ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ πολιόν τε σίδηρον πολιόν ἀέθλια τὼ ἀλλήλοιϊν ἄειραν

Σχετικά έγγραφα
Od Ἡ μὲν ἄρ ὣς ἕ άλιν κίεν αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς. ἤϊεν ἐς κλισίην. Θάμβησε δέ μιν φίλος υἱός, Od ταρβή ἑτέρωσε βάλ ὄμματα, μὴ θεὸς εἴη,

bab.la Φράσεις: Προσωπική Αλληλογραφία Ευχές ολλανδικά-ολλανδικά

persoon praesens imperfectum sigmatische aoristus

Bijlage VWO. Grieks. tijdvak 1. Tekstboekje a-VW-1-b

πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

Examen VWO. Grieks. Voorbereidend Wetenschappelijk Onderwijs Tijdvak 2 Woensdag 21 juni uur. Tekstboekje. Begin.

Immigratie Documenten

bab.la Φράσεις: Προσωπική Αλληλογραφία Ευχές ολλανδικά-ελληνικά

εἰ δὲ μή, παῦσαι ἤδη, ὦ θαυμάσιε, πολλάκις μοι λέγων τὸν αὐτὸν λόγον, bepaling cmpl. attribuut complement (object)

5.A De voorbereiding. οὕτω δ οὐ πολλῷ ὕστερον 1 ἐν τῷ μηνὶ A Γαμηλιῶνι B ὁ γάμος C. ἐπετελεῖτο D. πολλοὶ δὲ γάμοι ἐν ταῖς Ἀθήναις διέμενον 2

Αιτήσεις Συστατική Επιστολή

Waar kan ik het formulier voor vinden? Waar kan ik het formulier voor vinden? Για να ρωτήσετε που μπορείτε να βρείτε μια φόρμα

Αιτήσεις Συνοδευτική Επιστολή

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

I. De verbuiging van de substan1even

NOVEMBER 2016 AL: 150. TYD: 3 uur

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

PROLOOG ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ. 49 Ἐγένοντο Λήδᾳ Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι, 50 Φοίβη Κλυταιμήστρα τ, ἐμὴ ξυνάορος, Ἑλένη τε ταύτης οἱ τὰ πρῶτ ὠλβισμένοι

Nieuw Grieks Grammatica Konstantinos Athanasiou

Πρόσληψη του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Υ ἀδέψητον μνηστῆρσιν ἐμισγέσκοντο πάρος περ ὕστατα καὶ πύματα ἀμαλῇσι ἀγαιομένου

Προσωπική Αλληλογραφία Επιστολή

Αιτήσεις Συνοδευτική Επιστολή

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

"τέκνον ἐμόν, ποόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων.

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Β ΓΥΜΝΑΙΟΥ

Schijnbeweging. Illusie in de Griekse kunst speurtocht

Οἱ μὲν ἔπειτ ἀπονιψάμενοι χεῖράς τε πόδας τε. εἰς Ὀδυσῆα δόμονδε κίον, τετέλεστο δὲ ἔργον. Αὐτὰρ ὅ γε προσέειπε φίλην τροφὸν Εὐρύκλειαν

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

Θα ήθελα να ανοίξω ένα τραπεζικό λογαριασμό. Θα ήθελα να κλείσω τον τραπεζικό μου λογαριασμό. Μπορώ να ανοίξω τραπεζικό λογαριασμό μέσω του ίντερνετ;

Εμπορική αλληλογραφία Επιστολή

Εμπορική αλληλογραφία Επιστολή

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Ἦμος δ ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς, 1. ὄρνυτ ἄρ ἐξ εὐνῆς ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο, ἂν δ ἄρα διογενὴς ὦρτο πτολίπορθος Ὀδυσσεύς.

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: chalkida@diakrotima.gr W:

ἐγώ ik ζύ je/jij - hij/zij/het 1 e persoon 2 e persoon 3 e persoon mnl vrl onz

Solliciteren Referentie

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

Zakelijke correspondentie

Σε μια περίοδο ή ημιπερίοδο σύνθετου λόγου οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

βοσκόμενος λειμῶνι τόσ ἔβραχε καλὰ θύρετρα πληγέντα κληΐδι, πετάσθησαν δέ οἱ ὦκα. 50 ἡ δ ἄρ ἐφ ὑψηλῆς σανίδος βῆ ἔνθα δὲ χηλοὶ ἕστασαν, ἐν δ ἄρα τῇσι

OEFENVRAESTEL VRAESTEL 1

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

MOUSEION MOY EION. Wijzigingen in de derde editie

Gregorius Nyssenus - De deitate filii et spiritus sancti

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Α ΓΥΜΝΑΙΟΥ

Persoonlijke correspondentie Brief

ιδαγμένο κείμενο Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια (Β1, 1-3 και Β6, 1-4)

Klassieke Olympiaden Grieks POLYKRATES taaleigen van Herodotus

Grieks vwo 2018-II. Tekst 1

ΣΤΑΔΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Solliciteren Sollicitatiebrief

Οἱ δ ἷξον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν,

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Α. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Χ ἄεθλος ἀάατος σκοπὸν εἴσομαι μέμβλετο μοῦνον ἐπισχόμενος ἀκωκή ἐκλίνθη δ ἑτέρωσε αὐλὸς ἀνδρομέοιο φορύνετο

ἐκτὸς ἐπ ἀσπαλάθων κνάµπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σηµαίνοντες ὧν ἕνεκά τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐµπεσούµενοι ἄγοιντο.» Α. Από το κείµενο που

Σας ευχαριστούμε που κατεβάσατε τις κάρτες ερωτήσεων. Θα θέλαμε να μοιραστούμε κάποιες από τις εμπειρίες μας μαζί σας.

«Η λύση του Γόρδιου Δεσμού» αρχαία ελληνικά Α Γυμνασίου ενότητα 7

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Ψ ὑπερῷ καγχαλόωσα ἐῤῥώσαντο ὑπερικταίνοντο κήδεσκον βιόωντό μάργην χαλιφρονέοντα λωβεύεις ταῦτα παρὲξ ἐρέουσα

Iohannes Damascenus - De azymis

3-maandelijkse nieuwsbrief van de Nederlands-Griekse Vereniging Noord-Griekenland. april 2010 ΒΕΕΛΟΛ ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟ ΠΕΡΙΟ ΙΚΟ ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΤΕΥΧΟΣ 18

ΘΕΜΑ 2o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

Δειγματική Διδασκαλία του αδίδακτου αρχαιοελληνικού κειμένου στη Β Λυκείου με διαγραμματική παρουσίαση και χρήση της τεχνολογίας

Homer Odyssey 13. Ὀδυσσέως ἀπόπλοος παρὰ Φαιάκων καὶ ἄφιξις εἰς Ἰθάκην. ὣς ἔφαθ, οἱ δ ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ,

1. ιδαγµένο κείµενο από το πρωτότυπο Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β 36

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Αὐτὰρ ἐπεὶ διά τε σκόλοπας καὶ τάφρον ἔβησαν. φεύγοντες, πολλοὶ δὲ δάμεν Δαναῶν ὑπὸ χερσίν, Il.15.3 οἳ μὲν δὴ παρ ὄχεσφιν ἐ ένοντες

12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό, οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ". ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΕΤΟΥΣ 2004 ΦΥΛΛΑ

Αρχαία Ελληνικά στη Μέση εκπαίδευση: Γνωστικό αντικείμενο και διδακτικές προσεγγίσεις. Βουλγαράκη Αντωνία Στρίγγας Ιωάννης Χαλκιάς Παντελής

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἀριστοτέλους, Ἠθικὰ Νικομάχεια Β 6, 9-13

Geschäftskorrespondenz

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

Ὣς ὁ μὲν ἔνθα καθεῦδε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς

Πληροφοριακή παιδεία σε 7 βήματα: ένας κύκλος μαθημάτων ηλεκτρονικής μάθησης

Α. Διδαγμένο κείμενο : Ηθικά Νικομάχεια Αριστοτέλους ( Β1, 5-7 & 7-8 )

Και θα γίνει κατά τις έσχατες μέρες να εκχύσω ( αποστείλω ) το Πνεύμα σε κάθε άνθρωπο.

ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2,1,28. Η ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ (Β1, 1-4) Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς,

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Γ ΓΥΜΝΑΙΟΥ

LES 6 LIQUIDASTAMMEN ΑΥΤΟΣ ΟΥΤΟΣ & ΕΚΕΙΝΟΣ ΤΙΣ / ΤΙ ΕΙΣ & ΟΥΔΕΙΣ PRAESENS EN IMPERFECTUM MEDII A. GRAMMATICA. 1. Verbuiging van de liquidastammen.

Προσωπική Αλληλογραφία Ευχές

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ. Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Πλάτων, Πολιτεία 615C-616Α Αρδιαίος ο τύραννος

Εμπορική αλληλογραφία Επιστολή

Εμπορική αλληλογραφία Επιστολή

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΨΕΥΔΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

Transcript:

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Φ Τῇ δ ἄρ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη, κούρῃ Ἰκαρίοιο, περίφρονι Πηνελοπείῃ, τόξον μνηστήρεσσι θέμεν πολιόν τε σίδηρον ἐν μεγάροισ Ὀδυσῆος, ἀέθλια καὶ φόνου ἀρχήν. κλίμακα δ ὑψηλὴν προσεβήσετο οἷο δόμοιο, 5 εἵλετο δὲ κληῖδ εὐκαμπέα χειρὶ παχείῃ, καλὴν χαλκείην κώπη δ ἐλέφαντος ἐπῆεν. βῆ δ ἴμεναι θάλαμόνδε σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξὶν ἔσχατον ἔνθα δέ οἱ κειμήλια κεῖτο ἄνακτος, χαλκός τε χρυσός τε πολύκμητός τε σίδηρος. 10 ἔνθα δὲ τόξον κεῖτο παλίντονον ἠδὲ φαρέτρη ἰοδόκος, πολλοὶ δ ἔνεσαν στονόεντες ὀϊστοί, δῶρα τά οἱ ξεῖνος Λακεδαίμονι δῶκε τυχήσας Ἴφιτος Εὐρυτίδης, ἐπιείκελος ἀθανάτοισι. τὼ δ ἐν Μεσσήνῃ ξυμβλήτην ἀλλήλοιϊν 15 οἴκῳ ἐν Ὀρτιλόχοιο δαΐφρονος. ἦ τοι Ὀδυσσεὺς ἦλθε μετὰ χρεῖος, τό ῥά οἱ πᾶς δῆμος ὄφελλε μῆλα γὰρ ἐξ Ἰθάκης Μεσσήνιοι ἄνδρες ἄειραν νηυσὶ πολυκλήϊσι τριηκόσι ἠδὲ νομῆας. Penelope haalt de boog tevoorschijn uit de voorraadkamer en belooft de vrijers te trouwen met degene die de boog het gemakkelijkste spant en de pijl door twaalf in een rij opgestelde bijlen weet te jagen. 3. πολιόν τε σίδηρον: met het grijze ijzer worden de twaalf bijlen bedoeld die tezamen met de boog het kampgereedschap, de ἀέθλια vormen. πολιόν: πολιός - grijs 4. ἀέθλια: gereedschap voor de wedkamp. 13-41: Het eigenlijke verhaal wordt langdurig onderbroken voor een lange, saaie en warrige uitwijding over de manier waarop Odysseus de boog had verkregen. 15. τὼ ἀλλήλοιϊν: een zuiver spondeïsch vers; voor een versus spondiacus is slechts vereist dat het vijfde metrum een spondee is. 18. ἄειραν: tilden op, d.w.z. brachten aan boord.

2 0 3 6 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 2 20 25 30 35 τῶν ἕνεκ ἐξεσίην πολλὴν ὁδὸν ἦλθεν Ὀδυσσεύς, παιδνὸς ἐών πρὸ γὰρ ἧκε πατὴρ ἄλλοι τε γέροντες Ἴφιτος αὖθ ἵππους διζήμενος, αἵ οἱ ὄλοντο δώδεκα θήλειαι, ὑπὸ δ ἡμίονοι ταλαεργοί αἳ δή οἱ καὶ ἔπειτα φόνος καὶ μοῖρα γένοντο, ἐπεὶ δὴ Διὸς υἱὸν ἀφίκετο καρτερόθυμον, φῶθ Ἡρακλῆα, μεγάλων ἐπιίστορα ἔργων, ὅς μιν ξεῖνον ἐόντα κατέκτανεν ᾧ ἐνὶ οἴκῳ, σχέτλιος, οὐδὲ θεῶν ὄπιν αἰδέσατ οὐδὲ τράπεζαν, τὴν ἥν οἱ παρέθηκεν ἔπειτα δὲ πέφνε καὶ αὐτόν, ἵππους δ αὐτὸς ἔχε κρατερώνυχας ἐν μεγάροισι. τὰς ἐρέων Ὀδυσῆϊ συνήντετο, δῶκε δὲ τόξον, τὸ πρὶν μὲν ἐφόρει μέγας Εὔρυτος, αὐτὰρ ὁ παιδὶ κάλλιπ ἀποθνῄσκων ἐν δώμασιν ὑψηλοῖσι. τῷ δ Ὀδυσεὺς ξίφος ὀξὺ καὶ ἄλκιμον ἔγχος ἔδωκεν, ἀρχὴν ξεινοσύνης προσκηδέος οὐδὲ τραπέζῃ γνώτην ἀλλήλω πρὶν γὰρ Διὸς υἱὸς ἔπεφνεν 20. ἐξεσίην: acc. int. obi.; ἐξεσίη - gezantschap (2 x). 21. παιδνὸς: - heel jong (2 x); d.w.z. jonger dan twintig, maar naar men mag aannemen toch minstens zestien jaar. 23. δώδεκα ταλαεργοί: bij de twaalf merries hoorden evenzoveel door ezels verwekte muilezelveulens. 24. καὶ ἔπειτα: later ; Iphitus, de zoon van Eurytus, was op zoek naar zijn (door Autolycus) met medeweten van Heracles gestolen paarden. Eerst komt hij de nog piepjonge Odysseus tegen, raakt met hem bevriend en geeft hem bij het uitwisselen van geschenken de boog die hij van zijn vader Eurytus heeft geërfd. Daarna wordt Iphitus door Heracles, de heler van zijn paarden, verraderlijk ze hebben net vriendschap gesloten met een etentje bij Heracles thuis vermoord. 26. ἐπιίστορα: ἐπιΐστωρ - medeplichtig (aan het roven van de paarden van Iphitus; de hoofddader was Autolycus, Odysseus grootvader van moederskant). 28. θεῶν ὄπιν: de straf der goden. αἰδέσατ : respecteerde. 31. τὰς ἐρέων: = τὰς διζήμενος; we maken een sprongetje terug in de tijd. 35. ξεινοσύνης προσκηδέος: hartelijke gastvriendschap. οὐδὲ τραπέζῃ γνώτην ἀλλήλω: een gezamenlijke maaltijd had de bezegeling van de vriendschap moeten vormen, maar vóór het daarvan kwam werd Iphitus vermoord.

3 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 3 7 4 8 Ἴφιτον Εὐρυτίδην, ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν, ὅς οἱ τόξον ἔδωκε. τὸ δ οὔ ποτε δῖος Ὀδυσσεὺς ἐρχόμενος πόλεμόνδε μελαινάων ἐπὶ νηῶν ᾑρεῖτ, ἀλλ αὐτοῦ μνῆμα ξείνοιο φίλοιο 40 κέσκετ ἐνὶ μεγάροισι, φόρει δέ μιν ἧς ἐπὶ γαίης. Ἡ δ ὅτε δὴ θάλαμον τὸν ἀφίκετο δῖα γυναικῶν οὐδόν τε δρύϊνον προσεβήσετο, τόν ποτε τέκτων ξέσσεν ἐπισταμένως καὶ ἐπὶ στάθμην ἴθυνεν, ἐν δὲ σταθμοὺς ἄρσε, θύρας δ ἐπέθηκε φαεινάς, 45 αὐτίκ ἄρ ἥ γ ἱμάντα θοῶς ἀπέλυσε κορώνης, ἐν δὲ κληῖδ ἧκε, θυρέων δ ἀνέκοπτεν ὀχῆας ἄντα τιτυσκομένη. τὰ δ ἀνέβραχεν ἠΰτε ταῦρος 39. ἐρχόμενος πόλεμόνδε: de veronderstelling lijkt dat Odysseus ook buiten de Trojaanse oorlog op het oorlogspad was 41. κέσκετ : κέσκω is een intensivum van κεῖμαι. 43. οὐδόν προσεβήσετο: zij betrad de drempel ; bij ons is dat pas mogelijk als de deur geopend is; de oud-griekse drempel kwam blijkbaar ver onder de deur te voorschijn. 44. στάθμην: στάθμη - paslood. 45. σταθμοὺς: σταθμός - deurpost. 46. ἱμάντα θοῶς ἀπέλυσε κορώνης: de deur van de voorraadkamer werd afgesloten met een grendel aan de binnenkant van de deur die op zijn plaats werd geschoven met een riem of koord ἱμάς dat door een gaatje in de deur naar buiten kwam; je deed de deur op slot door aan de riem te trekken; de riem of het koord werd daarna bevestigd aan een haak(je) κορώνη; of een tweede riem nodig was voor het wegtrekken van de grendel blijkt niet uit de hier gegeven beschrijving; wel is duidelijk dat daarvoor een sleutel κληίς nodig was, een sleutel met een baard, corresponderend met een onderdeel van het slot; als die correspondentie ontbrak kon de sleutel niet in het slot worden omgedraaid; door het draaien van de sleutel werd hetzij een pal verschoven die het verschuiven van de grendel belette, hetzij (waarschijnlijker maar technisch gezien minder practisch) de grendel zelf verschoven, zodat de deur geopend kon worden. 47. ἀνέκοπτεν ὀχῆας: stootte de grendels (eig. houders) terug. 48. ἄντα τιτυσκομένη: lett. recht van voren treffend, vert. ze had meteen succes, of het paste precies. τὰ δ ἀνέβραχεν: wat maakt nu zo n hels kabaal, het verschuiven van de grendels of het draaien van de deurvleugels op hun hengsels of scharnieren?

4 9 6 8 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 4 50 55 60 65 βοσκόμενος λειμῶνι τόσ ἔβραχε καλὰ θύρετρα πληγέντα κληῖδι, πετάσθησαν δέ οἱ ὦκα. ἡ δ ἄρ ἐφ ὑψηλῆς σανίδος βῆ ἔνθα δὲ χηλοὶ ἕστασαν, ἐν δ ἄρα τῇσι θυώδεα εἵματ ἔκειτο. ἔνθεν ὀρεξαμένη ἀπὸ πασσάλου αἴνυτο τόξον αὐτῷ γωρυτῷ, ὅς οἱ περίκειτο φαεινός. ἑζομένη δὲ κατ αὖθι, φίλοισ ἐπὶ γούνασι θεῖσα, κλαῖε μάλα λιγέως, ἐκ δ ᾕρεε τόξον ἄνακτος. ἡ δ ἐπεὶ οὖν τάρφθη πολυδακρύτοιο γόοιο, βῆ ῥ ἴμεναι μέγαρόνδε μετὰ μνηστῆρας ἀγαυοὺς τόξον ἔχουσ ἐν χειρὶ παλίντονον ἠδὲ φαρέτρην ἰοδόκον πολλοὶ δ ἔνεσαν στονόεντες ὀϊστοί. τῇ δ ἄρ ἅμ ἀμφίπολοι φέρον ὄγκιον, ἔνθα σίδηρος κεῖτο πολὺς καὶ χαλκός, ἀέθλια τοῖο ἄνακτος. ἡ δ ὄτε δὴ μνηστῆρας ἀφίκετο δῖα γυναικῶν, στῆ ῥα παρὰ σταθμὸν τέγεος πύκα ποιητοῖο, ἄντα παρειάων σχομένη λιπαρὰ κρήδεμνα ἀμφίπολος δ ἄρα οἱ κεδνὴ ἑκάτερθε παρέστη. αὐτίκα δὲ μνηστῆρσι μετηύδα καὶ φάτο μῦθον «Κέκλυτέ μευ, μνηστῆρες ἀγήνορες, οἳ τόδε δῶμα 49. θύρετρα: τά - deurvleugels (4 x). 51. σανίδος: σανίς - plank, planken verhoging. χηλοὶ: χηλός - kist. 53. πασσάλου: πάσσαλος - houten pen, haak. 54. γωρυτῷ: γωρυτός - foudraal. 56. κλαῖε μάλα λιγέως: luid snikkend (de Roy), huilde hardop jammerend (Dros); de voorraadkamer bevond zich ver van het megaron, buiten gehoorsafstand van de vrijers. λιγέως: adv. v. λιγύς - helder klinkend, fluitend, met heldere stem 61. ὄγκιον: - kist met hengsels. 64. στῆ ῥα παρὰ σταθμὸν: meestal vertaald alsof Penelope in de deuropening bleef hangen, maar vlg. Fernandez-Galiano (Oxf. Comm.) wordt hier, net als in 1, 333 de zuil midden in de zaal, waarop het dak rust, bedoeld. τέγεος: τέγος, τό - dak, huis, vertrek. 65. λιπαρὰ κρήδεμνα: een glanzende sluier / hoofddoek ; de enige textilia destijds waren wol en linnen; misschien kan men die stoffen met olie of vet laten glimmen, maar dat wordt al gauw een vieze en onwelriekende boel; misschien is λιπαρὰ een epitheton ornans.

5 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 6 9 9 1 ἐχράετ ἐσθιέμεν καὶ πινέμεν ἐμμενὲς αἰεὶ ἀνδρὸς ἀποιχομένοιο πολὺν χρόνον, οὐδέ τιν ἄλλην 70 μύθου ποιήσασθαι ἐπισχεσίην ἐδύνασθε, ἀλλ ἐμὲ ἱέμενοι γῆμαι θέσθαι τε γυναῖκα. ἀλλ ἄγετε, μνηστῆρες, ἐπεὶ τόδε φαίνετ ἄεθλον θήσω γὰρ μέγα τόξον Ὀδυσσῆος θείοιο ὃς δέ κε ῥηΐτατ ἐντανύσῃ βιὸν ἐν παλάμῃσι 75 καὶ διοϊστεύσῃ πελέκεων δυοκαίδεκα πάντων, τῷ κεν ἅμ ἑσποίμην, νοσφισσαμένη τόδε δῶμα κουρίδιον, μάλα καλόν, ἐνίπλειον βιότοιο, τοῦ ποτε μεμνήσεσθαι ὀΐομαι ἔν περ ὀνείρῳ.» Ὣς φάτο, καί ῥ Εὔμαιον ἀνώγει, δῖον ὑφορβόν, 80 τόξον μνηστήρεσσι θέμεν πολιόν τε σίδηρον. δακρύσας δ Εὔμαιος ἐδέξατο καὶ κατέθηκε κλαῖε δὲ βουκόλος ἄλλοθ, ἐπεὶ ἴδε τόξον ἄνακτος. Ἀντίνοος δ ἐνένιπεν ἔπος τ ἔφατ ἔκ τ ὀνόμαζε «Νήπιοι ἀγροιῶται, ἐφημέρια φρονέοντες, 85 ἆ δειλώ, τί νυ δάκρυ κατείβετον ἠδὲ γυναικὶ θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ὀρίνετον; ᾗ τε καὶ ἄλλως κεῖται ἐν ἄλγεσι θυμός, ἐπεὶ φίλον ὤλεσ ἀκοίτην. ἀλλ ἀκέων δαίνυσθε καθήμενοι, ἠὲ θύραζε κλαίετον ἐξελθόντε κατ αὐτόθι τόξα λιπόντε, 90 μνηστήρεσσιν ἄεθλον ἀάατον οὐ γὰρ ὀΐω 69. ἐχράετ : een deprecierende uitdrukking. 71. μύθου ἐπισχεσίην: verzinsel, voorwendsel, smoes. ἐπισχεσίην: ἐπισχεσίη - voorwendsel ; ἐπίσχεσις - schroom. 72. ἀλλ : ἀλλά voorafgegaan door een verbogen vorm van ἄλλος kan hier, zoals vaker, worden vertaald met het comparatieve dan. 73. ἐπεὶ τόδε φαίνετ ἄεθλον: jullie krijgen nu de gelegenheid om met een wedstrijd een prijs te winnen. φαίνετ : te voorschijn komt. 85. ἀγροιῶται: depreciërend boeren pummels / kinkels (5 x). 91. ἀάατον: de betekenis die vermoedelijk samenhangt met ἄτη is omstreden; of de eerste α een α-privans is of een α-intensivum is onzeker, en ook of het woord hier hetzelfde betekent als in Ilias XIV 271, de enige

9 2 1 1 0 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 6 95 100 105 110 ῥηϊδίως τόδε τόξον ἐΰξοον ἐντανύεσθαι. οὐ γάρ τις μέτα τοῖος ἀνὴρ ἐν τοίσδεσι πᾶσιν, οἷος Ὀδυσσεὺς ἔσκεν ἐγὼ δέ μιν αὐτὸς ὄπωπα, καὶ γὰρ μνήμων εἰμί, πάϊς δ ἔτι νήπιος ἦα.» Ὣς φάτο, τῷ δ ἄρα θυμὸς ἐνὶ στήθεσσιν ἐώλπει νευρὴν ἐντανύειν διοϊστεύσειν τε σιδήρου. ἦ τοι ὀϊστοῦ γε πρῶτος γεύσασθαι ἔμελλεν ἐκ χειρῶν Ὀδυσῆος ἀμύμονος, ὃν τότ ἀτίμα ἥμενος ἐν μεγάροισ, ἐπὶ δ ὤρνυε πάντας ἑταίρους. Τοῖσι δὲ καὶ μετέειφ ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο «Ὢ πόποι, ἦ μάλα με Ζεὺς ἄφρονα θῆκε Κρονίων μήτηρ μέν μοί φησι φίλη, πινυτή περ ἐοῦσα, ἄλλῳ ἅμ ἕψεσθαι νοσφισσαμένη τόδε δῶμα αὐτὰρ ἐγὼ γελόω καὶ τέρπομαι ἄφρονι θυμῷ. ἀλλ ἄγετε, μνηστῆρες, ἐπεὶ τόδε φαίνετ ἄεθλον, οἵη νῦν οὐκ ἔστι γυνὴ κατ Ἀχαιΐδα γαῖαν, οὔτε Πύλου ἱερῆς οὔτ Ἄργεος οὔτε Μυκήνης, [οὔτ αὐτῆς Ἰθάκης οὔτ ἠπείροιο μελαίνης ] καὶ δ αὐτοὶ τόδε ἴστε τί με χρὴ μητέρος αἴνου; plaats in de Ilias waar het voorkomt en waar het bovendien anders gescandeerd wordt; gesuggereerde mogelijkheden: onfeilbaar, onschuldig, destructief, onfeilbaar, feilloos (Dros), beslissend (de Roy). 92. ἐντανύεσθαι: asigmatische inf. fut. pass.; cf. vs. 127 ἐντανύειν. 93. μέτα: = μέτεστιν. 95. πάϊς δ ἔτι νήπιος ἦα: als Antinous toen 7 was, is hij nu 27; Penelope is minimaal 38, een leeftijd waarop de vruchtbaarheid destijds gering of afwezig moet worden geacht; het is een punt dat in de Odyssee om begrijpelijke reden (onwaarschijnlijkheden moeten niet onder de aandacht gebracht worden) nimmer ter sprake komt, terwijl huwelijken één hoofddoel hadden: nageslacht. 98. τοι ὀϊστοῦ γε πρῶτος γεύσασθαι ἔμελλεν: een opmerking van de dichter die afbreuk zou doen aan de spanning, ware het niet dat de toehoorders het verhaal allang kennen. 106. ἄεθλον: zoals uit het vervolg γυνὴ als appositie blijkt is de betekenis hier prijs. 109. οὔτ μελαίνης: in veel handschriften ontbreekt dit vers. 110. αἴνου: αἶνος - vertelling, lof(spraak) (4 x); αἰνός - vreselijk.

7 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 1 1 1 1 3 1 ἀλλ ἄγε μὴ μύνῃσι παρέλκετε μηδ ἔτι τόξου δηρὸν ἀποτρωπᾶσθε τανυστύος, ὄφρα ἴδωμεν. καὶ δέ κεν αὐτὸς ἐγὼ τοῦ τόξου πειρησαίμην εἰ δέ κεν ἐντανύσω διοϊστεύσω τε σιδήρου, οὔ κέ μοι ἀχνυμένῳ τάδε δώματα πότνια μήτηρ 115 λείποι ἅμ ἄλλῳ ἰοῦσ, ὅτ ἐγὼ κατόπισθε λιποίμην οἷός τ ἤδη πατρὸς ἀέθλια κάλ ἀνελέσθαι.» Ἦ, καὶ ἀπ ὤμοιϊν χλαῖναν θέτο φοινικόεσσαν ὀρθὸς ἀναΐξας, ἀπὸ δὲ ξίφος ὀξὺ θέτ ὤμων. πρῶτον μὲν πελέκεας στῆσεν, διὰ τάφρον ὀρύξας 120 πᾶσι μίαν μακρήν, καὶ ἐπὶ στάθμην ἴθυνεν, ἀμφὶ δὲ γαῖαν ἔναξε. τάφος δ ἕλε πάντας ἰδόντας, ὡς εὐκόσμως στῆσε πάρος δ οὔ πώ ποτ ὀπώπει. στῆ δ ἄρ ἐπ οὐδὸν ἰὼν καὶ τόξου πειρήτιζε. τρὶς μέν μιν πελέμιξεν ἐρύσσεσθαι μενεαίνων, 125 τρὶς δὲ μεθῆκε βίης, ἐπιελπόμενος τό γε θυμῷ, νευρὴν ἐντανύειν διοϊστεύσειν τε σιδήρου. καί νύ κε δὴ ἐτάνυσσε βίῃ τὸ τέταρτον ἀνέλκων, ἀλλ Ὀδυσεὺς ἀνένευε καὶ ἔσχεθεν ἱέμενόν περ. Τοῖς δ αὖτις μετέειφ ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο 130 «Ὢ πόποι, ἦ καὶ ἔπειτα κακός τ ἔσομαι καὶ ἄκικυς, 111. μύνῃσι: μύνη - uitvlucht. 112. ἀποτρωπᾶσθε: ἀποτρωπάομαι - zich van iets afwenden, zich van iets onthouden (4 x). τανυστύος: τανυστύς - het spannen (τόξου). 115. οὔ κέ μοι ἀχνυμένῳ μήτηρ: in dat geval hoef ik niet te treuren als mijn moeder. 117. οἷός τ ἤδη: omdat ik in staat blijk te zijn om. 120. τάφρον: hier geul. 121. πᾶσι: sc. πελέκεσιν. 122. ἔναξε: νάσσω - vaststampen. 123. στῆσε: obj. πελέκεας. 125. πελέμιξεν: kreeg (de boog) in beweging, d.w.z. de boog gaf enigszins mee. 126. μεθῆκε βίης: kwam hij kracht tekort. 127. ἐντανύειν: asigmatisch futurum; cf. vs. 92. 129. ἀνένευε: ἀνανεύω - nee zeggen; κατανεύω - ja zeggen. ἔσχεθεν: aor. II 3de p. sing. v. ἔχω. 130. ἱερὴ ἲς Τηλεμάχοιο: de sterke / krachtige Telemachus ; de oorspronkelijke betekenis van ἱερός zou sterk en niet heilig zijn; edel lijkt mij passend. 131. ἄκικυς: - krachteloos (2 x).

1 3 2 1 5 3 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 8 135 140 145 150 ἠὲ νεώτερός εἰμι καὶ οὔ πω χερσὶ πέποιθα ἄνδρ ἀπαμύνασθαι, ὅτε τις πρότερος χαλεπήνῃ. ἀλλ ἄγεθ, οἵ περ ἐμεῖο βίῃ προφερέστεροί ἐστε, τόξου πειρήσασθε, καὶ ἐκτελέωμεν ἄεθλον.» Ὣς εἰπὼν τόξον μὲν ἀπὸ ἕο θῆκε χαμᾶζε, κλίνας κολλητῇσιν ἐϋξέστῃς σανίδεσσιν, αὐτοῦ δ ὠκὺ βέλος καλῇ προσέκλινε κορώνῃ, ἂψ δ αὖτις κατ ἄρ ἕζετ ἐπὶ θρόνου, ἔνθεν ἀνέστη. Τοῖσιν δ Ἀντίνοος μετέφη, Εὐπείθεος υἱός «Ὄρνυσθ ἑξείης ἐπιδέξια πάντες ἑταῖροι, ἀρξάμενοι τοῦ χώρου, ὅθεν τέ περ οἰνοχοεύει.» Ὣς ἔφατ Ἀντίνοος, τοῖσιν δ ἐπιήνδανε μῦθος. Λειώδης δὲ πρῶτος ἀνίστατο, Ἤνοπος υἱός, ὅ σφι θυοσκόος ἔσκε, παρὰ κρητῆρα δὲ καλὸν ἷζε μυχοίτατος αἰεί ἀτασθαλίαι δέ οἱ οἴῳ ἐχθραὶ ἔσαν, πᾶσιν δὲ νεμέσσα μνηστήρεσσιν ὅς ῥα τότε πρῶτος τόξον λάβε καὶ βέλος ὠκύ. στῆ δ ἄρ ἐπ οὐδὸν ἰὼν καὶ τόξου πειρήτιζεν, οὐδέ μιν ἐντάνυσε πρὶν γὰρ κάμε χεῖρας ἀνέλκων ἀτρίπτους ἁπαλάς. μετὰ δὲ μνηστῆρσιν ἔειπεν «Ὦ φίλοι, οὐ μὲν ἐγὼ τανύω, λαβέτω δὲ καὶ ἄλλος. πολλοὺς γὰρ τόδε τόξον ἀριστῆας κεκαδήσει 137. κολλητῇσιν σανίδεσσιν: de aaneengevoegde planken van de deur ; men krijgt de indruk dat alle deuren in het Homerische huis bestaan uit twee vleugels; elke vleugel bestaat uit meerdere planken; niet duidelijk is of de deuren in hun geheel opensloegen of dat ze bij opening harmonicagewijs ingeklapt en opzij geschoven werden. κολλητῇσιν: κολλητός - aaneengevoegd. 138. προσέκλινε κορώνῃ: leunde hij tegen de deurklink ; vlg. anderen wordt hier het gekrulde uiteinde van de boog bedoeld. 145. θυοσκόος: - offerschouwer (4 x). 147. νεμέσσα: = ἐνεμέσαε, imperf. v. νεμεσάω τινί τι - iemand iets kwalijk nemen; de verdubbeling van de sigma is metri causa. 151. ἀτρίπτους: ἄτριπτος - niet gewreven, niet gehard, zonder eelt. 153. κεκαδήσει: geredupliceerd futurum v. κήδω - 1. bezorgd maken,

9 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 1 5 4 1 7 5 θυμοῦ καὶ ψυχῆς, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερόν ἐστι τεθνάμεν ἢ ζώοντας ἁμαρτεῖν, οὗ θ ἕνεκ αἰεὶ 155 ἐνθάδ ὁμιλέομεν, ποτιδέγμενοι ἤματα πάντα. νῦν μέν τις καὶ ἔλπετ ἐνὶ φρεσὶν ἠδὲ μενοινᾷ γῆμαι Πηνελόπειαν, Ὀδυσσῆος παράκοιτιν αὐτὰρ ἐπὴν τόξου πειρήσεται ἠδὲ ἴδηται, ἄλλην δή τιν ἔπειτα Ἀχαιϊάδων εὐπέπλων 160 μνάσθω ἐέδνοισιν διζήμενος ἡ δέ κ ἔπειτα γήμαιθ ὅς κε πλεῖστα πόροι καὶ μόρσιμος ἔλθοι.» Ὣς ἄρ ἐφώνησεν καὶ ἀπὸ ἕο τόξον ἔθηκε, κλίνας κολλητῇσιν ἐϋξέστῃς σανίδεσσιν, αὐτοῦ δ ὠκὺ βέλος καλῇ προσέκλινε κορώνῃ, 165 ἂψ δ αὖτις κατ ἄρ ἕζετ ἐπὶ θρόνου, ἔνθεν ἀνέστη. Ἀντίνοος δ ἐνένιπεν ἔπος τ ἔφατ ἔκ τ ὀνόμαζε «Λειῶδες, ποῖόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων, δεινόν τ ἀργαλέον τε, νεμεσσῶμαι δέ τ ἀκούων, εἰ δὴ τοῦτό γε τόξον ἀριστῆας κεκαδήσει 170 θυμοῦ καὶ ψυχῆς, ἐπεὶ οὐ δύνασαι σὺ τανύσσαι. οὐ γάρ τοι σέ γε τοῖον ἐγείνατο πότνια μήτηρ, οἷόν τε ῥυτῆρα βιοῦ τ ἔμεναι καὶ ὀϊστῶν ἀλλ ἄλλοι τανύουσι τάχα μνηστῆρες ἀγαυοί.» Ὣς φάτο, καί ῥ ἐκέλευσε Μελάνθιον, αἰπόλον αἰγῶν 175 kwellen; 2. c. genit. beroven van, het leven vergallen. 155. ζώοντας ἁμαρτεῖν: part. en verbum finitum in de vertaling verwisselen: zonder het gestelde doel te bereiken leven. 156. ποτιδέγμενοι: in afwachting, sc. tot Penelope zal besluiten met één van de vrijers te trouwen. 159. ἠδὲ ἴδηται: en gezien heeft sc. dat het hem niet lukt de boog te spannen; Leiodes gaat er van uit dat het niemand zal lukken de boog te spannen, zodat de huwelijkskandidaat onmogelijk door de wedkamp kan worden aangewezen. 161. διζήμενος: staat achteraan, maar gaat uiteraard aan μνάσθω vooraf. ἡ δέ: sc. Penelope. 162. μόρσιμος ἔλθοι: μόρσιμος: - door het lot bepaald (7 x). 173. ῥυτῆρα βιοῦ: boogschutter. 174. τανύουσι: futurum.

1 7 5 1 9 8 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 0 180 185 190 195 «Ἄγρει δή, πῦρ κῆον ἐνὶ μεγάροισι, Μελανθεῦ, πὰρ δὲ τίθει δίφρον τε μέγαν καὶ κῶας ἐπ αὐτοῦ, ἐκ δὲ στέατος ἔνεικε μέγαν τροχὸν ἔνδον ἐόντος, ὄφρα νέοι θάλποντες, ἐπιχρίοντες ἀλοιφῇ, τόξου πειρώμεσθα καὶ ἐκτελέωμεν ἄεθλον.» Ὣς φάθ, ὁ δ αἶψ ἀνέκαιε Μελάνθιος ἀκάματον πῦρ, πὰρ δὲ φέρων δίφρον θῆκεν καὶ κῶας ἐπ αὐτοῦ, ἐκ δὲ στέατος ἔνεικε μέγαν τροχὸν ἔνδον ἐόντος. τῷ ῥα νέοι θάλποντες ἐπειρῶντ, οὐδ ἐδύναντο ἐντανύσαι, πολλὸν δὲ βίης ἐπιδευέες ἦσαν. Ἀντίνοος δ ἔτ ἐπεῖχε καὶ Εὐρύμαχος θεοειδής, ἀρχοὶ μνηστήρων ἀρετῇ δ ἔσαν ἔξοχ ἄριστοι. Τὼ δ ἐξ οἴκου βῆσαν ὁμαρτήσαντες ἅμ ἄμφω βουκόλος ἠδὲ συφορβὸς Ὀδυσσῆος θείοιο ἐκ δ αὐτὸς μετὰ τοὺς δόμου ἤλυθε δῖος Ὀδυσσεύς. ἀλλ ὅτε δή ῥ ἐκτὸς θυρέων ἔσαν ἠδὲ καὶ αὐλῆς, φθεγξάμενός σφ ἐπέεσσι προσηύδα μειλιχίοισι «Βουκόλε καὶ σύ, συφορβέ, ἔπος τί κε μυθησαίμην, ἦ αὐτὸς κεύθω; φάσθαι δέ με θυμὸς ἀνώγει. ποῖοί κ εἶτ Ὀδυσῆϊ ἀμυνέμεν, εἴ ποθεν ἔλθοι ὧδε μάλ ἐξαπίνης καί τις θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι; ἤ κε μνηστήρεσσιν ἀμύνοιτ ἦ Ὀδυσῆϊ; εἴπαθ ὅπως ὑμέας κραδίη θυμός τε κελεύει.» 178. στέατος τροχὸν: brok vet. ἔνδον ἐόντος: uit de voorraad. 179. θάλποντες ἐπιχρίοντες: obj. τόξον. 185. βίης ἐπιδευέες ἦσαν: = βίης μεθῆκαν. 186. ἐπεῖχε: intransitief: hield zich in, wachtte af. 188. τὼ δ ἐξ οἴκου βῆσαν ὁμαρτήσαντες: even denk je dat we verder gaan met Antinous en Eurymachus, tot een vs. verder blijkt dat het om de koeherder en de zwijnenhoeder gaat. ὁμαρτήσαντες: vertaal als adverbium tegelijk, gezamenlijk, tezamen. 196. καί τις θεὸς αὐτὸν ἐνείκαι: = ἀγάγοι δέ ἑ δαίμων in vs. 201.

1 1 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 1 9 9 2 2 5 Τὸν δ αὖτε προσέειπε βοῶν ἐπιβουκόλος ἀνήρ «Ζεῦ πάτερ, αἲ γὰρ τοῦτο τελευτήσειας ἐέλδωρ, 200 ὡς ἔλθοι μὲν κεῖνος ἀνήρ, ἀγάγοι δέ ἑ δαίμων γνοίης χ, οἵη ἐμὴ δύναμις καὶ χεῖρες ἕπονται.» Ὣς δ αὔτως Εὔμαιος ἐπεύξατο πᾶσι θεοῖσι νοστῆσαι Ὀδυσῆα πολύφρονα ὅνδε δόμονδε. αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ τῶν γε νόον νημερτέ ἀνέγνω, 205 ἐξαῦτίς σφ ἐπέεσσιν ἀμειβόμενος προσέειπεν «Ἔνδον μὲν δὴ ὅδ αὐτὸς ἐγώ, κακὰ πολλὰ μογήσας, ἤλυθον εἰκοστῷ ἔτεϊ ἐς πατρίδα γαῖαν. γινώσκω δ ὡς σφῶϊν ἐελδομένοισιν ἱκάνω οἴοισι δμώων τῶν δ ἄλλων οὔ τευ ἄκουσα 210 εὐξαμένου ἐμὲ αὖτις ὑπότροπον οἴκαδ ἱκέσθαι. σφῶϊν δ, ὡς ἔσεταί περ, ἀληθείην καταλέξω εἴ χ ὑπ ἐμοί γε θεὸς δαμάσῃ μνηστῆρας ἀγαυούς, ἄξομαι ἀμφοτέροισ ἀλόχους καὶ κτήματ ὀπάσσω οἰκία τ ἐγγὺς ἐμεῖο τετυγμένα καί μοι ἔπειτα 215 Τηλεμάχου ἑτάρω τε κασιγνήτω τε ἔσεσθον. εἰ δ ἄγε δὴ καὶ σῆμα ἀριφραδὲς ἄλλο τι δείξω, ὄφρα μ ἐῢ γνῶτον πιστωθῆτόν τ ἐνὶ θυμῷ, [οὐλήν, τήν ποτέ με σῦς ἤλασε λευκῷ ὀδόντι Παρνησόνδ ἐλθόντα σὺν υἱάσιν Αὐτολύκοιο.»] 220 Ὣς εἰπὼν ῥάκεα μεγάλης ἀποέργαθεν οὐλῆς. τὼ δ ἐπεὶ εἰσιδέτην εὖ τ ἐφράσσαντο ἕκαστα, κλαῖον ἄρ ἀμφ Ὀδυσῆϊ δαΐφρονι χεῖρε βαλόντε καὶ κύνεον ἀγαπαζόμενοι κεφαλήν τε καὶ ὤμους ὣς δ αὔτως Ὀδυσεὺς κεφαλὰς καὶ χεῖρας ἔκυσσε. 225 211. ὑπότροπον: terugkerend ; pleonastisch. 214. ὀπάσσω: fut. v ὀπάζω - begeleiden, meegeven*. 221. ἀποέργαθεν: aor. II act. v. ἀποέργω - scheiden, verwijderen. 225. ἔκυσσε: de vluchtige kussen van Odysseus krijgen een aoristus, terwijl de twee slaven, die er niet gauw genoeg van hebben van de dichter een imperfectum krijgen toebedeeld.

2 2 6 2 4 8 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 2 230 235 240 245 καί νύ κ ὀδυρομένοισιν ἔδυ φάος ἠελίοιο, εἰ μὴ Ὀδυσσεὺς αὐτὸς ἐρύκακε φώνησέν τε «Παύεσθον κλαυθμοῖο γόοιό τε, μή τις ἴδηται ἐξελθὼν μεγάροιο, ἀτὰρ εἴπῃσι καὶ εἴσω. ἀλλὰ προμνηστῖνοι ἐσέλθετε, μηδ ἅμα πάντες, πρῶτος ἐγώ, μετὰ δ ὔμμες. ἀτὰρ τόδε σῆμα τετύχθω ἄλλοι μὲν γὰρ πάντες, ὅσοι μνηστῆρες ἀγαυοί, οὐκ ἐάσουσιν ἐμοὶ δόμεναι βιὸν ἠδὲ φαρέτρην ἀλλὰ σύ, δῖ Εὔμαιε, φέρων ἀνὰ δώματα τόξον ἐν χείρεσσιν ἐμοὶ θέμεναι, εἰπεῖν δὲ γυναιξὶ κληῖσαι μεγάροιο θύρας πυκινῶς ἀραρυίας ἢν δέ τις ἢ στοναχῆς ἠὲ κτύπου ἔνδον ἀκούσῃ ἀνδρῶν ἡμετέροισιν ἐν ἕρκεσι, μή τι θύραζε προβλώσκειν, ἀλλ αὐτοῦ ἀκὴν ἔμεναι παρὰ ἔργῳ. σοὶ δέ, Φιλοίτιε δῖε, θύρας ἐπιτέλλομαι αὐλῆς κληῖσαι κληῖδι, θοῶς δ ἐπὶ δεσμὸν ἰῆλαι.» Ὣς εἰπὼν εἰσῆλθε δόμους ἐῢ ναιετάοντας ἕζετ ἔπειτ ἐπὶ δίφρον ἰών, ἔνθεν περ ἀνέστη. ἐς δ ἄρα καὶ τὼ δμῶε ἴτην θείου Ὀδυσῆος. Εὐρύμαχος δ ἤδη τόξον μετὰ χερσὶν ἐνώμα, θάλπων ἔνθα καὶ ἔνθα σέλᾳ πυρός ἀλλά μιν οὐδ ὧς ἐντανύσαι δύνατο, μέγα δ ἔστενε κυδάλιμον κῆρ ὀχθήσας δ ἄρα εἶπεν ἔπος τ ἔφατ ἔκ τ ὀνόμαζεν 230. προμνηστῖνοι: de één na de ander. 238. ἡμετέροισιν ἐν ἕρκεσι: binnenshuis. 239. προβλώσκειν ἔμεναι: de infinitivi zijn afh. v. εἰπεῖν (inf. pro imp.) in vs. 235. προβλώσκειν: προβλώσκω - te voorschijn komen, naar buiten komen. 245. Εὐρύμαχος δ ἤδη τόξον μετὰ χερσὶν ἐνώμα: terwijl Odysseus met de twee trouwe slaven buiten was, is de wedkamp zover gevorderd dat alleen de twee belangrijkste vrijers nog niet aan de beurt zijn geweest. Eurymachus gaat nu beginnen; hij faalt; Antinous zoekt met een smoes het Apollofeest uitstel tot de volgende dag; hij zal dus als scutter niet meer aan de beurt komen; hij wordt wèl het eerste slachtoffer. 247. κυδάλιμον: κυδάλιμος - fier, trots, luisterrijk.

1 3 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 2 4 9 2 7 6 «Ὢ πόποι, ἦ μοι ἄχος περί τ αὐτοῦ καὶ περὶ πάντων. οὔ τι γάμου τοσσοῦτον ὀδύρομαι, ἀχνύμενός περ 250 εἰσὶ καὶ ἄλλαι πολλαὶ Ἀχαιΐδες, αἱ μὲν ἐν αὐτῇ ἀμφιάλῳ Ἰθάκῃ, αἱ δ ἄλλῃσιν πολίεσσιν ἀλλ εἰ δὴ τοσσόνδε βίης ἐπιδευέες εἰμὲν ἀντιθέου Ὀδυσῆος, ὅ τ οὐ δυνάμεσθα τανύσσαι τόξον ἐλεγχείη δὲ καὶ ἐσσομένοισι πυθέσθαι.» 255 Τὸν δ αὖτ Ἀντίνοος προσέφη, Εὐπείθεος υἱός «Εὐρύμαχ, οὐχ οὕτως ἔσται νοέεις δὲ καὶ αὐτός. νῦν μὲν γὰρ κατὰ δῆμον ἑορτὴ τοῖο θεοῖο ἁγνή τίς δέ κε τόξα τιταίνοιτ ; ἀλλὰ ἕκηλοι κάτθετ. ἀτὰρ πελέκεάς γε καὶ εἴ κ εἰῶμεν ἅπαντας 260 ἑστάμεν οὐ μὲν γάρ τιν ἀναιρήσεσθαι ὀΐω, ἐλθόντ ἐς μέγαρον Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος. ἀλλ ἄγετ, οἰνοχόος μὲν ἐπαρξάσθω δεπάεσσιν, ὄφρα σπείσαντες καταθείομεν ἀγκύλα τόξα ἠῶθεν δὲ κέλεσθε Μελάνθιον, αἰπόλον αἰγῶν, 265 αἶγας ἄγειν, αἳ πᾶσι μέγ ἔξοχοι αἰπολίοισιν, ὄφρ ἐπὶ μηρία θέντες Ἀπόλλωνι κλυτοτόξῳ τόξου πειρώμεσθα καὶ ἐκτελέωμεν ἄεθλον.» Ὣς ἔφατ Ἀντίνοος, τοῖσιν δ ἐπιήνδανε μῦθος. τοῖσι δὲ κήρυκες μὲν ὕδωρ ἐπὶ χεῖρας ἔχευαν, 270 κοῦροι δὲ κρητῆρας ἐπεστέψαντο ποτοῖο, νώμησαν δ ἄρα πᾶσιν ἐπαρξάμενοι δεπάεσσιν. οἱ δ ἐπεὶ οὖν σπεῖσάν τε πίον θ, ὅσον ἤθελε θυμός, τοῖς δὲ δολοφρονέων μετέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς «Κέκλυτέ μευ, μνηστῆρες ἀγακλειτῆς βασιλείης, 275 [ὄφρ εἴπω, τά με θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι κελεύει ] 249. περί τ αὐτοῦ: = περί τ ἐμοῦ. 255. ἐλεγχείη: - schande. 258. ἑορτὴ τοῖο θεοῖο: het feest dat in 20, 276-278 in een flits voorbijgekomen is. 265. ἠῶθεν: morgenvroeg ; staat bij κέλεσθε, maar zal toch eerder bij αἶγας ἄγειν horen.

2 7 7 3 0 3 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 4 280 285 290 295 300 Εὐρύμαχον δὲ μάλιστα καὶ Ἀντίνοον θεοειδέα λίσσομ, ἐπεὶ καὶ τοῦτο ἔπος κατὰ μοῖραν ἔειπε, νῦν μὲν παῦσαι τόξον, ἐπιτρέψαι δὲ θεοῖσιν ἠῶθεν δὲ θεὸς δώσει κράτος, ᾧ κ ἐθέλῃσιν. ἀλλ ἄγ ἐμοὶ δότε τόξον ἐΰξοον, ὄφρα μεθ ὑμῖν χειρῶν καὶ σθένεος πειρήσομαι, ἤ μοι ἔτ ἐστὶν ἴς, οἵη πάρος ἔσκεν ἐνὶ γναμπτοῖσι μέλεσσιν, ἦ ἤδη μοι ὄλεσσεν ἄλη τ ἀκομιστίη τε.» Ὣς ἔφαθ, οἱ δ ἄρα πάντες ὑπερφιάλως νεμέσησαν, δείσαντες μὴ τόξον ἐΰξοον ἐντανύσειεν. Ἀντίνοος δ ἐνένιπεν ἔπος τ ἔφατ ἔκ τ ὀνόμαζεν «Ἆ δειλὲ ξείνων, ἔνι τοι φρένες οὐδ ἠβαιαί. οὐκ ἀγαπᾷς, ὃ ἕκηλος ὑπερφιάλοισι μεθ ἡμῖν δαίνυσαι οὐδέ τι δαιτὸς ἀμέρδεαι, αὐτὰρ ἀκούεις μύθων ἡμετέρων καὶ ῥήσιος; οὐδέ τις ἄλλος ἡμετέρων μύθων ξεῖνος καὶ πτωχὸς ἀκούει. οἶνός σε τρώει μελιηδής, ὅς τε καὶ ἄλλους βλάπτει, ὃς ἄν μιν χανδὸν ἕλῃ μηδ αἴσιμα πίνῃ. οἶνος καὶ Κένταυρον, ἀγακλυτὸν Εὐρυτίωνα, ἄασ ἐνὶ μεγάρῳ μεγαθύμου Πειριθόοιο, ἐς Λαπίθας ἐλθόνθ ὁ δ ἐπεὶ φρένας ἄασεν οἴνῳ, μαινόμενος κάκ ἔρεξε δόμον κάτα Πειριθόοιο. ἥρωας δ ἄχος εἷλε, διὲκ προθύρου δὲ θύραζε ἕλκον ἀναΐξαντες, ἀπ οὔατα νηλέϊ χαλκῷ ῥῖνάς τ ἀμήσαντες ὁ δὲ φρεσὶν ᾗσιν ἀασθεὶς ἤϊεν ἣν ἄτην ὀχέων ἀεσίφρονι θυμῷ. ἐξ οὗ Κενταύροισι καὶ ἀνδράσι νεῖκος ἐτύχθη, 279. ἐπιτρέψαι: verzw. obj. τὸ πρῆγμα. 284. ἄλη: - het zwerven. ἀκομιστίη: - gebrek aan verzorging. 290. δαιτὸς ἀμέρδεαι: δαιτὸς ἀμέρδομαι van een maaltijd beroofd worden. 291. οὐδέ τις ἄλλος ξεῖνος: inderdaad geniet Odysseus, alle beschimpingen ten spijt, dankzij Telemachus een ongekend geprivilegieerde positie. 293. τρώει: τρώω - benevelen.

1 5 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 3 0 4 3 3 0 οἷ δ αὐτῷ πρώτῳ κακὸν εὕρετο οἰνοβαρείων. ὣς καὶ σοὶ μέγα πῆμα πιφαύσκομαι, αἴ κε τὸ τόξον 305 ἐντανύσῃς οὐ γάρ τευ ἐπητύος ἀντιβολήσεις ἡμετέρῳ ἐνὶ δήμῳ, ἄφαρ δέ σε νηῒ μελαίνῃ εἰς Ἔχετον βασιλῆα, βροτῶν δηλήμονα πάντων, πέμψομεν ἔνθεν δ οὔ τι σαώσεαι. ἀλλὰ ἕκηλος πῖνέ τε μηδ ἐρίδαινε μετ ἀνδράσι κουροτέροισι.» 310 Τὸν δ αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια «Ἀντίνο, οὐ μὲν καλὸν ἀτέμβειν οὐδὲ δίκαιον ξείνους Τηλεμάχου, ὅς κεν τάδε δώμαθ ἵκηται. ἔλπεαι, αἴ χ ὁ ξεῖνος Ὀδυσσῆος μέγα τόξον ἐντανύσῃ χερσίν τε βίηφί τε ἧφι πιθήσας, 315 οἴκαδέ μ ἄξεσθαι καὶ ἑὴν θήσεσθαι ἄκοιτιν; οὐδ αὐτός που τοῦτό γ ἐνὶ στήθεσσιν ἔολπε μηδέ τις ὑμείων τοῦ γ εἵνεκα θυμὸν ἀχεύων ἐνθάδε δαινύσθω, ἐπεὶ οὐδὲ μὲν οὐδὲ ἔοικε.» Τὴν δ αὖτ Εὐρύμαχος, Πολύβου πάϊς, ἀντίον ηὔδα 320 «Κούρη Ἰκαρίοιο, περίφρων Πηνελόπεια, οὔ τί σε τόνδ ἄξεσθαι ὀϊόμεθ, οὐδὲ ἔοικεν, ἀλλ αἰσχυνόμενοι φάτιν ἀνδρῶν ἠδὲ γυναικῶν, μή ποτέ τις εἴπῃσι κακώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν «Ἦ πολὺ χείρονες ἄνδρες ἀμύμονος ἀνδρὸς ἄκοιτιν 325 μνῶνται, οὐδέ τι τόξον ἐΰξοον ἐντανύουσιν ἀλλ ἄλλος τις πτωχὸς ἀνὴρ ἀλαλήμενος ἐλθὼν ῥηϊδίως ἐτάνυσσε βιόν, διὰ δ ἧκε σιδήρου.» ὣς ἐρέουσ, ἡμῖν δ ἂν ἐλέγχεα ταῦτα γένοιτο.» Τὸν δ αὖτε προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια 330 311. προσέειπε περίφρων Πηνελόπεια: Penelope had dus de wedkamp tot nu toe bijgewoond; haar interventie is opmerkelijk omdat zij in tegenstelling tot Telemachus, Eurycleia, de koeherder en de varkenshoeder, niet in het complot zit. 312. ἀτέμβειν: ἀτέμβω - tekort doen, teleurstellen. 315. ἧφι: verbogen vorm v. ὅς.

3 3 1 3 5 5 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 6 335 340 345 350 355 «Εὐρύμαχ, οὔ πως ἔστιν ἐϋκλεῖας κατὰ δῆμον ἔμμεναι, οἳ δὴ οἶκον ἀτιμάζοντες ἔδουσιν ἀνδρὸς ἀριστῆος τί δ ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε; οὗτος δὲ ξεῖνος μάλα μὲν μέγας ἠδ εὐπηγής, πατρὸς δ ἐξ ἀγαθοῦ γένος εὔχεται ἔμμεναι υἱός. ἀλλ ἄγε οἱ δότε τόξον ἐΰξοον, ὄφρα ἴδωμεν. ὧδε γὰρ ἐξερέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται εἴ κέ μιν ἐντανύσῃ, δώῃ δέ οἱ εὖχος Ἀπόλλων, ἕσσω μιν χλαῖνάν τε χιτῶνά τε, εἵματα καλά, δώσω δ ὀξὺν ἄκοντα, κυνῶν ἀλκτῆρα καὶ ἀνδρῶν, καὶ ξίφος ἄμφηκες δώσω δ ὑπὸ ποσσὶ πέδιλα, πέμψω δ ὅππῃ μιν κραδίη θυμός τε κελεύει.» Τὴν δ αὖ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἀντίον ηὔδα «Μῆτερ ἐμή, τόξον μὲν Ἀχαιῶν οὔ τις ἐμεῖο κρείσσων, ᾧ κ ἐθέλω, δόμεναί τε καὶ ἀρνήσασθαι, οὔθ ὅσσοι κραναὴν Ἰθάκην κάτα κοιρανέουσιν, οὔθ ὅσσοι νήσοισι πρὸς Ἤλιδος ἱπποβότοιο τῶν οὔ τίς μ ἀέκοντα βιήσεται, αἴ κ ἐθέλωμι καὶ καθάπαξ ξείνῳ δόμεναι τάδε τόξα φέρεσθαι. ἀλλ εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σ αὐτῆς ἔργα κόμιζε, ἱστόν τ ἠλακάτην τε, καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε ἔργον ἐποίχεσθαι τόξον δ ἄνδρεσσι μελήσει πᾶσι, μάλιστα δ ἐμοί τοῦ γὰρ κράτος ἔστ ἐνὶ οἴκῳ.» Ἡ μὲν θαμβήσασα πάλιν οἶκόνδε βεβήκει παιδὸς γὰρ μῦθον πεπνυμένον ἔνθετο θυμῷ. 333. τί δ ἐλέγχεα ταῦτα τίθεσθε: waarom beschouwen jullie dat als schande?. 334. εὐπηγής: - stevig ; zelfde wortel als πήγνυμι. 340. ἀλκτῆρα: ἀλκτήρ - afwender, afweer (5 x). 348. βιήσεται: zal beletten. 349. καθάπαξ: - eens en voor al. τόξα φέρεσθαι: sc. als eigenaar. 353. τοῦ γὰρ κράτος ἔστ ἐνὶ οἴκῳ: Penelope wordt op haar plaats gezet; voor één kort ogenblik en voor het eerst is de zoon des huizes baas in huis, een positie die hij binnen enkele minuten al weer zal moeten afstaan, en wel aan zijn vader, een teleurstelling waarmee te leven is.

1 7 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 3 5 6 3 7 9 ἐς δ ὑπερῷ ἀναβᾶσα σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξὶ κλαῖεν ἔπειτ Ὀδυσῆα, φίλον πόσιν, ὄφρα οἱ ὕπνον ἡδὺν ἐπὶ βλεφάροισι βάλε γλαυκῶπις Ἀθήνη. Αὐτὰρ ὁ τόξα λαβὼν φέρε καμπύλα δῖος ὑφορβός μνηστῆρες δ ἄρα πάντες ὁμόκλεον ἐν μεγάροισιν 360 ὧδε δέ τις εἴπεσκε νέων ὑπερηνορεόντων «Πῇ δὴ καμπύλα τόξα φέρεις, ἀμέγαρτε συβῶτα, πλαγκτέ; τάχ αὖ σ ἐφ ὕεσσι κύνες ταχέες κατέδονται οἶον ἀπ ἀνθρώπων, οὓς ἔτρεφες, εἴ κεν Ἀπόλλων ἡμῖν ἱλήκῃσι καὶ ἀθάνατοι θεοὶ ἄλλοι.» 365 Ὣς φάσαν, αὐτὰρ ὁ θῆκε φέρων αὐτῇ ἐνὶ χώρῃ, δείσας, οὕνεκα πολλοὶ ὁμόκλεον ἐν μεγάροισι. Τηλέμαχος δ ἑτέρωθεν ἀπειλήσας ἐγεγώνει «Ἄττα, πρόσω φέρε τόξα τάχ οὐκ ἐῢ πᾶσι πιθήσεις μή σε καὶ ὁπλότερος περ ἐὼν ἀγρόνδε δίωμαι 370 βάλλων χερμαδίοισι βίηφι δὲ φέρτερός εἰμι. αἲ γὰρ πάντων τόσσον, ὅσοι κατὰ δώματ ἔασι, μνηστήρων χερσίν τε βίηφί τε φέρτερος εἴην τῶ κε τάχα στυγερῶς τιν ἐγὼ πέμψαιμι νέεσθαι ἡμετέρου ἐξ οἴκου, ἐπεὶ κακὰ μηχανόωνται.» 375 Ὣς ἔφαθ, οἱ δ ἄρα πάντες ἐπ αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν μνηστῆρες καὶ δὴ μέθιεν χαλεποῖο χόλοιο Τηλεμάχῳ τὰ δὲ τόξα φέρων ἀνὰ δῶμα συβώτης ἐν χείρεσσ Ὀδυσῆϊ δαΐφρονι θῆκε παραστάς. 362. ἀμέγαρτε: ἀμέγαρτος - niet te benijden, ellendig (5 x). 363. πλαγκτέ: πλαγκτός - waanzinnig. 365. ἱλήκῃσι: ἵληκα - genadig zijn ; perf. v. ἱλάσκομαι / ἵλημι - gunstig stemmen. 366. αὐτῇ ἐνὶ χώρῃ: ter plekke. 369. τάχ οὐκ ἐῢ πᾶσι πιθήσεις: dat je iedereen gehoorzaamt zal je weldra slecht bekomen. 370. δίωμαι: δίομαι - verjagen; δίω - vluchten. 374. στυγερῶς: huiveringwekkend, tot uw verdriet (Mehler). πέμψαιμι νέεσθαι: = πέμψαιμι οἶκόνδε (νέεσθαι). 377. μέθιεν: = μεθίεσαν lieten varen (τινος).

3 8 0 4 0 2 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 8 380 385 390 395 400 ἐκ δὲ καλεσσάμενος προσέφη τροφὸν Εὐρύκλειαν «Τηλέμαχος κέλεταί σε, περίφρων Εὐρύκλεια, κληῖσαι μεγάροιο θύρας πυκινῶς ἀραρυίας ἢν δέ τις ἢ στοναχῆς ἠὲ κτύπου ἔνδον ἀκούσῃ ἀνδρῶν ἡμετέροισιν ἐν ἕρκεσι, μή τι θύραζε προβλώσκειν, ἀλλ αὐτοῦ ἀκὴν ἔμεναι παρὰ ἔργῳ.» Ὣς ἄρ ἐφώνησεν, τῇ δ ἄπτερος ἔπλετο μῦθος, κλήϊσεν δὲ θύρας μεγάρων ἐῢ ναιεταόντων. Σιγῇ δ ἐξ οἴκοιο Φιλοίτιος ἆλτο θύραζε, κλήϊσεν δ ἄρ ἔπειτα θύρας εὐερκέος αὐλῆς. κεῖτο δ ὑπ αἰθούσῃ ὅπλον νεὸς ἀμφιελίσσης βύβλινον, ᾧ ῥ ἐπέδησε θύρας, ἐς δ ἤϊεν αὐτός ἕζετ ἔπειτ ἐπὶ δίφρον ἰών, ἔνθεν περ ἀνέστη, εἰσορόων Ὀδυσῆα. ὁ δ ἤδη τόξον ἐνώμα πάντῃ ἀναστρωφῶν, πειρώμενος ἔνθα καὶ ἔνθα, μὴ κέρα ἶπες ἔδοιεν ἀποιχομένοιο ἄνακτος. ὧδε δέ τις εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον «Ἦ τις θηητὴρ καὶ ἐπίκλοπος ἔπλετο τόξων ἤ ῥά νύ που τοιαῦτα καὶ αὐτῷ οἴκοθι κεῖται, ἢ ὅ γ ἐφορμᾶται ποιησέμεν, ὡς ἐνὶ χερσὶ νωμᾷ ἔνθα καὶ ἔνθα κακῶν ἔμπαιος ἀλήτης.» Ἄλλος δ αὖτ εἴπεσκε νέων ὑπερηνορεόντων «Αἲ γὰρ δὴ τοσσοῦτον ὀνήσιος ἀντιάσειεν, 380. ἐκ δὲ καλεσσάμενος προσέφη τροφὸν Εὐρύκλειαν: daartoe moet Eumaeus op het moment dat het zal gaan gebeuren de zaal verlaten, wat niet wordt vermeld. 384. ἡμετέροισιν ἐν ἕρκεσι: binnen de muren van ons huis, heeft ook de bijklank in onze vangnetten, cf. 22, 469. 390. ὅπλον: tuigage. 391. βύβλινον: van papyrusriet vervaardigd. 394. ἀναστρωφῶν: sc. ἐν χερσίν. 395. ἶπες: ἴψ - klopkever, houtworm. 397. θηητὴρ: - bewonderaar, kenner*. ἐπίκλοπος: - stiekemerd. 399. ἐφορμᾶται ποιησέμεν: hij verlangt te maken, sc. ook zo n boog. 400. ἔμπαιος: cum genit. - bedreven in (2 x). 402. τοσσοῦτον ὀνήσιος ἀντιάσειεν: moge hij zoveel voordeel treffen (op zijn verdere levenspad ).

1 9 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Φ 4 0 3 4 2 3 ὡς οὗτός ποτε τοῦτο δυνήσεται ἐντανύσασθαι.» Ὣς ἄρ ἔφαν μνηστῆρες ἀτὰρ πολύμητις Ὀδυσσεύς, αὐτίκ ἐπεὶ μέγα τόξον ἐβάστασε καὶ ἴδε πάντῃ, 405 ὡς ὅτ ἀνὴρ φόρμιγγος ἐπιστάμενος καὶ ἀοιδῆς ῥηϊδίως ἐτάνυσσε νέῳ περὶ κόλλοπι χορδήν, ἅψας ἀμφοτέρωθεν ἐϋστρεφὲς ἔντερον οἰός, ὣς ἄρ ἄτερ σπουδῆς τάνυσεν μέγα τόξον Ὀδυσσεύς. δεξιτερῇ δ ἄρα χειρὶ λαβὼν πειρήσατο νευρῆς 410 ἡ δ ὑπὸ καλὸν ἄεισε, χελιδόνι εἰκέλη αὐδήν. μνηστῆρσιν δ ἄρ ἄχος γένετο μέγα, πᾶσι δ ἄρα χρὼς ἐτράπετο. Ζεὺς δὲ μεγάλ ἔκτυπε σήματα φαίνων γήθησέν τ ἄρ ἔπειτα πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς, ὅττι ῥά οἱ τέρας ἧκε Κρόνου πάϊς ἀγκυλομήτεω. 415 εἵλετο δ ὠκὺν ὀϊστόν, ὅ οἱ παρέκειτο τραπέζῃ γυμνός τοὶ δ ἄλλοι κοίλης ἔντοσθε φαρέτρης κείατο, τῶν τάχ ἔμελλον Ἀχαιοὶ πειρήσεσθαι. τόν ῥ ἐπὶ πήχει ἑλὼν ἕλκεν νευρὴν γλυφίδας τε, αὐτόθεν ἐκ δίφροιο καθήμενος, ἧκε δ ὀϊστὸν 420 ἄντα τιτυσκόμενος, πελέκεων δ οὐκ ἤμβροτε πάντων πρώτης στειλειῆς, διὰ δ ἀμπερὲς ἦλθε θύραζε ἰὸς χαλκοβαρής. ὁ δὲ Τηλέμαχον προσέειπε 403. ἐντανύσασθαι: de boog spannen ; we wensen hem op zijn verdere levenspad evenveel geluk als hij zal hebben bij het spannen van de boog, (wat hem zeker niet zal lukken). 405. ἐβάστασε: βαστάζω - hanteren. 407. κόλλοπι: κόλλοψ - schroef (waarmee een snaar van een cither wordt gespannen). 408. ἔντερον οἰός: schapendarm. 411. χελιδόνι: χελιδών - zwaluw (2 x); etymologisch verwant met nachtegaal. 417. γυμνός: open en bloot. 421. ἄντα τιτυσκόμενος: recht vooruit mikkend. ἤμβροτε: = ἅμαρτε aor. II v. ἁμαρτάνω - missen. 422. πρώτης στειλειῆς: top van de steel (?). στειλειῆς: στειλειή - steel van de bijl; hier misschien ring aan de steel (waaraan de bijl kon worden opgehangen), of misschien gat voor de steel of gat in de steel. διὰ δ ἀμπερὲς: ergens dwars doorheen.

4 2 4 4 3 4 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 2 0 425 430 «Τηλέμαχ, οὔ σ ὁ ξεῖνος ἐνὶ μεγάροισιν ἐλέγχει ἥμενος, οὐδέ τι τοῦ σκοποῦ ἤμβροτον οὐδέ τι τόξον δὴν ἔκαμον τανύων ἔτι μοι μένος ἔμπεδόν ἐστιν, οὐχ ὥς με μνηστῆρες ἀτιμάζοντες ὄνονται. νῦν δ ὥρη καὶ δόρπον Ἀχαιοῖσιν τετυκέσθαι ἐν φάει, αὐτὰρ ἔπειτα καὶ ἄλλως ἑψιάασθαι μολπῇ καὶ φόρμιγγι τὰ γάρ τ ἀναθήματα δαιτός.» Ἦ, καὶ ἐπ ὀφρύσι νεῦσεν ὁ δ ἀμφέθετο ξίφος ὀξὺ Τηλέμαχος, φίλος υἱὸς Ὀδυσσῆος θείοιο, ἀμφὶ δὲ χεῖρα φίλην βάλεν ἔγχεϊ, ἄγχι δ ἄρ αὐτοῦ πὰρ θρόνον ἑστήκει κεκορυθμένος αἴθοπι χαλκῷ. 424. ἐλέγχει: ἐλέγχω - te schande maken (3 x). 425. σκοποῦ: σκοπός - 1. verspieder; 2. doel, mikpunt*. 427. ὄνονται: ὄνομαι - afkeuren, berispen. 428. δόρπον τετυκέσθαι: een maaltijd bereiden. τετυκέσθαι: inf. perf. med. v. τεύχω - maken. 429. ἐν φάει: nu het nog licht is. ἑψιάασθαι: ἑψιάομαι - spelen, zich vermaken (2 x). 433. ἀμφὶ βάλεν: tmesis. ἄγχι δ ἄρ αὐτοῦ: ἄγχι δ Ὀδυσῆος.