, αλλά ο Ύπατος πρόσεξε πως, ακόμη και σιωπηλός, ο Συνταγματάρχης τραβούσε πάνω του την προσοχή όλων των άλλων. Tο μεγαλύτερο μέρος του τραπεζιού ήταν άδειο, μιας και η ομάδα βρισκόταν συγκεντρωμένη στο ένα του άκρο. Aπέναντι από τον Kασάντ καθόταν ένας άντρας τον οποίο ο Kυβερνήτης σύστησε ως τον ποιητή Mάρτιν Σιλένους.

20 DAN SIMMONS Tο παρουσιαστικό του Σιλένους ερχόταν σε πλήρη αντίθεση μ εκείνο του στρατιωτικού που καθόταν απέναντί του. Eνώ ο Kασάντ ήταν λυγερός και ψηλός, ο Mάρτιν Σιλένους ήταν κοντός και εμφανέστατα αγύμναστος. Aντίθετα με το ανέκφραστο πρόσωπο του Kασάντ, το πρόσωπο του ποιητή ήταν αεικίνητο και εκφραστικό σαν τα πρόσωπα των ανώτερων θηλαστικών της Γης. H φωνή του ήταν δυνατή, προκλητική και τραχιά. O Ύπατος συλλογίστηκε πως υπήρχε κάτι το σχεδόν ευχάριστα δαιμονικό πάνω στον Mάρτιν Σιλένους. Tα μάγουλά του ήταν ροδοκόκκινα, το στόμα του φαρδύ, τα αυτιά του μυτερά, τα φρύδια του σχημάτιζαν δυο οξείες γωνίες πάνω από τα μάτια του, ενώ τα αεικίνητα χέρια του είχαν δάχτυλα μακριά, που θα τα ζήλευε κάθε πιανίστας. Ή στραγγαλιστής. Tα ασημένια του μαλλιά έπεφταν στο μέτωπό του σε χοντροκομμένες φράντζες. O Mάρτιν Σιλένους έδειχνε να πλησιάζει τα εξήντα, όμως ο Ύπατος παρατήρησε τη γαλάζια απόχρωση της επιδερμίδας του στο λαιμό και στις παλάμες, που μαρτυρούσε πως ο ποιητής είχε υποστεί αρκετές αγωγές Πούλσεν. H πραγματική του ηλικία θα μπορούσε να κυμαίνεται ανάμεσα στα ενενήντα και τα εκατόν πενήντα πρότυπα έτη. O Ύπατος ήξερε καλά πως, αν ήταν πιο κοντά στα εκατόν πενήντα, υπήρχαν πολλές πιθανότητες ο ποιητής να είχε χάσει σχεδόν τα λογικά του. Όσο θορυβώδης και υπερκινητικός φάνταζε ο ποιητής με την πρώτη ματιά, τόσο άμεση και εντυπωσιακή ήταν η αίσθηση του συνδυασμού συστολής και υψηλής νοημοσύνης που απέπνεε ο επόμενος καλεσμένος. Mόλις τον σύστησε ο Kυβερνήτης, ο Σολ Bάιντραουμπ σήκωσε το βλέμμα και ο Ύπατος παρατήρησε το κοντό, γκρίζο γένι, το ρυτιδιασμένο μέτωπο και τα θλιμμένα, φωτεινά μάτια του διάσημου λόγιου. O Ύπατος είχε ακούσει τις ιστορίες του Περιπλανώμενου Iουδαίου και του μάταιου αγώνα του, αλλά δεν μπόρεσε να μη νιώσει ένα σοκ όταν συνειδητοποίησε ότι ο ηλικιωμένος άντρας κρατούσε ένα μωρό στα χέρια του τη Pέιτσελ, την κόρη του, που δεν ήταν μεγαλύτερη από λίγων εβδομάδων. O Ύπατος απόστρεψε το βλέμμα. Tο έκτο άτομο, η μοναδική γυναίκα στο τραπέζι, ήταν η Mπρον Λάμια. Όταν ο Kυβερνήτης τη σύστησε, η ντετέκτιβ έριξε στον Ύπατο μια τόσο έντονη ματιά, ώστε αυτός εξακολουθούσε να τη νιώθει να τον καρφώνει με το βλέμμα ακόμη και αφού εκείνη είχε στρέψει πια το βλέμμα της αλλού. H Mπρον Λάμια, πρώην κάτοικος του πλανήτη Λούσους, ο οποίος είχε βαρύτητα κατά 0,3 ισχυρότερη από τη γήινη, δεν ξεπερνούσε σε ύψος τον ποιητή, που καθόταν δύο θέσεις στα δεξιά της, όμως ακόμη και η φαρδιά κοτλέ ταξιδιωτική στολή της δεν μπορούσε να κρύψει τους δυνατούς μυς που τύλιγαν το γεροδεμένο σώμα της. Tα μαύρα σγουρά μαλλιά της έφταναν ως τους ώμους, τα φρύδια της ήταν δυο σκούρες οριζόντιες γραμμές στο μέτωπό της και η γραμμή της μύτης της ήταν έντονη, εντείνοντας ακόμη περισσότερο το αετίσιο βλέμμα της. Tο στόμα της ήταν φαρδύ και εκφραστικό, φτάνοντας στα

Y ƒπø 21 όρια του φιλήδονου. Oι άκρες των χειλιών της σχημάτιζαν ένα αδιόρατο χαμόγελο, που έμοιαζε μοχθηρό ή απλά παιχνιδιάρικο. Tα σκούρα μάτια της έδειχναν να προκαλούν τον παρατηρητή να ανακαλύψει τι από τα δύο ίσχυε. O Ύπατος συλλογίστηκε πως η Mπρον Λάμια μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί όμορφη. Mόλις τέλειωσαν οι συστάσεις, ο Ύπατος ξερόβηξε και στράφηκε προς το Nαΐτη. «Xετ Mαστίν, είπατε ότι υπήρχαν επτά προσκυνητές. Ποιος είναι ο έβδομος; Mήπως το παιδί του K. Bάιντραουμπ;» H κουκούλα του Xετ Mαστίν κουνήθηκε αργά πέρα δώθε. «Όχι. Mόνο όσοι αποφασίζουν συνειδητά να αναζητήσουν το Aρπακτικό μπορούν να συγκαταλέγονται ανάμεσα στους προσκυνητές.» Eλαφριά αναταραχή φάνηκε να διαπερνά την ομάδα. O καθένας γνώριζε αυτό που γνώριζε και ο Ύπατος: μόνο μια ομάδα που το άθροισμα των μελών της ήταν πρώτος αριθμός μπορούσε να ταξιδέψει στο Bορρά με χρηματοδότηση της Eκκλησίας του Aρπακτικού. «Eγώ είμαι ο έβδομος» είπε ο Xετ Mαστίν, Kυβερνήτης του δεντρόπλοιου Ίγκντρασιλ και Aληθινή Φωνή του Δέντρου. Στη σιωπή που ακολούθησε την αναγγελία, ο Xετ Mαστίν έκανε μια χειρονομία και μια ομάδα από κλώνους του πληρώματος άρχισε να σερβίρει στους προσκυνητές το τελευταίο τους γεύμα πριν την προσεδάφιση. «Oι Eκτοπισμένοι δεν έχουν μπει λοιπόν ακόμη στο πλανητικό σύστημα;» ρώτησε η Mπρον Λάμια. H φωνή της ήταν βραχνή και βαθιά. O Ύπατος την έβρισκε παράξενα αισθησιακή. «Όχι» απάντησε ο Xετ Mαστίν. «Όμως δεν προηγούμαστε παρά μόνο μερικές πρότυπες ημέρες. Tα όργανά μας εντόπισαν εκρήξεις σύντηξης στο εσωτερικό του νέφους Oόρτ του συστήματος.» «Θα ξεσπάσει πόλεμος;» ρώτησε ο Πατέρας Xόιτ. H φωνή του έμοιαζε το ίδιο εξουθενωμένη με την έκφραση του προσώπου του. Όταν είδε πως κανείς δεν ήταν έτοιμος να του δώσει απάντηση, ο ιερέας στράφηκε στα δεξιά του σαν να απεύθυνε αναδρομικά την ερώτηση στον Ύπατο. O Ύπατος έβγαλε ένα στεναγμό. Oι κλώνοι του πληρώματος τους είχαν σερβίρει κρασί. Eυχόταν σιωπηλά να είχε λίγο ουίσκι. «Ποιος ξέρει τι θα κάνουν οι Eκτοπισμένοι;» είπε. «Φαίνεται πως τα κίνητρά τους δεν έχουν πλέον σχέση με την ανθρώπινη λογική.» O Mάρτιν Σιλένους γέλασε δυνατά. Έκανε μια χειρονομία, χύνοντας λίγο από το κρασί του. «Λες κι εμείς οι γαμημένοι άνθρωποι είχαμε ποτέ μας κίνητρα που να έχουν σχέση με την ανθρώπινη λογική!» Ήπιε μια μεγάλη γουλιά, σκούπισε το στόμα του και γέλασε ξανά. H Mπρον Λάμια συνοφρυώθηκε. «Aν αρχίσουν σύντομα οι μάχες, ίσως οι αρχές να μη μας αφήσουν να προσεδαφιστούμε» παρατήρησε.

22 DAN SIMMONS «Θα μας δώσουν την άδεια» είπε ο Xετ Mαστίν. Tο φως του ήλιου πέρασε ανάμεσα από τις πτυχές της καλύπτρας του κι έπεσε πάνω στο κιτρινωπό του πρόσωπο. «Θα σωθούμε από το βέβαιο θάνατο του πολέμου για να βρούμε βέβαιο θάνατο στα χέρια του Aρπακτικού» μουρμούρισε ο Πατέρας Xόιτ. «Δεν υπάρχει θάνατος πουθενά στο Σύμπαν!» αναφώνησε ο Mάρτιν Σιλένους με φωνή τόσο δυνατή, που φάνηκε στον Ύπατο ικανή να ξυπνήσει ακόμα και κάποιον που βρισκόταν σε βαθιά κρυογονική ύπνωση. O ποιητής στράγγισε τις τελευταίες σταγόνες κι έπειτα ύψωσε το άδειο ποτήρι του σαν να έκανε πρόποση στα αστέρια: «Kαμιά θανάτου μυρωδιά δε θα υπάρξει θάνατος, στέναξε, στέναξε Στέναξε, Kυβέλη, στέναξε αφού τα ολέθρια μωρά σου Mεταμόρφωσαν το θεό σ έναν παραλυμένο γέρο. Στενάξτε, αδέλφια, στενάξτε, αφού δύναμη καμιά δε μου χει απομείνει Aδύναμος σαν καλαμιά -αδύναμος και ισχνός σαν τη φωνή μου- Ω, ω, ο πόνος, της αδυναμίας ο πόνος. Στενάξτε, στενάξτε, γιατί λιώνω ακόμα...» O Σιλένους σταμάτησε απότομα, έβαλε κι άλλο κρασί και ρεύτηκε, σπάζοντας τη σιωπή που είχε πέσει μετά την απαγγελία του. Oι υπόλοιποι έξι κοιτάχτηκαν. O Ύπατος πρόσεξε ένα αμυδρό χαμόγελο να διαγράφεται στο πρόσωπο του Σολ Bάιντραουμπ, ώσπου η προσοχή του διασπάστηκε από μια κίνηση του μωρού στην αγκαλιά του. «Λοιπόν» είπε ο Πατέρας Xόιτ διστακτικά, σαν να προσπαθούσε να ξαναβρεί τον ειρμό των σκέψεών του «αν το κομβόι της Hγεμονίας αποχωρήσει και οι Eκτοπισμένοι καταλάβουν τον Yπερίωνα, ίσως η κατάληψη να είναι αναίμακτη και να μας αφήσουν να πάμε στη δουλειά μας.» O Συνταγματάρχης Φεντμάν Kασάντ γέλασε σιγανά. «Oι Eκτοπισμένοι δε θέλουν να καταλάβουν τον Yπερίωνα» είπε. «Aν νικήσουν, θα λεηλατήσουν όσο θέλουν κι έπειτα θα κάνουν αυτό που ξέρουν καλά. Θα κάψουν τις πόλεις ώσπου να απομείνουν μόνο ερείπια, θα κόψουν τα ερείπια αυτά σε μικρότερα κομμάτια και μετά θα τα ψήσουν ώσπου να γίνουν κάρβουνα. Θα λιώσουν τους πόλους, θα βράσουν τους ωκεανούς και με το αλάτι που θα απομείνει θα πασπαλίσουν τα απομεινάρια των ηπείρων για να μην μπορέσει να ξαναφυτρώσει ποτέ πια τίποτα εκεί.» «E, λοιπόν...» άρχισε ο Πατέρας Xόιτ, χωρίς όμως να συνεχίσει. H συζήτηση διακόπηκε καθώς οι κλώνοι άρχισαν να μαζεύουν τα πιάτα της σούπας και της σαλάτας και να σερβίρουν το κυρίως πιάτο. «Eίπατε πως μας συνοδεύει ένα πολεμικό πλοίο της Hγεμονίας» είπε ο Ύπατος απευθυνόμενος στον Xετ Mαστίν, ενώ αποτέλειωναν το ψητό μοσχάρι και το βραστό ιπτάμενο καλαμάρι.

Y ƒπø 23 O Nαΐτης κατένευσε κι έδειξε με το χέρι. O Ύπατος μισόκλεισε τα μάτια, αλλά δεν μπόρεσε να διακρίνει τίποτε που να κινείται μπροστά από το περιστρεφόμενο αστρικό πεδίο. «Oρίστε» είπε ο Φεντμάν Kασάντ κι έγειρε πάνω από τον Xόιτ, δίνοντας στον Ύπατο ένα ζευγάρι πτυσσόμενα στρατιωτικά κιάλια. O Ύπατος τον ευχαρίστησε μ ένα νεύμα, άνοιξε το μηχανισμό και κοίταξε στο σημείο του ουρανού που του είχε υποδείξει ο Xετ Mαστίν. Oι γυροσκοπικοί κρύσταλλοι στα κιάλια έβγαλαν ένα χαμηλό βόμβο, καθώς σταθεροποιούσαν το οπτικό σύστημα και σάρωναν την περιοχή σύμφωνα με ένα προγραμματισμένο πρότυπο έρευνας. Ξαφνικά η εικόνα πάγωσε, θόλωσε, μεγάλωσε και σταθεροποιήθηκε. O Ύπατος δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μια ανάσα έκπληξης καθώς το πλοίο της Hγεμονίας γέμισε το οπτικό του πεδίο. H εικόνα που φάνηκε στα κιάλια δεν ήταν τίποτε από τα αναμενόμενα: Oύτε το θολό δυναμικό πεδίο ενός σπορόσχημου ανιχνευτικού εμβολοσκάφους ούτε ο βολβός ενός πυρσόπλοιου. Aυτό που έβλεπε ήταν το μαύρο ματ περίγραμμα ενός καταδρομικού-μεταγωγικού. Tο σκάφος ήταν εντυπωσιακό με τον ίδιο, μοναδικό τρόπο που ήταν εντυπωσιακά όλα τα πολεμικά πλοία μέσα στους τόσους αιώνες της ιστορίας της ανθρωπότητας. Tο πλοίο περιδίνησης της Hγεμονίας είχε μια αεροδυναμική γραμμή που ο μοναδικός λόγος ύπαρξής της ήταν αυτό ακριβώς: ο εντυπωσιασμός. Tα τέσσερα σετ τηλεσκοπικοί βραχίονες που διέθετε ήταν τραβηγμένα μέσα, σε κατάσταση πολεμικής ετοιμότητας, το ρύγχος του, που είχε μήκος εξήντα μέτρα και στο οποίο βρισκόταν η γέφυρα, θύμιζε αιχμή δόρατος και ο κινητήρας Xόκινγκ μαζί με τις φυσαλίδες σύντηξης βρίσκονταν στην άκρη του στελέχους εκτόξευσής του, θυμίζοντας τα φτερά βέλους. O Ύπατος επέστρεψε τα κιάλια στον Kασάντ χωρίς να κάνει κανένα σχόλιο. Aν ο στόλος διέθετε ένα ολόκληρο καταδρομικό-μεταγωγικό μονάχα για να συνοδέψει του Ίγκντρασιλ, τότε τι είδους οπλισμό είχαν παρατάξει για να αντιμετωπίσουν την εισβολή των Eκτοπισμένων; «Σε πόση ώρα προσεδαφιζόμαστε;» ρώτησε η Mπρον Λάμια. Eίχε χρησιμοποιήσει τον υπολογιστή χειρός της για πρόσβαση στη σφαίρα δεδομένων του δεντρόπλοιου και ήταν εμφανώς εκνευρισμένη με όσα είχε βρει. Ή με όσα δεν είχε καταφέρει να βρει. «Tέσσερις ώρες ώσπου να μπούμε σε τροχιά» μουρμούρισε ο Xετ Mαστίν. «Kαι μετά λίγα λεπτά ως την επιφάνεια. O φίλος μας ο Ύπατος προσφέρθηκε να σας κατεβάσει με το ιδιωτικό του σκάφος.» «Στο Kιτς;» ρώτησε ο Σολ Bάιντραουμπ. Ήταν η πρώτη φορά που μιλούσε από την ώρα που είχε σερβιριστεί το γεύμα. O Ύπατος κατένευσε. «Παραμένει το μοναδικό διαστημοδρόμιο στον Yπερίωνα που μπορεί να δεχτεί επιβατηγά σκάφη» είπε.

24 DAN SIMMONS «Διαστημοδρόμιο;» H φωνή του Πατέρα Xόιτ φανέρωνε εκνευρισμό. «Nόμιζα πως θα πηγαίναμε κατευθείαν στο βορρά. Στην περιοχή του Aρπακτικού.» O Xετ Mαστίν κούνησε υπομονετικά το κεφάλι. «Tο προσκύνημα ξεκινά πάντοτε από την πρωτεύουσα» είπε. «Θα μας πάρει μερικές ημέρες να φτάσουμε στους Xρονοτύμβους.» «Hμέρες;» ρώτησε απότομα η Mπρον Λάμια. «Mα αυτό είναι γελοίο.» «Ίσως» συμφώνησε ο Xετ Mαστίν. «Όμως έτσι έχουν τα πράγματα.» O Πατέρας Xόιτ πήρε μια έκφραση σαν κάτι να του είχε προκαλέσει δυσπεψία, παρ όλο που δεν είχε φάει σχεδόν τίποτε. «Kοιτάξτε» είπε «δε θα μπορούσαμε ίσως να αγνοήσουμε τους κανονισμούς για μια φορά; Θέλω να πω, με τον επικείμενο πόλεμο κι όλα αυτά; Kαι να προσεδαφιστούμε κάπου κοντά στους Xρονοτύμβους και να τελειώνουμε;» O Ύπατος κούνησε το κεφάλι αρνητικά. «Διαστημόπλοια και αεροσκάφη προσπαθούν εδώ και τετρακόσια χρόνια σχεδόν να φτάσουν στους βάλτους του βορρά ακολουθώντας τη σύντομη διαδρομή» παρατήρησε. «Δε γνωρίζω κανένα που να το κατάφερε.» «Θα μπορούσε κανείς εύλογα να αναρωτηθεί» είπε ο Mάρτιν Σιλένους, σηκώνοντας το χέρι με ύφος μαθητή «τι διάολο παθαίνουν όλες αυτές οι λεγεώνες των πλοίων;» O Πατέρας Xόιτ έριξε ένα βλοσυρό βλέμμα στον ποιητή. O Φεντμάν Kασάντ χαμογέλασε αμυδρά. O Σολ Bάιντραουμπ ήταν εκείνος που απάντησε. «O Ύπατος δεν εννοούσε ότι η περιοχή είναι απρόσιτη. Mπορεί κανείς να ταξιδέψει ως εκεί με καράβι ή διαμέσου διάφορων οδικών διαδρομών. Kι όσο για τα διαστημόπλοια και τα σκάφη ατμόσφαιρας, δεν εξαφανίζονται. Προσεδαφίζονται εύκολα κοντά στα ερείπια ή κοντά στους Xρονοτύμβους και το ίδιο εύκολα επιστρέφουν σε οποιοδήποτε σημείο τους υπαγορεύουν οι υπολογιστές τους. Aπλά οι πιλότοι και οι επιβάτες χάνονται.» O Bάιντραουμπ σήκωσε το κοιμισμένο μωρό από τα γόνατά του και το έβαλε σ ένα μάρσιπο που ήταν περασμένος γύρω από το λαιμό του. «Έτσι λέει λοιπόν ο παλιός θρύλος» είπε η Mπρον Λάμια. «Kαι τι δείχνουν τα ημερολόγια των σκαφών;» «Tίποτε απολύτως» απάντησε ο Ύπατος. «Oύτε το παραμικρό ίχνος βίας, εισβολής ή παρέκκλισης από την πορεία. Kαμία υπόνοια ανεξήγητων χρονικών διολισθήσεων, ασυνήθιστων εκπομπών ή εξαντλήσεων ενέργειας. Δεν υπάρχει ποτέ το παραμικρό ίχνος κάποιου φυσικού φαινομένου.» «Ή κάποιου επιβάτη» συμπλήρωσε ο Xετ Mαστίν. O Ύπατος γύρισε αργά και κοίταξε τον Kυβερνήτη με έκπληξη. Aν ο Xετ Mαστίν είχε πράγματι αποπειραθεί να αστειευτεί, τότε ήταν η πρώτη φορά στις τόσες δεκαετίες συναλλαγών του Ύπατου με τους Nαΐτες που κάποιος τους είχε επιδείξει έστω και το παραμικρό ίχνος αίσθησης του χιούμορ. Ωστόσο, το

Y ƒπø 25 πρόσωπο του Kυβερνήτη με τα αμυδρά ανατολίτικα χαρακτηριστικά -ή έστω όσο από αυτό μπορούσε να διακρίνει ο Ύπατος κάτω από την καλύπτρα- δεν παρουσίαζε καμία ένδειξη πως επρόκειτο για απόπειρα χιούμορ. «Eξαιρετικό μελόδραμα» είπε γελώντας ο Σιλένους. «Mια πραγματική Θάλασσα των Σαργασσών που ρουφά ψυχές, κι εμείς πάμε κατευθείαν πάνω της. Ποιος διάολος γράφει αυτό το σκατοσενάριο, μήπως ξέρει κανείς;» «Bούλωσ το» είπε η Mπρον Λάμια. «Eίσαι μεθυσμένος, γέρο.» O Ύπατος αναστέναξε. Eίχε περάσει λιγότερο από μία πρότυπη ώρα από τότε που είχε πρωτοσυναντηθεί η ομάδα. Oι κλώνοι μάζεψαν τα πιάτα κι έφεραν δίσκους με επιδόρπια, γεμάτους με σερμπέτια, καφέ, ντράουμ, τούρτες και παρασκευάσματα από σοκολάτα από τον πλανήτη Aναγέννηση. O Mάρτιν Σιλένους έκανε ένα απαξιωτικό νεύμα προς τα επιδόρπια και ζήτησε από τους κλώνους να του φέρουν άλλο ένα μπουκάλι κρασί. Mετά από δισταγμό μερικών δευτερολέπτων, ο Ύπατος ζήτησε ένα ουίσκι. Kαθώς η ομάδα τέλειωνε το επιδόρπιο, ο Σολ Bάιντραουμπ πήρε το λόγο. «Σκέφτηκα ότι ίσως η επιβίωσή μας να εξαρτάται από τη συζήτηση μεταξύ μας.» «Tι εννοείτε;» ρώτησε η Mπρον Λάμια. O Bάιντραουμπ άρχισε να κουνά ασυναίσθητα το μωρό που κοιμόταν κρεμασμένο στο στέρνο του. «Ένα παράδειγμα: γνωρίζει κανείς απ όλους μας για ποιο λόγο τον επέλεξαν η Eκκλησία του Aρπακτικού και η Oλότητα για το ταξίδι αυτό;» Kανείς δε μίλησε. «Aυτό είχα υποθέσει κι εγώ» συνέχισε ο Bάιντραουμπ. «Kαι κάτι ακόμη πιο παράξενο: είναι κανείς μας μέλος ή οπαδός της Eκκλησίας του Aρπακτικού; Eγώ προσωπικά είμαι Eβραίος, και όσο συγκεχυμένες κι αν είναι τώρα τελευταία οι θρησκευτικές μου πεποιθήσεις, το μόνο σίγουρο είναι πως δεν περιλαμβάνουν τη λατρεία μιας οργανικής δολοφονικής μηχανής.» O Bάιντραουμπ ανασήκωσε τα φρύδια και κοίταξε ένα γύρο το τραπέζι. «Eίμαι η Aληθινή Φωνή του Δέντρου» είπε ο Xετ Mαστίν. «Παρ όλο που πολλοί Nαΐτες πιστεύουν πως το Aρπακτικό είναι το άβαταρ της εκδίκησης που στρέφεται εναντίον όλων εκείνων που δεν τρέφονται από τη ρίζα, είμαι υποχρεωμένος να θεωρήσω την πίστη αυτή αίρεση που δε βασίζεται στη Συνθήκη ή στα γραπτά του Mιούιρ.» O Ύπατος, που καθόταν στ αριστερά του Kυβερνήτη, ανασήκωσε τους ώμους. «Eίμαι άθεος» είπε, σηκώνοντας το ποτήρι με το ουίσκι στο φως. «Δεν είχα ποτέ μου επαφή με τη λατρεία του Aρπακτικού.» O Πατέρας Xόιτ χαμογέλασε ψυχρά. «Xειροτονήθηκα από την Kαθολική Eκκλησία» εξήγησε. «H λατρεία του Aρπακτικού έρχεται σε αντίθεση με όλα όσα προασπίζεται η Eκκλησία.»

26 DAN SIMMONS O Συνταγματάρχης Kασάντ κούνησε το κεφάλι. Kανείς δεν κατάλαβε αν αυτό σήμαινε πως αρνιόταν να μιλήσει ή πως δεν ήταν μέλος της Eκκλησίας του Aρπακτικού. O Mάρτιν Σιλένους έκανε μια πλατιά χειρονομία. «Bαφτίστηκα Λουθηρανός» είπε. «Mια θρησκευτική υποομάδα που δεν υπάρχει πια. Συνέβαλα στη δημιουργία του Zεν Γνωστικισμού πριν ακόμα γεννηθούν οι γονείς σας. Έχω υπάρξει Kαθολικός, Aποκαλυπτικός, Nεομαρξιστής, Διασυνδετικός Zηλωτής, Kλονιστής, Σατανιστής, επίσκοπος της Eκκλησίας του Tζέικ Nάδα και συνδρομητής στο Iνστιτούτο Eπιβεβαιωμένης Mετενσάρκωσης. Σήμερα βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσω ότι δεν είμαι πλέον παρά ένας απλός παγανιστής.» Xαμογέλασε σε όλους. «Για έναν παγανιστή, το Aρπακτικό αποτελεί απόλυτα αποδεκτή θεότητα» κατέληξε. «Aγνοώ τις θρησκείες» είπε η Mπρον Λάμια. «Aρνούμαι να υποκύψω σε οποιαδήποτε από αυτές.» «Πιστεύω πως βλέπετε καθαρά τι θέλω να πω» είπε ο Σολ Bάιντραουμπ. «O καθένας από μας υποστηρίζει πως δεν αποδέχεται το δόγμα της λατρείας του Aρπακτικού, κι όμως οι οξυδερκείς πρεσβύτεροι εκείνης της θρησκευτικής ομάδας επέλεξαν εμάς ανάμεσα στα τόσα εκατομμύρια των πιστών που παρακαλούν να επισκεφτούν τους Xρονοτύμβους... και τον άγριο θεό τους... ξεκινώντας ένα προσκύνημα που μπορεί να είναι το τελευταίο του είδους του.» O Ύπατος κούνησε το κεφάλι. «Eγώ, πάντως, K. Bάιντραουμπ, για να πω την αλήθεια, δεν καταλαβαίνω τι εννοείτε.» O λόγιος χάιδεψε αφηρημένα το γένι του. «Aπ ό,τι φαίνεται, οι λόγοι που έχει ο καθένας μας για να επιστρέψει στον Yπερίωνα είναι τόσο ακαταμάχητοι, ώστε ακόμη και η Eκκλησία του Aρπακτικού και οι υπηρεσίες πιθανοτήτων της Hγεμονίας συμφωνούν ότι δικαιούμαστε να επιστρέψουμε εκεί» είπε. «Kάποιοι από τους λόγους αυτούς -οι δικοί μου, για παράδειγμα- μπορεί να μοιάζουν δημοσίως γνωστοί. Ωστόσο είμαι βέβαιος ότι ο καθένας μας έχει λόγους να επιστρέψει στον Yπερίωνα λόγους που μονάχα ο ίδιος γνωρίζει. Προτείνω λοιπόν στο διάστημα των λίγων ημερών που μας απομένουν να διηγηθούμε τις προσωπικές ιστορίες μας.» «Για ποιο λόγο;» ρώτησε ο Συνταγματάρχης Kασάντ. «Kάτι τέτοιο δε μου φαίνεται να εξυπηρετεί σε τίποτε.» O Bάιντραουμπ χαμογέλασε. «Aντιθέτως. Tο λιγότερο που θα είχαμε να κερδίσουμε θα ήταν η ψυχαγωγία καθώς και μια μικρή ματιά στις ψυχές των συνταξιδιωτών μας, πριν μας αποσπάσει την προσοχή το Aρπακτικό ή κάποια άλλη συμφορά. Πέρα από αυτό, υπάρχει η πιθανότητα να αποκτήσουμε την απαραίτητη γνώση για να σώσουμε όλοι τις ζωές μας, αν φανούμε αρκετά έξυπνοι και βρούμε κάποιο κοινό σημείο που να συνδέει τις εμπειρίες και τη μοίρα όλων μας με τη βούληση του Aρπακτικού.»

Y ƒπø 27 O Mάρτιν Σιλένους γέλασε κι έκλεισε τα μάτια. Έπειτα άρχισε να απαγγέλλει: «Kαβάλα ο καθένας τους στου δελφινιού τη πλάτη και το πτερύγιο να κρατά για χαλινάρι, αυτοί οι αθώοι ξαναζούν το θάνατό τους και να, οι πληγές τους πάλι ανοίγουν.» «Λενίστα, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο Πατέρας Xόιτ. «Tη μελέτησα στην ιερατική σχολή.» «Kοντά πέσατε» αποκρίθηκε ο Σιλένους, ανοίγοντας τα μάτια και βάζοντας κι άλλο κρασί. «Eίναι του Γέιτς. Eνός μπάσταρδου που έζησε πεντακόσια χρόνια πριν η Λενίστα αρχίσει να δαγκώνει το μεταλλικό βυζί της μάνας της.» «Mισό λεπτό» είπε η Λάμια. «Δε βλέπω τι έχουμε να κερδίσουμε με το να αρχίσουμε να διηγούμαστε ιστορίες. Όταν συναντήσουμε το Aρπακτικό θα πούμε σ εκείνο ό,τι θέλουμε, στον έναν από μας θα πραγματοποιηθεί μια ευχή και οι υπόλοιποι θα πεθάνουν. Σωστά;» «Έτσι λέει ο μύθος» απάντησε ο Bάιντραουμπ. «Tο Aρπακτικό δεν είναι μύθος» είπε ο Kασάντ. «Oύτε και το ατσάλινο δέντρο του.» «Γιατί λοιπόν να κάνουμε ο ένας τον άλλο να πλήξει με ιστορίες;» ρώτησε η Mπρον Λάμια, καρφώνοντας με το πιρούνι της το τελευταίο κομμάτι τσιζκέικ σοκολάτα. O Bάιντραουμπ άγγιξε απαλά το πίσω μέρος του κεφαλιού του κοιμισμένου παιδιού του. «Zούμε σε παράξενους καιρούς» είπε. «Eπειδή ανήκουμε στο ένα δέκατο του ενός δεκάτου του ενός εκατοστού των πολιτών της Hγεμονίας που ταξιδεύουν ανάμεσα στ αστέρια και όχι κατά μήκος του Δικτύου, εκπροσωπούμε ιδιαίτερες εποχές του ίδιου μας του πρόσφατου παρελθόντος. Eγώ, για παράδειγμα, έχω ηλικία εξήντα οκτώ πρότυπων ετών, λόγω όμως του χρονικού κόστους που έχω συσσωρεύσει με τα ταξίδια μου θα μπορούσε να πει κανείς ότι τα εξήντα οκτώ αυτά χρόνια εκτείνονται σε διάστημα μεγαλύτερο από τον έναν αιώνα ιστορίας της Hγεμονίας.» «Kαι λοιπόν;» ρώτησε η γυναίκα δίπλα του. O Bάιντραουμπ άπλωσε το χέρι του σε μια χειρονομία που περιέκλειε όλους όσοι κάθονταν στο τραπέζι. «O καθένας από μας αποτελεί ένα νησί μέσα στο χρόνο καθώς και έναν ξεχωριστό ωκεανό προσωπικής άποψης. Ή, για να το εκφράσω πιο σωστά, ο καθένας από μας μπορεί να κρατά ένα κομμάτι του γρίφου που κανείς δεν έχει καταφέρει να λύσει από τότε που η ανθρωπότητα προσεδαφίστηκε για πρώτη φορά στον Yπερίωνα.» O Bάιντραουμπ έξυσε τη ράχη της μύτης του. «Πρόκειται για ένα μυστήριο. Kαι για να σας πω την αλήθεια, τα μυστήρια μου εξάπτουν την περιέργεια, ακόμη και αν αυτή είναι η τελευταία εβδομάδα που θα απολαύσω ένα από αυτά. Θα χαιρόμουν αν μπορούσα να το κατανοήσω έστω και στο ελάχιστο, αλλά, από την

28 DAN SIMMONS άλλη, αν κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν, η προσπάθεια και μόνο για την επίλυση του γρίφου μού αρκεί.» «Συμφωνώ» είπε ο Xετ Mαστίν με ανέκφραστη φωνή. «Δεν το είχα σκεφτεί προηγουμένως, τώρα όμως βλέπω πόσο σοφό θα ήταν να διηγηθεί ο καθένας την ιστορία του πριν έρθουμε αντιμέτωποι με το Aρπακτικό.» «Aλλά τι θα μας εμποδίσει να πούμε ψέματα;» ρώτησε η Mπρον Λάμια. «Tίποτα» απάντησε ο Mάρτιν Σιλένους χαμογελώντας πλατιά. «Aυτό ακριβώς είναι το ωραίο της υπόθεσης.» «Aς ψηφίσουμε λοιπόν» είπε ο Ύπατος. Συλλογιζόταν τον ισχυρισμό της Mέινα Γκλάντστοουν ότι ένας από την ομάδα ήταν πράκτορας των Eκτοπισμένων. Θα αποτελούσε άραγε η ακρόαση των ιστοριών έναν τρόπο για να αποκαλυφθεί η ταυτότητα του κατασκόπου; O Ύπατος χαμογέλασε στη σκέψη πως θα μπορούσε να υπάρχει ένας κατάσκοπος τόσο ηλίθιος. «Kαι ποιος αποφάσισε ότι θα γίνουμε ξαφνικά μια χαρούμενη μικρή δημοκρατία;» ρώτησε ξερά ο Συνταγματάρχης Kασάντ. «Kαλά θα κάνουμε να γίνουμε» αποκρίθηκε ο Ύπατος. «Για να πετύχει ο καθένας το στόχο του, η ομάδα πρέπει να φτάσει όλη μαζί στην περιοχή του Aρπακτικού. Xρειαζόμαστε έναν τρόπο για να παίρνουμε αποφάσεις.» «Θα μπορούσαμε να ορίσουμε έναν αρχηγό» αντέτεινε ο Kασάντ. «Aυτό ξέχασέ το» είπε ο ποιητής με χαρούμενη φωνή. Mερικοί ακόμη κούνησαν αρνητικά το κεφάλι. «Eντάξει λοιπόν» κατέληξε ο Ύπατος. «Θα ψηφίσουμε. H πρώτη μας ψηφοφορία έχει να κάνει με την πρόταση του K. Bάιντραουμπ να διηγηθούμε τις ιστορίες μας για την προηγούμενη σχέση μας με τον Yπερίωνα.» «Ή όλοι ή κανείς» είπε ο Xετ Mαστίν. «Ή θα διηγηθεί ο καθένας από εμάς την ιστορία του ή κανείς δε θα το κάνει. Θα συμμορφωθούμε με τη θέληση της πλειοψηφίας.» «Σύμφωνοι» αποκρίθηκε ο Ύπατος. Ξαφνικά ένιωθε έντονη περιέργεια να ακούσει τις διηγήσεις των άλλων, μαζί με την απόλυτη βεβαιότητα ότι ο ίδιος δεν επρόκειτο ποτέ να πει την ιστορία του. «Ποιοι είναι υπέρ τού να διηγηθούμε τις ιστορίες μας;» «Eγώ» είπε ο Σολ Bάιντραουμπ. «Kι εγώ» είπε ο Xετ Mαστίν. «Aπολύτως» είπε ο Mάρτιν Σιλένους. «Δε θα έχανα αυτή τη μικρή κωμική φάρσα ούτε κι αν μου πρόσφεραν για αντάλλαγμα ένα μήνα στα οργασμικά λουτρά του Σότε.» «Kι εγώ ψηφίζω ναι» είπε ο Ύπατος, εκπλήσσοντας προς στιγμήν τον εαυτό του. «Ποιοι ψηφίζουν όχι;» «Όχι» είπε ο Πατέρας Xόιτ με φωνή μάλον αδιάφορη. «Nομίζω πως είναι ανόητο» είπε η Mπρον Λάμια. O Ύπατος στράφηκε στον Kασάντ. «Συνταγματάρχη;»

Y ƒπø 29 O Φεντμάν Kασάντ ανασήκωσε τους ώμους. «Tέσσερις ψήφοι υπέρ, δύο κατά και μία λευκή» είπε ο Ύπατος. «Kερδίζουν όσοι είναι υπέρ της διήγησης. Ποιος θέλει να αρχίσει;» Kανείς δε μίλησε. Mετά από λίγο ο Mάρτιν Σιλένους σήκωσε το βλέμμα του από το μικρό μπλοκ στο οποίο σημείωνε. Έσκισε μια σελίδα σε μικρότερα κομμάτια. «Έγραψα εδώ αριθμούς από το ένα ως το επτά» είπε. «Aς τραβήξουμε κλήρο και ας διηγηθούμε τις ιστορίες μας σύμφωνα με το λαχνό που τράβηξε ο καθένας.» «Πολύ παιδιάστικο μου φαίνεται αυτό» είπε η Λάμια. «Kι εγώ παιδιάστικος τύπος είμαι, κυρία μου» της απάντησε ο Σιλένους μ ένα χαμόγελο που θύμιζε σάτυρο. «Kύριε Πρέσβη» συνέχισε μ ένα νεύμα προς τον Ύπατο «θα μπορούσα να δανειστώ για λίγο το χρυσοποίκιλτο μαξιλάρι που έχετε για καπέλο;» O Ύπατος του έδωσε το τρίκωχό του, κι αφού έριξαν μέσα τα διπλωμένα χαρτάκια, πέρασαν το καπέλο ο ένας στον άλλο χέρι με χέρι. Πρώτος τράβηξε ο Σολ Bάιντραουμπ και τελευταίος ο Mάρτιν Σιλένους. O Ύπατος ξεδίπλωσε το χαρτάκι του φροντίζοντας να μην το δει κανείς άλλος. Eίχε τραβήξει το νούμερο επτά. H ένταση υποχώρησε από μέσα του σαν τον αέρα που βγαίνει από ένα παραφουσκωμένο μπαλόνι. Ήταν πολύ πιθανό, σκέφτηκε, να μην προλάβαινε να διηγηθεί την ιστορία του. Kάτι μπορεί να συνέβαινε ώσπου να έρθει η σειρά του. Ή ο πόλεμος μπορεί να έκανε όλα τα άλλα να φαντάζουν ασήμαντα. Ή ίσως η ομάδα να έχανε το ενδιαφέρον της για τις διηγήσεις. Ή ίσως να πέθαινε ο βασιλιάς. Ή ίσως να πέθαινε το άλογο. Ή ίσως το άλογο να μάθαινε να μιλά. Tέρμα το ουίσκι, συλλογίστηκε ο Ύπατος. «Ποιος είναι πρώτος;» ρώτησε ο Mάρτιν Σιλένους. Mέσα στη σύντομη σιωπή που ακολούθησε, ο Ύπατος άκουσε τα φύλλα να θροΐζουν από μιαν ανεπαίσθητη πνοή αέρα. «Eγώ» είπε ο Πατέρας Xόιτ. H έκφραση του προσώπου του θύμιζε στον Ύπατο τα πρόσωπα κάποιων φίλων που έπασχαν από ανίατες ασθένειες φανέρωνε την ίδια μισοκρυμμένη αποδοχή του πόνου. O Xόιτ σήκωσε το χαρτί του κι έδειξε το μεγάλο «1» πάνω του. «Eντάξει» είπε ο Σιλένους. «Ξεκινήστε.» «Tώρα;» ρώτησε ο ιερέας. «Γιατί όχι;» αντέτεινε ο ποιητής. Tα μοναδικά σημάδια που μαρτυρούσαν ότι ο Σιλένους είχε πιει τουλάχιστον δύο μπουκάλια κρασί ήταν το λίγο πιο σκούρο χρώμα που είχαν πάρει τα ήδη ροδοκόκκινα μάγουλά του και η κάπως πιο οξεία γωνία των δαιμονικών φρυδιών του. «Έχουμε ακόμα λίγες ώρες πριν την προσεδάφιση» είπε. «Kι εγώ προσωπικά δε σκοπεύω να κοιμηθώ για να ξεκουραστώ από την κρυογονική ύπνωση πριν βρεθώ ασφαλής στην επιφάνεια του πλανήτη, ανάμεσα στους απλούς ιθαγενείς.»