Κυριακή 21 Ἰανουαρίου 2018 ΚΥΡΙΑΚΗ IE ΛΟΥΚΑ (ΖΑΚΧΑΙΟΥ) Μαξίμου ὁμολ., Νεοφύτου καί Ἁγνῆς μ., Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ Ἀπολυτίκιον Παναγίας Προυσιωτίσσης Ἦχος α Τῆς Ἑλλάδος ἁπάσης Σύ προΐστασαι πρόμαχος καί τερατουργός ἐξαισίων τῇ ἐκ Προύσσης εἰκόνι Σου, Πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ καί γάρ φωτίζεις ἐν τάχει τούς τυφλούς δεινούς τε ἀπελαύνεις δαίμονας καί παραλύτους δέ συσφίγγεις, Ἀγαθή, κρημνῶν τε σῴζεις καί πάσης βλάβης τούς Σοί προσφεύγοντας. Δόξα τῷ Σῷ ἀσπόρῳ τοκετῷ, δόξα τῷ Σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά Σοῦ τοιαῦτα θαύματα. ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΣ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΙΕΡΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙΟ 20 ΚΑΙ 21 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1. Χθές, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ἑορτάσαμε ἕναν ἅγιο μέ ὡραῖο καί περίεργο βίο, τόν ἅγιο Πέτρο τόν Τελώνη. Αὐτός ἦταν ἕνας ἄσπλαγχνος ἄνθρωπος, τσιγκούνης πού λέγουμε σήμερα. Μιά φορά πῆγε σ αὐτόν κάποιος πτωχός, πού δέν εἶχε νά φάει, καί τοῦ ζητοῦσε ἐλεημοσύνη. Τότε ὁ Πέτρος θύμωσε καί ὀργισμένος ὅπως ἦταν, ἐπειδή τοῦ ζητοῦσε ἐλεημοσύνη, ἅρπαξε ἕνα ζεστό καρβέλι, ἀπό αὐτά πού τοῦ ἔφερε ὁ δοῦλος του, καί τό ἔρριψε
σάν πέτρα πάνω στό κεφάλι του γιά νά τόν κτυπήσει. Ἀλλά ὁ πτωχός ἅρπαξε στόν ἀέρα τό καρβέλι αὐτό καί ἔφυγε γρήγορα μέ χαρά γιατί βρῆκε ψωμί γιά νά φάει. Ὕστερα ἀπό δύο μέρες ὁ Πέτρος ἀρρώστησε βαρειά καί εἶδε ἕνα ὅραμα. Εἶδε μία ζυγαριά, πού βάρυνε πολύ ἀπό τή μία μεριά, γιατί φορτώθηκαν σ αὐτήν ὅλες οἱ κακές του πράξεις. Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως μεριά, σάν καλές πράξεις, δέν εἶχαν οἱ ἄγγελοι νά βάλουν τίποτα στή ζυγαριά, παρά μόνον ἐκεῖνο τό ζεστό καρβέλι, πού πέταξε νά κτυπήσει τόν πεινασμένο, ἀλλά πού τόν χόρτασε στήν πείνα του. Ὁ Πέτρος, ὕστερα ἀπό μέρες, ἔγινε καλά ἀπό τήν βαρειά του ἀρρώστια. Καί σάν ἔγινε καλά μοίρασε στούς πτωχούς ὅλα του τά ὑπάρχοντα, ἀκόμη καί τά ἐνδύματά του. Ὕστερα δέ εἶδε στόν ὕπνο του τόν Χριστό νά φοράει τά ροῦχα πού εἶχε μοιράσει! Τότε ὁ Πέτρος, ἀφοῦ ἐννόησε καλά πόση δύναμη ἔχει ἡ ἐλεημοσύνη, ἐπειδή δέν εἶχε τίποτε ἄλλο νά δώσει, πούλησε τόν ἑαυτό του ὡς δοῦλο σέ ἕνα χρυσοχόο καί τά χρήματα πού πῆρε τά ἔδωσε ἐλεημοσύνη. Μετά ἀπό καιρό, γιά νά μήν ἀνακαλυφθεῖ ποιός εἶναι, ἔφυγε γιά τά Ἰεροσόλυμα καί ἀπό ἐκεῖ ἔπειτα πῆγε στήν Κωσταντινούπολη, ὅπου παρέδωκε εἰρηνικά τήν ψυχή του στόν Θεό. 2. (α) Σήμερα, χριστιανοί μου, 21 τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, ἑορτάζουμε τήν μνήμη τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ. Αὐτός ἀπό τήν νεαρή του ἡλικία κατάλαβε καλά ὅτι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά βρεῖ τόν Θεό καί νά ἑνωθεῖ μαζί Του. Διάβαζε πολύ τήν Ἁγία Γραφή καί τά βιβλία τῶν ἁγίων Πατέρων καί, ἐπειδή προσευχόταν καί πολύ, προόδευσε κατά πολύ στά θεολογικά νοήματα καί στήν ἁγιότητα. Μέ βάση λοιπόν αὐτά πού διάβαζε καί ζοῦσε ἔγραψε ἕνα ὡραῖο θεολογικό λόγο, στόν ὁποῖο λέγει ὅτι ὁ ἄνθρωπος, κάθε ἄνθρωπος πού ζητάει τόν Θεό, λειτουργεῖ σάν ἱερέας στόν κόσμο. Τί κάνει ὁ ἱερέας; Προσφέρει μέ τήν Θεία Λειτουργία τά δῶρα, τόν ἄρτο καί τόν οἶνο, στόν Θεό καί μέ τήν εἰδική εὐχή πού διαβάζει στό «Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν», αὐτά τά ὑλικά δῶρα μεταποιοῦνται, θεώνονται καί γίνονται Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Ἔτσι καί ὁ χριστιανός πού ζεῖ κατά Θεόν, λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος. Λειτουργεῖ σάν ἱερέας σ ὅλη τήν κτίση καί προσφέρει ὅλο τόν κόσμο στό Θεό. Πῶς γίνεται αὐτό; Ἀκοῦστε το μέ λίγα λόγια: Ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου, εἴπαμε, εἶναι νά ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό, νά θεωθεῖ. Ἑνούμενος ὅμως ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό καί θεούμενος φέρει μαζί του καί τό σῶμα του, πού κουβαλάει. Ἀλλά τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἔχει σχεδόν στοιχεῖα ἀπό ὅλη τήν κτίση (καί χῶμα καί νερό καί σίδηρο κ.ἄ.). Καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος πού ἑνώνεται μέ τόν Θεό ἑνώνει καί ὅλη τήν κτίση μέ τόν Θεό. Θεώνει τήν κτίση! Ἀπέτυχε ὅμως, ἀγαπητοί μου, ὁ ἄνθρωπος στόν ὑψηλό του σκοπό, στό νά ἑνώσει, δηλαδή, τήν κτίση μέ τόν Θεό. Ἀπέτυχε, γιατί ἔφαγε τόν ἀπαγορευμένο καρπό, νομίζοντας ὅτι θεωθεῖ ἀπό αὐτόν τόν καρπό. Πίστευσε, δηλαδή, ὅτι θά τόν θεώσει ἡ κτίση (βλ. Γεν. 3,5.6) καί ὄχι νά θεώσει αὐτός τήν κτίση, ὅπως ἦταν προορισμένος νά κάνει. Γι αὐτό καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, καί γιορτάσαμε τά Χριστούγεννα, γιά νά πετύχει αὐτό πού δέν πέτυχε ὁ ἄνθρωπος. Γι αὐτό, λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, πού ἑορτάζουμε σήμερα, ὅτι τό ἔργο πού ἔχει νά κάνει ὁ ἄνθρωπος γιά νά θεώσει τόν ἑαυτό του καί τήν κτίση, τώρα, μετά τήν πτώση του, θά τό πετύχει διά τοῦ θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ σαρκωθένος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 2
(β) Ἔχει σημασία, λοιπόν, χριστιανοί μου, τό ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, τό ὅτι πραγματικά σαρκώθηκε. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι καί Θεός καί ἄνθρωπος, εἶναι Θεάνθρωπος μέ μία λέξη. Καί ἀφοῦ εἶναι Θεάνθρωπος, ἔχει καί θεία καί ἀνθρώπινη φύση. Καί ἀφοῦ ἔχει δύο φύσεις, θεία καί ἀνθρώπινη, ἔχει καί δύο θελήσεις, θεία καί ἀνθρώπινη θέληση. Γιά τό δόγμα αὐτό, γιά τήν ἀλήθεια αὐτή τῆς πίστης μας, χριστιανοί μου, πολύ ἀγωνίστηκε ὁ ἅγιος Μάξιμος. Γιατί στά χρόνια του ὑποστηριζόταν πολύ, καί ἀπό τούς βασιλεῖς ἀκόμη, ἡ αἵρεση τῶν Μονοθελητῶν. Αὐτοί ἔλεγαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔχει μία μόνο θέληση, τήν θεία μόνο. Δηλαδή, ἔλεγαν ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, δέν σαρκώθηκε πραγματικά, ὅτι δέν εἶναι πραγματικά Θεάνθρωπος. Ὄχι, χριστιανοί μου! Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε πραγματικά καί γι αὐτό, ὡς πραγματικός Θεός καί πραγματικός ἄνθρωπος, ἔχει δύο θελήσεις καί θεία καί ἀνθρώπινη. Ἕνα εἶναι τό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά δύο εἶναι οἱ θελήσεις Του: Ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη. Ὁ ἅγιος Μάξιμος τό ἔλεγε ὡς ἑξῆς αὐτό: «Ὁ Χριστός ἐνεργεῖ ἀνθρωπίνως ὅ,τι εἶναι θεϊκό, μέ τά θαύματά Του, καί θεοπρεπῶς ὅ,τι εἶναι ἀνθρώπινο, κατά τό ζωοποιό Πάθος Του». 1 Γιά τήν ὀρθόδοξη αὐτή ὁμολογία του ὁ ἅγιος Μάξιμος ὑπέστη πολλές διώξεις καί φοβερά μαρτύρια. Γιατί καί ὁ αὐτοκράτορας Ἡράκλειος εἶχε κλίνει πρός αὐτήν τήν αἵρεση, πρός τόν Μονοφυσιτισμό, καί ἤθελε τήν ἕνωση μέ τούς Μονοφυσίτες γιά τήν εἰρήνη τοῦ κράτους. Ἔτσι διώχθηκε καί βασανίσθηκε ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὁ ὀρθόδοξος αὐτός Ὁμολογητής, καί μαζί μέ αὐτόν καί τά πνευματικά του τέκνα, πού ἔλεγαν τήν ἴδια μέ αὐτόν ὀρθόδοξη ὁμολογία. Στόν ἅγιο Μάξιμο ἔκοψαν τήν γλώσσα καί τό χέρι, γιατί αὐτά τά δύο ἦταν τά ὄργανα τῆς Ὀρθόδοξης ὁμολογίας του! Κήρυττε καί ἔγραφε! Ἀλλά τελικά, χριστιανοί μου, καταδικάσθηκε ἡ πλάνη τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, καί ἔλαμψε ἡ πίστη τῶν Ὀρθοδόξων. Καί ἐμεῖς σήμερα, ἑορτάζοντες τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, τόν παρακαλοῦμε νά πρεσβεύει γιά μᾶς, νά κρατήσουμε ἀκεραία τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, ὅπως αὐτός καί ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς τήν παρέδωσαν, ΑΜΗΝ. Μέ πολλές εὐχές, Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας 1. Περί Ἀποριῶν 5, MPG 91,1056A. i 3
xyyz ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΜΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ 9. ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ 1. Στήν προηγούμενη μελέτη μας εἴδαμε γιά τήν διαφθορά τῆς κοινωνίας τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἀδάμ καί αὐτή ἡ διαφθορά ὀφειλόταν στήν διαφθορά τῆς καρδιᾶς, τῆς ἐσωτερικῆς, δηλαδή, φύσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι μᾶς τό λέγει ἡ Γένεση: «Ἐπληθύνθησαν αἱ κακίαι τῶν ἀνθρώπων ἐπί τῆς γῆς καί πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἐπιμελῶς ἐπί τά πονηρά» (6,5). Ἄς ποῦμε δέ, μέ βάση ὅσα εἴπαμε στήν προηγούμενη μελέτη μας, ὅτι ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων ἐκδηλώθηκε μέ τήν σαρκικότητα, γιατί οἱ ἄνδρες τῆς κακῆς γενεᾶς ἅρπαξαν τίς γυναῖκες τῆς καλῆς γενεᾶς καί ἦλθαν σέ ἕνωση μαζί τους (βλ. Γεν. 6,1-2). Ἔτσι ἔχουμε τήν μίξη τῶν δύο γενεῶν. Αὐτό ὅμως προκάλεσε τήν «ὀργή» τοῦ Κυρίου. Ἀλλά ὅταν λέγει ἡ Γραφή γιά «ὀργή» καί «θυμό» τοῦ Θεοῦ, ἄς μή νομίζουμε ὅτι ὁ Θεός θυμώνει ὅπως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, γιατί αὐτό θά σημαίνει ὅτι ὁ Θεός ἀλλοιώθηκε. Ἀπό ἀγάπη πού ἦταν ἔγινε θυμώδης. Ἀλλά ποτέ ὁ Θεός δέν παύει νά εἶναι ἀγάπη. «Ὀργή» καί «θυμός» τοῦ Θεοῦ, πού λέγει συχνά ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι τό νά μᾶς πάρει ὁ Θεός τήν χάρη Του, τό πνεῦμα Του. Ἔτσι λοιπόν καί ἐδῶ, μετά τήν μεγάλη ἁμαρτία τῆς μίξης τῶν δύο γενεῶν γιά τήν σαρκικότητά τους, ὁ Θεός λέγει ἀκριβῶς: «Οὐ μή καταμείνῃ τό πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τόν αἰῶνα διά τό εἶναι αὐτούς σάρκας» (6,3)! Πῆρε ὁ Θεός τήν Χάρη Του ἀπ αὐτούς καί τό ἀποτέλεσμα ἦταν ὁ κατακλυσμός!... 2. Ὁ Θεός ἀποφάσισε νά καταστρέψει τόν μολυνθέντα ἀπό τήν ἁμαρτία κόσμο, ἀλλά θέλησε νά διασώσει καί ἕνα μικρό ὑπόλοιπο ἀνθρώπων καί ζώων, ὡς βάση γιά ἕνα νέο κόσμο (βλ. 6,5-22). Ὁ Νῶε, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπόγονος τοῦ Σήθ, τῆς καλῆς, δηλαδή, γενεᾶς (βλ. 5,28-32), «βρῆκε χάρη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (6,8) καί ἔλαβε ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά κατασκευάσει μιά μεγάλη κιβωτό, γιά νά σώσει τόν ἑαυτό του, τήν οἰκογένειά του καί ἕνα μεγάλο πλῆθος ζώων ἀπό τήν ἐπερχόμενη καταστροφή (6,9-22). Ἡ περιγραφή τοῦ μεγάλου κατακλυσμοῦ γίνεται στά κεφ. 7-8 τῆς Γένεσης. Ὁ κατακλυσμός μαινόταν γιά 150 μέρες καί κατά τήν γνώμη τῶν περισσοτέρων σκέπασε ὅλο τόν πλανήτη. Ἄν καί μερικοί θεωροῦν ὡς τοπικό τόν κατακλυσμό, στήν κατοικημένη μόνο περιοχή, ὅμως οἱ περισσότεροι ὁμιλοῦν γιά παγκόσμιο κατακλυσμό. Ὅλα καταστράφηκαν, ἐκτός ἀπό τόν Νῶε καί ὅσους ἦταν μαζί του στήν κιβωτό. Ἄς μήν ἀμφιβάλλουμε καθόλου γιά τήν ἱστορικότητα τοῦ κατακλυσμοῦ. Ἀσφαλῶς καί συνέβηκε, γι αὐτό καί ὅλοι οἱ λαοί, Βαβυλώνιοι, Ἀσσύριοι, Πέρσες, Ἰνδοί, Ἕλληνες, Κινέζοι, Φρύγες, Ἐσκιμῶοι, Βραζιλιάνοι κ.ἄ., ἔχουν ὡς παράδοση ὅτι ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, ἐκτός ἀπό μία οἰκογένεια, καταστράφηκε κάποτε ἀπό ἕνα μεγάλο κατακλυσμό. Καί ἡ καθολική αὐτή παράδοση πρέπει νά προϋποθέτει ἱστορικό γεγονός. Ἄς ἀναφέρουμε τήν βαβυλωνιακή παράδοση περί τοῦ κατακλυσμοῦ. Στά ἀρχεῖα τοῦ ναοῦ τοῦ Μαρδούκ στήν Βαβυλώνα ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἱστορία: Ὁ βασιλεύς Ξίσουρθος εἰδοποιήθηκε ἀπό ἕνα θεό νά κατασκευάσει ἕνα πελώριο πλοῖο καί νά βάλει σ αὐτό τούς φίλους καί τούς συγγενεῖς του, ζῶα ἀπό ὅλα τά εἴδη καί ἀναγκαῖες τροφές, γιά νά σωθοῦν ἀπό τόν κατακλυσμό. Ὁ Ξίσουρθος ἔπραξε κατά τήν θεία ἐντολή πού ἔλαβε. Ὅταν σταμάτησε ὁ κατακλυσμός, λέει ἡ βαβυλωνιακή αὐτή ἱστορία, ὁ Ξίσουρθος ἐξαπέλυσε πουλιά, τά ὁποία δέν ἐπέστρεψαν τήν τρίτη φορά. 4
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ ἱστορία τοῦ κατακλυσμοῦ ἔχει διασωθεῖ κατά παραλλαγές στίς ἱστορίες τῶν διαφόρων λαῶν, ὄχι ὅμως μέ τήν θεολογική καθαρότητα πού ἔχει ἡ ἱστορία αὐτή στήν Ἁγία Γραφή. Κατά τίς ἐξωβιβλικές αὐτές ἱστορίες ὑπάρχουν πολλοί θεοί πού ἀποφασίζουν τόν κατακλυσμό χωρίς καμμιά αἰτία τόν ἀποφασίζουν αὐθαίρετα. Ὁ ἥρωας πού διασώζεται προτιμᾶται ἀπό ἕνα ἐκ τῶν θεῶν, χωρίς πάλι νά λέγεται μιά δικαιολογία γιά τήν προτίμηση αὐτή. Κατά τήν βιβλική ὅμως ἱστορία ὁ ἕνας Θεός, ὁ Κύριος ὅλου τοῦ κόσμου, ἀποφασίζει τόν κατακλυσμό λόγῳ τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Νῶε σώζεται γιά τήν δικαιοσύνη του. Ἡ βασική διαφορά, λοιπόν, μεταξύ τῆς βιβλικῆς διήγησης καί τῶν ἄλλων εἰδωλολατρικῶν διηγήσεων περί τοῦ κατακλυσμοῦ εἶναι ἡ θεολογική ἑρμηνεία πού δίνει ἡ βιβλική διήγηση γι αὐτόν. Καί οἱ ἀρχαιολογικές ἔρευνες ἔχουν ἀνακαλύψει ὅτι, πραγματικά, ἕνας μεγάλος κατακλυσμός συνέβηκε στήν Μεσοποταμία περί τό 4.000 π.χ. 3. Στόν κατακλυσμό ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ Νῶε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶδε τό Μυστήριο τοῦ ἱεροῦ βαπτίσματος. Πραγματικά, ὁ μεγάλος κατακλυσμός ἐπί Νῶε μπορεῖ νά θεωρηθεῖ σάν ἕνα «μεγάλο βάπτισμα». Στό Μυστήριο τοῦ βαπτίσματος ὁ ἄνθρωπος βυθίζεται στό νερό. Αὐτό τό βύθισμα εἶναι μία συμμετοχή στόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Καί ἡ ἀνάδυση ἀπό τά νερά τοῦ βαπτίσματος εἶναι μία συμετοχή στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως εἴδαμε, ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος ἀποξενώθηκε ἀπό τήν ζωή τοῦ Θεοῦ καί αὐτό ἔφερε τόν θάνατό του. Πεθαίνοντας ὅμως ὁ Χριστός γιά μᾶς πάνω στόν Σταυρό, μπῆκε στόν θάνατό μας καί μέ τόν δικό Του θάνατο ἄνοιξε δρόμο γιά μιά νέα ζωή. Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ κατέστρεψε τόν θάνατο, γιατί ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ζωή. Μέ τήν κατάδυση λοιπόν τοῦ Χριστοῦ στά ὕδατα τοῦ χάους καί τοῦ θανάτου πού εἶναι σύμβολα τοῦ πεπτωκότος κόσμου, αὐτά τά ὕδατα γέμισαν μέ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, τά νερά τοῦ βαπτίσματος παριστάνουν ὄχι μόνον τόν θάνατο, ἀλλά καί ἕνα κόσμο πού μεταμορφώθηκε μέ τήν σαρκωμένη ζωή τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Μέ τό βάπτισμα πεθαίνουμε ὡς πρός τήν ἁμαρτία καί ἀνασταινόμαστε στήν αἰώνια ζωή τοῦ Χριστοῦ (βλ. Ρωμ. 6,1 ἑξ.). Ὁ ἀπόστολος Πέτρος κάνει σαφῆ τήν σχέση μεταξύ τοῦ κατακλυσμοῦ καί τοῦ Μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος. Λέει ὅτι τό σωστικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ προτυπωνόταν «κατά τίς ἡμέρες τοῦ Νῶε, τότε πού ἑτοιμαζόταν ἡ κιβωτός, στήν ὁποία ὀλίγοι, δηλαδή ὀκτώ ψυχές, διασώθηκαν ἀπό τό νερό, πού ἦταν ὁ τύπος τοῦ σημερινοῦ βαπτίσματος, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀποβολή τῆς ἀκαθαρσίας τοῦ σώματος, ἀλλά ἀφιέρωση συνειδήσεως ἀγαθῆς στόν Θεό, διά τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α Πέτρ. 3,20-21). Πραγματικά ὑπάρχει σαφής σχέση μεταξύ τοῦ κατακλυσμοῦ καί τοῦ Μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος. Τά νερά, πού καθάρισαν τήν γῆ ἀπό τούς μολυσμούς τῶν ἁμαρτωλῶν, ἔσωσαν αὐτούς πού βρίσκονταν στήν κιβωτό, ὑψώνοντάς τους πάνω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῆς γῆς, ὅπου θά καταστρέφονταν. Αὐτό, πραγματικά, εἶναι τύπος τοῦ βαπτίσματος, γιατί στά νερά τοῦ βαπτίσματος καταστρέφεται ἐξαλείφεται τό προπατορικό ἁμάρτημα τοῦ βαπτιζόμενου, καί σώζεται αὐτός ἐνσωματούμενος στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. 1 1. Βλ. τό βιβλίο τοῦ Jean Danielou, ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ, κεφ. IV (Κέντρο βιβλικῶν μελετῶν ΑΡΤΟΣ ΖΩΗΣ), σ. 78 ἑξ. (Ἡ δημιουργία καί ὁ κατακλυσμός ὡς τύποι τοῦ βαπτίσματος.) 5