ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ» ΓΕΩΡΓΑΛΗ ΔΗΜΗΤΡΑ Α.Μ. 400653 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: ΓΙΟΒΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΡΗΓΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ... 8 Ι) Η ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΠΟΧΗ... 8 ΙΙ) Η ΣΥΝΑΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 11 Α)ΑΡΘΡΟ 5 παρ.1 Σ... 11 Β) ΑΡΘΡΟ 5 παρ.3 Σ... 12 Γ) ΑΡΘΡΟ 14 παρ.1 Σ... 13 ΙIΙ) Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ... 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ- ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 16 Ι. ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ... 16 ΙΙ. ΝΟΜΟΣ ΠΕΡΙ ΑΘΕΜΙΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ... 18 ΙΙΙ. Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2251/1994 ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 146/1914... 20 ΙV) ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.... 20 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ- ΟΙ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ, ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 24 Ι. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 24 2
ΙΙ. ΟΙ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ... 27 ΙΙΙ. ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 29 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ- ΜΟΡΦΕΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 31 Ι. ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ... 31 Α)ΟΡΙΣΜΟΣ... 31 Β) ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9δ παρ1... 33 ΙΙ. ΑΘΕΜΙΤΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ... 36 ΙΙΙ. ΕΜΜΕΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ... 38 ΙV. ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ... 40 Α)ΟΡΙΣΜΟΣ... 40 Β)ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΤΡΕΠΤΟΥ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 42 Γ) ΕΙΔΗ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ... 45 Δ)ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ... 47 Ε) ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΕΣ ΔΟΚΙΜΕΣ... 48 V. ΑΜΕΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ... 49 VΙ.ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΜΕΣΑ ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ... 51 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ- ΤΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ... 52 Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ... 52 ΙΙ. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ... 53 ΙΙΙ. ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ.. 55 3
ΙV. ΜΟΡΦΕΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ... 58 V. ΜΗ ΖΗΤΗΘΕΙΣΑ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΩΝΙΑ... 60 Α)Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΗ ΖΗΤΗΘΕΙΣΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (Spamming).... 60 Β)ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΔ 131/2003 ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΖΗΤΗΘΕΙΣΑ ΕΜΠΟΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ..... 62 Γ) ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν 2251/1994 ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΖΗΤΗΘΕΙΣΑ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ... 64 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ- Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ.. 67 Ι. ΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ... 67 Α)ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ... 67 Β)ΕΝΩΣΕΙΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ... 69 Γ)ΒΑΡΟΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ... 72 Δ) ΕΝΔΙΚΑ ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ... 73 ΙΙ. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ... 75 ΙΙΙ. ΠΟΙΝΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ... 77 ΙV. ΕΞΩΔΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ... 77 Α)ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ... 77 Β)ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΦΙΛΙΚΟΥ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ... 78 Γ) ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ... 80 Δ)ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ... 81 Ε) ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΠΟ ΙΔΙΟΚΤΗΤΕΣ ΚΩΔΙΚΩΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ..82 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 82 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ... 84 4
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΚ Αστικός Κώδικας ΑΠ Αρμ ΔΕΕ εδ. ΕΔΕΕ ΕΕ ΕΕμπΔ επ. ΕΚ ΕΚΔ ΕλλΔνη ΕπισκΕΔ ΕΣΔΑ Εφ ΚπολΔ ΚΥΑ ΜΠρ ΝοΒ Ν ο.π. ΠΔ Άρειος Πάγος Αρμενόπουλος Δίκαιο Επιχειρήσεων και Εταιριών Εδάφιο Ένωση Διαφημιστικών Εταιριών Ελλάδος Ευρωπαϊκή Ένωση Επιθεώρηση Εμπορικού Δικαίου Επόμενα Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ελληνικός Κώδικας Διαφήμισης Ελληνική Δικαιοσύνη Επισκόπηση Εμπορικού Δικαίου Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων των Ανθρώπων Εφετείο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Κοινή Υπουργική Απόφαση Μονομελές Πρωτοδικείο Νομικό Βήμα Νόμος Όπως παραπάνω Προεδρικό Διάταγμα 5
παρ. περ. ΠΚ Σ ΣΔΕ σελ. στ. ΤΝΠ Παράγραφος Περίπτωση Ποινικός Κώδικας Σύνταγμα Σύνδεσμος Διαφημιζομένων Ελλάδας Σελίδα Στοιχείο Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών (ΝΟΜΟΣ) 6
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η βιομηχανία της διαφήμισης αποτελεί έναν από τους ταχύτερα εξελισσόμενους τομείς στην παροχή υπηρεσιών. Η διαφημιστική δραστηριότητα έχει ξεπεράσει προ πολλού τα όρια της απλής παρουσίασης ενός προϊόντος, αφού έχει καταφέρει να διαμορφώσει κοινωνικά πρότυπα και να δημιουργήσει ανάγκες για τον καταναλωτή. Επηρεάζει κατά συνέπεια την οικονομική συμπεριφορά του καταναλωτή, χρησιμοποιώντας ως μέσο την πειθώ (βασισμένη στη λογική ή το συναίσθημα) κατά τρόπο που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο τα οικονομικά του συμφέροντα. Ιδιαίτερο ρόλο στη σημερινή της μορφή έχει διαδραματίσει η εξέλιξη της τεχνολογίας και ιδιαίτερα του Διαδικτύου, το οποίο προσέφερε νέες προσεγγίσεις στο χώρο της Διαφήμισης, όπως το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και τους δικτυακούς τόπους οι οποίοι είναι κατάλληλοι για την γνωστοποίηση των προϊόντων. Ο διαφημιστικός αυτός κατακλυσμός στη σημερινή εποχή επηρεάζει αναπόφευκτα τους καταναλωτές, δημιουργώντας αρκετούς κινδύνους, όπως είναι η παραπλάνηση τους και η προβολή αθέμιτων διαφημίσεων οι οποίες βασίζονται σε αναληθή και μη αντικειμενικά χαρακτηριστικά των προϊόντων και των υπηρεσιών. Για το λόγο αυτό τόσο σε Εθνικό όσο και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο τέθηκαν περιορισμοί. Στόχος του κοινοτικού και του εθνικού νομοθέτη αποτέλεσε από την πρώτη στιγμή η προστασία του καταναλωτή, ως του ασθενέστερου μέρους έναντι του διαφημιζομένου προμηθευτή. Δικαιολογητικός λόγος αυτής της μειονεκτικής θέσης αποτελεί το γεγονός ότι ο καταναλωτής μη διαθέτοντας εξειδικευμένες, γνώσεις, έχοντας απειρία, δύναται να παρασυρθεί από τις διαφημιστικές προβολές των προϊόντων και των υπηρεσιών οι οποίες εκ ορισμού τους, στόχο έχουν την όσο το δυνατόν πιο ελκυστική παρουσίαση των προσφερόμενων αγαθών. Ιδιαίτερους μάλιστα κινδύνους δημιουργούν οι επιθετικές μορφές διαφήμισης, οι οποίες ολοένα και αυξάνονται. Στην παρούσα, λοιπόν, εργασία θα γίνει μια διεξοδική ανάλυση του φαινομένου της διαφήμισης. Στόχος είναι να παρουσιαστούν με σαφήνεια και 7
πληρότητα όλα τα ζητήματα που εμφανίζονται κατά τη διαφημιστική παροχή, φτάνοντας στο τέλος στα ζητήματα της προστασίας του καταναλωτή. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Ι) Η ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΠΟΧΗ Στη σημερινή καταναλωτική κοινωνία στην οποία κυριαρχεί η μαζική παραγωγή και κατανάλωση των προϊόντων, καθώς επίσης και η προσφορά πλήθος υπηρεσιών - εν αντιθέσει με τις παλαιότερες εποχές όπου η προσφορά και η ζήτηση ήταν πιο περιορισμένες - καθίσταται αδιανόητο η προώθηση των προϊόντων και των υπηρεσιών αυτών να γίνεται χωρίς τη διαφήμιση. Άλλωστε μόνη η καλή ποιότητα ή η ευνοϊκή τιμή του προϊόντος ή της υπηρεσίας δεν μπορεί να αποτρέψει την αφάνεια τους αν δεν υπάρχει και η κατάλληλη προωθητική διαφήμιση. Ισχύει βεβαίως και το αντίστροφο. Δηλαδή μια επιτυχημένη διαφήμιση μπορεί να επιτύχει μεγαλύτερο όγκο πωλήσεων ακόμη ποιοτικά κατώτερων προϊόντων σε σύγκριση με άλλα ανώτερης μεν ποιότητας αλλά με ανεπιτυχή ή ανεπαρκή διαφήμιση. 1 Η διαφήμιση στη σημερινή μορφή που έχει λάβει, αποτελεί επακόλουθο της βιομηχανικής επανάστασης και της αστικοποίησης. Συγκεκριμένα, πριν την βιομηχανική επανάσταση η διαφήμιση δεν ήταν ανύπαρκτη, εμφανιζόταν όμως με διαφορετική μορφή. Πολλές φορές μάλιστα, είχε τη μορφή συμβόλων. Μετά την βιομηχανοποίηση, ήρθε ως επακόλουθο η μαζική παραγωγή καταναλωτικών αγαθών και προσφερόμενων υπηρεσιών και ως εκ τούτου τα αγαθά και οι υπηρεσίες έπρεπε να διοχετευθούν στην αγορά με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο προκειμένου να προωθηθούν στο καταναλωτικό κοινό. Η δε αστικοποίηση από την πλευρά της, συγκέντρωσε την αγοραστική δύναμη στα αστικά κέντρα, με 1 Ρόκας Ν. Εκμετάλλευση και προστασία της διαφημιστικής αξίας, ΕΕμπΔ 1999 σελ.1-15, (1). 8
αποτέλεσμα ο παραγωγός να μην έρχεται πλέον σε απευθείας επαφή με τον καταναλωτή. 2 Παλαιότερα, η αγορά ήταν πιο περιορισμένη, το ίδιο και το αγοραστικό κοινό, με αποτέλεσμα να αρκούσε ο προσωπικός διάλογος, η προσωπική επαφή του παραγωγού με τον δυνητικό καταναλωτή ώστε να καθίσταται εφικτή η προώθηση των προσφερόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Η ύπαρξη σήμερα αστικών κέντρων με πολυάριθμα πολυκαταστήματα και πλήθος προϊόντων, καθιστά αδύνατη την ανωτέρω πρακτική με την προσωπική επαφή παραγωγού και καταναλωτή. Έτσι λοιπόν, γεννήθηκε η διαφήμιση με τη σημερινή μορφή της μαζικής προσέλκυσης, με την οποία μπορούν οι παραγωγοί να απευθύνονται άμεσα στους καταναλωτές προκειμένου να γνωστοποιήσουν τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους, προσελκύοντας παράλληλα την προσοχή και το ενδιαφέρον των δυνητικών καταναλωτών. Κατόπιν των ανωτέρω περιγραφόμενων περιστατικών, γίνεται αντιληπτό ότι η διαφήμιση στη σημερινή της μορφή παρουσιάζει ορισμένες ποιοτικές διαφοροποιήσεις σε σύγκριση με το παρελθόν. Ειδικότερα, τέσσερα είναι τα σημεία στα οποία εντοπίζεται η ποιοτική διαφοροποίηση της διαφήμισης. Πρώτον, στις μέρες μας, η διαφήμιση αποτελεί επιστήμη, με εισφορές από πολλούς επιστημονικούς κλάδους. Η διαφημιστική επιχείρηση διαθέτει οργάνωση, εξειδίκευση και στελέχωση από ειδικά καταρτισμένο επαγγελματικό προσωπικό, με στόχο την επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος, και δη, την παρουσίαση της διαφημιστικής παροχής (προϊόντα ή υπηρεσίες) με ελκυστικό τρόπο προς το καταναλωτικό κοινό με στόχο τον επηρεασμό της αγοραστική τους πρωτοβουλίας. Δεύτερον, σημαντικό ρόλο στον διαφημιστικό κατακλυσμό ο οποίος εμφανίζεται διαδραμάτισε η αλματώδης ανάπτυξη των μέσων μαζικής ενημέρωσης, αρχής γενομένης από τις εφημερίδες των καφενείων του δέκατου έβδομου αιώνα έως και την κοινωνία της πληροφορίας και το Διαδίκτυο σήμερα. 3 Μάλιστα, το διαδίκτυο παρουσιάζει διαδραστική ικανότητα, ένα χαρακτηριστικό που ήταν άγνωστο στο 2 Ζέη Ε. Η προστασία του καταναλωτή από τη διαφήμιση, Σάκκουλας: Αθήνα-Κομοτηνή 2006, σελ.21-22. 3 Ζέη Ε. ο.π. σελ.21. 9
παρελθόν. Πρώτη φορά λοιπόν, ο χρήστης μπορεί με ένα πάτημα του κουμπιού να συναλλαγεί αμέσως, να ανταποκριθεί άμεσα στην διαφημιστική πρόκληση, και όλα αυτά χωρίς σκέψη, χωρίς χρονικό περιθώριο και κάποιες φορές χωρίς τη δυνατότητα υπαναχώρησης. Τρίτον, τα διαφημιστικά μηνύματα μέσω του Διαδικτύου μπορούν να μεταφερθούν οπουδήποτε σε μηδενικό χρόνο και μάλιστα χωρίς οποιοδήποτε έλεγχο. Πρόκειται λοιπόν, για τη λεγόμενη δυνατότητα της διασυνοριακής εκπομπής των διαφημιστικών μηνυμάτων. Τέλος, στις μέρες μας έχουν επινοηθεί αμέτρητοι τρόποι, ώστε το διαφημιστικό μήνυμα να λαμβάνει διάφορες μορφές και έτσι να κρύβεται, να μεταμφιέζεται ή και να συγχέεται με τον κανονικό λόγο. Σε μια πρώτη φάση, η διαφήμιση προσπαθεί να καλυφθεί μέσα στον κανονικό λόγο, την ψυχαγωγία, την εκπαίδευση, την πολιτιστική εκδήλωση. Αυτό ωστόσο, όπως θα αναλυθεί και στη συνέχεια είναι επικίνδυνο και ανορθόδοξο. Ουσιαστικά πρόκειται για την τυχαία εμφάνιση προϊόντων ως μέρος ενός τηλεοπτικού προγράμματος, μιας εκπομπής, ενός κινηματογραφικού έργου κ.ο.κ. Το ίδιο επιτυγχάνεται και με την σύγχυση των ορίων μεταξύ προγράμματος και διαφήμισης ώστε να μην είναι γνωστό κάθε στιγμή για τι πράγμα πρόκειται. Όμως ο διαφημιστικός λόγος είναι μεταδοτικός και περνώντας στη δεύτερη φάση για να χωρέσει μια διαφήμιση σε ένα πρόγραμμα θα πρέπει αυτό να είναι κατάλληλο να την φιλοξενήσει. 4 Καθίσταται λοιπόν, εμφανές με βάσει την ανωτέρω ανάλυση ότι η διαφήμιση αποτελεί το ισχυρότερο όπλο των κατασκευαστών, προκειμένου να δημιουργήσουν επαρκή καταναλωτική αγορά για τα παραγόμενα αγαθά. Συνιστά δηλαδή τον κινητήριο μοχλό της αγοράς, αναδεικνύοντας την τεράστια οικονομική της σημασία, καθώς και τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει στην ανάπτυξη του οικονομικού ιστού όλων των σύγχρονων οικονομιών, υποβοηθώντας μάλιστα και την εύρυθμη λειτουργία του υγιούς και θεμιτού ανταγωνισμού που αποτελεί αναντικατάστατο συντελεστή οικονομικής προόδου και εκσυγχρονισμού. 5 4 Σελέκος Π. Ο κανόνας του διαχωρισμού των διαφημίσεων από το πρόγραμμα στη ραδιοτηλεόραση, Το ζήτημα της «συγκεκαλλυμένης διαφήμισης», Σάκκουλα: Αθήνα-Κομοτηνή 1997, σελ.18-19 και Περάκης Ε. Σύγχρονα προβλήματα της διαφήμισης, ΔΕΕ 3/1999 σελ. 251-263 (253-254). 5 Δελούκα Ιγγλέση Κ. Δίκαιο του Καταναλωτή, Ενωσιακό και Ελληνικό, Σάκκουλα: Αθήνα- Θεσσαλονίκη 2014, σελ.247. 10
Εκτός όμως από την τεράστια επίδραση που ασκεί η διαφήμιση στη διαμόρφωση της οικονομίας, εμφανίζει και μια άλλη εξίσου σημαντική διάσταση την κοινωνική. Η διαφήμιση αναμφισβήτητα αποτελεί βασικό μέσο πληροφόρησης των καταναλωτών αλλά και μέσο χειραγώγησης του καταναλωτικού κοινού, οι οποίοι παροτρύνονται στην κατανάλωση των προσφερόμενων προϊόντων και υπηρεσιών. 6 ΙΙ) Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ Α) ΑΡΘΡΟ 5 παρ.1 Συντάγματος Στη σημερινή μαζική κοινωνία η δημοσιοποίηση συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επιτυχή προώθηση τους στην αγορά. 7 Έτσι η διαφήμιση αποτελεί μια «conditio sine qua non» κάθε φιλελεύθερου οικονομικού συστήματος, στα πλαίσια του ελεύθερου ανταγωνισμού, της ελεύθερης προσβάσεως στην αγορά, της εισαγωγής νέων προϊόντων, της πληροφόρησης των καταναλωτών. 8 Ως εκ τούτου η διαφήμιση αποτελεί ουσιώδες συστατικό στοιχείο της ελεύθερης αγοράς και η συνταγματική κατοχύρωση της ελευθερίας της συνιστά άμεση απόρροια της οικονομικής ελευθερίας. Ως απόρροια της οικονομικής ελευθερίας η ελευθερία της διαφήμισης βρίσκει έρεισμα στο Άρθρο 5 παρ.1 Σ. «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη». 9 Συγκεκριμένα, στο ανωτέρω άρθρο κατοχυρώνεται η προσωπική ελευθερία με την ευρεία έννοια. Η προσωπική ελευθερία πρόκειται για ένα ατομικό δικαίωμα 6 Ζέη Ε. ο.π. σελ. 26 (Η κοινωνική διάσταση της διαφήμισης). 7 Χρυσόγονος Κ. Η ελευθερία της διαφήμισης κατά το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου, Αρμ. 1996 σελ. 530-536 (531). 8 επιμέλεια Αλεξανδρίδου Ε. Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, Ελληνικό Κοινοτικό, Κατ άρθρο ερμηνεία του Ν 2251/1994 όπως ισχύει μετά το Ν 3587/2007, Νομική Βιβλιοθήκη 2006, σελ. 475 και Δαγτόγλου Π. Η διαφήμιση και το Σύνταγμα, ΕλλΔνη 1993, σελ.1612-1619 (1612). 9 Από μερίδα της θεωρίας υποστηρίζεται ότι η ελευθερία της διαφήμισης βρίσκει έρεισμα στο Άρθρο 106 παρ.2 του Σ, το οποίο σε συνδυασμό με το Άρθρο 5 παρ.1 του Σ. κατοχυρώνει την ελευθερία της επιχειρηματικής δραστηριότητας. 11
σύμφωνα με το οποίο ο φορέας του αποκτά μια ενεργητική συμμετοχική διάσταση στις ρητά αναφερόμενες μορφές συμμετοχής, δηλαδή στον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό χώρο. Πέραν όμως τούτου το άτομο φορέας του εν λόγω δικαιώματος έχει αξίωση έναντι του κράτους για αποχή από παρεμβάσεις στην σφαίρα της κατοχυρωμένης ιδιωτικής αυτονομίας του, δηλαδή στη σφαίρα της προσωπικότητας του και κατ επέκταση στους τομείς που αυτή βρίσκει έκφραση. Πέραν όμως από τη αρνητική υποχρέωση που παρουσιάζει το κράτος θεσπίζεται αντίστοιχα και μια θετική υποχρέωση αυτού. Ειδικότερα, το κράτος οφείλει να παρέχει όλα τα αναγκαία μέσα τα οποία καθιστούν δυνατή την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του κάθε ατόμου καθώς επίσης και να αίρει τα εμπόδια που λειτουργούν αποτρεπτικά στην ελεύθερη ανάπτυξη της. 10 Γίνεται εύκολα αντιληπτό όμως ότι η ελευθερία αυτή δεν μπορεί να είναι απεριόριστη και τούτο διότι ενδέχεται να οδηγηθούμε σε αυθαιρεσίες. Την απαιτούμενη λοιπόν οριοθέτηση της, επιχειρεί το ίδιο το Σύνταγμα με την τριάδα των περιορισμών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παρ.1 Σ, και συγκεκριμένα με την απαγόρευση προσβολής των δικαιωμάτων των άλλων 11, με τη μη παραβίαση του ίδιου του Συντάγματος και των χρηστών ηθών. Β) ΑΡΘΡΟ 5 παρ. 3 ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ Σύμφωνα με μερίδα της θεωρίας υποστηρίζεται ότι η προστασία της οικονομικής ελευθερίας και κατ επέκταση και της ελευθερίας της διαφήμισης κατοχυρώνεται με βάσει την παρ.3 του Άρθρου 5 του Σ «Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όπως και όταν ορίζει ο νόμος». Η παρ.3 του Άρθρου 5 Σ, καθιερώνει την προσωπική ελευθερία με τη στενή έννοια (εν αντιθέσει με την παρ.1 που κατοχυρώνει την ελευθερία με την ευρεία έννοια όπως αναφέρθηκε ανωτέρω), δηλαδή την προσωπική ελευθερία stricto sensu, την φυσική, σωματική ελευθερία ενέργειας και 10 Χρυσόγονος Κ. Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, ο.π. σελ.175-178. 11 Η αναφορά στα δικαιώματα των άλλων περιλαμβάνει και όσα δικαιώματα δεν είναι κατοχυρωμένα από το Σύνταγμα αλλά από την κοινή νομοθεσία. 12
κίνησης στο χώρο υπό τη γενική επιφύλαξη του νόμου. 12 Ως επιχείρημα υπέρ αυτής της άποψης, προβάλλεται ο λόγος ότι η οικονομική ελευθερία είναι περισσότερο συνέπεια της γενικότερης δράσης του ατόμου και της ελεύθερης διακίνησης του, και λιγότερο εκδήλωση της προσωπικότητας. 13 Ας σημειωθεί ότι η παράγραφος αυτή προβλέπει λιγότερους περιορισμούς, σε σύγκριση με την παράγραφο 1 του Άρθρου 5. Ειδικότερα, η συνταγματική προστασία της οικονομικής ελευθερίας τελεί υπό την γενική επιφύλαξη του νόμου. Ο νομοθέτης δηλαδή, έχει δικαίωμα να επεμβαίνει στην οικονομική δραστηριότητα και να θέτει περιορισμούς στην άσκηση της, είτε απευθείας με νόμο, είτε με διοικητικές πράξεις οι οποίες θα εκδίδονται με εξουσιοδότηση τυπικού νόμου 14. Έχει διατυπωθεί πάντως και η άποψη, ότι η ελευθερία της διαφήμισης βρίσκει επαρκές έρεισμα στην παρ.1 του Άρθρου 5 και επομένως δεν χρειάζεται να γίνεται επίκληση της παρ.3. 15 Γ) ΑΡΘΡΟ 14 παρ.1 ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ Υποστηρίζεται περαιτέρω ότι η ελευθερία της διαφήμισης είναι απόρροια όχι μόνο της οικονομικής ελευθερίας αλλά και της ελευθερίας της έκφρασης και του τύπου η οποία, κατοχυρώνεται στο Άρθρο 14 παρ.1 Σ. «Έκαστος δύναται να εκφράζει και να διαδίδει προφορικώς, εγγράφως και δια του τύπου τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του κράτους». Ειδικότερα, η ελευθερία της έκφρασης και του τύπου η οποία αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της εν γένει ελευθερίας της γνώμης και της πνευματικής κίνησης, 12 Δαγτόγλου Π. Συνταγματικό Δίκαιο, Ατομικά Δικαιώματα, Τέταρτη Αναθεωρημένη Έκδοση, Σάκκουλας: Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2012, σελ.191-192. 13 Δαγτόγλου Π. Η διαφήμιση και το Σύνταγμα, ΕλλΔνη 1993 σελ.1612-1619 (1612), Ζέη Ε. ο.π. σελ73-74 και Χρυσόγονο Κ. Η Ελευθερία της διαφήμισης κατά το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση δικαιωμάτων του ανθρώπου, Αρμ 1996, σελ. 530-536 (532). 14 Το ζήτημα των περιορισμών έχει περισσότερο θεωρητική σημασία, καθώς η νομολογία δέχεται ως συνάδουσα με το Σύνταγμα την επιβολή ευρέων περιορισμών στην οικονομική ελευθερία και κατ επέκταση και στην ελευθερία της διαφήμισης, για λόγους προστασίας ενός γενικότερου δημοσίου ή οικονομικού συμφέροντος, αρκεί οι περιορισμοί αυτό να συνάδουν με τους περιορισμούς των περιορισμών. άρθρο 106 παρ.1 Σ. 15 Παμπούκη Κ. Η διαφήμιση στα Ελευθέρια Επαγγέλματα, 8 Ο Συνέδριο Εμπορικολόγων σελ.102. 13
δίνει έμφαση τόσο στην ενεργητική ατομική διάσταση, όσο και στην παθητική κοινωνική διάσταση του δικαιώματος. Συγκεκριμένα, κατοχυρώνεται τόσο το δικαίωμα των διαφημιζομένων να γνωστοποιούν τα προϊόντα τους ή τις υπηρεσίες τους, όσο και το δικαίωμα των καταναλωτών να πληροφορούνται για την ύπαρξη των προσφερόμενων αγαθών. Η δε, αναφορά στον τύπο είναι ενδεικτική, συνεπώς η έκφραση γνώμης μπορεί να γίνεται και μέσω των λοιπών μέσων μαζικής ενημέρωσης ή και με άλλους τρόπους. Στον αντίποδα αυτής της άποψης έχει ειπωθεί, ότι η ελευθερία της έκφρασης «των στοχασμών», όπως προκύπτει από τη λεκτική διατύπωση του ανωτέρω άρθρου, παραπέμπει περισσότερο σε προσωπικές γνώμες, πολιτικού, κοινωνικού, φιλοσοφικού περιεχομένου κ.ο.κ. Δύσκολα επομένως, μπορούν να συμπεριληφθούν η εμπορικής φύσεως πληροφορίες και λέγοντας εμπορικής φύσεως πληροφορίες εννοούμε τις εμπορικές διαφημίσεις χαρακτηριστικό των οποίων είναι καθαρά κερδοσκοπικοί σκοποί. Συνεπώς η ελευθερία της διαφήμισης φαίνεται με βάσει την άποψη αυτή περισσότερο ως στοιχείο της οικονομικής ελευθερίας. 16 ΙΙΙ) Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ Η ελευθερία της διαφήμισης πέραν της συνταγματικής της κατοχύρωσης στην Ελληνική έννομη τάξη, βρίσκει έρεισμα στο Άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, το οποίο ορίζει την αρχή της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και των πληροφοριών. Συγκεκριμένα, ορίζει τα εξής: «Παv πρόσωπov έχει δικαίωμα εις τηv ελευθερίαv εκφράσεως. Τo δικαίωμα τoύτo περιλαμβάvει τηv ελευθερίαv γvώμης ως και τηv ελευθερίαv λήψεως ή μεταδόσεως πληρoφoριώv ή ιδεώv, άvευ επεμβάσεως δημoσίωv αρχώv και ασχέτως συvόρωv. Τo παρόv άρθρov δεv κωλύει τα Κράτη από τoυ vα υπoβάλωσι τας επιχειρήσεις ραδιoφωvίας, κιvηματoγράφoυ ή τηλεoράσεως εις καvovισμoύς εκδόσεως αδειώv λειτoυργίας». 16 Ζέη Ε. ο.π. σελ.77-78 και Χρυσόγονο Κ. Η ελευθερία της διαφήμισης κατά το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου, ο.π. σελ.532. 14
Από τη γραμματική διατύπωση της διάταξης προκύπτει ότι κατοχυρώνεται ρητά η ελευθερία της έκφρασης όχι μόνο ως ελευθερία γνώμης ή στοχασμού αλλά και ως ελευθερία λήψης και μετάδοσης πληροφοριών. Δίνεται επομένως, επαρκές έρεισμα ώστε να συμπεριληφθούν στο προστατευτικό πεδίο της ανωτέρω διάταξης και η μετάδοση ή λήψη εμπορικών πληροφοριών, ο λεγόμενος εμπορικός λόγος, η διαφήμιση στην πιο ευρεία της έννοια. 17 Η κατοχύρωση όμως του εμπορικού λόγου δεν μπορεί να είναι απεριόριστη. Για το λόγο αυτό από προβλέπεται στο άρθρο 10, και συγκεκριμένα στην παρ.2 αυτού ότι: «Η άσκησις τωv ελευθεριών τούτων, συvεπαγoμέvωv καθήκovτα και ευθύvας δύvαται vα υπαχθή εις ωρισμέvας διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή κυρώσεις, πρoβλεπoμέvoυς υπό τoυ vόμoυ και απoτελoύvτας αναγκαία μέτρα εv δημοκρατική κοινωνία δια τηv εθvικήv ασφάλειαν, τηv εδαφικήv ακεραιότηταv ή δημoσίαv ασφάλειαv, τηv πρoάσπισιv της τάξεως και πρόληψιv τoυ εγκλήματoς, τηv πρoστασίαv της υπoλήψεως ή τωv δικαιωμάτωv τωv τρίτωv, τηv παρεμπόδισιv της κoιvoλoγήσεως εμπιστευτικώv πληρoφoριώv ή τηv διασφάλισιv τoυ κύρoυς και αμερoληψίας της δικαστικής εξoυσίας». Τα κράτη λοιπόν που έχουν κυρώσει την ΕΣΔΑ 18 δύναται να υποβάλλουν την ελευθερία αυτή σε περιορισμούς, υπό τις εξής προϋποθέσεις: α) να προβλέπονται από το νόμο και β) να αποτελούν αναγκαίο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία. Οι περιορισμοί αυτοί σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Αποτελούν δηλαδή, εξαιρέσεις στον κανόνα της προστασίας του ατομικού δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης. Σε κάθε δε περίπτωση οι περιορισμοί δεν μπορούν να φτάσουν στο σημείο να θίξουν τον πυρήνα του δικαιώματος. Οφείλουμε, δε να επισημάνουμε ότι το Άρθρο 10 της ΕΣΔΑ κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης ως ατομικό δικαίωμα, το οποίο θεμελιώνει αξίωση αποχής των δημόσιων αρχών από την αρχή της συνταγματικά κατοχυρωμένης ιδιωτικής αυτονομίας. Δεν αναπτύσσει τριτενέργεια, δεν εφαρμόζεται δηλαδή στις σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών. 17 Ζέη Ε. ο.π. σελ.88. 18 Η ΕΣΔΑ υπογράφηκε στις 4 Νοεμβρίου 1950 στη Ρώμη και κυρώθηκε στην Ελλάδα αρχικά από το Ν 2329/1953 και μετά με το ν.δ. 53/1974. 15
Κλείνοντας, θα πρέπει να τονίσουμε βέβαια ότι με δεδομένη την υπερνομοθετική ισχύ του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ στο Ελληνικό Δίκαιο (άρθρο 28 παρ.1 Σ), οι διατάξεις του δεν αφορούν μόνο τα όργανα που προβλέπει η Σύμβαση, αλλά και όλα τα κρατικά όργανα τα οποία υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν αντίθετες τυχόν διατάξεις τυπικών νόμων ή κανονιστικών πράξεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ Ι) ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Μια τόσο σοβαρή δραστηριότητα, όπως η διαφήμιση, δεν θα μπορούσε να μείνει εκτός νομοθετικής ρύθμισης. Ο λόγος είναι απλός: χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο δράσης, εύκολα η διαφήμιση θα διολίσθαινε σε δυσφημιστικά και παραπλανητικά μηνύματα. Για αυτό από νωρίς καθορίστηκε το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο. Στην Ελληνική έννομη τάξη η προστασία του καταναλωτή και κατ επέκταση το εδώ εξεταζόμενο θέμα της διαφήμισης είχε εισαχθεί στην ελληνική νομοθεσία για πρώτη φορά το 1991 με το Ν 1961/91 «Για την προστασία του καταναλωτή και άλλες διατάξεις» 19. Πριν, τη θέσπιση του νόμου αυτού, η προστασία των καταναλωτών αναζητούνταν τόσο από τη θεωρία, όσο και από τη νομολογία μέσω των διατάξεων του Ν 146/1914 για τον αθέμιτο ανταγωνισμό 20. Η προστασία του καταναλωτικού κοινού ήταν έμμεση, αντανακλαστική, ως αποτέλεσμα της προστασίας των ανταγωνιστών. 19 άρθρα 18, 19, 20 Ν 1961/1991. 20 Αλεξανδρίδου Ε. Δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, ελληνικό και κοινοτικό ΙΙ, Σάκκουλας: Θεσσαλονίκη, 1996, σελ.25-26. 16
Ο Ν 1961/1991 αποτέλεσε νόμο- πλαίσιο που αφορούσε πλήθος ζητημάτων σχετικών με την προστασία του καταναλωτή. Ειδικότερα, με το νόμο αυτό η ελληνική νομοθεσία εναρμονίστηκε προς τις πέντε οδηγίες της Κοινότητας που αφορούσαν την προστασία του καταναλωτή, το δίκαιο της διαφήμισης, την αναγνώριση των ενώσεων καταναλωτών ως θεσμό. Συγκεκριμένα οι οδηγίες αυτές ήταν οι εξής: 85/577/ΕΟΚ 21, 90/88/ΕΟΚ 22, 85/374/ΕΟΚ 23, 84/450/ΕΟΚ 24, 89/522/ΕΟΚ. Αυτός ο νόμος ωστόσο ίσχυσε μόνο για τρία χρόνια, αφού καταργήθηκε πλήρως και αντικαταστάθηκε από τον νεότερο Ν 2251/1994 «Νόμος για την Προστασία των καταναλωτών», ο οποίος τέθηκε σε ισχύ από τις 22/11/1994. Ειδικά, όσο αναφορά το θέμα της διαφήμισης η φιλοσοφία του Ν 2251/1994 φαίνεται να διαφέρει από αυτήν του Ν 1961/1991. Από όλες τις ενδείξεις προκύπτει ότι ο συντάκτης του Ν 2251 είχε σκοπό να εξασφαλίσει την προστασία των καταναλωτών από την παράνομη διαφήμιση με τις διατάξεις αυτού του νόμου στα πλαίσια κυρίως των συλλογικών διαδικασιών. Συγχρόνως επιδίωκε σαφή διαχωρισμό του τρόπου προστασίας των ανταγωνιστών του διαφημιζομένου με παράνομες διαφημίσεις, τους οποίους παραπέμπει στο Ν 146/1914 για τον αθέμιτο ανταγωνισμό. 25 Εν συνεχεία Ν 2251/1994 τροποποιήθηκε από τον μεταγενέστερο Ν 3587/2007 «Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν.2251/94 για την Προστασία των καταναλωτών», ο οποίος αποτελεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο για την 21 Οδηγία του Συμβουλίου της 20 ης Δεκεμβρίου 1985 για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εμπορικού καταστήματος. 22 Οδηγία του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1990 για την τροποποίηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη. 23 Οδηγία του Συμβουλίου της 25 ης Ιουλίου 1985 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων. 24 Οδηγία του Συμβουλίου της 10 ης Σεπτεμβρίου 1984, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε σχέση με την παραπλανητική διαφήμιση. 25 Επίσης, με το Ν 2251 προβλέπεται η περίπτωση της διαφήμισης, η οποία δημιουργεί την εικόνα υπερβολικά δελεαστικής προσφοράς, κάτι που στο προγενέστερο δίκαιο είχε ως αποτέλεσμα τον χαρακτηρισμό της διαφήμισης ως αθέμιτης. Αλεξανδρίδου Ε. Ο Ν 2251/94 για την προστασία του καταναλωτή ομοιότητες και διαφορές από το Ν 1961/91. Σχέσεις με το Ν. 146/1914, Αρμ. 1996, 289-298 (296-297). 17
προστασία των καταναλωτών και συγκεκριμένα στα Άρθρα 9 επ. γίνεται αναφορά στο ζήτημα της διαφήμισης. Με το Ν 3587/2007 ενσωματώθηκε στο Ελληνικό δίκαιο η Οδηγία 2005/29ΕΚ «Η Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές». Αντικείμενο της Οδηγίας, αποτελούν οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές, που χρησιμοποιούν αυτές στο χώρο της εσωτερικής αγοράς με σκοπό την προώθηση των πωλήσεων των προϊόντων τους. Η Οδηγία εισάγει γενική απαγόρευση κάθε αθέμιτης εμπορικής πρακτικής 26, ενώ ταυτόχρονα καθιερώνει ενιαία κριτήρια για την εκάστοτε διατύπωση του αθέμιτου χαρακτήρα της. Πέραν της γενικής ρήτρας στην Οδηγία περιλαμβάνονται και δύο ειδικότερες ομάδες εμπορικών πρακτικών, οι οποίες πρέπει υπό ορισμένες προϋποθέσεις να θεωρούνται αθέμιτες και απαγορευμένες. 27 Ας σημειωθεί, ότι ως εμπορική πρακτική, ορίζεται κάθε πράξη, παράλειψη, τρόπος συμπεριφοράς ή εκπροσώπησης, εμπορική επικοινωνία, συμπεριλαμβανομένης της διαφήμισης και του μαρκετινγκ. Πρόκειται, λοιπόν για έναν ευρύτατο ορισμό, αφού καλύπτει όλο το φάσμα των διαφημιστικών πρακτικών, εμπορικών επικοινωνιών και μεθόδων πώλησης αγαθών και υπηρεσιών. Είναι λοιπόν απόλυτα σαφές ότι οι εν λόγω ρυθμίσεις βρίσκουν εφαρμογή κυρίως στη διαφήμιση, το μαρκετινγκ και τις εμπορικές επικοινωνίες γενικότερα. Εκτός πεδίου εφαρμογής βρίσκονται οι μη εμπορικής φύσεως πρακτικές, όπως λ.χ οι καθαρά φιλανθρωπικής, θρησκευτικής, οικολογικής, πολιτικής κ.λ.π. φύσεως πρακτικές ή δηλώσεις. Πρόκειται για Οδηγία πλήρους εναρμόνισης (full ή maximal harmonization), την οποία μετέφερε αυτολεξεί στην ελληνική έννομη τάξη ο έλληνας νομοθέτης. 28 Στόχος της είναι να καλύψει όσο το δυνατόν περισσότερες μεθόδους εμπορικών πρακτικών, που ενδέχεται να παραβλάπτουν τα συμφέρονται των καταναλωτών της 26 Άρθρο 5 Οδηγία 2005/29. 27 Άρθρα 6,7,8,9 Οδηγία 2005/29. 28 Αργύρου Γ. Η προστασία των καταναλωτών από τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στην ευρωπαϊκή αγορά σύμφωνα με την Οδηγία 2005/29ΕΚ, ΔΕΕ 6/2006, σελ.873-882 (874). 18
Ευρωπαϊκής Ένωσης, με απώτερο σκοπό να εκλείψουν τα εμπόδια για τις διασυνοριακές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. 29 ΙΙ) ΝΟΜΟΣ ΠΕΡΙ ΑΘΕΜΙΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Η έννοια του ανταγωνισμού δεν ορίζεται σαφώς από το Ν 146/1914 «Περί αθέμιτου ανταγωνισμού», ωστόσο εμπειρικά στην έννοια του ανταγωνισμού υπάγεται η σχέση μεταξύ των επιχειρήσεων στην αγορά, οι οποίες επιδιώκουν να συνάψουν σχέσεις με τον ίδιο πελάτη αποδέκτη των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους (ανταγωνιστική σχέση). Οι επιχειρήσεις αυτές μπορεί να ανήκουν στον τομέα της προσφοράς ή στον τομέα της ζήτησης 30. Ο ανταγωνισμός περαιτέρω διακρίνεται σε αποδοτικό και μη αποδοτικό ανταγωνισμό. Εν συντομία, λέγοντας αποδοτικό ανταγωνισμό (θετικό ανταγωνισμό) εννοούμε τον ανταγωνισμό στον οποίο ο ανταγωνιζόμενος ενισχύει την οικονομική του δραστηριότητα με ίδια μέσα. 31 Βάσει λοιπόν, του αποδοτικού ανταγωνισμού είναι η στήριξη στην ίδια παροχή, στην ίδια απόδοση του ανταγωνιστή, όπως αυτή εκφράζεται μέσω της τιμής, της ποιότητας των προσφερόμενων αγαθών και υπηρεσιών και της εξυπηρέτησης. 32 Ο αποδοτικός ανταγωνισμός είναι πάντα θεμιτός εν αντιθέσει με τον μη αποδοτικό ανταγωνισμό ο οποίος καταρχήν είναι αθέμιτος, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται σε συγκεκριμένη περίπτωση από τη στάθμιση των συγκρουόμενων συμφερόντων να καταστεί θεμιτός. Λέγοντας μη αποδοτικό ανταγωνισμό εννοούμε τον ανταγωνισμό όπου το αποτέλεσμα της συγκρίσεως δύο παροχών νοθεύεται από μεθόδους άσχετες με την πραγματική 29 Αλεξανδρίδου Ε. Η οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, ΔΕΕ 6/2006, σελ.639-650 (641). 30 Μαρίνος Μ Θ. Αθέμιτος ανταγωνισμός, Σάκκουλας: Δίκαιο και Οικονομία, 2009 σελ.5-6. 31 Κοτσίρης Λ. Δίκαιο Ανταγωνισμού Αθέμιτου και Ελεύθερου, Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές, Έβδομη Έκδοση, Σάκκουλας: Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2015 σελ.12 και του ιδίου Δίκαιο Ανταγωνισμού Αθέμιτου και Ελεύθερου, Τέταρτη έκδοση, Σάκκουλας: Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2001, σελ.99-100. 32 Μαρίνος Μ-Θ. ο.π. σελ.117. 19
απόδοση κάθε ανταγωνιζομένου. Μορφή του μη αποδοτικού ανταγωνισμού συνιστά ο παρεμποδιστικός ανταγωνισμός. 33 Κατόπιν, της σύντομης ανάλυσης της έννοιας του ανταγωνισμού καθώς επίσης και των περαιτέρω διακρίσεων του, πρέπει να επισημάνουμε ότι έντονα είχε απασχοληθεί η θεωρία για το κατά πόσον οι δυνατότητες που προσφέρονται στον καταναλωτή μέσω των διατάξεων του Ν 146/1914 (και ειδικότερα των άρθρων 1 και 3 οι οποίες ρυθμίζουν την αθέμιτη και την παραπλανητική διαφήμιση) 34 θα πρέπει να υπάρχουν πέραν των δικαιωμάτων που προσφέρονται στον καταναλωτή με το Ν 2251/1994. Σύμφωνα με το Άρθρο 14 παρ.5 όπως αυτό ίσχυε πριν την τροποποίηση του Ν 2251/1994, οι δυνατότητες του καταναλωτή υπήρχαν σωρευτικά, καθώς το ανωτέρω άρθρο όριζε ότι «Αν σε συγκεκριμένη περίπτωση οι κοινές διατάξεις παρέχουν στον καταναλωτή μεγαλύτερη προστασία από την ειδική ρύθμιση του νόμου αυτού, εφαρμόζονται οι κοινές διατάξεις». Επίσης, στην παρ.2 του ίδιου άρθρου οριζόταν ρητά ότι «δεν θίγονται οι διατάξεις για τον αθέμιτο ανταγωνισμό». Αξίζει να σημειωθεί ότι και μετά την τροποποίηση του νόμου διατηρείται η διάταξη του Άρθρου 14 παρ.2 όσο και η παρ.5. Επομένως, γίνεται αντιληπτό ότι εξακολουθεί να υφίσταται η συνύπαρξη των δύο νομοθετημάτων. Όμως, ο νέος νόμος ρητά περιορίζει την εφαρμογή του στις σχέσεις επιχειρήσεων με καταναλωτές. ΙΙΙ) Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 2251/1994 ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 146/1914 Δίκαιο της προστασίας του καταναλωτή και δίκαιο του αθέμιτου ανταγωνισμού, βρίσκονται σε στενή σχέση και αλληλεξάρτηση. Κατά την ορθότερη άποψη, δεν έχουν σχέση ειδικότητας μεταξύ τους αλλά εφαρμόζονται παράλληλα. 35 Πρόκειται για συστήματα που συνυπάρχουν στην αγορά καθώς ανήκουν στον 33 Κοτσίρης Λ. ο.π. σελ.99. 34 Χατζηνικολάου Αγγελίδου Ρ. Το στοιχείο του Αθέμιτου στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού (Σύμφωνα με το Άρθρο 1 Ν 146/1914 και με την Οδηγία 2005/29ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, Αρμ. 2008 σελ.829-842 (831-883). 35 Καράκωστας Ι. Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, Ν 2251/1994 όπως ισχύει μετά το Ν 3587/2007, Νομική Βιβλιοθήκη: 2008, σελ.353 και Μαρίνος Θ. ο.π. σελ.46-47. 20
ευρύτερο κύκλο του δικαίου της αγοράς. Μάλιστα, η διαφήμιση είναι ο κατεξοχήν τόπος όπου τα δύο αυτά συστήματα διασταυρώνονται καθώς συγκρούονται τα συμφέροντα των καταναλωτών με τα συμφέροντα των ανταγωνιστών. Σε κάθε περίπτωση πάντως πρέπει να συνυπολογίζεται το γεγονός ότι ο νόμος για τον αθέμιτο ανταγωνισμό αναφέρεται στις οριζόντιες σχέσεις μεταξύ των ανταγωνιστών και ρυθμίζει τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων στην αγορά (Business to Business, B2C ). Από την άλλη πλευρά το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή αναφέρεται στις κάθετες σχέσεις μεταξύ ανταγωνιστών και καταναλωτών (Business to Customer, B2C ) 36, και αποσκοπεί περεταίρω στην προστασία του καταναλωτή ως του ασθενέστερου μέρους έναντι της επιχείρησης η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα της προσφοράς των προϊόντων και των υπηρεσιών. Η αντίληψη που επικρατεί σχετικά με την ασθενέστερη διαπραγματευτική θέση των καταναλωτών είναι απόρροια της μειωμένης διαφάνειας και ενημέρωσης, εμπειρίας, οικονομικής ισχύος και οργάνωσης του καταναλωτή σε σύγκριση με τους προμηθευτές οι οποίοι εμφανίζονται να κατέχουν μεγαλύτερη εμπειρία και οργάνωση. Η αντίληψη ωστόσο αυτή δεν είναι δεσμευτική. Αντί λοιπόν, να θεωρηθεί ως δίκαιο της προστασίας του ασθενέστερου, το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, δύναται ορθώς να θεωρηθεί ως μέρος του εν ευρεία έννοια δικαίου του ανταγωνισμού. 37 Η προσέγγιση αυτή υιοθετείται και από την Οδηγία 2005/29ΕΚ η οποία επιδιώκει την προστασία της ελευθερίας επιλογής του καταναλωτή στην αγορά, αντιμετωπίζοντάς τον ως «υπεύθυνο αγοραστή» στο πλαίσιο μιας αγοράς που έχουν εξασφαλισθεί οι απαιτούμενες συνθήκες διαφάνειας και ενημέρωσης. Επομένως, εντάσσει την προστασία του καταναλωτή από τη διαφήμιση στο δίκαιο της αγοράς και όχι στο δίκαιο του καταναλωτή ως δίκαιο προστασίας του ασθενέστερου. 38 36 Περάκης Ε. ο.π. σελ.256 37 Μαρίνος Μ-Θ ο.π. σελ.44-45 και Κοτσίρης Λ. 2015 ο.π. σελ.38. 38 Δελούκα Ιγγλέση Κ. Δίκαιο του Καταναλωτή, Ενωσιακό και Ελληνικό, Σάκκουλας: Αθήνα- Θεσσαλονίκη, 2014, σελ.250-252. 21
Διακρίνεται λοιπόν η διαφήμιση στην Ελληνική νομοθεσία ανάλογα με το αγαθό εναντίον του οποίου στρέφεται. Κατά τον τρόπο αυτό υπάρχει η αντιανταγωνιστική διαφήμιση που αφορά τις σχέσεις εμπόρων ή επιχειρήσεων, και ελέγχεται από τα άρθρα 1 και 3 του Ν 146/1914, και η αντι-καταναλωτική διαφήμιση, η οποία αφορά τις σχέσεις εμπόρων ή επιχειρήσεων και καταναλωτών, και ελέγχεται από τα άρθρα 9 και 9α 9θ του Ν 2251/1994 (όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του από το Ν 3587/2007). 39 Πέραν των ανωτέρω αξίζει να σημειωθεί ότι έλεγχος της διαφήμισης πραγματοποιείται και μέσω της νομοθεσίας για τον Ελεύθερο Ανταγωνισμό (Ν 3959/2011). Σκοπός του ελεύθερου ανταγωνισμού είναι η οριοθέτηση της συμπεριφοράς των παραγόντων της διαφήμισης, η οποία κατευθύνεται τόσο στην προστασία του ανταγωνισμού ως θεσμού όσο και στην προστασία της ελεύθερης συμμετοχής του καθενός στον οικονομικό χώρο. 40 41 Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διαφήμιση διαφόρων κλάδων ελέγχεται και από άλλους, ειδικούς νόμους, όπως συμβαίνει στη ραδιοτηλεοπτική διαφήμιση όπου βρίσκει εφαρμογή το ΠΔ 109/2010. 42 Επίσης, στους τομείς των τροφίμων, των φαρμάκων, των καλλυντικών αλλά και των επενδυτικών υπηρεσιών υπάρχουν ειδικές ρυθμίσεις που θέτουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και περιορισμούς στις διαφημίσεις των προϊόντων αυτών. Πρόκειται για νομοθετήματα με τα οποία εναρμονίσθηκε η εθνική μας νομοθεσία προς μια σειρά Οδηγιών, οι οποίες θέτουν τις προϋποθέσεις νομιμότητας διαφήμισης είτε συγκεκριμένων προϊόντων 43, είτε 39 Τζουγανάτος Δ. Αθέμιτος ανταγωνισμός και προστασία καταναλωτή, Παρατηρήσεις με αφορμή την τροποποίηση του Ν 2251/1994 με το Ν 3587/2007 ΔΕΕ 2008 σελ.508-512 και απ ΠΠρ Αθ 1541/2011, ΤΝΠ. 40 Κοτσίρης Λ. ο.π. σελ399 και Τζουγανάτος Δ. Δίκαιο του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, Νομική Βιβλιοθήκη: 2013 σελ.147-149. 41 Παράδειγμα του εν λόγω περιορισμού συνιστά ο έλεγχος της συμπεριφοράς των παραγόντων της διαφήμισης με τους γενικούς κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού, η κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης του έχοντος μονοπώλιο μετάδοσης διαφημιστικών μηνυμάτων. 42 Το ΠΔ 109/2010 κατήργησε και αντικατέστησε το ΠΔ 100/2000 προκειμένου να ενσωματώσει την Οδηγία 2010/13ΕΚ «για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων» στην εθνική μας νομοθεσία. 43 Οδηγία 2003/33ΕΚ «για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού», Οδηγία 2001/83ΕΚ «περί κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση», όπως ισχύει και όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2011/62ΕΕ και Οδηγία 22
της πραγματοποιούμενης διαφήμισης μέσω συγκεκριμένου επικοινωνιακού μέσου, όπως η Οδηγία 2010/13ΕΕ 44 «για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων», η Οδηγία 2000/31ΕΚ «για το ηλεκτρονικό εμπόριο», όπου περιέχονται ρυθμίσεις για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και η Οδηγία 2002/58ΕΚ 45 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών 46. ΙV) ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Η ανάγκη δημιουργίας ενός δραστικού συστήματος άμεσης επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν από διαφημιστικά θέματα, εκτός δικαστηρίων, αναλήφθηκε ήδη από το 1968, με την ίδρυση της Ένωσης Διαφημιστικών Εταιρειών Ελλάδας (ΕΔΕΕ). Η Ένωση πέραν του θεσμικού της ρόλου ως επαγγελματικού οργάνου που εκπροσωπεί τον διαφημιστικό τομέα στην Ελλάδα, συνέβαλε στην εισαγωγή και καθιέρωση ενός συστήματος αυτοελέγχου και αυτοδέσμευσης για την τήρηση δεοντολογίας στη διαφήμιση. 47 Το σύστημα αυτό εισάγει τη δυνατότητα ταχείας, ανέξοδης και άμεσης επίλυσης των διαφωνιών πουν ανακύπτουν από την προβολή διαφημιστικών μηνυμάτων. Παράλληλα, ενισχύει τη θέση του καταναλωτή από οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητας ή των οικονομικών συμφερόντων του από αθέμιτα διαφημιστικά μηνύματα. Ακρογωνιαίος λίθος του συστήματος αυτοδέσμευσης είναι η υιοθέτηση από την ΕΔΕΕ του Ελληνικού Κώδικα Διαφήμισης και Επικοινωνίας, ο οποίος δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη που τον υπέγραψαν. 48 Ο Κώδικας, καταρτίστηκε κατά το πρότυπο του αντίστοιχου κειμένου του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου και χρονολογείται από το 1977. Στη σημερινή του μορφή έχει συμβάλλει η ΕΔΕΕ και ο 2000/13ΕΚ «για την επισήμανση και διαφήμιση των τροφίμων», με την πλέον πρόσφατη τροποποίηση από την Οδηγία 2007/68ΕΚ. 44 Η Οδηγία 2010/13ΕΕ αντικατέστησε την Οδηγία 89/552ΕΟΚ, όπως είχε τροποποιηθεί από την Οδηγία 97/37ΕΚ. 45 Όπως αυτή τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2009/136ΕΚ. 46 Δελούκα Ιγγλέση Κ. ο.π. σελ.253-254. 47 Μαρκοπούλου Δ. Η λειτουργία του συστήματος αυτοδέσμευσης στον κλάδο της διαφήμισης: Ο Ελληνικός Κώδικας Διαφήμισης Επικοινωνίας, ΝΟΒ 2007, σελ.1468-1476 (1469). 48 Κωστόπουλος, Διαφήμιση και ο «Ελληνικός Κώδικας Διαφήμισης», 8 ο Συνέδριο Ελλήνων Εμπορικολόγων, 1988 σελ.229. 23
Σύνδεσμος Διαφημιζομένων Ελλάδας (ΣΔΕ), καθώς και οι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί. 49 Ο Ελληνικός Κώδικας Διαφήμισης και Επικοινωνίας όπως ισχύει από 1/1/2007 αποτελείται από 26 άρθρα, τα οποία ορίζουν τις βασικές αρχές που πρέπει να τηρούνται προκειμένου η διαφήμιση να κινείται σε θεμιτό πλαίσιο. Περιέχει επίσης, 3 ακόμα παραρτήματα τα οποία περιλαμβάνουν ειδικές διατάξεις για τις διαφημίσεις ζύθου, για τα αλκοολούχα ποτά και για τα τρόφιμα. Συγκεκριμένα, ο ΕΚΔ αφορά όλες τις διαφημίσεις για κάθε είδους προϊόντα και υπηρεσίες. Ορίζει επίσης, τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας και ηθικής συμπεριφοράς, που πρέπει να τηρούνται από όλους, όσους ασχολούνται με τη διαφήμιση, δηλαδή, τους διαφημιζομένους, τους διαφημιστές ή τις διαφημιστικές εταιρίες και τα διαφημιστικά μέσα. Περιέχει ακόμη ορισμένες βασικές αρχές, και συγκεκριμένα προβλέπει ότι όλες οι διαφημίσεις πρέπει να είναι νόμιμες, ευπρεπείς, έντιμες και να λένε την αλήθεια. 50 Επίσης, κάθε διαφήμιση, πρέπει να δημιουργείται με πνεύμα κοινωνικής ευθύνης να είναι σύμφωνη με τις αρχές του θεμιτού ανταγωνισμού 51 και να μην κλονίζει την εμπιστοσύνη του κοινού στην διαφημιστική λειτουργία. Την τήρηση του ΕΚΔ και της λειτουργία του συστήματος αυτοδέμσευσης ανέλαβε το Συμβούλιο Ελέγχου Επικοινωνίας (ΣΕΕ). 52 Συγκεκριμένα η Πρωτοβάθμια Επιτροπή Ελέγχου Διαφημίσεων, επιλαμβάνεται κατόπιν αιτήσεως κάθε προσώπου που έχει έννομο συμφέρον και μπορεί να είναι καταναλωτές, ενώσεις, επιχειρήσεις. Επίσης, επιλαμβάνεται των αιτήσεων που παραπέμπονται από τον Γενικό Διευθυντή του Συμβουλίου, στο πλαίσιο της άσκησης αυτεπάγγελτου ελέγχου. Παράλληλα, γνωμοδοτεί και για διαφημίσεις οι οποίες δεν έχουν ακόμα δημοσιευτεί και υποβάλλονται οικειοθελώς σε αυτή. 53 49 Η υιοθέτηση του από τους παραπάνω φορείς βρίσκει νομοθετικό έρεισμα στο άρθρο 9 του Ν 2863/2007. 50 άρθρο 1 ΕΚΔ. 51 άρθρα 4,5,6 ΕΚΔ. 52 www.see.gr. Πρόκειται για μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρία που έχει ιδρυθεί από την ΕΔΕΕ και τον ΣΔΕ. Στους σκοπούς της εταιρίας περιλαμβάνεται πέραν της τήρησης του ΕΚΔ, η διαρκής παρακολούθηση των εξελίξεων για τη βελτίωση του Κώδικα, η σύσταση Επιτροπών για την εφαρμογή του και η συμμετοχή σε ενώσεις στο εξωτερικό για την προώθηση της αυτοδέσμευσης και την τήρηση της δεοντολογίας στην επικοινωνία. 53 Μαρκοπούλου Δ. ο.π. σελ.1470. 24
Εκτός από την Πρωτοβάθμια Επιτροπή Ελέγχου Διαφημίσεων υπάρχει και τη Δευτεροβάθμια Μικτή Επιτροπή Ελέγχου Διαφημίσεων, η οποία επιλαμβάνεται τις προσφυγές κατά των αποφάσεων της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής. 54 Όσο αναφορά την διαδικασία που τηρείται ενώπιων και των δύο Επιτροπών αυτή είναι πάντα έγγραφη και αρχίζει με την κατάθεση γραπτής επώνυμης αίτησης ελέγχου, η οποία κατατίθεται ατελώς για τους μεμονωμένους καταναλωτές και τους καταναλωτικούς φορείς. Πρέπει να επισημάνουμε, ότι η υπαγωγή των διαφορών στη δικαιοδοσία της Επιτροπής δεν έχει χαρακτήρα διαιτησίας, ούτε περιορίζει την ικανότητα των μερών να ζητήσουν την παροχή έννομης προστασίας. Τα διάδικα μέρη έχουν δικαίωμα να προσκομίσουν την απόφαση της Επιτροπής ενώπιον των δικαστηρίων, ως γνωμοδότηση εμπειρογνωμόνων. 55 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΟΙ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ, ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ Ι) Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ Ο όρος διαφήμιση είναι μια ευρεία έννοια, η οποία εκτός από την εμπορική διαφήμιση περιλαμβάνει και άλλες μορφές διαφήμισης όπως είναι η μη εμπορική διαφήμιση. Στο σημείο αυτό σκόπιμο είναι να αναλυθεί η νομική έννοια του όρου «διαφήμιση», η εμπορική δηλαδή διαφήμιση, όπως αυτή ορίζεται έμμεσα ή άμεσα από τους σχετικούς νόμους που την διέπουν και την οριοθετούν. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.1 στ.α του Νόμου 2251/1994 (όπως αυτός τροποποιήθηκε από το Ν 3587/2007), διαφήμιση συνιστά: «κάθε ανακοίνωση που γίνεται με κάθε μέσο στα πλαίσια εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας με στόχο την προώθηση της διάθεσης αγαθών ή 54 Οι αποφάσεις τις Επιτροπής καθίστανται εκτελεστές 10 ημέρες μετά την έκδοση της απόφασης, εκτός αν η ίδια η Επιτροπή ορίσει διαφορετική προθεσμία. Σε περίπτωση μάλιστα που η διαφημιστική εταιρία ή ο διαφημιζόμενος δεν εφαρμόσουν την απόφαση δύναται να ζητηθεί η διακοπή της διαφήμισης. 55 Ζέη Ε. ο.π. σελ.200. 25
υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων και των συναφών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων». Σημειώνεται ότι ο ανωτέρω ορισμός εμφανίζεται πιο διευρυμένος από τον προγενέστερο καθώς ρητά πλέον συμπεριλαμβάνει και τα ακίνητα. 56 Ειδικότερα, ο αρχικός ορισμός ήταν ο ακόλουθος: «διαφήμιση είναι κάθε ανακοίνωση, που γίνεται στα πλαίσια της εμπορικής, βιομηχανικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας με στόχο την προώθηση της διάθεσης αγαθών ή υπηρεσιών» 57. Η έννοια ανακοίνωση δεν σήμαινε ότι περιλαμβανόταν μόνο η έντυπη διαφήμιση. Επίσης, υπήρχε ορισμός τόσο για την παραπλανητική διαφήμιση όσο και για τη συγκριτική διαφήμιση. 58 Στον αρχικό νόμο 1961/1991 περί Προστασίας των Καταναλωτών, στο Άρθρο 18 παρ.1 αυτού, προβλεπόταν ο νομοθετικός ορισμός της διαφήμισης, ο οποίος σε αντίθεση με τον μεταγενέστερο νόμο συμπεριελάμβανε και τα ακίνητα. 59 Όσο αναφορά, τον νομοθετικό ορισμό που ισχύει σήμερα πρέπει να σημειώσουμε τα κάτωθι. Ως διαφήμιση ορίζεται κάθε ανακοίνωση που πραγματοποιείται με οποιοδήποτε μέσο και με οποιαδήποτε μορφή, ανεξάρτητα από τον τρόπο εξωτερίκευσης της. Μπορεί δηλαδή να είναι γραπτή, προφορική, να πραγματοποιείται με την παροχή δώρων (έργω διαφήμιση) 60, να εκφράζεται με εικόνες, με ή χωρίς λόγια. Ενδέχεται επίσης, να συνίσταται και σε αξιολογικές κρίσεις, οι οποίες ωστόσο θα πρέπει να είναι δυνατόν να ελεχθούν. Η ανακοίνωση αυτή μπορεί να πραγματοποιείται με οποιοδήποτε επικοινωνιακό μέσο, όπως 56 Αλεξανδρίδου Ε. Ο Τροποποιημένος Νόμος για την προστασία του Καταναλωτή από τη σκοπιά ενός εμπορικολόγου, ΝοΒ 2007, σελ. 1493-1512 57 άρθρο 9 Ν 2251/1995 (πριν την τροποποίηση). 58 Κάβουρα Α, Κυριακίδης Σ. Ενδιαφέροντα σημεία στη δημιουργία, μετάδοση και έλεγχο της διαφήμισης, ΔΙΜΕΕ 2004 σελ.502-504. Άρθρο 9 παρ.2 και 8 του Ν 2251/1994, πριν την τροποποίηση. 59 Αλεξανδρίδου Ε. Δίκαιο προστασίας του καταναλωτή, ελληνικό και κοινοτικό, ΙΙ, Σάκκουλας: Θεσσαλονίκη, 1996 σελ.55. 60 Έργω διαφήμιση, δηλαδή διαφήμιση με χαριστικό χαρακτήρα που συνίσταται κατά κανόνα στη δόση ή υπόσχεση παροχών άνευ ανταλλάγματος στον καταναλωτή ή στον ενδεχόμενο καταναλωτή. Αλεξανδρίδου Ε. Έργω διαφήμιση και προστασία του καταναλωτή ΔΕΕ 1997 σελ.116-128, Αποστολόπουλο Χ. Η μοντέρνα φιλελεύθερη νομική κρίση στην επικοινωνία των πρακτικών προώθησης πωλήσεων (έργω διαφήμιση) σύμφωνα με τις επιταγές του κοινοτικού δικαίου, ΔΙΜΕΕ 2007 σελ.340-346 και Καράκωστας Ι. ο.π. σελ. 354-355. 26
τηλεόραση, εφημερίδες, ταχυδρομείο, Internet, να αναρτάται σε δημόσιους χώρους όπου αυτό είναι επιτρεπτό, σε πινακίδες και σε μέσα μαζικής μεταφοράς. Σε κάθε περίπτωση η διαφήμιση πρέπει να διενεργείται στα πλαίσια μιας εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας. Πέραν τούτου πρέπει κάθε διαφήμιση να έχει ως στόχο την προώθηση αγαθών, υπηρεσιών ή άλλων συναφών δικαιωμάτων, κάτι άλλωστε αυτονόητο καθώς κάθε εμπορική διαφήμιση έχει ως στόχο την προώθηση της διάθεσης των διαφημιζομένων αγαθών και την απόσπαση της αγοραστικής απόφασης των καταναλωτών. 61 Εν αντιθέσει με την εμπορική διαφήμιση η μη εμπορική διαφήμιση, πρόκειται για ανακοίνωση - δήλωση που δεν στοχεύει στην προώθηση πωλήσεων, δεν επιδιώκει οικονομικούς σκοπούς, αλλά αντιθέτως έχει ιδεολογικούς, πολιτικούς, οικολογικούς ή κοινωνικούς στόχους. Δεν συνιστούν λοιπόν εμπορική διαφήμιση, όλες οι μορφές διαφήμισης που δεν έχουν σκοπό την προώθηση των οικονομικών συμφερόντων του διαφημιζομένου. 62 Συγκεκριμένα δεν αποτελεί για παράδειγμα εμπορική διαφήμιση η πολιτική διαφήμιση, η οποία στοχεύει στην ανάδειξη της ιδεολογίας ενός πολιτικού κόμματος. Αν μάλιστα, κάποιος ισχυριστεί ότι μια ανακοίνωση δεν πληρεί τους όρους του άρθρου 9, αλλά αντιθέτως εξυπηρετεί ιδεολογικούς, κοινωνικούς ή άλλους λόγους, είναι και αυτός ο οποίος φέρει το βάρος αποδείξεως. Κλείνοντας, το εδώ εξεταζόμενο θέμα της έννοιας της διαφήμισης, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η διαφήμιση συμπεριλαμβάνεται στις εμπορικές πρακτικές. Συγκεκριμένα το Άρθρο 9α στ.δ ορίζει τα εξής: «εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές, είναι κάθε πράξη, παράλειψη, τρόπος συμπεριφοράς ή εκπροσώπησης, εμπορική επικοινωνία, συμπεριλαμβανομένης της διαφήμισης και του μάρκετινγκ ενός προμηθευτή, που συνδέεται άμεσα με την προώθηση, πώληση ή προμήθεια ενός προϊόντος σε καταναλωτές».πρόκειται 61 Αλεξανδρίδου Ε. Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, Ελληνικό Κοινοτικό, Κατ άρθρο ερμηνεία του Ν 2251/1994 όπως ισχύει μετά το Ν 3587/2007, σελ.481 και Δελούκα Ιγγλέση Κ. ο.π. σελ. 257. 62 Ζέη Ε. ο.π. σελ.69-71. 27
δηλαδή για έναν ευρύτατο ορισμό που καλύπτει όλο το φάσμα των διαφημιστικών πρακτικών, επικοινωνιών και μεθόδων πώλησης αγαθών και υπηρεσιών. ΙΙ) ΟΙ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ Αναγκαίο κρίνεται να αποσαφηνιστούν οι έννοιες του προμηθευτή και του καταναλωτή και τούτο διότι πρέπει να καταστεί σαφές ποια πρόσωπα επιτελούν το ρόλο του διαφημιζόμενου αλλά και ποια πρόσωπα χρήζουν προστασίας σε ενδεχόμενη παραβίαση των νομοθετικών διατάξεων εκ μέρους των προμηθευτών. Με την εξειδίκευση των εννοιών αυτών μπορεί να γίνουν εύκολα αντιληπτά τα πρόσωπα που μπορούν να εναχθούν σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων περί διαφήμισης αλλά και τα πρόσωπα που μπορούν να τους ενάγουν. Ειδικότερα, Προμηθευτής κατά την έννοια του άρθρου 9 παρ.1 στ.β είναι «είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς οι οποίοι σχετίζονται με την εμπορική, βιοτεχνική, επιχειρηματική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα, καθώς και κάθε πρόσωπο το οποίο ενεργεί στο όνομα ή για λογαριασμό του προμηθευτή». Πρόκειται για έναν ευρύτατο ορισμό που περιλαμβάνει τόσο φυσικά όσο και νομικά πρόσωπα, αλλά επίσης περιλαμβάνει εκτός από τον ίδιο τον διαφημιζόμενο και τον εντολοδόχο αυτού, δηλαδή το διαφημιστή. 63 Κατά γενική άποψη, ένας επιχειρηματίας ενεργεί στα πλαίσια άσκησης της δραστηριότητας του (εμπορικής, βιοτεχνικής, επιχειρηματικής ή ελευθέριας) με σκοπό των προώθηση των προσφερόμενων εκ μέρους του προϊόντων και υπηρεσιών και όλη αυτή η δράση του γίνεται με σκοπό ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός δεν καλύπτει πολλές φορές μόνο την προσπάθεια του κάθε επιχειρηματία να επεκτείνει τον προσωπικό του κύκλο πελατών αλλά καλύπτει και την με πρόθεση δράση του επιχειρηματία να διευρύνει την πελατεία ενός τρίτου ως εντολοδόχου του, όπως συμβαίνει με το διαφημιστή σε σχέση με το διαφημιζόμενο. 64 63 Δελούκα Ιγγλέση Κ. ο.π. σελ.257. 64 Μαρίνος Μ Θ Η σύμβαση διαφήμισης Ευθύνη διαφημιστή και προβλήματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ΕλλΔνη 1999 σελ.1655-1666 (1656). 28
Για τον καταναλωτή δεν προβλέπεται σαφής ορισμός. Επομένως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει βασίμως ότι προστατευόμενος είναι ο καταναλωτής με την ευρεία έννοια του όρου, δηλαδή πρόκειται για τον ορισμό ο οποίος δίνεται στο Άρθρο 1 παρ.4 στ.α του Ν 2251/1994 και εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις που δεν υπάρχει ειδικότερη πρόβλεψη. Το ανωτέρω άρθρο περιλαμβάνει υπό την προστασία του διευρυμένο κύκλο προσώπων σε σύγκριση με τη αντίστοιχη πρόβλεψη πριν την τροποποίηση του νόμου. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνει ενώσεις προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα, φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εγγυώνται υπέρ του καταναλωτή, εφόσον δεν ενεργούν στο πλαίσιο της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. 65 66 Μάλιστα στον ορισμό αυτό περιλαμβάνεται και ο «αποδέκτης διαφημιστικού μηνύματος». 67 Εντούτοις, ο ορισμός αυτός δεν βρίσκει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση και αυτό διότι ναι μεν δεν υπάρχει αντίστοιχη νομοθετική ρύθμιση στις διατάξεις περί διαφήμισης για την έννοια του καταναλωτή, ωστόσο εφαρμόζονται οι διατάξεις που ρυθμίζουν το σύνολο των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών (Οδηγία 2005/29) και οι οποίες συμπαρασύρουν και την ειδικότερη έννοια της διαφήμισης. Επομένως λαμβάνεται υπόψη η έννοια του καταναλωτή με την στενή έννοια. 68 Ειδικότερα, στο Άρθρο 9α στ.α Ν 2251/1994 δίνεται ο ορισμός του καταναλωτή ο οποίος συμπεριλαμβάνει κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για λόγους που δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα. ΙΙΙ) ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ 65 Άρθρο 1 παρ.4 Ν 2251/1994. Αλεξανδρίδου Ε. Δίκαιο Προστασίας Καταναλωτή, Ελληνικό Ενωσιακό, Νομική Βιβλιοθήκη: 2015, σελ. 46-47, Δέλλιος Γ., Προστασία των καταναλωτών και σύστημα του ιδιωτικού δικαίου, Ο καταναλωτής ως υποκείμενο έννομης προστασίας I, Σάκκουλας: Αθήνα- Θεσσαλονίκη, 2005 σελ.41 και Περάκης Ε. Η έννοια του <<καταναλωτή> κατά το νέο νόμο 2251/1994, ΔΕΕ 1995 σελ.32 (32-35) και Κοτσίρης Λ. Η έννοια του καταναλωτή, γνμδ ΔΕΕ 2005 σελ.1128-1130. 66 Για την έννοια του καταναλωτή βλ. ενδεικτικά ΑΠ 1343/2012 Αρμ 2013, σελ.1102επ., Εφ Αθ 63/2012 Αρμ 2013, σελ.293επ., ΑΠ 733/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011, σελ.949επ. 67 Εφ Θεσ/νικη ΕπισκΕμπΔ 2010, σελ.1176επ. 68 άρθρο 2 στ.α Οδηγία 2005/29 και Αλεξανδρίδου Ε. Ο Τροποποιημένος Νόμος για την Προστασία του Καταναλωτή από τη σκοπιά ενός Εμπορικολόγου, ΝοΒ 2007, σελ.1493-1512 (1494-1497). 29