Αριθμός απόφασης 44/2017 Αρ. κατ: 32/2016 το ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ (διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας) ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Κωνσταντίνο Βαΐτση, Πρωτόδικη, τον οποίο όρισε η Προϊστάμενη των Υπηρεσιών του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Μαρία Καρακώστα. ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 7η Ιουνίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1)..., με ΑΦΜ... Δ.ΟΎ...., και 2)..., με ΑΦΜ... Δ.Ο.Υ...., κατοίκων Τρικάλων (οδ.... αρ...), οι οποίοι παραστάθηκαν μετά του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Κωνσταντίνου Νικολαρόπουλου (Δ.Σ. Αθηνών). ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ...», που εδρεύει στην Αθήνα (οδ.... αρ..) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Σπύρου Παπαθωμά (Δ.Σ. Τρικάλων), 2) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «...» και τον διακριτικό τίτλο «...», που εδρεύει στην Αθήνα (οδ.... αρ.. ) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου Βασιλικής Σακκά (Δ.Σ. Τρικάλων), 3) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «...ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «...», που εδρεύει στην Αθήνα (οδ.... αρ...) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου Χρύσας Μπίζιου (Δ.Σ. Τρικάλων), 4) ανώνυμης εταιρείας παροχής πιστώσεων με την επωνυμία «...», που εδρεύει στην... Αττικής (...,...) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου Παρασκευής Βότσιου (Δ.Σ. Τρικάλων), 5) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «...», που εδρεύει στην Αθήνα (οδ.... αρ...) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων της δικηγόρων Αχιλλέα Αβδελίδη (Δ. Σ. Τρικάλων) όσον αφορά την πρώτη εκκαλούσα και Αποστόλου Τσαντήλα (Δ.Σ. Τρικάλων) όσον αφορά τον δεύτερο εκκαλούντα, 6) ανώνυμης τραττεζικής εταιρείας με την επωνυμία «...», που εδρεύει στο Λονδίνο και είναι νόμιμα εγκατεστημένη στην Ελλάδα και δη στην Αθήνα (οδ.... αρ..) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, και 7) νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα, και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Χαράλαμπου Τσιρογιάννη (Δ.Σ. Τρικάλων). Οι αιτούντες και ήδη εφεσίβλητοι άσκησαν έκαστος τις υπ αριθμ. εκθ. καταθ..../28.11.2013 και.../28.11.2013 αντίστοιχες αιτήσεις τους ενώπιον του Ειρηνοδικείου Τρικάλων με τις οποίες ζήτησαν έκαστος να ρυθμισθούν οι οφειλές του προς τα αναίρερόμενα στην αίτηση πιστωτικά ιδρύματα κατά τις διατάξεις ν. 3869/2010. Επί των αιτήσεων αυτών εξεδόθη κατόπιν συνεκδικάσεώς τους κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, η υπ αριθμ. 90/2015 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, η οποία απέρριψε αμφότερες τις αιτήσεις ως ουσιαστικά αβάσιμες. Την παραπάνω οριστική απόφαση προσέβαλαν οι εκκαλούντες με την υπ αριθμ. εκθ. καταθ.../14.09.2016 έφεσή τους, για την οποία με την υπ` αριθμ. εκθ. καταθ.../14.09.2016 πράξη ορίσθηκε δικάσιμος η σναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά του οικείου πινακίου και παραστάθηκαν οι διάδικοι, όπως πιο πάνω σημειώνεται. Αφού άκουσε τους πληρεξουσίους δικηγόρους των παρασταθέντων διαδίκων που αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους. ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ I. Από την υπ αριθμ..../26.09.2016 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών..., που επικαλούνται και προσκομίζουν οι εκκαλούντες, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση εφέσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην έκτη εφεσίβλητη (ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με
την επωνυμία «...»). Η τελευταία όμως, δεν εμφανίστηκε στην παραπάνω δικάσιμο όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο στη σειρά της και συνεπώς, επειδή πρόκειται για ερημοδικία εφεσιβλήτου ως προς την εναντίον της ασκηθείσα έφεση, η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρο 524 παρ. 4 και 764 παρ. 2 ΚΠολΔ). II. Κατόπιν συνεκδικάσεώς των υπ αριθμ. εκθ. καταθ.... και../28.11.2013 αιτήσεων ενώπιον του Ειρηνοδικείου Τρικάλων, εκδόθηκε από το Δικαστήριο εκείνο δικάζοντας κατά την εκούσια δικαιοδοσία, ερήμην της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «...» (ήδη έκτης των εφεσιβλήτων) και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων στην υπ` αριθμ. εκθ. καταθ.../28.11.2013 αίτηση και αντιμωλία όλων των διαδίκων στην υπ` αριθμ. εκθ. κατ.../28.11.2013 αίτηση, η υπ αριθμ. 90/2015 οριστική απόφασή του. Η κρινόμενη υπ αρ. εκθ. καταθ.../14.09.2016 έφεση των ηττηθέντων αιτούντων κατά της άνω αποφάσεως, αρμοδίως φερόμενη ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (κατ` άρθρο 17Α ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 3994/2011), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 495 παρ. 1 β, 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 1α ΚΠολΔ) προ πάσης επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως αφού δεν προκύπτει ότι έγινε επίδοση αυτής. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 524 παρ. 1. 533, 741 ΚΠολΔ, 14 ν, 3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες το ενιαίο παράβολο ποσού 200 ευρώ (βλ. υπ` τα υπ αριθμ.... παράβολα του Δημοσίου και τα υπ αριθμ... και... παράβολα του ΤΑΧΔΙΚ) που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 του ν. 4055/6.7.2012. Με την υπ αριθμ. εκθ. καταθέσεως.../28.11.2013 αίτησή της ενώπιον του Ειρηνοδικείου Τρικάλων, η αιτούσα και ήδη εκκαλούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της έναντι των αναφερομένων πιστωτικών ιδρυμάτων, ζήτησε τη ρύθμιση των χρεών της, με εξαίρεση την κύρια κατοικία της, κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010, λαμβανομένης υπόψη της περιουσιακής και οικογενειακής της κατάστασης, με σκοπό την απαλλαγή της απ αυτά. Εξάλλου, με την υπ` αριθμ. εκθ. καταθέσεως.../28.11.2013 αίτησή του ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, ο αιτών, σύζυγος της πρώτης αιτούσας και ήδη εκκαλών, επικαλούμενος επίσης έλλειψη τπωχευπκης ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του έναντι των αναφερομένων πιστωτικών ιδρυμάτων, ζήτησε τη ρύθμιση των χρεών του, με εξαίρεση την κύρια κατοικία του, κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010, λαμβανομένης υπόψη της περιουσιακής και οικογενειακής του κατάστασης, με σκοπό την απαλλαγή του απ` αυτά. Επί των αιτήσεων αυτών, κατόπιν συνεκδικάσεώς τους, εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία αφού έκρινε αυτή παραδεκτές και νόμιμες τις αιτήσεις, τις απέρριψε αμφότερες ως ουσιαστικά αβάσιμες, κατ αποδοχήν ως ουσιασηκό βάσιμης της προταθείσας για κάθε αιτούντα ενστάσεως των παρασταθέντων τραπεζών περί δόλιας περιέλευσης έκαστου των αιτούντων σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται με την κρινόμενη έφεση και τους λόγους που εκθέτουν σ αυτήν οι εκκαλούντες αιτούντες, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου αναφορικά με την εκτίμηση ως ορισμένης της ένστασης δόλου που πρόβολαν οι εφεσίβλητοι εις βάρος των αιτούντων οφειλετών και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων αναφορικά με την κατ` ουσίαν αποδοχή της ενστάσεως αυτής και την απόρριψη σιγή της αντενστάσεώς τους περί συντρέχοντας πταίσματος των εφεσιβλήτων τραπεζών, επιδιώκοντας την εξαφάνισή της έτσι ώστε να γίνουν δεκτές εξ ολοκλήρου οι αιτήσεις τους. III. Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010. όπως αυτό διαμορφώθηκε με το άρθρο 85 στ. Α` εδ. 1 του ν. 3996/2011 και το άρθρο 20 παρ. 15 του ν. 4019/2011 (για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων), «φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπροθέσμων χρηματικών οφειλών τους δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και την απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής». Σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010, απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στο ρυθμιστικό πεδίο εφαρμογής του ν. 3869/2010 είναι ο οφειλέτης να έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπροθέσμων χρηματικών οφειλών του. Ο νόμος 3869/2010 θεωρεί δεδομένη την έννοια του δόλου από
τη γενική θεωρία του αστικού δικαίου. Στο πεδίο του τελευταίου, ο δόλος, ως μορφή πταίσματος προβλέπεται στην διάταξη του άρθρου 330 του ΑΚ, με την οποία ορίζεται ότι «ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίσθηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νομίμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές», Η παραπάνω διάταξη παρέχει γενικό ορισμό της έννοιας του πταίσματος, έχει δε εφαρμογή, τόσο στις συμβάσεις, όσο και στις αδικοπραξίες, δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, όπου γίνεται λόγος για υπαιτιότητα. Η ίδια διάταξη θεσπίζει δύο μορφές πταίσματος, το δόλο και την αμέλεια. Ενώ, όμως, δίνα ορισμό της αμέλειας, τον προσδιορισμό του δόλου αφήνει στην επιστήμη και τη νομολογία. Η έννοια του δόλου, όπως γίνεται δεκτή στο πεδίο του αστικού δικαίου, συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 27 παρ. 1 του Π.Κ. που ορίζει ότι «Με δόλο (πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης. Επίσης όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται». Η τελευταία αυτή διάταξη διακρίνει τον δόλο σε άμεσο και ενδεχόμενο δόλο. Ορίζει δε, ότι με άμεσο δόλο πράττει αυτός που «θέλει» την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και εκείνος που δεν επιδιώκει μεν αυτό, προβλέπει όμως, ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και, παρά ταύτα, δεν εγκαταλείπει την πράξη του. Αντίθετα, με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξεώς του και το «αποδέχεται» (ΟλΑΠ 4/2010, ΟλΑΠ 8/2005, ΑΠ 297/2007). Η διάταξη αυτή ισχύει και για τις ενοχές άλλων κλάδων του ενοχικού δικαίου και έτσι αποκτά γενικότερη σημασία που ξεπερνά τα πλαίσια της ευθύνης από προϋφιστάμενη ενοχή (ΑΠ 677/2010). Δόλο, κατά συνέπεια. συνιστά η περίπτωση εκείνη του δράστη, κατά την οποία επιδοκιμάζει. δηλαδή προβλέπει, το αποτέλεσμα ως ενδεχόμενο και τελικά το αποδέχεται. Ο δόλος σχετίζεται και αφορά πάντα πράξη και αυτή θα είναι η απαγορευμένη από το δίκαιο στον δράστη αθέτηση ενοχικής υποχρεώσεως ή γενικότερα αδικοπραξία κ.λπ. Μεταξύ των εννοιολογικών στοιχείων του δόλου είναι και η πρόβλεψη του δράστη ότι η συμπεριφορά του θα προκαλέσει καθυστέρηση στην εκπλήρωση της υποχρεώσεως του ή θα προκαλέσει το γεγονός της αδυναμίας παροχής του, συνείδηση, δηλαδή του δράστη για τον κίνδυνο επελεύσεως των αποτελεσμάτων αυτών. Για τα ανωτέρω αρκεί και απαιτείται η πρόβλεψη και η αποδοχή του παρανόμου αποτελέσματος σε γενικές γραμμές και κατά τα γενικά ουσιώδη γνωρίσματα του. Η ακριβής έκταση της ζημίας, οι λεπτομέρειες ή οι ιδιότητες του προσβαλλόμενου αγαθού και οι λοιπές περιστάσεις που καθορίζουν το μέγεθος της προσβολής δεν απαιτείται να προβλέπονται σαφώς, τουλάχιστον στον βαθμό που δεν ανάγονται από το νόμο σε κρίσιμα για την ύπαρξη της ευθύνης περιστατικά. Στην περίπτωση του ν. 3869/2010, ο νόμος χρησιμοποιεί την έννοια του δόλου και την συνδέει με μια πραγματική κατάσταση που είναι η μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπροθέσμων χρηματικών οφειλών. Περαιτέρω από την διατύπωση της παρ. 1 εδ. α` του ν. 3869/2010, προκύπτει ότι το στοιχείο του δόλου αναφέρεται στην «περιέλευση» του οφειλέτη σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών. Επομένως, το στοιχείο του δόλου δύναται να συντρέχει τόσον κατά τον χρόνο αναλήψεως της οφειλής, όσον και κατά τον χρόνο μετά την ανάληψη της τελευταίας. Ο δόλος αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, είτε είναι αρχικός είτε είναι μεταγενέστερος. Το κρίσιμο ζήτημα είναι το περιεχόμενο του δόλου και όχι ο χρόνος που αυτός εκδηλώθηκε. Στην περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3869/2010, ο οφειλέτης ενεργεί δολίως όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε αδυναμία πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά, αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνο, ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην όμως, είτε γνώριζε, κατά την ανάληψη των χρεών, ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους, είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενέστερα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Επομένως η συνεπεία του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη δεν είναι αναγκαίο να εμφανισθεί μετά την ανάληψη του χρέους, αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν δηλαδή ο οφειλέτης ήδη από την αρχή, αναλαμβάνοντας το χρέος γνωρίζει ότι, ενόψει των εισοδημάτων του και των εν γένει αναγκών του, δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει. Περίπωση ενδεχόμενου δόλου συντρέχει όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό ττιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων, προβλέποντας ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του με βάση τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του, θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το
αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα, σε μία δανειακή σύμβαση υφίσταται κατ ουσίαν αποδοχή από τον δανειολήπτη της προβλεπόμενης αδυναμίας του να αποπληρώσει το ειλημμένο δάνειο, όταν έχοντας γνώση της πρόδηλης αναντιστοιχίας των εισοδημάτων του προς τις οφειλές, την αποπληρωμή των οποίων με ιδία πρωτοβουλία αναλαμβάνει και σταθμίζοντας την διακινδύνευση των οικονομικών συμφερόντων, τόσο του ιδίου, όσο και του πιστωτή του, με το επιδιωκόμενο όφελος, το οποίο θα καρπωθεί, εφόσον πραγματοποιηθεί ο κίνδυνος, προβαίνει στη σύναψη της σχετικής δανειακής συμβάσεως, επειδή κρίνει ότι η σκοπούμενη γι` αυτόν ωφέλεια από την χρήση των δανειακών κεφαλαίων σαφώς υπερέχει των συνεπειών που επαπειλούνται από την επέλευση του κινδύνου. Αξίωση πρόσθετων στοιχείων για την συγκρότηση του δόλου στο πρόσωπο του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους, όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος, όπως επίσης και η παράλειψη του πιστωτικού ιδρύματος να προβεί στις αναγκαίες έρευνες της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Ο δόλος του οφειλέτη στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του περιορίζεται στην πρόθεση του οφειλέτη και μόνο, δηλαδή σε ένα υποκειμενικό στοιχείο, χωρίς ανάγκη προσθήκης και άλλων αντικειμενικών στοιχείων, όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος και η παράλειψη από την πλευρά των τελευταίων να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα, πριν χορηγήσουν την πίστωση, της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, πράγμα το οποίο άλλωστε, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα το νόμου. Εξάλλου, όπως προκύπτει από την πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3869/2010, σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου επικαλείται και αποδεικνύει ο πιστωτής, η νομοθετική αυτή ρύθμιση τάσσεται προς το συμφέρον των πιστωτών. Επομένως. την ύπαρξη του δόλου ερευνά το επιλαμβανόμενο της υποθέσεως δικαστήριο, όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά μετά από πρόταση πιστωτή, ο οποίος πρέπει να προτείνει τον σχετικό ισχυρισμό κατ ένσταση και βαρύνεται με την απόδειξη αυτής (ΑΠ 286/2017, ΑΠ 153/2017, ΑΠ 65/2017 δημ. Νόμος). Εν προκειμένω, οι εκκαλούντες με τον πρώτο λόγο της εφέσεώς τους ισχυρίζονται ότι παρά το νόμο η εκκαλουμένη δεν απέρριψε ως αόριστο και ανεπίδεκτο δικαστικής εκτίμησης την προβληθείσα εκ μέρους των καθ ων ένσταση της δόλιας περιέλευσης αμφοτέρων των αιτούντων συζύγων σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών, διότι δεν επικαλέστηκαν ενέργειες αυτών ως δανειοληπτών που να έτειναν στην πρόκληση άγνοιας της επισφάλειας αποπληρωμής στον εκάστοτε πιστωτή ή την απόκρυψη περιουσιακών τους στοιχείων ούτε επικαλέστηκαν πραγματικά περιστατικά (όπως π.χ. απόκρυψη εισοδημάτων, απομείωση περιουσίας, καταδολιευτικές ενέργειες κ.λπ.) από τα οποία να προκύπτει σκόπιμη ενέργειά τους να περιέλθουν σε αδυναμία πληρωμής. Ωστόσο οι καθ` ων με τις επ ακροατηρίου κατατεθείσες προτάσεις τους ισχυρίστηκαν σχετικώς, ότι αμφότεροι οι αιτούντες σύζυγοι προέβησαν σε αλόγιστο υπερδανεισμό με τη χρήση μεγάλου αριθμού πιστωτικών προϊόντων καταναλωτικής πίστης από πολλά πιστωτικά ιδρύματα ακόμη και το έτος 2011, μολονότι γνώριζαν την αδυναμία καλύψεώς τους, προστρέχοντας μάλιστα σε εταιρείες ρυθμίσεως των οφειλών τους, αλλά λαμβάνοντας επιπλέον δάνεια και μετά την ψήφιση του ν. 3868/2010, προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα επίπεδο διαβίωσης ανώτερο αυτού που τους επέτρεπαν οι οικονομικές τους δυνατότητες, υπερβαίνοντας το μέτρο και τη σύνεση του μέσου καταναλωτή. Με το περιεχόμενο αυτό, η άνω ένσταση είναι επαρκώς ορισμένη κατά περιεχόμενο τόσο για τον αρχικό όσο και για τον επιγενόμενο δόλο των αιτούντων, χωρίς κατά τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, να απαιτείται για το ορισμένο αυτής και η αναφορά πρόσθετων στοιχείων εξαπάτησης των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος ή σκοπίμων ενεργειών πρόκλησης αδυναμίας πληρωμής των αιτούντων ως οφειλετών. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε την ως άνω ένσταση δόλου ορισμένη, ορθώς εφάρμοσε το νόμο, απορριπτομένου ως ουσιαστικά αβάσιμου του σχετικού (πρώτου) λόγου της έφεσης των αιτούντων, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. VI. Από την επανεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων και ειδικότερα από την χωρίς όρκο κατάθεση της αιτούσας που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχεται στα νομίμως επικαλούμενα και προσκομιζόμενα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημοσίας στο ακροατήριο συνεδριάσεως του Ειρηνοδικείου Τρικάλων και απ` όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως οι διάδικοι [πλην της ερημοδικούσας εφεσίβλητου], καθώς και από την υπ αριθμ..../06.06.2017 ένορκη βεβαίωση... ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης
... που επικαλούνται και προσκομίζουν οι αιτούντες, η οποία αν και λήφθηκε χωρίς προηγούμενη κλήτευση των αντιδίκων τους παραδεκτώς λαμβάνεται υπόψη κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στο άρθρο 270 παρ. 2 ΚΠολΔ προϋποθέσεων του παραδεκτού, λόγω του είδους της διαδικασίας, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: οι αιτούντες είναι σύζυγοι και κάτοικοι Τρικάλων, ηλικίας 57 ετών (ως γεννηθέντες αμφότεροι το έτος 1958) κατά το χρόνο συζητήσεως της αιτήσεως και έχουν τρία ενήλικα τέκνα, εκ των οποίων τα δύο διαμένουν μαζί τους. Η αιτούσα εργάζεται ως μόνιμος δημόσιος υπάλληλος του Υπουργείου Παιδείας, και δη ως νηπιαγωγός ανήκουσα οργανικά στο Νηπιαγωγείο..., ασχολούμενη με τη διαχείριση ευρωπαϊκών προγραμμάτων και οι μηνιαίες αποδοχές της ανέρχονται στο ποσό των 1,440 ευρώ. Ο αϊτών είναι στρατιωτικός των Ενόπλων Δυνάμεων (Στρατού Ξηρός) και από το έτος 2008 έχει αποστρατευθεί λαμβανοντας σύνταξη αντιστράτηγου, η οποία ανέρχεται μηνιαίως σε 1.356,40 ευρώ και από μερίσματα Μετοχικού Ταμείου Στρατού λαμβάνει 262,19 ευρώ μηνιαίως και συνολικώς ποσό 1.618,59 ευρώ μηνιαίως. Αθροιζόμενων των ποσών αυτών, το μηνιαίο οικογενειακό εισόδημά τους ανέρχεται στο ποσό των 3.058,59 ευρώ, από το οποίο, ποσό 1.500 ευρώ περίπου, απαιτείται για την κάλυψη των μηνιαίων δαπανών διαβίωσης αυτών και των παιδιών τους, εκ των οποίων τα δύο, παρότι ενήλικα, ηλικίας 30 και 26 ετών αντίστοιχα, διαβιούν μαζί τους και διατρέφοντσι από αυτούς καθόσον τυγχάνουν άνεργα. Οι αϊτούντες διαμένουν με τα τέκνα τους σε ιδιόκτητη κατοικία στα Τρίκαλα και συγκεκριμένα στην με στοιχεία Γ-2 μεζονέτα του τρίτου και τέταρτου ορόφου οικοδομής που βρίσκεται στην οδό... αρ..., συνολικού εμβαδού 123 τ.μ., εκ των οποίων τα 92 τ.μ. βρίσκονται στον τρίτο όροφο και τα 31 τ,μ. στον τέταρτο όροφο της οικοδομής, έχουσας αντικειμενική αξία 101.610,12 ευρώ, η οποία ανήκει εξ ημισείας και εξ αδιαιρέτου στους αιτούντες. Το ακίνητο αυτό απέκτησαν λόγω αγοραπωλησίας. Επιπλέον η αιτούσα έχει στην ιδιοκτησία της: α) το 50% εξ αδιαιρέτου μιας ισόγειας κεραμοσκεπούς κατοικίας εμβαδού 85 τ.μ., χτισμένης σε οικόπεδο εμβαδού 798 τ.μ. που βρίσκεται στο Ο.Τ... της πόλης της Καρδίτσας, στην οδό... αρ..., αντικειμενικής αξίας του ποσοστού της 83.533,13 ευρώ, β) το 50% εξ αδιαιρέτου του με αριθμού 4 διαιρετού τμήματος οικοπέδου, εμβαδού 550 τ.μ. που βρίσκεται στο...τρικάλων (το υπόλοιπο 50% ανήκει στον σύζυγό της), αντικειμενικής αξίας του ποσοστού της 4.125 ευρώ, γ) ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί αγρού που βρίσκεται στη θέση... Τρικάλων, συνολικού εμβαδού 1.000 τ.μ., του οποίου η αξία δεν αποδείχθηκε, καθώς και δ) το 50% εξ αδιαιρέτου μιας οικίας μετά του οικοπέδου της στην...λάρισας (το υπόλοιπο 50% ανήκει το σύζυγό της), για το οποίο δεν διαθέτει τίτλους κτήσης και η έκταση και η αξία του οποίου δεν αποδείχθηκαν. Ο αιτών, εξάλλου, έχει στην ιδιοκτησία του: α) το 50% μιας μονοκατοικίας που βρίσκεται στην οδό... αρ... στη.. Πειραιά, εμβαδού 38,28 τ.μ.. χτισμένη σε οικόπεδο εμβαδού 38,28 τ.μ., αντικειμενικής αξίας 32.247,56 ευρώ, β) το 50% εξ αδιαιρέτου του με αριθμό. διαιρετού τμήματος οικοπέδου, εμβαδού 550 τ.μ. που βρίσκεται στο...τρικάλων, αντικειμενικής αξίας του ποσοστού του 4.125 ευρώ (το υπόλοιπο 50% ανήκει στη σύζυγό του), γ) την πλήρη κυριότητα ενός αγροτεμαχίου εμβαδού 286 τ.μ. που βρίσκεται στη Σαλαμίνα Πειραιά, του οποίου η αξία δεν αποδείχθηκε, δ) το 50% εξ αδιαιρέτου μιας οικίας μετά του οικοπέδου της στην... Λάρισας (το υπόλοιπο 50% ανήκει στη σύζυγό του), για το οποίο δεν διαθέτει τίτλους κτήσης και η έκταση και η αξία του οποίου δεν αποδείχθηκαν, και ε) 400 μετοχές της..., 919 μετοχές της..., 187 μετοχές της..., 2.500 μετοχές της..., 390 μετοχές του..., 550 μετοχές της εταιρείας... Α.Ε., 334 μετοχές της εταιρείας..., 150 μετοχές της..., 300 μετοχές της εταιρείας... Α.Ε. και 485 μετοχές της Τράπεζας..., συνολικής αξίας αυτών 3,620,56 ευρώ. Για τον χρόνο και τρόπο (π.χ. αγορά) απόκτησης των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, οι αιτούντες δεν αναφέρουν τίποτα. Η κατοχή και εκμετάλλευση όμως των μετοχών αυτών από τον αιτούντα, τοποθετείται σε χρόνο που όπως είναι γνωστό ως πασίδηλο γεγονός το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών είχε σημειώσει τις υψηλότερες αποδόσεις (6.484,38 μονάδες την 21.09.1999) και συμπίπτει )φονικά με το πρώτο αναφερόμενο στις αιτήσεις τραπεζικό δάνειο, καθιστώντας α-βάσιμο τον ισχυρισμό τους ότι το δάνειο αυτό εκταμιεύθηκε (τουλάχιστον, όχι εξ ολοκλήρου) για την αντιμετώπιση προβλήματος υγείας του τρίτου τέκνου τους. Περαιτέρω, προέκυψε ότι συνεπεία της οικονομικής ύφεσης και της ελληνικής κρίσης χρέους καθώς και των εφαρμοστικών νόμων των Μνημονίων με τα επακόλουθα μέτρα λιτότητας στον δημόσιο τομέα, το μέσο μηναίο και ετήσιο ατομικό και οικογενειακό εισόδημα των αιτούντων έχει μειωθεί από το έτος 2010 και μετά, οπότε από το ποσό των 26.678,42 ευρώ ως ατομικό εισόδημα της αιτούσας, το ποσό των 39.061,54 ευρώ ως ατομικό εισόδημα του αιτούντος και το (συνολικό ποσό) των 65.739,96 ευρώ ως οικογενειακό τους εισόδημα (βλ. αντίγραφο εκκαθαριστικού σημειώματος οικονομικού έτους 2010), μειώθηκαν τα παραπάνω αντίστοιχα ποσά σε 20.415.74 ευρώ το ατομικό εισόδημα της απούσας, σε 19.606,64 ευρώ το ατομικό εισόδημα του αιτούντος και σε 40.022,38
ευρώ το οικογενειακό τους εισόδημα το έτος 2013 (βλ. αντίγραφο εκκαθαριστικού οικον. έτους 2014). δηλαδή σε ποσοστό 40% περίπου. Ταυτόχρονα όμως με τα παραπάνω, προέκυψε ότι οι αιτούντες. σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης και δη από το έτος 1999 και μέχρι το έτος 2011, προέβαιναν συνεχώς σε υπέρμετρο τραπεζικό δανεισμό, κάνοντας χρήση και της ανακυκλούμενης πίστωσης, για την επίτευξη επιπέδου διαβίωσης ανώτερου από τις οικονομικές τους δυνατότητες. Ειδικότερα, η αιτούσα έχει συνάψει 32 συμβάσεις δανείων και ο απών 18 συμβάσεις, από τις οποίες οι τρεις (3) αφορούν στεγαστικά δάνεια, που έλαβαν από κοινού από τις πιστώτριες Τράπεζες... Α.Ε και πρώην... Α.Ε., κατά τα έτη 2007 και 2008, συνολικού ποσού 261.589,74 ευρώ, για τα δύο εκ των οποίων υπάρχει εμπράγματη ασφάλεια υττέρ της ανωτέρω πιστώτριας Τράπεζας... στην κύρια κατοικία των αιτούντων, ενώ για το τρίτο υπάρχει εμπράγματη ασφάλεια επί ετέρου ακινήτου συνιδιοκτησίας των αιτούντων (οικοπέδου στο...). Οι υπόλοιπες συμβάσεις, συνολικής οφειλής 370.030,27 ευρώ για την αιτούσα και 225.860,98 ευρώ για τον αιτούντα, αφορούν πιστωτικές κάρτες και καταναλωτικά δάνεια, δύο εκ των οποίων σύναψαν από κοινού οι αιτούντες με την πιστώτρια Τράπεζα... Α.Ε, και την πρώην... Α.Ε., όπως τα εν λόγω χρέη εξειδικεύονται ως προς το ύψος, το είδος και τον πιστωτή στα δικόγραφα των αιτήσεώς τους. Κατά το έτος 2008, αν και διέθεταν σημαντικό εισόδημα από την εργασία τους (25.663,68 ευρώ η αιτούσα και 38.283,99 ευρώ ο αιτών, βάσει του αντίστοιχου εκκαθαριστικού σημειώματος) καθώς δεν είχαν ξεκινήσει ακόμη οι περικοπές των μισθών στα πλαίσια μειώσεως των κρατικών δαπανών, αντιμετώπιζαν ήδη δυσκολίες εξόφλησης των μέχρι τότε οφειλών τους στις πιστώτριες τράττεζες. Τούτο δε, παρά το γεγονός ότι ο αιτών έλαβε λόγω συνταξιοδοτήσεώς του ως εφάπαξ το ποσό των 50.000 ευρώ, το οποίο όμως ουδόλως προέκυψε ότι καταβλήθηκε για την αποπληρωμή δανείων, όπως ισχυρίζεται αυτός. Προέβησαν, ωστόσο, τότε οι αιτούντες στην αγορά διαιρετού τμήματος οικοπέδου, εμβαδού 550 τ.μ. στο... Τρικάλων, προκειμένου να ανεγείρουν νέα κατοικία, λαμβάνοντας προς τούτο στεγαστικό δάνειο, ενώ παράλληλα, λόγω αδυναμίας τους να διαχειριστούν τα χρέη τους, δεν αξιοποίησαν την ακίνητη περιουσία τους (με μίσθωση, εκποίηση κ.λπ.) για την απομείωση των οφειλών τους, αλλά κατέφυγαν σπς πρωτοεμφανιζόμενες τότε «εταιρείες διαχείρισης χρέους» (οι οποίες εμφανίζονταν ως διαμεσολαβητές μεταξύ των τραπεζών και οφειλετών και υπόσχονταν να επιτύχουν διακανονισμό των χρεών με τους πιστωτές), καταβάλλοντας σ αυτές σημαντικά ποσά ως αμοιβές και σταματώντας κάθε καταβολή δόσεων των δανείων τους στις τράπεζες, διογκώνοντας όμως έτσι τα υφιστάμενα χρέη τους, ενώ συνέχισαν να δανειοδοτούνται συνάπτοντας σύμβαση «δανείου μικροεπισκευών» (ποσού 16.634 ευρώ με παρακράτηση των δόσεων από τη σύνταξη του αιτούντος) με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων κατά το έτος 2011, όταν η οικονομική ύφεση είχε πλέον γενικευθεί και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στα πλαίσια της εθνικής χρηματοδότησης, έγιναν συνώνυμες των τακτικών περικοπών που επιβλήθηκαν σε μισθούς και συντάξεις στον Δημόσιο Τομέα. Ήδη κατά το χρόνο συζητήσεως των αιτήσεων, το σύνολο των υποχρεώσεων της αιτούσας προς τις πιστώτριες τράπεζες ανέρχεται στο ποσό των 631.620,01 ευρώ και του συζύγου της στο ποσό των 487.450,72 ευρώ. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι αιτούντες δεν επέδειξσν συμπεριφορά συνετού καταναλωτή, διότι, ανεξάρτητα από τον τρόπο προώθησης των τραπεζικών προϊόντων, αυτοί πέραν ενός στεγαστικό δανείου που δικαιολογούσε την απόκτηση κατοικίας τους, προέβαιναν τακτικά στην εκτεταμένη απόλαυση υπέρμετρων τραπεζικών αγαθών μέσω δανείων και πιστωτικών καρτών, χωρίς να έχουν κάποιον ιδιαίτερο λόγο η ανάγκη, αφού κατά τα προαναφερόμενα, που συνομολογούνται και αϊτό τους ίδιους, το εισόδημα έκαστου από την εργασία του ήταν ικανοποιητικό για την αντιμετώπιση των βιοτικών αναγκών τους. Επιπροσθέτως, ήδη από το έτος 2008 και εξής, διέβλεπαν ως ενδεχόμενη την αδυναμία αποπληρωμής των υποχρεώσεων τους στο μέλλον, καθόσον το οικογενειακό τους εισόδημα δεν επαρκούσε για την κάλυψη αυτών και αντί να φροντίσουν να τερματίσουν το οικονομικό τους αδιέξοδο με την έγκαιρη εξόφληση των εκάστοτε χρεώσεων των πιστωτικών καρτών και των ληξιπρόθεσμων δόσεων των υπολοίπων δανείων, από τα εισοδήματά τους, ώστε να μην επιβαρύνονται άλλο με τόκους, έξοδα κ.λπ., αυτοί συνέχιζαν να δανείζονται παρότι διέβλεπαν ως ενδεχόμενη την αδυναμία τους αποπληρωμής των υποχρεώσεων τους στο μέλλον, αποδεχόμενοι αυτό ως επακόλουθη συνέπεια. Παράλληλα, δεν επικαλέστηκαν, ούτε απέδειξαν αυτοί ότι είχαν τυχόν εισοδήματα και από άλλες πηγές (π.χ. εισόδημα από τα ακίνητα ή τις μετοχές), τα οποία χρησιμοποιούνταν ως συμπλήρωμα του συνολικού ποσού της δόσης που έπρεπε να καταβάλλουν μηνιαίως στους πιστωτές τους. Επιπλέον, οι αιτούντες δεν απέδειξαν ότι κατά την ανάληψη των επίδικων οφειλών τους, ανέμεναν ή ήλπιζαν σε μεταγενέστερη βελτίωση των οικονομικών τους, ώστε να υπάρχει δυνατότητα αποπληρωμής των χρεών τους, αλλά ούτε από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού προέκυψε, κατά τον ίδιο παραπάνω χρόνο, πιθανή βελτίωση του οικογενειακού τους
εισοδήματος στο μέλλον, ώστε να προσδοκούν αυτοί δικαιολογημένα και με βεβαιότητα ότι με την αύξηση των εισοδημάτων τους θα δύναντσι να αποπληρώνουν προσηκόντως τις δανειακές τους υποχρεώσεις, λαμβανομένου υπόψη αφενός μεν ότι κατά τα διδάγματα της κοινής λογικής και πείρας η σύνταξη που προσδοκούσε να λάβει ο πρώτος εξ αυτών είναι κατά κανόνα μικρότερη του καταβαλλόμενου μισθού, αφετέρου δε η επικαλούμενη πρόωσή τους για μελλοντική πώληση των ακινήτων τους προς αποπληρωμή των οφειλών τους, κάποια από τα οποία ήταν βεβαρημένα με εμπράγματες εξασφαλίσεις, αποτελούσε γεγονός αβέβαιο που δεν μπορούσε να στηρίξει βελτίωση των εισοδημάτων, ενόψει και του ότι ουδέποτε επιχειρήθηκε εκ μέρους τους τέτοια πώληση. Ο προτεινόμενος πρωτοδίκως καθ υποφοράν από τους αιτούντες ισχυρισμός, τον οποίο επαναφέρουν με σχετικό λόγο της εφέσεώς τους, ότι οι πιστώτριες τράπεζες χορήγησαν σ` αυτούς τα επίδικα δάνεια, τελώντας όμως σε γνώση και αποδεχόμενες το ενδεχόμενο να μην αποπληρωθούν αυτά εκ μέρους τους λόγω ανεπάρκειας των εισοδημάτων τους κατόπιν ελέγχου της φερεγγυότητάς τους, επί του οποίου επιχειρούν να θεμελιώσουν την αντένσταση του συντρέχοντας πταίσματος (άρθρ. 300 ΑΚ). είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι για την ευδοκίμηση της σχετικής αντένστασης του οφειλέτη, απαιτείται η ύπαρξη προφανούς δυσαναλογίας μεταξύ των υποχρεώσεων που ανέλαβαν οι δανειολήπτες και των οικονομικών τους δυνάμεων κατά το χρόνο ανάληψης των εν λόγω υποχρεώσεων, στοιχεία ττου όμως ουδόλως επικαλούνται εν προκειμένω οι αιτούντες. Σε κάθε περίπτωση δε, ενδεχόμενη παράλειψη από την πλευρά του πιστωτή να ενεργήσει επισταμένη έρευνα, πριν χορηγήσει την πίστωση, της πιστολητττικής ικανότητας του δανειολήπτη, δεν συνεπάγεται αυτοδικαίως ότι ο πιστωτής θα πρέπει να αναλάβει άνευ άλλου τινός τον κίνδυνο της ματαίωσης της ικανοποίησης των απαιτήσεών του από την επελθούσα αδυναμία πληρωμών του δανειολήπτη, ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο πιστωτής έχει προνοήσει να ελαχιστοττοιήσει τον κίνδυνο αυτό με την επίτευξη εμπράγματων εξασφαλίσεων, όπως στην προκειμένη περίπτωση έπραξε η Τράπεζα..., ή με την είσπραξη της οφειλόμενης δόσης απευθείας από τον εργοδότη, όπως έπραξε το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο (βλ. ΕιρΧαν 08/2015 δημ. Νόμος). Κατά συνέπεια, αποδείχθηκε ότι οι αιτούντες δολιως περιήλθαν σε αδυναμία πληρωμής των χρεών τους, δεκτής γενομένης ως και κατ ουσίαν βάσιμης της προβληθείσσς σχετικής ένστασης δόλου εκ μέρους των καθ ων οι αιτήσεις - εφεσιβλήτων, η δε κατάφαση της αποδειχθείσας ως άνω δόλιας περιέλευσης των αιτούντων σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους αναιρεί γι αμφότερους αυτούς την ιδιότητα του καλόπιστου υπερχρεωμένου οφειλέτη που δικαιούται να υπαχθεί σπς προστατευτικές διατάξεις του ν. 3869/2010. Κατόπιν τούτου, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής των οφειλών τους στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3869/2010 και οι αιτήσεις αμφοτέρων των αιτούντων πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχτηκε τα ίδια αναφορικά με την ως άνω ένσταση και την αντένσταση την οποία απέρριψε σιγή (και χωρίς ειδική αιτιολογία, η οποία αναπληρώνεται από την παρούσα, ΚΠολΔ 534) και ακολούθως απέρριψε τις αιτήσεις ως ουσιαστικά αβάσιμες, δεν έσφαλε αλλά εκτίμησε προσηκόντως το αποδεικτικό υλικό που είχε τεθεί στην κρίση του και προέβη σε ορθή εφαρμογή του νόμου. Επομένως, ο σχετικός λόγος της εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζεται το αντίθετο, είναι αβάσιμος. Κατόπιν τούτων και επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς εξέταση, η έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, χωρίς να επιβληθούν δικαστικά έξοδα σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010, η οποία τυγχάνει εφαρμογής και στη δευτεροβάθμια δίκη. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθ. 495 παρ. 4 ΚΠολΔ), που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, κατά την άσκηση της εφέσεώς τους. ΓΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της έκτης εφεσίβλητης (ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «...») και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων. ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την υπ αριθμ. εκθ. καταθέσεως../14.09.2016 έφεση. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ ουσίαν. ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή του παράβολου στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στα Τρίκαλα, σε έκτακτη συνεδρίαση στο ακροατήριό του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, την 7-7-2017. Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ρ.Κ.